Ενάντια στις Προσαρτήσεις και την Αυτοκρατορική επιθετικότητα

Autonomous Action1

Χτες, στις 21 Φεβρουαρίου, έγινε μια έκτακτη συνεδρίαση του Ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας. Ως μέρος αυτής της θεατρικής πράξης, ο Πούτιν ανάγκασε τους πιο κοντινούς του υπηρέτες να “ζητήσουν” δημοσίως από αυτόν να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία των αυτοαποκαλούμενων “λαϊκών δημοκρατιών” του Λουγκάνσκ [ΛΔΛ, Luhansk People’s Republic [LPR]) και του Ντονέτσκ [ΛΔΝ, Donetsk People’s Republic [DPR]) στην ανατολική Ουκρανία.

Είναι αρκετά προφανές ότι αυτό είναι ένα βήμα προς την περαιτέρω προσάρτηση αυτών των περιοχών στη Ρωσία – άσχετα από το πώς θα τυποποιηθεί (ή δεν θα τυποποιηθεί) νομικά. Στην πραγματικότητα, το Κρεμλίνο σταματά να θεωρεί την ΛΔΛ και την ΛΔΝ μέρος της Ουκρανίας και τις κάνει τελικά προτεκτοράτα του. “Πρώτα η αναγνώριση της ανεξαρτησίας, μετά η προσάρτηση”: αυτή η σειρά είχε ήδη δουλέψει το 2014 στην Κριμαία. Αυτό είναι επίσης καθαρό από τις ηλίθιες επιφυλάξεις του Naryshkin στη συνάντηση αυτή του Συμβουλίου Ασφαλείας (“Ναι, υποστηρίζω την είσοδο αυτών των περιοχών στη Ρωσική Ομοσπονδία”)2. Μιας και η συνάντηση, όπως αποδείχτηκε, μεταδόθηκε μαγνητοσκοπημένη [και όχι ζωντανά], και αυτές οι “επιφυλάξεις” δεν κόπηκαν αλλά διατηρήθηκαν – ο υπαινιγμός είναι ξεκάθαρος.

Σε μια “έκκληση στον λαό” το ίδιο απόγευμα, ο Πούτιν φάνηκε να “συμφωνεί” σε αυτά τα αιτήματα και ανακοίνωσε την αναγνώριση της ΛΔΛ και της ΛΔΝ ως ανεξάρτητων κρατών. Για την ακρίβεια είπε τα εξής: “Παίρνουμε ένα μέρος του Ντονμπάς, και αν η Ουκρανία προκαλέσει προβλήματα3, τότε θα έχει αυτή την ευθύνη, δεν θα τη θεωρήσουμε καν ένα κράτος οπότε θα πάρουμε ακόμα περισσότερα”. Σύμφωνα με το διάταγμα του Πούτιν, ρωσικά στρατεύματα εισέρχονται ήδη στις περιοχές της ΛΔΛ και της ΛΔΝ. Αυτή είναι μια καθαρή κίνηση απειλής προς την υπόλοιπη Ουκρανία και ιδιαίτερα προς τα τμήματα του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ που ελέγχονται ακόμα από την Ουκρανία. Αυτή είναι η πραγματική κατοχή [με την έννοια ότι μέχρι τώρα, το Λουγκάνσκ και το Ντονέτσκ ήταν υπό κατοχή διά αντιπροσώπων].

Δεν θέλουμε να παλέψουμε για κανένα κράτος. Είμαστε αναρχικοί και είμαστε ενάντια σε οποιαδήποτε σύνορα ανάμεσα στα έθνη. Αλλά είμαστε ενάντια σε αυτή την προσάρτηση γιατί το μόνο που κάνει δεν είναι παρά να χαράζει καινούρια σύνορα, και η απόφαση αυτή λαμβάνεται αποκλειστικά από έναν απολυταρχικό ηγέτη – τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Είναι μια πράξη ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας από τη Ρωσία. Δεν έχουμε καμμιά αυταπάτη για το ουκρανικό κράτος, αλλά μας είναι ξεκάθαρο ότι δεν είναι ο βασικός επιτιθέμενος σε αυτή την ιστορία – αυτή δεν είναι μια σύγκριση μεταξύ δύο ίσων σατανικών αντιπάλων. Πρώτα απ’ όλα, αυτή είναι μια προσπάθεια από τη ρωσική αυταρχική κυβέρνηση να λύσει τα εσωτερικά της προβλήματα μέσα από έναν “μικρό νικηφόρο πόλενο και την συσσώρευση εδαφών” [μια αναφορά στον Ιβάν τον 3ο].

Είναι αρκετά πιθανό το καθεστώς του Κρεμλίνου να στήσει κάποιο είδος θεάματος με ένα “δημοψήφισμα” στα προσαρτημένα εδάφη. Τέτοιες “παραστάσεις” έχουν ήδη λάβει χώρα στην ΛΔΝ και τη ΛΔΛ το 2014 αλλά, τότε, ούτε η ίδια η Μόσχα δεν αναγνώρισε τα αποτελέσματα. Τώρα, ο Πούτιν αποφάσισε προφανώς να το αλλάξει αυτό. Φυσικά δεν μπορεί να γίνει κανένας λόγος για οποιαδήποτε “ελεύθερη και μυστική ψηφοφορία” σε αυτές τις περιοχές – είναι κάτω από τον έλεγχο παραστρατιωτικών συμμοριών που εξαρτώνται απόλυτα από τη Μόσχα. Όσοι ήταν αντίθετοι σε αυτές τις συμμορίες και στην ενσωμάτωση στη Ρωσία είτε σκοτώθηκαν είτε αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν. Συνεπώς, οποιοδήποτε “δημοψήφισμα για την επιστροφή του Ντονμπάς, σαν την επιστροφή ενός χαμένου πλοίου στο φυσικό του λιμάνι” θα είναι προπαγανδιστικό ψέμα. Οι κάτοικοι του Ντονμπάς θα μπορέσουν να διαμορφώσουν την απόφασή τους μόνο όταν τα στρατεύματα όλων των χωρών – και πρώτα απ’ όλα αυτά της Ρωσικής Ομοσπονδίας – φύγουν από αυτές τις περιοχές.

Η αναγνώριση και η προσάρτηση της ΛΔΛ και της ΛΔΝ δεν θα φέρει τίποτα καλό ούτε για τους κατοίκους της ίδιας της Ρωσίας.

Πρώτον, σε κάθε περίπτωση, αυτό θα οδηγήσει σε μια στρατιωτικοποίηση σε όλες τις σφαίρες της ζωής, ακόμα μεγαλύτερη διεθνή απομόνωση της Ρωσίας, κυρώσεις και μια πτώση του γενικού βιωτικού επιπέδου. Ούτε η αποκατάσταση των καταστραμμένων υποδομών αλλά ούτε και η συμπερίληψη “των λαϊκών δημοκρατιών” στον κρατικό προϋπολογισμό θα είναι δωρεάν – και τα δύο θα κοστίσουν δισεκατομμύρια ρούβλια τα οποία θα μπορούσαν, διαφορετικά, να δοθούν για την εκπαίδευση και την υγεία. Μην έχετε καμμιά αμφιβολία: τα γιωτ των Ρώσων ολογαρχών δεν θα γίνουν μικρότερα, αλλά όλοι οι άλλοι θα αρχίσουν να ζουν χειρότερα.

Δεύτερον, η πιθανή επιδείνωση της ένοπλης σύγκρουσης με την Ουκρανία θα σημαίνει περισσότερους νεκρούς και τραυματίες στρατιώτες και άμαχους, περισσότερες καταστραμμένες πόλεις και χωριά, περισσότερο αίμα. Ακόμα και αν αυτός ο πόλεμος δεν κλιμακωθεί σε έναν παγκόσμιο πόλεμο, οι αυτοκρατορικές φαντασιώσεις του Πούτιν δεν αξίζουν για να χαθεί ούτε μια ζωή.

Τρίτον, αυτό θα σημάνει την περαιτέρω εξάπλωση του λεγόμενου “Ρωσικού κόσμου”: ενός τρελού συνδυασμού νεοφιλελεύθερης ολιγαρχίας, σιδερένιας συγκεντρωτικής εξουσίας και πατριαρχικής αυτοκρατορικής προπαγάνδας. Αυτή η συνέπεια δεν είναι τόσο προφανής, όπως η άνοδος της τιμής στα λουκάνικα και οι κυρώσεις στα “έξυπνα” κινητά – αλλά μακροπρόθεσμα, είναι ακόμα πιο επικίνδυνη.

Σας παροτρύνουμε να αντισταθείτε στην επιθετικότητα του Κρεμλίνου με όποια μέσα θεωρείτε κατάλληλα. Ενάντια στην κατάληψη περιοχών κάτω από οποιοδήποτε πρόσχημα, ενάντια στην αποστολή ρωσικού στρατού στο Ντονμπάς, ενάντια στην στρατιωτικοποίηση. Και τελικά, ενάντια στον πόλεμο. Βγείτε στους δρόμους, διαδώστε τον λόγο, μιλήστε στους ανθρώπους γύρω σας – ξέρετε τι να κάνετε. Μην μείνετε σιωπηλοί. Δράστε. Ακόμα και μια μικρή βίδα μπορεί να μπλοκάρει τα γρανάζια μιας φονικής μηχανής.

Ενάντια σε όλα τα σύνορα, ενάντια σε όλες τις αυτοκρατορίες, ενάντια σε όλους τους πολέμους!

Autonomous Action

Πηγή: https://avtonom.org/en/news/against-annexations-and-imperial-aggression

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: http://libcom.org/news/against-annexations-imperial-aggression-22022022.

2 Sergey Naryshkin, επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, ο οποίος “παραπάτησε” καθώς απαντούσε στο ερώτημα του Πούτιν, προτείνοντας κατά λάθος την απορρόφηση της ΛΔΛ και της ΛΔΝ στη Ρωσία, κάτι για το οποίο υποτίθεται δεν θα έπρεπε ακόμα να μιλήσει φωναχτά.

3 Στμ. Στο πρωτότυπο: “if Ukraine rocks the boat”.

Διαδηλώσεις ενάντια στο Διαβατήριο Υγείας…ένα μη-κίνημα;

Temps Critiques1

το κείμενο σε pdf

Εισαγωγή της Μετάφρασης: Από μια μη-ευρωπαϊκή οπτική, τα συνεχιζόμενα κινήματα ενάντια στο “διαβατήριο εμβολιασμού” μπορεί να είναι εξίσου δύσκολο να τα συλλάβει κανείς όσο το να συλλάβει το θέαμα των Γάλλων χωροφυλάκων, οπλισμένων τόσο με όπλο όσο και με έναν ανιχνευτή ανάγνωσης QR κωδικών, περιτρυγιρισμένων από ένα πλήθος επιβατών λεωφορείου τους οποίους εξανάγκασαν να κατέβουν από αυτό ή το θέαμα των ίδιων χωροφυλάκων μαζεμένων γύρω από έναν ανοιχτό χώρο εστίασης στη Μασαλλία να σκανάρουν την κάρτα εμβολιασμού όλων των πελατών. Παρακάτω, έχουμε μεταφράσει μια ανάλυση των συνεχιζόμενων διαδηλώσεων στη Γαλλία ενάντια στο υγειονομικό πάσο που δημοσιεύτηκε από την ομάδα Temps Critiques τον Αύγουστο. Στο κείμενο αυτό βρίσκουμ<ε – πρώτα απ’ όλα – την ανάλυση σε βάθος μιας μάχης σε εξέλιξη στον απόηχο του μεγαλύτερου κινήματος που έχει δει η Γαλλία “μετά το 1968” (δηλαδή, τα “Κίτρινα Γιλέκα”), και ως εκ τούτου μια προσπάθεια να καταπιαστούμε με συνεχιζόμενες, έντονες διαδηλώσεις που μοιάζουν δυνητικά περισσότερο εθιμικές παρά στρατηγικές από μια πολιτική άποψη. Καθώς χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο αρχίζουν να βλέπουν όλο και πιο παρατεταμένες συγκρούσεις στον δρόμο, η θεωρητικοποίηση κινημάτων και του απόηχού τους γίνεται αναγκαία. Δεύτερον, παρ’ όλο που η διαχείριση της πανδημίας COVID διαφέρει σημαντικά από χώρα σε χώρα, η ένταση των κρατικών ελέγχων στη Γαλλία απαιτεί μια συζήτηση σχετικά με την κρατική διαχείριση, τα περιοριστικά μέτρα και τα πολιτικά κύματα σοκ της πανδημίας που ίσως είναι ευκολότερο να αποφευχθούν σε φαινομενικά ειρηνικά πλαίσια. Τρίτο, και τελευταίο, το κείμενο καταπιάνεται με το ερώτημα τι συνιστά ένα κίνημα, ένα ερώτημα που θα όφειλε να είναι κεντρικό σε οποιαδήποτε σκέψη και δράση αποκαλεί τον εαυτό της επαναστατική σήμερα.

Ill Will, Σεπτέμβριος 2021

Εισαγωγή στη γαλλική έκδοση: Οι διαδηλώσεις ενάντια στο υγειονομικό διαβατήριο, που γίνονται εδώ και εφτά εβδομάδες και έχουν καταφέρει να διασχίσουν την συνηθισμένη καλοκαιρινή έρημο, έχουν καθεαυτές κάτι ξεχωριστό. Μερικοί βρίσκουν σε αυτές την ανάδυση ενός αυθόρμητου, θυμωμένου κινήματος όπως αυτό των Κίτρινων Γιλέκων· άλλοι, την ανάδυση μιας λαϊκιστικής βάσης ενός πρωτο-φασιστικού κινήματος που διασπείρει σύγχυση2. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει κάτι χωρίς προηγούμενο σε αυτές (μοναδικό σε κάθε πόλη, όπως στο Παρίσι όταν, στις 28 Αυγούστου, έλαβαν χώρα τέσσερις διαφορετικές διαδηλώσεις αλλά, επίσης, μοναδικό και σε κάθε πορεία) που απαιτεί ερμηνεία. Έτσι, δημοσιεύουμε εδώ την ακόλουθη ανάλυση από τους φίλους μας στο Temps critiques – μια ανάλυση που δεν είναι σίγουρο ότι μοιραζόμαστε αλλά που έχει αξία στην συνέχιση και διεύρυνση της συζήτησης.

Lundi matin, Αύγουστος 2021.

Για το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, η απόφαση να πραγματοποιούν τις διαδηλώσεις τους τα Σάββατα ήταν κάθε άλλο παρά χωρίς σημασία: σηματοδοτούσε μια ρήξη με την συνδικαλιστική και εργατίστικη παράδοση που θέλει τις διαμαρτυρίες να γίνονται σε εργάσιμες μέρες. Όμως, αυτό που διακυβεύεται στην τωρινή περίπτωση δεν είναι “το κοινωνικό ζήτημα”, χωρίς να είναι όμως ούτε ένα κοινωνιακό ζήτημα3. Στις διαμαρτυρίες αυτές, ένα είδος μη-ταυτοποιημένου αντικειμένου απαιτεί αναγνώριση. Θα ξεκινήσουμε από αυτό το σημείο.

Ας αρχίσουμε με την αξιοπρόσεκτη γεωγραφική και κοινωνιολογική ποικιλομορφία των διαδηλώσεων: κάτοικοι από τις μεγάλες μητροπόλεις, “υπαιθρο-αστοί”4 από τις περιφέρειες, και κάτοικοι μικρών χωριών και των γύρω περιοχών τους, είναι επίσης παρόντες, όπως φανερώνεται από δεκάδες διαδηλώσεις που καλούνται σε ολόκληρη τη Γαλλία. Παρά την τάση των ΜΜΕ να επιμένουν ότι οι διαδηλωτές είναι πιθανότερο να προέρχονται από τα λιγότερο μορφωμένα, αν όχι τα λιγότερο προνομιούχα, στρώματα, υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία ηλικιακού, έμφυλου και κοινωνικού υποβάθρου. Αυτή η ποικιλία εκφράζεται συγκεκριμένα από το γεγονός ότι μεταξύ των διαδηλωτών κανείς δεν θα βρει μόνο, ούτε κυρίως, τους μη-εμβολιασμένους, εχθρικούς προς τα εμβόλια για την COVID και, a fortiori, προς τα εμβόλια γενικά, αλλά επίσης και εκείνους που είναι εμβολιασμένοι και εχθρικοί προς το υγειονομικό πάσο έστω και αν, για πραγματιστικούς λόγους, είναι εφοδιασμένοι με αυτό.

Η ποικιλομορφία αυτών που συμμετέχουν, και των κινήτρων τους, σημαίνει ότι η μετωπική αντίθεση στο υγειονομικό πάσο συνιστά το μοναδικό σημείο ενότητας μεταξύ των διαδηλωτών, πολλοί/ες εκ των οποίων αντέδρασαν ατομικά στα κυβερνητικά μέτρα για τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης και δεν έχουν παράδοση στην κοινωνική πάλη. Με αυτή την έννοια, μπορούμε να μιλήσουμε για ένα “μάζεμα” θυμωμένων ατόμων χωρίς ένα προφανές ή άμεσο πολιτικό δυναμικό, έστω και αν η αντίθεση στον Μακρόν έχει βοηθήσει στην αποκρυστάλλωσή του.

Ενώ η πλειοψηφία του πληθυσμού μοιάζει να έχει εγκαταλείψει κάθε πιθανότητα να καταλάβει το οτιδήποτε μπροστά στην χαοτική πορεία της διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης από το κράτος, και των πολυάριθμων αντιφατικών της εντολών, αυτή η δυσφορία αρχίζει να δίνει τη θέση της σε στάσεις άρνησης που σταδιακά έχουν εξελιχθεί από ιδιωτική δυσαρέσκεια σε δημόσια έκφραση. Αλλά καθώς ούτε η αντιπολίτευση ούτε τα συνδικάτα έχουν οποιοδήποτε εναλλακτικό πλάνο, αυτές οι διαδηλώσεις θυμού παραμένουν ιδιαίτερα μειοψηφικές. Αυτό ισχύει ακόμα και σε σύγκριση με τον αριθμό των διαδηλωτών στη διάρκεια του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων, παρά το γεγονός ότι τα σημερινά μέτρα επηρεάζουν πολύ περισσότερο κόσμο και σε διάφορα επίπεδα. Η διαφορά εδώ δεν είναι μόνο ποσοτική. Ακόμα και αν ήταν μια ψευδαίσθηση, τα Κίτρινα Γιλέκα όντως αισθάνονταν σαν να συγκροτούν “τον λαό” όταν φώναζαν το σύνθημα “Είμαστε όλοι/ες Κίτρινα Γιλέκα”, επειδή αισθάνονταν θύματα της πολιτικής των ισχυρών, και ήταν αυτή η αρχική θέση του θύματος που κατάφεραν, τουλάχιστον εν μέρει, να ξεπεράσουν μέσα από το κίνημα και την κοινότητα του αγώνα. Αυτό δεν συμβαίνει με τις τωρινές διαδηλώσεις, που ξέρουν ότι είναι μια μειοψηφία και ότι δεν είναι κατά κανένα τρόπο “θύματα” εκτός, ίσως, μιας πολιτικής την οποία αντιλαμβάνονται ως ασυνάρτητη και αυταρχική. Είτε σωστά είτε λαθεμένα, οι περισσότεροι βγάζουν το συμπέρασμα ότι είναι ακριβώς αυτή η έλλειψη συνοχής που καθιστά την εν λόγω εξουσία μη-νομιμοποιημένη5.

Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση φανερώθηκε με την πρώτη και απλούστερη ντιρεκτίβα της, που εκδόθηκε προς τους ηλικιωμένους: μην πάτε στον γιατρό· μείνετε σπίτι και πάρτε μια παρακεταμόλη· αν τα συμπτώματά σας χειροτερέψουν, συμβουλευτείτε τον γιατρό σας ή καλέστε ένα ασθενοφόρο”. Σαν αποτέλεσμα, λίγοι άνθρωποι πήγαν αρχικά στον γιατρό και η εισαγωγή στο νοσοκομείο και τις ΜΕΘ, που ακολούθησε, θα μπορούσε, ίσως, να είχε αποτραπεί. Με αυτό το επίπεδο ασυναρτησίας, είναι δυνατό να καταλάβουμε γιατί μερικοί πρότειναν την χλωροκίνη…Έκτοτε, οι αρχές εστίασαν αποκλειστικά στην επιβολή ενός μοναδικού πρωτοκόλλου για εμβολιασμό – αυτό που προτάθηκε από επιστημονικές επιτροπές – σε αντίθεση προς μια ευρεία ποικιλία πιθανών μορφών θεραπείας, συμβατών δυνάμει με τον εμβολιασμό, οι οποίες θα είχαν λάβει υπόψιν την καθημερινή φροντίδα που παρέχουν οι θεράποντες γιατροί. Αντίθετα, τα Περιφερειακά Συμβούλια Υγείας (Agence Régionale de Santé, ARS) και η υπηρεσία Κοινωνικής Ασφάλισης έδωσαν εντολές στους γιατρούς να ευθυγραμμιστούν με την καμπάνια εμβολιασμού6, που εκείνη τη χρονική στιγμή δεν ήταν ακόμα υποχρεωτικός.

Μέχρι εκείνο το σημείο, και αν πρόκειται να πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις, ένα σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού εξακολουθούσε να τρέφει αμφιβολίες. Αναδύθηκε έλλειψη εμπιστοσύνης προς τα εμβόλια και αντίθεση στο υγειονομικό διαβατήριο – και όχι απλά στην ιδιωτική σφαίρα. Πρώτα, μέσα σε οικογένειες, όπου και δημιούργησε διαιρέσεις που η πρώτη καραντίνα δεν είχε αποκαλύψει· ύστερα, στα κοινωνικά μέσα, όπου εμφανίστηκε η ανάδυση ευρέως διαφοροποιούμενων κριτικών, εν μέρει επειδή τα κοινωνικά μέσα είναι επίσης ένα μέρος στο οποίο οι άνθρωποι “απελευθερώνονται”, κάτι που περιλαμβάνει και το να “παρασύρονται” από θεωρίες συνωμοσίας. Ο κρατικός έλεγχος αυτών των κοινωνικών δικτύων κατέληξε να γίνει ένα ιδιαίτερα φλέγον ζήτημα καθώς το περιεχόμενό τους δεν αναδύθηκε εντελώς στη δημόσια σφαίρα αλλά έδωσε ζωή σε ένα “underground” ενός καινούριου είδους. Αυτά που λέγονται εκεί συχνά ξεφεύγουν από κάθε είδος ελέγχου ή λογοκρισίας, η οποία είναι έτσι κι αλλιώς δύσκολο να επιβληθεί έξω από “ανελεύθερα” καθεστώτα (για να μιλήσουμε την πολιτικο-μηντιακή προπαγανδιστική γλώσσα7). Είναι ένα πρόβλημα που σιγοκαίει για σχεδόν είκοσι χρόνια αλλά είχε παραμείνει στην σκιά εξαιτίας του φαινομενικά ακίνδυνου (λόγω της περιθωριακότητας) χαρακτήρα των συζητήσεων που αναπτύσσονταν εκεί. Αν το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων είχε ήδη αποδείξει ότι τα κοινωνικά μέσα μπορεί να είναι το εκκολαπτήριο για κάτι άλλο εκτός από βλακώδεις συζητήσεις και ψευδείς ειδήσεις – επειδή το κίνημα σταδιακά ξεπέρασε τον καταπιεσμένο λόγο του εμφανιζόμενο καθαρά στο φως της μέρας – η πανδημία και τα μυστήριά της έχουν παγώσει για σχεδόν δύο χρόνια τώρα οποιοδήποτε κίνημα ή πρακτική, ενώ έδωσε στη συζήτηση στα κοινωνικά μέσα απόλυτη ελευθερία να συγκροτήσουν ένα είδος αντι-λόγου που είναι περισσότερο αντισυστημικός παρά κριτικός.

Παρ’ όλα αυτά, οι υπάρχουσες εξουσίες κατέγραψαν ένα ικανοποιητικό επίπεδο αποδοχής των μέτρων περιορισμού από την πλευρά του πληθυσμού που πίστευε στην αποτελεσματικότητά τους, μαζί με αυτό και των περιοριστικών μέτρων που συνδυάστηκαν με κοινωνικά μέτρα για να προσφέρουν μια μεγαλύτερη αποζημίωση για την μερική ανεργία. Η άφιξη στην αγορά εμβολίων, που υποτίθεται θα έλυναν κάθε πρόβλημα, θα έπρεπε να ενισχύσει ακόμα περισσότερο αυτή την ικανοποίηση. Αντί γι’ αυτό, οι ίδιες εξουσίες αιφνιδιάστηκαν από την εμφάνιση – στο περιθώριο, οπωσδήποτε, αλλά υποστηριζόμενης από την επιμονή της πανδημίας – μιας αντίθεσης, μιας ενόχλησης ή ακόμα και ανταρσίας εναντίον των περιοριστικών μέτρων που έχουν χάσει τη δύναμη να πείθουν στην πορεία μιας πανδημίας που τώρα θεωρείται ότι δεν έχει τέλος.

Οι αρχές έχουν αργήσει να συλλάβουν τη διαφορά ανάμεσα σε άνευ προηγουμένου περιοριστικά μέτρα και, συνεπώς, με χαρακτήρα εξαίρεσης – που γίνονται πολύ ευκολότερα αποδεκτά με δεδομένο ότι όλες οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν εφαρμόσει ανάλογες πολιτικές – και μέτρα όπως το υποχρεωτικό πάσο υγείας που έχουν συνέπειες στην καθημερινή ζωή και για τα οποία απουσιάζει οποιασδήποτε άμεσα προφανής σχέση με την πανδημία8. Από αυτό το σημείο, το άλμα στην ιδέα ότι αυτά τα μέτρα είναι ελευθεριοκτόνα9 [liberticides]10 δεν απέχει πολύ. Είναι το ίδιο που συμβαίνει με τον καιρό: το “πώς είναι αισθητός” κουβαλά περισσότερο φορτίο από οποιονδήποτε συνειδητό στοχασμό του πράγματος, και το “πώς είναι αισθητός” μπορεί αυθόρμητα να αποκτήσει μια ένταση που απαιτεί μια, σχεδόν χωρίς σκέψη, άμεση αντίδραση. Η πορεία στον δρόμο γίνεται έτσι ένας τρόπος ρήξης με την αορατότητα που καλλιεργείται από τα κοινωνικά μέσα, αφού κανείς ταυτόχρονα και την επιθυμεί αλλά και πάσχει από αυτήν. Την επιθυμεί επειδή δίνει την ψευδαίσθηση ότι θεραπεύει την εξατομίκευση των ατόμων από το κεφάλαιο· και πάσχει από αυτήν επειδή οι πολιτικοί και τα ΜΜΕ απεχθάνονται οτιδήποτε βγαίνει έξω από τα δίκτυα εξουσίας τους και αρνούνται στα κοινωνικά μέσα οποιαδήποτε δυνατότητα παρέμβασης, υποβαθμίζοντάς τα σε υπο-πολιτική. Αλλά η καινούρια αορατότητα που επιτεύχθηκε με αυτές τις διαδηλώσεις έχει μια σχετική μόνο δύναμη, επειδή τα νέα μέτρα δεν είναι σχεδιασμένα για να κρατάνε τον κόσμο κρυμμένο στο σπίτι του, είτε με τον περιορισμό, όπως συνέβαινε με την πρώτη καραντίνα, είτε με την αστυνομική βία που, παλιότερα, είχε σαν στόχο να σταματήσει τα Κίτρινα Γιλέκα από το να διαδηλώνουν. Ο έλεγχος του δημόσιου και του επαγγελματικού χώρου, που εφαρμόζεται στη διάρκεια της παρούσας κυβερνητικής διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης δεν έχει σαν στόχο έναν συγκεκριμένο ενσαρκωμένο εχθρό, ο οποίος πρέπει να πολεμηθεί – γιατί ο εχθρός είναι ο “ιός” – αλλά, μάλλον, έχει στόχο ολόκληρο τον πληθυσμό. Τούτου λεχθέντος, το κράτος δεν σκοπεύει πρωτίστως να ιχνηλατήσει την κίνηση των ατόμων, όπως ίσως στην Κίνα. Ο εξαναγκασμός στον εμβολιασμό, στο πλαίσιο της υγειονομικής κρίσης, δεν είναι ένας σκοπός αλλά ένα μέσο.

Η εξουσία προσπαθεί τώρα να εξουδετερώσει όσους είναι απείθαρχοι (είτε παθητικά είτε ενεργητικά) μπροστά στα τρέχοντα υγειονομικά μέτρα, “στιγματίζοντάς” τους αμέσως με την εμπλοκή τους σε κάποιες δραστηριότητες έξω από το σπίτι τους, είτε καθημερινές είτε όχι. Στην περίπτωση της Γαλλίας – μιας χώρας στην οποία οι διαμαρτυρίες δεν ήταν οι πρώτες στο είδος τους αλλά εμφανίζονται να είναι μεταξύ των πιο εκτεταμένων και των πιο συχνών – μια ομοβροντία μέτρων που είναι πιο περιοριστικά και πιο παραβιαστικά της υπάρχουσας νομοθεσίας σε σύγκριση με άλλες “φιλελεύθερες” δημοκρατίες, βρίσκεται στην καρδιά της σύγκρουσης. Για όσο οι υπάρχουσες εξουσίες αισθάνονται ότι έχουν έχουν την πλειοψηφία με το μέρος τους, αυτό που έχει σημασία είναι ότι όλοι ευθυγραμμίζονται – εξ ού και ο στιγματισμός “εκείνων με ένα κατώτερο μέσο επίπεδο εκπαίδευσης”, όπως οι δημοσκόποι και οι κοινωνιολόγοι αναφέρονται κατ’ ευφημισμόν σε αυτό που δεν είναι στην πραγματικότητα πληβειακό αλλά, παρ’ όλα αυτά, είναι και κάτι λιγότερο από εργατική τάξη. Και όμως, δεν θα είχε προκύψει σε κανέναν (είτε πολιτικούς είτε δημοσιογράφους), τουλάχιστον μετά την Τρίτη Δημοκρατία, να μεμφθεί αυτόν τον κόσμο για την έλλειψη εκπαίδευσής του όταν πήγαινε στην απεργία ή δήλωνε μαζικά ασθένεια11 ή διαδήλωνε την ανυπακοή του όπως το 1968. Είμαστε πίσω, στην εποχή του ταξικού μίσους…στην απουσία τάξεων με την ιστορική και μαρξική έννοια του όρου.

Οι τωρινές διαδηλώσεις δεν βασίζονται σε αντικειμενικά επιδεινούμενες συνθήκες που κάνουν τη ζωή δύσκολη και πάνω στις οποίες έχουν “ενεθεί12 τα κυβερνητικά μέτρα μέχρι η κατάσταση να φτάσει σε ένα σημείο βρασμού – όπως ήταν η περίπτωση των Κίτρινων Γιλέκων. Σίγουρα, όπως μερικοί δημοσιογράφοι και κοινωνικοί επιστήμονες έχουν προσπαθήσει να επισημάνουν, ακόμα και αν ο ιός επηρεάζει τόσο τους πλούσιους όσο και τους φτωχούς, η ευαλωττότητα σε αυτόν και η πρόσβαση σε περίθαλψη δεν είναι οι ίδιες για όλους13. Αλλά δεν είναι αυτό που αναδεικνύεται από τις διαδηλώσεις και, για μας, αυτό δεν είναι καν αξιοπρόσεκτο. Αυτό που είναι σημαντικό είναι η υποκειμενική εκτίμηση της πανδημίας14. Εκτός από κάποιους ακραίους, υπάρχουν, από τη μια μεριά, επιστήμονες15 και συγκεκριμένοι υλιστές μαρξιστές που έχουν ξαφνικά (στην εξέλιξη της πανδημίας) περάσει από το μίσος προς τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες, που κερδοσκοπούν από την καπιταλιστική εκμετάλλευση του “υγειονομικού μας κεφαλαίου”, στην ευλαβική έκφραση σεβασμού στην πρόοδο της επιστήμης (η οποία, στην πορεία, πρέπει να έχει γίνει ουδέτερη) που κατέστησε διαθέσιμο σε χρόνο ρεκόρ το εμβόλιο-θαύμα. Και, από την άλλη, είναι εκείνοι που βρίσκονται λίγο-πολύ σε ολική άρνηση, “μέσοι” άνθρωποι που έχουν εγείρει αμφιβολίες για τις καθυστερήσεις, τις ανατροπές, τα ψέμματα, ίσως, των πολιτικών και των ακαδημαϊκών φωστήρων (μάσκα, όχι μάσκα· μέσα, όχι έξω, μετά έξω· το εμβόλιο είναι ελευθερία, όχι το εμβόλιο προστατεύει αλλά είναι απαραίτητο να διατηρήσουμε σε ισχύ τους περιορισμούς, το εμβόλιο αποτρέπει…όχι δεν αποτρέπει…κλπ.). Ποιος δεν ήταν έτοιμος να ακούσει τον Raoult ή τον Fouché16 όταν ισχυρίζονταν αρχικά ότι ήταν, πάνω απ’ όλα, αναγκαίο να θεραπευτούν οι ασθενείς – πριν κουραστεί από αυτούς τους ισχυρισμούς, εξίσου προστακτικούς με των επισήμων επιστημόνων; Οι δημοσιογράφοι επέστρεψαν τα πυρά μιλώντας μας για μια “επιστημονική κοινότητα” που δεν υπάρχει. Δεν υπήρχε τίποτα για να δούμε εδώ – μόνο υπακοή. Αλλά ακόμα και οι υγειονομικοί, οι οποίοι (όπως λένε οι εξουσιάζοντες) στη διάρκεια της πρώτης καραντίνας, που ήταν και η πιο έντονη φάση της μάχης ενάντια στον ιό, συμπεριφέρθηκαν “όπως έπρεπε”, είναι τώρα δαχτυλοδειχτούμενοι αν εκφράσουν την ελάχιστη έστω αμφιβολία για την ανάγκη του δικού τους εμβολιασμού και απειλούνται με αναστολή εργασίας αν αρνηθούν.

Αντιμέτωπες με τον πολλαπλασιασμό των υγειονομικών μέτρων και τις δικές τους εμφανείς ασυνέπειες17, δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι οι διαμαρτυρίες ποικίλουν ανάλογα με τις επιθυμίες κάθε προσώπου, το πλαίσιο (δουλειά, καθημερινή ζωή, σχόλη) ή την στιγμή. Μεταφέρουν, πάνω απ’ όλα, μια τεράστια ανομοιότητα ανησυχιών, που ποικίλουν από συνωμοσιολογικές ερμηνείες των κυβερνητικών μέτρων, την απόρριψη του εμβολίου, την απόρριψη της ιχνηλάτησης των ατόμων από το κράτος. Παρ’ όλο που οι αντιδράσεις αυτές δεν είναι οι ίδιες, αυτό που έχουν ως κοινό είναι ότι αποτελούν θέσεις που σημαδεύονται από μια απομόνωση από έναν Γαλλικό λαό ο οποίος εμβολιάζεται μαζικά, έστω και αν όχι για τους ίδιους λόγους18.

Όπως και με τα Κίτρινα Γιλέκα, ο αγώνας για ορατότητα μοιάζει να κυριαρχεί μέχρι να αποσπαστεί από οποιοδήποτε ακριβές περιεχόμενο. Εδώ, για παράδειγμα, ακόμα και η άρνηση του υγειονομικού πάσου (από ανθρώπους που το έχουν), αν ληφθεί από μόνο της, μοιάζει σαν αντιπολίτευση στον Μακρόν και σε ό,τι αντιπροσωπεύει. Ο κίνδυνος είναι να γίνει μοναδικός στόχος του κινήματος η επέκταση αυτής της ορατότητας και, συνεπώς, να γίνει ανίκανο να αντιμετωπίσει την ποικιλομορφία ή ακόμα και την ασυμβατότητα των διαφωνιών που εκφράζονται από όσους/ες συμμετέχουν. Με την έννοια αυτή, παραπλανούν τον εαυτό τους σε σχέση με την αντιπολιτευτική τους συναίνεση, η οποία είναι ως επί το πλείστον πλασματική. Περισσότερο πλασματική, τουλάχιστον αυτή τη στιγμή, από αυτήν των Κίτρινων Γιλέκων, των οποίων το κίνημα ακολούθησε μια πορεία βαθμιαίας ταχείας ανάπτυξης19 από τα αρχικά του κίνητρα στην αποστασιοποίησή του από τις επιταγές και τις νόρμες της καπιταλιστικής κοινωνίας, σε αντίθεση (μέχρις ώρας) με το κίνημα ενάντια στο υγειονομικό πάσο.

Είναι η πιθανότητα μιας τέτοιας εξέλιξης, που η κυβέρνηση εξετάζει αυτή τη στιγμή, ακόμα και αν αποδέχεται ένα μεγάλο περιθώριο λάθους βασιζόμενη στην ούτως ή άλλως υπαρκτή διαίρεση μεταξύ των “υπέρ” και των “κατά”. Παρ’ όλα αυτά, το γεγονός ότι αυτή η διαίρεση υπάρχει δεν είναι λόγος να δεχθούμε τοις μετρητοίς την απεικόνιση από την κυβέρνηση των εμβολιασμένων ως ανθρωπιστών και των μη-εμβολιασμένουν ως εγωιστών. Ο στιγματισμός, η απόδοση φταιξίματος, η διαίρεση – αυτή είναι η μέθοδος που έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στην πολιτική και ακόμα και οι νεοφώτιστοι του Μακρόν μπορούν να την εκτιμήσουν. Γι’ αυτόν τον λόγο, οι “φροντιστές” (νοσηλευτές, ASH, και βοηθοί φροντιστές, κυρίως), που είναι αδιαμφισβήτητα το περισσότερο αντιπροσωπευόμενο επάγγελμα στις διαδηλώσεις, και αυτοί που επέδειξαν τον “αλτρουισμό” τους στην πρώτη καραντίνα, μπορούν να “δανείσουν” λίγη κοινή λογική σε αυτό που φαίνεται να υπάρχει παντού. Όσον δε αφορά τα συνδικάτα, η προσπάθεια της CGT και της SUD-Santé να συνδέσουν τον αγώνα ενάντια στον υποχρεωτικό εμβολιασμό και το υγειονομικό πάσο με τον αγώνα εναντίον της διάλυσης του δημόσιου νοσοκομείου, δίνει την εικόνα μιας κοινής τροχιάς. Με δεδομένες τις εντάσεις μεταξύ των συνδικάτων και τον κορπορατισμό του επαγγέλματος, δεν μπορούμε να είμαστε εντελώς σίγουροι ότι δεν υπάρχει επί τω έργω εδώ μια ταχυδακτυλουργία, μια ταχυδακτυλουργία του ίδιου τύπου με αυτήν πίσω από την υποτιθέμενη σύγκλιση των νοσοκομειακών με τα Κίτρινα Γιλέκα πριν από δύο χρόνια. Έχοντας πει αυτό, και ενώ δεν έχουν παρθεί μέτρα για την αντιστροφή της συνεχιζόμενης αποσύνθεσης του δημόσιου νοσοκομείου στη Γαλλία, και των συστημάτων υγείας γενικά σε χώρες όπως η Αγγλία, η Ισπανία ή η Ιταλία, οι δημόσιες αρχές κατηγορούν τώρα όσους δεν συμμορφώνονται στις εντολές ως αυτούς που προκαλούν μελλοντικές καθυστερήσεις σε σοβαρά χειρουργεία στα νοσοκομεία. Είναι επομένως κατανοητό ότι είναι οι ίδιοι οι φροντιστές υγείας, και όχι μόνο τα συνδικάτα τους, που “την έχουν άσχημα”.

Και πάλι, τα ΜΜΕ τείνουν να δίνουν έμφαση στο ότι το επίπεδο αποδοχής των υγειονομικών μέτρων μεταξύ του υγειονομικού προσωπικού συσχετίζεται με το επίπεδο της εκπαίδευσής τους. Από αυτή τη σκοπιά, το κράτος του Μακρόν είναι μοναδικό σε σύγκριση με τον Γκωλικό ή τον Μιττερανικό προκάτοχό του. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε απλά με μια πολιτική κυβέρνηση ή έστω έναν πολιτικό, αλλά μια έκθεση υποτιθέμενων “ηγετών” που έχουν προκύψει από το πουθενά20. Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη ότι ο αυθορμητισμός των νέων “μαζών” συνίσταται ουσιαστικά στο να καλεί για την παραίτηση των κυβερνώντων, αν όχι και για την καρατόμηση κεφαλιών.

Παρ’ όλα αυτά, τα ΜΜΕ σημαίνουν, περιστασιακά, συναγερμό. Σε ένα πρόσφατο σημείωμα της σύνταξης η φωνή του κυρίου, η Le Monde, ανησυχεί για την προσέγγιση της κυβέρνησης στην πανδημία. Η προσέγγιση της κυβέρνησης δεν είναι αρκετά εκπαιδευτική· θα ήταν καλλίτερο να εφαρμόζεται η πρόληψη παρά η καταστολή21· οι αυταρχικές αποφάσεις στο πεδίο της υγείας δεν θα μπλοκαριστούν αν η αναγκαιότητά τους επιβάλλεται από μια πολύ μεγάλη πλειοψηφία που αναγνωρίζει την πραγματικότητα της κατάστασης επείγουσας ανάγκης. Αυτό είναι που “δούλεψε” στη διάρκεια της αυτοσχέδιας διαχείρισης στην πρώτη καραντίνα αλλά που δεν θα μπορούσε να διαρκέσει γιατί παρατεταμένες επιχειρήσεις δεν μπορούν πλέον να καταφύγουν σε μια επείγουσα ανάγκη που γίνεται αρκετά σχετική, όπως βλέπουμε, για παράδειγμα, στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων στις 10 και 11 Αυγούστου, και η οποία είναι στην πραγματικότητα περισσότερο ζήτημα μιας “απόλυτης κλιματικής επείγουσας ανάγκης”.

Πίσω από την ρητορική που προσπαθεί να βρει μια αποτελεσματική ισορροπία ανάμεσα στην “διαπαιδαγώγιση” και την εξουσία, υπάρχει ο φόβος για ένα καινούριο κίνημα Κίτρινων Γιλέκων, καθώς τώρα μοιάζει αυτό να έχει αντικαταστήσει τον Μάη του 1968 ως το μέτρο σύγκρισης στην εκτίμηση των απειλών για τη συνέχεια του κράτους. Αλλά δεν υπάρχει κίνημα Κίτρινων Γιλέκων γιατί, προς το παρόν, φαίνεται να υπάρχει μόνο κάποιο είδος άμεσης διαμαρτυρίας που παλεύει να γίνει ένα κίνημα. Δεν βλέπουμε, ως επί το πλείστον, χαρακτηριστικά σύμβολα, μόνο μερικά μεμονωμένα, ούτε συλλογικά πανό ούτε Κίτρινα Γιλέκα σε μεγάλους αριθμούς, έστω και αν κάποιες στιγμές έχει κανείς την εντύπωση ότι (αν και χωρίς τα γιλέκα τους) συνεχίζουν να διαμοφρώνουν τις διαδηλώσεις εναντίον της εξουσίας, γενικά, και στον Μακρόν ειδικότερα. Αν αυτό το τελευταίο ήταν συχνά περισσότερο υπόδηλο παρά ρητό, ο “λαός-σε-σύντηξη22 που [τα Κίτρινα Γιλέκα] αντιπροσωπεύουν. απέχει πολύ από το να βρεθεί στις διαδηλώσεις ενάντια στο υγειονομικό πάσο. Η ιδέα “Είμαστε όλοι Κίτρινα Γιλέκα” έχει γίνει για μια ακόμα φορά αδιανόητη για εκείνα τα άτομα που ο τρόπος που διαμαρτύρονται είναι ουσιαστικά ατομικός. Το κίνημα δεν έχει βρει έναν “αναμεταδότη”, όπως οι κόμβοι [για τα Κίτρινα Γιλέκα], οι οποίοι ευθυγράμμισαν τον τόπο (την περιφέρεια) και τα αρχικά κίνητρα (τιμή των καυσίμων, μετακίνηση), ικανοποιώντας, ταυτόχρονα, την ανάγκη εκείνη που κάθε κίνημα αισθάνεται να βρει μια κοινωνική βάση που να λειτουργεί ως τόπος συζητήσεων, ζωντάνιας και συντροφικότητας, χρησιμεύοντας, επίσης, δυνητικά ως μια τουλάχιστον προσωρινή βάση αντίστασης και μακρόχρονης συνέχισης της πάλης.

Αντιμέτωπα με αυτή την έλλειψη ή κενό, που αντιπροσωπεύεται από την απουσία μιας συλλογικότητας (ενώ υπήρχαν ομάδες Κίτρινων Γιλέκων), πρώην μέλη των Κίτρινων Γιλέκων έχουν γίνει ένα είδος μαχητικής βάσης και μνήμης, που συγκροτεί μια γέφυρα για καινούριους διαδηλωτές που υποστηρίζουν, ή λένε ότι υποστηρίζουν τα Κίτρινα Γιλέκα, και πολλοί από τους οποίους σε αυτή τη φάση διαδηλώνουν για πρώτη φορά. Η αντιπολιτευτική ακολουθία των τελευταίων χρόνων – το κίνημα των πλατειών (παρά τις δυνάμει κριτικές για τον φορμαλισμό του), ο αγώνας ενάντια στον Εργασιακό Νόμο, το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, και συγκεκριμένες δράσεις ή πρωτοβουλίες σχετικά με τον αγώνα ενάντια στην μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού – δείχνει την έκταση στην οποία οι διαδηλώσεις από τα “αριστερίστικα” εργατικά σωματεία και συνδικάτα έχουν γίνει υλικό ενός τελετουργικού αρχαϊσμού που ελάχιστα ταρακουνήθηκε από τις μεταμοντέρνες διαστάσεις μιας “κεφαλής της πορείας” που έχει γίνει η ίδια εθιμοτυπική στο σύντομο διάστημα δύο ή τριών χρόνων. Ακόμα και αν οι σημερινές διαδηλώσεις δεν συνιστούν ένα κίνημα, αντηχούν οι ίδιες λίγη από τη δύναμη αυτών των αγώνων των πρόσφατων χρόνων, αν μη τι άλλο στην επανάχρηση συγκεκριμένων συνθημάτων ή στην επιμονή τους για διαδήλωση, είτε αυτό επιτρέπεται είτε όχι, στο πλαίσιο ενός κράτους έκτακτης ανάγκης.

Το μέλλον της αντίθεσης στο υγειονομικό πάσο εξαρτάται από την σχέση ανάμεσα στην υποταγή και τον θυμό, χωρίς να διαφαίνεται κάποια συνέχεια πέρα από την επανάληψη του θυμού, αφού και η σύγχρονη κυριαρχία της δικτυακής μορφής του κράτους τείνει να καταπνίγει κάθε διαμεσολάβηση και, επομένως, κάθε προοπτική διαπραγμάτευσης που σε προηγούμενες φάσεις καθιστούσαν εφικτό το προχώρημα όχι σποραδικά αλλά με μια σταδιακά αναπτυσσόμενη πάλη από την οποία μπορούσε να αναδυθεί μια ισορροπία δυνάμεων. Εδώ, σίγουρα ο θυμός συσσωρεύεται αλλά δεν έχει τον χαρακτήρα της “προλεταριακής εμπειρίας” που αντικειμενικοποιούσε την ταξική πάλη και την ενέγραφε σε κύκλους αγώνων και, συνεπώς, σε συνέχειες και ασυνέχειες με περιόδους μεγαλύτερης και μικρότερης έντασης, που διαδέχονταν η μια την άλλη στον χρόνο. Ούτε έχει τον χαρακτήρα λιτανείας του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων, το οποίο, αφού έφτασε, και στη συνέχεια ξεπέρασε, τον ενθουσιασμό του διαστήματος Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου του 2018, είχε την ικανότητα να διατηρήσει τον εαυτό του για ένα χρονικό διάστημα χάρις στις ανταλλαγές και τους δεσμούς που εκκολάφθηκαν στους κόμβους, κάτι που διευκόλυνε άλλες δράσεις όπως αποκλεισμούς, δημιουργία συνείδησης και πέρα από τα Σάββατα των διαδηλώσεων και άλλες μορφές όπως οι γενικές συνελεύσεις – με λίγα λόγια δράσεις που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε “μαχητικές”. Ένα σύμπλεγμα δράσεων και ανθρώπων που παρήγαγαν μια συνείδηση συμμετοχής σε κάτι που ήταν κάτι περισσότερο από ένας συλλογικός αγώνας: μια συλλογική περιπέτεια. Μαζί με την ευρεία υποστήριξη από τον κόσμο, αυτό ήταν που επέτρεψε στα Κίτρινα Γιλέκα να αντέξουν για τόσο καιρό ενάντια στις επιθέσεις (τόσο από τα ΜΜΕ όσο και την αστυνομία) βδομάδα τη βδομάδα.

Εδώ, η αίσθηση ότι τίποτα δεν έχει στην πραγματικότητα ξεκινήσει, δίνει σε κάποιον την εντύπωση ότι η ίδια η χρονικότητα εξαφανίστηκε. Ακόμα και αν οι διαδηλώσεις ενάντια στο υγειονομικό πάσο είναι άμεσα κατά των κρατικών μέτρων και της πρόχειρης διαχείρισης της πανδημίας, δεν έρχονται αντιμέτωπες με το κράτος. Αυτό εξηγεί τη διαφορά στον τρόπο που η αστυνομία αντιμετωπίζει τους διαδηλωτές. Η βίαιη ένταση που κυριάρχησε στις χτεσινές διαδηλώσεις αντικαταστάθηκε σήμερα από ένα απλό θέαμα της σύγκρουσης. Η κατάσταση είναι παράδοξη: το κράτος είναι σε μια κατάσταση εξαίρεσης ακόμα περισσότερο τώρα απ’ ό,τι πριν, αλλά οι αντίπαλοί του δεν είναι εχθροί του κράτους· απλά δεν βρίσκονται στην “ίδια σελίδα”. Σε αυτόν τον βαθμό, οι επαναλαμβανόμενες διαδηλώσεις, στην απουσία οποιουδήποτε αξιοσημείωτου κέρδους από τη μια βδομάδα στην άλλη, είναι προς το παρόν απόλυτα ελεγχόμενες από το κράτος και προς όφελός του. Οι διαδηλωτές εκφράζουν τους εαυτούς τους αλλά παρουσιάζονται ως αυτοί που χαλάνε τη “σωστή στάση” που, στη Νέα γλώσσα23 της κοινωνίας μας, έχει ήδη αντικαταστήσει την παλιά “στάση του πολίτη”. Σε αυτόν τον βαθμό, και όπως έχουμε δει προηγουμένως, αν είμαστε όντως σε ένα κράτος εξαίρεσης από την έναρξη του πολέμου στον τρόμο, την αμφισβητούμενη εφαρμογή του νόμου της “παγκόσμιας ασφάλειας” και, τώρα, την κατάσταση έκτακτης ανάγκης γύρω από την πανδημία, δεν πρόκειται για ένα κράτος εξαίρεσης με την έννοια που θεωρητικοποιήθηκε από τον Καρλ Σμιτ ή τον Τζόρτζιο Αγκάμπεν24.

Ενώ προηγούμενες διαδηλώσεις ήταν είτε αυθόρμητες είτε αναδύονταν μέσα από κοινωνικά δίκτυα, αυτές ενάντια στο υγειονομικό πάσο ήταν περισσότερο οργανωμένες, με την έννοια ότι καλέστηκαν, αν δεν ξεκίνησαν κιόλας, από πολιτικές φράξιες όπως οι “Πατριώτες”, που κατάλαβαν ότι δεν είχαν να κάνουν με μια ή περισσότερες συντονισμένες συλλογικότητες25 και, συνεπώς, επιδίωξαν να εκμεταλλευτούν τις διαδηλώσεις πριν από τις προεδρικές εκλογές, προτείνοντας διαδρομές τις οποίες μπορούσαν να υποβάλλουν επίσημα [στην αστυνομία]. Πέρα από την προσπάθεια πολιτικής διείσδυσης σε μια πολιτική ομάδα26, αυτό που θριάμβευσε εδώ ήταν ένας συγκεκριμένος πραγματισμός σε σχέση με το να επιτραπούν οι διαδηλώσεις και την επιβεβαίωση ότι θα μπορούσαν να προχωρήσουν χωρίς πολλές συγκρούσεις, στο όνομα της ελευθερίας αλλά με σεβασμό στην τάξη. Η στρατηγική, λοιπόν, αυτών των διαδηλώσεων διαφέρει από αυτήν των Κίτρινων Γιλέκων που προσκολλήθηκαν γερά στην ιδέα ότι η διαδήλωση δεν είναι ένα κεκτημένο δικαίωμα, όπως τα συνδικάτα και διάφοροι υποστηρικτές της ελευθερίας νομίζουν, αλλά ένα είδος φυσικού δικαιώματος στην ανυπακοή, στη γραμμή του συντάγματος του 1793, ένα δικαίωμα που δεν είναι διαπαργματεύσιμο. Και για να δειχτεί ότι ο πραγματισμός στην πραγματικότητα ήταν αποκλεισμένος, αυτή η αντίληψη δεν έπαψε να λειτουργεί στις διαδηλώσεις στο Παρίσι που συνεχίστηκαν παρά το γεγονός ότι, νωρίς μετά την Άνοιξη του 2019, δεν ήταν πια δυνατόν να δημιουργηθεί μια “άγρια” διαδήλωση27. Συνεπώς, εντός του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων, και αφήνοντας το Παρίσι στην άκρη, το ζήτημα να παρθεί ή όχι άδεια [για μια διαδήλωση] ήταν το αντικείμενο πολύ έντονων αντιπαραθέσεων που ανανεώνονταν κάθε βδομάδα. Αυτό δεν συμβαίνει στην περίπτωσή μας τώρα. Δεν υπάρχουν κατηλειμμένα μέρη, υπάρχει πολύ λίγος χρόνος συνάντησης και μόνο περιθωριακές δράσεις που προκύπτουν στη διάρκεια της εβδομάδας. Αν και μερικοί αριστεροί ακτιβιστές προσπαθούν να “μπολιάσουν” την έννοια της γενικής συνέλευσης στον αγώνα, ο ξεπερασμένος χαρακτήρας της ήταν ήδη εμφανής σε όλους την περίοδο των Κίτρινων Γιλέκων και, σήμερα, μοιάζει ακόμα πιο αποκομμένη από την ενέργεια των διαδηλώσεων.

Από την περίοδο που τα Κίτρινα Γιλέκα άφησαν το σημάδι τους στο συλλογικό πνεύμα, τα Σάββατα μπορούν να συνυπάρξουν πολλαπλές διαδηλώσεις. Η συνήθεια της διαδήλωσης χωρίς επίσημη δήλωση έχει ανοίξει τη δυνατότητα μάλλον για τη διάχυση ποικίλων πρωτοβουλιών παρά τη συγκέντρωση, κάθε φορά, των δυνάμεων: μια συνύπαρξη όλων των δυσαρεστημένων και εξεγερμένων. Έτσι, στο Παρίσι, στις 21 Αυγούστου του 2021, υπήρχαν τουλάχιστον τέσσερις διαδηλώσεις, κάποιες από τις οποίες είχαν καλέστεί από τα Κίτρινα Γιλέκα. Αυτός ο συνδυασμός ατόμων, περισσότερο ετερογενών παρά σχετιζόμενων, δεν είναι ικανός να βρει μια κοινή γραμμή κατεύθυνσης, καθώς το μείγμα των πιο απίθανων θέσεων γεννά, αντίθετα, μόνο την εντλώς ελάχιστη ενότητα. Αυτή η απουσία κατευθυντήριων γραμμών επιτρέπει στις διαδηλώσεις να επιμένουν πέρα από τις πολιτικές διαιρέσεις και τις ατομικές θέσεις.

Αυτή καθεαυτή η επανάληψη της διαδήλωσης, στο μοντέλο των Σαββάτων των Κίτρινων Γιλέκων, μοιάζει να φέρνει στο τέλος της οποιαδήποτε αναφορά στην ταξική πάλη – ολοκλήρωση μιας τάσης ορατής ήδη στη διάρκεια των Κίτρινων Γιλέκων. Το κόκκινο νήμα έχει εξ ολοκλήρου κοπεί, έστω και αν δεν είναι οι διαδηλωτές που το έκοψαν. Συνεπώς, αναφορές σε προλεταριακά κινήματα δεν απορρίπτονται, όπως είχε συμβεί ίσως στην αρχή του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων – απλά αυτά είναι άγνωστα, κάτι που, από την άλλη, δεν σημαίνει και ότι δεν έχουν ακουστεί πέραν των λίγων πολιτικών ή συνδικαλιστών ακτιβιστών που συμμετέχουν. Το ταξικό φαντασιακό είναι λιγότερο παρόν επειδή κυριαρχεί η αμεσότητα της άρνησης. Η αναφορά στην γαλλική επανάσταση επιμένει, αλλά είναι περισσότερο αναφορά στην επανάσταση του 1792 παρά αυτήν του 1793. Η πρώτη στροφή της Μασσαλιώτιδας τραγουδιέται, λίγο-πολύ, αρκετά συχνά, μια μεμονωμένη τρίχρωμη σημαία κυματίζει, αλλά δεν είναι τίθεται πλέον ζήτημα “να την ακολουθήσουμε”.

Αν το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, όπως έχουμε ήδη πει, προσπάθησε να υπερβεί τα αρχικά του κίνητρα, σήμερα είμαστε σε μια εντελώς διαφορετική κατάσταση ενδεικτική, η ίδια, της φύσης της κεφαλαιοποιημένης κοινωνίας. Οι διαδηλώσεις δεν “γνέφουν” σε οποιαδήποτε “επόμενη μέρα”. Ακόμα χειρότερα, είναι μόνο οι υπάρχουσες εξουσίες και τα ΜΜΕ, ιδιαίτερα, που έχουν τολμήσει να θέσουν το ερώτημα της “επόμενης μέρας”, επειδή το τέλος της πρώτης καραντίνας άνοιξε τη δυνατότητα να ρωτήσει κανείς κάτι άλλο – και αυτό είναι που έρχεται στο μυαλό ακόμα και αυτών που κυβερνούν. Είτε είναι κανείς υπέρ των διαδηλώσεων σήμερα είτε όχι, το διακύβευμα σε αυτές δεν είναι η επόμενη μέρα αλλά μόνο, πιθανόν, η αντίσταση σε αυτό που θα μπορούσε να γίνει ακόμα χειρότερο.

Αυτό που βρίσκουμε, αντίθετα, είναι μια εντελώς ισοπεδομένη μορφή, είναι η επιταχυνόμενη εικονοποίηση του κόσμου με τον αυξημένο ρόλο των GAFAM [Google, Apple, Facebook, Amazon, Microsoft] μέσω της τηλεμετακίνησης, των ελέγχων των κωδικών QR κοκ. Με τον ίδιο τρόπο που “οι νεκροί αρπάζονται από τους ζωντανούς”28 (Μαρξ) στον κόσμο της εργασίας, με την επικράτηση της τεχνοεπιστήμης στην ανάπτυξη του κεφαλαίου, οι τεχνολογίες της πληροφορίας έχουν αρχικά αντικαταστήσει τις κοινωνικές σχέσεις, οι οποίες εμποδίζονταν από τους περιορισμούς, για να φτάσουν, στη συνέχεια, να τους συνοδεύουν, όπως μπορούμε να δούμε σήμερα με το υγειονομικό πάσο.

26 Αυγούστου 2021

Δημοσιεύτηκε αρχικά στην Lundi matin #302 και στο Temps Critiques. Μετάφραση από το Ill Will.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://illwill.com/non-movement.

2 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: Τα αριστερά γαλλικά ΜΜΕ και οι ακαδημαϊκοί χρησιμοποιούν τον όρο “confussionisme” για να περιγράψουν το θόλωμα – δυνητικά εσκεμμένο και συχνά συνδεόμενο με θεωρίες συνωμοσίας – των παραδοσιακών διαιρέσεων μεταξύ της ακροδεξιάς και ακροαριστερής πολιτικής σκέψης και ορολογίας.

3 Στμ. Κοινωνικό (Social) είναι ένα επίθετο που σημαίνει αυτό που “ταιριάζει στην κοινωνία και την οργάνωσή της” ή που “χρειάζεται συντροφικότητα και συνεπώς ταιριάζει καλλίτερα με τη ζωή σε κοινότητες”. Από την άλλη πλευρά, κοινωνιακό (Societal), είναι ένα επίθετο που σημαίνει “σχετικό με την κοινωνία ή τις κοινωνικές σχέσεις”. Ακόμα και σήμερα, το κοινωνικό είναι πιθανότερο να εμφανιστεί σε φράσεις που αναφέρονται σε άτομα, όχι ομάδες, όπως στις “κοινωνική προδιάθεση”, “κοινωνική ενασχόληση” και “κοινωνική ζωή”. Το επίθετο κοινωνιακό, από την άλλη, χρησιμοποιείται σε συγκείμενα όπως τα “κοινωνιακή πίεση [πίεση από την κοινωνία] για συμμόρφωση”, παρ’ όλο που ο όρος κοινωνικός διατηρεί ακόμα την ίδια σημασία χρήσης όπως στη φράση “κοινωνικοί θεσμοί”, που αναφέρονται σε διάχυτες παραδόσεις, όχι μέρη που οι άνθρωπο συχνάζουν.

4 Στμ. Στο πρωτότυπο: rurbanites, η λέξη, προφανώς σύνθεση των λέξεων rural και urban, δηλώνει ένα άτομο που ζει σε μια υπαιθροαστική [rurban] περιοχή, μια περιοχή με περιβάλλον υπαίθρου στις παρυφές του αστικού ιστού. Με άλλα λόγια, ένα άτομο που ζει στην ύπαιθρο αλλά δουλεύει στην πόλη.

5 Στμ. Είναι μόνο έτσι; Δεν υπάρχει – από μια μερίδα τουλάχιστον, διαφωνία “επί της αρχής”, ιδεολογική, είτε από την αντιδραστική είτε από τη ριζοσπαστική σκοπιά; Για παράδειγμα, αντιεμβολιασμός, συλλήβδην αντιεπιστημονισμός ή, από τη δική μας σκοπιά, εναντίωση στα ολοκληρωτικού τύπου μέτρα; Δεν νομίζουμε, με άλλο λόγια, ότι ο κόσμος αντιδρά μόνο στην “ασυναρτησία” των μέτρων αλλά και στην ίδια την ουσία τους, όπως την προσλαμβάνει καθένας.

6 Χρησιμοποιούνται και σήμερα ακόμα για τη διανομή δόσεων του AstraZeneca που, δικαιολογημένα ή όχι, δεν προτιμά κανείς.

7 Στμ. Στο πρωτότυπο: political-mediatic Newspeak.

8 Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι όλα αυτά συμβαίνουν στο πλαίσιο ενός κράτους έκτακτης ανάγκης που ξεκίνησε ενάντια στην τρομοκρατία και στη συνέχεια διατηρήθηκε ή ενεργοποιήθηκε εντός του σχεδίου του νόμου της “παγκόσμιας ασφάλειας”.

9 Στμ. Στο πρωτότυπο: libercidal.

10 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: ο όρος στα Γαλλικά “liberticide” είναι μια έκφραση της καθομιλουμένης που σημαίνει τον θάνατο των δικαιωμάτων ή των ελευθεριών, ανάλογα με τον όρο πατροκτονία [patricide]. [Στμ. Το αγγλικό κείμενο της παρούσας σημείωσης αναφέρει: “is a colloquialism that means the death of liberties or freedoms”. Αποδίδουμε τους όρους liberties και freedoms, των οποίων η διαφορά είναι όντως λεπτή, ως δικαιώματα και ελευθερίες αντίστοιχα].

11 Στμ. Στο πρωτότυπο: sick-out, μια μορφή απεργιακής δράσης στην οποία όλοι οι εργάτες σε ένα εργοστάσιο δήλώνουν ταυτόχρονα ασθενείς.

12 Στμ. Πρόκειται μάλλον για λογοπαίγνιο! Στο αγγλικό κείμενο: have been grafted, που πιο κυριολεκτικά θα μπορούσε να αποδοθεί και ως “έχουν μπολιαστεί.

13 Στην Le Monde, στις 24-25 Ιουλίου, μια έρευνα από τον γεωγράφο υγείας E. Vigneron σημειώνει μια διαίρεση σχετικά με τα εμβόλια (ανεξάρτητα από την ηλικία) ανάμεσα στη Δύση και τον Βορρά, τις περιοχές που έχουν επηρεαστεί λιγότερο από την πανδημία αλλά έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό εμβολιασμού, και τα Νοτιοανατολικά και Ανατολικά, που έχουν επηρεασεί περισσότεο από την πανδημία αλλά έχουν τους λιγότερους εμβολιασμούς (μια παρατήρηση παράδοξη, αλλά ανοιχτή σε πολλαπλές ερμηνείες)· αλλά, πάνω απ’ όλα, αυτό το χάσμα όσον αφορά τους εμβολιασμούς ακολουθεί το “κοινωνικό χάσμα”: τις πιο εύπορες κοινότητες και τα κέντρα των πόλεων, όπου μπορεί κανείς να βρει τους περισσότερους εμβολιασμένους, και τις λιγότερο εύπορες κοινότητες, τα προάστια και τα banlieues όπου υπάρχουν οι λιγότεροι εμβολιασμένοι.

14 Στμ. Εξαιρετικά λεπτό σημείο – η κατανόηση της υποκειμενικής αυτής εκτίμησης, αυτού που θα λέγαμε ατομικό πυρηνικό συναίσθημα του φόβου μπροστά στην ασθένεια, είναι καθοριστική θεωρούμε ώστε να μην διολισθήσουμε σε μια “μεταφυσικοποίηση” της κριτικής στην κρατική διαχείριση, δηλαδή σε μια στοχοποίηση αυτής της υποκειμενοποίησης.

15 Σε αντίθεση με αυτό που ισχυρίζεται ο επιστημονισμός (που είναι μόνο ιδεολογία), η επιστήμη δεν επιδιώκει καμμιά απόλυτη Αλήθεια, η οποία δεν υπάρχει, αλλά, το πολύ, μερικές και συχνά προσωρινές αλήθειες, οι οποίες δεν είναι παρά “διορθωμένα σφάλματα” (πβλ. Γκαστόν Μπασελάρ, La formation de l’esprit scientifique, Vrin, 1983, σελ. 10 και 239, [Στμ. Στα Ελληνικά:). Αυτό που είναι αδιαμφισβήτητο δεν είναι αυτή ή η άλλη αλήθεια, ο καρπός μιας επιστημονικής προσέγγισης, αλλά η ίδια η προσέγγιση, η οποία είναι ακριβώς στη θέση να αμφισβητήσει τα ίδια τα προηγούμενα αποτελέσματά της. Το λιγότερο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι τα διάφορα επιστημονικά ή αμυντικά συμβούλια δεν έχουν δείξει μια τέτοια προσέγγιση διαφημίζοντας μόνο την “ειδημοσύνη” τους, η οποία περιορίζεται από την διαίρεση των ειδικεύσεων. Παρ’ όλα αυτά, στην καπιταλιστική κοινωνία, ο “επιστημονισμός” απέχει πολύ από το να έχει την επιρροή που είχε όχι μόνο στην αστική κοινωνία αλλά επίσης και στη διάρκεια των Τριάντα Ένδοξων Χρόνων. Σήμερα τον ανταγωνίζονται οι κριτικές από την οικολογία, θρησκευτικά ρεύματα, εσωτεριστικά ρεύματα, τον νατουραλισμό κλπ. Αυτός είναι ο λόγος που αντιφρονούντες επιστήμονες, διαφωνούντες βιολόγοι και αντι-εμοβλιαστές γιατροί είναι τόσο δημοφιλείς [Στμ. Εξαιρετική παρατήρηση, που αποδομεί το επιφανειακό επιχείρημα των υπερ-επικριτών της επιστήμης για την δήθεν πανίσχυρη και εξουσιαστική θέση των επιστημόνων. Ο επιστημονισμός και η “λατρεία της επιστήμης” δεν είναι καθόλου δημοφιλείς σήμερα].

16 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: Ο Louis Fouché λογίζεται ως ένας “αντι-εμβολιαστής γιατρός” από την Le Monde· ο Didier Raoult είναι διάσημος Γάλλος επιστήμονας και ιολόγος, διαβόητος τώρα για την προώθηση της υδροξυχλωροκίνης ως θεραπείας για την COVID.

17 Και όχι μόνο φαινομενικά, καθώς το προσωρινό υγειονομικό διαβατήριο/πάσο που υιοθετήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Ιουλίου χορηγείται μόνο σε όσους έχουν λάβει τα λιγοστά εμβόλια που έχουν εγκριθεί από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (European Medicines Agency, EMA – AstraZeneca, Janssen, Moderna και Pfizer. Και ακόμα και τότε, για το AstraZeneca, αναγνωρίζονται μόνο οι δόσεις που έχουν παραχθεί σε ευρωπαϊκά εργοστάσια. Όμως, οκτώ εμβόλια έχουν ήδη εξουσιοδοτηθεί από τον ΠΟΥ και διανέμονται ευρέως σε ολόκληρο τον κόσμο. Παρ’ όλα αυτά, τα προϊόντα αυτά παραμένουν αποκλεισμένα από το διαβατήριο. Έτσι, εκατομμύρια άνθρωποι που θα μπορούσαν να επωφεληθούν από άλλα εμβόλια κατά της Covid παραμένουν απαγορευμένοι από την Ευρώπη. Ενώ οι διαδηλωτές κατά του υγειονομικού πάσου στην Ευρώπη αντιδιαστέλλονται με την δεινή κατάσταση των Τυνησίων, θυμάτων της πανδημίας που στερούνται τα εμβόλια, καμμιά σοβαρή και επείγουσα δράση δεν αναλαμβάνεται για την απελευθέρωση των πατεντών. Προς το παρόν, η Αφρική μόνο έχει δικαίωμα πρόσβασης στον μηχανισμό COVAX, ο οποίος βασίζεται στην διανομή έντεκα εμβολίων, οκτώ από τα οποία δεν αναγνωρίζονται διεθνώς. Σύμφωνα με μια μελέτη του Imperial College του Λονδίνου, το κόστος παραγωγής μιας δόσης του εμβολίου της Pfizer vaccine είναι $0.60 (€0.51)· τα επιπλέον κόστη συσκευασίας και ποιοτικού ελέγχου ανεβάζουν την τιμή στα $0.88 (€0.75) (δείτε εδώ). Η Pfizer πούλησε την δόση του εμβολίου της στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια τιμή μονάδας €15.5 πριν ααποφασίσει πρόσφατα να την αυξήσει στα €19.5. Με αυτή την τιμή, οι Τυνήσιοι δεν μπορούν καν να διανοηθούν να εμβολιαστούν.

18 Αυτή η απομόνωση από τους εμβολιασμένους Γάλλους μοιάζει αληθινή, μιας και όσοι μιλούν για την απομόνωση των διαδηλωτών ή την αντίθεση στο υγειονομικό πάσο γενικά, το κάνουν αυτό, από την σκοπιά της δικής τους πολιτικής θέσης, καλυπτόμενοι από το πέπλο της πολιτικής τους ακεραιότητας ώστε να αποκρύψουν το γεγονός ότι αναπαράγουν τον λόγο των υπαρχουσών εξουσιών και του Κράτους. Η θέση του Lorenzo Battisti του συνδικάτου CGT Bank-Insurance μοιάζει, από αυτή την άποψη, παθητική. Το καταληκτικό του επιχείρημα, όμως, αξίζει να σημειωθεί: “Αυτές οι διαδηλώσεις θα έπρεπε να εστιάσουν στην πάλη ενάντι στην ελευθερία της απόλυσης [ενός εργαζόμενου] στην απουσία του υγειονομικού πάσου, και όχι ενάντια στο ίδιο το υγειονομικό πάσο”, πριν το συνηθισμένη επίκληση στην ταξική πάλη: “Ζητάω από όλους/ες να είναι προσεκτικοί/ες όσον αφορά τη συμμετοχή τους σε αυτές τις διαδηλώσεις καθώς αυτό θα μπορούσε να βλάψει μελλοντικά ταξικά κινήματα στα οποία η CGT πρέπει να συμμετέχει” (διαθέσιμο, μεταξύ άλλων, στον ιστότοπο Between the Lines Between the Words).

19 Με την λέξη “transgrowth” [transcroissance] εννοούμε το γεγονός ότι ένα γεγονός μπορεί να ξεπεράσει τιν αρχικό συγκεκριμένο και περιορισμένο χαρακτήρα του. Πιστεύουμε ότι το έχουμε κάνει καθαρό αυτό για την περίπτωση του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων. Είναι μια οπτική που απουσιάζει από τις τωρινές διαμαρτυρίες. Πραγματικά, ο αγώνας ενάντια στο υγειονομικό πάσο δεν μπορεί να οδηγήσει σε τίποτα (ιδιαίτερα αφού υπάρχουν και θα υπάρξουν όλο και περισσότεροι εμβολιασμένοι σε σύγκριση με την πρώτη διαδήλωση στις 14 Ιουλίου) αν δεν συναντήσει τον αγώνα ενάντια στον νόμο της παγκόσμιας ασφάλειας που υιοθετήθηκε πριν μερικούς μήνες, ένας νόμος, όμως, για τον οποίο υπάρχει δυσκολία να προκαλσει ο ίδιος ένα κίνημα συγκεντρώνοντας μόνι τις μαχητικές οργανώσεις και τα απομεινάρια του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων.

20 Οι εταιρείες δημοσκοπήσεων και τα ΜΜΕ το αναγνωρίζουν αυτό με τον δικό τους τρόπο επισημαίνοντας την έλλειψη υποστήριξης προς αυτά ως μια εξήγηση για τις αποτυχίες των αντιπροσώπων του LREM στις δημοτικές ή περιφερειακές εκλογές.

21 Στμ. Δες σχετικά και τις παρατηρήσεις μας στο κείμενο της συνέντευξης με το Chuang https://inmediasres.espivblogs.net/state_of_plague.

22 Στμ. Στο πρωτότυπο: “peuple-en-fusion”.

23 Στμ. Newspeak.

24 Στμ. Πραγματικά, δεν καλύπτουν (απόλυτα, αν μη τι άλλο) οι παλιές αναγνώσεις.

25 Υπάρχουν, όντως, μερικές συλλογικότητες. Για παράδειγμα, στην περιοχή του Παρισιού: η συλλογικότητα “Επιτρέψτε στους γιατρούς να συνταγογραφούν” ή “Το Παρίσι για την ελευθερία” που δημιουργήθηκε από την Sophie Tissier, συντονίστρια της Force jaune [“Κίτρινη Δύναμη”], μια παρισινή ομάδα που χαρακτηρίζεται μεταξύ άλλων την περίοδο αυτή, από την μειοψηφική επιθυμία εντός των Κίτρινων Γιλέκων να καλεί σε διαδηλώσεις· η “Reaction 19“, των δικηγόρων Carlo Brusa, Di Vizio και Virginie Araujo, που οδήγησε από την μία σε μια δράση ενάντια στις απαιτήσεις για τη χρήση μάσκας και την απαγόρευση κυκλοφορίας, και από την άλλη στην αντίθεση στη χρήση της μάσκας στα σχολεία, δράσεις που παρέμειναν όμως ετερόκλητες. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Brusa είναι πρώην μέλος της Forza Italia.

26 Ο εισοδισμός του Philippot θα ήταν αδύνατος στο πλαίσιο του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων στο οποίο, ομολογουμένως, παρενέβησαν ακροδεξιά στοιχεία, ιδιαίτερα στο Παρίσι και την Λυών, αλλά ως αντικαπιταλιστές φασίστες και όχι ως δεξιοί πολιτικοί που εξασκούν τον πελατειακό χαρακτήρα της πολιτικής.

27 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: Η φράση “Μια “άγρια” διαδήλωση [Une manifestationsauvage’”], αναφέρεται σε μια πορεία που είτε δεν έχει άδεια είτε έχει παρεκτραπεί από την διαδρομή που έχει συμφωνηθεί και ελέγχεται από την αστυνομία.

28 Στμ. Στο πρωτότυπο: “the dead seize upon the living”. Γνωστή φράση από την περίφημη “Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη”, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 2012.

Το Κράτος της Μάστιγας1

Το Chuang συζητά με τους Aminda Smith και Fabio Lanza2,3

το κείμενο σε pdf

Το Chuang είναι μια διεθνής κομμουνιστική συλλογικότητα που δημοσιεύει ένα ομώνυμο περιοδικό και ένα ιστολόγιο4. Το περιεχόμενό τους περιλαμβάνει συνεντεύξεις, μεταφράσεις και πρωτότυπα άρθρα σχετικά με την άνοδο της Κίνας μέσα από τα στοιβαγμένα συντρίμμια της ιστορίας και τους αγώνες αυτών που σύρονται κάτω από αυτά. Μέσα από χρόνια επιτόπιας έρευνας, η συλλογικότητα έχει αναπτύξει μια οξεία κομμουνιστική ανάλυση που δίνει έμφαση στις παγκόσμιες διαστάσεις της κινεζικής εμπειρίας, απαλλαγμένη από τα σύννεφα των αντιπαραθέσεων του 20ου αιώνα και υποστηριζόμενη από την συνεχή προσοχή στις μεταβαλλόμενς συνθήκες της προλεταριακής πάλης στην Κίνα και πιο πέρα. Στις προσεκτικές θωρητικές παρεμβάσεις τους και στα παράθυρα στην καθημερινή ζωή, που είναι ορατή στο ιστολόγιό τους, η συλλογικότητα έχει πάντα τονίσει με έμφαση τα πρακτικά μαθήματα για πολλούς από τους αγώνες που δίνουν προλετάριοι σε ολόκληρο τον κόσμο σήμερα και στο κοντινό μέλλον.

Για το παρόν τεύχος του Brooklyn Rail, οι Aminda Smith και Fabio Lanza πήραν συνέντευξη από το Chuang σχετικά με το πρώτο τους βιβλίο Social Contagion and Other Material on Microbiological Class War in China [Κοινωνική Μόλυνση και άλλο υλικό για τον Μικροβιολογικό ταξικό πόλεμο στην Κίνα], που αναμένεται τον Οκτώβριο ως το πρώτο σε μια σειρά νέων τίτλων από τον ιστορικό εκδοτικό οίκο Charles H. Kerr5. Η Smith είναι ιστορικός με αντικείμενο την σύγχρονη Κίνα και συν-διευθύντρια του PRC History Group, καθώς και αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Michigan State University. Ο Lanza είναι καθηγητής της σύγχρονης κινεζικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα.

Το βιβλίο αποτελεί μια επικαιροποιημένη έκδοση του επιδραστικού άρθρου του Chuang Social Contagion” [“Κοινωνική Μόλυνση6] (που δημοσιεύτηκε αρχικά τον Φεβρουάριο του 2020), μετάφραση μιας αναφοράς στα Κινέζικα για τις συνθήκες των εργατών και τους εργατικούς αγώνες κατά τη διάρκεια αλλά και μετά από το αποκορύφωμα της πανδημίας COVID-19 στο εσωτερικό της Κίνας, μια συνέντευξη με δυο ακτιβιστές σχετικά με τις εμπειρίες τους στην Wuhan στη διάρκεια των λίγων πρώτων μηνών του ξεσπάσματος της πανδημίας και ένα εκτενές άρθρο σχετικά με το πώς η άρχουσα τάξη έχει προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει αυτή την καταστροφή σαν μια ευκαιρία για να αναδιαρθρώσει και να επεκτείνει το κράτος σε ώφελος της μακροπρόθεσμης καπιταλιστικής συσσώρευσης. Συνολικά, το βιβλίο παρέχει μια απρόσμενα νέα οπτική στην σχέση ανάμεσα στον καπιταλισμό, την πανδημία και το σχέδιο οικοδόμησης του κράτους στην Κίνα, καθώς και τον ρόλο και την παρέμβαση των απλών ανθρώπων.

Aminda Smith και Fabio Lanza (Rail): Η γενική άποψη για την αντίδραση της Κίνας στην πανδημία, που προάγεται τόσο από τα Δυτικά ΜΜΕ όσο και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) είναι ότι υπήρξε επιτυχημένη εξαιτίας των τεράστιων δυνατοτήτων του κράτους, της αυταρχικής, ακόμα ίσως και ολοκληρωτικής φύσης του, της βαθιάς διείσδυσής του σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής, όλα αυτά χαρακτηριστικά που έκαναν αυτό το μοντέλο αντιμετώπισης μη εφαρμόσιμο και/ή μη αποδεκτό στις ΗΠΑ και την Ευρώπη7. Στο βιβλίο σας, ισχυρίζεστε, αρκετά πειστικά, ότι η πανδημία αποκάλυψε, αντίθετα, την αδυναμία του κράτους8, και ότι το κράτος μπόρεσε τελικά να αντιμετωπίσει την κρίση αναγνωρίζοντας την αδυναμία αυτή και αναθέτοντας αρμοδιότητες και εξουσίες στις τοπικές κυβερνήσεις και σε ad hoc ομάδες εθελοντών. Αυτή είναι μια συναρπαστική θέση, οπότε μπορείτε να εξηγήσετε πώς δομήθηκε η αντίδραση του κράτους, τι απέτυχε και τι δούλεψε τελικά;

Chuang: Αυτή είναι σίγουρα μια διάχυτη άποψη, τόσο στην Κίνα όσο και στο εξωτερικό. Ένας εν μέρει λόγος που αυτή η άποψη ήταν τόσο αποτελεσματική στο να συσκοτίσει τι πραγματικά γινόταν στη διάρκεια της πανδημίας, είναι ότι αυτή η εικόνα του “παντογνώστη” κράτους ήταν ήδη εκ των προτέρω ευρύτατα διαδεδομένη. Μπορούμε ίσως να της δώσουμε ως ψευδώνυνο “κάτι όπως “ο μύθος της ολοκληρωτικής παντοδυναμίας”. Αλλά είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι αυτός ο μύθος δεν καλλιεργείται μόνο από τα επίσημα όργανα του κομματικού κράτους στην Κίνα για να προστατεύσει τα συμφέροντά του. Στην πραγματικότητα, καλλιεργείται με ακόμα μεγαλύτερο ενθουσιασμό και ζέση από τα δυτικά ΜΜΕ, για παράδειγμα, μέσα αυτών των σκοτεινού Σινο-φουτουριστικού τύπου άρθρων που σταθερά έχουν αναφορές για το πώς καθένας στην Κίνα έχει ένα “κοινωνικό πιστωτικό σκορ”, που καθορίζει τις επιλογές στη ζωή του, πώς η τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου σε κάθε μεγάλη πόλη σου κόβει αυτόματα πρόστιμο για κάθε μικροπαράβαση, ή πώς η κυβέρνηση σχεδιάζει να εγκαταστήσει εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες της σε μακρινές χώρες της Αφρικής. Τίποτα από όλα αυτά δεν είναι αλήθεια, δεν είναι παρά ένα περιβάλλον διαρκούς βομβαρδισμού με αυτό το είδος περιεχομένου που καλλιεργεί με φυσικό τρόπο μια μυθική εικόνα του παντοδύναμου κράτους9.

Αυτός ο μύθος αποκρύπτει δυο πράγματα. Πρώτον, συσκοτίζει την επίμονη αδυναμία του κράτους και την πραγματικότητα ότι, παρά τις γυαλιστερές γραμμές των ουρανοξυστών, η Κίνα είναι από πολλές απόψεις ακόμα μια σχετικά φτωχή χώρα, ειδικά με όρους κατά κεφαλήν εισοδήματος. Αν συγκρίνεις πραγματικά βασικά μέτρα – όπως τα συνολικά φορολογικά έσοδα που πηγαίνουν στην κεντρική κυβέρνηση στην Κίνα, με τα συνολικά φορολογικά έσοδα που πηγαίνουν στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση στις ΗΠΑ – αυτό γίνεται γρήγορα ξεκάθαρο. Και με όρους κατά κεφαλήν εισοδήματος η διαφορά μεγενθύνεται εξαιρετικά. Σε ένα άλλο σχετικό παράδειγμα, οι δημόσιες κατά κεφαλήν δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη στην Κίνα είναι χαμηλές ακόμα και σε σύγκριση με άλλες χώρες με παρόμοιο επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης, αν και έχουν αυξηθεί. Αυτό σημαίνει επίσης ότι η κρατική διοίκηση έχει θεμελιωδώς διαμορφωθεί από την αναγκαιότητα της “από μακριά διακυβέρνησης”, καθοριζόμενη από υψηλό βαθμό τοπικής αυτονομίας, βαλκανοποίησης στις δομές διοίκησης και επιτήρησης και ουσιαστικά περιθώρια για διαφθορά. Αυτό έχει δώσει ιστορικά στις χαμηλότερου επιπέδου κυβερνήσεις πολύ μεγαλύτερο περιθώριο και ανεξαρτησία στην Κίνα απ’ όσο έχουν αλλού, και όλα αυτά τα χαρακτηριστικά έχουν υπάρξει στην πραγματικότητα σημαντικά στην ανάπτυξη της εγχώριας καπιταλιστικής τάξης. Η διαφθορά, για παράδειγμα, δεν είναι απαραίτητα “αναποτελεσματική” – είναι ένα πολύ κανονικό κομμάτι της καπιταλιστικής ανάπτυξης γιατί είναι ο τρόπος με τον οποίο γεννιούνται οι καπιταλιστές όταν η αγορά ανοίγει για πρώτη φορά και οι κανόνες “εμπλοκής” δεν είναι καλά καθορισμένοι. Είναι μόνο αφού η συσσώρευση φτάσει ένα συγκεκριμένο κατώφλι που όλα αυτά τα χαρακτηριστικά γίνονται φραγμοί.

Δεύτερον, κάνει επίσης δύσκολο να καταλάβουμε όπως πρέπει ότι η άρχουσα τάξη στην Κίνα έχει εμπλακεί σε ένα αρκετά εκτεταμένο πρότζεκτ οικοδόμησης του κράτους, το οποίο είναι σε εξέλιξη επί δεκαετίες αλλά έχει πραγματικά επιταχυνθεί υπό τον Σι Ζιπίνγκ. Αυτά τα δύο στοιχεία προφανώς συνδέονται, αφού η αναγκαιότητα οικοδόμησης του κράτους προϋποθέτει κάποιο είδος αδυναμίας. Η συσσώρευση έχει προχωρήσει αρκετά ώστε η διαφθορά, οι κακές αλυσίδες μεταφοράς εντολών και η έλλειψη αξιόπιστων καναλιών πληροφορίας να αρχίσουν να γίνονται περισσότερο εμπόδια παρά ωφέλη. Η ραγδαία συσσώρευση χρέους για τις τοπικές κυβερνήσεις, που συνδέεται με διάφορα ενισχυτικά πρότζεκτ υποδομών στη δεκαετία του 2010, ήταν ένα καθαρό σημάδι αυτού του προβλήματος. Η καμπάνια ενάντια στη διαφορά στόχευε στην αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος στα υψηλότερα κλιμάκια, εκκαθαρίζοντας διάφορους νεόπλουτους από τις επαρχίες που δυνητικά αποτελούσαν μια απειλή για την κεντρική κυβέρνηση, και σφίγγοντας τα λουριά στις αλυσίδες μεταβίβασης εντολών και στα κανάλια πληροφορίας από τα πάνω προς τα κάτω. Παράλληλα με αυτό, γίνονται και πολύ πιο πεζά πράγματα, όπως μεταρρυθμίσεις στη μεθοδολογία που χρησιμοποιούσε η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία και προσπάθειες για την καλλίτερη ενσωμάτωση και ολοκλήρωση κάθε είδους δημοσίων αρχείων. Παρόμοια, διάφορες καμπάνιες καταστολής εναντίον φεμινιστριών, εργατικών κέντρων και μαοϊκών φοιτητικών ομάδων έδειξαν, επίσης, ότι υπήρχαν αντίστοιχες προσπάθειες ενσωμάτωσης μέσα στο ευρύτερο περιβάλλον αστυνόμευσης. Ο κόσμος συχνά δεν συνειδητοποιεί ότι η Κίνα ήταν ένας τόπος στον οποίο, για δεκαετίες, ήταν αρκετά εύκολο να αποφύγει κανείς τη δίωξη για αρκετά αδικήματα απλά με το να μετακινηθεί σε μια άλλη πόλη – τουλάχιστον μέχρι να αποκτήσει την προσοχή του κεντρικού κράτους – και όπου υπήρχε ένα τρομακτικό περιθώριο προσδιορισμού των ποινών από τις τοπικές αρχές, κάτι που σήμαινε επίσης ότι ήταν εύκολο να απαλλαγεί κανείς από προβλήματα αν είχε σχέσεις με το τοπικό αστυνομικό τμήμα. Και αληθεύει ακόμα ότι η τοπική αστυνομία δεν θα έχει πρόσβαση σε απλές, συνηθισμένες εθνικές βάσεις δεδομένων, οπότε δεν μπορεί πάντα να ελέγξει την άδεια οδήγησης κάποιου, να επεξεργαστεί αποτυπώματα ή να χρησιμοποιήσει το DNA του έστω και αν ίσως αυτή η πληροφορία αρχειοθετείται τοπικά. Αυτό αρχίζει να αλλάζει γρήγορα, αλλά είναι σε τεράστια αντίστιξη τόσο με αυτό που είναι συνηθισμένο σε τόσες άλλες χώρες, όπως και με τον μύθο της ολοκληρωτικής παντοδυναμίας που, φυσικά, υποθέτει ότι αυτά τα συστήματα είναι πιο ολοκληρωμένα και διαδεδομένα στην Κίνα από οπουδήποτε αλλού.

Πώς σχετίζονται όλα αυτά με την πανδημία; Λοιπόν, το προφανές παράδειγμα είναι ότι αυτή η τοπική ανάθεση εξουσίας ήταν καταστροφική. Παρ’ όλους τους μύθους για το πόσο αποτελεσματικός ήταν ο εγκλεισμός, είναι κάπως αστείο αν το καλοσκεφτεί κανείς. Άλλωστε, το ξέσπασμα μιας ασθένειας με μια ξεκάθαρα και γρήγορα ταυτοποιημένη γεωγραφική προέλευση έγινε, τελικά, μια εθνικής εμβέλειας επιδημία και, στη συνέχεια, μια παγκόσμια πανδημία. Πώς μπόρεσε να γίνει αυτό όταν οι γιατροί είχαν ταυτοποιήσει πολύ νωρίς ότι μια καινούρια θανατηφόρα ασθένεια του αναπνευστικού διαδιδόταν στην πόλη; Και όταν αυτή συνδέθηκε στη συνέχεια καθαρά με έναν κορωνοϊό; Σε μεγάλο βαθμό αυτό συνέβη επειδή οι τοπικές αρχές έσπευσαν να αποκρύψουν τις πληροφορίες σχετικά με το ξέσπασμα της ασθένειας καθώς αυτές άρχισαν να βγαίνουν από τα νοσοκομεία, απόκρυψη που περιελάμβανε την απόκρυψη πληροφοριών και από το κεντρικό κράτος, την ίδια στιγμή που δεν έκαναν καμμιά κίνηση για τον περιορισμό των ταξιδιών, το κλείσιμο των επιχειρήσεων ή την ενθάρρυνση χρήσης της μάσκας, όταν αυτά τα μέτρα θα ήταν τα πλέον χρήσιμα. Το βιβλίο περιλαμβάνει μια μεγάλη συνέντευξη με φίλους στην Wuhan, που μας πρόσφεραν ένα λεπτομερές χρονολόγιο των γεγονότων και εξηγούν τι είδους πληροφορίες δίνονταν επιτόπου σε όλην αυτή τη χρονική περίοδο. Για παράδειγμα, επισημαίνουν το παράξενο γεγονός ότι οι φίλοι τους στην Σανγκάη ήξεραν περισσότερα πράγματα, και νωρίτερα, για το ξέσπασμα της ασθένειας από πολύ κόσμο στην ίδια την Wuhan. Ένα άλλο αξιοπρόσεκτο γεγονός σε αυτήν,την, από πρώτο χέρι, αφήγηση είναι το πώς έγινε αυτή η πολύ ξαφνική αλλαγή πολιτικής, ουσιαστικά μέσα σε μια νύχτα, όπου φαίνεται ότι κάποια υψηλότερη αρχή παρενέβη ώστε να εφαρμοστεί αποφασιστικά το λοκντάουν. Αυτό είναι συνήθως σημάδι ότι έχει εμπλακεί η κεντρική κυβέρνηση, θέτοντας τους τοπικούς αξιωματούχους υπό τις άμεσες εντολές της.

Συνεπώς, από πολλές απόψεις, πρέπει να καταλάβουμε το ξέσπασμα της ασθένειας ως μια τεράστια αρχική αποτυχία – όπως σηματοδοτείται από το γεγονός ότι έγινε μια πανδημία που είναι ακόμα μαζί μας σήμερα – και η οποία τέθηκε υπό έλεγχο στο εσωτερικό μόνο από την συντονισμένη προσπάθεια εκατοντάδων χιλιάδων απλών ανθρώπων, που συχνά δούλευαν εθελοντικά μαζί με τις τοπικές αρχές. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η επιδημία δεν θα είχε ποτέ περιοριστεί χωρίς την προσπάθεια αυτών των εθελοντών. Την ίδια στιγμή, ήταν μια εντελώς ευτυχής συγκυρία ότι το ξέσπασμα συνέβη κυρίως σε μια και μόνο πόλη και, ακόμα περισσότερο, την παραμονή της Γιορτής της Άνοιξης, όταν όλοι είχαν ήδη εφοδιαστεί εν όψει του κλεισίματος των μαγαζιών. Αυτό ελαχιστοποίησε τις άμεσες επιπτώσεις του λοκντάουν και επέτρεψε στο κεντρικό κράτος να επικεντρώσει την μεγαλύτερη πλειοψηφία των πόρων του στην Wuhan (και, σε μικρότερο βαθμό, στο Πεκίνο – όπου και βρίσκεται, στην πραγματικότητα, η κεντρική κυβέρνηση). Την ίδια στιγμή, η κεντρική κυβέρνηση, μέσω του κινεζικού CDC10, κατάλαβε την σπουδαιότητα του ανοίγματος της ροής πληροφόρησης, προσκαλώντας διεθνείς ιατρικούς ερευνητές, μοιραζόμενη άμεσα τα αποτελέσματα της έρευνας για τον καινούριο ιό, και δημιουργώντας γρήγορα εύκολα ανατιθέμενα πρότυπα πρόληψης, με τα οποία είχαν γίνει διάφορα λάθη από την άποψη της ασφάλειας. Παρόμοια, παρενέβησαν για να διασφαλίσουν ότι τα συστήματα παροχής τροφής και ενέργειας εξακολουθούσαν να λειτουργούν. Αυτό είναι το επίπεδο στο οποίο μπορείς να εντοπίσεις μια συγκεκριμένη επιτυχία. Συνολικά, η κυβέρνηση αναγνώρισε την ίδια την ανικανότητά της και πολύ αποτελεσματικά και γρήγορα μεταβίβασε ένα τεράστιο εύρος de facto διοικητικών αρμοδιοτήτων στο κατώτερο επίπεδο διακυβέρνησης, περιλαμβανομένης μιας ολόκληρης σειράς διοικητικών οργάνων που ενισχύθηκαν από τις προσπάθειες εθελοντών.

Rail: Στη διάρκεια της περιόδου του Μάο (για την οποία χρησιμοποιείτε τον όρο “αναπτυξιακό καθεστώς”) το κράτος έκανε μια προσπάθεια να φτάσει στην κοινωνία, μέχρι το επίπεδο της γειτονιάς, μέσω υβριδικών μορφών οργάνωσης όπως οι επιτροπές κατοίκων. Αυτές εξακολουθούν να λειτουργούν, οπότε ποιος ήταν ο ρόλος τους στη διάρκεια της πανδημίας; Είχαν μειωθεί οι οργανωσιακές τους δυνατότητες στη διάρκεια των μεταρρυθμίσεων;

Chuang: Σε αυτό που αποκαλούμε “σοσιαλιστικό αναπτυξιακό καθεστώς(από την δεκαετία του 1950 μέχρι την επανέναρξη της καπιταλιστικής μετάβασης, τη δεκαετία του 1970), υπήρξε μια προσπάθεια μετ’ εμποδίων να επεκταθεί το κράτος στο μέγιστο, μέχρι τα πιο τοπικά επίπεδα της κοινωνίας, καθώς και μια συγκεκριμένη προσδοκία ότι, κάνοντάς το αυτό, το κράτος θα σταματούσε να είναι μια απόμακρη, ξένη παρουσία στις ζωές των ανθρώπων και, αντίθετα, θα γινόταν ένας πραγματικά καθολικός θεσμός. Αυτός ήταν, τουλάχιστον, ο τρόπος που η διαδικασία εκφράστηκε στη θεωρία. Στην πραγματικότητα, αυτό που συνέβη ήταν ένα σταμάτημα και μια γεωγραφικά άνιση επέκταση της κεντρικής εξουσίας, ακολουθούμενη από έναν κατακερματισμό αυτής της εξουσίας σε πολλά αυτάρκη σημεία λήψης αποφάσεων. Τα κύρια σύμβολα αυτού του πειράματος δεν ήταν στην πραγματικότητα οι επιτροπές κατοίκων αλλά, αντίθετα, οι σύνδεσμοι με το κόμμα και τα όργανα σχεδιασμού που σχηματίστηκαν στις επιχειρήσεις και τις επαρχιακές κολλεκτίβες. Στην περίπτωση της υπαίθρου μερικοί από αυτούς τους συνδέσμους διατηρήθηκαν στις μεταρρυθμίσεις που άρχισαν την δεκαετία του 1980 και τυποποιήθηκαν με το νομικό καθεστώς της “αυτονομίας του χωριού”, επικεντρωμένης στην επιτροπή των χωρικών ως θεμελιώδους επαρχιακής διοικητικής μονάδας.

Οι επιτροπές κατοίκων δημιουργήθηκαν αρχικά σε αστικές περιοχές στη διάρκεια του αναπτυξιακού καθεστώτος, αλλά δεν ήταν τα βασικά σημεία τοπικής διοίκησης. Αντίθετα, η καθημερινή διακυβέρνηση είχε κυρίως περάσει στις διάφορες, ως επί το πλείστον αυτάρκεις, επιχειρήσεις της πόλης. Αν ήσουνα ένας κάτοικος των πόλεων εκείνα τα χρόνια, η μεγάλη πλειοψηφία των βασικών καταναλωτικών σου αγαθών – διαμονή, ρουχισμός, φαγητό ακόμα και η διασκέδαση – παρέχονταν δωρεάν μέσω του danwei11, ή μονάδας εργασίας, που συνδεόταν με μια συγκεκριμένη επιχείρηση. Οι επιτροπές κατοίκων δημιουργήθηκαν στην πραγματικότητα με σκοπό να διαχειριστούν το (αρχικά) πολύ μικρό ποσοστό του αστικού πληθυσμού που δεν συνδεόταν με ένα danwei. Προς το τέλος όμως του αναπτυξιακού καθεστώτος, πολλές πόλεις (ιδιαίτερα στον νότο) άρχισαν να γνωρίζουν μια αύξηση του πληθυσμού τους με μετανάστες εργάτες από την επαρχία. Τεχνικά, καθώς αυτοί οι εργάτες δεν είχαν ένα αστικό danwei, ήταν υπό την διοικητική εξουσία της επιτροπής κατοίκων της όποιας περιοχής έμεναν και/ή δούλευαν. Με τον καιρό, όμως, έφτασαν να είναι ένα όλο και πιο σταθερό στοιχείο της πόλης. Καθώς το αναπτυξιακό καθεστώς άρχισε να καταρρέει και ξανάρχισε η καπιταλιστική μετάβαση12, πολλές πόλεις βίωσαν μια ραγδαία επέκταση, τη στιγμή μάλιστα που το παλιό σύστημα πρόνοιας των επιχειρήσεων και των εργασιακών μονάδων αποξηλωνόταν. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν οι περισσότεροι άνθρωποι που ζούσαν στις πόλεις να μην έχουν δεσμούς με οποιαδήποτε τοπική επιχείρηση και συνεπώς να περιέρχονται στην αρμοδιότητα των τοπικών επιτροπών κατοίκων.

Συνεπώς, οι επιτροπές κατοίκων ήταν ένας εντελώς περιθωριακός θεσμός που απλά έτυχε να επιβιώσει από το ξήλωμα του αναπτυξιακού καθεστώτος και αναδύθηκε για να καλύψει μια εντελώς διαφορετική λειτουργία από αυτήν που αρχικά προβλεπόταν να έχει. Από την άλλη, στην πραγματικότητα, το κράτος δεν είχε αρχικά πόρους για να οικοδομήσει την δική του τοπική κυβερνητική υποδομή. Στην πορεία των δεκαετιών του 1980 και 1990, τόσο στις επαρχιακές όσο και στις αστικές περιοχές, υπήρχαν πολλές νόμιμες ευκαιρίες απόδοσης “αυτονομίας” σε τοπικά διοικητικά όργανα και προσδιορισμού των επιτροπών κατοίκων της “κοινότητας/γειτονιάς” (社区) ως της βασικής αστικής διοικητικής μονάδας, ανάλογες με τις επιτροπές χωριού στην ύπαιθρο, όπου αυτές οι μεταρρυθμίσεις συνοδεύονταν από την διεξαγωγή τοπικών εκλογών. Αλλά αυτό όλο γινόταν στο πλαίσιο μιας γενικής “υποχώρησης” της κρατικής δικαιοδοσίας. Είναι μόνο στα πρόσφατα χρόνια που πραγματικά έχει επανέλθει η προσοχή στην οικοδόμηση του κράτους στο τοπικό επίπεδο. Η πανδημία έχει υπάρξει μια τεράστια ώθηση σε σχέση με αυτό, μιας και διαίρεσε με ξεκάθαρο τρόπο τις περιοχές στις οποίες οι επιτροπές κατοίκων ήταν λειτουργικές από αυτές στις οποίες δεν ήταν. Σε πολλά μέρη, οι επιτροπές κάθονταν ουσιαστικά άδειες για χρόνια. Σε άλλες, είχαν λειτουργήσει ως κάτι λίγο παραπάνω από σημεία για τις πιο ήπιες μορφές τοπικής διαφθοράς και δεν είχαν προσφέρει ποτέ πραγματικά δημόσιες υπηρεσίες. Τώρα, είναι, αν μη τι άλλο, καθαρό ότι θα υπάρξει μια ενορχηστρωμένη προσπάθεια να οικοδομηθούν αυτά τα όργανα, να υπαχθούν σε πιο καθαρές αλυσίδες εντολών, να συνδεθούν πιο στενά με τα τοπικά αστυνομικά τμήματα κλπ.

Rail: Περιγράφετε, με λεπτομέρειες, μια διαδικασία μαζικής κινητοποίησης ως απάντησης στην πανδημία, με ομάδες εθελοντών να παρέχουν κάθε είδους υπηρεσίες, τόσο στον περιορισμό της διάδοσης του ιού όσο και στην παροχή βοήθειας ώστε να επιβιώσουν από την πανδημία, παρ’ όλα αυτά κάνετε ξεκάθαρο ότι αυτή η κινητοποίηση δεν ήταν αναγκαστικά ενάντια στο κράτος, ούτε αντιπροσώπευσε μια απειλή για την νομιμοποίηση του ΚΚΚ, παρά την ανεπαρκή διαχείριση της κρίσης. Επίσης, φαίνεται ότι σε μερικές περιπτώσεις, αυτές οι προσπάθειες αλληλοβοήθειας επαναενίσχυσαν προϋπάρχουσες κοινωνικές διαιρέσεις αντί να προσφέρουν μια ευκαιρία για συμμαχίες μεταξύ κοινωνικών στρωμάτων. Γιατί;

Chuang: Μερικές φορές εθελοντές ενεργούσαν με πλήρη ανεξαρτησία από την κυβέρνηση. Αλλά υπήρξαν κάποιες, πολύ λίγες, περιπτώσεις στις οποίες αντιλαμβάνονταν την δράση τους να βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση προς την κυβέρνηση και, όταν το κράτος παρενέβη, μήνες αργότερα, για να τους ζητήσει να διακόψουν τη δραστηριότητά τους, όλοι το έκαναν. Αυτό δεν σημαίνει πως λέμε ότι η διαδικασία δεν ήταν ακατάστατη ή ακόμα και με ανταγωνιστικές πτυχές κάποιες στιγμές. Σε πολλές περιοχές, ιδιαίτερα στην ύπαιθρο, υπήρχε μια αρκετά επιθετική τοπική κινητοποίηση προσανατολισμένη βασικά στον αποκλεισμό οποιωνδήποτε ξενόφερτων. Αυτό ήταν ορατό στα κινεζικά ΜΜΕ, που έδειχναν μεσήλικες χωρικούς να φυλάνε σε οδοφράγματα με αρχαϊκά κοντάρια (η απεικόνιση μιας τέτοιας σκηνής αποτελεί και το εξώφυλλο του βιβλίου) ή εθελοντές να περιπολούν γειτονιές με drone και να φωνάζουν σε οποιονδήποτε εύρισκαν που δεν ήταν από τη γειτονιά. Αυτές οι εικόνες ήταν δημοφιλείς και πολύ συχνά εύθυμες αλλά, στις ακραίες εκδοχές της, η ίδια αυτή στάση ήταν συχνά επικίνδυνη, ξενοφοβική και βίαιη. Σε μια περίπτωση, ένας μοτοσυκλετιστής αποκεφαλίστηκε επειδή σε ένα χωριό είχαν δέσει συρματόσχοινο κατά πλάτος της εισόδου του ώστε να εμποδίσουν τους ξένους να μπουν στο χωριό. Και όταν η επαρχία Hubei (στην οποία βρίσκεται η Wuhan) ξανάνοιξε, υπήρχαν εκτενείς αναφορές για συγκρούσεις στα σύνορα με την επαρχία Jiangxi στις οποίες εμπλέονταν αστυνομικοί και από τις δυο πλευρές, που μάχονταν μεταξύ τους καθώς η επαρχία Jiangxi θεωρούσε ότι ήταν πολύ επικίνδυνο να επιτρέψει την είσοδο ανθρώπων από την Hubei.

Είναι δύσκολο να τονίσουμε πόσο πολύ διέφερε η βασική στάση του κόσμου στην Κίνα από αυτήν στις περισσότερες χώρες της Δύσης. Ούτε πρόκειται για την περίπτωση που όλοι εμπιστεύονται την κυβέρνηση και προσφέρονταν να βοηθήσουν εξαιτίας μιας κάποιας πίστης στις αρχές. Στην πραγματικότητα, το ακριβώς αντίθετο ήταν η αλήθεια: πολύς κόσμος αισθανόταν ότι έπρεπε να κινητοποιηθεί ως εθελοντής ακριβώς επειδή δεν εμπιστεύονταν ότι το κράτος θα μπορούσε να περιορίσει αποτελεσματικά τον ιό. Όλη τους την ζωή είχαν δει την ανικανότητα και διαφθορά των τοπικών αξιωματούχων από πρώτο χέρι και, επομένως, δεν είχαν εμπιστοσύνη ότι αυτοί οι άνθρωποι θα μπορούσαν να “κάνουν τη δουλειά”. Αν υπήρχε μια ειδοποιός διαφορά, αυτή δεν θα βρεθεί σε κάποια δήθεν υποταγή στο κράτος. Αντίθετα, φαίνεται ότι η κύρια αντίστιξη στο δημόσιο αίσθημα στην Κίνα και στις άλλες χώρες, ήταν η ύπαρξη μιας ευρέως διαδεδομένης έλλειψης πίστης στο κράτος, μια διαίσθηση ότι το πρόβλημα δεν θα αντιμετωπιζόταν απλά αυτόματα από τις κανονικές αρχές και ότι όλοι/ες έπρεπε από κοινού να κινητοποιηθούν ενάντια στον ιό. Σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, η αποτυχία στην ικανότητα του κράτους είχε, σχεδόν, τον εντελώς αντίθετο χαρακτήρα, όπου κανένας δεν ήταν πραγματικά προετοιμασμένος να αναγνωρίσει και να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα της μειωνόμενης ικανότητας [του κράτους], ιδιαίτερα όταν αυτή έφτασε να κάνει με την διάλυση των δημόσιων υπηρεσιών. Επομένως, έχουμε μια πολύ διαφορετική στάση στις ΗΠΑ, με κάποιους να επικρίνουν την αντίδραση του συγκεκριμένου κράτους τους σε μικρές διαμαρτυρίες κατά της χρήσης μάσκας και άλλους να υποστηρίζουν τα μέτρα του κράτους ή να ελπίζουν, αλλά από το σπίτι τους, για μια μεγαλύτερη αντίδρασή του.

Rail: Τι ισχύει για τους εργάτες; Άνοιξε η πανδημία νέες δυνατότητες για την κινητοποίηση των εργατών ενάντια στο κεφάλαιο ή περιόρισε περαιτέρω διαδρομές οργάνωσης και δράσης;

Chuang: Παρά την (σχετική) ανάκαμψη της εγχώριας οικονομίας στη διάρκεια του δεύτερου μισού του 2020 και στην τρέχουσα χρονιά, έχουν υπάρξει πολύ λιγότερες εργατικές δράσεις μέχρι τώρα απ’ ό,τι στα προηγούμενα χρόνια. Αυτό δείχνεται στα λιγοστά στατιστικά στοιχεία που είναι διαθέσιμα από οργανισμούς όπως το China Labour Bulletin (Κινεζικό Δελτίο Εργασίας, CLB), που κατέγραψε λίγο παραπάνω από τον μισό αριθμό συμβάντων το 2020 σε σχέση με τα προηγούμενα χρίνια· αυτοί οι αριθμοί φαίνεται να συμφωνούν με αυτό που εμείς και οι φίλοι μας έχουμε δει οι ίδιοι. Οι τομείς της βιομηχανίας και των εξορύξεων προηγούνται εδώ στη μείωση, συνεχίζοντας μια ήδη πολυετή μείωση των συμβάντων από το αποκορύφωμά τους στις αρχές της δεκαετίας του 2010. Οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους τομείς ακολούθησαν. Η μείωση των διαμαρτυριών στον τομέας της βιομηχανίας μπορεί ίσως να σχετίζεται και με την έκρηξη της παραγωγής μέχρι το τέλος της χρονιάς, όταν η Κίνα, τα εργοστάσια της οποίας περέμειναν ανοιχτά, όταν τόσα εργοστάσια σε ολόκληρο τον υπόλοιπο κόσμο έκλεισαν, είδε αύξηση στους μισθούς και ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό καθώς οι εταιρείες πάσχιζαν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες σε εξαγωγές13. Οι εργατικές διαφορές στη βιομηχανία και στις υπηρεσίες άρχισαν να αυξάνονται στα μέσα του 2020 – όπως τεκμηριώνεται στο μεταφρασμένο άρθρο που έγραψαν κάποιοι φίλοι μας και το οποίο αποτελεί το δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου – αλλά είναι αμφισβητήσιμο σε ποιον βαθμό ο αριθμός τους αντανακλά τον αριθμό των εργατικών δράσεων. Αν και οι στατιστικές για το σύνολο του 2020 δεν είναι ακόμα διαθέσιμες, φαίνεται ότι οι εργατικές διαφορές, ως ένα γενικό μέτρο της σύγκρουσης, ήταν τουλάχιστον στο ίδιο επίπεδο με αυτές της προηγούμενης χρονιάς. Για παράδειγμα, στο Πεκίνο τα εργασιακά διαιτητικά δικαστήρια δέχτηκαν περισσότερες από 94.000 υποθέσεις στους 10 μήνες από τον Ιανουάριο μέχρι και τον Οκτώβριο14. Αυτός ο αριθμός συμπίπτει ουσιαστικά με τις 93.000 περιπτώσεις που συλλέχθηκαν στους εννέα μήνες από τον Ιανουάριο μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2019, αριθμός που αποτελούσε ήδη μια αύξηση 37,4% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά15.

Υπήρξε, όμως, μια περίεργη αύξηση στον αριθμό των εργατών στις κατασκευές που διαμαρτύρονταν για καθυστερούμενους μισθούς το 2020, όπως καταγράφεται από το CLB – τον μεγαλύτερο αριθμό που έχει ποτέ καταγραφεί από τον οργανισμό από την έναρξη αυτού του σχεδίου χαρτογράφησης το 2011. Και, ίσως ακόμα πιο περίεργα, τους πρώτους μήνες του 2021 υπήρξε μια απουσία της μαζικής ανόδου των διαμαρτυριών των εργατών στις κατασκευές, που συνήθως παρατηρείται πριν την κινεζική Πρωτοχρονιά, όταν οι εργάτες μπλοκάρουν δρόμους, πραγματοποιούν πορείες ή ακόμα και απειλούν με αυτοκτονίες για να κερδίσουν την πληρωμή τους για το τέλος της χρονιάς ώστε να μην ταξιδέψουν πίσω στα σπίτια τους με άδεια χέρια. Αυτό μπορεί εν μέρει να οφείλεται στους περιορισμούς στα ταξίδια λόγω της COVID-19 που, για τους εργάτες, τέθηκαν σε ισχύ στη διάρκεια των διακοπών της Πρωτοχρονιάς. Μερικές εκτιμήσεις έδειξαν ότι ο αριθμός αυτών που ταξίδεψαν μέσα στο 2021 έχει μειωθεί σε ποσοστό μέχρι και 60% σε σύγκριση με το 2019, φτάνοντας σε ένα χαμηλό εικοσαετίας στα καταγεγγραμένα ταξίδια16. Σε αντίθεση, οι εργασιακές δράσεις στον τομέα του εφοδιασμού/logistics, ιδιαίτερα μεταξύ των διανομέων, είναι μια περιοχή που η οργάνωση των εργατών έχει επεκταθεί στη διάρκεια της πανδημίας. Δράσεις στον τομέα της εφοδιασμού αντιπροσώπευσαν, συνολικά, το 20% όλων των εργασιακών δράσεων το 2020, το υψηλότερο ποσοστό εδώ και πολλά χρόνια. Αυτός ο τομέας είναι πιθανόν να παράγει υψηλά επίπεδα “αναστάτωσης” στα χρόνια που έρχονται, καθώς το ηλεκτρονικό εμπόριο συνεχίζει να επεκτείνεται. Ουσιαστικά όλες οι υψηλού προφίλ εργατικές δράσεις που έλαβαν χώρα τον προηγούμενο χρόνο (2020), περιελάμβαναν διανομείς. Εκείνη την περίοδο, μεταφράσαμε ένα, πολύ διαδεδομένο στο διαδίκτυο, άρθρο17, που κυκλοφορούσε ήδη στην Κίνα, για τα χάλια της κατάστασης των διανομέων φαγητού, και το οποίο είχε προκαλέσει μια δημόσια συζήτηση σε εθνικό επίπεδο, φτάνοντας, ακόμα-ακόμα, να εξαναγκάσει σε μερικές δηλώσεις τους δύο γίγαντες της βιομηχανίας, τις εταιρείες Ele.me και Meituan. Αυτές οι δηλώσεις συνοδεύτηκαν, όμως, από αρκετά χλιαρές αλλαγές, με τις δυο εταιρείες να κάνουν μικρές μόνο προσαρμογές, επιτρέποντας στους οδηγούς περισσότερο χρόνο για την παράδοση των παραγγελιών τους χωρίς να κάνουν, όμως, οτιδήποτε για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που βρίσκονται πίσω από τα παράπονα των εργατών.

Τότε, προς τα τέλη του Φεβρουαρίου του 2021, συνελήφθη από τις αρχές ο πιο εξέχων από τους οργανωτές βάσης των διανομέων στην Κίνα, ο Chen Guojiang – γνωστός απλά και ως “Mengzhu” ή “ηγέτης της ομάδας” (盟主) από φίλους και ακτιβιστές – με την πρόθεση, μάλλον, να κρατήσουν τον ευθύ και ειλικρινή σταρ των κοινωνικών μέσων ήσυχο στη διάρκεια του εθνικού συνεδρίου του κόμματος στις αρχές Μαρτίου. Έκτοτε, ο Chen έχει κατηγορηθεί για “παρακίνηση καυγάδων και πρόκληση προβλημάτων” (寻衅滋事), που αποτελεί, για χρόνια και σε ολόκληρη την χώρα, την πιο συνηθισμένη κατηγορία που χρησιμοποιείται για το “μάντρωμα” κάθε λογής ατόμων που ξεσηκώνουν τον κόσμο18. Μερικοί φίλοι μίλησαν με τον Mengzhu πριν από την κράτησή του, μαθαίνοντας για τους τρόπους που οργάνωνε τα πράγματα. Με βάση το Πεκίνο, διατηρούσε ένα τεράστιο δίκτυο από χιλιάδες διανομείς, κυρίως στον βορρά της χώρας. Είχε αναπτύξει αυτό το δίκτυο εν μέρει εξαιτίας της ισχυρής παρουσίας του στα κοινωνικά μέσα, μέσα από ζωντανές ροές βίντεο της ζωής τους. Παρείχε, επίσης, συμβουλές σε άλλους οδηγούς, οργάνωνε ομαδικά γεύματα ακόμα και νοικιάζοντας ένα μικρό διαμέρισμα στο Πεκίνο, με ένα κρεβάτι, στο οποίο οδηγοί, που μόλις έφταναν στο Πεκίνο, μπορούσαν να μένουν δωρεάν για μια-δυο νύχτες, ενόσω έψαχναν για το καινούριο μέρος όπου θα έμεναν. Αυτοί που τον ξέρουν περιέγραψαν επίσης με ποιο τρόπο είχε μετατρέψει την πλατφόρμα του και σε ένα είδος μικρής ατομικής επιχείρησης, κερδίζοντας, εδώ κι εκεί, μικρές αμοιβές, όπως μέσα από την συλλογή μπόνους για την σύσταση οδηγών στην πλατφόρμα του ή από εκδηλώσεις που διοργάνωνε για οδηγούς. Στην περίοδο που ήταν στην πλατφόρμα, ο Mengzhu βοήθησε επίσης στην οργάνωση αρκετών απεργιών από οδηγούς και αναφέρεται ότι είχε επιτυχίες κερδίζοντας διάφορες εργατικές διεκδικήσεις. Ο ίδιος, και άλλοι διοργανωτές απεργιών, είχαν επίσης συλληφθεί από την αστυνομία για κάποιο διάστημα το 2019. Σε συζητήσεις του με φίλους, σημείωνε με έμφαση ότι το οργανωτικό του στυλ δεν μπορούσε να προσομοιωθεί και απέδιδε την ευρύτατη απήχησή του στην προσωπική του εμμονή με τη δικτύωση, το να βοηθά άλλους και να μεταδίδει ζωντανά στο κοινό του. Την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, ο Chen παραμένει σε κράτηση περιμένοντας ακόμα να δικαστεί19. Φίλοι του έχουν προσπαθήσει να μαζέψουν χρήματα στο WeChat για την κάλυψη των δικαστικών εξόδων αλλά ο σύνδεσμος στην σελίδα της συλλογής των χρημάτων έχει μποκαριστεί από τη λογοκρισία.

Ο Mengzhu προσφέρει μια ενδιαφέρουσα εικόνα της πολύπλοκης και συχνά αντιφατικής πραγματικότητας της εργατικής οργάνωσης στην Κίνα, η οποία σπάνια ταιριάζει με την οφθαλμαπάτη του “εργατικού κινήματος” που προάγεται από πολλούς ακτιβιστές. Στην περίπτωση αυτή, η φήμη από τα κοινωνικά μέσα και, ακόμα-ακόμα, ένα είδος ρηξικέλευθου ήθους μικροεπιχειρηματικότητας, φαίνεται να ήταν καίριας σημασίας για την ανάπτυξη του δικτύου του Mengzhu. Αυτές οι απρόσμενες περιπλοκές είναι, όπως ισχυριζόμαστε, πολύ σημαντικές για την κατανόηση της εργατικής οργάνωσης μακροπρόθεσμα. Τόσο στο πρώτο, όσο και στο δεύτερο τεύχος του περιοδικού μας, προσπαθήσαμε να δώσουμε έμφαση σε μια ευρύτερη άποψη για την οργάνωση, που πάει πιο πέρα από τα όρια του “εργατικού κινήματος”, άποψη που δρα ως το θεωρητικό υπόβαθρο για τόσες πολλές αναλύσεις της ταξικής σύγκρουσης στην Κίνα20. Στο μέλλον, θα είναι ακόμα πιο σημαντικό να εγκαταλείψουμε κληρονομημένες προϋποθέσεις σχετικά με το πώς πρέπει να μοιάζει ένα “εργατικό κίνημα” ή ακόμα και ένα γενικότερο “κοινωνικό κίνημα”, αν θέλουμε να ελπίζουμε ότι θα καταλάβουμε τον πραγματικό χαρακτήρα του ταξικού πολέμου. Για παράδειγμα, μαζί με την πρόσφατη ανοδική τάση στις εργοστασιακές δράσεις, θα πρέπει ίσως να επισημάνουμε την δυνητική κοινωνική δύναμη του διευρυνόμενου περιθωρίου των άνεργων και υποαπασχολούμενων εργατών, που αυξάνονται αριθμητικά σε ολόκληρη την χώρα. Στα πιο χαμηλά στρώματα, αυτό υποδεικνύεται από την οργάνωση μεταξύ των διανομέων και τις συνεχιζόμενες κατεδαφίσεις που έχουν σαν στόχο τον αποκαλούμενο “κατώτερο πληθυσμό” (低端人口)21. Αλλά είναι επίσης ορατή ανάμεσα σε εκείνους που καταλαμβάνουν οριακά υψηλότερες κοινωνικές θέσεις, όπως στον διάλογο για την “εμπλοκή”/“involution” (内卷) και το εργασιακό ωράριο “996”22 μεταξύ των εργατικών “λευκών κολλάρων” ή ακόμα και στον αυξανόμενο αριθμό διαμαρτυριών από τους ιδιοκτήτες σπιτιών23.

Δεν είναι ακόμα καθαρό πώς θα επηρεάσουν αυτές οι τάσεις τις κοινωνικές εντάσεις. Αλλά η συνεχιζόμενη επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης είναι ένδειξη ότι αυτές οι τάσεις θα επιδεινωθούν όλες με την περαιτέρω στασιμότητα. Η έκταση της ανεργίας στην Κίνα την προηγούμενη χρονιά της πανδημίας είναι ελάχιστα κατανοητή ακόμα, αλλά η κατάσταση δεν φαίνεται να έχει βελτιωθεί σημαντικά. Στη διάρκεια του συνεδρίου του Κόμματος τον Μάρτιο του 2021, ο Πρόεδρος του Κόμματος Li Keqiang ανέφερε την δημιουργία θέσεων εργασίας ως την “ύψιστη προτεραιότητα” της κεντρικής κυβέρνησης, μοιάζοντας να υποδεικνύει ότι η απασχόληση δεν έχει ακόμα πραγματικά ανακάμψει από την πτώση. Αυτό επιβεβαιώνεται περαιτέρω από την πραγματικότητα ότι ήταν η εκ νέου έκρηξη της αγοράς ακινήτων – παρά μια αναβίωση της βιομηχανίας – που πρώτη τράβηξε την εθνική οικονομία από το βύθισμά της μετά το λοκντάουν. Εν τω μεταξύ, πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας και το πώς τα οικονομικά προβλήματα έχουν επηρεάσει τα πιο καλοβαλμένα “λευκά κολλάρα” ή ακόμα και μικροαστούς, τμήματα της κοινωνίας που αναμφίβολα αισθάνονται την πίεση της απώλειας θέσεων εργασίας και τις περιοκοπές πληρωμών ή την εξαφάνιση των μικροεπιχειρήσεών τους, και όλα αυτά επιπλέον του ήδη μεγάλου βάρους χρεών που κουβαλούσαν πριν από την πανδημία. Αν και αυτές οι κοινωνικές εντάσεις δεν μοιάζουν να κλίνουν εγγενώς “προς τα αριστερά”, όπως οι εργατικοί αγώνες, είναι, παρ’ όλα αυτά, δυνατόν να συνεχίσουν να προκαλούν αναταράξεις και, δυστυχώς, πιο πιθανόν να προσελκύσουν την προσοχή και τη δράση της ελίτ που λαμβάνει τις αποφάσεις. Όπως σημειώσαμε στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού μας, η κοινωνική αναστάτωση από τους ιδιοκτήτες σπιτιών μοιάζει να έχει ξεπεράσει τις εργατικές διαμαρτυρίες στα τέλη της δεκαετίας του 2010. Τώρα, στον κόσμο της πανδημίας και μετά από αυτήν, οι ταξικές πολιτικές είναι πιθανόν να πάρουν κάποιες απρόσμενες μορφές, βασιζόμενες σε τέτοιες υποκείμενες κοινωνικές εντάσεις. Είναι αυτή η πραγματικότητα μάλλον – και όχι μια πρόχειρη ιστορική αναλογία – που πρέπει να χρησιμεύσει ως το σημείο αφετηρίας για οποιονδήποτε προσπαθήσει να κάνει εικασίες για το μέλλον της ταξικής σύγκρουσης στην Κίνα.

Rail: Στο τέλος του βιβλίου διατυπώνετε ένα αρκετά ενδιαφέρον και, κάποιος θα μπορούσε να πει, εικοτολογικό, επιχείρημα σχετικά με το μέλλον του κινεζικού κράτους, με την πανδημία να έχει κάνει καθαρή την ανάγκη επαναοικοδόμησής του. Ισχυρίζεστε ότι παρ’ όλο που θα συνεχίσει την βασική του λειτουργία στην υπηρεσία του καπιταλισμού, το κράτος αναδιαρθρώνεται σε κάτι διαφορετικό από τα Δυτικά κράτη ή τα αυτοκρατορικά και σοσιαλιστικά προηγούμενά του, ενώ ανακυκλώνει στοιχεία από όλα αυτά τα μοντέλα. Για ποιες συγκεκριμένες καινούριες ανάγκες και ποιες νέες προκλήσεις αναδιαρθρώνεται αυτό το καινούριο κράτος και σε ποιες ιδεολογικές αρχές βασίζεται;

Chuang: Βασικά, η κεντρική ιδέα εδώ είναι διπλή: πρώτον, ισχυριζόμαστε ότι η Κίνα είναι ακόμα στη διαδικασία της οικοδόμησης ενός κανονικού καπιταλιστικού κράτους. Φυσικά, αυτό δεν είναι κάτι καινούριο, στην πραγματικότητα, και οι πυρηνικές επιταγές του καπιταλιστικού κράτους είναι λίγο-πολύ οικουμενικές, με την έννοια ότι πολλές πτυχές αυτής της διαδικασίας είναι πολύ παρόμοιες της οικοδόμησης του κράτους που συνοδεύουν την καπιταλιστική ανάπτυξη αλλού. Αλλά, κατά δεύτερον, είναι επίσης λάθος να υποθέτουμε ότι το κράτος που οικοδομείται στην Κίνα σήμερα θα προσομοιάζει αναγκαστικά οποιοδήποτε από τα προγενέστερα καπιταλιστικά κράτη που αναδύθηκαν σε περιοχές όπως οι ΗΠΑ, η Ευρώπη ή οι αποικίες τους στις λεπτομέρειες. Αυτές οι οικουμενικές καπιταλιστικές επιταγές είναι βασικές απαιτήσεις, αλλά η ύπαρξη οικουμενικών λειτουργιών δεν μας προσφέρει και ιδιαίτερη ενόραση για τις ακριβείς θεσμικές δομές που προσαρμόζονται για να τις εξυπηρετήσουν. Στην πραγματικότητα, θα έπρεπε να περιμένουμε να ισχύει το ακριβώς αντίθετο: καθώς οι συνθήκες της παγκόσμιας καπιταλιστικής συσσώρευσης αλλάζουν, το πρότζεκτ της οικοδόμησης του κράτους γίνεται όλο και πιο κομβικό για την όλη αναπτυξιακή διαδικασία. Δεν είναι σύμπτωση ότι κάθε κύμα “late-developer” βιομηχανοποίησης έχει δει το κράτος να παίζει όλο και πιο κεντρικούς ρόλους στην όλη διαδικασία. Ο κόσμος συχνά ξεχνά ότι μια από τις πιο συνεπείς προβλέψεις του ίδιου του Μαρξ, σχετικά με το πώς θα αναπτυσσόταν ο καπιταλισμός, ήταν ότι η κοινωνική κλίμακα της παραγωγής θα αυξανόταν δίπλα-δίπλα με την βιομηχανική συγκεντροποίηση, και ότι το πιστωτικό σύστημα θα έπαιζε έναν καίριας σημασίας ρόλο στη διαχείριση της συσσώρευσης σε μια τέτοια κλίμακα. Επομένως, θα είναι πραγματικά απροσδόκητο αν γίνουμε μάρτυρες της ανάδυσης ενός κράτους που επιβλέπει μαζικές βιομηχανικές κοινοπραξίες και συγχωνεύσεις, μαζί με προσπάθειες πειθάρχησης και κατεύθυνσης των δραστηριότητων τους μέσω της θεσμικής εποπτείας και της παροχής πίστωσης μέσω των μεγάλων κρατικών τραπεζών (και όχι τόσο, και αυτό είναι αξιοσημείωτο, μέσω δημοσιονομικών ενέσεων);

Στο πιο φιλοσοφικό επίπεδο, υπάρχει άλλη μια διάσταση σε αυτό το δεύτερο επιχείρημα. Γιατί δεν πρόκειται απλά για το γεγονός ότι τα πιο επεκτατικά κράτη απαιτείται τώρα να εγγυώνται τις βασικές συνθήκες της συσσώρευσης. Αντιμετωπίζει επίσης το ερώτημα του πώς αυτή η διαδικασία γίνεται αντιληπτή από εκείνους που εμπλέκονται σε αυτήν και τι είδους ιδεολογική μορφή παίρνει. Εν μέρει, αυτό το κομμάτι γράφτηκε ως μια ανταπάντηση σε ολόκληρη αυτή την τάση που είναι της μόδας στη δυτική φιλοσοφία και που προσπαθεί να θεωρητικοποιήσει “το κράτος” καθεαυτό καθαρά μέσω της αναφοράς στην ευρωπαϊκή εμπειρία και την πολιτισμική γενεαλογία που φτάνει πίσω μέχρι την Ρώμη – λες και η ρωμαϊκή νομολογία ανοίγει το μυστικό παράθυρο στην εσώτερη λειτουργία του κράτους σήμερα. Εμείς λέμε: όχι, δεν μπορεί να πάρεις απλά κάτι που ο Φουκώ ή ο Αγκάμπεν ή ακόμα και ο Mbembe έγραψαν για την σύγχρονη Ευρώπη, την αρχαία Ρώμη ή τον κόσμο της αποικιοκρατίας και να το εφαρμόσεις “της χονδρικής” στην Κίνα, λες και η λογική της τέχνης του κράτους ήταν μια εντελώς ξενική μεταμόσχευση, που εισήχθη στην καπιταλιστική μετάβαση. Πραγματικά, θέλουμε να τονίσουμε ότι υπάρχει μια αλαζονεία που σε τρελαίνει σε φιλόσοφους που γράφουν κριτικές για την “αυτοκρατορία” και τον “πολιτισμό” και οι οποίοι δεν ξέρουν το παραμικρό για την ιστορία όλων των μεγαλύτερων, μακροβιότερων αυτοκρατοριών σε ολόκληρη την Ασία (για να μην αναφέρουμε την Αφρική ή την Αμερική).

Σε αυτή την περίπτωση η πραγματικότητα είναι ακόμα πιο επιβαρυντική, επειδή η Κίνα έχει την δική της παλλόμενη και μακρόχρονη φιλοσοφική παράδοση που απασχολείται από πάντα (στην πραγματικότητα, αυτή μπορούμε να ισχυριστούμε ότι είναι η βασική της έγνοια) με ζητήματα διακυβέρνησης και κρατικής δεινότητας. Ακόμα σημαντικότερο, αυτή η φιλοσοφική παράδοση αναβιώνει σήμερα πολύ ενεργά, συντηκώμενη με συντηρητικές τάσεις της Δυτικής σκέψης και εφαρμοζόμενη επιλεκτικά από αυτούς που είναι στην εξουσία για να δικαιολογήσουν ιδεολογικά, να εννοιολογήσουν, ακόμα και να καθοδηγήσουν, την υλική πρόοδο του πρότζεκτ της οικοδόμησης του κράτους στην πράξη. Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε αυτή τη διάσταση της διαδικασίας, ακόμα και αν πρέπει να κρατήσουμε στη σκέψη μας ότι αυτή η φιλοσοφική έκφραση του σχεδίου της κρατικής οικοδόμησης πρόκειται να διαφέρει στην πράξη από την πραγματικότητα. Όντως, δεν ισχύει ότι αυτή η φιλοσοφία λειτουργεί ως το “εγχειρίδιο” για αυτούς που είναι στην εξουσία ή ακόμα ότι δίνει μια ακριβή εικόνα για το πώς πραγματικά λειτουργεί η κρατική εξουσία. Στην πραγματικότητα, συχνά κάνει το αντίθετο, ιδεατοποιώντας το κράτος και επιβεβαιώνοντας μια σχεδόν κοσμολογική αποστολή για το ΚΚΚ, επιφορτισμένου με το καθήκον να καθοδηγήσει την πνευματική αναζωογόνηση του υποτιθέμενου κινεζικού έθνους. Αλλά αυτό είναι το ίδιο ένα σημαντικό γνώρισμα του πώς εκφράζεται αυτή η διαδικασία μέσω της αντανάκλασής της στον ίδιο της τον εαυτό. Για όλους αυτούς τους λόγους, δανειστήκαμε κάποια στοιχεία από την πομπώδη γλώσσα αυτών των φιλοσόφων και δώσαμε σε αυτό το κεφάλαιο έναν ειρωνικά χιουμοριστικό τίτλο: “η Μάστιγα φωτίζει την Μεγάλη Ενότητα Όλων κάτω από τον Ουρανό”. Φυσικά, μια τέτοια ενότητα δεν είναι παρά ένα ανέκδοτο.

Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν σημαίνει ότι το πρότζεκτ της οικοδόμησης του κράτους θα προχωρήσει έτσι απλά χωρίς να αντιμετωπίσει προκλήσεις ή αμφισβήτηση. Όπως και με κάθε στοιχείο του καπιταλισμού, μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι η ταξική σύγκρουση δεν σβήνει ποτέ οριστικά. Αλλά μπορεί να μην πάρει τη μορφή που θα περιμέναμε. Στην πραγματικότητα, ίσως δούμε περισσότερες πράξεις απελπισίας και απόγνωσης, καθώς οι κοινωνικές συγκρούσεις διογκώνονται με απρόβλεπτους τρόπους, ιδιαίτερα για τα κατώτερα στρώματα της κινεζικής κοινωνίας, όπως η πρόσφατη ανατίναξη ενός κυβερνητικού κτιρίου στο Guangzhou εξαιτίας μιας διαμάχης σχετικά με μια έκταση γης, ή την πρόσφατη αυτοκτονία ενός οδηγού φορτηγού για ένα πρόστιμο 2000 γουάν (περίπου 300 δολάρια ΗΠΑ)24. Οι μεγαλύτερης αξίας καταγγελίες για τα ανώτερα στρώματα, όπως επενδυτικές απάτες ή συγκρούσεις για την ανάπτυξη σχετικά με ακίνητα, είναι πιο πιθανόν να συνεχίσουν να πληθαίνουν και να αποκτούν μεγαλύτερη κάλυψη στα εγχώρια και τα ξένα ΜΜΕ – αυτά τα άτομα έχουν γενικά μεγαλύτερη πρόσβαση στο νομικό σύστημα και καλλίτερες πιθανότητες τυπικής αναγνώρισης από αυτή την άποψη. Αυτό μπορεί να μην αντανακλά την πραγματική “ισορροπία δυνάμεων” όσον αφορά την ταξική πάλη στην Κίνα αλλά μπορούμε να περιμένουμε ότι, τουλάχιστον επιφανειακά, θα υπάρξει, ελλείψει μιας καλλίτερης λέξης, ένας αυξανόμενος “εξαστισμός”25 των κοινωνικών αγώνων, έστω και αν αυτή η διαδικασία τονίζεται από βίαια ξεσπάσματα από τους φτωχότερους στη χώρα. Και δεν χρειάζεται να πούμε ότι οι απαιτήσεις των πλουσίων (όπως η διατήρηση της ασταθούς αγοράς ακινήτων) θα είναι μια υψηλή προτεραιότητα για το κράτος. Δεν αληθεύει το ίδιο για τους φορτηγατζήδες ή τον “κατώτερο πληθυσμό”, που βλέπουν τα σπίτια τους να κατεδαφίζονται.

Θα πρέπει επίσης να είμαστε “στο ψάξιμο” για τρόπους με τους οποίους μορφές “κυτταρικής”, τύπου εκστρατείας, κινητοποιήσεις μπορεί να αναπτυχθούν στο μέλλον από το κράτος. Όπως επισημαίνουμε στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, ενώ το τοπικό κράτος αποδείχθηκε σχετικά αδύναμο, δομές εξουσίας μικρής κλίμακας διαμορφώθηκαν με απίστευτη ταχύτητα. Τοπικές επιτροπές κατοίκων, σεκιουριτάδες και άλλοι εθελοντές – με γνωριμίες και σχέσεις με το κόμμα και κυβερνητικές οργανώσεις – έγιναν οι βασικές όψεις της κρατικής εξουσίας όταν η κατάσταση είχε να κάνει με την ρύθμιση της μετακίνησης των πολιτών ανάμεσα στις γειτονιές ή ακόμα και για το να βγουν και να μπουν στο σπίτι τους. Αυτές οι εξελίξεις δεν έχουν περάσει απαρατήρητες ούτε από το κεφάλαιο. Την προηγούμενη χρονιά, ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Εμπορικού Επιμελητηρίου (European Chamber of Commerce), Jorge Wuttke, δεν παραπονιόταν για την ανάπτυξη μιας γενικευμένης, συγκεντρωτικής και αυταρχικής γραφειοκρατίας που παρεμποδίζει τις επιχειρήσεις αλλά, μάλλον, για το ακριβώς αντίθετο: “Το μωσαϊκό από αντικρουόμενους κανόνες, που αναδύθηκαν από την μάχη εναντίον της πανδημίας COVID-19, έχει παραγάγει εκατοντάδες “τσιφλίκια” καθιστώντας σχεδόν αδύνατη την μεταφορά αγαθών ή ανθρώπων μέσα στην Κίνα”. Ως ένας κύριος εκπρόσωπος του ξένου κεφαλαίου, ο Wuttke έκανε έκκληση στην κυβέρνηση να ενιαιοποιήσει μέτρα “σε μεγαλύτερες περιοχές δικαιοδοσίας” ώστε να “ξαναστήσει την πραγματική οικονομία στα πόδια της”26. Αυτό το “μωσαϊκό” εξουσίας παραμένει στη θέση του σήμερα, αν και σε μια πιο λανθάνουσα μορφή. Αν και η πανδημία έχει περάσει και αυτά τα συστήματα έχουν ελαφρώς χαλαρώσει, η πραγματικότητα είναι ότι δεν έχουν εξαφανιστεί. Τα πρόσφατα αναπτυγμένα δίκτυα που συνδέουν τυπικά όργανα της κρατικής εξουσίας με άτυπα σώματα εθελοντών, εταιρείες διαχείρισης ακινήτων, σεκιουριτάδες κλπ. έχουν απλά βυθιστεί κάτω από την επιφάνεια, “χτυπώντας προσοχή”27 και επαναεπιβεβαιώνοντας την παρουσία τους όποτε προκύπτουν τοπικές εξάρσεις. Αυτό, όμως, δεν είναι σημαντικό μόνο για την διαχείριση της πανδημίας. Το πιο θεωρητικό κομμάτι του κεφαλαίου επιχειρηματολογεί ότι ανάλογα τοπικά και, αυτό που καλεί, “παρά-τυπα”28 δίκτυα ενδέχεται να αναδυθούν εν όψει ενδογενών ή εξωγενών πληγμάτων, όπως μια χρεωκοπία των τραπεζών ή στη διάρκεια μιας εθνικιστικής κινητοποίησης που θα ακολουθούσε οποιαδήποτε στρατιωτική σύγκρουση.

1 Στμ. Για την μετάφραση του τίτλου αξίζει να κάνουμε δυο παρατηρήσεις σε σχέση με την απόδοση του τίτλου στο αγγλικό κείμενο που είναι: “The State of the Plague”. Στα Αγγλικά η λέξη state είναι αμφίσημη καθώς σημαίνει τόσο το κράτος όσο και την κατάσταση. Όμως το ίδιο το κείμενο νομίζουμε ότι δεν αφήνει πολλά περιθώρια σε σχέση με την σημασία της λέξης εδώ, δηλαδή το κινεζικό κράτος, τη λειτουργία και ανοικοδόμησή του εν μέσω της πανδημίας. Όσον δε αφορά την λέξη plague αυτή την αποδίδουμε ως μάστιγα και όχι ως πανούκλα ή πανώλη, που είναι εξίσου έγκυρες μεταφράσεις, καθώς κάτι τέτοιο θα αναφερόταν σε μια συγκεκριμένη ασθένεια που έχει όντως αποτελέσει μάστιγα πολλές φορές στο παρελθόν.

2 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://brooklynrail.org/2021/09/field-notes/The-State-of-the-Plague

3 Η Aminda Smith είναι ιστορικός με αντικείμενο την σύγχρονη Κίνα, συν-διευθύντρια του PRC History Group, και αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Michigan State University. Ο Fabio Lanza είναι καθηγητής της σύγχρονης κινεζικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα.

4 Αμφότερα μπορούν να βρεθούν στον ιστότοπό τους: www.chuangcn.org

5 Γι να παραγγείλετε το βιβλίο ή άλλους τίτλους της σειράς, επισκεφθείτε τον ιστότοπο του Kerr: https://charleshkerr.com.

6 Στμ. Στα Ελληνικά μεταφράστηκε από την Φάμπρικα Υφανέτ και είναι διαθέσιμο εδώ: https://yfanet.espivblogs.net/2020/03/20/koinoniki-molynsi-koinonikos-kai-taxikos-polemos-stin-kina.

7 Στμ. Είναι πολύ σημαντικό να αναδείξουμε τον εντελώς προσχηματικό, προπαγανδιστικό και αποπροσανατολιστικό χαρακτήρα αυτής της αντίληψης για την δήθεν απαρέσκεια των Δυτικών κρατών στις αυταρχικές/ολοκληρηρωτικές μεθόδους διαχείρισης που υποτίθεται αντιθέτως χαρακτηρίζουν μόνο το απολυταρχικό και παντοδύναμο κινεζικό κράτος. Σκοπός της προπαγάνδας αυτής είναι φυσικά να συγκαλυφθεί η ένταση των αντίστοιχων αυταρχικών πολιτικών που εφαρμόζουν τα Δυτικά κράτη και κυρίως ότι έρχονται να καλύψουν ακριβώς αυτές τις “αδυναμίες” και ελλείψεις σε σχέση με το κινεζικό υπόδειγμα και σε καμμιά περίπτωση δεν αντανακλούν κάποιες “φιλελεύθερες” επιλογές τους. Αντίθετα, τα Δυτικά κράτη αξιοποιούν την πανδημία ως μια εξαιρετικά προνομιακή συνθήκη επέκτασης και διεύρυνσης του ελέγχου και της πειθάρχησης επί των κοινωνιών και κυρίως του προλεταριάτου. Με λίγα λόγια, όπως λένε και οι Chuang ακριβώς στη επόμενη απάντηση, ο λόγος που ο “μύθος της παντοδυναμίας του κινεζικού κράτους” προπαγανδίζεται με πολύ μεγαλύτερη ζέση στη Δύση είναι ακριβώς γιατί η αντίστοιξη αυτή με το “ήδη ολοκληρωτικό κινεζικό κράτος” κάνει τα Δυτικά αντίστοιχα να μοιάζουν “φιλελεύθερα” και συγκαλύπτει τις δικές τους εμμενείς και πυρετωδώς ενισχυόμενες απολυταρχικές τάσεις. Όταν, λοιπόν, τα Δυτικά κράτη και ΜΜΕ απευθύνουν με έναν τόνο “αγωνίας” και “απελπισίας” το ρητορικό ερώτημα: “Και καλά, τι θέλετε να γίνουμε, Κίνα;” μας λένε στην πραγματικότητα απειλητικά:Ναι, πρέπει και μπορούμε να γίνουμε!”. Από την πλευρά του κινεζικού κράτους, τώρα, μπορούμε επίσης να καταλάβουμε την προπαγανδιστική αξία αυτής της εικόνας, μιας και ενισχύει το αφήγημα της παντοδυναμίας και αποτελεσματικότητάς του.

8 Στμ. Θα συμφωνήσουμε ότι οι ίδιες ενδείξεις αδυναμίας ισχύουν και στην περίπτωση της διαχείρισης της πανδημίας από τα Δυτικά κράτη. Σε αντίθεση με διάφορες αναγνώσεις που βλέπουν όλη αυτή την κρίση και την κρατική διαχείριση ως επίδειξη ισχύος εμείς βλέπουμε αντίθετα τα σημάδια της αδυναμίας και ο βασικός λόγος είναι ακριβώς η “ποιότητα” της πειθάρχησης που παράγεται από αυτή τη διαχείριση και τα μέσα της. Όταν τα κράτη καταφεύγουν σε κατασταλτικά μέσα πειθάρχησης αυτό είναι ένδειξη αδυναμίας γιατί η πειθάρχηση που επιτυγχάνεται αποκλειστικά και μόνο με την καταστολή και τη βία δεν είναι η οργουελιανού τύπου εκούσια και συνειδητή πειθάρχηση και υποταγή, δεν είναι η ταύτιση και εκδήλωση λατρείας προς το Κράτος-Μεγάλο Αδελφό, που είναι και ο ριζικός στόχος. Η πειθάρχηση μέσα από την βία και μόνο έχει τόση αξία όση και η πειθάρχηση στις εντολές κάποιου που βρίσκεται με το “πιστόλι στον κρόταφο”, δεν κερδίζει το μυαλό και την καρδιά. Είναι πειθάρχηση καταναγκαστική που συσσωρεύει ταυτόχρονα δυναμικό αντίστασης και ανυπακοής και πιθανών εκρήξεων. Φυσικά η κρατική διαχείριση δεν δουλεύει μόνο στο επίπεδο της επιβολής και της καταστολής· κάθε άλλο, αγωνίζεται σκληρά για να κερδίσει το μυαλό και την καρδιά των υπηκόων, θα ήθελε οι ουσιαστικές πτυχές της διαχείρισης να είναι αυτού του οργουελιανού τύπου, απλά αυτές είναι αναγκαστικά πιο υπόρρητες, υποδώριες και βραδύτερης αποτελεσματικότητας. Γι’ αυτό και το ποσοστό του πληθυσμού πειθαρχεί εξαιτίας των προστίμων, των μπάτσων και των απολύσεων και όχι από τις “επιστημονικές” αναλύσεις των λοιμοξιολόγων (και, φυσικά, από τον ενστικτώδη φόβο μπροστά στην αρρώστια, φόβο που το κράτος θέλει διακαώς να μεταβολίσει σε εκούσια πειθάρχηση αλλά δεν το πετυχαίνει – εξ ου και η άρνηση μεγάλου ποσοστού του πληθυσμού να εμβολιαστεί). Εν ολίγοις, και θα επανέλθουμε εκτενέστερα και βαθύτερα, η οπτική των κρατών ως παντοδύναμων, που “λύνουν και δένουν”, πειθαρχούν και χειραγωγούν κατά βούληση σε ένα κρεσέντο ισχύος απέχει παρασσάγγας από την πραγματικότητα. Και οι Chuang κάνουν – χάρις στον διαλεκτικό τους εξοπλισμό – πολύ διαυγή αυτή την κρίσιμη επισήμανση.

9 Στμ. Και επειδή μπορεί να αναρωτηθεί κανείς ποιο το όφελος και ο λόγος για τα Δυτικά κράτη (μέσω και των ΜΜΕ) να προβάλλουν την εικόνα μιας “παντοδύναμης Κίνας”, αξίζει να επισημάνουμε ότι εκτός από τον πιο προφανή λόγο που αναλύσαμε πριν, δηλαδή την συγκάλυψη του δικού τους πρότζεκτ προς τον απολυταρχισμό, υπάρχει και το εξίσου σοβαρό και, ουσιαστικά, διπλό όφελος της ενίσχυσης των ίδιων των Δυτικών κρατών και της θωράκισης μιας ισχυρής εθνικής ενότητας μέσα από την στοίχιση μας πίσω από το κράτος “μας”, ενόψει μιας πιθανής και αναπόφευκτης, ίσως, σύγκρουσης με έναν τέτοιο παντοδύναμο αντίπαλο. Αυτά τα δύο επιπλέον είναι αλληλένδετα αφού αυτή η στοίχιση ισοδυναμεί με την απόσπαση της δικής μας συναίνεσης σε αυτή την ανάγκη ισχυροποίησης τους. Ακόμα βαθύτερα, η διαδικασία αυτή ενισχύει τα κράτη με έναν “διπλό” τρόπο: και “προς τα μέσα” – με την δική μας αποδυνάμωση μέσα από την στοίχιση με το κράτος “μας”, αλλά και “προς τα έξω”, ισχυροποίηση απέναντι στα αντίπαλα κράτη. Ισχυροποίηση με στόχο, λοιπόν, και τον “εσωτερικό” και τον “εξωτερικό” εχθρό. Όμως, προσοχή σε αυτό το σημείο! Ο “εξωτερικός” εχθρός δεν είναι αυτός που φαίνεται, δηλαδή τα αντίπαλα κράτη, όπως υποτείνεται από τις διακρατικές αντιπαλότητες, αλλά αυτός ο ίδιος “εσωτερικός” εχθρός, το παγκόσμιο προλεταριάτο, κοινός εχθρός όλων των κρατών. Πίσω από τα “γεωπολιτικά παιχνίδια” θα βρούμε αυτόν τον ίδιο τον αμείλικτο ταξικό πόλεμο.

10 Στμ. CDC: (Center for Disease Control and Prevention), το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών.

11 Στμ. Danwei: μονάδα εργασίας, είναι το όνομα που δίνεται σε έναν τόπο εργασίας στην Κίνα. Ο όρος danwei εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα ως αναφορά στον χώρο εργασίας κάποιου αν και αντιστοιχεί περισσότερο στην περίοδο εκείνη που η κινεζική οικονομία δεν ήταν τόσο αναπτυγμένη όσο σήμερα και εξαρτιόταν περισσότερο από το κράτος πρόνοιας για την πρόσβαση σε μακροχρόνια εργαζόμενους στις πόλεις ή στο πλαίσιο των κρατικής ιδιοκτησίας επιχειρήσεων.

12 Όπως εξετάζεται στο άρθρο μας “Red Dust”, αυτό στην πραγματικότητα άρχισε υπό τη διακυβέρνηση του Μάο και όχι του Deng Xiaoping, και είναι ένας από τους λόγους που ισχυριζόμαστε ότι η περιοδολόγηση της κινεζικής ιστορίας σύμφωνα με την ακολουθία των “μεγάλων ηγετών” είναι παραπλανητική. Σκόπιμα δεν αποκαλούμε ποτέ το αναπτυξιακό καθεστώς “εποχή του Μάο”, για παράδειγμα, ούτε τη μετάβαση στον καπιταλισμό “εποχή του Ντενγκ” επειδή η ιστορία δεν μπορεί να αναχθεί στις πράξεις, τα καπρίτσια ή τις πολιτικές θεωρίες των κρατικών ηγετών. [Στμ. Το άρθρο “Red Dust” μπορείτε να το βρείτε μεταφρασμένο στο ιστολόγιο InMediasRes: Κόκκινη Σκόνη: η μετάβαση στον καπιταλισμό στην Κίνα”, https://inmediasres.espivblogs.net/red_dust_intro.]

13 Gabriel Crossley and Stella Qiu, “China’s stunning export comeback has factories scrambling for workers” [“Η εντυπωσιακή επιστροφή των εξαγωγών για την Κίνα αφήνει τα εργοστάσια να “τσακώνονται” για να βρουν εργάτες”] Reuters, 20 Δεκεμβρίου 2020, https://www.reuters.com/article/us-china-economy-manufacturing-idUSKBN28V0AL.

14 疫情期间务工者遇到劳动争议该咋办? [“What should workers with a labor grievance do during the pandemic?”, “Τι θα πρέπει να κάνουν οι εργάτες με εργασιακά παράπονα στη διάρκεια της πανδημίας], 公民日报 [People’s Daily] 27/11/2020, http://www.xinhuanet.com/fortune/2020-11/27/c_1126791491.htm.

15 北京发布2019年劳动人事争议仲裁十大典型案例 [“Beijing Announces Top Ten Labor Arbitration cases from 2019”, “Το Πεκίνο ανακοινώνει τις Δέκα κυριότερες υποθέσεις Εργατικής Διαιτησίας απ το 2019”] 新华网 [Xinhua], http://www.xinhuanet.com/2019-11/05/c_1125196006.htm.

16 SCMP Reporter, “China’s annual Lunar New Year migration, usually the biggest of its kind, looks very different in 2021”, “Η ετήσια μετακίνηση στην Κίνα για το Νέο Σεληνιακό Έτος, συνήθως η μεταλύτερη του είδους της, μοιάζει πολύ διαφορετική το 2021”], South China Morning Post, 7 February 2021. https://www.scmp.com/magazines/post-magazine/long-reads/article/3120728/chinas-annual-lunar-new-year-migration-usually.

175 Chuang and Friends (Μετάφ.), “Delivery Workers, Trapped in the System” [“Εργάτες Διανομής, παγιδευμένοι στο Σύστημα”], Chuang Blog, 12 Νοεμβρίου 2020, https://chuangcn.org/2020/11/delivery-renwu-translation.

18 Για τον Mengzhu και την σύλληψή του, δείτε Emily Feng, “He Tried To Organize Workers In China’s Gig Economy. Now He Faces 5 Years In Jail” [“Προσπάθησε να οργανώσει εργάτες στην οικονομία πλατφόρμας στην Κίνα. Τώρα αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης 5 ετών”], NPR, 13 Απριλίου 2021, https://www.npr.org/2021/04/13/984994360/he-tried-to-organize-workers-in-chinas-gig-economy-now-he-faces-5-years-in-jail· Matt Dagher-Margosian, “Free Mengzhu! An interview with Free Chen Guojiang 关注盟主” Asia Art Tours [“Λευτεριά στον Mengzhu! Μια συνέντευξη με την πρωτοβουλία Free Chen Guojiang”], https://asiaarttours.com/free-mengzhu-an-interview-with-free-chen-guojiang-%E5%85%B3%E6%B3%A8%E7%9B%9F%E4%B8%BB. Για παρόμοιες περιπτώσεις στο παρελθόν, δείτε το άρθρο μας “Picking Quarrels” [“Ψάχνοντας για Καυγά”] από το δεύτερο τεύχος του περιοδικού μας: https://chuangcn.org/journal/two/picking-quarrels.

19 Οι πιο πρόσφατες αναφορές από το παρατηρητήριο για τα εργασιακά δικαιώματα China Labour Bulletin στις αρχές Ιουνίου λένε ότι είναι ακόμα υπό κράτηση. Δείτε το “Food delivery worker burns uniform in symbolic protest” [“Διανομέας φαγητού καίει την στολή του σε συμβολική διαμαρτυρία”], China Labour Bulletin, 8 Ιουνίου 2021, https://clb.org.hk/content/food-delivery-worker-burns-uniform-symbolic-protest.

20 Δείτε “No Way Forward, No Way Back” [“Δεν υπάρχει δρόμους ούτε προς τα μπρος ούτε προς τα πίσω”] και “Gleaning the Welfare Fields” [“Σταχομαζεύοντας στα χωράφια του κράτους πρόνοιας”] στο Τεύχος 1, και “Picking Quarrels” [“Ψάχνοντας για Καυγάδες”], στο Τεύχος 2, διαθέσιμα και τα δύο εδώ: https://chuangcn.org/journal.

21 Σχετικά με την συζήτηση για τον “κατώτερο πληθυσμό” και την αύξηση της δημοτικότητάς της, μετά την κατεδάφιση φτωχικών κατοικιών το 2017 στο Πεκίνο, δείτε: “Adding Insult to Injury: Beijing’s Evictions and the Discourse of “Low-End Population”[“Προσθέτοντας την Προσβολή στον Τραυματισμό” Οι εξώσεις στο Πεκίνο και η συζήτηση για τον ‘Κατώτερο Πληθυσμό’”], https://chuangcn.org/2018/01/low-end-population.

22 Για μια συζήτηση και των δύο δείτε: “Involution: Wildcat on China’s 2020” [“Εμπλοκή: το Wildcat για την Κίνα του 2020”, υπό μετάφραση], https://chuangcn.org/2021/05/involution-wildcat-on-chinas-2020.

23 Για μια ανάλυση των μακροπρόθεσμων τάσεων, δείτε την ανάλυσή μας στο “Ψάχνοντας για Καυγάδες”, που αναφέρθηκε παραπάνω. Παραδείγματα διαμαρτυριών από ιδιοκτήτες σπιτιών μπορούν να βρεθούν καθημερινά στο διαδίκτυο, γι’ αυτούς που τα αναζητούν. Σοβαρότερα περιστατικά καλύπτονται μερικές φορές με λεπτομέρειες σε εκδόσεις που ασκούν κριτική στην Κίνα, όπως το Radio Free Asia, πιθανόν μια φορά τον μήνα ή κάτι ανάλογο. Για παράδειγμα, κάτοικοι σε μια γειτονιά στο Chongqing συγκρούστηκαν με περισσότερους από εκατό Ματατζήδες τον Μάιο σε σχέση με μια μακροχρόνια αντιδικία με αξιωματούχους που ήθελαν να εγκαταστήσουν ένα γραφείο της τοπικής κυβέρνησης στην τοπική τους οικιστική κοινότητα. Δείτε: “重庆保利香雪小区爆发大规模抗暴事件 业主赶走数百名黑衣人”https://www.rfa.org/mandarin/yataibaodao/renquanfazhi/sc-05152021170149.html. Η εκστρατεία κατεδαφίσεων της κυβέρνησης του Πεκίνου στο σύμπλεγμα Xiangtang, στα βόρεια προάστια της πόλης, έχει αναφερθεί από αρκετά αγγλόφωνα πρακτορεία ειδήσεων. Δείτε, για παράδειγμα: “Residents Protest As China Demolishes Some Of Beijing’s Wealthy Suburbs”, [“Κάτοικοι διαμαρτύρονται καθώς η Κίνα κατεδαφίζει κάποια από τα εύπορα προάστια του Πεκίνου”], https://www.npr.org/2021/01/26/960855956/residents-protest-as-china-demolishes-some-of-beijings-wealthy-suburbs.

24 Δείτε την πρόσφατη αναφορά μας σχετικά με τέτοια γεγονότα: “Bombing the Headquarters: Desperate Measures in a Time of Involution”, [“Βομβαρδίζοντας τα Κεντρικά: Απεγνωσμένα Μέτρα σε έναν καιρό Εμπλοκής”], Chuang Blog, 23 Μαΐου 2021, https://chuangcn.org/2021/05/bombing-headquarters.

25Στμ. Στο πρωτότυπο: embourgeoisement.

26 Δείτε: “COVID-19 Severely Impacting Business: trade associations call for proportionate measures to get real economy back on track”, [“Η πανδημία COVID-19 επηρεάζει σκληρά τις επιχειρήσεις: κοινή συνέντευξη τύπου του Γερμανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου στην Κίνα και του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 27 Φεβρουάριου 2020, https://china.ahk.de/news/news-details/covid-19-severely-impacting-business-trade-associations-call-for-proportionate-measures-to-get-real-economy-back-on-track.

27 Στμ. Στο πρωτότυπο: snapping to attention.

28 Στμ. Στο πρωτότυπο: “para-formal”.

Μια πανούκλα και στα δύο Κοινοβούλιά σας – Η θέση της εργατικής τάξης στην τρέχουσα κρίση

Angry Workers of the World1,2

το κείμενο σε pdf

Αυτή η μπροσούρα είναι προϊόν της συλλογικής μας αντιπαράθεσης θέσεων καθώς και συζητήσεων με συνάδελφους εργάτες κατά τους πρόσφατους μήνες. Μπορείτε επίσης να διαβάσετε μια περίληψη περισσότερων από δέκα συνεντεύξεις σχετικά με τις μεταβαλλόμενες σχέσεις εξουσίας στη διάρκεια της καραντίνας. Τυπώστε ελεύθερα το παρόν κείμενο σαν μπροσούρα και μοιραστείτε το με τους συντρόφους και τους συναδέλφους σας.

Αν μη τι άλλο, η πανδημία Covid-19 έχει επιδείξει ότι ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι παράλογος. Οι εκατοντάδες εθνικές κυβερνήσεις έχουν όλες προωθήσει ξεκάθαρα αντιφατικές στρατηγικές για να ελέγξουν και να αντιμετωπίσουν την ίδια παγκόσμια καταστροφή και όλες παραδέρνουν θεαματικά. Εκατοντάδες χιλιάδες θάνατοι έχουν θεωρηθεί όχι μόνο αποδεκτοί αλλά και αναγκαίοι για να διατηρηθεί μια οικονομία που εξαθλιώνει το ανθρώπινο είδος. Οι μεγάλες επιχειρήσεις χαίρουν του προνομίου να αγνοούν τους υγειονομικούς περιορισμούς χωρίς καμμιά ζημιά, και τους χρησιμοποιούν, όποτε είναι βολικό, ως ένα όπλο ενάντια στους εργάτες τους. Αυτή τη στιγμή μαίνεται ένας πόλεμος από τους κατασκευαστές των εμβολίων ώστε να αποφύγουν την απελευθέρωση των πληροφοριών που χρειάζονται για την παρασκευή τους, σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν τα κέρδη τους.

Μπροστά σε μια νέα περίοδο ύφεσης, το κεφάλαιο έχει ανανεώσει την επίθεσή του απέναντι στην εργατική τάξη με ένταση. Είναι απίθανο, παρά τις διακαείς ελπίδες κάποιων επισήμων των συνδικάτων και μερικών υποτονικών σοσιαλιστών, αυτό από μόνο του να κεντρίσει τους εργάτες ώστε να δυναμώσουν την πάλη τους. Αλλά είναι, επίσης, χωρίς νόημα να κυλιόμαστε και στην λάσπη της απελπισίας που έχει γραπώσει τις μεσαίες τάξεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Σε ολόκληρη την ιστορία του εργατικού κινήματος, άσχετα από το αν επρόκειτο για μια καλή ή μια κακή στιγμή, έχει υπάρξει καθήκον εκείνων που θέλουν να σπρώξουν προς τα μπρος το κίνημά μας να βρουν σε ποια θέση ακριβώς βρίσκεται η τάξη στην τρέχουσα κατάσταση και τι μπορεί να γίνει για το προχώρημα της οργάνωσής της και της μάχης της για χειραφέτηση.

Η πρόθεσή μας στη διεξαγωγή των συνεντεύξεων που συνοψίζονται εδώ δεν ήταν να πούμε στους ανθρώπους αυτό που ήδη ήξεραν – τα πράγματα είναι άσχημα και γίνονται χειρότερα – αλλά να δούμε τι μπορεί να γίνει γι’ αυτό. Πήραμε συνεντεύξεις από είκοσι συναδέλφους εργάτες σχετικά με τις εμπειρίες τους στη διάρκεια και μετά την πρώτη καραντίνα για τον Covid-19: νοσηλευτές/τριες, ταχυδόμους, οδηγούς στον υπόγειο, εργάτες/τριες σε τηλεφωνικά κέντρα, διδάσκοντες στα πανεπιστήμια, εργάτες γης, σπουδάστριες και άλλες. Η αρχική σύγχυση των αφεντικών στην πανδημία τα ανάγκασε να μεταθέσουν τις πρακτικές αποφάσεις στους χώρους παραγωγής όπου οι εργάτες έπρεπε να ενεργήσουν3 ώστε να καλύψουν το κενό. Σε πολλές περιπτώσεις εντολές από τα πάνω χωρίς νόημα αγνοήθηκαν εντελώς από την ίδια την αναγκαιότητα, και υγειονομικά μέτρα υιοθετήθηκαν από τα κάτω. Το αποτέλεσμα από αυτό, και από το αυξανόμενο ενδιαφέρον στην “ουσιώδη” εργασία, ήταν οι εργάτες να αρχίσουν να αμφισβητούν γιατί πρέπει να εργάζονται με τον τρόπο που εργάζονται. Αυτό δεν μεταφράστηκε αυτόματα σε αυξημένη αυτοπεποίθηση· πολλοί συνθηκολόγησαν με τις στρατηγικές “απόλυσης και επαναπρόσληψης” που τους επιβλήθηκαν και, ακόμα και πριν από την κρίση, οι άνθρωποι αμφέβαλαν για την ικανότητά τους να παλέψουν.

Όταν, το 1351, ο Μαύρος Θάνατος είχε σκοτώσει το ένα τρίτο του βρετανικού πληθυσμού, η μοναρχία και οι φεουδάρχες ευγενείς “λαμβάνοντας υπόψιν την πολύ σοβαρή αναστάτωση και ταλαιπωρία που θα μπορούσε να προέλθει από την έλλειψη ιδιαίτερα των ζευγάδων4 και άλλων τέτοιων εργατών” αλλά, επίσης, και έχοντας στο μυαλό όλους αυτούς τους “ασυνείδητους” αγρότες που “βλέποντας τις δοκιμασίες5 των αφεντάδων τους […] δεν είναι διατεθιμένοι να τους υπηρετήσουν παρά μόνο αν λάβουν υπερβολικούς μισθούς”, πέρασαν τον Νόμο για τους Εργάτες6. Ο Νόμος έθετε τους μισθούς στα επίπεδα πριν την πανούκλα, παρά το γεγονός ότι αυτοί ήταν ήδη σε ένα ιστορικά χαμηλό μετά τον Εκατονταετή Πόλεμο, και απαγόρευε την επαιτεία και την αναζήτηση δουλειάς αλλού. Η ασθένεια ήταν μόνο ένα πρόσχημα· στην πραγματικότητα ένα παρόμοιο μέτρο θα ήταν απαραίτητο για το ξεζούμισμα των εργατών άσχετα από τον Μαύρο Θάνατο. Μοιάζει σαν ο Rishi Sunak να είναι ένας αγωγός του πνεύματος του Εδουάρδου του 3ου7. Χρειάστηκαν 30 χρόνια για τις εξασθενημένες και διασπασμένες μάζες των αγροτών να εξεγερθούν, χωρίς επιτυχία. Η επανεμφάνιση μιας πανούκλας στον καπιταλιστικό κόσμο δεν είναι απαραίτητο να έχει την ίδια εξέλιξη, όχι αν χρησιμοποιήσουμε αυτή την ευκαιρία για να ανακαλύψουμε πού και πώς μπορούμε να αντεπιτεθούμε. Πρέπει με αυστηρότητα, και χωρίς φόβο ή τυφλό δογματισμό, να εξετάσουμε την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε: όχι σαν απομονωμένα άτομα, ή εργασιακοί χώροι, ή ακόμα και εθνικές ομάδες, αλλά ως μια διεθνής τάξη που χρειάζεται να ξαναχτίσει το αγωνιστικό της πνεύμα και τους δεσμούς με τον ίδιο τον εαυτό της. Χρειαζόμαστε να αναλύσουμε τα δυνατά σημεία και τις αδυναμίες των εργατικών αγώνων παντού, να αντλήσουμε τα διδάγματά μας και να μάθουμε μέσα από έναν ειλικρινή στοχασμό. Τότε, μπορούμε να αρχίσουμε να προχωράμε στην επίθεση.

Οι αιτίες της πανδημίας και η αντίδραση σ’ αυτήν

Ένα από τα μεγάλα συμπτώματα της ασθένειας στην κοινωνική μας ύπαρξη είναι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι απομονωμένοι στον καταμερισμό της εργασίας, δεν καταλαβαίνουν τι συμβαίνει σε άλλους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας. Δεν μπορεί να βρεθεί καλλίτερο παράδειγμα αυτής της καταστροφής από τη δημόσια αντίδραση στην πανδημία. Η τεράστια πλειοψηφία του κόσμου έχει μια εντελώς βασική επιστημονική εκπαίδευση από το κράτος, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας ήταν είτε λανθασμένο είτε χωρίς συνοχή είτε διδάχτηκε με κακό τρόπο, επειδή η καλλίτερη εκπαίδευση δεν εξυπηρετεί κανέναν σκοπό για το κεφάλαιο. Επιπλέον, οι περισσότεροι άνθρωποι είναι πλήρως ξεκομμένοι από την πρακτική των φυσικών επιστημών, πρακτική που λαμβάνει χώρα πίσω από κλειστές θύρες και λειτουργεί πάνω σε μη τεθιμένες αρχές. Όταν το κράτος ιδιοποιείται τα αποτελέσματα της επιστήμης (με ανάμεικτη ακρίβεια) για τους δικούς του σκοπούς, για να επικυρώσει τις αποφάσεις του και να καλύψει τον εαυτό του με ένα λούστρο ικανότητας, κάνει τμήματα της εργατικής τάξης, που δικαιολογημένα δεν το εμπιστεύονται, να μην εμπιστεύονται ούτε την επιστήμη. Αυτό αφήνει ανοιχτό το πεδίο για μεσοαστούς τσαρλατάνους να διαδίδουν ανοησίες που απλά επιδεινώνουν ακόμα περισσότερο την σύγχυση.

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι η ίδια η επιστήμη είναι τέλεια. Εξαιτίας της διαίρεσης πνευματικής και χειρονακτικής εργασίας και της ένδειας των λεγόμενων “κοινωνικών επιστημών”, οι επιστήμονες που πιθανόν να έχουν μια ορθή κατανόηση της μικροβιολογίας και της ανοσολογίας έχουν περισμένη δυνατότητα κατανόησης της κοινωνίας. Μόνο η εργατική τάξη και οι οργανώσεις της είναι σε μια κοινωνική θέση να καταλάβουν πραγματικά την παρούσα κατάσταση στην ολότητά της, και είναι πολύ σημαντικό να το κάνουμε αυτό. Μόνο όταν καταλαβαίνουμε πραγματικά τα δεδομένα γεγονότα και μπορούμε αυτό να το συνδυάσουμε με μια καθαρή άποψη των δικών μας συμφερόντων, μόνο τότε μπορούμε να σχεδιάσουμε για τη συνέχεια και να παλέψουμε. Όμως, καμμιά από τις ομάδες της λεγόμενης αριστεράς δεν έχει μπορέσει να αποκτήσει μια συνεκτική εικόνα της κρίσης, παλινδρομώντας ανάμεσα σε παιδαριώδεις εκκλήσεις προς το κράτος να εντείνει τα κατασταλτικά μέτρα και αιτήματα της στιγμής, χωρίς μια ευρύτερη θεώρηση του τι συμβαίνει. Θα πρέπει να συνδυάσουμε τις βιολογικές και κοινωνικές πτυχές της κρίσης και να δούμε τις ρίζες της στη δική μας θέση ως εργατικής τάξης8.

Ο ιός που ονομάζεται επίσημα “SARS-CoV-2” και ο οποίος προκαλεί την ασθένεια COVID-19, είναι ουσιαστικά ένα απλό σύνολο οδηγιών κωδικοποιημένων σε μια χημική ουσία που λέγεται RNA, τυλιγμένο σε ένα κάλυμμα φτιαγμένο από πρωτεΐνη. Το κάλυμμα χρησιμοποιείται για την είσοδο στα ανθρώπινα κύτταρα, τα οποία περιέχουν μηχανισμούς που συνήθως χρησιμοποιούνται για την παραγωγή χημικών ουσιών που χρειάζεται το κύτταρο, μηχανισμούς, όμως, που ο ιός μπορεί να χρησιμοποιήσει για να αντιγράψει τον εαυτό του. Τα νέα αυτά αντίγραφα είναι τότε ελεύθερα να διαδοθούν στο σώμα, καταλήγοντας στη βλέννα και το σάλιο, που μπορούν να διαδοθούν μέσω του άερα με τον βήχα, το φτάρνισμα και την ομιλία. Οι ιοί χρειάζοντα τον κυτταρικό μηχανισμό άλλων οργανισμών για να αναπαραχθούν και, συνεπώς, εξαρτώνται από την δυνατότητα διάδοσής τους, σε αυτή την περίπτωση μετάδοσης με σταγονίδια που μεταφέρονται από τον αέρα. Ο υψηλός ρυθμός αναπαραγωγής τους και η έλλειψη πολύπλοκων ελεγκτικών μηχανισμών σημαίνει ότι υπάρχουν πολλά λάθη κατά την αναπαραγωγή τους. Αυτά συνήθως έχουν σαν αποτέλεσμα είτε καμμιά αλλαγή είτε τον θάνατο του ιού, αλλά μερικές φορές οδηγούν στην καλλίτερη προσαρμογή στη διάδοσή τους και συνεπώς η αλλαγή αυτή κυριαρχεί, οδηγώντας σε ένα καινούριο “στέλεχος” του ιού. Αυτό θα συμβαίνει όλο και περισσότερο καθώς ο ιός μεταδίδεται, που είναι και ο λόγος για τον οποίο βλέπουμε περισσότερες καινούριες εκδοχές του ιού όταν αυξάνεται ο ρυθμός μόλυνσης, οδηγώντας σε περαιτέρω αύξηση.

Δεν πρόκειται για μια κρίση που θα πρέπει να την αποδώσουμε σε μια απρόβλεπτη ενέργεια του Θεού. Ούτε είναι πρόβλημα της μιας ή της άλλης ανίκανης κυβέρνησης. Έχουμε δει ότι όλος ο κόσμος τα έχει πάει εξίσου χάλια μπροστά σε ένα πρόβλημα το οποίο είναι εξαιρετικά απλό να αντιμετωπιστεί από μια καθαρά βιολογική άποψη. Κρατώντας, απλά, σε απομόνωση, και μέχρι την παραγωγή ενός εμβολίου, οποιοδήποτε άτομο στο αρχικό σημείο επαφής με την ασθένεια, θα είχε κρατήσει τον φόρο των θανάτων σε ένα ελάχιστο αλλά αυτό ήταν ολοφάνερα αδύνατο στον σύγχρονο κόσμο μας9. Καταλήγουμε λοιπόν σε αυτή την αμφιταλαντευόμενη κατάσταση του κλεισίματος και του ξανανοίγματος, των αναστολών και των απολύσεων, χωρίς ελπίδα ενός ορθολογικού σχεδίου.

Η τρέλλα της αντίδρασης στον ιό είναι απλά μια αντανάκλαση της τρέλλας που περιβάλλει κάθε κομμάτι του τρόπου με τον οποία αναγκαζόμαστε να ζούμε. Βλέπουμε τις τρομακτικές συνέπειές του κάθε μέρα, τώρα περισσότερο από ποτέ, αλλά μας λένε ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Οι ζωές μας διαλύονται από την ύπαρξη της ατομικής ιδιοκτησίας· εξαιτίας της δεν μπορούμε να πετύχουμε τα πράγματα να χρησιμοποιούνται άμεσα για να βοηθηθούν οι άνθρωποι και να ικανοποιούνται οι ανάγκες τους. Αντίθετα, πρέπει να φτιάχνουμε πράγματα για να ανταλλάσσονται στην αγορά έναντι χρημάτων. Από αυτόν τον βασικό παραλογισμό ξεπηδάει το τέρας του κεφαλαίου: χρήμα που παράγει περισσότερο από τον εαυτό του. Αυτό το κάνει ρουφώντας όλο και περισσότερη εργασία από εκείνους που δεν έχουν τίποτα άλλο να πουλήσουν από τα ίδια τα σώματά τους: την εργατική τάξη. Αυτή η ανθρώπινη σχέση που τώρα μας ελέγχει έχει “ρίξει” μαζί τεράστιους αριθμούς ανθρώπων αυξάνοντας την συγκέντρωση της παραγωγής και έχει δώσει ώθηση σε απίστευτες καινοτομίες που έχουν αυξήσει εξαιρετικά την παραγωγικότητά μας. Αλλά τίποτα απ’ όλα αυτά δεν χρησιμοποιείται για να βελτιώσουμε τις ζωές μας ή να μειώσουμε τον χρόνο που χρειάζεται να εργαζόμαστε. Χρησιμοποιούνται ως ένα όπλο για την απομύζηση όλο και περισσότερης αξίας από μας. Εξάλλου – το κεφάλαιο “αυτό δίνει και αυτό αφαιρεί”. Η συνεργασία μας προσκρούει στον ανταγωνισμό που μολύνει κάθε γωνιά του κοινωνικού κόσμου και μας αποτρέπει να πραγματώσουμε το δυναμικό που έχουμε. Αν οι καινοτόμες τεχνολογίες είναι τόσο ακριβές τότε, αντίθετα, θα πρέπει να δουλεύουμε δωδεκάωρες βάρδιες με πρωτόγονες τεχνολογίες, όλα αυτά στην υπηρεσία του κεφαλαίου.

Οι πανδημίες είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στους ανθρώπους και τη φύση αλλά αυτό που ρυθμίζει αυτή την αλληλεπίδραση είναι η σχέση ανάμεσα στα ανθρώπινα όντα, και κάθε κοινωνικός σχηματισμός φέρνει τις δικές του ασθένειες. Πανδημίες πρωτοεμφανίστηκαν όταν αρχίσαμε να εξημερώνουμε ζώα και περάσαμε σε μια καθιστική ζωή. Η ραγδαία αύξηση στην πυκνότητα του ανθρώπινου πληθυσμού και στις επαφές μεταξύ των ανθρώπων και άλλων ειδών δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για το πέρασμα ασθενειών από το ένα είδος στο άλλο. Από τα ίδια τα ζώα πήραμε την φυματίωση, την ευλογιά και το κοινό κρυολόγημα ενώ η συγκέντρωση σκουπιδιών στα ποτάμια μας έδωσε την πολυομυελίτιδα και τον τυφοειδή πυρετό, ενώ προσέλκυσε και έντομα που μετέφεραν την ελονοσία. Η διατροφή μας σταδιακά βασίστηκαν υπερβολικά σε μονοκαλλιέργειες φυτών με άμυλο όπως το σιτάρι επειδή μεγάλωναν πιο αποτελεσματικά, προκαλώντας ασθένειες από έλλειψη βασικών διατροφικών στοιχείων10 όπως η μείωση βάρους στα βρέφη και τα παιδιά από υποσιτισμό11 και το σκορβούτο. Η ιστορία των αρχαίων κοινωνιών είναι γεμάτη με άγνωστες μάστιγες που περιοδικά διέτρηαν κοινότητες τελικά εξοντώνοντάς τες, προκαλούμενες από τις γρήγορα αναπτυσσόμενες εμπορικές συνδέσεις που δημιουργούσε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ο περίπλους του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας και η ανακάλυψη της Αμερικής δημιούργησαν τη βάση για την παγκόσμια αγορά και τον καπιταλισμό αλλά ήταν ταυτόχρονα και μια βιολογική καταστροφή. Ο Παλιός Κόσμος έδωσε στον Νέο την ευλογιά και την ιλαρά, σκοτώνοντας ανάμεσα στο ένα τρίτο έως τον μισό πληθυσμό των ντόπιων· σε “αντάλλαγμα” ο Παλιός Κόσμος απέκτησε τη σύφιλη. Ανάμεσα στα αποικιοκρατικά λάφυρα που η Βρετανία επέστρεψε στους κατοίκους της από την Ινδία τον 19ο αιώνα ήταν η ενδημική χολέρα· οι συνθήκες για την εγχώρια αγγλική εκδοχή δημιουργήθηκαν από τη βιομηχανοποίηση και την υποβολή των μαζών σε απερίγραπτη φτώχεια και βρωμιά. Κάναμε τεράστια βήματα στην θεραπεία μολύνσεων τους τελευταίους δύο αιώνες αλλά το μόνο που αυτό σήμαινε ήταν η αυξανόμενη κυριαρχία των λεγόμενων “ασθενειών της ευημερίας”: καρκίνος, στεφανιαία νόσος, υπέρταση, διαβήτης κλπ. Όλες σχετιίζονται με το στρες και την κακή διατροφή που προκαλούνται από την εκμετάλλευσή μας και τον απάνθρωπο τρόπο με τον οποίο ζούμε. Και αυτή η αρρώστια [ο κορωνοϊός] δεν είναι διαφορετική.

Είναι μια τακτική των ΜΜΕ να διαχωρίζουν την “φυσική” κρίση από την “οικονομική”, είτε για να ισχυριστούν για την ανάγκη του ανοίγματος είτε για την ανάγκη να επιβληθεί και πάλι κλείσιμο. Αλλά η διάκριση αυτή είναι ψευδής: η πανδημία είναι απλά η τελευταία πράξη σε μια βαθύτερη κοινωνική κρίση του πώς παράγουμε τον κόσμο και τους εαυτούς μας. Οι αντιδραστικοί ρίχνουν την ευθύνη για τον ιό σε μια ιδιαίτερη “διαστροφή” της Κίνας (ή, ακόμα καλλίτερα, της “κομμουνιστικής” Κίνας!) αλλά οι “υγρές” αγορές από τις οποίες ξεπήδησε ο ιός συνδέονται άρρηκτα με τις ανάγκες τη καπιταλιστικής γεωργίας. Από τη δεκαετία του 1990, οι μικρομεσαίοι αγρότες στην Κίνα έχουν στριμωχτεί από τις longtou qiye – βιομηχανικές κοινοπραξίες παραγωγής τροφίμων. Οι κοινοπραξίες αυτές έριξαν τις τιμές σε τέτοιο σημείο που οι μικρότερες φάρμες δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν. Πολλοί καταστράφηκαν ολοσχερώς μέχρι που βρήκαν μια εναλλακτική: την εκτροφή άγριων και εξωτικών ζώων για μικρές αγορές τροφοδοσίας των εύπορων Κινέζων. Η συνεχής εισβολή στους βιότοπους αυτών των ζώων και η συγκέντρωσή τους στις υγρές αγορές ήταν μια πυριτιδαποθήκη για το πέρασμα ασθενειών μεταξύ των ειδών αλλά παρόμοιες τάσεις υπάρχουν σε κάθε μέρος της παγκόσμιας αγοράς. Δεν είναι παρά μια συγκεκριμένη συνέπεια του παγκόσμιου τρόπου παραγωγής και δίνουμε λεπτομέρειες για το πώς για παράδειγμα δουλεύει η Tesco στις εργατικές έρευνες στα βιβλία μας12. Η αδηφάγα ανάγκη του κεφαλαίου να αυξηθεί χωρίς καμμιά αναφορά στις ανάγκες του ανθρώπινου είδους οδηγεί στην καταστροφή του περιβάλλοντος γενικά: την επέκταση σε κάθε “τρύπα” του πλανήτη, την κολοσσιαία σπατάλη γης και πόρων, τη θυσία της μακροπρόθεσμης γονιμότητας του εδάφους, την συγκέντρωση ανθρώπων σε πυκνοκατοικημένα αστικά κέντρα, και την επιδείνωση της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Οι καμπάνιες της αστικής τάξης για “βιωσιμότητα” δεν θα σταματήσουν ποτέ αυτή την καταστροφή (γιατί τι άλλο λένε να “διατηρηθεί” εκτός από το κεφάλαιο;) και δεν πρόκειται ποτέ να λάβουν υπόψιν πώς επηρεάζουν τους εργάτες οι ενέργειές της. Η απώλεια της βιοποικιλότητας που προκύπτει, όλα στην υπηρεία του κέρδους, θα προκαλέσει αναπόφευκτα περισσότερες πανδημίες γιατί αυτά τα είδη που επιβιώνουν θα παίξουν τον ρόλο ξενιστών για όλο και περισσότερα παθογόνα.

Οι απάνθρωποι νόμοι του κεφαλαίου που οδήγησαν στην εμφάνιση του ιού μάς παρουσιάζονται σαν νόμοι της φύσης και είναι η δικαιολογία των κρατών για τα μπρος-πίσω. “Θέλουμε να σώσουμε ζωές”, λένε, “αλλά όχι εις βάρος του βιοπορισμού”. Κανένας από τους πολιτικούς ή τους απατεώνες δεν αναγνωρίζει ποτέ τη βαρβαρότητα ενός κόσμου στον οποίον αυτά τα δύο είναι αντιτιθέμενα. Αποστερημένοι από την εξουσία και την πληροφορία που χρειάζονται για να πάρουμε αποφάσεις για τη ζωή μας γενικά και για την υγεία μας ειδικότερα, εξαναγκαζόμαστε να κάνουμε οποιεσδήποτε σκατοδουλειές μπορούμε να βρούμε και μας λένε να αφήσουμε τα πάντα στο κράτος. Ο σκοπός του βρετανικού κράτους είναι να εκπροσωπήσει τα συμφέροντα του κεφαλαίου, η φορολόγηση και ο δανεισμός του οποίου το κρατάνε δουλοπρεπές, αλλά διαφορετικά τμήματα του κεφαλαίου έχουν διαφορετικά συμφέροντα. Το βιομηχανικό κεφάλαιο και το κεφάλαιο που είναι προσδεμένο σε βασικές υπηρεσίες, όπως τα σουπερμάρκετ και η γεωργία, έχουν σε μεγάλο βαθμό εξαιρεθεί από το να θέσουν σε αναστολή τους εργάτες τους οπότε μπορούν να αντέξουν lockdown μεγάλης διάρκειας έχοντας το μυαλό τους στην επιστροφή τελικά στο κανονικό εμπόριο. Από την άλλη πλευρά, το κεφάλαιο που κινείται στην φιλοξενία, τον τουρισμό, την εμπορική αεροπλοΐα κλπ. έχει βαλθεί με κάθε τρόπο να διασφαλίσει όσο το δυνατόν πιο σύντομα lockdown για να αποτρέψει την απώλεια κερδών ή ακόμα και τη χρεοκοπία. Παρόμοια, οι ιδιοκτήτες αντιμετωπίζουν τις καταστοφικές συνέπειες της δυνατότητας που έχει δοθεί στους ενοικιαστές τους να καθυστερήσουν τις πληρωμές τους ή ακόμα και να τις γλυτώσουν εντελώς, οπότε συμμετέχουν στον χορό που ζητά μια χαλάρωση στους περιορισμούς. Οι μεσοαστοί ιδιοκτήτες επιχειρήσεων και οι μάνατζερ είναι κάτω από μεγάλη πίεση και μεγάλα τμήματά τους έχουν ήδη “βουλιάξει” στην εργατική τάξη. Όλες αυτές οι ομάδες εκπροσωπούνται στο κοινοβούλιο και οι σκληρές αντιπαραθέσεις, τα πισωγυρίσματα, οι αργές εκκινήσεις, οι οδηγίες χωρίς νόημα κλπ. είναι η διαδικασία με την οποία το κεφάλαιο διαπραγματεύεται με τον εαυτό του. Ενώ φαίνεται να είναι μια δύναμη που στέκεται πάνω από την κοινωνία, στην πραγματικότητα το κράτος κυριαρχείται από τα συμφέροντα του κεφαλαίου ακόμα και όταν αυτά συγκρούονται με τα συμφέροντα της ανθρωπότητας.

Το κράτος “πλασάρει” τώρα το “φοβερό” πρόγραμμα εμβολιασμού σαν παγώνι που καμαρώνει. Αυτό που αφήνει απ’ έξω είναι η τεράστια ανισότητα στην κατανομή των εμβολίων που είναι προς όφελος των πιο αναπτυγμένων καπιταλιστικών εθνών. Οι φτωχότερες χώρες θα παραμείνουν ένας χώρος για την διάδοση και τις μεταλλάξεις του ιού, τελικά σε στελέχη με ανοσία σε οποιοδήποτε εμβόλιο, συνεχίζοντας να μολύνουν και πάλι τον κόσμο. Αυτό συμβαίνει επειδή ένας μικρός αριθμός εταιρειών στηρίζεται στην εξασφάλιση της αγοράς φαρμάκων μέσω της προστασίας των πατεντών, και την δυνατότητα επίτευξης υψηλών κερδών στην περίοδο σπάνης [των εμβολίων]. Η πληροφορία που χρειάζεται για την παραγωγή των εμβολίων πωλείται τότε μόνο σε απαγορευτικά υψηλό κόστος σε άλλες ιδιωτικές εταιρείες, όπως το Ινστιτούτο Serum στην Ινδία, που μπορούν τότε να συμμετάσχουν στα κέρδη. Μια παγκόσμια προσέγγιση είναι ο μοναδικός τρόπος για την άρση του κινδύνου γι’ αυτήν αλλά και μελλοντικές πανδημίες, αλλά αυτό είναι αδύνατον σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από τα κατακερματισμένα συμφέροντα της ιδιωτικής βιομηχανίας και των εθνών-κρατών.

Η μόνη πραγματική λύση σε πανδημίες όπως αυτή είναι ο πλήρης μετασχηματισμός του κόσμου στον οποίο ζούμε. Μια μόνο ανθρώπινη κοινότητα, με ένα ενιαίο μέσο λήψης αποφάσεων και που θα παράγει αυτά που χρειαζόμαστε για να επιβιώσουμε. Μια κοινότητα στην οποία τα ιδιωτικά συμφέροντα που οδήγησαν στην ανάδυση του ιού και εξολόθρευσαν αυτούς που μολύνθηκαν δεν θα υπάρχουν πια. Αυτή δεν είναι μια ουτοπία φανατικών ούτε είμαστε κάποια αίρεση με ανομολόγητα κίνητρα. Είμαστε εργάτες που έχουμε συνειδητοποιήσει ότι αν ενωθούμε και παλέψουμε για τα δικά μας συμφέροντα τότε δεν θα χρειαζεται να ζούμε μ’ αυτόν τον τρόπο. Αυτή η πάλη ξεκινά με μια ανάλυση του πού βρισκόμαστε.

Η εμπειρία της εργατικής τάξης στην καραντίνα

Για κάποιους η πανδημία και το lockdown που έχει προκύψει είναι η πιο βίαιη αλλαγή που έχουν βιώσει στην καθημερινή τους ζωή, ενώ για άλλους έχει απλά εντείνει την αμείλικτη εκμετάλλευσή τους. Κάποιοι έχουν νιώσει να ελαφραίνουν τα βάρη τους, παρ’ όλα αυτά άλλοι έχουν έρθει αντιμέτωποι με ακόμα πιο εξουθενωτικές συνθήκες από ποτέ άλλοτε. Οι διαφορετικές αντιδράσεις στο lockdown με βάση τη δουλειά, την ηλικία και το φύλο έχουν γίνει αισθητές έντονα στην τάξη και πρέπει να τις αναλογιστούμε όπως και να αναγνωρίσουμε ότι διαφορετικά τμήματα της τάξης έχουν διαφορετικά συμφέροντα. Αλλά αυτές οι στιγμιαίες διαφορές είναι μόνο η εξωτερική εμφάνιση της κοινής μας εκμετάλλευσης και μπορούμε να προχωρήσουμε προς τα μπρος μόνο ως μια ενιαία τάξη.

Πριν από το πρώτο lockdown, ψίθυροι για την επερχόμενη πανδημία είχαν ήδη φτάσει τη Βρετανία αλλά λίγοι έδωσαν προσοχή. Μερικοί εργάτες είχαν αρχίσει να εφαρμόζουν τις δικές τους διαδικασίες ασφαλείας όταν η διεθνής κατάσταση έγινε πιο διαφανής, αλλά οι περισσότεροι αποκοιμίζονταν με μια ψεύτικη αίσθηση ασφαλείας από την απάθεια των διευθυντών και του κράτους. Όλα αυτά άλλαξαν όταν η κυβέρνηση κήρυξε το πρώτο lockdown. Η σοβαρότητα του Covid-19 τονίστηκε στην εργατική τάξη όπως και σε όλους τους άλλους αλλά σε αντίθεση με τα διευθυντικά στελέχη γραφείου που μπορούσαν να δουλέψουν από το σπίτι, πολλοί από μας έπρεπε να συνεχίσουμε όπως και πριν. Τα αφεντικά μας αντέδρασαν στην κρίση αγνοώντας τους υγειονομικούς περιορισμούς όποτε ήταν εφικτό και αξιοποιώντας τους όταν μπορούσαν.

Ακούσαμε από εργάτες της Amazon ότι αναγκάστηκαν ρητά να εργαστούν συνωστισμένοι σε πλέγματα μόνο και μόνο για να δεχτούν “κόκκινες κάρτες” και να δεχτούν επιπλήξεις από “δίμετρους Ναζί” που η δουλειά τους είναι να περπατάνε αστυνομεύοντας με δίμετρα ραβδιά. Στα σουπερμάρκετ, εργάτες είχαν πολύ λιγότερες ώρες να ετοιμαστούν για τα αυθαίρετα διευρυμένα ωράρια και στα Βασιλικά Ταχυδρομεία εργάτες δέχτηκαν εντολές να μην μοιράζονται τα βανάκια για να αποφύγουν την κοινωνική επαφή – ενώ στη συνέχεια έπρεπε να χρησιμοποιήσουν τις δημόσιες συγκοινωνίες! Τα υγειονομικά μέτρα προστασίας λαμβάνονταν πιο σοβαρά σε μέρη που έρχονται σε επαφή με πελάτες άμεσα όπως τα εστιατόρια και τα καταστήματα αλλά συχνά, πίσω από τη βιτρίνα αγνοούνταν εντελώς, με τους εργάτες να ακούνε να πάνε απλά στο σπίτι τους αν δεν αισθάνονταν ασφαλείς. Πολλοί εργάτες που κόλλησαν Covid ή είχαν επαφή με κάποιον που κόλλησε τους ειπώθηκε να πάνε παρ’ όλα αυτά στη δουλειά. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι τόσοι πολλοί εργάτες έφτασαν να δυσπιστούν για την πανδημία όταν αυτή είναι η φάρσα που βλέπουν καθημερινά· το κεφάλαιο έχει χρησιμοποιήσει την υγεία τους σαν όπλο εναντίον τους.

Στο ΕΣΥ βασίλευε η σύγχυση. Ο σωβινισμός πίσω από την περηφάνεια για το “δικό μας ΕΣΥ” συσκοτίζει την έκταση στην οποία η “κοινωνικοποιημένη” υγειονομική περιίθαλψή μας κυριαρχείται από τα συμφέροντα της αγοράς και το γεγονός ότι εκμεταλλεύεται το ίδιο αισχρά τους εργαζόμενούς της όπως κάθε άλλη ιδιωτική εταιρεία. Η διαίρεση του ΕΣΥ σε διάφορα Trust και CCGS, που λειτουργούν σαν ανεξάρτητες εταιρείες με τους δικούς τους προϋπολογισμούς και δυνατότητες λήψης αποφάσεων σήμαινε ότι δεν υπήρχαν ξεκάθαρες κατευθύνσεις προς τους υγειονομικούς “από τα πάνω”. Από έναν φοιτητή της νοσηλευτικής ακούσαμε για τη σύγχυση σχετικά με το αν τους επιτρεπόταν να εφαρμόζουν CPR σε ασθενείς με Covid. Στους εργάιτες υγείας δεν τους δινόταν επιπλέον χρόνος για να εφαρμόζουν τα αυστηρά νέα υγειονομικά πρωτόκολλα, συχνά εξαναγκάζονταν να κάνουν υπερωρίες για να καλύπτουν το κενό ασθενών συναδέλφων άσχετα από το αν είχαν τα προσόντα ή όχι, χρόνιες ελλείψεις προσωπικού, εξοπλισμού προσωπικής προστασίας (PPE) δεν τέθηκαν ποτέ προς αντιμετώπιση και πολλοί από αυτούς πάσχουν τώρα ψυχολογικά από την ένταση αυτών που έχουν βιώσει.

Αυτό δεν σημαίνει ότι όσοι έμειναν κολλημένοι στο σπίτι πέρασαν πιο εύκολα. Η αρνητική για το ηθικό συνέπεια να μην μπορεί κανείς να βγει από το σπίτι σε συνδασμό με το βλοσυρό βλέμμα των διευθυντών που δεν είχαν τίποτα άλλο να κάνουν έχει υπάρξει μια τεράστια πηγή στρες. Πολλές δουλειές που γίνονταν από το σπίτι ήταν σχεδόν αδύνατον να γίνουν με αυτό τον τρόπο και οι εργάτες συχνά δεν έπαιρναν καμμιά οδηγία για το πώς θα μπορούσαν να ανταπεξέλθουν. Εργάτες με παιδιά (και συχνά ήταν οι γυναίκες αυτές που αναμενόταν να κάνουν την έξτρα δουλειά) ήταν σε μια διπλά δύσκολη θέση να πρέπει την ίδια στιγμή και να δουλέψουν και να φροντίσουν τα παιδιά. Χωρίς πρόσβαση σε δίκτυα υποστήριξης από φίλους, με ευάλωτους παπούδες και γιαγιάδες, και χωρίς βοήθεια από ολόκληρο το φάσμα των μηχανισμών όπως τα προγραμματισμένα παιχνίδια μεταξύ των παιδιών13, προγεύματα, και διάφορα κλαμπ μετά το σχολείο, που επέτρεπαν στις γυναίκες να πάνε στη δουλειά τους, η ευθραυστότητα της εργατικής οικογένειας φάνηκε γυμνή. Η ενδοοικογενειακή βία αυξήθηκε και, σε πολλές περιπτώσεις, οι γυναίκες βρήκαν δυσκολότερο το να ξεφύγουν από αυτήν από ποτέ.

Μετά το lockdown, η επιστροφή από την “αναστολή” ήταν σπασμωδική. Μερικές εταιρείες συνειδητοποίησαν είτε ότι δεν θα μπορούσαν να κρατήσουν τόσους εργάτες όσους και πριν είτε ότι δεν τους χρειάζονταν καταρχάς στην πραγματικότητα. Ακούσαμε για πολλές προσχεδιασμένες απολύσεις, ακυρωμένες βάρδιες και μειωμένα ωράρια. Οι στρατηγικές που χρησιμοποιήθηκαν από το κεφάλαιο για να σφίξει το ζωνάρι του μετά την άμεση κρίση έπληξαν αναπόφευκτα σκληρότερα την εργατική τάξη: πετσόκομα μισθών, μείωση επιδομάτων, αυξημένα ωράρια και εντατικοποίηση της δουλειάς. Αυτό που μένει να δούμε είναι πώς θα αντιδράσουμε.

Αγώνες στη διάρκεια της καραντίνας

Τα συνδικάτα ήταν σχεδόν άχρηστα στη διάρκεια της κρίσης. Τα περισσότερα εξέφραζαν στα λόγια την υποστήριξη στις επιθέσεις που δέχονταν οι εργάτες αλλά απέτυχαν να οργανώσουν οποιαδήποτε δράση ή να πάρουν οποιαδήποτε μέτρα για να την αποτρέψουν. Η CWU ακύρωσε ακόμα και μια απεργιακή δράση στις πρώτες μέρες της πανδημίας για να βοηθήσει στην “εθνική έκτακτη ανάγκη”14. Μερικοί κλάδοι της UCU απαγόρευσαν κάποιες σοβαρές διαμαρτυρίες ενάντια στις μαζικές απολύσεις των εργατών που είχαν νοσήσει επιτρέποντας μόνο διαμαρτυρίες με όχι περισσότερα από έξι άτομα15. Η υποτιθέμενη επιθυμία τους να “σεβαστούν την κοινωνική αποστασιοποίηση” έγινε ακόμα πιο γελοία όταν νοσηλευτές/τριες κατάφεραν να κάνουν πορεία κατά εκατοντάδες με ασφάλεια. Πιο συνηθισμένες ήταν μικρές δράσεις συλλογικής δράσης από ανεξάρτητη πρωτοβουλία: στην Amazon μερικοί εργάτες ενώθηκαν για να διεκδικήσουν περισσότερες βάρδιες, στο Wetherspoons εργάτες αποφάσισαν να αυτο-απομονωθούν και να απαιτήσουν πλήρη πληρωμή αφότου ένας συνάδελφός τους διαγνώστηκε θετικός16. Σε διάφορους εργασιακούς χώρους υπήρξε μια αυθόρμητη επαναδιευθέτηση των εργασιακών καθηκόντων για να καλυφθεί το κενό αυτών που έλειπαν επειδή είχαν νοσήσει. Αυτές οι δράσεις, όμως, ήταν λίγες και αραιές μεταξύ τους· το γενικό αίσθημα είναι αυτό μιας παθητικής αποδοχής. Όπως το έθεσε ένας εργατης: “ο κόσμος είναι εξαγριωμένος αλλά επίσης και εξουθενωμένος, δεν ήθελε επιπλέον καυγάδες”. Υπήρξαν, όμως, δυο αξιοσημείωτοι αγώνες στην περίοδο της πανδημίας στους οποίους ήμασταν παρόντες: στο Heathrow και στο Tower Hamlets17.

Στις 3 Ιουλίου του 2020 το [δημοτικό συμβούλιο του] Tower Hamlets απέλυσε και επαναπροσέλαβε 4000 δημοτικούς υπαλλήλους – εναρκτήρια ομοβροντία της επίθεσης που αποκάλεσε “Βραβεία του Tower Hamlets” και την οποία τα θύματά της ήξεραν ως “Ληστεία του Tower Hamlets”. Οι καινούριες συμβάσεις τυποποίησαν τις στρατηγικές που το κεφάλαιο χρησιμοποιεί τώρα για να μειώσει τα εργατική κόστη και να επαναεπιβάλλει την πειθάρχηση [των εργατών] σε ολόκληρη τη Βρετανία και ακόμα πιο πέρα: περικοπή των εξόδων μετακίνησης και ευέλικτη εργασία, αναπροσαρμογή των μισθολογικών κλιμακίων και δραματική περικοπή των αποζημιώσεων απόλυσης. Η απάντηση, από την άλλη πλευρά, ήταν η πρώτη μεγάλης κλίμακας οργανωμένη απώθηση από δημοτικούς υπαλλήλους στην Αγγλία. Από τα τέσσερα συνδικάτα με παρουσία στον Δήμο μόνο η UNISON αποφάσισε να απεργήσει και η αρχική απεργιακή δράση εννέα ημερών, μοιρασμένων στο διάστημα δύο μηνών, που εν τέλει πραγματοποίησε, απείχε παρασάγγας από την απεργία διαρκείας που είχαν ψηφίσει τα μέλη τον Φεβρουάριο18. Παρ’ όλα αυτά, πήραμε πολύτιμα μαθήματα από το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα και τις συζητήσεις που είχαμε στους απεργιακούς αποκλεισμούς19.

Γύρω στους 1500 εργάτες σε ολόκληρο τον Δήμο δέχτηκαν κάλεσμα στην απεργία και τα παράπονά τους εκτείνονταν πολύ πιο πέρα από τα “Βραβεία Tower”. Hot desking arrangements, καταβολή αποζημιώσεων για εργασιακά έξοδα, διευθυντικός εκφοβισμός, εντεινόμενος φόρτος στη δουλειά και η αύξηση της γραφειοκρατίας ήταν όλα κίνητρα και, αναμφίβολα, τα πιο βασικά για πολλούς. Το γεγονός ότι αυτά τα ζητήματα υπάρχουν παντού ίσως να είναι υποσχόμενο αν μπορούν να παρακινήσουν τους εργάτες σε δράση. Επιπλέον, η αντίδραση στην πικετοφορία από τους ντόπιους στον δρόμο ήταν θετική, με πολλούς να προσφέρουν ηθική στήριξη παρά την έλλειψη επίγνωσης για τις απεργίες και τον σκοπό τους. Το ουσιαστικό πρόβλημα στην καρδιά των απεργιών ήταν η έλλειψη οργάνωσης, μια έλλεψη που συντηρούνταν και επιβαλόταν από το συνδικάτο. Επειδή οι εργάτες ήταν στα σπίτια τους, η διατήρηση της ακεραιότητας της απεργίας ήταν εξαιρετικά δύσκολη: πολλοί εργάτες αναπλήρωναν τις ημέρες της απεργίας δουλεύοντας περισσότερο πριν και μετά από αυτήν, ή διεκπεραίωναν καθήκοντας που πίστευαν ότι ήταν “ουσιώδη” και άφηναν την χαρτοδουλειά. Δεν ήταν επίσης ξεκάθαρο καν αν οι εργάτες έχαναν μεροκάματα απεργώντας.

Με εξαίρεση ένα τμήμα εργαζόμενων στις υπηρεσίες κοινωνικής εργασίας που παρέκαμψαν το συνδικάτο και πέτυχαν υψηλότερες αμοιβές, δεν υπήρξε καμμιά ανεξάρτητη οργάνωση των εργατών. Η UNISON είχε μονοπωλήσει τον χώρο για οργάνωση σε τέτοιο βαθμό που το να προσεγγίσει κανείς συναδέλφους χωρίς να είναι εκπρόσωπος του σωματείου στον Δήμο ήταν αδύνατον, και η μαχητικότητα των ίδιων των εκπροσώπων συναντούσε σθεναρή αντίδραση. Η απάθεια και η παθητικότητα των εργατών δεν είναι μια αδυναμία στάσης, όπως πιστεύουν κάποιοι, αλλά το αποτέλεσμα μιας κατάστασης πραγμάτων που που συντηρείται και κατασκευάζεται από τα ίδια τα συνδικάτα. Μπορούν τα ίδια να προσυπογράψουν μόνο συμβολική δράση, τρέμοντας τον νόμο και την απώλεια χρημάτων, και όσο πιο ψηλά ανεβαίνεις [στην συνδικαλιστική ιεραρχία] τόσο χειρότερα είναι τα πράγματα. Σέρνονται απρόθυμα, περιορίζουν τις μέρες απεργίας, αντικαθιστούν την απεργία με διαμαρτυρίες και αποθαρρύνουν τα μέλη τους μέχρι που να μην τους έχει απομείνει καθόλου ενέργεια για να παλέψουν. Δεν έχουν καν κανέναν αξιοπρεπή μηχανισμό για την επικοινωνία μεταξύ των εργατών· ο κόσμος αναγκαζόταν να χρησιμοποιεί τις ομάδες στο WhatsApp, που παρακολουθούνται πολύ εύκολα, ή ακόμα και το εταιρικό ηλεκτρονικό ταχυδρομείο! Βασικές αποτυχίες όπως αυτές θα υπονομεύσουν οποιαδήποτε προσπάθεια εργατικής οργανωσης και πρέπει να είμαστε ικανοί να αναπτύξουμε τις δικές μας μεθόδους για να τις ξεπεράσουμε.

Η εμπορική αεροπλοΐα είναι από τους μεγάλους χαμένους της πανδημίας, αλλά φαίνεται ότι έχει βρει παρηγοριά επιτιθέμενη στους μισθούς και τις εργασιακές συνθήκες. Το Heathrow και η British Airways εμφανίστηκαν με καινούριες συμβάσεις και τακτικές “απόλυσης-και-επαναπρόσληψης” και έχουν συναντήσει θαρραλέα αντίθεση από τους εργάτες. Οι εργάτες στο Heathrow απήργησαν για τέσσερις μέρες στις αρχές Δεκεμβρίου και οι εργάτες στη μεταφορά των εμπορικών φορτίων στην BA για εννιά μέρες στην περίοδο των Χριστουγέννων. Και οι δυο απεργίες καθοδηγήθηκαν από την Unite, και η αντιμετώπιση που βρήκαμε στον χώρο δουλειάς ήταν ενθαρρυντική20. Οι εργάτες δεν ξεγελάστηκαν από τις υποτιθέμενες “αυξήσεις μισθών”, που έκρυβαν τις περικοπές στις ετήσιες αποδοχές τους, και υπήρχε ένα αξιοθαύμαστο επίπεδο αλληλεγγύης. Δεν ήθελαν μεγαλύτερους μισθούς σε βάρος των απολυμένων συναδέλφων τους και αρκετοί μεγαλύτεροι εργαζόμενοι θέλησαν να δώσουν το παράδειγμα για τους νεώτερους συναδέλφους τους αλλά και για τους εργαζόμενους αλλού. Οι εργαζόμενοι στο κάργκο, ιδιαίτερα, δημιούργησαν τεράστιο κύμα συμπαράστασης και η επιθυμία από διάφορα μέρη για να βρεθούν τρόποι σύνδεσης και υποστήριξης των συναδέλφων ήταν υπέροχη.

Κάτι που κάνει ακόμα πιο απίστευτο ότι αυτές οι απεργίες δεν κατευθύνονταν από κανέναν – παρά το γεγονός ότι και οι δύο είχαν οργανωθεί από το ίδιο συνδικάτο! Η Unite έβαλε τις ψηφοφορίες για τα δυο ζητήματα σε διαφορετικούς χρόνους ώστε να μην συμπέσουν, κάτι που ήταν μεγαλειώδης αποτυχία ευθύς εξαρχής. Πολύς κόσμος δεν ήξερε καν ότι στο Heathrow υπήρχε απεργία ενώ αυτή ήταν σε εξέλιξη! Σε όλη τη διάρκεια του αγώνα η Unite έμοιαζε να ασχολείται περισσότερο να φλερτάρει με τα ΜΜΕ, που αναπόφευκτα ήταν εχθρικά απέναντι στο συνδικάτο, και να ποστάρει φωτογραφίες του Grinch21 από το να οργανώνει τα μέλη της. Είχε ήδη καθυστερήσει τις απεργίες στο Heathrow μέχρι την ημέρα που οι καινούριες συμβάσεις τέθηκαν σε ισχύ, και τότε σταμάτησε τις προσπάθειες απευθείας διαλόγου με τον κόσμο που περιφρουρούσε την απεργία. Και στις δυο απεργίες δεν ήταν ξεκάθαρο σε ποιον βαθμό είχαν κάποια επίπτωση στις εταιρείες, γεγονός που εκπλήσσει αν δει κανείς οτι η Cargo είναι αυτή τη στιγμή το μοναδικό τμήμα της BA που έχει επιστρέψει στην κερδοφορία. Είναι βέβαιο τώρα ότι τρίτες εταιρείες, όπως η Dnata και η Menzies, χρησιμοποιήθηκαν για να σπάσουν την απεργία αλλά θα έπρεπε να έχει προνοηθεί ήδη μια στρατηγική γι’ αυτό το ενδεχόμενο22. Η αδυναμία των συνδικάτων για συντονισμό μεταξύ διαφορετικών εργασιακών χώρων είναι ίσως το μεγαλύτερο εμπόδιο για πραγματικές επιθέσεις στο κεφάλαιο και το γεγονός ότι δεν μπορούσαν να το καταφέρουν αυτό για δυο εργασιακούς χώρους στο ίδιο φυσικό κτίριο είναι καταδικαστικό. Το Heathrow μπόρεσε ακόμα και να “εξαγοράσει” τους εργαζόμενους στην Ασφάλεια των τερματικών σταθμών από το να απεργήσουν χωρίς καν να αυξήσει τους μισθούς τους.

Αυτό που είναι καθαρό και από τα δυο αυτά παραδείγματα, καθώς και τις διάφορες δράσεις που έλαβαν χώρα αλλού, είναι ότι υπάρχει πραγματικό δυναμικό για περαιτέρω αγώνες. Η ζύμωση και η ώθησή τους για να προχωρήσουν θα είναι μια μάχη από μόνη της αλλά δεν μπορούμε να τους εξαπολύσουμε παρά μόνο αν ξέρουμε τα εμπόδια. Κάποια εμπόδια, όπως το “κόλλημα” στο σπίτι, ήταν αναπόφευκτα αλλά θα μπορούσαν να έχουν ξεπεραστεί αν δεν έπαιζαν ρόλο κάποια άλλα βαθύτερα ζητήματα. Το πρώτο είναι η χαμηλή αυτοπεποίθηση: οι εργάτες ξέρουν ότι γαμιούνται αλλά δεν νιώθουν ότι μπορούν να κάνουν κάτι γι’ αυτό. Παίρνοντας όλα τα παραδείγματα και αντλώντας συμπεράσματα για το πού πέτυχαν και για τα λάθη που μπορούν να διορθωθούν είναι, σ’ αυτό το σημείο, ζωτικής σημασίας όπως και το να βρεθούν κοινά κίνητρα. Το δεύτερο είναι μια έλλειψη οργάνωσης και ενότητας. Τόσο μέσα όσο και έξω από τα συνδικάτα, πρέπει να δουλέψουμε ώστε να διασφαλιστεί ότι οι εργάτες μπορούν να συντονιστούν μεταξύ τους και να επικοινωνήσουν σε όλη την έκταση μιας εταιρείας. Πρέπει επίσης να γενικεύσουμε τις δραστηριότητές μας, δημιουργώντας όπου είναι δυνατόν συνδέσεις με άλλους εργάτες, άλλους εργασιακούς χώρους ακόμα και άλλες χώρες: ο μόνος τρόπος να σταματήσουμε την απεργοσπασία είναι να κινηθούμε ως μια τάξη. Και πάνω απ’ όλα, δεν μπορεί να είμαστε πάντα στην άμυνα. Αργά ή γρήγορα, θα πρέπει να προχωρήσουμε πιο πέρα από τη διαχείριση της παρακμής μας.

Από τη στιγμή που θα κοιτάξουμε πέρα από τα εθνικά μας σύνορα, θα δούμε ότι σε ολόκληρο τον κόσμο εργάτες αγωνίζονται παρά ή ακριβώς εξαιτίας της πανδημίας. Αυτό ξεκίνησε με μια σειρά άτυπων κινήσεων “εγκατάλειψης της δουλειάς” από εργάτες της αυτοκινητοβιομηχανίας στην Ιταλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες τον Μάρτιο του 2020 που ζητούσαν το προσωρινό κλείσιμο των εργοστασίων τους. Είδαμε συλλογικές δράσεις των εργαζόμενων στα νοσοκομεία σε πολλές χώρες ενάντια στην έλλειψη υγειονομικών συνθηκών και ασφάλειας καθώς και στα χαμηλά επίπεδα στελέχωσης. Στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν η συλλογική συμμετοχή χιλιάδων δασκάλων που ανάγκασε την κυβέρνηση να αναθεωρήσει το άνοιγμα των σχολείων στις αρχές του 2021. Υπάρχει ένα μονοπάτι προς τα μπρος.

Συμπέρασμα

Τυπικά, οι αριστερές ομάδες τελειώνουν τις μπροσούρες τους με ένα σύνθημα που το έχουν σκεφτεί από πριν ή κάποια τακτική που η εργατική τάξη θα πρέπει να υιοθετήσει για να βγει από την όποια δύσκολη θέση βρίσκεται αυτή τη στιγμή. Στεκόμενοι εντελώς αποσπασμένοι, μουρμουρίζουν και αναστενάζουν για την ανικανότητά μας να ακούσουμε τα σοφά τους λόγια. Βάζοντας στην άκρη το γεγονός ότι οι προτάσεις τους είναι συνήθως εντελώς παράλογες, χάνουμε την ουσία. Η εργατική τάξη θα είναι στην αιχμή της όποιας κρίσης ταρακουνά τον καπιταλισμό και ο μόνος τρόπος για να έχουμε οποιαδήποτε σοβαρή πιθανότητα να επιβιώσουμε και να αλλάξουμε τον κόσμο είναι να σταθούμε ενωμένοι σαν μια τάξη. Μια πραγματική οργάνωση των εργαζόμενων, μέσα στην οποία θα μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε και να συντονιστούμε, θα ήταν ικανή να επεξεργαστεί τη σωστή κατεύθυνση δράσης – και να μας επιτρέψει να την υλοποιήσουμε. Το καθήκον μας είναι να οικοδομήσουμε αυτή την οργάνωση, να συνδέσουμε τους ετερογενείς, στιγμιαίους αγώνες σε μια παγκόσμια πάλη για την χειραφέτηση όλων μας. Μια επανάσταση της εργατικής τάξης – η ανάληψη του ελέγχου των νοσοκομείων, των αγροκτημάτων, των εργοστασίων, των σταθμών παραγωγής ενέργειας από αυτούς που τα δουλεύουν δεν είναι ένα μακρινό όνειρο: είναι ο τελικός σκοπός μιας διαδικασία που ξεκινά με καθημερινούς αγώνες ενάντια στις περικοπές μισθών και τις εξώσεις. Δεν μπορούμε να βασιστούμε σε άλλους για να το κάνουν αυτό για μας – είμαστε εμείς που πρέπει να δράσουμε για τα συμφέροντά μας. Ως ομάδα αυτή την προσπάθεια θέλουμε να στηρίξουμε. Ως Angry Workers δημιουργούμε οπουδήποτε βρισκόμαστε ομάδες που συνδέονται με την τάξη και οικοδομούν τις αυτόνομες δομές της. Δρούμε σαν ένας καθρέφτης της τάξης: αντανακλώντας τις επιτυχίες και τις αποτυχίες, το πού βρισκόμαστε και το πού μπορούμε να πάμε. Αν ενδιαφέρεστε να δουλέψετε με μας, επικοινωνήστε μαζί μας.

2 Στμ. Ο τίτλος στο πρωτότυπο, “A Plague for both your Houses” αναφέρεται στα δύο κοινοβουλευτικά σώματα του Ηνωμένου Βασιλείου, την κάτω Βουλή ή απλά Βουλή ή Κοινοβούλιο (House of Commons, lower house) και τη Βουλή των Λόρδων (House of Lords, upper house).

3 Στμ. Στο πρωτότυπο: “…picked up the slack”.

4 Στμ. Δηλαδή αυτών που οργώνουν τα χωράφια.

5 Στμ. Στο πρωτότυπο: “…the straights of their masters…”.

6 Στμ. The Statute of Labourers: νόμος που δημιουργήθηκε από το αγγλικό Κοινοβούλιο στην περίοδο της βασιλείας του Εδουάρδου του 3ου το 1351 ως απάντηση στην έλλειψη εργατικών χεριών, με στόχο τη ρύθμιση της εργατικής δύναμης απαγορεύοντας τη ζήτηση ή την προσφορά μισθού υψηλότερου από τα επίπεδα πριν την Πανούκλα και περιορίζοντας τη μετακίνηση προς αναζήτηση καλλίτερων συνθηκών. Η λαϊκή αφήγηση για την επιτυχία και την επιβολή του νόμου λέει ότι δεν επιβλήθηκε με ιδιαίτερη επιτυχία και δεν σταμάτησε την άνοδο των πραγματικών μισθών. Όμως, αμέσως μετά τον Μαύρο Θάνατο, οι πραγματικοί μισθοί δεν αυξήθηκαν παρά την έλλειψη εργατικής δύναμης.

7 Ο Rishi Sunak είναι ο υπουργός Οικονομίας [Chancellor of the Exchequer] στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η θέση του είναι αντίστοιχη του Treasury Secretary στις Ηνωμένες Πολιτείες.

8 Στμ. Εξαιρετικό σημείο.

9 Στμ. Αλλά για αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν μπορεί να μιλήσει κανείς για “απλή βιολογική λύση”! Είναι η σύμφυση του βιολογικού με το κοινωνικό που παράγει την κρίση.

10 Στμ. Στο πρωτότυπο: deficiency diseases, ασθένειες που προκαλούνται από την έλλειψη κάποιου βασικού ή σημαντικού στοιχείου στη διατροφή, συνήθως μια συγκεκριμένη βιταμίνη ή μέταλλο.

11 Στμ. Στο πρωτότυπο: marasmus.

12 Το βιβλίο είναι το Class Power on Zero Hours. Το Insurgent Notes εξέδωσε ένα συμπόσιο σχετικά με το βιβλίο τον Σεπτέμβριο του 2020.

13 Στμ. Στο πρωτότυπο: play dates.

14 Η CWU (Communication Workers Union) είναι το Συνδικάτο των εργαζόμενων στις επικοινωνίες.

15 Η UCU (University and College Union) είναι το συνδικάτο των εργαζόμενων στα Πανεπιστήμια και τα Κολλέγια.

16 Η Wetherspoons είναι μια εταιρεία που έχει στην ιδιοκτησία της και λειτουργεί έναν μεγάλο αριθμό παμπ.

17 Το Tower Hamlets είναι ένας δήμος στο ανατολικό Λονδίνο. Το δημοτικό συμβούλιο είναι η τοπική διοικητική αρχή.

18 Η UNISON είναι το δεύτερο μεγαλύτερο συνδικάτο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Εκπροσωπεί κυρίως εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα.

19 Στμ. Στα Αγγλικά αυτή η δράση είναι γνωστή ως picket (απ’ όπου και η λέξη πικετοφορία).

20 Η Unite είναι η μεγαλύτερη εργατική ένωση στο Ηνωμένο Βασίλειο. Εκπροσωπεί κυρίως εργάτες στις κατασκευές, τη βιομηχανία, τις μεταφορές και στις εφοδιαστικές αλυσίδες.

21 Στμ. The Grinch, φανταστικός χαρακτήρας που έχει δημιουργηθεί από τον Dr Seuss, το κακότροπο και μισάνθρωπο πλάσμα που “έκλεψε τα Χριστούγεννα”.

22 Η Dnata είναι μια μεγάλη εταιρεία υπηρεσιών εδάφους στα αεροδρόμια· η Menzies είναι μια μεγάλη εταιρεία logistics.

Πανδημία, Άγνοια και νέοι συλλογικοί τόποι

Alain Badiou1

το κείμενο σε pdf

 

Τα προβλήματά μας δεν προέρχονται από τον Εμμανουέλ Μακρόν αλλά από την έντονη σύμπλεξη ανάμεσα στην ατομική ιδιοκτησία και την συγκέντρωση του κεφαλαίου, εξηγεί ο Badiou. Είναι εφικτό να επανεφεύρουμε μοα κοινή ζωή γύρω από σχολεία που φέρνουν μαζί διανοούμενους, εργάτες από ολόκληρο τον κόσμο και καλλιτέχνες, με σκοπό να αναπτύξουμε καινούριες ιδέες για την πραγματικότητα.

* * * *

Η τωρινή πανδημία σχετίζεται τόσο με μια φυσική αιτία – την ύπαρξη ενός ιού και τους τρόπους μετάδοσης και διατήρησής του από τις νυχτερίδες στους ανθρώπους – και με μια “κοινωνική” αιτία: τον σημαντικό όγκο και ταχύτητα των ταξιδιών των ανθρώπων, που εξηγεί πώς ο ιός έχει κυκλοφορήσει μέσα σε λίγες εβδομάδες από την Κίνα στην Ευρώπη και την Αμερική χωρίς να τον σταματά τίποτα, εκτός από την παύση οποιουδήποτε ανθρώπινου θορύβου, την λεγόμενη “καραντίνα”.

Από την πλευρά των αστικών Κρατών (και δεν υπάρχουν άλλα σήμερα, αλλίμονον) τι συμβαίνει; Αναγκάζοναι να πάρουν μέτρα που πηγαίνουν πέρα από την αυστηρή ταξική λογική τους. Το σύστημα υγείας πρέπει, όπως και να χει, να δουλέψει· δωμάτια ξενοδοχείων πρέπει να επιταχθούν για να μπουν σε καραντίνα οι ασθενείς· η κίνηση των ανθρώπων που φέρουν τον ιό πρέπει να περιοριστεί στα σύνορα κλπ. Αλλά, μέσα απ’ όλα αυτά, τα Κράτη πρέπει επιτακτικά να προστατέψουν το μέλλον της δομής της κοινωνίας στο σύνολό της, δηλαδή την ταξική της δομή. Η διακυβέρνηση γίνεται μια πιο δύσκολη άσκηση απ’ ό,τι στις πιο συμβατικές καταστάσεις. Ευτυχώς, για τα υπάρχοντα Κράτη, ο πραγματικός εχθρός αυτού του τύπου των κοινωνιών μας, που δεν είναι ο ιός αλλά ο κομμουνισμός, είναι τόσο αδύναμος σήμερα που θα τα καταφέρουν να την γλιτώσουν, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, χωρίς πολλά προβλήματα.

Πρέπει λοιπόν να μεμφθούμε τον Μακρόν; Το κοινοβουλευτικό καθεστώς, που είναι το φυσικό πολιτικό καθεστώς του αναπτυγμένου καπιταλισμού, και το οποίο στη Γαλλία συνεχίζει να εγκωμιάζεται κάτω από το διπλό φετίχ της “δημοκρατίας” και της “Ρεπουμπλίκ μας”, έχει περάσει χειρότερα! Αν ο Μακρόν πρέπει να εκδιωχθεί, αυτό θα το κάνουν οι ίδιοι οι κυρίαρχοι του παιχνιδιού, προς το χειροκρότημα των δυσαρεστημένων κάθε είδους που, τα τελευταία δύο χρόνια, τον έχουν θεωρήσει ως την αιτία όλων των δεινών τους. Ενώ, για να πούμε την αλήθεια, εδώ και δυο αιώνες τα δεινά μας προέρχονται από το πάντρεμα, σήμερα ιδιαίτερα τεταμένο, ανάμεσα στην ατομική ιδιοκτησία (η οποία μπορεί να εγκωμιάζεται και να είναι υποσχόμενη στον καθένα) και τον “σιδερένιο νόμο” της συγκεντροποίησης του κεφαλαίου (κάτι που εξηγεί γιατί, ουσιαστικά, η ατομική ιδιοκτησία ωφελεί μόνο τους πολύ λίγους).

Αυτό που μου φαίνεται να εγκυμονεί κινδύνους, σε αυτές τις συνθήκες, και να ευνοεί όλες τις μορφές αντίδρασης, είναι η άγνοια των ενδείξεων που προανέφερα και η ελάχιστη προσοχή που δίνεται στην αποδεικτική συλλογιστική με βάση αποδείξεις και τις επιστημονικά θεμελιωμένες θέσεις. Η αληθινή επιστήμη είναι μια από τις λίγες περιοχές της ανθρώπινης δραστηριότητας που αξίζει εμπιστοσύνης, ένας από τους βασικούς κοινούς θησαυρούς της ανθρωπότητας, από τα μαθηματικά στη βιολογία, τη φυσική και την χημεία, καθώς και τις μαρξιστικές σπουδές της κοινωνίας και της πολιτικής, για να μην αναφέρουμε τις ψυχαναλυτικές ανακαλύψεις σχετικά με τις διαταραχές της υποκειμενικότητας. Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι η εμπιστοσύνη στην ορθολογικότητα είναι πολύ συχνά αδαής και τυφλή, και ως αποτέλεσμα, όπως βλέπουμε σήμερα, πολύς κόσμος, ίσως η πλειοψηφία, έχουν επίσης εμπιστοσύνη στην ψευδή επιστήμη, τα παράλογα θαύματα, τις παλιομοδίτικες ιστορίες και τους τσαρλατάνους. Αυτό καθιστά την όλη κατάσταση εντελώς συγκεχυμένη, και παράγει αλλοπρόσαλλες προφητείες σχετικά με την “επόμενη μέρα”. Αυτός είναι ο λόγος που επαναστάτες ηγέτες σε όλες τις εποχές ήξεραν ότι χωρίς ιδεολογική προετοιμασία της γνώμης, η πολιτική δράση είναι πολύ δύσκολη.

Η καρδιά της εκτίμησης της πανδημικής κρίσης, όπως και ουσιαστικά όλων των “κρίσεων”, θα έπρεπε να είναι συνεπώς η δημιουργία, από όλους τους παράγοντες που το επιθυμούν, ενός αχανούς δικτύου σχολείων όπου όλα όσα πρέπει να γνωρίζει κανείς για να ζει, να δρα και να δημιουργεί στις κοινωνίες θα μπορούν να μοιράζονται μεταξύ όλων όσων το επιθυμούν.

Θα έπρεπε να υπάρχει μια διεθνής μελέτη για οτιδήποτε ίσως υπάρχει ήδη προς αυτή την κατεύθυνση. Μια τέτοια μελέτη θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο αναγκαία και λεπτή εξαιτίας μιας υπεραφθονίας προφάσεων, είτε συνειρμικών είτε επίσημων, που είναι απλά είτε φιλανθρωπικές είτε ψευδώς ανθρωπιστικές, γιατί δεν είναι στην υπηρεσία της πραγματικής ανθρωποσύνης αλλά μιας ενσωμάτωσης στην υπάρχουσα τάξη πραγμάτων και τις ανισότητες που την συγκροτούν.

Με βάση την εμπειρία μου, μπορώ να πω ότι η Σχολή των Πράξεων (l’École des Actes), που δημιουργήθηκε στην Aubervilliers (στη Γαλλία) με την υποστήριξη του Théâtre de la Commune, μου φαίνεται ότι προσφέρει έναν καλά προσανατολισμένο τόπο για τα καθήκοντα της μεταδοτικότητας και της εφευρετικότητας που απαιτούνται σήμερα. Αυτή η σχολή φέρνει μαζί πληθυσμούς που η συνάντησή τους είναι ουσιώδης: διανοούμενους, εργάτες από ολόκληρο τον κόσμο, καλλιτέχνες, καθώς και γυναίκες, άντρες και παιδιά αυτής της πολυεθνικής πόλης. Οι συναντήσεις τους οργανώνονται ως “συνελεύσεις” – συλλογικά σημεία για την επεξεργασία νέων ιδεών βασισμένων στην υπόθεση των “νόμων της ζωής” που απαιτούν να διαμορφωθούν, να αναγνωριστούν και να γίνουν σεβαστές. Ακόμα και πριν από την επιδημία, και στηριζόμενοι στις εμπειρίες και τα ερωτήματα του ευρέως κοινού, σκέφτονταν μαζί και μάθαιναν, ταυτόχρονα, από τους νομάδες προλετάριους (αυτούς που λανθασμένα ονομάζουμε “μετανάστες”), μελετώντας τα πλήθος πράγματα που, στις διάφορες μορφές της ορθολογικότητας, είναι αναγκαία για την επιβίωση: τρόπους ομιλίας, διαβάσματος, σκέψης.

Σχολεία αυτού του τύπου θα μπορούσαν επίσης να οργανώσουν – και η Σχολή των Πράξεων προσπαθεί να το κάνει αυτό – υλική και διαχειριστική βοήθεια σε όσους την χρειάζονται, όπως καντίνες με ζεστά γεύματα, ιατρεία για πρώτες βοήθειες, επιτρέποντας συγκεκριμένες σκέψεις σε ζητήματα στέγασης και συμβουλές για διεκδικήσεις δικαιωμάτων – τα δικαιώματα αυτά που υπάρχουν καθώς και αυτά που θα έπρεπε να υπάρχουν σε συμφωνία με τους νόμους της ζωής – όπως και πολλά άλλα πράγματα που δεν έχω λάβει υπόψιν, και που θα πρέπει επίσης να εφευρεθούν.

Η μορφή της “συνέλευσης” (assemblée) είναι στην καρδιά αυτής της εμπειρίας και διαφέρει από μια σχέση με τους αφέντες μας. Στην πιο “πολιτική” της πλευρά, με την ευρεία και ανοιχτή έννοια που απαιτείται σήμερα, η Σχολή των Πράξεων οργανώνει κάθε εβδομάδα – και έχω παρακαλουθήσει κάποιες φορές – μια “γενική συνέλευση”, στην οποία οποιοσδήποτε/οποιαδήποτε έχει κάτι να πει ή μια ερώτηση να κάνει, ή μια κριτική ή μια καινούρια πρόταση, μπορεί να παρέμβει. Οι παρεμβάσεις μεταφράζονται στις γλώσσες που ομιλούνται στην Σχολή – είδα ότι μεταφράζονται στα Αγγλικά (για ανθρώπους από το Μπαγκλαντές), στα Soninke, Fulani και στα Αραβικά. Αυτή είναι επίσης μια πολύ απαραίτητη διεθνιστική προσέγγιση.

Θα μπορούσαμε, ίσως, να ζητήσουμε από αυτό το σχολείο ή οποιοδήποτε άλλο αυτού του είδους, όπου κι αν βρίσκεται, να πραγματοποιεί ανοιχτές συναντήσεις (assemblées ouvertes) από καιρού εις καιρόν, στις οποίες θα μπορούσαμε να συζητήσουμε την ίδια την αρχή, την αναγκαιότητα και το μέλλον, αυτού του είδους θεσμού. Φυσικά, η πολιτική απαιτεί τον έλεγχο του χρόνου και μια ψυχραιμία που προστατεύει από τα ουτοπικά ξεσπάσματα, όπως οι προφητείες για το τέλος του κόσμου. Όμως, συνδυάζοντας μιαν άποψη της γενικής κατάστασης και των μαθημάτων που μαθαίνονται από το συγκεκριμένο παράδειγμα για το οποίο μιλάω, πιστεύω πως είναι εύλογο να πω ότι σε ένα μέλλον, προσβάσιμο στην σκέψη, ένα είδος διεθνούς ομοσπονδίας σχολείων θα ήταν ένα σημαντικό βήμα προς την ανάδυση τουλάχιστον λίγων ουσιωδών στοιχείων, λίγων γραμμών δύναμης, ενός νέου πολιτικού προγράμματος που να βρίσκεται πέρα από τις ψευδείς “δημοκρατίες” μας και την αποτυχία των κρατικών κομμουνισμών.

Αν, κατ’ ευχήν, ανοίξει μια καινούρια συζήτηση πάνω στη βάση αυτού του τύπου πρότασης, τότε θα υπάρχει μια ευκαιρία η πανδημία να μην είναι ταυτόχρονα βιολογικά θανάσιμη, διανοητικά μίζερη και πολιτικά στείρα.

Μεταφρασμένο από τον Frédéric Neyrat (με διορθώσεις από τον Doron Darnov και το Ill Will Editions).

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://illwilleditions.com/pandemic-ignorance-and-new-collective-places. Πρωτοδημοσιεύτηκε στην Libération, στις 2 Ιουνίου του 2020.

Αφγανιστάν: η νίκη των Ταλιμπάν σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο

Μια αντι-αυτοκρατορική οπτική από έναν βετεράνο της αμερικανικής κατοχής

από το CrimethInc1

το κείμενο σε pdf

Η ταχύτητα με την οποία οι Ταλιμπάν ανακατέλαβαν το Αφγανιστάν πριν από την αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών απεικονίζει γλαφυρά πόσο εύθραυστη είναι η ηγεμονία της αυτοκρατορίας των ΗΠΑ: πόσο τεράστια δύναμη απαιτείται για την διατήρησή της και πόσο γρήγορα μπορούν να αλλάξουν τα πάντα όταν αυτή η δύναμη αποσυρθεί. Προσφέρει μια γρήγορη ματιά σε ένα πιθανό μετα-αυτοκρατορικό μέλλον – αν και αυτό δεν είναι καθόλου ελπιδοφόρο. Πώς επηρέασε η κατοχή την ζωή των ανθρώπων στο Αφγανιστάν; Γιατί μπόρεσαν οι Ταλιμπάν να ανακτήσουν τόσο μεγάλες περιοχές τόσο γρήγορα; Τι μας λέει η αποχώρηση των ΗΠΑ και οι συνέπειές της σχετικά με το μέλλον και πώς μπορούμε να προετοιμαστούμε γι’ αυτό;

Ο “Πόλεμος στον Τρόμο”, όπως και ο Ψυχρός Πόλεμος, πριν από αυτόν, εξανάγκασαν ολόκληρους πληθυσμούς να διαλέξουν ανάμεσα σε αμοιβαία ανεπιθύμητα δίπολα, καθιστώντας δύσκολο γι’ αυτούς να φανταστούν οποιαδήποτε εναλλακτική στην επιλογή ανάμεσα σε παγκόσμιες καπιταλιστικές αυτοκρατορίες και στον εγχώρια αναπτυγμένο αυταρχισμό. Μακροπρόθεσμα, ό,τι και αν υπόσχεται, ο αποικιοκρατικός μιλιταρισμός δεν μπορεί να ελέγξει τον εθνικισμό, τον φασισμό ή τον φονταμενταλισμό – το μόνο που κάνει είναι να τους δίνει μια δικαιολογία για να στρατολογούν κόσμο. Το ερώτημα είναι πώς μπορούμε να αναπτύξουμε παγκόσμια “από τα κάτω” δίκτυα που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια πραγματική εναλλακτική.

Στην ανάλυση που ακολουθεί, ένας βετεράνος της αμερικανικής κατοχής στο Αφγανιστάν συζητά αυτή την ήττα για το αυτοκρατορικό σχέδιο των ΗΠΑ – τοποθετώντας τους Ταλιμπάν, την κατοχή και τις συνέπειές της στο πλαίσιο ενός παγκόσμιου κύματος φασισμού και φονταμενταλισμού που κερδίζει επίσης έδαφος και στις Ηνωμένες Πολιτείες.


Καθώς γράφω αυτές τις γραμμές, οι Ταλιμπάν έχουν πάρει τον έλεγχο της Καμπούλ και, συνεπώς, ολόκληρου του Αφγανιστάν. Ο υποστηριζόμενος από τις ΗΠΑ πρόεδρος Ashraf Ghani έχει καταφύγει στο Τατζικιστάν, ενώ τα μέλη του Αφγανικού στρατού διαφεύγουν στις γειτονικές χώρες ή παραδίνονται στους μαχητές των Ταλιμπάν. Μόλις πριν λίγες μέρες, οι αξιωματούχοι των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ προέβλεπαν ότι θα περνούσαν τουλάχιστον 30 μέρες πριν από την πτώση της Καμπούλ, καθώς ο πρόεδρος Μπάιντεν ανέπτυξε 5000 Αμερικανούς στρατιώτες για να προστατέψουν την εκκένωση της πρεσβείας των ΗΠΑ και του προσωπικού της. Τώρα το Υπουργείο Εξωτερικών παροτρύνει έντονα τους Αμερικανούς πολίτες να παραμείνουν στα σπίτια τους και να μην τρέξουν εσπευσμένα στο αεροδρόμιο της Καμπούλ για κατεπείγουσα εκκένωση. Καθώς ο καπνός από εμπιστευτικά έγγραφα που καίγονται και πυροβολισμούς απλώνει μια ομίχλη στον ορίζοντα της Καμπούλ, όλοι σκέφτονται την πτώση της Σαϊγκόν στα χέρια του στρατού του Βορείου Βιετνάμ και του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου.

Δεν μπορώ να πανηγυρίσω την νίκη των Ταλιμπάν. Αν και έχουν πολεμήσει εναντίον μιας ιμπεριαλιστικής, καπιταλιστικής κατοχής, αντιπροσωπεύουν τον χειρότερο θρησκευτικό φονταμενταλισμό, την χειρότερη πατριαρχία και ιεραρχία. Παρ’ όλα αυτά, είναι εντυπωσιακό να βλέπεις την κουρτίνα να τραβιέται τόσο καυστικά, αποκαλύπτοντας ποια είναι πραγματικά η αμερικανική στρατιωτική “εξαιρετικότητα”. Είκοσι χρόνια χαμένων χρημάτων, νιάτων και αίματος.

Είμαι ένας βετεράνος της κατοχής του Αφγανιστάν. Οτιδήποτε πρόκειται να πω προέρχεται από την δική μου από πρώτο χέρι εμπειρία στην υπηρεσία της αυτοκρατορίας σαν πεζικάριος επί δέκα χρόνια.

Κατατάχθηκα για όλους τους λόγους που έχετε δει στις αγγελίες εύρεσης εργασίας. Ως αναλυτής στις υπηρεσίες πληροφοριών και υπαξιωματικός, διαχειριζόμουν και καθοδηγούσα ομάδες, διμοιρίες και μονάδες στρατιωτών. Εξαιτίας της εμπειρίας μου με την εναέρια επιτήρηση και αναγνώριση, στρατολογήθηκα για να μπω σε μια αμυντική εργολαβική εταιρεία Οι αμυντικές εταιρείες στις οποίες δούλεψα περιελάμβαναν τις L3, Boeing και Lockheed Martin. Εκπαίδευσα μονάδες, στις ΗΠΑ και το Αφγανιστάν, για περισσότερα από τρία χρόνια και πήγα στο Αφγανιστάν για τις εταιρείες αυτές τρεις φορές. Επίσης πήγα στο Αφγανιστάν ως μέλος επιχειρησιακής ομάδας για μια μονάδα που διαχειριζόταν μια από τις μεγαλύτερες βάσεις στο νότιο Αφγανιστάν.

Με βάση αυτά που είδα, οι αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ έχουν να κάνουν κυρίως με τη δημιουργία αγορών για τις στρατιωτικές τεχνολογίες και προϊόντα των ΗΠΑ καθώς και την εξασφάλιση και διασφάλιση φυσικών πόρων για την αμερικανική αυτοκρατορία. Για 20 χρόνια, στηρίζαμε τοπικούς και περιφερειακούς πολέμαρχους, δίνοντάς τους όπλα και χρήματα ώστε να μην επιτίθενται στις δυνάμεις μας. Δίναμε το πράσινο φως στα τάγματα θανάτου τους και τα αποκαλούσαμε Αφγανική Τοπική Αστυνομία. Εργαζόμενος σε υψηλά επίπεδα του echelon, παρακολουθούσα τόσο τους βαθμοφόρους αξιωματικούς όσο και τους χαμηλόβαθμους στρατιώτες να (αντ)αγωνίζονται ώστε να ενισχύσουν τα βιογραφικά τους με την ελπίδα να γίνουν μισθοφόροι για τις εταιρείες και τα γραφεία που, στην πραγματικότητα, έτρεχαν το “σόου”. Στρατηγοί έκαναν καριέρες και πήγαιναν στην συνέχεια για δουλειά σε αυτές τις εταιρείες ή το Υπουργείο Άμυνας και τις Μυστικές Υπηρεσίες. Από την Συρία και το Ιράκ μέχρι την Υεμένη και ολόκληρη την Αφρική, σε όλες τις 800 στρατιωτικές μας βάσεις, δεν ξέρω ούτε μία στρατιωτική αποστολή που να εστιάζει πρωτίστως στην δημιουργία ειρήνης και σταθερότητας.

Συμμετείχα σε αυτό για πάρα πολύ καιρό – και θέλω να καταστώ κι εγώ υπόλογος, αν και ξέρω ότι δεν υπάρχει τρόπος να επανορθώσω πραγματικά.

Έπρεπε να πεθάνει ένας από τους στρατιώτες μου για να τα δω όλα αυτά σε μια προοπτική. Μετά από αυτό, άρχισα να υποφέρω από τις συνέπειες του CPTSD [Complex Post-Traumatic Stress Disorder, Διαταραχή Σύνθετου Μετατραυματικού Στρες]. Τα κλασσικά χαρακτηριστικά: ποτό και χρήση ναρκωτικών, απώλεια σχέσεων, κατάθλιψη, τάσεις αυτοκτονίας. Άρχισα επίσης να αναζητώ βοήθεια. Μπήκα στους Βετεράνους του Ιράκ Ενάντια στον Πόλεμο και συνδέθηκα με τωρινά και πρώην μέλη των ένοπλων δυνάμεων που μάχονται τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Με πληροφορίες από την τηλεφωνική Γραμμή των Δικαιωμάτων των Στρατιωτών [GI Rights Hotline], μπόρεσαν να φύγω από τις Εφεδρείες του στρατού. Ξεκίνησα μια διαδικασία πολιτικοποίησης στην οποία έμαθα για τον μιλιταρισμό, τον ιμπεριαλισμό, την αποκιοκρατία και την λευκή υπεροχή.

Τώρα που η κατοχή τελείωσε, μια ολόκληρη γενιά βετεράνων του αμερικανικού στρατού θα αναγκαστεί να διερωτηθεί για ποιο λόγο έγιναν όλα αυτά. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να αναρωτηθώ γιατί τους πήρε τόσο χρόνο να φτάσουν σε αυτό το ερώτημα. Ήταν πάντα προφανές, παντού τριγύρω μας.

Σε ολόκληρη τη διάρκεια της θητείας μου στο Αφγανιστάν, ποτέ δεν ελέγξαμε περιοχές έξω από τις βάσεις και τα φυλάκιά μας – και συχνά βρίσκαμε τον εχθρό μέσα από τα ίδια τα τείχη μας. Οι Ταλιμπάν έκαναν μια πετυχημένη επιχείρηση εξέγερσης κατά της κατοχής για είκοσι χρόνια. Διατηρούσαν μια σκιώδη κυβέρνηση, μάζευαν φόρους, διευθετούσαν κοινωνικές, πολιτισμικές και οικονομικές διαφορές, ελίσσονταν στρατηγικά και καταλάμβαναν έδαφος, παίρνοντας, όλο αυτό το διάστημα, τον χρόνο τους.

Γιατί μπόρεσαν οι Ταλιμπάν να περιμένουν το τέλος της κατοχής και να ανακαταλάβουν την εξουσία τόσο εύκολα;

Οι Ταλιμπάν επωφελήθηκαν από τις φυλετικές και εθνοτικές δομές του Αφγανιστάν, έναν πολύπλοκο ιστό από σχέσεις πίστης και κοινωνικούς και πολιτισμικούς δεσμούς που οι δυνάμεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ δεν μπόρεσαν ποτέ να κατανοήσουν εντελώς. Το Αφγανιστάν, όπως και άλλα έθνη-κράτη της πρώην Βρετανικής Αυτοκρατορίας, δημιουργήθηκε χωρίς να ληφθούν υπόψιν τα εθνοτικά και θρησκευτικά δημογραφικά δεδομένα2. Το αποτέλεσμα ήταν ένας πληθυσμός αποτελούμενος από Παστούν, Τατζίκους, Χαζάρα, Ουζμπέκους, Αϊμάκ, Τουρκμένους και Μπαλόχ – ομάδες με ένα ευρύ φάσμα από κουλτούρες και πρακτιές. Κάποιες φυλές βρήκαν εύκολο μια συμμαχία με το ΝΑΤΟ, ενώ άλλες αντιτέθηκαν αδιάλλακτα.

Οι Ταλιμπάν είναι σχεδόν αποκλειστικά Παστούν – η κυρίαρχη εθνοτική ομάδα στο Αφγανιστάν, με το 40% με 50% του πληθυσμού. Ο λαός των Παστούν ζει και στις δυο πλευρές των συνόρων του Αφγανιστάν με το Πακιστάν και κατά μήκος του νότιου κομματιού της χώρας. Οι κοινωνικοί δεσμοί και παραδόσεις επεκτείνονται πέρα από τα αποικιοκρατικά σύνορα της χώρας, καθιστώντας εύκολο για αυτούς να μετακινούνται μεταξύ ασφαλών παραδείσων στο Πακιστάν, εκμεταλλευόμενοι ένα κενό στον στρατιωτικό έλεγχο του ΝΑΤΟ.

Όταν ξανασκέφτομαι τις τόσες πολλές στιγμές που καταδείκνυαν γιατί αυτός ο πόλεμος ήταν άρχηστος, ανακαλώ την θητεία μου στο αεροδρόμιο του Κανταχάρ, μια βάση που στέγαζε 22.000 στρατιώτες, εργολάβους και πολίτες. Εκεί, έμαθα ότι ο σκιώδης Περιφερειακός Διοικητής των Ταλιμπάν ήταν κουνιάδος του εν ενεργεία στρατηγού της Αφγανικής Πολεμικής Αεροπορίας. Με βάση την σημασία των φυλετικών και οικογενειακών σχέσεων στην κουλτούρα των Παστούν, ήταν φανερό ότι η αφοσίωση του στρατηγού στην υποστηριζόμενη από το ΝΑΤΟ κυβέρνηση δεν θα είχε ποτέ προτεραιότητα πάνω από αυτή την σχέση. Οι δεσμοί ανάμεσα σε αυτούς τους δύο πολέμαρχους, ακόμα και αν θεωρούνταν τυπικά ένοπλοι αντίπαλοι, διασφάλιζε ότι κανείς δεν θα επιδίωκε να νικήσει τον άλλον. Συνάντησα αυτό το είδος διασυνδέσεων μεταξύ υποτιθέμενων εχθρών πολλές φορές, στην αλληλεπίδραση με καθημερινούς πολίτες σε όλα τα επίπεδα, μέχρι τον τότε πρόεδρο του Αφγανιστάν Χαμίντ Καρζάι.

Επίσης, οι Ταλιμπάν φρόντιζαν για τον λαό. Η νομιμοποίηση τους είναι ριζωμένη στην ικανότητά τους να προσφέρουν προστασία και θρησκευτική καθοδήγηση, πολλά χρόνια πριν από την εισβολή των ΗΠΑ. Μάζευαν φόρους και ήλεγχαν τη γεωργία σε ολόκληρη τη διάρκεια του πολέμου. Προέβησαν παράλληλα σε ενέργειες ακραίας βίας, και αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο απέκτησαν ερείσματα σε περιοχές που δεν ήλεγχαν πριν από τον πόλεμο.

Η κατοχή των ΗΠΑ απέτυχε να μειώσει την αντίσταση των Ταλιμπάν επί 20 χρόνια επειδή δεν υπήρξε ποτέ ούτε μια στιγμή που η πλειοψηφία του πληθυσμού να θεώρησε τις δυνάμεις κατοχής ως νομιμοποιημένες. Οι βόμβες και οι σφαίρες δεν είναι ικανές από μόνες τους να κερδίσουν έναν πόλεμο ενάντια σε έναν αποφασισμένο πληθυσμό. Αντίθετα, η κυβέρνηση και ο στρατός, που υποστηρίζονταν από τις ΗΠΑ, ήταν στο τέλος-τέλος ιδιοτελείς και διεφθαρμένοι. Με κίνητρο κυρίως προσωπικά οφέλη, οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ έδωσαν τις μάχες τους γύρω από μετρικές – νοιάζονταν περισσότερο για τον αριθμό των πρότζεκτ, των απωλειών, τα χρήματα που ξοδεύονται και εξοικονομούνταν. Ξοδεύοντας χρόνο στη χώρα, αναπτυσσόμενες σε σχετικά μικρά εναλλασσόμενα χρονικά διαστήματα, δεν μπόρεσαν ποτέ να οικοδομήσουν σχέσεις εμπιστοσύνης ή σεβασμού. Καινούριες μονάδες και καινούρια άτομα εμφανίζονταν διαρκώς μην έχοντας καμμιά ιδέα για το πού βρίσκονταν ή για το τι είχε προηγηθεί. Αυτή η έλλειψη σεβασμού ήταν τόσο ουσιαστική για την εξέγερση που, στη διάρκεια της ανάπτυξης κάποιων στρατευμάτων το 2012, οι εκ των ένδον επιθέσεις (επιθέσεις από τις αφγανικές κυβερνητικές δυνάμεις κατά των Νατοϊκών δυνάμεων) αντιπροσώπευαν πάνω από το 14% των συνολικών απωλειών.

Στο τέλος, οι Ταλιμπάν μπόρεσαν να αποκτήσουν τον έλεγχο επειδή κατάλαβαν ότι το ουσιαστικό για να κερδίσουν τη μάχη κατά της αποικιοκρατικής κατοχής είναι ότι έπρεπε να επιβιώσουν έναν πόλεμο φθοράς. Επί είκοσι χρόνια, εκθέτοντας την αναποτελεσματικότητα μιας υποστηριζόμενης από το ΝΑΤΟ κυβέρνησης, διατήρησαν τα κανονιστικά και ιεραρχικά συστήματα ελέγχου που είχαν εγκαθιδρύσει πριν την εισβολή των ΗΠΑ.

Αλλά ο φονταμενταλισμός των Ταλιμπάν δεν ήταν ουσιώδης στην επιτυχία τους. Οι αυτοκρατορίες καταρρέουν από τις ακρότητές τους εσωτερικά: η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν είναι μέρος μιας μεγαλύτερης διαδικασίας στην οποία η γεωπολιτική επιρροή των ΗΠΑ σε ολόκληρο τον κόσμο διαβρώνεται. Το κινεζικό κράτος ίσως αποκτήσει δύναμη στην περιοχή· ίσως δούμε κλιμακούμενες συγκρούσεις ισχύος ανάμεσα στην Ινδία και το Πακιστάν. Το ζήτημα είναι τι θα ακολουθήσει – στο Αφγανιστάν αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο.

Στην παρούσα ιστορική στιγμή, στην καρδιά της αμερικανικής αυτοκρατορίας, βλέπω ένα αναδυόμενο συντηρητικό κίνημα με πολλές ιδέες και πολιτικές που αντανακλούν τα ίδια στοιχεία φονταμενταλισμού, πατριαρχίας και ιεραρχίας που χαρακτηρίζουν τους Ταλιμπάν. Οι απόψεις που έχω δει να εκφράζονται από τη δεξιά σχετικά με τα σώματα των γυναικών, τις κοινότητες LGBTQIA+, τους μετανάστες και οποιουσδήποτε θεωρούνται ξένοι/ες, είναι στην ίδια γραμμή με την βίαιη κοσμοαντίληψη που δικαιολογείται από τα θρησκευτικά δόγματα των Ταλιμπάν.

Στις ΗΠΑ, η αυταρχική δεξιά διαδίδει έναν μύθο ντροπής γύρω από τον Αμερικανό άντρα – μια μυθολογία σχετικά με την αντικατάσταση, την εκθήλυνση, την ήττα, την απώλεια ελέγχου και εξουσίας. Ανταπτύσσουν αυτή την μυθολογία για χρόνια και η ήττα στο Αφγανιστάν απλά θα ρίξει και άλλο λάδι στη φωτιά. Η βία και το μίσος που έχουμε δει στους δρόμους στη διάρκεια χρόνων φασιστικών κινητοποιήσεων είναι άμεσο αποτέλεσμα ενός έθνους που έχει αποθεώσει τα ψέμματα ενός χαμένου πολέμου. Οι “Πατριώτες” και τα Proud Boys που φοράνε τα σήματα των Δεξιών Ταγμάτων Θανάτου δεν απέχουν πολύ από τα τάγματα θανάτου του φονταμενταλισμού των Ταλιμπάν.

Έχω δει φιλελεύθερους να συμπορεύονται με την ίδια την αυτοκρατορική πολεμική μηχανή. Όσον αφορά τις ιδέες τους σχετικά με τον μιλιταρισμό και την αστυνομία, ευθυγραμμίζονται με την φασιστική δεξιά – και, άσχετα από τον προοδευτισμό τους, δεν έχουν κάνει τίποτα για να φέρουν πραγματική ασφάλεια στις κοινότητές μας. Είναι διδακτικό ότι αυτόν τον πόλεμο τον επέβλεψαν δύο Ρεπουμπλικάνοι και δύο Δημοκρατικοί πρόεδροι. Η μια διοίκηση μετά την άλλη επεξέτειναν την ισχύ της εκτελεστικής εξουσίας ενώ οι προϋπολογισμοί για την άμυνα και την ασφάλεια των δυο τελευταίων δεκαετιών αφαίμαξαν τις κοινότητές μας.

Οι ΗΠΑ έχουν ξοδέψει τρισεκατομμύρια δολλάρια σε όπλα. Πολλά από αυτά κατέληξαν στα χέρια των Ταλιμπάν και του ISIS· άλλα επέστρεψαν στις ΗΠΑ και χρησιμοποιήθηκαν εναντίον κοινοτήτων στη Βόρεια Αμερική, ιδιαίτερα εναντίον των Μαύρων, των Μελαμψών και των Αυτόχθονων. Οι προλετάριοι που έβαλαν φωτιά σε αστυνομικά τμήματα και έδωσαν στον δρόμο τις μάχες μιας όχι τόσο μακρινής εξέγερσης, βρέθηκαν αντιμέτωποι με τις ίδιες δυνάμεις, στρατηγικές, τακτικές και νοοτροπίες που αναπτύχθηκαν για την αστυνόμευση του Αφγανιστάν.

Για μια ολόκληρη γενιά τώρα, ο Παγκόσμιος Πόλεμος ενάντια στην τρομοκρατία που ξεκίνησε στο Αφγανιστάν έγινε αντικείμενο τόσο εκμετάλλευσης όσο και εμπορευματοποίησης. Άνθρωποι που δεν συμμετείχαν ποτέ στην σύγκρουση έχουν αγοράσει επώνυμα υλικά με σκοπό να παίξουν, σε παιχνίδια ρόλων3, τα παραληρήματα της κουλτούρας πολεμιστή που έχουν. Ένα ολόκληρο τμήμα του πληθυσμού έχει εσωτερικεύσει το τοξικό αντρικό θανατολάγνο καλτ πατριωτισμού και εθνικισμού. Τώρα αυτό το προσωπείο έχει πέσει και παρακαλουθώ καθώς η ταυτότητα αυτής της γενιάς – χτισμένη γύρω από την εγγύτητα και την συμμετοχή στον πόλεμο – καταρρέει γύρω τους. Οι φιλελεύθεροι θα κατηγορήσουν αναπόφευκτα τους συντηρητικούς και το αντίστροφο, ενώ η διαδικασία πολιτικής πόλωσης εντείνεται και αμφότερες οι πλευρές παραδίδουν το μέλλον τους σε διαφορετικές “μάρκες” αυταρχισμού, με την ελπίδα να διατηρήσουν την αυταπάτη της σταθερότητας.

Αν η νίκη των Ταλιμπάν καταδεικνύει κάτι, αυτό είναι ότι η αμερικανική αυτοκρατορία είναι ένας πύργος από τραπουλόχαρτα που περιμένει να καταρρεύσει. Είναι ικανή για ακραία βία, να σκοτώσει με τους πιο προηγμένους τεχνολογικά τρόπους που έχει γνωρίσει ποτέ η ανθρωπότητα. Είναι ικανή για ακραία βαναυσότητα. Παρ’ όλα αυτά, όμως, είναι μια χάρτινη τίγρη, ανίκανη να κατακτήσει τις καρδιές και το μυαλό των ανθρώπων, άσχετα από την ένταση των επεμβάσεών της ή τη διάρκεια της κατοχής.

Το Νησί της Χελώνας4 έχει δει πάνω από 500 χρόνια αντίστασης στην κατοχή και, άσχετα από τον χρόνο μπροστά μας, θα πρέπει επίσης να είναι καθαρό ότι θα νικήσουμε. Η αποχώρηση από το Αφγανιστάν δεν θα είναι απλά μια ήττα ενός διεφθαρμένου και ανεπιθύμητου καθεστώτος-ανδρείκελου – ο αντίκτυπός της θα φτάσει σε πολλές περιοχές αυτής της καταρρέουσας αυτοκρατορίας στα ερχόμενα χρόνια.

Μια ολόκληρη γενιά εμπειροπόλεμων ατόμων έχει μάθει με σκληρό τρόπο ότι η συμμετοχή μας στην ιμπεριαλιστική ισχύ ήταν βασισμένη σε πλάνες. Έχουμε ήδη αρχίσει να επενδύουμε τις γνώσεις και τις εμπερίες μας πίσω σε κοινότητες που εστιάζουν στην πραγματική απελευθέρωση.

Τι θα ακολουθήσει όμως; Αν η νίκη των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν αποτελεί κάποια ένδειξη, αυτό που ακολουθεί την αυτοκρατορία των ΗΠΑ μπορεί να είναι ο καταπιεστικός φονταμενταλισμός ή ο εθνικισμός. Θα πρέπει να αναρωτηθούμε πώς θα μπορούσαμε να πολεμήσουμε την κυρίαρχη τάξη με τέτοιο τρόπο που, όταν καταρρεύσει αλλού, να μην αντικατασταθεί από το ισοδύναμο των Ταλιμπάν.

Οι εχθροί των κοινοτήτων μας, και του μέλλοντος που επιθυμούμε, έχουν επίσης απορροφήσει θυμωμένους και δυσαρεστημένους βετεράνους της κατοχής. Ο θυμός τους, ριζωμένος στην ντροπή που προαναφέραμε, εκφράζεται μάλλον με τη βία παρά την αλληλεγγύη. Έχουν ήδη αποπειραθεί ένα πραξικόπημα στο όνομα του αυταρχικού οράματός τους. Τα γεγονότα στο Αφγανιστάν θα τους δώσουν περισσότερα κίνητρα. Μπορούμε να περιμένουμε να δούμε αυτούς τους πρώην στρατιώτες, μέλη ειδικών δυνάμεων και μισθοφόρους, να κινητοποιούνται εναντίον αυτών που αντιλαμβάνονται ως εχθρούς, προχωρώντας σε ατομικές τροομοκρατικές ενέργειες. Αυτό είναι με το οποίο είμαστε αντιμέτωποι.

Η κλιματική κρίση, η πολιτική πόλωση, η οικονική κρίση, η κατάρρευση της Αμερικανικής αυτοκρατορίας και η κοινωνική αναταραχή που (σιγο)βράζει, όλα στέκονται μπροστά μας όχι ως μεμονωμένα φαινόμενα αλλά ως μια ενιαία πρόκληση που συγκροτείται από αλληλένδετες καταστροφές. Μπορούμε να αντλήσουμε έμπνευση από της ήττες των αντιπάλων μας στην αμερικανική κυβέρνηση και να μάθουμε από τις επιτυχίες όσων αντιστάθηκαν σε αυτούς παντού ενώ διατηρούσαν, ταυτόχρονα, μια σταθερή αντίθεση σε κάθε μορφή καταπίεσης. Ανοίγω την καρδιά μου στον Αφγανικό λαό ο οποίος έχει υποφέρει τα τραύματα του πολέμου εδώ και γενιές. Μιλάμε για την παράδοση μιας γης, και ενός ποικιλόμοφου πληθυσμού, που έχει διαδοχικά νικήσει τις πιο ισχυρές αυτοκρατορίες στην παγκόσμια ιστορία. Ελπίζω να βρουν την δύναμη να συνεχίσουν και, τελικά, να πετύχουν πραγματική απελευθέρωση, πραγματική ασφάλεια. Ελπίζω όσοι από μας βρισκόμαστε εδώ στις ΗΠΑ, αντιλαμβανόμενοι τους εαυτούς μας ως μέρος ενός διεθνούς κινήματος, να βρούμε τη δύναμη να κάνουμε ό,τι είναι αναγκαίο, στην καρδιά αυτής της σατανικής αυτοκρατορίας, για να χτίσουμε έναν καινούριο κόσμο πάνω στα συντρίμμια του παλιού.

Τώρα είναι η στιγμή να ακούσουμε τον Αφγανικό λαό, να υποστηρίξουμε τους πρόσφυγες, να υποστηρίξουμε οργανώσεις βοήθειας και να διαμαρτυρηθούμε σφοδρά και σθεναρά ενάντια σε αυτούς που είναι υπεύθυνοι για την καταστροφή των προηγούμενων είκοσι χρόνων – να ανοίξουμε την καρδιά μας σε νέες δυνατότητες και νέους δυνητικά “συνενόχους” – να αναπτύξουμε τις δεξιότητες και τις νοοτροπίες που θα μας κρατήσουν ασφαλείς, καθώς θα βαδίζουμε μπροστά προς το άγνωστο.

Αν εσείς ή μέλη της οικογένειάς σας υπηρετείτε αυτή τη στιγμή στον Αμερικανικό στρατό, παρακαλούμε επικοινωνήστε στην ανοικτή τηλεφωνική Γραμμή Δικαιωμάτων των Στρατιωτών (GI Rights Hotline) στο 1-877-447-4487 ή απλά γίνετε Αδικαιολογήτως Απόντες/ούσες5. Δεν υπάρχει ανάγκη να παραμείνετε στην υπηρεσία ενός βίαιου μετώπου για λογαριασμό εξοπλιστικών και αμυντικών εταιρειών. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να πεθάνετε για το δικό τους όφελος και δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να κάνετε στους φτωχούς του κόσμου αυτό που εμείς περάσαμε, τις προηγούμενες δύο δεκαετίες, κάνοντας στον λαό του Αφγανιστάν.

2 Στμ. Όχι τυχαία, φυσικά. Αυτό εξυπηρετούσε το δόγμα “διαίρει και βασίλευε” της Βρετανικής πολιτικής.

3 Στμ. LARP: αρκτικόλεξο του live action role-playing game, ζωντανό παιχνίδι ρόλων, μια μορφή παιχνιδιού ρόλων στο οποίο οι συμμετέχοντες απεικονίζουν με φυσικό τρόπο τους χαρακτήρες τους επιδιώκοντας σκοπούς μέσα σε ένα φανταστικό πλαίσιο, που αντιπροσωπεύεται από περιβάλλοντα στον πραγματικό κόσμο, και αλληλεπιδρώντας μεταξύ τους ως χαρακτήρες.

4 Στμ. Στο πρωτότυπο Turtle Island, το όνομα που κάποιοι αυτόχθονες λαοί, καθώς και ακτιβιστές των δικαιωμάτων των αυτόχθονων στον Καναδά και τις ΗΠΑ, δίνουν στη Γη ή την Βόρεια Αμερική. Το όνομα βασίζεται σε μια διαδεδομένη ιστορία δημιουργίας των αυτόχθονων της Βόρειας Αμερικής.

5 Στμ. Στο πρωτότυπο AWOL: Absent Without Official Leave, Απών/Απούσα Χωρίς Επίσημη Άδεια: όρος που χρησιμοποιείται στον Αμερικανικό στρατό για να περιγράψει έναν στρατιώτη ή στρατιωτικό που έχει εγκαταλείψει την θέση του/της χωρίς άδεια (συνήθως διαφωνώντας με μια συγκεκριμένη διαταγή) αλλά και χωρίς την πρόθεση λιποταξίας.

Η Κούβα καίγεται; Ανάλυση της τρέχουσας εξέγερσης στην Κούβα από μια ριζοσπαστική κομμουνιστική σκοπιά

Proletarios Cabreados1

το κείμενο σε pdf

Τα γεγονότα και οι ψευδείς εκδοχές τους

Μέσα από άμεσες και αυθόρμητες μαζικές δράσεις, που ποικίλουν από την πραγματοποίηση πορειών και αυτοσυγκαλούμενων συνελεύσεων στο αναποδογύρισμα αστυνομικών οχημάτων με τα χέρια, το προλεταριάτο στην κουβανική επικράτεια ξεσηκώνεται στους δρόμους εναντίον της πείνας και εναντίον της κρατικής τυραννίας, με άλλα λόγια εναντίον των άθλιων υλικών συνθηκών ύπαρξης που επιβλήθηκαν από τον καπιταλισμό και την τρέχουσα κρίση του, όπως ακριβώς έκανε το προλεταριάτο στις περιοχές της Κολομβίας, της Βιρμανίας, του Ιράν και της Νότιας Αφρικής στη διάρκεια αυτής της χρονιάς, όπως έκανε στον Ισημερινό, τη Χιλή, την Αϊτή, τη Γαλλία και το Ιράκ, μεταξύ άλλων, πριν από δυο χρόνια.

Με όλες τις αδυναμίες, τα όρια και τις εσωτερικές της αντιφάσεις, η προλεταριακή εξέγερση αυτών των ημερών στην κουβανική επικράτεια είναι ένας ακόμα κρίκος στην τάση της ανασύστασης της διεθνούς προλεταριακής εξέγερσης που ξεκίνησε το διάστημα 2018-2019 για να “διακοπεί” από την κρίση της πανδημίας και την αντιεξεγερσιακή υγειονομική δικτατορία ή την προληπτική αντεπανάσταση της περιόδου 2020-2021 από όλα τα κράτη του πλανήτη.

Για αρχή λοιπόν, μια αντικαπιταλιστική αλφαβήτα σχετικά με αυτό: μιας και υπάρχουν εδώ και αρκετούς αιώνες, ο καπιταλισμός, η κρίση, το προλεταριάτο και η ταξική πάλη είναι παγκόσμια. Οι διαφορές τους σε κάθε ιστορική εποχή και σε κάθε γεωγραφική περιοχή είναι μόνο διαφορές βαθμού και μορφής, όχι φύσης ή υποβάθρου στις θεμελιώδεις τους συνθήκες, σχέσεις και κατηγορίες. Και έχουν, μάλλον, επεκταθεί και βαθύνει παντού με το πέρασμα του χρόνου. Επομένως, τόσο ο “κουβανέζικος σοσιαλισμός” όσο και η “καπιταλιστική παλινόρθωση στην Κούβα μετά την πτώση της ΕΣΣΔ” ήταν πάντα μύθοι: στην πραγματικότητα αυτό που πάντα υπήρχε στην Κούβα είναι ο καπιταλισμός και η ταξική πάλη αλλά κάτω από μια άλλη μορφή και σε άλλο βαθμό, όπως ήταν και στην πρώην ΕΣΣΔ και σε ολόκληρο τον κόσμο.

Συνεπώς, τα δύο σημεία που ακολουθούν σε αυτό το μέρος της ανάλυσής μας είναι οι δυο εκδοχές της ψευδο-διχοτόμησης ανάμεσα στην αντιιμπεριαλιστική αριστερά του κεφαλαίου και την ιμπεριαλιστική δεξιά του κεφαλαίου, δηλαδή ανάμεσα στα δυο πολιτικά πλοκάμια του ίδιου τερατώδους και γιγαντιαίου χταποδιού που είναι το κοσμοϊστορικό καπιταλιστικό σύστημα.

Από την μια, στην υλική βάση της τρέχουσας οικονομικής, οικολογικής, υγειονομικής και πολιτικής κρίσης, και στην απουσία μιας αυτόνομης επαναστατικής ηγεσίας από τις ίδιες τις εξεγερμένες μάζες, η κουβανική δεξιά και ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός κεφαλαιοποιούν πολιτικά, και επικοινωνιακά, αυτή την αναδυόμενη κατάσταση.

Για αυτόν τον λόγο, η εκδοχή τους για αυτές τις μαζικές διαμαρτυρίες είναι η κυρίαρχη εκδοχή ή αυτή της κυρίαρχης φράξιας της τάξης των καπιταλιστών στα ΜΜΕ, με σκοπό να παρουσιάσουν δημόσια τη θέση ότι ο “σοσιαλισμός δεν δουλεύει” και ότι στην Κούβα θα πρέπει να υπάρξει στρατιωτική, πολιτική, τεχνολογική και “ανθρωπιστική” παρέμβαση για να “αποκατασταθεί η δημοκρατία, η ελευθερία και η κοινωνική ειρήνη”, όπως στην Αϊτή ή τη Συρία.

Από την άλλη, η “σοσιαλιστική” κυβέρνηση της Κούβας και η αριστερά του διεθνούς κεφαλαίου εστιάζουν σκόπιμα μόνο στον δεξιό ιμπεριαλιστικό αντίπαλό τους, για να κρύψουν ότι ο καπιταλισμός και η ταξική πάλη στην πραγματικότητα υπάρχουν στην Κούβα, ώστε να διατηρήσουν την εξουσία τους και την εικόνα της ψευδούς επανάστασης και του ψευδούς σοσιαλισμού/κομμουνισμού, στο κλασσικό Σταλινικό-Οργουελιανό στυλ αλλά σε λατινοαμερικανική έκδοση.

Για αυτόν τον λόγο, η κυβέρνηση του Díaz-Canel και η φιλοκουβανική αριστερά ακυρώνουν ή συκοφαντούν αυτές τις μαζικές διαμαρτυρίες ως “ψυχρά υπολογισμένες”, “διατεταγμένες και κατευθυνόμενες απ’ έξω”, “χειραγωγούμενες”, “πουλημένες”, “με ατζέντα επέμβασης”, “με ένα σχέδιο πραξικοπήματος και αποικιοκρατίας”, “σκουλήκια”, “shit eaters”, “μισθοφόρους”, “φασίστες”, “αντεπαναστάτες” κοκ. Το οποίο, στην πραγματικότητα, είναι ψευδές, άτοπο, συνωμοσιολογικό και κυνικό.

Και για αυτόν τον λόγο, το κουβανικό κράτος αντιμετωπίζει αυτή τη μαζική εξέγερση συνδυάζοντας την αστυνομική και στρατιωτική καταστολή (παρά τον υπάρχοντα επικοινωνιακό αποκλεισμό, μέχρι τη στιγμή που έκλεινε η παρούσα έκδοση είναι γνωστό ότι υπάρχει ήδη ένας νεκρός, δεκάδες τραυματίες και περισσότεροι από 115 συλληφθέντες και εξαφανισμένοι) με την κινητοποίηση της αιχμάλωτης κοινωνικής βάσης και το σύνδρομο της Στοκχόλμης να παραμένουν. Με αντιδιαδηλώσεις εξίσου αποτέλεσμα καταπίεσης (αστυνομικοί με κόκκινα) που φωνάζουν τα ίδια παλιά πατριωτικά συνθήματα όπως πάντα, κουβαλώντας σημαίες και πανώ με φωτογραφίες του Φιντέλ Κάστρο, θυμίζοντας το καλτ της προσωπολατρείας στη σταλινική Ρωσία, καθώς και με δημόσιες δηλώσεις “αντιιμπεριαλισμού, εθνικής κυριαρχίας και σοσιαλισμού”.

Αλλά τα γεγονότα είναι “πονηρά” και, όσο σκληρά και αν προσπαθούν οι κυβερνώντες και τα τσιράκια τους, η μαζική πείνα και η οργή δεν μπορούν να κρυφτούν.

Οι αιτίες εξαιτίας της συγκυρίας

Από τη μια πλευρά είναι η τρέχουσα οικονομική και υγειονομική κρίση. Πιο συγκεκριμένα, δραματική πτώση του ΑΕΠ κατά 11% – η χειρότερη στις τρεις τελευταίες δεκαετίες – ένα έλλειμα 9 δισεκατομμυρίων δολλαρίων, λαμβάνοντας υπόψιν ότι το 80% των καταναλωτικών προϊόντων εισάγονται, η μείωση του ξένου συναλλάγματος από τον τουρισμό – της δεύτερης πηγής εσόδων για την κουβανική οικονομία και τον πληθυσμό – και των εσόδων από την συγκομιδή της ζάχαρης – εξαιτίας της έλλειψης καυσίμων και των φθορών του μηχανικού εξοπλισμού, κρίση εξαιτίας της πανδημίας, καθώς και κρίση εξαιτίας της νομισματικής μεταρρύθμισης και της αλλαγής της συναλλαγματικής ισοτιμίας που αποφασίστηκε στο τέλος της προηγούμενης χρονιάς από την κυβέρνηση του Díaz-Canel – αποκαλούμενη και ως “Task Order2 – και η οποία αντί να αντιμετωπίσει την κρίση την επιδείνωσε (η θεραπεία ήταν χειρότερη από την ασθένεια).

Το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει ανεργία, ελλείψεις και πληθωρισμός: υπάρχει έλλειψη εργασίας, χρημάτων, τροφής, φαρμάκων και βασικών υπηρεσιών για την πλειοψηφία του πληθυσμού στην Κούβα (λέμε για την πλειοψηφία γιατί η κουβανική στρατιωτικο-γραφειοκρατική μπουρζουαζία απολαμβάνει, όπως και οι ξένοι τουρίστες, κάθε είδος προνομίων). Όπως έχει υπάρξει πάντα κάτω από αυτό το καθεστώς, αλλά σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε, με την επιδείνωση της πανδημίας Covid-19 (ένα δείγμα, παρεμπιπτόντως, αποτυχίας του υπερτιμημένου και καλυπτόμενου από μυστήριο συστήματος υγείας της Κούβας), και των εξαιρετικά αρνητικών επιπτώσεών της στην υγεία, την οικονομία και την καθημερινή ζωή.

Με άλλα λόγια, αυτή είναι μια κοινωνική ασθένεια, που συσσωρεύεται καθημερινά για δεκαετίες αλλά έχει επιδεινωθεί από την προηγούμενη χρονιά και έχει φτάσει φέτος σε ένα εκρηκτικό σημείο για τους λόγους που προαναφέραμε.

Έτσι, η πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας είναι σήμερα πιο πεινασμένη, πιο ασθενής και πιο απελπισμένη από πριν: τον Οκτώβριο του 2020, 8 στους 10 Κουβανούς μόλις που επιβίωναν, το 67% των οικογενειών κατέγραφαν την καθημερινή τους διατροφή ως ανεπαρκή ενώ το δελτίο τροφίμων καλύπτει μόνο 5 από τις 10 μέρες του μήνα και 6 από τις 10 οικογένειες. Μετά το “Ordering Task” του Δεκεμβρίου του 2020, και με το ξέσπασμα της Covid-19 τους τελευταίους μήνες αυτής της χρονιάς, η κατάσταση επιδεινώθηκε.

Αυτός είναι ο λόγος που σήμερα, πέρα από την συνέχιση της μετανάστευσης σε άλλες χώρες, οι αποστερημένοι και οι πεινασμένοι στην Κούβα κατέβηκαν στους δρόμους σε μαζικές διαμαρτυρίες, όπως είχαν κάνει και δεκαετίες πριν. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι, μέχρι τώρα, αυτή είναι μια “εξέγερση από την πείνα”, όπως και αυτή που ξέσπασε το 2008, την χρονιά της κρίσης των τροφίμων. Όλα αυτά έχοντας και στο πλαίσιο, ως υπόβαθρο, την κρίση παραγωγής αξίας που χαρακτηρίζει την τρέχουσα κρίση του καπιταλισμού.

Από την άλλη, υπάρχει η πολιτική κρίση· πιο συγκεκριμένα, η “απουσία δημοκρατικών θεσμών” ή “λαϊκής εξουσίας” που καναλιζάρει και αποσβένει τα κοινωνικά αιτήματα. Αυτή δεν είναι μια “αντίφαση της επανάστασης” γιατί στην Κούβα δεν υπάρχει καμμιά τέτοια επανάσταση αλλά, μάλλον, ακόμα και από την πολιτική και δημοκρατική σκοπιά της “κυβερνησιμότητας” και της “ηγεμονίας”, το κουβανικό καθεστως δεν είναι πλέον ούτε νομιμοποιημένο ούτε βιώσιμο.

Τώρα, από μια αντικαπιταλιστική και αντικρατική σκοπιά, η άλλη συγκυριακή αιτία – με στοιχεία όμως και δομικής – αυτής της εξέγερσης είναι η ολοκληρωτική εξουσία που η προνομιούχα κρατική μπουρζουαζία ασκεί στον πληθυσμό αυτού του στρατοπέδου συγκέντρωσης της Καραϊβικής ή το τροπικό γκουλάγκ που είναι η Κούβα· ή, μάλλον, η καπιταλιστική και στρατιωτικο-γραφειοκρατική δικτατορία του “Κομμουνιστικού” Κόμματος της Κούβας (PCC), της πλούσιας και πανίσχυρης οικογένειας των Κάστρο και της Ομάδας Διοίκησης Επιχειρήσεων Α.Ε. (Grupo de Administración Empresarial S.A., GAESA) των άλλων στρατιωτικών ηγετών, ιδιοκτητών και μετόχων της πλειοψηφίας των επιχειρήσεων, που κερδίζει και εμπλέκεται, ακόμα-ακόμα, στα “Panama Papers” αυτής της χώρας – πάνω στο προλεταριάτο – όλο και πιο επισφαλές, αποξενωμένο και καταπιεσμένο – όπως ήταν στην εποχή τους η ΕΣΣΔ του Λένιν και του Στάλιν, καθώς και η Κίνα του Μάο (η τελευταία μέχρι και σήμερα ακόμα, μαζί με τη Βόρεια Κορέα και τη Βενεζουέλα).

Οι προφανείς διαφορές ανάμεσα στην Κούβα και την Ρωσία ή την Κίνα είναι ότι η πρώτη έγινε η καινούρια και μικρή Λατινοαμερικάνικη αποικία, με επικεφαλής έναν “χαρισματικό” στρατιωτικό ηγέτη, αποικία αυτών των μεγάλων Ασιατικών καπιταλιστικών-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που μεταμφίεζαν τον εαυτό τους ως “κομμουνιστικές”· και ότι, σε αντίθεση με τις τελευταίες, οι οποίες εξακολουθούν να είναι μεγάλες δυνάμεις αλλά και ήδη υπερεκσυγχρονισμένες, η πρώτη έχει απολιθωθεί ή σκουριάσει στο παρελθόν, έχοντας κάνει την πρωτεύουσά της τουριστική ατραξιόν για την ευρωπαϊκή και αμερικανική ανώτερη μεσαία τάξη καθώς και ένα φετίχ νοσταλγικής συναισθηματικής προσκόλλησης για την λατινοαμερικανική αριστερή μεσαία τάξη του κεφαλαίου που θρησκευτικά και ευσπλαχνικά υπερασπίζεται τον μύθο του “κουβανικού σοσιαλισμού”.

Αντίθετα, το ανώνυμο προλεταριάτο στην κουβανική επικράτεια έχει μπουχτίσει να ζει άσχημα με αυτόν τον τρόπο. Έχει μπουχτίσει με τόση μιζέρια και κρατική καταστολή. Αυτός είναι ο λόγος που αυτές τις μέρες έχει βγει στους δρόμους μαζικά φωνάζοντας “κάτω η δικτατορία” και “ελευθερία”.

Με αυτή την έννοια, δεν είναι πια μόνο μια “εξέγερση πείνας” αλλά επίσης και μια πολιτική εξέγερση, στην οποία όμως το ταξικό ένστικτο και ο αυθορμητισμός δυστυχώς δεν είναι αρκετά. Το κουβανικό προλεταριάτο δεν έχει επίσης αναπτυχθεί επαρκώς με όρους επαναστατικής πάλης εξαιτίας του κουβανικού κράτους. Αυτός είναι ο λόγος που αυτή η εξέγερση κεφαλαιοποιείται πολιτικά και επικοινωνιακά από τη δεξιά και την ιμπεριαλιστική φράξια του παγκοσμίου κεφαλαίου ενώ καταστέλλεται, φυσικά και συμβολικά, από την αριστερίστικη και αντιιμπεριαλιστική φράξια.

Με άλλα λόγια, το προλεταριάτο που έχει εξεγερθεί στο “Νησί” [“La Isla”], είναι κυριολεκτικά απομονωμένο, αφοπλισμένο και δεχόμενο επίθεση από κάθε άποψη. Και, όπως δείχνει η ιστορία της ταξικής πάλης, η απομόνωση καταδικάζει κάθε εξέγερση – και κάθε επανάσταση – σε ήττα.

Οι δομικές αιτίες

Δεν είναι ο “ιμπεριαλιστικός αποκλεισμός” από τις ΗΠΑ (η Κούβα εμπορεύεται με 170 χώρες και αυτή τη στιγμή έχει την “βοήθεια” της Κίνας για το 40% των εξαγωγών της), ούτε “η κρίση κυβερνησιμότητας και ηγεμονίας” ενός ανύπαρκτου “εκφυλισμένου εργατικού κράτους” σ’ αυτή τη χώρα – όπως επαναλαμβάνουν οι Τροτσκιστές. Είναι η οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση του υπανάπτυκτου κουβανικού κρατικού καπιταλισμού* ο οποίος, με τη σειρά του, εξαρτάται από την παγκόσμια αγορά. Είναι ο μύθος του “κουβανικού σοσιαλισμού” ο οποίος προσκρούει στα γεγονότα εξαιτίας του ίδιου του βάρους του ή εξαιτίας των καπιταλιστικών αντιφάσεών του και των εσωτερικών του ταξικών αγώνων, όχι μετά την πτώση της ΕΣΣΔ (η “καπιταλιστική παλινόρθωση” είναι ένας ακόμα μύθος, γιατί δεν μπορείς να παλινορθώσεις το κεφάλαιο εκεί που ποτέ δεν ξεριζώθηκε), αλλά ήδη από το ξεκίνημά του, το 1959, και ακόμα περισσότερο σήμερα, στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, εξαιτίας της γενικευμένης και πολυδιάστατης κρίσης του παγκόσμιου καπιταλισμού, που καταφαίνεται συγκεκριμένα στην οικονομική και υγειονομική κρίση και συνοδεύεται από όλο και συχνότερες και πιο εκρηκτικές διαμαρτυρίες και προλεταριακές εξεγέρσεις που ταυτόχρονα, όμως, είναι εφήμερες και χωρίς αυτόνομη και δυναμική επαναστατική ηγεσία.

Είναι αυτό το ιστορικό-δομικό και παγκόσμιο πλαίσιο γενικευμένης καπιταλιστικής καταστροφής και μη-επαναστατικής ταξικής πάλης, σημαδεμένης από άνιση ανάπτυξη, χάος, ταραχές και αβεβαιότητα, που πραγματικά εξηγεί τις κρίσεις, διαμαρτυρίες και εξεγέρσεις σε όλα τα έθνη του πλανήτη τα τελευταία χρόνια, των οποίων η τρέχουσα κρίση στην Κούβα δεν είναι παρά ένα ακόμα επεισόδιο, ναι, με τις ιδιαιτερότητες που προαναφέραμε.

Συμπεράσματα και προοπτικές στο υπόβαθρο

Με δεδομένο το τωρινό παγκόσμιο πλαίσιο οικονομικής και οικολογικής-υγειονομικής καταστροφής, προληπτικής αντεπανάστασης και εφήμερων εξεγέρσεων χωρίς αυτόνομη επαναστατική ηγεσία, που σήμερα φαίνεται πιο έντοντα σε χώρες όπως η Κούβα, το πιο πιθανό είναι ότι αυτή η προλεταριακή εξέγερση εναντίον της πείνας και της κρατικής τυρρανίας θα συνεχίσει να κεφαλαιοποιείται πολιτικά και επικοινωνιακά από την κουβανέζικη δεξιά, τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και τους διεθνείς “κορυφαίους”3 τους· ότι η κουβανική “σοσιαλιστική” κυβέρνηση θα συνεχίσει να συκοφαντεί και να καταστέλλει την εξέγερση μέχρι να την εξαφανίσει, με το πρόσχημα ότι είναι “αντεπαναστατική”, έχοντας την αποδοχή των ηγετών των αριστερών κομμάτων διεθνώς· και ότι οι εκμεταλλευόμενες και καταπιεσμένες μάζες στην κουβανική επικράτεια θα συνεχίσουν να συσσωρεύουν πείνα, απόγνωση, θυμό, εμπειρίες αγώνα και μαθήματα από αυτόν, μέχρι να ξεσπάσει ένας καινούριος διεθνής κύκλος κοινωνικών εξεγέρσεων του παγκόσμιου προλεταριάτου ενάντια στον παγκόσμιο καπιταλισμό (κάτι που, σύμφωνα με το ίδιο το ΔΝΤ, είναι πιθανόν να συμβεί το 2022).

Αλλά, για όσους από μας προσπαθούμε να δούμε την πραγματικότητα χωρίς τις ιδεολογικές ή μυθοποιητικές παρωπίδες, αυτή η αυθόρμητη προλεταριακή εξέγερση πιστώνεται τουλάχιστον το καλό της καταστροφής, και μάλιστα τον 21ο αιώνα, του μύθου του “κουβανικού σοσιαλισμού” και της ιδεολογικής του βάσης, που είναι ο Μαρξισμός-Λενινισμός, γιατί στην πραγματκότητα δεν είναι τίποτα παραπάνω από καπιταλισμός και “ριζοσπαστική” σοσιαλδημοκρατία αντίστοιχα. Το πολιτικο-στρατιωτικο-επιχειρηματικό καθεστώς του “Κομμουνιστικού” Κόμματος της Κούβας και της εταιρείας του GAESA, δεν υπερασπίζεται καμμιά επανάσταση. Υπερασπίζεται την καπιταλιστική αντεπανάσταση και την δικτατορία της πάνω στο προλεταριάτο αυτής της περιοχής. Είναι η αριστερίστικη, κρατικίστικη και αντιιμπεριαλιστική φράξια του παγκόσμιου κεφαλαίου στην Καραϊβική. Επομένως, εκείνοι που υπερασπίζονται αυτό το καθεστως είναι εξίσου αντεπαναστάτες.

Για να το κάνουμε ακόμα πιο καθαρό, και για να μην επιτρέψουμε σε κανέναν χοντροειδείς και κακόβουλες παρερμηνείες, τόσο από την δεξιά όσο και την αριστερά του κεφαλαίου: δεν είναι ότι “δεν δουλεύει ο σοσιαλισμός” ούτε ότι “το λάθος είναι ο ιμπεριαλιστικός αποκλεισμός” των ΗΠΑ. Όχι, τίποτα από αυτά. Αντιμέτωποι με τόσες ψευδείς ειδήσεις και αναλύσεις από όλες τις πλευρές, είναι η ώρα να επαναλάβουμε την αντικαπιταλιστική αλφαβήτα σε σχέση με αυτό: αυτό που υπάρχει στην Κούβα ΔΕΝ είναι σοσιαλισμός ή κομμουνισμός, είναι καθαρός και απλός καπιταλισμός· πιο συγκεκριμένα είναι ένας ανεπαρκώς αναπτυγμένος κρατικός καπιταλισμός που συμμετέχει με έναν υποτελή και εξαρτώμενο τρόπο στην παγκόσμια αγορά, που είναι σε κρίση επειδή ο ιστορικός και διεθνής καπιταλισμός είναι σε κρίση.

Γιατί; Γιατί δεν μπορεί να υπάρξει “σοσιαλισμός σε μια χώρα”, αφού ο καπιταλισμός είναι παγκόσμιος. Επειδή η εθνικοποίηση ή η εθνικοποίηση της γεωργίας, της βιομηχανίας, του εμπορίου και των τραπεζών δεν είναι το ίδιο με την πραγματική κατάργηση – όχι μόνο τυπικά ή νομικά – της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης. Και, πάνω απ’ όλα, επειδή στον κομμουνισμό δεν υπάρχει παραγωγή αγαθών, μισθωτής εργασίας, εξαγωγή υπεραξίας, χρήμα, αγορά, νόμος της αξίας, εταιρείες, συσσώρευση κεφαλαίου, κοινωνικές τάξεις, Κράτος, πατριαρχία, μαφίες, διαφθορά, πορνεία ή διεθνή σύνορα. Αντίθετα, στην Κούβα υπάρχουν όλα αυτά. Ναι, στην Κούβα υπάρχουν κοινωνικές τάξεις: εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι, καταπιεστές και καταπιεζόμενοι, αυτοί που περιθωριοποιούν και περιθωριοποιημένοι. Αυτός είναι ο λόγος που υπάρχει ταξική πάλη στην Κούβα, αδιάψευστη απόδειξη της οποίας είναι οι διαμαρτυρίες, τις τελευταίες μέρες, των προλεταριακών μαζών από όλους τους τομείς, φύλα και γενιές εναντίον του καπιταλιστικού κράτους, που έχει μεταμφιεστεί σε “σοσιαλιστικό” σ’ αυτή τη χώρα.

Εν ολίγοις, σε όλες τις εκδοχές, μορφές ή εμφανίσεις του, το σύστημα που πραγματικά δεν δουλεύει άλλο είναι ο καπιταλισμός. Όμως, επιβιώνει ακόμα, εν μέσω της αποσύνθεσής του, εξαιτίας της έλλειψης επαναστατικών συνθηκών και καταστάσεων που μόνο οι ίδιες οι δομικές αντιφάσεις του καπιταλισμού και οι πραγματικοί ταξικοί αγώνες μπορούν να παράγουν και όχι η συνείδηση, η ιδεολογία, η προπαγάνδα, η θέληση και ο πολιτικός ακτιβισμός λίγων οργανώσεων και ανθρώπων της αριστεράς.

Η ριζοσπαστική κομμουνιστική προοπτική που περιέχεται σε αυτήν εδώ την ανάλυση της συγκυρίας είναι προϊόν όχι λίγων ευφυών και παραληρηματικών μυαλών αλλά της ίδιας της παγκόσμιας-ιστορικής ταξικής πάλης και της συγκεκριμένης για μας κατάστασης της ζωής και των αγώνων. Σε αυτό το πλαίσιο, οι αντικρατιστές και διεθνιστές κομμουνιστές είναι στο πλευρό των εκμεταλλευόμενων και των καταπιεσμένων που παλεύουν για τις ζωές τους χωρίς εκπροσώπους ή ενδιάμεσους και άσχετα από την εθνικότητά τους, γιατί εμείς οι προλετάριοι δεν έχουμε πατρίδα. Στην πραγματικότητα ένα από τα πιο αντεπαναστατικά συνθήματα που μπορεί να υπάρχουν είναι το “Πατρίδα ή Θάνατος”, όπως αυτό που αυτόματα επαναλαμβάνεται από την τωρινή αριστερίσικη κυβέρνηση της Κούβας και τους άκριτους ακολούθους της εκεί και παντού. Αντίθετα, είμαστε ενάντια σε όλες τις μορφές του καπιταλισμού και του έθνους-κράτους, συμπεριλαμβανομένου του “σοσιαλιστικού κράτους”, που στην πραγματικότητα είναι κρατικός καπιταλισμός και, με τη σειρά του, καθορίζεται από την παγκόσμια αγορά. Συνεπώς είμαστε εναντίον τόσο της δεξιάς όσο και της αριστεράς του κεφαλαίου, μιας και τα δύο αυτά δεν είναι αντίθετοι αλλά συμπληρωματικοί και εναλλασσόμενοι ανταγωνιστές στη διαχείριση του καπιταλιστικού Κράτους και οικονομίας. Στην περίπτωση της Κούβας, η αριστερά του κεφαλαίου στο Κράτος είναι μια πολιτικο-στρατιωτικο-επιχειρηματική γραφειοκρατία που αποσπά υπεραξία από το προλεταριάτο, το επιτηρεί και το καταπιέζει, κάνει παχυλές δουλειές με πολυεθνικές επιχειρήσεις και έχει υποστηρίξει αιματηρές δικτατορίες, τόσο δεξιές όσο και αριστερές.

Εν συντομία, είμαστε ενάντια στον καπιταλισμό και τους υπερασπιστές του στη δεξιά όπως και στους ψευτοεπικριτές του στην αριστερά. Ταυτόχρονα, είμαστε υπέρ της προλεταριακής αυτονομίας, εκφρασμένης μέσα από την άμεση δράση και τη μαζική αυτο-οργάνωση, της επαναστατικής ρήξης και της παγκόσμιας κομμουνιστικής επανάστασης. Γιατί η χειραφέτηση των εργατών ή θα είναι το έργο των ίδιων των εργατών ή δεν θα είναι τίποτα. Γιατί αν δεν ξεκόψουμε από τις ψευδείς κριτικές και τις ψευδείς εναλλακτικές στον καπιταλισμό δεν υπάρχει επανάσταση. Και επειδή η επανάσταση ή θα είναι ενάντια στο εμπόρευμα, ενάντια στο κράτος και παγκόσμια ή δεν θα είναι τίποτα.

Αυτός είναι ο λόγος που στο τρέχον ιστορικό και παγκόσμιο πλαίσιο, που εξακολουθεί να είναι αντεπαναστατικό, είμαστε υπέρ των προλεταριακών διαμαρτυριών και εξεγέρσεων παντού ενάντια στις άθλιες υλικές βιωτικές συνθήκες της τάξης [μας] και ενάντια σε όλες τις κυβερνήσεις του κεφαλαίου, όπως είναι και η τωρινή εξέγερση στην Κούβα. Πάνω απ’ όλα, είμαστε υπέρ εκείνων των αγώνων που δείχνουν σπέρματα και τάσεις για την αυτονομία της τάξης και μιας ρήξης με τις καπιταλιστικές συνθήκες και, ειδικότερα, με την ίδια την συνθήκη ταξικής εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Χωρίς να παύουμε να είμαστε αντικειμενικοί και κριτικοί απέναντί τους. Με την οπτική ότι οι αντιθέσεις και οι κοινωνικές συγκρούσεις οξύνονται, ότι ο συσχετισμός δυνάμεων αντιστρέφεται, ότι η παγκόσμια προλεταριακή εξέγερση επιστρέφει, ασκώντας κριτική και ξεπερνώντας τον εαυτό της, ώστε να γίνει μια κοινωνική – όχι πολιτική, αλλά κοινωνική-διεθνής επανάσταση.

Επανάσταση στην οποία οτιδήποτε υπάρχει εξεγείρεται και επικοινωνείται, ώστε να βάλει ένα τέρμα στην παρούσα καπιταλιστική καταστροφή και να δημιουργήσει μια ζωή αξιοβίωτη από καθέναν παντού, συμπεριλαμβανομένης της περιοχής της Κούβας. Επανάσταση που πραγματοποιεί την κατάργηση της γενικευμένης εμπορευματικής κοινωνίας των τάξεων, των φύλων και των “φυλών”, αντικαθιστώντας την με καινούριες και πολλαπλές μη-εμπορευματικές, μη-πραγμοποιημένες και μη-ιεραρχικές κοινωνικές σχέσεις ανάμεσα σε ελεύθερα σχετιζόμενα άτομα χωρίς διαχωρισμούς και σύνορα οποιουδήποτε είδους, σε ισορροπία με τη φύση.

Στο μεταξύ, ο καπιταλισμός και η ταξική πάλη θα συνεχίσουν να ανταπτύσσονται άνισα και καταστροφικά σε ολόκληρο τον πλανήτη, μέχρι που η ανθρωπότητα να μην μείνει με άλλη επιλογή από τον κομμουνισμό ή την εξαφάνιση. Και από αυτήν, κανείς και τίποτα δεν είναι ασφαλές. Η Κούβα δεν είναι παρά ένα ακόμα κρίσιμο επεισόδιο σε αυτό το εξελισσόμενο κοσμοϊστορικό δράμα.

Εξαγριωμένοι Προλετάριοι (Proletarios Cabreados)

Κίτο, Ιούλιος 2021

 

[*] Σημείωση του Class War. Στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να ξεκαθαρίσουμε ότι ο όρος “Κρατικός καπιταλισμός” είναι μια έκφραση που έχει επινοηθεί από κάποια τμήματα της ιστορικής κομμουνιστικής αριστεράς για να καταγγείλει/καταδικάσει τον καπιταλιστικό χαρακτήρα των “κομμουνιστικών χωρών” όπως η ΕΣΣΔ, οι οποίες αποκαλούνταν με αυτόν τον τρόπο λανθασμένα τόσο από την δεξιά όσο και την αριστερά, αφού ο καπιταλισμός είναι παγκόσμιος και, συνεπώς, και ο κομμουνισμός δεν μπορεί παρά να είναι παγκόσμιος. Και πάνω απ’ όλα επειδή σε αυτές τις χώρες οι θεμελιώδεις καπιταλιστικές σχέσεις και κατηγορίες (αξία, αγορά, εταιρεία, μισθωτή εργασία, συσσώρευση κεφαλαίου, χρήμα, κοινωνικές τάξεις, Κράτος, ιδεολογία…) δεν ξεριζώθηκαν ποτέ αλλά παρέμειναν άθικτες και συνέχισαν να αναπτύσσονται. Στην πραγματικότητα, κεφάλαιο και Κράτος είναι αδιαχώριστα: σε αυτή την κοινωνία, το Κράτος δεν μπορεί παρά να είναι το Κράτος του κεφαλαίου αφού είναι η συνόψιση ή το σημείο τομής των βασικών καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων το οποίο, με τη σειρά του, διαχειρίζεται αυτές τις σχέσεις με τη βία ή άλλα εργαλεία κυριαρχίας, άσχετα από τις διαφορετικές μορφές, βαθμούς και διαχειριστές που υιοθετεί, όπως σε αυτή την περίπτωση μιας υποτιθέμενης4 “κομμουνιστικής” ή “σοσιαλιστικής” γραφειοκρατίας στη βάση της κρατικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής προϊόντων και υπεραξίας. Επομένως, από την κομμουνιστικη σκοπιά, και αυστηρά μιλώντας, το σωστό πράγμα που πρέπει να κάνουμε είναι να μιλάμε απλά για καπιταλισμό και όχι κρατικό καπιταλισμό. Αλλά, στο παρόν άρθρο χρησιμοποιούμε αυτή την ανακριβή έκφραση σύμφωνα με το προαναφερόμενο ιδιαίτερο ιστορικό της φορτίο και δίνοντας έμφαση στην κομμουνιστική κριτική κάθε τύπου κράτους. Θεωρώντας, περαιτέρω, ότι αρκετοί αναγνώστες δεν είναι εξοικειωμένοι με αυτές τις έννοιες και αντιπαραθέσεις.

Η ίδια υποκείμενη λογική ισχύει, παρεμπιπτόντως, και για την επίσης λανθασμένη έκφραση “νεοφιλελευθερισμός” ή “καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς”, που χρησιμοποιείται καταχρηστικά, από την άλλη, από την αντι-νεοφιλελεύθερη και νεο-κεϋνσιανή σοσιαλδημοκρατία, όταν στην πραγματικότητα το “αόρατο χέρι της αγοράς ‘δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς’ τη σιδερένια γροθιά του Κράτους” και αντίστροφα. Άλλο ένα παράδειγμα της ψευδο-διχοτόμησης αριστεράς/δεξιάς στην οποία η κομμουνιστική οπτική ασκεί κριτική και έρχεται σε ρήξη μαζί της επιρρώνοντας ότι ο κομμουνισμός είναι ζωντανή αντίθεση και κατάργηση/ξεπέρασμα τόσο της αγοράς όσο και του Κράτους5

Πηγή: http://proletariosrevolucionarios.blogspot.com/2021/07/analisis-de-la-actual-revuelta-en-cuba.html.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: http://proletariosrevolucionarios.blogspot.com/2021/07/analisis-de-la-actual-revuelta-en-cuba.html. Αναδημοσιεύεται εδώ: https://www.autistici.org/tridnivalka/arde-cuba/#more-3623. Χρησιμοποιήθηκε και η μετάφραση στα Αγγλικά στον παραπάνω ιστότοπο: https://www.autistici.org/tridnivalka/cubas-burning.

2 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: “Tarea Ordenamiento” [στα Ελληνικά θα λέγαμε: “Καθήκον τακτοποίησης”]: οικονομική μεταρρύθμιση με στόχο την αύξηση των αποθεματικών της κουβανικής κυβέρνησης σε δολλάρια – αποθεματικά που μειώθηκαν εξαιτίας των συνεπειών της πανδημίας Covid-19 στον τουρισμό και στην δυνατότητα αποστολής Κουβανών γιατρών στο εξωτερικό – μέσω της υποτίμησης του πέσο και της μετατροπής όλων των ιδιωτικών καταθέσεων στις κρατικές τράπεζες από δολλάρια σε πέσο, απαγορεύοντας την αγορά δολλαρίων από ιδιώτες και χρεώνοντας σε δολλάρια για τις αγορές αγαθών στα κρατικά καταστήματα.

3 Στμ. Στο πρωτότυπο: corifeos: ο κορυφαίος του χορού στην αρχαία τραγωδία. Μεταφορικά οι σπουδαιότεροι συνεργάτες, υποστηρικτές.

4 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο: self-styled.

5 Στμ. Δεν θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε περισσότερο με αυτά τα σχόλια! Ο όρος “νεοφιλελευθερισμός” αποτελεί εφεύρημα διαφοροποίησης της αριστεράς από την δεξιά του κεφαλαίου, λειτουργώντας ως πολιτικό άλλοθι και πλυντήριο της πρώτης, συσκοτίζοντας ουιαστικά τον χαρακτήρα της βαθιάς καπιταλιστικής αναδιάρθωσης που συντελείται τα τελευταία 50 χρόνια, από τη δεκαετία του 1970. Εξίσου εύστοχη είναι και η αποσαφήνιση για το λεπτό ζήτημα του όρου “κρατικός” καπιταλισμός. Το αδιαχώριστο Κράτους και καπιταλισμού είναι θεμελιώδες στοιχείο της ριζικής, αναρχικής και/ή κομμουνιστικοποιητικής οπτικής.

Ο σταλινισμός του ζαχαροκάλαμου

Κρατικός καπιταλισμός και ανάπτυξη στην Κούβα

Emanuel Santos1

το κείμενο σε pdf

[Σημείωση της μετάφρασης] Πρόκειται για το πλήρες κείμενο απόσπασμα του οποίου παρατίθεται στην προηγούμενη ανάρτηση από το DNDF.

Τα έθνη, όπως και τα άτομα, δεν μπορούν να ξεφύγουν από τις επιταγές της καπιταλιστικής συσσώρευσης αν δεν καταργήσουν το κεφάλαιο.

Grandizo Munis, “For a Second Communist Manifesto2

Το επίσημο αφήγημα σχετικά με τη φύση των αλλαγών στην οικονομία και την ευρύτερη κοινωνία, που αναγγέλθηκαν από την κουβανική κυβέρνηση μετά την αποκαλούμενη “επανάσταση” του 1959, μας λέει ότι η αγροτική μεταρρύθμιση και η μετέπειτα κρατικοποίηση της οικονομίας – δηλαδή η μεταφορά της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής από τους ιδιώτες καπιταλιστές στο κράτος – έβαλαν την Κούβα στον δρόμο για τον σοσιαλισμό. Αυτή ήταν η οπτική που προάχθηκε από τον Γάλλο γεωπόνο Rene Dumont, ο οποίος υπηρέτησε ως σύμβουλος στην τότε μόλις σχηματισμένη “σοσιαλιστική” κυβέρνηση για ζητήματα σχετικά με την οικονομική ανάπτυξη. Έκτοτε, άλλοι ακαδημαϊκοί της Αριστεράς έχουν μελετήσει σοβαρά την κουβανική οικονομία. Ανάμεσα σε αυτούς που το έκαναν μέσα από ένα κριτικό πρίσμα, ο Samuel Farber ξεχωρίζει ως ο διανοητικά πιο αυστηρός και συνεπής. Αν και όχι χωρίς προβλήματα, το βιβλίο του σχετικά με την κουβανική κοινωνία, μετά τον θρίαμβο των “barbudos”3 επί της υποστηριζόμενης από την CIA δικτατορίας του Μπατίστα, προσφέρει ένα σπάνιο παράθυρο στην ενδότερη λειτουργία του σταλινικού συστήματος, στην κουβανέζικη εκδοχή του. Ο Farber συνυπογράφει την συνηθισμένη θέση για τον “γραφειοκρατικό κολλεκτιβισμό”, ισχυριζόμενος ότι ενώ η Κούβα δεν φτάνει το ορόσημο για τον σοσιαλισμό, εξαιτίας της απουσίας ενός εύλογου ελέγχου πάνω στην παραγωγή και την διανομή από τις εργαζόμενες μάζες, δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε καπιταλιστική καθώς η εθνικοποίηση των μέσων παραγωγής υποτίθεται ότι αποκλείει τον ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων. Αντ’ αυτού, λέει, αυτό που υπάρχει στην Κούβα είναι ένα νέο είδος ταξικής κοινωνίας, βασισμένης στην αυταρχική εξουσία μιας παρασιτικής γραφειοκρατίας, που είναι “εμβαπτισμένη” μέσα στον κρατικό μηχανισμό, και της οποίας ο σιδηρένιος έλεγχος πάνω τόσο στην οικονομία όσο και στην κοινωνία σε μεγάλη κλίμακα, αποθαρρύνει οποιαδήποτε προσπάθεια από ατομικές επιχειρήσεις να επιδιώξουν τα δικά τους συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα4.

Αν και τα συμπεράσματά τους διαφέρουν ριζικά, οι υπερασπιστές τόσο των θεωριών για τη “σοσιαλιστικό” όσο και για την “ούτε σοσιαλιστικό ούτε καπιταλιστικό” (συνεπώς ούτε το ένα ούτε το άλλο) χαρακτήρα της Κούβας, και άλλων κρατικοποιημένων κοινωνιών, συμπίπτουν παρ’ όλα αυτά στην άποψη ότι η εθνικοποίηση των ιδιωτικών επιχειρήσεων συνιστά μια μερική, ή ίσως ακόμα και πλήρη, άρνηση του καπιταλισμού και των νόμων κίνησής του. Αυτή η αντίληψη, που η ατυχής γενεαλογία της μπορεί να ιχνηλατηθεί πίσω στις “κρατικο-σοσιαλιστικές” ιδέες του Ferdinand Lassalle και των ακολούθων του στην Πρώτη Διεθνή, δεν έχει την παραμικρή βάση στη θεωρία του σοσιαλισμού που επεξεργάστηκαν οι Μαρξ και Ένγκελς. Για τους δεύτερους, τα κρατικά μονοπώλια δεν σηματοδοτούν την άρνηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής αλλά την ενίσχυσή τους5. Στην πραγματικότητα, επέμειναν ότι η μετάβαση προς τον σοσιαλισμό θα συνεπαγόταν αναγκαστικά μια σταδιακή αποδυνάμωση ή “μαρασμό” του κρατικού μηχανισμού. Το υπόλοιπο του παρόντος δοκιμίου θα επιχειρήσει μια κριτική ανάλυση των προαναφερθέντων θεωριών χρησιμοποιώντας μια προσέγγιση που είναι μεθοδολογικά μαρξιστική και με παρρησία στην προσήλωσή της στην αυτοχειραφέτηση των εργατών. Θα επιχειρηματολογήσει, επιπλέον, ότι η “σοσιαλιστική” Κούβα είναι στην πραγματικότητα μια κοινωνία βασισμένη στη μισθωτή εργασία και την καπιταλιστική συσσώρευση. Τα καθοριστικά χαρακτηριστικά αυτής της κοινωνίας, στην οποία θα αποδώσουμε τον προσδιορισμό “κρατικός καπιταλισμός”, είναι η υπερ-συγκέντρωση του κεφαλαίου και η συλλογική άσκηση του de facto ελέγχου πάνω στα μέσα παραγωγής από μια κρατική γραφειοκρατία.

Όπως συμβαίνει με τόσα από τα καθοδηγητικά φώτα της Νέας Αριστεράς, δεν είναι εντελώς σαφές τι σημαίνει “σοσιαλισμός” κατά την αντίληψη του Dumont. Αν ο κόσμος του Monthly Review, με τον οποίο σχετίζεται, αποτελεί κάποια ένδειξη, τότε μπορούμε με ασφάλεια να υποθέσουμε ότι το κράτος παίζει έναν κεντρικό ρόλο στην αντίληψή του. Όμως, καθώς απέτυχε να αφήσει κάτι σαν ένα σύντομο περίγραμμα ή έναν λειτουργιστικό ορισμό, αφηνόμαστε να αποκωδικοποιήσουμε τις απόψεις του από μερικές σκόρπιες παρατηρήσεις στην περιγραφή του για τον μετασχηματισμό της κουβανικής οικονομίας σύμφωνα με τις σοβιετικές γραμμές. Για παράδειγμα, αντιπαραθέτει τον “σοσιαλιστικό σχεδιασμό” με το “αόρατο χέρι του κέρδους”, το οποίο κατανέμει κεφάλαιο σύμφωνα με το πού είναι υψηλότερο το ποσοστό κέρδους. Αντίθετα, λέει, μια σοσιαλιστική οικονομία θα αντικαταστήσει με τη βούληση του κεντρικού σχεδιαστή τον άναρχο “νόμο της αγοράς”, παρ’ όλο που δεν προσδιορίζει πουθενά τι συνεπάγεται η λειτουργία ενός τέτοιου νόμου ή πώς φανερώνεται συγκεκριμένα στην κοινωνική παραγωγή6. Αντίθετα, ο Dumont τέρπει τους αναγνώστες του, με το ένα ανιαρό ανέκδοτο μετά το άλλο, μεμφόμενος τους διευθυντές των επιχειρήσεων και τους κρατικούς λογιστές για το ότι κάνουν σχέδια με έναν εντελώς ad hoc τρόπο και βάζουν στόχους αποτελεσμάτων βασισμένους σε λανθασμένα ή ακόμα και κατασκευασμένα νούμερα. Όλα αυτά, μας εξηγεί, αποτρέπουν μια σχεδιασμένη οικονομία από το να λειτουργεί ομαλά7. Δυστυχώς, η διερεύνησή του για την αποτυχία του σχεδιασμού στην Κούβα ξεκίνησε και τελείωσε εκεί. Ο Farber δείχνει μια καλλίτερη κατανόηση του πραγματικού βάθους του προβλήματος, προσδιορίζοντας την ανεπάρκεια, τις μηχανιστικές βλάβες και απώλειες στο σύστημα ως μια λογική συνέπεια της ιεραρχικής οργάνωσης της παραγωγής. Ισχυρίζεται, ορθά, ότι η έλλειψη γνήσιας ανάδρασης, που είναι εντελώς απαραίτητη στον οικονομικό σχεδιασμό υπό οποιοδήποτε σύστημα, και η μέτρια παραγωγικότητα (παρά την χρόνια υπερστελέχωση) απορρέουν από ανεπαρκή έως ανύπαρκτα υλικά κίνητρα και τον ολοφάνερο διαχωρισμό των παραγωγών από τα εργαλεία της δουλειάς8.

Σε πρώτη ματιά, αυτή η εξήγηση μπορεί να φαίνεται αντίθετη στην διαίσθηση. Άλλωστε, οι εργάτες στις συμβατικές καπιταλιστικές χώρες στερούνται επίσης οποιωνδήποτε μέσων παραγωγής. Όμως, οι διευθυντές των επιχειρήσεων στα δυο συστήματα έχουν διαφορετικά σύνολα εργαλείων στη διάθεσή τους για την πειθάρχηση των εργατών9. Πιο αξιοσημείωτα, ενώ οι εργάτες στις συμβατικές καπιταλιστικές χώρες μπορούν να εξαναγκαστούν, με την απειλή της ανεργίας, να διατηρούν ένα συγκεκριμένο επίπεδο παραγωγικότητας, οι αντίστοιχοί τους στην Κούβα προστατεύονται γενικά από την μακροπρόθεση ανεργία χάρις σε μια πρόβλεψη στο σύνταγμα της χώρας που εδραιώνει την απασχόληση ως ένα θεμελιώδες πολιτικό δικαίωμα10. Ως εκ τούτου, οι διευθυντές των επιχειρήσεων συχνά αναγκάζονται να ανέχονται έναν συγκεκριμένο βαθμό απραξίας, ακόμα και απουσίας, από τους εργάτες τους ως ένα αντάλλαγμα για την επίτευξη των ορίων παραγωγής που τους επιβάλλονται από εκείνους που βρίσκονται ψηλότερα στη γραφειοκρατική αλυσίδα της διοίκησης. Έτσι, στον βαθμό που υπάρχει καν οικονομικός σχεδιασμός στην Κούβα, έχει λειτουργήσει πάντα άσχημα και με μη συνεπή τρόπο. Στην πραγματικότητα, αναθεωρήσεις των τελικών στόχων παραγωγής συμβαίνουν τόσο συχνά, και είναι τόσο διαδεδομένες σε διάφορες βιομηχανίες και επιχειρήσεις11, που στην πραγματικότητα είναι σαν να μην υπάρχει ουσιαστικά κάτι τέτοιο όπως “το πλάνο”. Η εγγυημένη απασχόληση συχνά αναφέρεται από αυτούς που υπερασπίζονται την “σοσιαλιστική” ή την “ούτε το ένα-ούτε το άλλο” οπτική ως μια ακλόνητη απόδειξη της μη ύπαρξης αγοράς εργασίας στην Κούβα. Πράγματι, κάποιοι έχουν ακόμα-ακόμα ισχυριστεί ότι αφού οι εργάτες στις χώρες αυτές δεν “απολαμβάνουν” τη διπλή ελευθερία που έχει προσδιοριστεί από τον Μαρξ – δηλαδή την “ελευθερία” να πουλάνε την εργατική τους δύναμη σε έναν εργοδότη και την “ελευθερία” από την κατοχή οποιωνδήποτε μέσων παραγωγής – δεν υπάρχει καν μια “κανονική” εργατική τάξη. Μια τέτοια ερμηνεία δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με τα γεγονότα. Πρώτον, για έναν εργάτη ή μια εργάτρια στην Κούβα η απασχόλησή του/της μπορεί να τερματιστεί μετά από επαναλαμβανόμενες μικροπαραβάσεις, ή σαν μια τιμωρία για την εμπλοκή σε αντικαθεστωτική δραστηριότητα12. Αν και αυτό είναι ασυνήθιστο, εξαιτίας των μπελάδων που μπορεί να προκαλέσει, αφού μια παράβαση αυτού του μεγέθους φαίνεται στο εργασιακό ιστορικό κάποιου περιορίζοντας τις μελλοντικές εργασιακές δυνατότητες13. Επιπλέον, είναι καλά γνωστό ότι η ετήσια απόδοση της εργασίας σε κρατικο-καπιταλιστικές χώρες όπως η Κούβα είναι σχετικά υψηλότερη από αυτήν στις συμβατικές καπιταλιστικές χώρες14. Αυτό υποδεικνύει ότι η εργατική δύναμη μπορεί στην πραγματικότητα να πουληθεί και να αγοραστεί στην Κούβα.

Η κοινώς αποδεκτή αντίληψη στην Αριστερά υπαγορεύει ότι ο κρατικός σχεδιασμός παρεμβάλλεται στις ασυνείδητες δυνάμεις της αγοράς που κυβερνούν την παραγωγή στον καπιταλισμό. Ο διανοητικός προπάτορας αυτής της ιδέας είναι ο Σταλινο-κεϋνσιανός Paul Sweezy. Αν και η ιδέα του δεν ήταν πρωτότυπη, ο Sweezy ήταν αναμφίβολα ο πρώτος που συστηματοποίησε αυτό το ανοσιούργημα κατά του μαρξισμού και το παρουσίασε μπροστά σε ένα κοινό αυτοαποκαλούμενων ριζοσπαστών και διανοούμενων στον αγλλόφωνο κόσμο. Η θεωρία του παρέχει μεγάλο μέρος του εννοιολογικού πλαισίου που συγκρατεί μαζί ερμηνείες του τύπου “σοσιαλιστική” και “ούτε σοσιαλιστική – ούτε καπιταλιστική” χώρα, οπότε θα χρειαστεί να εξετάσουμε τις βασικές της υποθέσεις. Σύμφωνα με τον Sweezy, το μόνο που χρειάζεται για να απαλλαγούμε από τον “νόμο της αξίας” – δηλαδή τον κοινωνικό μηχανισμό που ρυθμίζει την ανταλλαγή εμπορευμάτων στον καπιταλισμό σύμφωνα με τον μέσο χρόνο που απαιτείται για να τα παράγουμε – είναι ο κρατικός σχεδιασμός να αντικαταστήσει της δυνάμεις της αγοράς ως το πρωταρχικό μέσο κινητοποίησης των παραγόντων της παραγωγής15. Η λειτουργία της σημερινής καπιταλιστικής κοινωνίας δείχνει ότι αυτό είναι ένα πλήρες και ακραίο ψεύδος. Ο νόμος της αξίας συνυπάρχει σήμερα δίπλα-δίπλα με τον κρατικό σχεδιασμό με τη μορφή πολιτικών “εκβιομηχάνισης αντί εισαγωγών”16, των κινήτρων επένδυσης και των επιδοτήσεων στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, της διαχείρισης των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας και των κύριων βιομηχανιών από το κράτος, του κατευθυντικού σχεδιασμού (δείτε: στα Γαλλικά dirigisme), και του ελέγχου της ροής του χρήματος και του κεφαλαίου μέσω του κεντρικοποιημένου τραπεζικού τομέα. “Αναπτυσσόμενες” χώρες του Τρίτου Κόσμου έχουν χρησιμοποιήσει πολλές από αυτές τις στρατηγικές για να αποκτήσουν ένα πλεονέκτημα απέναντι στους αντιπάλους τους στην παγκόσμια αγορά, “τρέφοντας” εγχώριες βιομηχανίες μέχρι να μπορέσουν να ανταγωνιστούν σε παγκόσμιο επίπεδο17. Ο στόχος του κρατικού σχεδιασμού είναι παντού ο ίδιος: αφορά την εισαγωγή ενός βαθμού κανονικότητας και ομοιογένειας στην οικονομία, που δεν θα υπήρχε διαφορετικά, για την διευκόλυνση της επίτευξης συγκεκριμένων στόχων και την άμβλυνση κυκλικών κρίσεων. Για παράδειγμα, η ανάγκη αποκατάστασης αναιμικών ποσοστών κέρδους στις συμβατικές καπιταλιστικές χώρες οδήγησε σε μια θεσμική διευθέτηση γνωστής ως “μικτή οικονομία”, με την οποία το κράτος, εφαρμόζοντας έναν συνδυασμό μεθόδων οικονομικών “καρότων” και “μαστιγίων”, δημοσιονομικών κινήτρων ακόμα και άμεσης οικονομικής παρέμβασης, κατευθύνει τις επενδύσεις κεφαλαίου και την παραγωγή προς επιθυμητούς στόχους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, την χώρα του κατεξοχήν laissez-faire καπιταλισμού, οι κρατικές δαπάνες έχουν αυξηθεί ως ποσοστό του ΑΕΠ μετά το 1970 σε ποσοστό έως και 43%, ενώ το ποσοστό αυτό δεν έχει πέσει ποτέ κάτω από το 34% στην ίδια περίοδο, ενδεικτικό του ότι σε οποιαδήπτε χρονική στιγμή το κράτος ελέγχει ανάμεσα στο 1/3 και τα 2/5 της οικονομίας18. Παρ’ όλο που η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν λέει στις επιχειρήσεις πόσο να παράγουν από το κάθετι, εμπλέκεται ουσιαστικά σε μια μορφή σχεδιασμού, στον οποίο συγκεκριμένες μορφές παραγωγής προτιμούνται σε σχέση με άλλες, αναδιανέμοντας τα χρήματα από τους πιο κερδοφόρους τομείς της οικονομίας σε εκείνους που τα χρειάζονται μέσω της φορολογίας και της χρηματοδότησης του ελλείματος (δηλαδή φορολογίας που έχει μετατεθεί στο μέλλον). Έτσι, βλέπουμε ότι αντί να εξοντώνει τις αγορές, ο κρατικός σχεδιασμός έχει γίνει αναντικατάστατος για την διατήρησή τους.

Ως μια κοινωνική οντότητα, το κεφάλαιο διάγει μια διπλή ύπαρξη: μια φαινομενική ύπαρξη ως μια σειρά ανεξάρτητων οικονομικών μονάδων και μια ουσιαστική ύπαρξη ως συνολικό κοινωνικό κεφάλαιο ή το άθροισμα των κεφαλαίων στη δυναμική τους αλληλοσυσχέτιση. Το συνολικό κοινωνικό κεφάλαιο φανερώνει την ύπαρξή του αποκλειστικά μέσω των εξατομικευμένων του κομματιών. Όμως, αυτά τα κομμάτια είναι ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, και από το συνολικό κοινωνικό κεφάλαιο, με μια σχετική μόνο έννοια, αφού η ύπαρξή τους συνεπάγεται και τα δύο19. Ας φανταστούμε ότι το κεφάλαιο είναι ένα ηλεκτρονικό κύκλωμα, ενώ τα εξατομικευμένα κομμάτια είναι οι κόμβοι του. Οι κόμβοι είναι συστατικό μέρος του κυκλώματος: δεν υπάρχει κύκλωμα χωρίς αυτούς και το αντίστροφο. Κάθε κόμβος είναι μέρος και, συνεπώς, εξαρτάται από το συνολικό κύκλωμα. Βέβαια, οι μεμονωμένοι κόμβοι μπορούν να τοποθετηθούν εγγύτερα ή πιο μακριά – ή, στην περίπτωση του κεφαλαίου, μπορούν να είναι περισσότερο ή λιγότεροι πυκνοί – αλλά δεν μπορούν να υπάρξουν έξω από το κύκλωμα, έξω από την ολότητα. Η εφαρμογή της ίδιας ιδέας στη μισθωτή εργασία μας προσφέρει σημαντικές διαισθήσεις. Οι εργάτες στην καπιταλιστική κοινωνία είναι “ελεύθεροι” σε σχέση με τα ατομικά κεφάλαια, στα οποία πουλούν την εργατική τους δύναμη, ενώ είναι προσδεμένοι στο συνολικό κοινωνικό κεφάλαιο ως “εξαρτήματα”. Πραγματικά, η ίδια η παρουσία μισθωτής εργασίας συνεπάγεται τον ανταγωνισμό ανάμεσα στις επιχειρήσεις γιατί προϋποθέτει οικονομικές μονάδες με αρκετή αυτονομία ώστε να λαμβάνουν ανεξάρτητες αποφάσεις σχετικά με την απασχόληση20. Η παραχώρηση των μέσων παραγωγής σε μια μοναδική οντότητα – που προαναφέρθηκε ως η “υπερσυγκέντρωση” του κεφαλαίου – δεν έχει εξαφανίσει τον ανταγωνισμό μέσα στην Κούβα21. Έχει απλά αλλάξει την δικανική/νομική μορφή της ατομικής ιδιοκτησίας από ατομική (ιδιωτική) σε κρατική. Τα μέσα παραγωγής είναι ταξική ιδιοκτησία της κρατικής μπουρζουαζίας και μη-ιδιοκτησία των εργατών. Για να το εξηγήσουμε αυτό με όρους της μεταφοράς του ηλεκτρονικού κυκλώματος: η εθνικοποίηση των επιχειρήσεων στην Κούβα έχει φέρει τους ξεχωριστούς κόμβους στο κύκλωμα – δηλαδή τα κομμάτια του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου – πιο κοντά, αλλά το κύκλωμα ως τέτοιο παραμένει άθικτο. Οι επικριτές της θεωρίας του κρατικού καπιταλισμού και μερικοί υπέρμαχοί της, όπως οι Cliffites22, αντιμετωπίζουν την Κούβα και άλλες κρατικοποιημένες οικονομίες ως μια μοναδική παραγωγική μονάδα23. Η θέση για το “γιγαντιαίο εργοστάσιο” είναι θελκτική σε μεγάλο βαθμό, επειδή κάνει την ανάλυση αυτών των κοινωνιών πιο διαχειρίσιμη, θεωρώντας πολλά σύνθετα φαινόμενα ως ένα μοναδικό αντικείμενο μελέτης. Αυτό υποθέτει έναν λειτουργικό μονολιθισμό στον οποίο τα συστατικά στοιχεία της κοινωνικής ολότητας συμπεριφέρονται ως μέρη ενός αρμονικού, αδιαφοροποίητου όλου. Μια πιο διεξοδική εξέταση εκ μέρους μας θα δείξει ότι αυτή η υπόθεση είναι εντελώς αδικαιολόγητη.

Ο ανταγωνισμός υπάρχει όσο η συνολική κοινωνική παραγωγή κατακερματίζεται λειτουργικά σε μια πληθώρα από αμοιβαία αυτόνομες και ανταγωνιζόμενες επιχειρήσεις. Δυο κριτήρια είναι απαραίτητα για να καταδειχτεί ο οργανωσιακός διαχωρισμός των επιχειρήσεων, ο οποίος δεν μπορεί παρά να είναι πάντα σχετικός. Το πρώτο είναι η παρουσία μιας αγοράς εργατικής δύναμης. Το δεύτερο είναι η ανταλλαγή προϊόντων μεταξύ των επιχειρήσεων με την μορφή του εμπορεύματος-χρήμα24. Αποδείχτηκε πριν ότι οι επιχειρήσεις στην Κούβα είναι ανεξάρτητοι εργοδότες εργασίας. Όμως, ανταγωνίζονται κιόλας η μια την άλλη με την μαρξική έννοια – δηλαδή, έρχονται αντιμέτωπες μεταξύ τους ως αγοραστές και πωλητές εμπορευμάτων. Ξέρουμε ότι αυτό συμβαίνει γιατί τα προϊόντα τους ανταλλάσσονται με χρήματα αντί να αποκτιούνται άμεσα και να διανέμονται με φυσικό τρόπο. Μια αναφορά που συντάχθηκε από την ECLAC (την Οικονομική Επιτροπή για την Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, Economic Commission for Latin America and the Caribbean – μια περιφερειακή υποεπιτροπή των Ηνωμένων Εθνών) για την κατάσταση της οικονομίας της Κούβας στη διάρκεια της Ειδικής Περιόδου, πριν από τις μεταρρυθμίσεις της αγοράς στα τέλη της δεκαετίας του 1990, βρήκε ότι:

οι επιχειρήσεις στον παραδοσιακό τομέα πουλούν σε ελεγχόμενες τιμές, συχνά λαμβάνουν προνομιακή μεταχείριση σχετικά με τους φόρους και τους δασμούς και αποκτούν ένα μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τους από επιδοτήσεις, ώστε να καλύψουν τα ελλείματα που προκύπτουν από το γεγονός ότι πουλούν σε επιδοτούμενες τιμές.

Η έκθεση συνεχίζει: “ο παραγωγός εμπορεύσιμων αγαθών λειτουργεί σε διεθνείς ή εσωτερικές αγορές και δεν έχει υποχρέωση να αγοράζει στην εγχώρια αγορά”25. Με άλλα λόγια, οι κουβανικές επιχειρήσεις παράγουν αγαθά τα οποία μπορούν να πουλήσουν σε εγχώριες ή/και ξένες αγορές· αγοράζουν πρώτες ύλες καθώς και ενδιάμεσα ή μισο-τελειωμένα προϊόντα, η μία από την άλλη ή από ξένες εταιρείες· και, τέλος, οι συναλλαγές τους, είτε “στα βιβλία” είτε σε μετρητά, είναι συναλλαγές ανταλλαγής στις οποίες το χρήμα λειτουργεί ως ένα μέτρο της αξίας και ως μέσο κυκλοφορίας. Μπορεί κανείς, ίσως, να ισχυριστεί ότι αυτές οι συναλλαγές είναι απλές τυπικότητες επειδή το κράτος κατέχει όλα τα μέσα παραγωγής. Ένας άλλος τρόπος που μπορεί να επαναδιατυπωθεί αυτή η θέση είναι ότι ακόμα και αν η διαδικασία που μόλις έχουμε περιγράψει έχει τη μορφή εμπορευματικής ανταλλαγής, το περιεχόμενό της είναι διαφορετικό, επειδή το νομικό πλαίσιο της κρατικοποιημένης ιδιοκτησίας αποτρέπει τις επιχειρήσεις στην Κούβα από το να συμπεριφέρονται αυτόνομα. Παρ’ όλα αυτά, αυτό θέτει εύλογα το ερώτημα γιατί τα προϊόντα της ανθρώπινης εργασίας θα έπρεπε καταρχάς να ανταλλάσσονται – ή να εμφανίζεται ότι ανταλλάσσονται – για χρήματα; Η απάντηση, φυσικά, είναι ότι η κυβέρνηση εξαρτάται από την κερδοφορία της οικονομίας στο σύνολό της, συνεπώς υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να είναι υπεύθυνες για τα δικά τους οικονομικά, κάτι που τις μετατρέπει σε ανεξάρτητες μονάδες με ανταγωνιστικά οικονομικά συμφέροντα26. Οι ακόλουθοι της “σοσιαλιστικής” ή της “ούτε σοσιαλιστική ούτε καπιταλιστική” θεωρίας αρνούνται επίσης ότι υπάρχει ανταγωνισμός στην ίδια την Κούβα επειδή το κράτος επιτρέπει σε μη κερδοφόρες επιχειρήσεις να συνεχίζουν να λειτουργούν. Παρ’ όλο που είναι κοινός τόπος για τα κράτη να στηρίζουν ντόπιες επιχειρήσεις – ακόμα και ολόκληρες βιομηχανίες – απορροφώντας τα χρέη τους, τίποτα σχετικά με αυτή τη διευθέτηση δεν είναι ασυμβίβαστο με την ύπαρξη του ανταγωνισμού και της εμπορευματικής ανταλλαγής. Η εξιδανικευμένη εκδοχή του καπιταλισμού ως μιας καθαρά ελεύθερης αγοράς με μόνο ελάχιστη κυβερνητική παρέμβαση, την οποία αυτοί οι άνθρωποι χρησιμοποιούν ως το πρότυπο για σύγκριση, δεν υπάρχει πουθενά παρά μόνο στα εγχειρίδια. Έρχεται, επίσης, σε αντίθεση με την εμπειρία από τον καπιταλισμό τον τελευταίο ενάμισι αιώνα, η οποία βρίθει με παραδείγματα του κράτους να αλλοιώνει την “κανονική” λειτουργία των αγορών. Στην πραγματικότητα, αυτό που είναι περισσότερο ασυνήθιστο στο είδος του καπιταλισμού που έχει εδραιωθεί στην Κούβα είναι ότι ζημιές και κέρδη επιστρέφουν όλα στο κράτος, όπου και ο ισολογισμός αναδιανέμεται, στη συνέχεια, μεταξύ των διαφόρων κλάδων. Στη διαδικασία, πολλοί μη βιώσιμοι τομείς και επιχειρήσεις βοηθούνται να “επιπλέουν” με τεχνητό τρόπο. Όμως, οι κεντρικοί σχεδιαστές μπορούν να ανεχτούν την χρεοκοπία μόνο σε έναν περιορισμένο βαθμό. Δεν έχουν την πλήρη ελευθερία να αναδιανέμουν τα χρήματα όπως επιλέγουν, τουλάχιστον όχι για πάντα, καθώς αυτό θα μείωνε το συνολικό ποσό χρημάτων που είναι διαθέσιμο για τον σχηματισμό κεφαλαίου και θα υπονόμευε την ανταγωνιστικότητα της Κούβας στην παγκόσμια αγορά. Το ίδιο αληθεύει για τις τιμές των εμπορευμάτων στην Κούβα, καθώς αυτές πρέπει να αντικατοπτρίζουν τις αντίστοιχες παγκόσμιες τιμές, διαφορετικά αυτό θα σήμαινε απώλεια κρατικού κουβανικού χρήματος αν οι τιμές απέκλιναν πολύ27 ή για μεγάλο χρονικό διάστημα. Εν ολίγοις, οι ίδιοι μηχανισμοί που κινούν την εργασία και το κεφάλαιο σύμφωνα με τις απαιτήσεις της διαδικασίας παραγωγής αξίας στις συμβατικές καπιταλιστικές χώρες, αυτοί κάνουν επίσης την εμφάνισή τους στον κρατικό καπιταλισμό, αν και με μια έντονα στρεβλωμένη μορφή. Αντί να εξαλείφει εντελώς όλους αυτούς τους μηχανισμούς, ο ανταγωνισμός αναγκάζει το κράτος να εισάγει τους δικούς του για να προσπαθήσει να κάνει συνειδητά (και λιγότερο αποτελεσματικά) αυτό που η αγορά κάνει ασυνείδητα28.

Η συσσώρευση του κεφαλαίου, ή η μεγενθυμένη αναπαραγωγή των φυσικών μέσων παραγωγής, είναι ο μοναδικός σκοπός της παραγωγής στον καπιταλισμό. Αυτό συμβαίνει επειδή, όπως εξήγησε ο Μαρξ:

η ανάπτυξη της καπιταλιστικής παραγωγής καθιστά συνεχώς αναγκαία τη διατήρηση της αύξησης του ποσού του κεφαλαίου που επενδύεται σε μια δοσμένη βιομηχανική επιχείρησηυποχρεώνει [τον καπιταλιστή] να διατηρεί συνεχώς σε επέκταση το κεφάλαιό του ώστε να μπορεί να το διατηρεί, δεν μπορεί όμως να το επεκτείνει παρά μόνο μέσω της προοδευτικής συσσώρευσης29.

Στο Κεφάλαιο, ο Μαρξ διατυπώνει τον τύπο της καπιταλιστικής αναπαραγωγής ως εξής: c+v+s, όπου το c αντιπροσωπεύει το σταθερό κεφάλαιο ή το απόθεμα φυσικού κεφαλαίου, το v είναι το μεταβλητό κεφάλαιο ή οι μισθοί, και το s είναι η υπεραξία ή κέρδος30. Το ποσό της υπεραξίας μπορεί να χωριστεί, το ίδιο, σε δύο μέρη, το ένα προορισμένο για καπιταλιστική κατανάλωση και το άλλο προοριζόμενο για συσσώρευση. Ας αναφερθούμε σε αυτά ως: k (το ταμείο για καπιταλιστική κατανάλωση) και a (ταμείο συσσώρευσης) αντίστοιχα, έτσι ώστε το σύνολο της υπεραξίας να είναι S=k+a. Στον καπιταλισμό η αύξηση του κεφαλαίου c εξαρτάται άμεσα από το ποσό της συσσώρευσης a, με το v να μην αυξάνεται παρά μόνο όσο χρειάζεται για την απασχόληση επιπρόσθετης εργατικής δύναμης ώστε να τεθεί σε κίνηση μια μεγαλύτερη μάζα κεφαλαίου c. Αντίθετα, σε μια σοσιαλιστική κοινωνία, η αύξηση του κεφαλαίου c θα εξαρτιόταν αποκλειστικά από τις ανάγκες του v, τις ανάγκες για την φυσική αναπαραγωγή του πληθυσμού, ενώ η υπεραξία S και οι συνιστώσες της k και a θα ήταν διαθέσιμες σε όποιον τις χρειαζόταν περισσότερο με τη μορφή επιπλέον προϊόντων έτοιμων για κατανάλωση31. Στην Κούβα, όπως και σε όλες τις άλλες κρατικο-καπιταλιστικές χώρες, οποιαδήποτε αύξηση στο “ταμείο” της εργασίας v, που συντηρεί ολόκληρη την εργατική τάξη, εξαρτάται άμεσα από την επέκταση του κεφαλαίου c, τη μάζα των μέσων παραγωγής, και το ταμείο συσσώρευσης a που τροφοδοτεί την αύξησή του32. Η εθνικοποίηση των βιομηχανιών δεν καταργεί το κεφάλαιο ή τη συσσώρευσή του. Μάλλον επιταχύνει αυτές που είναι ήδη εγγενείς τάσεις της διαδικασίας συσσώρευσης του κεφαλαίου: 1) την συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, αυτό που ο Μαρξ αποκαλεί “απαλλοτρίωση των πολλών καπιταλιστών από λίγους”· και 2) τηνκοινωνικοποίησητης παραγωγής, ή την τάση αύξησης της αλληλεξάρτησης των διαφόρων κλάδων της βιομηχανίας33. Αμφότερες οι τάσεις υπηρετούν την αύξηση της παραγωγικότητας δηλαδή το ποσοστό με το οποίο η υπεραξία αντλείται από την εργατική τάξη – μέσω της αύξησης της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου (του λόγου c/v). Η εθνικοποίηση των βιομηχανιών το επιτυγχάνει αυτό συγκεντρώνοντας το κεφάλαιο σε επιχειρήσεις που είναι μεγαλύτερες και πιο αποτελεσματικές, εξαιτίας των οικονομιών κλίμακας, και οι οποίες μειώνουν το μοναδιαίο κόστος παραγωγής καθώς αυξάνεται το βιομηχανικό προϊόν34. Από την άλλη, η κοινωνικοποίηση της παραγωγής εξαρμονίζει τους διαφορετικούς κλάδους της βιομηχανίας, ελαχιστοποιώντας τα σημεία “συμφόρησης ή τις ανισορροπίες στο αποτέλεσμα της παραγωγής κατά μήκος κάθε “κρίκου” της παραγωγικής αλυσίδας35. Συνοψίζοντας, ο στόχος της παραγωγής στην Κούβα εξακολουθεί να είναι η συσσώρευση κεφαλαίου από κέρδη. Το νομικό μονοπώλιο του κουβανικού κράτους επί των εργαλείων της εργασίας δεν έχει αλλάξει την κοινωνική οργάνωση της παραγωγής επειδή “το δίκαιο δεν μπορεί ποτέ να είναι πιο πάνω από την οικονομική δομή της κοινωνίας36.

Οι ηγέτες της κυβέρνησης, που ήρθε στην εξουσία το 1959, είχαν την αισιοδοξία, τουλάχιστον στην αρχή, ότι η Κούβα θα μπορούσε να απελευθερωθεί από την εξάρτησή της από τη ζάχαρη και θα μπορούσε να διαφοροποιήσει την οικονομία της. Αναποδογύρισαν τον Μαρξ, ισχυριζόμενοι ότι για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού ήταν αναγκαίο να αναπτύξουν την οικονομική βάση της Κούβας – δηλαδή να συσσωρεύσουν κεφάλαιο με έναν επιταχυνόμενο ρυθμό, υποβάλλοντας τους εργάτες σε μια εντατική εκμετάλλευση. Ο οικονομικός αποκλεισμός από τις ΗΠΑ δημιούργησε μια έλλειψη βασικών καταναλωτικών αγαθών και ανταλλακτικών για τον υπάρχοντα εξοπλισμό, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου προερχόταν από τις ΗΠΑ. Καθώς δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική πηγή ανταλλακτικών, η καινούρια κυβέρνηση στράφηκε για οικονομική βοήθεια στην άλλη μεγάλη ιμπεριαλιστική δύναμη, την Σοβιετική Ένωση, βοήθεια που η τελευταία πρόσφερε άμεσα. Οι Σοβιετικοί έστειλαν μηχανήματα στην Κούβα, αλλά η εκβιομηχάνιση σύντομα “προσέκρουσε” σε μερικά προβλήματα τεχνικής φύσης: η “ενδιάμεση τεχνολογία”, που παραγόταν στην ΕΣΣΔ και τις ουδέτερες προς αυτήν χώρες, ήταν πολύ βαριά, άβολη και αναποτελεσμαστική καθώς και μη συμβατή με μεγάλο μέρος του εξοπλισμού που υπήρχε ήδη στο νησί. Η Κούβα θα έπρεπε τελικά να εισάγει πιο καινούρια μηχανήματα από τη Δυτική Ευρώπη ή την Ιαπωνία. Αυτά, όμως, μπορούσαν να αγοραστούν μόνο με δολλάρια και ο πιο γρήγορος και αξιόπιστος τρόπος να αποκτήσει δολλάρια η χώρα ήταν εξάγοντας ζάχαρη. Επιπλέον, παρά την λήψη σημαντικής βοήθειας από τους Σοβιετικούς, η Κούβα εξακολουθούσε να πρέπει να πληρώνει τον τεράστιο λογαριασμό των εισαγωγών που είχε μαζέψει. Κάτι που επίσης δεν μπορούσε να κάνει παρά μόνο πουλώντας ζάχαρη37. Η ίδια διαδικασία που είχε οδηγήσει το κουβανικό κράτος να “επιμείνει διπλά”38, σαν να λέμε, στην παραγωγή της ζάχαρης, ως πρωταρχικής πηγής εσόδων στα προηγούμενα χρόνια, έφτασε στο αποκορύφωμα προς τα τέλη της δεκαετίας του 1960 με την καμπάνια για την συγκομιδή δέκα εκατομμυρίων τόνων ζάχαρης. Οι Σοβιετικοί παρείχαν στην Κούβα μια εγγυημένη αγορά για όλη την παραγωγή ζάχαρης, όπως το είχαν κάνει οι Ηνωμένες Πολιτείες, υπό τους όρους του Συμφώνου Αμοιβαιότητας [Reciprocity Treaty] του 190239, μέχρι το 1960, χρονιά που τέθηκε σε εφαρμογή ο οικονομικός αποκλεισμός. Επειδή η Κούβα είναι μια μονο-εξαγωγική οικονομία, εξαρτιόταν πάντα από έναν ιμπεριαλιστή χορηγό με μια πολύ μεγαλύτερη οικονομία για να απορροφά το προϊόν που παρήγαγε. Οι ΗΠΑ είχαν παίξει αυτόν τον ρόλο πριν από το 1960 και, τώρα, η Σοβιετική Ένωση θα έκανε το ίδιο. Και στις δυο περιπτώσεις το πολιτικό τίμημα που πλήρωσε η Κούβα ήταν επαχθές. Οι ΗΠΑ είχαν απαιτήσει μια ναυτική βάση στο κουβανικό έδαφος και το δικαίωμα να επεμβαίνουν στρατιωτικά για την υπεράσπιση των επιχειρηματικών τους συμφερόντων ενώ οι Σοβιετικοί απαίτησαν από την Κούβα να λειτουργήσει ως ο αντιπρόσωπός τους στις ένοπλες συγκρούσεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Το 1966, η Κούβα διαπραγματεύθηκε μια εξαιρετικά προσοδοφόρα εμπορική συμφωνία με την Σοβιετική Ένωση για την πώληση πέντε εκατομμυρίων τόνων ζάχαρης, σε τιμές πάνω από αυτές της αγοράς για τις χρονιές 1968-1969, αλλά η συνολική παραγωγή δεν έπιασε αυτόν τον στόχο, δίνοντας, κατά μέσο όρο, μόλις 3,7 εκατομμύρια τόνους κάθε χρόνο. Απτόητοι από αυτή την αποτυχία και αποφασισμένοι, περισσότερο από ποτέ, να μετασχηματίσουν την Κούβα σε βιομηχανική υπερδύναμη, οι νέοι ηγέτες έβαλαν στις βλέψεις τους έναν ακόμα πιο φιλόδοξο στόχο, τον οποίο είχαν συλλάβει ως πανάκεια για όλα τα οικονομικά δεινά της χώρας: η Κούβα θα αψηφούσε τους νόμους της φύσης, και της οικονομίας, τριπλασιάζοντας την παραγωγή [ζάχαρης] στο διάστημα ενός και μόνο χρόνου40, με μια συγκομιδή δέκα εκατομμυρίων τόνων. Οι Σοβιετικοί θα αγόραζαν, όπως συμφώνησαν, τα πέντε εκαταμμύρια τόνους στην τιμή που είχε συμφωνηθεί με την εμπορική τους συμφωνία με την Κούβα, και άλλα δύο εκατομμύρια τόνοι θα πουλιούνταν στην παγκόσμια αγορά στην μέση τρέχουσα τιμή, ενώ τα τρία εκατομμύρια τόνοι που θα απέμεναν θα πουλιούνταν στους καταναλωτές και στις εταιρείς στην εγχώρια αγορά. Το κουβανικό κράτος, βοηθούμενο σε μεγάλο βαθμό από το Κόμμα και τα συνδικάτα-παραρτήματά του, εγκαινίασε μια στρατιωτικού τύπου εκστρατεία, κινητοποιώντας ολόκληρη την χώρα για τη εξασφάλιση του στόχου της παραγωγής. Οι προσπάθειές τους αποδείχτηκαν, τελικά, ανεπιτυχείς και η αποδιοργάνωση που η καμπάνια προκάλεσε σε άλλους τομείς της οικονομίας είχε μακροχρόνιες συνέπειες από τις οποίες, μπορεί κανείς να ισχυριστεί, ότι η Κούβα δεν έχει ανακάμψει ακόμα. Στο τέλος, όλα τα πλάνα για την με ιλλιγγιώδη ταχύτητα εκβιομηχάνιση της χώρας, όπως έκανε και ο Στάλιν στην Ρωσία στα πρώτα δύο πενταετή πλάνα, βραχυκυκλώθηκαν από τις οικονομικές πραγματικότητες της περιόδου μετά το πραξικόπημα του 1959. Η Κούβα έπαψε να είναι μια φυτεία ζάχαρης για τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά έγινε μια φυτεία ζάχαρης για τους Σοβιετικούς41.

Οι αγροτικές μεταρρυθμίσεις έχουν πλασαριστεί ως το κατεξοχήν έκθεμα του “σοσιαλιστικού” σχεδίου στην Κούβα. Στην πραγματικότητα, όμως, έχουν χρησιμεύσει ως μια καπιταλιστική πρωταρχική συσσώρευση, μετασχηματίζοντας τον αγροτικό πληθυσμό σε μια τάξη εργατών γης. Οι αναλογίες ανάμεσα σε αυτή τη διαδικασία και την αποκαλούμενη “σοσιαλιστική πρωταρχική συσσώρευση” στη Ρωσία του Στάλιν, η οποία και θα οδηγούσε στην παρωδία της “σοσιαλιστικής εμπορευματικής παραγωγής”, αξίζει να επισημανθούν. Οι κρατικής ιδιοκτησίας φάρμες που δημιουργήθηκαν στην Κούβα από την συγχώνευση των κατακερματισμένων γαιοκτησιών των φτωχών και μεσαίων αγροτών, ή με τη διαίρεση των μεγάλων κτημάτων, λειτουργούν ως εμπορικές φάρμες. Όσοι κοπιάζουν σε αυτές τις ωραιοποιημένες καπιταλιστικές επιχειρήσεις, που κυνικά βαφτίζονται “φάρμες του λαού” (granjas del pueblo), λαμβάνουν το πακέτο του “μισθού” τους ως ένα μικροσκοπικό κλάσμα της συνολικής παραγωγής της σοδειάς, v, που μετά βίας αρκεί για την επιβίωσή τους, ενώ το κράτος πουλά το επιπλέον προϊόν, s, στις εγχώριες αγορές με ένα κέρδος42. Η από-τα-πάνω-προς-τα-κάτω δομή διοίκησης αυτών των επιχειρήσεων, που έχει τις ρίζες της στην κρατικοποιημένη ιδιοκτησία, και η επακόλουθη έλλειψη ελέγχου πάνω στη διανομή του παραγώμενου προϊόντος, αναγνωρίζεται, από το ίδιο το κουβανικό κράτος, ως ένα μείζον αντι-κίνητρο για την παραγωγικότητα, παρ’ όλα αυτά δεν θα μπορούσε να συμβαίνει αλλιώς43.

Οποιοδήποτε μέτρο γνήσιου ελέγχου πάνω στην οικονομία, που θα ασκείτο από τους ίδιους τους παραγωγούς, απειλεί όχι μόνο τον ρυθμό της συσσώρευσης του κεφαλαίου αλλά επίσης και τη λειτουργική ακεραιότητα του κουβανικού πολιτικού συστήματος, το οποίο βασίζεται στον παντού διάχυτο μιλιταρισμό και, συνεπώς, δεν μπορεί να γίνει ανεκτό. Οι ιδιώτες αγρότες ενσωματώνονται στο δίκτυο της παραγωγής αξίας ως μικρο-δικαιούχοι με δικαιώματα επικαρπίας (και όχι ιδιοκτησίας) στη γη. Στην πράξη, όμως, δεν διαθέτουν ελεύθερα το προϊόν της εργασίας τους αλλά πρέπει να το πουλάνε στο κράτος μέσω των κέντρων διανομής του (Centros de Acopio) σε καθορισμένες τιμές, εμπλεκόμενοι έτσι σε κάτι που ισοδυναμεί με δουλειά-με-το-κομμάτι44. Όσο κι αν φαίνεται ασυνήθιστο, η δύσκολη θέση τους είναι χαρακτηριστική αυτής των Κουβανών εργατών: υφίστανται μια αδυσώπητη εκμετάλλευση, που δεν γνωρίζει όρια, ούτε καν αυτά της ανθρώπινης φυσιολογίας· εντελώς ακινητοποιημένοι και αποστερημένοι από κάθε αυτονομία, από έναν πανταχού παρόντα κρατικό μηχανισμό· υπό την επιτήρηση, κάθε στιγμή, της αστυνομίας, των CDR (Επιτροπές Υπεράσπισης της Επανάστασης, Comités de Defensa de la Revolución) και, στον εργασιακό χώρο, των συνδικάτων, τα οποία παίζουν επίσης έναν οργανωτικό ρόλο μέσα στον κουβανικό καπιταλισμό· χωρίς το δικαίωμα να οργανωθούν οι ίδιοι ή να εκφραστούν· στο έλεος των καπρίτσιων της κρατικής γραφειοκρατίας κλπ. Σε καμμιά άλλη χώρα δεν είναι η εργατική τάξη τόσο έντονα εξουσιαζόμενη όσο στην Κούβα, κάτι που η κουβανική κυβέρνηση προωθεί αδιαμφισβήτητα, στους υποψήφιους συνεταίρους της σε κοινοπραξίες, ως ένα από τα βασικά ελκυστικά γνωρίσματα. Μια μελέτη από το Ίδρυμα Brookings, μια καπιταλιστική δεξαμενή σκέψης, παρατηρεί ότι αν και “[η] Συνομοσπονδία Κουβανών Εργατών, και οι πυρήνες του Κομμουνιστικού Κόμματος, είναι εμπεδωμένοι στις επιχειρήσεις…αυτές οι οργανώσεις γενικά ευθυγραμμίζονται με τους στόχους της παραγωγής της επιχείρησης και τους, σχετιζόμενους με αυτήν, κρατικούς οργανισμούς”, και συνεπώς “η διοίκηση δεν χρειάζεται να ανησυχεί για μαχητικές απεργίες ή στάσεις εργασίας”45. Η βαθιά αντιδραστική φύση των συνδικάτων απορρέει από τον ρόλο που παίζουν στον καπιταλισμό ως ρυθμιστές της αγοράς και πώλησης της εργατικής δύναμης. Έχουν συμφέρον στη διατήρηση του συστήματος της μισθωτής εργασίας γιατί η ύπαρξή τους εξαρτάται από αυτήν. Αυτό τους έχει επιτρέψει να ενσωματώνονται στο καπιταλιστικό κράτος και τα βοηθητικά του όργανα, μια διαδικασία που φτάνει στην ύψιστη έκφρασή της σε κρατικο-καπιταλιστικές χώρες όπως η Κούβα46. Αλλά, σε αντίθεση με άλλες καπιταλιστικές χώρες, τα κουβανικά συνδικάτα δεν προσποιούνται καν ότι εκπροσωπούν εργάτες ή ότι διαπραγματεύονται με τους εργοδότες για λογαριασμό τους. Είναι κρατικά όργανα, επιφορτισμένα με το καθήκον να επιβάλλουν την εργασιακή πειθαρχία και την αύξηση της παραγωγικότητας47.

Όλα τα μέτρα που έχουν ληφθεί από την κουβανική κυβέρνηση μετά το 1959 και αναφέρονται επιδοκιμαστικά από την κρατική μπουρζουαζία και τους παρτιζάνους της, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, ως συγκεκριμένη μαρτυρία για τον “επαναστατικό” και “εργατικό” χαρακτήρα της, ήταν εντελώς ιδιοτελή και εφαρμόστηκαν για να ενισχύσουν τον καπιταλισμό στο νησί. Όμως, το καλλίτερο ίσως παράδειγμα, και αυτό που καταδεικνύει με τον καλλίτερο τρόπο αυτό το σημείο, είναι η επιτυχημένη εκστρατεία του κουβανικού κράτους για την εξάλειψη του αναλφαβητισμού στην ύπαιθρο. Πρόκειται για μια από τις πιο μακροχρόνιες κληρονομιές του κουβανικού κρατικού καπιταλισμού και κάτι στο οποίο η κυβέρνηση έχει καταφύγει επανειλημμένα για να δικαιολογήσει την ύπαρξή της από μια ηθική σκοπιά. Η Κούβα, λένε, ήταν μια οπισθοδρομική χώρα με μια υπανάπτυκτη οικονομία, παγιδευμένη σε μια παρασιτική σχέση με τον γείτονά της στα βόρεια – η επανάσταση τής έδωσε την ανεξαρτησία της και την έκανε την πιο ζηλευτή χώρα σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική! Αυτό που οι άνθρωποι αυτοί δεν βλέπουν, ή δεν θέλουν να δουν, είναι ότι όλα τα επιτεύγματα της υποτιθέμενης “επανάστασης” ήταν με κατηγορηματικό τρόπο καπιταλιστικά μέτρα. Ο στόχος τους δεν ήταν ποτέ η βελτίωση του βιωτικού επιπέδου των Κουβανών εργατών αλλά η μεγένθυση του κουβανικού κεφαλαίου, η επίτευξη ενός μεγαλύτερου ποσοστού εκμετάλλευσης (ο λόγος s/v) μέσω της καλλίτερης αξιοποίησης της υπάρχουσας τεχνολογίας. Μετά την επιδείνωση των σχέσεων ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κούβα και την ευθυγράμμιση της τελευταίας με τη Σοβιετική Ένωση, η χώρα βίωσε μια αιμορραγία αυτών των ίδιων των εξειδικευμένων εργατών που θα χρειάζονταν για τη βιομηχανοποίηση της οικονομίας. Φορτία με μηχανήματα και πρώτες ύλες από τη Σοβιετική Ένωση, η οποία ήταν αρκετά γενναιόδωρη, στοιβάζονταν κυριολεκτικά στις αποβάθρες αφού η Κούβα δεν είχε ούτε το προσωπικό για να τα λειτουργήσει ούτε τα κτίρια για να τα αποθηκεύσει48. Για να πετύχει την εκβιομηχάνιση και να κρατηθεί κοντά στους ανταγωνιστές της, η Κούβα θα έπρεπε να μετατρέψει τον αναλφάβητο πληθυσμό της στην ύπαιθρο σε μια εργατική δύναμη ικανή να παράγει υπεραξία για το κράτος. Παρ’ όλο που η προσπάθεια για την εκβιομηχάνιση σκόνταψε πάνω σε ανυπέρβλητα εμπόδια, απέμεινε μια υψηλής ειδίκευσης εργατική δύναμη ως παράπλευρο προϊόν αυτής της διαδικασίας, που εγκαταλείφθηκε. Τα πρόσφατα χρόνια, οι εξαγωγές ανθρώπινου κεφαλαίου έχουν γίνει η πρωταρχική πηγή εσόδων της χώρα – αντικαθιστώντας την παραγωγή ζάχαρης, η οποία κατέρρευσε μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και της επακόλουθης απώλειας μιας εγγυημένης αγοράς – με τον τουρισμό και τα εμβάσματα από το εξωτερικό ως την δεύτερη και τρίτη πηγή αντίστοιχα. Η Βραζιλία, για παράδειγμα, πληρώνει το κουβανικό κράτος περίπου 4000 δολλάρια τον μήνα για κάθε γιατρό που στέλνεται εκεί σε μια “διεθνιστική αποστολή”. Παρ’ όλα αυτά, οι γιατροί οι ίδιοι βγάζουν, κατά μέσο όρο, μόνο 400 δολλάρια κάθε μήνα σε μισθό49. Τη διαφορά την ιδιοποιείται η κυβέρνηση ως υπεραξία για την πληρωμή στρατιωτικών δαπανών και πολυτελούς κατανάλωσης από την άρχουσα τάξη ή αλλιώς επανεπενδύεται σε κερδοφόρες επιχειρηματικές δραστηριότητες, πολλές από τις οποίες είναι σε συνεργασία με καπιταλιστές από το εξωτερικό. Ακόμα και το “σοσιαλιστικό” σύστημα υγείας της χώρας, που από πολλούς θεωρείται ως η κορωνίδα των επιτευγμάτων, εξυπηρετεί τις ανάγκες συσσώρευσης του κουβανικού κεφαλαίου. Από την σκοπιά του κεφαλαίου, ένα κρατικό σύστημα υγείας είναι προτιμότερο από ένα ιδιωτικό σύστημα ή ένα σύστημα με πολλούς “παίκτες”, όπως αυτό που υπάρχει στις ΗΠΑ, γιατί επιτρέπει στην τάξη των καπιταλιστών να μοιράζονται συλλογικά το κόστος αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης, που περιλαμβάνει επίσης την υγειονομική περίθαλψη, αντί να πρέπει να σηκώνουν αυτό το βάρος ξεχωριστά. Επιπλέον, καθώς επιτρέπει στους εργάτες να βλέπουν τους γιατρούς πιο συχνά, παρέχοντάς τους επιπλέον πρόσβαση στην φροντίδα πρόληψης, μειώνει επίσης τα σχετικά κόστη μακροπρόθεσμα, ας σκεφτούμε μόνο τις εργατοώρες που χάνονται εξαιτίας ασθενειών50. Εν συντομία, έχει να κάνει με τη διαμόρφωση του εργάτη σύμφωνα με τις απαιτήσεις της μεγενθυμένης παραγωγής και την ελαχιστοποίηση του κόστους των αναγκών του/της για την απόσπαση μεγαλύτερης υπεραξίας.

Η καπιταλιστική οικονομία, είτε ιδωτική είτε κρατική, απαιτεί ατέλειωτη οικονομική ανάπτυξη η οποία, όμως, μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της αύξησης στον ρυθμό εκμετάλλευσης ή μιας μείωσης στην κατανάλωση της εργατικής τάξης. Η κρατική μπουρζουαζία στην Κούβα έχει προσπαθήσει και τις δυο στρατηγικές με καταστροφικά αποτελέσματα για τους εργάτες, που έχουν δει το βιωτικό τους επίπεδο να έχει ισοπεδωθεί εντελώς τις έξι τελευταίες δεκαετίες. Οι δεξιοί αντιφρονούντες και οι αριστεροί ακτιβιστές, τόσο στο νησί όσο και στο εξωτερικό, προτείνουν έναν αριθμό λύσεων, μερικές από τις οποίες αξίζουν να συζητηθούν περισσότερο από άλλες, αλλά που όλες πάσχουν από την ίδια αδυναμία: δεν αμφισβητούν με κανέναν τρόπο τις υλικές βάσεις της καπιταλιστικής κοινωνίας. Η γενικά συμφωνημένη αντίληψη στην δεξιά είναι ότι ο διοικητικός μηχανισμός πρέπει να αποξηλωθεί υπέρ ενός συστήματος ελεύθερου εμπορίου και ότι τα περιουσιακά στοιχεία του κράτους πρέπει να δημοπρατηθούν σε ιδιωτικές εταιρείες ή άτομα. Από την άλλη πλευρά, οι απόψεις είναι πολύ λιγότερο διχασμένες σε σχέση με την ταχύτητα με την οποία θα πρέπει να προχωρήσει η αποεθνικοποίηση (οι εμπειρίες της Ρωσίας και των άλλων χωρών του σοβιετικού μπλοκ υποτίθεται ότι έχουν χρησιμεύσει ως προειδοποίηση ενάντια στους κινδύνους μιας “απερίσκεπτης ιδιωτικοποίησης”) και τα κοινωνικά προγράμματα που θα γλιτώσουν από την “γκιλοτίνα”. Οι προτάσεις από την αριστερά ποικίλουν από μια “αυτοδιαχείριση” γιουγκοσλαβικού τύπου, στην οποία επιχειρήσεις, υπό τη διαχείριση των εργατών, ανταγωνίζονται σε μια οικονομία αγοράς, μέχρι έναν “εκδημοκρατισμένο” κρατικό καπιταλισμό51. Πραγματικά, μια από τις πιο συχνές κριτικές της αριστεράς στον Καστρο-σταλινισμό είναι ότι αποκλείει άδικα από την λήψη των αποφάσεων τους πάντες, πλην μιας χούφτας. Με άλλα λόγια, είναι ένα καθεστώς αυταρχικό και μη-δημοκρατικό. Όμως, αυτή η θεώρηση συγχέει τα συμπτώματα με την ασθένεια. Η άκαμπτη και ιεραρχική φύση της κουβανικής οικονομίας είναι μια παράπλευρη συνέπεια της κρατικής ιδιοκτησίας. Ο μετασχηματισμός της σε ατομική ιδιοκτησία ή η αποκεντροποίησή της με νομικίστικα μέσα δεν θα άλλαζε κατά κανέναν τρόπο το περιεχόμενό της. Το μόνο πράγμα που θα άλλαζε, σε αυτή την περίπτωση, θα ήταν η συγκεκριμένη θεσμική μορφή του καπιταλισμού. Στην πραγματικότητα, όλες οι προτεινόμενες λύσεις δεν είναι παρά κάτι λίγο παραπάνω από επιφανειακές αλλαγές στο υπάρχον σύστημα, ενώ οι ουσιώδεις πυλώνες του – η μισθωτή εργασία και η συσσώρευση του κεφαλαίου – παραμένουν σταθερά στη θέση τους. Όλοι οι παράγοντες που αναφέρονται για να δικαιολογηθούν τέτοιες αλλαγές – για παράδειγμα, βελτίωση της ποιότητας της ανάδρασης της πληροφορίας, η εξάλειψη αποβλήτων, η αύξηση της παραγωγικότητας, ο εξορθολογισμός των επιχειρήσεων κλπ., είναι αποκαλυπτικοί. Στο τέλος, ο δυισμός αριστεράς-δεξιάς δεν αντιπροσωπεύει τίποτα περισσότερο από διαφορετικές εναλλακτικές για τη διαχείριση του καπιταλισμού.

Η εργατική τάξη πρέπει να απορρίψει αυτό το παράδειγμα εντελώς, βάζοντας στην ατζέντα την άμεση κατάργηση της μισθωτής εργασίας και της εμπορευματικής ανταλλαγής, πρώτα σε εθνική και, έπειτα, σε διεθνή κλίμακα. Αυτό απαιτεί οι εκμεταλλευόμενοι στην Κούβα, και σε όλες τις άλλες χώρες, να οργανωθούν ως τάξη για την ανατροπή του καπιταλιστικού κράτους, ξεμπερδεύοντας μια για πάντα από αυτόν τον καταπιεστικό μηχανισμό, εδραιώνοντας ταυτόχρονα τη δική τους δομή εξουσίας βασισμένης στα εργατικά συμβούλια: επιτροπές δημοκρατικά εκλεγμένων και άμεσα ανακλητών αντιπροσώπων. Αυτά τα όργανα θα έχουν την ευθύνη της απαλλοτρίωσης του κεφαλαίου, της εκπόνησης του οικονομικού σχεδιασμού και της επίβλεψης της επέκτασης του “κοινωνικοποιημένου” – δηλαδή αυτού που θα παράγει αυστηρά μόνο αξία-χρήσης – τομέα της οικονομίας σε όλες τις παραγωγικές δραστηριότητες. Αυτά είναι τα καθήκοντα μπροστά μας, και στην Κούβα, όπως και οπουδήποτε αλλού, είναι μόνο η εργατική τάξη που μπορεί να τα φέρει σε ολοκλήρωση. Η κατάπνιξη του καπιταλιστικού συστήματος, σε οποιαδήποτε μεταμφίεσή του, είναι η απόλυτα απαραίτητη συνθήκη για την πλήρη χειραφέτηση του ανθρώπινου είδους και της αναγέννησής του ως μιας αυθεντικής κοινότητας.

2 Grandizo Munis, “Pro Segundo Manifiesto Comunista,” στο Teoría y Práctica de la Lucha de Clases 13.

3 Στμ. Barbudos (ισπανικά): οι γενειοφόροι επαναστάτες. Ο όρος επινοήθηκε για να περιγράψει τις ανταρτικές δυνάμεις της κουβανικής επανάστασης.

4 Samuel Farber, Cuba Since the Revolution of 1959 (Chicago: Haymarket, 2011), σσ. 18-19.

5 Φρήντριχ Ένγκελς: Socialism: Scientific and Utopian (New York City: Cosimo Inc., 2008), σελ. 67 [στα Ελληνικά, “Σοσιαλισμός: επιστημονικός και ουτοπικός”, εκδόσεις Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2006].

6 Rene Dumont, Cuba: Socialism and Development (New York City: Grove Press, 1970), σελ. 110.

7 Στο ίδιο., σσ. 111-113.

8 Farber, ό.π., σσ. 55-56.

9 Στμ. Αλλά και κινήτρων.

10 Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Κούβας. Κεφάλαιο VII – Θεμελιώδη Δικαιώματα, Υποχρεώσεις και Εγγυήσεις, άρθρο 45.

11 Στμ. Τι να κάνουμε; Αν το παιχνίδι είναι αυτό της αξίας (και του χρήματος) ε, ο καπιταλισμός το παίζει καλλίτερα από οποιοδήποτε άλλο σύστημα!

12 Εργασιακός Κώδικας της Κούβας. Κεφάλαιο VI – Εργασιακή Πειθαρχία, ενότητα III, άρθρα 158-159.

13 Σ.το ίδιο, Κεφάλαιο II – Σύμβαση εργασίας, ενότητα XII, άρθρο 61.

14 Nancy A. Quiñones Chang, “Cuba’s Insertion in the International Economy Since 1990,” στο Cuban Economists on the Cuban Economy, (Gainesville: University Press of Florida, 2013), σελ. 91.

15 Paul Sweezy, The Theory of Capitalist Development (New York City: Monthly Review Press, 1942), σελ. 52-54. [στα Ελληνικά: “Η Θεωρία της Καπιταλιστικής Ανάπτυξης”, εκδόσεις Gutenberg, 2004].

16 Στμ. Εκβιομηχάνιση αντί εισαγωγών (Import substitution industrialization), είναι μια εμπορική και οικονομική πολιτική που προάγει την αντικατάσταση των ξένων εισαγωγών με την εσωτερική κατανάλωση. Βασίζεται στην αρχή ότι μια χώρα θα πρέπει να προσπαθήσει να μειώσει την εξάρτησή της από το εξωτερικό μέσα από την τοπική παραγωγή βιομηχανοποιημένων αγαθών.

17 Ha-Joon Chang, Bad Samaritans: The Myth of Free Trade and the Secret History of Capitalism (New York City: Bloomsbury Press, 2008), σσ. 14-15.

19 Καρλ Μαρξ, Capital vol. 2 (London: Penguin Classics, 1990), σελ. 427.

20 Paresh Chattopadhyay, The Marxian Concept of Capital and the Soviet Experience (Westport: Praeger Publishers, 1994), σσ. 18-20.

21 Στμ. Αυτό μήπως χρειάζεται μεγαλύτερη διευκρίνηση; Για να το θέσουμε διαφορετικά: πώς ακριβώς εκφράζεται αυτός ο ανταγωνισμός για την τιμή πχ. της εργατικής δύναμης μεταξύ των κρατικών επιχειρήσεων;

22 Στμ. Αναφορά στον Τόνυ Κλιφ, ιδρυτικό μέλος του Socialist Workers Party στη Βρετανία. Στα τέλη της δεκαετίας του 1940 στηριγμένος στην ανάλυση του Τρότσκι για τον σταλινισμό, διατύπωσε τη θεωρία του κρατικού καπιταλισμού για τα σταλινικά καθεστώτα. Κορυφαίο έργο του είναι ο “Κρατικός Καπιταλισμός στη Ρωσία”.

23 Peter Binns-Mike Gonzales, “Cuba, Castro and Socialism στο International Socialism, Spring, 1980.

24 Chattopadhyay, ό.π., σσ. 54-55.

25 CEPAL, La Economía Cubana: Reformas Estructurales y Desempeño en los Noventa, 2nd ed. (Mexico City: Economic Culture Fund, 2000), σσ. 205-206.

26 Στμ. Αυτό θα μπορούσε βέβαια να ερμηνευθεί ως η αποτυχία, προς το παρόν, της κρατικής οικονομίας να λειτουργήσει “πραγματικά” ως “ένα όλον”.

27 Στμ. Στο πρωτότυπο: stray too far.

28 Adam Buick & John Crump, State Capitalism: The Wages System under New Management (New York City: St. Martin’s Press, 1986), σσ. 80-93.

29 Καρλ Μαρξ, Capital vol. 1 (London: Penguin Classics, 1990), σελ. 739.

30 Για να είμαστε σαφείς, υπεραξία και κέρδος δεν είναι συνώνυμα. Όμως, η υπεραξία είναι η πηγή του κέρδους και για τις ανάγκες μας εδώ ταιριάζουν στον ίδιο ρόλο. Συνεπώς, μπορούμε να μιλάμε για αυτά σαν να μην διακρίνονται μεταξύ τους.

31 Grandizo Munis, “Partido-Estado, Stalinismo, Revolución,” στο Revolución y Contrarrevolución en Rusia, σσ. 78-80.

32 Αυτό χρσιμοποιείται μόνο ενδεικτικά, καθώς ο νόμος της αξίας δεν θα λειτουργούσε στον σοσιαλισμό και η ανταλλακτική αξία δεν θα υπήρχε καν.

33 Μαρξ, ό.π., σσ. 929-930.

34 Στμ. Στον βαθμό βέβαια, πρέπει να πούμε – και να θέσουμε προς προβληματισμό – που η κλιμάκωση αυτή δεν συνοδεύεται από πιθανά προβλήματα γιγάντωσης του διαχειριστικού και διευθυντικού “κόστους” των γιγαντωνόμενων επιχειρήσεων/βιομηχανιών, πχ. γραφειοκρατία, έλλειψη ευελιξίας στη λήψη αποφάσεων και στον σχεδιασμό κλπ.

35 Στμ. Βέβαια αυτό εγείρει, κατά την άποψή μας – δείτε και την προηγούμενη παρατήρηση – το πολύ θεμελιώδες ερώτημα: αν το κρατικο-καπιταλιστικό μοντέλο αυτών των κοινωνιών/οικονομιών ενισχύει αυτές τις δυο θεμελιώδεις τάσεις συσσώρευσης του κεφαλαίου γιατί αυτές αποτυγχάνουν οικτρά σε σχέση με τις συμβατικές καπιταλιστικές χώρες; Για παράδειγμα, η “κοινωνικοποίηση” της παραγωγής φαίνεται να γίνεται σε ένα περιβάλλον “δυσκαμψίας” αν, όπως είπαμε και πριν, οι αγκυλώσεις της γιγάντωσης των βιομηχανιών επικρατήσουν των ωφελειών από τις οικονομίες κλίμακας. Επίσης θα πρέπει να αναλογιστούμε τις συνθήκες αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης στις κρατικοποιημένες κοινωνίες/οικονομίες που είναι, συνήθως, έλλειψη “παραγωγικών” κινήτρων, μειωμένοι μισθοί και κατανάλωση κλπ. Εν ολίγοις, κάπως θα πρέπει να εξηγηθεί η αποτυχία αυτού του, “σοβιετικού” ας πούμε, τύπου κρατικο-καπιταλιστικών κοινωνιών/οικονομιών. Από την άλλη, βέβαια, έχουμε και το “πετυχημένο” (;) κινέζικο μοντέλο που, μάλλον, είναι μια πολύ διαφορετική ιστορία.

36 Καρλ Μαρξ, Critique of the Gotha Program (Rockville: Wildside Press, 2008), σελ. 26 [στα Ελληνικλα, Κριτική του Προγράμματος της Γκότα”, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 2015].

37 Richard Gott, Cuba: A New History (New Haven: Yale University Press, 2005), σσ. 186-188.

38 Στμ. Στο πρωτότυπο: double-down.

39 United States Tariff Commission, The Effects of the Cuban Reciprocity Treaty of 1902 (Washington: US Govt. Printing Office, 1929), σσ. 66-67.

40 Στμ. Είναι, νομίζουμε, η τρέλα από την αίσθηση παντοδυναμίας του συγκεντρωτικού κράτους πάνω σε μια υποτίθεται απόλυτα πειθαρχημένη εργατική δύναμη στο έλεος αυτής της παντοδυναμίας που ωθεί σε τέτοια φαραωνικά και υβριστικά πλάνα που, όπως στην Σοβιετική Ένωση με τα “πειράματα του Λυσένκο” ή στη μαοϊκή Κίνα της “Μεγάλης Προλεταριακής Πολιτιστικής Επανάστασης”, απέτυχαν οικτρά εξοντώνοντας τεράστια τμήματα του πληθυσμού από την πείνα, τις κακουχίες και τις εκκαθαρίσεις. Και, όχι τυχαία, είναι αυτά τα συγκεντρωτικά, αυταρχικά καθεστώτα που φτάνουν την εκμετάλλευση του προλεταριάτου σε έναν ύψιστο βαθμό.

41 Gott, ό.π., 240-243.

42 Αυτές μετονομάστηκαν σε Unidades Básicas de Producción Cooperativa (Βασικές Μονάδες Συνεταιριστικής Παραγωγής) ακολουθώντας μια αναδιάρθρωση περιουσιακών στοιχείων του παραγωγικού κεφαλαίου εντός του αγροτικού τομέα το 1993. Όμως, η εσωτερική οργάνωση και ο βασικός τρόπος λειτιυργίας τους παρέμεινε απαράλλακτος.

43 Dumont, ό.π., σσ. 51-52.

44 αυτόθι., σσ. 80-85.

45 Richard E. Feinberg, The New Cuban Economy: What Roles for Foreign Investment? (Washington DC: Brookings Institution, 2012), σελ. 58.

46 Grandizo Munis, “Los Sindicatos Contra la Revolución” στο Internacionalismo, Sindicatos, Organización de Clase, σελ. 85-86.

47 Farber, ό.π., σσ. 138-139.

48 Dumont, ό.π., σελ. 77.

49 Martin Carnoy, “Cuba’s Biggest Export is Teachers, Doctors – Not Revolution”, [“Οι μεγαλύτερες εξαγωγές της Κούβας είναι Δάσκαλοι και Γιατροί – όχι η Επανάσταση”], Reuters, 24 Δεκεμβρίου 2014.

50 Για μια σε μεγαλύτερο βάθος ανάλυση του συστήματος περίθαλψης στις ΗΠΑ δείτε το άρθρο του Red Hughs Capital’s Health Dilemma στο πρώτο τεύχος του Intransigence.

51 Pedro Campos Santos, “Cuba Necesita un Socialismo Participativo y Democrático. Propuestas Programáticas”, Cubaencuentro, 24 Αυγούστου 2008.

Ο σταλινισμός του ζαχαροκάλαμου

Κρατικός καπιταλισμός και ανάπτυξη στην Κούβα

dndf1

το κείμενο σε pdf

 

Στις 11 του τρέχοντος μήνα [Ιούλιος], ένα κύμα διαμαρτυριών ξεκίνησε σε διάφορες κουβανικές πόλεις. Γενικευμένη φτωχοποίηση, έλλειψη εμβολίων, συνεχή μπλακάουτ ρεύματος, η υγειονομική κατάσταση και η διαχείριση της πανδημίας του κορωνοϊού από την κυβέρνηση είναι μερικοί από τους πιο ορατούς παράγοντες αυτών των ημερών διαμαρτυρίας. Διάφοροι δεξιοί παράγοντες, ιδιαίτερα έξω από το νησί της Καραϊβικής, τρέχουν να πάρουν θέση ηγεμονίας στη δυσαρέσκεια. Μεγάλο μέρος της αριστεράς, από την πλευρά του, είτε καταδικάζει τις μάζες που κατέβηκαν στους δρόμους, στην πραγματικότητα “αγοράζοντας” την εκδοχή της δεξιάς είτε, περισσότερο ή λιγότερο ντροπαλά, καλεί επίσης για “περισσότερη δημοκρατία” και μεγαλύτερη φιλελευθεροποίηση της οικονομίας. Αλλά αυτό που συμβαίνει στην Κούβα δεν είναι κάτι ξένο στην παγκόσμια σκηνή. Κοινωνικές εξεγέρσεις ξεπηδούν παντού, επειδή είναι οι συνθήκες ζωής που επιβάλλονται από την καπιταλιστική κοινωνία που αμφισβητούνται από αυτά τα κινήματα. Και, φυσικά, η Κούβα είναι εξίσου καπιταλιστική με οποιοδήποτε άλλο μέρους του πλανήτη.

Το κείμενο που ακολουθεί, και το οποίο δημοσιεύτηκε αρχικά στα Αγγλικά στον ιστότοπο Ritual” (ο οποίος δεν είναι πια διαθέσιμος) και αναδημοσιεύτηκε σε άλλα μέσα (δείτε: https://mcmxix.org/2018/07/09/sugarcane-stalinism), ασχολείται με την καπιταλιστική φύση του καθεστώτος που επιβλήθηκε στην Κούβα και αποδομεί την αριστερίστικη μυθολογία που θέλει να βλέπει στην ιστορία του [καθεστώτος] την ανάπτυξη μιας μορφής σοσιαλισμού.

Ο συγγραφέας του, Emanuel Santos, ένας Κουβανός που έχει γεννηθεί στην Αβάνα, μοιράστηκε μαζί μας αυτή την ισπανική έκδοση, την οποία έχουμε ελαφρώς τροποποιήσει σε μερικές μικρές λεπτομέρειες. Η πολιτική τροχιά του Emanuel ποικίλει από μια αρχική προσέγγιση στον αναρχισμό σε ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για το έργο του Μαρξ, παρακινούμενο ακριβώς από την αντιπαράθεση εντός σοσιαλιστικών πρωτοβουλιών και αναρχικών ομάδων. Στη συνέχεια, κινήθηκε πλησιέστερα στις θέσεις και τις ομάδες της κομμουνιστικής αριστεράς με έναν “μπορντιγκιστικό” και “συμβουλιακό” προσανατολισμό.

Ας περάσουμε, λοιπόν, στη ζωή

“Η καπιταλιστική οικονομία, είτε ιδιωτική είτε κρατική, απαιτεί ατελείωτη οικονομική ανάπτυξη, η οποία μπορεί να επιτευχθεί, όμως, μόνο αυξάνοντας τον ρυθμό εκμετάλλευσης ή μειώνοντας την κατανάλωση της εργατικής τάξης. Η κρατική κουβανική αστική τάξη έχει πειραματιστεί και με τις δύο στρατηγικές, με καταστροφικά αποτελέσματα για τους εργάτες, που έχουν δει το βιωτικό τους επίπεδο να έχει κυριολεκτικά αποδεκατιστεί τις τελευταίες έξι δεκαετίες.

Δεξιοί αντιφρονούντες και αριστεροί ακτιβιστές, τόσο στο νησί όσο και στο εξωτερικό, έχουν προτείνει τις λύσεις τους, μερικές με μεγαλύτερη αξία για να συζητηθούν από άλλες, αλλά όλες πάσχοντας από το ίδιο ελάττωμα: δεν αμφισβητούν κατά κανέναν τρόπο τα θεμέλια της καπιταλιστικής κοινωνίας. Η γενική συμφωνημένη αντίληψη στη δεξιά είναι ότι ο διοικητικός μηχανισμός θα πρέπει να αποξηλωθεί υπέρ ενός συστήματος ελεύθερου εμπορίου και ότι τα περιουσιακά στοιχεία του κράτους θα πρέπει να δημοπρατηθούν σε ιδιωτικές εταιρείες ή άτομα. Από την άλλη πλευρά, οι απόψεις διχάζονται πολύ λιγότερο σε σχέση με την ταχύτητα με την οποία θα πρέπει να προχωρήσει η αποεθνικοποίηση (οι εμπειρίες της Ρωσίας και των άλλων χωρών του σοβιετικού μπλοκ υποτίθεται ότι έχουν χρησιμεύσει ως μια προειδοποίηση ενάντια στους κινδύνους μιας “απερίσκεπτης ιδιωτικοποίησης”) και κοινωνικά προγράμματα που θα γλιτώσουν από την “γκιλοτίνα”. Οι προτάσεις από την αριστερά ποικίλουν από μια “αυτοδιαχείριση” γιουγκοσλαβικού τύπου, στην οποία επιχειρήσεις υπό τη διαχείριση των εργατών ανταγωνίζονται σε μια οικονομία αγοράς, μέχρι έναν “εκδημοκρατισμένο” κρατικό καπιταλισμό. Πραγματικά, μια από τις πιο συχνές κριτικές της αριστεράς στον Καστρο-σταλινισμό είναι ότι αποκλείει άδικα τους πάντες, πλην μιας χούφτας, από την λήψη των αποφάσεων. Με άλλα λόγια, είναι ένα κάθεστώς αυταρχικό και μη-δημοκρατικό. Όμως, αυτή η θεώρηση συγχέει τα συμπτώματα με την ασθένεια. Η άκαμπτη και ιεραρχική φύση της κουβανικής οικονομίας είναι μια παράπλευρη συνέπεια της κρατικής ιδιοκτησίας. Ο μετασχηματισμός της σε ατομική ιδιοκτησία ή η αποκεντροποίησή της με νομικίστικα μέσα δεν θα άλλαζε κατά κανέναν τρόπο το περιεχόμενό της. Το μόνο πράγμα που θα άλλαζε σε αυτή την περίπτωση θα ήταν η συγκεκριμένη θεσμική μορφή του καπιταλισμού. Στην πραγματικότητα, όλες οι προτεινόμενες λύσεις δεν είναι παρά κάτι λίγο περισσότερο από επιφανειακές αλλαγές στο υπάρχον σύστημα, ενώ οι ουσιώδεις πυλώνες του – η μισθωτή εργασία και η συσσώρευση του κεφαλαίου – παραμένουν σταθερά στη θέση τους. Όλοι οι παράγοντες που αναφέρονται για να δικαιολογηθούν τέτοιες αλλαγές – για παράδειγμα, βελτίωση της ποιότητας της ανάδρασης της πληροφορίας, η εξάλειψη αποβλήτων, η αύξηση της παραγωγικότητας, ο εξορθολογισμός των επιχειρήσεων κλπ., είναι αποκαλυπτικοί. Στο τέλος, ο δυισμός αριστεράς-δεξιάς δεν αντιπροσωπεύει τίποτα περισσότερο από διαφορετικές εναλλακτικές για τη διαχείριση του καπιταλισμού”.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: http://dndf.org/?p=19653#more-19653.

Αναφορά από τον χώρο παραγωγής: Πώς ξεδοντιάστηκαν τα συνδικάτα

Μια αφήγηση από έναν μαθητευόμενο σε εργατικό Συνδικάτο1,2

το κείμενο σε pdf

Οι αναρχικοί τιμούν την Πρωτομαγιά σαν μια ημέρα γιορτασμού των επαναστατικών εργατικών κινημάτων από το 1886. Πέρσι, αναρχικοί σε ολόκληρο τον κόσμο τίμησαν την Πρωτομαγιά παρά τις συνδυασμένες δυσκολίες που προκαλούσαν η πανδημία και τα lockdown που είχαν επιβληθεί από τα κράτη. Ενόψει της αυριανής Πρωτομαγιάς, δημοσιεύουμε μια ανάλυση για το τι συνέβη στα πανίσχυρα εργατικά συνδικάτα των μέσων του 20ου αιώνα, γραμμένη μέσα από ένα από αυτά. Το παρόν κείμενο εμφανίστηκε για πρώτη φορά πριν δεκαπέντε χρόνια στο δεύτερο τεύχος του Rolling Thunder, του αναρχικού περιοδικού μας για το ζειν επικινδύνως.

Από τότε, οι περιστάσεις που αυτό το κείμενο περιγράφει έχουν γίνει μόνο χειρότερες, καθώς η μια οικονομική κρίση διαδέχεται την άλλη ενώ τα εργατικά συνδικάτα πασχίζουν να απαντήσουν. Η μαχητική ανεργία που μερικοί νεαροί αποτραβηγμένοι3 αναρχικοί επέλεξαν ως στρατηγική στην αλλαγή του αιώνα έχει γίνει, σε κάποια σημεία, μια σχεδόν γενικευμένη συνθήκη. Την ίδια στιγμή, η πολιτική πόλωση της λευκής εργατικής τάξης έχει καταστήσει μη υποστηρήξιμο ένα μέρος της αισιοδοξίας με την οποία τελειώνει το παρόν κείμενο – δείχνοντας το κόστος αυτού που συμβαίνει όταν χάνουμε ευκαιρίες να παρουσιάσουμε επαναστατικές λύσεις στα προβλήματα που προκαλεί ο καπιταλισμός. Η αναγωγή του πολιτικού φάσματος σε διαφορετικές αποχρώσεις του κεντρώου νεοφιλελευθερισμού έστρωσε τον δρόμο για εθνικιστές όπως ο Τραμπ ώστε να παριαστάνουν ψευδώς τους εαυτούς τους σαν “επαναστάτες” που πολεμούν τις “ελίτ” στο όνομα των απλών ανθρώπων.

Σήμερα, όταν η εργατική τάξη έχει μάλλον διαιρεθεί στους απομακρυσμένους, τους επισφαλείς και τους άνεργους αντί να εστιάζουμε σε μια μάχη οπισθοφυλακής, για να διατηρήσουμε τις ραγδαία διαβρωνόμενες οικονομικές θέσεις και υποδομές του προηγούμενου αιώνα, θα πρέπει να βούμε καινούριους, δυναμικούς τρόπους για να διακόψουμε και να ανατρέψουμε την καπιταλιστική οικονομία στο σύνολό της. Το τίμημα του να μην το κάνουμε θα είναι μια αντίδραση ακόμα χειρότερη και από το καθεστώς του Τραμπ.

Για περισσότερα σχετικά με το αντικείμενο, συνιστούμε το Work, την ανάλυσή μας για το πώς ο καπιταλισμός έχει αλλάξει στη διάρκεια του περασμένου αιώνα – και για το τι σημαίνει να αγωνιζόμαστε σήμερα, ιδιαίτερα στις μετα-βιομηχανικές περιοχές.


RE: Αναφορά από τον τόπο δουλειάς, Πώς ξεδοντιάστηκαν τα Συνδικάτα
MEMO: Πώς πέρασα το καλοκαίρι μου στις Μεσοδυτικές πολιτείες
ΠΡΟΣ: CRIMETHINC. HEADQUARTERS
ΑΠΟ: AGENT 356592

Την χρονιά του μεγάλου σχίσματος στην AFL4, παρεισχώρησα στην ομοσπονδία κάνοντας την πρακτική μου ως οργανωτής για ένα συγκεκριμένο συνδικάτο διαφωνούντων επιστατών. Οι θρύλοι των παλιών εργατικών αγώνων ήταν η εισαγωγή μου στον αναρχισμό ως νέος, και ήθελα να επαναφέρω κάποιες παλιές οργανωτικές δεξιότητες στην πόλη μου στα Νοτιοανατολικά, που είχε ξεχαστεί σχεδόν από όλα τα συνδικάτα. Τα επιχειρησιακά συνδικάτα σήμερα ακολουθούν, γενικά, μια στρατηγική “πυκνότητας”: εστιάζουν στην οργάνωση περιοχών όπου υπάρχει ήδη μια ευμεγέθης συνδικαλιστική παρουσία, αφήνοντας ιστορικά μη οργανωμένες συνδικαλιστικά κοινότητες, σαν τη δική μου, να προστατέψουν τον εαυτό τους.

Χάρις σ’ αυτή την στρατηγική, η μαθητεία μου με έφερε σε έναν σιδηροδρομικό κόμβο στα Μεσοδυτικά με μια ζωντανή ιστορία ταξικής πάλης – αν και φαινόταν ότι μεγάλο μέρος αυτής της μαχητικής ενέργειας είχε τιθασευτεί τον καιρό που έφτασα. Το τοπικό συνδικάτο για το οποίο δούλευα είχε ιδρυθεί πριν τριάντα χρόνια, όταν κάποιοι επιστάτες με αυτοπεποίθηση5 συνειδητοποίησαν ότι δεν χρειαζόταν να αντιμετωπίζονται σαν σκουπίδια. Παρ’ όλο που η δραστηριότητα του συνδικάτου είχε παρακμάσει, οι ιστορίες και οι φωτογραφίες από τις απεργιακές πειφρουρήσεις, τις καταλήψεις γραφείων και τις δολιοφθορές από τους επιστάτες άγγιξαν ένα ευαίσθητο σημείο στην καρδιά μου και είχα μεγάλες ελπίδες.

Μαζί με αρκετούς ακόμα μαθητευόμενους, ανήκα σε μία από τις δύο “ομάδες χαρτογράφησης”, υπεύθυνες για την έναρξη της επαφής με τους επιστάτες και τη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων με πληροφορίες σχετικά με πιθανούς στόχους για το συνδικάτο. Η δουλειά αυτή καθαυτή ήταν αρκετά απλή, αν και στην πορεία της συλλογής πληροφοριών γρήγορα συγκέντρωσα αρκετές περιπτώσεις καταπάτησης και παράνομης εισόδου που θα έκαναν ακόμα και έναν έμπειρο “πράκτορα” του CrimethInc. να ζηλέψει. Όλα αυτά συν το επίσημα καθιερωμένο ψάξιμο στα “σκουπίδια”6! Φανταστείτε την ευχαρίστησή μου να είμαι βουτηγμένος “μέχρι το γόνατο”7 σε λίστες εργαζόμενων, τιμολόγια, και υπηρεσιακά σημειώματα αντί για σάπια προϊόντα και ζουμιά από σκουπιδοντενεκέδες. Ένα παιδί θα το είχε συνηθίσει.

Ανταλλάξαμε τον θάνατο από την πείνα με τον θάνατο από τη βαριεστημάρα

Η εύπορη πλευρά της πόλης είχε δει την εμφάνιση πολλών κτιρίων με γραφεία και επιχειρηματικών πάρκων, τα περισσότερα από τα οποία δεν είχαν καταγραφεί από το συνδικάτο. Τα κτίρια αυτά δεν είχαν συνδικαλιστική οργάνωση αλλά προφανώς κάποιοι άνθρωποι τα καθάριζαν. Ποιοι ήταν; Έπεφτε σε μας να ξεδιαλύνουμε το μυστήριο.

Δεν σπατάλησα πολύ χρόνο στα συγκροτήματα γραφείων και, βλέποντάς τα απ’ έξω, συνήθως υπέθετα ότι πρόκειται, βασικά, για απροσπέλαστες κατακόμβες με μικρά γραφεία γεμάτα με σεκιουριτάδες και κάμερες. Τα περισσότερα από αυτά στα οποία μπήκα δεν ήταν έτσι, όπως αποδείχτηκε, και αυτά που ήταν είχαν πολλή περισσότερη πλάκα. Κάνα δυο άτομα από μας μπορούσαν να φτάσουν στο γραφείο της ασφάλειας και να αρχίσουν να μιλάνε, προφασιζόμενα κάποια δικαιολογία ή προσπαθώντας να πάρουν πληροφορίες από τον φρουρό. Ενώ η προσοχή του φρουρού είχε αποσπαστεί, κάποιος άλλος μπορούσε να τρυπώσει στο κτίριο και να προσπαθήσει να βρει τα ντουλάπια των επιστατών.

Ένα πράγμα είναι να αποσπάς την προσοχή ενός πωλητή ενώ η κολλητή σου γλιστρά κάτι στην τσάντα της. Και είναι άλλο να προσπαθείς να ξεγλιστρήσεις από έναν πάνοπλο φρουρό που δεν έχει ζήσει καμμιά άλλη συναρπαστική μέρα στη δουλειά από τότε που έπιασε φωτιά εκείνο το σακουλάκι ποπ-κορν στον φούρνο μικροκυμάτων και έβαλε σε λειτουργία όλους τους ψεκαστήρες στον τέταρτο όροφο. Παίρνουν τη δουλειά τους πραγματικά πολύ σοβαρά.

Παρ’ όλα αυτά, αποδεικνύεται ότι είναι δυνατόν. Κούμπωσα το πουκάμισό μου, κράτησα την αναπνοή μου και πήγα. Κοιτάζοντας ευθεία μπροστά και απλά μπαίνοντας στο ασανσέρ.

Μόνο μια φορά είχα πρόβλημα, όταν ο φρουρός με είδε και μου είπε να περιμένω στην είσοδο. Εξαφανίστηκα στις σκάλες όταν κάτι απέσπασε την προσοχή του και είχε μια φοβερά πετυχημένη μέρα στο γραφείο αλλά, όταν επέστρεψα, έψαχνε τριγύρω για μένα και χρειάστηκε να κρυφτώ πίσω από μια κολώνα. Όταν τον άκουσα να μιλά σε έναν άλλο φρουρό, έφυγα αστραπή και δεν ξανακοίταξα πίσω.

Σε ένα κτίριο, που ήταν σαν φρούριο, προσποιήθηκα ότι καπνίζω μέχρι μια εργαζόμενη να βγει από την κλειδωμένη πίσω πόρτα. Την άνοιξε ευγενικά για μένα και έπεσα στη δουλειά ψαχουλεύοντας τα ντουλάπια στο ισόγειο και τσεπώνοντας μερικά καλά στυλό.

Με εξαίρεση το ότι δεν φορούσα γραβάτα, ταίριαζα αρκετά καλά σ’ αυτά τα γραφεία. Μπήκα στον χαρακτήρα και έγινα ένας ανερχόμενος μαθητευόμενος σε κάποια ασφαλιστική ή τηλεπικοινωνιακή εταιρεία. Κανείς δεν νοιαζόταν όταν έκανα ερωτήσεις ή έχωνα το κεφάλι μου στη λάθος πόρτα. Εν πάσει περιπτώσει, κανείς δεν θα μπορούσε να αναγνωρίσει οποιονδήποτε έξω από το άμεσο γραφείο του – η καπιταλιστική αποξένωση ήταν γα μια φορά με το μέρος μου. Γι’ αυτούς ήμουν απλά άλλο ένα απρόσωπο drone που στόχευε στο Αμερικάνικο Όνειρο.

Οι φορυαμοί των επιστατών συνήθως είναι δίπλα στα αποδυτήρια ή σε άλλα απομακρυσμένα σημεία. Σε κάθε κτίριο, έψαχνα το όνομα της εταιρείας καθαρισμού που έχει τον έλεγχό της το κτίριο· συνήθως το βρίσκω σε έναν σκουπιδοτενεκέ ή σε ένα κοντέινερ με καθαριστικά. Υπήρχαν περίπου οχτώ εθνικές ή διεθνείς εταιρείες καθαρισμού που λειτουργούσαν στην περιοχή.

Αυτό δούλεψε για τις μισές σχεδόν τοποθεσίες αλλά στις άλλες έπρεπε να περιμένουμε μέχρι να πέσει το βράδυ για να προσπαθήσουμε να συναντήσουμε οι ίδιοι τους επιστάτες. Τα κτίρια κλειδώνονταν συνήθως μετά τις 6 το απόγευμα αλλά στα εταιρικά πάρκα μπορούσαμε να βρίσκουμε τους επιστάτες να περπατούν ανάμεσα στα κτίρια ή να βγάζουν έξω τα σκουπίδια. Στις εξορμήσεις μας, ανακαλύψαμε μια τάση που δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει: όλοι οι επιστάτες που δεν ανήκαν σε συνδικάτο ήταν ισπανόφωνοι Λατίνος. Το προσωπικό του τοπικού συνδικάτου δεν είχε ούτε ένα άτομο που να μιλά Ισπανικά – μπορείτε, πραγματικά, να το πιστέψετε; – οπότε προσπάθησα να μιλήσω χρησιμοποιώντας τις πολύ λίγες λέξεις στα Ισπανικά που ήξερα (trabajo, durruti, syndicato, nada).

Είχαμε δύο συντρόφους με γνώσεις Ισπανικών στους μαθητευόμενους οι οποίοι και οργάνωσαν μια συνάντηση με τους Λατίνος επιστάτες στην περιοχή. Ήρθαν μόνο καμμιά δεκαριά περίπου, που ανέφεραν ότι απειλούνται από τα αφεντικά αν επιχειρούσαν να δουλέψουν με το συνδικάτο. Το φράγμα επικοινωνίας από την πλευρά του συνδικάτου ήταν ντροπιαστικό, καθώς αρκετά από τα εργασιακά προβλήματα που έβαζαν θα μπορούσαν εύκολα να έχουν λυθεί από ένα άτομο του συνδικάτου που θα μιλούσε Ισπανικά. Το τοπικό συνδικάτο δουλεύει πάνω στο πρόβλημα και ελπίζω ότι θα μπορέσουν να στρώσουν τα πράγματα σύντομα.

Το κίνημα συνολικά έχει αργοπορήσει να ανταποκριθεί στις ανάγκες των μεταναστών, ιδιαίτερα καθώς έχει εμπλακεί με τον εθνικισμό και την νομιμοφροσύνη, και τη βαρεμάρα, που συνοδεύουν το να είναι κανείς ένας διαμεσολαβητής του στάτους κβο.

Αλλά δεν ήταν πάντα έτσι.

Τα όνειρά μας δεν θα χωρέσουν ποτέ στις συμβάσεις τους

Το εργατικό κίνημα γεννήθηκε και τράφηκε με το σαμποτάζ ως μια παράνομη, υπόγεια συνωμοσία εργατών που μάχονταν για να ανεβάσουν τους μισθούς τους και να βελτιώσουν τις εργασιακές συνθήκες με κάθε απαραίτητο μέσο. Στον 19ο αιώνα, δυσαρεστημένοι εργαζόμενοι συναντιούνταν το βράδυ και κατέστρεφαν τις μηχανές μαλλιού και βαμβακιού που απειλούσαν τον βιοπορισμό τους – σε τέτοια έκταση που η “καταστροφή των μηχανών” έγινε μείζον αδίκημα στην Αγγλία. Οι πρώτοι υποκινητές εργάτες στις ΗΠΑ φοβούνταν για τη ζωή τους, καθώς συχνά τους έδιωχναν από τις πόλεις ή τους λυντσάριζαν. Οι απεργίες επιβράδυναν σιδηροδρόμους και εργοστάσια, μπάτσοι και στρατιώτες επιτίθονταν στους απεργούς εργάτες και σε οικογένειες. Έμοιαζε ότι ολόκληρος ο κόσμος θα εκρηγνυόταν σε έναν παγκόσμιο ταξικό πόλεμο ανάμεσα στους έχοντες και τους μη-έχοντες.

Φοβούμενες ένα χάος στη βιομηχανία, οι κυβερνήσεις ανάγκασαν τους εργοδότες να υποκύψουν σε μερικά από τα αιτήματα των εργατών. Τα εργατικά κινήματα ήταν καίριας σημασίας για την εφαρμογή της εργάσιμης ημέρας των οκτώ ωρών, τις ρυθμίσεις ασφάλειας και υγιεινής στην εργασία και τον Εθνικό Νόμο για τις Εργασιακές Σχέσεις (National Labor Relations Act). Η μέρα είχε κερδηθεί για τους εργάτες και πολλοί, και στις δυο πλευρές του ταξικού χωρίσματος, αισθάνθηκαν ότι τα συνδικάτα προχωρούσαν στο να αναδιανείμουν τον πλούτο και την εξουσία μια και καλή.

Αλλά στην πορεία όλων αυτών, συνέβη κάτι αστείο. Τα ίδια τα συνδικάτα έγιναν ένας νόμιμος παίκτης στο πεδίο του πολιτικού παιχνιδιού – με επιρροή, διαπραγματευτική ισχύ και, πάνω απ’ όλα, υγιείς τραπεζικούς λογαριασμούς. Οι αγώνες συνεχίστηκαν αλλά άρχισαν να έχουν λιγότερη “καρδιά”. Περισσότερα λεφτά αλλά λιγότερη ψυχή. Εκπρόσωποι των επιχειρήσεων, διαδικασίες παραπόνων, κλειστά εργοστάσια, διαγραφές οφειλομένων και “φιλεργατικοί” πολιτικοί βοήθησαν στην ενσωμάτωση – ή στην εμπλοκή – των συνδικάτων στην ομαλή λειτουργία των κυβερνήσεων και των οικονομιών, και δεν πέρασε πολύς καιρός για να γίνουν ωχρή σκιά του παλιού τους εαυτού. Ήταν ακόμα τα συνδικάτα ένα εργαλείο του ταξικού πολέμου ή απλά ωραιοποιημένα τμήματα ανθρώπινου δυναμικού;

Για να επιστρέψω στο καλοκαίρι μου – η θηλιά της νομιμοποίησης είχε πνίξει το εργατικό κίνημα της πόλης χρόνια πριν, αν και αρκετός κόσμος στο κίνημα εξακολουθούσε να δείχνει ένα ριζοσπαστικό πνεύμα. Ο πρόεδρος του τοπικού συνδικάτου, ένας πρόσχαρος και καλόκαρδος παλιός εργατικός ηγέτης, αναπολούσε την κατάληψη ενός σημαντικού πύργου γραφείων στο κέντρο και μου εμπιστεύτηκε ότι κάποιος θα μπορούσε να μπλοκάρει σοβαρά την αποχεύτευση ρίχνοντας στις τουαλέτες πολλά ταμπόν δεμένα μαζί. Αυτό ήταν ενδεικτικό όχι μόνο της διάθεσης κάποιου να συλληφθεί αλλά, επίσης, και της διάθεσης να δράσει χωρίς να συλληφθεί – ένα ακόμα πιο ελκυστικό γνώρισμα – και τα μάτια του άστραψαν όταν του ψιθύρισα μερικές από τις δικές μου περιπέτειες.

Όμως, οποιαδήποτε άμεση δράση είχε υποβιβαστεί σε ιστορίες για τον πόλεμο ή βίντεο με “αποσπάσματα δράσης”, χάρις σε κείνους τους τραπεζικούς λογαριασμούς και τους νόμους που καθιστούν τα συνδικάτα υπόλογα για τις δράσεις των μελών τους. Τα αφεντικά μπορούν πραγματικά να μηνύσουν τα συνδικάτα για παράνομες εργασιακές δράσεις. Τα συνδικάτα έχουν δαμαστεί· λίγη κουβέντα γίνεται για το αν η προαγωγή ενός μικρού σαμποτάζ αξίζει την απώλεια της πιστοποίησης και την χρεωκοπία.

Το τοπικό παράρτημα [του συνδικάτου] είχε ακυρώσει για κάποιο διάστημα τις συναντήσεις απλά επειδή φαινόταν ότι δεν υπήρχε τίποτα προς συζήτηση – αλλά, με τις διαπραγματεύσεις για τις συμβάσεις να επίκεινται στον ορίζοντα, ήταν καιρός να αρχίσει να προετοιμάζεται. Σε μια από τις πρώτες συναντήσεις που παρακολούθησα, μίλησε μια γυναίκα λέγοντας ότι είχε διαβάσει τη σύμβαση και ότι το συνδικάτο δεν ήταν εκεί για τον εργάτη αλλά ήταν ένα εργαλείο για τα αφεντικά. Οι συνδικαλιστές ανταπάντησαν γρήγορα ότι δεν είναι έτσι, ότι το συνδικάτο είναι εκεί για τους εργάτες και ότι έπρεπε να ξαναδιαβάσει τη σύμβαση. Το συνδικάτο είναι οι εργάτες, είπαν. Το συνδικάτο είναι οι εργάτες και το προσωπικό του [οι συνδικαλιστές] έχει απλά προσληφθεί από τους εργάτες.

Αλλά καθώς περνούσε το καλοκαίρι, υπήρχε μια λεπτή μετατόπιση από τον προσανατολισμό μας ως μαθητευόμενων, στον οποίο μας κοπανούσαν διαρκώς ότι “το Συνδικάτο είναι οι Εργάτες”, στην παραδοχή εκεί επιτόπου, ότι το συνδικάτο είναι μια επιχείρηση. Τα συνδικάτα χρειάζονται λεφτά για να συνεχίσουν να λειτουργούν και για να τα πάρουν, κάνουν τη δουλειά να εκπροσωπούν τους εργάτες και να διαχειρίζονται παράπονα και καταγγελίες και, περιστασιακά, να παίρνουν καλλίτερους μισθούς και να βελτιώνουν τις εργασιακές συνθήκες. Ο “στρατηγικός σχεδιασμός” των συνδικάτων μπορεί επίσης να διαβαστεί σαν μια επιχειρημαιτκή στρατηγική: τα συνδικάτα πρέπει να βρουν μια περιοχή στην οποία υπάρχει ήδη αγορά για το προϊόν τους (το συνδικάτο)· εργασιακοί χώροι με λίγους εργαζόμενους δεν θα μπορέσουν να αποπληρώσουν το κόστος για την ίδρυση του συνδικάτου, οπότε αυτοί οι χώροι αγνοούνται. Από την άλλη, οργανώνοντας ένα εργοστάσιο με 200+ εργαζόμενους μπορεί να φέρει στον οργανωτή μια θέση ενός είδους επιχειρηματικού αντιπροσώπου – τότε “φτιάχτηκες για όλη σου τη ζωή”, μου είπαν.

“Το εργοστάσιο δουλεύει επειδή δουλεύω εγώ”

Το τοπικό παράρτημα που δούλευα ήταν καλά εδραιωμένο και είχε συμβάσεις “union shop”, σύμφωνα με τις οποίες οι εργάτες που προσλαμβάνονταν από συγκεκριμένους εργοδότες ήταν υποχρεωμένοι να μπουν στο συνδικάτο μετά από έναν συγκεκριμένο αριθμό ημερών απασχόλησης. Στην πραγματικότητα, το συνδικάτο δεν χρειαζόταν καν να συναντηθεί με τους εργάτες για να υπογράψουν την εγγραφή τους· τα αφεντικά τους τούς έδιναν τις κάρτες του συνιδικάτου και τους έβαζαν να τις συμπληρώσουν. Αυτό συνέβαλε στην αποσύνδεση του συνδικάτου από τα μέλη του. Συχνά, τα μέλη δεν ήξεραν καν ότι υπάρχει ένα συνδικάτο ή δεν ήξεραν τι κάνει· και επιπλέον, το συνδικάτο δεν κατέγραφε την εξέλιξη της συμμετοχής σε αυτό. Οι λίστες των μελών που υποτίθεται ότι θα χρησιμοποιούσαμε για το κάλεσμα των μελών σε πορείες ήταν οικτρά απαρχαιωμένες. Αλλά τι σημασία είχε; Οι συνδρομές αποφασίζονταν σε διεθνές επίπεδο, όχι τοπικό. Οι εργοδότες τις αφαιρούσαν από τις επιταγές μισθοδοσίας και έστελναν ένα μηνιαίο συνολικό ποσό.

Η συνεργασία με τα αφεντικά είναι καλή για να κάνεις δουλειές, και τα συνδικάτα έχουν χωθεί στην επιχείρηση της συνεργασίας. Είχα μια ευκαιρία να κοιτάξω τη σύμβαση της γυναίκας που παραπονιόταν. Η πιο απογοητευτική πτυχή είναι, όπως, πάντα η παράγραφος “Όχι Απεργία/Όχι Λοκάουτ”, που εξηγεί ότι το συνδικάτο δεν μπορεί να απεργήσει για όσο τηρούνται οι όροι της σύμβασης. Ακόμα καλλίτερα, όταν υπάρχει μια νόμιμη απεργία, το συνδικάτο δεσμέυεται ότι θα στείλει ένα “προσωπικό ασφαλείας” στα γραφείο όπου γίνεται απεργία για να τα κρατήσει σε λειτουργική κατάσταση – ναι, το συνδικάτο σπάει την ίδια την απεργία του!

Το συνδικάτο συνάντησε κάποιες δυσκολίες στο να χαλιναγωγήσει τα μέλη του στην προετοιμασία για τις επικείμενες διαπραγματεύσεις για τις συμβάσεις. Το συνδικάτο επιθυμούσε τα μέλη του να θέλουν το στάτους της πλήρους απασχόλησης αλλά οι περισσότεροι από τους εργάτες με μερική απασχόληση δεν ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα να αλλάξουν σε πλήρη απασχόληση. Αυτό ήταν ένα παράδειγμα παραπόνων που είχα ακούσει συχνά στην μικρή πόλη μου στα νότια: τα συνδικάτα, λέει ο κόσμος, δεν λαμβάνουν υπόψιν την προσωπική τους κατάσταση και τους αναγκάζουν να δεχτούν αυτό που το συνδικάτο λέει ότι είναι “καλλίτερο για το σύνολο”.

Παρ’ όλο που η κριτική αυτή συνηθίζεται να προέρχεται από συντηρητικούς και παραβλέπεται από τους αριστεριστές, που νομίζουν ότι μπορούν να βρουν τι είναι καλλίτερο για τον καθένα, έχει μια συγκεκριμένη υπόδηλη ριζοσπαστική αίσθηση. Τα περισσότερα συνδικάτα έχουν γίνει μεγάλα και γραφειοκρατικά και η πολιτική και οικονομική νομιμοποίησή τους βασίζεται στο να κρατούν τα μέλη τους πειθαρχημένα. Το συνδικάτο ξέρει τι είναι καλλίτερο· για να πάνε καλά οι διαπραγματεύσεις, οι επιθυμίες σου πρέπει να ταιριάζουν σε ένα συγκεκριμένο κουτί έτσι ώστε οι διαπραγματευτές να μπορούν να τις στριμώξουν σε μια ακόμα μικρότερης έκτασης σύμβαση. Το συνδικάτο πρέπει να μπορεί να δώσει στα αφεντικά μια υπόσχεση σταθερότητας, μια εγγύηση της ασφάλειας του στάτους κβο και της ομαλής εκτέλεσης της παραγωγής. Διαφορετικά, θα έχει έναν πελάτη λιγότερο.

Καθώς αυτά τα συνδικάτα είναι αξεδιάλυτα εδραιωμένα στην λειτουργία της οικονομίας, ενδιαφέρονται, φυσικά, περισσότερο για το δικαίωμα στην απασχόληση παρά στο δικαίωμα στην ευχαρίστηση. Τα συνδικάτα στις επιχειρήσεις έχουν να κάνουν μάλλον με τη διασφάλιση ότι όλοι θέλουν το ίδιο πράγμα παρά για το ότι οι εργάτες ενώνονται και ορθώνουν το ανάστημά τους από κοινού για τις προσωπικές τους επιθυμίες.

Συνδικαλισμός της Κατανάλωσης

Υπήρχαν θύλακες δυσαρέσκειας μέσα στο τοπικό παράρτημα και κάποιες στιγμές φαινόταν να υπάρχει κάποια ελπίδα για αλλαγή μεταξύ των μελών. Αλλά τα ίδια τα μέλη είχαν ήδη χτυπηθεί, τόσο από τους εργοδότες όσο και από το συνδικάτο. Ένας νεαρός άντρας εξήγησε γιατί τα αφεντικά είχαν απειλήσει να αντιμετωπίσουν σκληρά τους “ταραξίες”, και ότι δεν ήταν διατεθιμένος να “βάλει το κεφάλι του στον ντορβά” χωρίς την υποστήριξη των συναδέλφων του εργατών – υποστήριξη που δεν υπήρχε. Για μια ακόμα φορά, ήττα.

Πέρα από τους θεσμοποιημένους περιορισμούς, το μεγαλύτερο εμπόδιο στον δρόμο για ένα ζωντανό και ζωηρό συνδικάτο ήταν η βασική έλλειψη μιας κουλτούρας αλληλεγγύης. Ο κόσμος δεν υποστήριζε ο ένας τον άλλο απέναντι στο αφεντικό. Το “συνδικάτο” ήταν απλά μια άλλη λέξη για αφαίρεση από τον μισθό, όχι κάτι που υπήρχε στις σχέσεις ανάμεσα στους εργάτες στη δουλειά. Τι αξία είχε μια κάρτα συνδικάτου αν καθόταν ανενεργή στην κωλότσεπή σου; Πιστωτικές κάρτες, εκπτωτικές κάρτες, κάρτες μέλους. Ο συνδικαλισμός έγινε απλά ένα ακόμα πράγμα προς κατανάλωση ώστε να αποκτήσει κανείς μια καλλίτερη δουλειά, η συμμετοχή είναι προαιρετική.

Αυτό δεν σημαίνει ότι τα νομιμοποιημένα συνδικάτα δεν προσφέρουν ωφέλη στους ίδιους τους εργάτες. Τα συνδικάτα στις ΗΠΑ περηφανεύονται για τον εαυτό τους για την βελτίωση των συνθηκών ζωής και τη δημιουργία μιας μεγάλης μεσαίας τάξης. Πολλά συνδικάτα έχουν βοηθήσει στο να φέρουν τουλάχιστον ένα κομμάτι από το Αμερικάνικο Όνειρο™ στις αμερικανικές οικογένειες. Αλλά αυτό έχει γενικά εξουδετερώσει την αντίθεση των εργατών στον καπιταλισμό και τους έβγαλε από τη συμμετοχή στην κοινωνική πάλη. Οι εργάτες της μεσαίας τάξης, χάρις και μαζί με τα συνδικάτα τους, έχουν ουσιαστικά εξημερωθεί.

Αλλά γιατί να αγωνιστεί κανείς ενάντια στον καπιταλισμό, μπορεί να ρωτήσει κανείς, αν έχει τον δικό του σκουπιδοφάγο που δουλεύει; Είναι ένα ζήτημα αξιών. Το εργατικό κίνημα έχει πάντα παλέψει για δυο πράγματα:

1) Αυτονομία, ελευθερία και εξουσία πάνω στον εργασιακό χώρο και στην καθημερινή ζωή· και

2) Πλούτο.

Τα αφεντικά και οι πολιτικοί εκχώρησαν ένα κομμάτι του πλούτου τους αλλά δεν έχουν απεμπολήσει την εξουσία τους. Οι εργάτες που πιθανόν θέλουν να πολεμήσουν για περισσότερη αυτονομία ή εξουσία είναι όμηροι του μεσοαστικού τρόπου ζωής που έχουν ήδη· να αγωνιστούν για ελευθερία θα σήμαινε να ρισκάρουν την μικρή αλλά σκληρά κερδισμένη άνεσή τους. Οι προσβολές στη δουλειά είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσεις για να ζεις το όνειρο των δυο αυτοκινήτων και ενός σωρού από χρέη.

Βάζοντας την “Εργασία” πίσω στον “Πρώην-Εργάτη”

Εδώ, μέσα σε όλη αυτή την συναίνεση και τις παραχωρήσεις, βλέπω ευκαιρίες για μια αναρχική παρέμβαση και συμμετοχή στους εργατικούς αγώνες του σήμερα, Η πόλη που γεννήθηκα, για παράδειγμα, ως ένας τόπος που τα περισσότερα συνδικάτα έχουν αγνοήσει, είναι μιας πρώτης τάξης τοποθεσία για μια αναγέννηση της εργατικής οργάνωσης χωρίς χρήματα, περιορισμούς ή θεσμούς.

Και έξω από τα πανκ και ακτιβιστικά μας γκέτο, εμείς οι αποτραβηγμένοι αναρχικοί έχουμε πολλά να προσφέρουμε. Έχουμε συνηθίσει να ζούμε σχεδόν με τίποτα, οπότε τα αφεντικά δεν μπορούν να μας απειλήσουν· αν μπορούμε να συνδεθούμε με άλλο κόσμο, που έχει μπουχτίσει με την εξουσία τους, μπορούμε να τα απειλήσουμε. Ο πόθος μας για ελευθερία και αυτονομία και η διάθεσή μας να προχωρήσουμε χωρίς τα παρηγορητικά βραβεία της άνεσης, θα μπορούσε να μας βοηθήσει να αναπτύξουμε νέες μεθόδους συνεργασίας και δράσης στον εργασιακό χώρο που κανένα συνδικάτο σήμερα δεν μπορεί καν να σκεφτεί. Έχουμε λειτουργήσει έξω από τυπικές δομές για τόσα πολλά χρόνια που παίρνουμε όλα τα πλεονεκτήματα να μπορούμε να το κάνουμε αυτό ως δεδομένα· συνασπισμένοι με άλλους συναδέλφους, που επίσης μισούν την εργασία, θα μπορούσαμε να ανοίξουμε καινούριους δρόμους για γνήσια εξέγερση. Έχουμε συλλέξει, από παραπεταμένα γεύματα, φαγητό για εκατοντάδες άτομα στα δικά μας συνέδρια· ας εξασφαλίσουμε ότι δεν θα υπάρξει ποτέ κανένα πεινασμένο στομάχι σε μια απεργιακή γραμμή. Τα infoshops και οι ομάδες μας Food Not Bombs μας έχουν προσφέρει μια καλή εξάσκηση στην οικοδόμηση οργάνων για μια κοινότητα· ας προσφέρουμε στους εργαζόμενους γονείς φροντίδα και ελεύθερο πρωινό για τα παιδιά τους. Και διασκέδαση – η διασκέδαση είναι σχεδόν μια ιδεολογία για τους περισσότερους από μας· ας μοιραστούμε τα παιχνίδια και τα κόλπα μας και την αισιοδοξία μας με τους εργάτες και τους συνάδελφους, έτσι ώστε κανείς να μην χρειαστεί να πάει στο σπίτι και να σπαταλήσει τον χρόνο του μπροστά στην τηλεόραση ξανά. Το “μαζί”, που προέρχεται από αυτά, είναι ακριβώς το θεμέλιο που κάνει τη συλλογική αντίσταση εφικτή.

Για μας που έχουμε αποτραβηχτεί υπάρχουν πολλά [να κάνουμε] που οι οργανωτές των συνδικάτων σήμερα δεν κάνουν. Σε αντίθεση με τους περισσότερους από αυτούς, δεν έχουμε έμμεσα έξοδα. Μπορούμε να κλέψουμε ή να πάρουμε με απάτη αυτά που χρειαζόμαστε για να αγωνιστούμε και να ταξιδεύουμε με το τραίνο ή με ωτοστόπ όπως συνήθιζαν να κάνουν οι πιστοί του I.W.W8. Τα λεφτά που μαζεύουμε για την εργατική οργάνωση μπορούν να χρησιμοποιηθούν με καλλίτερο τρόπο από την πληρωμή μισθών υπαλλήλων του συνδικάτου ή την ενοικίαση αυτοκινήτων. Ως πρακτικάριος σε ένα επίσημο συνδικάτο, έπρεπε ακόμα να υπολογίζω τα πάντα σύμφωνα με την καπιταλιστική λογική της σπάνης – από την πίτσα που τρώγαμε, μέχρι το ρεύμα για τα φώτα που ανάβαμε στα γραφεία του συνδικάτου, μας υπενθύμιζαν πάντα ότι ξοδεύαμε ή σπαταλούσαμε τα κερδισμένα με μόχθο λεφτά των μελών μας. Από την άλλη, οι οργανωτές που δεν εξαρτώνται από τις συνδρομές για να βγάζουν τα προς το ζην, μπορούν να κοιτάξουν τους εργάτες σαν πραγματικούς ανθρώπους και όχι απλά σαν δυνητικές πηγές εισοδήματος. Τέτοιοι εκπρόσωποι των συνδικάτων θα μπορούσαν να είναι συνεργάτες ενάντια στα αφεντικά, όχι αντιπρόσωποι γι’ αυτά.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι επαναστάτες θα πρέπει να ξοδεύουν όλο τον χρόνο τους να κάνουν “χαμαλοδουλειές” για το “πραγματικό” εργατικό κίνημα. Αν είμαστε σοβαροί, σχετικά με αυτό, μπορούμε να δημιουργήσουμε τις δικές μας σχέσεις με μαχητικούς εργάτες από τα κάτω και να δράσουμε με τους δικούς μας όρους έξω από τους γραφειοκρατικούς θεσμούς που κρατάνε το κίνημα πίσω. Το τυπικό εργατικό κίνημα εξακολουθεί να έχει πλήθος οργανώσεων και μέλη με ριζοσπαστικό όραμα και ζωντανά πνεύματα αλλά, ίσως, μπορούμε να κάνουμε μερικά πράγματα που θέλουν να κάνουν αλλά δεν μπορούνε: αφισοκολλήσεις9, επισκέψεις σε σπίτια, σπασίματα γραφείων…

Και αυτή η συμμετοχή μπορεί να είναι αμφίπλευρη: αν εμπλακούμε σε εργατικούς αγώνες, άλλοι εργάτες ακτιβιστές είναι πιθανότερο να συμμετάσχουν στους δικούς μας. Στα μέσα του καλοκαιριού, προσκάλεσα τους συναδέλφους, που κάναμε μαζί την πρακτική, και τους τοπικούς συνδικαλιστές να έρθουν μαζί μου σε μια πορεία αλληλεγγύης ενάντια στους G8 που είχε οργανωθεί από την περιφερειακή ομάδα Αναρχικής Δράσης. Οι συνδικαλιστές ήταν ενθουσιασμένοι για τη γνωριμία με άλλους δυνάμει συμμάχους και η αναρχική ομάδα ενδιαφερόταν έντονα για την εμπλοκή με τα εργατικά, παρ’ όλο που αμφότεροι δεν είχαν ξαναδουλέψει μαζί πιο πριν. Μετά τη δουλειά, φορώντας τα ζωηρόχρωμα κόκκινα πουκάμισα του συνδικάτου και κουβαλώντας κάδους σκουπιδιών σαν πανηγυρικά κρουστά, συμμετείχαμε στην παρέλαση που τελείωσε στο τοπικό Γραφείο Εμπορίου (Board of Trade). Στην διάρκεια αυτής της μη επιτρεπόμενης πορείας, στριμωχτήκαμε. Ψεκαστήκαμε με σπρέι πιπεριού και χτυπηθήκαμε αλλά εξεπλάγην και εντυπωσιάστηκα από την αποφασιστικότητα των εκπαιδευόμενων να παραμείνουν σε ολόκληρη τη δράση και να μην υποχωρήσουν. Αν και και για λίγο, ήταν μερικά συναρπαστικά και εμπνευστικά τετράγωνα δρόμου, φωνάζοντας συνθήματα του ταξικού πολέμου μαζί με τους τύπους με τους οποίους είχα κάνει τα πρώτα με νόημα βήματα σ’ αυτόν.

Επίλογος

Με αρκετή δόση ειρωνείας, ενώ τελείωνα αυτή την αναφορά, ξέσπασε μια απεργία και, μάλιστα, από όλα τα πιθανά μέρη, ακριβώς έξω από τη γενέτειρά μου. Η εταιρεία θέλει να περικόψει τις συντάξεις και να αυξήσει το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης. Τα εργοστάσια τσιμέντου απασχολούν τον περισσότερο κόσμο της περιοχής και μόνο σε ένα από αυτά υπάρχει συνδικάτο. Τα υπόλοιπα παρακολουθούν – τα αφεντικά με νευρικότητα, οι εργάτες με ενθουσιασμό. Αν οι απεργοί πετύχουν τα αιτήματά τους, υπάρχουν καλές πιθανότητες το συνδικάτο να εμπνευστεί ώστε να προχωρήσει και στα άλλα εργοστάσια. Κι έτσι, μετά από όλες τις έντονες διαμαρτυρίες και τη γκρίνια μου κατά των συνδικάτων, των συμβάσεων και των συμβιβασμών τους, μερικοί από μας κατεβήκαμε για να κάνουμε παρέα με τους εργάτες και να φέρουμε αρκετές ποσότητες από παραπεταμένο φαγητό. Η απεργιακή περιφρούρηση είναι δυνατή – όλοι οι εργάτες σ’ αυτό το εργοστάσιο, με τους 100 και παραπάνω εργαζόμενους, έχει παρατήσει τη δουλειά σε αυτή την πολιτεία του “Δικαιώματος στη Δουλειά”10. Οι απεργοσπάστες έχουν δυσκολίες να διατηρήσουν την παραγωγή: μετά από μια εβδομάδα, τέσσερις πελάτες έχουν ήδη σταματήσεις τις παραγγελίες. Είχα μια ευκαιρία να μιλήσω στους τύπους εκεί κάτω με την τραβηγμένη ομιλία τους, τα καπέλα John Deere, τα μπλουζάκια Harley, και, φυσικά, το γλυκό τσάι. Είναι ενωμένοι και υποστηρίζουν όλοι το συνδικάτο. Είναι εμπνευστικό να βρίσκεις άλλο ένα προπύργιο αντίστασης σε αυτή την, κάποτε, χωρίς ελπίδα υγρή πόλη. Πήρα μερικά τηλέφωνα και πρόκειται να κρατήσουμε επαφή. Απόλαυσαν τον αυτοσχέδιο πουρέ και υποσχέθηκα να φέρω περισσότερο. Δεν μίλησα για αναρχισμό στην απεργία – δεν χρειάστηκε. Ξέρουν τι συμβαίνει. Κάθε redneck11 της εργατικής τάξης στον Νότο ξέρει ότι έχει εγκαταλειφθεί από τους πολιτικούς και ότι τα αφεντικά τους δεν νοιάζονται γι’ αυτούς. Το ζήτημα είναι τι μπορούμε εμείς να κάνουμε γι’ αυτό, μαζί.

2 Στμ. Ο τίτλος του πρωτοτύπου είναι: Report from the Shop Floor: How the Unions Lost Their Teeth· η έκφραση shop floor σημαίνει τον χώρο/τόπο παραγωγής, το “εργοστάσιο”.

3 Στμ. Στο πρωτότυπο: dropout.

4 Στμ. AFL: η Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας (American Federation of Labor) είναι ομοσπονδία των εργατικών συνδικάτων στις ΗΠΑ που ιδρύθηκε το 1886. Η AFL ήταν η μεγαλύτερη ομοσπονδία συνδικάτων στις ΗΠΑ για το πρώτο μισό του 20ου αιώνα ακόμα και μετά την δημιουργία του Κογκρέσου Βιομηχανικών Οργανώσεων (Congress of Industrial Organizations, CIO) από συνδικάτα που αποβλήθηκαν από την AFL το 1935. Η Ομοσπονδία ιδρύθηκε και κυριαρχήθηκε κυρίως από συνδικάτα τεχνιτών τα πρώτα πενήντα χρόνια της ύπαρξής της, μετά τα οποία αρκετά από τα μέλη της στράφηκαν στο να οργανωθούν σε μια βάση βιομηχανικών συνδικάτων ώστε να απαντήσουν στην “πρόκληση” από την CIO την δεκαετία του 1940. Το 1955, η AFL συγχωνεύτηκε με την CIO δημιουργώντας την AFL-CIO, που αποτελεί μέχρι και σήμερα την μακροβιότερη και με την μεγαλύτερη επιρροή εργατική ομοσπονδία στις ΗΠΑ.

5 Στμ. Στο πρωτότυπο: uppity.

6 Στμ. Στο πρωτότυπο: dumpster diving: το μάζεμα από μεγάλους εμπορικούς, οικιακούς, βιομηχανικούς κλπ. κάδους πραγμάτων που θεωρούνται άχρηστα από τους ιδιοκτήτες τους αλλά χρήσιμα για τον συλλέκτη τους.

7 Στμ. Στο πρωτότυπο: knee deep.

8 Στμ. IWW (Industrial Workers of the World), οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου,

9 Στμ. Στο πρωτότυπο: wheatpasting, από το wheatpaste,την αλευρόκολλα, που χρησιμοποιείται παντού στις αφισοκολλήσεις.

10 Το “Δικαίωμα στη Δουλειά” [“Right to Work”] είναι ένας ευφημισμός για το φιλο-απεργοσπάστης.

11 Στμ. Redneck: υποτιμητικός όρος που χρησιμοποιείται κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά, για να χαρακτηρίσει τους λευκούς Αμερικανούς, ως επί το πλείστον από τις επαρχιακές περιοχές των πολιτειών του Νότου, που είναι άξεστοι και χωρίς καλλιέργεια, συχνά με προκατειλημμένες ιδέες και πεποιθήσεις.