Συγκυρία επιδημίας: οικολογική κρίση, οικονομική κρίση και κομμουνιστικοποίηση

FD1

το κείμενο σε pdf

Η καπιταλιστική παραγωγή, η οποία ποτέ δεν “σεβόταν” τη ζωή, κατέληξε να παράγει στις δεκαετίες του 1970 και του 1980, πολύ πριν την επιδημία που εμφανίστηκε στην Κίνα το φθινόπωρο του 2019, μια κρίση οικολογική που ήταν ταυτόχρονα και παγκόσμια και μόνιμη2, έχοντας τη μορφή μιας γενικευμένης ρύπανσης με καταστροφή του κλίματος. Αυτή η κρίση είναι παγκόσμια στον βαθμό που απειλεί τη γήινη βιόσφαιρα, από την οποία εξαρτάται επίσης και η ανθρώπινη ζωή. Είναι μόνιμη στον βαθμό που είναι εγγενής στην πραγματική υπαγωγή της εργασίας και της φύσης στο κεφάλαιο. Με άλλα λόγια, αν και αντιπροσωπεύει ένα μείζον πρόβλημα από τη σκοπιά της τάξης των καπιταλιστών σε όλα τα κράτη και μπλοκ, δεν μπορεί να ξεπεραστεί αποτελεσματικά εντός των ορίων μιας νέας, ανώτερης αναδιάρθρωσης της σχέσης εκμετάλλευσης σε παγκόσμια κλίμακα. Από την άλλη πλευρά, παραμένει πιθανή μια ανώτερη αναδιάρθρωση της σχέσης εκμετάλλευσης με την καλλίτερη ενσωμάτωση του οικολογικού λόγου και με ριζοσπαστικά προσχήματα, όπως παραμένει πιθανή και μια ρήξη κομμουνιστικοποίησης εντός και ενάντια σ’ αυτή την αναδιάρθρωση που η τάξη των καπιταλιστών θα προσπαθήσει να επιβάλλει.

Στην πανδημία του κορωνοϊού, συνδυάζονται δυο αυτόνομες διαδικασίες καθώς, μετά τη δεκαετία του 1970, οι οικονομικές κρίσεις και η συνεχής καταστοφή των μορφών ζωής δεν συνδέονταν άμεσα. Όμως, μεταξύ του Νοεμβρίου του 2019 και του Μαρτίου του 2020 εμφανίστηκε μια πανδημία στην πόλη Wuhan η οποία διαδόθηκε πολύ γρήγορα σ’ ολόκληρο τον κόσμο, καταδεικνύοντας για μια ακόμα φορά τη βαρύτητα της οικολογικής κρίσης και επιφέροντας, ταυτόχρονα, ραγδαία μια μείζονα οικονομική κρίση που νιώσαμε ότι κρατά από την προγούμενη κρίση, κρίση που είχε περιοριστεί αλλά δεν είχε ξεπεραστεί. Από τη μια πλευρά, η αυξανόμενη ρύπανση της γης, της θάλασσας και του αέρα, η υπερθέρμανση του πλανήτη, η εξάντληση του εδάφους και η μαζική αποψίλωση των δασών, η τρελλή αστικοποίηση, που στειρώνει τη γη και κάνει τις πόλεις όλο και λιγότερο κατοικήσιμες, οι επιδημίες, η εξάπλωση των οποίων διευκολύνεται από την καταστροφή των φυσικών εμποδίων που κάποτε περιόριζαν την κυκλοφορία των ιών, και η αντικειμενική καταστροφή του ανθρώπινου [βιολογικού] υλικού από την φαρμακοβιομηχανία, είναι όλες πτυχές της μόνιμης οικολογικής κρίσης, αξεπέραστης στα όρια της διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Από την άλλη πλευρά, αυτή την άνοιξη του 2020, η ήδη παρατηρήσιμη επιβράδυνση της παραγωγής και του εμπορίου, η παρόξυνση των εντάσεων μεταξύ κρατών και σχηματισμών κρατών, η ανάγκη για όλες τις φράξιες της άρχουσας τάξης να ληφθούν αυτή τη φορά ριζικά μέτρα για την επανεκκίνηση της συσσώρευσης σε πιο “υγιή” βάση, και οι προβλέψιμες προσπάθειές τους να ξεκινήσουν τις εσωτερικές τους συγκρούσεις, ορίζουν την τρέχουσα οικονομική κρίση η οποία, σε κάθε περίπτωση, θα σημαδέψει το τέλος του κύκλου που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1970, αν όχι, ίσως, και την “τελική κρίση” του συστήματος.

Εξαιτίας αυτής της επιδημικής σύζευξης της συνεχούς καταστροφής της ζωής και της τρέχουσας κρίσης αναπαραγωγής του κεφαλαίου, είναι πρώτα απ’ όλα εμείς, προλετάριοι και κομμουνιστές, που πρέπει να την αντιμετωπίσουμε, τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη. Όχι επειδή είμαστε επαναστάτες από τη φύση μας, αλλά επειδή σ’ αυτή τη συγκυρία είμαστε όλοι στο στόχαστρο3.

Αντίθετα με αυτό που ισχυριζόταν ο Camatte, όταν θεωρητικοποιούσε την “πτήση” από την υλική κοινότητα του κεφαλαίου, δεν υπάρχει περιπλάνηση της ανθρωπότητας4, γιατί τα ανθρώπινα όντα, διαιρεμένα αμέσως μέσα από την κοινωνική σχέση του φύλου, δεν έχουν υπάρξει ποτέ έξω από τρόπους και σχέσεις παραγωγής μιας κοινωνικο-ιστορικά καθοριζόμενης υλικής ζωής. Η υποβάθμιση του γήινου φυσικού περιβάλλοντος εμφανίζεται, μερικές φορές και σε περιορισμένες μορφές, σε τεράστιες περιοχές πολύ πριν από την συγκρότηση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, αλλά με έναν πολύ βραδύ ρυθμό. Αλλά για να αποκτήσει η παραγωγή της υλικής ζωής, για τις πολυάριθμες ανθρώπινες ομάδες που κατοικούν τη Γη, την τάση να γίνει καταστροφική γι’ αυτό το περιβάλλον, το κεφάλαιο θα πρέπει να εδραιωθεί ως ο κυρίαρχος τρόπος παραγωγής και να επιβληθεί στην ανάπτυξη ολόκληρου του πλανήτη, με κόστος την καταστροφή των παλιών τρόπων παραγωγής και την ενσωμάτωση ή εξόντωση λαών που δεν έχουν ακόμα υπαχθεί τυπικά στη μισθωτή σκλαβιά.

Σ’ αυτή τη διαδικασία, η οποία ξεκινά με την πρωταρχική συσσώρευση του κεφαλαίου, αλλά αναπτύσσεται μόνο όταν η καπιταλιστική παραγωγή εδραιώνεται στη Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, στις αρχές του 19ου αιώνα, μπορούμε να ξεχωρίσουμε δυο αποφασιστικές στιγμές. Η πρώτη με την πραγματική υπαγωγή της εργασίας και της φύσης στο κεφάλαιο, που λαμβάνει χώρα γύρω στον Πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, με την εδραίωση της επιστημονικής οργάνωσης της εργασίας σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες και τον αποικισμό του κόσμου από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Και στη συνέχεια, η παραγωγή της παγκόσμιας οικολογικής κρίσης, που αντιστοιχεί στην ανάπτυξη ενός νέου κύκλου συσσώρευσης και αγώνων, δηλαδή πρώτα σε μια παγκόσμια αναδιάρθρωση της σχέσης εκμετάλλευσης, στις δεκεατίες του 1970 και 1980, που κατέστειλε όλα εκείνα που ακόμα θεμελίωναν την ταυτότητα της εργατικής τάξης και, συνεπώς, της επιβεβαίωσής της ως τάξης, τόσο στο επίπεδο του εργοστασίου όσο και στο επίπεδο της κοινωνίας.

Αν, όμως, η οικολογική κρίση συνέβη στη διάρκεια της τελευταίας καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης, μπορεί κανείς να αναρωτηθεί γιατί οι ομάδες της γαλλικής υπεραριστεράς μετά το 1968 δεν την ενσωμάτωσαν στο πρόβλημα της κομμουνιστικοποίησης ως επαναστατικής κατάργησης του καπιταλισμού χωρίς μεταβατικές περιόδους. Ιδρυμένη το 1977, η ομάδα Théorie Communiste κατάλαβε ότι αυτή η καταστροφική αναδιάρθρωση του “παλιού εργατικού κινήματος” συνεπαγόταν την αναπαραγωγή της αντίθεσης προλεταριάτο/κεφάλαιο με μια μορφή στην οποία το προλεταριάτο τείνει να παράγει την ύπαρξή-του-ως-τάξης ως μια εξωτερικοποιημένη συνθήκη στην τάξη των καπιταλιστών5. Αλλά ούτε η TC, ούτε καμμιά άλλη ομάδα που θεωρητικοποιούσε την κομμουνιστικοποίηση, δεν κατάλαβαν ότι η αναδιάρθρωση περιελάμβανε ευθύς εξαρχής την παραγωγή μιας οικολογικής κρίσης που ήταν τόσο παγκόσμια όσο και μόνιμη. Πραγματικά, ο τρόπος με τον οποίο η καπιταλιστική αντεπίθεση πρωτοπαρουσιάστηκε, ως μια γενικευμένη αμφισβήτηση που παράχθηκε από την ήττα της εργατικής τάξης, έκανε το πρόβλημα να εξαφανιστεί, σαν να λέμε, πριν καν τεθεί.

Από τη μια πλευρά, η τάξη των καπιταλιστών αγνόησε την έκθεση των ειδικών που δημοσιεύθηκε το 1972 με τον τίτλο: Τα όρια της επέκτασης: ξαναζωντάνεψε τη συσσώρευση επιτιθέμενη πρώτα στις “δυσκαμψίες” της εργασίας στην παγκόσμια αλυσίδα, χωρίς να νοιάζεται για την εξάντληση των πόρων (πρώτες ύλες + ενέργεια απαραίτητη για την παραγωγή) ή για τη γενικευμένη μόλυνση (τάση καταστροφής της βιόσφαιρας). Από την άλλη, οι (διαταξικοί) αγώνες που ξέσπασαν στο μέτωπο της πολιτικής οικολογίας – ιδιαίτερα εναντίον της παραγωγής πυρηνικής ενέργειας – γρήγορα τελμάτωσαν στη ρεφορμιστική ιδεολογία της αποανάπτυξης, γιατί αμφισβητούσαν αφηρημένα τον παραγωγισμό και όχι την παραγωγή αξίας, κεφαλαίου ως αυτοαξιοποιούμενης αξίας6. Τέλος, σ’ αυτούς τους δυο παράγοντες θα πρέπει να προστεθεί και ένας ακόμα γενικότερος. Σκεπτόμενη την κομμουνιστικοποίηση στο πλαίσιο των καθημερινών αγώνων του προλεταριάτου που δρα αυστηρά ως τάξη, η TC, δεν είχε μόνο να αντιπαλέψει την αστική ιδεολογία του “τέλους του προλεταριάτου”, αλλά και την επαναστατική ιδεολογία της κομμουνιστικοποίησης “σε ανθρώπινη βάση”7, κάτι που εμπόδισε, τουλάχιστον αρχικά, την ενσωμάτωση στο έργο της ενός a priori προβλήματος που θα μπορούσε να θέσει υπό αμφισβήτηση την συνοχή της ίδιας της υπό ανάπτυξη θεωρίας.

Μέσα στα όρια της διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου, η οικολογική κρίση δεν μπορεί να ξεπεραστεί. Πραγματικά, το κεφάλαιο είναι παραγωγή για την παραγωγή, μια τάση που διορθώνεται σε μια επαναλαμβανόμενη βάση από τις μεγάλες οικονομικές κρίσεις, που σηματοδοτούν τη διαδοχή των κύκλων συσσώρευσης, αλλά μόνο για να επαναεπιβεβαιωθεί με κάθε αναδιάρθρωση. Με άλλα λόγια, η διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου ως αξίας σε κίνηση, συνεπάγεται μια αυξανόμενη παραγωγή υλικών και ενέργειας (σταθερό κεφάλαιο – μέσα παραγωγής, ιδιαίτερα εξοπλισμός) και καταναλωτικων προϊόντων (μεταβλητό κεφάλαιο=μισθοί=προϊόντα απαραίτητα για τους εργάτες). Και, καθώς, η πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους αντισταθμίζεται μόνο από την ανοδική τάση του λειτουργικού ποσοστού με το κόστος μιας σχετικής αύξησης του σταθερού κεφαλαίου πολύ μεγαλύτερης από αυτήν του μεταβλητού8, αυτό έχει σαν αποτέλεσμα μια σταθερή επιδείνωση της κοινωνικής κατάστασης του προλεταριάτου σε σύγκριση με την κατάσταση της τάξης που το εκμεταλλεύεται9. Προφανώς, η τάξη των εκμεταλλευτών δεν μπορεί να αποφύγει, τυπικά τουλάχιστον, να συμπεριλάβει στους υπολογισμούς της την καταστροφική υποβάθμιση της βιόσφαιρας και, πρωτίστως, στον βαθμό που αυτή η υποβάθμιση επηρεάζει τη συνολική εργασία που θέτει ως αναγκαία για την μέγιστη αξιοποίηση του συνολικά συσσωρευόμενου κεφαλαίου. Για παράδειγμα, θα πρέπει να σκεφτεί πώς θα διατηρήσει το εργατικό δυναμικό και, συνεπώς, να περιορίσει τις επιπτώσεις μελλοντικών επιδημιών, ξέροντας ότι δεν μπορεί πλέον να αποτρέψει την επιταχυνόμενη μετάδοση των ιών10. Ανάλογα, θα πρέπει να σκεφτεί τρόπους για τον περιορισμό της ήδη σημαντικής επίπτωσης της αστικοποίησης και της εξάντλησης του εδάφους στην παραγωγή τροφίμων. Όμως, ο τρόπος που η τάξη των καπιταλιστών κατανοεί τα λεγόμενα οικολογικά προβλήματα δεν είναι ποτέ τίποτα παραπάνω από τυπικός καθώς δεν μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την παραγωγή υπεραξίας. Η οικολογική κρίση δεν είναι η αντίφαση του κεφαλαίου, που παραμένει η εκμετάλλευση – ή μάλλον οι δύο αντιθέσεις που χτίζει η μια την άλλη, η ταξική εκμετάλλευση και η διαίρεση των φύλων – αλλά το ότι η ταξική πάλη του προλεταριάτου, πάντα σε αμηχανία από υπερκαθορισμούς (όπως οι φυλετικές διαφορές), υπερκαθορίζεται τώρα και από το γεγονός ότι η αναπαραγωγή του κεφαλαίου απειλεί την αναπαραγωγή της ανθρώπινης ζωής11.

Στην παρούσα κατάσταση της επιδημίας, οι κομμουνιστές χρειάζονται σίγουρα μια πολιτικά ενεργή ματιά του χάσματος που μπορεί να λειτουργήσει, μέσα από την εμπειρία, μεταξύ των τάξεων12. Χάσμα μεταξύ των πληθυσμών σε καραντίνα, μεταξύ των προλετάριων, αντρών και γυναικών, μεγάλο τμήμα των οποίων επιτάσσεται σε όλες τις χώρες να δουλεύει – στο εργοστάσιο, στα σουπερμάρκετ, στο νοσοκομείο – και των καπιταλιστών, που πασχίζουν να διατηρήσουν τις άμεσες συνθήκες εκμετάλλευσης ενώ σκέφτονται και τα μέσα για την επανέναρξη της συσσώρευσης, πέρα από την απαραίτητη εκκαθάριση του εικονικού κεφαλαίου. Όμως, δεν μπορούμε να τρέξουμε πιο γρήγορα από τον άνεμο, ακόμα κι αν αυτός φυσάει ήδη πολύ δυνατά. Από τη μια πλευρά, η πανδημία του Covid εμφανίζεται αμέσως ως μια διαταραχή εξωτερική προς την παγκόσμια κοινωνία: όχι μόνο για την τάξη των καπιταλιστών αλλά επίσης και για τις μάζες του προλεταριάτου, ακόμα και για τους περισσότερους επαναστάτες. Εξ ου και η τυπική προσκόλληση των προλετάριων στην καραντίνα, η οποία είναι, όμως, ανοιχτή στην κριτική όχι μόνο από μια κοιμμουνιστική σκοπιά αλλά ακόμα και από επιστημονική, και στις αφηρημένες ριζοσπαστικές φόρμουλες του τύπου “όλα συνδέονται με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής”13. Από μια κομμουνιστική σκοπιά, η επιθυμία των προλετάριων, των οποίων η δουλειά θεωρείται ουσιώδες να παραμείνει στο σπίτι, να πληρωθούν τους μισθούς τους χωρίς να δουλέψουν, είναι απόλυτα κατανοητή αλλά συμβάλλει στην εξατομίκευση του προλεταριάτου, συνεπώς στην κοινωνική ειρήνη, που η αντίπαλη τάξη χρειάζεται να αναδομήσει. Από μια επιστημονική σκοπιά, αναρωτιέται κανείς αν η καραντίνα είναι πραγματικά χρήσιμη στον περιορισμό μιας πανδημίας, με δεδομένο, σε επίπεδο αρχής, ότι κάποιος πρέπει πάντα να ταυτοποιήσει πολύ γρήγορα τους φορείς του ιού και να επιβάλει στοχευμένες καραντίνες· σημειώστε, επίσης, ότι, στην πραγματικότητα, οι υγειονομικές αρχές, περνώντας από την αδράνεια στον πανικό, προχώρησαν στη γενική καραντίνα ελλείψει κάποιου καλλίτερου μέσου14. Από την άλλη πλευρά, αν ο περισσότερο ή λιγότερο γενικός περιορισμός των πληθυσμών είναι περισσότερο μια παραδοχή από τα κράτη της αποτυχίας του συστήματος υγείας παρά μια ορθολογική απάντηση στην πανδημία, και αν αυτός ο περιορισμός δεν μπορεί να διατηρηθεί επ’ αόριστον στό ίδιο υψηλό επίπεδο που έφτασε στην Κίνα ή και, σε ακόμα μικρότερο βαθμό, σε αρκετά ευρωπαϊκά κράτη, ο απο-περιορισμός έχει τον κίνδυνο να είναι μερικός και επιλεκτικός.

Από αυτή την άποψη, η κριτική της ανάλυσης των Κινέζων συντρόφων του Chuang από τους Ιταλούς συντρόφους του Lato Cattivo15 είναι η ίδια ανοιχτή σε κριτική: ένα πείραμα αντι-εξέγερσης μπορεί να διεξαχθεί σε συνθήκες μιας πανδημίας, εν είδει πρόληψης. Στην Κίνα, όπως και στην Ευρώπη ή την Αμερική, και πάλι όχι σε τόσο μεγάλο βαθμό, το Κράτος, διαχωρισμένο από την ταξική πάλη ώστε να παρεμβαίνει καλλίτερα, δεν χρειάζεται να έχει μια ήδη έτοιμη στρατηγική: η αντι-εξέγερση είναι ανάλογη με την αναδιάρθρωση, “μπαλώνεται” με ένα νήμα αγώνων, ενάντια στους προλετάριους16.

“Θέλετε να μάθετε αν έχετε τον κορωνοϊό; Φτύστε έναν αστό και περιμένετε τα αποτελέσματα! Αλληλεγγύη με τους εργάτες”. Αυτό το μήνυμα, που ανεμίζει γραμμένο σε ένα σεντόνι στο κέντρο της Μασαλλίας, λέει πολύ καλά ποιον δρόμο πρέπει να ακολουθήσουμε, με τον κίνδυνο του θανάτου, όχι εξαιτίας του “αόρατου εχθρού” αλλά εξαιτίας του πολύ ενεργού και ορατού εχθρού μας: της τάξης των καπιταλιστών.

Όλοι/ες έχουμε μια μεγάλη ανάγκη να βγούμε έξω. Όχι μόνο για να πάμε στη δουλειά, να στηθούμε στην ουρά του σουπερμάρκετ ή να κάνουμε λίγη γυμναστική ο καθένας στη γωνιά του, ούτε καν για να κάνουμε το τεστ του ιού (αν και αυτό δεν κάνει κακό), αλλά για να αγωνιστούμε μαζί ενάντια στην όλο και χειρότερη εκμετάλλευση που μας επιβάλουν. Αέρα! Θάνατος στον φόβο! Θάνατος στην Ιερή Υγειονομική Ένωση!

FD

11 Απριλίου 2020

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: http://dndf.org/?p=18482.

2 Έννοια υπό κατασκευή, στην προοπτική της κομμουνιστικοποίησης.

3 Στμ. Στο πρωτότυπο: “nous sommes tous et toutes dans leur collimateur”.

4 Errance de l’humanité, 1973, στο Διαδίκτυο.

5 Δείτε τις αναλύσεις της Théorie Communiste, στον ιστότοπό της.

6 Στμ. Πολύ ενδιαφέρον σημείο. Από τις πιο πυκνές και περιεκτικές κριτικές στην ιδεολογία της αποανάπτυξης, ιδεολογία που βλέπει το πρόβλημα στην υπερπαραγωγή εμπορευμάτων και όχι στη ρίζα του, δηλαδή στην παραγωγή αξίας, που αδυνατεί, δηλαδή, να δει ότι το πρόβλημα δεν είναι η παραγωγή λιγότερων εμπορευμάτων αλλά η κατάργηση της αντίφασης αξίας ανταλλαγής και αξίας χρήση, η κατάργηση της αξίας στη βάση της αφού στον βαθμό που παράγεται τείνει εμμενώς να αυτοαξιοποιείται μέσα από το αυτοτροφοδοτούμενη κίνηση εμπόρευμα-χρήμα-κεφάλαιο, να συσσωρεύεται ως κεφάλαιο. Ακόμα κι αν για κάποια περίοδο μειωθεί η εμπορευματική παραγωγή, όσο υφίσταται η αξία, αργά ή γρήγορα θα επανασυσσωρευθεί.

7 Στμ. Στο πρωτότυπο: “…mais aussi l’idéologie révolutionnaire de la communisation à titre humain”.

8 Στμ. Είναι αυτό που αναλύεται αρκετά στο εξαιρετικό άρθρο “Παγιδευμένος σ’ ένα πάρτυ που κανείς δεν σε γουστάρει” από το Surplus Club, και είναι στη βάση της θέσης για τους πλεονάζοντες πληθυσμούς: “Καθώς το κεφάλαιο αναπτύσσει την εργασία ως “προσάρτημα” της ίδιας της παραγωγικής του ικανότητας, μειώνει την αναλογία της αναγκαίας εργασίας που απαιτείται για την απόσπαση μιας δοσμένης ποσότητας υπεραξίας. Συνεπώς, ο λόγος της αναγκαίας εργασίας που χρειάζεται το κεφάλαιο μειώνεται διαρκώς. Αυτό συμβαίνει μέσω της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου για την οποία ο ανταγωνισμός μεταξύ κεφαλαίων επάγει την γενίκευση τεχνολογιών εξοικονόμησης εργασίας, όπως η αυτοματοποίηση, αυξάνοντας έτσι το σταθερό κεφάλαιο σε βάρος του μεταβλητού, με αποτέλεσμα μια σχετική μείωση στη ζήτηση της εργασίας”. Με άλλα λόγια το κεφάλαιο προσπαθεί να αντισταθμίσει την πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους με επέκταση της αυτοματοποίησης της παραγωγής και αύξηση του σταθερού κεφαλαίου και μείωση του μεταβλητού. Αυτό οδηγεί σε κρίση υπερπαραγωγής, συνεχή υποτίμηση των πραγματικών μισθών για το προλεταριάτο και την όλο και μεγαλύτερη “αποβολή” του από την εργασία, διαδικασία που ενισχύει την αύξηση του σταθερού κεφαλαίου, δημιουργώντας έτσι έναν φαύλο κύκλο και βάθεμα της κρίσης του κεφαλαίου “ως κινούμενης αντίφασης”.

9 Στμ. Αυτό που ρεφορμιστικά λέγεται “μεγάλωμα της ψαλίδας” ή “οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί χειρότεροι”. Το θέμα είναι ότι δεν πρόκειται απλά για “μείωση μισθών” αλλά, όπως γράφεται και στο κείμενο, για τη συνολική επιδείνωση της κοινωνικής θέσης του προλεταριάτου, κάτι που σημαίνει πολλά περισσότερα από τον μισθό.

10 Στμ. Αυτή η ανάλυση φτάνει, θεωρούμε, στον πυρήνα της πραγματικότητας. Η ανάδειξη της οικολογικής καταστροφής, πτυχή της οποίας είναι οι επιδημίες όπως η σημερινή με τον κορωνοϊό, είναι εξαιρετικά σημαντική και κρίσιμη γιατί είναι το προλεταριάτο που πρωτίστως απειλείται – μαζί με τον πλανήτη ολόκηρο – από αυτήν. Αυτοί, λοιπόν, που αδυνατούν να δουν τη συστημική παρόξυνση της οικολογικής καταστροφής, που συνεπάγεται την όλο και μεγαλύτερη πραγματική αδυναμία των καπιταλιστών και των κρατών να ελέγξουν τέτοιες επιδημίες που, πρωτίστως, φυσικά πλήττουν το προλεταριάτο, βλέπουν απλά έναν “εμπορικό πόλεμο” και “κρατικές συνωμοσίες”, δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να υποβαθμίζουν την καταστροφική απειλή για το προλεταριάτο και τη βιόσφαιρα, καταδεικνύοντας έτσι σημαντική θεωρητική και πρακτική ένδεια.

11 Στμ. Εξαιρετικά σημαντική θέση για το τι αντιπροσωπεύει η οικολογική καταστροφή στο πλαίσιο των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων, για την ίδια τη ζωή του προλεταριάτου.

12 Rolan Simon (RS), “σχετικά με το κείμενο του Chuang, Contagion sociale, στον ιστότοπο dndf.

13 Coronavirus, croissance de l’État, et reproduction, στο dndf.

14 Lorgeril, Science du confinement ou Confinement de la science?, στο Διαδίκτυο.

15 Covid-19 et au-delà, στο http://dndf.org/?p=18437.

16 Στμ. Στο πρωτότυπο: la contre-insurrection, c’est comme la restructuration, ça se bricole au fil des luttes, contre les prolétaires.

Επιλεκτικός απεγκλεισμός και υγειονομικά πειράματα: θυμός και αηδία

Carbure1

το κείμενο σε pdf

 

Η προεδρική απόφαση για το άνοιγμα και πάλι των σχολείων και των λυκείων στις 11 Μαΐου δεν έχει ξεγελάσει κανέναν, είτε μεταξύ των δασκάλων είτε οποιωνδήποτε άλλων: το διακύβευμα δεν είναι η διόρθωση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων που θα προέκυπταν από το κλείσιμο των σχολείων, όπως είναι το επίσημο επιχείρημα, αλλά πολύ απλά το να ριχτούν και πάλι οι γονείς στη δουλειά. Το γεγονός ότι η απόφαση αυτή έρχεται μόλις δυο μέρες μετά τις δηλώσεις του προέδρου του Medef2, που καλεί τους επιχειρηματίες να “αναβιώσουν τη δραστηριότητα” χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση, σίγουρα δεν είναι σύμπτωση.

 

Σύμφωνα με την κλασσική πια μέθοδο των προεδρικών παρεμβάσεων, ο υπουργός παρενέβη την επόμενη μέρα για να “εξειδικεύσει τον τρόπο” αυτής της επαναλειτουργίας. Φάνηκε έτσι ο ρόλος αυτού που θα μπορούσε να είναι απλά το αποτέλεσμα μιας ομιλίας ανάμεσα σε άλλες: “τα σχολεία δεν θα ανοίξουν όλα μαζί στις 11 Μαΐου, αλλά πρώτα αυτά στις εργατικές γειτονιές και στην ύπαιθρο. Η υπουργική ανακοίνωση παίζει επίσης με την συμπονετική, ακόμα-ακόμα και ανθρωπιστική, χορδή: “το πρώτο κριτήριο είναι πάνω απ’ όλα κοινωνικό, οι πιο εύθραυστες ομάδες”.

Είναι λοιπόν ο κόσμος στις πιο “εύθραυστες ομάδες” που θα έχει την ευκαιρία να επιστρέψεις πρώτος στη δουλειά. Οι άλλοι, οι λιγότερο εύθραυστοι, με άλλα λόγια οι πιο προνομιούχοι, δηλαδή αυτοί που την παρούσα στιγμή τηλε-εργάζονται από το δεύτερο σπίτι τους στην Dordogne3 θα μπορούν να κρατήσουν τα παιδιά τους στο σπίτι και να μείνουν ασφαλείς από τον ιό. Ανάμεσα σ’ αυτές τις δυο κατηγορίες, πολλοί άνθρωποι αναρωτιούνται ακόμα τι τους επιφυλάσσει η τύχη4.

Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι είναι ακριβώς αυτό το “πιο εύθραυστο κοινό” που συμβαίνει να εργαζόταν ήδη, ότι είναι για τους ανθρώπους μεταξύ αυτού του “κοινού” που η περίοδος του περιορισμού στο σπίτι δεν σήμαινε ποτέ το σταμάτημα της δραστηριότητάς τους. Η διαφορά είναι ότι πρόκειται ακριβώς για τη δημιουργία των συνθηκών για ένα γενικό άνοιγμα και πάλι αυτής της βασικής δεξαμενής φτηνής εργασίας που αποτελούν οι εργατικές γειτονιές, για να επιστρέψουν και πάλι όλοι στη δουλειά.

Είναι, λοιπόν, για μια ακόμα φορά, πάνω στους πιο φτωχούς που θα πέσει η πολύ ιδιαίτερη συμπονετική πολιτική της κυβέρνησης, σαν μια επιπλέον μάστιγα.

Αυτή η πολιτική μπορεί και πρέπει να διαβαστεί σε αρκετά επίπεδα, καθώς αυτό που χαρακτηρίζει κάθε πραγματική κρίση της καπιταλιστικής ολότητας είναι η ταυτόχρονη ύπαρξή της σε όλα τα επίπεδα αυτής της ολότητας. Εδώ, έχουμε μια υγειονομική κρίση, με τα αποτελέσματά της αλλά και τη διαχείριση αυτών των αποτελεσμάτων, στο πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό επίπεδο κοκ.

Καθαρά υγειονομικές θεωρήσεις εντάσσονται, τότε, στην αλυσίδα των πολιτικών αποφάσεων, με την ιδιαιτερότητά τους, και υπόκεινται στις συνθήκες της συνολικής λογικής αυτών των αποφάσεων, λογική που είναι οικονομική και κοινωνική. Η ίδια η επιστημονική έρευνα παρεμβαίνει, στο επίπεδό της, στην παραγωγή γνώσης, καθιστώντας δυνατή τη διατύπωση δογμάτων, οι θέσεις των οποίων επιλέγονται όχι τόσο εξαιτίας της αυστηρότητάς τους, όσο εξαιτίας της πρακτικής χρησιμότητάς τους στις αποφάσεις που θεμελιώνουν τη δράση του Κράτους. Ο στόχος είναι η διατήρηση της οικονομικής και κοινωνικής τάξης, δηλαδή, όσον μας αφορά, με προτεραιότητα την αναβίωση της οικονομικής δραστηριότητας, πάνω στην οποία στηρίζεται το κοινωνικό σύνολο.

Αν όμως αποτελεί ένα ζήτημα, από οικονομική σκοπιά, να ξαναστρωθεί ο κόσμος στη δουλειά, και συγκεκριμένα οι φτωχότεροι, οι οποίοι είναι επίσης εκείνοι που η δουλειά τους δεν μπορεί να γίνει από το διαδίκτυο, εκείνοι που πρέπει να χώσουν τα χέρια τους στη ζύμη και τη λάσπη, αυτή η επιστροφή στη δουλειά δεν είναι κενή από απώτερα κίνητρα υγειονομικής φύσης, οι συνέπειες των οποίων στη ζωή του προλεταριάτου δεν είναι καλλίτερες από τις καθαρά οικονομικές.

Αυτά τα κρυφά κίνητρα δεν προβάλλονται στους λόγους των κυβερνητικών καθώς ο δημόσιος λόγος σήμερα παραμένει αυτός για την “υγεία πρώτα”, την οποία όλοι αντιλαμβάνονται ως την υγεία του καθενός. Το πρόβλημα είναι ότι η “υγεία” που περιέχεται στον όρο “υγεία” δεν έχει το ίδιο νόημα για μας ως άτομα με αυτό που έχει για το Κράτος, που συμβαίνει να έχει την ευθύνη της διαχείρισής της: πρόκειται λοιπόν για τη “δημόσια υγεία”, η οποία είναι εντελώς διαφορετικής τάξης απο την υγεία γενικά, αυτή την οποία ευχόμαστε για παράδειγμα την Πρωτοχρονιά. Από αυτή τη σκοπιά, η δημόσια υγεία είναι κάτι αρκετά διαφορετικό από τη δραστηριότητα που έχει σαν σκοπό τη φροντίδα της υγείας των ανθρώπων. Οι νοσηλευτές βιώνουν αυτή τη διαφορά σε καθημερινή βάση. Γι’ αυτούς, όπως και για τους ασθενείς, και όλους εκείνους που πρέπει να δουλεύουν καθημερινά με τον κίνδυνο να κολλήσουν και να μεταδώσουν τον ιό, θα πρέπει να φοβόμαστε τόσο για τις πραγματικές ελλείψεις στην υγειονομική διαχείριση της κρίσης, όσο και το σφιχτό άδραγμα πάνω στον έλεγχο αυτής της ίδιας της διαχείρισης.

Στην περίπτωση του κορωνοϊού, για το γαλλικό Κράτος το επίσημο δόγμα παραμένει αυτό που εφαρμόζεται από το κινεζικό Κράτος (που νοιάζεται λιγότερο για συμπονετικούς λόγους), δόγμα που συνιστάται επίσης από τον ΠΟΥ [Παγκόσμιο ΟργανισμόΥγείας] και το επιστημονικό του συμβούλιο: αυτό του περιορισμού κατ’ οίκον των πληθυσμών. Καθώς ο ιός μετατίδεται μέσω των ατομικών επαφών, το ζήτημα είναι ο περιορισμός αυτών των επαφών. Το άλλο δόγμα είναι αυτό της συλλογικής ανοσίας, που έχει νόημα, όμως, με την προϋπόθεση ότι είναι διαθέσιμα τα απαραίτητα εμβόλια, όπως και για τη συνηθισμένη γρίπη: εμβολιάζουμε τους πιο ευπαθείς και αφήνουμε τον ιό να κυκλοφορεί στον υπόλοιπο πληθυσμό, ο οποίος καταλήγει να αποκτά ο ίδιος ανοσία μέσα από την επαναλαμβανόμενη επαφή. Από την άλλη πλευρά, χωρίς ένα εμβόλιο ή μια αποτελεσματική θεραπεία, αν αφήσουμε τον ιό ανεξέλεγκτο, με την ελπίδα απόκτησης της μαζικής ανοσίας, θα έπρεπε να περιμένουμε, σύμφωνα με τις προβλέψεις, έναν αριθμό 40 έως 80 εκατομμυρίων θανάτων παγκοσμίως, κάτι που είναι απαράδεκτο με οικονομικούς, υγειονομικούς και κοινωνικούς όρους.

Όμως, η οικονομική δραστηριότητα δεν μπορεί να σταματήσει εντελώς μέχρι να έχουμε την απαραίτητη θεραπεία και τα εμβόλια. Είναι λοιπόν αναγκαίο για το Κράτος, που έχει τον έλεγχο αυτής της κρίσης, να βρει άμεσες λύσεις που να συνδυάζουν υγειονομικές και οικονομικές αναγκαιότητες.

Αυτή τη στιγμή το επίπεδο μόλυνσης στον γαλλικό πληθυσμό είναι γύρω στο 10%, για την απόκτηση συλλογικής ανοσίας είναι απαραίτητο να ξεπεραστεί το κατώφλι του 60%, βλέπουμε λοιπόν ότι απέχουμε πολύ από αυτό το σημείο.

Από την άλλη, οι “πιο ευπαθείς ομάδες” είναι εκείνες που έχουν επηρεαστεί περισσότερο από τον ιό, και αυτό όχι μόνο εξαιτίας της αυξημένης θνησιμότητας που συνδέεται με συμπληρωματικούς παράγοντες όπως τα καρδιοαγγειακά προβλήματα και άλλα παθολογικά αίτια, που απαντώνται μεταξύ πληθυσμών των οποίων η κατάσταση της υγείας είναι ήδη υποβαθμισμένη, ή ακόμα με προβλήματα που συνδέονται με την κακή στέγαση κ.λπ., αλλά πρώτα απ’ όλα επειδή αυτοί οι πληθυσμοί δεν σταμάτησαν στην πραγματικότητα ποτέ να δουλεύουν. Είναι φανερό ότι έχουν πληγεί περισσότερο επειδή είναι οι πιο εκτεθειμένοι. Αλλά αυτό, πέρα από το να καθιστά αυτές τις ομάδες έναν ιδιαίτερα “πληγέντα πληθυσμό”, δημιουργεί επίσης κοινωνικές ζώνες στις οποίες το επίπεδο της μόλυνσης ξεπερνά κατά πολύ το 10% σε εθνικό επίπεδο.

Είναι γι’ αυτό τον λόγο που πρέπει να αναρωτηθούμε αν η κυβέρνηση διεξάγει σ’ αυτές τις περιοχές (χονδρικά, στα προάστια) ένα κοινωνικο-υγειονομικό πείραμα in vivo, με άλλα λόγια αν προσπαθεί να αποκτήσει τη μαζική ανοσία ή, εν πάσει περιπτώσει, να δει αν αυτή η ανοσία είναι εφικτή και κάτω από ποιες συνθήκες και με ποιο υγειονομικό κόστος, κι αυτό στην πλάτη των πιο φτωχών. Βλέπουμε εδώ ότι το πείραμα αυτό γίνεται εφικτό εξαιτίας των κατωφλιών μόλυνσης που επάγεται η φτώχια σ’ αυτές τις περιοχές, και αναγκαίο από την πιεστική απαίτηση της επανέναρξης της παραγωγής και, συνεπώς, της απελευθέρωσης εργατικού δυναμικού.

Είναι το δόγμα του stop and go, μιας εναλλακτικής στο καθαρό και απλό laissez-faire5, τόσο αγαπητό στους φιλελεύθερους, που δοκιμάζεται εδώ στους κατοίκους των εργατικών γειτονιών: όταν η πρώτη κορύφωση της επιδημίας έχειπεράσει και αποσυμφορηθούν οι δυνατότητες νοσηλείας, ξεκινάμε εκ νέου τη δραστηριότητα, ξέροντας ότι θα συμβεί η επαναμόλυνση και ότι θα προκύψει μια νέα κορύφωση της επιδημίας, και η διαδικασία αυτή επαναλαμβάνεται μέχρι να απορροφηθεί ο ιός από τον πληθυσμό. Πρέπει απλά να τονιστεί ότι αυτή η μέθοδος είναι μόνο θεωρητική και βασίζεται στην υπόθεση ότι ο ιός αντιδρά όπως σ’ αυτούς πάνω στους οποίος δημιουργήθηκε. Και ότι, συνεπώς, δεν ξέρουμε αν θα πετύχει, εξ ου και η πειραματική φύση του πράγματος.

Επιπλέον, πριν καν να υπάρχουν απαντήσεις σχετικά με τη δυνατότητα επίτευξης μαζικής ανοσίας με ένα αποδεκτό υγειονομικό κόστος, η επανέναρξη των σχολείων στην ύπαιθρο ισοδυναμεί με το άνοιγμα της βαλβίδας του ιού σε περιοχές που δεν επηρεάστηκαν παρά μόλις πρόσφατα, με την ελπίδα ότι η προστασία με τις μάσκες και και τα τζελ και ο περιορισμός στο σπίτι των πιο ευπαθών ομάδων (ηλικιωμένοι και άνθρωποι με παθολογία που οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητα) θα είναι επαρκή για να περιορίσουν το ξέσπασμα.

Είμαστε συνεπώς μάρτυρες εδώ μια κοινωνικο-υγειονομικής ζωνοποίησης της εξάπλωσης του ιού. Αυτή η ζωνοποίηση ακολουθεί μια λογική που είναι ταυτόχρονα υγειονομική, πολιτική και οικονονική. Βλέπουμε σε ποιο βαθμό η λογική της [δημόσιας] υγείας δεν επικαλύπτεται με αυτήν της υγείας των ατόμων, ούτε καν με μια επιστημονική λογική που να σχετίζεται με μια επιδημιολογική διαχείριση αυτής της κρίσης. Η λογική που είναι εδώ επί τω έργω είναι αυτή της διαχείρισης του πληθυσμού από το Κράτος και αν δούμε, επίσης, πόσο καλά αυτή η διαχείριση ταιριάζει με τις οικονομικές επιταγές των οποίων το Κράτος είναι ο εγγυητής, θα πρέπει επίσης να κατανοήσουμε το κοινωνικό στοιχείο που κρύβεται πίσω από αυτή τη διαχείριση. Φαίνεται ότι στην περίπτωση μιας δεύτερης κορύφωσης της επιδημίας, το Κράτος έχει επιλέξει να τοποθετήσει στην “πρώτη γραμμή” πληθυσμούς που μπορούν να περιγραφούν από τη σκοπιά του ως αναλώσιμοι και για τους οποίους στην περίπτωση που ο απεγκλεισμός θα οδηγούσε σε κινήματα διαμαρτυρίας, όπως συμβαίνει ήδη παντού, μια αυταρχική απάντηση θα μπορούσε εύκολα να δικαιολογηθεί και να εφαρμοστεί, μιας και ήδη εφαρμόζεται σε καθημερινή βάση. Ο πειραματικός χαρακτήρας αυτού του επιλεκτικού απεγκλεισμού ενσωματώνει τις πιθανότητες εξεγέρσεων ως μια επιπρόσθετη μεταβλητή.

Δεν θα μπούμε εδώ σε λεπτομέρειες για τον βαθμό στον οποίο είναι οι “κοινωνικά πιο εύθραυστοι” που έχουν πληγεί από την επιδημία του Covid-19, ή τη λογική διαστροφή με την οποία η καταστροφή αναπτύσσεται μεταξύ των φτωχότερων ώστε να γίνει ακόμα πιο καταστροφική, ούτε για την έκταση στην οποία αυτές οι συνέπειες βιώνονται από τους πληθυσμούς αυτούς σε όλα τα επίπεδα: για τις γυναίκες, με την αύξηση της οικογενειακής βίας και τις αυξανόμενες ευθύνες στην οικογενειακή αναπαραγωγή, που προκαλούνται παγκόσμια από την ανεργία, την έλλειψη πόρων και την ασθένεια· για τους ανθρώπους που υφίστανται φυλετικές διακρίσεις (γνωρίζουμε την τρομακτική φυλετική δυσαναλογία θανάτων που συνδέονται με τον Covid-19 στις Ηνωμένες Πολιτείες), για τους φυλακισμένους και τους πρόσφυγες, για τους πιο επισφαλείς εργάτες κλπ. Θα πρέπει να επιστρέψουμε σ’ αυτά κάποια άλλη στιγμή. Πρέπει να πούμε εδώ, ενάντια σε όλους αυτούς που θέλουν να “σώσουν το σύστημα υγείας”, ότι η υγειονομική έγνοια του Κράτους για τους προλετάριους είναι τόσο άθλια όσο και οι αποτυχίες του και ότι αυτή η περίφημη οικονομία υποτιθόταν ότι ήταν η πηγή όλων των δεινών.

Όλα αυτά θα πρέπει να συγκεκριμενοποιηθούν. Για την ώρα θα περιοριστούμε να πούμε ότι η χρήση αυτής της “ευθραυστότητας” με σκοπό την επιστροφή σε μια κανονικότητα, που είναι αυτή η ίδια που γεννάει και δικαιολογεί αυτές τις “ευθραυστότητες”, μας εμπνέει μόνο θυμό και αηδία.

2 Στμ. Medef: Mouvement des entreprises de France (κυριολεκτικά: Κίνημα γαλλικών επιχειρήσεων!), ο μεγαλύτερος εργοδοτικός οργανισμός στη Γαλλία, ο γαλλικός ΣΕΒ.

3 Στμ. Dordogne: νομός της Γαλλίας, στο νοτιοδυτικό τμήμα της χώρας. Βρίσκεται στη διοικητική περιοχή της Νέας Ακουιτανίας και το όνομά του προέρχεται από τον ποταμό Ντορντόνι. Είναι επίσης γνωστός τουριστικός προορισμός.

4 Στμ. Στο πρωτότυπο: à quelle sauce ils vont être mangés, ιδιωματισμός.

5 Στμ. Δηλαδή του να αφεθούν τα πράγματα “ελεύθερα”. Πρόκειται για την ίδια γνωστή φράση “laissez-faire, laissez-passer” που αποτελεί την επιτομή του φιλελευθερισμού για το ελεύθερο εμπόριο.

Η υγειονομική κρίση, η οικονομική κρίση και η κοινωνική κρίση είναι ένα και το αυτό

Carbure1

Το κείμενο σε pdf

Το παρόν κείμενο εμφανίστηκε αρχκά ως νήμα στον λογαριασμό στο twitter του carbure

1/16. Αν αυτή η υγειονομική κρίση είναι μόνο στην αρχή της, ακόμα πιο φοβήσιμη είναι η λεγόμενη “οικονομική” κρίση που με κανέναν τρόπο δεν διακρίνεται από την πρώτη: η υγειονομική κρίση είναι άμεσα μια οικονομική κρίση.

2/16. Οικονομική κρίση από την έλλειψη βασικών αγαθών, που ενδέχεται να την επιβραδύνουν, από την έλλειψη υλικών και ανθρώπινων πόρων, από το χάσμα μεταξύ των τάξεων καθώς και μεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών, από τα προβλήματα που προκαλεί και από τα μέσα που εφαρμόζονται για την επίλυσή τους.

3/16. Οι μαζικές απολύσεις εργατών, η επιβράδυνση της παραγωγής και της κυκλοφορίας των αγαθών, όλα δείχνουν ότι ο καπιταλισμός ταυτίζεται απόλυτα με την κοινωνία, ότι οι λεγόμενες οικονομικές σχέσεις είναι η ολότητα της κοινωνικής ζωής2.

4/16. Η κυκλοφορία της αξίας δεν είναι τίποτα άλλο από την κυκλοφορία όλων των κοινωνικών αλληλεπιδράσεών μας και όλη η τηλεεργασία του κόσμου δεν αντικαθιστά την παραγωγή, μεταφορά και πώληση των αγαθών από τους πραγματικούς ενσώματους εργάτες που αρρωσταίνουν.

5/16. Η κρατική διαχείριση της κρίσης υπογραμμίζει πόσο ουσιώδες είναι για την κανονική λειτουργία του κεφαλαίου: όπως και το 2008, οι δυνατότητες του κράτους για συγκεντροποίηση και σχεδιασμό μπορούν ανά πάσα στιγμή να θέσουν τον καπιταλισμό εκτός των “νόμων” της αγοράς και του ανταγωνισμού.

6/16. Χωρίς το κράτος, το κεφάλαιο θα κατέρρεε, αλλά το ίδιο το κράτος δεν είναι παρά η αντικεμενικοποίηση των ταξικών σχέσεων του κεφαλαίου. Το προλεταριάτο πετιέται από το ένα στο άλλο διαρκώς: τη μια μέρα άνεργος, κάποιες φορές ψηφοφόρος, μια άλλη μέρα προσωρινά εργαζόμενος, ένα δάνειο που πρέπει να αποπληρωθεί, επιδόματα.

7/16. Το κράτος θα ορθολογικοποιήσει για κάποιο διάστημα – σύμφωνα με τους κοινούς σκοπούς για το ίδιο και το κεφάλαιο – την οικονομική δραστηριότητα ώστε να την διατηρήσει. Το “τίποτα δεν θα είναι το ίδιο όπως πριν” σημαίνει: “όλα θα είναι τα ίδια αλλά χειρότερα”.

8/16. Θα σχεδιάσει και θα κάνει ενέσεις ρευστότητας, χωρίς να ρωτήσει προς τα αριστερά τι σχέση έχει αυτή η ρευστότητα με την περίφημη “πραγματική οικονομία”, ή αν το τύπωμα χρήματος είναι μια λύση και ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε μια κεντρική τράπεζα και σε μια απλή τράπεζα.

9/16. Το χρήμα για άλλη μια φορά γίνεται μαγικό, και όταν πρόκειται για τη διάσωση του κεφαλαίου, επισείουμε το απόλυτο φετίχ: το κοινό συμφέρον, την κοινότητα, ακόμα ακόμα την ανθρωπότητα. Η “ανθρωπότητα” είναι το φιλί του θανάτου της μπουρζουαζίας.

10/16. Αλλά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι, κατά την σωστή Κεϋνσιανή θεωρία, αυτή η ανάληψη από το Κράτος δεν προορίζεται να κρατήσει για πάντα, τα κράτη δεν προσηλυτίστηκαν ξαφνικά στον σοσιαλισμό – εκτός και αν αυτός ο “σοσιαλισμός” δεν είναι παρά μια ακόμα μορφή εκμετάλλευσης.

11/16. Η εθνικοποίηση είναι ένας από τους αρκετούς τρόπους για την απορρόφηση των χρεών των ιδιωτικών εταιρειών μέσα από το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας. Ιδιωτικό ή δημόσιο, είτε σε καιρούς αισιοδοξίας είτε υπό την εγγύηση του κράτους, το κεφάλαιο πρέπει να ρέει.

12/16. Το ξέρουμε το γνωμικό: “κοινωνικοποιήστε τα χρέη, ιδιωτικοποιήστε τα κέρδη”. Αλλά εδώ, το “κοινωνικοποιήσετε” σημαίνει απλά ότι ένα τμήμα της μπουρζουαζίας προστρέχει να βοηθήσει ένα άλλο, και τα χρήματα που δανείζονται υποστηρίζονται όπως πάντα από την υπόσχεση μελλοντικών κερδών.

13/16. Δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ του τι συμβαίνει τώρα και της επιστροφής στους “φυσιολογικούς” νόμους της αγοράς και του ανταγωνισμού, οι οικονομικοί “νόμοι” θα εφαρμοστούν ξανά και τα χρέη θα πρέπει να εξοφληθούν, ξέρουμε πώς και από ποιον.

14/16. Εμείς θα πληρώσουμε αυτή την κρίση γιατί ως μια κοινωνική κρίση, είναι και δική μας. Έχουμε ήδη αρχίσει να την πληρώνουμε.

15/16. Η οικονομική κρίη δεν θα ακολουθήσει την υγειονομική κρίση, έχει ήδη ξεκινήσει και δεν θα τελειώσει με το τέλος της πανδημίας, όχι περισσότερο από τις ταραχές και τις εξεγέρσεις που είναι η λογική της συνέπεια και που επίσης μόλις αρχίζουν. Είναι αδύνατο να βάλεις σε περιορισμό την εξαθλίωση.

16/16. Το να κάνουμε αυτή την κρίση όχι πλέον δική μας αλλά του κεφαλαίου είναι ο μοναδικός τρόπος για να βγούμε από τον φαύλο κύκλο των κρίσεων. Η παγκόσμια επανάσταση είναι εξίσου δυνατή όσο και η παγκόσμια κρίση και, όπως αυτή, μοιάζει σαν καταστροφή.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://carbureblog.com/2020/03/30/crise-sanitaire-crise-economique-et-crise-sociale-sont-une-seule-et-meme-chose.

2 Στμ. Εξαιρετικά σημαντική παρατήρηση. Το κομβικό σημείο ίσως της παρούσας κατάστασης είναι η άμεση “μετατροπή” μιας “υγειονομικής” κρίσης σε οικονομική που καταδεικνύει ακριβώς την ταύτιση του κεφαλαίου με την κοινωνία, τον πλήρη αποικισμό της κοινωνικής ζωής από το κεφάλαιο. Και ότι το στοίχημα για το κράτος και το κεφάλαιο είναι η κρίση αυτή να μην μετατραπεί σε κοινωνική κρίση που θα απειλούσε την συνοχή της κοινωνίας, δηλαδή την ίδια τη σταθερότητα της κυριαρχίας του κεφαλαίου και του κράτους πάνω στην κοινωνική παραγωγή και αναπαραγωγή.

Σημείωση. Το κείμενο έχει μεταφραστεί και εδώ: https://yfanet.espivblogs.net/2020/03/30/i-ygeionomiki-i-oikonomiki-kai-i-koinoniki-krisi-einai-to-idio-pragma/

Έτσι κι αλλιώς μια μέρα όλοι θα φοράμε μάσκες

Ας αντιμετωπίσουμε αυτές τις καταστροφές κατά πρόσωπο1

Σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους ανθρώπους στην Κίνα, το Χονγκ Κονγκ και αλλού που είναι αντιμέτωποι με την επιδημία του κορωνοϊού και του γραφειοκρατικού εφιάλτη που την συνοδεύει, οι σύντροφοι/ισσες από τη Βραζιλία έχουν επικαιροποιήσει μια αφίσα που είχαν φτιάξει πριν από χρόνια ως αντίδραση στις περιβαλλοντικές καταστροφές στη Λατινική Αμερική. Την παρουσιάζουμε εδώ στα Πορτογαλικά, Αγγλικά, Ισπανικά, και Ιταλικά.

Ο σεισμός στο Πουέρτο Ρίκο – οι πυρκαγιές στην Αυστραλία, τη Βραζιλία, και τη δυτική ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών – ο κορωνοϊός στη Κίναι και σ’ ολόκληρο τον κόσμο: όλες αυτές οι καταστροφές παρασκευάζονται από τις δομές εξουσίας που συγκεντρώνουν εξουσία σε λίγα χέρια και αποτιμούν τις ζωές των λίγων προνομιούχων πάνω από οποιωνδήποτε άλλων. Οι εξουσιαστές μας μάς λένε τώρα ότι είναι οι μόνοι που έχουν τα προσόντα να διαχειριστούν τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που ξεδιπλώνονται. Παρ’ όλα αυτά, οι προτεραιότητές τους δεν έχουν αλλάξει. Το να τους εμπιστευτούμε σημαίνει να βαδίσουμε σφιχτοδεμένοι όλοι μαζί προς την αποκάλυψη.

Αντί να προσπαθήσουμε να διαχειριστούμε τις όλο και πιο δραστικές συνέπειες αυτής της κοινωνικής τάξης σε μια ατομική βάση, ας μαζευτούμε όλοι μαζί να τις αντιμετωπίσουμε με τους δικούς μας όρους. Όλοι μαζί/από κοινού, μπορούμε να αντισταθούμε και να επιβιώσουμε.

Όποια κι αν είναι η κοινωνική μας θέση, το μέλλον μας καταλήγει σε δυο επιλογές: ή να αποδεχτούμε τη μοίρα μας και να προσπαθήσουμε να περιορίσουμε τη ζημιά πάνω στα σώματά μας και το περιβάλλον σε μια αποσπασματική βάση – ή να αντισταθούμε ενεργά για να διακόψουμε την καταστροφή και να εφαρμόσουμε τις δικές μας λύσεις. Αν υπάρχει κάτι στο οποίο επιστήμονες, κοινωνιολόγοι, στρατιωτικοί αναλυτές και καθημερινοί εργάτες συμφωνούν όλοι είναι ότι οδεύουμε προς μιας παγκόσμια κατάρρευση.

Όσοι κατέχουν την εξουσία επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν τους τυφώνες, τις τεράστιες πυρκαγιές και τις πανδημίες για να επιβάλλουν όλο και πιο παραβιαστικές, επεμβατικές μορφές ελέγχου επάνω μας. Οι αντιδράσεις τους στις κρίσεις είναι πάντα να δώσουν προτεραιότητα στην προστασία των δικών τους προνομίων και κερδών ενώ μεταχειρίζονται τους υπόλοιπους από μας ως αναλώσιμους. Δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε την επιβίωσή μας στης ειδημοσύνη τους.

Αν παραδώσουμε τους εαυτούς μας στο μέλλον που συνεπάγεται η καταστροφική κλιματική αλλαγή, η παντού διάχυτη μόλυνση και η οικολογική καταστροφή, αργά ή γρήγορα η καταστροφή θα έρθει και για μας. Σε μερικά σημεία του κόσμου, άνθρωποι αναγκάζονται ήδη να φοράνε μάσκες όταν βγαίνουν το σπίτι τους μόνι και μόνο για να προστατέψουν τον εαυτό τους από τον δηλητηριασμένο αέρα, τα απόβλητα ή άλλες μολυσματικές συνθήκες.

Αν δεν αποδεχτούμε την καταστροφή των ζωών μας, της γης μας, του φαγητού μας και οτιδήποτε άλλου συνδέει εμάς μεταξύ μας και τη βιόσφαιρα σαν όλο, θα πρέπει να παλέψουμε για να ανακτήσουμε τον έλεγχο πάνω στις συνθήκες της ζωής μας και στις αποφάσεις που καθορίζουν την επιβίωσή μας. Σε έναν κόσμο αστυνομίας, φυλακών, καμερών επιτήρησης θα πρέπει να φοράμε μάσκες που θα κρύβουν ποιοι είμαστε για να μπορέσουμε να παλέψουμε γι’ αυτό που πραγματικά θέλουμε.

Στην άκρη της Αυτοκρατορίας

Chuang τεύχος 2 – Editorial1

Το κείμενο σε pdf

Το παλάτι που χωρίζει στα δύο τον Ουρανό

Πυκνή, γκρίζα αιθαλομίχλη περνάει μέσα από έναν υψωνόμενο λαβύρινθο από πανομοιότυπες πολυκατοικίες, με έναν μισοζώντανο ωκεανό να αποτραβιέται από κάτω: άνθρωποι σκυμμένοι πάνω από καρότσια και σκούτερ, πρόσωπα καλυμμένα από σκοτεινές χειρουργικές μάσκες, συχνά κάτι λίγο περισσότερο από σιλουέτες που φωτίζονται από τον μουντό από την ομίχλη παλμό λαμπερών διαφημίσεων σε γιγάντιες σαν τοίχους οθόνες. Η αιθαλομίχλη είναι σαν ένα δέρμα τσιμέντου συγχωνευμένου μέσα από την εικόνα, σπασμένη εδώ κι εκεί από πρόσωπα με μάσκες ή το φευγαλέο μπλε γκλίτερ των κινητών που κρατιούνται ψηλά στον αέρα σαν εύθραυστοι φακοί. Αυτή η εικόνα – ή κάτι εξίσου γιγαντιαίων διαστάσεων και βάναυσο – είναι το φασματικό σχήμα που η Κίνα παίρνει σήμερα στη φαντασία του κοινού. Είναι οικεία επειδή αναδύεται σχεδόν αυτόματα μόλις αναφερθεί, με τον ίδιο τρόπο που οι τυλιγμένοι στην ομίχλη καρστικοί2 λόφοι και τα ήρεμα κανάλια του πίνακα shan shui3 μπορεί να έχουν αναδυθεί στο μυαλό προηγούμενων γενιών. Κι όμως, παρ’ όλα αυτά, μοιάζει κάπως δυσοίωνη, σαν να υπάρχει ένας τερατώδης, μετά δυσκολίας ορατός, γίγαντας που κρύβεται κάπου μέσα σ’ αυτό το αποπνικτικό νέφος, ελλοχεύοντας πάνω από τη μάζα των ανώνυμων ζωών που ανακατεύονται από κάτω.

Η πνιγμένη στο νέφος πόλη είναι το ένα μισό ενός ζευγαριού, το ταίρι του είναι οι απαστράπτουσες γραμμές των κτιρίων της πόλης που συμβολίζουν το “Κινέζικο Θαύμα”. Από κοινού ορίζουν όχι μόνο έναν συγκεκριμένο εθνικό χαρακτήρα αλλά μια πλανητική κρίση και τα πολλά φαντάσματα που επιστρέφουν για να στοιχειώσουν τον κόσμο σε μια εποχή άνευ προηγουμένου πολυτέλειας και απίστευτης κατάρρευσης. Παρ’ όλα αυτά, κατά κάποιο τρόπο, η εικόνα είναι επίσης συνεπής με κλασσικά θέματα. Στη διάρκεια της με βουδιστικές κλίσεις Δυναστείας Tang, θεωρούμενης επίσης ως του χρυσού αιώνα της κινέζικης ποίησης, υπήρχε ένα παρόμοιο ζευγάρωμα που συμβόλιζε τόσο την τεράστια ισχύ της δυναστείας όσο και την κρίση που οικοδομούνταν στην καρδιά της. Όμως, αντί της μαύρης αιθαλομίχλης και των γυαλιστερών πόλεων, οι ποιητές απεικόνιζαν μια πολιτισμική μάχη ανάμεσα στην “κόκκινη σκόνη(hongchen, 红尘) και τα ψυχρά, ειδυλλιακά βουνά, χρωματισμένα μπλε ή πράσινα. Τα αστικά, θνητά και βαρβαρικά σημειώνονταν με κόκκινα και κίτρινα, σε εικόνες που έφερναν στον νου ταυτόχρονα τη σκόνη που σηκωνόταν από την κυκλοφορία στους χωρίς λιθόστρωτο δρόμους στις σφύζουσες από κόσμο πόλεις και τις στροβιλιζόμενες αμμοθύελλες των ερημικών συνόρων, αξιοσημείωτα γνωρίσματα και τα δυο μιας δυναστείας που είδε μια χωρίς προηγούμενο αστικοποίηση (η οποία δημιούργησε μερικές από τις μεγαλύτερες πόλεις της εποχής εκείνης) και ραγδαία αυτοκρατορική επέκταση προς τα δυτικά κατά μήκος των δρόμων του μεταξιού που διέσχιζαν την έρημο της Κεντρικής Ασίας. Την ίδια στιγμή, το εύρος του όρου hongchen διευρύνθηκε. Μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει μικρές, φευγαλέες στιγμές λαγνείας ή την επέκταση της αυτοκρατορικής πολυτέλειας στο απόγειο της δυναστείας. Στην μέγιστη επέκτασή της, οι λέξεις απέκτησαν ένα κοσμολογικό χαρακτήρα, συμβολίζοντας τον εφήμερο κόσμο των θνητών.

Η αντίθετη σ’ αυτήν εικόνα, ήταν μια εικόνα μακρινών ψυχρών βουνών και οι ερημίτες αξιωματούχοι που τα κατοικούσαν. Αυτά ήταν, άλλωστε, ποιήματα συχνά γραμμένα από εύπορους “ερημίτες” που δεν ήταν πραγματικά ερημίτες, ζώντας σε μια “ερημιά” που με πολύ δυσκολία ήταν ερημιά, ενώ η ίδια η ποίηση ήταν μια αναψυχή της άρχουσας τάξης και ένας τρόπος εξασφάλισης αυτοκρατορικής αναγνώρισης4. Η επίκληση αγροτικών καλυβιών κρυμμένων στα πυκνά ορεινά πευκοδάση ήταν ένας τρόπος να δωθεί έμφαση στην καθαρή ματιά και την ηθική αγνότητα των ίδιων των ποιητών – ουσιώδη χαρακτηριστικά για επίδοξους συμβούλους. Παρόμοια, μπορούμε να φανταστούμε τους δημοσιογράφους του σήμερα κουρνιαγμένους σε κάποιο γραφείο στον απαστράπτοντα ορίζοντα της Σανγκάης, γράφοντας την πιο πρόσφατη ιστορία για το πόσο αχανής είναι η αιθαλομίχλη που μπορεί να φτάσει στον ωκεανό και να αγγίξει τις όχθες της Βόρειας Αμερικής. Όμως, η ίδια η πόλωση τέτοιων αντιδιαμετρικών ζευγών συχνά συσκοτίζει την αλήθεια που βρίσκεται πέρα από τις δύο διαστάσεις τους.

Μόνο οι πιο επιδέξιοι ποιητές μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν αυτούς τους πόλους για να “τριγωνοποιήσουν” αυτόν τον κόσμο πέρα από το καθαρά συμβολικό – και συχνά μόνο αφότου η τεράστια τραγωδία είχε αρχίσει ήδη να ξεσπά. Ο Du Mu5 (杜牧), που γεννήθηκε στον τελευταίο αιώνα της παρακμής της δυναστείας των Tang, προσφέρει ένα ζοφερό παράδειγμα. Ολόκληρη η ζωή του ήταν στη διάρκεια μιας αυτοκρατορίας που είχε πληγεί τρομερά από μια εξέγερση του An Lushan, αλλά δεν έχει ακόμα περάσει στην τελική κατάρρευση. Αντίθετα, ο αιώνας εκείνος ήταν ένας αιώνας αργής, επίμονης κρίσης – ένας κόσμος που είχε ήδη τελειώσει, στην οποία καθένας έμοιαζε να ξέρει ότι τα πράγματα είχαν τελειώσει και ότι η δόξα της αυτοκρατορίας δεν θα μπορούσε να ανακτηθεί, αλλά ήταν ανίκανος να φανταστεί οποιονδήποτε άλλο κόσμο που θα μπορούσε να έρθει. Αντίθετα, ολόκληρη η κουλτούρα ήταν μια κουλτούρα που είχε τα μάτια της στραμμένα πίσω, απολαμβάνοντας μια πολυτέλεια που ακόμα και τότε σάπιζε αργά, κινούμενη προς τα μπρος μόνο από την αδράνεια του imperium που συμβιβάζεται με τον θάνατό του. Το ποίημαPassing by Huaqing Palaceτου Du Mu συλλαμβάνει το αίσθημα με μια τριάδα μουσικών τετράστιχων6:

I

Από το Chang’an7 κοιτώντας πίσω προς τα κεντημένα στενά της πόλης

οι πολλές πύλες στη βουνοκορφή ανοίγουν μία-μία

Ένας καβαλλάρης σηκώνει κόκκινη σκόνη και η παλλακίδα χαμογελά

Κανένας άλλος δεν ξέρει ότι έρχεται για να της φέρει λίτσι8

 

II

Στο Xinfeng9, κίτρινη σκόνη σηκώνεται μέσα από τα πράσινα δέντρα

Αρκετοί καβαλλάρηδες έχουν γυρίσει από την αναζήτησή τους στο Yuyang

Το τραγούδι “Φορεσιά από ουράνια τόξα και φτερά” ακούγεται σε χίλες κορυφές

Μέχρι που τα πόδια που χορεύουν κάνουν κομμάτια την κεντρική πεδιάδα

 

III

Η μουσική και το τραγούδι έχουν αφήσει κάθε έθνος μεθυσμένο με ειρήνη

Το παλάτι που ορθώνεται σκίζει στα δυο το φως του φεγγαριού

Ο Lushan χορεύει σε έναν παράτολμο ρυθμό που χτυπάει ανάμεσα στα σύννεφα

Ο άνεμος φτάνει κάτω στις διαδοχικές κορυφές μεταφέροντας τον ήχο του γέλιου

 

Κάθε τετράστιχο απαιτεί μια μικρή μετάφραση στο συγκείμενο. Συνολικά το ποίημα κοιτάζει πίσω στη δυναστεία στην αυγή της εξέγερσης, υπό την βασιλεία του Αυτοκράτορα Xuanzong. Επρόκειτο για μια αυτοκρατορία στο απόγειο της παρακμής της, που απολάμβανε μια πολιτισμική αναγέννηση, καθοδηγούνη από μια ακμάζουσα μητρόπολη, με ένα σφύζον εμπόριο σε μια αχανή γεωγραφική έκταση. Παρά την οικιστική κρίση, η κοινωνία αποκοιμιζόταν στη γαλήνη. Ο Du Mu ξεκινά με ένα σύμβολο αυτοκρατορικής παρακμής: η ευνοούμενη παλλακίδα του αυτοκράτορα Xuanzong, η Yang Yuhuan, είχε λιγούρα για λίτσι, που δεν μπορούσε να ευδοκιμήσει στον άνυδρο Βορρά. Έτσι, ο Xuanzong κινητοποίησε πολύ κόσμο για να δημιουργήσει ένα δίκτυο με τους πιο γρήγορους καβαλλάρηδες για να μαζέψουν λίτσι από τον μακρινό νότο και να το μεταφέρουν στην Chang’an, την αυτοκρατορική πρωτεύουσα, πριν τα φρούτα καταστραφούν. Η ίδια η πόλη χαρακτηρίζεται ως στοιβαγμένη10 () και διακοσμημένη (), αλλά η κόκκινη σκόνη που σηκώθηκε από τους καβαλλάρηδες παίρνει έναν δυσοίωνο χαρακτήρα, σηματοδοτώντας κάτι πέρα από το απλό πολύβουο της μητρόπολης στο αποκορύφωμα της δόξας της.

Το επόμενο τετράστιχο δίνει έμφαση σ’ αυτή την υποψία, καθώς ένα άλλο ζευγάρι καβαλλάρηδων περιγράφεται να σηκώνει σκόνη επιστρέφοντας από το Yuyang, την επικράτεια του An Lushan11 και την τοποθεσία που σύντομα θα ήταν το επίκεντρο της εξέγερσης. Αυτοί οι καβαλλάρηδες είναι, στην πραγματικότητα, οι αυτοκρατορικοί αξιωματούχοι που στάλθηκαν από τον Xuanzong για να ελέγξουν την αφοσίωση του An Lushan. Δωροδοκημένοι από τον An, οι αξιωματούχοι γύρισαν με διαβεβαιώσεις ότι όλα ήταν ήρεμα. Έτσι ο Du Mu συνταιριάζει την επιστροφή των απεσταλμένων με το τραγούδισμα ενός δημοφιλούς τραγουδιού, πολύ γνωστού για τον ουράνιο ήχο του στους κόλπους της υψηλής κοινωνίας. Εν τω μεταξύ, το τραγούδι συνοδεύεται από μια εικόνα χορού, αλλά τώρα ακόμα πιο καθαρά δυσοίωνου: είναι ένας χορός που τραντάζει () την κεντρική πεδιάδα σύμβολο της ίδιας της δυναστείας και, κυρίως, τοποθεσία των πιο βίαιων μαχών της εξέγερσης. Η καταστροφή, όμως, παραλείπεται. Το τελευταίο τετράστιχο κάνει ένα άλμα προς τα μπρος, σε μια γλυκόπικρη σειρά εικόνων, αναγνωρίσιμων μόνο από εκείνους που έχουν επιβιώσει από την καταστροφή: μια ψεύτικη ειρήνη έχει εμπεδωθεί καθώς ο An Lushan χορεύει για τον αυτοκράτορα. Ο χώρος του ποιήματος προσδιορίζεται τώρα από έντονη ανισότητα, το φεγγάρι χωρίζεται στα δύο από το παλάτι, το γέλιο της επιλήσμονος άρχουσας τάξης κατεβαίνει από τις κορυφές και τα ξύλινα τείχη της πόλης στον αναγνώστη – αντηχώντας μπροστά στον χρόνο στον ίδιο τον Du Mu, που ζει στα συντρίμμια αυτού του κόσμου που έχει τελειώσει.

Το ποίημα, συνεπώς, ξεπερνά το παραδοσιακό ζευγάρωμα της κόκκινης σκόνης και των μεγαλόπρεπων, στολισμένων από τα σύννεφα βουνών, τόσο συνηθισμένου στην χρυσή εποχή πριν από την εξέγερση. Αντίθετα, ο Du Mu χρησιμοποιεί αυτές τις έντονες αντιθέσεις για να εντοπίσει12 την καταστροφή που ελλοχεύει πίσω από την σκόνη και τα σύννεφα – έστω κι αν το πραγματικό εύρος της [της καταστροφής] είναι τόσο ασύλληπτο από την δική του θέση (σε μια δυναστεία που έχει καταρρεύσει αλλά δεν έχει ακόμα τελειώσει) και μπορεί να επικοινωνηθεί μόνο μέσω της παράλειψης. Κάτι από αυτήν παραμένει στον σύγχρονο πολλαπλασιασμό της αιθαλομίχλης και του ορίζοντα της πόλης. Ο εναλλάξ εκστατικός και αποκαλυπτικός τόνος τέτοιων εικόνων καμουφλάρει την πραγματικότητα κάτω από μια υπεραπλουστευμένη πολικότητα, ακόμα κι όταν αυτή η πολικότητα μοιάζει να σηματοδοτεί την κρίση και την ανισότητα της δικής μας εποχής. Από τη μια πλευρά, αυτές οι εικόνες λειτουργούν σαν ένα οριενταλιστικό φάντασμα, παρόμοιο με το κυβερνοπάνκ Τόκυο των προηγούμενων δεκαετιών αλλά επαναεικονιζόμενο, τώρα, στο πλαίσιο μιας αποκαλυπτικής κλματικής αλλαγής. Από την άλλη, η σταθερή αναπαραγωγή σχεδόν ταυτόσημων εικόνων καλύπτει τον κόσμο που στην πραγματικότητα τελειώνει με ένα θέαμα του ίδιου του χαμού του – όχι μόνο είναι πιο εύκολο να φανταστεί κανείς το τέλος του κόσμου από το τέλος του καπιταλισμού, αλλά η ατέλειωτη πλημμύρα αποκαλυπτικών φαντασιών συχνά συσκοτίζει τους βαθιά πεζούς μηχανισμούς της παρακμής. Και, όπως το ποίημα του Du Mu, η εικόνα περιέχει ένα περίεργο είδος άπειρης παλινδρόμησης. Η σκόνη που σηκώνεται από τους καβαλλάρηδες και τα σύννεφα που περιπλέκουν τη φιγούρα του An Lushan που χορεύει είναι, αμφότερα, με τον δικό τους τρόπο το καθένα, το φάντασμα της επερχόμενης εξέγερσης. Παρόμοια, ο τερατώδης γίγαντας που κρύβεται από την αιθαλομίχλη είναι, στην πραγματικότητα, η ίδια η αιθαλομίχλη: ένα αδιάστατο, συγκεκριμένο κενό, που καταναλώνει ακόμα και την εικόνα και, συνεπώς, κρύβει την πραγματικότητα στην πρώτη ματιά.

Το Φασματικό και το Υλικό

Προσφέρουμε μια απλή υπόθεση: ότι η ίδια η πολικότητα της σύγχρονης Κίνας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να εντοπίσουμε, όσο μακριά κι αν είναι, ένα μονοπάτι που οδηγεί σε έναν κόσμο πέρα από τη μαύρη αιθαλομίχλη, την κόκκινη σκόνη και το κρύο, τις απαστράπτουσες πόλεις αυτού εδώ του κόσμου. Αυτό συμβαίνει γιατί η Κίνα, και τα πολλά ερωτήματα που θέτει, παίζουν έναν αντιφατικό ρόλο τόσο για την κυρίαρχη ιδεολογία του “δεν υπάρχει εναλλακτική”-καπιταλισμού όσο και για τις προοπτικές μιας κομμουνιστικής αντίθεσης στον κόσμο όπως υπάρχει αυτή τη στιγμή. Προς το παρόν, όλες οι προσπάθειες να εστιάσουμε στο “Κινεζικό Ζήτημα” τείνουν σε ένα είδος μη τελεσίδικης ομίχλης. Ούτε οι αυτεπάγγελτοι μαρξιστές ούτε οι σχολιαστές του συρμού μοιάζουν ικανοί να καταλήξουν σε οποιαδήποτε ανάλυση ούτε για το τι είναι ακριβώς η Κίνα. Το αποτέλεσμα είναι ένας ατέρμονος πολλαπλασιασμός συχνά χιουμοριστικών οξύμωρων και αντιστροφής ρόλων. Η Wall Street Journal διαλέγει τα θεωρητικά απομεινάρια των Μπουχάριν, Λένιν και CLR James13, ανακηρύσσοντας την κινεζική οικονομία μια ποικιλία “κρατικού καπιταλισμού”14. Στο μεταξύ, ακόμα και μαρξιστές με, κατά τα άλλα, διαίσθηση, αποδέχονται στα γρήγορα είτε το θετικό αφήγημα του κινεζικού κράτους για την ίδια την “win-win” ηγεμονική του επέκταση είτε την δεινή εικόνα που ζωγραφίζουν τα γεράκια των ΗΠΑ, τα οποία οραματίζονται την ανάδυση ενός νέου Ψυχρού Πολέμου15. Τέτοιες αναλύσεις αντιστρέφονται και αναδιπλώνονται μεταξύ τους τάχιστα μέχρι να αναχθούν σε αδιευκρίνιστα σχήματα κρυμμένα στον καπνό των κοινοτοπιών και των καλά διαλεγμένων επενδυτικών αριθμών.

Όμως, αυτό δημιουργεί επίσης ένα είδος αναλυτικού ανοίγματος: το κινεζικό ζήτημα, αν προσεγγιστεί έξω από τα όρια της ιδεολογίας ή της ορθοδοξίας, με μια αυστηρά μαρξιστική μέθοδο που επιδιώκει να καταλάβει τους βασικούς νόμους κίνησης του κόσμου όπως αυτός υπάρχει, προσφέρει ένα χωρίς προηγούμενο παράθυρο στο μέλλον αυτού του κόσμου, τον οποίο ονομάζουμε υλική κοινότητα του κεφαλαίου16. Στο κεντρικό άρθρο του παρόντος τεύχους, η “κόκκινη σκόνη” αλλάζει χρήση από την κλασσική της προέλευση για να περιγράψει αυτή την υλική κοινότητα, μια ταιριαστή περιγραφή για τον τρόπο παραγωγής στο οποίο οτιδήποτε στέρεο λιώνει σε αέρα. Αλλά αυτό που λιώνει σε αέρα δεν εξαφανίζεται πραγματικά· αντίθετα, συσσωρεύεται στην κρίση, σε σκουριασμένες ζώνες17 μουμιοποιημένης εργασίας, σε αναβράζουσες ταραχές και ανατραπέντα καθεστώτα. Η δυσοίνωνη αιθαλομίχλη που εγκλείει αυτές τις πόλεις είναι, λοιπόν, ένα είδος ζωντανής απεικόνισης της ίδιας της μετάβασης, σαν να πρόκειται για την ίδια τη φασματική μορφή του κεφαλαίου που ανοίγει λεηλατώντας τον δρόμο του στην επιφάνεια μιας κούφιας γης. Αν τα επίπεδα του νέφους στο Πεκίνο μειώνονται επιτέλους, αυτό απλά σημαίνει ότι αυτή η χωρίς σχήμα τερατωδία έχει κατέβει αλλού: τώρα στο Ανόι, τώρα στην Ντάκα, τώρα στο Ντας ες Σαλάμ και το Λάγκος. Η εικόνα της πνιγμένης από το νέφος πόλης, λοιπόν, σηματοδοτεί την επέκταση της υλικής κοινότητας και συμβολίζει τον τρόπο που αυτή η επέκταση, και οι σχέσεις παραγωγής που την κινούν, συσκοτίζονται από τις πραγματικές αφαιρέσεις που οι ίδιες γεννούν18.

Το βασικό, καθοριστικό γνώρισμα της υπαγωγής στην υλική κοινότητα του κεφαλαίου είναι η καθυπόταξη της παραγωγής και όλων των συνακόλουθων χαρακτηριστικών της ζωής στις πρωταρχικές απαιτήσεις τέτοιων πραγματικών αφαιρέσεων. Μεταξύ των πιο σημαντικών από αυτές είναι η ανάγκη της αξίας να συσσωρεύεται συνεχώς, εννοιολογικά αποδιδόμενη ως η “κοινή λογική” ότι η οικονομική ανάπτυξη πρέπει να αυξάνεται διαρκώς και ότι οποιαδήποτε παύση ή πτώση στους ρυθμούς ανάπτυξης θα προκαλέσει μια οικονομική και κοινωνική κρίση μαζικών διαστάσεων. Αυτή δεν είναι απλά μια πεποίθηση που έχει ο κόσμος, ούτε είναι μια δυναμική που κινείται από την “απληστία” των καταναλωτών ή των καπιταλιστών. Είναι μια πραγματική αφαίρεση επειδή ένας ολόκληρος αστερισμός υλικών δυνάμεων παράγει πραγματικά αποτελέσματα σύμφωνα με αυτή τη λογική της, άσχετα από τα συστήματα πεποιθήσεων ή την ηθική αγνότητα των ανθρώπων που στελεχώνουν τέτοια συστήματα. Η υλική κοινότητα του κεφαλαίου είναι μια “υλική” κοινότητα ακριβώς εξαιτίας αυτής της αντιστροφής μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου. Δεν είναι η ανθρώπινη κοινότητα αλλά, αντίθετα, μια κοινότητα στην οποία η λογική μηχανής του κεφαλαίου έχει αποκτήσει έναν αυτόνομο χαρακτήρα. Tο πρωταρχικό κινούν σ’ αυτή την κοινότητα δεν είναι, συνεπώς, οι μάζες των ανθρώπων, ούτε οι ηγέτες ούτε καν οι πολιτισμικοί ή θρησκευτικοί θεσμοί αλλά το εν εξελίξει κεφάλαιο. Οτιδήποτε άλλο καταλήγει σε μια απλά υλική διαμεσολάβηση για το φασματικό κύκλωμα της συσσώρευσης.

Επικράτειες

Μέσα στην αντεστραμμένη λογική αυτού του συστήματος, η αιθαλομίχλη μοιάζει να χτίζει αρκετά κυριολεκτικά αυτή την πόλη. Η κίνησή της πάνω στην επιφάνεια της γης καθορίζει τις καινούριες τοποθεσίες βιομηχανικής ισχύος, με τις μάζες των ανθρώπων που συνωστίζονται κάτω από αυτήν εμφανίζονται τώρα ως κάτι ελάχιστα περισσότερο από αποφύσεις του κεφαλαίου. Παρά την πραγματικότητά του, όμως, το φασματικό σχήμα του κεφαλαίου εξακολουθεί να είναι μια αφαίρεση – και αφαιρείται από την δραστηριότητα ανθρώπινων όντων. Παρ’ όλο που ο ωκεανός της ανθρωπότητας κάτω από την αιθαλομίχλη ίσως μοιάζει σαν μια επέκτασή της, τότε, το φάσμα του κεφαλαίου στην πραγματικότητα γαντζώνεται στους ανθρώπους σαν ένα παράσιτο, και η εργασία λειτουργεί όχι ως το φυσικό του άκρο αλλά, αντίθετα, ως ένα κακοταιριασμένο προσθετικό μέλος. Το κίνητρο του κεφαλαίου είναι η εξοικειώσει την ανθρωπότητα στην κυριαρχία του, αλλά η ίδια η ανορθολογικότητα της οικονομίας διασφαλίζει ότι αυτή εξοικείωση/εξημέρωση θα είναι πάντα ελλιπής: η ανθρωπότητα θα είναι πάντα ταυτόχρονα απαιραίτητη και περιττή για τη λογική της συσσώρευσης19. Στο παρόν τεύχος προσπαθούμε να χαρτογραφήσουμε την μετατοπιζόμενη, φασματική ομίχλη της επεκτεινόμενης υλικής κοινότητας του κεφαλαίου και τις μάζες που είναι σε αναβρασμό εντός της.

Εστιάζοντας σ’ αυτό, ανοίγουμε το τεύχος με το άρθρο Κόκκινη Σκόνη”, δεύτερο στη σειρά τριών άρθρων για την οικονομική ιστορία της Κίνας, επικεντρώνοντας στις λεπτομέρειες του τρόπου με τον οποίο το σοσιαλιστικό αναπτυξιακό καθεστώς κατέρρευσε και γιατί οι περιοχές, οι πληθυσμοί και οι βιομηχανικές δομές που το συνέθεταν μεταφέρθηκαν τόσο άμεσα στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Στο άρθρο αυτό διηγούμαστε όχι μόνο τις κρίσεις στο εσωτερικό, που οδήγησαν στο να καταπιεί την Κίνα η κόκκινη σκόνη του κεφαλαίου, αλλά και τις παγκόσμιες κρίσεις στο καπιταλιστικό σύστημα που έκαναν δυνατό ένα τέτοιο άνοιγμα. Το ένα δεν μπορεί να γίνει κατανοητό χωρίς το άλλο, και κανένα δεν μπορεί να αποτυπωθεί σωστά χωρίς μια ολοκληρωμένη αντίληψη των βασικών νόμων κίνησης του καπιταλισμού και των τρόπων με τους οποίους αυτοί επαναδιαμορφώνουν τις περιοχές ώστε να ταιριάζουν στη συσσώρευση της αξίας20.

Αυτή η εδαφική διάσταση είναι ένα κεντρικό θέμα σ’ ολόκληρο το τεύχος. Πώς καταλαβαίνουμε τον ρόλο των συνόρων, των εθνών και των κρατών που τα επιτηρούν όταν το κεφάλαιο έχει αναπτυχθεί τόσο ώστε να περικλείει ολόκληρο τον κόσμο; Δεν υπάρχει πλέον ένα “εκτός” του συστήματος και συνεπώς ούτε πραγματική “περιφέρεια”, παρ’ όλα αυτά οι ιεραρχίες που επιβάλλονται από τον περίπλου του κεφαλαίου στην υδρόγειο όχι μόνο έχουν βαθύνει, αλλά και ενδιπλωθεί στον εαυτό τους. Αδιανόητα, στο παρελθόν, καθεστώτα λιτότητας, που επιφυλάσσονταν μόνο για τις αποικίες χρέους του παγκόσμιου νότου, επιβάλλονται σήμερα στην Ελλάδα, την Ισπανία και τα φτωχότερα μέρη των Ηνωμένων Πολιτειών. Δεν υπάρχει πλέον οποιοδήποτε σύνορο να διαχωρίζει την υλική κοινότητα του κεφαλαίου από κάτι άλλο και, παρ’ όλα αυτά, τα σύνορα πολλαπλασιάζονται εντός της με έναν χωρίς προηγούμενο ρυθμό, συνοδευόμενα από νέες, ακόμα πιο περίπλοκες μορφές αποκλεισμού. Χωρίς αντίπαλο τώρα, οι ουσιώδεις νόμοι κίνησης αυτής της υλικής κοινότητας γίνονται αδιαμφισβήτητοι: το κεφάλαιο πρέπει να θέσει όρια στον εαυτό του, διαρκώς διαφοροποιούμενο, ξεπερνώντας και πέφτοντας ξανά στους κύκλους της κρίσης, πολέμου και τρόμου στους οποίους ευδοκιμεί.

Γυρνάμε λοιπόν εδώ σ’ εκείνη την παλιότερη έννοια κόκκινης σκόνης ως σηματοδοτούσας το προχωρημένο σύνορο ενός ιμπέριουμ, υπαινισσόμενη, ίσως, την κατάρρευσή του. Από τη μια πλευρά, η οικονομική μας ιστορία εξετάζει την τελευταία μεγάλη επέκταση του συνόρου της υλικής κοινότητας, μετά την οποία το καπιταλιστικό σύστημα πραγματικά εμπερικλείει την τεράστια πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού. Από την άλλη, προσφέρουμε δυο “παράθυρα” στις σύγχρονες συνοριακές περιοχές της Κίνας, κάθε μια γραμμένη από φίλους του πρότζεκτ μας: το ένα, Eternal Enemiesαπό τον J. Frank Parnell, προσφέρει μια λεπτομερή ιστορία του αντικινεζικού αισθήματος στο γειτονικό Βιετνάμ. Οι μεταβαλλόμενες αντιλήψεις για την Κίνα έχουν τα ίχνη τους σε αρχαίες αφετηρίες, μέσα από πολέμους και επαναστάσεις του εικοστού αιώνα, για να καταλήξουν στη δίνη των συγκρούσεων της σύγχρονης εποχής σε βιομηχανικές περιοχές του Βιετνάμ και κατά μήκος της Νότιας θάλασσας της Κίνας που επιβοηθούνται από θεωρίες συνομωσίας στο διαδίκτυο. Το άλλο, Spirit Breaking”, από τον Adam Hunerven, προσφέρει μια από τις πιο προσεκτικές απεικονίσεις της ζωής των Ουιγούρων21 στην Xinjiang, δίνοντας με λεπτομέρειες τις βάρβαρες τακτικές του κράτους σε αυτό που μπορεί να περιγραφεί μόνο ως ένα καθεστώς απαρτχάιντ, κατοχής και εποικισμού στην κινεζική Κεντρική Ασία. Η έμφαση εδώ δίνεται στην αφήγηση των τρόπων με τους οποίους το κράτος έχει επεκτείνει την πρόσβασή του/its reach στην καθημερινή ζωή, προσπαθώντας να επαναδιαμορφώσει την ουσία των τοπικών τρόπων ζωής και να “σπάσει το πνεύμα” του πληθυσμού. Ο συνδυασμός αυτών των δύο άρθρων προσφέρει μια ενδιαφέρουσα αντίστιξη/αντίθεση, το ένα απεικονίζοντας τις αντιλήψεις για το κινεζικό κράτος σε ένα έθνος διαχωρισμένο από την Κίνα αλλά με μια ουσιαστική κοινή πολιτισμική γενεαλογία, και το άλλο απεικονίζοντας την συστηματική καταπίεση της ζωής εντός των συνόρων της Κίνας δικαιλογούμενης με όρους μιας εθνικής συνέχειας και στοχοποιώντας έναν πληθυσμό με χαρακτηριστικά μη-κινεζική πολιτισμική παράδοση.

Τέλος, κολυμπάμε πίσω στη μαύρη αιθαλομίχλη την ίδια σε μια προσπάθεια να αισθανθούμε το σχήμα του καπιταλισμού και της κρίσης στον πυρήνα της Κίνας σήμερα. Στο παρόν τεύχος προσφέρουμε ένα πρωτότυπο άρθρο επιπρόσθετα στην οικονομική μας ιστορία, μια πρωτότυπη συνέντευξη και μια μετάφραση. Το άρθρο μας “Picking Quarrels” βλέπει λεπτομερειακά τον μεταβαλλόμενο χαρακτήρα των αγώνων στην Κίνα, αντλώντας από τα καλλίτερα δεδομένα που είναι διαθέσιμα ώστε να προσφέρει μια επικαιροποιημένη εικόνα της ταξικής σύγκρουσης στη χώρα στα πιο πρόσφατα χρόνια. Την ίδια στιγμή, το άρθρο εστιάζει επίσης στην επικίνδυνη διαδικασία της ίδιας της συλλογής δεδομένων, λέγοντας την ιστορία των Lu Yuyu και Li Tingyu22, που φυλακίστηκαν για την αρχειοθέτηση και την ανάλυση αυτών των δεδομένων από τα οποία αντλούμε στοιχεία εδώ. Μ’ αυτόν τον τρόπο ελπίζουμε να εξισορροπήσουμε την δομική ανάλυση μεγάλης-κλίμακας με μια ανάλυση της προσωπικής πάλης που βρίσκεται πίσω από αυτούς τους αριθμούς.

Όπως με όλα τα τεύχη, προσπαθούμε επίσης να προσφέρουμε μερικές σε πρώτο πρόσωπο οπτικές για τα γεγονότα αυτά με την μορφή συνεντεύξεων και μεταφράσεων. Η συνέντευξη που περιλαμβάνουμε εδώ, A State Adequate to the Task”, είναι ιδιαίτερα εκτεταμένη και προσφέρει ουσιαστικές ιστορικές πληροφορίες που διαφωτίζουν τόσο την οικονομική ιστορία όσο και την ανάλυση της σύγχρονης ταξικής πάλης μέσα στην Κίνα. Η συνέντευξη γίνεται με τον Lao Xie, έναν Κινέζο θεωρητικό με λεπτομερή κατανόηση του μαρξισμού και ενδιαφέρον για τις αδιαμεσολάβητες ταξικές συγκρούσεις που λαμβάνουν χώρα στην Κίνα (και τον κόσμο γενικότερα), και την ικανότητα να αποβάλλει τη στολή των νεκρών επαναστάσεων προς όφελος μιας με καθαρή ματιά ανάλυσης του παρόντος. Μιλάμε με τον Lao Xie σχετικά με την αντίληψή του για τη σύγχρονη ταξική δομή της χώρας, το πρότζεκτ της κρατικής οικοδόμησης που έχει αναλάβει η διακυβέρνηση του Σι Τζινπίνγκ, το φάσμα των αντιπολιτευτικών πολιτικών που είναι αυτή τη στιγμή ενεργές και τις προοπτικές του κινέζικου προλεταριάτου.

Η τελευταία μας μετάφραση, “The Awakening of Lin Xiaocao”, προσφέρει μια διαφορετική προοπτική, δίνοντας μια σε πρώτο πρόσωπο άποψη της μεγαλύτερης ακολουθίας αγώνων αυτής της δεκαετίας απεικονίζοντας επίσης τα εγγενή όρια της πολιτικής του “εργατικού κινήματος” στην Κίνα σήμερα. Με την ικανότητά της ως μιας απεργιακής αφήγησης, η ανάλυση είναι απαράμιλλη στην λεπτομερειακότητά της και έχει ασκήσει σε κάποιο βαθμό επιρροή μέσω της διάδοσής της σε διάφορους οργανωτικούς κύκλους στις εργοστασιακές περιοχές της Κίνας. Αντιπροσωπεύει, λοιπόν, τόσο μια ανάλυση επί τόπου όσο και ένα παράδειγμα του τύπου ανάλυσης που προάγεται από τους εργάτες ακτιβιστές της χώρας. Περιλαμβάνουμε και τον δικό μας πρόλογο στο κομμάτι αυτό, σχετίζοντας το περιεχόμενό του με τη δική μας ανάλυση του γεγονότος που περιγράφεται, και των ευρύτερων ζητημάτων που εξετάζονται και στο προηγούμενο άρθρου και την συνέντευξη.

Λαμβάνοντάς τα από κοινού, τα τρία αυτά άρθρα προσφέρουν ένα παράθυρο σε ένα δεύτερο είδος συνόρου: του πιθανού συνόρου ανάμεσα σ’ αυτόν τον κόσμο και σε οτιδήποτε ακολουθεί. Όπως και ο Du Mu, υπάρχουμε σε μια εποχή επεκτεινόμενης, μακρόσυρτης καταστροφής, γεννημένης πολύ μετά την αρχή της κρίσης αλλά δεν είμαστε ακόμα βέβαιοι για την τελική της έκβαση. Και όπως ο ποιητής, η δουλειά μας αποπειράται να δώσει σάρκα στις δικές μας υποψίες για το επερχόμενο τέλος της αυτοκρατορίας. Αναγνωρίζουμε, όμως, επίσης ότι το άκρο της αυτοκρατορίας μπορεί, στιγμιαία, να φωτιστεί καλλίτερα μέσα από την παράλειψη. Στα γραπτά μας, λοιπόν, αποπειρόμαστε όχι τόσο να κάνουμε σκληρές – και αναπόφευκτα λανθεασμένες – προβλέψεις για το άμεσο μέλλον αλλά, αντίθετα, να συλλάβουμε τον τόνο του παρόντος και να σκιαγραφήσουμε τα δομικά όρια που αυτή η στιγμή θέτει στην ιστορική αλληλουχία/cascade. Γιατί οποιαδήποτε σταθερή ημερομηνία μπει σε μια τεράστια αλληλουχία κοινωνικής και περιβαλλοντικής κατάρρευσης είναι απλά μια ακαδημαϊκή προσπάθεια να συμπιεστούν δεκαετίες φθοράς σε μια και μόνο χρονιά. Η αλήθεια είναι ότι δεν ακούμε ακόμα τους ήχους του επερχόμενου πολέμου, απλά μια ασαφή ηχώ του δυναμικού του κρυμμένου στον παράτολμο ρυθμό της μουσικής που κατεβαίνει από το παλάτι, και στον εξεγερτικό/riotous χορό μιας εποχής μεθυσμένης με ειρήνη. Αλλά βλέπουμε, επίσης, και τις ρωγμές που ανοίγουν κάτω από αυτά τα πόδια που χορεύουν, καθώς η γη αρχίζει να γκρεμίζεται.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: http://chuangcn.org/journal/two/editorial.

2 Στμ. Ο όρος καρστικός (που προέρχεται από τη γερμανική karst που με τη σειρά της προέρχεται από το όνομα της περιοχής Kras στη Σλοβενία) χρησιμοποιείται στη γεωλογία και αναφέρεται στη διάβρωση και αποσάθρωση πετρωμάτων από το νερό. Για παράδειγμα, καρστικοί σχηματισμοί είναι τα σπήλαια με σταλακτίτες και σταλαγμίτες.

3 Στμ. Shan shui (κυριολεκτικά: “βουνό-νερό”) αναφέρεται σε ένα στυλ παραδοσιακής κινεζικής ζωγραφικής που περιλαμβάνει ένα σκηνικό ή φυσικό τοπίο με τη χρήση βούρτσας και μελάνης αντί των μέσων πιο συμβατικών πινάκων. Βουνά, ποτάμια και συχνά καταρράκτες κυριαρχούν σ’ αυτή την μορφή τέχνης η οποία επηρέασε και το ομώνυμο είδος ποίησης Shanshui, ή “ποίησης τοπίου”.

4 Για περισσότερα σχετικά με την ακριβή φύση της ερημιτικής παράδοσης στην κινεζική λογοτεχνία, δείτε την Εισαγωγή στο άρθρο μας Red Dust, που περιλαμβάνεται στο παρόν τεύχος.

5 Στμ. Du Mu, κορυφαίος Κινέζος ποιητής στα τέλη της δυναστείας Tang. Είναι περισσότερο γνωστός για τα λυρικά και ρομαντικά τετράστιχά του.

6 Δεν έχουμε υπόψιν μια συνεπή, ποιοτική μετάφραση αυτού του ποιήματος στα Αγγλικά. Ως εκ τούτου η μετάφραση που ακολουθεί [στμ. Στα Αγγλικά] είναι δική μας (αν και πρέπει να σημειωθεί ότι δεν είμαστε επαγγελματίες στη μετάφραση αρχαίας κινεζικής ποίησης). Θα πρέπει να ληφθεί ως ένα τυχαίο κολλάζ από άμεσες μεταφράσεις και υπάρχοντα αποσπάσματα και δεν είναι σχεδιασμένη ως μια προσπάθεια να συλληφθούν οι αρχικές (μη μεταφράσιμες, πιστεύουμε) λυρικές ποιότητες των τετράστιχων, αλλά αντίθετα ως μια προσπάθεια να δωθεί έμφαση στον γλυκόπικρο τόνο που υποτείνει το νόημα του κομματιού.

7 Στμ. Chang’an: αρχαία πρωτεύσουσα περισσότερων από δέκα δυναστειών στην κινεζική ιστορία, γνωστή σήμερα ως Xi’an. Το όνομα Chang’an σημαίνει “Αιώνια Ειρήνη” στα κλασσικά κινεζικά καθώς χρησιμοποιούνταν επανηλειμμένα από νέους Κινέζους ηγεμόνες. Μετονομάστηκε προσωρινά σε “Σταθερή Ειρήνη” στη διάρκεια της σύντομης δυναστείας Xin. Στην εποχή της δυναστείας των Μινγκ, μια καινούρια οχυρωμένη πόλη με το όνομα Xi’an, που σημαίνει “Δυτική Ειρήνη”, χτίστηκε στη θέση της παλιάς πόλης, όνομα το οποίο διατηρεί μέχρι σήμερα.

8 Στμ. Στα αγγλικά: lychee, τροπικό δέντρο που φυτρώνει στις επαρχίες Guangdong και Fujian της νοτιοανατολικής Κίνας.

9 Στμ. Πόλη της σημερινής Ταϊβάν.

10 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο: heaping.

11 Στμ. An Lushan, Κινέζος στρατηγός της εποχής της δυναστείας Τανγκ γνωστός κυρίως ως υποκινητής της ομώνυμης εξέγερσης. Με καταγωγή από την Σογδιανή και την φυλή των Göktürk, αναρριχήθηκε στην στρατιωτική προβολή υπερασπιζόμενος τα νοτιοανατολικά σύνορα της δυναστείας Tang από τους Khitans και άλλες απειλές. Προσκλήθηκε αρκετές φορές στην Chang’an, την πρωτεύουσα της δυναστείας, και κατάφερε να αποκτήσει την εύνοια του καγκελάριου Li Linfu και του Αυτοκράτορα Xuanzong. Αυτό του επέτρεψε να συγκεντρώσει σημαντική στρατιωτική ισχύ στην νοτιοανατολική Κίνα. Μετά τον θάνατο του Li Linfu, η αντιπαλότητά του με τον στρατηγό Geshu Han και τον καγκελάριο Yang Guozhong δημιούργησε στρατιωτικές εντάσεις μέσα στην αυτοκρατορία. Το 755, ο An Lushan, μετά από 8 με 9 χρόνια προετοιμασίας ξεκίνηση την ομώνυμη εξέγερση, ανακηρύσσοντας τον εαυτό του σε ηγεμόνα μιας νέας δυναστείας των Yan.

12 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο: triangulate, αποδίδουμε τον όρο ως εντοπισμό με βάση την τεχνική σημασία του ως διαδικασίας εντοπισμού μιας τοποθεσίας μέσω του σχηματισμού τργώνων προς αυτήν από γνωστά σημεία.

13 Στμ. Cyril Lionel Robert James, γνωστός και με το συγγραφικό όνομα J. R. Johnson: ιστορικός, δημοσιογράφος, σοσιαλιστής από το Τρινιντάντ, το έργο του οποίου έχει ασκήσει μεγάλη επίδραση στο θεωρητικό, κοινωνικό και ιστοριογραφικό πλαίσιο. Θεωρείται μια πρωτοπόρα και με επιρροή φωνή στη μετα-αποικιοκρατική βιβλιογραφία. Ακάματος πολιτικός ακτιβιστής, ο James είναι ο συγγραφέας του έργου Παγκόσμια Επανάσταση (1937) που εξιστορεί την ιστορία της Κομμουνιστικής Διεθνούς και προκάλεσε σημαντικές αντιπαραθέσεις στους τροτσκιστικούς κύκλους. Το 1938 έγραψε τα έργα Haitian Revolution και Οι Μαύροι Ιακωβίνοι. Δείτε σχετικά και το: “Μαύροι ξεβράκωτοι και φιλόδοξα ανδρείκελα” στο ιστολόγιό μας: https://inmediasres.espivblogs.net/blacksansculotes.

14 Stanley Lubman, “China’s State Capitalism: the Real World Implications,” The Wall Street Journal, 1η Μαρτίου 2012, https://blogs.wsj.com/chinarealtime/2012/03/01/chinas-state-capitalism-the-real-world-implications.

15 Έχουμε απαντήσει σε έναν αριθμό τέτοιων παρανοήσεων σ’ αυτό το τεύχος του περιοδικού, καθώς και αλλού στο ιστολόγιό μας. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το άρθρο μαςScenarios of the Coming Crisis”, 22 Ιουνίου 2016, διαθέσιμο στο: http://chuangcn.org/2016/06/scenarios-of-the-coming-crisis.

16 Ο όροςυλική κοινότητα του κεφαλαίουχρησιμοποιήθηκε πθο συστηματικά από τον Jacques Camatte, εκδότη του περιοδικού των αριστερών κομμουνιστών Invariance. Αρχικά μέλος του International Communist Party και ακόλουθος του Amadeo Bordiga, ηγέτη του Ιταλικού Κομμουνισικού Κόμματος στις αρχές του, ο Camatte έγραψε εκτενώς στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές αυτής του 1970 σχετικά με τα τότε πρόσφατα ανακαλυφθέντα γραπτά του Μαρξ. Λίγο αργότερα, όμως, ο Camatte ήρθε σε ρήξη με τον μαρξισμό, διατυπώνοντας μια σειρά θεωρητικών θέσεων που επηρέασαν αργότερα διάφορες αναρχο-πριμιτιβιστικές τάσεις. Για περισσότερα σχετικά με μερικές από τις αντιπαραθέσεις που προέκυψαν από την ευρωπαϊκή υπεραριστερά, δείτε το Endnotes, τεύχος 1. Για μια επισκόπηση του έργου του Καμμάτε συγκεκριμένα, δείτε: Chamsy el-Ojeili, “’Communism…is the affirmation of a new community’: Notes on Jacques Camatte”, Capital & Class, Volume 38, Issue 2, 2014. σσ. 345 – 364.

17 Στμ. Στο πρωτότυπο rust belts, πιθανή αναφορα στην περιβόητη Red Rust Belt, την πάλαι ποτέ και τώρα παρηκμασμένη καρδιά της βαριάς βιομηχανίας των ΗΠΑ.

18 Αυτό το είδος αφαίρεσης είναι “πραγματικό” σε αντίθεση με το “ιδεατό” επειδή δεν λαμβάνει χώρα στα μυαλά των συμμετεχόντων. Παράγεται από τις ενέργειές τους – δεν είναι σε καμμιά απολύτως περίπτωση ζήτημα φαντασίας – αλλά, παρ’ όλα αυτά, παράγει ένα συνακόλουθο αποτέλεσμα αφαίρεσης, τέτοιο όπως η ικανότητα εξίσωσης μη συμμετρούμενων εμπορευμάτων με ένα καθολικό μέτρο, το χρήμα, που το ίδιο ενσωματώνει κοινωνικά αναγκαίο χρόνο εργασίας αφαιρούμενο μέσω των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και την συμπλήρωση του εμπορευματικού κυκλώματος στην ανταλλαγή. Όλα αυτά προφανω γεννούν παράγωγες μορφές “εννοιολογικής αφαίρεσης”, που διαμορφώνουν την αντίληψη της οικονομικής πραγματικότητας, αλλά που είναι πλήρως εξαρτημένα και με κανέναν τρόπο αναγκαία για την συνέχιση της λειτουργίας της πραγματικής αφαίρεσης. Σήμερα υπάρχει ένα φάσμα χρήσεων του όρου “πραγματική αφαίρεση”. Με την πιο αυστηρή έννοια, όπως επιχειρηματολογήθηκε αρχικά από τον Alfred Sohn-Rethel, εφαρμόζεται μόνο στη διαδικασία ανταλλαγής. Αλλά είναι επίσης εύλογο να ισχυριστούμε ότι η ανταλλαξιμότητα δρα ως η βάση για μια ολόκληρη σειρά δευτερευόντων πραγματικών αφαιρέσεων που τελικά ριζώνονται σ’ αυτή τη διαδικασία. Είναι σ’ αυτό το δευτερεύον επίπεδο που πραγματική αφαίρεση δρα ως ένα υλικό υπόστρωμα που θέτει συνθήκες στη λογική της ιδεολογίας.

19 Στμ. Αυτή είναι η θεμελιώδης αντίφαση του κεφαλαίου, στην πραγματικότητα είναι ο πυρήνας της ανάλυσης για τους πλεονάζοντες πληθυσμούς αρκετών εκφράσεων του ρεύματος της κομμουνιστικοποίησης. Με τα λόγια του Μαρξ: “Το ίδιο το κεφάλαιο είναι η κινούμενη αντίφαση: προσπαθεί να περιορίσει τον χρόνο εργασίας στο ελάχιστο, ενώ από την άλλη μεριά τοποθετεί τον χρόνο εργασίας σαν μοναδικό μέτρο και πηγή του πλούτου”. Μαρξ, Κ. (1990α). Grundrisse, Βασικές Γραμμές της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας, Τόμος Β’. Αθήνα: Στοχαστής, σελ. 539.

20 Στμ. Δηλαδή να γίνουν κατάλληλες ζώνες συσσώρευσης.

21 Στμ. Ουιγούροι: τουρκογενής εθνική ομάδα που ζει στην Ανατολική και Κεντρική Ασία. Σήμερα, οι Ουιγούροι ζουν κυρίως στην αυτόνομη επαρχία της Σιντσιάνγκ (Xinjiang) (αναφέρεται και ως ανατολικό Τουρκιστάν) στην Κίνα και ιδιαίτερα (σε ποσοστό 80%) στο νοτιοδυτικό τμήμα της επαρχίας, το λεκανοπέδιο Ταρίμ. Από το 2014, οι Ουιγούροι στην Σιντσιάνγκ έχουν υποστεί εκτεταμένο έλεγχο και περιορισμούς όσον αφορά τη θρησκευτική, πολιτιστική και κοινωνική ζωή τους ενώ από το 2016, ένας αριθμός Ουιγούρων, που εκτιμάται πάνω από ένα εκατομμύριο, κρατούνται σε στρατόπεδα “αναμόρφωσης” στην Σιντσιάνγκ, που δημιουργήθηκαν από την κυβέρνηση του Σι Τζινπίνγκ. Οι έγκλειστοι κρατούνται διαρκώς για ένα ελάχιστο 12 μηνών ανάλογα με την επίδοσή τους στα τεστ κινεζικής ιδεολογίας. Παρά τις διαμαρτυρίες διαφόρων οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ακόμα και σήμερα 1 στους 10 Ουιγούρους πιστεύεται ότι κρατείται στα στρατόπεδα αυτά “αναμόρφωσης”.

22 Στμ. Ζευγάρι Κινέζων ακτιβιστών που για πολλά χρόνια δημοσίευαν καθημερινά στο διαδίκτυο, με τον τίτλο “No News”, στοιχεία για αγώνες και διαμαρτυρίες στην Κίνα οι οποίες ήταν αόρατες από τα καθεστωτικά μέσα. Συνελλήφθησαν τον Ιούνιο του 2016 με τις κατηγορίες της “πρόκλησης ταραχών”. Ένα χρόνο αργότερα ο Ly Yuyu καταδικάστηκε σε φυλάκιση 4 ετών, Το ζευγάρι βραβεύτηκε το 2016 με το βραβείο της οργάνωσης “Ρεπόρτερ χωρίς Σύνορα” για τη δημοσιογραφία από πολίτες.

Εφιάλτης στην Downing Street

του Gabriel Levy1

το κείμενο σε pdf

“Ο Μπόρις Τζόνσον μπορεί να γίνει πιο ακραίος καθώς τα προβλήματά του συσσωρεύονται. Τώρα έχει μια κοινοβουλευτική πλεοψηφία, αλλά τα θεμελιώδη προβλήματα με τη στρατηγική του για το Brexit – από τη σκοπιά του κεφαλαίου – εξακολουθούν να παραμένουν: ο βοράς της Ιρλανδίας η Σκωτία, η οικονομία”.

 

Μέχρι που είδα το exit poll από τις κοινοβουλευτικές εκλογές στο Ηνωμένο Βασίλειο το απόγευμα της Πέμπτης, διατηρούσα μια ελπίδα ότι θα υπήρχε ένα κοινοβούλιο χωρίς πλειοψηφία, που είτε θα οδηγούσε τον Μπόρις Τζόνσον να “σπαρταρά” πάλι κάτω από μια πλειοψηφία της αντιπολίτευσης είτε θα οδηγούσε σε έναν συνασπισμό υπό τους Εργατικούς είτε σε μια κυβέρνηση μειοψηφίας.

Δεν ήμουνα ο μόνος. Οι δημοσκοπήσεις ήταν πολύ οριακές και εκατομμύρια άνθρωποι έδιναν, τουλάχιστον, την εντύπωση ότι ήταν αναποφάσιστοι μέχρι την τελευταία στιγμή.

Αυτό δεν συνέβη. Υποστήκαμε μια ήττα. Εδώ είναι μερικές σκέψεις σχετικά μ’ αυτήν.

1. Ο ξενοφοβικός λαϊκισμός του Μπόρις Τζόνσον δούλεψε

Προφανώς υπήρχαν πολλοί λόγοι που οι ψηφοφόροι από την εργατική τάξη είτε ψήφισαν υπέρ των Τόρις είτε δεν πήγαν να ψηφίσουν Εργατικούς. Αλλά είναι εξίσου καθαρό ότι εν μέσω φόβου και απόγνωσης, που έχουν προκαλέσει τα χρόνια των πολιτικών λιτότητας, τα στάνταρ του βιωτικού επιπέδου που διαρκώς χειροτερεύουν και η ανεργία, η δαιμονοποίηση από τους Τόρις των “ξένων” (από την ηπειρωτική Ευρώπη, μετανάστες, Μουσουλμάνοι κοκ.) είχε μια απήχηση. Ας μην προσπαθήσουμε να προσποιηθούμε κάτι άλλο.

Το σύνθημα “Get Brexit Done” (“Πραγματοποιήστε το Brexit”) ήταν το τελευταίο σε μια σειρά που δεν περιλαμβάνει μόνο το “Take Back Control” (“Να πάρουμε πίσω τον έλεγχο”) αλλά και το “Lock Her Up2 (“Κλειδώστε την”) του Ντόναλντ Τραμπ και το “Build That Wall” (“Χτίστε το Τείχος”).

Τρεις μέρες πριν τις εκλογές, ο Τζόνσον επέστρεψε στην καρδιά του μηνύματός του για το Brexit, παραπονούμενος ότι οι υπήκοοι των άλλων χωρών της ΕΕ “μεταχειρίζονται βασικά το ΗΒ σαν να είναι μέρος της δικής τους χώρας”· ότι δεν υπήρχε “απολύτως κανένας έλεγχος” πάνω σ’ αυτό το αίσχος.

Νομίζω ότι μέρος της πολιτικής επιτυχίας του Τζόνσον έγκειτο στην σύνδεση του “Get Brexit Done” με την αντίληψη ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν η “βούληση του λαού”. Φίλοι οι οποίοι ψηφοθηρούσαν υπέρ των Εργατικών έλεγαν πώς υποστηρικτές της παραμονής στην ΕΕ [Remainers] έλεγαν ότι – αν και ήταν πολύ λυπημένοι και ανησυχούσαν στην σκέψη ενός ΗΒ που εγκαταλείπει την Ευρώπη – πίστευαν ότι ένα δεύτερο δημοψήφισμα θα ήταν κάπως αντιδημοκρατικό.

Αυτοί οι φίλοι ανέφεραν επίσης μια κόπωση με το “όλο πράγμα του Brexit” – αντανακλώντας, και πάλι, την επιτυχία της ισχυρής εκστρατείας της δεξιάς και των ΜΜΕ που παρουσίαζαν το Brexit σαν ένα απλό καθήκον, που ματαιωνόταν από ένα αποκρουστικό Κοινοβούλιο. “Το Κοινοβούλιο εναντίον του λαού”.

2. Ο Τζόνσον μπορεί να γίνει πιο ακραίος καθώς συσσωρεύονται τα προβλήματά του

Δεν με πείθει το επιχείρημα ότι τώρα που ο Τζόνσον έχει μια μεγάλη πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο μπορεί να χαλαρώσει τους δεσμούς του με τη δεξιά πτέρυγα (European Research Group, κλπ.), και να αποκαλυφθεί ως ένα φιλελεύθερος, για-όλο-το-έθνος Τόρις.

Καταρχάς, δεν είναι ένας πολιτικός αρχών ή ιδεολογίας. Συγκρίνετέ τον με την Μάργκαρετ Θάτσερ, την τελευταίο πρωθυπουργό των Τόρυδων που μετατόπισε με θεμελιώδη τρόπο την πολιτική κατάσταση στο ΗΒ. Αυτή πίστευε σε πράγματα: την ανάγκη να συντριβούν τα συνδικάτα· τη νεοφιλελεύθερη οικονομία· ότι “δεν υπάρχει κάτι τέτοιο όπως η κοινωνία”. Αυτές οι πεποιθήσεις υποκινούσαν τις πράξεις της.

Ο Τζόνσον δεν είναι το ίδιο. Όποια φιλελεύθερα πράγματα μπορεί να είπε ως δήμαρχος του Λονδίνου, μετά την εκστρατεία του δημοψηφίσματος για το Brexit η ατζέντα του καθορίζεται από τον Dominic Cummings, το ERG και την ακροδεξιά. Στον βαθμό που έχει μια ιδεολογία, αυτή διαμορφώνεται από αυτή την Αγγλική εθνικιστική πτέρυγα του Συντηρητισμού. Και δεν είναι ότι ο Τζόνσον έχει οποιοδήποτε πρόβλημα να αγκαλιάσει αυτή την ιδεολογία: όλοι έχουμε ακούσει τις ατάκες του που φανερώνουν ρατσισμό, Ισλαμοφοβία και περιφρόνηση για την εργατική τάξη.

Επιπλέον, επειδή ο Τζόνσον έχει τώρα μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία, τα θεμελιώδη προβλήματα με την στρατηγική του για το Brexit – από τη σκοπιά του κεφαλαίου – εξακολουθούν να παραμένουν.

Πρώτον, ο βοράς της Ιρλανδίας. Η κύρια τροπολογία που εισήγαγε ο Τζόνσον στην συμφωνία για το Brexit με την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα τελωνειακό σύνορο ανάμεσα στη Βόρεια Ιρλανδία και το υπόλοιπο του ΗΒ, που η Τερέζα Μέι δεν αποδεχόταν. Όταν ο Τζόνσον λέει ότι δεν θα υπάρχουν έλεγχοι, λέει και πάλι ψέμματα.

Οι έξι κομητείες – όπου το τοπικό κοινοβούλιο3 είναι κλειστό εδώ και σχεδόν τρία χρόνια, και στις οποίες τα φιλο-ΕΕ κόμματα πήραν σχεδόν διπλάσιες ψήφους από τους Δημοκράτες Ενωσιακούς4 την τελευταία εβδομάδα, και όπου το εμπόριο με τον νότο ανθίζει – ξεγλιστράνε από τον έλεγχο της Βρετανίας, Για όλους εμάς που είμαστε αντίθετοι με την αυτοκρατορική κληρονομιά της Βρετανίας αυτά είναι καλά νέα. Αλλά δεν έχουμε δει ακόμα πώς θα αντιμετωπίσει το κόμμα των Τόρυδων την αυξανόμενη απειλή της ιρλανδικής ενότητας.

Δεύτερον, η Σκωτία. Οι Τόρυδες κατέστησαν σαφές το Σαββατοκύριακο ότι δεν θα συναινούσαν στην απαίτηση των Σκωτσέζων εθνικιστών για ένα δεύτερο δημοψήφισμα. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Υποθέτοντας ότι το ΗΒ εγκαταλείπει την ΕΕ στις 31 Ιανουαρίου, ο λαός της Σκωτίας θα βρεθεί να κουβαλά το οικονομικό βάρος μιας πολιτικής με την οποία δεν έχουν συμφωνήσει.

Θα κινηθούν προς ένα κίνημα ανεξαρτησίας κατά το παράδειγμα της Καταλωνίας; Θα υπάρξει οργάνωση πάνω σε ταξικές γραμμές; Ο χρόνος θα δείξει. Όπως και να εξελιχθούν τα πράγματα, αυτό θα αποτελέσει μια μείζονα πρόκληση για την κυβέρνηση.

Τρίτον, η οικονομία. Ο Michael Gove λέει ότι θα γίνει διαπραγμάτευση για μια εμπορική συμφωνία με την ΕΕ μέχρι το τέλος του 2020. Α, ώστε έτσι; Μέσα σε λίγες ώρες από το εκλογικό αποτέλεσμα της Πέμπτης, ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν είπε ότι “μια πολύ φιλόδοξη συμφωνία” θα απαιτούσε και μια “πολύ φιλόδοξη κανονιστική σύγκλιση” – το αντίθετο από αυτό που θέλουν ο Johnson και ο Gove. Η Άγκελα Μέρκελ, η Γερμανίδα καγκελάριος, είπε ότι το ΗΒ θα είναι “ένας ανταγωνιστής στην πόρτα μας, τώρα που δεν είναι πλέον ενσωματωμένο στην εσωτερική αγορά”.

Καθώς ο Τζόνσον προεδρεύει σε ένα ΗΒ σε πτωτική πορεία, αντιμέτωπο με επιθετικούς καπιταλιστές ανταγωνιστές και μια οικονομία που χτυπιέται άγρια από το Brexit – και δεμένη με τα δεσμά των ίδιων των υποσχέσεών του για δαπάνες – ο ίδιος θα επιτεθεί [lash out].

Η πρόκληση είναι η οργάνωση και οικοδόμηση κινημάτων που θα μπορέσουν να αντισταθούν και να απαντήσουν αποτελεσματικά.

3. Οι αιτίες της ήττας των Εργατικών πάνε δεκαετίες πίσω

Φυσικά, οι άμεσες αιτίες της εκλογικής ήττας των Εργατικών συμπεριελάμβαναν το πολιτικό αδιέξοδο του Brexit. Ακόμα κι έτσι, η μεγάλη αποτυχία των Εργατικών, κατά την άποψή μου, δεν είναι η φετινή χρονιά αλλά η διετία 2016-2017.

Οι Εργατικοί δεν αμφισβήτησαν τη βάση του δημοψηφίσματος του Ιουνίου του 2016· δεν επέμειναν ότι είχε έναν συμβουλευτικό μόνο ρόλο· και “δεσμεύτηκαν να σεβαστούν το αποτέλεσμα” χωρίς να τονίσουν τις συνέπειες. Τον Φεβρουάριο του 2017, τα τρία τέταρτα του κοινοβουλευτικού Εργατικού Κόμματος ψήφισαν για την ενεργοποίηση του Άρθρου 505, προσυπογράφοντας έτσι πχ. την ιδέα ότι το ζήτημα των συνόρων με την Ιρλανδία θα εηαφανιζόταν ως διά μαγείας.

Οι περισσότεροι βουλευτές του Εργατικού Κόμματος συντάχθηκαν λοιπόν με τους Τόρυδες στην συνθηκολόγηση με τον μύθο του Nigel Farage ότι το δημοψήφισμα ήταν “η θέληση του λαού”. Δεν άφησαν περιθώριο στους εαυτούς τους να προτείνουν μια αντιστροφή της διαδικασίας. Η άποψή μου δεν είναι ότι οι Εργατικοί θα έπρεπε να αγνοήσουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, αλλά ότι αποδεχόμενοι, καταρχάς, ότι το τόσο πολύπλοκο ζήτημα της σχέσης του ΗΒ με την Ευρώπη θα μπορούσε να λυθεί με αυτό – που, όπως έχουμε δει, δεν μπορούσε – επέτρεψαν στην σταυροφορία αυτή της “θέλησης του λαού” να αποκτήσει ορμή [gather steam].

Από τη στιγμή που οι Εργατικοί εγκλωβίστηκαν στην τρέλα του Φεύγουμε/Μένουμε, ήταν πια πολύ αργά. Έχοντας αποδεχτεί τη γελοία λογική του δημοψηφίσματος, η μόνη διέξοδος από αυτό το μπέρδεμα των Μέι/Τζόνσον που θα μπορούσαν να προτείνουν ήταν…ένα άλλο δημοψήφισμα.

Αλλά μια πολύ πιο σημαντική αιτία της ήττας των Εργατικών – η αποσύνδεση των Εργατικών από τη βάση των ψηφοφόρων τους στην εργατική τάξη και η παρακμή των οργανώσεων μέσα από τις οποίες αυτή η σύνδεση διαμεσολαβούνταν – ξεδιπλώθηκε σε πολύ μεγαλύτερες χρονικές κλίμακες.

Οι ηχηρές εκλογικές νίκες των Εργατικών το 1945 και το 1964 χτίστηκαν πάνω σε δεκαετίες οργάνωσης στους χώρους δουλειάς και στις κοινότητες. Στις περιοχές της εργατικής τάξης, το Εργατικό Κόμμα ήταν στενά συνδεδεμένο με τα συνδικάτα, συλλόγους, ενώσεις ενοικιαστών· εμπλεκόταν σε ένα ευρύ φάσμα πολιτικής και κοινοτικής δραστηριότητας.

Καθώς ο θατσερισμός επιτέθηκε άγρια στην εργατική τάξη τη δεκαετία του 1980, οι δεσμοί αυτοί εξασθένησαν, Οι σχέσεις άλλαξαν. Το εργατικό κίνημα πέρασε σε παρακμή· η σοσιαλδημοκρατία σαν μια μορφή κοινωνικού ελέγχου παρήκμασε. Στη δεκαετία του 1990, ο Μπλερισμός μετέτρεψε το Εργατικό Κόμμα σε έναν εκλογικό μηχανισμό όλο και πιο απόμακρο από αυτή τη βάση. Όπως έγραψε και ο Aditya Chakrabortty σ’ αυτό το εμβριθές άρθρο το Σαββατοκύριακο:

Παράθεση:

Ενώ οι μεγαλόσχημοι του κόμματος έβαλαν το εκτόπισμά τους, οι ανθρακωρύχοι και οι εργοστασιακοί εργάτες, οι εργάτες της χαλυβουργίας και οι εργάτες στα ναυπηγέια εξαφανίστηκαν. Μαζί τους έξαφανίστηκε και η κουλτούρα του Εργατικού Κόμματος: οι επιθετικοί επόπτες των συνδικάτων6, οι αυτοοργανωμένες ενώσεις, οι περισσότερες από τις τοπικές εφημερίδες.

 

O κυνισμός απέναντι στους πολιτικούς γενικά, και τους πολιτικούς των Εργατικών πιο συγκεκριμένα, ενισχύθηκε στις περιοχές της εργατικής τάξης που εγκαταλείφθηκαν από τον Μπλερ και οι οποίες, στη συνέχεια, λεηλατήθηκαν από την οικονομική κρίση του 2008-2009.

Πήρε χρόνο για να “περάσει” αυτή η διαδικασία στα εκλογικά αποτελέσματα. Πρώτα ήρθε η Σκωτία. Στο δημοψήφισμα του 2014 για την ανεξαρτησία, οι Εργατικοί κάλεσαν σε ψήφο υπέρ της Ένωσης. Στις γενικές εκλογές του 2015, το Εργατικό Κόμμα σαρώθηκε από τη Σκωτία: οι Σκωτσέζοι Εθνικιστές πήραν 56 έδρες, σε σύγκριση με τις έξι του 2010 – και μετατράπηκαν από τους “Tartan Tories”, που όλοι τους θεωρούσαν, σε κάποιο είδος σοσιαλδημοκρατών εθνικιστών.

Αυτή η μετατόπιση, που ήρθε πριν από το δημοψήφισμα του 2016 για το Brexit, έκανε σχεδόν αδύνατο για τους Εργατικούς να κερδίσουν μια απόλυτη πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο.

Στον βορρά της Αγγλίας, δεν υπάρχει κόμμα που να μπορεί να εκτοπίσει τους Εργατικούς όπως έκανε το S7NP. Αυτές οι ψήφοι που πήγαν στους Τόρυδες αυτή τη φορά περιμένουν εκεί να τις διεκδικήσει κάποιος στο μέλλον.

4. Δεν έχει να κάνει με τον Jeremy Corbyn

Φίλοι που έκαναν προεκλογικό αγώνα για τους Εργατικούς – και που ήταν στο πλευρό του Corbyn εναντίον της δεξιάς πτέρυγας των Εργατικών – είπαν ότι οι ψηφοφόροι δεν πείστηκαν από αυτόν. Ο κόσμος “δεν τον είδε ως έναν ισχυρό ηγέτη”· η θέση του σχετικά με το Brexit μπέρδεψε τον κόσμο· “δεν τον εμπιστεύτηκαν”.

Για να το ξεκαθαρίσουμε αυτό, ίσως αξίζει να διαχωρίσουμε τον πραγματικό Jeremy Corbyn από το τέρας “Jeremy Corbyn” που δημιούργησε η δεξιά πτέρυγα των Εργατικών και τα ΜΜΕ. Ο πραγματικός Jeremy Corbyn, όπως όλοι μας, είναι πολύπλοκος: ένας αριστεριστής με αρχές, που αγωνίστηκε ενάντια στο ρεύμα για δεκαετίες, αγκαλιάζοντας σκοπούς ενάντια στον ρατσισμό και υπέρ της κοινωνικής δικαιοσύνης πολύ πριν αυτού γίνουν δημοφιλείς και ο οποίος, επίσης, όπως και αρκετοί άλλοι από τη γενιά του, επηρεάστηκαν έντονα από τον Σταλινισμό και πιθανόν, ως αποτέλεσμα αυτού, υιοθέτησαν απόψεις πχ. σχετικά με τη Συρία τις οποίες βρίσκω απεχθείς.

Ήταν, επίσης, πάντα σε μια πολύ μικρή μειοψηφία στην κοινοβουλευτική ομάδα των Εργατικών. Τα περιθώρια ελιγμών που είχε ήταν πάντα πολύ περιορισμένα – και υποθέτω ότι: (1) η κριτική από την αριστερή πτέρυγα των Εργατικών για το τι “έπρεπε να είχε κάνει” (που συνήθως σημαίνει την στροφή στη συγκεκριμένη πολιτική αυτού που ασκεί την κριτική) θα ενταθεί τώρα, και (2) μεγάλο μέρος αυτής της κριτικής θα χάσει την ουσία. Από την άλλη πλευρά, το τέρας “Jeremy Corbyn”, που δημιουργήθηκε από τη δεξιά πτέρυγα των Εργατικών και τα ΜΜΕ, έκανε τη δουλειά του, με ένα χωρίς προηγούμενο κυνήγι μαγισσών για μια μεγάλη χρονική περίοδο.

Όταν ψηφοφόροι μου είπαν ότι δεν εμπιστεύονται τον Corbyn, ή ότι δεν μπορούν να τον καταλάβουν, επρόκειτο γι’ αυτό το τέρας που μιλούσαν ή τον πραγματικό Corbyn; Το τέρας ήταν εκεί. Αλλά εκεί ήταν και ο πραγματικός Corbyn, πιστεύω, ιδιαίτερα επειδή ερμήνευε αυτό το “καινούριο είδος πολιτικής του” ως κάτι που όχι μόνο απέφευγε την προσωπική κακομεταχείριση αλλά επίσης (προφανώς) απέφευγε και τις πολλές ευθείες επιθέσεις στους Τόρυδες πολιτικούς, οι οποίοι, βέβαια, τις άξιζαν. Στην τηλεόραση φάνηκε σαν έναν ηλικιωμένος που θα έπρεπε καλλίτερα να ήταν στον “κλήρο” του, γιατί αυτό είναι μέρος αυτού που ο ίδιος ήταν.

Τι να κάνουμε, λοιπόν, τώρα; Ένα πράγμα είναι ξεδιαλέξουμε από αυτό το “καινούριο είδος πολιτικής”, που ήταν τόσο ελπιδοφόρο και έφερε, τα τελευταία πέντε χρόνια, στο Εργατικό Κόμμα τόσες χιλιάδες νέους, και κάποιους όχι τόσο νέους, ανθρώπους.

Κατά παράδοξο τρόπο, μερικά από τα πράγματα που έκαναν στα μάτια των δεξιών του Εργατικού Κόμματος τον Corbyn ένα ”παθητικό” – η άρνησή του για προεδρικού τύπου ψέμματα και προσέλκυση της προσοχής, η ικανότητά του (τόσο ασυνήθιστη μεταξύ πολιτικών) να λέει μια πρόταση σαν να την εννοεί – είναι αυτά που τον έκαναν δημοφιλή ανάμεσα στα νεαρά μέλη των Εργατικών καταρχήν. Το να είναι κανείς “εκλέξιμος” δεν είναι πάντα το ίδιο με το να κάνει αυτά που πρέπει για την οικοδόμηση ενός κινήματος. Αλλά η εμπιστοσύνη, πιστεύω, είναι κάτι διαφορετικό: ως κίνημα, δεν έχουμε τίποτα χωρίς την εμπιστοσύνη των κοινοτήτων στις οποίες ζούμε.

Ας ξανασκεφτούμε αυτό το “καινούριο είδος πολιτικής”, ας κρατήσουμε την ανθρωπιά, την σύνδεση με τα κοινωνικά κινήματα, τις ριζοσπαστικές κοινωνικές και περιβαλλοντικές πολιτικές και ας απορρίψουμε ό,τι απέτυχε – πολλά από τα οποία, υποψιάζομαι, μπορεί να έχουν να κάνουμε περισσότερο με την κοινοβουλευτική ομάδα του Εργατικού Κόμματος συνολικά.

Αυτό, για μένα, δεν αφορά μόνο το Εργατικό Κόμμα (του οποίου δεν είμαι μέλος). Αν και οι εκλογές μπορεί να είναι σημαντικές – και αυτές οι τελευταίες είχαν την αίσθηση ότι είναι πολύ σημαντικές – είναι μόνο ένας από τους τρόπους με τους οποίους αλλάζει ο κόσμος. Η ανάπτυξη των κοινωνικών κινημάτων, η συνένωση των δράσεων για το κλίμα με αυτές για την κοινωνική δικαιοσύνη, η διαμόρφωση του διεθνισμού στην πράξη, η ανάδυση νέων μορφών εργατικής οργάνωσης – επειδή εκείνες οι παλιές μορφές με τις οποίες οι Εργατικού συνήθιζαν να συνδέονται πρέπει να ξεπεραστούν, όχι να επαναληφθούν – όλα αυτά είναι πολύ σηματικά.

GL, 16 Δεκεμβρίου 2019

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://libcom.org/news/nightmare-downing-street-16122019.

2 Στμ. Σύνθημα των οπαδών του Τραμπ κατά της Χίλαρυ Κλίντον στην εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές το 2016.

3 Στμ. Στο πρωτότυπο: devolved parliament. Devolution ονομάζεται η εκχώρηση αρμοδιοτήτων και εξουσιών από την κεντρική κυβέρνηση ενός κυρίαρχου κράτους σε ένα υπο-εθνικό επίπεδο, για παράδειγμα περιφερειακό ή τοπικό. Αυτό σημαίνει ότι οι τοπικές περιοχές αποκτούν έναν μεγαλύτερο βαθμό αυτονομίας χωρίς όμως την ομοσπονδιοποίηση του κράτους. Είναι ο τρόπος που στο Ηνωμένο Βασίλειο η κεντρική κυβέρνηση έχει επιλέξει για την παραχώρηση σχετικής αυτονομίας στα συνιστώντα μέρη του Ηνωμένου Βασιλείου πλην της Αγγλίας, δηλαδή τη Σκωτία, την Ουαλία και τη Βόρεια Ιρλανδία, ενώ αυτό το καθεστώς έχει θεσπιστεί και για το Λονδίνο.

4 Στμ. Democratic Unionists: Το Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα (Democratic Unionist Party) είναι το μεγαλύτερο πολιτικό κόμμα στη Βόρεια Ιρλανδία και μαζί με το Ενωτικό Κόμμα του Άλστερ, είναι τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της Ιρλανδίας που τάσσονται υπέρ της παραμονής της Βόρειας Ιρλανδίας στο Ηνωμένο Βασίλειο.

5 Στμ. Αναφέρεται στο Άρθρο 50 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θεσπίστηκε με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας την 1η Δεκεμβρίου του 2009 και με το οποίο εισήχθη για πρώτη φορά μια διαδικασία για την εκούσια αποχώρηση ενός κράτους-μέλους από την ΕΕ. Η κυβέρνηση του ΗΒ, υπό την Τερέζα Μέι, επικαλέστηκε το Άρθρο 50 στις 29 Μαρτίου 2017 ώστε να ξεκινήσει και τυπικά η διαδικασία του Brexit.

6 Στμ. Στο πρωτότυπο: bolshy (από το bolshevik) union stewards.

7 Στμ. SNP, Σκωτσέζικο Εθνικό Κόμμα (Scottish National Party), εθνικιστικό, σοσιαλδημοκρατικό κόμμα στη Σκωτία που υποστηρίζει την ανεξαρτησία της Σκωτίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με βάση τις πρόσφατες εκλογές του Δεκεμβρίου στο ΗΒ αποτελεί την τρίτη πολιτική δύναμη στο ΗΒ (και πρώτη στη Σκωτία) πίσω από το κόμμα των Συντηρητικών και τους Εργατικούς.

Οι χρήσεις της Καταστροφής

Out of the Woods1,2

το κείμενο σε pdf

 

Η κλιματική αλλαγή είναι εδώ. Στο μέσο της καταιγίδας μια ευκαιρία αναδύεται να έρθουμε σε ρήξη με τον καπιταλισμό και τη φαύλη ανισότητά του. Ας την αρπάξουμε όσο έχουμε τη δυνατότητα. Οι εναλλακτικές είναι αδιανόητες.

Ποιο είναι αυτό το συναίσθημα που ξεφυτρώνει στη διάρκεια τέτοιων καταστροφών;” ρωτά η Rebecca Solnit3 στο βιβλίο της, γραμμένο το 2009, A Paradise Built in Hell. Εξετάζοντας τις ανθρώπινες αντιδράσεις σε σεισμούς, πυρκαγιές, τρομοκρατικές επιθέσεις και τυφώνες στη διάρκεια του τελευταίου αιώνα, η Solnit ισχυρίζεται ότι η κοινά αποδεκτή ιδέα ότι οι καταστροφές αποκαλύπτουν τις χειρότερες πλευρές στην ανθρώπινη φύση είναι εσφαλμένη. Δείχνει, αντίθετα, πώς μπορούμε να δούμε σε πολλά τέτοια γεγονότα “ένα συναίσθημα βαρύτερο από την ευτυχία αλλά βαθιά θετικό”, μια ελπίδα με σκοπό και αποφασιστικότητα που γαλβανίζει αυτό που αποκαλεί “κοινότητες καταστροφών”. Όταν η κυρίαρχη κοινωνική τάξη αποτυγχάνει προσωρινά, ένα πλήθος “εξαιρετικών κοινοτήτων”, συγκροτημένων μέσα από την συλλογικότητα και την αλληλοβοήθεια, ξεφυτρώνουν ως απάντηση (τα παραδείγματα της Solnit περιλαμβάνουν τον Τυφώνα Κατρίνα, την 11η Σεπτεμβρίου και τον σεισμό στην Πόλη του Μεξικού το 1985). Για κάποιες φευγαλέες στιγμές, ξεχνάμε τις κοινωνικές μας διαφορές και βοηθάμε ο ένας την άλλη. Δυστυχώς, όταν η καταστροφή έχει περάσει, αυτές οι κοινότητες υποχωρούν. Με τους όρους του βιβλίου A Paradise, το “μεγάλο σύγχρονο καθήκον”, με το οποίο είμαστε αντιμέτωποι, είναι η αποτροπή αυτής της υποχώρησης, “η ανάκτηση αυτής της εγγύτητας και του σκοπού χωρίς κρίση ή πίεση”. Δεδομένης της συμφοράς του υπερθερμαινόμενου πλανήτη μας, αυτό το καθήκον γίνεται όλο και πιο επιτακτικό. Πώς θα ξηλώσουμε τις κοινωνικές τάξεις που κάνουν τις καταστροφές τόσο καταστροφικές, κάνοντας, την ίδια στιγμή, συνηθισμένη την εξαιρετική συμπεριφορά που εκμαιεύουν;

Το επιχείρημα της Solnit ακούγεται αληθινό ακόμα κι αν κάποιος είναι λιγότερο αισιόδοξος απ’ ό,τι είναι η ίδια σχετικά με την εγγενή αξία της κοινότητας. Στις κολάσεις του παρόντος, βρίσκουμε τα εργαλεία να χτίσουμε άλλους κόσμους, καθώς και βασανιστικές εκλάμψεις κάποιου πράγματος που συχνά σκεφτόμασταν ως αδύνατο. Αυτό δεν είναι λόγος για πανηγυρισμούς, ούτε καν για αισιοδοξία. Είναι, όμως, ένας λόγος για ελπίδα.

Για να πραγματοποιηθεί, όμως, αυτή η ελπίδα πρέπει να πάμε πέρα από την εμπειρική εστίαση της Solnit στο τι συμβαίνει ως απάντηση σε συγκεκριμένα καταστροφικά γεγονότα και να συλλάβουμε τον χαρακτήρα της καπιταλιστικής καταστροφής. Αυτή δεν είναι απλά μια σειρά από τονισμένες ημερομηνίες και ονόματα τοποθεσιών – Katrina, Harvey και Irma, 1755, 1906 και 1985 — αλλά μια συνεχιζόμενη συνθήκη. Για πολλούς, το συνηθισμένο είναι μια καταστροφή. Οποιαδήποτε συνεκτική απάντηση σε μια τέτοια συνεχή καταστροφή θα πρέπει να είναι, ανάλογα, ευρέως διαδεδομένη και ανθεκτική για να πετύχει. Η οικοδόμηση του παραδείσου στην κόλαση δεν είναι αρκετή: πρέπει να δουλέψουμε εναντίον την κόλασης και να πάμε πέρα από αυτήν. Περισσότερο από κοινότητες καταστροφής χρειαζόμαστε τον κομμουνισμό της καταστροφής.

Σίγουρα, ζητώντας έναν κομμουνισμό της καταστροφής δεν υπονοούμε ότι το ξέσπασμα όλο και πιο συχνών οικο-κοινωνικών εφιαλτών θα παραγάγει με κάποιο τρόπο αναπόφευκτα και πιο ώριμες συνθήκες για τον κομμουνισμό. Δεν μπορούμε να υιοθετήσουμε τη διεστραμμένη μοιρολατρεία του “όσο το χειρότερο, τόσο το καλλίτερο” ούτε να περιμένουμε κάποιον τελικό τυφώνα για να παρασύρει την παλιά τάξη. Επισημαίνουμε, μάλλον, ότι ακόμα και οι πιο μεγάλης κλίμακας και οι πλεόν τρομακτικές από αυτές τις ασυνήθιστες καταστροφές μπορούν να διακόψουν την συνηθισμένη καταστροφή που, τον περισσότερο καιρό, είναι πολύ τεράστια για να την κατανοήσουμε πλήρως. Αυτές είναι στιγμές διακοπής που, αν και φρικιαστικές για την ανθρώπινη ζωή, μπορούν επίσης να σημάνουν την καταστροφή και για τον καπιταλισμό.

Ο κομμουνισμός της καταστροφής δεν είναι χωρισμένος από τους υπάρχοντες αγώνες. Μάλλον τονίζει την επαναστατική διαδικασία της ανάπτυξης της συλλογικής μας ικανότητας να αντέχουμε και να ευδοκιμούμε: ένα κίνημα μέσα, ενάντια και πέρα από αυτή την συνεχιζόμενη καπιταλιστική συμφορά. Πώς μπορούν τα πολυάριθμα πρότζεκτ που δημιουργούν μικρο-παραδείσους στην κόλαση να αποκτήσουν συνοχή ως κάτι περισσότερο από εφήμερες κοινότητες; Ο “κομμουνισμός της καταστροφής” προσθέτει ένα διευκρινιστικό επίθετο στο, ήδη μακράς διάρκειας, πρότζεκτ που αγωνίζεται ενάντια στο κράτος και το κεφάλαιο και υπερχειλίζει τα όριά τους. Προσανατολίζει το κίνημα μιας συλλογικής δύναμης που, αν και γίνεται απτό στη διάρκεια εξαιρετικών καταστροφών, ήταν πάντα εκεί, ιδιαίτερα σε μέρη και ανάμεσα σε ομάδες που έχουν βιώσει την κατάσταση της συνηθισμένης καταστροφής για εκατοντάδες χρόνια. Η κλιματική αλλαγή κάνει τις δεξιότητες, που είναι κεντρικές στους αγώνες αυτούς, εντελώς ανάγλυφες.

Καταστροφικός καπιταλισμός, το Κεφάλαιο ως καταστροφή

Ο γεωγράφος Neil Smith ισχυρίστηκε πειστικά ότι δεν υπάρχει κάτι τέτοιο όπως μια φυσική καταστροφή. Το να ονομάζουμε καταστροφές ως “φυσικές” καλύπτει το γεγονός ότι αυτές είναι εξίσου τόσο προϊόν πολιτικών και κοινωνικών διαιρέσεων όσο και κλιματικών ή γεωλογικών δυνάμεων. Αν ένας σεισμός καταστρέψει τις πλημμελώς κατασκευασμένες και κακά συντηρημένες κατοικίες του κόσμου με χαμηλό εισόδημα σε μια πόλη αλλά αφήνει όρθια τα καλοχτισμένα σπίτια των πλουσίων, το να κατηγορείς τη φύση αφήνει απλά τα κράτη, τους κατασκευαστές και τους ιδιοκτήτες των άθλιων σπιτιών (για να μην αναφέρουμε την καπιταλιστική οικονομία που παράγει, καταρχάς, τέτοιες ανισότητες) να τη γλιτώνουν. Οι καταστροφές είναι πάντα “συμπαραγωγές” στις οποίες φυσικές δυνάμεις, όπως οι τεκτονικές πλάκες και καιρικά συστήματα, δουλεύουν μαζί με κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις.

Ο τρόπος με τον οποίο εξαιρετικές καταστροφές επισυμβαίνουν, λοιπόν, δεν μπορεί να διαχωριστεί από τις συνθήκες της συνηθισμένης καταστροφής στις οποίες αυτές ξεσπούν. Ήταν ο τυφώνας Μαρία, κατηγορίας 4, που κατέστρεψε την αμερικάνικη αποικία του Πουέρτο Ρίκο, αφήνοντας τους κατοίκους του χωρίς φρέσκο νερό: ένα καταστροφικό συμβάν. Αλλά το να σταματήσουμε το αφήγημα εκεί συσκοτίζει το γεγονός ότι, πριν από τον τυφώνα, “το 99,5% του πληθυσμού του Πουέρτο Ρίκο προμηθευόταν νερό από κοινοτικά συστήματα ύδρευσης κατά παράβαση του Νόμου για το ασφαλές πόσιμο νερό”, ενώ “το 69,4% των κατοίκων του νησιού εξυπηρετούνταν από πηγές νερού που παραβίαζαν τα πρότυπα υγιεινής του αυτού του ίδιου νόμου”, σύμφωνα με μια αναφορά του Natural Resources Defense Council. Ούτε θα έπρεπε τέτοια καταστροφικά γεγονότα να επισκιάσουν πιο αργά κινούμενες καταστροφές, όπως αυτές του Flint, στην πολιτεία του Michigan, όπου δεκαετίες παραμέλησης και βιομηχανικής μόλυνσης του περιρρέοντος ποταμού Flint και των Μεγάλων Λιμνών έχουν, παρόμοια, αφήσει την εργατική τάξη, κατά πλειοψηφία κοινότητες Μαύρων και Λατίνων, χωρίς καθαρό νερό. Εύκολα αγνοήσιμες, επειδή δεν έχουν τη θεαματική δύναμη ενός τυφώνα ή ενός σεισμού, τέτοιες παρατεταμένες καταστροφές θολώνουν το όριο ανάμεσα στην καταστροφή-ως-συμβάν και την καταστροφή-ως-συνθήκη. Αυτό που για κάποιους έρχεται ως ξαφινκό και αναπάντεχο τίναγμα, για πολλούς άλλους είναι ζήτημα μιας εντεινόμενης καθημερινής πραγματικότητας.

Η οικοδόμηση του παραδείσου στην κόλαση δεν είναι αρκετή: πρέπει να δουλέψουμε εναντίον την κόλασης και να πάμε πέρα από αυτήν. Περισσότερο από κοινότητες καταστροφής χρειαζόμαστε τον κομμουνισμό της καταστροφής”.

Η κλιματική αλλαγή αυξάνει σημαντικά τη συχνότητα και τη δριμύτητα τέτοιων αργά ή γρήγορα κινούμενων καταστροφών. Η παγκόσμια υπερθέρμανση σημαίνει ότι μια αυξανόμενη ποσότητα ενέργειας κυκλοφορεί στην ατμόσφαιρα και πάνω από την επιφάνεια των ωκεανών. Για παράδειγμα, όταν οι θερμοί ωκεανοί δημιουργούν βαρομετρικούς σχηματισμούς4 χαμηλής πίεσης, θερμική ενέργεια, υπό την επίδραση της περιστροφής της Γης, μετατρέπεται στην κινητική ενέργεια που χαρακτηρίζει τους στροβιλιζόμενους τυφώνες και τις τροπικές καταιγίδες. Υψηλότερες θερμοκρασίες παραουν περισσότερη ενέργεια, η οποία πρέπει να “εκδηλωθεί” κάπου (η ενέργεια δεν μπορεί να καταστραφεί: μπορεί μόνο να αλλάξει μορφή). Η φυσική αυτής της διαδικασίας είναι διαβολικά πολύπλοκη και δύσκολο να μοντελοποιηθεί, παρ’ όλα αυτά είναι δυνατόν να γίνουν προβλέψεις. Η πιο πρόσφατη έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή του ΟΗΕ υποδεικνύει ότι η κλιματική αλλαγή θα διαταράξει τις προμήθειες φαγητού και νερού, θα καταστρέψει σπίτια και υποδομές και θα επιφέρει ξηρασίες και πλημμύρες, κύματα καύσωνα και τυφώνες, κύματα θυελλών και ανεξέλεγκτες πυρκαγιές. Πρόοδοι στη λεγόμενη επιστήμη της απόδοσης αιτίων5 και η αντίστοιχη γνώση που έχει συλλεχθεί από την παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας κατά έναν μόλις βαθμό Κελσίου, που έχει ήδη συμβεί, έχουν καταστήσει εφικτή την ποσοτικοποίηση της συμβολής της κλιματικής αλλαγής σε μεμονωμένα ακραία καιρικά φαινόμενα. Μπορούμε τώρα να συνδέσουμε την παγκόσμια υπερθέρμανση με καταστροφές όπως το ευρωπαϊκό κύμα καύσωνα του 2003 και το αντίστοιχο κύμα καύσωνα στη Ρωσία το 2010, το καθένα από τα οποία σκότωσαν χιλιάδες ανθρώπους, για να μην αναφέρουμε τις αμέτρητες καταιγίδες, πλημμύρες και άλλα καιρικά φαινόμενα.

Ότι η κλιματική αλλαγή είναι κατασκεύασμα του ανθρώπου (ή, μάλλον, του καπιταλισμού), υπογραμμίζει περαιτέρω την αδυναμία διαχωρισμού των καταστροφικών συμβάντων από τις καταστροφικές συνθήκες. Η σχέση μεταξύ των δύο είναι αμφίδρομη: οι συνθήκες προκαλούν συμβάντα τα οποία, με τη σειρά τους, παγιώνουν αυτές τις συνθήκες. Ο στόχος του έθνους-κράτους, στη διάρκεια και στον άμεσο απόηχο εξαιρετικών καταστροφών είναι, συνήθως, μάλλον η επιβολή της τάξης παρά η παροχή βοήθειας στους επιζώντες και γι’ αυτό τον λόγο καταστροφικά γεγονότα γενικά επιδεινώνουν την υποκείμενη καπιταλιστική καταστροφή. Στον σεισμό του 1906 στο Σαν Φρανσίσκο, στάλθηκε ο στρατός. 50 με 500 επιζώντες σκοτώθηκαν και οι αυτοοργανωμένες προσπάθειες έρευνας, διάσωσης και πυρόσβεσης διακόπηκαν. Οι προσπάθειες του ίδιου του κράτους για να διαχειριστεί την καταστροφή φάνηκαν να είναι μια δύναμη αποδιοργάνωσης, που κατέστρεψε μορφές αυτοοργάνωσης που είχαν δημιουργηθεί “απο τα κάτω”. Μια παρόμοια κατασταλτική εστίαση σε “πλιατσικολόγους” (δηλαδή επιζώντες) σημάδεψε και την αντίδραση του κράτους των ΗΠΑ στην περίπτωση του τυφώνα Κατρίνα στη Νέα Ορλεάνη. Στις 4 Σεπτεμβρίου του 2005, στη γέφυρα Danziger, εφτά αστυνομικοί άνοιξαν πυρ εναντίον μιας ομάδας μαύρων που προσπαθούσε να διαφύγει από την πλημμυρισμένη πόλη, σκοτώνοντας δύο άτομα και τραυματίζοντας σοβαρά τέσσερα ακόμα. Η δολοφονία μαύρων επιζώντων που έψαχναν ασφάλεια, απεικονίζει τα μέσα με τα οποία το κράτος προσπαθεί να αποκλείσει τις χειραφετητικές δυνατότητες που μπορεί, πιθανόν, να εμφανιστούν στη διάρκεια τέτοιων καταστροφών. Σε τέτοιες καταστάσεις, το κράτος δεν επιδιώκει τίποτα άλλο από μια επιστροφή στην καταστροφική κανονικότητα για τους φτωχούς, τους μετανάστες και τους μαύρους. Τέτοιες ενέργειες είναι αντίθετες στις συστάσεις ακόμα και των καθιερωμένων κοινωνιολόγων των καταστροφών. Στη δεκαετία του 1960, για παράδειγμα, ο Charles Fritz, στρατιωτικός στρατηγικός αναλυτής που μεταλλάχθηκε σε κοινωνιολόγο, επιχειρηματολογούσε με δηκτικότητα ότι το στερεότυπο του διάχυτου αντικοινωνικού ατομισμού και επιθετικότητας που “ακμάζει” στη διάρκεια καταστροφών δεν στηρίζεται στην πραγματικότητα. Παρατήρησε, επίσης, με οξυδέρκεια ότι η διάκριση ανάμεσα στις καταστροφές και την κανονικότητα μπορεί “πολύ βολικά να παραβλέπει τις πολλές πηγές έντασης, καταπόνησης, σύγκρουσης και δυσαρέσκειας που είναι ενσωματωμένες [sic] στη φύση της καθημερινής ζωής”.

Οι καταστροφικές μηχανορραφίες του κράτους και του κεφαλαίου δεν σταματούν σε χωρικά και χρονικά εντοπισμένα γεγονότα αλλά κλιμακώνονται από το επίπεδο της γειτονιάς σ’ αυτό του πλανήτη. Όπως έχουν καταδείξει συγγραφείς όπως η Ναόμι Κλάιν και ο Todd Miller, εξαιρετικές καταστροφές χρησιμοποιούνται για να επιμηκύνουν, ανανεώσουν και να επεκτείνουν τις συνηθισμένες καταστροφές της λιτότητας, της ιδιωτικοποίησης, της στρατιωτικοποίησης, της αστυνόμευσης και των συνόρων. Αυτός είναι ο καπιταλισμός της καταστροφής: ένας φαύλος κύκλος στον οποίον συνήθεις συνθήκες καταστροφής παροξύνουν τα εξαιρετικά γεγονότα καταστροφών που, με τη σειρά τους, εντείνουν τις αρχικές συνθήκες. Τα καταστροφικά γεγονότα επιτρέπουν στο κράτος να εφαρμόζει αυτό που η Κλάιν αποκαλεί “δόγμα του σοκ”. Αυτή η διαδικασία περιλαμβάνει την εκ νέου ανάπτυξη των κατεστραμμένων οικιστικών και ενεργειακών υποδομών και των υποδομών διανομής σε νεοφιλελεύθερα πρότυπα· τον αποκλεισμό των φτωχών μέσω των τιμολογίων από το ηλεκτρικό ρεύμα ή το καθαρό νερό· τον εξαναγκασμό τους να μετακινηθούν σε τοποθεσίες ακόμα πιο ευάλλωτες στην κλιματική αλλαγή· και τη φυλάκισή τους αν προσπαθήσουν να αντισταθούν ή να διασχίσουν τα σύνορα για να ξεφύγουν από αυτή την αβίωτη κατάσταση. Στους μήνες που ακολούθησαν τον τυφώνα Μαρία, το Πουέρτο Ρίκο βίωσε περαιτέρω ιδιωτικοποίηση, επιδείνωση των εργασιακών συνθηκών και την άφιξη των “πράσινων” αποικιοκρατών: οι υποτιθέμενοι καλοπροαίρετοι όπως ο Elon Musk, που κρύβουν τις πιο πρόσφατα υπερ-καπιταλιστικά τους εγχειρήματα πίσω από ένα λεπτό λούστρο περιβαλλοντικής αποκατάστασης. Η ιστορία του Flint είναι παρόμοια, μέχρι ακόμα και το σημείο των προσφορών του Musk για την επίλυση των ζητημάτων σχετικά με τις υποδομές.

Δυνάμεις που δρουν για τα συμφέροντα του κράτους και του κεφαλαίου παρουσιάζονται, φυσικά, σε έναν αριθμό μορφών. Ακτιβιστές από την Common Ground Collective, που πρόσφεραν επείγουσα περίθαλψη μετά τον τυφώνα Κατρίνα, παρενοχλούνταν πολύ έντονα όχι μόνο από ρατσιστές μπάτσους αλλά και από οπλισμένους λευκούς ντόπιους που άδραξαν την ευκαιρία να παίξουν ένα σενάριο μετα-αποκαλυπτικής Συντέλειας με τη σιωπηρή αποδοχή και, μερικές φορές, την ενεργή διευκόλυνση της αστυνομίας.

Επιβίωση εν αναμονή της Επανάστασης

Αυτό που μας διδάσκει η μελέτη καταστροφικών γεγονότων και συνθηκών είναι ότι η κλιματική αλλαγή δεν είναι απλά μια ακούσια συνέπεια της καπιταλιστικής παραγωγής αλλά μια κρίση της κοινωνικής αναπαραγωγής (ένας όρος που αναφέρεται στις αυτοδιαιωνιζόμενες κοινωνικές δομές που κάνουν εφικτή την καθημερινή και διαχρονική για κάθε γενιά επιβίωση διατηρώντας, την ίδια στιγμή, τις ανισότητες). Η αναγνώριση αυτού του γεγονότος δεν μας δίνει απλά μια καινούρια οπτική στο πρόβλημα αλλά δείχνει, επίσης, και προς μια πηγή ελπίδας. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι ζωές των φτωχών, των στερημένων και των αποικιοκρατούμενων δεν διαμορφώνονται μόνο από την καταστροφή. Περιλαμβάνουν, σε κάθε φάση, μορφές επιβίωσης και διατήρησης, συχνά με τη μορφή γνώσεων και δεξιοτήτων που περνούν σε κάθε γενιά. Όπως επιμένει ο φιλόσοφος Kyle Powys Whyte της φυλής Potawatomi6, οι αυτόχθονες λαοί είναι αρκετά εξοικειωμένοι με την καταστροφή, με τη μορφή των εκατοντάδων χρόνων επιχειρούμενης αποικιοκρατικής κυριαρχίας, και έχουν αναπτύξει, στη διάρκεια αυτών των εκατοντάδων χρόνων, τις δεξιότητες για να αντισταθούν και να επιβιώσουν στις συνηθισμένες και τις εξαιρετικές καταστροφές. Εν τω μεταξύ, η μαρξίστρια-φεμινίστρια Σύλβια Φεντέριτσι έχει δείξει πώς ο καπιταλισμός έχει επί μακρόν επιχειρήσει, ανεπιτυχώς, να ξεριζώσει βίαια όλες τις μη-καπιταλιστικές μορφές επιβίωσης. Στο δοκίμιό της Women, Globalization, and the International Women’s Movement(Γυναίκες, Παγκοσμιοποίηση και το Διεθνές Γυναικείο Κίνημα), γραμμένο το 2001, ισχυρίζεται ότι “αν η καταστροφή των μέσων συντήρησής μας είναι εντελώς αναγκαία για την επιβίωση των καπιταλιστικών σχέσεων τότε αυτό πρέπει να είναι το πεδίο του αγώνα μας”.

Ένας τέτοιος αγώνας ξέσπασε μετά τον σεισμό του 1985 στην Πόλη του Μεξικού, όταν οι ιδιοκτήτες και οι κερδοσκόποι ακινήτων είδαν μια ευκαιρία για να ξεσπιτώσουν, επιτέλους, ανθρώπους που ήθελαν να ξεφορτωθούν για πολύ καιρό. Οι προσπάθειές τους να κατεδαφίσουν σπίτια, που παρείχαν μικρές αποδόσεις από την ενοικίαση, και να τα αντικαταστήσουν με ακριβά πολυώροφα συγκροτήματα κατοικιών είναι ένα ξεκάθαρο παράδειγμα καπιταλισμού της καταστροφής επί τω έργω. Παρ’ όλα αυτά, οι εργάτες/εργάτριες ένοικοι αντέδρασαν αντιστεκόμενοι με μεγάλη επιτυχία. Χιλιάδες ένοικοι έκαναν πορεία προς το Εθνικό Μέγαρο, απαιτώντας από την κυβέρνηση να πάρει την ιδιοκτησία των κατεστραμμένων σπιτιών από τους ιδιοκτήτες που τα κατείχαν, με σκοπό την τελική απόδοσή τους στους ενοίκους τους. Ως απάντηση, περίπου 7000 ιδιοκτησίες κατασχέθηκαν. Εδώ, λοιπόν, βλέπουμε ότι εξαιρετικές καταστροφές δεν δημιουργούν απλά χώρο για το κράτος και το κεφάλαιο, ώστε να παγιώσουν την εξουσία τους, αλλά δημιουργούν χώρο και για αντίσταση σ’ αυτές τις ίδιες μορφές: ένα “δόγμα του σοκ της αριστεράς”, για να υιοθετήσουμε τη φράση του Graham Jones. Η συνηθισμένη καταστροφή, που είναι ο καπιταλισμός μπορεί, στην πραγματικότητα, να διακοπεί από αυτά τα συμβάντα τα οποία, αν και φρικιαστικά για την ανθρώπινη ζωή, φέρνουν επίσης στιγμιαία καταστροφή για τον καπιταλισμό. Σε ένα δοκίμιο του 1988 με τίτλο “The Uses of an Earthquake”, ο Harry Cleaver προτείνει ότι αυτό είναι ιδιαίτερα πιθανό στην κατάρρευση της διοικητικής ικανότητας και της κυβερνητικής εξουσίας που ακολουθεί τέτοιες εξαιρετικές καταστροφές. Αυτή η κατάρρευση είναι, ίσως, ακόμα πιο πιθανή σε μέρη που η κυβερνησιμότητα στηρίζεται στην επιτήρηση, σε “έξυπνα” δεδομένα και τεχνολογίες της πληροφορίας.

Αυτό που για πολλούς έρχεται σαν ένα ξαφνικό και απρόσμενο ταρακούνημα για άλλους είναι ένα ζήτημα μιας καθημερινής πραγματικότητας που εντείνεται”.

Ο Cleaver παρατηρεί επίσης τη σημασία των ιστοριών συλλογικής οργάνωσης σε γειτονιές που έχουν επηρεαστεί από τον σεισμό. Οι επιζήσαντες είχαν οργανωτικούς δεσμούς, μια κουλτούρα αλληλοβοήθειας και προσδοκίες αλληλεγγύης. Οι ένοικοι ήξεραν ότι είχαν ο καθένας τη στήριξη των άλλων εξαιτίας των μεταξύ τους σχέσεων από το παρελθόν. Αυτό το σημείο είναι κρίσιμο επειδή μας επιτρέπει να καταλάβουμε την κοινότητα της καταστροφής όχι απλά ως μια αυθόρμητη αντίδραση σε εξαιρετικές καταστροφές αλλά, μάλλον, ως εμφάνιση, στο προσκήνιο, καθημερινών αγώνων για την επιβίωση και υπόγειων πρακτικών αλληλοβοήθειας. Η εμπειρία τους να οργανώνονται εναντίον των συνηθισμένων καταστροφών του καπιταλισμού άφησε τους ένοικους καλά εφοδιασμένους ώστε να αντιμετωπίσουν μια εξαιρετική καταστροφή.

Πράγματι, προϋπάρχουσες σχέσης υποστήριξης έχουν υπάρξει πολύ αποτελεσματικές στη διατήρηση κοινοτήτων στον απόηχο του τυφώνα Μαρία. Τα Centros de Apoyo Mutuo7 [Κέντρα Αμοιβαίας Υποστήριξης] είναι ένα αποκεντρωμένο δίκτυο που αντλεί από γνωστές ομάδες, κέντρα και πρακτικές και το οποίο έχει διανείμει φαγητό, έχει καθαρίσει μπάζα και ξανάχτισε τις υποδομές του νησιού. Και τα έχει κάνει αυτά πιο γρήγορα, και με μεγαλύτερη προσοχή στις ανάγκες των κατοίκων, σε σχέση με δίκτυα διεθνούς βοήθειας και επιμελητείας. Μέσα από ένα είδος “φτιάξτο μόνος σου”8, ή “τέχνης φτιάξτο με ό,τι έχεις εύκαιρο”, κέντρα αλληλοβοήθειας επιδεικνύουν ότι μη-ειδικοί μπορούν γρήγορα να μάθουν και να μοιραστούν εργαλεία και δεξιότητες ώστε να επιβιώσουν. Και κάνοντάς το αυτό, δημιουργούν επίσης νέες μορφές αλληλεγγύης και συλλογικής ζωής πέρα από την επιβίωση.

Οι καταιγίδες αυτές πέρασαν σαρωτικά και έχουν καταστρέψει πολλά πράγματα”, λέει ο Ricchi, ένα μέλος του δικτύου, με βάση τις ΗΠΑ, “Mutual Aid Disaster Relief”. “Αχρηστεύοντας το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας και κόβοντας την πρόσβαση στο φαγητό και το νερό, άφησαν το νησί του Borikén [η λέξη των αυτόχθονων Taíno9 για το Πουέρτο Ρίκο] στο σκοτάδι. Αλλά, μέσα σ’ αυτό το σκοτάδι, αμέτρητοι Boricuas ξύπνησαν και έμειναν ξύπνιοι μέχρι αργά και ξύπνησαν ξανά το πρωί, κάνοντας τη δουλειά της αναπαραγωγής της ζωής”.

Αυτή η ζωή δεν είναι μόνο πεζή: ομάδες οργανώνουν πάρτυ, μαθήματα χορού και συλλογικές κουζίνες έτσι ώστε οι ορίζοντες της κοινότητας να ανοίξουν, ίσως, και πέρα από την απόγνωση.

Με μια συμβατική και στενά οικονομική έννοια υπάρχει σπάνη σ’ αυτές τις καταστάσεις, παρ’ όλο που ειναι μια σπάνη που αμφισβητείται από μια αφθονία κοινωνικών δεσμών. Παρ’ όλα αυτά, εξαιρετικές καταστροφές μπορούν να μας ωθήσουν να αναγνωρίσουμε ότι η σπάνη είναι, μάλλον, μια κοινωνική σχέση παρά ένα απλό αριθμητικό γεγονός: ο τρόπος που διανέμονται τα αγαθά και οι πόροι καθορίζει ποιος μπορεί να τα χρησιμοποιήσει. Μετά τον τυφώνα Σάντυ, μια “σπάνη” εργαλείων ξεπεράστηκε όχι μέσω της παραγωγής ή της απόκτησης περισσότερων τέτοιων αλλά μέσω μιας νέας οργάνωσης. Δημιουργήθηκαν “βιβλιοθήκες εργαλείων” ως εναλλακτική στις εξατομικευμένες, εμπορευματοποιημένες κοινωνικές σχέσεις που κυριαρχούν την καπιταλιστική κοινωνία. Μας έδειξαν ότι δεν θα έπρεπε να βιαστούμε τόσο πολύ να συνδέσουμε την κλιματική αλλαγή με την αυξανόμενη σπάνη.

Μετανάστευση λόγω καταστροφών

Οι κοινότητες συχνά καθορίζονται από τον περιορισμό τους σε μια συγκεκριμένη γεωγραφική θέση κι αυτές που αναφέραμε παραπάνω σίγουρα ταιριάζουν σ’ αυτό το κριτήριο: ανταποκρίνονται σε εξαιρετικές καταστροφές στους τόπους που αυτές οι καταστροφές συμβαίνουν. Παρ’ όλα αυτά, η κλιματική αλλαγή αναγκάζει, φυσικά, ανθρώπους να μετακινούνται από τόπο σε τόπο οπότε η οργάνωση ενάντια στα καταστροφικά τους αποτελέσματα απαιτεί, επίσης, ερτύτερες κοινότητες αλληλεγγύης. Ο αριθμός των ανθρώπων που αυτή τη στιγμή ταξινομούνται ως “αναγκαστικά μετατοπισθέντες” ανέρχεται, σύμφωνα με τους αριθμούς του ΟΗΕ, σε 68,5 εκατομμύρια. Το 2050 η πρόβλεψη είναι ότι θα υπάρχουν 200 εκατομμύρια άνθρωποι που θα είναι “περιβαλλοντικά εκτοπισμένοι”: εξαναγκασμένοι να μετακινηθούν εξαιτίας των καταστροφών, τόσο συνηθισμένων όσο και εξαιρετικών, που προκαλεί η παγκόσμια υπερθέρμανση. Αυτό αντιστοιχεί, για να το κάνουμε εντελώς σαφές, σε 1 στους 50 ανθρώπους στον κόσμο.

Αυτή τη στιγμή, πολλοί άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί εσωτερικά, με ένα μικρό μόνο τμήμα τους να ταξιδεύει στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική ή την Αυστραλία. Όμως, καθώς το κλίμα αποσταθεροποιείται και οι συνθήκες χειροτερεύουν, πολλά από τα μέρη, που χρησιμεύουν τώρα ως καταφύγια, θα γίνουν μη κατοικήσιμα. Το ταξίδι σε μεγαλύτερα γεωγραφικά πλάτη και η διάσχιση των συνόρων των πλουσιότερων εθνών, που τα κατέχουν, θα γίνει, λοιπόν, όλο και πιο σημαντική για τους ανθρώπους. Το να ζει κανείς εκεί τον καθιστά λιγότερο ευάλωτο στα καταστροφικά γεγονότα, αν μη τι άλλο επειδή τα πλουσιότερα έθνη παραμένουν καλλίτερα εξοπλισμένα — τουλάχιστον οικονομικά — για να καταπραΰνουν τις συνέπειές τους. Η τάση παγκόσμιας μετακίνησης προς τον Βορρά είναι πιθανόν να εντείνει και τις προσπάθειες υπεράσπισης αυτών των ζωνών: το εντυπωσιακά αυτο-περιγραφόμενο “περιβαλλοντικο-στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα” σχεδιάζει ήδη καινούριες μορφές βίας για την υπεράσπιση των συνόρων. Κοινοτικές προσπάθειες ενάντια σε μια τέτοια βία θα διαμορφώσουν μερικούς από τους πιο σημαντικούς αγώνες ενάντια στην κλιματική καταστροφή.

Καθώς γράφουμε αυτά, αρκετές εγκαταστάσεις της ICE [Immigration and Customs Enforcement] σε ολόκληρες τις ΗΠΑ είναι υπό αποκλεισμό10, ως μέρος μιας πανεθνικής προσπάθειας να διακοπούν οι επιχειρήσεις σύλληψης και απέλασης. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, διαμαρτυρόμενοι κατάφεραν να ακυρώσουν τις προσπάθειες της κυβέρνησης να επεκτείνει τις διατάξεις σχετικά με τη μετανάστευση στα σχολεία ως μέρος της πολιτικής της του “εχθρικού περιβάλλοντος”. Στη Γλασκώβη τη δεκαετία του 1990, ένα “σχήμα κολλητών”11 που έφερνε μαζί μετανάστες, οι οποίοι είχαν φθάσει πρόσφατα στο Ηνωμένο Βασίλειο, με ντόπιους είχε τόσο μεγάλη επιτυχία που κοινότητες εργατών έφτασαν να παρεμποδίζουν επιδρομές που στόχευαν στην απέλαση των νέων φίλων και γειτόνων τους. Κατά την άποψή μας, αυτές είναι επίσης κοινότητες καταστροφής και δεν είναι λιγότερο σημαντικές από αυτές στην μετά-το-1985 Πόλη του Μεξικού ή την μετά-τον-τυφώνα-Κατρίνα Νέα Ορλεάνη.

Αυτές οι κοινότητες καταστροφής, λοιπόν, είναι εκλάμψεις ελπίδας: μικρόκοσμοι ενός κόσμου που διαμορφώνεται αλλιώς. Κοινωνική αναπαραγωγή ενορχηστρωμένη όχι μέσω της μισθωτής εργασίας, των εμπορευμάτων, της ατομικής ιδιοκτησίας και όλης της βίας που συνδέεται μ’ αυτά αλλά μέσα από την φροντίδα, την αλληλεγγύη και το πάθος για ελευθερία. Το συνηθισμένο, επιμένουν, δεν είναι δεδομένο.

Παράδεισος εναντίον Κόλασης

Η ελπίδα είναι ζωτική παρ’ όλα αυτά, αρκετά συχνά, μας σκοτώνει κιόλας. Χρειαζόμαστε περισσότερους μικρόκοσμους, αν μη τι άλλο επειδή τέτοια πειράματα μπορεί να είναι πολύτιμα και για το κεφάλαιο. Εδώ είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε ότι το κεφάλαιο δεν είναι ομοιογενές: αυτό που είναι καλό για κάποιους καπιταλιστές είναι κακό για άλλους και αυτό που είναι κακό για μεμονωμένους καπιταλιστές, για μια σύντομη περίοδο, μπορεί να είναι καλό για το κεφάλαιο μακροπρόθεσμα. Συνεπώς, ενώ οι κοινότητες καταστροφής μπορεί να φέρουν κακά νέα για κάποιους κρατικούς παράγοντες και παράγοντες του κεφαλαίου, άλλοι παράγοντες του κράτους και του κεφαλαίου μπορεί να προσπαθήσουν να εξορύξουν αξία από αυτές. Όπως μας υπενθυμίζει ο Ashley Dawson, το Υπουργείο Εσωτερικη Ασφάλειας των ΗΠΑ επαίνεσε τις αναρχικής επιρροής προσπάθειες ανακούφισης του Occupy Sandy μετά τον τυφώνα που σάρωσε τη Νέα Υόρκη το 2012. Κάνοντας τόσο καλά αυτό που οι δυνάμεις του κράτους και της αγοράς δεν μπορούσαν, τα πρότζεκτ του Occupy διατήρησαν την κοινωνική ζωή, δίνοντας στις δυνάμεις αυτές κάτι για να επανακαταλάβουν, από τη στιγμή που θα αποκαθίστατο το προηγούμενο στάτους κβο. Και, όντως, το έκαναν, χωρίς κανένα άμεσο κόστος για το κράτος.

Φυσικά, ένας τέτοιος απολογισμός είναι μερικός και αποτυγχάνει να συλλάβει την παιδαγωγική αξία των κοινοτήτων καταστροφής. Στην μεγαλύτερη ισχύ της, αυτή η αξία είναι ταυτόχρονα αρνητική και θετική: το εμφατικό “ναι” σ’ αυτούς τους διαφορετικούς τρόπους ζωής κραυγάζει “όχι” στην συνηθισμένη καταστροφή του κεφαλαίου. Η κοινωνική αναπαραγωγή που καλλιεργείται είναι μια αλλαγή κατεύθυνσης: μια προσπάθεια να αναπαράγουμε τους εαυτούς μας διαφορετικά και να αντισταθούμε σε μια “επιστροφή στα συνηθισμένα”, που θα άφηνε τα σώματά μας και το οικοσύστημά μας εξαντλημένα.

Το βλέπουμε αυτό καθαρά σε πολλές από τις κοινότητες καταστροφής που ξεπηδούν ως απάντηση στα σύνορα. Όπως τόσο καταδεικνύει τόσο λαμπρά η Harsha Walia12 στο Undoing Border Imperialism [“Ακυρώνοντας τον Ιμπεριαλισμό των Συνόρων”], αυτές δεν βοηθούν απλά τον κόσμο να αμβλύνει τη βία των συνόρων αλλά και να αντισταθεί στην έννοια του ίδιου του συνόρου, όπως συνοπτικά έχει τεθεί στην ευρέως γνωστή απαίτηση “Όχι Σύνορα. Πραγματικά, αυτή η ίδια η φράση φέρνει στον νου την ταυτόχρονη κατάφαση και άρνηση στην οποία επιμένουμε: αντιτιθέμενοι σε μια όψη αυτού του κόσμου ενώ, ταυτόχρονα, περιγράφουμε γνωρίσματα του νέου. Αυτή είναι μια επιχείρηση ενάντια, καθώς και μέσα, στην κόλαση.

Μια τέτοια άρνηση θα πρέπει, αναμφίβολα, να προχωρήσει πέρα από την άνεση που συνδέεται με κυρίαρχες έννοιες κοινότητας. Όταν ήταν κανείς αντιμέτωπος μ’ αυτούς τους ρατσιστές μπάτσους και αυτόκλητους τιμωρούς, μετά τον τυφώνα Κατρίνα, η κολλεκτίβα Common Ground ενεπλάκη σε ένοπλη αυτοάμυνα, εμπνευσμένη από τους Μαύρους Πάνθηρες και άλλες ριζοσπαστικές ομάδες. Αυτές οι συγκρούσεις δεν υπάρχουν, επίσης, μόνο εξωτερικά: η CGC έπρεπε επίσης να αντιμετωπίσει με υποστηρικτές που έμοιαζαν να ενδιαφέρονται περισσότερο για έναν “τουρισμό της καταστροφής” παρά για τις προσπάθειές τους [της CGC] για ανακούφιση. Οι κοινότητες καταστροφής δεν θα είναι απελευθερωμένες από τον κυκεώνα της βίας που συνιστά την καθημερινή καταστροφή: μισογυνισμός, λευκή υπεροχή, ταξικές διακρίσεις, διακρίσεις με βάση την ικανότητα, ρατσισμός και πολυάριθμες τεμνόμενες μορφές καταπίεσης θα διαρρέουν, δυστυχώς, στην οργάνωσή τους. Οι κοινότητες καταστροφής θα πρέπει να μάθουν πώς να επιλύουν τα πράγματα διαφορετικά, κινητοποιώντας κοινωνικά εργαλεία και διαδικασίες λογοδοσίας που πολλοί ακτιβιστές αναπτύσσουν ήδη σήμερα.

Παράδεισος πέρα από την Κόλαση

Ο καπιταλισμός αισθάνεται άνετα με τις κοινότητες. Πολύ συχνά, ο όρος χρησιμοποιείται σαν ταμπέλα για την ανθεκτικότητα που ο ίδιος ο καπιταλισμός χρειάζεται για να επιβιώσει από τις συνηθισμένες και τις εξαιρετικές καταστροφές. Η κοινότητα ονοματίζει την συλλογικότητα απογυμνωμένη από κάθε μετασχηματιστική δύναμη.

Δεν μπορούμε να εγκαταλείψουμε την έννοια της κοινότητας συνολικά: μια τέτοια πρόταση θα ήταν αθεράπευτα ιδεαλιστική, δεδομένης της πολύ διάχυτης χρήσης του όρου. Αλλά να αναφερόμαστε σε κοινότητες καταστροφής, όπως αυτές τις οποίες συζητήσαμε παραπάνω, απλά ως “κοινότητες” σημαίνει να αρνούμαστε το δυναμικό τους, να τις προσδένουμε σε ένα παρόν στο οποίο είναι για πάντα αξιοθαύμαστες αλλά ποτέ μετασχηματιστικές.

Οπότε, επιμένουμε στον κομμουνισμό.

Εκεί που ο κομμουνισμός συχνά τίθεται στη βάση της υλικής αφθονίας που δημιουργήθηκε από την καπιταλιστική παραγωγή, ο κομμουνισμός της καταστροφής θεμελιώνεται στην αφθονία των κοινοτήτων της καταστροφής. Είναι μια κατάληψη των μέσων κοινωνικής αναπαραγωγής. Δεν μπορούμε, φυσικά, να περιμένουμε ότι κάθε αποτέλεσμα, που θα προκύψει, θα είναι άμεσα κομμουνιστικό (η ατομική ιδιοκτησία, για παράδειγμα, δεν καταργήθηκε σ’ εκείνες τις κοινότητες στην Πόλη του Μεξικού το 1985). Η χρήση από εμάς του όρου σηματοδοτεί την εκτεταμένη φιλοδοξία και επιχειρησιακότητα ενός κινήματος πέρα από συγκεκριμένες εκδηλώσεις, τη διάδοσή του στον χώρο και την συνεχιζόμενη ύπαρξή του πέρα από τις εξαιρετικές καταστροφές. Κατονομάζει τη φιλοδοξία να θεμελώσουμε τίποτα λιγότερο από ολόκληρο τον κόσμο πάνω στην αφθονία που βρίσκεται στην κοινωνική αναπαραγωγή της κοινότητας καταστροφής. Ως τέτοια, [η κοινότητα καταστροφής] πληροί τον ορισμό του κομμουνισμού που έχει δωθεί από τον Μαρξ: “το πραγματικό κίνημα που καταργεί την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων”.

Ο κομμουνισμός του κομμουνισμού της καταστροφής, λοιπόν, είναι μια παραβατική13 και μετασχηματική κινητοποίηση, χωρίς την οποία η εκδιπλωνόμενη καταστροφή της παγκόσμιας υπερθέρμανσης δεν μπορεί να και δεν θα σταματήσει. Είναι, ταυτόχρονα, ένα ξεδίπλωμα των πολλαπλών δομικών αδικιών που διαιωνίζονται και αντλούν ισχύ από την καταστροφή, και μια θέσπιση της διάχυτης συλλογικής ικανότητας να αντέχουμε και να ευδοκιμούμε σε έναν ραγδαία μεταβαλλόμενο πλανήτη. Είναι εξαιρετικά φιλόδοξος, απαιτώντας αναδιανομή των πόρων σε αρκετές κλίμακες· επανορθώσεις για την αποικιοκρατία και τη δουλεία· απαλλοτρίωση της ατομικής ιδιοκτησίας για τους αυτόχθονες λαούς· και την κατάργηση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων, μεταξύ άλλων μνημειωδών σχεδίων. Προφανώς, δεν βρισκόμαστε ακόμα εκεί. Αλλά, όπως επισημαίνει ο Ernst Bloch, αυτό τοόχι-ακόμαείναι επίσης στο παρόν μας. Στις συλλογικές μας αντιδράσεις στην καταστροφή, βρίσκουμε ότι πολλά από τα εργαλεία, για την κατασκευή αυτού του νέου κόσμου, υπάρχουν ήδη. Όταν η Solnit μιλά γι’ αυτό το συναίσθημα, που είναι “πιο βαρύ από την ευτυχία”, το οποίο εμψυχώνει τους ανθρώπους στον απόηχο της καταστροφής, συλλαμβάνει “μια σύντομη λάμψη του ποιοι άλλοι είμαστε εμείς οι ίδιοι και του τι άλλο μπορεί να γίνει η κοινωνία μας”. Ανάμεσα στα ερείπια, μέσα στο τρομερό άνοιγμα της διακοπής, αγωνιζόμενοι ενάντια στις συνθήκες που παράγουν και επιδιώκουν να κεφαλαιοποιήσουν αυτή τη διακοπή, είμαστε κοντά στο να ολοκληρώσουμε την αλλαγή, στη γενίκευση της γνώσης ότι τα πάντα – και ο καθένας – μπορεί να μετασχηματιστεί. Με άλλα λόγια, στη συλλογική αντίδραση στην καταστροφή, έχουμε μια έκλαμψη του πραγματικού κινήματος που θα μπορούσε, ακόμα, να καταργήσει την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://communemag.com/the-uses-of-disaster.

2 Η Out of the Woods είναι μια υπερατλαντική συλλογικότητα που γράφει εντός, εναντίον και πέρα από την καρδιά της οικοκτόνου αυτοκρατορίας. Διατηρούν έναν ημι-τακτικό ιστολόγιο στο Libcom και έχουν, επίσης, γράψει για το The New Inquiry, το The Occupied Times και το Base Magazine.

3 Στμ. Rebecca Solnit: Αμερικανίδα συγγραφέας και ακτιβίστρια, έχει εργαστεί σε εκστρατείες για το περιβάλλον και τα ανθρώπινα δικαιώματα από τη δεκαετία του 1980, ιδιαίτερα με το Western Shoshone Defense Project, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όπως περιγράφεται στο βιβλίο της Savage Dreams, καθώς και με ακτιβιστές ενάντια στον πόλεμο σ’ ολόκληρη την περίοδο της διακυβέρνησης Μπους. Έχει συζητήσει τα ενδιαφέροντά της σχετικά με την κλιματική αλλαγή και το έργο του 350.org και του Sierra Club, καθώς και για τα γυναικεία δικαιώματα, ιδιαίτερα τη βία κατά των γυναικών.

4 Στμ. Ο αγγλικός όρος στη μετεωρολογία είναι cells και αναφέρεται σε σχηματισμούς κυκλοφορίας των ατμοσφαιρικών μαζών.

5 Στμ. Μεταφράζουμε έτσι τον αγγλικό όρο attribution of recent climate change, μια προσπάθεια να διακριβωθούν επιστημονικά μηχανισμοί που ευθύνονται για την πρόσφατη παγκόσμια υπερθέρμανση και τις σχετιζόμενες κλιματικές αλλαγής στη Γη. Η προσπάθεια έχει εστιαστεί σε αλλαγές που παρατηρούνται στη διάρκεια της περιόδου της καταγραφής με όργανα των θερμοκρασιών, ιδιαίτερα τα τελευταία 50 χρόνια, που είναι η περίοδος κατά την οποία η ανθρώπινη δραστηριότητα έχει αναπτυχθεί γρηγορότερα από ποτέ και έχουν γίνει διαθέσιμες παρατηρήσεις για την ατμόσφαιρα πάνω από την επιφάνεια της Γης.

6 Στμ. Οι Pottawatomi είναι ένας αυτόχθονας λαός της Βόρειας Αμερικής στην περιοχή των Μεγάλων Πεδιάδων (της τεράστιας πεδινής περιοχής ανατολικά των Βραχωδών Ορέων που εκτείνεται από τις κοιλάδες του ποταμού Mackenzie στον Καναδά μέχρι το νότιο Τέξας), του πάνω τμήματος του ποταμού Μισσισίπι και της δυτικής περιοχής των Μεγάλων Λιμνών. Παραδοσιακά μιλούν τη γλώσσα Potawatomi, ένα μέλος της οικογένειας γλωσσών Algonquian. Τον 19ο αιώνα εκτοπίστηκαν από τις περιοχές τους στις Μεγάλες Λίμνες προς τα δυτικά και σήμερα είναι κυρίως εγκατεστημένοι στη Νεμπράσκα, το Κάνσας και την Οκλαχόμα (παλιότερα Ινδιάνικη περιοχή). Μερικές ομάδες επιβίωσαν στις Μεγάλες Λίμνες και αναγνωρίζονται σήμερα ως φυλές.

7 Στμ. Να σημειώσουμε εδώ ότι η έννοια της αλληλοβοήθειας αναπτύχθηκε από τον αναρχικό Πιοτρ Κροπότκιν, ο οποίος στο βιβλίο του “Αμοιβαία Βοήθεια: ένας παράγοντας στην εξέλιξη” διερεύνησε τη χρησιμότητα της συνεργασίας ως μηχανισμού επιβίωσης μέσα στα ζώα, προκειμένου να εξουδετερώσει τη σύλληψη της εξέλιξης ως έναν έντονο ανταγωνισμό για την επιβίωση μεταξύ των ατόμων που παρείχε η θεωρία του κοινωνικού δαρβινισμού.

8 Στμ. Στο πρωτότυπο: bricolage, γαλλική λέξη για ένα DIY (“do-it-yourself”) “φτιάξτο μόνος” πρότζεκτ, την κατασκευή ή δημιουργία ενός έργου από ένα φάσμα πραγμάτων που τυχαίνει να είναι διαθέσιμα ή ένα έργο που κατασκευάζεται χρησιμοποιώντας μικτά μέσα ή υλικά.

9 Στμ. Taíno ονομάζεται ένας αυτόχθονας λαός της Καραϊβικής. Την εποχή της επαφής με τους Ευρωπαίους στα τέλη του 15ου αιώνα, ήταν οι κύριοι κάτοικοι στο μεγαλύτερο τμήμα των νησιών Κούβα, Ισπανιόλα (σήμερα Δομινικανή Δημοκρατία και Αϊτή), Τζαμάικα, Πουέρτο Ρίκο, Μπαχάμες και Μικρές Αντίλλες. Ήταν ο πρώτος λαός από τον Νέο Κόσμο που συνάντησε ο Κολόμβος κατά το ταξίδι του το 1492. Η γλώσσα που μιλούσαν είναι η Taíno, γλώσσα της οικογένειας Arawakan. Υπάρχουν και σήμερα ομάδες ανθρώπων που ταυτίζονται ως Taíno, ιδιαίτερα μεταξύ των Πορτορικάνων, των Κουβανών, των Τζαμαϊκανών και των Δομινικανών τόσο στα νησιά όσο και στις ηπειρωτικές Ηνωμένες Πολιτείες.

10 Στμ. ICE, Immigration and Customs Enforcement, Υπηρεσία Μετανάστευσης και Τελωνείων, η διαβόητη υπηρεσία του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, υπεύθυνη για την εφαρμογή των αντιμεταναστευτικών πολιτικών των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι αποκλεισμοί που αναφέρει το κείμενο αφορούν ένα κύμα αποκλεισμών και καταλήψεων εγκαταστάσεων της ICE σ’ ολόκληρες τις ΗΠΑ από το κίνημα αλληλεγγύης με τους μετανάστες που εκδηλώθηκε το καλοκαίρι του 2018. Μπορείτε να δείτε περισσότερα σχετικά στο κείμενο: “Η εποχή των ‘Παγετώνων’ τελείωσε: σκέψεις πάνω στους αποκλεισμούς της ICE, των CrimeThinc. εδώ: https://inmediasres.espivblogs.net/againstice.

11 Στμ. Αποδίδουμε έτσι το buddy scheme, ένα σύστημα, εφαρμοζόμενο ιδιαίτερα στη Βρετανία, σύμφωνα το οποίο ένας νέος εργαζόμενος συνδέεται με έναν άλλο συγκεκριμένο εργαζόμενο με περισσότερη εμπειρία, στον οποίο μπορεί να απευθυνθεί για βοήθεια, συμβουλές ή εκπαίδευση.

12 Στμ. Η Harsha Walia είναι ακτιβίστρια και συγγραφέας με καταγωγή από τη Νότια Ασία που ζει στο Βανκούβερ του Καναδά, στις μη-παραδομένες περιοχές του Coast Salish της Βρετανικής Κολούμπια του Καναδά. Είναι γνωστή για την οργανωτική της δουλειά με την πρωτοβουλα No One Is Illegal, την επιτροπή Women’s Memorial March της 14ης Φεβρουαρίου, το Downtown Eastside Κένρτρο Γυναικών και αρκετές πρωτοβουλίες για τη δικαιοσύνη στη στέγαση στο Downtown Eastside.

13 Στμ. Στο πρωτότυπο: transgressive.

Για την απο-πολιτικοποίηση

του Asad Haider1,2

το κείμενο σε pdf

Η παγκόσμια κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε χαρακτηρίζεται από την αυξανόμενη πολιτικοποίηση των κοινωνικών κινημάτων, μια πλημμυρίδα νέων ανθρώπων κατευθύνονται προς την πολιτική, αλλά και μια όξυνση της επίγνωσης των παγίδων που κρύβουν οι πολιτικοί θεσμοί εντός του στάτους κβο. Ο ισχυρισμός, επομένως, θα φανεί κάπως παραδοξολογικός. Προτείνω ότι η κατάστασή μας θα πρέπει να γίνει κατανοητή όχι μόνο με όρους μιας επαναναδυόμενης ριζοσπαστικής πολιτικής αλλά, επίσης, και δίνοντας προσοχή στη βλαβερότητα του αντίθετού της: το πλαίσιο της αποπολιτικοποίησης.

Τι είναι η αποπολιτικοποίηση; Ποιο είναι το αποτέλεσμά της στην ανάπτυξη των κινημάτων και των οργανώσεων; Πώς μπορούν να πολεμηθούν οι τάσεις αποπολιτικοποίησης;

Η αποπολιτικοποίηση έχει ως παγκόσμια και ιστορική της συνθήκη την αποτυχία των επαναστάσεων του 20ου αιώνα και την κλειστότητα της επαναστατικής μορφής του κόμματος και της μετεπαναστατικής μορφής του σοσιαλιστικού κόμματος-κράτους. Υπάρχουν επίσης και τοπικές και πιο σύγχρονες συνθήκες, στις οποίες θα επανέλθουμε αργότερα.

Ας είμαστε ξεκάθαροι όσον αφορά τις επιτυχίες αυτών των επαναστάσεων: η ανατροπή των παλιών καθεστώτων, η εκδίωξη των ιμπεριαλιστών και η εκκίνηση διεθνών επαναστατικών διαδικασιών. Όπως το θέτει ο Alain Badiou, οι επαναστάσεις παρακινούνταν από την “κομμουνιστική υπόθεση”, η οποία λέει: “ο υπάρχων κόσμος δεν είναι αναγκαίος”. Δεν είναι αναγκαίο η ανθρώπινη ζωή να είναι υποταγμένη στο κράτος και την αγορά.

Παρ’ όλα αυτά, καμμιά από αυτές τις επαναστάσεις δεν κατάφερε να προχωρήσει στη μετάβαση σε ένα άλλο είδος κοινωνίας. Η σοσιαλιστική οικοδόμηση δεν μας έδωσε τον κομμουνισμό.

Δυστυχώς, οι περισσότερες από τις προσπάθειες να αντιμετωπίσουμε αυτή την ιστορία αποτυχίας είναι διάφορες μορφές άρνησης. Υπάρχει η συνήθης φιλελεύθερη άποψη που λέει ότι οποιαδήποτε προσπάθεια να αλλάξουμε τον κόσμο θα καταλήξει σε καταστροφή, συνεπώς το πρότζεκτ του σοσιαλισμού είναι καταδικασμένο από την αρχή. Και αυτή η ίδια άποψη επαναλαμβάνεται, ουσιαστικά, από συγκεκριμένες αριστερίστικες απόψεις καθαρότητας που ασκούν κριτική στα σοσιαλιστικά πειράματα από την πλεονεκτική θέση ενός φανταστικού κόσμου: ενός κόσμου στον οποίο κάποιος άλλος ήταν επικεφαλής και πήρε καλλίτερες αποφάσεις, ή έναν κόσμο στον οποίο μια επανάσταση έγινε σε μια άλλη χώρα με κάποιον άλλο τρόπο.

Αλλά δεν μπορούμε να ξαναγράψουμε την ιστορία επιλεκτικά· πρέπει να αντιμετωπίσουμε την ιστορία έτσι όπως συνέβη. Πρέπει να μπορέσουμε να καταλάβουμε ταυτόχρονα ότι οι μεγάλες επαναστάσεις του 20ου αιώνα ήταν μείζονα γεγονότα στην ανθρώπινη ιστορία, που άλλαξαν θεμελιακά το τι ήταν εφικτό, αλλά και ότι οι προσπάθειες που έγιναν, ως συνέπεια αυτών των επαναστάσεων, κατέληξαν σε αποτυχία.

Η πολιτική υπάρχει σε συγκεκριμένες ακολουθίες που έχουν μια αρχή κι ένα τέλος· φτάνουν σε ένα τέλος όταν οι υπάρχουσες διαδικασίες και σκοποί των πολιτικών έχουν εξαντληθεί. Σ’ αυτή τη στιγμή [του τέλους] υπάρχουν δυο κίνδυνοι.

Ο πρώτος είναι αν το τέλος μιας πολιτικής ακολουθίας γίνεται κατανοητό ως ένδειξη της ματαιότητας και της διαφθοράς του όλου χειραφετητικού σχεδίου, που σημαίνει διάφορες μορφές προδοσίας.

Ο δεύτερος, αν υπάρχει μια επιμονή στη συνέχιση αυτού του είδους πολιτικής που προσιδιάζει σε μια ιστορική κατάσταση που δεν υπάρχει πια, κάτι που ανάγει την πολιτική σε καθαρή νοσταλγία και ευσεβή πόθο.

Μπορούμε να τα περιγράψουμε αυτά ως διάφορες μορφές αποπολιτικοποίησης. Το ιστορικό πλαίσιο της αποπολιτικοποίησης δεν είναι μια περίοδος, που είναι η έκφραση μιας συνολικότερης ιστορικής προόδου – είναι μάλλον η συνέπεια της αρχής και του τέλους μια συγκεκριμένης διαδικασίας, και τόσο η αρχή όσο και το τέλος είναι ενδεχομενικά φαινόμενα. Πρέπει να τονίσουμε αυτή την πραγματικότητα αν θέλουμε να δούμε την αποπολιτικοποίηση ως κάτι που μπορεί να ξεπεραστεί: το τέλος της επαναστατικής στιγμής δεν ήταν προδιαγεγραμμένο αλλά το αποτέλεσμα πράξεων, ατυχημάτων, “περιστάσεων”.

Μέσα στο ιστορικό πλαίσιο της αποπολιτικοποίησης, η κομμουνιστική υπόθεση βγήκε από την οπτική, ακόμα και μεταξύ σοσιαλιστών. Πολλοί σύγχρονοι σοσιαλιστές πιστεύουν ότι αυτός ο κόσμος είναι “αναγκαίος”. Μια πολύ ισχυρή σοσιαλιστική άποψη διακηρύσσει ότι το κράτος και η αγορά είναι αναγκαία και ότι η ανθρώπινη ζωή δεν μπορεί να νοηθεί πέρα από αυτά. Αυτό είναι το πιο σοβαρό ζήτημα για τους σοσιαλιστές σήμερα. Δεν είναι μια αντιπαράθεση σχετικά με τον “ρεφορμισμό”, που υπό τους παρόντες πολιτικούς περιορισμούς είναι πολύ δύσκολο να ορίσει κανείς. Είναι μια θέση για την αναγκαιότητα της υπάρχουσας πραγματικότητας.

Αναμφισβήτητα, οι σοσιαλιστές αντιπαρατίθενται για ζητήματα στρατηγικής που άπτονται αυτού του ζητήματος: για το αν θα συμμετάσχουν στις εκλογές, για το αν θα αφιερώσουν πόρους στην οργάνωση κοινοτήτων, για το αν θα σχηματίσουν συνασπισμούς με άλλες ομάδες. Αυτά τα ερωτήματα προσιδιάζουν σε συγκυρίες, και οι παράμετροί τους είναι ιδαίτερα ασυνήθιστες στις Ηνωμένες Πολιτείες, στις οποίες ο σοσιαλισμός είναι ιδιαίτερα αδύναμος.

Αυτός είναι ο λόγος που είναι σημαντικό ότι πολύς κόσμος εισήχθη στο όνομα “σοσιαλιστής”, στο πλαίσιο των πρόσφατων αστικών εκλογών. Δεν υπάρχει κάτι λάθος σχετικά μ’ αυτό καθαυτό· αντιπροσωπεύει ένα βήμα προς τα μπροστά. Η παρουσία σοσιαλιστών στις εκλογές έπαιξε τον ρόλο της “ομιλίας μέσα από το παράθυρο”, όπως είπε το γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα: πέρασαν ένα μήνυμα στον κόσμο μέσα στον χώρο στον οποίο η κυρίαρχη ιδεολογία έχει περιορίσει την πολιτική (τις εκλογές).

Την ίδια στιγμή, αυτή είναι η τοπική και σύγχρονη συνθήκη της αποπολιτικοποίησης. Οι όροι της πολιτικής τίθενται από το κράτος. Η αποτυχία των Δημοκρατικών να αποτρέψουν την κρίση στο κόμμα τους, με την εκλογή Τραμπ, διέλυσε τις πολιτικές προσδοκίες. Αντέδρασαν προσωποποιώντας τον εχθρό στο σώμα του Τραμπ, επιτρέποντάς του να απορροφήσει τη στάση της αντιπολίτευσης και συνεπώς να περικλείσει κάθε άλλη αντιπολιτευτική στάση. Το να είναι κανείς μέλος της “Αντίστασης” ήταν για κάποιο διάστημα μια πρόταση χωρίς περιεχόμενο· τώρα, ακόμα και η προσποίηση της αντίστασης έχει δώσει τη θέση της σε έναν οπορτουνισμό που είναι τόσο δειλός όσο και άχρηστος. Παραμένει να δούμε αν η διαφωνία που αντιπροσωπεύεται από τον Σάντερς θα μπορέσει να συνεχίσει, αντέχοντας το συντριπτικό θεσμικό βάρος αυτού του οπορτουνισμού. Αυτό που είναι φανερό, ιδιαίτερα στο φως της πρόσφατης εκλογικής τύχης του Εργατικού Κόμματος στο Ηνωμένο Βασίλειο, είναι ότι αν η μαζική πολιτική οργάνωση εξαντλείται η ίδια σε μια μοναδική εκλογική εκστρατεία, ο σοσιαλισμός θα εμπλακεί σε μια ζοφερή πάλη για επιβίωση στη διάρκεια της δεύτερης θητείας του Τραμπ.

Κάποιοι ερμηνεύουν αυτό το σενάρια ως ένα κάλεσμα για περισσότερο ριζοσπαστισμό, υιοθετώντας, συνεπώς, μια θέση πέρα από τη σοσιαλιστική, χρησιμοποιώντας ακόμα και τη λέξη “κομμουνιστής”. Αλλά ακόμα και η στάση ενός εντονότερου ριζοσπαστισμού δεν σημαίνει απαραίτητα τη διατήρηση της κομμουνιστικής υπόθεσης. Τέτοιες διακηρυγμένες απόψεις μπορεί να εξακολουθούν να υπάρχουν δίπλα-δίπλα με μια εντελώς συναισθηματική επένδυση στην αναγκαιότητα του υπάρχοντος κόσμου. Θα ταυτοποιήσω τέσσερις μορφές συναισθηματικής επένδυσης, αν και μπορεί να υπάρχουν και άλλες:

  1. Την ευθυγράμμιση με φράξιες που καθορίζονται και κυβερνώνται στο υψηλότατο γραφειοκρατικό επίπεδο, το οποίο περιχαράσσει πολιτικές απόψεις και ενέργειες.
  2. Τον σχηματισμό μιας πολιτικής ιδεολογίας στη βάση ad hoc απόψεων – συναισθηματικά καθορισμένων, ή στη βάση του ποιος έχει αυτές τις απόψεις ή τις αντίθετές τους, μάλλον, παρά ορθολογικά – κάτι που κάνει υποτελή κάθε ουσιαστική πολιτική ή στρατηγική συζήτηση.
  3. Την χρήση των κοινωνικών μέσων για την παρουσίαση3 των πολιτικών απόψεων, βγάζοντας εσωτερικά ζητήματα αριστερών οργανώσεων στα εργαλεία των ΜΜΕ του εχθρού και υπομομεύοντας την ελευθερία σκέψης και συζήτησης εντός αυτών των οργανώσεων (θα προσθέσω, αν και αυτή τη στιγμή δεν είναι δυνατόν να αναπτύξω αυτό το σημείο, ότι αυτή η παρουσίαση απόψεων λειτουργεί με μια ταχύτητα που δεν μπορεί να ευθγραμμιστεί με τις διαδικασίες που απαιτεί η πολιτική οργάνωση).
  4. Εμμονή με πολιτικές και κοινωνικές ταυτότητες που δεν είναι στην πραγματικότητα διαφορετικές μεταξύ τους. Κάποιος μπορεί είτε να εκθειαστεί είτε να καταδικαστεί για μια συγκεκριμένη ταυτότητα, η οποία είναι προφανώς διακριτή όταν σχετίζεται με κοινωνικά αποδιδόμενες κατηγορίες όπως η φυλή ή το φύλο, αλλά είναι επίσης ενεργή στην αμφισβήτηση πολιτικών ταμπελών που δεν αναφέρονται σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη πολιτική διαδικασία – όροι όπως “σοσιαλιστής” ή “κομμουνιστής” γίνονται, οι ίδιοι, κάτι ελάχιστα περισσότερο από ταυτότητες των οποίων το περιεχόμενο αστυνομεύεται.

Με τι απομένουμε λοιπόν όταν η κομμουνιστική υπόθεση δεν διατηρείται;

Ας ονομάσουμε την θέση που παραμένει διαθέσιμη “προσαρμογή”. Μπορεί να σημαίνει τροποποίηση, προσαρμογή των πραγμάτων μέσα στις παραμέτρους της υπάρχουσας κατάστασης. Σημαίνει, όμως, επίσης και την προσαρμογή κάποιου στον κόσμο που υπάρχει.

Στις οργανώσεις, η διαδικασιολογία4 είναι η κύρια μορφή προσαρμογής. Αφού η δημοκρατία είναι η κυρίαρχη άποψη, η διαδικασιολογία σημαίνει μια φορμαλιστική αφοσίωση στη δημοκρατία που δεν αναγνωρίζει την αυτοοργάνωση ως μια αρχή με νόημα. Οι σύγχρονες οργανώσεις είναι ανεξάρτητες από οποιοδήποτε κόμμα-κράτος και η κρατική εξουσία δεν διακυβεύεται. Έτσι, αυτό που απομένει ως διακύβευμα είναι η συνέπεια της εσωτερικής γραφειοκρατίας της οργάνωσης, η οποία ελέγχει τη ροή της επικοινωνίας, την εκταμίευση των χρημάτων και υπαγορεύει, σε διάφορους βαθμούς, αποφάσεις που καθορίζονται από αντιπροσώπους οι οποίοι αντιπροσωπεύουν συμφέροντα διαφόρων φραξιών σχετικά με πολιτικές θέσεις. Σε μια μικρής κλίμακας επανάληψη του κοινοβουλευτισμού, η υποτιθέμενη δημοκρατική διαδικασία λήψης αποφάσεων είναι το πεδίο της μεσίτευσης των διαφόρων ομάδων συμφερόντων.

Γιατί απομένουμε μόνο με την προσαρμογή, με την κομμουνιστική υπόθεση να αποκλείεται, φαινομενικά, εκ των προτέρων;

Θα δώσω τρεις λόγους.

  1. Δεν έχουμε μετάδοση της υπόθεσης. Στην ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος στην Αλαμπάμα της δεκαετίας του 1930 – που την εποχή εκείνη ήταν ένας μυστικός ένοπλος πυρήνας σχεδόν αποκλειστικά με μαύρα μέλη – ο Robin D.G. Kelley μας λέει για έναν “’μεγαλύτερο’ σύντροφο” που ακούστηκε να λέει σε έναν νεαρό στρατολογημένο: “Δεν υπάρχει κανείς μας εδώ που να γεννήθηκε Κομμουνιστής· το μάθαμε και δεν είναι εύκολο να το μάθει κανείς”. Παρά τις μεγάλες διαφορές στην τυπική εκπαίδευση, οι κομμουνιστές εδραίωσαν μορφές μετάδοσης: “το Κόμμα σχημάτισε ομάδες μελέτης που διάβαζαν έργα στην μορφή μπροσούρας, που περιελάμβαναν από το Negro Liberation του James Allen και το Τι να κάνουμε του Λένιν μέχρι το Κομμουνιστικό Μανιφέστο των Μαρξ και Ένγκελς. Μέχρι τα μέσα του 1934, η κομματική ομάδα του Bessemer είχε ορίσει ένα μισάωρο σε κάθε συνάντηση για μελέτη – δεκαπέντε λεπτά για ανάγνωση μεγαλόφωνα και δεκαπέντε λεπτά αφιερωμένα σε συζήτηση”. Το ότι οι όροι “σοσιαλιστής” και “κομμουνιστής” δεν προχωράνε σε κάτι περισσότερο από ταμπέλες ταυτοτήτων οφείλεται σε όχι μικρό βαθμό στην απουσία μετάδοσης – σε μια μορφή που η πολιτική εκπαίδευση μεταδίδεται στις συγκεκριμένες πλευρές μιας πολιτικής πρακτικής.
  2. Δεν παράγουμε εξισωτικές μορφές. Οι μορφές εξίσωσης είναι σπάνιες και προκύπτουν από πειράματα. Η γραφειοκρατική αντίληψη της οργάνωσης ανθίσταται στα πειράματα. Όπως λέει η Ρόζα Λούξεμπουργκ στην ανάλυσή της για τη μαζική απεργία: “Η δύσκαμπτη, μηχανική γραφειοκρατική αντίληψη δεν μπορεί να συλλάβει την πάλη παρά μόνο ως το προϊόν οργάνωσης σε ένα συγκεκριμένο στάδιο της δύναμής της. Αντίθετα, η ζωντανή, διαλεκτική εξήγηση κάνει την οργάνωση να αναδύεται ως προϊόν της πάλης”. Όταν η οργανωτική μορφή επιβάλλεται μηχανικά, σύμφωνα με την ύπαρξη μοντέλων που καθορίζονται από γραφειοκρατική νοσταλγία, τότε αποκλείει τη δυνατότητα της συλλογικής μορφής δράσης που αντιπροσωπεύει την ίση ικανότητα καθενός για σκέψη.
  3. Δεν συλλαμβάνουμε άλλους κόσμους. Για να χρησιμοποιήσουμε την διατύπωση του Sun Ra: “Υπάρχουν άλλοι κόσμοι για τους οποίους δεν σου έχουν πει”. Αυτοί είναι οι κόσμοι στους οποίους είναι δυνατός ένας υποκειμενικός προσανατολισμός: στους οποίους είναι δυνατόν να πάρει κανείς μια απόφαση για ένα γεγονός που φέρνει κάτι καινούριο. Αυτό είναι ακριβώς που είναι αδύνατον στον κόσμο του καπιταλισμού και του κοινοβουλευτισμού, που αυτή τη στιγμή περιορίζουν την ύπαρξή μας.

Η σύγχρονη αριστερά έχει βαλτώσει σε κυκλικές διαμάχες και διαμάχες που την εξασθενίζουν, οι υλικές συνέπειες των οποίων είναι αμφισβητήσιμες, και οι οποίες μόνο μοιάζουν να ενισχύουν το βιτριόλι που τις συνοδεύει. Αυτό που συσκοτίζεται, από την συναισθηματική ένταση αυτών των διαμαχών, είναι ότι στην απουσία ενός καθοδηγητικού πολιτικού προσανατολισμού, δεν ανιπροσωπεύουν κάτι περισσότερο από μορφές προσαρμογής στον υπάρχοντα κόσμο και, συνεπώς, μια επένδυση σ’ αυτό που υπάρχει. Είναι αδύνατο να δράσουμε πραγματικά μέσα σ’ αυτή τη συνθήκη αποπολιτικοποίησης. Ας επιβεβαιώσουμε, λοιπόν, την απόλυτη αναγκαιότητα να αναζωογονήσουμε και να μεταδώσουμε την υπόθεση ότι αυτός ο κόσμος δεν είναι αναγκαίος. Υπό την καθοδήγηση αυτής της υπόθεσης μπορούμε, ίσως, να αρχίσουμε να καθορίζουμε ποιοι νέοι τρόποι πολιτικής είναι δυνατοί.

 

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://www.viewpointmag.com/2019/12/16/on-depoliticization.

2 Ο Asad Haider είναι συντάκτης του Viewpoint και συγγραφέας του βιβλίου Mistaken Identity: Anti-Racism and the Struggle Against White Supremacy (Verso, Spring 2018).

3 Στμ. Στο πρωτότυπο: performance.

4 Στμ. Στο πρωτότυπο: proceduralism, η απόδοση έμφασης, η εστίαση στις διαδικασίες.

Δέκα σημειώσεις για την επαναστατική προοπτική

Barbaria1

το κείμενο σε pdf

Οι σημειώσεις αυτές σκοπεύουν να ανταποκριθούν σε δυο ιστορικές ανάγκες μέσα από τις οποίες επαναστατικές μειοψηφίες έχουν σκεφτεί τα καθήκοντά τους. Από τη μια πλευρά, ο κομμουνισμός είναι ένα πραγματικό κίνημα που καταργεί την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων. Όταν μιλάμε για την επανάσταση, την τάξη ή το κόμμα, μιλάμε για πραγματικότητες που ανδύονται μέσα από τις αντιφάσεις του κεφαλαίου, από τα ίδια τα θεμέλια της καπιταλιστικής κοινωνίας, από κοινωνικούς ανταγωνισμούς που αναπτύσσονται, όπως το ηφαιστειακό μάγμα, από τη σταθερή συσσώρευση υλικών και κοινωνικών αντιθέσεων. Αυτές οι αντιθέσεις προκαλούν τη σύγκρουση ανάμεσα στις τάξεις, η οποία συμβαίνει πολύ πιο γρήγορα στα ίδια τα γεγονότα απ’ ό,τι στο μυαλό των πρωταγωνιστών της. Με άλλα λόγια, το είναι προηγείται της συνείδησης. Από την άλλη, επαναστατικές μειοψηφίες έχουν πάντα προσπαθήσει να αναλύσουν και να κατανοήσουν την ιστορική περίοδο, με την παγκόσμια και διεθνή έννοιά της, στην οποία βρίσκονται.

Αυτό είναι που σκοπεύουμε να κάνουμε στο παρόν ημι-επεξεργασμένο υλικό, στο οποίο ισχυριζόμαστε ότι μπαίνουμε σε μια νέα περίοδο ανόδου της ταξικής πάλης, μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από την ανάκτηση της ιστορικής εμπειρίας του προλεταριάτου μέσω μιας εντατικοποίησης της ταξικής πάλης.

1) Η επανάσταση είναι ένα φυσικό γεγονός, ένας κοινωνικός ιονισμός, μια έκφραση μέσω γεγονότων που συγκροτεί την τάξη στη διαδικασία ενίσχυσής της ως ένα κόμμα. Η πραγματική διαδικασία είναι αυτή που μπορεί να την συνδέσει [την επανάσταση] με το ιστορικό της νήμα και της επιτρέπει να επανασυνδεθεί με το κομμουνιστικό της πρόγραμμα.

2) Από την άλλη πλευρά, το να γίνει η επανάσταση κομμουνισμός, δηλαδή καθολική ανθρώπινη κοινότητα, είναι η μόνη ρεαλιστική δυνατότητα για την αποφυγή της ανθρώπινης και πολιτισμικής κατάρρευσης στην οποία θέλει να μας οδηγήσει το κεφάλαιο.

3) Είναι σημαντικό να τοποθετήσουμε αυτή τη δυνατότητα στην ιστορική περίοδο της ταξικής πάλης. Η επανάσταση δεν θεσπίζεται από την απλή επιθυμία ή βούληση ενός κόμματος, αλλά είναι ακριβώς η τάξη που συγκροτείται ως τέτοια. Από αυτή την άποψη, είναι σημαντικό να ξεχωρίσουμε τις εξαιρετικές ιστορικές στιγμές στις οποίες η κοινωνική ειρήνη του καπιταλισμού, ο φετιχισμός του για το εμπόρευμα και τη δημοκρατία, η συγκρότησή του σε αντεπαναστατική δύναμη διαρρηγνύεται με έναν γενικευμένο και βαθύ τρόπο.

Αυτές οι επαναστατικές περίοδοι (που δεν μπορούν να διαχωριστούν από την αντεπανάσταση που προετοιμάζουν άμεσα οι δυνάμεις του κεφαλαίου) εκφράστηκαν σε τρία επαναστατικά κύματα στα οποία το προλεταριάτο προσπάθησε να καταστρέψει την ταξική κοινωνία, μέσω της διαδικασίας της συγκρότησης της σε τάξη και κόμμα. Ένα πρώτο κύμα από το 1848 μέχρι το 1851 που επιτέθηκε σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο και έζησε την αποκορύφωσή του στους αγώνες του παριζιάνικου προλεταριάτου τον Ιούνιο του 1848, και αναλύθηκε τόσο καλά από το κόμμα μας σε κείμενα όπως Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία ή Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη (υπήρξαν επίσης και προηγούμενες απόπειρες όπως αυτές του 1930 στη Γαλλία ή το κίνημα των Λουδιτών στο Ηνωμένο Βασίλειο και πολλές άλλες ακόμα). Το δεύτερο επαναστατικό κύμα ήταν του 1917-1923 το οποίο είχε προηγούμενες στιγμές στις μαζικές απεργίες του 1904-1905 στο Βέλγιο, τη Γερμανία, την Ολλανδία και ιδιαίτερα, τη Ρωσία, ή την επανάσταση στο Μεξικό το 1910. Αυτό το δεύτερο κύμα τελείωσε με το προλεταριάτο στα οδοφράγματα του Μαΐου του 1937 στη Βαρκελώνη· και, τέλος, το τρίτο επαναστατικό κύμα που διατρέχει τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 και τελείωσε όταν το προλεταριάτο στην Πολωνία ηττήθηκε το 1980.

4) Ο εντοπισμός αυτών των περιόδοων γενίκευσης και επέκτασης της προλεταριακής πάλης στη διαδικασία συγκρότησης της τάξης, ρήξης με τον φετιχισμό του εμπορεύματος και της δημοκρατίας, είναι πολύ σημαντικός. Από την μια πλευρά, μας τοποθετεί σε πραγματικές διαδικασίες που συμβαίνουν, της φυσικής συγκρότησης της τάξης και, από την άλλη, μας βοηθούν να αποφύγουμε τον τυπικό βολονταρισμό της αριστεράς του κεφαλαίου.

Αυτές είναι στιγμές στις οποίες η εξατομίκευση και ο διαχωρισμός των πολιτών διαρρηγνύονται, στις οποίες οι προλετάριοι τείνουν να ενωθούν και να αγωνιστούν για τα άμεσα και ιστορικά συμφέροντά τους, στις οποίες αρχίζουν να εφαρμόζουν τις ίδιες πρακτικές και τις ίδιες εμπειρίες που εφάρμοσαν τα ταξικά αδέλφια τους σε άλλες εποχές και τόπους. Αυτό είναι που πραγματικά μπορεί να μας επιτρέψει (και χωρίς καμμιά θεία επιφοίτηση) να ξαναπιάσουμε το προγραμματικό νήμα του παρελθόντος και να το βαθύνουμε. Είναι αυτό που μας επιτρέπει να καταλάβουμε το άχαρο καθήκον που οι κομμουνιστές και οι επαναστατικές μειοψηφίες αναλαμβάνουν σε καιρούς αντεπαναστατικούς, όταν πηγαίνουμε κόντρα στο ρεύμα της τάξης μας. Στις στιγμές ανόδου της τάξης, συγκρότησης και ενίσχυσης του προλεταριάτου, υπάρχει μια αντιστροφή της πράξης όταν εκατομμύρια προλετάριοι είναι πρωταγωνιστές του κομμουνιστικού προγράμματος, που γίνεται κατανοητό ως πραγματικές θέσεις και όχι ως ιδεολογικές αρχές.

5) Είναι σημαντικό να τοποθετήσουμε τις αντεπαναστατικές περιόδους, περιόδους φυσικής και ιδεολογικής ήττας του προλεταριάτου που μοιάζουν να το κατανικούν οριστικά και που έχουν προκαλέσει αναμφισβήτητες συνέπειες πάνω του. Όμως, η επανάσταση, ως μια έκφραση του κομμουνισμού στην εποχή του κεφαλαίου, επιστρει και εγείρετα ξανά και ξανά σαν Προμηθέας. Είναι σημαντικό να καταλάβουμε και να βιώσουμε τον ακανόνιστο χαρακτήρα της προλεταριακής πάλης, που σαν τον παλιό τυφλοπόντικα περνά τον περισσότερο χρόνο του σκάβοντας βαθιά μέσα στην κρούστα/κατακάθια του κεφαλαίου, ώστε να μην πέσει στις επανερχόμενες διαρκώς σοσιαλδημοκρατικές ιδεολογίες που αρνούνται, στην καιρό της κοινωνικής ειρήνης, τη δυνατότητα της επανάστασης και την πραγματικότητα της τάξης…Εν ολίγοις, την ψευδή αιωνιότητα του κεφαλαίου.

6) Πρέπει να αναλύσουμε την ιστορική ιδιαιτερότητα κάθε ιστορικής περιόδου και των διαφορετικών φάσεών της. Για παράδεγμα, μιλώντας για αντεπαναστατικές περιόδους, η τωρινή στιγμή δεν είναι η ίδια με τις δεκαετίες του 1940 και του 1950 στον 20ο αιώνα, που ήταν η ιστορική στιγμή κατά την οποία η τάξη μας ήταν εξαιρετικά αποδομημένη εξαιτίας των υλικών αποτελσμάτων διαφόρων αντιθέσεων και αστικών διχοτομιών: φασισμός, Μπολσεβικισμός/Σταλινισμός, Δυτικές δημοκρατίες, Τριτοκοσμισμός κλπ. Τη δεκαετία του 1960 υπήρξε ένα τρίτο επαναστατικό κύμα τα αποτελέσματα του οποίου φάνηκαν σε ολόκληρη τη δεκαετία του 1970. Τη δεκαετία του 1980, αν και σε ένα επίπεδο χαμηλότερης έντασης, υπήρξαν σημαντικά στοιχεία της ταξικής πάλης (για παράδειγμα οι αγώνες στην περιοχή της Ισπανίας το διάστημα 1986-1987 ή το λεγόμενο Caracazo2 στη Βενεζουέλα) που υποχώρησαν στη δεκαετία του 1990 και που μπορούν επίσης να παρατηρηθούν στην κρίση ή τη διάλυση πολλών επαναστατικών μειοψηφιών εκείνης της περιόδου. Εν πάσει περιτπώσει, δεν είναι ένα συγκρίσιμο φαινόμενο (παρά τον δημοκρατικό κρετινισμό εκείνης της περιόδου) με αυτό των δεκαετιών του 1940 και 1950.

Γενικά, μπορούμε να μιλήσουμε για συμπυκνωμένες περιόδους επανάστασης και αντεπανάστασης, τέτοιες όπως αυτές που περιγράψαμε μέχρι τώρα, και φάσεις μικρότερης έντασης της ταξικής πάλης και της επανάστασης. Στην πρώτη περίπτωση μπορούμε να βρούμε τα παραδείγματα της περιόδου ανάμεσα στο 1864 και το 1871, όταν η τάξη έτεινε να οργανωθεί σε κόμμα μέσα από την Πρώτη Διεθνή, η οποία φτάνει στο αποκορύφωμά της το 1871 με την Παρισινή Κομμύνα. Ένα παράδεγμα αντεπαναστατικής υποτροπής θα ήταν ολόκληρη η περίοδος της δεκαετίας του 1990 στον 20ο αιώνα: αν και η ταξική πάλη ήταν ακόμα ζωντανή, το προλεταριάτο βρισκόταν σε μια γενικά δυσμενή κατάσταση. Συνοπτικά, έχουμε συμπυκνωμένες διαδικασίες επαναστατικών ανόδων, αντεπαναστατικές περιόδους που προκύπτουν από την φυσική και ιδεολογική ήττα του προλεταριάτου και μεταβατικές περιόδους (καθοριστικές περιόδους), στις οποίες η αυτοδραστηριότητα και η ταξική πάλη ανακτώνται και που μπορούν να προετοιμάσουν πιο έντονες επαναστατικές στιγμές. Γενικά, η επανάσταση και η αντεπανάσταση είναι πάντα πιο έντονες. Και, πάνω απ’ όλα, η επανάσταση τείνει να συγχρονίζεται όλο και περισσότερο σε παγκόσμια κλίμακα.

7) Για μας, η τάξη έχει έναν διπλό καθορισμό που παρουσιάζουμε ξεχωριστά για λόγους ευκολίας. Το προλεταριάτο “αιωρείται στον ρεύμα του αέρα”, επειδή η αναπαραγωγή του δεν είναι εγγυημένη μέσα από τους υλικούς δεσμούς με τη ζωή, και το προλεραριάτο είναι μια τάξη που συγκροτείται στο κίνημα που αντιτίθεται σ’ αυτόν τον κόσμο. Είναι δράση και δραστικότητα/ικανότητα [ενεργεία και δυνάμει] με έναν αδιαχώριστο τρόπο. Μιλάμε για το ίδιο κίνημα, που η σοσιαλδημοκρατία διαχωρίζει σε οικονιμία και πολιτική, στην τάξη διεαυτήν και την τάξη καθεαυτήν3. Η επισφαλής θέση του, το γεγονός ότι μετεωρίζεται στον “αεραγωγό” αν αποτύχει να πουλήσει την εργατική του δύναμη, συνεπάγεται έναν ανταγωνισμό απέναντι στο κεφάλαιο, την κατηγορική αντίθεσή του. Υπάρχει, λοιπόν, ένας ανταγωνισμός ανάμεσα στις ανθρώπινες ανάγκες και τις κατηγορίες του κεφαλαίου. Αυτό είναι που μας κάνει να ισχυριζόμαστε με έμφαση ότι το είναι του προλεταριάτου, ως επιβεβαίωση των ανθρώπινων αναγκών του, είναι η άρνηση των κατηγοριών του κεφαλαίου, ως επιβεβαίωσης της ανθρώπινης κοινότητας. Αυτός είναι ο λόγος που ο κομμουνισμός είναι ένα πραγματικό κίνημα.

8) Μ’ αυτή την έννοια, είναι σημαντικό να πολεμήσουμε τις ιδεολογίες της ήττας που εκφράζουν έναν αντεπαναστατικό ρόλο σήμερα, είτε μέσω της άρνηση της ύπαρξης του προλεταριάτου και της πρότασης μιας αδύνατης αφαίρεσης σ’ αυτόν τον κόσμο, είτε ανάγοντας την τάξη σε έναν απλό τροχό του κεφαλαίου – που αγωνίζεται εναντίον του αλά δεν θα το αρνηθεί ποτέ – ή ανάγοντάς το σε μια ακόμα πραγματικότητα μεταξύ άλλων, ώστε ο γενικός αγώνας να θεωρείται ως ένα άθροισμα ειδικότερων και συγκεκριμένων αγώνων: ταξικοί αγώνες, φεμινιστικοί αγώνες, περιβαλλοντικοί αγώνες, αντιρατσιστικοί αγώνες κλπ.

Αυτές οι ιδεολογίες τείνουν να συγχέουν την άμεση φάση με την ιστορική διαδικασία και, πάνω απ’ όλα, ανάγουν την επανάσταση σε ένα ιδεολογικό γεγονός, καθαρής πεποίθησης ή ατομικής επιλογής, και όχι σε μια υλική και φυσική πραγματικότητα που αναδύεται από την μη αναστρέψιμη αντίθεση ανάμεσα στις ανθρώπινες ανάγκες και το κεφάλαιο.

Η τάξη η συγκροτημένη σε κόμμα δεν γεννιέται από μια βολονταριστική επιλογή ή από ένα στατιστικό και κοινωνιολογικό σύνολο, αλλά από την υλική διαδικασία της επιβεβαίωσης ως τάξης, που παίρνει το ιστορικό νήμα και τις θέσεις που την ισχυροποιούν ώστε να επιτελέσει το καθήκον της.

9) Είμαστε στην ιστορική στιγμή της εξάντλησης του κεφαλαίου ως μιας κοινωνικής σχέσης, επειδή φτάνει ιστορικά τα εσωτερικά όρια της ανάπτυξής του. Το κεφάλαιο, από τους εσωτερικούς του μηχανισμούς, θα καταστρέφει όλο και περισσότερους προλετάριους σε έναν κόσμο πλεονάζουσας ανθρωπότητας.

Αυτό δίνει έναυσμα και θα εντατικοποιήσει όλο και πιο έντονες διαδικασίες ταξικής πάλης. Μια ψευδώς κατανοούμενη πραγματικότητα προσπαθεί να μας κάνει να πιστέψουμε ότι ζούμε σε έναν κόσμο χωρίς επαναστάσεις και εξεγέρσεις. Αρκεί να στρέψουμε το βλέμμα μας από τη Ρουμανία μέχρι την Αλβανία, από την Αλγερία στο Ιράκ, από τη Βολιβία στο Εκουαδόρ, από την Αργεντινή στην Οαχάκα για να δούμε την ένταση των εξεγέρσεων και των επαναστάσεων που έχουν ταξιδέψει σ’ ολόκληρο τον πλανήτη τα τελευταία 25 χρόνια. Για να μην αναφέρουμε τις έντονες διαδικασίες ταξικής πάλης που συνέβησαν το 2011 στον Αραβικό κόσμο, ακριβώς τη στιγμή που στην κυβέρνηση βρίσκονταν αρκετοί Σοσιαλδημοκράτες διακηρύσσοντας το τέλος των επαναστάσεων. Ο παλιός μας τυφλοπόντικας απολαμβάνει να εκπλήσσεια αυτές τις μετριότητες-προφήτες.

Συνεπώς, βασιζόμενοι σ’ αυτούς τους πρόσφατους αγώνες που εκδηλώθηκαν στις αρχές της χιλιετίας στη Λατινική Αμερική και αυτούς τους πιο διαδεδομένους του κύκλου 2008-2013 (εξεγέρσεις λόγω πείνας, Ελλάδα, Αραβικός κόσμος…), ισχυριζόμαστε ότι η αρχή μιας μετάβασης έρχεται σε ρήξη με την ιστορικά δυσμενή περίοδο της δεκαετίας του 1990.

Το άμεσο μέλλον θα είναι, συνεπώς, αυτό της έντονης ταξικής πάλης. Είναι κάτι που έχει παρατηρηθεί για αρκετούς μήνες σε περιοχές όπως η Κίνα, το Ιράν, το Ιράκ, το Κουρδιστάν, η Αϊτή…Και που πιο πρόσφατα περνά επίσης μέσω της Γαλλίας – με το κίνημα των κίτρινων γιλέκων -, την Ουγγαρία ή την Τυνησία. Είναι μια ταξική πάλη τεμαχισμένη και διαχωρισμένη, προς το παρόν, από το ιστορικό νήμα του παρελθόντος της, της προοπτικής της και του προγράμματός της. Αυτό είναι το μεγάλο δράμα της εποχής μας: το χάσμα ανάμεσα στην ένταση της πάλης και της ρήξης της με το προηγούμενο ιστορικό νήμα4. Κάτι ανάλογο, και ακόμα ισχυρότερο, βιώθηκε τη δεκαετία του 1950, όταν η σταλινική αντεπανάσταση έμοιαζε ως μια καταστροφή χωρίς τέλος. Σήμερα, αυτό που μπορούμε να δούμε, γενικά, είναι μια απουσία μιας κομμουνιστικής προοπτικής, μια αποκήρυξη/απάρνηση της δυνατότητας της καθολικής ανθρώπινης κοινότητας. Κι όμως, παρ’ όλα αυτά, ο παλιός κομμουνιστής τυφλοπόντικας συνεχίζει να σκάβει τον δρόμο του. Το έκανε ακόμα και καταστρέφοντας όλα τα καπιταλιστικά κράτη που στην Ανατολική Ευρώπη είχαν γίνει βασικοί πρωταγωνιστές της αντεπανάστασης.

Η κατανόηση αυτής της ιδιορρυθμης φάσης της ταξικής πάλης είναι ουσιώδης. Το προλεταριάτο παρά την ιστορική τομή/κενό πάντα ξαναξεκινά την ιστορική του εμπειρία. Και συμβαίνει η συγκρότησή του σε τάξη να μην είναι μια φωτισμένη εφεύρεση αλλά να γεννιέται στο έδαφος της καπιταλιστικής κοινωνίας. Βιώνουμε μια μεταβατική φάση με το τέλος μιας στιγμής αντιστροφής της ροής των προλεταριακών αγώνων (μετά το κύμα του 2008-2013) και επανεκκίνησης/εκ νέου έναρξης του διεθνούς κύκλου αγώνων. Αυτή η διαδικασία είναι μια μάχη· είναι η μάχη για την συγκρότηση της τάξης σε κόμμα. Το να αποκρυσταλλώσουμε αυτή τη διαδιακασία ώς κάτι ήδη δεδομένο, ως μια α πριόρι ήττα, είναι απλά εγκληματικό, και αυτό είναι που όλα τα ρεύματα του σοσιαλδημοκρατικού καταστροφισμού θα κάνουν πάντα.

Σήμερα ζούμε μια φάση σεχταρισμού ως επαναστατικές μειοψηφίες, μια απομόνωση παρόμοια μ’ αυτήν που βίωναν μερικοί σύντροφοι τον 19ο αιώνα αλλά με τα βαρίδια των αντεπαναστάσεων του 20ου αιώνα. Ζούμε μια απομόνωση των ταξικών θέσεων του προλεταριάτου, ενός προλεταριάτου που παλεύει αλλά υποφέρει από τη δυσκολία της εμβάθυνσης των άμεσων και ιστορικών αναγκών του, συχνά εκτρέποντας τους αγώνες του από την πληθώρα μοντέρνων και μεταμοντέρνων ιδεολογιών.

Παρ’ όλα αυτά, είμαστε πεποισμένοι ότι στα επαναστατικά κύματα που θα επανεμφανιστούν σε ένα όχι πολύ μακρινό μέλλον, το προλεταριάτο θα χρειαστεί να παλέψει ενωμένο για την ταξική του προοπτική, για να την εμβαθύνει, για να αναπτύξει μια αντιστροφή της πράξης του με την οποία οι ιστορικές του ανάγκες, η κατάργηση του Κράτους και της μισθωτής εργασίας, θα είναι όλο και περισσότερο στο προσκήνιο. Και πρόκειται για το ότι ο αγώνας για τον κομμουνισμό δεν είναι απλά ένας αγώνας ανάμεσα στους άλλους, αλλά αναδύεται από τη φύση και από το βαθύ είναι του προλεταριάτου, μια φύση που είναι ταυτόχρονα και επαναστατική και εκμεταλλευόμενη. Και ο μόνος τρόπος που το προλεταριάτο πρέπει να παλέψει ενάντια στην εκμετάλλευσή του είναι η συσχέτιση, η αλληλεγγύη, η αυτοδραστηριότητα, η συγκρότησή του σε τάξη και κόμμα για την κατάργηση του κεφαλαίου. Έτσι ήταν τα πράγματα και έτσι θα είναι και πάλι. Οι επαναστατικές μειοψηφίες του παρόντος έχουν την ευθύνη να είναι ένα πλήρως ενεργό κομμάτι της τάξης μας στις αποφασιστικές στιγμές της σύγκρουσης που θα λάβει χώρα, πολεμώντας χωρίς κανένα συμβιβασμό για να επαναοικειοποιηθεί και να αναπτύξει το πρόγραμμά της η τάξη μας.

10) Συνοψίζοντας, ζούμε σε μια μετέωρη περίοδο στην οποία η επανεκκίνηση της ιστορικής εμπειρίας του προλεταριάτου συνυπάρχει, μέσω εξεγέρσεων και ανταρσιών που απλώνονται από το 2011 μέχρι τις σημερινές, με τις αντεπαναστάσεις και της ήττες που αντιπροσωπεύουν μια τομή/ασυνέχεια στην μεταδιδόμενη εμπειρία και σε ένα κλείσιμο του μελλοντικού ορίζοντα των προσδοκιών. Οι συνεχιζόμενες εξεγέρσεις συνιστούν τα οχήματα επικοινωνίας ανάμεσα στην τρέχουσα εμπειρία και τις διαδικασίες της συγκρότησης του προλεταριάτου σε τάξη και στις επαναστάσεις του μέλλοντος.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: http://barbaria.net/2019/11/14/ten-notes-about-the-revolutionary-perspective.

2 Στμ. Caracazo (η σφαγή του Καράκας) – είναι το όνομα που έχει δωθεί στο κύμα διαμαρτυριών, ταραχών, λεηλασιών, πυροβολισμών και αιματοκυλίσματος που άρχισαν στις 27 Φεβρουαρίου του 1989 στην πρωτεύουσα της Βενεζουέλας, Καράκας και στις γύρω πόλεις, https://en.wikipedia.org/wiki/Caracazo.

3 Στμ. Στη μαρξική ορολογία η “τάξη καθεαυτήν” ορίζεται ως η κατηγορία ανθρώπων που έχουν μια κοινή σχέση με τα μέσα παραγωγής και η “τάξη διεαυτήν” ορίζεται ως ένα στρώμα που οργανώνεται για την ενεργή επιδίωξη κάποιου σκοπού. Η εργατική τάξη λοιπόν για να χειραφετηθεί θα πρέπει εκτός από τάξη καθεαυτήν – δηλαδή μια αντικειμενικά καταπιεζόμενη και εκμεταλλευόμενη τάξη – να συγκροτηθεί και σε τάξη διεαυτήν, παλεύοντας ενεργά για τη χειραφέτησή της.

4 Στμ. Μήπως η κατανόηση αυτής της ρήξης απαιτεί να δούμε τη βαθιά διαδικασία αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου και, συνεπώς, και της ταξικής πάλης από το 1970 και μετά;

Εδαφικές Συνελεύσεις: αυτόνομες δομές δημιουργημένες από την αγωνιζόμενη κοινότητα

από το hacialavida1

το κείμενο σε pdf

Σύντροφια με τα οποία έχουμε επαφή μας έστειλαν αυτό το κείμενο στο email μαζί με το ακόλουθο μήνυμα και μια εκδοχή σε pdf για εκτύπωση, την οποία μπορείτε να κατεβάσετε από τον σύνδεσμο στο τέλος του άρθρου:

Διαδίδουμε αυτό το κείμενο σχετικά με τον χαρακτήρα των εδαφικών συνελεύσεων και του στρατηγικού τους ρόλου στην ταξική πάλη. Πάνω απ’ όλα, στοχεύουμε στι διάχυσή του στις ίδιες τις συνελεύσεις, οπότε ενθαρρύνουμε την εκτύπωσή του από οποιαδήποτε άτομα ή ομάδες που αισθάνονται ότι είναι πολιτικά κοντά σε ό,τι περιγράφεται εδώ.

Το γόνιμο έδαφος της εξέγερσης στη Χιλή έφερε ως έναν από τους βασικούς της καρπούς τις εδαφικές συνελεύσεις, στιγμές αυτόκλητων συνάθροισης από κατοίκους σ’ ολόκληρη τη χώρα, ως καναλιού για την επίλυση των άμεσων αναγκών τις πάλης και της διάδοσής της. Σ’ αυτές συζητιούνται διαλεκτικά τα μέτρα, ο ορίζοντας και τα αιτήματα αυτού του κινήματος. Σε πολλές περιπτώσεις, με έναν ισχυρό αντιθεσμικό και αντικομματικό χαρακτήρα. Οι συνελεύσεις αντανακλούν, με έναν εμβρυακό τρόπο, την πραγματική ανάγκη του προλεταριάτου να δώσει στον εαυτό του όργανα εξουσίας που να αντιπροσωπεύουν την τάξη, που υπερασπίζονται και επιβάλλουν τις ανάγκες του μέχρι τελευταίας ανάσας, χωρίς συμβιβασμούς με την πολιτική τάξη.

Αυτές οι οργανώσεις, ακόμα στα σπάργανα, καταδεικνύουν το αίσθημα και την αναγκαιότητα να επιδράσουμε άμεσα στην πραγματικότητα, να αμφισβητήσουμε την κυριαρχία στη ζωή μας από το Κράτος και το κεφάλαιο, μιας και στην πράξη, η συλλογική οργάνωση για την επίλυση των προβλημάτων μας και για την εμβάθυνση του αγώνα, εκφράζει μια αντιπαράθεση/διένεξη με το Κράτος για τον έλεγχο και την κατεύθυνση της ζωής στην κοινωνία. Συνεπώς, είναι απαραίτητο οι συνελεύσεις αυτές να θεωρούν τον εαυτό τους αυτόνομο, απευθύνοντας/κατευθύνοντας τον διάλογο προς τους ίδιους τους εκμεταλλευόμενους και όχι προς τους γραφειοκρατική θεσμικότητα/θεσμοποιημένη γραφειοκρατία: αυτό που διακυβεύεται είναι τα ίδια τα συμφέροντα της τάξης και είναι βλέποντας τα όριά τους που θα ανακτήσουμε όλα όσα χάσαμε, όχι διαμεσολαβώντας ανάμεσα στη βάση και το Κράτος.

Όντας ένα όργανο της γειτονιάς, οι συνελεύσεις είναι εμβαπτισμένες στην καθημερινή ζωή της περιοχής, οπότε η λειτουργίας τους είναι το βασικό τους όπλο. Η ικανότητά τους να διευρύνουν τις ανάγκες της πάλης, όπως ο εφοδιασμός, η αυτοάμυνα, η υγεία, η μετακίνηση, οι επικοινωνίες, η αλληλεγγύη με τους φυλακισμένους κλπ. θα είναι η δύναμη που θα τους προσδώσει νομιμοποίηση.

Μ’ αυτή την έννοια, οι συνελεύσεις είναι η αυτόνομη έκφραση της κοινότητας που αυτοοργανώνει τις ανάγκες και τον αγώνα της ενάντια στο Κράτος και το κεφάλαιο. Αυτός είναι ο λόγος που η λειτουργία τους ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ να εξαντληθεί στην προβολή αιτημάτων ή στην συντακτική συνέλευση. Καταλαβαίνουμε ότι πολύς κόσμος πιστεύει ακόμα στις σοσιαλδημοκρατικές ιστορίες2 και ότι το Κράτος μπορεί να λύσει τα άμεσα προβλήματά τους, αλλά ξέρουμε ότι αυτό δεν θα συμβεί, στην πραγματικότητα, η επισφάλεια θα παροξυνθεί. Είναι εντελώς ουσιώδες τη στιγμή που θα αρχίσει το επαναστατικό ξέσπασμα, αυτό το πρελούδιο να έχει εξυπηρετήσει στο να αντληθούν τα καλλίτερα μαθήματα: δυναμώστε τις συνελεύσεις και τον αυτόνομο χαρακτήρα τους, που είναι ο κύριος θρίαμβός μας μέχρι τώρα.

Αυτός ο νέος κύκλος αγώνων, που μόλις εγκαινιάστηκε, θα είναι μακρύς. Η εξέγερση που πλημμύρισε τη Χιλή τις πρόσφατες βδομάδες είναι ακόμα σε εξέλιξη και τίποτα δεν φαίνεται να προμηνύει ότι θα τελειώσει. Το κουτί της Πανδώρας της κοινωνικής επανάστασης άρχισε να ανοίγει και το καθήκον της δημιουργίας εδαφικοποιημένης ισχύος έχει μπει στην ατζέντα. Αυτό έχει σημάνει συναγερμό σ’ ολόκληρη την πολιτική τάξη, από την αριστερά μέχρι τη δεξιά όλοι οι αστικοί θεσμοί έχουν κινήσει τα νήματά τους για να ακυρώσουν ή να αφομοιώσουν αυτές τις αυτόνομες στιγμές οργάνωσης. Η βασική τους στρατηγική είναι να τραβήξουν το κίνημα προς τα στενά πλαίσια της πολιτικής αντιπροσώπευσης, για τα οποία διαθέτει τα “συμβούλια” που θα συστηματοποιήσουν τα αιτήματα και θα “σηκώσουν” τις φωνές διεκδίκησής τους. Εδώ το Κράτος είναι ο μοναδικός συνομιλητής και οι δυνατότητες διαλόγου αρχίζουν και τελειώνουν στις λύσεις που μπορεί αυτό να μας δώσει. Ας μην αφήσουμε τις συνελεύσεις να γίνουν οι ιμάντες μεταφοράς του Κράτους.

Ξέρουμε ότι οποιαδήποτε προσπάθεια εξανθρωπισμού του κεφαλαίου θα εξελιχθεί σε μια παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, που φέρνει μαζί της μια περιβαλλοντική κρίση η οποιά, για πολλούς ειδικούς, περιλαμβάνει την τελική κρίση του καπιταλισμού. Από την Ελλάδα μέχρι το Εκουαδόρ, αριστερές κυβερνήσεις έπρεπε να υποκύψουν στις απαιτήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας και να επιβάλλουν μέτρα λιτότητας που επισφαλοποιούν τους ίδιους όπως πάντα: την εργατική τάξη. Η σοσιαλδημοκρατία θα είναι πάντα το “καλό πακέτο”3 που θα φροντίζει για τις εγγυήσεις του ΔΝΤ και της εθνικής αστικής της τάξη απέναντι σε οποιοδήποτε κάθε άλλο συμφέρον.

Μέχρι τώρα, αυτό το κείμενο έχει ξεδιπλωθεί κυρίως στους δρόμους, οι αυθόρμητες διαμαρτυρίες στον δρόμο έχουν παραλύσει τη χώρα κυρίως μέσα από τις συγκρούσεις με την αστυνομία και τη διακοπή της καπιταλιστικής κυκλοφορίας. Οδοφράγματα, cacerolazos4, λεηλασίες και φωτιές είναι ένα μέρος από το προλεταριακό οπλοστάσιο για την αντιπαράθεση με την εξουσία. Το περιεχόμενό του είναι “ενάντια σε όλα”, ενάντια σ’ ολόκληρο το σύστημα που μας σκοτώνει αργά. Το κίνημα των συνελεύσεων καλείται να είναι αυτό που θα δώσει περιεχόμενο στις διαμαρτυρίες στον δρόμο, που βάζει στο τραπέζι τις πραγματικές λύσεις στις ανάγκες των ανθρώπων και που εμψυχώνει, επίσης, τις στάσεις και τις αξίες που κάνουν εφικτό έναν καινούριο τρόπο ζωής: η αλληλεγγύη, το πνεύμα της κοινότητας, η αλληλοβοήθεια και αμοιβαία φροντίδα και η εξεγερτική επίθεση θα είναι η πανωλεθρία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.

Είναι, όμως, αναγκαίο και ΕΠΕΙΓΟΝ οι συνελεύσεις αυτές να επεκταθούν στους χώρους δουλειάς, πρωτίστως στους στρατηγικούς παραγωγικούς τομείς. Να εγκαταστήσουν τη ριζική αμφισβήτηση του καπιταλιστικού τρόπου ζωής μέχρι τις έσχατες συνέπειες και ο παραγωγικός ορίζοντας να μετατοπιστεί από την άπειρη κεφαλαιοποίηση στην ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών. Ιστορικά παραδείγματα όπως αυτό των Cordones industriales5 ή των Comandos Comunales είναι ίσως ζωτικής σημασίας για να καταλάβουμε τον δρόμο που παίρνουμε. Καμμιά αλλαγή δεν θα είναι εφικτή αν οι εργάτες δεν έχουν τον έλεγχο των μέσων βιοπορισμού και παραγωγής στα χέρια τους, αν δεν ξεφορτωθούμε τον πλούτο που δημιουργούμε για να αποφασίσουμε τι και για ποιον παράγουμε. Δεν έχει να κάνει με το να μάθουμε να διακυβερνούμε και να αυτοδιαχειριζόμαστε το κεφάλαιο, έχει να κάνει με τη δημιουργία ενός καινούριου τρόπου ζωής. Ολόκληρη η οικονομία εξαρτάται από μας και θα κλονιστούν όταν καταλάβουν ότι το συνειδητοποιήσαμε.

Η ιστορία μάς δείχνει ότι το Κράτος, ως μορφή εγγύησης των συνθηκών ζωής, θα είναι πάντα μια μορφή εγγύησης της κυριαρχίας μιας τάξης πάνω στις άλλες, που διαιωνίζει τον καπιταλισμό. Με αλλαγή ή όχι συντάγματος, το Κράτος θα διασφαλίζει πάντα τη διαιώνιση της εκμετάλλευσης, αφήνοντας άθικτες τις πραηματικές βάσεις των πάντων, την ατομική ιδιοκτησία και τη μισθωτή εργασία. Στο απόγειο αυτού του αγώνα, πάμε να δημιουρήσουμε τα δικά μας κατάλληλα εργαλεία για να ξεμπερδέψουμε με τα υπάρχοντα και να σφυρηλατήσουμε έναν καινούριο κόσμο. Το πρελούδιο για την επανάσταση έχει ήδη ξεκινήσει.

ΟΛΗ Η ΕΞΟΥΣΙΑ ΣΤΙΣ ΕΔΑΦΙΚΕΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ!!!

2 Στμ. Στο πρωτότυπο: cantinelas.

3 Στμ. Στο πρωτότυπο: paco bueno.

4 Στμ. Cacerolazo ή casserole, διαμαρτυρία με κατσαρόλες, είναι μια μορφή λαϊκής διαμαρτυρίας στην οποία οι διαμαρτυρόμενοι κάνουν έντονο θόρυβο χτυπώντας κατσαρόλες, τηγάνια και άλλα κουζινικά σκεύη για να τραβήξουν την προσοχή. Πρωτοεμφανίστηκε στη Νότια Αμερική (ιδιαίτερα, στη Χιλή και την Αργεντινή – το κίνημα διαμαρτυρίας εναντίον του Αλλιέντε πριν την ανατροπή του είναι γνωστό ως κίνημα της κατσαρόλας) αλλά έχει εμφανιστεί και σε άλλες χώρες. Αυτό που είναι ιδιάζον σ’ αυτόν τον τύπο διαμαρτυρίας είναι ότι ο κόσμος μπορεί να διαμαρτυρηθεί και από τα ίδια τα σπίτια του, πετυχαίνοντας έτσι έναν πολύ μεγάλο βαθμό υποστήριξης και συμμετοχής.

5 Στμ. Cordón Industrial, Βιομηχανικά Κορδόνια, όργανο λαϊκής εξουσίας και εργατικής δημοκρατίας που εγκαινιάστηκε για πρώτη φορά στη Χιλή από την ανεξάρτητη δραστηριότητα της εργατικής τάξης ως μέσο πίεσης προς την κυβέρνηση Αλλιέντε για την κοινωνικοποίηση ενός αριθμού επιχειρήσεων που αρνούνταν να δεχτούν τα εργατικά δικαιώματα. Η δημιουργία τους επεκτάθηκε και επιταχύνθηκε ως απάντηση στο σαμποτάζ και τις απεργίες που οργάνωναν οι εργοδοτικές οργανώσεις στην προσπάθεια αποσταθεροποίησης της κυβέρνησης Αλλιέντε. Κάθε κορδόνι ήταν μια ομάδα εργοστασίων που συντόνιζε τα καθήκοντα των εργατών στην ίδια ζώνη. Τη στιγμή του πραξικοπήματος που ανέτρεψε τον Αλλιέντε και την κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας είχαν δημιουργηθεί και ήταν λειτουργικά 31 τέτοια κορδόνια.