Στην πρώτη γραμμή στη Χιλή: Μέρος ΙΙΙ

έξι αναφορές από την εξέγερση1

το κείμενο σε pdf

 

IV. Μια μέρα στην εξέγερση

Καθώς είχα πρόσφατα φτάσει στη Χιλή, ήμουνα ήδη ερωτευμένος με το Σαντιάγο. Είχα βρει τόσα πολλά που με τραβούσαν. Υπήρχε ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αναρχικών εκδηλώσεων και φυλλάδια για συγκεντρώσεις/πάρτι στους τοίχους και στοιβαγμένα στα γκισέ διαφόρων μαγαζιών υποκουλτούρας. Έφαγα την καλλίτερη φτηνή βήγκαν empanada2 που είχα φάει ποτέ, που τις έφτιαχνε και τις πουλούσε στον δρόμο ένας πανκ. Μπορείς βασικά να πάρεις οποιοδήποτε λεωφορείο τσάμπα αν απλά σκανάρεις την κάρτα σου και πάρεις μια πολύ διάφανη έκφρασξ ξαφνιάσματος ότι έχει αδειάσει από λεφτά. Απλά πες “με συγχωρείτε” πολύ ευγενικά στον οδηγί και πέρασε το χώρισμα…όπως κάνουν και όλα τα άλλα άτομα πίσω σου. Το γενικότερο πνεύμα εξέγερσης των κατοίκων του Σαντιάγο σε προσκαλούσε.

Άρχισα να ακούω από φίλους για τις ομάδες μαθητών που έμπαιναν χωρίς να πληρώνουν στο μετρό διαμαρτυρόμενοι για τις αυξήσεις στις τιμές των εισιτηρίων όπως και ιστορίες ότι αυτά γίνονται εδώ και μερικές μέρες στον έναν ή στον άλλο σταθμό. Εκείνο το απόγευμα, ήμουνα με έναν φίλο, τρέχοντας απλά για κάποια θελήματα, όταν ακούσαμε τον ήχο που δεν μπορείς να μπερδέψεις ενός μεγάλου πλήθους να φωνάζει και να ζητωκραυγάζει στον δρόμο. Τρέξαμε στο παράθυρο του κτιρίου στο οποίο βρισκόμαστε και κοιτάξαμε κάτω για να δούμε μόλις την ουρά μιας ομάδας από καμμιά κατοστή μαθητών που έτρεχαν προς έναν σταθμό του μετρό. Ο δρόμος ήταν βρεγμένος από αύρες που έριχναν νερό με διαλυμένα σ’ αυτό δακρυγόνα· ακόμα κι από μια τόσο μεγάλη απόσταση νιώσαμε το μικρό τσούξιμο στα πρόσωπά μας. Ήμουνα τόσο εντυπωσιασμένος με τους μαθητές εδώ, τη γενναιότητα, την αυτονομία τους.

Το επόμενο πρωί, σηκώθηκα και ξεκίνησα να ετοιμάζομαι για την ημέρα. Είχα σχέδια να δώσω μια εισαγωγική εξέταση για το σχολείο εκμάθησης Ισπανικών3 στο κέντρο της πόλης, σε μόλις δυο σταθμούς του μετρό. Στη διαδρομή, μετάνιωσα που δεν είχα πάρει τα ακουστικά μου και ονειροπολούσα για το πώς θα μπορούσε να είναι η ζωή μου εδώ, ενώ κάπως ανήσυχα τσέκαρα σε κάθε στάση να βεβαιωθώ ότι δεν θα έχανα την ανταπόκριση.

Εδώ είμαστε, Los Heroes, ωραία. Εντάξει…; Αλλάξτε για την κόκκινη γραμμή εδώ! Προς τα πού είναι η σωστή κατεύθυνση; Ώπα. Περίμενε…Σκατά!”.

Ανεβαίνοντας τις σκάλες, άκουσα τραγούδια των “Pacos culiados!” και δυνατούς θορύβους από σπασίματα και χτυπήματα. Ο υπεύθυνος του σταθμού προσπαθεί να κάνει μια αναγγελία από τα μεγάφωνα, αλλά δεν μπορώ να ακούσω τίποτα άλλο από εκατοντάδες ενθουσιώδεις φωνές.

Περπάτησα στο τέρμα του σταθμού, απέναντι από τη βασική γραμμή της αστυνομίας. Οι μπάτσοι έχουν πλήρη εξοπλισμό Ματατζήδων, κράνη, ασπίδες, γκλομπ. Μετανιώνω που δεν έχω φέρει έξτρα ρούχα, ούτε μάσκαμ ούτε πουκάμισο ή μπουφάν για να καλύψω το πρόσωπό μου. Υπάρχουν πάρα πολλές κάμερες. Πού να φανταστώ ότι θα συνέβαινε κάτι τέτοιο; Χτυπιέμαι που δεν πήρα μαζί μου τουλάχιστον το φουλάρι μου· ο καιρός είναι έτσι κι αλλις λίγο άστατος. Οι μαθητές είναι φανταστικοί. ΟΙ περισσότερες είσοδοι και οι περιστρεφόμενες πόρτες έχουν καταστραφεί και τώρα χρησιμοποιούνται είτε για να καταστραφεί περισσότερο ο σταθμός είτε για να πεταχτούν στους μπάτσους. Οι λίγες είσοδοι που παραμένουν κρατιούνται ανοιχτές καθώς οι μαθητές/φοιτητές αφήνουν τον κόσμο που απλά τρέχει να προλάβει το τραίνο να περάσει ελεύθερα, ζητωκραυγάζοντας κάθε φορά που κάποιος περνάει χωρίς να πληρώσει. Υπάρχουν παντού σπασμένα τζάμια, αλλά οι διαδηλωτές εξακολουθούν να τα μαζεύουν σε σωρό στην μια πλευρά με τα πόδια τους ώστε να μην τραυματιστεί κανείς αν πέσει. Μερικά παιδά βάζουν μάσκες με κόκκινη και λευκή ταινία που πιθανόν ξέμειναν από τον σταθμό στην προσπάθεια να ανακτήσει κάποια αμυδρή ομοιότητα ελέγχου μετά από προηγούμενες διαμαρτυρίες. Προσπαθώ για λίγο να βρω καμμιά τέτοια στο δάπεδο αλλά δεν μπορώ. Υπάρχει η οικεία μυρωδιά των σπρέυ και κοιτάζω πιο πέρα για να δω κάποιους να γράφουν βιαστικά ““EVADΑ4 στον τοίχο.

Είμαι τόσο γοητευμένος από τη στιγμή που ξεχνώ πως υποτίθεται ότι πρέπει να πάω σύντομα στη σχολή μου. Χέστο, είναι ανοιχτά ολόκληρο το απόγευμα – πόσο συχνά πέφτεις τυχαία σε τέτοιες εμπνευσμένες πράξεις εξέγερσης; Θα μείνω λίγο παραπάνω.

Είμαι γεμάτος αδρεναλίνη. Αρπάζω το κινητό μου και αρχίζω να γράφω σε μερικούς φίλους ώστε να ξέρουν τι γίνεται σε περίπτωση που τα πράγματα χειροτερέψουν. Επίσης τους λέω αν μπορούν να έρθουν. Τα χέρια μου τρέμουν.

Γαμώ το.
Τα πράγματα είναι άγρια
αυτός ο σταθμός καταστρέφεται – κόσμος συγκρούεται με την αστυνομία
χαχαχαχαχα
Πάρε υπεύθυνα ένα βίντεο!!
Θα σας δείξω μόλις γυρίσω πίσω
Κάποιος συλλαμβάνεται και όλοι
επιτίθετονται και την πέφτουν στους μπάτσους

Ο σταθμός γίνεται όλο και πιο ακυβέρνητος και η αστυνομία το ξέρει. Πρέπει να έχουν καλέσει ενισχύσεις γιατί περίπου 15 μπάτσοι ακόμα καταφτάνουν στην μοναδική έξοδο που υπάρχει προς τα έξω. Αρχίζουν να επιτίθενται ορμώντας και οπισθοχωρώντας από τη μια είσοδο στην άλλη, σε σχηματισμό, αρπάζοντας κάποιους μαθητές περιστασιακά και τραβώντας τους πίσω από τη γραμμή τους. Αυτό δεν γίνεται χωρίς μάχη. Φοιτητές στροβιλίζουν αντικείμενα στο μέρος τους και προσπαθούν να αρπάξουν τους φίλους τους από τα χέρια της αστυνομίας· αλλά για μερικούς άτυχους, είναι πολύ αργά.

Μόλις τη στιγμή που πιστεύω ότι η αστυνομία πρόκειται να πάρει το πάνω χέρι, ακούμε όλοι ένα βαθύ βουητό από την πιο κάτω πλατφόρμα. Για μια στιγμή, τα πάντα σταματάνε και κοιτάμε όλοι προς τις ράγες από κάτω. Βλέπω ένα μεγάλο πλήθος από φοιτητές με υψωμένες γροθιές, λίγο σε βηματισμό πορείας, λίγο τρέχοντας προς τις σκάλες. Οι μπάτσοι ενισχύθηκαν με 15, οι φοιτητές με εκατοντάδες. Όλοι αρχίζουν να λένε το σύνθημα “El pueblo unido jamas sera vencido!” (“Λαός ενωμένος, ποτέ νικημένος!”) καθώς έσπευδαν να πάρουν κι αυτοί μέρος στη μάχη.

Οι αψιμαχίες συνεχίζονται. Υπάρχει άλλη μια ασθενική προσπάθεια να γίνει μια αναγγελία από τα μεγάφωνα του σταθμού που κανείς δεν ακούει. Οι μπάτσοι επιτίεθενται μπρος-πίσω μέσα στον σταθμό κυνηγώντας τον κόσμο πάνω-κάτω στις σκάλες. Καθώς τρέχω προς τα κάτω σε κάποιες απενεργοποιημένες κυλιόμενες σκάλες, σκέφτομαι πόσο επικίνδυνο είναι αυτό. Ανησυχώ για τον κόσμο που μπορεί να ποδοπατηθεί, να πέσει με τα μούτρα στις σκάλες. Αυτοί οι μπάτσοι δεν δίνουν πραγματικά δεκάρα γι’ αυτά τα παιδιά. Τουλάχιστον, σκέφτομαι, μπορούμε όλοι να πάρουμε το επόμενο τραίνο – αλλά δεν έρχεται κανένα επόμενο τραίνο. Το άλλο τραίνο που είναι ήδη στον σταθμό κάθεται ακινητοποιημένο ήδη εδώ και αρκετή ώρα.

Σκατά, έκλεισαν ολόκληρη αυτή τη γραμμή! Αυτό είναι πραγματικά κατόρθωμα. Τα παιδιά το ήξεραν ήδη αυτό. Χορεύουν και πηδάνε ενώ φωνάζουν “Όποιος δεν πηδά είναι μπάτσος!”. Πηδάω κι εγώ. Πανηγυρίζουμε όλοι, όλοι όσοι έχω οπτική επαφή μαζί τους γελάνε και τα αυτιά τους, κι έτσι είμαι κι εγώ.

Τελικά, πρέπει όντως να πάω στη σχολή μου. Βρίσκω ένα άνοιγμα στις γραμμές των μπάτσων και γλιστράω. Βλέπω μερικούς μαθητές να κάνουν το ίδιο. Φτάνω στην είσοδο του σταθμού που φρουρείται από δυο μπάτσους που κρατάνε την πύλη. Γαμώ το, την πατήσαμε…Αλλά αφήνουν τους δυο πρώτους να περάσουν. Βλέπω ένα πλήθος ανθρώπων από την άλλη πλευρά. Α, εμποδίζουν τον κόσμο να μπει στον σταθμό. Θέλουν να τους βγάλουν όλους έξω. Τώρα αισθάνομαι ένοχος που θέλω να φύγω, και ειδικά με την άδεια των μπάτσων! Αρχίζω να αναρωτιέμαι πώς θα πάει η υπόλοιπη διαδήλωση;

Μόλις έφυγα από τις εισαγωγικές μου εξετάσεις και την εγγραφή στη σχολή, πήρα μερικά μηνύματα από άλλους φίλους:

Έι, είμαι στον λόφο της Santa Lucia
Ο σταθμός του μετρό έκλεισε οπότε ο κόσμος βγήκε στους δρόμους
Και τώρα πέφτουν δακρυγόνα.
Αμάν, τα πράγματα είναι άγρια.
Ανυπομονώ να σου πω τι έγινε στο Los Heroes σήμερα

Προσπαθώ να γυρίσω πίσω στο διαμέρισμά μου αλλά οι περισσότερες από τις γραμμές του μετρό είναι κλειστές. Πρέπει να περπατήσω αρκετά για να φτάσω σε μια στάση λεωφορείου που θα με πάει εκεί που πρέπει, και τελικά ανεβαίνω σε ένα λεωφορείο. Έχει πραγματικά πολύ ζέστη εδώ μέσα. Όλοι κάνουν αέρα και προσπαθούν να ανοίουν τα παράθυρα. Κολλάμε στην κίνηση που δεν πάει πουθενά. Αυτοκίνητα κορνάρουν, τίποτα δεν κουνιέται. Σκατά και πάλι! Κατεβαίνω και αρχίζω να περπατάω. Δεν μπορεί να μαι τόσο μακριά.

Περνάω μπροστά από έναν καλλιτέχνη δρόμου με μια κιθάρα και χαμογελάω. Με κοιτάζει, χαμογελώντας, και λέει “ΧΑΟΣ”. Συνεχίζω να περπατάω. Βλέπω ανθρώπους ν’ αρχίζουν να τρέχουν. Αρχίζω να τρέχω κι εγώ. Μου ρχεται μυρωδιά καμμένου. Και πάλι, η αδρεναλίνη ανεβαίνει. Μαθητές έχουν καταλάβει μια διασταύρωση, σταματώντας την κυκλοφορία. Ένα οδόφραγμα καίγεται. Προσπαθούν να κρατήσουν τη θέση τους καθώς ένα guanaco (ένα θωρακισμένο όχημα της αστυνομίας με κανόνι νερού επάνω του, που έχει πάρει το όνομά του από ένα ζώο όπως το λάμα που φτύνει) αρχίζει να κυνηγά τον κόσμο πάνω κάτω στους δρόμους με τον ισχυρό πίδακά του. Οι μαθητές δεν πτοούνται ακόμα κι όταν οι μπάτσοι ρίχνουν δακρυγόνα στο πλήθος για να το διαλύσουν. Οπλισμένα με πέτρες και τούβλα, τα παιδιά αρχίζουν να απανούν, Είναι ένα ιδαίτερο συναίσθημα να βλέπεις τους μπάτσους να αναγκάζονται να υποχωρήσουν ή, ακόμα καλλίτερα, να χάνουν την ψυχραιμία τους και να σκορπάνε άτακτα. Για σήμερα, οι μαθητές είναι οι νικητές.

Τελικά, συναντώ έναν φίλο μου. Συμμετέχουμε σε μια ομιλία στις 8μμ σε ένα κοινωνικό κέντρο κάπου στην περιφέρεια της πόλης που δεν εξυπηρετείται ιδιαίτερα από το μετρό ούτε καν από λεωφορεία. Καθώς προσπαθούμε μανιωδώς να εκπληρώσουμε τις υποχρεώσεις προς τους φίλους μας, ακούμε κάποιες αναφορές ότι το μετρό θα κλείσει για ολόκληρο το Σαββατοκύριακο. Όλοι είναι στους δρόμους. Και εννοώ όλοι. Κανείς δεν μπορεί να πάρει το μετρό· με όλη αυτή την κίνηση ο κόσμος περπατάει. Υπάρχει μια αίσθηση καρναβαλιού στον αέρα, ένας ηλεκτρισμός. Καθώς ο ήλιος βασιλεύει, η πόλη αρχίζει να ξυπνά.

Φτάνουμε στο κοινωνικό κέντρο, αλλά καθώς πλησιάζει 8 η ώρα, γίνεται φανερό ότι κανείς θα τα καταφέρει να έρθει. Μερικά άτομα που συμμετέχουν στον χώρο είναι εκεί για να καλωσορίσουν τους συντρόφους από το εξωτερικό για μια ομιλία σχετικά με το Εκουαδόρ, αλλά είναι φανερό ότι κανένας άλλος δεν πρόκειται να έρθει.

Αν και η γειτονιά δεν εξυπηρετείται καλά από τις τις υποδομές της πόλης, έχει μια μακρά και περήφανη ιστορία αυτοοργάνωσης και αντίστασης· υπάρχει άλλος ένας αναρχικός χώρος μερικά τετράγωνα πιο πέρα. Αποφάσισαν να ακυρώσουν τη μουσική εκδήλωση που ήταν για σήμερα. Πώς μπορεί να είμαστε τόσο ανόητοι να πιστέψουμε ότι θα μπορούσε να ρθει κανείς στην ομιλία χωρίς λεωφορεία, τραίνα και με τόση έξαψη στην ατμόσφαιρα;! Πραγματικά δεν έχουμε καταλάβει πόσο σημαντική και μοναδική είναι αυτή η κατάσταση σε μια χώρα με τέτοια παράδοση και ιστορία εξεγέρσεων.

Ενώ συζητάμε το αν πρέπει να ακυρώσουμε και τη δική μας εκδήλωση, δυο νεαρά αδέλφια μπαίνουν μέσα – και τα δυο κάτω από 10 χρονών. Το πιο μικρό χτυπά ένα παιχνίδι κουζινικών cacerolazo, ενώ το μεγαλύτερο κουβαλά μια μικρή πολυθρόνα. Πες ότι δεν πρόκειται να την κάψει! Κοιτάμε έξω από την πόρτα. Όντως την καίει. Υπάρχει ένα φλεγόμενο οδόφραγμα και γείτονες μαζεύονται κάτω στον δρόμο. Αυτό λήγει το ζήτημα: η ομιλία ακυρώνεται.

Όλοι κατεβαίνουμε στον δρόμο για να μαζευτούμε γύρω από τις φλόγες, να κοπανήσουμε τσουκάλια και τηγάνια και να μοιραστούμε μπύρες και συνθήματα με τους γείτονες. Ολόκληρες οικογένειες έχουν κατέβει. Έρχονται ενισχύσεις από το πουθενά με πίνακες, έπιπλα, σκουπίδια, ντενεκέδες…υπάρχει ακόμα κι ένας τύπος με ένα ολόκληρο ημιφορτηγό γεμάτο με σοβάδες που τα αδειάζει. Ευχαριστούμε!

Η φωτιά φουντώνει καθώς ο κόσμος κουβαλά περισσότερα σκουπίδια από τα σπίτια, τους κήπους και άδεια οικόπεδα. Αρχίζουμε να δεχόμαστε μηνύματα· κόσμος μοιράζεται στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης μερικά πραγματικά τρελλά πράγματα που συμβαίνουν σε άλλες περιοχές της πόλης, οπότε αποφασίζουμε να ντυθούμε και να τριγυρίσουμε στην πόλη να δούμε τι άλλο συμβαίνει.

Μερικοί από την ομάδα μας περιμένουν ότι τα πράγματα θα είναι πιο ήρεμα βγαίνοντας από αυτή την φημισμένη για την εξεγερσιακότητά της γειτονιά. Κάνουν λάθος. Τα πράγματα είνα ακόμα πιο έντονα καθώς πλησιάζουμε την μεγάλη εμπορική λεωφόρο που διασχίζει την πόλη. Βλέπουμε καμμένα λεωφορεία, σημάδι πρόσφατων συγκρούσεων που περιλαμβάνουν καταιγισμό από πέτρες από τους διαδηλωτές και δακρυγόνων από τους μπάτσους. Η γειτονιά από την οποία περνάμε δεν είναι πολύ γνωστή για τη μαχητικότητά της, αλλά η νεολαία είναι εκεί έξω και έτοιμη να αντισταθεί στην αστυνομία.

Είναι πραγματικά αργά, περασμένα μεσάνυχτα. Έχω ήδη δει τρία διαφορετικά γεγονότα μαχών σήμερα. Έχω εξαντληθεί από τα χιλιόμετρα περπατήματος μέσα στην καιγόμενη πόλη μέσα σε μια σύγχυση. Τελικά ενδίδουμε και παίρνουμε ένα ταξί για να πάμε πίσω στο διαμέρισμα ενός φίλου· οι ταξιτζήδες πρέπει να έχουν την καλλίτερή τους σήμερα. Ο δικός μας είναι βιαστικός. Ξεγλιστά μέσα από οδοφράγματα που σιγοκαίγονται και άλλα υπολείμματα των ταραχών, μέχρι που δεν μπορούμε να προχωρήσουμε άλλο, μπλοκαρισμένοι σε μια σε εξέλιξη σύγκρουση μπάτσων και διαδηλωτών. Κλείσε το παράθυρο! Γρήγορα! Δακρυγόνο!

Εντάξει, άσε μας εδώ, υποθέτω”. Κατεβαίνουμε και το σκάμε μέσα από ένα στενό.

Ο φίλος που υποτίθεται θα συναντούσαμε αποκλείστηκε όλο το βράδυ στο διαμέρισμά του, ανυπομονώντας να βγει αλλά πολύ νευρικός για να πάει μόνος του – και καλά έκανε. Περπατάμε κι άλλο προς το κέντρο, στα παραδοσιακά σημεία συγκρουσης. Υπάρχουν θύλακες κόσμου που ρίχνει πέτρες και μπάτσων, παντού υπάρχου γκράφιτ· ο αέρας μυρίζει κάπνα και την πολύ οικεία αίσθηση τσουξίματος που προκαλείται από τα δακρυγόνα. Βλέπουμε το καμμένο κτίριο της εταιρείας ηλεκτρισμού. Είναι ένα εντυπωσιακό θέαμα, αλλά καθώς προχωρά η νύχτα εύχομαι να είχαμε μείνει στα περίχωρα. Αυτή η εξέγερση ξεπερνά τα παραδοσιακά μέρη και ο κόσμος πραγματικά αφυπνίζεται και αντιστέκεται στην αστυνομία σ’ ολόκληρη την πόλη, συμπεριλαμβανομένων των barrios που έχουν να δουν συγκρούσεις εδώ και πολύ καιρό. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κανείς που να περίμενε κάτι τέτοιο.

Τελικά, ακούμε ότι ο πρόεδρος της Χιλής έχει κηρύξει μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης και ότι θα φτάσει το πρωί ο στρατός. Κανείς δεν ξέρει τι να περιμένει – κανείς δεν περίμενε κάτι τέτοιο αρχικά! Μα ο στρατός;! Αυτό φρικάρει πραγματικά πολλούς Χιλιανούς, ιδιαίτερα αυτούς που έχουν ζήσει τη δικτατορία.

Έχω χάσει την αίσθηση του χρόνου. Η ίδια η ζωή επιταχύνεται. Έχω την αίσθηση ότι αυτή η μέρα έχει κρατήσει βδομάδες. Θα έχω άραγε καν σχολή τη Δευτέρα; Και αν ναι, θα με νοιάζει;

Η υπόσχεση αυτής της εξέγερσης δεν είναι απλά τα συνθήματα, τα τραγούδια και τα γκράφιτ που βλέπουμε και ζητούν έναν καλλίτερο κόσμο – έναν κόσμο χωρίς καπιταλισμό, χωρίς εργασία, χωρίς κυβέρνηση, αστυνομία, εξουσία. Η υπόσχεση είναι κάτι που ζούμε – το γεγονός ότι οι ζωές μας μπορούν να είναι γεμάτες, μπορούν να είναι όμορφες, τόσο πληθωρικές να τις διαχειριστούμε εμείς οι ίδιοι. Παρασέρνομαι σαν ένας σπόρος στον άνεμο, έτοιμος να φυτέψω έναν καινούριο κόσμο στις στάχτες των παλιών Wal-Mart. Αυτή τη μέρα, η ζωή μου, οι ζωές όλων μας, αλλάζουν για πάντα. Μετά από αυτό το βράδυ, όλοι ξέρουμε ότι αυτή η κατάσταση δεν θα επιβραδυνθεί σύντομα – και ότι επίσης φρικτά πράγματα έρχονται. Οι εχθροί μας δεν θέλουν να έχουμε τις ζωές που μας αξίζουν.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://crimethinc.com/2019/10/24/on-the-front-lines-in-chile-accounts-from-the-uprising.

2 Στμ. Empanada: είδος πίτας.

3 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο Spanish Immersion School.

4 Στμ. “ΑΠΟΦΥΓΕΤΕ”, στα ισπανικά.

Στην πρώτη γραμμή στη Χιλή Μέρος ΙΙ

έξι αναφορές από την εξέγερση1

το κείμενο σε pdf

II. Μια ανώνυμη αναφορά από το Σαντιάγο, 21 Οκτωβρίου 2019

Κάνω αυτή την ανακοίνωση με την πρόθεση να διαδώσω τα νέα σχετικά μ’ αυτό που συμβαίνει στην περιοχή που ζω – την περιοχή που κυριαρχείται από το κράτος της Χιλής, και ιδιαίτερα την πρωτεύουσα. Τις πρόσφατες μέρες, το χιλιάνικο κράτος έχει δείξει το αληθινό του πρόσωπο – αυτό που πραγματικά είναι – βγάζοντας ολόκληρη την αστυνομία και τον στρατό στους δρόμους για να καταστείλει τις διαμαρτυρίες και τις κινητοποιήσεις που έχουν φθάσει ήδη σε πανεθνικό επίπεδο.

Άνθρωποι απαγάγονται και δολοφονούνται· γυναίκες βασανίζονται και βιάζονται. Μέχρι τώρα είμαστε αντιμέτωπο με έναν απροσδιόριστο αριθμό από απώλειες: επίσημα δώδεκα, αλλά ξέρουμε ότι ο αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος, καθώς αρκετός κόσμος έχει τραυματιστεί σοβαρά από πυροβολισμούς των μπάτσων και των στρατιωτών.

Για να θέσουμε κάπως το πλαίσιο: πριν από δύο εβδομάδες περίπου, ξεκίνησαν μαζικές διαμαρτυρίες ως αποτέλεσμα της σταγόνας που ξεχείλισε το ποτήρι, ένα ποτήρι γεμάτο με πολύχρονες απαιτήσεις στην προκειμένη περίπτωση. Αιτήματα σχετικά με την υγεία, την εκπαίδευση, το σύστημα συγκοινωνιών, και το σύστημα προμηθειών [supply system], που τυπικά έχει να κάνει με ένα βάναυσο νεοφιλελεύθερο σύστημα που εφαρμόστηκε με τη δικτατορία.

Η σταγόνα που έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει ήταν η αύξηση στο κόστος των εισιτηρίων και η αύξηση στο κόστος βασικών υπηρεσιών, συγκεκριμένα του ρεύματος. Ξεκίνησε με περιπλανώμενα πλήθη μαθητών σε σταθμούς του μετρό, κυρίως στο κέντρο της πόλης. Σιγά σιγά, τα πλήθη που διαμαρτύρονταν στις περιστεφόμενες εισόδους των σταθμών άρχισαν να έχουν ανθρώπους από κάθε κομμάτι του πληθυσμού, ανθρώπους κάθε ηλικίας να ανεβάζουν την ένταση και να παίρνουν υπό τον έλεγχό τους τους σταθμούς του μετρό του Σαντιάγο, επιτρέποντας σε όλους να παίρνουν τον υπόγειο χωρίς να πληρώνουν. Μέσα στις επόμενες μέρες, αυτό οδήγησε στην παρουσία ειδικών αστυνομικών δυνάμεων [carabineros] στους σταθμούς, για να τους φυλάσσουν και για να καταστείλουν αυτές τις διαδηλώσεις.

Οι αρχές απέτυχαν. Ο κόσμος εξακολουθούσε να πηδά πάνω από τις περιστρεφόμενες και να καταλαμβάνει τους σταθμούς του μετρό· τότε, την Παρασκευή, 18 Οκτωβρίου, η διαμαρτυρία πήρε πιο ριζοσπαστικό χαρακτήρα, αναμετρώμενη/ξεκαθαρίζοντας με τα αιώνια σύμβολα του κεφαλαίου: σουπερμάρκετ, τράπεζες, φαρμακεία, δημόσια μέσα μεταφοράς, σταθμούς του μετρό. Περίπου 45 σταθμοί του μετρό καταστράφηκαν, με 20 από αυτούς να έχουν καεί. Αυτό συνέβη κυρίως στα περίχωρα της πόλης, στις poblaciones [γειτονιές στην περιφέρεια της πόλης όπου μένει κόσμος που ζει στο περιθώριο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού].

Την Παρασκευή, κηρύχθηκε κατάσταση έκτακτης ανάγκης· ο στρατός περιπολούσε ήδη στους δρόμους, αλλά οι ενέργειες και οι δράσεις δεν σταμάτησαν. Άνθρωποι συνέχισαν να κατεβαίνουν στους δρόμους, στήνοντας οδοφράγματα σ’ αυτούς – οι δρόμοι παρέμειναν ανεξέλεγκτοι εκείνη την ημέρα. Το Σάββατο, 20 Οκτώβρη, διατάχθηκε απαγόρευση κυκλοφορίας για τη διάρκεια της νύχτας, κατάσταση πολιορκίας. Αρχικά, εξαγγέλθηκε ότι θα κρατούσε από τις 10 το βράδυ μέχρι τις 7 το πρωί, στη συνέχεια επεκτάθηκε να αρχίσει από τις 7 το βράδυ. Παρ’ όλα αυτά, περισσότερες ενέργειες έγιναν από τον κόσμο στη διάρκεια της βραδιάς: κόσμος συνέχισε να κατεβαίνει στους δρόμους, ενώ ο στρατός άρχισε να μπαίνει στις και όχι μόνο στο Σαντιάγο, καθώς τώρα ήταν εφτά οι πόλεις που βρίσκονταν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, τρεις από αυτές μάλιστα σε κατάσταση πολιορκίας, με την επιβολή απαγόρευσης κυκλοφορίας.

Η αστυνομία και ο στρατός ρίχνουν πραγματικά πυρά, χτυπώντας βίαια τον πληθυσμό, πυροβολώντας οποιονδήποτε βρίσκεται στο πέρασμά τους. Υπάρχουν πολλά βίντεο σε κοινωνικά δίκτυα για βασανιστήρια, κρατήσεις και απαγωγές· υπάρχουν αναφορές ακόμα και για βιασμούς. Πολύ έντονη καταστολή εφαρμόζεται ενάντια στις poblaciones που ιστορικά οργανώνονταν και αντιστέκονταν πριν τη δικτατορία· εκεί γίνονται έφοδοι της αστυνομίας, μια διαδικασία πολιτικής δίωξης που ξέρουμε ότι δεν θα περιοριστεί, την οποία προσπαθεί να διευθύνει η κυβέρνηση.

Ο φασίστας/δεξιός πρόεδρος Sebastián Piñera, διακήρυξε σε μια συνέντευξη τύπου ότι “είμαστε” σε πόλεμο, ότι υπάρχει ένας “εσωτερικός εχθρός” πίσω από όλες αυτές τις οργανώσεις. Υπάρχει προσπάθεια να καταδειχτούν συγκεκριμένες υπάρχουσες πολιτικές οργανώσεις, αλλά ξέρουμε ότι αυτό είναι ένα αισχρό ψέμα· ο κόσμος αυτοοργανώνεται χωρίς ηγέτες, οριζόντια και αλληλέγγυα.

Απειλούν να κόψουν το νερό και το ρεύμα, σπέρνουν τον φόβο, απειλούν τον κόσμο. Η παρουσία του στρατού στους δρόμους εξυπηρετεί τον ίδιο σκοπό, το άδειασμα των σταθμών του μετρό και των λεωφόρων στις οποίες μαζεύεται ο κόσμος για να διαμαρτυρηθεί.

Δεν ξέρουμε πώς θα πάει όλο αυτό, δεν ξέρουμε τι δολοφονίες και εξαφανίσεις θα ακολουθήσουν. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι καινούριο γι’ αυτή την περιοχή. Πριν από σαράντα χρόνια, το τοπίο δεν ήταν διαφορετικό. Ξεκινήσαμε διαφορετικά, αλλά δεν ξέρουμε πώς θα τελειώσουν τώρα τα πράγματα.

Υπάρχει ένα ανοιχτό κάλεσμα για το άπλωμα των ταραχών, αναζητώντας χειρονομίες και κινήσεις αλληλεγγύης από ολόκληρο τον κόσμο, ώστε η αλληλεγγύη να απλωθεί πέρα από τα γραπτά και τα λόγια.

Αυτή είναι η στιγμή της πάλης για αξιοπρέπεια: η δυσαρέσκεια αναπνέει, είναι ανεξέλεγκτη, εκδηλώσεις οργής έχουν καταλάβει τους δρόμους αυτής της πόλης και τη χώρα.

III. Καλώς ήρθατε στο Σαντιάγο

Ήμουνα στο Μπουένος Άιρες για να δώσω μια ομιλία σε ένα φεστιβάλ αναρχικού βιβλίου. Καθώς τα νέα από τη Χιλή κατακλύζανε το κινητό μου, άρχισε να ψάχνω για εισιτήρια.

Ωραία, σε δυο βδομάδες, ώστε να μην χάσω τις διαμαρτυρίες όταν ο Τραμπ έρθει για την συνάντηση του APEC2”, είπα στον εαυτό μου.

Σκατά, ΟΚ, υπάρχουν φτηνά εισιτήρια σε πέντε μέρες, αλλά είναι για το βράδυ. Σίγουρα, δεν θα εξακολουθεί να υπάρχει απαγόρευση κυκλοφορίας σε πέντε μέρες, έτσι δεν είναι;”.

Τότε, ένα μήνυμα από έναν γείτονα στο Σαντιάγο με έπεισε: “Εννοώ, μπορείς να έρθεις σήμερα; Υπάρχει γενική αύριο για αύριο”.

Δεν ξέρω αν ήταν εξαιτίας της κατάστασης έκτακτης ανάγκης ή επειδή ήθελα να πετάξω πολύ άμεσα, αλλά οι ιστότοποι των αεροπορικών εταιρειών δεν με άφηναν να αγοράσω κανένα εισιτήριο για πτήση για εκείνη τη μέρα. Γαμώ το, θα πάω απλά στο αεροδρόμιο και θα δω τι μπορούν να κάνουν για μένα.

Αγόρασα όχι ένα, αλλά δύο εισιτήρια. Το πρώτο ήταν απευθείας για το Σαντιάγο, αλλά έφτανε με την απαγόρευση κυκλοφορίας. Τέλος πάντων, θα μπορούσα να πάρω απλά ένα ταξί από το αεροδρόμιο το πρωί. Η γυναίκαι στο γκισέ με διαβεβαίωσε ότι οι πτήσεις για το Σαντιάγο δεν θα ακυρώνονταν. Αλλά, τότε, αγόρασε άλλο ένα εισιτήριο, προς μια συνοριακή πόλη – ίσως να μπορούσα απλά να πάρω ένα λεωφορείο ή κάποιος sketchy οδηγός θα μπορούσε να με πάει μέχρι το Σαντιάγο στη διάρκεια της νύχτας. Έπρεπε να αποφασίσω. Η πτήση για τη συνοριακή πόλη έφευγε πρώτη. Την πήρα – αν το αεροδρόμιο ήταν ακόμα ανοιχτό θα μπορούσα να καταφέρω να πάρω μια πτήση αργά από αυτό το αεροδρόμιο για το Σαντιάγο. Προσγειώθηκα, και τα πάντα είχαν ακυρωθεί, μαζί και η πτήση για την οποία με είχαν διαβεβαιώσει ότι θα έφτανε στο Σαντιάγο. Το συνοριακό πέρασμα ήταν επίσης κοντά. Όλες οι γραμμές λεωφορείων με διαβεβαίωναν η μια μετά την άλλη ότι θα άνοιγε το πρωί. Σίγουρα, φίλε, τα ‘χω ξανακούσει αυτά. Όμως δεν είχα και καμμιά άλλη επιλογή.

Το πρωί μπήκα σε ένα μικρό βανάκι του αεροδρομίου (μεγέθους Sprinter) μαζί με άλλα οχτώ άτομα για το Σαντιάγο. Ήταν πραγματικά πολύ πρωί, και η διαδρομή ήσυχη. Τα περισσότερα άτομα κοιμήθηκαν – αλλά παρά το ότι είχα κοιμηθεί μόνο δυο ώρες μιας και μετέφραζα διάφορα δελτία τύπου και έβλεπα ένα σισύφειο αριθμό από βίντεο από τη Χιλή, τα νεύρα μου με κράτησαν ξύπνιο. Είχα αποφασίσει να μην ξεφορτωθώ τις αναρχικές κονκάρδες, αυτοκόλλητα και αφίσες που είχα κουβαλήσει για να πουλήσω στο φεστιβάλ αναρχικού βιβλίου στο Μπουένος Άιρες. Καθώς φτάσαμε στον συνοριακό σταθμό, ένα μεγάλο οδικό σήμα μας υποδεχόταν στη Χιλή. Η επιβάτης που καθόταν πίσω μου άρπαξε τον ώμο μου και μου είπε: “Τα καταφέραμε! Είμαστε στη Χιλή!”.

Γύρισα προς το μέρος της και της είπα, “Χα, όχι ακόμα”. Το μετάνιωσα αμέσως – μήπως είπα πολλά; Η εσωτερική της σκέψη γραφόταν καθαρά στο πρόσωπό της: Και γιατί θα πρεπε να ανησυχώ ότι δεν θα περάσω στη Χιλή; Βγαίνοντας από το λεωφορειάκι, άρχισα να αισθάνομαι από νευρικός και τολμηρός πραγματικά ηλίθιος. Γιατί στο διάολο το κανα αυτό;

ε, μπορώ να πάρω το σακκίδιό μου”;

Όχι, μεγάλα σακκίδια δεν επιτρέπονται στον έλεγχο του αεροδρομίου. Οι τελωνειακοί θα τα αδειάσουν και μετά θα περάσουν μέσα από τις ακτίνες Χ”.

Α…ΟΚ”.

Έχω ταξιδέψει αρκετά με σακκίδιο στη Νότια Αμερική. Έχω μάθει πώς να μειώνω τα απόλυτα αναγκαία πράγματα ώστε να χωράνε σε ένα αρκετά ελαφρύ σακκίδιο. Το χειρότερο συναίσθημα για μένα είναι να αποχωρίζομαι το σακκίδιό μου. Είναι όπως αυτό που νιώθει η πρωταγωνίστρια της ταινίας Το Αστέρι του Βορρά3 όταν την χωρίζουν από τον δαίμονά της.

Με κουρελιασμένα νεύρα, ακολούθησα τους άλλους επιβάτες στον έλεγχο του αεροδρομίου. Ρε γαμώτο, άλλοι τέσσερις αναρχικοί από το φεστιβάλ βιβλίου είναι επίσης εκεί. Φαντάζομαι δεν είμαι ο μόνος που σκέφτηκε ότι ήταν η στιγμή να επιστρέψει στη Χιλή. Γιατί με κοιτάνε; Σταματήστε να με κοιτάτε. ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ. Γιατί η τηλεπάθειά μου και το ολοφάνερο βλέμμα αδιαφορίας στο πρόσωπό μου δεν τους κάνει να υποψιαστούν ότι ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΝΑ ΧΑΙΡΕΤΑΩ ΑΛΛΟΥΣ ΑΝΑΡΧΙΚΟΥΣ ΕΝΩ ΠΕΡΝΑΩ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ;

Τους αφήνουν να περάσουν. Ουφ. Είμαστε μετα από αυτούς, αλλά κάποιος στην ομάδα μας μας πάει σε μια άλλη γραμμή παρατείνοντας την αναμονή. Αχ, ας τελειώσει όλο αυτό. Τελικά, περνάμε. Ει, σφραγίζουν το διαβατήριό μου. ΣΚΟΡΑΡΑ! Τώρα απομένει μόνο το τελωνείο – πόσο άσχημα θα μπορούσε να είναι αυτό;

Σήκωσα το σακκίδιό μου από τον διάδρομο αποσκευών. Καλό σημάδι, σωστά; Αν τα πράγματα είναι ήδη εκεί, πρέπει να τα έχουν ήδη ελέγξει και δεν είναι τίποτα ιδιαίτερο. Το σπρώχνω απλά στο μηχάνημα των ακτίνων-Χ και συνεχίζω.

Ακουμπώ το σακκίδιό μου στον ιμάντα του μηχανήματος των ακτίνων-Χ. Βγαίνει από την άλλη άκρη. Ένας αδιάφορος συνοριοφύλακας το δείχνει. Ένας φιλικός αγροτικός υπεύθυνος με παίρνει στο πλάι: “Υπάρχουν καθόλου φυτά ή ζώα στο σακκίδιό σας;” Χα! Το ξέρω αυτό! “Μόνο ένα κομμάτι σοκολάτα”. Σκάνε ένα γελάκι και με αφήνουν να πάω στην ουρά. Μόνο που ο χειριστής του μηχανήματος ακτίνων-Χ ξεπροβάλει και λέει: “Όχι, όχιμ δεν θέλουν να κάνουν έλεγχο για αγροτικά προϊόντα σ’ αυτή τη τσάντα. Οι τελωνειακοί ήθελαν να ρίξουν μια ματιά”.

ΟΚ…Ένας πολύ πιο βλοσυρός τελωνειακός βγαίνει μπροστά. “Φαίνεται σα να υπάρχει ένα μηχάνημα ή κάτι τέτοιο στη τσάντα; Ίσως ένας υπολογιστής;”

Ουφ. “Α ναι, εδώ, αυτό είναι το λάπτοπ μου”.

Α, σπουδαία. Μπορείτε να με αφήσετε να βγάλω όλα τα πράγματα από μέσα;”

Α…βέβαια…”

Σκατά. Σκατά, σκατά, σκατά. Αφήνει τις κονκάρδες, αυτό είναι καλό. Ανοίγει τη σακούλα με όλα τα στίκερ και τα αυτοκόλλητα και απλά τα σπρώχνει πίσω στη τσάντα. Αυτό είναι υπέροχο! “Τι είναι αυτό;”. ΣΚΑΤΑ. Κουβαλούσα μια δεσμίδα από αφίσες για το έμφυλο και για την αστυνομία της CrimethInc. στα Ισπανικά. “Α, απλά μερικά δώρα. Είναι σαν ένα κόμικ, μ’ αρέσει να τ’ αφήνω σε ανθρώπους που συναντώ στα ταξίδια μου”. Βγάζει μια από τις αφίσες για το έμφυλο και προχωρά να τη διαβάσει αργά, ολόκληρη. Για πολύ ώρα.

Είχα ταχτοποιήσει τις αφίσες έτσι ώστε όλες οι αφίσες για το έμφυλο να είναι πάνω-πάνω ενώ αυτές για την αστυνομία από κάτω και κοιτάζοντας προς τα κάτω, σε περίπτωση που κάποιος τελωνειακός θα ήθελε να τις κοιτάξει – ελπίζοντας ότι θα έμοιαζε σαν να κουβαλάω μόνο αφίσες για το έμφυλο. Τουλάχιστον οι αφίσες για το έμφυλο δεν λένε τίποτα κακό για τους μπάτσους, ή κάτι άλλο ειδικά για τη Χιλή – σε αντίθεση με τις αφίσες για την αστυνομία. Καθώς τελειώνει το διάβασμα της αφίσας, κουνά το κεφάλι της στο πλάι και κοιτάζει μακριά με ένα ξαφνιασμένο, γουρλωμένο βλέμμα. Δεν μπορεί να αποφασίσει αν η αφίσα είναι ανατρεπτική ή όχι.

Και όλες αυτές οι αφίσες είναι ίδιες;”. Ξεφυλλίζει τη δεσμίδα.

Σκατά, αν δεν είχα ταχτοποιήσει τις αφίσες με τον σωστό τρόπο, σίγουρα θα έβλεπε ότι δεν είναι όλες οι ίδιες. Στο τσακ τη γλίτωσα.

Ναι…όλες είναι ίδιες…”.

Καλά, μπορείς να μαζέψεις τα πράγματά σου και να φύγεις”. Α, να σαι σίγουρη, γαμώ το κέρατό μου.

Με το που γυρίζω πίσω στο βανάκι, ο οδηγός βάζει μπροστά [peels off] και μας παίρνει από κει. Η γυναίκα πίσω μου ρωτά, “Πήγαν όλα καλά με σένα;”

Πώς ξέρει; Τότε συνειδητοποιώ ότι ολόκληρο το βανάκι κουβεντιάζει δυνατά:

Καλά κατάφερες και πέρασες ΟΛΟΝ αυτό τον καπνό; Αυτό είναι απίστευτο μεγάλε!”.

Ναι, τα παίξανε σήμερα. Νομίζω ότι υπήρχαν και κάποιο εθελοντές εκεί γιατί it’s an all hands on deck situation.”

Πφ, δεν ήξεραν καν τι έκαναν. Δεν έπρεπε σε καμμιά περίπτωση να ξεμείνω πίσω αφού είχα συλληφθεί στην Αργεντινή την προηγούμενη βδομάδα”.

Α. Μάλιστα. Το λεωφορείο. Αυτοί είναι δικοί μου. Όλοι εδώ είναι sketchy. Μ’ αρέσει.

Μπαίνω στην κουβέντα τώρα, αφού έχω συνειδητοποιήσει ότι είμαι ανάμεσα σε άλλα ψιλορεμάλια που έχουν όλοι πράγματα να κρύψουν από τις αρχές, όπως εγώ. Όμως, σε αντίθεση με όλους τους άλλους δεν λέω τι είναι αυτό που κρύβω.

Η γυναίκα που κάθεται πίσω μου είναι γλυκιά. Είναι σχεδόν στην ηλικία της μάνας μου και μιλάμε για οικογένεια, εκπαιδευτικές φιλοδοξίες και, ξέρετε, μαμαδίστικα πράγματα.

Καθώς κατεβαίνουμε στο Σαντιάγο και βλέπουμε όλη την καταστροφή, με προειδοποιεί να προσέχω τον εαυτό μου στους δρόμους, μήπως και με περάσει κανείς κατά λάθος.πορούμε κυριολεκτικά να μυρίσουμε το κάρβουνο από τις λεηλασίες και τα καψίματα της προηγούμενης νύχτας. Περνάμε μπροστά από ένα Wal-Mart που είχε καεί ολοσχερώς. Παντού υπήρχαν γκράφιτι με τη λέξη “Evade”. Οι στάχτες από τα καιόμενα οδοφράγματα γέμιζαν το μέσο κάθε διασταύρωσης.

Ο οδηγός βάζει τις ειδήσεις στην τηλεόραση μέσα στο βαν. Η κυβέρνηση ζητά από τον κόσμου να υπακούσει στην απαγόρευση κυκλοφορίας το βράδυ, να επιστρέψει στην κανονική ζωή μετά τη σημερινή γενική απεργία. Οπλισμένοι στρατιώτες υπάρχουν σε γωνιές των δρόμων σε ολόκληρη την πόλη. Μεγάλα φορτηγά και ολόκληρες ομάδες από αυτά μας προσπερνούν γρήγορα στην εθνική.

Α, μάλιστα, χτες το βράδυ πυροβολούσαν και χτύπαγαν τον κόσμο και σήμερα το ζητάνε ευγενικά; Όχι, δεν θα πάνε έτσι τα πράγματα”, σχολιάζει ένας από τους sketchy συνεπιβάτες μου.

Όλοι αρχίζουν να μιλάνε για τις διαδηλώχεις, την ανισότητα στη Χιλή, την αυταρχική καταστολή από την κυβέρνηση. Τώρα που το χω feigned άσχετος και αθώος για τόση ώρα – “Είμαι απλά ένας ανοιχτόμυαλος ταξιδιώτης από το εξωτερικό!” — μπορώ πραγματικά να μπω στην κοιβέντα.

Παρά τις ψεύτικες προειδοποιήσεις στην Μεντόζα ότι διαδηλωτές μπορεί να μπουκάρουν το λεωφορείο μας και να προσπαθήσουν να το κάψουν, φτάσαμε ασφαλείς στον σταθμό των λεωφορείων. Αντάλλαξα τηλέφωνα με τη γλυκιά γυναίκα που καθόταν πίσω μου. Ο άντρας της έρχεται προς το μέρος μας ενώ γινόταν αυτό. “Α, επίτρεψέ μου να σου συστήσω τον άντρα μου!”.

Αποφάσισες να έρθεις στη Χιλή για ταξιδάκι…σήμερα;”. Με κοίταξε με δυσπιστία.

Ναι. Έτσι είναι!”.

Ξέρεις, οι τελευταίες λίγες μέρες ήταν άγριες. Δεν ξέρω αν έχεις δει τις ειδήσεις”.

Α, ναι, άκουσα κάτι σχετικά. Είμαι σίγουρος ότι θα μάθω πολλά όσο είμαι εδώ”.

Με κοιτάζει έντονα, βαθιά στα μάτια, και σηκώνει τη γροθιά του. “Ζήτω το προλεταριάτο!”.

Τι είναι αυτό, αστείο; Προσπαθεί να μου δώσεις, ας πούμε, την αυθεντική νοτιοαμερικάνικη αριστερίστικη εμπειρία ή κάτι τέτοιο; Εννοώ, “Ζήτω το προλεταριάτο”, παραείναι ευθύ, έτσι δεν είναι;

Όχι. Γελάω κάπως, αλλά δεν παίρνει τα μάτια του από πάνω μου μέχρι να σηκώσω κι εγώ τη γροθιά μου και να επαναλάβω, “Ζήτω το προλεταριάτο”. Η γυναίκα γελάει ζεστά, περήφανη για μένα, και με αγκαλιάζει σφιχτά σαν να είμασταν οικογένεια. “Να περνάς καλά και να προσέχεις!”.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://crimethinc.com/2019/10/24/on-the-front-lines-in-chile-accounts-from-the-uprising.

2 Στμ. APEC: Οικονομική Συνεργασία Ασίας-Ειρηνικού (Asia-Pacific Economic Cooperation) είναι ένα διακυβερνητικό φόρουμ από 21 παράκτιες χώρες του Ειρηνικού που προάγει το ελεύθερο εμπόριο στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού [στμ. Στις 30 Οκτωβρίου ανακοινώθηκε ότι η συγκεκριμένη σύνοδος κορυφής ακυρώθηκε εξαιτίας της εξέγερσης].

3 Στμ. Ο ελληνικός τίτλος της ταινίας The Golden Compass. (2007).

Στην πρώτη γραμμή στη Χιλή: Μέρος Ι

έξι αναφορές από την εξέγερση1

το κείμενο σε pdf

Από τις 18 Οκτώβρη, μια μεγάλη εξέγερση έχει ξεδιπλωθεί στη Χιλή καθώς κόσμος από κάθε βιωτικό επίπεδο συσπειρώνεται για να διαμαρτυρηθεί ενάντια στα μέτρα λιτότητας, να πολεμήσει την αστυνομική καταστολή, να καταστρέψει τα σύμβολα του καπιταλισμού και να αψηφίσει μια στρατιωτική κατοχή που θυμίζει τα χρόνια της δικτατορίας. Η συνέντευξη που ακολουθεί και οι από πρώτο χέρι αναφορές διερευνούν τον χαρακτήρα της εξέγερσης και τις εμπειρίες αυτών που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή.

Αυτή η εξέγερση είναι μέρος ενός παγκόσμιου κύματος εξεγέρσεων που ξεδιπλώνονται στην Αϊτή, τον Λίβανο, το Σουδάν, το Ιράκ, το Hong Kong, την Ονδούρα, την Καταλωνία, και αλλού. Η εξέγερση στη Χιλή πυροδοτήθηκε εν μέρει από ένα κοινωνικό κίνημα στο Εκουαδόρ που κατέλαβε το κοινοβούλιο και ανάγκασε την κυβέρνηση να αποσύρει τα σχεδιαζόμενα μέτρα λιτότητας. Υπάρχουν σημάδια αυτής της ορμής να απλώνεται και αλλού στη Νότια Αμερική: συγκρούσεις στα προξενεία της Χιλής στην Μεντόζα και το Μπουένος Άιρες, διαδηλώσεις στη Βολιβία, αναταραχή στην Ουρουγουάη. Όλες αυτές οι εξεγέρσεις οδηγούνται από τις ίδιες θεμελιώδεις συνθήκες – τις ίδιες ανισότητες πλούτου και εξουσίας που προκαλούνται από τον καπιταλισμό και την ίδια απώλεια πίστης στους θεσμούς του κράτους.

Σε έναν παγκόσμια διασυνδεδεμένο κόσμο στον οποίο όλες οι κυβερνήσεις – από τις Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι την Τουρκία, τη Ρωσία και την Κίνα – δουλεύουν από κοινού για να συντονίσουν την καταστολή όσων παλεύουν για ελευθερία και αξιοπρέπεια, είναι πολύ ουσιώδες να καταλαβαίνουμε τους αγώνες μας ως αλληλένδετους και αλληλεξαρτώμενους. Πρέπει να υπερασπιστούμε ο ένας τον άλλο διαφορετικά θα μας συντρίψουν όλους, έναν-έναν. Όπως το έθεσε ένας σύντροφος,

Η αλληλεγγύη είναι σημαντική. Ακόμα κι αν κρατάς απλά ένα πανό με μερικούς φίλους για να ποστάρεις μια φωτογραφία που εκφράζει αλληλεγγύη, ακόμα κι αν απλά κρεμάς αυτό το πανό πάνω από μια αερογέφυρα σε μια λεωφόρο, οι μικρότερες εκδηλώσεις αλληλεγγύης μπορεί να σημαίνουν πολλά γι’ αυτούς που αγωνίζονται κάπου αλλού, μπορεί να τους κάνουν να αισθανθούν λιγότερο μόνοι. Ακόμα κι αν κλείσεις τις πύλες ασφαλείας για να δείξεις τους συνεργαζόμενους με τις Τουρκικές Αερογραμμές. Ακόμα κι αν καταλάβεις το προξενείο της Χιλής. Ακόμα κι αν απλά μπλοκάρεις έναν αυτοκινητόδρομο”.

Ι. Ερωτήσεις και απαντήσεις για το κίνημα άρνησης κομίστρου

Αυτό που ακολουθεί είναι η συνέχεια της συνέντευξής μας με έναν για χρόνια Χιλιανό αναρχικό που συμμετέχει στην εξέγερση.

Η Βραζιλία βίωσε μια εξέγερση όπως αυτή εδώ το 2013· αποτελεί αυτό ένα σημείο αναφοράς για κάποιους από τους συμμετέχοντες σήμερα; Και ποια είναι η σύνδεση ανάμεσα στην εξέγερση στο Εκουαδόρ και την εξέγερση που λαμβάνει χώρα τώρα ακριβώς στη Χιλή;

Σ’ αυτή τη χώρα, ο κόσμος δεν ενημερώνεται για το τι συμβαίνει διεθώς· έχουν πολύ “κοντή” μνήμη, η οποία υπαγορεύεται κυρίως από αυτό που εμφανίζεται στην τηλεόραση. Η εξέγερση στη Βραζιλία δεν συζητήθηκε σ’ αυτό το συγκεκριμένο πλαίσιο, αλλά η εξέγερση στο Εκουαδόρ συζητήθηκε. Η κατάσταση εκεί έπαιξε έναν σημαντικό ρόλο στη νομιμοποίηση του γεγονότος ότι η αλλαγή μπορεί να γίνει απλά και με fucking shit up, κάτι που ο κόσμος αρνιόταν αλλά, παρ’ όλα αυτά, το ήξερε κάπου μέσα του ότι είναι αλήθεια. Πιστεύω ότι είναι ακόμα δυνατόν να υπάρχει ένας βαθμός επίγνωσης εδώ ότι αυτό που συμβαίνει στο Εκουαδόρ έχει συνεισφέρει στην αναζωπύρωση του μαχητικού πνεύματος ενός μεγάλου τμήματος του πληθυσμού της Λατινικής Αμερικής, κάτι που φαινόταν αδύνατο στο πλαίσιο της Χιλής.

Ποια τμήματα του πληθυσμού ενεπλάκησαν στο κίνημα #EvasionMasiva αρχικά; Γιατί επεκτάθηκε τόσο ραγδαία και προσέλκυσε τόσο κόσμο; Συμμετέχουν σ’ αυτόν τον ξεσηκωμό τώρα δημογραφικός ομάδες που συνήθως δεν εμπλέκονται σε εκδηλώσεις συγκρουσιακής αντίστασης;

Οι πρώτοι που συμμετείχαν ήταν φοιτητές από γνωστές και περίοπτες σχολές στις οποίες, εκτός από τον αγώνα ενάντια στην αύξηση του κομίστρου, είχαν οργανώσει και μια καμπάνια ενάντια στους νόμους για “ασφαλή” τάξη που ποινικοποιούν και διώκουν φοιτητές που συμμετέχουν σε αγώνες. Ξεκινώντας από την Τετάρτη, εμφανίστηκαν και εργάτες για να συμμετάσχουν στην άρνηση πληρωμής εισιτηρίου και ακόμα και οι τριτοετείς φοιτητές και οι πιο άτολμοι έπιασαν το πνεύμα της νεανικής εξέγερσης, υπερασπιζόμενοι τους εξεγερμένους ή παίρνοντας το μετρό χωρίς να πληρώσουν. Την Παρασκευή, σχεδόν ολόκληρος ο πληθυσμός εμφανίστηκε χτυπώντας κατσαρόλες και τηγάνια και νεαρός κόσμος συγκρούστηκε με την αστυνομία. Από το 2011 είχαμε να δούμε ένα κίνημα τόσο ποικιλόμορφο και διαθεματικό, για το οποίο η λαϊκή υποστήριξη είχε αναπτυχθεί σε τέτοιο σημείο που οι διαμαρτυρίες και οι λεηλασίες να εμπλέκουν κόσμο από κάθε κοινωνικό υπόβαθρο.

Χρησιμοποιεί ο κόσμος καινούριες τακτικές;

Οι εκμεταλλευόμενοι χρησιμοποιούν όλα τα εργαλεία που έχουν πάντα στη διάθεσή τους: πέτρες, βενζίνη, οδοφράγματα, αντικείμενα που έχουν αποδειχτεί πραγματικά πολύ αποτελεσματικά απέναντο στην αστυνομία σε πολλές εστίες σύγκρουσης. Αυτή η αντάρτικη τακτική υιοθετήθηκε ασυνείδητα από τον κόσμο ώστε να εξασφαλιστεί ότι ούτε η αστυνομία ούτε ο στρατός θα μπορούσαν να απαντήσουν αποτελεσματικά στα οδοφράγματα και τις λεηλασίες. Σε πολλές περιπτώσεις, οι όσοι έκαναν τα πλιάτσικα χρησιμοποίησαν τα εμπορεύματα που πήραν για να στήσουν οδοφράγματα, όπως και για να τα μοιραστούν με περαστικούς, που τα δέχονταν με ευχαρίστηση.

Η τακτική αποφυγής της πληρωμής εισιτηρίου δεν είναι καινούρια· πολύς κόσμος το έκανε ήδη ανεξάρτητα μετά την εισαγωγή του καινούριου συστήματος μετακινήσεων. Η διαφορά είναι ότι τώρα γίνεται σε μαζική κλίμακα.

Εκτός απ’ όλα αυτά, έχουν κυκλοφορήσει χιλιάδες βίντεο αστυνομικής και στρατιωτικής βίας που περιλαμβάνουν φρικτές σκηνές βασανισμού και κατάχρησης αλλά και έξυπνα μιμίδια που εξευτελίζουν την αστυνομία. Κοινωνικά μέσα δικτύωσης έχουν χρησιμοποιηθεί για να διαδώσουν αυτές τις εικόνες ως ένα μέτρο παράκαμψης της λογοκρισίας των καθεστωτικών μέσων.

Σε συγκεκριμένες γειτονιές, οι κάτοικοι έχουν οργανώσει συνελεύσεις για να αποφασίσουν συλλογικά και να υπερασπιστούν τα σπίτια τους, τόσο εξαιτίας των φημών για πλιάτσικα που διαδίδονται από τα τηλεοπτικά κανάλια όπως, επίσης, και ως ενός τρόπου να ξεκαθαρίσουν πώς θα μπορέσουν να τα βγάλουν πέρα σ’ αυτή τη δύσκολη κατάσταση που βιώνουμε όλοι τώρα.

Εδώ, βλέπουμε επίσης μικρές ομάδες να οργανώνουν την αυτοάμυνα μιας περιοχής, που είναι λίγο πιο προετοιμασμένοι από τους περισσότερους διαδηλωτές, χρησιμοποιώντας κοκτέιλ Μολότωφ, νερό με μαγειρική σόδα (για την ανακούφιση από τα δακρυγόνα), παλούκια, μπαλόνια με χρώματα κοκ. Έχουν υπάρξει επίσης και εργατικές δράσεις από την πλευρά των υγειονομικών και των δικηγόρων για την υπεράσπιση συντρόφων που συλλαμβάνονται, βασανίζονται, τραυματίζονται κοκ.

Ποιοι στόχοι ή πολιτικός ορίζοντας μπορεί να ταυτοποιηθεί μεταξύ των διαδηλωτών; Υπάρχει κίνδυνος το κίνημα να γίνει αντικείμενο σφετερισμού από κόμματα ή ομάδες που έχουν διαφορετικούς στόχους, με τον τρόπο που οι δεξιοί λαϊκιστές χρησιμοποίησαν το κίνημα στη Βραζιλία το 2013 για να ξεκινήσουν τη δική τους οργάνωση;

Η εξέγερση είναι πραγματικά “ακέφαλη” και δεν υπάρχουν οποιοιδήποτε νόμιμοι εκπρόσωποι. Κανείς δεν έχει τον έλεγχο της κατάστασης και κανείς, μέχρι τώρα, δεν έχει μπορέσει να θέσει τον εαυτό του ως επικεφαλής όσων διαμαρτύρονται. Οι δεξιές ομάδες δεν έχουν καμμιά λαϊκή υποστήριξη και έτσι δεν έχουν καταφέρει να χειραγωγήσουν την κατάσταση προς ώφελός τους. Υπάρχουν συγκεκριμένες γειτονιές που ο κόσμος υπερσπίζεται τα μαγαζιά και τα σπίτια του και υπάρχουν περιπτώσεις που φασίστες προσπαθούν να συγκεντρώσουν κόσμο εναντίον των διαδηλωτών αλλά χωρίς να έχουν κάποια ιδιαίτερη επιρροή.

Ούτε ο λόγος των αναρχικών ούτε των (με μικρό κ, μη κομματικών) κομμουνιστών ούτε κανενός άλλου αριστερού περιβάλλοντος έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από τον λόγο όσων είναι στον δρόμο. Η πλειοψηφία των εξεγερμένων βλέπουν τον εαυτό τους απλά ως εξαγριωμένων πολιτών που έχουν κουραστεί να υφίστανται τις καταχρήσεις αυτών αυτούς που είναι στην εξουσία. Αρχικά, η πλειοψηφία των διαδηλωτών ήταν φοιτητές, αλλά όταν άρχισαν να εκρηγνύονται τα πάντα, το κίνημα ξεπέρασε τις προηγούμενες μορφές οργάνωσης και ταυτότητας.

Αυτή τη στιγμή, οι επίσημες οργανώσεις της αριστεράς προσπαθούν να ανέβουν στο τραίνο της νίκης αν και ποτέ όχι μόνο δεν υποστήριξαν τους φοιτητές αλλά, ακόμα χειρότερα, προσπάθησαν ακόμα και να μειώσουν τον ρόλο τους στον αγώνα, μιας και ποτέ δεν είχαν κανέναν έλεγχο στους φοιτητές. Τώρα, μετά από πέντε μέρες εξέγερσης, έχουν καλέσει σε μια γενική απεργία – λέξεις που δεν ακούς πολύ συχνά σ’ αυτή τη χώρα – και προσπαθούν να πάρουν την ηγεσία του κινήματος. Είναι δύσκολο να πει κανείς αν θα το καταφέρουν επειδή, ως επί το πλείστον, οι ομάδες της επίσημης αριστεράς αντιμετωπίζονται από τον εξαγριωμένο, κουρασμένο κόσμο σαν προδότες και πουλημένοι που κάθονταν ήσυχα και δεν κάλεσαν τον κόσμο να αγωνιστεί.

Δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι η κατάσταση θα εξελιχθεί έτσι. Ίσως η σοσιαλδημοκρατία να μπορέσει να περιορίσει/ενσωματώσει τη δυσαρέσκεια και να γυρίσει την πόλη στην κανονικότητά της, χωρίς να κερδίσει τίποτα παραπάνω από μερικά ψίχουλα – αυτό είναι το ρίσκο που έχει η εμπλοκή με τις αριστερές οργανώσεις. Αλλά ποιος ξέρει. Το ενδιαφέρον είναι ότι το κίνημα στην πραγματικότητα ακύρωσε την αύξηση στα εισιτήρια και ο πρόεδρος έχει αναγγείλλει ένα (αστείο) πακέτο μεταρρυθμίσεων για την αντιμετώπιση της κρίσης για το οποίο κανείς δεν νοιάζεται γιατί πρόκειται απλά για τα ίδια σκατά. Παρά την ακύρωση των αυξήσεων και παρά το πακέτο μεταρρυθμίσεων, ο κόσμος εξακολουθεί να εξεγείρεται.

Θα ήταν δυνατόν να συντριβεί η κοινωνική αναταραχή στη Χιλή σήμερα με τα μέσα μιας στρατιωτικής δικτατορίας όπως το 1973;

Δεν νομίζω ότι η δικτατορία θα επιστρέψει, τουλάχιστον όχι στο στυλ της δεκαετίας του 1970. Σήμερα, είναι προτιμότερο να συνεχίσει κανείς με τον μύθο της δημοκρατίας εξακολουθώντας, όμως, να χρησιμοποιεί την κατάσταση εξαίρεσης για καταστάσεις όπως αυτή εδώ, δημιουργώντας μια ντε φάκτο δικτατορία, μια δικτατορία όμως ου δεν θα διαρκέσει για μεγάλο διάστημα. Αυτό θα επιστρέψει τα πράγματα στην “κανονικότητα” αλλά θα αφήσει σε όσους συμμετείχαν στο κίνημα πολύτιμα μαθήματα. Όλοι εδώ έχουν την αίσθηση ότι τίποτα δεν θα μείνει το ίδιο πια – ότι αυτή η εξέγερση έχει σημαδέψει ένα θεμελιώδες κατώφλι, ένα πριν και ένα μετά.

Πιστεύω ότι στη σύγχρονη δημοκρατία η ανάληψη του ελέγχου από τον στρατό και η κατάσταση εξαίρεσης θα είναι τα όπλα που θα χρησιμοποιούνται από τους ισχυρούς για να συγκαλύψουν μια δικτατορία. Πρέπει να καταλάβουμε ότι η δικτατορία και η δημοκρατία δεν είναι αντίθετα μάλλον είναι εργαλεία των εξουσιαστών για διαφορετικές περιόδους και διαφορετικούς τρόπους για να μας κρατάνε υποταγμένους. Αλλά δεν θα υπάρξει ένα στρατιωτικό πραξικόπημα όπως το 1973, επειδή δεν έχει υπάρξει μέχρι τώρα, ούτε και θα υπάρξει στο κοιντικό μέλλον, μια τμήμα της κοινωνίας ή μια κοινωνική ομάδα που θα μπορούσε να αφαιρέσει την εξουσία από αυτούς που έχουν τα οικονομικά και ταξικά προνόμια της άρχουσας τάξης.

Το ενδιαφέρον κομμάτι αυτής της κατάστασης είναι ότι θα ανοίξει ένα ρήγμα μέσα από το οποίο μπορούμε να διαδώσουμε τις δικές μας προτάσεις ως αναρχικοί και αυτές θα έχουν μεγαλύτερο εκτόπισμα επειδή πολλά από τα πράγματα που συμβαίνουν τώρα αυθόρμητα είναι αυτά που οι αναρχικοί προτείνουν εδώ και πολύ καιρό. Αυτό που συμβαίνει τώρα οφείλεται στη δουλειά χρόνων και την προπαγάνδα μέσα από την οποία διάφοροι σύντροφοι έχουν επηρεάσει τους χώρους σπουδών, δουλειάς και τις γειτονιές τους.

Ποια νομίζεις ότι θα είναι τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα αυτού του κινήματος;

Είναι λίγο νωρίς για ν’ απαντήσουμε αυτό το ερώτημα. Ο λαός εδώ ή, μάλλον, οι διάφοροι λαοί που συμπεριλαμβάνονται σ’ αυτό που ονομάζουμε “Χιλή” έχουν τραυματικές εμπειρίες από βασανιστήρια και φόνους. Οι γονείς μας και οι παπούδες και οι γιαγιάδες μας τρέμουν στην ιδέα των διαδηλώσεων, ενώ η νεολαία μεγάλωσε κάτω από έναν νεοφιλελευθερισμό που εξατομίκευσε τον καθένα και την κάθε μία και ξερίζωσε μια οργανωτική παράδοση από αυτή την περιοχή. Αλλά τώρα που δυο γενιές έχουν μεγαλώσει χωρίς δικτατορία, αρκετοό νεότεροι δεν φοβούνται τόσο πολύ. Αυτό οφείλεται, επίσης, σ’ έναν βαθμό στα διάφορα ρεύματα – συμπεριλαμβανομένων των αναρχικών – που έχουν διαμορφώσει το πώς μοιάζει η κοινωνική πάλη σήμερα. Αυτό που είναι πιο πιθανό να συμβεί είναι αυτό το κίνημα να ξεθυμάνει/να ηρεμήσει και τότε θα εμφανιστούν οι σοσιαλδημοκράτες να σταθούν ως οι εκπρόσωποι του κινήματος ώστε να αποκτήσουν την εξουσία για τους συνασπισμούς τους των αριστερών πολιτικών κομμάτων όπως το Frente Amplio2 ή το Κομμουνιστικό Κόμμα.

Αυτό που έχει σίγουρα συμβεί είναι ότι η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει μια ποικιλία μέτρων ως απάντηση στη λεγόμενη “κρίση”, μέτρα που είναι όλα μια προσβολή για τους εκμεταλλευόμενους αυτής της χώρας επειδή δεν είναι τίποτα άλλο παρά ψίχουλα από το τραπέζι. Ο κόσμος υποδέχθηκε τα νέα με αγανάκτηση. Η αλήθεια είναι ότι στην περιφέρεια της πόλης στα poblaciones3, τα γκέτο, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική από αυτήν στις πιο εύπορες γειτονιές. Αν και εξακολουθούν να πυροβολούν κόσμο στο κέντρο – και μερικές φορές με πραγματικά πυρά – η πλειοψηφία των σφαιρών είναι πλαστικές σφαίρες, ενώ στις poblacines, οι στρατιώτες και οι μπάτσοι χρησιμοποιούν αληθινές σφαίρες εναντίον του κόσμου. Βασανίζουν, σκοτώνουν και εξαφανίζουν κόσμο. Δεν νομίζω ότι ο κόσμος που διαδηλώνει στο κέντρο το καταλαβαίνει πραγματικά αυτό

Ένας άλλος παράγοντας είναι η καταστολή που θα ακολουθήσει όλο αυτό. Η κυβέρνηση έχει ήδη μιλήσει για “οργανωμένες ομάδες” που έκαψαν σταθμούς του μετρό και κάποιες αρχές δείχνουν προς τους αναρχικούς, αλλά να είστε σίγουροι ότι θα υπάρξει ένα κύμα καταστολής μετά από όλα αυτά στο οποίο για μια ακόμα φορά θα κυνηγηθούμε.

Άσχετα απ’ όλα αυτά, αυτή η εξέγερση θα είναι ένα μάθημα και μια εμπειρία για τους αγώνες που θα έρθουν. Οι εκμεταλλευόμενοι ξέρουμε, συνειδητά ή ασυνείδητα, ότι για να έχουμε νίκες πρέπει να fuck shit up. Τίποτα δεν θα είναι το ίδιο μετά απ’ όλα αυτά, κι αυτό γιατί πολύς κόσμος μπήκε στον αγώνα και είδε την κατασταλτική βαρβαρότητα αυτών που έχουν την εξουσία. Αυτό δεν θα ξεχαστεί.

Ένα άλλο σημείο ανάλυσης που είναι απαραίτητο για όσους αισθάνονται συγγένεια/κοντά στις αναρχικές ιδέες είναι ότι αυτή η κατάσταση πρέπει να λειτουργήσει σαν μια αφύπνιση: επειδή έχουμε εξατομικευτεί σε τέτοιο βαθμό, χάσαμε μια μοναδική ευκαιρία να διαμορφώσουμε το περιεχόμενο και τον συντονισμό της εξέγερσης. Χάσαμε την ευκαιρία να την κάνουμε να απλωθεί, να σχηματίσουμε δεσμούς συνάφειας με τον κόσμο μέσα από αντιεξουσιαστικές ιδέες και πρακτικές. Μας έχει κοστίσει πάρα πολύ ότι είμαστε τόσο διαιρεμένοι και ανοργάνωτοι. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει κερδηθεί τίποτα – πιστεύω ότι οι περισσότεροι αναρχικοί βγήκαν στον δρόμο για να αγωνιστούν και να πάρουν μέρος σε άλλα σημαντικά καθήκοντα – αλλά θα μπορούσαμε να είμαστε μια μεγαλύτερη δύναμη αν είμασταν πιο συντονισμένοι.

Ας μην ξεχάσουμε ποτέ όσους δολοφονήθηκαν σ’ αυτή την εξέγερση ούτε οόσυς βασανίστηκαν ή φυλακίστηκαν.

 

 

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://crimethinc.com/2019/10/24/on-the-front-lines-in-chile-accounts-from-the-uprising.

2 Στμ. Το Frente Amplio, Πλατύ Μέτωπο, είναι ένας πολιτικός συνασπισμός στη Χιλή που ιδρύθηκε στις αρχές του 2017, απαρτιζόμενος από αριστερά και μερικά κεντροαριστερά και ακροαριστερά κόμματα και κινήματα. Η πρώτη εκλογική αναμέτρηση που έλαβε μέρος ήταν οι γενικές εκλογές του 2017, και στις οποίες η προεδρική υπψήφιός του ήρθε τρίτη με ποσοστό 20% στον πρώτο γύρο (αποτυγχάνοντας να περάσει στον δεύτερο για ποσοστό 3%). Το Πλατύ Μέτωπο διεύρυνε επίσης την εκλογική του αντιπροσώπευση στη Βουλή και στα περιφερειακά συμβούλια, εδραιωνόμενο ως η “τρίτη πολιτική δύναμη” στη Χιλή.

3 Ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1950, άστεγοι κάτοικοι του Σαντιάγο άρχισαν να καταλαμβάνουν μεγάλα κόμμάτια γης και να χτίζουν παράγκες σ’ αυτά. Αυτές οι γειτονιές έγιναν γνωστές ως poblaciones. Είτε από ανάγκη είτε από πολιτική πεποίθηση, είναι γνωστές για την αυτοοργανωτικές και αριστερίστικες πολιτικές τους. Στη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας, πολλές από τις poblaciones ήταν focos (εστίες) αντίστασης, που σημαίνει δηλαδή περιοχές στις οποίες αναπτύσσονταν αντάρτικες ενέργειες καθώς και άλλες υπονομευτικές δραστηριότητες και οι οποίες στάθηκαν αντιμέτωπες με τη δικτατορία. Οι poblaciones στη Χιλή είναι αντίστοιχες με τις villas στην Αργεντινή και τις φαβέλες στη Βραζιλία.

ΧΙΛΗ: “Το Σαντιάγο καίγεται”

Η κοινωνική αναταραχή έπαψε γρήγορα να αφορά μόνο την πιο πρόσφατη αύξηση των εισιτηρίων στις δημόσιες συγκοινωνίες. Ή την κοροΐδία από τον υπουργό Οικονομικών Juan Andrés Fontaine, ο οποίος μετά την αναγγελία των αυξήσεων, κάλεσε τον κόσμο να σηκώνεται νωρίτερα για να εκμεταλλευτεί το μειωμένο κόμιστρο”.

 

Χιλή: κατάσταση έκτακτης ανάγκης μετά τις βίαιες διαδηλώσεις εξαιτίας της αύξησης στις τιμές των εισιτηρίων στο μετρό

Το Σαντιάγο της Χιλής ήταν σκηνή σφοδρών συγκρούσεων για πολλές ώρες της ημέρας, μεταξύ διαδηλωτών και της αστυνομίας, την Παρασκευή 18 Οκτωβρίου, γεγονός που οδήγησε τον Χιλιανό πρόεδρο να κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην πρωτεύουσα. Οι ταραχές αυτές, που προήλθαν από διαμαρτυρίες εναντίον των αυξήσεων στο κόστος των δημόσιων συγκοινωνιών, ανάγκασαν τις αρχές να κλείσουν όλους τους σταθμούς του μετρό.

Πριν κλείσουν οι σταθμοί, κυκλοφορούσαν καλέσματα να μπει ο κόσμος στους συρμούς χωρίς εισιτήριο, ως διαμαρτυρία ενάντια στην αύξηση της τιμής των εισιτηρίων από 800 σε 830 πέσος (1,04 ευρώ) της ώρες αιχμής, ήδη μετά από μια αύξηση 20 πέσος τον τελευταίο Ιανουάριο.

Σε διάφορα σημεία της πόλης, διαδηλωτές έστησαν οδοφράγματα και συγκρούστηκαν με την αστυνομία, που χρησιμοποίησε κανόνια νερού και δακρυγόνα, σε σκηνές μάχης που η πρωτεύουσα της Χιλής είχε να δει για καιρό.

https://www.lemonde.fr/international/article/2019/10/19/chili-etat-d-urgence-apres-de-violentes-manifestations-dues-a-la-hausse-du-prix-du-metro_6016140_3210.html

Το Σαντιάγο καίγεται. Το κτίριο της εταιρείας Enel στις φλόγες όπως και 7 σταθμοί του μετρό. Πολλές λεηλασίες σε σουπερμάρκετ και μαγαζιά. Το μνημείο για τους pacos κάηκε. Εκατοντάδες οδοφράγματα παντού. Το προλεταριάτο σε δράση ξεχειλίζει με όλο τον εξοπλισμό του και αυτοοργανώνεται. Όλα αυτά χάρις στο κουράγιο της άγριας προλεταριακής νεολαίας που μας έμαθε τόσα πολλά αυτή τη χρονιά. Μας απειλούν με κατάσταση έκτακτης ανάγκης και μας στέλνουν τη στρατοχωροφυλακή στους δρόμους. Δεν είμαστα πια φοβισμένοι, είμαστε οργανωμένοι και επιβεβαιώνουμε την άρνηση αυτού του κόσμου που, πρακτικά, μας ανάγει σε ένα εμπόρευμα. Με οργή και λύσσα στους δρόμους. Συγχαρητήρια σε όλους όσους κατέβηκαν στους δρόμους. Η αστική τάξη δεν θα κοιμηθεί ήσυχη σήμερα”.

“’Η πιο μεγάλη διαδήλωση στη Χιλή’. Έτσι θα καταγραφεί η διαδήλωση στο Σαντιάγο της Παρασκευής 25 Οκτωβρίου, όπου περισσότερα από 1,2 εκατομμύρια άτομα έχουν κερδίσει την Πλάζα Ιτάλια και την Αλαμέδα, τη λεωφόρο που οδηγεί στο προεδρικό μέγαρο.

Αυτή είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε κάτι τέτοιο από τη διαδήλωση για το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα του Πινοσέτ το 1988”, είπε ο Julio Pinto, ιστορικός στο Πανεπιστήμιο του Σαντιάγο της Χιλής. Τότε, περισσότερα από 1 εκατομμύριο άτομα κατέβηκαν στους δρόμους της πρωτεύουσας για να απαιτήσουν το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας (1973-1990), την παραμονή του δημοψηφίσματος με το οποίο θα αποφσιζόταν αν θα διατηρούσε τις εξουσίες του ο στρατηγός Αουγκούστο Πινοσέτ. Αυτή την Παρασκευή, κι ενώ το κοινωνικό κίνημα συνεχίζεται για μια βδομάδα, το Σαντιάγο γνώρισε την πιο έντονη μέρα κοινωνικής κινητοποίησης. “Αυτό δείχνει την έκταση της δυσαρέσκειας, η οποία δεν εξασθενίζει”, λέει ο Pinto.

Πολλές επείγουσες ανάγκες”

Για την Marta Lagos, πολιτική αναλύτρια και ιδρύτρια του ινστιτούτου δημοσκοπήσεων Latinobarometro, “έχει ανοίξει μια πόρτα, και δεν πρόκειται να κλείσει σύντομα. Η χιλιάνικη κοινωνία έχει συσσωρεύσει πολλές επείγουσες ανάγκες”. Σε μια χώρα στην οποία το 1% του πληθυσμού, μια χούφτα εκατομμυριούχων – μεταξύ των οποίων και ο δεξιός πρόεδρος Sebastian Piñera -, συγκεντρώνει το ένα τρίτο σχεδόν του πλούτου, “η αγανάκτηση και η δυσφορία έχουν βαθύνει”, είπε ο Marco Kremerman, οικονομολόγος του Ιδρύματος Sol.

Πολύς κόσμος έχει τραυματιστεί στο κεφάλι”

Η έλλειψη βασικής ιατρικής φροντίδας για τα θύματα από τους πυροβολισμούς, που ως επί το πλείστον προέρχονται από την εργατική τάξη, ήταν ιδιαίτερα μεγάλη στην Posta, όπου το ιατρικό προσωπικό περιέγραψε ελλείψεις προμηθειών στις δημόσιες ιατρικές εγκαταστάσεις και υπογράμμισε το χάσμα ανάμεσα στις υπηρεσίες αυτών των εγκαταλελειμμένων δομών και των φανταχτερών λαμπερών ιδιωτικών κλινικών μόλις 10 χιλιόμετρα μακρύτερα.

.

Αν και ο επίσημος αριθμός μιλά για 470 σοβαρά τραυματίες, αυτό το νούμερο δεν λέει πολλά που να τονίζουν τη δριμύτητα των μεμονωμένων τραυματισμών. Στο γεμάτο κόσμο δωμάτιο αναμονής στην Posta ομάδες από ανήσυχους διαδηλωτές πρόσεχαν τους τραυματισμένους φίλους τους. Θύματα πυροβολισμών με ματωμένα μπλουζάκια, μεγάλους λευκούς επιδέσμους στο κεφάλι, περίμεναν να τους αφαιρέσουν τις σφαίρες. Άλλοι είχαν βαθιά κοψίματα από χτυπήματα φιαλιδίων δακρυγόνων που οι Ματατζήδες πέταγαν στο πλήθος”.

 

ΥΓ. Το σύνθημα στη φωτογραφία γράφει: “Είμαστε προλετάριοι, όχι πολίτες“.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: http://dndf.org/?p=18093#more-18093.

 

Ποιος μιλά για ειρήνη; Σκέψεις πάνω στα πρόσφατα γεγονότα στο Εκουαδόρ1

Το κείμενο που ακολουθεί είναι ένα άρθρο γνώμης από τον Joseph SP, κάτοικο του Εκουαδόρ, ο οποίος αναλογίζεται τα γεγονότα που συμβαίνουν στη χώρα του. Δημοσιεύθηκε αρχικά στις 8 Οκτωβρίου 2019 στην ιστοσελίδα Indymedia Ecuador. Το κείμενο που ακολουθεί είναι η δική μας μετάφραση. Παρατήρηση: σ’ ολόκληρο το κείμενο ο συγγραφέας κάνει χρήση του ουδέτερου γένους -x.

CW: υπάρχουν αναφορές ομοφοβίας και οικογενειακής βίας.

 

Δεν κάνω σχεδόν ποτέ αναρτήσεις σε κοινωνικά δίκτυα, αλλά σήμερα δεν μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι τις ταραγμένες κοινωνικές συνθήκες στις οποίες ζούμε σήμερα [στο Εκουαδόρ] και τον τρόπο που επηρεάζουν τη ζωή μου. Κάποιοι στα κοινωνικά δίκτυα έχουν κάνει εκκλήσεις για ΕΙΡΗΝΗ και ψυχραιμία, ουρλιάζοντας για την παράλυση που έχουν προκαλέσει οι κινητοποιήσεις από τους πιο στερημένους της κοινωνίας: τους αυτόχθονες, τους αγρότες, τις γυναίκες και τους φοιτητές. Με ετικέτες στο τουίτερ όπως #EcuadorPaísDePaz [μετ. Εκουαδόρ χώρα της ειρήνης] θα έπρεπε να φτάσουμε να πιστέψουμε ότι η ΕΙΡΗΝΗ είναι κάτι που ήταν πάντα παρόν στη χώρα μας και ότι “κάποιοι” ήρθαν για να την διαρρήξουν και να την βανδαλίσουν. Παρ’ όλα αυτά, μου είναι αδύνατον να φανταστώ αν έχω γνωρίσει πραγματικά ποτέ την ΕΙΡΗΝΗ και αν άλλοι στο ίδιο καράβι με μένα την έχουν επίσης γνωρίσει ποτέ πριν από όλες αυτές τις διαμαρτυρίες. Γνωρίζω πραγματικά την ΕΙΡΗΝΗ; Ποιος γνωρίζει την ΕΙΡΗΝΗ; Τι είναι πραγματικά η ΕΙΡΗΝΗ;

Για πολλά χρόνια τώρα έχω ξοδέψει πολύ χρόνο σκεφτόμενος με μεγάλη θλίψη και αποκαρδίωση αν θα μπορούσα ποτέ να πετύχω τους στόχους μου στη ζωή σε ένα πλαίσιο όπου δεν υπάρχουν ευκαιρίες για νεαρά άτομα και άτομα που αφιερώνουν τον εαυτό τους στις κοινωνικές επιστήμες. Κάθε μέρα ξυπνώ με άγχος και σκέφτομαι τις δυνατότητες να αναπτύξω τις ζωντανές εμπειρίες μου σε μια κοινωνία που δαιτρέχεται από ανισότητα, διακρίσεις, διαφθορά και ομοφοβία. Έχω γνωρίσει ποτέ ΕΙΡΗΝΗ; Πριν από τρεις μήνες ένας φίλος μου, ο οποίος μου λείπει πάρα πολύ, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα εξαιτίας των άθλιων εργασιακών συνθηκών εδώ στο Εκουαδόρ και εξαιτίας της ανυπόφορης ομοφοβίας της οικογένειάς του. Αποφοίτησε από μια νοσηλευτική σχολή και έκτοτε (σχεδόν για έναν χρόνο) δεν έχει καταφέρει να βρει μια σταθερή δουλειά ούτε να επανασυμφιλιωθεί με τους αγαπημένους του. Τώρα βρίσκεται χωρίς χαρτιά στις Ηνωμένες Πολιτείες, προσπαθώντας να επιβιώσει σε ένα πλαίσιο στο οποίο οι μετανάστες και τα άτομα λατινοαμερικάνικης καταγωγής [Latinxs] διώκονται ποινικά και τα μεταχειρίζονται σαν τέρατα που αποτελούν βάρος προς εκμετάλλευση και βιασμό. Όταν μιλώ μαζί του γελάμε και δίνουμε κουράγιο ο ένας στον άλλον, αλλά συχνά αναρωτιόμαστε να ξαναειδωθούμε. Έχουμε γνωρίσει ποτέ την ΕΙΡΗΝΗ;

Δεν χρειάζεται βέβαια να πω ότι υπάρχουν άλλα σώματα για τα οποία η στέρηση εκφράζεται στις ίδιες τις βασικές ανάγκες και για τα οποία η άσκηση βίας μοιάζει να είναι μια πράξη της καθημερινής ζωής. Σκέφτομαι, για παράδειγμα, τις χιλιάδες περιπτώσεις γυναικοκτονιών για τις οποίες οι δολοφόνοι αθωόνονται στα δικαστήρια· τον τεράστιο αριθμό ανθρώπων στα δημόσια νοσοκομεία που δεν πρόκειται ποτέ να θεραπευτούν ακόμα κι αν βρίσκονται σε καταστροφικές συνθήκες· τα χιλιάδες παιδιά που δουλεύουν στους δρόμους και τις πλατείες της πόλης· τις χιλιάδες άνεργους στις πόλεις που ψάχνουν απεγνωσμένα για μια μορφή επιβίωσης για τα ίδια και τις οικογένειές τους. Έχουν γνωρίσει αυτά τα άτομα και οι οικογένειές του ΕΙΡΗΝΗ;

Η ΕΙΡΗΝΗ, αγαπητοί μου φίλοι, έχει γίνει ένα εμπόρευμα προσβάσιμο μόνο μέσα από μια πολύπλοκη συνάρθρωση παραγόντων που συμπεριλαμβάνουν την τάξη, τη φυλή και το φύλο. Η ΕΙΡΗΝΗ στο δικό μας πλαίσιο ως μια (Λατινοαμερικάνικη) χώρα, αποκτιέται μόνο από αυτούς που έχουν ιδιωτική ασφάλιση, μια δουλειά, ένα σπίτι, έναν αξιοπρεπή μισθό, διακοπές κλπ. Πόσα άτομα σ’ αυτή τη χώρα έχουν μια αξιοπρεπή δουλειά; Πόσα άτομα πληρώνονται όσο τους αξίζει; Πόσοι φοιτητές έχουν ένα εξασφαλισμένο μέλλον; Πόσα νέα παιδιά θα έχουν ποτέ τη δυνατότητα να σπουδάσουν καν; Πόσοι αυτόχθονες και αγρότες έχουν πρόσβαση στις πιο βασικές υπηρεσίες όπως το νερό, η υγειονομική περίθαλψη, η στέγαση και όλα τα υπόλοιπα; Πόσες γυναίκες και LGBTQI άτομα έχουν ασφαλές σπίτι, χωρίς βία και διακρίσεις; Οι Nebot, Guillermo Lasso και ολόκληρη η ορδή σκατοτραπεζιτών και επιχειρηματιών που υποστηρίζουν τις καμπάνιες για “ΕΙΡΗΝΗ” στο Εκουαδόρ μπορούν να μιλάνε γι’ αυτήν γιατί η βρωμερή ύπαρξή τους είναι εξασφαλισμένη από τη δουλειά και τις στερήσεις των άλλων. Μιλάνε για ΕΙΡΗΝΗ επειδή δεν ξέρουν τι σημαίνει να δουλεύεις και παρ’ όλα αυτά να μην έχεις αρκετά για να ταϊσεις τον εαυτό σου ή την οικογένειά σου. Μιλάνε για ΕΙΡΗΝΗ επειδή δεν ξέρουν τι σημαίνει να δέχεσαι σταθερή κακοποίηση από έναν σύντροφο και να απειλείσαι με θάνατο κάθε μέρα. Μιλάνε για ΕΙΡΗΝΗ αλλά δεν ξέρουν τι σημαίνει να πηγαίνεις σε ένα νοσοκομείο και να μην έχει λεφτά για να σώσεις τη μητέρα σου, τον πατέρα σου, τον παππού σου, τον φίλο σου…

Οπότε ποιος μιλά για ΕΙΡΗΝΗ;

 

 

#Day6OfNationalStrikeEC

#Quito

#Ecuador

 

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://ediciones-ineditas.com/2019/10/08/who-speaks-of-peace-reflections-on-the-latest-events-in-ecuador/#more-4782.

Σύντομη ανάλυση του “πακετάζο”

 και των επερχόμενων διαμαρτυριών στο Εκουαδόρ από την πλευρά μιας ριζοσπαστικής κριτικής1

Το κείμενο που ακολουθεί είναι μετάφραση ενός κειμένου από τους Proletarios Revolucionarios, μια ομάδα της υπεραριστεράς από το Κίτο του Εκουαδόρ. Αν και η ομάδα διαλύθηκε το 2016, μας πρόσφεραν αυτή την ανάλυση που δημοσιεύτηκε στις 2 Οκτωβρίου του 2019. Το πρωτότυπο κέιμενο στα ισπανικά μπορεί να βρεθεί εδώ.

 

Τα πρόσφατα οικονομικά μέτρα από την κυβέρνηση του Εκουαδόρ είναι μέτρα λιτότητας που χρησιμοποιούνται σε καιρούς καπιταλιστικής κρίσης, και τα οποία έχουν εφαρμοστεί από κυβερνήσεις δεξιές, “νεοφιλελεύθερες”, αριστερές και “σοσιαλιστών του 21ου αιώνα” σ’ ολόκληρο τον κόσμο, επειδή αυτές έχουν σαν όριο την ίδια λογική της καπιταλιστικής παραγωγής, παραγωγής που ζει από την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Στην πραγματικότητα, σε περιόδους κρίσης το κεφάλαιο εφαρμόζει πάντα και παντού την ίδια οικονομική πολιτική ενάντια στην τάξη μας: καιρός να σφίξουν τα ζωνάρια διαφορετικά θα υπάρξει ακόμα μεγαλύτερη φτωχοποίηση ή αύξηση της εκμετάλλευσης.

Στην περίπτωση του τελευταίου paquetazo2 από [τον πρόεδρο του Εκουαδόρ] Lenín Moreno, αρχικά έχουμε μια αύξηση στο κόστος ζωής εξαιτίας της αύξησης στις τιμές των καυσίμων (καθώς εδώ στο Εκουαδόρ ξέρουμε ότι “όταν αυξάνονται οι τιμές των καυσίμων, όλα ακριβαίνουν”)· και, δεύτερον, υπάρχουν όλες οι μεταρρυθμίσεις στις εργασιακές σχέσεις που επιβάλλονται για να φέρουν μεγαλύτερη ευελιξία και επισφαλιοποίηση (μείωση των μισθών, των συντάξεων, των διακοπών, ευέλικτες συμβάσεις εργασίας, τηλεεργασία κλπ.).

Παρ’ όλα αυτά, το πρόβλημα δεν είναι μόνο το πακέτο μέτρων ούτε η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση του Μορένο ή το IMF3. Το θεμελιώδες πρόβλημα είναι με ποιο τρόπο το κεφάλαιο επιτίθεται άμεσα και με τεράστια ένταση στην εργατική τάξη στις περιόδους κρίσης και πώς απαντάμε εμείς. Ο δρόμος, φυσικά, είναι η πάλη. Πρέπει, όμως, και να αναλύσουμε αυτοκριτικά και να διαμορφώσουμε μια στρατηγική για τους αγώνες της τάξης μας.

Έτσι όταν η θέρμη της ίδιας της συγκεκριμένης πάλης του προλεταριάτου σπάζει και ξεπερνά τα όρια του δημοκρατικού και του επικεντρωμένου στην ιδιότητα του πολίτη έδαφος, που είναι το έδαφος της αστικής τάξης και του Κράτους, και όταν σπάζει και τους τυποποιημένους, προβλέψιμους ρόλους που θέτουν τα συνδικάτα και τα κόμματα της αριστεράς, που το μόνο που θέλουν είναι να οικειοποιηθούν και να καθοδηγήσουν την προλεταριακή πάλη ώστε να μπορέσουν να διαπραγματευτούν με την άρχουσα τάξη για τα δικά τους ιδιαίτερα συμφέροντα που θα βελτιώσουν τη θέση τους, από τη στιγμή που συμβαίνει αυτό, η πιο δυναμική και θεμιτή απάντηση της εργατικής τάξης σ’ αυτά τα μέτρα λιτότητας είναι και θα είναι η άμεση, αυτόνομη και ανταγωνιστική δράση για την υπεράσπιση και την επιβολή των δικών μας ζωτικών συγκεκριμένων αναγκών· ή, τουλάχιστον, πρέπει να παλέψουμε ώστε οι πλούσιοι και οι ισχυροί να μην επιδεινώσουν τις ήδη εξαιρετικά άθλιες συνθήκες ύπαρξής μας.

Για να γίνει αυτό, πρέπει τα αιτήματα και οι διαμαρτυρίες της εργατικής τάξης να γενικευτούν και να ριζοσπαστικοποιηθούν, σε τέτοιο βαθμό που ούτε η κυβέρνηση ούτε το σύστημα ολόκληρο να μην μπορούν να συμμορφωθούν με τέτοια “αδύνατα” κοινωνικά αιτήματα· μόνο η ανατροπή του κεφαλαίου και του Κράτους θα μπορούσαν να τα ικανοποιοήσουν και τότε θα παλεύαμε για μια επαναστατική έξοδο από την καπιταλιστιtκή κρίση. Απομένουν πολλά, όμως, που πρέπει να γίνουν εδώ και παντού, ιδιαίτερα σ’ αυτή τη χώρα, στην οποία το επίπεδο της συσσωρευμένης ιστορίας της ταξικής πάλης, παρά κάποια συγκεκριμένα επεισόδια που μπορούν να “διασωθούν”, είναι γενικά χαμηλή και ασταθής.

Προς το παρόν, αυτό που είναι απαραίτητο και καλό είναι να βγούμε έξω και να διαμαρτυρηθούμε με τα συνθήματα “κάτω το πακέτο”, “κάτω ο Μορένο”, “κάτω το ΔΝΤ”, “χτίστε σχέσεις στους δρόμους” και να το κάνουμε συλλογικά, λιγότερο ή περισσότερο οργανωμένα, λιγότερο ή περισσότερο αυτόνομα, λιγότερο ή περισσότερο μαχητικά…αλλά πρέπει να πάμε παραπέρα (όπως ειπώθηκε το βράδυ σε μια γενική συνελευση): “κάτω η κυβέρνηση”, “κάτω οι καπιταλιστές”, “que se vayan todos, que no quede ni uno solo4, “κάτω το κεφάλαιο, το Κράτος και όλες οι κυβερνήσεις και οι λακέδες τους!”.

Η μη εφαρμογή του paquetazo και η ανατροπή του [προέδρου] Μορένο (όπως συνέβη και με τους Bucaram, Mahuad και Gutierrez παλιότερα) θα ήταν πραγματικές “νίκες” για ένα εφικτό τώρα και νέο “κίνημα” κοινωνικής διαμαρτυρίας σ’ ολόκληρη τη χώρα. Αλλά, αντικειμενικά μιλώντας, στο εδώ και τώρα, λείπουν ακόμα οι απαραίτητες πραγματικές συνθήκες και κοινωνικές δυνάμεις, όπως το επίπεδο της ταξικής πάλης, αλλά κάτι γίνεται. Ίσως αυτή η κυβέρνηση επιχειρηματιών και τραπεζιτών μπορεί να πετύχει τον σκοπό της αλλά η προλεταριακή ταξική πάλη στους δρόμους θα προσπαθήσει να τους σταματήσεις και δεν θα είναι μάταιη. Η [ταξική] πάλη είναι ο τρόπος και είναι στην πάλη αυτή που μαθαίνουμε, ιδιαίτερα στη διάρκεια πραξικοπημέτων και αποτυχιών, ώστε να μπορέσουμε να τα μετασχηματίσουμε προς όφελός μας στις επόμενες μάχες.

Το γεγονός ότι αύριο θα υπάρχει μεγαλύτερη κοινωνική διαμαρτυρία σ’ αυτή τη χώρα, η οποία “κοιμάται” την τελευταία δεκαετία, δεν μικρό κατόρθωμα. Αντίθετα, παρακιμονούμενοι από τις δυνατές και παραδειγματικές διαδηλώσεις των τελευταίων εβδομάδων του Σεπτέμβρη στο Μπολιβάρ και το Carchi5, αύριο θα μπορούσε να είναι η αρχή των ημερών του Οκτώβρη6 του 2019 για το Εκουαδόρ. Οι διαμαρτυρίες θα αυξηθούν και ίσως υπάρξουν μερικά άλματα. Μερικές κοινωνικές οργανώσεις έχουν ανακηρύξει ήδη την 3η Οκτωβρίου ως την έναρξη μιας “πανεθνικής απεργίας”. Και έχουν υπάρξει ήδη μερικές διαδηλώσεις σ’ ολόκληρη τη χώρα. Ας περιμένουμε να δούμε τι θα συμβεί αύριο καθώς τα πράγματα στους δρόμους θα αρχίσουν να ζεσταίνονται και πάλι…

Ναι, πρέπει να βγούμε μπροστά και να διαμαρτυρηθούμε αλλά πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι αυτή είναι μόνο η αρχή και ότι πρέπει να τολμήσουμε να πάμε παραπέρα. Πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι, στην τελική, οι πλούσιοι και ισχυροί δεν θα πληρώσουν την κρίση· ότι αυτό δεν είναι ένα εθνικό ή “νεοφιλελεύθερο” πρόβλημα αλλά μάλλον ένα παγκόσμιο πρόβλημα του καπιταλισμού· ότι όλα αυτά δεν θα εξαλειφθούν με σιγουριά αν δεν εξαλείψουμε τον καπιταλισμό, ο οποίος θα συνεχίσει να μας επιτίθεται και να χειροτερεύει τις ζωές μας με περισσότερα μέτρα λιτότητας εξαιτίας της κρίσης· αλλά, την ίδια στιγμή, είναι τώρα που αρχίζει η πάλη μας για την υπεράσπιση των συμφερόντων μας ενάντια στην καπιταλιστική εκμετάλλευση και συσσώρευση. Ό,τι κι αν συμβεί, με όρους αγώνα, οργάνωσης και συνείδησης, οι επικείμενες διαμαρτυρίες θα αφήσουν πολλά μαθήματα και αναμμένες φωτιές για την εργατική τάξη σ’ αυτό “το ημισφαίριο του κόσμου”. Είναι η ώρα. Ας δούμε τι θα συμβεί στους δρόμους αύριο.

Ένας τσατισμένος προλετάριος από την περιοχή του Εκουαδόρ

 

 

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://ediciones-ineditas.com/2019/10/07/brief-analysis-on-the-paquetazo-and-the-coming-protests-in-ecuador-from-a-radical-critique.

2 Όρος που χρησιμοποιείται για το τελευταίο πακέτο μέτρων λιτότητας στο Εκουαδόρ [στμ. paquetazo στα ισπανικά σημαίνει πακέτο].

3 IMF: International Monetery Fund, [στμ. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ΔΝΤ].

4Να φύγουν όλοι, να μην μείνει ούτε ένας”.

5 Δύο επαρχίες του Εκουαδόρ.

6 Αναφορά στην Οκτωβριανή επανάσταση στη Ρωσία το 1917: jornadas octubrinas.

Κομμουνιστικοποίηση και απο-αποικιοποίηση

Ediciones ineditas1

Ερωτηθήκαμε πρόσφατα σχετικά με τις σκέψεις μας για την κομμουνιστικοποίηση και την απο-αποικιοποίηση και το παρόν δοκίμιο είναι η απάντησή μας.

Θα πρέπει αρχικά να σημειωθεί ότι το περιβάλλον της κομμουνιστικοποίησης έχει πραγματικά ευρωπαϊκή προέλευση και σε μεγάλο βαθμό δεν θέτει την πραγματικότητα της αποικιοκρατικής εγκατάστασης στη λεγόμενη Αμερική (και άλλες αποικισμένες χώρες).

Οπότε γιατί μιλάμε ακόμα για κομμουνιστικοποίηση;

Εμείς που δουλεύουμε σ’ αυτό το πρότζεκτ εξακολουθούμε να βρίσκουμε αξία στη θεωρία της κομμουνιστικοποίησης επειδή δείχνει έναν καθαρό τρόπο για να δημιουργήσουμε τις συνθήκες για τον κομμουνισμό άμεσα.

Αλλά τι είναι κομμουνισμός; Για μας, και άλλους συνταξιδιώτες, ο κομμουνισμός δεν είναι ένας τρόπος παραγωγής. Δεν είναι απλά ένα οικονομικό σύστημα “δικαιότερης” κατανομής του πλούτου. Είναι ένα ευρύ φάσμα τρόπων ζωής που βασίζονται στις κοινωνικές σχέσεις κοινότητας, που περιλαμβάνουν (αλλά χωρίς να εξαντλούνται σε αυτά) την αλληλοβοήθεια, την αλληλεγγύη, την κατάρρευση του διπόλου παραγωγή/κατανάλωση (συνεπώς, την κατάργηση της εργασίας), την κατάργηση του Κράτους, την κατάργηση του χρήματος, την κατάργηση της αξίας, την κατάργηση της φυλής και του φύλου ως πεδίων καταπίεσης, την κατάργηση της cis-ετερο-πατριαρχίας (και όλων όσων αυτή συνεπάγεται, όπως την υποχρεωτική ετεροσεξουαλικότητα). Μερικοί το ονομάζουν αυτό αναρχία. Μια άρνηση όλων των στηριγμάτων του Δυτικού καπιταλιστικού πολιτισμού.

Δεν μας ενδιαφέρει κάποιο μεταβατικό στάδιο, όπως ζητούν οι “επαναστάτες σοσιαλιστές”, ή για έναν σταδιακό τρόπο, όπως αυτοί που καλούν για “δυαδική εξουσία” ή την “οικοδόμηση της κομμούνας”. Εμείς που δουλεύουμε σ’ αυτό το πρότζεκτ δεν είμαστε αυτόχθονες, αλλά καταγόμαστε από αυτόχθονες. Καθώς οι δεσμοί μας με τους πολύ πιο κοινοτιστικούς τρόπους ζωής των αντίστοιχων αυτόχθονων προγόνων μας έχουν αποκοπεί, δεν μας απομένει παρά να βρούμε άλλους δυνατούς δρόμους προς έναν ελεύθερο και κοινοτιστικό τρόπο ζωής χωρίς να σφετεριζόμαστε σύγχρονους ή παλιούς τρόπους ζωής των αυτόχθονων (αν και η κατανόηση αυτών των τρόπων ζωής θα είναι εξαιρετικής σημασίας για ένα πετυχημένο σχέδιο εξασφάλισης ενός ελεύθερου, κοινοτιστικού τρόπου ζωής που δεν θα οδηγεί στην καταστροφή όλων μας). Δεν ισχυριζόμαστε ότι η κομμουνιστικοποίηση θα αντικαταστήσει την αντίσταση των αυτόχθονων και την εξέγερση ενάντια στον αποικιοκρατικό καπιταλιστικό κόσμο, αντίθετα λέμε ότι πιστεύουμε πως χωρίς την αντίσταση και την εξέγερση αυτός ο αποικιοκρατικός καπιταλιστικός κόσμος θα παραμείνει.

Πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι αν και θεωρητικοί της κομμουνιστικοποίησης χρησιμοποιούν μαρξικές2 κατηγορίες και έννοιες, δεν βλέπουν αυτές τις κατηγορίες και έννοοιες σαν αιώνιες. Τις αναγνωρίζουμε ως εργαλεία που ανέπτυξε ο Μαρξ για να κατανοήσει και να ασκήσει κριτική στον καπιταλισμό (της εποχής του) και όχι απαραίτητα ως αιώνιες κατηγορίες και έννοιες που θα υπάρχουν ή θα έπρεπε να υπάρχουν πάντα. Δεν θα μεταφέρουμε αυτές τις έννοιες σε έναν μετα-καπιταλιστικό, απο-αποικισμένο κόσμο. Αν μη τι άλλο, ο κομμουνισμός για τον οποίο γράφουμε θα είναι μια ξεκάθαρη ρήξη όχι μόνο με τον καπιταλισμό, το Κράτος, την πατριαρχία, τη λευκή κυριαρχία αλλά από τον ίδιο τον δυτικό πολιτισμό. Αυτός είναι ο λόγος που οι θεωρητικοί της κομμουνιστικοποίησης αποκαλούν συχνά τον εαυτό τους κομμουνιστές και όχι μαρξιστές.

Αυτό που σε μεγάλο βαθμό προσφέρει η θεωρία της κομμουνιστικοποίησης δεν είναι ένα παγιωμένο πρόγραμμα αλλά μια κατανόηση του πώς λειτουργεί ο καπιταλισμός (με τα εμπεδωμένα περιγράμματα της φυλής και του φύλου) και του τι θα σήμαινε η κατάργησή του. Αφήνει χώρο για αυτοσχεδιασμό και ευελιξία για τη στιγμή της πραγματικής διαδικασίας του πώς θα μπορούσε να μοιάζει ο κομμουνισμός (ή η αναρχία). Δεν υπάρχει εδώ μια σταθερή κομματική γραμμή.

Ο κομμουνισμός δεν είναι μια κατάσταση πραγμάτων που πρέπει να εδραιώσουμε (ή να επιβάλλουμε) αλλά μάλλον η πραγματική κίνηση/κίνημα που καταργεί την παρούσα κατάσταση πραγμάτων. Και αν μερικοί μαρξιστές κομμουνιστές, και μερικοί αναρχικοί, προσπαθούν να διατηρήσουν/εδραιώσουν την ίδια αποικιοκρατική-αποικιστική σχέση με τη γη, τότε δεν πρόκειται καθόλου για κομμουνισμό. Άποικοι που χτίζουν μια κοινότητα/κομμούνα σε μια κατειλημμένη γη εξακολουθούν να διατηρούν μια ταξική κοινωνία. Μια ταξική κοινωνία στην οποία οι άποικοι πραγματικά εξακολουθούν να αποτρέπουν/εμποδίζουν τους αυτόχθονες από το να αναπαράγουν τους τρόπους ζωής τους όπως αυτοί θεωρούν ότι τους ταιριάζει.

Τώρα, η απο-αποικιοκρατικοποίηση/απο-αποικισμός, όπως και ο κομμουνισμός, είναι ένα τεράστιο ζήτημα. Και όπως ο πλήρης κομμουνισμός, ο απο-αποικισμός (ή αντι-αποικιοκρατία) θα διαφέρει από μέρος σε μέρος, από βιότοπο3 σε βιότοπο κλπ. Δεν υπάρχει κάποιο πλάνο που να ταιριάζει σε όλα (και δεν θα έπρεπε να υπάρχει) και η δημιουργία ενός τέτοιου πλάνου πήγαινε εντελώς κόντρα στις ισχυρές αναρχικές μας τάσεις.

Μπορούμε να σκεφθούμε για την κομμουνιστικοποίηση και τον απο-αποικισμό ως δυο πτυχές του ίδιου καιρικού συστήματος. Η κομμουνιστικοποίηση θα μπορούσε να επιτεθεί στις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις που υπάρχουν σε μια κατακτημένη γη, αλλά προφανώς δεν θα πήγαινε πολύ μακριά. Γράφουμε αυτές τις γραμμές από την κατεχόμενη περιοχή των Tongva4, γνωστής και με την αρχική της ονομασία Tovaangar, και δημιουργώντας απλά τον κομμουνισμό (αναρχία) χωρίς να κάνουμε καμμιά προσπάθεια να αποδοθούν οι περιοχές των αυτόχθονων στους αρχικούς κατοίκους τους δεν θα ήταν (για μια ακόμα φορά) κομμουνισμός. Ο απο-αποικισμός (αντι-αποικιοκρατία) μάς θυμίζει αυτό που πρέπει να γίνει.

Η σύζευξη της κομμουνιστικοποίησης και του απο-αποικισμού αναγνωρίζει, ιδιαίτερα με την διαρκώς εντεινόμενη κλιματική “αλλαγή”, ότι οι άποικοι δεν καταλαβαίνουν σε βάθος, ούτε καν επιφανειακά, την βαθιά φυσική ιστορία της γης στην οποία βρίσκονται. Εδώ, στην πόλη που αποκαλείται Λος Άντζελες, είμαστε διαρκώς αντιμέτωποι με τον αυξανόμενο κίνδυνο τεράστιων ανεξέλεγκτων δασικών πυρκαγιών. Αλλά οι ανεξέλεγκτες πυρκαγιές είναι ένα αρχαίο κομμάτι αυτού του τοπίου. Η οικολογία αυτού του τοπίου που έγινε διάσημη, μέσω της μαζικής συγκεκριμενοποίησής της [particularization], σ’ ολόκληρο τον κόσμο, εξαρτάται από τη φωτιά για την ανανέωσή του. Αυτό που έχει προκαλέσει μια αύξηση του κινδύνου για τους ανθρώπους δεν είναι μόνο η κλιματική αλλαγή που φέρνει λιγότερη βροχή και πιο ζεστό καιρό αλλά, επίσης, το γεγονός ότι η αμείωτη/αμετρίαστη καπιταλιστική ανάπτυξη έχει κάνει επικερδές την οικοδόμηση περιοχών σε σημεία που παλιά θα καίγονταν με ελάχιστη επίδραση στην ανθρώπινη ζωή: λόφοι, δάση στα βουνά κλπ.

Η κομμουνιστικοποίηση λειτουργεί διορθωτικά για τον μαρξισμό και τον αριστερό αναρχισμό που απλά καλούν για ένα διαφορετικό είδος διαχείρισης της παραγωγής (εργατική αυτοδιαχείριση, διαχείριση από το κράτος) αντί για ένα θεμελιακά διαφορετικό σύνολο κοινωνικών σχέσεων. Ακόμα και ο Μαρξ παρατηρεί ότι ο κομμουνισμός είναι μέρος της επιστροφής της ανθρώπινης κοινότητας σε μια επανασύνδεση με τη γη, αντί της προσπάθειας του καπιταλισμού να ελέγξει και να αποσπάσει από αυτήν όσο περισσότερη αξία γίνεται (αν και είμαστε κριτικο επίσης απένταντι στον ανθρωπισμό). Από την αρχή του αποικισμού, αυτόχθονες λαοί σε ολόκληρο τον κόσμο επαναλαμβάνουν ότι ο αποικιοκρατικός-καπιταλιστικός τρόπος ζωής δεν είναι απλά μια ανθρώπινη γενοκτονία αλλά και μια αμείωτη πράξη οικοκτονίας.

Έτσι καταλαβαίνουμε τα πράγματα. Είναι μια εργασία σε εξέλιξη, αλλά είναι η δική μας κατανόηση. Δεν μπορεί να υπάρξει “απο-αποικισμένο σοσιαλιστικό κράτος”, όπως ακριβώς δεν μπορεί να υπάρξει κάτι τέτοιο όπως ο “επιστημονικός σοσιαλισμός”. Ένας τρόπος ζωής δεν μπορεί να είναι επιστήμη. Αυτό που επιθυμούμε είναι να δούμε τη λέξη κομμουνισμό, ακόμα και τη λέξη αναρχία, να έχουν τελικά ξεχαστεί και αντί γι’ αυτό, να ζούμε σε έναν κόσμο στον οποίον να μπορούμε να συνδεόμαστε άμεσα με τη γη και μεταξύ μας, καταλαβαίνοντας ότι αυτή η αποσύνδεση είναι μια αλλοτρίωση πολύ αρχαιότερη από την αλλοτρίωσή μας εξαιτίας της εργασίας στον καπιταλισμό.

𝔢𝔡𝔦𝔠𝔦𝔬𝔫𝔢𝔰 𝔦𝔫𝔢𝔡𝔦𝔱𝔞𝔰

ένα αντιπολιτικό πρότζεκτ

για την αναρχία και τον κομμουνισμό

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://ediciones-ineditas.com/2019/09/08/communization-decolonization.

2 Κάνουμε εδώ τη διάκριση μεταξύ μαρξιστικού και μαρξικού, όπως και άλλοι θεωρητικοί υποστηρικτές της κομμουνιστικοποίησης. Κι αυτό επειδή βλέπουμε τις περισσότερες μαρξιστικές εκδοχές ως διαστρεβλώσεις της κριτικής της καπιταλιστικής οικονομίας από τον Μαρξ. Οπότε με τον όρο μαρξικός επισημαίνουμε ότι αυτές οι κατηγορίες και έννοιες αναπτύχθηκαν από τον ίδιο τον Μαρξ.

3 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο: bio-region.

4 Στμ. Οι Tongva είναι ένας λαός της Βόρειας Αμερικής στην Νότια Καλιφόρνια. Κατοίκησαν ιστορικά την περιοχή της κοιλάδας του Λος Άντζελες και στα Southern Channel Islands, ένα σύνολο νησιών στα ανοιχτά της σημερινής πόλης του Λος Άντζελες. Είναι επίσης γνωστοί και ως Gabrieleño και Fernandeño, από τα αντίστοιχα ονόματα των ισπανικών αποστολών που χτίστηκαν στην περιοχή τους. Μαζί με του γειτονικούς Chumash, οι Tongva ήταν ο πιο ισχυρός ιθαγενής λαός που κατοίκησε στην Νότια Καλιφόρνια. Την εποχή της επαφής με τους Ευρωπαίους πρέπει να αριθμούσαν γύρω στις 5 με 10 χιλιάδες άτομα.

Παγιδευμένος σ’ ένα πάρτυ που κανείς δεν σε γουστάρει

από το Surplus Club1

Το παρόν άρθρο γράφτηκε στους πρώτους μήνες του 2015. Είναι το αποτέλεσμα μιας σειράς συζητήσεων και διαβάσματος του Surplus Club στην Φρανκφούρτη πάνω στη θεματική της κρίσης συσσώρευσης του κεφαλαίου του 2007-2008 και της αύξησης του πλεονάζοντος πληθυσμού.

Η προοπτική στο δοκίμιο αυτό διαφέρει από άλλα άρθρα και αναλύσεις σχετικά με το ίδιο ζήτημα που δημοσιεύτηκαν τόσο στο Kosmoprolet όσο και στο Endnotes, ιδιαίτερα σχετικά με τον τρόπο που η τωρινή ποιότητα του πλεονάζοντος προλεταριάτου αναπτύσσεται παράλληλα με την ανάπτυξη της συσσώρευσης και τη συνακόλουθη υποτίμηση της συνολικής εργατικής δύναμης μέσω τόσο του άμεσου όσο και του έμμεσου μισθού. Συνολικά, ισχυριζόμαστε στο άρθρο ότι ο λεπτός χαρακτήρας του πλεονάζοντος προλεταριάτου μπορεί να συλληφθεί ενσωματώνοντας όχι μόνο μια ανάλυση της εργασίας αλλά επίσης τους παρόντες καθορισμούς του παγκόσμιου κεφαλαίου και του κράτους. Εξετάζουμε, περαιτέρω, το ερώτημα τι σημαίνει να συλλαμβάνει κανείς κατηγορίες της κοινωνικής κριτικής ως ταυτόχρονα αφηρημένες και συγκεκριμένες καθώς και τις ωδίνες που πολώνουν εξωτερικά αυτούς τους καθορισμούς, που συχνά καταλήγουν σε συζητήσεις κορεσμένες από έναν υπερβολικό εμπειρισμό ο οποίος έχει σαν αποτέλεσμα οι κατηγορίες της “διάκρισης”, του “αποκλεισμού” και της “αποβολής” να συσκοτίζουν αναγωγιστικά τις ανταγωνιστικές κοινωνικές διαδικασίες που συγκροτούν την σχέση κεφάλαιο-εργασία.

Το άρθρο δεν είναι με κανέναν τρόπο ένα “άρθρο θέσεων”, απλά αντανακλά και καταγράφει το επίπεδο και το εύρος της συζήτησης στο Surplus Club κατά τη στιγμή της συλλογικής συγγραφής του.

Εισαγωγή

Όταν εξετάζουμε την ανεργία, τον κοινωνικό αποκλεισμό ή την επισφάλεια είναι ανεπαρκές να καταφεύγουμε απλά στο εμπειρικό ερώτημα ποιες ομάδες ζουν κάτω από αυτές τις συνθήκες. Οι σύγχρονες κοινωνιολογικές ταυτότητες είναι οι ίδιες μορφές εμφάνισης, στιγμές της ολότητας της αναπαραγωγής της σχέσης κεφάλαιο-εργασία και εντός αυτής της σχέσης στιγμές της υποτίμησης του εμπορεύματος εργατική δύναμη, υποτίμηση που ξεδιπλώνεται μέσα από την κατηγορία του πλεονάζοντος προλεταριάτου.

Στο ξεκίνημα του 2015, σε όποιον ήλπιζε για μια ανάκαμψη των αγορών εργασίας, λέγεται να χαμηλώσει τις προσδοκίες του2. Αληθοφανείς απολογητικές για την ανθεκτική ανάκαμψη των ποσοστών ανεργίας και της δημιουργίας θέσεων εργασίας σκοντάφτουν στις διαρκώς αναθεωρούμενες προβλέψεις που αντανακλούν την αδράνεια των οικονομιών τόσο των χωρών με υψηλό ΑΕΠ όσο και των αναδυόμενων αγορών. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η περίοδος από την κρίση του 2007-08 μαρτυρεί άτονη οικονομική δραστηριότητα παρά τα άνευ προηγουμένου νομισματικά ερεθίσματα και τις ενέσεις ρευστότητας. Οι επιχειρηματικές επενδύσεις παραμένουν κυρίως στάσιμες, με τους παραγωγούς ενέργειας να περικόπτουν, πιο πρόσφατα, δραματικά τις συνολικές κεφαλαιακές επενδύσεις τους3. Ακόμα και η Κίνα “τραυλίζει” και μειώνει τις ορέξεις της για πρώτες ύλες4, ενώ η διατεινόμενη γερμανική ιστορία επιτυχίας δεν μπορεί να διαβαστεί χωρίς την εκδιπλωνόμενη διαδικασία της επισφαλούς συσσώρευσης κεφαλαίου μιας ραγδαία επιδεινούμενης Ευρωζώνης, και πάντως όχι ως ένας δείκτης μόνιμης ανάπτυξης5. Την ίδια στιγμή, η παγκόσμια οικονομία συνεχίζει να βρίσκει διέξοδο στην χωρίς περιορισμούς μόχλευση6, επιδεινώνοντας περαιτέρω τα ποσοστά πίστωσης-προς-ΑΕΠ, με το συνολικό παγκόσμιο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος να φτάνει, σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Κέντρου Νομισματικών και Τραπεζικών Μελετών [International Centre for Monetary and Banking Studies], στο 272% του ΑΕΠ των αναπτυγμένων χωρών το 20137. Ο πρόσφατος συναγερμός αντιπληθωρισμού σημαίνει αύξηση στην πραγματική αξία του υπάρχοντος κρατικού, επιχειρηματικού και οικιακού χρέους. Σε αντιστοιχία προς την δημοσιονομική προσέγγιση των υψηλότερων ελλειμάτων υπάρχει, από το 2010, η άμεση αγορά των κρατικών, εταιρικών και κτηματομεσιτικών ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες και η πληρωμή τους με φρεσκοτυπωμένο χρήμα – δηλαδή η “ποσοτική χαλάρωση”. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει, πιο πρόσφατα, ακολουθήσει την Federal Reserve, την Τράπεζα της Αγγλίας και την Τράπεζα της Ιαπωνίας στην πολιτική αυτή, παρά το γεγονός ότι έχει ακόμα να αποδείξει ότι αποτελεί η ίδια μια αποτελεσματική απάντηση στις επιβραδυνόμενες οικονομίες. Αντ’ αυτού, το χρήμα που δημιουργείται μπαίνει στο τραπεζικό σύστημα, “στυλώνοντας” τους ισολογισμούς του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και υποδαυλίζοντας φούσκες μέσα στα διάφορα περιουσιακά στοιχεία που υπάρχουν.

Από υλική άποψη, η κρίση του 2007-08 δεν έχει παρά

επιδεινώσει τις εργασιακές συνθήκες”

Αυτές οι συνθήκες διαγράφουν το πραγματικά πρωτοφανές περίγραμμα της παρούσας κρίσης συσσώρευσης κεφαλαίου που είναι, ταυτόχρονα, και μια κρίση της αναπαραγωγής της σχέσης κεφάλαιο-εργασία. Από την εποχή της οικονομικής αναδιάρθρωσης της δεκαετίας του 1970, η απορρύθμιση έχει επεκτείνει την ευελιξία των αγορών εργασίας και έχει επαναπροσανατολίσει θεμελιωδώς τις συνθήκες της ταξικής σχέσης. Ενώ η ανεργία παρέμεινε σε σχετική υποχώρηση κατά τη μεταπολεμική περίοδο – συνδυασμένη με τις διασφαλίσεις του κράτους πρόνοιας – οι εξελίξεις στη συσσώρευση του κεφαλαίου έκτοτε μαρτυρούν μια χωρίς προηγουμένο, σε όρους διάρκειας και συγκέντρωσης, αύξηση τόσο της ανεργίας όσο και της υποαπασχόλησης8. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 και μετά, και μέσω του ξηλώματος της κεϋνσιανής συμφωνίας σύνδεσηςμισθού-παραγωγικότητας” της μεταπολεμικής περιόδου, ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής πασχίζει να πολεμήσει το βάσανο των μειωνόμενων αποδόσεων. Η προσπάθεια διεξόδου της οικονομικής αναδιάρθρωσης συνίστατο στην επέκταση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και την αύξηση του ρυθμού εκμετάλλευσης9, σε μια προσπάθεια σταθεροποίησης και καθυστέρησης της ίδιας της εγγενούς τάσης υπονόμευσης της διαδικασίας αυτοαξιοποίησης του κεφαλαίου. Έτσι, ο 21ος αιώνας άνοιξε με την κυριαρχία της υποτίμησης της εργατικής δύναμης, κάτι που μόνο ενίσχυσε την απειλή της τάσης αυτής η οποία, σε συνδυασμό με τις δημοσιονομικές κρίσεις και την κρίση κρατικού χρέους που εκφράζονται με τη λιτότητα, συνεχίζει να οδηγεί σε μια ανελέητη απαθλίωση.

Από υλική άποψη, η κρίση του 2007-08 έχει μόνο επιδεινώσει τις εργασιακές συνθήκες, με το ποσοστό συμμετοχής της εργασίας, για παράδειγμα, να βρίσκεται τώρα στις ΗΠΑ σε χαμηλό 36-ετίας10, εξαλείφοντας οποιαδήποτε ειλικρινώς επαινούμενη δημιουργία χαμηλά αμοιβόμενων θέσεων εργασίας και τις καχεκτικές μέσες ωριαίες αποδοχές. Γι’ αυτό, το κομμάτι του προλεταριάτου που δεν χάνει τη δουλειά του ή δεν πετιέται εντελώς από την εργασιακή δύναμη – και για το οποίο οι στατιστικές ανεργίες έχουν πολύ λίγα να πουν – οι τύποι απασχόλησης που είναι ακόμα διαθέσιμοι είναι κυρίως προσωρινοί, μερικής απασχόλησης, αυτοαπασχόλησης, εποχικοί και, γενικά, επισφαλείς άτυπες μορφές χωρίς συμβατική εγγύηση αποζημίωσης. Έτσι, καθώς στην παρούσα στιγμή έχουμε μια υπερπαραγωγή κεφαλαίου, που αδυνατεί να βρει σταθερή επένδυση, η πραγματική ζήτηση εργασίας ακολουθεί αυτή την εξέλιξη και μειώνεται. Μέσω της κριτικής της πολιτικής οικονομίας, αυτά τα φαινόμενα βρίσκουν τη συστηματική τους έκφραση σ’ αυτό στο οποίο ο Μαρξ αναφέρεται ως “γενικό νόμο της συσσώρευσης του κεφαλαίου”. Εδώ η αναλογική επέκταση του συνολικού κεφαλαίου, αποτέλεσμα η ίδια της παραγωγικότητας της εργασίας και της επακόλουθης παραγωγής υπεραξίας, παράγει μια μάζα εργατών σχετικά περιττή για τις ανάγκες της διαδικασίας παραγωγής αξίας. Αυτή η τάση προκύπτει απλά από την ίδια τη φύση του κεφαλαίου11. Καθώς το κεφάλαιο αναπτύσσει την εργασία ως “προσάρτημα” της ίδιας της παραγωγικής του ικανότητας, μειώνει την αναλογία της αναγκαίας εργασίας που απαιτείται για την απόσπαση μιας δοσμένης ποσότητας υπεραξίας. Συνεπώς, ο λόγος της αναγκαίας εργασίας που χρειάζεται το κεφάλαιο μειώνεται διαρκώς. Αυτό συμβαίνει μέσω της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου για την οποία ο ανταγωνισμός μεταξύ κεφαλαίων επάγει την γενίκευση τεχνολογιών εξοικονόμησης εργασίας, όπως η αυτοματοποίηση, αυξάνοντας έτσι το σταθερό κεφάλαιο σε βάρος του μεταβλητού, με αποτέλεσμα μια σχετική μείωση στη ζήτηση της εργασίας12. Η παραγωγή αυτού του σχετικά πλεονάζοντος πληθυσμού είναι η υποτίμηση της συνολικής εργατικής δύναμης που παίρνει τη μορφή της απομάκρυνσης εργατών από την παραγωγική διαδικασία και της δυσκολίας απορρόφησης μέσω συνηθισμένων ή νομικά ρυθμισμένων καναλιών. Αν η εργατική δύναμη των εργατών δεν μπορεί να “πραγματωθεί”, δηλαδή αν δεν είναι αναγκαία για την “πραγμάτωση” του κεφαλαίου, τότε αυτή η εργατική δύναμη εμφανίζεται ως εξωτερική για τις συνθήκες της αναπαραγωγής της ίδιας της ύπαρξής της. Αυτό εξελίσσεται σε μια κρίση της αναπαραγωγής του προλεταριάτου, το οποίο περιτρυγίζεται από παντού από ανάγκες χωρίς να έχει τα μέσα για την επαρκή ικανοποίησή τους13.

Οπότε γιατί να δικαιολογήσει κανείς την έμφασή της στην παρούσα συγκυρία;”

Φίλοι έχουν επισημάνει ότι ο πλεονάζων πληθυσμός είναι ένα αναγκαίο προϊόν της συσσώρευσης του κεφαλαίου και, συνεπώς, μια δομική κατηγορία που απορρέει από την αναλογία αναγκαίας και πλεονάζουσας εργασίας. Είναι μια τάση που υπάρχει πάντα εκεί και είναι εγγενώς συστατική της σχέσης κεφάλαιο-εργασία, ανεξάρτητα από τις ιστορικές της διαμορφώσεις. Οπότε, γιατί να πρέπει κανείς να δικαιολογήσει την έμφασή της στην παρούσα συγκυρία; Άλλωστε, η έννοια του πλεονάζοντος πληθυσμού “εμπεριέχεται ήδη στην έννοια του ελεύθερου εργάτη που είναι πένητας: δυνητικά πένητας” (Grundrisse). Παραμένει, συνεπώς, το καθήκον να καταδείξουμε γιατί ο σχετικά πλεονάζων πληθυσμός είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της ταξικής σχέσης στην παρούσα στιγμή και ποιες είναι οι συνέπειες της σύγχρονης ταξικής πάλης.

Οι δυσκολίες μιας κατηγορίας

Μετά την αναδιάρθρωση της δεκαετίας του 1970, η συνεχιζόμενη θεαματική αναπαράσταση της επεκτεινόμενης ευμάρειας και πλήρους απασχόλησης που, φαινομενικά, θα οδηγούσαν σε μεγαλύτερη και σταθερότερη κοινωνική ολοκλήρωση σε σφαίρες της παραγωγής και της κατανάλωσης, αντιστράφηκε. Από τη στιγμή αυτής της “υποχώρησης”, η αμείωτη κεντρικότητα της παραγωγής έρχεται αντιμέτωπη με μια δομικά απομακρυνόμενη και εξασθενημένη θέση όσων απασχολούνται. Στη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου της κριτικής των Καταστασιακών, η θεαματική εμφάνιση του προλεταριάτου έχει μετατοπιστεί από τον ρόλο του ως εργατών σε αυτόν των καταναλωτών. Σήμερα, αντίθετα, η θεαματική εικόνα της προλεταριακής συνθήκης εμφανίζεται ως ένας “αποκλεισμός”, αναφερόμενη σε τμήματα του πληθυσμού που είναι μάλλον απίθανο να υποστούν εκμετάλλευση σε συνθήκες που θα τους έκαναν αξιοσέβαστους καταναλωτές. Περιγράφοντας τον γενικό νόμο της καπιταλιστικής συσσώρευσης, ο Μαρξ παρατηρεί, κατά την αποσαφήνιση της έννοιας του σχετικού πλεονάζοντος πληθυσμού, στάσιμες, “επιπλέουσες”14, λανθάνουσες και φτωχοποιητικές τάσεις. Συνεπώς, ξεκινώντας ήδη με τον Μαρξ, το φαινόμενο του πλεονάζοντος πληθυσμού αποκαλύπτει μια ετερογένεια των σύγχρονων εργασιακών συνθηκών σε μια λιγότερο ή περισσότερο δυναμική ταλάντωση μεταξύ των πόλων της απασχόλησης και της ανεργίας. Από την αλλοπρόσαλλη και ασταθή φύση της εποχικής, μερικής, άτυπης και αυτοαπασχολούμενης εργασίας15, στη δόλια άνοδο του “επιχειρηματισμού” υπό την “οικονομία διαμοιρασμού16,17 και των καθεστώτων της απλήρωτης μαθητείας· από τις εργατικές μεταναστεύσεις της υπαίθρου στους διαμένοντες στις παραγκουπόλεις των μητροπόλεων· από την με συμβόλαια επικυρωμένη παρωδία των φοιτητικών δανείων και το πολιτικό Ισλάμ18 μέχρι την καθολική αβεβαιότητα που αντιμετωπίζουν οι νεότερες γενιές – συνολικά, το προλεταριάτο, σήμερα, χρωματίζεται από μια άνευ προηγουμένου αντικειμενική επιβολή σημαντικής υποτίμησης της εργατικής δύναμης, που θέτει τις συνθήκες αναπαραγωγής του υπό πλήρη αμφισβήτηση. Ως τέτοιο, το τράβηγμα μιας απόλυτης γραμμής ανάμεσα στην απασχόληση και την ανεργία, για τη σύλληψη της δυναμικής του πλεονάζοντος πληθυσμού, μοιάζει εξαιρετικά ανεπακής για την κατανόησή του ως απορρέοντος από την ιστορική ανάπτυξη της συσσώρευσης του κεφαλαίου. Αντίθετα, για να αντισταθούμε στον πειρασμό να εστιάσουμε απλά στην αμεσότητα του δεδομένου – και, εκτός από αυτόν, στη γοητεία που περιβάλλει το παρατσούκλι “συγκεκριμένο” – προσπαθούμε να διαφωτίσουμε την ουσία της έννοιας του σχετικού πλεονάζοντος πληθυσμού ως μιας κατηγορίας κοινωνικής διαμεσολάβησης που ξεδιπλώνει την αυτοαναπαραγώμενη ολότητα του κεφαλαίου.

Ο Αντόρνο παρατηρεί ότι[η] κοινωνία γίνεται άμεσα αντιληπτή εκεί που πονά”

Ο Αντόρνο παρατηρεί ότι “[η] κοινωνία γίνεται άμεσα αντιληπτή εκεί που πονά”. Στην πραγματικότητα δεν λείπουν οι συναισθηματικά και αισθηματικά προκαλούμενες εικόνες που παρουσιάζουν στο κοινό τους τις συνθήκες της δομικής ανεργίας. Περισσεύουν οι πειρασμοί για την προσκόλληση στην αμεσότητα των ηθικιστικών κατηγοριών της διάκρισης, του αποκλεισμού και της αποβολής που, στην καλλίτερη περίπτωση, δεν μπορούν να προάγουν παρά τη δίκαιη κατανομή της εκμετάλλευσης.

Φημισμένοι πολιτικοί φορείς όπως το “πλήθος”, το “πρεκαριάτο” και οι “αποκλεισμένοι” – που όλοι επιδιώκουν, ολόψυχα, να θριαμβεύσουν επί της ανισότητας κάτω από τη σημαία της πλήρους απασχόλησης με επίκεντρο την οριζοντιότητα – συσκοτίζουν την αλήθεια της ταξικής σχέσης, εξυμνώντας έναν στενό πρακτικισμό στην υπηρεσία αυτού ακριβώς που απλά συμβαίνει19. Αποτέλεσμα αυτών των επιφανειακών παρατηρήσεων είναι η παραίτηση από τον κομμουνισμό και η στροφή στον εξισωτισμό και τον κομμουναλισμό20, από την κριτική στην ηθική έγνοια. Διαιρέσεις σχετικά με τις ταυτότητες, κατά μήκος μιας ιεραρχίας προνομίων ή καταπίεσης, φέρουν μικρό εννοιολογικό βάρος πέρα από την δειγματική21 αποθέωση όσων είναι στο περιθώριο και την πραγμοποίηση της αποστέρησης. Παρ’ όλο που η ουσία μιας κατηγορίας δεν μπορεί παρά να συλληφθεί μέσω των μορφών της εμφάνισής της, ο κριτικός στοχασμός παρακινείται να προχωρήσει πέρα από αυτές τις αμεσότητες χωρίς να οδηγεί σε κενές αφαιρέσεις22.

Η αντίληψη του Μαρξ για τον σχετικό πλεονάζοντα πληθυσμό αναφέρεται σε δομικά φαινόμενα μιας αντιφατικής ολότητας και δεν αποτελεί μια συνηθισμένη23 κοινωνιολογική κατηγορία. Ως τέτοιες, οι εμπειρικά δοσμένες συνθήκες του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής είναι μόνο στιγμές που μεθοδολογικά αποκαλύπτουν αντικειμενικές νομοειδείς24 τάσεις για τις οποίες το κεφάλαιο θέτει τις ίδιες τις συνθήκες ύπαρξής του. Όπως έχει ειπωθεί νωρίτερα, “[το] συγκεκριμένο είναι συγκεκριμένο επειδή είναι η συμπύκνωση πολλών καθορισμών, συνεπώς ενότητα του διαφορετικού” (Grundrisse)25. Οι κατηγορίες της κριτικής της πολιτικής οικονομίας δεν μπορούν να αναχθούν απλά σε μια ολοφάνερα εμπειρικιστική προοπτική ευρισκόμενη υπό την ποσοτική βασιλεία των γεγονότων26. Απέναντι στον θετικισμό της υπόθεσης των κοινωνικών γεγονότων καθεαυτά, η αμεσότητα των συνθηκών των πλεοναζόντων πληθυσμών πρέπει να αποκαλύπτει βαθύτερες διαμεσολαβήσεις, οι οποίες μπορούν να βρεθούν στην έννοια της τάξης στον βαθμό που η τάξη δεν αναφέρεται σε ένα σύνολο ατόμων που μοιράζονται κοινά γνωρίσματα, όπως το εισόδημα, η συνείδηση, οι πολιτισμικές συνήθειες [ήθη και έθιμα] κλπ. αλλά είναι, αντίθετα, μια εγγενώς ανταγωνιστική σχέση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία που δομεί τις ζωές των ατόμων27,28. Αυστηρά μιλώντας, δεν μπορεί να υπάρχει κάτι τέτοιο όπως το ταξικόανήκειν29. Μια τέτοια κατανόηση δεν μπορεί να συμβάλλει παρά σε έναν “εργαλειακό χειρισμό” της προοπτικής της ολότητας, προοπτική χωρίς την οποία η τάξη καταρρέει απέναντι σε μια χωρική σχηματικότητα διακεκριμένων “σφαιρών”, “επιπέδων” ή “συγκεκριμενοποιήσεων”. Δεν υπάρχει μοναδικός αιτιακός καθορισμός αλλά διαφορετικές στιγμές μιας ολότητας της ταξικής σχέσης κεφάλαιο-εργασία από την οποία παράγεται το φαινόμενο του σχετικού πλεονάζοντος πληθυσμού.

Η έννοια του σχετικού πλεονάζοντος πληθυσμού δεν είναι μια εμπειρική κατηγορία και παρ’ όλα αυτά ενσωματώνει εντός της το ίδιο το συγκεκριμένο”

Αναλύοντας τον πλεονάζοντα πληθυσμό γίνεται φανερό ότι μια διατεταγμένη συνάθροιση της κοινωνικής τραγωδίας, ανυψωμένη μέσω μιας ποσοτικής γεγονικότητας [facticity], δεν μπορεί να γίνει υποκατάστατο εμμενούς κριτικής. Η έννοια του σχετικού πλεονάζοντος πληθυσμού δεν είναι μια εμπειρική κατηγορία και παρ’ όλα αυτά ενσωματώνει εντός της το ίδιο το συγκεκριμένο. Όντας ταυτόχρονα συγκεκριμένη και αφηρημένη έννοια, ο σχετικός πλεονάζων πληθυσμός είναι ταυτόχρονα τόσο ένα άμεσα παρατηρήσιμο όσο και μια καθολική συνιστώσα της διαδικασίας συσσώρευσης30. Το πλεονάζον προλεταριάτο είναι μια ποιοτική κατηγορία της παραγωγικότητας της εργασίας που έχει ποσοτικές διαστάσεις επειδή η παραγωγικότητα της εργασίας καθορίζεται από τον λόγο του σταθερού προς το μεταβλητό κεφάλαιο. Χωρίς αυτή την κατανόηση, κάποιος κινδυνεύει να περιπέσει στην υπόθεση ότι οι απασχολούμενοι και οι άνεργοι μάλλον συνιστούν δυο διαφορετικά τμήματα του πληθυσμού και όχι μια δυναμική της σχέσης κεφάλαιο-εργασία. Αυτή η δυναμική χαρακτηρίζεται από την ανασφάλεια στην πραγμάτωση της εργατικής δύναμης απέναντι στην άνεση του κεφαλαίου να αυξάνει την υπερεργασία και όχι από μια κοινωνιολογική ταξινομία του φαινομένου ως προς την οποία οργανώνονται τα άτομα. Έχει παρατηρηθεί ότι ο χρήσιμος χαρακτηρισμός του Mike Davis ως ενός “συνεχούς”, μάλλον, παρά ενός οξέος συνόρου μεταξύ των απασχολούμενων και των ανέργων, είναι μια πιο κατάλληλη περιγραφή31. Ορίζοντας κανείς το πλεονάζον προλεταριάτο ως ένα συνεχές έχει τη δυνατότητα να συλλάβει το φαινόμενο ως μια γενική δυναμική που υπάρχει στη σχέση κεφάλαιο-εργασία, μια δυναμική που σηματοδοτεί άτομα που κινούνται ξέφρενα στο φάσμα της ανεργίας, της υποαπασχόλησης και της απασχόλησης με έναν άνευ προηγουμένου ρυθμό επισφαλούς μετάβασης. Γι’ αυτό το πλεονάζον προλεταριάτο εκφράζει την αλήθεια της ταξικής κινητικότητας. Το ζήτημα είναι να διαρραγεί ένας πάγιος διαχωρισμός ανάμεσα στους απασχολούμενους και τους ανέργους, λες κι αυτοί αποτελούν στατικές θέσεις μέσα στην οικονομία. Το πρόβλημα του πλεονάζοντος προλεταριάτου δεν ανάγεται στο φαινομενικά απλό ζήτημα ποιος δουλεύει και ποιος όχι αλλά μια δυναμική που διατρέχει και συγκροτεί κάθε μια από αυτές τις θέσεις. Ο αποκλεισμός από την τυπική αγορά εργασίας προκύπτει από μια αντίθεση που είναι εμπεδωμένη μέσα στην ίδια τη μισθωτή σχέση. Όσοι είναι μακροχρόνια ανεργοι είναι τόσο μέρος της [διαδικασίας] παραγωγής όσο και προϊόν της. Η ανεργία πρέπει λοιπόν να συλληφθεί ως μια κατηγορία της εκμετάλλευσης και όχι ως κάτι εξωτερικό προς αυτήν. Επιπλέον, η διάχυτη υποαπασχόληση μεταφράζεται τόσο σε έναν μηχανισμό πειθάρχησης από το κεφάλαιο για όσους απασχολούνται σε φαινομενικά σταθερές θέσεις όσο και ως ένα μέσο για τη μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης και την αύξηση του ρυθμού εκμετάλλευσης. Οι συμβασιούχοι εργάτες πρέπει να “ανακαλύψουν ότι ο βαθμός της έντασης του ανταγωνισμού μεταξύ τους εξαρτάται αποκλειστικά από τον σχετικό πλεονάζοντα πληθυσμό” (Μαρξ). Μ’ αυτή την έννοια, δεν υπάρχει τίποτα πλεονάζον στο πλεονάζον προλεταριάτο. Το πλεονάζον προλεταριάτο είναι στην πραγματικότητα μια δυναμική εντός του προλεταριάτου ως έννοιας. Εξαιτίας αυτού, μπορούμε να πούμε περαιτέρω ότι, όπως και ο αντικειμενικός ανταγωνισμός της ίδιας της ταξικής σχέσης, η δομή του πλεονάζοντος προλεταριάτου διαποτίζει τη ζωή κάθε ατόμου με διαφοροποιημένους τρόπους χωρίς, παρ’ όλα αυτά, να ανάγεται σε μια ταυτότητα. Η ολότητα του πλεονάζοντος προλεταριάτου, όπως παράγεται από τη σχέση κεφάλαιο-εργασία και την επιταγή της υποτίμησης της συνολικής αξίας της εργατικής δύναμης, είναι παρουσα σε όλα τα άτομα32.

Το πλεονάζον προλεταριάτο σήμερα

Η “καινοτομία” της παραγωγής του πλεονάζοντος προλεταριάτου στην παρούσα στιγμή μπορεί να προσεγγιστεί από τις τρείς προοπτικές – της εργασίας, του κεφαλαίου και του κράτους αντίστοιχα – κάθε μια από τις οποίες αποκαλύπτει αποχρώσεις σχετικά με το παρόν χάσμα ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση για εργασία. Η τωρινή πρόσβαση στις αγορές εργασίας με συμβάσεις διαμορφώνεται βίαια στις συνθήκες ενός ελαστικοποιημένου εργατικού δυναμικού και πρόχειρων συμβάσεων εργασίας σε τέτοιο βαθμό που να καθιστά τους περισσότερους απασχολούμενους ήδη μισο-άνεργους. Η δραστηριότητα του πλεονάζοντος προλεταριάτου προϋποθέτει τον αποκλεισμό του από την αγορά εργασίας ως μιας συνθήκης για την είσοδό του σ’ αυτήν. Οι καινούργιες τυμπανοκρουσίες του “επιχειρηματισμού”, σύμφωνα με τις οποίες οποιοσδήποτε μπορεί να γίνει δάσκαλος, οδηγός ταξί ή διευθυντής ενός μοτέλ, δεν είναι παρά η γλώσσα ενός εργατικού δυναμικού που εντατικοποιεί τον ανταγωνισμό στο εσωτερικό του. Η αυτοαπασχόληση, που κάποτε εμφανιζόταν ως ένα σημάδι επιτυχίας, τώρα σηματοδοτεί την παρέλαση της εξατομίκευσης που βαδίζει σταθερά προς τον απόλυτο κίνδυνο. Επιπλέον, από τη δεκαετία του 1990 και μετά, όσοι ζούνε κοντά ή κάτω από το όριο της φτώχειας, ως αποτελέσματος μιας μέτριας αγοράς εργασίας, εξαρτώνται όλο και περισσότερο από τον χαμηλότοκο καταναλωτικό δανεισμό για να μπορέσουν να ενισχύσουν κάπως τους αποδυναμωμένους μισθούς τους.

Επιπλέον, οι ανταγωνιστικές σχέσεις εντός του πλεονάζοντος προλεταριάτου τείνουν να εκφράζονται κατά μήκος διαφορών φύλου, φυλής και γενιάς”

Για όλους αυτούς τους λόγους, μπορεί να ειπωθεί ότι η αναδιάρθρωση έχει μετατοπίσει ποιοτικά το προλεταριάτο από την κατάσταση της δυνητικής πενίας σ’ αυτό που έχει περιγραφεί ως συγκεκριμένη λουμπενοποίηση33. Αν, κατά τη διάρκεια των μέσων του 19ου αιώνα, το πλεονάζον προλεταριάτο συνίστατο στην δυνητική φτωχοποίηση του ελεύθερου εργάτη, η αναδιάρθρωση των δεκαετιών του 1970 και 1980 έχει καθιερώσει την συγκεκριμένη “υλοποίηση” του δυνητικού πένητα ως μιας μόνιμης συνθήκης του προλεταριάτου στη σχέση του με το κεφάλαιο. Ως τέτοιο, το πλεονάζον προλεταριάτο αναφέρεται στην παρούσα θέση της εργατικής δύναμης στη δυσκολία της να επιβεβαιώσει και πραγματώσει την κοινωνική της θέση μέσω – και εξαιτίας – της μισθωτής σχέσης. Επιπλέον, οι ανταγωνιστικές σχέσεις εντός του πλεονάζοντος προλεταριάτου τείνουν να εκφράζονται κατά μήκος διαφορών φύλου, φυλής και γενιάς34.

Αυτές οι εξελίξεις μέσα στις αγορές εργασίας σηματοδοτούν μια κρίση αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης. Πράγματι, για τον Μαρξ, όπως γράφει στα Grundrisse, είναι τα μέσα απασχόλησης που χαρακτηρίζουν το πλεονάζον προλεταριάτο: “αυτό θα πρέπει να κατανοηθεί γενικότερα, και σχετίζεται με την κοινωνική διαμεσολάβηση ως τέτοια, μέσω της οποίας το άτομο αποκτά πρόσβαση στα μέσα της αναπαραγωγής του και τα δημιουργεί”. Προσπάθειες να ορίσουμε το πλεονάζον προλεταριάτο απλά ως μια συγκεκριμένη θέση μέσα στην παραγωγική διαδικασία αποτυγχάνουν να συλλάβουν τη δυναμική του σύμφωνα με μια μορφή κοινωνικής διαμεσολάβησης και σε σχέση με τη σφαίρα της αναπαραγωγής. Αν την παρούσα στιγμή το κεφάλαιο δεν εγγυάται πλέον την κανονικότητα και την επάρκεια της μισθωτής σχέσης στην αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, το προλεταριάτο εισέρχεται σε μια κρίση στο επίπεδο της ίδιας της αναπαραγωγής του. Το πλεονάζον προλεταριάτο είναι συνεπώς η έκφραση της επίθεσης του κεφαλαίου στην αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, μια θέση σε οξεία αντίθεση με την μεταπολεμική σοσιαλδημοκρατία, για την οποία οι ισχυρότεροι μισθοί και οι μεγαλύτερες δαπάνες για το κοινωνικό κράτος χαρακτήριζαν τις συνθήκες εκμετάλλευσης. Στη διάρκεια [της αναδιάρθρωσης], το κεφάλαιο αρνήθηκε την συμφωνία του με την εργασία, συμφωνία που είχε ως στόχο μια ενσωμάτωση της εργασίας στη διαδικασία της συσσώρευσης. Μπορεί επίσης να ειπωθεί ότι αυτή η ρηγμάτωση στη διαδικασία της αναπαραγωγής των ταξικών σχέσεων ήταν μια αντίδραση του κεφαλαίου στον κύκλο ταξικών αγώνων στις δεκεαετίες του 1960 και 1970, δεκαετίες στις οποίες το προλεταριάτο άσκησε πίεση στην προηγούμενη συμφωνία μισθού-παραγωγικότητας πετυχαίνοντας να αποσπάσει μαζικές αυξήσεις, αυξάνοντας έτσι το κόστος αναπαραγωγής του εργατικού δυναμικού35. Σε αντίθεση μ’ αυτή την κατάσταση, η σημερινή έκφραση του πλεονάζοντος προλεταριάτου είναι η μόνιμη απαξίωση της εργατικής δύναμης, αξεδιάλυτα συνδεδεμένης με την απαξίωση κεφαλαίου που αυτή τη στιγμή επιταχύνεται μέσα στην κρίση. Το προλεταριάτο των παγκόσμιων παραγκουπόλεων και γκέτο είναι μόνο η συμπυκνωμένη μορφή αυτής της συνολικής κρίσης αναπαραγωγής. Αυτή η διαδικασία, στην οποία ο Robert Kurz έχει αναφερθεί ως ένα “σπιράλ απαξίωσης”36, διαγράφει το περίγραμμα μιας εποχής βραδείας ανάπτυξης δίπλα-δίπλα με τον πολλαπλασιασμό του πλεονάζοντος προλεταριάτου και την κρίση αναπαραγωγής του37. Η ασφαλέστερη πρόβλεψη είναι αυτή της σταδιακής επιδείνωσης που θα διαρκέσει για δεκαετίες.

Η άλλη πλευρά αυτού του νομίσματος είναι ότι αυτή η ανάπτυξη υπονομεύει επίσης την ίδια την αυτοπροϋπόθεση του κεφαλαίου για την παραγωγή αξίας:

την ανθρώπινη εργατική δύναμη”

Ως μια δυναμική της σχέσης κεφάλαιο-εργασία, ο σχετικός πλεονάζων πληθυσμός αναδύεται από την παρούσα κρίση. Η απλή επίκληση του “εφεδρικού βιομηχανικού στρατού’ – για τον οποίο ο όρος “εφεδρικός” με τη συσχέτισή του με μια δυναμική τροχιά “χρησιμοποίησης” δεν συλλαμβάνει πλέον τις συνθήκες του πλεονάζοντος προλεταριάτου – δεν αποκαλύπτει πολλά για την παρούσα συγκυρία – με άλλα λόγια, ότι η αύξηση του πλεονάζοντος προλεταριάτου δεν μπορεί να γίνει κατανοητή ως μια αποκλειστική κρίση της εργασίας αλλά είναι ενδεικτική των τωρινών περιορισμών στη συσσώρευση του κεφαλαίου38. Αυτή η κρίση αναγκάζει το κεφάλαιο να επιταχύνει τη διαδικασία αύξησης της παραγωγικότητας του προλεταριάτου για να μειώσει την αναλογία της αναγκαίας εργασίας, δηλαδή – σε μαρξικούς όρους – να αυξήσει την οργανική σύνθεση του κεφαλαίου. Η άλλη πλευρά αυτού του νομίσματος είναι ότι αυτή η ανάπτυξη υπονομεύει επίσης την ίδια την αυτοπροϋπόθεση του κεφαλαίου για την παραγωγή αξίας: την ανθρώπινη εργατική δύναμη.

Επιπλέον, η όποια βιομηχανοποίηση έλαβε χώρα τις τελευταίες δεκαετίες – ωθούμενη, ως επί το πλείστον, από την απελευθέρωση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου – δύσκολα μπορεί να ειπωθεί ότι χαρακτηρίζεται από ένταση-εργασίας, και απασχολεί έναν αναλογικά μικρότερο αριθμό προλεταρίων σε σχέση με προγενέστερες περιόδους και τομείς της βιομηχανίας του 20ου αιώνα. Για παράδειγμα, θεωρώντας την οικονομική ανάπτυξη των αγορών των BRICS (δηλαδή Βραζιλίας, Ρωσίας, Ινδίας, Κίνας και Νότιας Αφρικής) φυσικά και μπορεί να παρατηρηθεί ότι στις περιοχές αυτές η συσσώρευση του κεφαλαίου έχει εξελιχθεί, πρόσφατα, με ταχύτερους ρυθμούς από τις οικονομίες που αναπτύχθηκαν σε μια προγενέστερη περίοδο. Πραγματικά οι χώρες αυτές, και πιο αξιοσημείωτα η Κίνα και η Ινδία, έχουν δει επιταχυνόμενους ρυθμούς ανάπτυξης συνοδευόμενους από σημαντικές γεωγραφικές μετατοπίσεις στην παγκόσμια βιομηχανική παραγωγή και απασχόληση. Όμως, μέσα σ’ αυτές τις αγορές, και ήδη από τη δεκεαετία του 1989, υπάρχει μια μικρή μόνο αύξηση της απασχόλησης στη βιομηχανία ως ποσοστού της συνολικής απασχόλησης39, με την απασχόληση στους μη γεωργικούς τομείς να κινείται πρωτίστως προς τον τομέα των υπηρεσιών, ιδιαίτερα στη Βραζιλία. Ως ποσοστό, για παράδειγμα, του συνολικού εργατικού δυναμικού στην Κίνα και την Ινδία, η αναλογία της απασχόλησης στη βιομηχανία μόλις που αγγίζει το 15%. Επιπρόσθετα, στην Κίνα, από τη δεκαετία του 1990, υπάρχει μια σταδιακή μείωση στον αριθμό των προλεταρίων που είναι ενεργοί μέσα στην παραγωγική διαδικασία σχετικά με τον συνολικό πληθυσμό40. Εδώ, παρά το γεγονός ότι έχει υπάρξει επέκταση των βιομηχανικών εργασιών κατά την ίδια περίοδο, αυτό δεν είχε σαν αποτέλεσμα μια αυτόματη αύξηση στο μέγεθος του εργατικού δυναμικού αλλά μάλλον τη μείωσή του. Καθώς η Κίνα χάνει θέσεις εργασίας στη βιομηχανία στις παλιές βιομηχανίες της, οι οποίες μεταφέρονται σε περιοχές της Νοτιοανατολικής Ασίας με ακόμα μεγαλύτερη υποτίμηση της εργατικής δύναμης (για παράδειγμα, Καμπότζη, Βιετνάμ, Μπαγκλαντές), οι νεο-αναδυόμενες βιομηχανίες “έχουν την τάση να απορροφούν λιγότερη εργασία σχετικά με τον ρυθμό ανάπτυξης”41. Εδώ η περιγραφή του Μαρξ για τον λανθάνοντα πλεονάζοντα πληθυσμό φέρει μια αξιοσημείωτη ομοιότητα με την αστικοποιημένη και μεταναστεύουσα εργατική δύναμη του κινέζικου πλεονάζοντος προλεταριάτου42, του οποίου οι αναγκαστικές “αποστολές”, τόσο στην ίδια την ενδοχώρα όσο και στις διάφορες ηπείρους – αποτέλεσμα της καπιταλιστικοποίησης της γεωργίας – μαστίζονται από αβεβαιότητα43.

Η παγκόσμια καθήλωση του αριθμού των βιομηχανικών εργατών ως ποσοστού του συνολικού εργατικού δυναμικού συσχετίζεται με έναν επεκτεινόμενο τομέα υπηρεσιών, με χαμηλές αμοιβές, που χαρακτηρίζεται από εργασιακή ευελιξία για το πλεονάζον προλεταριάτο. Ως τέτοια, παρ’ όλο που η καπιταλιστικοποίηση των αναδυόμενων αγορών ίσως μειώνει τον απόλυτο αριθμό των φτωχών σ’ αυτές τις χώρες, αυτή η διαδικασία συνεπάγεται πρωτίστως την αύξηση της χαμηλόμισθης εργασίας. Οι επικοινωνίες και η διάδοση των υπολογιστών στην Ινδία μπορεί να αποφέρουν υψηλότερους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ, αλλά η αυξανόμενη ανεργία παραμένει ο κανόνας. Επιπλέον, στο παρελθόν, οι κρατικές δαπάνες στις χώρες των BRICS συγκάλυπταν την πραγματικότητα μια εκβιομηχάνισης που δεν απορροφούσε εργατικό δυναμικό σε έναν ρυθμό αντίστοιχο με την αύξηση του ρυθμού συσσώρευσης. Αυτά τα δίχτυα ασφαλείας, που συχνά έπαιρναν τη μορφή επιδοτήσεων για τη αγορά ειδών πρώτης ανάγκης, τώρα καταστρέφονται, ως επί το πλείστον, μέσα από τις ιδιωτικοποιήσεις και τη λιτότητα.

Η παρούσα κρίση παίρνει τη μορφή μιας γενικευμένης υποτίμησης”

Το κύριο πρόβλημα για το κεφάλαιο στην παρούσα κρίση θα μπορούσε να εκφραστεί με την ακόλουθη ταυτολογία: το κεφάλαιο αναγκάζεται να καταστήσει την εργασία πιο παραγωγική και για να το κάνει αυτό χρειάζεται περισσότερο κεφάλαιο. Όμως, απέναντι στο ιστορικό υπόβαθρο μιας ήδη πολύ υψηλής οργανικής σύνθεσης, το ελάχιστο κεφάλαιο που θα πρέπει να επενδυθεί ώστε να υπάρξει μια συγκεκριμένη επιστροφή κέρδους είναι πάρα πολύ υψηλό. Οπότε, για να αποκτήσει περισσότερο από το αναγκαίο προς επένδυση κεφάλαιο, το κεφάλαιο πρέπει να κάνει την εργασία πιο παραγωγική44. Εξαιτίας αυτής της ταυτολογίας ή απορίας45, το κεφάλαιο όλο και περισσότερο “δραπετεύει” από τη σφαίρα της παραγωγής και βρίσκει καταφύγιο επενδύοντας στις χρηματαγορές, στις οποίες μοιάζει να είναι ευκολότερο να βγάλει κέρδη από την κερδοσκοπία με την αγορά συναλλάγματος, τα κρατικά ταμεία ή την αγορά ακινήτων κ.λπ. Αυτή η τάση μπορεί να περιγραφεί επίσης σαν μια απόδραση από υπαγωγή στην αυστηρή εφαρμογή του νόμου της αξίας – μια απόδραση που, εν τέλει, δεν μπορεί ποτέ να είναι επιτυχής.

Η παρούσα κρίση παίρνει τη μορφή μιας γενικευμένης απαξίωσης η οποία, εκτός από το ότι συνεπάγεται αναδιαμορφωμένους όρους εκμετάλλευσης, προκαλεί και δημοσιονομικά αδιέξοδα ως αποτέλεσμα των εξωφρενικών δαπανών για τα δημοσιονομικά ελλείματα. Το κράτος είναι ταυτόχρονα η προϋπόθεση και το αποτέλεσμα συνθηκών συσσώρευσης του κεφαλαίου. Η παρούσα κρίση του κεφαλαίου εκφράζεται η ίδια και ως μια κρίση του κράτους, η οποία, στη συνέχεια εμφανίζεται ως νομισματική ενίσχυση, ενέσεις ρευστότητας, λιτότητα και, στο τέλος, καταστολή. Η αστυνομία είναι συγκεντρωμένη σε περιοχές άδειες από κεφάλαιο. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, η κρατική διαχείριση του πλεονάζοντος προλεταριάτου αντιστοιχεί σε μια παγκοσμιοποιημένη γεωγραφική ζωνοποίηση του εργατικού δυναμικού που αναμένεται να αποκτήσει αυξανόμενη σπουδαιότητα σύμφωνα, για παράδειγμα, με τις μαζικές μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές καθώς και μια αστική και προαστιακή κοινωνική διαίρεση της εργασίας.

Από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο κι ύστερα, η ανακούφιση της φτώχειας εφαρμοζόταν με τη μορφή μιας μαζικής καταστροφής και υποτίμησης κεφαλαίου. Τότε, το κράτος προσανατολίστηκε κυρίως στην σταθεροποίηση της κρίσης, αυξάνοντας διαρκώς τις δαπάνες που μεγάλωναν το έλλειμμα, διαδικασία που, με τη σειρά της, εξασφάλισε την κεϋνσιανή συμφωνία ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία46. Ενώ αυτή η συμφωνία έφτασε τελικά σε ένα τέρμα με την κρίση της δεκαετίας του 1970, η περίοδος 2007-08 επιβεβαίωσε την σαθρότητα μιας τέτοιας προσέγγισης στην επίτευξη πραγματικής οικονομικής ανάπτυξης. Αυτή τη στιγμή, ο ρόλος του κράτους, άσχετα από τις σοσιαλδημοκρατικές του επιφάσεις47, είναι η συνεχιζόμενη λιτότητα, μέσα από την οποία το κράτος μειώνει το μερίδιό του στο κόστος της αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης – μια πολιτική που έχει αναπόφευκτα ως αποτέλεσμα μεγαλύτερη εγκληματ(ικ)οποίηση και καταστολή48. Το κράτος, ως μια διαμεσολαβητική στιγμή της συνολικής υποτίμησης της εργατικής δύναμης, μπορεί να ειδωθεί πιο έντονα αυτή τη στιγμή στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, στις κυβερνήσεις των οποίων οι δανειστές επιβάλλουν, για παράδειγμα, να μειώσουν τον αριθμό των δημοσίων αργιών, το κόστος των υπερωριών και των πακέτων αποζημιώσεων απόλυσης, να διαλύσουν τις διαπραγματεύσεις για συλλογικές συμβάσεις και γενικά να καταργήσουν τις δημόσιες δαπάνες για το κράτος πρόνοιας, δηλαδή τον έμμεσο μισθό. Εδώ το κράτος χάνει την ενοποιητική ισχύ του και η δυνατότητα πολιτικής διαμεσολάβησης τείνει να εξαφανιστεί. Δεν είναι λοιπόν συμπτωματικό ότι οι κοινωνικοί αγώνες τα τελευταία χρόνια εκεί συνίστανται όλο και περισσότερο σε μια ευθεία αναμέτρηση με το κράτος49. Στο παρελθόν, το κράτος ήταν ο σταθεροποιητής της κρίσης.

Όμως, η κεϋνσιανή λύση δεν αποτελεί πλέον μια επιλογή εξαιτίας της χρεοκοπίας του κράτους, μετά την χρηματοδότηση της ιδιωτικής σφαίρας και του υψηλού δανεισμού καθ’ όλη την μεταπολεμική περίοδο. Στο παρελθόν, η αναπαραγωγή του πλεονάζοντος προλεταριάτου μπορούσε να διαμεσολαβηθεί από τα έσοδα προϋπάρχουσας υπεραξίας που διανέμονταν μέσω των κρατικών δαπανών και των κοινωνικών επιδομάτων. Σ’ αυτό το σενάριο, πιο εύλογο πριν την οικονομική αναδιάρθρωση της δεκαετίας του 1970, ο έμμεσος μισθός του πλεονάζοντος προλεταριάτου φιλτραριζόταν μέσα από την φορολόγηση των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Τώρα, όμως, το ίδιο το κράτος είναι σε κρίση και αδυνατεί πλέον να εγγυηθεί την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης. Αυτή η ανικανότητα είναι μια έκφραση της παγκόσμιας υποτίμησης της εργατικής δύναμης, που οδηγεί σε μια χωρίς σύγκριση έκρηξη μιας γενιάς πλεοναζόντων προλεταρίων με ζοφερό μέλλον.

Οι αγώνες του πλεονάζοντος προλεταριάτου

Απέναντι στον επιπόλαιο χαρακτήρα ανάμεικτων σημαδιών, μπορούμε να προειδοποιήσουμε τώρα τους αναγνώστες ώστε να συγκρατήσουν δύο έγνοιες που ίσως ανακύψουν – πιθανά αδιέξοδα που, ουσιαστικά, εκφράζουν τις δυο όψεις του ίδιου νομίσματος: την εξιδανίκευση της εργασίας είτε στην παλιά της δόξα είτε στην παρούσα μεταβλητότητά της. Πρώτον, η σε εξέλιξη κουβέντα για τα φαινόμενα σχετικά με το πλεονάζον προλεταριάτο στην παρούσα στιγμή δεν θα πρέπει να γίνει κατανοητή ως ένας θρήνος για την περιθωριοποίηση αυτού που συνήθως φανταζόμαστε ως έναν κλασσικό παραγωγικό εργάτη με το χέρι “βαρύ” στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, που χαρακτήριζε, ίσως, παλιότερες περιόδους. Αν μη τι άλλο, η παρούσα συγκυρία σηματοδοτεί την ένδεια της εργατίστικης προοπτικής. Το ζήτημα είναι να μην προσπαθήσουμε για μια αποκατάσταση προηγούμενων συνθηκών εκμετάλλευσης αλλά να αναμετρηθούμε με τα ιστορικά όρια της αναπαραγωγής της ταξικής σχέσης σήμερα. Η παραγωγή του κομμουνισμού δεν είναι η εξύμνηση της εργασίας αλλά η κατάργησή της. Η εσωτερική αντίθεση του χωρίς κανένα προσανατολισμό θρήνου είναι η ανύψωση των συνθηκών του πλεονάζοντος προλεταριάτου σε ένα μοναδικό επαναστατικό υποκείμενο ικανό για κατορθώματα τα οποία για άλλους, που είναι αρκετά τυχεροί ώστε να διατηρήσουν τις προγενέστερες συνθήκες εκμετάλλευσης, είναι δομικά απαγορευμένα. Ο πολλαπλασιασμός των ταραχών στην τωρινή συγκυρία, ως συμπληρώματος στην ανάπτυξη του πλεονάζοντος προλεταριάτου, δεν κάνει απαραίτητα αναγκαία μια ρομαντική προβολή που διακρίνει έναν ταυτοτιστικό [identitarian] φορέα πιο κοντινό στον κομμουνισμό από άλλους που είναι πιο τυχεροί50.Ακόμα και οι πιο χορτασμένοι μπορούν να θυμηθούν τα χειρότερα51.

Ως εκ τούτου, η σύγχρονη ταξική πάλη συγκροτείται συχνά από συμμετέχοντες με προέλευση από ποικίλα υπόβαθρα και εμπειρίες, συχνά αντικρουόμενες”

Η δυναμική του πλεονάζοντος προλεταριάτου είναι μια δυναμική του κατακερματισμού του προλεταριάτου – με άλλα λόγια, μια διαδικασία που επαναδιαμορφώνει το συνολικό εργατικό δυναμικό σύμφωνα με τις μεταβαλλόμενες συνθήκες του κεφαλαίου και την υποτίμηση από αυτό της εργατικής δύναμης, που έχει ως αποτέλεσμα εσωτερικούς μετασχηματισμούς του προλεταριάτου ως ολότητας και και των διαφοροποιημένων σχέσεών του με την παραγωγική διαδικασία52. Ως εκ τούτου, η σύγχρονη ταξική πάλη συγκροτείται συχνά από συμμετέχοντες με προέλευση από ποικίλα υπόβαθρα και εμπειρίες, συχνά αντικρουόμενες. Αυτή η διαταξικότητα είναι πιο ορατή στις συγκρούσεις που περιβάλλουν αυτά που, περιστασιακά, ονομάζονται “μεσαία στρώματα” και στον φόβο τους για το “βύθισμά” τους σε λιγότερο ευνοϊκές συνθήκες εκμετάλλευσης. Η κρίση τους, που περιλαμβάνει την έκκληση για δικαιότερη οικονομική διανομή, είναι η ίδια μια στιγμή της ολότητας του πλεονάζοντος προλεταριάτου, δηλαδή εντός και μέσω του εσωτερικού κατακερματισμού του προλεταριάτου. Το παρόν πρόβλημα του πλεονάζοντος προλεταριάτου, συνεπώς, φέρνει στην επιφάνεια το πρόβλημα της διαταξικότητας ως μιας δυναμικής εντός των σύγχρονων αγώνων του προλεταριάτου, του οποίου η κατακερματισμένη φύση συχνά εμφανίζεται ως το ίδιο το όριό του.

Αυτό το πρόβλημα έχει συχνά περιγραφεί και ως ένα πρόβλημα σύνθεσης, με άλλα λόγια ως το ζήτημα της πολυπλοκότητας της ενοποίησης των διαφόρων φραξιών του προλεταριάτου κατά την εξέλιξη των αγώνων. Πραγματικά, το περιεχόμενο της επανάστασης δεν εμφανίζεται πλέον ως ο θρίαμβος μιας υπερχειλίζουσας ταξικής ισχύος του προλεταριάτου όπως φαινόταν, ίσως, στη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ου αιώνα53. Αγώνες που ο τόπος σύγκρουσης είναι λιγότερο το βασίλειο της παραγωγής και, όλο και περισσότερο, η σφαίρα της αναπαραγωγής, εκφράζουν αυτή την εξέλιξη. Η Αραβική Άνοιξη, οι Αγανακτισμένοι, το κίνημα Occupy, το κίνημα στις πλατείες Taksim και Maidan και οι ανομοιογενείς ταραχές στο εξωτερικό, για παράδειγμα, δεν ”βλέπουν” την επιβεβαίωση της ταυτότητας στη σύγκρουσή τους με το κεφάλαιο αλλά, μάλλον, ότι μια τέτοια ενοποιητική ταυτότητα δεν είναι διαθέσιμη στη δυναμική αυτών των κινημάτων. Ο πρόσφατος φυλετικός ξεσηκωμός εναντίον της αστυνομίας στις ΗΠΑ, και πιο αξιοσημείωτα στο Φέργκιουσον και τη Βαλτιμόρη, ελάχιστα κοινά έχει με τις προσδοκίες σχετικά με τις συνθήκες απασχόλησης της τελευταίας χρονιάς. Αυτό επιβεβαιώνεται περαιτέρω από την επέκταση του πλεονάζοντος προλεταριάτου, παράλλημα με την αύξηση του πλεονάζοντος κεφαλαίου και μια ικανότητας υπερπαραγωγής που δεν μπορεί να βρει σταθερή και με διάρκεια επένδυση. Το εργατικό κίνημα δεν προσφέρει πλέον σταθερότητα στην ταξική πάλη. Ως τέτοιος, ο κατακερματισμός αναδύεται ως μια νέα συνθήκη συγκρότησης της τάξης. Οι σύγχρονοι αγώνες εκφράζονται οι ίδιοι λιγότερο ως μια ενότητα και περισσότερο ως ένα άθροισμα κατά τομείς συμφερόντων που μοιράζονται κάποιες συνάφειες μέσω της υλικής αναπαραγωγής (εξώσεις, τιμές των τροφίμων, κόστος μετακίνησης), αφηρημένων αιτημάτων (“διαφθορά”, “ανισότητα”, “αδικία”), μέσα από αυτοθυσιαστικές ταυτίσεις με ψευδή κομμάτια που προσωποποιούν το κοινωνικό σύνολο (είτε με εθνικές είτε με θρησκευτικές σέκτες). Ως αποτέλεσμα, αυτό που στο παρελθόν αποτελούσε το κεντρικό ζήτημα των μισθολογικών αιτημάτων, και τα οποία χαρακτήριζαν τους αγώνες της προηγούμενης περιόδου, έχει γίνει τώρα παρεμπίπτον5455. Το πλεονάζον προλεταριάτο, ως μια δυναμική της ταξικής πάλης στην παρούσα στιγμή, δεν μπορεί να γίνει “απάγκιο” για τα όνειρα ενός κεϋνσιανού ταξικού συμβιβασμού. Η επιβεβαίωση του προλεταριάτου ως τάξης είναι αενάως αμυντική.

Όταν θεωρούμε την έννοια του πλεονάζοντος προλεταριάτου στο πλαίσιο της ταξικής πάλης, η προηγούμενη συζήτηση θα πρέπει να έχει καταστήσει καθαρό ότι δεν πρόκειται απλά για ένα εμπειρικό ερώτημα ποιες είναι αυτές οι ομάδες, όσον αφορά τη σύνθεσή τους. Οι σύγχρονες κοινωνιολογικές ταυτότητες είναι οι ίδιες μορφές φαίνεσθαι, στιγμές της ολότητας της αναπαραγωγής της σχέσης κεφάλαιο-εργασία και εντός αυτής στιγμές της υποτίμησης του εμπορεύματος εργατική δύναμη που ξεδιπλώνεται σήμερα μέσα από το πλεονάζον προλεταριάτο. Το πιο σημαντικό ερώτημα για την κομμουνιστική θεωρία είναι τι κάνουν οι προσωποποιήσεις της κατηγορίας του πλεονάζοντος προλεταριάτου ενάντια σ’ αυτό που οι ίδιες είναι – δηλαδή τι κάνουν ως μια εμμενής αρνητική δύναμη της ίδιας της προλεταριακής συνθήκης τους ως μιας τάξης αντίθετης στον εαυτό της εντός της κρίση αναπαραγωγής της. Η συζήτηση παραμένει ανοιχτή σχετικά με το πώς η συγκεκριμένη ανάπτυξη του πλεονάζοντος προλεταριάτου, που είναι ταυτόχρονα η εν εξελίξει κρίση του κεφαλαίου, εντατικοποιεί τη διαίρεση και τον κατακερματισμό του προλεταριάτου, και σε ποιες γραμμές το κάνει αυτό μέσα στους σύγχρονους αγώνες (πχ. ανταγωνισμός μεταξύ γεωγραφικών τόπων, μεταξύ ειδικευμένης και ανειδίκευτης εργασίας, μέσω στιγματισμών ηλικίας, φυλής και φύλου κλπ.). Συνεπώς, η έννοια του πλεονάζοντος προλεταριάτου εξάγει το πιο σημαντικό ερώτημα του πώς, μέσα στην παρούσα στιγμή, η απαλλοτριωμένη και εκμεταλλευόμενη τάξη – παρά τις εντεινόμενες διαιρέσεις – μπορεί να ενεργήσει καθαυτή και ενάντια στον εαυτό της ως μιας τάξης του κεφαλαίου. Μ’ αυτόν τον τρόπο, το πλεονάζον προλεταριάτο είναι απλά η πιο σύγχρονη εμφάνιση του ίδιου του προλεταριάτου – μια μορφή που η ουσία της παραμένει αυτή της ενοποίησής της μέσα στον διαχωρισμό της από τα μέσα της ίδιας της αναπαραγωγής της.

SurPlus-Club, Frankfurt am Main, Άνοιξη 2015

1 Μεταφρασμένο από εδώ: https://kosmoprolet.org/en/trapped-party-where-no-one-likes-you.

2 Πιο αξιοσημείωτα, “[το] Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει μειώσει τις προβλέψεις του για ανάπτυξη για την παγκόσμια οικονομία στη σκιά μιας επιβράδυνσης στην Κίνα, μια ελλοχεύουσας ύφεσης στη Ρωσία και της συνεχιζόμενης αναιμικότητας στην Ευρωζώνη”, http://www.theguardian.com/business/2015/jan/20/imf-cuts-global-economic-growth-forecast. Επιπρόσθετα, ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας [International Labor Organization, ILO] “προβλέπει μια δυσάρεστη εικόνα της απασχόλησης για την παγκόσμια οικονομία συνολικά για τα επόμενα χρόνια”, http://blogs.wsj.com/economics/2015/01/21/world-economy-needs-280-million-jobs-in-next-five-years-ilo-says. Οι προσδοκίες για τη Λατινική Αμερική δεν είναι καλλίτερες καθώς το ΔΝΤ “είπε ότι αναμένει οικονομική συρρίκνωση στη Βενεζουέλα και την Αργεντινή και ανάπτυξη μόνο 0.3% στη Βραζιλία για το 2015, και μείωσε επίσης την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη στη Λατινική Αμερική για το 2016 στο 2.3%, από το αρχικό 2.8”, http://laht.com/article.asp?ArticleId=2370538&CategoryId=12394. Η οικονομία της Βραζιλίας, ειδικότερα, πλησιάζει σε σημείο ένρηξης καθώς “οικονομολόγοι ανέβασαν για τέταρτη συνεχόμενη εβδομάδα τις προβλέψεις τους για τον πληθωρισμό και μείωσαν την εκτίμησή τους για τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας”, http://www.bloomberg.com/news/articles/2015-01-26/brazil-economists-raise-2015-cpi-cut-gdp-for-fourth-week-in-row. Ούτε η Βόρεια Ευρώπη έχει ανοσία στην επιβράδυνση καθώς “η σουηδική κυβέρνηση χαμηλώνει τις προβλέψεις της για την οικονομική ανάπτυξη και προέβλεψε ότι θα αποτύχει να έχει δημοσιονομικό πλεόνασμα για τα επόμενα τέσσερα χρόνια”, http://www.bloomberg.com/news/articles/2015-01-20/sweden-cuts-gdp-forecast-as-deficit-seen-stretching-past-2018.

3 “Η Chevron σφίγγει το ζωνάρι καθώς μια αναδιάρθρωση 40 δις δολαρίων σαρώνει τον πετρελαϊκό τομέα”, http://www.bloomberg.com/news/articles/2015-01-30/chevron-profits-fall-to-lowest-since-2009-as-oil-prices-collapse.

4 “Διασχίσαμε την Κίνα και γυρίσαμε τρομοκρατημένοι για την οικονομία”. http://www.bloomberg.com/news/articles/2015-04-09/we-travelled-across-china-and-returned-terrified-for-the-economy.

5 Η υποτιθέμενη “σταθερή” οικονομική άνθιση στη Γερμανία βασίζεται στην αναδιάρθρωση της αγοράς εργασίας της τελευταίας δεκαετίας που είχε ως αποτέλεσμα μια σημαντική μείωση στο κόστος της αναπαραγωγής του κοινωνικού εργατικού δυναμικού, http://foreignpolicy.com/2015/05/05/rich-germany-has-a-poverty-problem-inequality-europe. Επιπλέον, όντας μια οικονομία κατεξοχήν βασισμένη στις εξαγωγές σε άλλες χώρες, η δήθεν ανθεκτικότητά της μπορεί να τελειώσει πολύ γρήγορα με την επόμενη αναποδιά της παγκόσμιας οικονομίας εξαιτίας της εξάρτησής της από τις εξαγωγές και τους χαμηλούς μισθούς, http://blogs.lse.ac.uk/eurocrisispress/2015/03/12/germany-the-giant-with-the-feet-of-clay.

6 “Τα βουνά χρέους ανάβουν φόβους και για άλλη κρίση”, http://www.ft.com/intl/cms/s/0/2554931c-ac85-11e4-9d32-00144feab7de.html#axzz3QuNTKwet.

7 “Απομόχλευση, ποια απομόχλευση; Η 16η Έκθεση της Γενεύης για την Παγκόσμια Οικονομία”, http://www.voxeu.org/article/geneva-report-global-deleveraging. Οι χώρες της νότιας Ευρώπης, ιδιαίτερα, έχουν δει το κλάσμα Χρέους/ΑΕΠ να σκαρφαλώνει κατά 15% τα τελευταία τρία χρόνια. “Η Γερμανία είναι αντιμέτωπη με μια μη-επιλογή καθώς η εξέγερση της ελληνικής λιτότητας απλώνεται”, http://www.telegraph.co.uk/finance/economics/11407256/Germany-faces-impossible-choice-as-Greek-austerity-revolt-spreads.html. Πιο αξιοσημείωτο, πρόσφατα, είναι το χρέος της Κίνας το οποίο τώρα αναλογεί στο 282% του ΑΕΠ, έχει τετραπλασιαστεί από το 2007, αύξηση που αποδίδεται, μαζί με τη λανθάνουσα υπερικανότητα παραγωγής, πρωτίστως σε μια υπεθερμασμένη αγορά ακινήτων. “Χρέος και (όχι και τόση) απομόχλευση”, http://www.mckinsey.com/insights/economic_studies/debt_and_not_much_deleveraging και: “Πώς ο εθισμός του χρέους έφτασε ακόμα και στην Κίνα”, http://www.ft.com/intl/cms/s/0/585ae328-bc0d-11e4-b6ec-00144feab7de.html#axzz3SjqvVqAV.

8 “Οι περισσότεροι εργάτες του κόσμου δεν έχουν εξασφαλισμένες δουλειές, αποκαλύπτει η έκθεση του ILO”, http://www.theguardian.com/business/2015/may/19/most-of-the-worlds-workers-have-insecure-jobs-ilo-report-reveals .

9 Στμ. Δηλαδή του ρυθμού απόσπασης υπεραξίας.

10 “Η έκθεση για τις θέσεις εργασίας τον Δεκέμβριο σε 10 γραφήματα”, http://blogs.wsj.com/economics/2015/01/09/the-december-jobs-report-in-10-charts.

11 Όπως γράφει ο Μαρξ: “Die Vermehrung der Produktivkraft der Arbeit und die größte Negation der notwendigen Arbeit ist die notwendige Tendenz des Kapitals” (Grundrisse) [στμ.: “Η αύξηση της παραγωγικής ισχύος της εργασίας και η αυξανόμενη άρνηση της αναγκαίας εργασίας είναι η αναγκαστική τάση του κεφαλαίου”].

12 Εδώ αξίζει να τονίσουμε τη σχετικότητα αυτής της πτώσης – με άλλα λόγια, ακόμα κι αν το κεφάλαιο αυξάνει ποσοτικά τον αριθμό όσων απασχολούνται, ο γενικός νόμος της συσσώρευσης του κεφαλαίου θέτει ότι αυτό θα το κάνει με αναλογικά πιο αργό ρυθμό από τον συνολικό ρυθμό συσσώρευσης. Αυτό σημαίνει ότι “ο εργαζόμενος πληθυσμός αυξάνει πάντα πιο ραγδαία από τις ανάγκες παραγωγής αξίας του κεφαλαίου” και ότι “αναλογικά, καθώς το κεφάλαιο συσσωρεύεται, η θέση του εργάτη, άσχετα από το αν ο μισθός του είναι υψηλός ή χαμηλός, πρέπει να χειροτερέψει”, (Το Κεφάλαιο, Τόμος Ι).

13 Όπως γράφει ο Μαρξ: “Η εργατική δύναμη μπορεί να επιτελέσει την αναγκαία γι’ αυτήν ργασία μόνο αν η υπερεργασία της έχει αξία για το κεφάλαιο, εφόσον του είναι χρήσιμη. Αν αυτή η χρησιμότητα, συνεπώς, παρεμποδίζεται, από το ένα ή το άλλο εμπόδιο, τότε η ίδια η εργατική δύναμη 1. εμφανίζεται πέραν των συνθηκών αναπαραγωγής της ύπαρξής της· υπάρχει χωρίς τις συνθήκες ύπαρξής της και είναι, συνεπώς, απλά εμπόδιο· 2. η αναγκαία εργασία εμφανίζεται πλεονάζουσα επειδή το πλεονάζον δεν είναι αναγκαίο. Είναι αναγκαίο μόνο αν αποτελεί συνθήκη της πραγμάτωσης του κεφαλαίου”. Και πρέπει να τονίσουμε, επιπλέον, ότι αυτός ο ισχυρός καταναγκασμός του κορεσμού των αναγκών είναι αποτέλεσμα της σχέσης ανταλλαγής: “Ότι είναι τα μέσα απασχόλησης και όχι συντήρησης που τον θέτουν στην κατηγορία του πλεονάζοντος πληθυσμού ή όχι. Αλλά αυτό είναι πιο γενικό και αναφέρεται γενικά στην κοινωνική διαμεσολάβηση μέσω της οποίας το άτομο αναφέρεται και δημιουργεί τα μέσα της αναπαραγωγής του· με άλλα λόγια, τις συνθήκες παραγωγής και τη σχέση του μ’ αυτές”, (Grundrisse).

14 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο: floating.

15 “Ένας στους τρεις εργάτες στις ΗΠΑ είναι αυτοαπασχολούμενος (ελεύθερος επαγγελματίας)” http://blogs.wsj.com/atwork/2014/09/04/one-in-three-u-s-workers-is-a-freelancer.

16 “Ενάντια στον Διαμοιρασμό”, https://www.jacobinmag.com/2014/09/against-sharing.

17 Στμ. Αποδίδουμε έτσι τους αγγλικούς όρους entrepreneurialism και sharing economy.

18 “Ο ISIS αποπληρώνει φοιτητικά δάνεια για να δελεάσει και να στρατολογήσει Αμερικανούς”. http://dailycurrant.com/2015/01/20/isis-paying-off-student-debt-to-lure-american-recruits.

19 Όπως γράφει ο Αντόρνο: “Ο νομιναλισμός συνδέεται, ίσως, πιο βαθιά με την ιδεολογία από την άποψη ότι λαμβάνει το συγκεκριμένο [concretion] ως ένα δεδομένο που είναι αδιαμφισβήτητα διαθέσιμο· μ’ αυτόν τον τρόπο εξαπατά τον εαυτό του και την ανθρωπότητα υπονοώντας ότι η πορεία του κόσμου συμβάλλει με την ειρηνική καθοριστότητα [determinacy] του υπάρχοντος που απλά usurped από την έννοια του δεδομένου και smitten με αφαίρεση with abstractness”, (Αισθητική Θεωρία).

20 Στμ. Απόδοση του αγγλικού όρου communitarianism.

21 Στμ. Απόδοση του αγγλικού όρου tokenized.

22 Όπως γράφει ο Zamora: “οι κατηγορίες του ‘ανέργου’, ‘του φτωχού’, ή του ‘επισφαλούς’ αποσυνδέονται γρήγορα από το να γίνονται κατανοητοί με όρους εκμετάλλευσης στην καρδιά των καπιταλιστικών οικονομικών σχέσεων και βρίσκονται, οι ίδιες και η κατάστασή τους, να συλλαμβάνονται με όρους μιας σχετικής αποστέρησης (νομισματικής, κοινωνικής ή ψυχολογικής), αρχειοθετούμενες κάτω από τη γενική ταμπέλα του ‘αποκλεισμού’, της ‘διάκρισης’ ή μορφών ‘κυριαρχίας’”, Zamora, Daniel. “When Exclusion Replaces Exploitation”, http://nonsite.org/feature/when-exclusion-replaces-exploitation.

23 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο run-of-the-mill.

24 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο lawlike, δηλαδή που έχουν τη μορφή νόμου.

25 Στμ. Όχι τυχαία αυτή η φράση σχολιάζεται εκτενώς από τον Κώστα Παπαϊωάννου σε σχέση με την κατανόηση της εγελιανής διαλεκτικής από τον Μαρξ! Παραπομπές.

26 Στμ. Αποδοση του αγγλικού όρου facticity. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά από τον Γερμανό φιλόσοφο Φίχτε (1762-1814) και έχει μια ποικιλία σημασιών. Μπορεί να αναφέρεται σε γεγονότα και στην ιδιότητα να είναι κάτι γεγονός [factuality, πραγματικότητα], όπως στον θετικισμό του 19ου αιώνα, αλλά φτάνει να σημαίνει και αυτό που αντιστέκεται στην εξήγηση και την ερμηνεία στον Wilhelm Dilthey και τον νεοκαντιανισμό.

27 Πβλ. Gunn, Richard. “Σημειώσεις για την ‘Τάξη’”,http://www.richard-gunn.com/pdf/4_notes_on_class.pdf.

28 Στμ. Πολύ ενδιαφέρουσα διατύπωση για την τάξη ως σχέση.

29 Στμ. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα θέση. Πρόκειται, θα λέγαμε, χωρίς να επεκταθούμε εδώ, για μια άμεσα υποτεινόμενη κατηγοροθεωρητική σύλληψη της τάξης ως σχέσης, ως κατηγορίας και όχι ως συνόλου με “μέλη”. Τάξη “χωρίς άτομα” (κατά το “τόπος χωρίς σημεία” της Θεωρίας τόπων, για παράδειγμα).

30 Είναι γι’ αυτό τον λόγο – δηλαδή το ταυτόχρονο του αφηρημένου και του συγκεκριμένου – που, εφεξής, θα αναφερόμαστε στην κατηγορία του “πλεονάζοντος πληθυσμού” ως την κατηγορία του “πλεονάζοντος προλεταριάτου”. Όπως σημειώνει ο Μαρξ στην εισαγωγή των Grundrisse, η κατηγορία του “πληθυσμού” – που προϋποθέτει ότι η κοινωνία είναι μια ποσοτική συλλογή μεμονωμένων ατόμων – είναι η ίδια μια “χαοτική” αφαίρεση της ταξικής σχέσης. Ο “πληθυσμός” είναι, συνεπώς, μια περίπλοκη υποκειμενικοποίηση μιας έννοιας στην οποία το παρόν κείμενο προσπαθεί να δώσει έμφαση όχι ως μια ταυτότητα αλλά ως μια δυναμική κοινωνική σχέση. Όσον αφορά τη χρήση του όρου “πλεονάζων πληθυσμός” από τον ίδιο τον Μαρξ θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η επίκληση από αυτόν της κατηγορίας αυτής έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με την αντιπαράθεσή του με τον Μάλθους και μια επιχειρηματολογία εναντίον του υπερπληθυσμού ως βιολογικής αναγκαιότητας. Ως τέτοια, ο Μαρξ θεμελιώνει την κατηγορία ώστε να τραβήξει την προσοχή πίσω στους ιστορικούς και κοινωνικούς καθορισμούς των φαινομένων του υπερπληθυσμού. Κατά κάποιο τρόπο, μπορεί να ειπωθεί ότι η κατηγορική χρήση από τον Μαρξ του “πλεονάζοντος πληθυσμού” είναι ένα είδος σφετερισμού του Μάλθους, δηλαδή μια πολεμική ιδιοποίηση των Μαλθουσιανών κατηγοριών της κλασσικής πολιτικής οικονομίας μέσω του αναποδογυρίσματός τους. Είναι γι’ αυτόν τον λόγο που ο Μαρξ αναφέρεται στον σχετικό πλεονάζοντα πληθυσμό, μάλλον, παρά στον απόλυτο. Παραμένει ανοιχτό ερώτημα το πόσο σοβαρά θα έπρεπε κανείς να αντιπαρατεθεί με την ιδεολογική δύναμη των Μαλθουσιανών θεωριών υπερπληθυσμού αυτή τη στιγμή. Πρόκειται για μια θεμιτή διερεύνηση στον βαθμό που παραμένουν, υπόδηλα, μαλθουσιανές προϋποθέσεις για τα δημογραφικά ζητήματα εντός του κοινωνιολογικού λόγου που ουσιαστικά μυστικοποιούν τον ιστορικά συγκεκριμένο χαρακτήρα της παραγωγικότητας της εργασίας στην παραγωγή του πλεονάζοντος πληθυσμού. Ένα πιο τοπικό παράδειγμα θα ήταν ο λαϊκισμός που περιβάλλει την καταστροφή του περιβάλλοντος και την προσκόλλησή του σε ζητήματα κατανάλωσης και δημογραφικών μοτίβων, παρά στην πραγματική υπαγωγή της φύσης από τους προσδιορισμούς της αξιακής μορφής.

31 Davis, Mike. Planet of Slums. 2006.

32 Ανάλογα με την έκταση στην οποία η σχέση κεφάλαιο-εργασία, εκφραζόμενη η ίδια μέσα από το πλεονάζον προλεταριάτο, διαποτίζει τόσο τις σχέσεις μεταξύ των ατόμων όσο και τα άτομα τα ίδια, τα ακόλουθα άρθρα περιγράφει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τους ζοφερούς ορίζοντες της πάλης με το βάσανο της μερικής μόνο αναγνώρισης από το κεφάλαιο: “Οι νέοι άνθρωποι ‘αισθάνονται ότι δεν έχουν τίποτα για το οποίο να αξίζει να ζήσουν’” http://www.bbc.com/news/education-25559089 “Οι αυτοκτονίες στην Ισπανία καταγράφουν μέγιστο οκταετίας” http://www.zerohedge.com/news/2014-02-03/spanish-suicides-rise-eight-year-high, “Μήπως η δουλειά σε σκοτώνει; Στην Κίνα, οι εργάτες πεθαίνουν πάνω στα γραφεία τους”, http://investmentwatchblog.com/is-work-killing-you-in-china-workers-die-at-their-desks, “Η ελληνική κρίση στην ψυχική υγεία: καθώς η οικονομία καταρρέει, η κατάθλιψη και οι αυτοκτονίες εκτοξεύονται”, http://content.time.com/time/world/article/0,8599,2079813,00.html “Τα ποσοστά αυτοκτονιών αυξάνονται με την παγκόσμια οικονομική κρίση” http://www.medicalnewstoday.com/articles/266181.php, “Τα ποσοστά αυτοκτονιών αυξάνονται κατακόρυφα μεταξύ των μεσηλίκων” http://bigstory.ap.org/article/us-suicide-rate-rose-sharply-among-middle-aged, “Οι αυτοκτονίες τραπεζιών επιστρέφουν, http://www.zerohedge.com/news/2014-10-24/banker-suicides-return-dsks-hedge-fund-partner-jumps-23rd-floor-apartment.

33 Όπως γράφει ο Rocamadur από το Blaumachen, “[οι] επικίνδυνες τάξεςι του 21ου αιώνα δεν είναι το παραδοσιακά ορισμένο λούμπεν προλεταριάτο που, ως ένα μόνιμο περιθώριο του εφεδρικού στρατού εργασιάς, συνήθιζε να ζει στον κόσμο του, και συνεπώς αντιπροσώπευε ευθύς εξ αρχής κάτι “έξω” από την κεντρική καπιταλιστική σχέση. Το νέο ‘λούμπεν προλεταριάτο’ relation (οι νέες επικίνδυνες τάξεις) παρεισδύει/εισβάλλει από την κανονικότητα της μισθωτής σχέσης, ακριβώς επειδή το ‘κανονικό’ προλεταριάτο λουμπενοποιείται. Η κρίση από τη μια δημιουργεί μια απότομη/βίαιη φτωχοποίηση πολλών εργατών (όπως στην περίπτωση ολόκληρου του δυτικού κόσμου), υπό το βάρος της αυξανόμενης ανεργίας/περιστασιακής απασχόλησης και των χρεών (δάνεια τα οποία δεν μπορούν τώρα να αποπληρώσουν, κάτι που επιβαρύνεται από το γεγονός ότι αυτοί που έχουν στεγαστικά δάνεια δεν μπορούν πάντα να διεκδικήσουν επιδόματα ώστε να καλύψουν το κόστος της στέγασής τους) ή από περιορισμούς πρόσβασης στην πίστωση. Ακόμα περισσότερο, όμως, παράγει την αυξανόμενη λουμπενοποίηση του ίδιου του προλεταριάτου – μια λουμπενοποίηση που δεν εμφανίζεται ως εξωτερική προς τη μισθωτή εργασία αλλά ως το καθοριστικό της στοιχείο”. “Η Άγρια κατώτερη τάξη βγαίνει στους δρόμους”, (The Feral Underclass Hits the Streets), Sic Volume 2 (2014).

34 Η υπόθεση/πρόταση ότι η δυναμική του πλεονάζοντος προλεταριάτου εκφράζεται η ίδια μέσα από έμφυλες, φυλετικές και γενεαλογικές σχέσεις παραμένει ένα ανοιχτό ερώτημα προς διερεύνηση σε περαιτέρω συζητήσεις. Παρ’ όλα αυτά, κάποιες προκαταρκτικές παρατηρήσεις μπορούν να προσφερθούν ώστε να τροφοδοτήσουν/ωθήσουν τη θεωρητικοποίηση της έννοιας του πλεονάζοντος προλεταριάτου πάνω σε ήδη διατυπωμένες γραμμές: (1) όσον αφορά το φύλο, μπορεί να τεθεί ότι το πλεονάζον προλεταριάτο, ουσιαστικά στην ολότητά του, είναι φεμινιστικό, στον βαθμό που “η γενική τάση προς την ‘φεμινιστικοποίηση’ δεν είναι η εμφυλοποίηση της τυφλής ως προς το φύλο αγοράς, αλλά μάλλον η κίνηση του κεφαλαίου προς την χρησιμοποίηση φτηνής ευέλικτης εργατικής δύναμης υπό τις μεταφορντικές , παγκοσμιοποιημένες συνθήκες συσσώρευσης, όλο και περισσότερο ανειδίκευτης και “just-in-time”, “Η Λογική του Φύλου”, Endnotes τόμος 3 (2013) [στμ. Στα ελληνικά: ]. Εδώ μπορεί να ειπωθεί ότι η παραγωγή του πλεονάζοντος προλεταριάτου είναι ο “εκφεμινισμός” του ίδιου του προλεταριάτου. Μια τέτοια γραμμή σκέψης πρέπει επίσης να εξετάσει την επανα-ιδιωτικοποίηση της αναπαραγωγής και την ενεργοποίηση παραδοσιακών οικογενειακών ρόλων που συνεπάγονται από τις παρούσες εξελίξεις μετά την κρίση. (2) Ανάλογα, διαδικασίες φυλετικοποίησης μπορούν να κατανοηθούν από τις ανταγωνιστικές σχέσεις [εντός] του πλεονάζοντος προλεταριάτου. Μέσα από τη συνθήκη του πλεονάζοντος προλεταριάτου, η εργατική δύναμη χλευάζεται [taunted] από τα όρια της ίδιας της ανταλλαξιμότητάς της και αφήνεται με μια μη-πραγματωμένη αξία-χρήσης για το κεφάλαιο, μια κούφια υλικότητα που προσπαθά πενιχρά να συλλάβει την κοινωνική εγκυρότητα της ανταλλακτικής σχέσης για να βρεί, αντ’ αυτού, καταφύγιο στη φυσικοποίηση των φαινοτυπικών διαφορών. Περαιτέρω, μπορούμε να πούμε ότι οι μετανάστες και η εργασία τους είναι συστατικές των ίδιων των αγορών της παράτυπης/μαύρης εργασίας και συνεπώς δομικά απαραίτητες προσωποποιήσεις της συνολικής υποτίμησης της εργατικής δύναμης [στμ. Πολύ σημαντική θέση. Επιρρώνει την ιδέα ότι οι μεταναστευτικές “ροές” είναι πράγματι τροχιές μιας δυναμικής που ωθεί την εργατική δύναμη προς τις “πηγές” αξιοποίησης από το κεφάλαιο, είτε με “οικονομικά” είτε με βίαια-πολεμικά μέσα. Η δυναμική είναι από τις ζώνες συσσώρευσης με τον μικρότερο βαθμό-ένταση αξιοποίησης, άρα και τον μεγαλύτερο βαθμό υποτίμησης, στις ζώνες υψηλότερης αξιοποίησης. Το κεφάλαιο κάνει έτσι τους προλετάριους πραγματικά απρόσωπες μονάδες της δυναμικής της αναζήτησης της μεγαλύτερης εκμετάλλευσής τους]. Ως τέτοιο, το φυλετικοποιημένο εργατικό δυναμικό δεν αναφέρεται σε έναν συγκεκριμένο κατακερματισμό του προλεταριάτου αλλά είναι η παραγόμενη κοινωνική συγκεκριμενοποίηση/instantiation της δυναμικής του πλεονάζοντος προλεταριάτου εκφρασμένης μέσα από εθνοτικά, εθνικά και φαινοτυπικά χαρακτηριστικά. Πρβλ. R.L. “Inextinguishable Fire: Ferguson and Beyond” και “Burning and/or Demanding. On the Riots in Sweden”. Sic τόμες 3(αναμένεται). (3) Σε συμφωνία με τους τρόπους με τους οποίους εμφανίζεται η ουσία του πλεονάζοντος προλεταριάτου μέσα από γενεαλογικές ανισότητες, δείτε R.L. “Inextinguishable Fire: Ferguson and Beyond”, Sic τόμος 3 (αναμένεται) και “’Old People are Not Revolutionaries!’ Labor Struggles Between Precarity and Istiqrar in a Factory Occupation in Egypt”, http://www.focaalblog.com/2014/11/14/dina-makram-ebeid-labor-struggles-and-the-politics-of-value-and-stability-in-a-factory-occupation-in-egypt. Η περιγραφή του Μαρξ για τον επιπλέοντα πλεονάζοντα πληθυσμό στρέφεται συγκεκριμένα γύρω από την διαδικασία γήρανσης του εργατικού δυναμικού. Στην εποχή του, όταν οι εργάτες έφταναν σε μια ορισμένη ηλικία, δεν ήταν πια αρκετά ζωτικοί για να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της παραγωγικής διαδικασίας. Σήμερα, η κατάσταση έχει αλλάξει σημαντικά στον βαθμό που το κεφάλαιο έχει τώρα την ικανότητα να βολεύει τους ηλικιωμένους μέσα σε έναν τεράστιο τομέα υπηρεσιών για χαμηλά αμοιβόμενες και μερικής απασχόλησης δουλειές χωρίς κοινωνικά επιδόματα ή σύνταξη, ιδιαίτερα στις βιομηχανίες ταχυφαγείων. Πβλ. “Low-Wage Workers Are Older Than You Think”, http://www.epi.org/publication/wage-workers-older-88-percent-workers-benefit, “In Tough Economy, Fast Food Workers Grow Old”, http://www.nbcnews.com/feature/in-plain-sight/tough-economy-fast-food-workers-grow-old-v17719586.

35 Το αυξανόμενο κόστος των κρατικών δαπανών για την πρόνοια και η χρήση του από τους προλετάριους, που στόχευε στην αποσύνδεση του εισοδήματος από τους μισθούς, ήταν άλλη μια εκδήλωση/έκφραση της προλεταριακής αντίστασης/αψήφισης εκείνης της περιόδου.

36 Robert Kurz. “Double Devalorization”, https://libcom.org/library/double-devalorization-robert-kurz.

37 Για τη σύνδεση ανάμεσα στα υποτιμώμενα νομίσματα και τα μοτίβα μετανάστευσης από το πρώην Ανατολικό Μπλοκ, δείτε “Russian Rouble Crisis Poses Threat to Nine Countries Relying on Remittances”, http://www.theguardian.com/world/2015/jan/18/russia-rouble-threat-nine-countries-remittances.

38 Ένα πιο εντυπωσιακό παράδειγμα αφορά εκείνες τις περιπτώσεις στις οποίες οι εργοδότες διαδίδουν πολιτικές σύνδεσης του ύψους των μισθών με τα κέρδη κάτω από την αστεία ταμπέλα/ρουμπρίκα της καταπολέμησης της ανισότητας. Πρβλ. “Fiat Chrysler CEO Takes Aim at Two-Tier Wages for UAW Workers”, http://www.wsj.com/articles/fiat-chrysler-ceo-takes-aim-at-two-tier-wages-for-uaw-workers-1421080693, “Fiat Chrysler Sets Bonus Scheme for Italian Workers”, http://www.thelocal.it/20150417/fiat-chrysler-sets-bonus-scheme-for-italian-workers.

39 Για μια συζήτηση αυτού του ζητήματος σε σχέση με την ιστορική απαρχαίωση της μορφής-κόμμα της οργάνωσης των εργατών δείτε Benanav, Aaron and Clover, Joshua. “Can Dialectics Break BRICS?”, South Atlantic Quarterly (2014).

40 Παγκόσμια Τράπεζα: “Ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, σύνολο (επί τοις εκατό % του συνολικού πληθυσμού, για ηλικίες άνω των 15) (εκτίμηση μοντέλου του ΔΟΕ, Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας)”, http://data.worldbank.org/indicator/SL.TLF.CACT.ZS/countries/CN?display=default.

41Μιζέρια και Χρέος”. Endnotes τόμος 2: Μιζέρια και η Αξιακή Μορφή (2010), στμ. Στα ελληνικά από τους φίλους του κεραυνοβόλου κομμουνισμού, 2015.

42 Για μια καλή σύνοψη για την αφετηρία του σύγχρονου λανθάνοντος πλεονάζοντος προλεταριάτου στην Κίνα, δείτε “Land Grabs in Contemporary China”, http://libcom.org/blog/china-land-grabs.

43 Είναι επίσης σημαντικό να θυμόμαστε ότι ο παγκόσμιος καταμερισμός εργασίας ή κατάτμηση της συσσώρευσης του κεφαλαίου, μεταμορφώνει προφανώς επίσης την εσωτερική δυναμική δυναμική κεφαλαίου-εργασίας στις μεμονωμένες χώρες. Για πολύ καιρό, η Κίνα έπαιζε τον ρόλο μιας χώρας με χαμηλή οργανική σύνθεση με μεγάλες βιομηχανίες έντασης-εργασίας. Ενώ αυτό αλλάζει τώρα, η εκβιομηχάνιση της Κίνας τις τελευταίες δεκεαετίες εκφράζει επίσης την παραγωγή πλεονάζοντος προλεταριάτου στον υπόλοιπο κόσμο. Δημοφιλείς αφηγήσεις για την παγκόσμια οικονομία στη δεκεαετία του 2000 σταθερά θρηνούσαν για την φυγή κεφαλαίων δουλειών στον πυρήνα της εγχώριας βιομηχανίας προς τα ανατολικά, προς περιοχές μεγαλύτερης υποτίμησης της εργασίας [στμ. Θα λέγαμε ότι οι τροχιές της ροής του κεφαλαίου είναι αντίθετες από αυτές της ροής της εργατικής δύναμης – διαλεκτικά γαρ!]. Το αποτέλεσμα που παράχθηκε ήταν μια υποτίμηση της εργατικής δύναμης μέσα στις κατασκευαστικές βιομηχανίες της Δυτικής Ευρώπης και των ΗΠΑ. Ως τέτοια, η προλεταριοποίηση του κινέζικου πληθυσμού – που είναι ταυτόχρονα και παραγωγή του δικού της πλεονάζοντος προλεταριάτου – είναι η έκφραση της παραγωγής πλεονάζοντος προλεταριάτου σε άλλα μέρη του πλανήτη.

44 Στμ. Και για να κάνει την εργασία πιο παραγωγική χρειάζεται περισσότερο κεφάλαιο, εξ ου και η ταυτολογία ή αντίφαση ή φαύλος κύκλος.

45 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο aporia, μια αξεδιάλυτη εσωτερική αντίφαση ή λογική διάζευξη, από την αρχαιοελληνική απορίααδιέξοδο (πόρος: διέξοδος) και δη το φιλοσοφικό αδιέξοδο, η κατάσταση κατά την οποία ο φιλόσοφος δεν μπορεί να δώσει απάντηση σε κάποιο φιλοσοφικό ερώτημα, επειδή έχει φτάσει σε μια αντίδαση ή επειδή δύο αντίθετες προτάσεις φαίνονται εξίσου πειστικές.

46 Αυτή η ιστορική στιγμή παρήγαγε – σε αντάλλαγμα της τεράστιας αύξησης της παραγωγικότητας και της μείωσης των τιμών των εμπορευμάτων, που προέκυψε ως αποτέλεσμα της μαζικής απαξίωσης του κεφαλαίου στην περίοδο του πολέμου – αυξημένη αγοραστική δύναμη και μεγαλύτερη ενσωμάτωση για το προλεταριάτο στις σφαίρες της κατανάλωσης. Αν και αυτό αντανακλάστηκε ως μια σχετική μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης στην συνολική παραγώμενη κοινωνική αξία, προξένηση περιστασιακά μια απόλυτη αύξηση της πραγματικής αξίας των μισθών. Αυτή η τάση συνοδεύτηκε, επιπρόσθετα, από άμεσες επιδοτήσεις στην σφαίρα της παραγωγής καθώς και ως μια αύξηση στον έμμεσο μισθό του προλεταριάτου, το οποίο απέκτησε έτσι τις πολυτέλειες μιας ελαφράς αύξησης στην τιμή της εργασίας του πάνω από το ελάχιστο αναγκαίο για την αναπαραγωγή αυτής της εργασίας, καθώς και διάφορα συμπληρώματα όπως δάνεια, πίστωση και επιδόματα πρόνοιας και σύνταξης.

47 Για κάποιες χρήσιμες σκέψεις σχετικά με τις προοπτικές του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, δείτε Cognord: “Είναι εφικτό να κερδίσεις τον πόλεμο αφού έχεις χάσει όλες τις μάχες;”, http://www.brooklynrail.org/2015/02/field-notes/is-it-possible-to-win-the-war-after-losing-all-the-battles.

48 Για ένα πιο πρόσφατο παράδειγμα στην Ισπανία, δείτε “Η ισπανική κυβέρνηση προετοιμάζει καιν ούριο νόμο εθνικής ασφάλειας”, https://www.wsws.org/en/articles/2015/02/11/spai-f11.html.

49 Το μόνιμο συναίσθημα της αγνόησης δυνητικά από τη διαδικασία εκμετάλλευσης εκφράζει τα δεινά προλετάριων που καταλαβαίνουν τον εαυτό τους ως μεσαία τάξη. Αυτό εκφράζεται ως πολιτικό πρόβλημα και συχνά ερμηνεύεται κάτω από την ταμπέλα της ιδιότητας του παγκόσμιου πολίτη [citizenry]. Τέτοια ήταν μια κεντρική δυναμική του κινήματος καταλήψεων των πλατειών το 2011, που είχαν οι ίδιες ως ερέθισμα ζητήματα αστικοποίησης, κρατικών υποδομών και καταστολής. Από την μια πλευρά, το κράτος χάνει τη δύναμη ενσωμάτωσης, και, από την άλλη, στα πολιτικά κινήματα διαμορφώνεται μια νέα μορφή πολιτικής διαμεσολάβησης. Γενικότερα, μπορούμε να πούμε ότι το κύμα αγώνων στο διάστημα 2008-2012 χαρακτηριζόταν συγκεκριμένα από μια αναμέτρηση με το κράτος ως του βασικού ανταγωνιστή τους.

50 Είναι γι’ αυτό τον λόγο, μεταξύ άλλων, που η περιστασιακή αντίληψη του Μαρξ για τον αντιδραστικό χαρακτήρα αυτού στο οποίο αναφέρεται ως λούμπεν προλεταριάτο εγγυάται μια επανεξέτασή της κάτω από τις παρούσες συνθήκες.

51 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο: Even those most satiated can be recalled at their worst.

52 Φυσικά, μπορεί να ειπωθεί ότι υπάρχει μια κανονιστική κατανόηση του προλεταριάτου ως πάντοτε ήδη κατακερματισμένου από την ίδια τη φύση του. Αυτό αναφέρεται σε μια γενική συνθήκη διαχωρισμού από τα μέσα παραγωγής και αναπαραγωγής καθώς και στις διάφορες διαμεσολαβήσεις της αξίας που καθιστούν τη δραστηριότητα του προλεταριάτου μια δύναμη αποξένωσης “πέρα και ενάντια στον εαυτό του”. Παρ’ όλα αυτά, όσο θεμελιώδεις κι αν είναι αυτές οι συνθήκες ως προαπαιτούμενα της σχέσης ανταλλαγής, αυτοί οι διαχωρισμοί δεν μας λένε τίποτα για την ιστορική ανάπτυξη του κατακερματισμού του προλεταριάτου μέσα στον καπιταλισμό την παρούσα στιγμή.

53 Αυτό δεν σημαίνει, φυσικά, ότι αγώνες μέσα στη σφαίρα της παραγωγής δεν είναι πια σημαντικοί, αλλά μόνο ότι αποκτούν ένα καινούριο μέσα σε ένα αλλαγμένο πλαίσιο ταξικής σύνθεσης. Δεν μπορούν, συνεπώς, να κατανοηθούν ως μια επιστροφή στο παλιό εργατικό κίνημα. Το πιο σημαντικό ερώτημα στη θεώρηση τέτοιων αγώνες είναι κατά πόσον συνεπάγονται μια στιγμή άρνησης της ύπαξης της ταξικής σχέσης και των διαμεσολαβήσεών της ή όχι.

54 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο tangential.

55 Στμ. Όπως πολύ διορατικά είχαμε θέσει ως InMediasRes στην κουβέντα με θέμα: “Πού πήγαν οι αγώνες για το μεροκάματο;” πριν από τρία χρόνια! Στο ίδιο πνεύμα, οι αγώνες πχ. σχετικά με την κατοικία δεν είναι για τη μείωση των ενοικίων αλλά για την υπεράσπιση της μικροϊδιοκτησίας, γεγονός ανεξήγητο για τους εργατιστές autonome, που το ανακαλύπτουν τώρα στη σχετική αφίσα. Γενικά η ένδεια του εργατισμού συνίσταται ακριβώς στο να περιορίεται σε πικρές διαπιστώσεις για τις συνθήκες της αναδιάρθρωσης των οποίων την παραγωγή και γενεσιουργές αιτίες δεν μπορεί (ή δεν θέλει) να κατανοήσει, μένοντας να αναπολεί τις ένδοξες ημέρες ενός κινήματος και μιας τάξης που εξακολουθεί να αγιογραφεί και να εξυμνεί ως αφηρημένη ταυτότητα. Το “κανένα νοίκι στα χέρια ιδιοκτήτη” αποκτά ένα νόημα όχι τυχαία στο πλαίσιο της κρίσης στέγης που τροφοδοτεί το Airbnb, δηλαδή μια προχωρημένη συνθήκη της κρίσης αναπαραγωγής του προλεταριάτου, αλλά και πάλι κομματιών που δεν είναι ούτε ομοιογενή. Το όριο που ένας τέτοιος αγώνας μπορεί να αποκτήσει χαρακτηριστικά αμφισβήτησης της ιδιοκτησίας και άρα να διαχωριστεί από “διαταξικα” πλαίσιοα είναι ενδιαφέρον να δούμε πού μπορεί να προκύψει.

Βραζιλία: λαϊκή εξέγερση και τα όριά της

των Caio Martins and Leonardo Cordeiro1

Ο Ιούνιος του 2018 σηματοδοτεί τα πέντε χρόνια από το κύμα διαμαρτυριών ενάντια στην αύξηση στις τιμές των εισιτηρίων στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, που συντάραξε τους δρόμους εκατοντάδων πόλεων στη Βραζιλία το 2013. Στην καρδιά αυτών των ταραχών ήταν το Κίνημα Ελεύθερης Μετακίνησης (MPL), ένα αυτόνομο και οριζόντιο κοινωνικό κίνημα που δημιουργήθηκε το 2005 για την υπεράσπιση της δωρεάν μετακίνησης. Γραμμένο το 2014 από δυο αγωνιστές, που έφυγαν από την οργάνωση, το παρόν άρθρο αντανακλά τα όρια εκείνου του κύκλου διαμαρτυριών.

Ένας απολογισμός του κύκλου αγώνων για τη μετακίνηση με τα ΜΜΜ στο διάστημα 2003-2013, από τους Caio Martins και Leonardo Cordeiro2.

 

Αν αυξηθεί το εισιτήριο, η πόλη θα σταματήσει” προειδοποιούσαν οι αφίσες που είχαν κολληθεί εδώ κι εκεί πριν από έναν μήνα και καλούσαν σε κινητοποίηση στις αρχές του Ιούνη. Η πρώτη διαδήλωση έγινε την Πέμπτη και ήταν μια έφοδος στη ρουτίνα της πόλης με το μπλοκάρισμα μιας λεωφόρου στο κέντρο με φλεγόμενα λάστιχα. Αιφνιδιασμένη και αποπροσανατολισμένη, η στρατιωτική αστυνομία3 δεν μπορεί να την καταστείλει αποτελεσματικά και, καθώς οι διαδηλωτές σκορπίζονται και ανασυντάσσονται, η σύγκρουση απλώνεται σε μια αυξανόμενη ακτίνα, παρατείνοντας τη μάχη μέχρι μέσα στη νύχτα. Τα νέα της καταστολής και της σύγκρουσης διαδίδονται και το κίνημα καλεί σε μια καινούρια διαδήλωση για την επόμενη μέρα, στην οποία 5 χιλιάδες άτομα πορεύονται σε έναν από τους μεγαλύτερους δρόμους ταχείας κυκλοφορίας αυτής της μητρόπολής χωρίς να συγκρουστούν με την αστυνομία.

Αυτή θα μπορούσε να είναι η περιγραφή των πρώτων στιγμών του αγώνα ενάντια στην αύξηση των εισιτηρίων των ΜΜΜ στο Σάο Πάολο το 2013, αλλά είναι επίσης η ίδια ακριβώς αφήγηση για τον αγώνα ενάντια στην αύξηση στη Vitória, στην πολιτεία του Espírito Santo, το 2011. Η αναλογία στο σενάριο δεν είναι μια σύμπτωση. Αποκαλύπτει την ύπαρξη μιας κοινής στρατηγικής που οιοκδομήθηκε από αυτά τα κινήματα στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, στρατηγική που έχει στον πυρήνα της τις λαϊκές εξεγέρσεις ενάντια στην αύξηση των εισιτηρίων.

Κάθε χρόνο, οι κινητοποιήσεις ενάντια στις αυξήσεις των τιμών των εισιτηρίων αποδείχτηκαν να είναι όλο και πιο κεντρικές στους αγώνες στην πόλη. Από πόλεις μεσαίου μεγέθους μέχρι μεγάλες μητροπόλεις σ’ ολόκληρη τη χώρα, έχει οικοδομηθεί μια κουλτούρα αγώνα, σύμφωνα με την οποία κάθε προσπάθεια αύξησης των εισιτηρίων απαντιέται με διαμαρτυρίες. Αυτές μπορεί, για καιρό, να ήταν οι λίγες διαδηλώσεις οργανωμένες από την αριστερά των οποίων, όμως, η απήχηση και η λαϊκή υποστήριξη αύξαναν διαρκώς ώστε να καταλήγουν πάντα πολύ μεγαλύτερες απ’ ό,τι άρχισαν – αν και, φυσικά, συχνά δέχονταν την καταστολή.

Ενώ η άνοδος άλλων κινημάτων στις πόλεις – για παράδειγμα, για τη στέγαση – δύσκολα ξεπερνούσαν ποτέ τα όρια μιας καθορισμένης επικράτειας ή υπερέβαιναν τις τάξεις των εμπλεκόμενων οργανώσεων, στους αγώνες ενάντια στην αύξηση των εισιτηρίων οι κινητοποιήσεις τείνουν να απλώνονται σ’ ολόκληρη την πόλη, να γενικεύονται σαν μια εξέγερση. Αυτό συμβαίνει, ίσως, επειδή η μετακίνηση δεν είναι ένα πρόβλημα που περιορίζεται σε μια συγκεκριμένη περιοχή ή κατηγορία, αλλά είναι ένα ζήτημα που διαπερνά τη ζωή ολόκληρης της πόλης. Η εμπειρία του βασάνου που συγκεντρώνεται σ’ αυτό το πρόβλημα είναι κάτι που αντιμετωπίζεται από κοινού από τους εργάτες, μια κοινή ρουτίνα εκμετάλλευσης στην οποία είναι πιθανόν να αναγνωρίσει κανείς τον εαυτό του (ως τάξη;). Ξεκινώντας από ένα κοινό συναίσθημα, η εξέγερση έρχεται από τις δημόσιες μετακινήσεις: εκρήγνυται, σαν μια κοινή δράση, σε λεωφορεία που καίγονται, σε σπασμένες περιστρεφόμενες εισόδους ή σε κατειλημμένες ράγες.

Εξέγερση” ήταν ακριβώς το όνομα που δόθηκε στα γεγονότα στο Σαλβαδόρ το 2003 και στην Florianópolis το 2004 και το 2005. Αποκαλύπτοντας τη δύναμη του μονοπατιού που άνοιγαν, η Revolta do Buzú (“Εξέγερση των Λεωφορείων”) και οι δύο Revoltas da Catraca (Εξεγέρσεις των περιστρεφόμενων εισόδων”) θέτουν το παράδειγμα για τους αγώνες ενάντια στις αυξήσεις των εισιτηρίων την τελευταία δεκαετία· μπαίνουν στο μαχητικό φαντασιακό ως ο ορίζοντας των κινητοποιήσεων για τις μετακινήσεις. Δηλώνοντας ρητά ότι ήταν αναγκαίο να “επαναληφθεί [αυτό που συνέβη] η Florianópolis εδώ” ή απλά αντανακλώντας τον εαυτό της σ’ αυτή τη μορφή πάλης σαν σημείο αναφοράς για διάχυση, κινήματα από διάφορες πόλεις της χώρας αντιλαμβάνονται σ’ αυτές τις εμπειρίες την αποκορυφωτική έκβαση που θα πρέπει να επιτευχθεί. Άρα, ανιχνεύουν σιωπηρά τα ίχνη της ίδιας στρατηγικής πάλης, έστω κι αν αυτό δεν διατυπώνεται πάντα.

Το εμβληματικό “δρομολόγιο” που συγκροτείται από μόνο του στο Σαλβαδόρ και την Florianópolis κουβαλά κάποια στοιχεία τα οποία θα επαναλαμβάνονταν τα επόμενα χρόνια, με ή χωρίς επιτυχία. Ο αστερισμός αυτών των στοιχείων συνθέτει την τακτική που εδώ αποκαλούμε “λαϊκή εξέγερση”: μια σύντομη αλλά εκρηκτική, έντονη, ριζοσπαστική και αποκεντρωμένη διαδικασία. Οι πρώτες διαδηλώσεις λειτουργούν σαν ένα έναυσμα κινητοποιήσεων που παρεκτείνουν τον έλεγχο όσων την ξεκίνησαν – και οι οποίοι χάνουν κάθε ικανότητα να την ανακόψουν. Υπάρχει μια κλιμάκωση άμεσων δράσεων: μαζικές καταλήψεις και μπλοκάρισμα σημαντικών αρτηριών της πόλης, συγκρούσεις με την αστυνομία, επιθέσεις σε ατομικές και δημόσιες ιδιοκτησίες, λεηλασίεςσ. Πλήττοντας την κυκλοφορία της αξίας και λανσάροντας μια απειλή χάους – διάχυτη ανυπακοή – οι διαμαρτυρίες, που δεν αντιστοιχούν σε κάποιον αντιπρόσωπο με τον οποίον να είναι δυνατή μια διαπραγμάτευση, αναγκάζουν την κυβέρνηση να υποχωρήσει ώστε να μπορέσει να επανεδραιώσει την “τάξη”.

Το Σαλβαδόρ και η Florianópolis επαναλήφθηκαν με επιτυχία στις Vitória, Teresina, Porto Velho, Aracajú, Natal, Porto Alegre και Goiânia στα επόμενα χρόνια, μέχρι που οι [αυξήσεις στις] τιμές των εισιτηρίων ανατράπηκαν στο Σάο Πάολο, το Ρίο ντε Τζανέιρο και περισσότερες από 100 ακόμα πόλεις τον Ιούνιο του 2013. Μέσα από την οπτική όσων ήταν μάρτυρες αυτής της τελευταίας στιγμής, ιδιαίτερα στο Σάο Πάολο, αυτό το άρθρο στοχεύει να συλλάβει ολόκληρη τη διαδικασία.

Η κατεύθυνση της εξέγερσης

Αν, από τη μια πλευρά, οι κατευθυντήριες γραμμές της “λαϊκής εξέγερσης” επενδύουν στην απώλεια του ελέγχου και την εκρηκτικότητα, από την άλλη, εξαρτώνται, σχεδόν πάντα, από έναν πόλο του αγώνα εξαιρετικά οργανωμένο – μια οργάνωση που επεξεργάζεται και τυποποιεί το νόημα του αγώνα και εγγυάται κάποια συνοχή, επιτρέποντας στις κινητοποιήσεις να προχωρούν αυτόνομα ακολουθώντας την πρωταρχική κατεύθυνση: το αίτημα της ανάκλησης της αύξησης των τιμών των εισιτηρίων. Σύμφωνα με το αφήγημα που υιοθετήθηκε από το Movimento Passe Livre (MPL)4, ήταν ακριβώς επειδή δεν διέθετε έναν τέτοιο αρθρωμένο πόλο που η Revolta do Buzú δεν ήταν νικηφόρα: ο κενός χώρος καταλήφθηκε από ηγέτες γραφειοκρατικοποιημένων φοιτητικών οντοτήτων και πολιτικών κομμάτων. Στην Florianopolis, μια ανεξάρτητη οργάνωση νεολαίας, που σχηματίστηκε από ένα σχίσμα μια τροτσκιστικής ομάδας του Εργατικού Κόμματος (PT) και συγχωνεύθηκε με αναρχικούς αγωνιστές του Indymedia, θα αναλάμβανε αυτόν τον ρόλο, εκπονώντας μια στρατηγική για την επίτευξη της νίκης. Ήταν η Passe Livre Campaign (Καμπάνια για την Ελεύθερη Μετακίνηση) – που αργότερα ονομάστηκε MPL – που στην εξέγερση του 2005 θα εκπλήρωνε, με όρους εκείνων των μαχητικών χρόνων, τον ρόλο μιας “καλής ηγεσίας”, που ήξερε πώς να “παίξει, να συνθέσει και να δημιουργήσει με τις πρακτικές που παράγονται με έναν αυτόνομο τρόπο από μια κοινωνική κινητοποίηση”:

Παραθέτουμε:

Όταν λέω για κατεύθυνση, δεν μιλάω για διαταγές ή υπακοή, ούτε για χειραγώγηση των μαζών. Μιλάω για μια ομάδα που σκέφτεται, σχεδιάζει, συζητά και μελετά τα κοινωνικά ζητήματα σχετικά με τον λαϊκό ξεσηκωμό καθώς και τα καθημερινά ζητήματα αυτής της εξέγερσης, ώστε να πετύχει τις απαιτήσεις του κινήματος. Παρ’ όλα αυτά, ένας τέτοιος ηγετικός ρόλος γίνεται αναγκαίος αν υποθέσουμε ότι, αν αφεθεί στην ίδια τη δυναμική της, η λαϊκή εξέγερση πιθανόν να μην είναι αποτελεσματική στην κατάκτηση των επιθυμητών επιτευγμάτων. Αυτή η κατεύθυνση, αυτή η αρθρωμένη, προωθητική και σκεπτόμενη ομάδα θα στόχευε, λοιπόν, στην αύξηση της πιθανότητας η λαϊκή εξέγερση να αντανακλάται στην εκπλήρωση της κατάκτησης των στόχων της (…) με μια συγκεκριμένη κοινωνική σύνθεση, η μόνη αποτελεσματική, εφικτή και επιθυμητή κατεύθυνση δεν είναι αυτή που προσπαθεί να πειθαρχήσει, να δώσει σχήμα ή να ελέγξει την κοινωνική συμπεριφορά προς ένα ιδεώδες αλλά αυτή που μπορεί να βρει και να θέσει σε μια “ενάρετη” ακολουθία τις διαφοροποιημένες – φαινομενικά ανταγωνιστικές και αυθόρμητες – πρακτικές που αναδύονται από το κοινωνικό κίνημα5.

Αυτή “η ομάδα που σκέφτεται, σχεδιάζει, συζητά και μελετά” τα κοινωνικά ζητήματα σχετικά με τις μετακινήσεις και τους αγώνες ενάντια στις αυξήσεις των εισιτηρίων θα σχεδιάσει, στη διάρκεια των κινητοποιήσεων τα βήματά της στους δρόμους “ώστε να ικανοποιηθούν τα αιτήματα” και, κατά καιρούς, αναλαμβάνει τον ρόλο της “παραγωγής” της εξέγερσης, με άλλα λόγια της δημιουργίας των συνθηκών μέσα από κινητοποιήσεις, αναταραχή και δουλειά προπαγάνδας και της παρακίνησης στις πρώτες διαδηλώσεις. Στη διάρκεια των διαμαρτυριών, η οργανωτική μορφή, που έχει οικοδομηθεί από τον οργανωμένο πόλο, εξασφαλίζει τη συνοχή ανάμεσα σε διαφοροποιημένες ακόμα και αντικρουόμενες πρακτικές (από βανδαλισμούς μέχρι “coxinhas6), κατευθύνοντάς τες προς έναν κοινό στόχο. Αυτή η στιγμή ελέγχου είναι ουσιαστική για την αντίθετή της, αυτήν της απώλειας ελέγχου.

Καθώς οι αγώνες ενάντια στην αύξηση των εισιτηρίων ξεσπούν σε ολόκληρη τη Βραζιλία, σχηματίστηκαν αρκετές ομάδες θέλοντας να αναλάβουν αυτόν τον κατευθυντικό ρόλο. Μια τέτοια θέση θα καταλαμβανόταν, πιο συγκεκριμένα, από τις διάφορες “επιτροπές αγώνα για ελεύθερες μετακινήσεις”, οι οποίες από το 2005 θα συναρθρώνονταν σε εθνικό επίπεδο, σχηματίζοντας το MPL. Το Κίνημα Ελεύθερης Μετακίνησης αναδύεται, λοιπόν, ως η κύρια οργανωμένη μορφή ενός ευρέως κοινωνικού κινήματος που προηγείται αυτού και το ξεπερνά, μορφοποιούμενο γύρω από μια κοινή εικόνα για τους αγώνες για τις μετακινήσεις (αρχές, προτάσεις, τακτικές, ιστορία, αισθητική) την οποία μοιράζονται και αρκετές άλλες οργανώσεις και κινήματα7. Γεννημένο από τον ενθουσιασμό της εξέγερσης, σαν μια προσπάθεια επεξεργασίας του νοήματος αυτών των εμπειριών, το MPL δείχνει, ταυτόχρονα, και πέρα από αυτές, αμφισβητώντας τον ίδιο τον ναύλο και το τωρινό μοντέλο μετακινήσεων. Επιπλέον, δεν αποτυγχάνει να εστιάσει κυρίως στους αγώνες ενάντια στις αυξήσεις των εισιτηρίων, σε μια μόνιμη ένταση ανάμεσα αντιδραστική διάσταση αυτών των διαδρομών και την κατασκευή ενός άλλου μεταφορικού συστήματος. Με αυτά τα μέσα, η συνάρθρωση σε εθνικό επίπεδο του αγώνα για δωρεάν μετακινήσεις παίρνει, με τον χρόνο, το σχήμα μιας συνάρθρωσης μεταξύ των επικεφαλής ομάδων στους αγώνες ενάντια στις αυξήσεις.

Ο ηγετικός ρόλος που αναλαμβάνεται στην εξέγερση έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές της οριζοντιότητας και της αυτονομίας, τόσο αγαπητές στο MPL. Στην πάλη, λοιπόν, ενάντια στις αυξήσεις των εισιτηρίων, η μορφή της δεν μπορεί παρά να είναι αυτή μιας κατεύθυνσης που αρνείται τον εαυτό της, που δεν επιβεβαιώνει τον εαυτό της ως τέτοια, και μερικές φορές δεν βλέπει καν τον εαυτό της ως τέτοια· που δεν σκοπεύει στον πλήρη έλεγχο και, ακόμα περισσότερο, στοχεύει να χάσει εντελώς τον έλεγχο.

Έλεγχος και απώλεια ελέγχου

Ο Ιούνιος του 2013 στο Σάο Πάολο φαίνεται να είναι μια στιγμή κατά την οποία το κίνημα πιστεύει ότι έχει μια διαύγεια σε σχέση με το τι να κάνει κατά την εξέλιξη της εξέγερσης και, συνεπώς, αναλαμβάνει τον ηγετικό ρόλο με τον πιο συνειδητό και ορατό τρόπο. Η συλλογικότητα του MPL στο Σάο Πάολο (MPL-SP) θέτει στον εαυτό της το καθήκον να επεξεργαστεί μόνη της έναν λεπτομερή σχεδιασμό του αγώνα, βασισμένη στη δυναμική που θα μπορούσε να συλληφθεί από τις προηγούμενες συγκεκριμένες εμπειρίες: για να είναι πετυχημένος ο αγώνας θα έπρεπε να είναι ριζοσπαστικός, έντονος και αποκεντρωμένος. Δεν υπήρχαν ανοιχτές συνελεύσεις ή ένα πλατύ μέτωπο· οι “ομάδες” ήταν εξαιρετικά επιλεκτικές για να αποφευχθούν οι τριβές που αντιμετωπίστηκαν σε προηγούμενες διαδρομές. Οτιδήποτε έμοιαζε μη απαραίτητο στις κατευθυντήριες γραμμές που είχαν τεθεί έμεινε απ’ έξω ή αγνοήθηκε. Το δρομολόγιο κάθε διαδήλωσης, που είχε αποφασιστεί από την περιορισμένη ομάδα των μαχητών του MPL-SP, ήταν για τακτικούς λόγους μυστικό: ανακοινωνόταν σε κάποιες κοντινές οργανώσεις αλλά ποτέ δεν αποκαλυπτόταν στην τεράστια πλειοψηφία των διαδηλωτών. Και, παρ’ όλο που οι όροι “λαϊκή εξέγερση” και “απώλεια ελέγχου” εμφανίστηκαν στον δημόσιο λόγο του κινήματος ήδη από πρώτη μέρα, αυτή η μικρή ομάδα διατήρησε, παρά τη ρητορική, έναν σημαντικό έλεγχο πάνω στις διαδηλώσεις μέχρι και το απόγευμα της ανάκλησης του διατάγματος για τις αυξήσεις. Ακόμα και στην τεράστια πορεία της Δευτέρας 17 Ιουνίου – στην οποία συμμετείχαν περισσότερα από 1 εκατομμύριο άτομα, χωρίς υπερβολές – η ομάδα μπόρεσε να ακολουθήσει τη διαδρομή που είχε καθορίσει, χωρίζοντας τη δράση σε δυο μέτωπα που ξανασυναντήθηκαν στην Estaiada Bridge, παρά κάποιες άλλες διαιρέσεις. Στην πορεία τριών εβδομάδων πάλης, η πρώτη φορά που το MPL-SP απέτυχε να πραγματοποιήσει μια πορεία σύμφωνα με την προαποφασισμένη διαδρομή ήταν την επόμενη Τρίτη.

Στις 18 και 19 Ιουνίου, οι πορείες, στην πραγματικότητα, αποκεντρώθηκαν. Ταραχές και λεηλασίες σκεδάστηκαν σ’ ολόκληρη την πόλη. Το Κίνημα δεν κατάφερε καν να μπει επικεφαλής στην αρχή της διαδήλωσης και ήταν αδύνατον να ξέρει το καθετί που γινόταν. Ενώ εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι κατέλαβαν την Λεωφόρο Paulista και την Consolação Street, το κέντρο του Σάο Πάολο έγινε ένα είδος απελευθερωμένης ζώνης: πολυάριθμα πλιάτσικα σε αλυσίδες καταστημάτων, ένα αυτοκίνητο του Record Television Network πυρπολήθηκε, βιτρίνες καταστημάτων και τραπεζών καταστράφηκαν. Αφού είχαν ρίξει την πύλη του Μεγάρου της πολιτειακής κυβέρνησης την προηγούμενη μέρα, οι διαδηλωτές προσπάθησαν να εισβάλουν στο Δημαρχείο, κατέστρεψαν τα παράθυρά του και έκαναν γκράφιτι στους τοίχους του· “αξιωματούχοι και σύμβουλοι του Δημάρχου πήραν οι ίδιοι όπλα και έστησαν οδοφράγματα”8.

Ταυτόχρονα, αλλά “εκτός κάμερας”, αυτόνομες διαδηλώσεις έλαβαν χώρα σε διάφορα σημεία στα προάστια της πόλης. Σιτς γραμμές Esmeralda και Rubi της CPTM (São Paulo Metropolitan Trains Company), εν μέσω διαφόρων διακοπών, οι επιβάτες κατέλαβαν τις γραμμές, έσπασαν τα τραίνα και σαμποτάρισαν τις γραμμές. Στην Cotia, σχεδόν πέντε χιλιάδες άτομα απέκλεισαν και τις δυο κατευθύνσεις της εθνικής Raposo Tavares. Διαδηλώσεις μπλοκάρισαν την Socorro Bridge και την οδό M’Boi Mirim Road. Στο Grajaú, ταυτόχρονα με ένα κύμα λεηλασιών, περισσότερα από 80 λεωφορεία καταστράφηκαν. Στην ανατολική ζώνη, οι συνέπειες ήταν τόσο μεγάλες που η εταιρεία East Autobus Consortium 4 έθεσε σε κυκλοφορία, την επόμενη μέρα, τον μισό στόλο των λεωφορείων. Στο Guarulhos, διαδηλωτές μπλοκάρισαν για ώρες την πρόσβαση στο Διεθνές αεροδρόμιο, ενώ στο Parelheiros ο κόσμος εισέβαλε και απέκλεισε την περιφερειακή οδό.

Βίαιη και διάχυτη, η κατάρρευση της τάξης που συμβαίνει με το ξέσπασμα της εξέγερσης, κουβαλά μαζί της μια πανίσχυρη “κλεφτή ματιά” στην πιθανότητα του κοινωνικού μετασχηματισμού. Περιγράφοντας αυτή τη στιγμή στην Florianópolis, το 2004, ένας αγωνιστής επιβεβαιώνει ότι “το τελεσίγραφο που δόθηκε από το κίνημα, η σύγκληση των τεράστιων διαδηλώσεων και η διάχυτη πολιτική ανυπακοή άφησαν την πόλη σε ένα πραγματικά προ-εξεγερσιακό κλίμα”. Τα λόγια του θα μπορούσαν εξίσου καλά να αναφέρονται στις τελευταίες μέρες του αγώνα στο Σάο Πάολο, σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα: “Ήταν δύσκολο να προβλέψει κανείς τι θα συνέβαινε (…) αν η άρχουσα τάξη δεν ανακαλούσε την αύξηση των εισιτηρίων”· “Η κατάσταση θα μπορούσε να ξεφύγει εντελώς από τον έλεγχο των συγκροτημένων (και αναξιοπαθούντων!) αρχών”9.

Γενική απεργία, καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, η κατάληψη της πόλης με οδοφράγματα σε κάθε γειτονιά, απαλλοτρίωση του στόλου [των λεωφορείων]…αυτά είναι μερικά από τα αποτελέσματα που η λαϊκή ανάταση άνοιξε στην φαντασία εκείνο το απόγευμα της αναγγελίας της ανάκλησης των αυξήσεων. Είναι ακριβώς η απειλή ενός τεράστιου οργανωτικού άλματος από τους εργάτες που βάζει σε συναγερμό την άρχουσα τάξη – το “κοινωνικό χάος” χτυπά την πόρτα και πρέπει να περιοριστεί από την κυβέρνηση, εξ ου και η υποχωρητικότητα10. Η ιστορική τακτική των αγώνων ενάντια στις αυξήσεις των εισιτηρίων (τους οποίους αποκαλούμε “λαϊκή εξέγερση”) στοιχηματίζει πάνω σε μια τέτοια απειλή για την επιτυχία της αλλά, την ίδια στιγμή, εξαρτάται και από το να μην συμβεί. Για να πετύχει το κεντρικό της αίτημα, η εξέγερση πυροδοτεί μια εκρηκτική διαδικασία που απαραίτητα “φρενάρει” την στιγμή της κατάκτησης.

Αν η τακτική είναι αποτελεσματική, το οργανωτικό άλμα έχει ήδη γεννηθεί ευνουχισμένο και θα υπάρξει μόνο ως μια “ματιά”. Η σύντομη απώλεια εξουσίας στους δρόμους μας επιτρέπει να προειδούμε μιαν άλλη εξουσία, μια λαϊκή εξουσία, τόσο χειροπιαστή όσο ήταν ανεπίτευκτη εκείνες τις μέρες. Υπάρχοντας ακριβώς στην ένταση μεταξύ μιας υψηλής οργάνωσης μειοψηφίας και μιας ανοργάνωτης πλειοψηφίας, η λαϊκή εξέγερση περιορίζει τον εαυτό της. Την ίδια στιγμή που στην πάλη ενάντια στις αυξήσεις των εισιτηρίων στο Σάο Πάολο ο πληθυσμός ανέλαβε άμεση δράση πάνω στη ζωή του, δεν είναι λιγότερο αλήθεια ότι υπήρξε μια εντολή που αποφάσισε το τι να κάνει. Αν, μετά τον Ιούνιο, ένα μέρος της αριστεράς έκρινε ότι το πρόβλημα στη διαδικασία ήταν η έλλειψη μιας “επαναστατικής κατεύθυνσης”, σε μας το πρόβλημα φαίνεται να είναι το αντίθετο: στις εξεγέρσεις εναντίον των αυξήσεων των κομίστρων, αυτό που λείπει – και αυτό είναι που χαρακτηρίζει τις εξεγέρσεις – είναι η οριζοντιότητα, με άλλα λόγια, η άμεση εξουσία αυτών που ήταν στους δρόμους πάνω σ’ αυτό που έκαναν, κάτι που εξαρτάται από τις δομές που είναι ριζωμένες στην καθημερινή ζωή των εργατών.

Μεταξύ κυβέρνησης και κακής διακυβέρνησης

Με τα λόγια ενός αγωνιστή του MPL-SP:

Παραθέτουμε:

Σίγουρα, ο Ιούνιος δεν θα είχε συμβεί όπως συνέβη αν δεν υπήρχε αυτή η ομάδα ανθρώπων που ανέλυαν, σχεδίαζαν και γαμήθηκαν για να πετύχουν αυτοί οι σχεδιασμοί. Είμαι σίγουρος γι’ αυτό σήμερα, αλλά αυτό ήταν κάτι που περιόριζε τα πράγματα να συμβούν με τον τρόπο που συνέβηκαν σε κείνο το πλαίσιο. Ήταν ένας περιορισμός ότι δεν υπήρχαν γειτονιές ή οργανώσεις από τους εργασιακούς χώρους που θα μπορούσαν να παρέμβουν σ’ αυτό που συνέβαινε σ’ ολόκληρη την πόλη (…) Ένας από τους αντικειμενικούς στόχους του MPL είναι η λαϊκή διαχείριση των μετακινήσεων, κάτι που προφανώς αυτή η ομάδα δεν θα μπορούσε να πετύχει, ακριβώς επειδή αυτό μπορεί να συμβεί μόνο αν υπήρχαν οργανώσεις σε κάθε γειτονιά που θα οργάνωναν οι ίδιες τις μετακινήσεις, οι οποίες δεν θα οργανώνονταν από άλλους11.

Ένας τέτοιος περιορισμός που υπόκειται των αγώνων είναι ο ίδιος ο περιορισμός του ιστορικού πλαισίου μέσα στο οποίο η εξέγερση αναδύεται. Η “από τα κάτω” οργάνωση εξαφανίστηκε από την πολιτική πρακτική της βραζιλιάνικης αριστεράς χρόνια πριν. Η λαϊκή οργάνωση, που ήταν η βασική της γραμμή, ήταν ακριβώς το κόστος του κυβερνητικού σχεδίου που η αριστερά συνέλαβε στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Ήταν ένα κόστος που έπρεπε να πληρωθεί καθώς αυτό το σχέδιο εκτελούνταν: ανεβαίνοντας προς την κυβέρνηση, το PT κουβαλά μαζί του λαϊκά κινήματα και τα εισαγάγει όλο και περισσότερο στους μηχανισμούς διαχείρισης των κοινωνικών συγκρούσεων (από κυβερνητικά κανάλια “συμμετοχής” στον επεκτεινόμενο “Τριτογενή τομέα”). Δεν μας εκπλήσσει λοιπόν που η λέξη κλειδί είναι η συμπερίληψη/ένταξη. Σημαδεμένη από μια αυξανόμενη εγκατάλειψη της άμεσης δράσης και περιχαραγμένη από δημόσιες πολιτικές – συχνά αναπτυσσόμενες από την γνώση που έχει συσσωρευθεί από τους ίδιους τους αγωνιστές τους – λαϊκές οργανώσεις υποφέρουν από ένα “άδειασμα” που τις προσδένει με μια τεράστια κυβερνητική μηχανή12. Στο επίπεδο των απλών μελών θα συντηρούνταν μόνο “αντικειμενικοποιημένα” τμήματα εργατών, τυπικά εγγεγραμμένων και αντιπροσωπευόμενων – μεταχειριζόμενων σαν νόμισμα σε ένα ανταλλακτήριο γραφειοκρατιών.

Το γενικευμένο αίσθημα ανισχυρότητας, ριζωμένο στην ίδια την αριστερά, διαχέεται ανάμεσα στους εργάτες και βρίσκει απήχηση σε ριζοσπάστες και εκτός της κυβέρνησης. Υποστηριζόμενο από κλισέ ενός ντετερμινιστικού μαρξισμού (είτε πρόκειται για μια “ρεαλιστική” ανάλυση της κυβέρνησης είτε μια αριστερίστικη αμυντική αντιπολίτευση), η αδρανοποιητική συναίνεση του “συσχετισμού δυνάμεων” φυσικοποιεί την αδικία και τα δεινά: να μετράμε τις δυνάμεις μας απέναντι στο κεφάλαιο είναι χάσιμο χρόνου. Επιτελέστηκε μια πραγματική εξημέρωση: η “κριτική”, με τα λόγια του Paulo Arantes (στον οποίον βασιζόμαστε, κατά κάποιο τρόπο, για την παρούσα ανάλυση), επιτρέπεται “μόνο αν είναι εποικοδομητική και έχει την ένδειξη της χρηματοδοτικής πηγής της”13.

Σ’ αυτό το καταπληκτικό εργοστάσιο συναινέσεων και συγκαταβάσεων που έχει γίνει η χώρα”, τα γρανάζια της ένταξης συνδέονται τελικά με ένα σχέδιο “ένοπλου κατευνασμού”14. Τα θεσμικά κομμάτια δεν δουλεύουν χωρίς τους μηχανισμούς εξαίρεσης: αυτά τα δύο αλληλοσυμπληρώνονται στην προσπάθεια να κερδηθούν και να γίνει η διαχείριση των ατόμων, διαιρεμένων σε επικράτειες. Με τον χωρίς προηγούμενο πολλαπλασιασμό των τεχνολογιών κοινωνικού ελέγχου που βιώνει η χώρα, υπάρχουν “αστυνομικοί που διεκπεραιώνουν δραστηριότητες εκπαιδευτικών ή κοινωνικών λιετουργών, (…) διευθυντές τραπεζών που λειτουργούν σαν επιχειρηματικοί σύμβουλοι, έμποροι που γίνονται ταμίες τραπεζών, ηγέτες κοινοτήτων που τρέχουν κυβερνητικά προγράμματα, διευθυντές δημοσίων φορέων που διεκπεραιώνουν δραστηριότητες ιδιωτικών επιχειρήσεων”15.

Ήταν αναμενομενο ότι η απάντηση θα ερχόταν ως μια απώλεια ελέγχου. Για τις μικρές ομάδες που παρέμειναν στο αριστερό περιθώριο της κυβέρνησης, η πυροδότηση της ακυβερνησίας της εξέγερσης ήταν η δυνατότητα σύγκρουσης με την γιγαντιαία δομή διαχείρισης της ταξικής πάλης. Η βίαιη πολιτική έκρηξη στους δρόμους αρνείται τους μηχανισμούς συμμετοχής και αντιδρά στην ένοπλη καταστολή. Στο Σάο Πάολο, οι τακτικές του κινήματος υποτίθεται ότι εξελίσσονται ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν την στρατηγική διαλόγου που αναμένεται από έναν διαχειριστή της πόλης που ανήκει στο PT16.

Αν και χρειζόμαστε ακόμα να αναλύσουμε τη θέση των μετακινήσεων στη δομή διαχείρισης της πόλης και την άρνησή της, είναι φανερό ότι η εξέγερση εμφανίζεται ακριβώς ως μια καταστροφική κριτική, μια άρνηση της αδρανοποιητικής συναίνεσης. Μια εκρηκτική και βραχύχρονη αντίδραση, απαντά στο σχέδιο της αριστερής κυβέρνησης που είναι εντός της λογικής που εντυπώνεται στην κοινωνική πάλη: το θεαματικό, ο χρόνος των ΜΜΕ, η πτώση της δημοτικότητας. Η εξέγερση είναι, ίσως, το ανάποδο αυτής της αδρανοποίησης, η πολιτική μετάφραση αυτού του αισθήματος αβοηθησίας – τελικά, μια παραφωνία αντηχεί στην μονότονη παράλυση που τραγουδιέται από τους πιο διαφορετικούς μεταξύ τους πολιτικούς τομείς. Όμως, ως μια απλή ηχώ της ξεχασμένης δύναμης της εργατικής τάξης, μια φευγαλέα ματιά ενός πραγματικού ανταγωνισμού, η εξέγερση είναι περιορισμένη. Με το ένα (ή και τα δύο;) πόδια μέσα στην πολιτική του θεάματος, δεν μπορεί να πάει πέρα από την ανικανότητα.

Το νόημα της εξέγερσης

Η φαινομενική αμεσότητα της εξέγερσης, ένας χρόνος άμεσων γεγονότων, είναι επίσης ένας βαθιά διαμεσολαβημένος χρόνος – διαμεσολαβημένος από ένα θέατρο που διαδραματίζεται ξεχωριστά από την καθημερινή ζωή. Καθώς η εξεγερτική τακτική αρχίζει να κατευθύνει ολόκληρη την στρατηγική κατασκευή του MPL, αυτός ο επιταχυνόμενος ρυθμός μεταφέρεται στη ρουτίνα του κινήματος. Οι προσπάθειές τους συνοψίζονται, συνεπώς, επαναλαμβανόμενα στην προετοιμασία της κινητοποίησης, σε μια λογική “αγκιτάτσιας και προπαγάνδας”. Αν και αυτό εκμεταλλεύεται καλά την παιγνιώδη και αρτίστικη διάσταση, συχνά δεν πηγαίνει πιο πέρα από οξείες, ασυνεχείς, εκριζωμένες και διάσπαρτες παρεμβάσεις, χαρακτηριστικές μιας συγκεκριμένης ακτιβιστικής παράδοσης17. Χωρίς υποδομές από τα κάτω, ο σύνδεσμος ανάμεσα στους διαδηλωτές και την οργάνωση διαμεσολαβείται, στην πάλη ενάντια στις αυξήσεις των εισιτηρίων, σχεδόν αποκλειστικά από το διαδίκτυο, την τηλεόραση και τις έντυπες εφημερίδες. Η κεντρικότητα των ΜΜΕ στον τρόπο δράσης του MPL εμφανίζεται από την αρχή-αρχή του κινήματος, κληρονόμος του δικτύου του Indymedia (IMC), το οποίο ήταν για χρόνια τα κύριο μέσο εποικοινωνίας του, για να αντικατασταθεί αργότερα από το Facebook. Το 2013 αυτά τα ΜΜΕ – ελεγχόμενα κυρίως από την άρχουσα τάξη – ήταν το βασικό μέσο που χρησιμοποιήθηκε από το κίνημα για το κάλεσμα των διαδηλώσεων και την διάχυση των αιτημάτων και των θέσεών του.

Η ασθενικόττηα του δεσμού ανάμεσα στους δύο πόλους απειλεί μόνιμα την κατεύθυνση της εξέγερσης: το περιεχόμενό της μπορεί να γίνει αντικείμενο ιδιοποίησης – και τα ΜΜΕ είναι σε μια προνομιούχο θέση για κάτι τέτοιο. Έτσι συνέβη το 2013, όταν ο αστικός τύπος, αντιμέτωπος με την μαζικοποίηση των κινητοποιήσεων, δούλεψε για να αποδυναμώσει το αίτημα των “20 σεντς” εν μέσω της διάχυτης επίκλησης της διαφθοράς.

Αυτή η απώλεια νοήματος στοιχειώνει την απώλεια ελέγχου. Αν η κινητοποίηση ξεπερνά τον έλεγχο του MPL, πρέπει αναγκαστικά να ξεπερνά και την καθοδηγητική γραμμή που οικοδομήθηκε από την αρχή του κινήματος. Συνεπώς, κάθε φορά που το MPL επανεπιβεβαίωνε το μοναδικό νόημα των διαμαρτυριών, επανεπιβεβαίωνε τον εαυτό του ως την κατέυθυνση της διαδικασίας. Παρ’ όλα αυτά, η φευγαλέα ματιά της μετασχηματιστικής δύναμης, που η εξέγερση μάς επιτρέπει να έχουμε, πρέπει να πάει πιο πέρα από τα 20 σεντς – είναι μια δύναμη συνολικής αλλαγής. Συνεπώς, η έκρηξη της εξέγερσης είναι, επίσης, και μια έκρηξη νοήματος. Και, στον βαθμό που η εξέγερση πρέπει να “συγκρατηθεί”, η διατήρηση της κατευθυντήριας γραμμής (στην οποία είναι δεσμευμένο το MPL) θα παίξει επίσης έναν θεμελιώδη περιοριστικό λόγο. Μετά την μείωση των τιμών των εισιτηρίων, παραμένει μια κινητοποίηση χωρίς κατεύθυνση, της οποίας το νόημα θα αμφισβητηθεί εύκολα από τους παλιούς μεσάζοντες. Όμως, το αίτημα που πάει πιο πέρα από τα 20 σεντς, και το οποίο υπήρχε μόνο στην πάλη για τα 20 σεντς, είναι τώρα ένα τίποτα.

Τον Ιούνιο του 2013, η διαδικασία βρήκε το όριό της πολύ έντονα στο Σάο Πάολο – ακριβώς εκεί που τα “20 σεντς” καθόρισαν ξεκάθαρα την κατεύθυνση της εξέγερσης. Σε πολύ σύντομο διάστημα, η άμπωτη των κινητοποιήσεων του Σάο Πάολο χτυπά τις πόλεις στις οποίες οι διαδηλώσεις ξέσπασαν εξαιτίας των συνεπειών γεγονότων που διαδόθηκαν από τα ΜΜΕ. Παρ’ όλα αυτά, σε μέρη που ο στόχος των διαμαρτυριών ήταν πιο διάχυτος και μερικός, όπως το Ρίο ντε Τζανέιρο, το τέλος της διαδικασίας διυλήθηκε επίσης μέσα από μια μακρά εξισορρόπηση που κράτησε τους επόμενους μήνες. Καθώς οι δρόμοι του Ρίο ντε Τζανέιρο δεν έχουν κάποιο κυρίαρχο μήνυμα – η εξέγερση δεν ήταν μια τακτική σχεδιασμένη από μια ηγετική ομάδα με ένα ξεκάθαρο στόχο – δεν έχασαν και εντελώς το όποιο νόημα μετά την μείωση των εισιτηρίων.

Ο Ιούνιος πέρασε

Η τακτική επεξεργασία της λαϊκής εξέγερσης, που έχει αναπτυχθεί από το 2003, έφτασε στις έσχατες συνέπειές της. Το νέο μονοπάτι στης πάλης στις πόλεις που ξεδιπλώθηκε σε διαφορετικές εξεγέρσεις ενάντια στην αύξηση των εισιτηρίων φτάνει στο αποκορύφωμά του τον Ιούνιο. Φτάνοντας σε μια χωρίς προηγούμενο διάσταση, η οριστική επιτυχία της εξέγερσης ως μια τακτική το 2013 ήταν επίσης η ταυτόχρονα το “άδειασμα” αυτής της ίδιας τακτικής.

Στους αγώνες στους δρόμους, δεν μοιάζει δυνατόν να “τριπλάρουμε” τις κατασταλτικές δυνάμεις με τους ίδιους ελιγμούς των προηγούμενων χρόνων. Επιμονή σ’ αυτούς διαγράφει ένα σενάριο διαχείρισης των ταραχών, που είναι ήδη διάσπαρτο σ’ ολόκληρο τον κόσμο: ακόμα και οι πιο βίαιες διαμαρτυρίες, συνήθως περιχαρακωνόμενες πλέον και χειρουργικά περιοριζόμενες από την αστυνομία, δεν είναι πια τόσο ικανές να ταρακουνήσουν/διασαλεύσουν την τάξη. Από τις υπηρεσίες πληροφοριών μέχρι τη δικαιοσύνη, η κρατική καταστολή βελτιώνει το προϊόν της18. Οι διαμαρτυρίες μπαίνουν στους υπολογισμούς των πολιτικών, του τύπου και των ασφαλιστών. Οι συγκρούσεις με την αστυνομία, συνοψιζόμενες ως αβλαβής κόπωση, είναι τόσο άδειες όσο και το μοντέλο των “τεράστιων διαδηλώσεων” – που οργανώνονται από συνασπισμούς που δεν κουράζονται να αναζητούν τη σημαία κάτω από την οποία θα σφυρηλατηθεί ακόμα μια φορά “η ενότητα της αριστεράς”. Φαίνεται ότι μια εμμονή με το παρελθόν έχει απλωθεί, που εμποδίζει να προβάλλουμε στον ορίζοντα κάτι πιο πέρα από την απλή επανάληψη αυτού που έχει ήδη συμβεί: “Ο Ιούνης δεν τελείωσε”, “ταξίδια του Αυγούστου (sic)”, “Είμαι και πάλι στους δρόμους”, “θα ‘ρθουν κι άλλοι Ιούνηδες”…κοκ. Ο δρόμος ως αυτοσκοπός είναι ένα αδιέξοδο. Μια αρένα στην οποία η συμβολική διάσταση έχει πάθει υπερτροφία, στην οποία γινόμαστε μάρτυρες του στείρου θεάματος η-διαμαρτυρία-για-τη-διαμαρτυρία, όχι τόσο μακριά από το η-βία-για-τη-βία: αυτό που έχει σημασία είναι να “αμφισβητήσουμε το φαντασιακό”19.

Και δεν είναι μόνο στον ένα από τους πόλους της που η εξεγερσιακή τακτική “κάηκε”· το ίδιο συμβαίνει και με τον άλλο πόλο (την οργανωμένη συλλογικότητα): αποσπασμένη από τη διαδικασία της κινητοποίησης, η ομάδα που πήρε τον ηγετικό ρόλο, χάνει την αίσθηση της ύπαρξής της. Όταν οι τιμές των εισιτηρίων μειώνονται στο Σάο Πάολο και εκατοντάδες άλλες πόλεις, η οργανωτική μορφή της κατεύθυνσης της εξέγερσης ενάντια στις αυξήσεις των τιμών ολοκληρώνει την προσπάθειά της, η οποία σχεδιαζόταν κάθε χρονιά: να ανοίξει ένα ρήγμα στη συναίνεση. Προσανατολισμένη από και προς τις εξεγέρσεις, η φόρμα που υιοθετήθηκε από το MPL χάνει τη θέση της. Εξαιτίας αυτού, ίσως, πολλές από τις ομάδες που οδήγησαν μεγάλες διαδρομές αγώνων και πέτυχαν νίκες, επεδίωξαν στη συνέχεια να αναθεωρήσουν τη μορφή της λειτουργίας τους. Παρ’ όλα αυτά, είναι δυνατόν αν δει κανείς πρακτικές ενδεικτικές μιας ισχυρής τάσης επιμονής στον παλιό κατευθυντήριο ρόλο.

Από τη μια πλευρά, εκείνη η ομάδα που συνδεόταν με κάτι πολύ μεγαλύτερο από τον εαυτό της στρέφεται στη διατήρηση της ταυτότητας και της δομής της: για να συνεχίσει να υπάρχει, απομονώνει τον εαυτό της ακόμα περισσότερο από τους κοινωνικούς αγώνες και τους μαχόμενους, κλεινόμενη έτσι στον εαυτό της20. Από την άλλη πλευρά, επιταχυνόμενη από τον ρυθμό των γεγονότων στην εξέγερση, σπαταλά τυφλά τη δύναμή της στην ανυπομονησία να ανταποκριθεί στο αυξανόμενο φορτίο ενός πολιτικού παιχνιδιού στο οποίο μόλις πρόσφατα θεωρούνταν ένας πρωταγωνιστής – συμπεριλαμβανομένων αιτημάτων για συνεντεύξεις και τοποθετήσεις, ποικίλες προσυπογραφές εμφανίσεων και δράσεων, ακαδημαϊκής έρευνας, προσκλήσεων σε πάνελ και διαλέξεις, δημόσια και ιδιωτικά διαχειριστικά ενδιαφέροντα21. Η αναγνώριση από άλλους “πολιτικούς παράγοντες” μεταδίδει στην οργάνωση τη δυναμική αυτού του θεάτρου. Αν δεν μπορέσει να ανοίξει έναν καινούριο ορίζοντα για την ίδια, η οργάνωση θα προσκολληθεί αναπόφευκτα στο παρελθόν και θα επανεπιβεβαιώνει την νεκρή μορφή – μόνο ένα σύμβολο απομένει, ένα σημάδι που χρήζει διαχείρισης22.

Λέγοντας ότι η ιστορική τακτική της “λαϊκής εξέγερσης” ξεθωριάζει δεν σημαίνει με κανέναν τρόπο ότι ανακηρύσσουμε το τέλος της εξέγερσης – αυτή η άποψη που πάλλεται επί αιώνες μεταξύ των καταπιεσμένων. Το ακριβώς αντίθετο, [η εξέγερση] ποτέ δεν ήταν τόσο παρούσα: από τον Ιούνιο, η διάθεση σύγκρουσης έχει μόνο αυξηθεί. Αλλά τι οικοδομούμε πέρα από αυτή τη διάθεση; Εκατομμύρια κατέβηκαν στους δρόμους αλλά όταν πήγαν πίσω στα σπίτια τους, τις γειτονιές και τους χώρους δουλειάς τους, επέστρεψαν στη ρουτίνα των βασάνων και του εξευτελισμού (ίσως λίγο περισσότερο εξοργισμένοι;). Αν και έχει παραγάγει αντηχήσεις, η στιγμή της κινητοποίησης δεν μπορούσε να πάει πιο πέρα από τον εαυτό της, δεν βρήκε κάποια συνέχει σε μια στιγμή οργάνωσης.

Αν δεν αφήσαμε το 2013 με έναν εμπλουτισμό της μορφής οργάνωσης των “από τα κάτω”, ίσως η γη γι’ αυτή την οργάνωση να είναι τώρα πιο εύφορη, δείχνοντας προς κάτι ζωντανό, πέρα από τις νεκρές μέρα-με-τη-μέρα συναινέσεις και συμφωνίες, ο Ιούνιος έσπασε “τα μάγια”. Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθούσε να είναι μια ανίκανη άρνηση: με δυσκολία προβλέπουμε τη δυνατότητα ενός άλλου κόσμου. Πώς μπορούμε να κάνουμε αυτό που είδαμε ως έκλαμψη να περάσει από το δυνατό στο πραγματικό; Είναι τουλάχιστον εντελώς επιτακτικό να ξεπεράσουμε την κεντρικότητα της τακτικής της εξέγερσης και να διαμορφώσουμε μια ευρύτερη στρατηγική προοπτική, την προοπτική μιας πιο ικανής απόρριψης, ριζωμένης στην καθημερινή ζωή. Είναι αναγκαίο να οικοδομήσουμε αυτό που έγινε δυνατόν να φανταστούμε.

1 Μεταφρασμένο από εδώ: https://libcom.org/library/brazil-popular-revolt-its-limits.

2 Δημοσιευμένο αρχικά στο Passa Palavra (Revolta popular: o limite da tática). Η παρούσα είναι μια αναθεωρημένη έκδοση του ίδιου κειμένου που δημοσιεύτηκε στο “Junho: Potência das ruas e das redes” (São Paulo, Fundação Friedrich Ebert, 2014). Μεταφράστηκε στα Αγγλικά από τον Nilen Vergara και αναθεωρήθηκε από την Clara Spalic.

3 Σημείωσης της αγγλικής μετάφρασης: Στη Βραζιλία η αστυνομία είναι στρατιωτικοποιημένη. Σύμφωνα με την Wikipedia, “Η Στρατιωτική Αστυνομία (…) είναι ένας τύπος προληπτικής κρατικής αστυνομίας σε κάθε μια από τις πολιτείες της Βραζιλίας. Οι μονάδες της Στρατιωτικής Αστυνομίας, οι οποίες έχουν δικούς τους σχηματισμούς και κανόνες και στολές ανάλογα με την πολιτεία, είναι υπεύθυνες για τη διατήρηση της δημόσιας τάξης σ’ ολόκληρη τη χώρας συμπεριλαμβανομένης της Ομοσπονδιακής Περιφέρειας και της πρωτεύουσάς της, της Μπραζίλια. Αναπτυσσόμενη αποκλειστικά να δρα αποτρεπτικά ενάντια στη διάπραξη εγκλημάτων, οι μονάδες της δεν διεξάγουν αστυνομικές έρευνες. Οι αστυνομικές και εγκληματολογικές έρευνες καθώς και η άσκηση διώξεων αναλαμβάνονται από την Πολιτική Αστυνομία [Civil Police]”.

4 Αυτό είναι το αφήγημα που εμφανίζεται, για παράδειγμα, στο άρθρο που υπογράφεται από το MPL του Σάο Πάολο στο βιβλίο Cidades Rebeldes [Εξεγερμέενς Πόλεις] (São Paulo, Boitempo, 2013). Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: αυτό το βιβλίο εκδόθηκε στη Γαλλία με τον τίτλο Villes rebelles (Paris, Éditions du Sextant, 2014) και το άρθρο του MPL μπορεί να διαβαστεί στα Γαλλικά στο: http://www.lcr-lagauche.org/a-lire-un-extrait-de-villes-rebelles.

5 Leo Vinicius. Guerra da Tarifa 2005, São Paulo, Faísca, 2005, σελ. 60-61.

6 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: Υποτιμητικός όρος που χρησιμοποιήθηκε το 2013 αναφερόμενος στους πασιφιστές διαδηλωτές που κράταγαν στις διαδηλώσεις την εθνική σημαία της Βραζιλίας. Πριν από αυτό, ο όρος χρησιμοποιούνταν ευρέως ανααφερόμενος στους ασφαλίτες της Στρατιωτικής Αστυνομίας. Μετά τις διαδηλώσεις εναντίον της προέδρου Ντίλμα το 2015, χρησιμοοποιείται υποτιμητικά ως παρατσούκλι των δεξιών διαδηλωτών.

7 Για να αναφέρουμε μερικά παραδείγματα: το Movimento Não Pago (Κίνημα Δεν Πληρώνω) στο Aracajú· το Public Transportation Struggle Bloc στο Porto Alegre· την Καμπάνια Zero στο Μπέλο Οριζόντε· το Movimento Porrada no Busão (Κίνημα Χτύπα το Λεωφορείο) στο Porto Velho· τα κινήματα Pula Catraca (Πήδα τη Μπάρα), Contra Catraca (Ενάντια στη Μπάρα), Transporte Justo (Δίκαιη Μετακίνηση) και Contra a Passagem (Ενάντια στο Κόμιστρο) στην επαρχία του Σάο Πάολο· ανάμεσα σε αναρίθμητες άλλες επιτροπές, φόρουμ και μέτωπα αγώνα σκορπισμένα σ’ ολόκληρη τη χώρα.

8 Elena Judensnaider and others, Vinte centavos: a luta contra o aumento, São Paulo, Veneta, 2013.

9 Leo Vinicius, A Guerra da Tarifa, São Paulo, Faísca, 2005, σελ. 60-61.

10 Στην πρώτη “Εξέγερση ενάντια στις Μπάρες”, η απειλή ήταν ρητή: “Σχεδόν δυο εβδομάδες μετά την εξέγερση, φοιτητές έδωσαν ένα τηλεσίγραφο και κάλεσαν σε μια τεράστια διαμαρτυρία η οποία θα συγκέντρωνε περισσότερα από είκοσι χιλιάδες άτομα. Το κίνημα διέρρευσε προς τις αρχές ότι αν δεν υπήρχε ανάκληση της αύξησης των εισιτηρίων θα προσπαθούσαν να καταλάβουν το Δημαρχείο και το Επαρχείο, ανακηρύσσοντας μια δημοτική κυβέρνηση μέσα από λαϊκά συμβούλια. Μείγμα τσαμπουκά, στρατηγικής και ευφυΐας, η απειλή ήταν αποτελεσματική. Αντιμέτωπος με μια επικείμενη πορεία τεραστίων διαστάσεων και απρόβλεπτων συνεπειών, ένας ομοσπονδιακός δικαστής στην πόλη απλά ανακάλεσε την αύξηση, στιγμές μόλις πριν την διαδήλωση, ισχυριζόμενος ότι φοβόταν το “κοινωνικό χάος” που θα δημιουργούνταν από τις “μάχες στους δρόμους της Florianópolis” στη μάχη ενάντια στις ‘υπερβολικές τιμές που αποδίδονται στα ομαδικά εισιτήρια μετακίνησης’” (Pablo Ortellado, Um movimento heterodoxo, CMI Brasil, 2004, http://www.midiaindependente.org/en/red/2004/12/296635.shtml). Τον Ιούνιο του 2013, ακριβώς πριν την ανακοίνωση της ανάκλησης των αυξήσεων των εισιτηρίων στο Σάο Πάολο, η πρόταση για κάλεσμα σε μια γενική απεργία για την επόμενη εβδομάδα αντήχησε μεταξύ των πιο διαφορετικών αριστερίστικων οργανώσεων (η πρόταση είχε στην πραγματικότητα συνέπειες: μια τέτοια απεργία συνέβη, όντως, αλλά σαν μια φάρσα, αποσπασμένη από την εξέγερση).

11 Το σχόλιο είναι από τον σύντροφο Arabel, δημοσιευμένο σε μια ομάδα συζήτησης σε ένα κοινωνικό δίκτυο.

12 Το άρθρο “Estado e movimentos sociais” (“Κράτος και κοινωνικά κινήματα”) αντανακά πολύ βαθύτερα τη σχέση ανάμεσα στις αριστερές κυβερνήσεις και τα κοινωνικά κινήματα. Στο: http://passapalavra.info/2012/02/52448.

13 Paulo Eduardo Arantes. “Fim de um ciclo mental” [“Τέλος ενός πνευματικού κύκλου”] στο Extinção (São Paulo, Boitempo, 2007), σελ. 250, μεταξύ άλλων άρθρων και συνεντεύξεων συγκεντρωμένων στον ίδιο τόμο, ιδιαίτερα στα μέρη 3, 4 και 5. Δείτε επίσης “O ‘pensamento único’ e o marxista distraído”, από τον ίδιο συγγραφέα (Zero à esquerda, São Paulo, Conrad, 2004). Σε μια συνάντηση με το κίνημα τον Ιούνιο, όταν ο δήμαρχος του Σάο Πάολο “ζητά τον καθορισμό μιας πηγής για το προϋπολογισμό της επιδότησης που απαιτούν (…) το MPL λέει ότι δεν είναι δουλειά του κινήματος να βρει τεχνικές λύσεις σε ένα κοινωνικό αίτημα” (Judensnaider, 2013). Για μια πιθανή αφετηρία της “κριτικής των προτάσεων” στη βραζιλιάνικη Αριστερά, δείτε τη σημείωση στο Passa Palavra http://passapalavra.info/2012/05/5/58422.

14 Συνεχίζουμε στο ίχνος του Paulo Arantes, τώρα με το δοκίμιο “Depois de junho a paz será total” [“Μετά τον Ιούνιο, η ειρήνη θα είναι πλήρης”,] στο τελευαταίο του βιβλίο O novo tempo do mundo [“Η νέα εποχή του κόσμου”] (São Paulo, Boitempo, 2014).

15 Livia de Tommasi and Dafne Velazco. “The Production of a New Discursive Regime About Slums in Rio de Janeiro and the Many Faces of Community-based Entrepreneurship”. Κείμενο που παρουσιάστηκε στην 35η συνάντηση Anpocs (Caxambu, 2011) και παρατίθεται από τονPaulo Arantes στο “Depois de junho será a paz total”.

16 Τον Απρίλιο του 2013, στη διάρκεια διαδηλώσεων του κινήματος για τη στέγαση, ο Fernando Haddad κατέβηκε από υπουργικό συμβούλιο και απευθύνθηκε στους διαδηλωτές, μετατρέποντας την ενέργεια αυτή σε μια πορεία. Στην πρώτη κύρια δράση του Ιούνη, η Δημοτική Αρχή περίμενε να λάβει μια “προμήθεια” για το κίνημα, για να το βάλει, προφανώς, “σε ένα αποπροσανατολιστικό τραπέζι διαπραγματεύσεων” (Judensnaider, 2013).

17 Το κίνημα ιδιοποιήθηκε και ανέπτυξε δαιφορετικούς τρόπους για να ταράζει την πόλη και να προπαγανδίζει τον αγώνα: δραστηριότητες στα σχολεία, φυλλάδια και μπροσούρες, επιθέσεις στις αρχές, αφίσες, συνθήματα στους τοίχους, catracaços (πήδημα πάνω από τις μπάρες), αποκαλύψεις στα κοινωνικά δίκτυα, δράσεις στα ΜΜΕ, μικρές πορείες, άρθρα και ανακοινώσεις τύπου, μεταξύ άλλων. Για μια πιο βαθιά κριτική στην ακτιβιστική κουλτούρα που κληροδοτήθηκε από το MPL, δείτε Felipe Corrêa, “Balanço crítico acerca da Ação Global dos Povos no Brasil” (δημοσιευμένο σε έξι μέρη στο Passa Palavra: http://passapalavra.info/2011/07/42773).

18 Για περισσότερα σχετικά μ’ αυτό το σενάριο, δείτε: “Chaos Theory“, αρχικά δημοσιευμένο στην Αστυνομική Επιθεώρηση και μεταφρασμένο από τον ιστότοπο Passa Palavra στα Πορτογαλικά (http://passapalavra.info/2014/03/92961) και: “A mais-valia relativa da polícia: sobre repressão e controlo social” στον ίδιο ιστότοπο (http://passapalavra.info/2014/04/93676). Περιττό να πούμε ότι η τακτική περικύκλωσης της αστυνομίας (Hamburger Kessel), μια καινοτομία της Στρατιωτικής Αστυνομίας του Σάο Πάολο το 2014, χρησιμοποιείται από το 2006 στην Σάντα Καταρίνα – όχι τυχαία, την πολιτεία στην οποία βρίσκεται η Florianópolis.

19 Οι διαμαρτυρίες και τα σπασίματα φαίνεται ότι έχουν συλληφθεί από την τακτική τους διάσταση και περιοριστεί σε μια καθαρά αισθητική διάσταση. Κάποια άρθρα αναφέρουν τα εξής: “Será que formulamos mal a pergunta?” της Silvia Viana (Cidades rebeldes, 2013), και “Agora só faltam 3 reais… e um imenso desafio” (http://passapalavra.info/2014/06/97065).

20 Και αυτό άσχετα από το μέγεθος της ομάδας, από το αν αποτελείται από τέσσερα άτομα ή σαράντα, από τη στιγμή που υπάρχει αυτό που ο Felipe Corrêa αποκαλεί “σπατάλη κοινωνικών δυνάμεων”: “υπάρχει ένας πλεονασμός διαδικασιών και δομών, κόσμος που κάνει μη απαραίτητα πράγματα, λίγα άτομα που ασχολούνται με σημαντικές δραστηριότητες (για παράδειγμα, δουλειά βάσης) κλπ.” (“Movimentos sociais, burocratização e poder popular. Da teoria à prática. 3) Mecanismos e processos de burocratização” at http://passapalavra.info/2010/11/31590).

21 Αυτή η διεστραμμένη στιγμή στην οποία “η κοινωνική βάση του αγώνα δεν ενδιαφέρεται πλέον για το κίνημα, αλλά ενδιαφέρονται οι δημόσιοι διαχειριστές”, είναι συχνά μια στιγμή “εσωτερικής κρίσης”: οι αγωνιστές “στρέφονται προς τα μέσα, προσπαθούν να συζητήσουν τις ελλείψεις και αδυναμίες που οδήγησαν σ’ αυτήν ή τουλάχιστον να διασφαλίσουν ό,τι απέμεινε. Ανταλλάσσονται κατηγορίες, ανακύπτουν τριβές και διαμάχες για την εξουσία. Αυτές οι συζητήσεις έχουν συνήθως ελάχιστο ενδιαφέρον για σε νέο κόσμο, κάτι που ενδυναμώνει το σενάριο απομόνωσης και χαμηλής συμμετοχής”. Δείτε το άρθρο “Buro-ácrata”, των Grouxo και Legume (http://passapalavra.info/2014/04/94231).

22 Όπως μπορεί να ειδωθεί, για παράδειγμα, σε ένα σημείωμα που δημοσιεύθηκε από την εθνική ομοσπονδία του MPLOn the Abbreviation Abduction”: http://saopaulo.mpl.org.br/2014/05/13/nota-da-federacao-nacional-do-mpl-sobre-o-sequestro-de-sigla.

Βραζιλία: Πώς έχουν αλλάξει (και δεν έχουν αλλάξει) τα πράγματα

αναδημοσίευση στο libcom.org1

το κείμενο σε pdf

Από τη διαχείριση της εξέγερσης του Ιουνίου του 2013 στην συντεταγμένη ανταρσία του Bolsonaro

Ανάλυση της τρέχουσας κατάστασης στη Βραζιλία, γραμμένη από “μια ομάδα μαχητών” και πρωτοδημοσιευμένη στα Πορτογαλικά με το όνομα “Olha como a coisa virou[“Κοιτάξτε πώς άλλαξαν τα πράγματα”] στον ιστότοπο Passa Palavra.

Μπορείς ακόμα, ίσως, και να ηρεμήσεις τα πράγματα, αλλά η επιστροφή θα είναι πάντα ζοφερή”, MC Vitinho2

Κοίτα πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα”, είπε ένας σύντροφος μια από κείνες τις μέρες· “πριν από λίγα χρόνια, αν ήσουνα σ’ έναν φούρνο, σε μια στάση λεωφορείου, και άκουγες κάποιον να παραπονιέται για την κυβέρνηση, θα ενθουσιαζόσουνα. Θα βλέπαμε ένα άνοιγμα για μια πολιτική κουβέντα, μια έκλαμψε ταξικής συνείδησης. Όχι πολύ καιρό πριν, όλα άρχισαν να αλλάζουν. Σήμερα, αν ακούσω κάποιον να παραπονιέται, μπαίνω σε εγρήγορση: ‘πιθανόν αυτός ο τύπος να υποστηρίζει τον Bolsonaro…’”.

1.

Κατά την άποψη του Λούλα, “αυτή η χώρα είναι ακατανόητη από τότε που συνέβησαν αυτά που συνέβησαν τον Ιούνιο του 2013”3. Μερικούς μήνες πριν συλληφθεί, διακήρυξε ότι: “ήταν πρόωρο να υποθέσουμε ότι αυτά που συνέβησαν το 2013 ήταν δημοκρατικά”. Φυσικά, οι μαχητές που ενεπλάκησαν σε κείνο το κύμα διαμαρτυρίας δεν πήραν με καλό μάτι αυτή τη δήλωση: “να’ μαστε πάλι, το Εργατικό Κόμμα (PT) επιτίθεται στον Ιούνη του 2013!”.

Είχε άδικο ο Λούλα; Ήταν ο Ιούνης του 2013 πραγματικά “κάτι δημοκρατικό”; Εκείνον τον καθοριστικό μήνα, χιλιάδες – και, στη συνέχεια, εκατομμύρια – κόσμος απέκλεισαν δρόμους και εθνικές οδούς σ’ ολόληρη τη χώρα, συγκρούστηκαν με την αστυνομία, έβαλαν φωτιά σε λεωφορεία, επιτέθηκαν σε δημόσια κτίρια και λεηλάτησαν μαγαζιά. Η μείωση των εισιτηρίων στις συγκοινωνίες δεν ήταν ανοιχτή σε συζήτηση και διαπραγμάτευση, ήταν μια απαίτηση που επιβλήθηκε με το ζόρι: “Ή μειώνονται τα εισιτήρια ή η πόλη σταματά!”. Αυτό δεν ακούγεται και πολύ “δημοκρατικό”…Ήταν ένα κίνημα ρήξης, μια εξέγερση4 που συγκρούστηκε με την κατεστημένη τάξη5 – τη διευθέτηση που σφυρηλατήθηκε στην περίοδο του επανεκδημοκρατισμού και παγιώθηκε στο “Σύνταγμα των Πολιτών” του 1988, διευθέτηση που για δύο δεκαετίες εγγυήθηκε κοινωνικά αποδεκτά πρότυπα σταθερότητας και προβλεψιμότητας στα πολιτικά πράγματα της Βραζιλίας.

[Η εξέγερση] ήταν τρομακτική. Στο μέσο της μεγαλύτερης λαϊκής κινητοποίησης στην ιστορία αυτής της χώρας, πιάσαμε τους εαυτούς μας μπερδεμένους: αν καταλύσουμε τη δημοκρατική τάξη, τι μπορεί να συμβεί; Η επανάσταση δεν ήταν στον ορίζοντα. Εκείμη τη στιγμή, η Αριστερά βρήκε τον εαυτό της βαθιά δεμένο με το καθεστώς. Όχι μόνο επειδή είχε την ευθύνη του κράτους αλλά κι επειδή, από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, “η οικοδόμηση της δημοκρατίας” είχε γίνει ο τελικός της στόχος.

Από το 2013 και μετά, η Αριστερά εγκατέλειψε την εξέγερση και το έκανε αυτό ανεμίζοντας τη σημαία της δημοκρατίας. Από την μια πλευρά, θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι οι διαμαρτυρίες ήταν επικίνδυνες για τη δημοκρατική τάξη δικαιολογώντας έτσι την πολιτική καταστολή6· την ίδια στιγμή, θα μπορούσε να εξυμνεί τις διαμαρτυρίες και να τις εγκλωβίσει στο πλαίσιο αυτής της ίδιας τάξης – σκεπτόμενη τον Ιούνη σαν ένα κίνημα που απαιτεί “περισσότερα δικαιώματα” και “περισσότερη δημοκρατία” συγκάλυψε το συγκεκριμένο και συγκρουσιακό περιεχόμενο εκείνων των διαμαρτυριών. Η μάχη ενάντια στην αύξηση των “20 σεντς” όχι μόνο άγγιξε μια κρίσιμη πτυχή των υλικών συνθηκών της ζωής στην πόλη αλλά και εξέθεσε τα όρια των καναλιών συμμετοχής που αναπύσσονταν και εκλεπτύνονταν από τις λίγες μέχρι τότε πρόσφατες κυβερνήσεις. Η βία που ξέσπασε στους δρόμους “έβγαλε εκτός” τον δημοκρατικό λόγο.

Αυτό γίνεται ορατό αν παρατηρήσουμε ότι, από τότε, το μόνο δικαίωμα που μας έφερε αυτή η επιμονή στην υπεράσπιση του δημοκρατικού έννομου κράτους ήταν η απώλεια δικαιωμάτων. Δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος ώστε η “Επιχείρηση Εγγύηση Νόμου και Τάξης7 να γυρίσει μπούμεραγκ στην ίδια την κυβέρνηση που ψήφισε τον Αντιτρομοκρατικό Νόμο8.

Από τη στιγμή που η Αριστερά ταυτίστηκε με την τάξη, η αμφισβήτηση πέρασε στο απέναντι στρατόπεδο. Ήταν η Δεξιά που κατέβασε τις μάζες στον δρόμο για να ρίξουν την κυβέρνηση (αντιστρέφοντας σύμβολα και πρακτικές εκτενώς χρησιμοποιημένες τον Ιούνιο του 2013), μεταλλάσσοντας για παράδειγμα, το MPL (Κίνημα για Ελεύθερη Μετακίνηση) σε MBL (Κίνημα Ελεύθερη Βραζιλία)9). [Η Δεξιά] δεν έχασε χρόνο ανησυχώντας για την “υπεράσπιση της δημοκρατίας”: για να πετύχει τους πολιτικούς της στόχους, ήξερε πώς να χρησιμοποιήσει τους θεσμούς και πώς να διαχειριστεί τακτικά τα όριά τους10. Συντονίζοντας διάφορους ελιγμούς εντός του Κράτους – μέσα στο κοινοβούλιο, το δικαστικό σώμα ακόμα και τον στρατό – αλλά και έξω από αυτό, με κινητοποιήσεις στους δρόμους, αναρριχήθηκε στην εξουσία περικυκλώνοντάς την και από κάτω και από πάνω, θυμίζοντας την “κίνηση της τσιμπίδας”11 που ήταν, κάποτε, στόχος της Αριστεράς. Όπως το θέτει ο Paulo Arantes, αυτή η δεξιά έχει αναβιώσειτην πολιτική ως πάλη και όχι ως διαχείριση12.

Στις προεδρικές εκλογές του 2018, ο Bolsonaro είχε αντίπαλο τον Haddad, τον ίδιο δήμαρχο που αντιμετωπίσαμε στο Σάο Πάολο τον Ιούνιο του 2013. Επίσης ο εκλεγμένος πρόεδρος επιτίθεται συχνά στα μυστικά της δημοκρατίας. Είναι πολιτικά μη-ορθός, δηλαδή δεν θα συμμορφωθεί με την ευπρέπεια που καλλιεργείται από τους υπόλοιπους πρωταγωνιστές του πολιτικού παιχνιδιού. Έκανε δηλώσεις προσβάλλοντας τα ανθρώπινα δικαιώματα και αμφισβητώντας τις ηλεκτρονικές κάλπες και το Σύνταγμα από μια δικτυακή κάμερα στο διαμέρισμά του. Λέγοντας αυτό που δεν μπορεί να ειπωθεί, περιγελά τη συναίνεση που έχει συγκροτηθεί μετά τον επανεκδημοκρατισμό, εκθέτοντας την ψεύτικη βάση της και κινητοποιώντας, ακριβώς, την ανταρσία εναντίον της. Για τους υπερασπιστές αυτής της διευθέτησης, που δέχτηκε την επίθεση του Bolsonaro, ίσως είναι καθησυχαστικό ότι ο νέος πρόεδρος έχει εκλεγεί στη βάση ψεμμάτων και υποκρισιών (χειραγωγώντας χρήστες του WhatsApp με μια βιομηχανία ψευδών ειδήσεων)· όμως, φαίνεται σωστό να δούμε και την αντίθετη όψη, ότι ήταν υιοθετώντας ανοιχτά συγκαλυμμένες, μέχρι τώρα, αλήθειες, που ο “Λοχαγός”13 συγκέντρωσε μια τόσο μεγάλη λαϊκή υποστήριξη. Όμως, εδώ, η αμφισβήτηση της κοινωνικής βίας δεν δείχνει προς έναν ορίζοντα μετασχηματισμού – αντίθετα, μειώνει μονομιάς όλες τις προσδοκίες. Η υποκρισία άνοιξε τον δρόμο στον κυνισμό: ο κόσμος είναι άδικος, θα συνεχίσει να είναι άδικος και για όποιον παραπονιέται τα πράγματα θα γίνουν μόνο χειρότερα14.

Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, η Αριστερά μίλησε εναντίον της δικτατορίας. Το πρόβλημα είναι ότι στην πράξη θα μιλούσε “εναντίον της δικτατορίας [μόνο και μόνο] για να υπερασπιστεί την σημερινή τάξη. Λοιπόν, αυτός είναι ένας καλός τρόπος να κάνεις τον κόσμο να σκεφτεί τη δικτατορία σαν μια πιθανότητα15. Όταν οι δυνάμεις, που κάποτε ασκούσαν κριτική στην κοινωνική αδικία, γίνονται οι ίδιες διαχειριστές αυτής της αδικίας, τότε έχουμε ένα βραχυκύκλωμα: η δύναμη της αμφισβήτησης της υπάρχουσας τάξης μεταφέρεται σ’ αυτούς που τώρα εκθέτουν βία και βάσανα με κυνισμό – όχι για να τα αμφισβητήσουν, αλλά για να τα επικυρώσουν. Αυτός είναι ο τρόπος που μια καθημερινή ζωή-μαρτύριο μπορεί να μετατραπεί σε δικαιολόγηση του μαρτυρίου: “ο κόσμος αφήνεται αβοήθητος στις ουρές των νοσοκομείων, αυτό είναι μαρτύριο! Δεκατέσσερα εκατομμύρια είναι άνεργοι, αυτό είναι μαρτύριο!”, φώναζε έντονα ένας ψηφοφόρος του Bolsonaro από τα νότια του Σάο Πάολο, λίγο μετά την ψηφοφορία16.

Η εξεγερσιακότητα που διοχετεύθηκε μέσα από τη Δεξιά είναι παραδοξολογική: αμφισβητεί την υπάρχουσα τάξη ενώ την χρησιμοποιεί και υπόσχεται να την κάνει ακόμα σκληρότερη – κάτι που μας θυμίζει πώς ορίζει ο João Bernardo17 τον φασισμό: μια ανταρσία εντός της τάξης. Αν θα μπορούσαμε σήμερα να μιλάμε για ένα φασιστικό κίνημα, αυτό δεν θα οφειλόταν στα αυταρχικά χαρακτηριστικά του Bolsonaro ή στη ρητορική μίσους αλλά, μάλλον, στο έδαφος αναπαραγωγής των εξεγερμένων ανθρώπων που τροφοδοτούν αυτή τη ρητορική18.

2.

Συγκρινόμενη με τον κλασσικό φασισμό, η σε εξέλιξη συντηρητική ανταρσία μοιάζει ακόμα κάπως διασπασμένη. Όμως, το να λέμε ότι δεν έχουμε να κάνουμε με ένα φασιστικό κίνημα δεν σημαίνει ότι το σενάριο είναι πιο καθησυχαστικό. Άλλωστε, ο “τρόπος διακυβέρνησης” του Εργατικού Κόμματος (PT) απείχε επίσης αρκετά από τις σοσιαλδημοκρατικές εμπειρίες από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα.

Η σοσιαλδημοκρατία – η οποία πρότεινε19, σε αντάλλαγμα μιας συμμαχίας με το κεφάλαιο, ένα πρόγραμμα δομικών μεταρρυθμίσεων και την επέκταση των καθολικών δικαιωμάτων – δύσκολα μπορεί να συγκριθεί με τους διαχειριστές του PT, που περιορίστηκαν στον συνδυασμό της επέκτασης της αγοράς με δημόσιες πολιτικές εστιασμένες σε συγκεκριμένα κοινωνικά τμήματα. Παρ’ όλα αυτά, [οι πολιτικές αυτές] συνέστησαν μια αποτελεσματική μηχανική διαχείρισης των κοινωνικών συγκρούσεων, ενσωματώνοντας τις εργατικές οργανώσεις στα κυβερνητικά μέσα. Η στρατηγική της “συσσώρευσης δυνάμεων”, που υιοθετήθηκε από τη βραζιλιάνικη Αριστερά, σήμαινε, στην πράξη, τη μετατροπή των κινημάτων “από τα κάτω”, τα οποία εμφανίστηκαν στο τέλος της δικτατορίας, σε παραγωγικές δυνάμεις της νέας κοινωνικής διευθέτησης20.

Το σχέδιο κατευνασμού, που βελτιωνόταν συνεχώς στη διάρκεια των κυβερνήσεων του PT, αντιπροσώπευε, στην πραγματικότητα, έναν διαρκή πόλεμο21 – ορατό όχι μόνο στον αυξανόμενο ρυθμό των εξώσεων, των φυλακίσεων, των βασανιστηρίων και των δολοφονιών από την αστυνομία αλλά, επίσης, και στην εργασία. Μαζί με τα κατασταλτικά εργαλείας της εξαίρεσης, ο κινητήρας της “αναδυόμενης οικονομίας” μας ήταν μια αληθινή “κατάσταση οικονομικής έκτακτης ανάγκης”22, στην οποία η κοινωνική συμφορά θα δικαιολογούσε τις πολιτικές που υπαγόρευε η “κατεπείγουσα ανάγκη”. Κάτω από τον λόγο περί “διεύρυνσης των δικαιωμάτων”, διαδόθηκαν πολλαπλές μορφές υποαπασχόλησης, με κουραστικές ρουτίνες και αβέβαια εισοδήματα, που στην καθομιλουμένη λέγονται “σκατοδουλειές” ή “γαμημένες θέσεις εργασίας”23.

Το μέλλον που υπόσχονταν διάφορα προγράμματα, τα οποία θα έδιναν πρόσβαση στον μικροδανεισμό, την ιδιοκτησία ενός σπιτιού ή την ανώτερη εκπαίδευση, και η αύξηση στα ποσοστά απασχόλησης (κανονικής ή άτυπης) διαλύθηκε σε ένα αέναο παρόν διπλοβαρδιών, χρέους, ανταγωνισμού, ανασφάλειας, κούρασης στις ουρές, εξευτελισμού στα ασφυκτικά γεμάτα λεωφορεία, κατάθλιψης και πνευματικής εξάντλησης. Το τίμημα για την ευφορία των κυβερνήσεων Λούλα και Ντίλμα ήταν, συνολικά, μια πλήρης κινητοποίηση για επιβίωση που μεταφράζεται σε όλο μεγαλύτερα και πυκνότερα κομμάτια της ζωής ξοδεμένα στη δουλειά.

Με κάθε λογής μέσα, αυτό το καθεστώς διαχείρισης έκανε το πλέγμα του καπιταλισμού στη Βραζιλία πυκνότερο και βάθυνε τη διαδικασία προλεταριοποίησης σε πολλά στρώματα πληθυσμού και σε πολλές γωνιές της χώρας. Οι λεγόμενες “πολιτικές ένταξης”, καθώς και η ιλλιγιώδης διαδικασία “ψηφιακής συμπερίληψης” που έφτασαν στις, μέχρι πρότινος, μη δικτυωμένες μάζες, ή ακόμα και τα πρότζεκτ υποδομών, που άνοιξαν νέους δρόμους στην κυκλοφορία του κεφαλαίου, εντάξανε πληθυσμούς και περιοχές σε κυκλώματα όλο και πιο εντατικοποιημένης εκμετάλλευσης και πρόσφεραν, μ’ αυτό τον τρόπο, περισσότερο καύσιμο στους φούρνους της ευέλικτης συσσώρευσης. Κι όλα αυτά με πολύ υψηλά ποσοστά αποδοχής!

Τα γεγονότα του 2013 έσπασαν το ειρηνικό περιβάλλον που παρήγαγε όλη αυτή η ευφορία. Το κύμα των διαμαρτυριών, που σάρωσε τις βραζιλιάνικες πόλεις, έφερε τον πόλεμο στην επιφάνεια, σηματοδοτώντας την κρίση αυτού του κάποτε πετυχημένου μοντέλου διαχείρισης της κοινωνικής σύγκρουσης. Η απόσυρση της αύξησης των 20 σεντς στο κόμιστρο των λεωφορείων δεν ήταν αρκετή για να διορθώσει το πρόβλημα: δεν ήταν πια εφικτή η διάχυση αυτής της λαϊκής εχθρότητας και η επανεγκαθίδρυση της μαγικής συνταγής της συναίνεσης. Οι προσπάθειες επαναφοράς της αρμονίας – οι “πέντε συμφωνίες για το καλό της Βραζιλίας”, για παράδειγμα, που εξήγγειλε η Ντίλμα στην τηλεόραση με το τέλος της περιόδου των διαμαρτυριών – όλες πήγαν χαμένες. Η συνέχιση της ένοπλης ειρήνευσης θα εξαρτιώταν, συνεπώς, από μια καινούρια διευθέτηση.

Από τη στιγμή που κλήθηκαν να “εξουδετερώσουν τις αντιτιθέμενες δυνάμεις” που εμφανίστηκαν το 2013, οι φορείς της τάξης, που ήταν για χρόνια στην Αϊτή [επικεφαλής της Minustah, της “Ειρηνευτικής Επιχείρησης” των Ηνωμένων Εθνών] και στις φαβέλες του Ρίο ντε Τζανέιρο, συσσωρεύοντας τεχνογνωσία, δεν έμοιαζαν να εγκαταλείπουν τη σκηνή. Είναι ξεκάθαρο σήμερα ότι αυτά τα εργαλεία καταστολής δεν ήταν ειδικά για κείνα τα γεγονότα. Στην καινούρια στρατηγική διαχείρισης που αναδύεται εν όψει της απειλής του κοινωνικού χάους που φάνηκε το 2013, οι τακτικές πολέμου – μαζί με τους διοικητές τους – παίζουν ανοιχτά έναν κεντρικό ρόλο.

Σε αυτή την επαναδιευθέτηση, ο “Jair Bolsonaro είναι ένα ανακριβές”, αλλά παρ’ όλα αυτά, “ικανό όνομα” [για έναν καινούριο ορθολογισμό που είναι υπό διαμόρφωση] ακριβώς επειδή ήταν ικανός να συνδυάσει την κλιμάκωση της καταστολής με την κοινωνική εξεγερσιακότητα που τέθηκε σε κίνηση το 2013. Δύο διαδρομές συγκλίνουν σ’ αυτόν:

Παραθέτουμε:

Ο πρώτος [μηχανισμός], η διατήρηση του νόμου και της τάξης και η υπόσχεση της ασφάλειας της αυτοκρατορίας, ότι κάθε χτύπος καρδιάς που αντιτίθεται θα κατασταλεί βίαια. Ο δεύτερος μηχανισμός λειτουργεί πάνω στην ψευδαίσθηση της ρήξης και της έκστασης της εξέγερσης: “όλα θα είναι διαφορετικά, όπως τις παλιές μέρες” ή “αυτό πρέπει να αλλάξει”24.

Αν οι διαμαρτυρίες εξαπλώνουν μια εξέγερση ενάντια στην κατεστημένη τάξη, η αποκατάστασή της θα εξαρτιώταν από την κινητοποίηση ακριβώς αυτού του συναισθήματος. Σ’ αυτή τη διαδικασία ανάκτησης της τάξης δεν τέθηκαν σε κίνηση μόνο οι δυνάμεις καταστολής: η ενέργεια αμφισβήτησης των ίδιων των εργατών στράφηκε εναντίον τους. Οι προοπτικές αποκατάστασης της ειρήνης, ήδη πολιτικά παρακινδυνευμένες, αντιμετωπίζουν τώρα, και οικονομικά εμπόδια – με την κρίση, η αποτελεσματικότητα των μηχανισμών λαϊκής συμμετοχής και κοινωνικών προγραμμάτων αποδυναμώνεται. Εδώ είναι η στιγμή που η κοινωνική αμοιβαία εχθρότητα αρχίζει να μοιάζει ότι λειτουργεί: μιας και δεν υπάρχουν πλέον χρήματα, ο καθένας μπορεί να σκοτώσει τον άλλον παλεύοντας για μερικά ψίχουλα. Η σύγκρουση και η εξέγερση παύουν να είναι μια απειλή για την κατεστημένη τάξη και γίνονται ένα καινούριο είδος πειθαρχίας.

Όταν το 2015, και το 2016, η νέα Δεξιά παρέλαυνε στην Avenida Paulista, η κοινωνιολόγος Silvia Viana25 παρατήρησε ότι οι διαστάσεις εκείνης της αγανάκτησης θα μπορούσαν να συνδεθούν με την σε εξέλιξη εμπειρία στην αγορά εργασίας. Τι κοινό θα έβλεπε το “πράσινο-και-κίτρινο” μίσος, θα ρωτούσε, μεταξύ τόσο διαφορετικών στόχων όπως οι διεφθαρμένοι πολιτικοί, οι ωφελούμενοι από την φυλετική ποσόστωση, το κίνημα στέγασης, ο κλέφτης, ο ζητιάνος και ο κάτοχος μιας υποτροφίας; Όλοι αυτοί “πηδάνε” την ουρά26. Εκμεταλλεύονται τις “παρακάμψεις” και τις προστασίες στον αγώνα για την επιβίωση, επικαλούνται πλεονεκτήματα που οδηγούν σε αθέμιτο ανταγωνισμό, στην αρένα στην οποία ο καθένας θα έπρεπε να παλεύει μόνος.27

Στο πλαίσιο της οικονομικής εξάντλησης, η νέα Δεξιά έδωσε μια πολιτική μορφή στον αυξανόμενο ανταγωνισμό μεταξύ των εργατών28. Υιοθετώντας χωρίς κανένα ενδοιασμό τον “νόμο της ζούγκλας”, μηχανεύτηκε ένα σχέδιο δράσης επαρκές για το επίπεδο αγριότητας που βασιλεύει στον κόσμο της εργασίας και κυοφορούνταν τις αμέσως προηγούμενες δεκαετίες. Η επιβίωση στηρίζεται στο ατομικό σθένος και τη δύναμη θέλησης και οποιοδήποτε είδος βοήθειας θα εκλαμβανόταν ως “θυματοποίηση”. Δεν πρέπει λοιπόν να μας εκπλήσσει η απήχηση που είχαν στον κόσμο οι νόμοι για την απελευθέρωση της κατοχής όπλου: θα ήταν η ευκαιρία σου να πυροβολήσεις τον ανταγωνιστή σου – τον τύπο που σου έκλεισε το δρόμο στην κυκλοφορία, που σε γάμησε στην εταιρεία σου, που σου έκλεψε τη θέση στο πανεπιστήμιο. Υπάρχει, τότε άραγε, πιο κατάλληλος υποψήφιος για αυτόν τον πόλεμο όλων εναντίον όλων από τον “Λοχαγό”;

Αλλά το Jair Bolsonaro είναι “ανακριβές όνομα” ακριβώς επειδή αυτό το φαινόμενο δεν είναι αποκλειστικό στη Δεξιά: η αύξηση του ανταγωνισμού ανάμεσα στους εργάτες διαπερνά ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, παίρνοντας διάφορα χρώματα, ακόμα και, φαινομενικά, αντίθετα μεταξύ τους. Για παράδειγμα, και τα δύο εικονικά λιντσαρίσματα που προωθήθηκαν από συντηρητικές ομάδες εναντίον υποτιθέμενα “κομμουνιστών” δασκάλων και το escrache29, που απέκτησε δύναμη ως μια φεμινιστική πρακτική τα τελευταία χρόνια, λειτουργούν με έναν αρκετά παρόμοιο τρόπο. Εκτός από τη δυσφήμιση του ατόμου που καταγγέλεται, και οι δυο πρακτικές στοχεύουν συχνά – και σε πολλές περιπτώσεις το πετυχαίνουν – να κάνουν αυτό το άτομο να χάσει τη δουλειά του. Σ’ αυτό το γεμάτο ανταγωνισμό κοινωνικό περιβάλλον, οι ταυτότητες εμφανίζονται ως χαρακώματαγια τη μάχη. Βλέποντάς το από αυτή την σκοπιά, καταλαβαίνει κανείς τόσο την παρουσία στρατηγικών αγοράς όπως η “αφρο-επιχειρηματικότητα”, όσο και την πρόσφατη αύξηση ενός τμήματος του μαύρου κινήματος που εγκαταλείπει την αρχή του φυλετικού αυτοπροσδιορισμού και απαιτεί τη δημιουργία “επιτροπών εκτίμησης της φυλετικής αλήθειας” και “φαινοτυπικών κριτηρίων” για να διώξει νομικά και να αποβάλλει συναδέλφους που ωφελήθηκαν από την φυλετική ποσόστωση σε δημόσιους διαγωνισμούς ή εξετάσεις εισαγωγής στα πανεπιστήμια30.

Τα σημερινά κινήματα πολιτικής ταυτοτήτων προωθήθηκαν κυρίως από στοχευμένες κοινωνικές πολιτικές (κάθε είδους ποσοστώσεις, νόμους πολιτισμικών κινήτρων, ειδικές γραμματείες για μειονότητες κλπ.), δεν απορρέουν, όμως, από αυτές τις πολιτικές αυτόματα, συνιστούν ένα καινούριο φαινόμενο. Τα τιμωρητικά, αυταρχικά ίχνη και τα στοιχεία αποκλεισμού αυτών των κινημάτων αποκαλύπτουν μια πολεμοχαρή τάση, που αποβάλλει την ανεκτική συνύπαρξη και τις προσδοκίες συμπερίληψης που καλλιεργούνται από τις πολιτικές συναίνεσης. Επιταχύνοντας την κοινωνική διάσπαση, το βάθεμα της κρίσης περιόρισε της δυνατότητες διαχείρισης συγκρούσεων. Την ίδια στιγμή, τόνισε ακόμα περισσότερο τον περιορισμό της πολιτικής στις διαστάσεις του κατεπείγοντος και του άμεσου. Είτε στην Αριστερά είτε στη Δεξιά, αυτοί οι νέοι κοινωνικοί πρωταγωνιστές μοιράζονται τη θέληση για μια στείρα αντιπαράθεση η οποία στερείται τον ορίζοντα της αλλαγής της κοινωνικής πραγματικότητας.

Καθώς η πολιτική και ο ανοιχτός πόλεμος μοιάζουν όλο και περισσότερο, οι τεχνολογίες της κοινωνικής διαμεσολάβησης, που αναπτύχθηκαν στην πορεία των τελευταίων χρόνων, μοιάζουν να καθίστανται παρωχημένες. Παρά τις προσπάθειές τους να αποδείξουν ότι είναι ικανοί να αντιμετωπίσουν τις απαιτήσεις μια περιόδου ύφεσης, εφαρμόζοντας μέτρα λιτότητας, οι διαχειριστές του PT κατέληξαν να γίνουν οι ίδιοι στόχοι της καταστροφικής κίνησης της κρίσης. Το κύμα της καταστροφής, που έπεσε όχι μόνο πάνω στους βασικούς χειριστές της πολιτικής διευθέτησης, που συγκροτήθηκε από την περίοδο του επανεκδημοκρατισμού και μετά και τον κυβερνητικό μηχανισμό τους, αλλά και πάνω σε μερικές από τις μεγαλύτερες βραζιλιάνικες επιχειρήσεις, θα πρέπει να κατανοηθεί μέσα στο πλαίσιο μιας “αναγκαστικής εξαΰλωσης μιας μάζας παραγωγικών δυνάμεων”31, τυπικής κίνησης των καπιταλιστικών κρίσεων, που πάντα συνοδεύεται από μια αύξηση της εκμετάλλευσης. Η καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων, συχνά με τα μέσα του πολέμου, ήταν πάντα μια αποτελεσματική έξοδος κινδύνου για το κεφάλαιο.

3.

Σ’ αυτή την πλευρά της ταξικής πάλης, τα γνωστά μονοπάτια μας έχουν βγάλει μόνο σε αδιέξοδα.

Στα πετυχημένα χρόνια της αριστερής διαχείρισης, η οικονομική ανάπτυξη συνδυάστηκε με την ενσωμάτωση λαϊκών κινημάτων στο καπιταλιστικό καθεστώς, σε μια πολύπλοκη μηχανική πολιτικής συμμετοχής και κοινωνικού κατευνασμού, που θα έβαζε ουσιαστικά όρια σε κάθε ορίζοντα πραγματικής αμφισβήτησης. Στο πλαίσιο αυτό, η εμφάνιση της εξέγερσης νεαρών εργατών που θα παρέλυαν πόλεις, θα συγκρούονταν με την αστυνομία και θα ανάγκαζαν [τοπικές] κυβερνήσεις, ελεγχόμενες από διαφορετικά πολιτικά κόμματα, να μειώσουν τα εισιτήρια στις μέσα μαζικής μεταφοράς, ήταν κάτι κάπως ασυνήθιστο. Ξεπροβάλλοντας σ’ ολόκληρη τη χώρα από την “Revolta do Buzú” [κάτι όπως η “εξέγερση των λεωφορείων”] – που ταρακούνησε το Salvador ήδη από το 2003, την πρώτη χρονιά της προεδρίας Λούλα – αυτές οι εξεγέρσεις καταδείκνυαν ρωγμές στην “μονότονη παράλυση” εκείνης της περιόδου:

Παραθέτουμε:

Για τις μικρές ομάδες στα αριστερά και στο περιθώριο της κυβέρνησης, η πυροκρότηση της αταξίας της εξέγερσης σήμαινε τη δυνατότητα της κατά πρόσωπο αντιμετώπισης της γιγαντιαίας δομής της διαχείρισης της ταξικής πάλης. Η βίαιη πολιτική έκρηξη στους δρόμους απορρίπτει τους μηχανισμούς συμμετοχής και αντιδρά στην ένοπλη καταστολή (…) η εξέγερση εμφανίζεται ως καταστροφική κριτική, ως η άρνηση μιας συναίνεσης που αδρανοποιεί32.

Μόνο διαρρηγνύοντας τη συναίνεση θα μπορούσε η κοινωνική σύγκρουση να ξεπεράσει τα στενά όρια της δεδομένης ρουτίνας και να ξεσπάσει ανοιχτά ως ταξική πάλη. Από αυτή την άποψη, η δυνατότητα της αμφισβήτησης ήταν ζωντανή στα κινήματα με έναν τέτοιο χαρακτήρα ρήξης και τα οποία, κάνοντας τον πόλεμο ορατό, ασκούσαν πρακτική κριτική στην ένοπλη επιβολή της ειρήνης. Εκτός από τις εξεγέρσεις σχετικά με τις δημόσιες μεταφορές, αυτό φανερωνόταν και στις “άγριες” απεργίες στις μεγα-κατασκευές του PAC (“Πρόγραμμα Επιτάχυνσης της Ανάπτυξης”) – την προμετωπίδα της εθνικής καπιταλιστικής επέκτασης (“όχι απεργία, αλλά τρομοκρατία”, εξήγησε ένας εργάτης από το Jirau)33· στους ανυπάκουους ακτήμονες εργάτες οι οποίοι, παρά την αντίθεση του MST (Movimento dos Trabalhadores Sem Terra, Κίνημα των Ακτημόνων Εργατών), κατέλαβαν τα κεντρικά γραφεία του Ινστιτούτου Λούλα34· στο κύμα αυθόρμητων καταλήψεων γης στις πόλεις που διαδόθηκαν σε όλα τα προάστια του Σάο Πάολο, επί δημαρχίας Haddad35· στην ιλλιγιώδη αύξηση του αριθμού των απεργιών μετά το 2012 – φτάνοντας, μεταξύ του 2013 και του 2016, το μέγιστο που έχει ποτέ καταγραφεί [περισσότερες από 2000 απεργίες κάθε χρόνο] – και στην αυξανόμενη στασιαστικότητα αυτών των απεργών απέναντι στα συνδικάτα τους36· και, τέλος, στη συλλογική απόρριψη των μέτρων λιτότητας από τους μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι, απωθώντας οποιαδήποτε διαμεσολάβηση προερχόμενη από τις μαθητικές ενώσεις, κατέλαβαν απευθείας οι ίδιοι τα σχολεία τους αναγκάζοντας την κυβέρνηση να υποχωρήσει από την προσπάθειά της να τα κλείσει.

Παρ’ όλα αυτά, καθώς οι μικρές ρωγμές στη συναίνεση γίνονται βαθιά ρήγματα, το νόημα και η κατεύθυνση αυτών των αγώνων μετατοπίζεται, κι αυτοί χάνουν την δύναμη της αμφισβήτησης. Οι συγκρούσεις γίνονται κομμάτι της καθημερινής ατζέντας και η εξέγερση συμμορφώνεται η ίδια σε ένα απλό εργαλείο της καινούριας πολιτικής διευθέτησης. Το στοίχημά μας στη ρήξη της συναίνεσης εξαντλήθηκε μαζί της, αποπροσανατολίζοντας εντελώς τις μορφοποιήσεις που κάποτε είχαν προέλθει από τη ρήξη αυτή. Έκτοτε, η κοινωνική βία που εξερράγη μοιάζει, τώρα, να δείχνει προς το χάος και μια παρόρμηση για ανταγωνισμό, παρά σε οτιδήποτε άλλο. Άλλωστε, αυτό ήταν στο υπόβαθρο των δομών του κατευνασμού: διάλυση του κοινωνικού ιστού χωρίς την ύπαρξη οποιουδήποτε ορίζοντα για συλλογική δράση.

Αναρίθμητες φωνές υψώθηκαν σε απάντηση στο ίχνος της καταστροφής του 2013, υποστηρίζοντας αμέσως την αναγκαιότητα να αναληφθεί εκ νέου η δουλειά στη “βάση”. Τα όρια των εξεγερσιακών τακτικών θα εξηγούνταν από την έλλειψη μαζικών οργανώσεων, δομημένων στους εργασιακούς χώρους, τις γειτονιές και στους τόπους σπουδών. Ε λοιπόν, αυτές οι οργανώσεις υπήρχαν ήδη! Στην πραγματικότητα, ήταν μέρος του κυβερνητικού μηχανισμού ενάντια στο οποίον είχαν εξεγερθεί οι διαδηλωτές: το αριστερό κόμμα, που είχε τον έλεγχο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, ήταν παρόν σε διαμερίσματα σε όλες τις 5570 πόλεις της Βραζιλίας· οι δύο πιο σημαντικές εθνικές εργατικές ομοσπονδίες υποστήριζαν την κυβέρνηση· το μεγαλύτερο στον κόσμο κίνημα ακτημόνων εργατών στην ύπαιθρο, και ένας αριθμός κινημάτων στέγασης, έγιναν οι εφαρμογείς των κοινωνικών προγραμμάτων και φορείς επιχειρηματικότητας· μια αμφιλεγόμενη μάζα από λαϊκούς συνεταιρισμούς, ΜΚΟ, πολιτιστικούς συλλόγους και περιφερειακές ομάδες συνάρτησαν την αναπαραγωγή τους με τα συστήματα χρηματοδότησης που βασίζονταν σε “ανοιχτές προσκλήσεις” διαφόρων τύπων και τα οποία τους χορηγούσαν διάφορα χρηματικά ποσά37. Όλα αυτά τροφοδοτούνταν από αναρίθμητες εγγραφές, βάσεις δεδομένων και αντιστοιχήσεις από κάθε είδους ιδιωτικά και κρατικά όργανα, συμπεριλαμβανομένων, φυσικά, και των θεσμών της αστυνομίας38.

Όλα αυτά δεν είναι μια παρέκκλιση: “στο επίπεδο των απλών μελών θα μπορούσε να διατηρούνται μόνο αντικειμενικοποιημένα τμήματα εργατών, με την τυπικά ορθή εγγραφή και αντιπροσώπευση, αντιμετωπιζόμενων ως νόμισμα στο ανταλλακτήριο των γραφειοκρατιών”39. Συνειδητοποιώντας αυτή τη δυναμική στη δεκαετία του 1990, ένας ηγέτης από το κίνημα των ακτημόνων συνόψισε: “κόσμος διαμαρτυρόμενος, λεφτά με τόκο”. Το να έχουμε μια “οργανωμένη κοινωνική βάση” [ή οργανωμένα απλά μέλη] σημαίνει, ουσιαστικά, να διαχειριζόμαστε πληθυσμούς. Η “οργάνωση ‘από τα κάτω’” που έγινε από αυτά τα κινήματα δεν εγκαταλείφθηκε αλλά τραβήχτηκε στις ακραίες συνέπειές της, εμπεδώνοντας τον εαυτό της ως μια τεχνική διαχείρισης40.

Παραθέτουμε:

Χωρίς αυτό, η διαχείριση θα είχε γίνει ακατόρθρωτη (…) Γι’ αυτό τον λόγο υλικές παραχωρήσεις, εν είδει οικονομικής υποστήριξης, εγγυώνται τη λειτουργία και την αποστέωση των κοινωνικών κινημάτων, την μετατροπή τους σε βραχίονες του Κράτους, υπεύθυνα για την καταγραφή της κοινωνικής τους βάσης και τη διαχείριση των ισχνών πόρων των δημοσίων πολιτικών του Κράτους, γινόμενα έτσι όργανα που διεκπεραιώνουν καθηκόντα ουσιαστικά για την μόνιμη αντεπανάσταση στο λαϊκο-δημοκρατικό μοντέλο41.

Από αυτή την άποψη, η διεκδίκηση της Αριστεράς να “οργανώσει πολιτικά τις quebradas [φτωχογειτονιές στα περίχωρα των πόλεων]” μετά τον Ιούνιο του 2013 έμοιαζε με μια προσπάθεια-φάρσα να “ξαναπαίξει” την ιστορία, λες και ήταν δυνατόν να ανακτήσει την υποτιθέμενη, από καιρό χαμένη, καθαρότητα της αριστερής εκκλησιαστικής κοινότητας που οργανωνόταν στις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Από την άλλη, ήταν ένας τρόπος αποφυγής του προβλήματος που τέθηκε από τις ταραχές στους δρόμους το 2013: ανώνυμη και εκρηκτική, αυτή η εξέγερση ήταν η έκφραση ενός αστικού προλεταριάτου που η εργατική του δύναμη αναπτυσσόταν μέσα από μια ποικιλία δημόσιων πολιτικών, συνδεδεμένη με τις τεχνολογίες της πληροφορίας, σε επισφαλείς και ιδιαίτερα ασταθείς και κινητικές συνθήκες (με την έννοια αυτή, η κεντρικότητα της μετακίνησης στις απαιτήσεις του δεν ήταν ευκαιριακή).

Σήμερα, όμως, η εξέγερση μοιάζει να έχει συντηχθεί με την κατεστημένη τάξη. Όταν στα μέσα του 2018, ένα αποκεντρωμένο κίνημα οδηγών φορτηγών σταμάτησε τη βραζιλιάνικη οικονομία μπλοκάροντας τις εθνικές οδούς σ’ ολόκληρη τη χώρα, τα συμφέροντα και οι οργανώσεις των εργατών φάνηκαν να αναμειγνύονται με αυτά των επιχειρήσεων. Η ίδια η εξέγερση, που κατάφερε να φέρει τη χώρα στο χείλος της κατάρρευσης, είχε ως ορίζοντά της ακριβώς την επανενδυνάμωση της τάξης, κραυγάζοντας για “στρατιωτική παρέμβαση”. Η απεργία των φορτηγατζήδων κέρδισε μεγάλη λαϊκή υποστήριξη, επηρεάζοντας μερικούς τομείς των εργατών στις πόλεις (από δικυκλιστές διανομείς μέχρι δασκάλους)42 και έβαλε την ταφόπετρα στη “μεγάλη εθνική συμφωνία”43 που επιχείρησε η κυβέρνηση Temer – μια, ήδη χαμηλών προσδοκιών, προσπάθεια εγγύησης της επιβίωσης της παλιάς πολιτικής διευθέτησης γύρω από ένα πρόγραμμα λιτότητας.

Τέλος, η νίκη του Bolsonaro δένει τη γραμμή συνέχειας ανάμεσα στο 2013 και το 2018: την συμμόρφωση της εξέγερσης στην τάξη. Και αντιμέτωποι μ’ αυτό:

Παραθέτουμε:

Με δεδομένη την εικόνα της απομόνωσης και της ανικανότητας, αυτό που κάνει η πλειοψηφία της Αριστεράς είναι να δημιουργήσει αντιφασιστικά και ευρέα δημοκρατικά μέτωπα σε διάφορα σημεία, με διαφορετικές μορφές, ώστε να επιβεβαιώσει αριστερίστικες αξίες εναντίον της ανάπτυξης των ακροδεξιών αξιών – το μαυροκόκκινο ή το πολύχρωμο εναντίον του πράσινου και κίτρινου της εθνικής σημαίας της Βραζιλίας, οι αξίες της Δημοκρατίας εναντίον των αξιών της Δικτατορίας. (…) Αυτές οι θέσεις παραμένουν επίσης σε ένα αφηρημένο επίπεδο συζήτησης: τι σημαίνει σήμερα να πολεμάς τον φασισμό με τα όπλα; Ποιοι είναι οι φασίστες, οι συνάδελφοί μας που ψήφισαν τον Bolsonaro;44

Το νέο σενάριο παραμερίζει τις δυνατότητες διαμόρφωσης μιας κριτικής οπτικής. Από τη μια πλευρά, η επιδίωξη αποκατάστασης της ήδη τραυματισμένης δημοκρατικής διευθέτησης κατευνασμού, οι δυνάμεις της οποίας γίνονται κάθε φορά λιγότερο παραγωγικές – και, συνεπώς, ανίσχυρες, συχνά περιοριζόμενες οι ίδιες στην υπεράσπιση των συμβόλων. Από την άλλη, η απλή εμμονή στην εξέγερση χάνει, τελικά, τη δύναμη αμφισβήτησης, είναι το ίδιο το καθεστώς τώρα που κάνει την κοινωνική βία κομμάτι του45. Περικλεισμένος από αυτές τις δύο μορφές υπεράσπισης της τάξης, κάποιος μπορεί να αναρωτιέται: πού περιπλανιέται η ταξική πάλη.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://libcom.org/news/brazil-how-things-have-havent-changed-08052019.

2 MC Vitinho, Crime é o Crime/Dilma Sapatão/Instalar a UPP Αυτό το τραγούδι είναι “proibidão” [στμ. απαγορευμένο] (ένα υποείδος της μουσικής καριόκα-φανκ που συνδέεται με εγκληματικές συμμορίες από τις φαβέλες του Ρίο ντε Τζανέιρο) και ηχογραφήθηκε μετά την εισβολή του στρατού και τη δημιουργία των Ειρηνευτικών Δυνάμεων της Αστυνομίας (UPP) υπό την ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος.

3 Ομιλία του πρώην προέδρου Λούλα στο φόρουμ “Δράση για την ανοικοδόμηση του δημοκρατικού κράτους” που δόθηκε στην αίθουσα της Νομικής Σχολής του UFRJ [Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο του Ρίο ντε Τζανέιρο] (11 Αυγούστου 2017, διαθέσιμη στο: https://www1.folha.uol.com.br/poder/2017/08/1909354-lula-diz-que-foi-precipitado-considerar-atos-de-2013-democraticos.shtml.

4 Μιλάμε εδώ για “εξέγερση” επειδή ήταν ένας όρος που χρησιμοποιούσαν τα πιο μαχητικά στοιχεία στον ξεσηκωμό στις πόλεις εναντίον της αύξησης του κομίστρου στα λεωφορεία που ξέσπασε στη Βραζιλία μεταξύ του 2003 και του 2013. Από την άλλη, λαμβάνουμε υπόψιν την αντίληψη του João Bernardo για τον όρο, για τον οποίο “εξέγερση είναι η αναταραχή κάτω από τη σημαία ενός κοινού τόπου, συνεπώς το ακριβώς αντίθετο της επανάστασης, που είναι η ρευστοποίηση του κοινού τόπου” (Revolta/revolução, Passa Palavra, Ιούλιος 2013, διαθέσιμο στο http://passapalavra.info/2013/07/81647διάκριση που, στην πραγματικότητα, συνεισφέρει στην ανάλυση των ορίων που αντιμετωπίζουν αυτοί οι αγώνες.

5 “Το μόνο ‘αίτημα του κινήματος’ – η απόσυρση του Εργασιακού Νόμου – δεν ήταν στην πραγματικότητα ένα, καθώς δεν άφηνε χώρο για οποιαδήποτε προσαρμογή, οποιονδήποτε ‘διάλογο’. Με τον ολοκληρωτικά αρνητικό χαρακτήρα του, σηματοδοτούσε μόνο την άρνηση να συνεχίσει να κυβερνιέται μ’ αυτόν τον τρόπο (…)”. (Η Αόρατη Επιτροπή, Τώρα, Ill Will Editions, 2017). Αυτή η περιγραφή των διαμαρτυριών ενάντια στον νέο γαλλικό εργασιακό νόμο (Loi travail), που έγινε το 2016 από την “Αόρατη Επιτροπή” ακούγεται πολύ οικεία.

6 Αξίζει να θυμηθούμε, για παράδειγμα, το επεισόδιο όταν η διανοούμενη και υποστηρήκτρια του Εργατικού Κόμματος Marilena Chauí διακήρυξε, σε μια ομιλία στην Στρατιωτική Αστυνομία του Ρίο ντε Τζανέιρο, ότι τα μπλακ-μπλοκ είναι φασιστικής έμπνευσης. Δείτε “‘Black blocs’ agem com inspiração fascista, diz filósofa a PMs do Rio” (Folha de São Paulo, Αύγουστος 2013, διαθέσιμο εδώ: https://www1.folha.uol.com.br/fsp/poder/126068-black-blocs-agem-com-inspiracao-fascista-diz-filosofa-a-pms-do-rio.shtml).

7 Σημείωσης της αγγλικής μετάφρασης: Στη Βραζιλία, οι “Επιχειρήσεις Εγγύησης του Νόμου και της Τάξης” (Επιχειρήσεις GLO, Operações Garantia da Lei e da Ordem) είναι ένα νομικό εργαλείο με το οποίο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξουσιοδοτεί μια προσωρινή στρατιωτική επέμβαση σε μια περιοχή της εθνικής επικράτειας “για την ειρήνευση αντιτιθέμενων ομάδων” (με άλλα λόγια, για την καταστολή εμφύλιων συγκρούσεων). Οι επιχειρήσεις GLO χρησιμοποιήθηκαν στη διάρκεια μεγάλων γεγονότων όπως το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου της FIFA το 2014 και οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2016 στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Δείτε εδώ: https://www.defesa.gov.br/arquivos/2014/mes02/md33_m_10_glo_2ed_2014.pdf.

8 Ακολουθώντας τα ίχνη της κλιμάκωσης της καταστολής στον μακρύ απόηχο της μετά τον Ιούνιο περιόδου στο Ρίο ντε Τζανέιρο, μεταξύ 2013 και 2014, το φιλμ Operações de Garantia da Lei e da Ordem (κάτι σαν “Επιχειρήσεις Νόμος και Τάξη”, Julia Murat, 2017) διαγράφει την γραμμή της συνέχειας ανάμεσα στον λόγο της Ντίλμα, όταν αντιμετωπίζει τις διαμαρτυρίες, και στον λόγο της ορκωμοσίας του Temer: η υπεράσπιση της τάξης. Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: ο Αντιτρομοκρατικός νόμος εγκρίθηκε από την κυβέρνηση της Ντίλμα μόλις λίγο πριν τη διαδικασία απαγγελίας κατηγοριών εναντίον της.

9 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: αντίστοιχα, “Κίνημα Ελεύθερης Μετακίνησης” και “Κίνημα Ελεύθερης Βραζιλίας”. Το MPL είναι ένα ριζοσπαστικό κοινωνικό κίνημα που δημιουργήθηκε το 2005 για την επαναδιεκδίκηση της ελεύθερης μετακίνησης με τα ΜΜΜ και ήταν στην καρδιά της εξέγερσης του Ιουνίου του 2013 (διαβάστε: https://en.wikipedia.org/wiki/Movimento_Passe_Livre). Το MBL είναι μια δεξιά οργάνωση που ιδρύθηκε το 2014 και είναι επικεφαλής των διαμαρτυριών για την απαγγελία κατηγοριών στην Dilma Rousseff (διαβάστε: https://en.wikipedia.org/wiki/Free_Brazil_Movement).

10 Από την μια πλευρά, παρακολουθήσαμε τη σκηνή στην οποία ο Λούλα, αν και ήξερε ότι η καταδίκη του ήταν ένας πολιτικός ελιγμός, παραδόθηκε για να κλειστεί στη φυλακή. επανεπβεβαιώνοντας την εμπιστοσύνη του στους δημοκρατικούς κανόνες: “αν δεν πίστευα στη Δικαιοσύνη, δεν θα είχα οικοδομήσει ένα πολιτικό κόμμα, θα είχα προτείνει μια επανάσταση σ’ αυτή τη χώρα”. Από την άλλη, βλέπουμε ότι, στο αποκορύφωμα της προεκλογικής εκστρατείας του, ο Bolsonaro, αν και ήξερε ότι οι εκλογές είχαν ήδη κερδηθεί, δεν σταμάτησε να αμφισβητεί την νομιμοποίηση των καλπών και να λέει ότι ο αντίπαλός του δεν θα μπορούσε να νικήσει παρά μόνο με νοθεία. Ο Eduardo Bolsonaro, γιος του εκλεγμένου Προέδρου, έφτασε ακόμα και να εμπαίξει το Ανώτατο Δικαστήριο, δηλώνοντας ότι αρκούν μόνο “ένας στρατιώτης και ένας δεκανέας” για να το “κλείσουν”.

11 Κοινή έκφραση σε στρατιωτικά περιβάλλοντα που σηματοδοτεί την στρατηγική σχεδιασμένη από τον αποκαλούμενο “λαϊκο-δημοκρατικό” χώρο από τη δεκαετία του 1980. Όπως και με ένα τσιμπιδάκι, η κατάληψη της εξουσίας θα απαιτούσε μια διπλή κίνηση: από τα πάνω, μια βαθμιαία κατάκτηση των θεσμικών χώρων· από τα κάτω, μαζική κινητοποιήηση καθοδηγούμενη από λαϊκές οργανώσεις, κοινωνικά κινήματα και συνδικάτα.

12 “Για πρώτη φορά, αυτό που εκφράζεται στις εκλογές”, είπε ο Paulo Arantes σε μια πρόσφατη συνέντευξη, “δεν αφορούσε μόνο την παραγωγή ή τη διαχείριση κλασσικών δημόσιων πολιτικών, αλλά ήταν η κατάληψη της εξουσίας μέσω της πολιτικής αντιπαράθεσης”. (Abriu-se a porteira da absoluta ingovernabilidade no Brasil, diz Paulo Arantes, Brasil de Fato, Nov 2018, διαθέσιμο εδώ: https://www.brasildefato.com.br/2018/11/13/abriu-se-a-porteira-da-absoluta-ingovernabilidade-no-brasil-diz-paulo-arantes). Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: Ο Paulo Arantes είναι Βραζιλιάνος μαρξιστής συγγραφέας.

13 Στμ. “Λοχαγός” (“Captain”), παρωνύμιο του Bolsonaro λόγω του βαθμού με τον οποίο αποστρατεύτηκε πριν ασχοληθεί με την πολιτική.

14 Αναλύοντας τον πρόσφατα προτεινόμενο για το Υπουργείο Εξωτερικών Σχέσεων στην κυβέρνηση Bolsonaro, ο Jan Cenek (στο Trump, o Ocidente, o chanceler, o ex-prefeito, o romance e a crise, Δεκέμβριος 2018, διαθέσιμο στο: http://antiode.blogspot.com/2013/03/albert-camus-por-jean-paul-sartre-camus.html) φτάνει σε ανάλογα συμπεράσματα: “το ακροδεξιό πρόγραμμα είναι πέρα από τον κωφάλαλο ρεφορμισμό, επειδή προϋποθέτει και υπερασπίζεται ανοιχτά αυτό που η άλλη πλευρά έλεγε ότι δεν θα υπερασπιζόταν αλλά έχει υπερασπιστεί, και συνεχίζει να υπερασπίζεται. Αφού ο καπιταλισμός δεν έχει καταργηθεί, η καταστολή είναι αναπόφευκτη, με τη διαφορά να είναι αυτή ανάμεσα στην ανοιχτή υπεράσπιση της στρατιωτικοποίησης και της βίας, από την ακροδεξιά, απέναντι στην θεωρητική καταδίκη αυτών των δύο από τον κωφάλαλο ρεφορμισμό, ο οποίος αυτοαναγορεύεται σε δημοκρατικό (όμως, όσοι ήταν στους δρόμους τον Ιούνιο του 2013, ξέρουν πολύ καλά τι έκανε [ο ρεφορμισμός] εκείνο το φθινόπωρο)”.

15 Emiliano Augusto, A paixão é um excelente tempero para ação, mas uma péssima lente para a análise (σημαίνει περίπου “Το πάθος είναι ένα εξαιρετικό καρύκευμα για δράση, αλλά πολύ κακός φακός για ανάλυση”. Facebook, Οκτ. 2018, https://www.facebook.com/emiliano.augusto/posts/10211083131468227).

16 Carolina Catini e Renan Oliveira, Depois do fim (Passa Palavra, Νοέμβριος 2018, διαθέσιμο στο: http://passapalavra.info/2018/11/123386).

17 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: Ο João Bernardo είναι ένας μαρξιστής αγωνιστής της αυτονομίας γεννημένος στην Πορτογαλία. Στη διάρκεια της Πορτογαλικής Επανάστασης του 1974 (στμ. της περίφημης “Επανάστασης των Γαρυφάλλων”), ήταν μέλος της εργατικής εφημερίδας “Combate”. Δείτε τη βιογραφία του εδώ: https://pt.wikipedia.org/wiki/João_Bernardo.

18 Ο φασισμός κατανοείται ως ένα ιστορικό φαινόμενο που δεν είναι απλά συνώνυμο ενός παροξυμένου αυταρχισμού, όπως έχει χρησιμοποιηθεί από την αριστερά. Αξίζει να σημειωθεί, για παράδειγμα, ότι η δικτατορία στη Βραζιλία, από τη δεκαετία του 1960 μέχρι κι αυτήν του 1980, αν και αυταρχική και εθνικιστική, δεν ήταν ένας κανονικά φασιστική. Για μια εκτενή συζήτηση αυτού του ζητήματος, δείτε João Bernardo, Labirintos do Fascismo (3ª versão, revista e aumentada, [“Λαβύρινθοι του Φασισμού”, 3η έκδοση, διορθωμένη και επαυξημένη] 2018, διαθέσιμο στο: https://ia902807.us.archive.org/19/items/jb-ldf-nedoedr/BERNARDO%2C%20João.%20Labirintos%20do%20fascismo.%203ª%20edição.pdf).

19 Στμ. Το πρότεινε γιατί υπήρχε ένα οργανωμένο εργατικό κίνημα, στην ακμή του προγραμματισμού, με τη δύναμη να το επιβάλλει. Δηλαδή δεν είναι τόσο ότι οι διαχειριστές του PT ή του ΣΥΡΙΖΑ – οι αναλογίες είναι σημαντικές και αξίζουν ανάλυσης – δεν θα ήθελαν, ίσως, κάτι ανάλογο, όσο ότι η σημερινή συγκυρία αναδιάρθρωσης δεν έχει καμμιά σχέση με την περίοδο της ακμής της σοσιαλδημοκρατίας: είναι μια συγκυρία κυριαρχίας του κεφαλαίου – παρά τη βαθιά κρίση του – και διάλυσης ουσιαστικά αυτού που γνωρίζαμε ως εργατικό κίνημα. Ακόμα και η εναπομείνασα εργατική γραφειοκρατία αποκλείεται ή έχει απωλέσει σχεδόν οποιονδήποτε συνδιαχειριστικό ρόλο.

20 Στμ. Όπως είπαμε και παραπάνω, πιστεύουμε ότι υπάρχουν ενδιαφέρουσες αναλογίες με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ (η ενσωμάτωση των εργατικών οργανώσεων είχε προηγηθεί στην Ελλάδα ήδη με το ΠΑΣΟΚ). Και δεν μιλάμε τόσο για αναλογίες πολιτικές ή οργανωτικές των αντίστοιχων πολιτικών δυνάμεων αλλά για αναλογίες της δομικής αναδιάρθρωσης των δύο κοινωνικών σχηματισμών: δικτατορίες, εκδημοκρατισμός και νέο “κοινωνικό συμβόλαιο”, κρίση, ανάδυση “ριζοσπαστικής αριστεράς”, πολιτικές διαχείρισης της κρίσης κλπ.

21 Για μια ανάλυση αυτού του αντιεξεγετικού σχεδίου, δείτε “Depois de junho a paz será total” (στο Paulo Arantes, O novo tempo do mundo, São Paulo, Boitempo, 2013).

22 Αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται από την Leda Paulani στο “Capitalismo financeiro, estado de emergência econômico e hegemonia às avessas” (στο Francisco de Oliveira, Ruy Braga e Cibele Rizek [orgs.], Hegemonia às avessas, São Paulo, Boitempo, 2010).

23 Αυτός ο όρος έγινε δημοφιλής από μια σελίδα στο Facebook, https://www.facebook.com/vagasVTNC.

24 O Aluminista, Sequestro da revolta! (2018, O Aluminista: http://passapalavra.info/2018/11/123623).

25 Ομιλία της Silvia Viana στο σεμινάριο “Alarme de Incêndio: cultura e política na época das expectativas decrescentes” (5 Μαρτίου 2016, στο: https://www.youtube.com/watch?v=IbOAN3lABHE).

26 Στμ. Πολύ ενδιαφέρον σημείο. Μπορούμε να το δούμε και σε σχέση με τη σειριοποίηση που αναφέρει ο Dylan Riley στην ανάλυση για τις συνέπειες του χρέους: “Το χρέος τείνει, συνεπώς, σε μια εξατομίκευση ή σειριοποίηση της πολιτικής δραστηριότητας. Αντί να συλλογικοποιεί τους μισθωτούς, εξατομικεύει τον πληθυσμό σ’ αυτό που ο Μαρξ περίφημα έχει περιγράψει σαν ‘ένα σακί πατάτες’”, “Τι είναι ο Τραμπ;” στο https://inmediasres.espivblogs.net/what-is-tramp.

27 Στμ. Εξαιρετική διόραση σε ένα ζήτημα που πάσχουμε ιδιαίτερα, την ανάλυση της δυναμικής αυτού που με ευκολία ονομάζουμε “κανιβαλισμό” για να συγκαλύψουμε στην πραγματικότητα την αναδιάρθρωση και τον μετασχηματισμό των ταξικών σχέσεων με την ανάπτυξη των διαιρέσεων και των ανταγωνισμών εντός του ίδιου του προλεταριάτου, που δεν αντανακλούν παρά την κατίσχυση της εξατομίκευσης ως λογικής του κεφαλαίου. Γιατί πραγματικά, αν ο καθένας είναι μόνος στον αγώνα της επιβίωσης – αγώνας που προφανώς παροξύνεται σε άλλα όρια σε συνθήκες κρίσης και υποτίμησης – τότε, η λογική της ισότητας έναντι του κεφαλαίου επιτάσσει ότι όλοι πρέπει να έχουν το ίδιο σημείο “εκκίνησης” και όχι ειδικά προνόμια. Οι μηχανισμοί διαχείρισης και συμβιβασμού της σοσιαλδημοκρατίας, όπως συμπυκνώνονται στο “κράτος πρόνοιας”, ένας μηχανισμός άρσης ανισοτήτων, θεωρείται τώρα από το ίδιο το προλεταριάτο, κι αυτή είναι η ουσία, αλλοίωση των όρων του παιχνιδιού και μηχανισμός παραγωγής ανισοτήτων! Έτσι το επίδομα ανεργίας γίνεται αθέμιτος ανταγωνισμός στην αγορά εργασίας, και ο Πολάκης κάνει τις δηλώσεις που κάνει για τον Κυμπουρόπουλο (ουσιαστικά καταγγέλοντάς τον για χρήση “αθέμιτων” μέσων σε έναν ανταγωνισμό στον όλοι θα έπρεπε να είναι “ίσοι”). Είναι μια θεμελιώδης μάχη πάνω στην ουσία της ισότητας και των ανισοτήτων, του εξισωτισμού και της κοινωνικής διαχείρισής του, της κοινωνικής συνοχής, της συγκρότησης του ίδιου του προλεταριάτου.

28 Στμ. Εξαιρετικός και ιδιαίτερα διεισδυτικός χαρακτηρισμός για τη νέα Δεξιά.

29 Αν και ο όρος “escrache” έχει αρχικά προέλθει από την Αριστερά, αναφερόμενος στους αγώνες σχετικά με την εξαφάνιση πολιτικών προσώπων στην Αργεντινή, ήταν κυρίως στο πλαίσιο της πολιτικής ταυτοτήτων που απέκτησε, τα λίγα τελευταία χρόνια, την πιο πλήρη μορφή του. Για μια πιο δυναμική αφήγηση αυτών των δράσεων, δείτε: Dokonal, Sobre escrachos, extrema-esquerda e suas próprias novelas: o conto que pensei em escrever (Passa Palavra, Ιούλιος 2014, διαθέσιμο εδώ: http://passapalavra.info/2014/07/98096). Στμ. Escrache, ίσως “διαπόμπευση”, τύπος άμεσης δράσης με μορφή διαδήλωσης που περιλαμβάνει την παρενόχληση δημοσίων προσώπων, συνήθως με συγκέντρωση γύρω από το σπίτι τους, το φώναγμα συνθημάτων με σκοπό τη δημόσια διαπόμπευσή τους. Στην Αργεντινή ο όρος επινοήθηκε το 1995 από την ομάδα για τα ανθρώπινα δικαιώματα HIJOS, για να καταδικάσει τις γενοκτονίες που διέπραξαν τα μέλη της PROCESO και τα οποία αμνηστεύθηκαν από τον πρόεδρο Κάρλος Μένεμ.

30 Σχετικά μ’ αυτό, δείτε: A caça aos ‘falsos cotistas’: austeridade, identidade e concorrência (Passa Palavra, Αύγουστος 2017, διαθέσιμο εδώ: http://passapalavra.info/2017/08/114875).

31 “Οι συνθήκες της αστικής κοινωνίας είναι πολύ περιοριστικές για να περιλάβουν τον πλούτο που δημιουργείται από αυτούς. Και πώς ξεπερνά η αστική τάξη αυτές τις κρίσεις; Από τη μια πλευρά με την καταναγκαστική καταστροφή μιας μάζας παραγωγικών δυνάμεων· από την άλλη, με την κατάκτηση νέων αγορών και την πιο ενδελεχή εκμετάλλευση των παλιών”, Μαρξ και Ένγκελς: Το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος, 1848, (Στμ. Στα ελληνικά: εκδόσεις Θεμέλιο, 2004).

32 Caio Martins and Leonardo Cordeiro, Revolta popular: o limite da tática (Passa Palavra, Μάιος 2014, στο: http://passapalavra.info/2014/05/95701). Αγγλική έκδοση: Brazil: Popular revolt and its limits (Δημοσιευμένη στο Libcom.org, διαθέσιμη στο https://libcom.org/library/brazil-popular-revolt-its-limits) (στμ. Υπό μετάφραση).

33 Το σχόλιο είναι από έναν απλό εργάτη [“μπλε-κολλάρο”] ο οποίος έπαιρνε με το κινητό του φωτογραφίες της φωτιάς στα καταλύματα των εργατών. Οι συνέπειες της κατασκευής της Jirau, η εξέγερση των εργατών και η συνεργασία μεταξύ των κέντρων των εθνικών συνδικάτων και της κυβέρνησης για την καταστολή του κινήματος απεικονίζεται στο Jaci: sete pecados de uma obra amazônica (Caio Cavechini, 2015), που κυκλοφόρησε στα Αγγλικά με τον τίτλο Jaci: Seven Sins Of An Amazonian Work. Αξίζει επίσης να κοιτάξει κανείς στις αναφορές για τις διακοπές, τις δολοφονίες, τους βασανισμούς και τις φυλακίσεις στα εργοτάξια που έγιναν εκείνα τα χρόνια από τη Liga Operária, μια συνδικαλιστική ομάδα με μαοϊκές επιρροές που δρα στην περιοχή. Διαθέσιμο στο: http://www.ligaoperaria.org.br/1/?p=2867).

34 Η διαδρομή της αντίστασης των κατοίκων του αγροτικού καταυλισμού Milton Santos, ο οποίος στη διάρκεια της διακυβέρνησης Ντίλμα κινδύνευσε να υποστεί μια “αντίστρογη αγροτική μεταρρύθμιση”, έχει παρουσιαστεί εκτενώς στο Passa Palavra (tη πλήρης κάλυψη είναι προσβάσιμη εδώ: http://passapalavra.info/2013/01/70939). Στα Αγγλικά δείτε: https://libcom.org/news/milton-santos-settlement-threatened-eviction-18012013.

35 Στις αρχές του Αυγούστου του 2013, το Passa Palavra ανέφερε μια “φιμωμένη άνοιξη”: μόνο στην περιοχή του Grajaú, “περίπου 20 εκτάσεις καταλήφθηκαν ταυτόχρονα από οικογένειες που δεν είχαν πλέον τις συνθήκες για να πληρώνουν ενοίκιο (…). Είναι τουλάχιστον περίεργο να παρατηρήσει κανείς ότι, σε συνέχεια της πολιτικής αναταραχής που αποκαλούμε “γεγονότα του Ιούνη”, μια διαδικασία άμεσων αγώνων αναπτύχθηκε από τον πιο φτωχό κόσμο στις παρυφές των πόλεων και ότι τα αριστερά όργανα επικοινωνίας δεν της έδωσαν την προσοχή που άξιζε (Ocupações do Grajaú protestam por moradia no centro de São Paulo, Passa Palavra, Αύγουστος 2013, διαθέσιμο εδώ: http://passapalavra.info/2013/08/82681).

36 Οι ετήσιες αναφορές στο Strike Balance, δημοσιευμένο από την Dieese (διαθέσιμες στο: https://www.dieese.org.br/sitio/buscaDirigida?tipoBusca=tipo&valorBusca=balan%E7o+das+greves), ανεβάζουν σε ένα σύνολο 2.050 τις καταγεγραμμένες απεργίες στη Βραζιλία για το έτος 2013, αριθμός που φτάνει τις 2.093 το 2015 (μέχρι αυτή τη στιγμή, δεν είχαν δημοσιευτεί αναφορές για τις απεργίες το 2014 και το 2015). Αλλά, όπως επισημαίνει ο Leo Vinicius, η ανάλυση της περιόδου θα έπρεπε να λάβει υπόψιν της και τις “απεργίες και δράσεις στους εργασιακούς χώρους που έγιναν εκτός συνδικαλιστικών δομών, και οι οποίες δεν συνυπολογίζονται σ’ αυτές τις στατιστικές. Είναι πιθανόν ότι πολλές αυτόνομες δράσεις απο οργανωμένους εργάτες έγιναν χωρίς να το μάθουμε εμείς καθόλου (Bem além do mito “Junho de 2013”, Passa Palavra, Ιούλιος 2018, διαθέσιμο στο: http://passapalavra.info/2018/07/121756).

37 Για ένα πορτραίτο αυτού του σεναρίου, δείτε Estado e movimentos sociais (Passa Palavra, Φεβρουάριος 2012, διαθέσιμο στο: http://passapalavra.info/2012/02/52448).

38 Η περίπτωση της GEO-PR (σημαίνει περίπου “Σύστημα Γεωαναφοράς για την Παρακολούθηση και την Υποστήριξη της απόφασης του Προέδρου”) είναι εμβληματική. Δημιουργήθηκε από την κυβέρνηση Λούλα το 2005 με το πρόσχημα της προστασίας των κοινοτήτων των quilombola, γαιών των αυτόχθονων και αγροτικών καταυλισμών. “Τροφοδοτούμένη με δεδομένα για κοινωνικά κινήματα, όπως: ‘διαδηλώσεις’, ‘απεργίες’, ‘κινητοποιήσεις’, ‘ζητήματα των αυτόχθονων’, ‘δράσεις των ΜΚΟ’ και ‘quilombolas’”, για περισσότερο από δέκα χρόνια, έδωση ύπαρξη σε “ένα πανίσχυρο εργαλείο επιτήρησης των κοινωνικών κινημάτων, το μεγαλύτερο που ξέρουμε μέχρι σήμερα” (Lucas Figueiredo, O grande irmão: Abin tem megabanco de dados sobre movimentos sociais, The Intercept, Δεκέμβριος 2016: https://theintercept.com/2016/12/05/abin-tem-megabanco-de-dados-sobre-movimentos-sociais). [στμ. Quilombolas: Αφρικανικής καταγωγής κάτοικοι των quilombο, οικισμών στη βραζιλιάνικη ενδοχώρα που δημιουργήθηκαν αρχικά κυρίως από δραπέτες σκλάβους – από την λέξη kilombo που στην αγκολέζικη γλώσσα Kimbundu σημαίνει “κατασκήνωση σκλάβων”].

39 Μέρος του άρθρου “Revolta popular: o limite da tática” (ό.π.)

40 Στμ. Πραγματικά εξαιρετική ανάλυση, αυτοκριτική.

41 Pablo Polese, [i] A esquerda mal educada, Ιούλιος 2016, http://passapalavra.info/2016/07/108872).

42 Σχετικά με τις συνέπειες των διακοπών και στάσεων που προκάλεσαν οι φορτηγατζήδες για τους εργάτες σε ψηφιακές πλατφόρμες, διανομείς, οδηγούς σχολικών και άλλες κατηγορίες εργαζόμενων στις πόλεις, δείτε Gabriel Silva, A greve dos caminhoneiros e a constante pasmaceira da extrema esquerda (Passa Palavra, Μάιος 2018, διαθέσιμο στο: http://passapalavra.info/2018/05/119926).

43 “Ο Michel [Temer] σχηματίζει μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, προωθεί μια μεγάλη συμφωνία, προστατεύει τον Λούλα, προστατεύει τους πάντες. Αυτή η χώρα επιστρέφει στην ηρεμία, κανείς δεν μπορεί πια να της το στερήσει αυτό”, είπε ο Sérgio Machado, πρώην πρόεδρος της Transpetro, στην περίφημη συνομιλία του με τον Υπουργό Σχεδιασμού από την κυβέρνηση της Ντίλμα, Romero Jucá, λίγο πριν λάβει χώρα η ψηφοφορία σχετικά με την απαγγελία κατηγοριών στην Ντίλμα (καταγράφηκε και διέρρευσε στον τύπο τον Μάιο του 2016, το κείμενο διατίθεται εδώ: https://www1.folha.uol.com.br/poder/2016/05/1774018-em-dialogos-gravados-juca-fala-em-pacto-para-deter-avanco-da-lava-jato.shtml).

44 Um outro João (“Another João”), Breve comentário sobre as frentes democráticas e antifascistas contra Bolsonaro (Passa Palavra, Δεκέμβριος 2018, http://passapalavra.info/2018/12/123955).

45 Στμ. Πολύ ενδιαφέρον σημείο. Μιλάμε ουσιαστικά για μια διαδικασία που μεταστρέφει την εξεγερσιακότητα και την κοινωνική βία εξαιτίας του ίδιου του κατακερματισμού του προλεταριάτου (του κακόφημου “κανιβαλισμού”) σε δύναμη ενάντια στον εαυτό του, σε δύναμη ενσωμάτωσης, συμμόρφωσης με μια καινούρια τάξη, σε δύναμη τελικά του καθεστώτος. Η κοινωνική βία μετασχηματίζεται σε μια αυτοκατασταλτική δύναμη για το προλεταριάτο. Αυτό χρήζει μεγάλης ανάλυσης γιατί φαίνεται να είναι ακριβώς η δυναμική που ενδυναμώνει την νεοδεξιά αντεπανάσταση σήμερα, τη στοίχιση κομματιών του προλεταριάτου στη “συστημική αντισυστημικότητα” της νεοδεξιάς/νέας ακροδεξιάς.