Βραζιλία: Πώς έχουν αλλάξει (και δεν έχουν αλλάξει) τα πράγματα

αναδημοσίευση στο libcom.org1

το κείμενο σε pdf

Από τη διαχείριση της εξέγερσης του Ιουνίου του 2013 στην συντεταγμένη ανταρσία του Bolsonaro

Ανάλυση της τρέχουσας κατάστασης στη Βραζιλία, γραμμένη από “μια ομάδα μαχητών” και πρωτοδημοσιευμένη στα Πορτογαλικά με το όνομα “Olha como a coisa virou[“Κοιτάξτε πώς άλλαξαν τα πράγματα”] στον ιστότοπο Passa Palavra.

Μπορείς ακόμα, ίσως, και να ηρεμήσεις τα πράγματα, αλλά η επιστροφή θα είναι πάντα ζοφερή”, MC Vitinho2

Κοίτα πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα”, είπε ένας σύντροφος μια από κείνες τις μέρες· “πριν από λίγα χρόνια, αν ήσουνα σ’ έναν φούρνο, σε μια στάση λεωφορείου, και άκουγες κάποιον να παραπονιέται για την κυβέρνηση, θα ενθουσιαζόσουνα. Θα βλέπαμε ένα άνοιγμα για μια πολιτική κουβέντα, μια έκλαμψε ταξικής συνείδησης. Όχι πολύ καιρό πριν, όλα άρχισαν να αλλάζουν. Σήμερα, αν ακούσω κάποιον να παραπονιέται, μπαίνω σε εγρήγορση: ‘πιθανόν αυτός ο τύπος να υποστηρίζει τον Bolsonaro…’”.

1.

Κατά την άποψη του Λούλα, “αυτή η χώρα είναι ακατανόητη από τότε που συνέβησαν αυτά που συνέβησαν τον Ιούνιο του 2013”3. Μερικούς μήνες πριν συλληφθεί, διακήρυξε ότι: “ήταν πρόωρο να υποθέσουμε ότι αυτά που συνέβησαν το 2013 ήταν δημοκρατικά”. Φυσικά, οι μαχητές που ενεπλάκησαν σε κείνο το κύμα διαμαρτυρίας δεν πήραν με καλό μάτι αυτή τη δήλωση: “να’ μαστε πάλι, το Εργατικό Κόμμα (PT) επιτίθεται στον Ιούνη του 2013!”.

Είχε άδικο ο Λούλα; Ήταν ο Ιούνης του 2013 πραγματικά “κάτι δημοκρατικό”; Εκείνον τον καθοριστικό μήνα, χιλιάδες – και, στη συνέχεια, εκατομμύρια – κόσμος απέκλεισαν δρόμους και εθνικές οδούς σ’ ολόληρη τη χώρα, συγκρούστηκαν με την αστυνομία, έβαλαν φωτιά σε λεωφορεία, επιτέθηκαν σε δημόσια κτίρια και λεηλάτησαν μαγαζιά. Η μείωση των εισιτηρίων στις συγκοινωνίες δεν ήταν ανοιχτή σε συζήτηση και διαπραγμάτευση, ήταν μια απαίτηση που επιβλήθηκε με το ζόρι: “Ή μειώνονται τα εισιτήρια ή η πόλη σταματά!”. Αυτό δεν ακούγεται και πολύ “δημοκρατικό”…Ήταν ένα κίνημα ρήξης, μια εξέγερση4 που συγκρούστηκε με την κατεστημένη τάξη5 – τη διευθέτηση που σφυρηλατήθηκε στην περίοδο του επανεκδημοκρατισμού και παγιώθηκε στο “Σύνταγμα των Πολιτών” του 1988, διευθέτηση που για δύο δεκαετίες εγγυήθηκε κοινωνικά αποδεκτά πρότυπα σταθερότητας και προβλεψιμότητας στα πολιτικά πράγματα της Βραζιλίας.

[Η εξέγερση] ήταν τρομακτική. Στο μέσο της μεγαλύτερης λαϊκής κινητοποίησης στην ιστορία αυτής της χώρας, πιάσαμε τους εαυτούς μας μπερδεμένους: αν καταλύσουμε τη δημοκρατική τάξη, τι μπορεί να συμβεί; Η επανάσταση δεν ήταν στον ορίζοντα. Εκείμη τη στιγμή, η Αριστερά βρήκε τον εαυτό της βαθιά δεμένο με το καθεστώς. Όχι μόνο επειδή είχε την ευθύνη του κράτους αλλά κι επειδή, από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, “η οικοδόμηση της δημοκρατίας” είχε γίνει ο τελικός της στόχος.

Από το 2013 και μετά, η Αριστερά εγκατέλειψε την εξέγερση και το έκανε αυτό ανεμίζοντας τη σημαία της δημοκρατίας. Από την μια πλευρά, θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι οι διαμαρτυρίες ήταν επικίνδυνες για τη δημοκρατική τάξη δικαιολογώντας έτσι την πολιτική καταστολή6· την ίδια στιγμή, θα μπορούσε να εξυμνεί τις διαμαρτυρίες και να τις εγκλωβίσει στο πλαίσιο αυτής της ίδιας τάξης – σκεπτόμενη τον Ιούνη σαν ένα κίνημα που απαιτεί “περισσότερα δικαιώματα” και “περισσότερη δημοκρατία” συγκάλυψε το συγκεκριμένο και συγκρουσιακό περιεχόμενο εκείνων των διαμαρτυριών. Η μάχη ενάντια στην αύξηση των “20 σεντς” όχι μόνο άγγιξε μια κρίσιμη πτυχή των υλικών συνθηκών της ζωής στην πόλη αλλά και εξέθεσε τα όρια των καναλιών συμμετοχής που αναπύσσονταν και εκλεπτύνονταν από τις λίγες μέχρι τότε πρόσφατες κυβερνήσεις. Η βία που ξέσπασε στους δρόμους “έβγαλε εκτός” τον δημοκρατικό λόγο.

Αυτό γίνεται ορατό αν παρατηρήσουμε ότι, από τότε, το μόνο δικαίωμα που μας έφερε αυτή η επιμονή στην υπεράσπιση του δημοκρατικού έννομου κράτους ήταν η απώλεια δικαιωμάτων. Δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος ώστε η “Επιχείρηση Εγγύηση Νόμου και Τάξης7 να γυρίσει μπούμεραγκ στην ίδια την κυβέρνηση που ψήφισε τον Αντιτρομοκρατικό Νόμο8.

Από τη στιγμή που η Αριστερά ταυτίστηκε με την τάξη, η αμφισβήτηση πέρασε στο απέναντι στρατόπεδο. Ήταν η Δεξιά που κατέβασε τις μάζες στον δρόμο για να ρίξουν την κυβέρνηση (αντιστρέφοντας σύμβολα και πρακτικές εκτενώς χρησιμοποιημένες τον Ιούνιο του 2013), μεταλλάσσοντας για παράδειγμα, το MPL (Κίνημα για Ελεύθερη Μετακίνηση) σε MBL (Κίνημα Ελεύθερη Βραζιλία)9). [Η Δεξιά] δεν έχασε χρόνο ανησυχώντας για την “υπεράσπιση της δημοκρατίας”: για να πετύχει τους πολιτικούς της στόχους, ήξερε πώς να χρησιμοποιήσει τους θεσμούς και πώς να διαχειριστεί τακτικά τα όριά τους10. Συντονίζοντας διάφορους ελιγμούς εντός του Κράτους – μέσα στο κοινοβούλιο, το δικαστικό σώμα ακόμα και τον στρατό – αλλά και έξω από αυτό, με κινητοποιήσεις στους δρόμους, αναρριχήθηκε στην εξουσία περικυκλώνοντάς την και από κάτω και από πάνω, θυμίζοντας την “κίνηση της τσιμπίδας”11 που ήταν, κάποτε, στόχος της Αριστεράς. Όπως το θέτει ο Paulo Arantes, αυτή η δεξιά έχει αναβιώσειτην πολιτική ως πάλη και όχι ως διαχείριση12.

Στις προεδρικές εκλογές του 2018, ο Bolsonaro είχε αντίπαλο τον Haddad, τον ίδιο δήμαρχο που αντιμετωπίσαμε στο Σάο Πάολο τον Ιούνιο του 2013. Επίσης ο εκλεγμένος πρόεδρος επιτίθεται συχνά στα μυστικά της δημοκρατίας. Είναι πολιτικά μη-ορθός, δηλαδή δεν θα συμμορφωθεί με την ευπρέπεια που καλλιεργείται από τους υπόλοιπους πρωταγωνιστές του πολιτικού παιχνιδιού. Έκανε δηλώσεις προσβάλλοντας τα ανθρώπινα δικαιώματα και αμφισβητώντας τις ηλεκτρονικές κάλπες και το Σύνταγμα από μια δικτυακή κάμερα στο διαμέρισμά του. Λέγοντας αυτό που δεν μπορεί να ειπωθεί, περιγελά τη συναίνεση που έχει συγκροτηθεί μετά τον επανεκδημοκρατισμό, εκθέτοντας την ψεύτικη βάση της και κινητοποιώντας, ακριβώς, την ανταρσία εναντίον της. Για τους υπερασπιστές αυτής της διευθέτησης, που δέχτηκε την επίθεση του Bolsonaro, ίσως είναι καθησυχαστικό ότι ο νέος πρόεδρος έχει εκλεγεί στη βάση ψεμμάτων και υποκρισιών (χειραγωγώντας χρήστες του WhatsApp με μια βιομηχανία ψευδών ειδήσεων)· όμως, φαίνεται σωστό να δούμε και την αντίθετη όψη, ότι ήταν υιοθετώντας ανοιχτά συγκαλυμμένες, μέχρι τώρα, αλήθειες, που ο “Λοχαγός”13 συγκέντρωσε μια τόσο μεγάλη λαϊκή υποστήριξη. Όμως, εδώ, η αμφισβήτηση της κοινωνικής βίας δεν δείχνει προς έναν ορίζοντα μετασχηματισμού – αντίθετα, μειώνει μονομιάς όλες τις προσδοκίες. Η υποκρισία άνοιξε τον δρόμο στον κυνισμό: ο κόσμος είναι άδικος, θα συνεχίσει να είναι άδικος και για όποιον παραπονιέται τα πράγματα θα γίνουν μόνο χειρότερα14.

Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, η Αριστερά μίλησε εναντίον της δικτατορίας. Το πρόβλημα είναι ότι στην πράξη θα μιλούσε “εναντίον της δικτατορίας [μόνο και μόνο] για να υπερασπιστεί την σημερινή τάξη. Λοιπόν, αυτός είναι ένας καλός τρόπος να κάνεις τον κόσμο να σκεφτεί τη δικτατορία σαν μια πιθανότητα15. Όταν οι δυνάμεις, που κάποτε ασκούσαν κριτική στην κοινωνική αδικία, γίνονται οι ίδιες διαχειριστές αυτής της αδικίας, τότε έχουμε ένα βραχυκύκλωμα: η δύναμη της αμφισβήτησης της υπάρχουσας τάξης μεταφέρεται σ’ αυτούς που τώρα εκθέτουν βία και βάσανα με κυνισμό – όχι για να τα αμφισβητήσουν, αλλά για να τα επικυρώσουν. Αυτός είναι ο τρόπος που μια καθημερινή ζωή-μαρτύριο μπορεί να μετατραπεί σε δικαιολόγηση του μαρτυρίου: “ο κόσμος αφήνεται αβοήθητος στις ουρές των νοσοκομείων, αυτό είναι μαρτύριο! Δεκατέσσερα εκατομμύρια είναι άνεργοι, αυτό είναι μαρτύριο!”, φώναζε έντονα ένας ψηφοφόρος του Bolsonaro από τα νότια του Σάο Πάολο, λίγο μετά την ψηφοφορία16.

Η εξεγερσιακότητα που διοχετεύθηκε μέσα από τη Δεξιά είναι παραδοξολογική: αμφισβητεί την υπάρχουσα τάξη ενώ την χρησιμοποιεί και υπόσχεται να την κάνει ακόμα σκληρότερη – κάτι που μας θυμίζει πώς ορίζει ο João Bernardo17 τον φασισμό: μια ανταρσία εντός της τάξης. Αν θα μπορούσαμε σήμερα να μιλάμε για ένα φασιστικό κίνημα, αυτό δεν θα οφειλόταν στα αυταρχικά χαρακτηριστικά του Bolsonaro ή στη ρητορική μίσους αλλά, μάλλον, στο έδαφος αναπαραγωγής των εξεγερμένων ανθρώπων που τροφοδοτούν αυτή τη ρητορική18.

2.

Συγκρινόμενη με τον κλασσικό φασισμό, η σε εξέλιξη συντηρητική ανταρσία μοιάζει ακόμα κάπως διασπασμένη. Όμως, το να λέμε ότι δεν έχουμε να κάνουμε με ένα φασιστικό κίνημα δεν σημαίνει ότι το σενάριο είναι πιο καθησυχαστικό. Άλλωστε, ο “τρόπος διακυβέρνησης” του Εργατικού Κόμματος (PT) απείχε επίσης αρκετά από τις σοσιαλδημοκρατικές εμπειρίες από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα.

Η σοσιαλδημοκρατία – η οποία πρότεινε19, σε αντάλλαγμα μιας συμμαχίας με το κεφάλαιο, ένα πρόγραμμα δομικών μεταρρυθμίσεων και την επέκταση των καθολικών δικαιωμάτων – δύσκολα μπορεί να συγκριθεί με τους διαχειριστές του PT, που περιορίστηκαν στον συνδυασμό της επέκτασης της αγοράς με δημόσιες πολιτικές εστιασμένες σε συγκεκριμένα κοινωνικά τμήματα. Παρ’ όλα αυτά, [οι πολιτικές αυτές] συνέστησαν μια αποτελεσματική μηχανική διαχείρισης των κοινωνικών συγκρούσεων, ενσωματώνοντας τις εργατικές οργανώσεις στα κυβερνητικά μέσα. Η στρατηγική της “συσσώρευσης δυνάμεων”, που υιοθετήθηκε από τη βραζιλιάνικη Αριστερά, σήμαινε, στην πράξη, τη μετατροπή των κινημάτων “από τα κάτω”, τα οποία εμφανίστηκαν στο τέλος της δικτατορίας, σε παραγωγικές δυνάμεις της νέας κοινωνικής διευθέτησης20.

Το σχέδιο κατευνασμού, που βελτιωνόταν συνεχώς στη διάρκεια των κυβερνήσεων του PT, αντιπροσώπευε, στην πραγματικότητα, έναν διαρκή πόλεμο21 – ορατό όχι μόνο στον αυξανόμενο ρυθμό των εξώσεων, των φυλακίσεων, των βασανιστηρίων και των δολοφονιών από την αστυνομία αλλά, επίσης, και στην εργασία. Μαζί με τα κατασταλτικά εργαλείας της εξαίρεσης, ο κινητήρας της “αναδυόμενης οικονομίας” μας ήταν μια αληθινή “κατάσταση οικονομικής έκτακτης ανάγκης”22, στην οποία η κοινωνική συμφορά θα δικαιολογούσε τις πολιτικές που υπαγόρευε η “κατεπείγουσα ανάγκη”. Κάτω από τον λόγο περί “διεύρυνσης των δικαιωμάτων”, διαδόθηκαν πολλαπλές μορφές υποαπασχόλησης, με κουραστικές ρουτίνες και αβέβαια εισοδήματα, που στην καθομιλουμένη λέγονται “σκατοδουλειές” ή “γαμημένες θέσεις εργασίας”23.

Το μέλλον που υπόσχονταν διάφορα προγράμματα, τα οποία θα έδιναν πρόσβαση στον μικροδανεισμό, την ιδιοκτησία ενός σπιτιού ή την ανώτερη εκπαίδευση, και η αύξηση στα ποσοστά απασχόλησης (κανονικής ή άτυπης) διαλύθηκε σε ένα αέναο παρόν διπλοβαρδιών, χρέους, ανταγωνισμού, ανασφάλειας, κούρασης στις ουρές, εξευτελισμού στα ασφυκτικά γεμάτα λεωφορεία, κατάθλιψης και πνευματικής εξάντλησης. Το τίμημα για την ευφορία των κυβερνήσεων Λούλα και Ντίλμα ήταν, συνολικά, μια πλήρης κινητοποίηση για επιβίωση που μεταφράζεται σε όλο μεγαλύτερα και πυκνότερα κομμάτια της ζωής ξοδεμένα στη δουλειά.

Με κάθε λογής μέσα, αυτό το καθεστώς διαχείρισης έκανε το πλέγμα του καπιταλισμού στη Βραζιλία πυκνότερο και βάθυνε τη διαδικασία προλεταριοποίησης σε πολλά στρώματα πληθυσμού και σε πολλές γωνιές της χώρας. Οι λεγόμενες “πολιτικές ένταξης”, καθώς και η ιλλιγιώδης διαδικασία “ψηφιακής συμπερίληψης” που έφτασαν στις, μέχρι πρότινος, μη δικτυωμένες μάζες, ή ακόμα και τα πρότζεκτ υποδομών, που άνοιξαν νέους δρόμους στην κυκλοφορία του κεφαλαίου, εντάξανε πληθυσμούς και περιοχές σε κυκλώματα όλο και πιο εντατικοποιημένης εκμετάλλευσης και πρόσφεραν, μ’ αυτό τον τρόπο, περισσότερο καύσιμο στους φούρνους της ευέλικτης συσσώρευσης. Κι όλα αυτά με πολύ υψηλά ποσοστά αποδοχής!

Τα γεγονότα του 2013 έσπασαν το ειρηνικό περιβάλλον που παρήγαγε όλη αυτή η ευφορία. Το κύμα των διαμαρτυριών, που σάρωσε τις βραζιλιάνικες πόλεις, έφερε τον πόλεμο στην επιφάνεια, σηματοδοτώντας την κρίση αυτού του κάποτε πετυχημένου μοντέλου διαχείρισης της κοινωνικής σύγκρουσης. Η απόσυρση της αύξησης των 20 σεντς στο κόμιστρο των λεωφορείων δεν ήταν αρκετή για να διορθώσει το πρόβλημα: δεν ήταν πια εφικτή η διάχυση αυτής της λαϊκής εχθρότητας και η επανεγκαθίδρυση της μαγικής συνταγής της συναίνεσης. Οι προσπάθειες επαναφοράς της αρμονίας – οι “πέντε συμφωνίες για το καλό της Βραζιλίας”, για παράδειγμα, που εξήγγειλε η Ντίλμα στην τηλεόραση με το τέλος της περιόδου των διαμαρτυριών – όλες πήγαν χαμένες. Η συνέχιση της ένοπλης ειρήνευσης θα εξαρτιώταν, συνεπώς, από μια καινούρια διευθέτηση.

Από τη στιγμή που κλήθηκαν να “εξουδετερώσουν τις αντιτιθέμενες δυνάμεις” που εμφανίστηκαν το 2013, οι φορείς της τάξης, που ήταν για χρόνια στην Αϊτή [επικεφαλής της Minustah, της “Ειρηνευτικής Επιχείρησης” των Ηνωμένων Εθνών] και στις φαβέλες του Ρίο ντε Τζανέιρο, συσσωρεύοντας τεχνογνωσία, δεν έμοιαζαν να εγκαταλείπουν τη σκηνή. Είναι ξεκάθαρο σήμερα ότι αυτά τα εργαλεία καταστολής δεν ήταν ειδικά για κείνα τα γεγονότα. Στην καινούρια στρατηγική διαχείρισης που αναδύεται εν όψει της απειλής του κοινωνικού χάους που φάνηκε το 2013, οι τακτικές πολέμου – μαζί με τους διοικητές τους – παίζουν ανοιχτά έναν κεντρικό ρόλο.

Σε αυτή την επαναδιευθέτηση, ο “Jair Bolsonaro είναι ένα ανακριβές”, αλλά παρ’ όλα αυτά, “ικανό όνομα” [για έναν καινούριο ορθολογισμό που είναι υπό διαμόρφωση] ακριβώς επειδή ήταν ικανός να συνδυάσει την κλιμάκωση της καταστολής με την κοινωνική εξεγερσιακότητα που τέθηκε σε κίνηση το 2013. Δύο διαδρομές συγκλίνουν σ’ αυτόν:

Παραθέτουμε:

Ο πρώτος [μηχανισμός], η διατήρηση του νόμου και της τάξης και η υπόσχεση της ασφάλειας της αυτοκρατορίας, ότι κάθε χτύπος καρδιάς που αντιτίθεται θα κατασταλεί βίαια. Ο δεύτερος μηχανισμός λειτουργεί πάνω στην ψευδαίσθηση της ρήξης και της έκστασης της εξέγερσης: “όλα θα είναι διαφορετικά, όπως τις παλιές μέρες” ή “αυτό πρέπει να αλλάξει”24.

Αν οι διαμαρτυρίες εξαπλώνουν μια εξέγερση ενάντια στην κατεστημένη τάξη, η αποκατάστασή της θα εξαρτιώταν από την κινητοποίηση ακριβώς αυτού του συναισθήματος. Σ’ αυτή τη διαδικασία ανάκτησης της τάξης δεν τέθηκαν σε κίνηση μόνο οι δυνάμεις καταστολής: η ενέργεια αμφισβήτησης των ίδιων των εργατών στράφηκε εναντίον τους. Οι προοπτικές αποκατάστασης της ειρήνης, ήδη πολιτικά παρακινδυνευμένες, αντιμετωπίζουν τώρα, και οικονομικά εμπόδια – με την κρίση, η αποτελεσματικότητα των μηχανισμών λαϊκής συμμετοχής και κοινωνικών προγραμμάτων αποδυναμώνεται. Εδώ είναι η στιγμή που η κοινωνική αμοιβαία εχθρότητα αρχίζει να μοιάζει ότι λειτουργεί: μιας και δεν υπάρχουν πλέον χρήματα, ο καθένας μπορεί να σκοτώσει τον άλλον παλεύοντας για μερικά ψίχουλα. Η σύγκρουση και η εξέγερση παύουν να είναι μια απειλή για την κατεστημένη τάξη και γίνονται ένα καινούριο είδος πειθαρχίας.

Όταν το 2015, και το 2016, η νέα Δεξιά παρέλαυνε στην Avenida Paulista, η κοινωνιολόγος Silvia Viana25 παρατήρησε ότι οι διαστάσεις εκείνης της αγανάκτησης θα μπορούσαν να συνδεθούν με την σε εξέλιξη εμπειρία στην αγορά εργασίας. Τι κοινό θα έβλεπε το “πράσινο-και-κίτρινο” μίσος, θα ρωτούσε, μεταξύ τόσο διαφορετικών στόχων όπως οι διεφθαρμένοι πολιτικοί, οι ωφελούμενοι από την φυλετική ποσόστωση, το κίνημα στέγασης, ο κλέφτης, ο ζητιάνος και ο κάτοχος μιας υποτροφίας; Όλοι αυτοί “πηδάνε” την ουρά26. Εκμεταλλεύονται τις “παρακάμψεις” και τις προστασίες στον αγώνα για την επιβίωση, επικαλούνται πλεονεκτήματα που οδηγούν σε αθέμιτο ανταγωνισμό, στην αρένα στην οποία ο καθένας θα έπρεπε να παλεύει μόνος.27

Στο πλαίσιο της οικονομικής εξάντλησης, η νέα Δεξιά έδωσε μια πολιτική μορφή στον αυξανόμενο ανταγωνισμό μεταξύ των εργατών28. Υιοθετώντας χωρίς κανένα ενδοιασμό τον “νόμο της ζούγκλας”, μηχανεύτηκε ένα σχέδιο δράσης επαρκές για το επίπεδο αγριότητας που βασιλεύει στον κόσμο της εργασίας και κυοφορούνταν τις αμέσως προηγούμενες δεκαετίες. Η επιβίωση στηρίζεται στο ατομικό σθένος και τη δύναμη θέλησης και οποιοδήποτε είδος βοήθειας θα εκλαμβανόταν ως “θυματοποίηση”. Δεν πρέπει λοιπόν να μας εκπλήσσει η απήχηση που είχαν στον κόσμο οι νόμοι για την απελευθέρωση της κατοχής όπλου: θα ήταν η ευκαιρία σου να πυροβολήσεις τον ανταγωνιστή σου – τον τύπο που σου έκλεισε το δρόμο στην κυκλοφορία, που σε γάμησε στην εταιρεία σου, που σου έκλεψε τη θέση στο πανεπιστήμιο. Υπάρχει, τότε άραγε, πιο κατάλληλος υποψήφιος για αυτόν τον πόλεμο όλων εναντίον όλων από τον “Λοχαγό”;

Αλλά το Jair Bolsonaro είναι “ανακριβές όνομα” ακριβώς επειδή αυτό το φαινόμενο δεν είναι αποκλειστικό στη Δεξιά: η αύξηση του ανταγωνισμού ανάμεσα στους εργάτες διαπερνά ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, παίρνοντας διάφορα χρώματα, ακόμα και, φαινομενικά, αντίθετα μεταξύ τους. Για παράδειγμα, και τα δύο εικονικά λιντσαρίσματα που προωθήθηκαν από συντηρητικές ομάδες εναντίον υποτιθέμενα “κομμουνιστών” δασκάλων και το escrache29, που απέκτησε δύναμη ως μια φεμινιστική πρακτική τα τελευταία χρόνια, λειτουργούν με έναν αρκετά παρόμοιο τρόπο. Εκτός από τη δυσφήμιση του ατόμου που καταγγέλεται, και οι δυο πρακτικές στοχεύουν συχνά – και σε πολλές περιπτώσεις το πετυχαίνουν – να κάνουν αυτό το άτομο να χάσει τη δουλειά του. Σ’ αυτό το γεμάτο ανταγωνισμό κοινωνικό περιβάλλον, οι ταυτότητες εμφανίζονται ως χαρακώματαγια τη μάχη. Βλέποντάς το από αυτή την σκοπιά, καταλαβαίνει κανείς τόσο την παρουσία στρατηγικών αγοράς όπως η “αφρο-επιχειρηματικότητα”, όσο και την πρόσφατη αύξηση ενός τμήματος του μαύρου κινήματος που εγκαταλείπει την αρχή του φυλετικού αυτοπροσδιορισμού και απαιτεί τη δημιουργία “επιτροπών εκτίμησης της φυλετικής αλήθειας” και “φαινοτυπικών κριτηρίων” για να διώξει νομικά και να αποβάλλει συναδέλφους που ωφελήθηκαν από την φυλετική ποσόστωση σε δημόσιους διαγωνισμούς ή εξετάσεις εισαγωγής στα πανεπιστήμια30.

Τα σημερινά κινήματα πολιτικής ταυτοτήτων προωθήθηκαν κυρίως από στοχευμένες κοινωνικές πολιτικές (κάθε είδους ποσοστώσεις, νόμους πολιτισμικών κινήτρων, ειδικές γραμματείες για μειονότητες κλπ.), δεν απορρέουν, όμως, από αυτές τις πολιτικές αυτόματα, συνιστούν ένα καινούριο φαινόμενο. Τα τιμωρητικά, αυταρχικά ίχνη και τα στοιχεία αποκλεισμού αυτών των κινημάτων αποκαλύπτουν μια πολεμοχαρή τάση, που αποβάλλει την ανεκτική συνύπαρξη και τις προσδοκίες συμπερίληψης που καλλιεργούνται από τις πολιτικές συναίνεσης. Επιταχύνοντας την κοινωνική διάσπαση, το βάθεμα της κρίσης περιόρισε της δυνατότητες διαχείρισης συγκρούσεων. Την ίδια στιγμή, τόνισε ακόμα περισσότερο τον περιορισμό της πολιτικής στις διαστάσεις του κατεπείγοντος και του άμεσου. Είτε στην Αριστερά είτε στη Δεξιά, αυτοί οι νέοι κοινωνικοί πρωταγωνιστές μοιράζονται τη θέληση για μια στείρα αντιπαράθεση η οποία στερείται τον ορίζοντα της αλλαγής της κοινωνικής πραγματικότητας.

Καθώς η πολιτική και ο ανοιχτός πόλεμος μοιάζουν όλο και περισσότερο, οι τεχνολογίες της κοινωνικής διαμεσολάβησης, που αναπτύχθηκαν στην πορεία των τελευταίων χρόνων, μοιάζουν να καθίστανται παρωχημένες. Παρά τις προσπάθειές τους να αποδείξουν ότι είναι ικανοί να αντιμετωπίσουν τις απαιτήσεις μια περιόδου ύφεσης, εφαρμόζοντας μέτρα λιτότητας, οι διαχειριστές του PT κατέληξαν να γίνουν οι ίδιοι στόχοι της καταστροφικής κίνησης της κρίσης. Το κύμα της καταστροφής, που έπεσε όχι μόνο πάνω στους βασικούς χειριστές της πολιτικής διευθέτησης, που συγκροτήθηκε από την περίοδο του επανεκδημοκρατισμού και μετά και τον κυβερνητικό μηχανισμό τους, αλλά και πάνω σε μερικές από τις μεγαλύτερες βραζιλιάνικες επιχειρήσεις, θα πρέπει να κατανοηθεί μέσα στο πλαίσιο μιας “αναγκαστικής εξαΰλωσης μιας μάζας παραγωγικών δυνάμεων”31, τυπικής κίνησης των καπιταλιστικών κρίσεων, που πάντα συνοδεύεται από μια αύξηση της εκμετάλλευσης. Η καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων, συχνά με τα μέσα του πολέμου, ήταν πάντα μια αποτελεσματική έξοδος κινδύνου για το κεφάλαιο.

3.

Σ’ αυτή την πλευρά της ταξικής πάλης, τα γνωστά μονοπάτια μας έχουν βγάλει μόνο σε αδιέξοδα.

Στα πετυχημένα χρόνια της αριστερής διαχείρισης, η οικονομική ανάπτυξη συνδυάστηκε με την ενσωμάτωση λαϊκών κινημάτων στο καπιταλιστικό καθεστώς, σε μια πολύπλοκη μηχανική πολιτικής συμμετοχής και κοινωνικού κατευνασμού, που θα έβαζε ουσιαστικά όρια σε κάθε ορίζοντα πραγματικής αμφισβήτησης. Στο πλαίσιο αυτό, η εμφάνιση της εξέγερσης νεαρών εργατών που θα παρέλυαν πόλεις, θα συγκρούονταν με την αστυνομία και θα ανάγκαζαν [τοπικές] κυβερνήσεις, ελεγχόμενες από διαφορετικά πολιτικά κόμματα, να μειώσουν τα εισιτήρια στις μέσα μαζικής μεταφοράς, ήταν κάτι κάπως ασυνήθιστο. Ξεπροβάλλοντας σ’ ολόκληρη τη χώρα από την “Revolta do Buzú” [κάτι όπως η “εξέγερση των λεωφορείων”] – που ταρακούνησε το Salvador ήδη από το 2003, την πρώτη χρονιά της προεδρίας Λούλα – αυτές οι εξεγέρσεις καταδείκνυαν ρωγμές στην “μονότονη παράλυση” εκείνης της περιόδου:

Παραθέτουμε:

Για τις μικρές ομάδες στα αριστερά και στο περιθώριο της κυβέρνησης, η πυροκρότηση της αταξίας της εξέγερσης σήμαινε τη δυνατότητα της κατά πρόσωπο αντιμετώπισης της γιγαντιαίας δομής της διαχείρισης της ταξικής πάλης. Η βίαιη πολιτική έκρηξη στους δρόμους απορρίπτει τους μηχανισμούς συμμετοχής και αντιδρά στην ένοπλη καταστολή (…) η εξέγερση εμφανίζεται ως καταστροφική κριτική, ως η άρνηση μιας συναίνεσης που αδρανοποιεί32.

Μόνο διαρρηγνύοντας τη συναίνεση θα μπορούσε η κοινωνική σύγκρουση να ξεπεράσει τα στενά όρια της δεδομένης ρουτίνας και να ξεσπάσει ανοιχτά ως ταξική πάλη. Από αυτή την άποψη, η δυνατότητα της αμφισβήτησης ήταν ζωντανή στα κινήματα με έναν τέτοιο χαρακτήρα ρήξης και τα οποία, κάνοντας τον πόλεμο ορατό, ασκούσαν πρακτική κριτική στην ένοπλη επιβολή της ειρήνης. Εκτός από τις εξεγέρσεις σχετικά με τις δημόσιες μεταφορές, αυτό φανερωνόταν και στις “άγριες” απεργίες στις μεγα-κατασκευές του PAC (“Πρόγραμμα Επιτάχυνσης της Ανάπτυξης”) – την προμετωπίδα της εθνικής καπιταλιστικής επέκτασης (“όχι απεργία, αλλά τρομοκρατία”, εξήγησε ένας εργάτης από το Jirau)33· στους ανυπάκουους ακτήμονες εργάτες οι οποίοι, παρά την αντίθεση του MST (Movimento dos Trabalhadores Sem Terra, Κίνημα των Ακτημόνων Εργατών), κατέλαβαν τα κεντρικά γραφεία του Ινστιτούτου Λούλα34· στο κύμα αυθόρμητων καταλήψεων γης στις πόλεις που διαδόθηκαν σε όλα τα προάστια του Σάο Πάολο, επί δημαρχίας Haddad35· στην ιλλιγιώδη αύξηση του αριθμού των απεργιών μετά το 2012 – φτάνοντας, μεταξύ του 2013 και του 2016, το μέγιστο που έχει ποτέ καταγραφεί [περισσότερες από 2000 απεργίες κάθε χρόνο] – και στην αυξανόμενη στασιαστικότητα αυτών των απεργών απέναντι στα συνδικάτα τους36· και, τέλος, στη συλλογική απόρριψη των μέτρων λιτότητας από τους μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι, απωθώντας οποιαδήποτε διαμεσολάβηση προερχόμενη από τις μαθητικές ενώσεις, κατέλαβαν απευθείας οι ίδιοι τα σχολεία τους αναγκάζοντας την κυβέρνηση να υποχωρήσει από την προσπάθειά της να τα κλείσει.

Παρ’ όλα αυτά, καθώς οι μικρές ρωγμές στη συναίνεση γίνονται βαθιά ρήγματα, το νόημα και η κατεύθυνση αυτών των αγώνων μετατοπίζεται, κι αυτοί χάνουν την δύναμη της αμφισβήτησης. Οι συγκρούσεις γίνονται κομμάτι της καθημερινής ατζέντας και η εξέγερση συμμορφώνεται η ίδια σε ένα απλό εργαλείο της καινούριας πολιτικής διευθέτησης. Το στοίχημά μας στη ρήξη της συναίνεσης εξαντλήθηκε μαζί της, αποπροσανατολίζοντας εντελώς τις μορφοποιήσεις που κάποτε είχαν προέλθει από τη ρήξη αυτή. Έκτοτε, η κοινωνική βία που εξερράγη μοιάζει, τώρα, να δείχνει προς το χάος και μια παρόρμηση για ανταγωνισμό, παρά σε οτιδήποτε άλλο. Άλλωστε, αυτό ήταν στο υπόβαθρο των δομών του κατευνασμού: διάλυση του κοινωνικού ιστού χωρίς την ύπαρξη οποιουδήποτε ορίζοντα για συλλογική δράση.

Αναρίθμητες φωνές υψώθηκαν σε απάντηση στο ίχνος της καταστροφής του 2013, υποστηρίζοντας αμέσως την αναγκαιότητα να αναληφθεί εκ νέου η δουλειά στη “βάση”. Τα όρια των εξεγερσιακών τακτικών θα εξηγούνταν από την έλλειψη μαζικών οργανώσεων, δομημένων στους εργασιακούς χώρους, τις γειτονιές και στους τόπους σπουδών. Ε λοιπόν, αυτές οι οργανώσεις υπήρχαν ήδη! Στην πραγματικότητα, ήταν μέρος του κυβερνητικού μηχανισμού ενάντια στο οποίον είχαν εξεγερθεί οι διαδηλωτές: το αριστερό κόμμα, που είχε τον έλεγχο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, ήταν παρόν σε διαμερίσματα σε όλες τις 5570 πόλεις της Βραζιλίας· οι δύο πιο σημαντικές εθνικές εργατικές ομοσπονδίες υποστήριζαν την κυβέρνηση· το μεγαλύτερο στον κόσμο κίνημα ακτημόνων εργατών στην ύπαιθρο, και ένας αριθμός κινημάτων στέγασης, έγιναν οι εφαρμογείς των κοινωνικών προγραμμάτων και φορείς επιχειρηματικότητας· μια αμφιλεγόμενη μάζα από λαϊκούς συνεταιρισμούς, ΜΚΟ, πολιτιστικούς συλλόγους και περιφερειακές ομάδες συνάρτησαν την αναπαραγωγή τους με τα συστήματα χρηματοδότησης που βασίζονταν σε “ανοιχτές προσκλήσεις” διαφόρων τύπων και τα οποία τους χορηγούσαν διάφορα χρηματικά ποσά37. Όλα αυτά τροφοδοτούνταν από αναρίθμητες εγγραφές, βάσεις δεδομένων και αντιστοιχήσεις από κάθε είδους ιδιωτικά και κρατικά όργανα, συμπεριλαμβανομένων, φυσικά, και των θεσμών της αστυνομίας38.

Όλα αυτά δεν είναι μια παρέκκλιση: “στο επίπεδο των απλών μελών θα μπορούσε να διατηρούνται μόνο αντικειμενικοποιημένα τμήματα εργατών, με την τυπικά ορθή εγγραφή και αντιπροσώπευση, αντιμετωπιζόμενων ως νόμισμα στο ανταλλακτήριο των γραφειοκρατιών”39. Συνειδητοποιώντας αυτή τη δυναμική στη δεκαετία του 1990, ένας ηγέτης από το κίνημα των ακτημόνων συνόψισε: “κόσμος διαμαρτυρόμενος, λεφτά με τόκο”. Το να έχουμε μια “οργανωμένη κοινωνική βάση” [ή οργανωμένα απλά μέλη] σημαίνει, ουσιαστικά, να διαχειριζόμαστε πληθυσμούς. Η “οργάνωση ‘από τα κάτω’” που έγινε από αυτά τα κινήματα δεν εγκαταλείφθηκε αλλά τραβήχτηκε στις ακραίες συνέπειές της, εμπεδώνοντας τον εαυτό της ως μια τεχνική διαχείρισης40.

Παραθέτουμε:

Χωρίς αυτό, η διαχείριση θα είχε γίνει ακατόρθρωτη (…) Γι’ αυτό τον λόγο υλικές παραχωρήσεις, εν είδει οικονομικής υποστήριξης, εγγυώνται τη λειτουργία και την αποστέωση των κοινωνικών κινημάτων, την μετατροπή τους σε βραχίονες του Κράτους, υπεύθυνα για την καταγραφή της κοινωνικής τους βάσης και τη διαχείριση των ισχνών πόρων των δημοσίων πολιτικών του Κράτους, γινόμενα έτσι όργανα που διεκπεραιώνουν καθηκόντα ουσιαστικά για την μόνιμη αντεπανάσταση στο λαϊκο-δημοκρατικό μοντέλο41.

Από αυτή την άποψη, η διεκδίκηση της Αριστεράς να “οργανώσει πολιτικά τις quebradas [φτωχογειτονιές στα περίχωρα των πόλεων]” μετά τον Ιούνιο του 2013 έμοιαζε με μια προσπάθεια-φάρσα να “ξαναπαίξει” την ιστορία, λες και ήταν δυνατόν να ανακτήσει την υποτιθέμενη, από καιρό χαμένη, καθαρότητα της αριστερής εκκλησιαστικής κοινότητας που οργανωνόταν στις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Από την άλλη, ήταν ένας τρόπος αποφυγής του προβλήματος που τέθηκε από τις ταραχές στους δρόμους το 2013: ανώνυμη και εκρηκτική, αυτή η εξέγερση ήταν η έκφραση ενός αστικού προλεταριάτου που η εργατική του δύναμη αναπτυσσόταν μέσα από μια ποικιλία δημόσιων πολιτικών, συνδεδεμένη με τις τεχνολογίες της πληροφορίας, σε επισφαλείς και ιδιαίτερα ασταθείς και κινητικές συνθήκες (με την έννοια αυτή, η κεντρικότητα της μετακίνησης στις απαιτήσεις του δεν ήταν ευκαιριακή).

Σήμερα, όμως, η εξέγερση μοιάζει να έχει συντηχθεί με την κατεστημένη τάξη. Όταν στα μέσα του 2018, ένα αποκεντρωμένο κίνημα οδηγών φορτηγών σταμάτησε τη βραζιλιάνικη οικονομία μπλοκάροντας τις εθνικές οδούς σ’ ολόκληρη τη χώρα, τα συμφέροντα και οι οργανώσεις των εργατών φάνηκαν να αναμειγνύονται με αυτά των επιχειρήσεων. Η ίδια η εξέγερση, που κατάφερε να φέρει τη χώρα στο χείλος της κατάρρευσης, είχε ως ορίζοντά της ακριβώς την επανενδυνάμωση της τάξης, κραυγάζοντας για “στρατιωτική παρέμβαση”. Η απεργία των φορτηγατζήδων κέρδισε μεγάλη λαϊκή υποστήριξη, επηρεάζοντας μερικούς τομείς των εργατών στις πόλεις (από δικυκλιστές διανομείς μέχρι δασκάλους)42 και έβαλε την ταφόπετρα στη “μεγάλη εθνική συμφωνία”43 που επιχείρησε η κυβέρνηση Temer – μια, ήδη χαμηλών προσδοκιών, προσπάθεια εγγύησης της επιβίωσης της παλιάς πολιτικής διευθέτησης γύρω από ένα πρόγραμμα λιτότητας.

Τέλος, η νίκη του Bolsonaro δένει τη γραμμή συνέχειας ανάμεσα στο 2013 και το 2018: την συμμόρφωση της εξέγερσης στην τάξη. Και αντιμέτωποι μ’ αυτό:

Παραθέτουμε:

Με δεδομένη την εικόνα της απομόνωσης και της ανικανότητας, αυτό που κάνει η πλειοψηφία της Αριστεράς είναι να δημιουργήσει αντιφασιστικά και ευρέα δημοκρατικά μέτωπα σε διάφορα σημεία, με διαφορετικές μορφές, ώστε να επιβεβαιώσει αριστερίστικες αξίες εναντίον της ανάπτυξης των ακροδεξιών αξιών – το μαυροκόκκινο ή το πολύχρωμο εναντίον του πράσινου και κίτρινου της εθνικής σημαίας της Βραζιλίας, οι αξίες της Δημοκρατίας εναντίον των αξιών της Δικτατορίας. (…) Αυτές οι θέσεις παραμένουν επίσης σε ένα αφηρημένο επίπεδο συζήτησης: τι σημαίνει σήμερα να πολεμάς τον φασισμό με τα όπλα; Ποιοι είναι οι φασίστες, οι συνάδελφοί μας που ψήφισαν τον Bolsonaro;44

Το νέο σενάριο παραμερίζει τις δυνατότητες διαμόρφωσης μιας κριτικής οπτικής. Από τη μια πλευρά, η επιδίωξη αποκατάστασης της ήδη τραυματισμένης δημοκρατικής διευθέτησης κατευνασμού, οι δυνάμεις της οποίας γίνονται κάθε φορά λιγότερο παραγωγικές – και, συνεπώς, ανίσχυρες, συχνά περιοριζόμενες οι ίδιες στην υπεράσπιση των συμβόλων. Από την άλλη, η απλή εμμονή στην εξέγερση χάνει, τελικά, τη δύναμη αμφισβήτησης, είναι το ίδιο το καθεστώς τώρα που κάνει την κοινωνική βία κομμάτι του45. Περικλεισμένος από αυτές τις δύο μορφές υπεράσπισης της τάξης, κάποιος μπορεί να αναρωτιέται: πού περιπλανιέται η ταξική πάλη.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://libcom.org/news/brazil-how-things-have-havent-changed-08052019.

2 MC Vitinho, Crime é o Crime/Dilma Sapatão/Instalar a UPP Αυτό το τραγούδι είναι “proibidão” [στμ. απαγορευμένο] (ένα υποείδος της μουσικής καριόκα-φανκ που συνδέεται με εγκληματικές συμμορίες από τις φαβέλες του Ρίο ντε Τζανέιρο) και ηχογραφήθηκε μετά την εισβολή του στρατού και τη δημιουργία των Ειρηνευτικών Δυνάμεων της Αστυνομίας (UPP) υπό την ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος.

3 Ομιλία του πρώην προέδρου Λούλα στο φόρουμ “Δράση για την ανοικοδόμηση του δημοκρατικού κράτους” που δόθηκε στην αίθουσα της Νομικής Σχολής του UFRJ [Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο του Ρίο ντε Τζανέιρο] (11 Αυγούστου 2017, διαθέσιμη στο: https://www1.folha.uol.com.br/poder/2017/08/1909354-lula-diz-que-foi-precipitado-considerar-atos-de-2013-democraticos.shtml.

4 Μιλάμε εδώ για “εξέγερση” επειδή ήταν ένας όρος που χρησιμοποιούσαν τα πιο μαχητικά στοιχεία στον ξεσηκωμό στις πόλεις εναντίον της αύξησης του κομίστρου στα λεωφορεία που ξέσπασε στη Βραζιλία μεταξύ του 2003 και του 2013. Από την άλλη, λαμβάνουμε υπόψιν την αντίληψη του João Bernardo για τον όρο, για τον οποίο “εξέγερση είναι η αναταραχή κάτω από τη σημαία ενός κοινού τόπου, συνεπώς το ακριβώς αντίθετο της επανάστασης, που είναι η ρευστοποίηση του κοινού τόπου” (Revolta/revolução, Passa Palavra, Ιούλιος 2013, διαθέσιμο στο http://passapalavra.info/2013/07/81647διάκριση που, στην πραγματικότητα, συνεισφέρει στην ανάλυση των ορίων που αντιμετωπίζουν αυτοί οι αγώνες.

5 “Το μόνο ‘αίτημα του κινήματος’ – η απόσυρση του Εργασιακού Νόμου – δεν ήταν στην πραγματικότητα ένα, καθώς δεν άφηνε χώρο για οποιαδήποτε προσαρμογή, οποιονδήποτε ‘διάλογο’. Με τον ολοκληρωτικά αρνητικό χαρακτήρα του, σηματοδοτούσε μόνο την άρνηση να συνεχίσει να κυβερνιέται μ’ αυτόν τον τρόπο (…)”. (Η Αόρατη Επιτροπή, Τώρα, Ill Will Editions, 2017). Αυτή η περιγραφή των διαμαρτυριών ενάντια στον νέο γαλλικό εργασιακό νόμο (Loi travail), που έγινε το 2016 από την “Αόρατη Επιτροπή” ακούγεται πολύ οικεία.

6 Αξίζει να θυμηθούμε, για παράδειγμα, το επεισόδιο όταν η διανοούμενη και υποστηρήκτρια του Εργατικού Κόμματος Marilena Chauí διακήρυξε, σε μια ομιλία στην Στρατιωτική Αστυνομία του Ρίο ντε Τζανέιρο, ότι τα μπλακ-μπλοκ είναι φασιστικής έμπνευσης. Δείτε “‘Black blocs’ agem com inspiração fascista, diz filósofa a PMs do Rio” (Folha de São Paulo, Αύγουστος 2013, διαθέσιμο εδώ: https://www1.folha.uol.com.br/fsp/poder/126068-black-blocs-agem-com-inspiracao-fascista-diz-filosofa-a-pms-do-rio.shtml).

7 Σημείωσης της αγγλικής μετάφρασης: Στη Βραζιλία, οι “Επιχειρήσεις Εγγύησης του Νόμου και της Τάξης” (Επιχειρήσεις GLO, Operações Garantia da Lei e da Ordem) είναι ένα νομικό εργαλείο με το οποίο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξουσιοδοτεί μια προσωρινή στρατιωτική επέμβαση σε μια περιοχή της εθνικής επικράτειας “για την ειρήνευση αντιτιθέμενων ομάδων” (με άλλα λόγια, για την καταστολή εμφύλιων συγκρούσεων). Οι επιχειρήσεις GLO χρησιμοποιήθηκαν στη διάρκεια μεγάλων γεγονότων όπως το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου της FIFA το 2014 και οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2016 στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Δείτε εδώ: https://www.defesa.gov.br/arquivos/2014/mes02/md33_m_10_glo_2ed_2014.pdf.

8 Ακολουθώντας τα ίχνη της κλιμάκωσης της καταστολής στον μακρύ απόηχο της μετά τον Ιούνιο περιόδου στο Ρίο ντε Τζανέιρο, μεταξύ 2013 και 2014, το φιλμ Operações de Garantia da Lei e da Ordem (κάτι σαν “Επιχειρήσεις Νόμος και Τάξη”, Julia Murat, 2017) διαγράφει την γραμμή της συνέχειας ανάμεσα στον λόγο της Ντίλμα, όταν αντιμετωπίζει τις διαμαρτυρίες, και στον λόγο της ορκωμοσίας του Temer: η υπεράσπιση της τάξης. Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: ο Αντιτρομοκρατικός νόμος εγκρίθηκε από την κυβέρνηση της Ντίλμα μόλις λίγο πριν τη διαδικασία απαγγελίας κατηγοριών εναντίον της.

9 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: αντίστοιχα, “Κίνημα Ελεύθερης Μετακίνησης” και “Κίνημα Ελεύθερης Βραζιλίας”. Το MPL είναι ένα ριζοσπαστικό κοινωνικό κίνημα που δημιουργήθηκε το 2005 για την επαναδιεκδίκηση της ελεύθερης μετακίνησης με τα ΜΜΜ και ήταν στην καρδιά της εξέγερσης του Ιουνίου του 2013 (διαβάστε: https://en.wikipedia.org/wiki/Movimento_Passe_Livre). Το MBL είναι μια δεξιά οργάνωση που ιδρύθηκε το 2014 και είναι επικεφαλής των διαμαρτυριών για την απαγγελία κατηγοριών στην Dilma Rousseff (διαβάστε: https://en.wikipedia.org/wiki/Free_Brazil_Movement).

10 Από την μια πλευρά, παρακολουθήσαμε τη σκηνή στην οποία ο Λούλα, αν και ήξερε ότι η καταδίκη του ήταν ένας πολιτικός ελιγμός, παραδόθηκε για να κλειστεί στη φυλακή. επανεπβεβαιώνοντας την εμπιστοσύνη του στους δημοκρατικούς κανόνες: “αν δεν πίστευα στη Δικαιοσύνη, δεν θα είχα οικοδομήσει ένα πολιτικό κόμμα, θα είχα προτείνει μια επανάσταση σ’ αυτή τη χώρα”. Από την άλλη, βλέπουμε ότι, στο αποκορύφωμα της προεκλογικής εκστρατείας του, ο Bolsonaro, αν και ήξερε ότι οι εκλογές είχαν ήδη κερδηθεί, δεν σταμάτησε να αμφισβητεί την νομιμοποίηση των καλπών και να λέει ότι ο αντίπαλός του δεν θα μπορούσε να νικήσει παρά μόνο με νοθεία. Ο Eduardo Bolsonaro, γιος του εκλεγμένου Προέδρου, έφτασε ακόμα και να εμπαίξει το Ανώτατο Δικαστήριο, δηλώνοντας ότι αρκούν μόνο “ένας στρατιώτης και ένας δεκανέας” για να το “κλείσουν”.

11 Κοινή έκφραση σε στρατιωτικά περιβάλλοντα που σηματοδοτεί την στρατηγική σχεδιασμένη από τον αποκαλούμενο “λαϊκο-δημοκρατικό” χώρο από τη δεκαετία του 1980. Όπως και με ένα τσιμπιδάκι, η κατάληψη της εξουσίας θα απαιτούσε μια διπλή κίνηση: από τα πάνω, μια βαθμιαία κατάκτηση των θεσμικών χώρων· από τα κάτω, μαζική κινητοποιήηση καθοδηγούμενη από λαϊκές οργανώσεις, κοινωνικά κινήματα και συνδικάτα.

12 “Για πρώτη φορά, αυτό που εκφράζεται στις εκλογές”, είπε ο Paulo Arantes σε μια πρόσφατη συνέντευξη, “δεν αφορούσε μόνο την παραγωγή ή τη διαχείριση κλασσικών δημόσιων πολιτικών, αλλά ήταν η κατάληψη της εξουσίας μέσω της πολιτικής αντιπαράθεσης”. (Abriu-se a porteira da absoluta ingovernabilidade no Brasil, diz Paulo Arantes, Brasil de Fato, Nov 2018, διαθέσιμο εδώ: https://www.brasildefato.com.br/2018/11/13/abriu-se-a-porteira-da-absoluta-ingovernabilidade-no-brasil-diz-paulo-arantes). Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: Ο Paulo Arantes είναι Βραζιλιάνος μαρξιστής συγγραφέας.

13 Στμ. “Λοχαγός” (“Captain”), παρωνύμιο του Bolsonaro λόγω του βαθμού με τον οποίο αποστρατεύτηκε πριν ασχοληθεί με την πολιτική.

14 Αναλύοντας τον πρόσφατα προτεινόμενο για το Υπουργείο Εξωτερικών Σχέσεων στην κυβέρνηση Bolsonaro, ο Jan Cenek (στο Trump, o Ocidente, o chanceler, o ex-prefeito, o romance e a crise, Δεκέμβριος 2018, διαθέσιμο στο: http://antiode.blogspot.com/2013/03/albert-camus-por-jean-paul-sartre-camus.html) φτάνει σε ανάλογα συμπεράσματα: “το ακροδεξιό πρόγραμμα είναι πέρα από τον κωφάλαλο ρεφορμισμό, επειδή προϋποθέτει και υπερασπίζεται ανοιχτά αυτό που η άλλη πλευρά έλεγε ότι δεν θα υπερασπιζόταν αλλά έχει υπερασπιστεί, και συνεχίζει να υπερασπίζεται. Αφού ο καπιταλισμός δεν έχει καταργηθεί, η καταστολή είναι αναπόφευκτη, με τη διαφορά να είναι αυτή ανάμεσα στην ανοιχτή υπεράσπιση της στρατιωτικοποίησης και της βίας, από την ακροδεξιά, απέναντι στην θεωρητική καταδίκη αυτών των δύο από τον κωφάλαλο ρεφορμισμό, ο οποίος αυτοαναγορεύεται σε δημοκρατικό (όμως, όσοι ήταν στους δρόμους τον Ιούνιο του 2013, ξέρουν πολύ καλά τι έκανε [ο ρεφορμισμός] εκείνο το φθινόπωρο)”.

15 Emiliano Augusto, A paixão é um excelente tempero para ação, mas uma péssima lente para a análise (σημαίνει περίπου “Το πάθος είναι ένα εξαιρετικό καρύκευμα για δράση, αλλά πολύ κακός φακός για ανάλυση”. Facebook, Οκτ. 2018, https://www.facebook.com/emiliano.augusto/posts/10211083131468227).

16 Carolina Catini e Renan Oliveira, Depois do fim (Passa Palavra, Νοέμβριος 2018, διαθέσιμο στο: http://passapalavra.info/2018/11/123386).

17 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: Ο João Bernardo είναι ένας μαρξιστής αγωνιστής της αυτονομίας γεννημένος στην Πορτογαλία. Στη διάρκεια της Πορτογαλικής Επανάστασης του 1974 (στμ. της περίφημης “Επανάστασης των Γαρυφάλλων”), ήταν μέλος της εργατικής εφημερίδας “Combate”. Δείτε τη βιογραφία του εδώ: https://pt.wikipedia.org/wiki/João_Bernardo.

18 Ο φασισμός κατανοείται ως ένα ιστορικό φαινόμενο που δεν είναι απλά συνώνυμο ενός παροξυμένου αυταρχισμού, όπως έχει χρησιμοποιηθεί από την αριστερά. Αξίζει να σημειωθεί, για παράδειγμα, ότι η δικτατορία στη Βραζιλία, από τη δεκαετία του 1960 μέχρι κι αυτήν του 1980, αν και αυταρχική και εθνικιστική, δεν ήταν ένας κανονικά φασιστική. Για μια εκτενή συζήτηση αυτού του ζητήματος, δείτε João Bernardo, Labirintos do Fascismo (3ª versão, revista e aumentada, [“Λαβύρινθοι του Φασισμού”, 3η έκδοση, διορθωμένη και επαυξημένη] 2018, διαθέσιμο στο: https://ia902807.us.archive.org/19/items/jb-ldf-nedoedr/BERNARDO%2C%20João.%20Labirintos%20do%20fascismo.%203ª%20edição.pdf).

19 Στμ. Το πρότεινε γιατί υπήρχε ένα οργανωμένο εργατικό κίνημα, στην ακμή του προγραμματισμού, με τη δύναμη να το επιβάλλει. Δηλαδή δεν είναι τόσο ότι οι διαχειριστές του PT ή του ΣΥΡΙΖΑ – οι αναλογίες είναι σημαντικές και αξίζουν ανάλυσης – δεν θα ήθελαν, ίσως, κάτι ανάλογο, όσο ότι η σημερινή συγκυρία αναδιάρθρωσης δεν έχει καμμιά σχέση με την περίοδο της ακμής της σοσιαλδημοκρατίας: είναι μια συγκυρία κυριαρχίας του κεφαλαίου – παρά τη βαθιά κρίση του – και διάλυσης ουσιαστικά αυτού που γνωρίζαμε ως εργατικό κίνημα. Ακόμα και η εναπομείνασα εργατική γραφειοκρατία αποκλείεται ή έχει απωλέσει σχεδόν οποιονδήποτε συνδιαχειριστικό ρόλο.

20 Στμ. Όπως είπαμε και παραπάνω, πιστεύουμε ότι υπάρχουν ενδιαφέρουσες αναλογίες με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ (η ενσωμάτωση των εργατικών οργανώσεων είχε προηγηθεί στην Ελλάδα ήδη με το ΠΑΣΟΚ). Και δεν μιλάμε τόσο για αναλογίες πολιτικές ή οργανωτικές των αντίστοιχων πολιτικών δυνάμεων αλλά για αναλογίες της δομικής αναδιάρθρωσης των δύο κοινωνικών σχηματισμών: δικτατορίες, εκδημοκρατισμός και νέο “κοινωνικό συμβόλαιο”, κρίση, ανάδυση “ριζοσπαστικής αριστεράς”, πολιτικές διαχείρισης της κρίσης κλπ.

21 Για μια ανάλυση αυτού του αντιεξεγετικού σχεδίου, δείτε “Depois de junho a paz será total” (στο Paulo Arantes, O novo tempo do mundo, São Paulo, Boitempo, 2013).

22 Αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται από την Leda Paulani στο “Capitalismo financeiro, estado de emergência econômico e hegemonia às avessas” (στο Francisco de Oliveira, Ruy Braga e Cibele Rizek [orgs.], Hegemonia às avessas, São Paulo, Boitempo, 2010).

23 Αυτός ο όρος έγινε δημοφιλής από μια σελίδα στο Facebook, https://www.facebook.com/vagasVTNC.

24 O Aluminista, Sequestro da revolta! (2018, O Aluminista: http://passapalavra.info/2018/11/123623).

25 Ομιλία της Silvia Viana στο σεμινάριο “Alarme de Incêndio: cultura e política na época das expectativas decrescentes” (5 Μαρτίου 2016, στο: https://www.youtube.com/watch?v=IbOAN3lABHE).

26 Στμ. Πολύ ενδιαφέρον σημείο. Μπορούμε να το δούμε και σε σχέση με τη σειριοποίηση που αναφέρει ο Dylan Riley στην ανάλυση για τις συνέπειες του χρέους: “Το χρέος τείνει, συνεπώς, σε μια εξατομίκευση ή σειριοποίηση της πολιτικής δραστηριότητας. Αντί να συλλογικοποιεί τους μισθωτούς, εξατομικεύει τον πληθυσμό σ’ αυτό που ο Μαρξ περίφημα έχει περιγράψει σαν ‘ένα σακί πατάτες’”, “Τι είναι ο Τραμπ;” στο https://inmediasres.espivblogs.net/what-is-tramp.

27 Στμ. Εξαιρετική διόραση σε ένα ζήτημα που πάσχουμε ιδιαίτερα, την ανάλυση της δυναμικής αυτού που με ευκολία ονομάζουμε “κανιβαλισμό” για να συγκαλύψουμε στην πραγματικότητα την αναδιάρθρωση και τον μετασχηματισμό των ταξικών σχέσεων με την ανάπτυξη των διαιρέσεων και των ανταγωνισμών εντός του ίδιου του προλεταριάτου, που δεν αντανακλούν παρά την κατίσχυση της εξατομίκευσης ως λογικής του κεφαλαίου. Γιατί πραγματικά, αν ο καθένας είναι μόνος στον αγώνα της επιβίωσης – αγώνας που προφανώς παροξύνεται σε άλλα όρια σε συνθήκες κρίσης και υποτίμησης – τότε, η λογική της ισότητας έναντι του κεφαλαίου επιτάσσει ότι όλοι πρέπει να έχουν το ίδιο σημείο “εκκίνησης” και όχι ειδικά προνόμια. Οι μηχανισμοί διαχείρισης και συμβιβασμού της σοσιαλδημοκρατίας, όπως συμπυκνώνονται στο “κράτος πρόνοιας”, ένας μηχανισμός άρσης ανισοτήτων, θεωρείται τώρα από το ίδιο το προλεταριάτο, κι αυτή είναι η ουσία, αλλοίωση των όρων του παιχνιδιού και μηχανισμός παραγωγής ανισοτήτων! Έτσι το επίδομα ανεργίας γίνεται αθέμιτος ανταγωνισμός στην αγορά εργασίας, και ο Πολάκης κάνει τις δηλώσεις που κάνει για τον Κυμπουρόπουλο (ουσιαστικά καταγγέλοντάς τον για χρήση “αθέμιτων” μέσων σε έναν ανταγωνισμό στον όλοι θα έπρεπε να είναι “ίσοι”). Είναι μια θεμελιώδης μάχη πάνω στην ουσία της ισότητας και των ανισοτήτων, του εξισωτισμού και της κοινωνικής διαχείρισής του, της κοινωνικής συνοχής, της συγκρότησης του ίδιου του προλεταριάτου.

28 Στμ. Εξαιρετικός και ιδιαίτερα διεισδυτικός χαρακτηρισμός για τη νέα Δεξιά.

29 Αν και ο όρος “escrache” έχει αρχικά προέλθει από την Αριστερά, αναφερόμενος στους αγώνες σχετικά με την εξαφάνιση πολιτικών προσώπων στην Αργεντινή, ήταν κυρίως στο πλαίσιο της πολιτικής ταυτοτήτων που απέκτησε, τα λίγα τελευταία χρόνια, την πιο πλήρη μορφή του. Για μια πιο δυναμική αφήγηση αυτών των δράσεων, δείτε: Dokonal, Sobre escrachos, extrema-esquerda e suas próprias novelas: o conto que pensei em escrever (Passa Palavra, Ιούλιος 2014, διαθέσιμο εδώ: http://passapalavra.info/2014/07/98096). Στμ. Escrache, ίσως “διαπόμπευση”, τύπος άμεσης δράσης με μορφή διαδήλωσης που περιλαμβάνει την παρενόχληση δημοσίων προσώπων, συνήθως με συγκέντρωση γύρω από το σπίτι τους, το φώναγμα συνθημάτων με σκοπό τη δημόσια διαπόμπευσή τους. Στην Αργεντινή ο όρος επινοήθηκε το 1995 από την ομάδα για τα ανθρώπινα δικαιώματα HIJOS, για να καταδικάσει τις γενοκτονίες που διέπραξαν τα μέλη της PROCESO και τα οποία αμνηστεύθηκαν από τον πρόεδρο Κάρλος Μένεμ.

30 Σχετικά μ’ αυτό, δείτε: A caça aos ‘falsos cotistas’: austeridade, identidade e concorrência (Passa Palavra, Αύγουστος 2017, διαθέσιμο εδώ: http://passapalavra.info/2017/08/114875).

31 “Οι συνθήκες της αστικής κοινωνίας είναι πολύ περιοριστικές για να περιλάβουν τον πλούτο που δημιουργείται από αυτούς. Και πώς ξεπερνά η αστική τάξη αυτές τις κρίσεις; Από τη μια πλευρά με την καταναγκαστική καταστροφή μιας μάζας παραγωγικών δυνάμεων· από την άλλη, με την κατάκτηση νέων αγορών και την πιο ενδελεχή εκμετάλλευση των παλιών”, Μαρξ και Ένγκελς: Το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος, 1848, (Στμ. Στα ελληνικά: εκδόσεις Θεμέλιο, 2004).

32 Caio Martins and Leonardo Cordeiro, Revolta popular: o limite da tática (Passa Palavra, Μάιος 2014, στο: http://passapalavra.info/2014/05/95701). Αγγλική έκδοση: Brazil: Popular revolt and its limits (Δημοσιευμένη στο Libcom.org, διαθέσιμη στο https://libcom.org/library/brazil-popular-revolt-its-limits) (στμ. Υπό μετάφραση).

33 Το σχόλιο είναι από έναν απλό εργάτη [“μπλε-κολλάρο”] ο οποίος έπαιρνε με το κινητό του φωτογραφίες της φωτιάς στα καταλύματα των εργατών. Οι συνέπειες της κατασκευής της Jirau, η εξέγερση των εργατών και η συνεργασία μεταξύ των κέντρων των εθνικών συνδικάτων και της κυβέρνησης για την καταστολή του κινήματος απεικονίζεται στο Jaci: sete pecados de uma obra amazônica (Caio Cavechini, 2015), που κυκλοφόρησε στα Αγγλικά με τον τίτλο Jaci: Seven Sins Of An Amazonian Work. Αξίζει επίσης να κοιτάξει κανείς στις αναφορές για τις διακοπές, τις δολοφονίες, τους βασανισμούς και τις φυλακίσεις στα εργοτάξια που έγιναν εκείνα τα χρόνια από τη Liga Operária, μια συνδικαλιστική ομάδα με μαοϊκές επιρροές που δρα στην περιοχή. Διαθέσιμο στο: http://www.ligaoperaria.org.br/1/?p=2867).

34 Η διαδρομή της αντίστασης των κατοίκων του αγροτικού καταυλισμού Milton Santos, ο οποίος στη διάρκεια της διακυβέρνησης Ντίλμα κινδύνευσε να υποστεί μια “αντίστρογη αγροτική μεταρρύθμιση”, έχει παρουσιαστεί εκτενώς στο Passa Palavra (tη πλήρης κάλυψη είναι προσβάσιμη εδώ: http://passapalavra.info/2013/01/70939). Στα Αγγλικά δείτε: https://libcom.org/news/milton-santos-settlement-threatened-eviction-18012013.

35 Στις αρχές του Αυγούστου του 2013, το Passa Palavra ανέφερε μια “φιμωμένη άνοιξη”: μόνο στην περιοχή του Grajaú, “περίπου 20 εκτάσεις καταλήφθηκαν ταυτόχρονα από οικογένειες που δεν είχαν πλέον τις συνθήκες για να πληρώνουν ενοίκιο (…). Είναι τουλάχιστον περίεργο να παρατηρήσει κανείς ότι, σε συνέχεια της πολιτικής αναταραχής που αποκαλούμε “γεγονότα του Ιούνη”, μια διαδικασία άμεσων αγώνων αναπτύχθηκε από τον πιο φτωχό κόσμο στις παρυφές των πόλεων και ότι τα αριστερά όργανα επικοινωνίας δεν της έδωσαν την προσοχή που άξιζε (Ocupações do Grajaú protestam por moradia no centro de São Paulo, Passa Palavra, Αύγουστος 2013, διαθέσιμο εδώ: http://passapalavra.info/2013/08/82681).

36 Οι ετήσιες αναφορές στο Strike Balance, δημοσιευμένο από την Dieese (διαθέσιμες στο: https://www.dieese.org.br/sitio/buscaDirigida?tipoBusca=tipo&valorBusca=balan%E7o+das+greves), ανεβάζουν σε ένα σύνολο 2.050 τις καταγεγραμμένες απεργίες στη Βραζιλία για το έτος 2013, αριθμός που φτάνει τις 2.093 το 2015 (μέχρι αυτή τη στιγμή, δεν είχαν δημοσιευτεί αναφορές για τις απεργίες το 2014 και το 2015). Αλλά, όπως επισημαίνει ο Leo Vinicius, η ανάλυση της περιόδου θα έπρεπε να λάβει υπόψιν της και τις “απεργίες και δράσεις στους εργασιακούς χώρους που έγιναν εκτός συνδικαλιστικών δομών, και οι οποίες δεν συνυπολογίζονται σ’ αυτές τις στατιστικές. Είναι πιθανόν ότι πολλές αυτόνομες δράσεις απο οργανωμένους εργάτες έγιναν χωρίς να το μάθουμε εμείς καθόλου (Bem além do mito “Junho de 2013”, Passa Palavra, Ιούλιος 2018, διαθέσιμο στο: http://passapalavra.info/2018/07/121756).

37 Για ένα πορτραίτο αυτού του σεναρίου, δείτε Estado e movimentos sociais (Passa Palavra, Φεβρουάριος 2012, διαθέσιμο στο: http://passapalavra.info/2012/02/52448).

38 Η περίπτωση της GEO-PR (σημαίνει περίπου “Σύστημα Γεωαναφοράς για την Παρακολούθηση και την Υποστήριξη της απόφασης του Προέδρου”) είναι εμβληματική. Δημιουργήθηκε από την κυβέρνηση Λούλα το 2005 με το πρόσχημα της προστασίας των κοινοτήτων των quilombola, γαιών των αυτόχθονων και αγροτικών καταυλισμών. “Τροφοδοτούμένη με δεδομένα για κοινωνικά κινήματα, όπως: ‘διαδηλώσεις’, ‘απεργίες’, ‘κινητοποιήσεις’, ‘ζητήματα των αυτόχθονων’, ‘δράσεις των ΜΚΟ’ και ‘quilombolas’”, για περισσότερο από δέκα χρόνια, έδωση ύπαρξη σε “ένα πανίσχυρο εργαλείο επιτήρησης των κοινωνικών κινημάτων, το μεγαλύτερο που ξέρουμε μέχρι σήμερα” (Lucas Figueiredo, O grande irmão: Abin tem megabanco de dados sobre movimentos sociais, The Intercept, Δεκέμβριος 2016: https://theintercept.com/2016/12/05/abin-tem-megabanco-de-dados-sobre-movimentos-sociais). [στμ. Quilombolas: Αφρικανικής καταγωγής κάτοικοι των quilombο, οικισμών στη βραζιλιάνικη ενδοχώρα που δημιουργήθηκαν αρχικά κυρίως από δραπέτες σκλάβους – από την λέξη kilombo που στην αγκολέζικη γλώσσα Kimbundu σημαίνει “κατασκήνωση σκλάβων”].

39 Μέρος του άρθρου “Revolta popular: o limite da tática” (ό.π.)

40 Στμ. Πραγματικά εξαιρετική ανάλυση, αυτοκριτική.

41 Pablo Polese, [i] A esquerda mal educada, Ιούλιος 2016, http://passapalavra.info/2016/07/108872).

42 Σχετικά με τις συνέπειες των διακοπών και στάσεων που προκάλεσαν οι φορτηγατζήδες για τους εργάτες σε ψηφιακές πλατφόρμες, διανομείς, οδηγούς σχολικών και άλλες κατηγορίες εργαζόμενων στις πόλεις, δείτε Gabriel Silva, A greve dos caminhoneiros e a constante pasmaceira da extrema esquerda (Passa Palavra, Μάιος 2018, διαθέσιμο στο: http://passapalavra.info/2018/05/119926).

43 “Ο Michel [Temer] σχηματίζει μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, προωθεί μια μεγάλη συμφωνία, προστατεύει τον Λούλα, προστατεύει τους πάντες. Αυτή η χώρα επιστρέφει στην ηρεμία, κανείς δεν μπορεί πια να της το στερήσει αυτό”, είπε ο Sérgio Machado, πρώην πρόεδρος της Transpetro, στην περίφημη συνομιλία του με τον Υπουργό Σχεδιασμού από την κυβέρνηση της Ντίλμα, Romero Jucá, λίγο πριν λάβει χώρα η ψηφοφορία σχετικά με την απαγγελία κατηγοριών στην Ντίλμα (καταγράφηκε και διέρρευσε στον τύπο τον Μάιο του 2016, το κείμενο διατίθεται εδώ: https://www1.folha.uol.com.br/poder/2016/05/1774018-em-dialogos-gravados-juca-fala-em-pacto-para-deter-avanco-da-lava-jato.shtml).

44 Um outro João (“Another João”), Breve comentário sobre as frentes democráticas e antifascistas contra Bolsonaro (Passa Palavra, Δεκέμβριος 2018, http://passapalavra.info/2018/12/123955).

45 Στμ. Πολύ ενδιαφέρον σημείο. Μιλάμε ουσιαστικά για μια διαδικασία που μεταστρέφει την εξεγερσιακότητα και την κοινωνική βία εξαιτίας του ίδιου του κατακερματισμού του προλεταριάτου (του κακόφημου “κανιβαλισμού”) σε δύναμη ενάντια στον εαυτό του, σε δύναμη ενσωμάτωσης, συμμόρφωσης με μια καινούρια τάξη, σε δύναμη τελικά του καθεστώτος. Η κοινωνική βία μετασχηματίζεται σε μια αυτοκατασταλτική δύναμη για το προλεταριάτο. Αυτό χρήζει μεγάλης ανάλυσης γιατί φαίνεται να είναι ακριβώς η δυναμική που ενδυναμώνει την νεοδεξιά αντεπανάσταση σήμερα, τη στοίχιση κομματιών του προλεταριάτου στη “συστημική αντισυστημικότητα” της νεοδεξιάς/νέας ακροδεξιάς.

1η Μάη, Ενάντια στην Εργασία

από το Comunidad de Lucha1

το κείμενο σε pdf

 

Δημοσιευμένο, αρχικά, την 1 Μάη του 2019 από Χιλιανούς συντρόφους στο Comunidad de Lucha. Αυτό που ακολουθεί είναι η μετάφρασή μας.

Άλλη μια Πρωτομαγιά έφτασε και όσοι από μας είμαστε από την πλευρά του αντικαπιταλισμού, βρίσκουμε τον εαυτό μας να στέκεται απέναντι στην προπαγάνδα του Κράτους και του κεφαλαίου, προπαγάνδα που θα ήθελε να κάνει αυτή την ημέρα μια μέρα που θα γιορτάζαμε την υποδούλωσή μας.

Αν και δεν θα έπρεπε να περιμένουμε κάτι διαφορετικό από τους υπερασπιστές της κυριαρχίας, αυτό που μας ανησυχεί και μας προβληματίζει, ως αντικαπιταλιστές, είναι να συναντάμε, κάθε χρόνο, μια παρόμοια απαίτηση για δουλειά από την πλευρά της άκρας αριστεράς και των “αντικαπιταλιστών” γενικότερα. Γι’ αυτούς, το πρόβλημα της εργασίας πάντα προκύπτει από την ιδιοποίηση από την αστική τάξη των καρπών της δραστηριότητας και η “επαναστατική λύση” τους συνίσταται στο να αρπάξουν από την αστική τάξη της αποκλειστικότητα της εξουσίας πάνω σ’ αυτόν τον “καρπό” ή τα εργαλεία της εργασίας. Αν και στην πράξη, τα κινήματα αυτά αφιερώνονται απλά να διαπληκτίζονται με το Κράτος, τους εργοδότες και τα συνδικάτα σχετικά με τις βελτιώσεις του συστήματος της μισθωτής εκμετάλλευσης, βελτιώσεις τις οποίες, παρεμπιπτόντως, το κεφάλαιο χρειάζεται για να εξασφαλίσει την εξέλιξη και την επιβίωσή του με στον χρόνο.

Στην πραγματικότητα, όμως, η δουλειά, όπως συνήθως αναφερόμαστε σ’ αυτήν αυτές τις μέρες, αναφέρεται σε μια ακριβή δραστηριότητα, η οποία προσιδιάζει σε ένα συγκεκριμένο ιστορικό στάδιο: αυτό του καπιταλιστικού πολιτισμού.

Ο θρίαμβος της αστικής επανάστασης εντατικοποίησε και επεξέτεινε τη μισθωτή εργασία και την εμπορευματική παραγωγή σε κάθε γωνιά του πλανήτη, εκτοπίζοντας άτομα και κοινότητες στη Γη, στέλνοντάς τους στα εργοστάσια. Αποστερημένοι από τα πάντα και εξαναγκασμένοι να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους μέσω της κατανάλωσης εμπορευμάτων, αυτά τα άτομα είναι υποχρεωμένα, τότε, να πουλάνε την ίδια τη δραστηριότητά τους ως εργατική δύναμη σ’ αυτούς που κυριαρχούν επάνω μας, μετατρεπόμενοι, έτσι, σε προλεταριάτο· την τάξη που η ζωή της καταντά να είναι ένα εμπόρευμα μαζί με οτιδήποτε άλλο υπό την δικτατορία της οικονομίας.

Αφού το χρήμα είναι ο απόλυτος κοινωνικός διαμεσολαβητής, η απουσία του οποίου ισοδυναμεί, στην καπιταλιστική κοινωνία, με θάνατο, εμείς οι προλετάριοι ριχνόμαστε καθημερινά μανιασμένα στα καθήκοντα που είναι απαραίτητα για να το αποκτήσουμε. Έτσι, είτε δουλεύουμε για έναν μισθό είτε εκμεταλλευόμαστε τον ίδιο τον εαυτό μας στην άτυπη αγορά ή ακόμα και στις οικιακές δουλειές (εργασία που είναι απλήρωτη και ιστορικά αποδίδεται στις γυναίκες, και χωρίς την οποία άλλες μορφές εκμετάλλευσης δεν θα μπορούσαν να διατηρηθούν) αυτή η υποχρέωση μας σηκώνει κάθε μέρα από το κρεβάτι για να τρέξουμε να στριμωχτούμε στα μέσα μαζικής μεταφοράς, συμμορφωνόμενοι έτσι στα ασφυκτικά ωράρια και προγράμματα μιας δραστηριότητας που πολλές φορές είναι αλλοτριωτική και επίπονη και η οποία ενοποιείται μόνο από την ανάγκη της αμοιβής για να μπορέσουμε να ικανοποιήσουμε τις εμπορευματοποιημένες μας ανάγκες. Αυτά καθιστούν το στρες, την κακομεταχείριση, τον εξευτελισμό, την ασθένεια, την απομόνωση και την τρέλα τον συνηθισμένο τόνο της παραγωγικής δραστηριότητας και, συνεπώς, της προλεταριοποιημένης ανθρωπότητας. Μ’ αυτόν τον τρόπο κερδίζουμε τα προς το ζην στη δουλειά, καθώς η ζωή μάς διαφεύγει.

Σαν να μην ήταν αυτό αρκετό, οι μηδενικές εγγυήσεις ασφάλειας [κράτος πρόνοιας], που εξακολουθούν να προσποιούνται ότι δικαιολογούν αυτή τη μίζερη κατάσταση πραγμάτων, διαλύονται από την ίδια την εξέλιξή τους: η εργασία κάθε ανθρώπινης ύπαρξης (με άλλα λόγια, ο χρόνος τους) αξίζει διαρκώς όλο και λιγότερο επειδή οι καπιταλιστές αναγκάζονται όλο και περισσότερο να επεξεργάζονται τρόπους μείωσης του κόστους παραγωγής ώστε να αποκτούν κέρδη και να μένουν ενεργοί στον ανταγωνισμό, κάτι που προάγει τη συνεχή επισφαλειοποίηση της εργασίας. Στην επικράτεια που εξουσιάζεται από το χιλιανό κράτος, η εικόνα μιας οικονομικής δύναμης, που προχωρά από τον συντομότερο δρόμο προς την αφθονία, συνυπάρχει σχιζοφρενικά με την πραγματικότητα μιας κοινωνίας που διαλύεται εξαιτίας της έλλειψης εργασίας και της περίσσειάς της: όποιος δεν είναι άνεργος και προσπαθεί απεγνωσμένα να βρει έναν τρόπο για να τα βγάλει πέρα, τρέχει σαν τρελός μεταξύ δουλειάς, σπιτιού και κατανάλωσης· ξοδεύοντας τη ζωή τους σε μια δίνη αυξανόμενης αλλοτρίωσης.

Το πρόβλημα είναι ότι τόσο για τους υπερασπιστές της τάξης όσο και γι’ αυτούς που υποκρίνονται ότι αντιτίθενται σ’ αυτήν, η εργασία αποκτά μια φυσικότητα ώστε να φαίνεται ότι οι διαφορές που κάποιες φορές θέτουν κάποιες ομάδες σε αντικρουόμενα στρατόπεδα, είναι στην πραγματικότητα απλά διαφορές στον τρόπο διαχείρισης του συστήματος της εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας και του κεφαλαίου που την αναπαράγει.

Μια ριζοσπαστική αντικαπιταλιστική προοπτική, αντίθετα, υποθέτει ότι απαλασσόμαστε από όλους του πυλώνες που σχηματίζουν τη βάση του κεφαλαίου, περιλαμβανομένης της δραστηριότητας που δίνει ζωή στο κεφάλαιο τη στιγμή που αφαιρεί τη δική μας. Είμαστε εμείς, οι προλετάριοι/ες, που θέτουμε την καπιταλιστική μηχανή σε λειτουργία με την αλλοτριωμένη δραστηριότητά μας. Είμαστε εμείς, επίσης, που μπορούμε να βάλουμε ένα τέρμα σ’ αυτήν: αν το προλεταριάτο είναι η τάξη της οποίας η δραστηριότητα βάζει σε κίνηση το κεφάλαιο, τότε η επαναστατική κατάργηση του κεφαλαίου συνεπάγεται αναγκαστικά την αυτοκατάργηση της τάξης μας, μαζί με όλες τις τάξεις, το Κράτος και το χρήμα.

ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ, ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑ!
ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, ΑΣ ΑΥΤΟΚΑΤΑΡΓΗΘΟΥΜΕ!

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://ediciones-ineditas.com/2019/05/03/first-of-may-against-work.

Σχόλια πάνω στο “Πού πάει η Αμερική;” του Floris D’Aalst

του Matthew Lyons1

το κείμενο σε pdf

Το δοκίμιο του Floris D’Aalst “Πού πάει η Αμερική; Τάξη και Πολιτική στην Εποχή της αμερικάνικης παρακμής2, καλύπτει μεγάλο έδαφος. Εκτιμώ το ότι η επισκόπησή του για την εκτυλισσόμενη κρίση του αμερικάνικου καπιταλισμού τονίζει τον ρόλο των δεξιών πολιτικών και πολιτισμικών δυνάμεων και ότι διερευνά όχι μόνο πώς αναπτύχθηκαν αυτές οι δυνάμεις αλλά, επίσης, και πώς αυτή η ανάπτυξη συνδέεται με δομικές αλλαγές του καπιταλισμού των ΗΠΑ. Δεν πρόκειται να προσφέρω μια περιεκτική απάντηση στο άρθρο του συνολικά, αλλά θα επικεντρώσω τα σχόλιά μου σε συγκεκριμένα ζητήματα που σχετίζονται με την πολιτική δεξιά στις ΗΠΑ.

Ο D’Aalst ιχνηλατεί την ανάπτυξη “μιας νεοδεξιάς, νεοφασιστικής, αντιπολιτευτικής κουλτούρας” στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έχει οπωσδήποτε δίκιο ότι δεξιές πολιτικές δυνάμεις έχουν αυξηθεί πάρα πολύ σε μέγεθος και επιρροή από τα μέσα της δεκαετίας του 1970. Υπερβάλλει, όμως, δραστικά για την ενότητα αυτών των δυνάμεων, λιαίνοντας μείζονες διαφορές και συγκρούσεις μεταξύ τους, διαστρεβλώνοντας, συνεπώς, και υπεραπλουστεύοντας την πολιτική κστάσταση. Επιδεινώνει το πρόβλημα αυτό με μια πεπλανημένη συζήτηση για τη φυλή που αγνοεί τη συστημική φύση της φυλετικής καταπίεσης και μια σοβαρά ανησυχητική “βουτιά” στην συνωμοσιολογία για την 11η Σεπτεμβρίου.

Στην ανάλυσή του, αυτό που D’Aalst αποκαλεί νεοδεξιά συμπεριλαμβάνει “μια ιεραρχία θεσμών” που ποικίλλει από εταιρικούς δωρητές, εύπορα άτομα και ιδιωτικά ιδρύματα στην κορυφή, δεξαμενές σκέψης, ευαγγελικές εκκλησίες και “’αξιοσέβαστες’ ομάδες που επιχειρούν στο έδαφος της τυπικής αστικής πολιτικής”, μέχρι “νατιβιστές, φασίστες και νεοναζί στον δρόμο”. Με την εξαίρεση των ευαγγελιστών ιερέων (για τους οποίους αναγνωρίζει ότι “λειτουργούν αρκετά αυτόνομα”), ο D’Aalst ισχυρίζεται ότι όλες αυτές οι ομάδες λειτουργούν ενορχηστρωμένα: “Οργανώσεις και γενιές ηγεσιών αλληλοσυνδέονται· στρατηγικές σχεδιάζονται, γενικά, από κοινού· και το ίδιο πολιτικά αυταρχικό, στρατοκρατικό και εθνικιστικό, πατριαρχικό και αχαλίνωτο καπιταλιστικό όραμα ζωογονεί τις απόψεις τους για την αμερικάνικη κοινωνία”. Ο D’Aalst περιγράφει εναλλακτικά το μπλοκ της νεοδεξιάς είτε ως απλά νεο-φασιστικό είτε ωσάν να τείνει όλο και περισσότερο στον νεο-φασισμό.

Πιστεύω ότι είναι λάθος, τόσο αναλυτικά όσο και στρατηγικά, να αντιμετωπίζει κανείς τον φασισμό απλά ως μια πτέρυγα ή ένα σταδιακό καταληκτικό σημείο ενός ευρέος δεξιού συνασπισμού, και ότι είναι καλλίτερο να κρατά τον όρο φασισμό για πολιτικές δυνάμεις που προωθούν και προάγουν μια ριζική ρήξη με το υπάρχον πολιτικό σύστημα3. Αλλά, ακόμα και βάζοντας αυτό στην άκρη, δεν υπάρχει κάποια ένδειξη στην ανάλυση του D’Aalst για τις άγριες διαφωνίες που έχουν διαιρέσει βίαια τη δεξιά στις ΗΠΑ για δεκαετίες, σχετικά με μείζονα ζητήματα όπως η πολιτική για τη φυλή, τον πόλεμο, το εμπόριο, τη μετανάστευση και τον ρόλο του κράτους. Ο συνασπισμός της Νέας Δεξιάς που εξέλεξε τον Ρόναλντ Ρήγκαν πρόεδρο το 1980 δεν περιελάμβανε ποτέ ένα νεοναζιστικό κίνημα (μεγάλο μέρος του οποίου η κυβέρνηση Ρήγκαν κατέστειλε ενεργά) και ο ίδιος αυτός ο συνασπισμός σε μεγάλο βαθμό κατέρρευσε με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και της ενότητας που ο αντικομμουνισμός είχε προσφέρει. Τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και αυτή του 1990, για παράδειγμα, είδαν οξείες συγκρούσεις ανάμεσα σε νεοσυντηρητικούς και σε αυτοαποκαλούμενους παλαιοσυντηρητικούς, οι οποίοι αντιτίθονταν στη μαζική μετανάστευση, το ελεύθερο εμπόριο και στην αύξηση του στρατιωτικού επεμβατισμού των ΗΠΑ στο εξωτερικό. Οι προεκλογικές προεδρικές εκστρατείες του παλαιοσυντηρητικού Pat Buchanan το 1992 και το 1996 προσήλκυσαν αξιόλογη υποστήριξη και οι επιθέσεις του στον “παγκοσμιοποιητισμό” συνηχούν με την πρώτη ανταρσία του κινήματος Patriot4 κατά την ίδια περίοδο5. Πολλά θέματα των παλαιοσυντηρητικών έχουν επανεμφανιστεί με την πολιτική “Πρώτα η Αμερική” του Ντόναλντ Τραμπ, του οποίου η προεκλογική εκστρατεία το 2016 προσήλκυσε ενθουσιώδη υποστήριξη από τους ακροδεξιούς λευκούς εθνικιστές της εναλλακτικής δεξιάς όχι μόνο εξαιτίας του ρατσισμού και του νατιβισμού του Τραμπ αλλά, επίσης, και επειδή γελοιοποίησε και δυσφήμισε συντηρητικούς του κατεστημένου.6

Έχω επιχειρηματολογήσει αλλού ότι από τη δεκαετία του 1990, η ακροδεξιά στις ΗΠΑ υποστήριξε κάποια στοιχεία του νεοφιλελευθερισμού αλλά έχει επίσης αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό αντιδρώντας σ’ αυτόν: για παράδειγμα, οι χριστιανοί ανοικοδομιστές έχουν γενικά εξάρει την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου τομέα, ενώ οι ακτιβιστές του κινήματος Patriot καλούν για την αναίρεση των ρυθμίσεων για το περιβάλλον και έχουν ασπαστεί το ήθος των δικαιωμάτων της ατομικής ιδιοκτησίας ως τον ακρογωνιαίο λίθο της ελευθερίας, ακριβώς όπως οι νεοναζί και άλλοι ρατσιστές προσυπογράφουν την αναίρεση των κοινωνικών προγραμμάτων που ταυτίζονται με τα άτομα μη λευκού χρώματος. Από την άλλη πλευρά, η μετανάστευση μη-ευρωπαϊκών πληθυσμών και οι διεθνείς συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου είναι θεμέλια του νεοφιλελεύθερου συστήματος και πρωταρχικοί στόχοι της οργής της ακροδεξιάς.

Οι ακροδεξιοί έχουν επίσης καταγγείλει την τάση της αμερικάνικης οικονομίας προς την αχαλίνωτη χρηματιστηριακή κερδοσκοπία (μια οργανική συνέπεια των πολιτικών απορρύθμισης των τελευταίων τριών δεκαετιών), τον συστηματικό στρατιωτικό επεμβατισμό στο εξωτερικό των ΗΠΑ, και ακόμα-ακόμα – όταν στοχοποιεί τους λευκούς – την στρατιωτικοποίηση της αστυνομίας. Η αμφιθυμία σχετικά με τον νεοφιλελευθερισμό, όπως και οτιδήποτε άλλο, εκφράζει την αντιφατική σχέση της ακροδεξιάς με τα κατεστημένα συστήματα εξουσίας7.

Ανάλογα, ισχυριζόμενος ότι ο Ντόναλντ Τραμπ “παρέχει ηγεσία” στη νεοδεξιά, ο D’Aalst συσκοτίζει την αντιφατική σχέση του ίδιου του Τραμπ με τον νεοφιλελευθερισμό. Όπως η κυβέρνηση Νίξον στις αρχές της δεκαετίας του 1970 περιελάμβανε τόσο υπερασπιστές όσο και εχθρούς της εξασθένισης του συστήματος του New Deal, έτσι και ο Τραμπ σχημάτισε μια κυβέρνηση “στριμώχνοντας” μαζί νεοφιλελεύθερους και οπαδούς του “Πρώτα η Αμερική”. Η ομάδα του προχώρησε τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα πιέζοντας το ξεχαρβάλωμα των ρυθμίσεων για τη βιομηχανία και το περιβάλλον, ανοίγοντας δημόσιες γαίες σε μεγαλύτερη εκμετάλλευση και κάνοντας το φορολογικό σύστημα ακόμα πιο άνισο απ’ ό,τι πριν. Αλλά στη μετανάστευση, το εμπόριο, την εξωτερική και στρατιωτική πολιτική, ο Τραμπ έχει επανειλημμένα, αν και κάπως απρόβλεπτα, προκαλέσει και υπονομεύσει τις νεοφιλελεύθερες θέσεις.8 Παρ’ όλα αυτά, ο D’Aalst λιαίνει την σύγκρουση αυτή μεταξύ νεοφιλελεύθερων και οπαδών του “Πρώτα η Αμερική”, ισχυριζόμενος, για παράδειγμα, ότι οι αδελφοί Koch υποστηρίζουν τις προστατευτικές και αντιμεταναστευτικές πολιτικές του Τραμπ όταν αληθεύει το ακριβώς αντίθετο9.

Το άρθρο του D’Aalst’s περιλαμβάνει επίσης μια πολύ προβληματική συζήτηση του ζητήματος της φυλής. Αν και αυτό είναι ξεχωριστό από την ενότητα για τη νεοδεξιά, θέλω να το θέσω εδώ επειδή η φυλή είναι κεντρική στις δεξιές πολιτικές στις ΗΠΑ. Ο D’Aalst περιγράφει τη φυλή ως μια “φαντασιακή κοινωνική σχέση” που διαμορφώνεται από “θεσμούς” αλλά είναι ουσιαστικά μια μορφή ψευδούς συνείδησης χωρίς υλικά θεμέλια. Ισχυρίζεται ότι από τη δεκαετία του 1970, οι διαμορφωτές πολιτικής έχουν χρησιμοποιήσει με επιτυχία τα δημόσια σχολεία και τη ποπ κουλτούρα για να ενσταλλάξουν “απο-φυλετικοποιημένες ευαισθησίες” σε πολλά μέλη της “γενιάς της χιλιετίας”. Ισχυρίζεται ότι, γι’ αυτό το κομμάτι της νεολαίας, “τα ζητήματα της ‘λευκότητας’, της ‘φυλής’ και του ‘χρώματος’ απλά δεν έχουν μεγάλη βαρύτητα”. Αυτό που υποδηλώνεται, αν και δεν διατυπώνεται καθαρά, φαίνεται να είναι ότι τα άτομα με “απο-φυλετικοποιημένες ευαισθησίες” μπορούν να λειτουργήσουν εντελώς εκτός των ρατσιστικών κατηγοριών.

Το στοιχείο σε όλα αυτά, με το οποίο συμφωνώ, είναι ότι στη διάρκεια του τελευταίου μισού αιώνα η “αχρωματοψία” έχει σε μεγάλο βαθμό αντικαταστήσει την εκφρασμένη ρατσιστική μισαλλοδοξία στη συνείδηση πολλών λευκών Αμερικανών. Αλλά, όπως σχολιάζει η Lorraine Hansberry στο αντιαποικιοκρατικό έργο της Les Blancs, “δεν έχει νόημα να προσποιούμαστε ότι [η φυλή] δεν υπάρχει – απλά επειδή είναι ένα ψέμα10. Ο D’Aalst δεν αναγνωρίζει σε κανένα σημείο ότι η ρατσιστική καταπίεση είναι μια συστημική πραγματικότητα στην αμερικανική κοινωνία, βαθιά ριζωμένη σε ένα ολόκληρο δίκτυο θεσμών, πρακτικών και κοινωνικών σχέσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η “αχρωματοψίαλειτουργεί ως μια ιδεολογία που αποκρύπτει και, συνεπώς, προστατεύει τη συνεχιζόμενη πραγματικότητα της ρατσιστικής καταπίεσης. Και αυτή η αχρωματοψία δεν περιορίζεται στη “γενιά της χιλιετίας” ή τους ανθρώπους με αριστερές τάσεις. Πολλά τμήματα της αμερικάνικης ακροδεξιάς την έχουν επίσης ασπαστεί, περιλαμβανομένων ομάδων του Πατριωτικού κινήματος όπως οι Oath Keepers, τους περισσότερους χριστιανούς δεξιούς ακόμα και το φασιστικό καλτ δίκτυο του Lyndon LaRouche11. Αυτό είναι κρίσιμο στο να κατανοήσουμε πώς συνεχίζει να εξελίσσεται και να προσαρμόζεται η δεξιά πολιτική.

Ο ίδιος ο D’Aalst μοιάζει να υποχωρεί από το ίδιο το συμπέρασμά του για την “απο-φυλετικοποίηση”, όπως δείχνει το ακόλουθο, εξαιρετικά αμφιλεγόμενο, εδάφιο:

Η “λευκότητα” δεν μπορεί, ούτε και θα εγκαταλειφθεί, απ’ όσους είναι φορείς της. Η επίδρασή της, όμως, θα μειωθεί (όχι κοινωνικά, αλλά ως μια εσωτερική σχέση της εργατικής με τον εαυτό της) με τον χρόνο, όχι τόσο δραματικά όσο θα θέλαμε, παρ’ όλα αυτά θα ελαττωθεί· αυτό θα γίνεται καθώς μεγάλος αριθμός συνειδητά “λευκών” εργατών θα “μεγαλώσουν ηλικιακά” και δεν θα επηρεάζουν πλέον σημαντικά την ταξική σχέση. Ίσως να μην πρόκειται παρά για μια κατεξοχήν ισχυρή αμυντική θέση και μια εύλογη ελπίδα.

Το τελευταίο ζήτημα που θέλω να θέσω είναι η συζήτηση που κάνει ο D’Aalst για τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Ο D’Aalst ισχυρίζεται, χωρίς να παρέχει οποιαδήποτε τεκμηρίωση ή μαρτυρία, ότι οι αεροπειρατές της Αλ Κάιντα δεν θα μπορούσαν να έχουν πραγματοποιήσει τις επιθέσεις στο World Trade Center, το Πεντάγωνο ή ακόμα και αυτήν με το αεροπλάνο που συνετρίβη κοντά στο Shanksville της Πενσυλβάνια· και ότι αυτές οι επιθέσεις όχι μόνο ενδέχεται αλλά πρέπει να έχουν πραγματοποιηθεί από ένα “αδίστακτο δίκτυο πρακτόρων μέσα από τις υπηρεσίες ασφαλείας, την στρατιωτική επιτελική δομή και τις, βασισμένες στην εκτελεστική εξουσία, μόνιμες γραφειοκρατίες”. Και διακηρύσσει επιπλέον ότι “πίστη στην επίσημη εκδοχή των γεγονότων της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001…είναι ο μύθος της εποχής μας, που δένει την εργατική τάξη με το ‘έθνος’ ‘της’ [και] κανένας επαναστατικός μετασχηματισμός δεν είναι δυνατός αν δεν σπάσουμε τη βάση (μεταξύ άλλων) αυτού του μύθου”.

Διαφωνώ πολύ έντονα με όλους αυτούς τους ισχυρισμούς. Δεν θα αναμασήσω εδώ τα πολλά επιχειρήματα που έχουν προβληθεί για να διαψεύσουν τη θεωρία της “από τα μέσα δουλειάς” για την 11η Σεπτεμβρίου, εκτός από ένα: την απλή αδυνατότητα όλοι αυτοί οι υποτιθέμενοι συνωμότες – όχι μόνο οι κατάσκοποι και γραφειοκράτες, που υποτίθεται σχεδίασαν τις επιθέσεις, αλλά οποιοσδήποτε ενεπλάκη σε όλες τις επίσημες έρευνες – να έχουν μείνει εντελώς σιωπηλοί σχετικά με τον ρόλο τους για δεκαεφτά ολόκληρα χρόνια.12 Ο ίδιος ο D’Aalst αναγνωρίζει ότι οι επαναστάτες κομμουνιστές έχουν “σοβαρούς λόγους” να μην εμπλακούν με το λεγόμενο κίνημα για “την αλήθεια της 11ης Σεπτεμβρίου”: δηλαδή, την πιθανότητα να έρθουν αντιμέτωποι με “επιχειρήματα για το κατά πόσον η βασίλισσα της Αγγλίας και/ή το Βατικανό, στην επιδίωξη σατανικών τελετουργικών, ελέγχουν τον κόσμο του μεγάλου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου”. Ένας άλλος παράγοντας, που ο D’Aalst δεν αναφέρει, είναι ότι η “αλήθεια” της 11ης Σεπτεμβρίου έχει γίνει ένα μείζον εργαλείο για δεξιούς αντισημίτες όπως οι Kevin Barrett και Christopher Bollyn για την επανασυσκευασία της ιδεολογίας τους σε αριστερών τάσεων ακροατήρια13. Σ’ αυτό το πλαίσιο, είναι στον D’Aalst που πέφτει το βάρος της απόδειξης να εξηγήσει γιατί η δική του εκδοχή των θεωριών συνωμοσίας για την 11η Σεπτεμβρίου διαφέρει ή είναι καλλίτερη από οποιανδήποτε άλλη. Αλλά δεν στηρίζει τα επιχειρήματά του με οποιονδήποτε τρόπο. Αυτό όχι μόνο υπονομεύει το επιχείρημά του στο συγκεκριμένο σημείο αλλά θέτει σε αμφισβήτηση την συνολική κρίση και αξιοποστία του.

Εκτεταμένο σχόλιο του μεταφραστή. Η ανάδειξη των διαφορών “νεοφιλελεύθερων” και “ακροδεξιών” κομματιών της άρχουσας τάξης και των πολιτικών τους εκφράσεων είναι πολύ ενδιαφέρουσα και υπαρκτή. Νομίζουμε όμως ότι και ο Lyons χάνει κάτι ουσιαστικό με την απολυτοποίησή τους. Πιστεύουμε ότι υπάρχει ένα επίπεδο από το οποίο μπορούμε να δούμε αυτη τη σύγκρουση ως κομμάτι μιας βαθύτερης κίνησης. Είναι κάπως το ίδιο επίπεδο που μας επιτρέπει να δούμε την ενιαία κίνηση του κεφαλαίου πίσω από την υποτιθέμενη σύγκρουση “φιλελευθερισμού” και “νεοφιλελευθερισμού”. Να δούμε πίσω από τις αντιφάσεις αυτές του μίγματος ‘νεοφιλελεύθερων” και “εθνικιστικών οικονομικών και ρατσιστικών” πολιτικών, το όριο του ίδιου του όρου νεοφιλελευθερισμού ως “ειδικής” περιόδου και σταδίου της ανάπτυξης του καπιταλισμού, ως ακραίου “φιλελευθερισμού”, γεγονός που είναι ήδη αντιφατικό καθώς τα χαρακτηριστικά του νεοφιλευθερισμού δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα “ακραίες” εκδοχές και αντίθετα με τις πολιτικές του “φιλελευθερισμού”. Συμφωνούμε γενικά με την κριτική που γίνεται σ’ αυτή την εννοιολόγηση του “νεοφιλελευθερισμού” πχ. από το ρεύμα της κομμουνιστικοποίησης, και άλλων, δηλαδή ότι η ουσία βρίσκεται στην κατανόηση των δομικών αλλαγών που διέρχεται ο καπιταλισμός (και η ταξική σχέση) από τη δεκαετία του 1970 και μετά, οριζόμενη γενικά ως αναδιάρθρωση. Αυτό που αποκαλείται “νεοφιλελευθερισμός” δεν είναι παρά η προσπάθεια του κεφαλαίου να επανακαθορίσει την ταξική σχέση εκμετάλλευσης μετά την έξαρση των ταξικών αγώνων στη δεκαετία του 1960 και τις αλλαγές που οδήγησαν στη συρρίκνωση της κερδοφορίας του. Συνεπώς, η θεώρηση του “νεοφιλελευθερισμού” ως μιας “ιδιαίτερης” φάσης της εξέλιξης του καπιταλισμού, και ιδιαίτερα με την επικέντρωση στον ρόλο του “κερδοσκοπικού” και “μη-παραγωγικού”, δήθεν, χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου συγκαλύπτει την πραγματική δυναμική της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης και γι’ αυτό, όχι τυχαία, τροφοδοτεί διάφορες – δεξιές και αριστερές – εθνολαϊκιστικές τάσεις.

Στο πλαίσιο αυτής της αναδιάρθρωσης βλέπουμε σταδιακά, και ιδιαίτερα με το ξέσπασμα της κρίσης του 2008, να αναδύονται επίσης πτυχές της εντεινόμενης στρατιωτικοποίησης της διαχείρισης των πλεοναζόντων πληθυσμών (στους οποίους πρέπει να δούμε ότι εντάσσονται οι ίδιοι οι μετανάστες αλλά και ντόπια πληβειακά στρώματα) και συνεπώς των “ακροδεξιών” ρατσιστικών τάσεων στις κρατικές πολιτικές που, φαινομενικά αντιφάσκουν με τις “νεοφιλελεύθερες”, αλλά στην πραγματικότητα είναι κομμάτι της ίδιας συνολικής προσπάθειας υπέρβασης της κρίσης από το κεφάλαιο. Εν ολίγοις τα γνωρίσματα του “κράτους εξαίρεσης” είναι οργανική έκφραση του ίδιου του φιλελεύθερου κράτους στην αντιφατική προσπάθεια του κεφαλαίου να ξεπεράσει την κρίση. Δεν πιστεύουμε ότι εκφράζει κάποια ριζική σύγκρουση κομματικών της άρχουσας τάξης, γι’ αυτό και οι αντικρουόμενες αυτές απόψεις συνυπάρχουν στο πλαίσιο της ίδιας κυβέρνησης.

Αυτό που είναι αντιφατικό είναι η αντιφατική κίνηση του ίδιου του κεφαλαίου, που διαπερνά και τις φράξιες του, δηλαδή η αντίφαση μεταξύ της “φυσικής” ροπής για επέκταση, πλήρη απελευθέρωση των ροών εργασίας και κεφαλαίου, και της τάσης επιστροφής σε μια προ κρίσης, περισσότερο “εθνοκεντρική”, κατάσταση πραγμάτων. Οι ακροδεξιές τάσεις, στον βαθμό που δεν θέτουν το ζήτημα της ριζικής αμφισβήτησης του υπάρχοντος συστήματος κατανομής εξουσίας, τέμνονται φυσικά με την “οπισθοδρομική” και “αντιπαγκοσμιοποιητική” φράξια. Κι αυτό συνιστά, αν χρησιμοποιήσουμε και την ανάλυση στο “Τι είναι ο Τραμπ;”, μια ριζική διαφορά με τον φασισμό του μεσοπολέμου: ο φασισμός αυτός ήταν “αναθεωρητικός”, ήθελε μια ριζική αναδιάρθρωση του συστήματος εξουσίας και φυσικά την τελική κυριαρχία. Οι ακροδεξιές τάσεις σήμερα αυτό που θέλουν, προς το παρόν αν μη τι άλλο, είναι μάλλον η διατήρηση του status quo – επιχειρούν κι αυτές να δώσουν μια απάντηση στην κρίση του κεφαλαίου. Σαν μια πρώτη προσέγγιση θα λέγαμε ότι, στην πραγματικότητα, είναι ο ίδιος ο βαθμός ανάπτυξης του κεφαλαίου σ’ αυτό το εξαιρετικά αλληλοδιαπλεκόμενο και παγκόσμιο σύστημα ολοκλήρωσης που παροξύνει τις αντιφάσεις μιας αναδιάταξης του συστήματος ισχύος.

Καθώς το κεφάλαιο “αποεθνικοποιείται” πιέζει το ίδιο το έθνος-κράτος και αφαιρεί το έδαφος κάτω από τα πόδια των επίδοξων εθνικών παγκόσμιων επικυρίαρχων. Θεωρούμε ότι οι εντάσεις του μέλλοντος δεν θα είναι γεωπολιτικές (με την έννοια της αναδιανομής ισχύος μεταξύ εθνών-κρατών) αλλά θα αναδείξουν τον πραγματικό πόλεμο στο υπόβαθρο, τον ταξικό: το πολυεθνικό κεφάλαιο εναντίον του πολυεθνικού προλεταριάτου. Σε μια τέτοια εξέλιξη, πιθανόν να δούμε έναν ριζικό μετασχηματισμό του κεφαλαίου σε μια Δυστοπία, με την ανάδυση ενός ολοκληρωτισμού που θα προσπαθήσει να λύσει το ζήτημα της κυριαρχίας μέσα από μια καινούρια μορφή Τελικής Λύσης, πέρα από τον ίδιο τον ορίζοντα του έθνους-κράτους. Η πρόκληση του μεταφασισμού στον 21ο αιώνα αναδεικνύεται έτσι σε θεμελιώδες ζήτημα για το προλεταριάτο.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: http://insurgentnotes.com/2019/02/comments-on-whither-america-by-floris-daalst.

2 Στμ. Floris D’Aalst: Πού πάει η Αμερική; Τάξη και Πολιτική στην Εποχή της αμερικάνικης παρακμής”, https://inmediasres.espivblogs.net/whither_america.

3 Matthew N. Lyons, “Two Ways of Looking at Fascism”, Socialism and Democracy 47 (vol. 22, no. 2; Ιούλιος 2008): 121–156; Don Hamerquist, “New Stuff From an Old Guy—Part 2”, Three Way Fight (blog), 28 Οκτωβρίου 2018.

4 Στμ. Το Πατριωτικό κίνημα είναι ένα σύνολο ανεξάρτητων, επαρχιακών ως επί το πλείστον εθνικιστικών κινημάτων που υποστηρίζουν το όσο δυνατόν μικρότερο μέγεθος της κυβέρνησης και της παρέμβασής της στα πράγματα. Οι αρχές του ανάγονται για κάποιους πίσω στη δεκαετία του 1950 με θέσεις αντικομμουνιστικές, ενάντια στα Ηνωμένα Έθνη και στο κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων. Μια πτέρυγά του προωθούσε ήδη από τότε τα ζητήμα της “λευκής υπεροχής” και του αντισημιτισμού. Το κίνημα γνώρισε μια μεγάλη άνθηση τη δεκαετία του 1990, αναπτύσσοντας και παραστρατιωτικές ομάδες/πολιτοφυλακές, ενώ δύο μέλη του είναι οι δράστες της βομβιστικής επίθεσης στην Οκλαχόμα το 1995. Στο απώγειό του, το 1996, περιελάμβανε 800 περίπου ξεχωριστές ομάδες. Στα τέλη της δεκαετίας πέρασε σε παρακμή αλλά άρχισε να γνωρίζει και πάλι ανάπτυξη μετά την εκλογή του Ομπάμα το 2008.

5Ι Για την καταστολή των νεοναζί από την κυβέρνηση Ρήγκαν δείτε Leonard Zeskind, Blood and Politics: The History of the White Nationalist Movement from the Margins to the Mainstream (New York: Farrar Straus Giroux, 2009), σελ. 145–147· για τη διάλυση του συνασπισμού της Νέας Δεξιάς, δείτε Matthew N. Lyons, “Business Conflict and Right-Wing movements,” in Unraveling the Right: The New Conservatism in American Thought and Politics, εκδότρια Amy E. Ansell (Boulder, CO: Westview Press, 1998), σελ. 93–97.

6 Matthew N. Lyons, “Ctrl-Alt-Delete: The Origins and Ideology of the Alternative Right”, Political Research Associates, 20 Ιανουαρίου 2017. Στα ελληνικά: “CTRL-ALT-DELETE: Οι απαρχές και η ιδεολογία της “Εναλλακτικής δεξιάς”, https://inmediasres.espivblogs.net/ctrl-alt-delete.

7 Matthew N. Lyons, Insurgent Supremacists: The us Far Right’s Challenge to State and Empire (Oakland, CA: PM Press and Montreal: Kersplebedeb Publishing, 2018), xv.

8 Lyons, Insurgent Supremacists, σελ. 200–205· δείτε επίσης Thomas Ferguson, Paul Jorgensen, και Jie Chen, “Industrial Structure and Party Competition in an Age of Hunger Games: Donald Trump and the 2016 Presidential Election”, Working Paper No. 66, Ιανουάριος 2018, Institute for New Economic Thinking. Ο Ferguson και άλλοι ισχυρίζονται (σελ. 48) ότι ο συνασπισμός επιχειρηματικών συμφερόντων που υποστηρίζουν την κυβέρνηση Τραμπ είναι “εξαιρετικά ασταθής” και “αποτελείται από αρκετά στρώματα επενδυτικών μπλοκ με ελάχιστα κοινά σημεία εκτός από την έντονη απαρέσκειά τους για τις υπάρχουσες μορφές αμερικανικής διακυβέρνησης”.

9 John Verhovek, “Koch network takes aim at ‘protectionism,’ slams Trump administration as ‘divisive’”, ABC News, 29 Ιουλίου 2018· Maggie Severns, “Koch network raps Trump, won’t support House immigration bills”, Politico, 19 Ιουνίου 2018.

10 Lorraine Hansberry, Les Blancs: The Collected Last Plays (New York: Vintage Books, 1994), σελ. 92.

11 Matthew N. Lyons, “Ammon Bundy, the refugee caravan, and Patriot movement race politics”, Three Way Fight, 20 Δεκεμβρίου 2018· Lyons, Insurgent Supremacists, σελ. 87.

12 On the “9/11 Truth movement,” δείτε Dave Thomas, “The 9/11 Truth Movement: The Top Conspiracy Theory, a Decade Later”, Skeptical Inquirer, Ιούλιος/Αύγουστος 2011· Jeremy Stahl, “The Theory vs. the Facts: 9/11 conspiracy theorists responded to refutations by alleging more cover-ups”, Slate, 7 Σεπτεμβρίου 2011.

13 Cloee Cooper, “Kevin Barrett: Repackaging Antisemitism”, Political Research Associates, 23 Οκτωβρίου 2017· Jacob Siegel, “Jew-Hater Christopher Bollyn Brings 9/11 False Flag Act to the Brooklyn Commons”, The Daily Beast, 10 Σεπτεμβρίου 2016.

Η απάντησή μας στο “Πού πάει η Αμερική;” του Floris D’Aalst

Η συντακτική ομάδα του Insurgent Notes1

το κείμενο σε pdf

Ο Floris D’Aalst έχει, αν μη τι άλλο, γράψει ένα προβοκατόρικο δοκίμιο. Μας προκαλεί να κάνουμε συνδέσεις που πιθανόν δεν θα είχαμε σκεφθεί και να σκεφθούμε διαφορετικά σχετικά με μερικά σημαντικά ζητήματα. Η ανάλυσή του παρέχει μερικά πολύ σημαντικά σημεία εκκίνησης για συζήτηση, αντιπαράθεση και περαιτέρω διερεύνηση. Επιπλέον, είναι ξεκάθαρο ότι ο θεμελιώδης στόχος του είναι να περιγράψει ένα σενάριο που προσπαθεί να δει σε ποιο σημείο η αδυσώπητη μιζέρια των ζωών της μεγάλης πλειοψηφίας του κόσμου και η βαθιά αντιπαραγωγική αναταραχή της τρέχουσας πολιτικής σύγχυσης, τόσο στην κυρίαρχη πολιτική όσο και στην, ομολογουμένως, περιθωριοποιημένη επαναστατική αριστερά, μπορεί ίσως να επιλυθεί. Η λύση που φαντάζεται είναι μια λύση υψηλού κινδύνου αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα έπρεπε να ασχοληθούμε μ’ αυτήν άμεσα.

Ας ξεκινήσουμε με μια αναφορά των πιο πολύτιμων αναλύσεων που ο D’Aalst ενσωματώνει στο δοκίμιό του:

  • μια συνοπτική, αλλά με αντίληψη, ανάλυση της μορφής και του περιεχομένου της “αποβιομηχάνισης”,

  • μια ενδιαφέρουσα ανάλυση της διαμόρφωσης αυτού που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε “ευαισθησία της ‘γενιάς της χιλιετίας’” μεταξύ μιας όχι ασήμαντης ομάδας νέων ανθρώπων του πληθυσμού των Ηνωμένων Πολιτειών,

  • η σημασία της απρόσμενης επέκτασης των μεσαίων στρωμάτων στον χώρο ανάμεσα στους καπιταλιστές και τους εργάτες (όπως οι ανεξάρτητοι υπεργολάβοι στις κατασκευές ή την τεχνολογία) για την εδραίωση μιας κοινωνικής βάσης μιας επαναναδυόμενης δεξιάς πολιτικής – αυτά τα άτομα, χωρίς να είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο2, είναι πιθανόν πιστοί ακροατές στις απογευματινές ραδιοφωνικές εκπομπές,

  • τους τρόπους και τα μέσα με τα οποία ένα δυνατό δεξιό μπλοκ αναπτύχθηκε μεθοδικά κατά τα τελευταία πενήντα χρόνια – ένα μπλοκ συγκροτούμενο από ιδρύματα, δεξαμενές σκέψης, κινητοποιήσεις ψηφοφόρων, οργανώσεις κινητοποιούμενες για συγκεκριμένα ζητήματα (όπως αυτές υπέρ των γεννήσεων). Συνελεύσεις επιλογής υποψηφίων των Ρεπουμπλικάνων και εκκλησίες ευαγγελιστών,

  • μια ανατομία των οικονομικών πολιτικών του Τραμπ ως ενός τρόπου να σκεφθούμε τη μέθοδο που υπάρχει στην τρέλα του· ο στόχος είναι η απόκτηση πλεονεκτήματος – το “Πρώτα η Αμερική” είναι πραγματικά “Η Αμερική Πάνω από Όλα”.

Την ίδια στιγμή, όμως, ο D’Aalst προάγει κάποιες άλλες αναλύσεις που πιστεύουμε ότι είναι λίγο-πολύ ελλατωματικές. Ας απαριθμήσουμε αυτά που θεωρούμε ότι είναι αδυναμίες στο επιχείρημά του:

  1. μια έλλειψη διαύγειας και ακρίβειας στις έννοιες όρων που φαίνονται να είναι αρκετά κεντρικές στην σκέψη του,

  2. μια έλλειψη πειστικών ενδείξεων που να υποστηρίζουν ισχυρισμούς που αφορούν ζητήματα όπως η κοινωνική σύνθεση των διαφόρων δεξιών ρευμάτων,

  3. μια συγκεχυμένη αποτύπωση των σχέσεων ανάμεσα στις διάφορες πτέρυγες των δεξιών κινημάτων,

  4. μια βαθιά ιδεαλιστική εξήγηση της ταξικής συνείδησης,

  5. μια συγκεχυμένη ανάλυση της διαμόρφωσης της φυλετικής συνείδησης,

  6. μια επιμονή ότι οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου ήταν μέρος μιας συνωμοσίας ενός “βαθέως κράτους” για τον εκφοβισμό και την πλύση εγκεφάλου του αμερικανικού λαού,

  7. μια εντελώς καταστροφολογική3 ανάλυση της κλιματικής αλλαγής που δεν μπορεί να καταλήξει παρά στην πίστη ότι είναι πάρα πολύ αργά και ότι ούτε καν μια επανάσταση δεν μπορεί να αποτρέψει να συμβούν τα χειρότερα σενάρια [θέλουμε να αναγνωρίσουμε ότι όντως η γνώση του D’Aalst σχετικά με τα ζητήματα αυτά ξεπερνά κατά πολύ τη δική μας – αυτός είναι ένας λόγος γι’ αυτόν να περιγράψει τουλάχιστον μια προγραμματική εναλλακτική],

  8. μια υπερβολικά κριτική αποτίμηση της μαρξιστικής αφοσίωσης στην εξάντληση της φύσης,

  9. ένα σχεδόν φαντασιακό πορτραίτο της ανάδυσης ενός νέου αστερισμού επαναστατικών δυνάμεων.

Άλλοι που συνέβαλαν σ’ αυτή τη συζήτηση έχουν γράψει για τις περισσότερες από αυτές τις κριτικές και δεν θα προσπαθήσουμε να επαναλάβουμε εδώ αυτά που έχουν ειπωθεί. Θα εστιάσουμε σε λίγα ζητήματα: τη σύγχυση σχετικά με τη φυλή· τον ιδεαλισμό όσον αφορά τη συνείδηση· την υπερτονισμένη κριτική των μαρξιστικών θέσεων απέναντι στη φύση· τον βαθύ μη-ρεαλισμό της προσδοκίας επαναστατικών δυνάμεων έτοιμων για μάχη.

Φυλή

Ο D’Aalst ισχυρίζεται ότι η φυλή είναι μια “φαντασιακή κοινωνική σχέση” και μια “μια κοινωνικά κατασκευασμένη ψυχική τοπογραφία απόκρυφων φόβων, ανασφαλειών, φαντασιώσεων και πλαστών γεγονότων και διαισθήσεων”. Ομολογούμε ότι δεν είμαστε σίγουροι τι εννοεί.

Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι το μοναδικό κοινωνικό γεγονός που υποστηρίζει αυτή την φαντασιακή κοινωνική σχέση ήταν ένα “βασισμένο στην εμπειρία μοντέλο της κοινωνίας με τρεις τάξεις” (οι πλούσιοι από πάνω, εμείς στην μέση και “αυτοί” μονίμως από κάτω). Την περιγράφει ως “μια βάρβαρη μορφή κοινής λογικής” που καταστράφηκε από την αποβιομηχάνιση. Για τον D’Aalst, το ζήτημα δεν είναι υλικά προνόμια αλλά “θεσμοί που δημιουργούν μια διεστραμμένη, παραμορφωμένη ταυτότητα στα θεμέλια μιας κοινωνικά κατασκευασμένης ψυχο-τοπογραφίας”. Μεγάλη κουβέντα! Δεν λέει τίποτα για το ποιους θεσμούς έχει κατά νου, πώς κατασκευάζονται ή πώς διατηρούνται. Δεν θεωρεί ότι οι θεσμοί έχουν υλικές βάσεις.

Θα γίνουμε συγκεκριμένοι σχετικά με τους θεσμούς που διατηρούν τη φυλετική τάξη, αν και πρόκειται για μια τάξη που δεν είναι πια τόσο μονολιθική όπως στην εποχή του φυλετικού διαχωρισμού πριν τον νόμο των Πολιτικών Δικαιωμάτων ή την εποχή της δουλείας. Η αστυνομία, τα δικαστήρια, τα σχολεία και τα κολλέγια, οι αρχές της δημόσιας στέγασης, οι κτηματαγορές μέσα στις πόλεις και τις μητροπολιτικές περιοχές και η άτυπη αγορά εργασίας, όλα αυτά διαπλέκονται για να παράγουν συστημικά μειονεκτήματα για τους μαύρους και πλεονεκτήματα για τους “λευκούς”. Ως αποτέλεσμα, παρέχουν μια ουσιαστική υλική βάση για την υιοθέτηση και συντήρηση μιας λευκής ταυτότητας. Ομολογουμένως, οι λόγοι δεν είναι τόσο απόλυτοι όσο ήταν κάποτε, αλλά υπάρχουν αρκετοί ακόμα σε πολλές περιπτώσεις – δείτε, για παράδειγμα, το “No More Missouri Compromises” του John Garvey, ένα άρθρο για την δολοφονία του Michael Brown στο Ferguson του Missouri στο Insurgent Notes #11. Το έργο αυτών των θεσμών εξακολουθεί επίσης να φροντίζει για την ενσωμάτωση όσων θεωρούνταν κάποτε “μη-λευκοί” στην κοινωνική ομάδα των μη-μαύρων ή “λευκών”, αυτή τη στιγμή ιδιαίτερα ατόμων με Ασιατική προέλευση.

Είναι αλήθεια ότι οι τυπικές εργασιακές κατηγορίες και οι μισθολογικές διαφορές δεν είναι πια κεντρικές στην διατήρηση του προνομίου. Όμως, η εξαθλίωση των λευκών εργατών δεν επηρεάζει απαραίτητα ή αυτόματα τις άλλες διαστάσεις της βιωμένης εμπερίας. Η πρόκληση παραμένει – πώς μπορούν να καταστραφούν οι θεσμοί.

Ταξική Συνείδηση

Παραδόξως, ο D’Aalst προβάλλει μια μη-μαρξιστική θεωρία της συνείδησης. Γράφει όσο το δυνατόν πιο ευθέως ότι: “η συνείδηση είναι συγκροτητική της τάξης”. Υποψιαζόμαστε ότι, κατά βάθος, ο D’Aalst είναι περισσότερο Εγελιανός παρά Μαρξιστής. Παραδόξως, αυτός ο ιδεαλιστικός προσανατολισμός τον οδηγεί σε μια άκριτη μηχανική κατανόηση των αποτελεσμάτων της εξαθλίωσης στη συνείδηση. Πιστεύει ότι, όπως συνηθιζόταν να λέγεται, όσο χειρότερα γίνονται τα πράγματα τόσο το καλλίτερο. Από αυτή την άποψη, επιδεικνύει έλλειψη επίγνωσης του αυτόνομου χαρακτήρα των φασιστικών κινημάτων – ότι κι αυτά τα κινήματα μπορούν επίσης να αναδυθούν ως απάντηση στην εξαθλίωση και ότι μπορούν επίσης να προετοιμαστούν να προκαλέσουν το κράτος και το κεφάλαιο.

Μαρξισμός και Φύση

Οι μαρξιστές έχουν συνεχίσει να πανηγυρίζουν την κυριαρχία επί της φύσης πολύ αργότερα από το σημείο που αυτή έγινε καταλήστευση των φυσικών πόρων και οικολογική καταστροφή, επιβεβαιώνοντας ότι ο κομμουνισμός ως μια ελεύθερη ανθρώπινη κοινότητα βασιζόταν στέρεα στα θεμέλια των υλικών επιτευγμάτων του καπιταλισμού”.

Τα γραπτά του Μαρξ περιέχουν πολυάριθμες αναλύσεις της σχέσης ανθρώπων-φύσης που αντανακλούν μια βαθιά εκτίμηση της σημασίας της. Στα “Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα4, ο Μαρξ γράφει:

Ο άνθρωπος ζει από τη φύση, δηλαδή η φύση είναι το σώμα του, και θα πρέπει να διατηρήσει έναν συνεχή διάλογο μαζί της αν δεν θέλει να πεθάνει. Να πούμε ότι η φυσική και πνευματική ζωή του ανθρώπου συνδέεται με τη φύση σημαίνει απλά ότι η φύση συνδέεται με τον εαυτό της, γιατί ο άνθρωπος είναι μέρος της φύσης.

Αλλά ο Μαρξ είχε μια πολύπλοκή κατανόηση της φύσης:

Με την εξαίρεση των βιομηχανιών απόσπασης5, όπως οι εξορύξεις, το κυνήγι, το ψάρεμα (και η γεωργία, αλλά μόνο στον βαθμό που ξεκινά με τη διάλυση παρθένου χώματος), στις οποίες το υλικό της εργασίας παρέχεται απευθείας από τη φύση, όλοι οι κλάδοι της βιομηχανίας έχουν να κάνουν με πρώτες ύλες, δηλαδή με ένα αντικείμενο εργασίας που έχει ήδη φιλτραριστεί μέσω της εργασίας, που είναι ήδη το ίδιο ένα προϊόν εργασίας. Ένα παράδειγμα είναι ο σπόρος στη γεωργία. Ζώα και φυτά που συνηθίζεται να θεωρούνται ως προϊόντα της φύσης, ίσως είναι, στην τωρινή τους μορφή, όχι μόνο προϊόντα, ας πούμε, δουλειάς της τελευταίας χρονιάς αλλά το αποτέλεσμα ενός βαθμιαίου μετασχηματισμού που συνεχίζεται μέσα από πολλές γενιές κάτω από τον ανθρώπινο έλεγχο και μέσω της μεσολάβησης της ανθρώπινης εργασίας (Τόμος I, σελ. 287–288).

Συνεπώς, αν και η κοινωνία είναι στη φύση, η φύση είναι επίσης στην κοινωνία.

Τέλος, ο Μαρξ απέδιδε, μεταξύ άλλων, πραγματική προσοχή στην ανάγκη της διατήρησης αυτών που έχουν φτάσει μέχρι εμάς:

Από τη σκοπιά ενός ανώτερου κοινωνικο-οικονομικού σχηματισμού, η ατομική ιδιοκτησία συγκεκριμένων ατόμων θα εμφανίζεται τόσο παράλογη όσο και η ατομική ιδιοκτησία ενός ανθρώπου επί άλλων ανθρώπων. Ακόμα και μια ολόκληρη κοινωνία, ένα έθνος ή όλες οι ταυτόχρονα υπάρχουσες κοινωνίες από κοινού δεν είναι ιδιοκτήτες της Γης. Είναι απλά κάτοχοί της, ωφελούμενοί της, και θα πρέπει να την παραδώσουν σε μια καλλίτερη κατάσταση στις επόμενες γενιές ως boni patres familias [καλοί πατέρες της οικογένειας] (Τόμος III, σελ. 911).

Έχουμε πολύ καλή επίγνωση του γεγονότος ότι αυτές οι πτυχές των απόψεων του Μαρξ δεν υιοθετούνταν ευρέως από αυτό που μπορεί να θεωρηθεί ως παραδοσιακός μαρξισμός. Είναι γεγονός, όμως, ότι οι περισσότερες από τις απόψεις του Μαρξ δεν κρατήθηκαν από τον παραδοσιακό Μαρξισμό. Δεν υπάρχει λόγος να “πετάξουμε το μωρό μαζί με τα νερά”.6

Φαντασία σχετικά με μια επαναστατική συνένωση

Ο D’Aalst προσφέρει ένα σχεδόν μαγικό ξόρκι ενός χειραφετητικού επαναστατικού μπλοκ σε τρεις παραγράφους του 30 σελίδων δοκιμίου του. Έχει, και πάλι, μια υπερβολική εμπιστοσύνη στις δυνατότητες της υλικής εξαθλίωσης να δημιουργήσει το έδαφος για μια καινούρια υπέρβαση. Έχει μια υπερβάλουσα αίσθηση για το πώς η γενιά της “χιλιετίας” [millenial] θα αναπτύξει σταδιακά επαρκή κατανόηση της μετανάστευσης, των δολοφονιών και της αστυνόμευσης:

Η άποψη που διατυπώνεται εδώ είναι ότι προλετάριοι που παλεύουν με το ζήτημα της εξουσίας, μια επίγνωση που δεν είναι φυλετικοποιημένη και των οποίων οι ευαισθησίες αγκαλιάζουν την ανεκτικότητα και την ισότητα, θα είναι πολύ πιο δεκτικοί σε μια δίκαιη και ισότιμη μεταχείριση των μεταναστών και θα μπορούν, επιπρόσθετα, να αντιμετωπίσουν τα πραγματικά ακανθώδη αλυτρωτικά και ρεβανσιστικά ζητήματα που, χρονολογούμενα από το 1846, ίσως παραμένουν ακόμα στην λαϊκή συνείδηση· τέτοιοι προλετάριοι θα είναι πιθανόν επίσης πολύ πιο ευαίσθητοι οικολογικά· και, πριν ακόμα και από την κατάληψη της εξουσίας, στις συγκρούσεις που θα έρθουν, μπουχτισμένοι από την αστυνομική βαρβαρότητα, με μια τέτοια επίγνωση, άσχετα από τις αστικοδημοκρατικές και εκλογικές αυταπάτες, θα φτάσουν να αναγνωρίσουν (έστω και διαισθητικά) τον ρόλο και τη λειτουργία, στην πραγματικότητα, των μπάτσων ως της πρώτης γραμμής της εξουσίας της άρχουσας τάξης”.

Όπως γράψαμε παραπάνω, πιστεύουμε ότι ο D’Aalst είναι κοντά σε κάτι σημαντικό σχετικά με τη “γενιά της χιλιετίας” – η γενιά αυτή μοιράζεται μια πεποίθηση ότι οι ρατσιστικές διακρίσεις είναι λάθος, ότι ο σεβασμός στους άλλους είναι ουσιαστικός, ότι οι άνθρωποι δεν θα έπρεπε υπόκεινται σε κακουχίες χωρίς λόγο και ότι η κοινωνική πρόνοια θα πρέπει να καταστεί καθολική (για παράδειγμα, Medicare for All). Ως αποτέλεσμα, απαρτίζει ένα ισχυρό εκλογικό σώμα για τη “σοσιαλδημοκρατία” – όπως μαρτυρούν, ίσως, η εκτεταμένη υποστήριξη στην εκστρατεία του Sanders το 2016, η εκρηκτική ανάπτυξη των Δημοκρατών Σοσιαλιστών της Αμερικής (DSA) και η τρέχουσα αξιοσημείωτη δημοτικότητα της Alexandia Ocasio-Cortez. Αλλά, πώς μπορούμε να μετατρέψουμε αυτή τη σοσιαλδημοκρατική ευαισθησία σε κάτι διαφορετικό; Κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί από μόνο του. Θα απαιτήσει συστηματική ενασχόληση με ιδέες δημοφιλείς σ’ αυτούς τους κύκλους – όχι για να τις πετάξουμε στα σκουπίδια, αλλά να τις προκαλέσουμε με σεβασμό. Δείτε, για παράδειγμα, το What is Socialismτου John Garvey στο Insurgent Notes #18.

Ο D’Aalst δεν αντιμετωπίζει το ζήτημα της αυτοσυνειδησίας των άλλων συνιστωσών του φανταστικού επαναστατικού μπλοκ του· υποθέτει ότι θα είναι εκεί – έτοιμοι για εμφύλιο πόλεμο: “Τα ίδια γεγονότα, όπως θα ξεδιπλώνονται, θα ωθήσουν στην κατεύθυνση της συμπαγοποίησης ένα αντίθετο ταξικό μπλοκ, νεολαία με τον προλεταριοποιημένο, επισφαλή πυρήνα της, μεγάλα στρώματα ισπανόφωνων εργατών, λεπτά στρώματα εργατών άλλων εθνικοτήτων-εθνοτήτων και ένα πλατύ πολυταξικό στρώμα μαύρων”. Πιστεύουμε ότι αυτή είναι μια προβληματική υπόθεση βασισμένη σε ελάχιστες έως μηδενικές ενδείξεις. Τα άτομα σ’ αυτές τις ομάδες σκέφτονται αυτόνομα και δρουν αυτόνομα και δεν θα πρέπει να υποθέτουμε πολλά για το τι πρόκειται ίσως να κάνουν. Μπορεί να δράσουν καλά ή και άσχημα. Αν υποθέσουμε μόνο το πρώτο, χωρίς να προβλέψουμε και για την πιθανότητα να συμβεί το δεύτερο, θα υποφέρουμε τραγικά.

Για τον D’Aalst, το μόνο που χρειάζεται είναι μια “επιτιμητική κριτική της κερδοφορίας”. Η λέξη “κερδοφορία” αποτελεί μια περίεργη επιλογή. Είναι η λέξη στην οποία οι σοσιαλδημοκράτες, που δικαιολογημένα επικρίνει ο D’Alast, δεν θα είχαν αντιρρήσεις. Γιατί όχι μια επιτιμητική κριτική τους “συστήματος κερδοφορίας” ή της “μισθωτής εργασίας” ή της “υπεραξίας” ή της υπαγωγής του ζωντανού ανθρώπινου χρόνου στην “νεκρή εργασία”; Ή οποιασδήποτε άλλης από τις πολλές κλασσικές διατυπώσεις της βαθιάς πάλης ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο, ανάμεσα σε αυτούς που δουλεύουν και το κεφάλαιο;

Αυτό που θα είχε ίσως βοηθήσει την επιχειρηματολογία του D’Aalst θα μπορούσε να ήταν μια έκφραση “προκαταρκτικότητας” σχετικά με τη βεβαιότητα με την οποία το αναπτύσσει. Για να είμαστε δίκαιοι, ήταν ο D’Aalst αυτός που πρότεινε να φιλοξενήσει το Insurgent Notes μια συζήτηση και ίσως η ίδια η συζήτηση αποκαλύψει ότι είναι ανοιχτός σε μια επαναθεώρηση και επαναδιατύπωση των ιδεών του. Θα δούμε.

Κλείοντας, προσφέραμε εδώ απλά μερικές σκέψεις σχετικά με την οικοδόμηση ενός επαναστατικού μπλοκ. Συμφωνούμε με αυτό που πιστεύουμε ότι είναι και η υπόθεση του D’Aalst – ότι η τωρινή στιγμή δεν είναι πολλά υποσχόμενη. Έχουμε τις παραδοσιακές σέκτες· μερικές νέες σέκτες· μερικά νέα περιοδικά με περισότερο ή λιγότερο διακριτές οπτικές – συμπεριλαμβανομένης της έμφασης του ίδιου του Insurgent Notes στο πρόγραμμα. Έχουμε επίσης την επανανάδυση του DSA (Democratic Socialists of America, Δημοκράτες Σοσιαλιστές της Αμερικής). Συνολικά, όχι και πολλά πάνω στα οποία να χτίσουμε!

Παρ’ όλα αυτά, θα ισχυριζόμασταν ότι είναι απαραίτητο να προσπαθήσουμε. Αναμενόμενα, θα προωθούσαμε μια καινούρια ιδιοποίηση του επαναστατικού μαρξισμού. Έχουμε μερικές λυδίες λίθους για το πώς μπορεί να γίνει μια τέτοια ιδιοποίηση – τα γραπτά του ίδιου του Μαρξ (μη παραμορφωμένα από τις λενινιστικές-σταλινικές-μεταμοντέρνες στρεβλώσεις)· την οργάνωση και τις δραστηριότητες της Πρώτης Διεθνούς και την υιοθέτηση από την Ρόζα Λούξεμπουργκ της μαζικής απεργίας ως αποφασιστικής προλεταριακής επαναστατικής δράσης. Θα κοιτάζαμε επίσης την ιστορία της κατάργησης της δουλείας, του Εμφυλίου Πολέμου και της Ανοικοδόμησης.

Τα μαθήματα αυτά περιλαμβάνουν: το πανίσχυρο μοντέλο της επίμονης πολιτικής των αγωνιστών της κατάργησης της δουλείας· την ηρωική αψήφιση από τον John Brown7 στο Kansas και στο Harpers Ferry· την παραδειγματική αλληλεγγύη των Άγγλων εργατών της κλωστοϋφαντουργίας, που αρνήθηκαν να δουλέψουν με βαμβάκι από τις πολιτείες του Νότου των ΗΠΑ· τον πρωταγωνιστικό ρόλο που έπαιξε η Διεθνής Ένωση των Εργατών στην κινητοποίηση της υποστήριξης για τον στόχο της απελευθέρωσης των σκλάβων· τη γενική απεργία των σκλάβων που μετέτρεψε τον Εμφύλιο Πόλεμο σε επαναστατικό πόλεμο και οδήγησε στην νίκη των Βορείων· και την εδραίωση των κυβερνήσεων της Ανοικοδόμησης στην επικράτεια της ηττημένης Συνομοσπονδίας – κυβερνήσεις που διέφεραν τόσο πολύ από άλλες κυβερνήσεις ώστε ο W.E.B. DuBois θεώρησε την ανοικοδομητική κυβέρνηση της Νότιας Καρολίνας ως ένα παράδειγμα “δικτατορίας του προλεταριάτου”

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: http://insurgentnotes.com/2019/02/our-response-to-whither-america.

2 Στμ. Στο πρωτότυπο: neither fish nor fowl, ιδιωματισμός, κυριολεκτικά: “ούτε ψάρι ούτε πουλί”.

3 Στμ. Στο πρωτότυπο: all-but-doomsday.

4 Στμ. Μαρξ, Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα, εκδόσεις Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2012.

5 Στμ. Στο πρωτότυπο: extractive, προτιμούμε εδώ το “απόσπαση” για διαφοροποίηση από την εξόρυξη (mining) που ακολουθεί αμέσως μετά.

6 Στμ. Στο πρωτότυπο: “throw the baby out with the bath water’, ιδιωματική έκφραση που σημαίνει να μην χάσουμε τα καλά στοιχεία προσπαθώντας να απαλλαγούμε από τα κακά, αντίστοιχο της έκφρασης στα ελληνικά “μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά”.

7 Στμ. John Brown: Αμερικάνος αγωνιστής της κατάργησης της δουλείας, ο οποίος υποστήριζε τη χρήση μιας ένοπλης εξέγερσης για την ανατροπή της. Κέρδισε την προσοχή πρώτη φορά όταν οδήγησε μικρές ομάδες εθελοντών στην διάρκεια της κρίσης του Bleeding Kansas το 1856. Με αυτές τις ομάδες έδωσε μια σειρά μάχες με πιο εντυπωσιακή την επιδρομή στο ομοσπονδιακό οπλοστάσιο στο Harpers Ferry (στην τότε Βιρτζίνια, σημερινή Δυτική Βιρτζίνια), με σκοπό να ξεκινήσει ένα ένοπλο απελευθερωτικό κίνημα των σκλάβων που θα εξαπλωνόταν στον Νότο μέσω των ορεινών περιοχών της Βιρτζίνια και της Βόρειας Καρολίνας.

Πού πάει η Αμερική; Τάξεις και πολιτική στην εποχή της Αμερικανικής Παρακμής

του Floris D’Aalst1,2

το κείμενο σε pdf

Εισαγωγή – Οικονομική κατάρρευση και πόλεμος

Η παγκόσμια επικυριαρχία του αμερικανικού δολλαρίου υποχωρεί καθώς το παγκόσμιο εμπόριο υφίσταται μια “απο-δολλαριοποίηση”· το ταξικό μπλοκ που υποστηρίζει την προεδρία Τραμπ του επιτρέπει να ενασχολείται πλήρως με τη μοναδική περιοχή διαμόρφωσης πολιτικής στην οποία οι περιορισμοί στην προεδρική συμπεριφορά είναι φοβερά χαλαροί, με άλλα λόγια του απελευθερώνει τα χέρια στην επιδίωξη της επιβολής μιας σειράς δασμών που συνιστούν, ουσιαστικά, έναν εμπορικό πόλεμο· χωρίς να αποτελεί σε καμμιά περίπτωση μια ανεξερεύνητη διαδρομή – οι εμπορικοί πόλεμοι οδηγούν σε ένοπλους πολέμους – η “απο-δολλαριοποίηση” προμηνύει ανάλογα, καθώς αλλάζει η ταξική διάρθρωση στις ΗΠΑ, μια μείζονα ταξική αντιπαράθεση που θα κρίνει κατά πόσον ένας ένοπλος πόλεμος, εφόσον αυτή η πιθανή εξέλιξη εκδιπλωθεί, θα διολισθήσει σε έναν καινούριο ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο πόλεμο.

Μέρος I

Δεν είναι απαραίτητο να επαναλάβουμε μια λιτανεία για τις βιομηχανίες που έχουν εξαφανιστεί και την αντίστοιχη απώλεια καλοπληρωμένων, προνομιούχων θέσεων εργασίας που έχουν, αντίστοιχα, εξαφανιστεί ως συνέπεια της βιομηχανικής παρακμής των ΗΠΑ. Για τους σκοπούς της παρούσας αναφοράς θα ξεκινήσουμε in medias res3 με μια συζήτηση για τις αιτίες αυτής της παρακμής.

Βιομηχανική παρακμή και οι αιτίες της

Ξέρουμε τώρα ότι ο Φορντισμός αποτελεί πια μια εποχή στην ιστορία του καπιταλισμού που έχει παρέλθει για τα καλά: οι βιομηχανίες μαζικής παραγωγής στις παλιότερες περιοχές καπιταλιστικής ανάπτυξης και, μαζί τους, τα τοπία των μεγάλων εργοστασίων έχουν παρέλθει.

Τρεις εξηγήσεις μπορούν να εξαχθούν, όλες αιτιακές στιγμές της βιομηχανικής παρακμής και κατάρρευσης στα παλιότερα κέντρα του καπιταλισμού (αυτά που χρονολογούνται πίσω στον μακρύ 19ο αιώνα). Θα εξετάσουμε και τις τρεις διαδοχικά.

Πρώτον, ξεκινώντας στα τέλη της δεκαετίας του 1940, και φτάνοντας μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960, τα μεγαλύτερα αμερικανικά κεφάλαια διαφοροποίησαν γεωγραφικά τις επιχειρήσεις τους. Επέκτειναν και ταυτόχρονα μετακίνησαν τα εργοστάσιά τους από τα κέντρα δύναμης των συνδικάτων στις Βορειοανατολικές και Μεσοδυτικές πολιτείες προς τις περιοχές χωρίς συνδικαλιστική οργάνωση4 στις παλιές Νότιες και Νοτιοδυτικές πολιτείες. Αυτό έγινε όχι μόνο με σκοπό την αναζήτηση φθηνότερης, ανοργάνωτης συνδικαλιστικά εργασίας, αλλά και με την πρόθεση της μετατόπισης της ισορροπίας δύναμης στο σημείο της παραγωγής στην καθημερινή εργασία και σε αγώνες που ξεσπούσαν μακριά από τους εργάτες και τις οργανώσεις τους (τις κύριες ομοσπονδίες όπως οι UAW, UMW, USW, Teamsters, UEW κλπ). Αυτό το περιφερειακό κίνημα αναπτύχθηκε γρήγορα με αποτέλεσμα να εμφανιστεί μια καινοφανής κίνηση του κεφαλαίου στο εξωτερικό (αν και όχι συστηματικά) ως απάντηση στο ξέσπασμα απεργιών μη οργανωμένων από τα συνδικάτα, στη διάρκεια αυτού του τελευταίου διεθνούς κύκλου της ταξικής πάλης (1964–1978) στα παλιά κέντρα του καπιταλισμού5.

Δεύτερον, η βιομηχανική παρακμή στις Ηνωμένες Πολιτείες σχετίζεται απευθείας με την πραγματική κυριαρχία του κεφαλαίου, όχι τόσο με το πώς την ορίζουμε (η εποχική στιγμή στην ιστορία του καπιταλισμού στην οποία η παραγωγή αρχίζει να υφίσταται συνεχείς μετασχηματισμούς μέσω της εισαγωγής των μηχανών και/ή την αναδιοργάνωση της εργασιακής διαδικασίας) αλλά με αυτό που την συντηρεί. Το κρίσιμο γνώρισμα που επιτρέπει στην πραγματική υπαγωγή να κυριαρχεί στην παγκόσμια παραγωγή (και ως εποχή στην ιστορία του καπιταλισμού) είναι η συστηματική, συνεχής επιστημονική και τεχνολογική τροφοδότηση αυτής της παραγωγής. Ωθούμενη η ίδια από τον ανταγωνισμό ανάμεσα στα κεφάλαια, η τεχνολογική καινοτομία δημιουργεί πιο εξελιγμένες (αποτελεσματικές, παραγωγικές) εργασιακές διαδικασίες. Ο ανταγωνισμός μπορεί να προέρχεται από το εσωτερικό ή από το εξωτερικό (ή και τα δύο), αυτό δεν έχει διαφορά (αν και στην περίπτωση των ΗΠΑ οι καπιταλιστές από το εξωτερικό έπαιξαν τον πιο σημαντικό ρόλο σε κομβικούς τομείς). Η τεχνολογική καινοτομία στην βάση των σύγχρονων φυσικών επιστημών και των “σύμμαχων” τεχνολογιών τους αυξάνει αξιοσημείωτα την παραγωγικότητα ανά εργάτη οδηγώντας σε μια αντίστοιχη μείωση στον αριθμό των εργατών που τα ατομικά κεφάλαια απαιτούν για να δημιουργήσουν τα επίπεδα εκείνα υπεραξίας που είναι απαραίτητα για την αυτοαξοποίησή τους ως πολύ μεγαλύτερων ατομικών κεφαλαίων. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την περίπτωση της παραγωγής χάλυβα, μιας και απεικονίζει με τον πιο έντονο τρόπο ένα παράδειγα της σημασίας της τεχνολογικής καινοτομίας στην απασχόληση της εργασίας. Το 1900, η παραγωγή ενός τόνου γαλβανισμένου ατσαλιού απαιτούσε περίπου κάτι παραπάνω από μια εργάσιμη μέρα (14 ανθρωποώρες). Η παραγωγή γινόταν με τη χρήση της παλιότερης, αλλά για τότε νέας, μορφής του φούρνου “ανοιχτής εστίας”6. Μέχρι το 1950, βελτιώσεις σ’ αυτόν τον τύπο φούρνου είχαν μειώσει τον χρόνο παραγωγής του ίδιου τόνου σε 8 ανθρωποώρες και το 1965, ο πιο αποδοτικός φούρνος ανοιχτής εστίας επέτρεψε στους εργάτες να παράγουν την ίδια ποσότητα ατσαλιού σε 6 ανθρωποώρες εργασίας. Με το τέλος του πολέμου στην Ινδοκίνα (1975), Γιαπωνέζοι και Κορεάτες εργάτες χρησιμοποιώντας φούρνους καύσης οξυγόνου [oxygen-burning furnaces] μπορούσαν να παράγουν την ίδια ποσότητα γαλβανισμένου ατσαλιού σε 4,5 ανθρωποώρες7. Στα επόμενα είκοσι χρόνια, οι χρόνοι παραγωγής, εφαρμόζοντας τον πιο σύγχρονο, πιο αποτελεσματικό, τύπο φούρνου καύσης οξυγόνου είχαν μειωθεί στις 2 ανθρωποώρες εργασίας. Το 1988, μια μορφή παραγωγής ατσαλιού βασισμένη σε έναν ηλεκτρικό φούρνο, ονομαζόμενη μίνι-χαλυβουργείο [mini-mill] εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Βόρεια Καρολίνα. Έλιωνε υπάρχον σκραπ παρμένο, για παράδειγμα, από τις τοπικές μάντρες με παλιοσίδερα αυτοκινήτων (με άλλα λόγια δεν εξαρτιώταν από ακατέργαστο μέταλλο, και συνεπώς δεν απαιτούσε μια τοποθεσία δίπλα σε έναν κύριο υδάτινο δρόμο για την μεταφορά μεταλλεύματος που έχει εξορυχθεί αλλού). Σε σχέση με τα εργοστάσια που χρησιμοποιούν, ας πούμε, φούρνους οξυγόνου, είναι εξαιρετικά φθηνότερο να κατασκευάσει κανείς ένα μίνι-χαλυβουργείο και η αφηρημένη εργασία που χρησιμοποιεί αυτό το τεχνολογικό επίτευγμα μπορεί να παράγει έναν τόνο γαλβανισμένου ατσαλιού σε 3/4 της ανθρωπο-ώρας(!). Και ιδού το αποτέλεσμα: τη δεκαετία του 1970, οι βιομηχανίες χάλυβα στις Ηνωμένες Πολιτείες απασχολούσαν γύρω στους 600.000 εργάτες, σήμερα απασχολούν 75 με 80 χιλιάδες.

Τρίτον, υπάρχει μια πιο “μακρινή”, εξαιρετικής σημασίας θεωρητικά, έμμεση αιτία για την βιομηχανική παρακμή: το φθίνον μέσο ποσοστό κέρδους. Διαμορφωνόμενο από την ταξική πάλη στους χώρους παραγωγής, και με επιταχυνόμενο ρυθμό από το 1965 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970, το ποσοστό κέρδους μεταξύ των μεγάλων καπιταλιστών έπεφτε. Με την αυστηρά θεωρητική έννοια, εκφρασμένο πολύ χονδροειδώς, αυτό μπορεί να αποδοθεί στην αύξηση του πάγιου [fixed] κεφαλαίου (ως μιας συνιστώσας του σταθερού κεφαλαίου) σε σχέση με τη μείωση της εργασίας που χρησιμοποιούνταν στην παραγωγή [παραγωγική εργασία]8, στη μείωση της ποσότητας του κοινωνικά αναγκαίου χρόνου εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή των προϊόντων καθώς θεωρούνται στις “μέσες τιμές” τους μεταξύ ολόκληρων βιομηχανιών, και, συνεπώς, στην τεχνολογική καινοτομία. Σημαίνει ότι η τεχνολογική καινοτομία που παράγεται από τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό έχει την τάση να καθιστά πλεονάζουσες μεγάλες ποσότητες εργασιακής δύναμης, κάνοντας αδύνατο για τους καπιταλιστές να αξιοποιήσουν (δηλαδή να αποσπάσουν υπεραξία από) επαρκή ποσά αφηρημένης εργασίας ώστε να συντηρήσουν την παραγωγή στα υπάρχοντα επίπεδα ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων.

Η αστική τάξη αναγνώρισε, φυσικά, αυτή την πτώση της κερδοφορίας. Είναι από αυτή τη στιγμή, και από αυτή την αναγνώριση, που μπορούμε να χρονολογήσουμε μια μετατόπιση από τις επενδύσεις στη “βασική” παραγωγή (παραγωγή των μέσων παραγωγής, παραγωγής της “πρώτης” ύλης που τροφοδοτεί αυτά τα μέσα παραγωγής, παραγωγή καταναλωτικών αγαθών μεγάλης διάρκειας) προς τον χρηματοπιστωτικό τομέα και τους τομείς της ψυχαγωγίας και των ακινήτων, οι οποίοι, φαινομενικά τουλάχιστον, φαίνονταν εξαιρετικά πιο κερδοφόροι9. Μπορούμε να πούμε ότι ο επαναπροσανατολισμός των επενδύσεων ήταν με την αντικειμενική, ιστορική έννοια, απάντηση του κεφαλαίου στις “άγριες απεργίες” και στον κύκλο αγώνων που σε μεγάλο βαθμό το ίδιο καθόρισε: εγκαινίασε ολόκληρη την ιστορική διαδικασία της αποσύνθεσης των επικεντρωμένων στο εσωτερικό βιομηχανιών μαζικής παραγωγής, ξεκινώντας με πρόχειρες λύσεις όπως η δημιουργία θυγατρικών χωρίς συνδικάτα και προχωρώντας μέσα από την χρησιμοποίηση υπεργολάβων και “προσωρινών” εργατών. Ήδη το 1984, τα διεθνή κεφάλαια μαζικής παραγωγής στην αυτοκινητοβιομηχανία και σε άλλες συναφείς βιομηχανίες, ενώνοντας δυνάμεις με τις εταιρείες της “Ζώνης του Ήλιου10 (στην αεροναυπηγική, στην αγροτική βιομηχανία και το πετρέλαιο, κύρια στοιχεία της δύναμης της νεοδεξιάς) είχαν απλά εγκαταλείψει τον “φιλελευθερισμό” τους. Με άλλα λόγια, αυτά τα μεγαλοκαπιταλιστικά συμφέροντα δεν δέχονταν πλέον τον κοινωνικό μισθό και την υποστήριξη του κοινωνικού κράτους πρόνοιας. Αντίθετα, έτσι για “αρχή”, υποστήριξαν χαμηλά αμοιβόμενες ή με τη συμμετοχή των εργατών σχέσεις κεφαλαίου-εργασίας, με κρατικές επιδοτήσεις και υποστήριξη από ένα προστατευτικό κράτος, κατά το ιαπωνικό μοντέλο. Εκείνη την περίοδο, η παλιά φιλελεύθερη πτέρυγα της άρχουσας τάξης σχεδόν εξαφανίστηκε με την πολιτική έννοια καθώς έπαιρνε την αρχική του μορφή το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα. Και είναι από αυτή την κατάσταση που αναδύθηκε η προτεραιότητα της κερδοσκοπικής χρηματοπιστωτικής επένδυσης στην αμερικανική οικονομία, με την επακόλουθη εισοδηματοποίηση [rentierization].

Έτσι, σ’ αυτή τη στιγμή της ιστορίας του καπιταλισμού (1984), ήταν η τεχνολογική καινοτομία (η οποία επεκτείνεται σε όλες τις σφαίρες της δραστηριότητας συμπεριλαμβάνοντας, σήμερα, όλο και περισσότερο και τον λεγόμενο “τομέα των υπηρεσιών”, ο οποίος έχει χτιστεί ευθύς εξαρχής γύρω από τους φτηνούς μισθούς και την επισφαλή εργασία) που ώθησε παραπέρα την αποβιομηχάνιση: διαμεσολαβούμενη από τον τεχνολογικό εξοπλισμό που θέτει σε κίνηση, είναι η γιγαντιαία αύξηση στην παραγωγικότητα της αφηρημένης εργασίας που έκανε πραγματικότητα την αποβιομηχάνιση, που κάνει αδύνατη μια επιστροφή στον φορντισμό και δημιουργεί για το κεφάλαιο την εξαιρετικά προβληματική, εξαιρετικά υπερβολική παραγωγικότητα, που είναι αλάνθαστα εμφανής και ταυτοποιήσιμη παγκόσμια στην αδιάλλειπτη παραγωγή μπιχλιμπιδιών και σκουπιδιών, για να διακωμωδήσουμε κάπως αυτή την υπερβολική παραγωγική ικανότητα. Η έκβαση, όμως, μπορεί να μην είναι ξεκάθαρη: παγκόσμια, τόσο σχετικά με τον παγκόσμιο πληθυσμό σήμερα, όσο και απόλυτα, σε σχέση με τον συνολικό αριθμό των εργατών στην παραγωγή, το βιομηχανικό προλεταριάτο είναι μικρότερο σήμερα απ’ όσο ήταν το 1965. Θα συνεχίσει να μειώνεται αριθμητικά τόσο σχετικά όσο και απόλυτα11.

Μέρος II – Σύγχρονες σημαντικές τάξεις

Αν και διατηρεί την αναλυτική της εστίαση, η συζήτηση που ακολουθεί, ιδιαίτερα η δεύτερη ενότητά της, θα είναι φανερά πιο πολεμικού χαρακτήρα. Δεν απολογούμαστε γι’ αυτό.

Σχηματισμός και δομή μιας νεο-δεξιάς, νεο-φασιστικής αντιπολιτευτικής κουλτούρας και οι απαρχές της (1976–1984)

Το 1974, ο Χένρι ΚίσΣιγκερ σχεδίασε και υλοποίησε αυτήν που θα γινόταν γνωστή ως “συμφωνία των πετροδολλαρίων” με τους Σαουδάραβες (παροχή στρατιωτικής προστασίας για να γίνεται η τιμολόγηση του πετρελαίου σε δολλάρια και με μερικά αντισταθμιστικά για τους Σαουδάραβες για αγορές εξοπλισμού από αμερικάνικες βιομηχανίες όπλων). Η τεράστια αύξηση στις τιμές του πετρελαίου που ακολούθησε όχι μόνο όξυνε περισσότερο την πτώση των ποσοστών κέρδους μεταξύ των σημαντικών διεθνών κεφαλαίων (εκτός από τις ίδιες τις εταιρείες πετρελαίου), αλλά η οικονομική συρρίκνωση που ακολούθησε στένεψε ακόμα περισσότερο τις ευκαιρίες για τη μισθωτή εργασία, έβαλε ένα μόνιμο στοπ ανάμεσα στους οργανωμένους εργάτες για την εύκολη διαπραγμάτευση μισθολογικών αυξήσεων και επέβαλλε νέους προβληματισμούς σε όλους όσους συμμετείχαν σε κοινωνικά κινήματα της αριστεράς και μπορούσαν να διατηρούν τη ριζοσπαστικότητά τους: με ευρείς όρους, το σοκ του πετρελαίου έφερε τους πάντες “στα σύγκαλά τους” και την αναγνώριση από εξαιρετικά πολύ κόσμο ότι όλες οι στρατηγικές έπρεπε να ευθυγραμμιστούν με τον πραγματικά υπαρκτό καπιταλισμό.

Εκείνη τη στιγμή, τα ρητά προσανατολισμένα στην Wall Street πολιτικά στελέχη που αποτελούσαν το δυναμικό στοιχείο στο μπλοκ των τάξεων υπό την ηγεμονία της μεγαλοαστικής τάξης, εγκαινίασαν μια καινούρια σειρά πρωτοβουλιών που συμπεριελάμβαναν μια “επανάσταση” στον φόρο ιδιοκτησίας στην Καλιφόρνια, καθοδηγούμενη από τον Howard Jarvis12, κινητοποιήσεις για το μπλοκάρισμα της ψήφισης των Τροπολογιών για τα Ίσα Δικαιώματα [Equal Rights Amendments] στη νομοθεσία διαφόρων πολιτειών και την πρώτη εμφάνιση φανατικών πολέμιων των εκτρώσεων και φασιστών στους δρόμους. Στοχεύοντας να αποκτήσουν ευρεία απήχηση, αυτές οι πρωτοβουλίες προσπάθησαν να απευθυνθούν σε κείνες τις ομάδες της μεσαίας τάξης που, μόνιμα σφυροκοπούμενες από την κυκλική ανάπτυξη του καπιταλισμού, είχαν αναζητήσει καταφύγιο σε μια φονταμενταλιστική θρησκεία, που εξαπλωνόταν και βάθαινε τις ρίζες της στις κοινωνίες του Νότου και στους ιδιοκτήτες, μέσω της μαχητικότητας γύρω από “μονοθεματικούς”, δεξιών τάσεων, αγώνες για “κοινωνικά ζητήματα”. Στο εσωτερικό των ΗΠΑ, ο πυρήνας του νεοφιλελεύθερου προγράμματος είχε αρχίσει ήδη να εμφανίζεται. Συνίστατο στην ανάκληση (με στόχο τελικά την κατάργηση) των μεταρρυθμίσεων του New Deal (ελάχιστος μισθός, αποζημίωση των εργατών και ασφάλεια στην ανεργία, επιδοτήσεις των τιμών των αγροτικών προϊόντων· διαχωρισμός των επενδύσεων από τις τραπεζικές καταθέσεις· μεταγενέστερες προσθήκες στην κοινωνική ασφάλιση που συνιστούσαν μια διάσταση του κοινωνικού διχτυού ασφαλείας, όπως επιδοτήσεις φαγητού και βοήθεια για τα εξαρτώμενα παιδιά· ένα συνταξιοδοτικό πρόγραμμα περίθαλψης), και (μια άλλη μεταγενέστερη εξέλιξη) τη διάλυση των συνδικάτων του δημόσιου τομέα καθώς και τη διάλυση των νομοθετημένων και σωρρευμένων ρυθμίσεων για τις επιχειρήσεις και το περιβάλλον, εξάλειψη των κλιμακωτών φορολογικών συντελεστών υπέρ ενός ενιαίου συντελεστή, απαλλαγή από την χρηματοδοτούμενη από το δημόσιο εκπαίδευση και απομάκρυνση του τείχους που διαχώριζε την εκκλησία και το κράτος, μέσα από τη χρηματοδότηση ιδιωτικών σχολείων και θρησκευτικών ιδρυμάτων. Αυτό ήταν το πρόγραμμα της νεοδεξιάς στις απαρχές της, γύρω στο 1976.

Κομβική στη δυναμική της καπιταλιστικής ανάπτυξης στα τελευταία διακόσια χρόνια ήταν η αυξανόμενη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και η συγκεντροποίηση της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Οικονομικά στρώματα, που ήταν προηγουμένως ανεξάρτητα, εξαφανίστηκαν σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας αυτής της ανάπτυξης. Υποστηριζόμενες από τις αυξανόμενες κερδοσκοπικές χρηματοπιστωτικές επενδύσεις και την “εισοδηματοποίηση”, οι δυο περίοδοι επέκτασης (1983–1987, 1993–1997) που ακολούθησαν το τέλος του τελευταίου κύκλου εργατικών αγώνων είδαν, αντίθετα, την διόγκωση στρωμάτων της μεσαίας τάξης, καθώς η βασισμένη στις ΗΠΑ, και υποστηριζόμενη από τον δανεισμό, μαζική κατανάλωση, που τροφοδοτούσε την παγκόσμια επέκταση, είχε σχηματίσει την άλλη όψη της εγκατάλειψης της ντόπιας βιομηχανίας (και, μαζί της, της εσωτερικής βιομηχανικής απασχόλησης) για μέρη στο εξωτερικό (πρωτίστως στην Άπω Ανατολή), μια ανάπτυξη που χαρακτηρίζει επίσης και την βιομηχανική Ευρώπη, ενώ, διαλεκτικά, η συνολική παγκόσμια απασχόληση στη βιομηχανία έχει συρρικνωθεί, καθώς η παραγωγικότητα έχει αυξηθεί εξαιρετικά. Σ’ αυτή τη διαδικασία, και μέσω αυτής, η οικονομία των ΗΠΑ έχει υποστεί έναν μετασχηματισμό από βιομηχανικό “δυναμό” του κόσμου σε έναν σχηματισμό εισοδημάτων (βασισμένων, κυρίως, στις οικονομικές υπηρεσίες, στις ασφάλειες, τα ακίνητα και τη διασκέδαση) για τα οποία η κατανάλωση των μεσαίων στρωμάτων ήταν, τουλάχιστον μέχρι την οικονομική κρίση (2008–2009), αποφασιστική.

Στη δίνη αυτών των αλλαγών, βλάστησε και αναπτύχθηκε μια νεοδεξιά αντιπολιτευτική κουλτούρα. Ας κοιτάξουμε τη δομή και τις αφετηρίες της, μεγάλο μέρος των οποίων (αν και έχουν επεκταθεί πάρα πολύ) επιβιώνουν μέχρι σήμερα: στις αρχές της, και καθώς σχηματοποιούνταν, ήταν ένα πολυκεντρικό, αποκεντρωμένο μαζικό πολιτικό κόμμα της δεξιάς/νεοδεξιάς, επειδή είχε εγκαταλείψει το παλαιοδεξιό, απομονωτιστικό, βασισμένο στις Μεσοδυτικές μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις, φιλογερμανικό και μη-μιλιταριστικό Ρεπουμπλικανικό κόμμα, το οποίο είχε αντιτεθεί στην είσοδο στον τελευταίο ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο πόλεμο. Χαρακτηριζόταν από επικαλυπτόμενες, μερικώς ενοποιημένες οργανώσεις, κάθε μια στον πυρήνα ενός από αυτά τα πολλαπλά κέντρα. Κάθε ένα από αυτά τα κέντρα κυνηγά μια ξεχωριστή ατζέντα, με τις οργανώσεις και τις ατζέντες να επικαλύπτονται σε συγκεκριμένους τομείς δραστηριότητας, παράγοντας αντικειμενικά, ως αποτέλεσμα, έναν καταμερισμό εργασίας. Αν η παρουσία του Τραμπ σήμερα παρέχει μια ηγεσία, στις απαρχές τους οι θεσμοί αυτής της νεοδεξιάς αντιπολιτευτικής κουλτούρας στερούνταν μιας κυρίαρχης κατεύθυνσης και τυπικών συνδέσεων.

Σαράντα, σχεδόν, χρόνια αργότερα, όλοι αυτοί οι πρώιμοι θεσμοί επιβιώνουν. Στην πραγματικότητα υπάρχει μια ιεραρχία θεσμών, στην κορυφή της οποίας είναι οι δωρητές από τις μεγαλοεταιρείες, εξαιρετικά πλούσιοι ατομικοί χορηγοί και ιδιωτικά ιδρύματα. Όλοι λειτουργούν ως επί το πλείστον μέσα από βασισμένες στην Ουάσιγκτον “δεξαμενές σκέψης” και ερευνητικά ινστιτούτα (μεταξύ των οποίων τα American Enterprise Institute, Heritage Foundation και Cato Institute είναι από τα παλιότερα), που στελεχώνονται από μια καλοπληρωμένη δεσμευμένη ιντελιγκέντσια οπαδών της ελεύθερης αγοράς και δεξιών φιλελεύθερων, που στοχεύουν να διαμορφώσουν τις πολιτικές της ομοσπονδιακής εκτελεστικής εξουσίας, του Κογκρέσου, των εθνικής εμβέλειας ειδησειογραφικών σταθμών, των μεγάλων μητροπολιτικών εφημερίδων και, με αυξανόμενο ρυθμό, του Διαδικτύου. Συνεπώς, οι “δεξαμενές σκέψης” και τα ερευνητικά ινστιτούτα αποτελούν ένα δευτερεύον ιδεολογικό εργαλείο που εκδίδει ολόκληρη τη σειρά από υλικά, περιοδικά, εφημερίδες, δελτία ειδήσεων, άρθρα εργασίας και μελέτες συγκεκριμένων προβλημάτων που επανειλημμένα πικάρουν τη μπουρζουαζία. Αυτό το σύνολο υλικών περιλαμβάνει, επιπλέον, μια σεβαστή ροή δελτίων τύπου και αποκαλούμενων “ειδήσεων” (εκ των οποίων οι περισσότερες που μπορούμε να φανταστούμε καταλήγουν να τυπώνονται κι όλας αυτολεξεί), καθώς και άρθρων γνώμης που διαχέονται, όλα, καθημερινά στα μείζονα τηλεοπτικά κανάλια, ραδιοφωνικούς σταθμούς και εφημερίδες των ΗΠΑ καθώς και, σήμερα, διαδικτυακά. Ο σκοπός σε όλα αυτά, που είναι διπλός, είναι φανερός αλλά απαιτεί και αξίζει να διατυπωθεί ρητά. Πρώτον, ολόκληρο αυτό το ιδεολογικό εργαλείο είναι προσανατολισμένο στο να προκαταλαμβάνει και να δομεί τους όρους και τα περιεχόμενα του δημοσίου λόγου πάνω σε ευρέα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτισμικά ζητήματα καθώς και σε συγκεκριμένα γεγονότα. Αυτή η επιδίωξη επιτυγχάνεται πρωτίστως χάρις στις πρόνοιες από τα μείζονα ΜΜΕ (και μέσω δημοσίων επαφών όπως οργανωμένα, ακαδημαϊκά και δημόσια συνέδρια καθώς και μέσα από το κύκλωμα διαλέξεων σε πανεπιστημιουπόλεις, μαζί με επιχειρηματικές ομάδες ή ομάδες των τοπικών κοινοτήτων). Δεύτερον, υπάρχει μια ρητή πρόθεση εκτελεστικής και νομοθετικής (σήμερα η μεγαλύτερη έμφαση δίνεται στο πρώτο) διαμόρφωσης, εξασφάλισης και διατήρησης των νομικών και οργανωτικών αρχών του καπιταλιστικού συστήματος, με την επιστροφή του στα μυθικά θεμέλια της “ελεύθερη αγοράς”. Αυτό συνεπάγεται μια ώθηση προς την απορρύθμιση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και των περιβαλλοντικών ασφαλιστικών δικλείδων, ιδιωτικοποίηση των κρατικών υπηρεσιών μέχρι και το επίπεδο του δήμου, το ξεχαρβάλωμα όποιων δράσεων επιβεβαιώνουν τη δημόσια εκπαίδευση και την εισαγωγή των αρχών της αγοράς σε όλα τα επίπεδά της. Να σημειώσουμε ότι όλα αυτά είναι κατευθύνσεις πολιτικών που τα τελευταία 30 χρόνια έχουν εφαρμοστεί σχεδόν με απόλυτη επιτυχία. Είναι ο πανταχού παρών χαρακτήρας της πρώτης δραστηριότητας που επιτρέπει στους όρους, πάνω στους οποίους ακουμπάει η δεύτερη, να εμφανίζονται εύλογοι, συνεκτικοί και πρακτικά βιώσιμοι.

Αυτοί οι θεσμοί, οι δεξαμενές σκέψης, υποστηρίζονται οικονομικά από ιδρύματα της νεοδεξιάς καθώς και από μεγάλες εταιρικές χορηγίες (ήδη από το 1988, η επιχειρηματική κοινότητα προσέφερε το 45% τη συνολικής χρηματοδότησής τους). Τα σημαντικότερα από αυτά τα ιδρύματα περιλαμβάνουν τα Adolph Coors Foundation, Fred C. Koch Foundation (ενέργεια, ακίνητα), Samuel Nobel Foundation (πετρέλαιο και εξορύξεις), John M. Olin Foundation (αγροχημικά), και το Sarah Mellon Scaife Foundation (Gulf Oil). Η αναφορά σ’ αυτά κάνει ξεκάθαρο τι είναι: τα ιδρύματα της νεοδεξιάς στηρίζονται σε εύπορους καπιταλιστές από τη “Ζώνη του Ήλιου”. Υπό αυτό το πρίσμα, οι δεξαμενές σκέψης εμφανίζονται ως ιδιωτικά χρηματοδοτούμενες “ερευνητικές” κοινότητες που προωθούν μια αντιδραστική κοινωνική και οικονομική ατζέντα με την υποστήριξη μεμονωμένων μελών μιας αυταρχικής, εξαρτώμενης από τις πολεμικές δαπάνες, άρχουσας τάξης.

Ένα τρίτο σημείο ισχύος μεταξύ των θεσμών που σχηματίζουν την νεοδεξιά αντιπολιτευτική κουλτούρα είναι “ομάδες πολιτικής δράσης”. Η μεγαλύτερη, και πιο ορατή τέτοια ομάδα, είναι, φυσικά, τα μέλη του θεσμικού Ρεπουμπλικανικού κόμματος, ιδιαίτερα στo Κογκρέσο. Σε αντίθεση με άλλες αντίστοιχες νεοδεξιές ομάδες, όμως, αυτό το μπλοκ βασανίζεται από τους τυπικούς συμβιβασμούς διαφόρων κοινωνικών ομάδων με ταξικά συμφέροντα, που χαρακτηρίζει την πολιτική της αντιπροσώπευσης.

Μέσα κι έξω από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα υπάρχουν πολιτικές ομάδες που ρητά ποικίλουν από αντιδραστικές ομάδες δρόμου σ’ εκείνες τις “αξιοσέβαστες” ομάδες που επιχειρούν στο έδαφος της τυπικής αστικής πολιτικής (όπως η NCPAC, National Conservative Political Action Committee, Εθνική Συντηρητική Επιτροπή Πολιτικής Δράσης) και μικρές νομοθετικές ομάδες (όπως η “Freedom” Caucus στο Κογκρέσο, της οποίας ο σεβασμός προς το Σύνταγμα είναι αντεπαναστατικός13 και αποτελεί τη νομική βάση για τον ρατσισμό της, και της οποίας το ιστορικό ανάλογο είναι οι υπερ-εθνικιστές στρατοκράτες, οι μοναρχικοί και οι φασίστες που δρούσαν έξω από τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια στην περίοδο αμέσως μετά τον πόλεμο). Έχουμε, λοιπόν, νεοδεξιούς νατιβιστές14 στην κορυφή, που θέλουν να επανέλθουν στην εξουσία, φασίστες και νεοναζί στο έδαφος.

Σήμερα, μέσα σ’ αυτό το αντιδραστικό πλαίσιο που χρηματοδοτεί τη νεοδεξιά ισχύ, ομάδες που απαρτίζονται όλο και περισσότερο από αυτούς τους νατιβιστές, φασίστες και νεοναζί μαχητές, επιχειρούν στους δρόμους. Με μεγάλη διαφορά η μεγαλύτερη συνιστώσα τους είναι μεσαία στρώματα, δηλαδή οικονομικά επισφαλή, συμπεριφορικά ασταθή στοιχεία. Είναι ως επί το πλείστον λευκοί άντρες. Η επισφάλεια και η αστάθεια έχουν δημιουργηθεί από την απουσία σταθερής, καλοπληρωμένης και με ωφελήματα δουλειάς, συνεπώς από την απώλεια ενός βασισμένου στη δουλειά ρόλου, που θα επέτρεπε μια “αντρική” ταυτότητα, απώλεια που είναι η άλλη όψη της μαζικής εισόδου των γυναικών στο εργατικό δυναμικό και τους κάνει να απεχθάνονται και να φοβούνται τις αυτόνομες, εργαζόμενες γυναίκες. Τα ίδια συναισθήματα, που προσδιορίζουν τον χαρακτήρα, απλώνονται και στη συνείδηση των γυναικών που, ως μη εργαζόμενες νοικοκυρές, απειλούνται προσωπικά από τον φεμινισμό. Ο συνεκτικός ιστός μεταξύ αυτής της αντιδραστικής μειοψηφίας που επιχειρεί στους δρόμους και των πιο ευσταθών αστικών ομάδων (πχ. διανοούμενοι των μεσαίων στωμάτων) είναι προφανώς ιδεολογική. Φυσικά, οι αντίστοιχες συμπεριφορές τους διαφέρουν: η δράση στον δρόμο προϋποθέτει απροκάλυπτο φασιστικό-τρομοκρατικό εκφοβισμό και επιθετικό κυνήγι, με αναφορές σ’ αυτό που ο Martin Broszat αποκάλεσεπροκλητικές βαρβαρότητες15 του, βασισμένου στο Μόναχο, NSDAP, με σκοπό, για παράδειγμα, το κλείσιμο κλινικών εκτρώσεων· για τον εκφοβισμό, την τρομοκράτηση και το σπάσιμο, σήμερα, του ηθικού των πιο ήπιων τμημάτων της αριστεράς, όπως το Black Lives Matter· με σκοπό πάντα την χρησιμοποίηση του θεάματος των ΜΜΕ για να χτίσουν τις δικές τους βάσεις μέσα από συλλαλητήρια (γιορτάζοντας διάφορα μεταπολεμικά μνημεία και την σημαία της Συνομοσπονδίας, τη διεκδίκηση “ελευθερίας του λόγου” για κακοποιούς και δολοφόνους)· και, σε κάποιες περιστάσεις, ακόμα και μιας δολοφονίας (Dr. Peter Gunn, Heather Heyer), αν και οι τελευταίες σε καμμιά περίπτωση δεν μπορούν να συγκριθούν με τους εν ψυχρώ φόνους που γίνονται κάθε χρόνο από τους μπάτσους.

Οι ευαγγελικές χριστιανικές εκκλησίες, οι συναφείς τηλεοπτικές λειτουργίες και οι οργανώσεις που έχουν εξελιχθεί από αυτές (όπως η, ανενεργή τώρα, Moral Majority – “Ηθική Πλειψηφία”) αποτελούν το τελευταίο κέντρο της νεοδεξιάς, αυξανόμενης νεοφασιστικής δύναμης. Υπάρχουν κυριολεκτικά χιλιάδες μικρές ενορίες (ιδιαίτερα στον Νότο) που λειτουργούν σε παλιά σπίτια, εγκαταλελειμμένα κτίρια, παλιά κτίρια εκκλησιών, ακόμα και στις αποθήκες μικρών εμπορικών κέντρων, και οι οποίες συνδέονται με την ευρύτερη αντιπολιτευτική κουλτούρα μόνο στη βάση ιδεολογικής προτίμησης· οι μεγαλύτερες φονταμενταλιστικές εκκλησίες, όμως, έχουν υψηλό βαθμό οργάνωσης και προσδένονται, μέσω του προσωπικού τους και των δραστηριοτήτων τους με τα άλλα κέντρα εξουσίας. Ο σκοπός εδώ είναι διαφορετικός (από αυτόν των αποβρασμάτων του δρόμου). Είναι τριπλός. Χωρίς ιεράρχηση προτεραιοτήτων, παρέχουν: πρώτον, μια κατασκευή, σε βιβλικό υπόβαθρο, για όλα τα σύγχρονα γεγονότα, σχέσεις μεταξύ κοινωνικών ομάδων και κρατών. Αυτή η κατασκευή εδραιώνει ένα λειτουργικό εννοιολογικό πλαίσιο μέσα από το οποίο μπορεί να γίνει κατανοητό το νόημα και η σημασία των εθνικών και διεθνών εξελείξεων. Δεύτερον, αυτό το πλαίσιο διασφαλίζει επίσης εμπιστοσύνη και ενισχύει τις ευαγγελικές ανησυχίες, μια σύγχρονη εκδοχή της πατριαρχίας στην οικογενειακή ζωή μαζί με μια φρικτή αντίθεση στον φεμινισμό, και έναν ατομικισμό (που ερμηνεύει την κοινωνικά διαμεσολαβούμενη ή ντετερμινιστική “αποτυχία” με όρους προσωπικών ελλειμάτων και δικαιολογεί μια προσήλωση στον καπιταλισμό της αυτοδημιουργίας16). Τρίτον, γίνονται προσπάθειες διαμόρφωσης των τοπικών ζητημάτων (κι εδώ, μαζί με τις μικρές ενορίες γίνεται μια επιπλέον σύνδεση με άλλα κέντρα εξουσίας, καθώς αξιοποιούνται συχνά οι οδηγίες και η “γραμμή” που εκπονείται από τα κέντρα αυτά) με προβολή αιτημάτων στις σχολικές αρχές και τα πολιτειακά νομοθετικά σώματα για να επιτρέψουν τη σχολική προσευχή, τη νομοθέτηση της απαγόρευσης των εκτρώσεων, την απο-εκκοσμίκευση των σχολικών βιβλίων και τη διδασκαλία του δημιουργισμού. Συνολικά, οι ευαγγελικές χριστιανικές εκκλησίες δίνουν την κατεύθυνση κατεξοχήν σε μεσαία στρώματα, κυρώς τα πιο λούμπεν κομμάτια τους, διαμεσολαβώντας τις φιλοδοξίες τους, τις πολιτικές και υπαρξιακές ανησυχίες, δραστηριότητα πλήρως σύμφωνη με και προάγουσα τις πολλαπλές ατζέντες των θεσμών της νεοδεξιάς, νεοφασιστικής κουλτούρας.

Σε αντίθεση με τις εκκλησίες των παραδοσιακών χριστιανικών δογμάτων στις ΗΠΑ, οι ευαγγελιστές κληρικοί αποσπούν πολύ μεγαλύτερη θρησκευτική αφοσίωση. Από αυτούς προέρχεται όντως, συχνά, ο σκληρός πυρήνας μεταξύ των “μονοθεματικών” φασιστών που εμπλέκονται στα είδη δράσεων που περιγράφτηκαν παραπάνω. Οι σχέσεις τους με τις άλλες οργανώσεις και κέντρα ισχύος μέσα στο νεοδεξιό περιβάλλον είναι πολύ πιο απόμακρες καθώς λειτουργούν αρκετά αυτόνομα σε σχέση μ’ αυτά. Δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για τις σχέσεις μεταξύ άλλων οργανώσεων και κέντρων εξουσίας: οργανώσεις και γενιές ηγεσιών αλληλοσυνδέονται· στρατηγικές σχεδιάζονται, γενικά, από κοινού· και το ίδιο πολιτικά αυταρχικό, στρατοκρατικό και εθνικιστικό, πατριαρχικό και αχαλίνωτο καπιταλιστικό όραμα ζωογονεί τις απόψεις τους για την αμερικάνικη κοινωνία.

Ολόκληρη η κατεύθυνση της ανάπτυξης των ΗΠΑ με την αποβιομηχάνιση και, μετά από αυτό, η οικονομική κρίση και ο υφεσιακός απόηχός της, δεν έχουν μόνο δημιουργήσει μια τεράστια επισφαλή προλεταριακή μάζα αλλά, ταυτόχρονα, και ένα πυκνό λουμπενοποιημένο μεσαίο στρώμα που περιλαμβάνει, πρώτα απ’ όλα, μικροϊδιοκτήτες (κυρίως με βάση το Διαδίκτυο) και “ανεξάρτητους εργολάβους”, ιδιαίτερα ορατούς στις κατασκευές κατοικιών (στις οποίες ήταν, μια φορά κι έναν καιρό, “πολυτεχνίτες”), στις μεταφορές και στις διανομές (πχ., οδηγοί της FedEx, που αναγκάζονται να αγοράσουν τα “δικά τους” φορτηγά, οδηγοί της Uber, κλπ.), στις τηλεπικοινωνίες, μεταξύ των μη συνδικαλισμένων εργαζόμενων, και αλλού.

Τα πυρηνικά στοιχεία της νεοδεξιάς αντιπολιτευτικής κουλτούρας που είναι παρόντα στις εξεγέρσεις των μεσοαστών φορολογούμενων και ιδιοκτητών σπιτιών του δεύτερου μισού της δεκαετίας του 1970, καθώς και στους φόβους στρωμάτων της “λευκής” εργατικής τάξης σχετικά με τον αναδυόμενο φεμινισμό και την είσοδο μαύρων στις καλοπληρωμένες μισθωτές θέσεις εργασίας, αξιοποιήθηκαν από τον Ρόναλντ Ρήγκαν στην προεδρική προεκλογική εκστρατεία του 1980. Αυτές οι δραστηριοτήτες και αυτά τα αισθήματα ήταν κρίσιμα στον σχηματισμό μιας ταξικής συμμαχίας που δημιούργησε τις συνθήκες για μια δραματική μετατόπιση προς τα δεξιά της πολιτικής κουλτούρας της αμερικανικής κοινωνίας στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, στροφή η οποία, με τον εκλογικό θρίαμβο του Τραμπ, συνεχίζει να βαθαίνει μέχρι και σήμερα. Η πολιτική κουλτούρα που αναδύθηκε τη δεκαετία του 1980 είναι αυτό που εδώ χαρακτηρίζουμε ως “νεοδεξιά”, στη γέννησή της νεοφιλελεύθερη και σήμερα, λίγο-πολύ, ανοιχτά νεοφασιστική. Αντιτιθέμενες στις ρεφορμιστικές, βασισμένες στο κράτος πρόνοιας, προοπτικές, που χαρακτήριζαν τον υψηλό καπιταλισμό στην φορντιστική του φάση και ενσαρκώνονταν στην ιστορικά φιλελεύθερη πτέρυγα του Δημοκρατικού κόμματος, οι νεοδεξιές πρακτικές της εποχής των Ρήγκαν-Μπους συνιστούσαν αντικειμενικά την ανικανότητα των σε παρακμή βιομηχανιών μαζικής παραγωγής να αποτελέσουν το θεμέλιο μιας ανανεωμένης συσσώρευσης κεφαλαίου στις ΗΠΑ, της πτώσης των νορμών της μαζικής κατανάλωσης μεταξύ της συντριπτικά μεγάλης πλειοψηφίας του μισθωτού πληθυσμού (και, τώρα, των αυξανόμενα πολυάριθμων στρωμάτων της μισθωτής μεσαίας τάξης καθώς, το ένα μετά το άλλο, είτε προλεταριοποιούνται είτε λουμπενοποιούνται) και της κεντρικότητας της πολιτικής διαμεσολάβησης της μεταβαλλόμενης αμερικάνικης τάξης και των ταξικών σχέσεων, αυτό που, με άλλα λόγια, αποκαλούμε ως αυξανόμενα απολυταρχική, αστυνομικά δεσποτική γυμνή δικτατορία του κεφαλαίου πάνω στην κοινωνία.

Ταξική πάλη και πολιτική στην εποχή της επιταχυνόμενης, απότομης κλιματικής αλλαγής

Η “φυλή” αναδύθηκε ως ένα ιστορικά σχηματισμένο, μεταβαλλόμενο και ποικίλο σύνολο (δηλαδή ως ένα λογικό, διατεταγμένο “σύμπλοκο”) πολιτισμικά συγκεκριμένων σημασιών που συγκροτούν μια φαντασιακή κοινωνική σχέση. Τα περιεχόμενα αυτών των σημασιών (αυτής της φαντασιακής κοινωνικής σχέσης) σχηματίζουν μια κοινωνικά κατασκευασμένη ψυχική τοπογραφία απόκρυφων φόβων, ανασφαλειών, φαντασιώσεων και πλαστών γεγονότων και διαισθήσεων που προβάλλονται στο ασελγές17 σώμα και, την κατά τα άλλα, ανεξιχνίαστη ψυχή ενός υποβαθμισμένου Άλλου. Αυτές οι σημασίες είναι, αυτή η φαντασιακή κοινωνική σχέση δημιουργείται από και υπηρετεί την Ισχύ. Είναι ταυτόχρονα δομικό Αντικειμενικό Πνεύμα (πχ. νόμος) και ενσαρκώνονται ως ο σιωπηλός σκοπός οποιοδήποτε αριθμού θεσμών. Συνεπώς, υλοποιούνται και, σ’ αυτόν τον βαθμό, είναι “πραγματικές”. Ως αποτέλεσμα, αυτή η φαντασιακή κοινωνική σχέση, μια προβολή που “κατακάθεται” στην δομή της προσωπικής ταυτότητας, αποδίδει μικρά προνόμια σ’ αυτούς που η καθημερινή κοινωνική πρακτική τους αναπαράγει αυτούς τους θεσμούς ως πάγιες κοινωνικές σχέσεις κυριαρχίας (και τους αναπαράγει σε αντίθεση προς όσους αγωνίζονται ενάντια στην υποταγή και την περιθωριοποίηση)18.

Αυτό που ουσιαστικά απαιτείται είναι αναγκαίες δομές ατόμων, ομάδων και ταξικών στρωμάτων που θα μπορούσαν να είναι φορείς ελεύθερων κοινοτήτων που υπάρχουν ήδη υπόδηλα στην παλιά κοινωνία, έτσι που η κοινότητα αυτή είναι ήδη υπόρρητα και προεικονισμένα συγκροτημένη ως μια πραγματικά πιθανή εναλλακτική στις υπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις. Η πλήρης ανάδυση αυτών των ανθρώπινων όντων παραμένει στον ορίζοντα του μέλλοντος19.

Υπάρχει μια καταιγίδα στον ορίζοντα. Ο χαρακτήρας της είναι κοινωνικός, πολιτικός και παραγωγικός. Προαναγγέλει την ίδια την πιθανότητα μιας μεγάλης κλίμακας, μείζωνος σύγκρουσης. Με την εγελιανή έννοια είναι ενεργή (δηλαδή, εμμενής στην υπάρχουσα διαμόρφωση των κοινωνικών σχέσεων), που προεικονίζει τεράστιας έντασης ταξική πάλη.

Καθώς οι τάξεις υπάρχουν μόνο στη μεταξύ τους σχέση, μέχρι αυτή τη στιγμή, η συζήτηση είναι για αναλυτικούς λόγους αφηρημένη: έχουμε ταυτοποιήσει μόνο τη μια πλευρά σ’ αυτή την αντιπαράθεση, τις τάξεις και τα στρώματα (μικροϊδιοκτήτες, ανεξάρτητους εργολάβους, τα λούμπεν μεσαία στρώματα και μεγαλύτερους, επισφαλείς και ενσυνείδητα “λευκούς” εργάτες) που συγκροτούν ένα νεοφασιστικό αντιπολιτευτικό μπλοκ20.

Ποιος αποτελεί, λοιπόν, την άλλη πλευρά αυτής της αντιθετικής κοινωνικής σχέσης που εγκολπώνει το σύνολο της κοινωνίας; Κι’ αυτή [η άλλη πλευρά] συγκροτεί ένα μπλοκ τάξεων και στρωμάτων, αλλά η κοινωνική της πραγματικότητα είναι μόνο δυνητική (είναι κοινωνικά, όχι λογικά, δυνατή). Συνίσταται στα μεγάλα στρώματα των ισπανόφωνων και μαύρων εργατών και άλλα πολύ μικρότερα εθνοτικά-εθνικά στρώματα επίσης, ένα στρώμα λευκών εργατών και έναν τεράστιο αριθμό νέων, σημαντικός αριθμός των οποίων προλεταριοποιείται ή θα προλεταριοποιηθεί, και εμπλέκεται σε επισφαλείς δουλειές. Μεγάλης σημασίας είναι ότι δεν έχει υπάρξει ένας προλεταριακός πυρήνας μεταξύ των εργαζόμενων τάξεων στις παλιές καπιταλιστικές ζώνες για περισσότερο από 1/4 του αιώνα, καθώς τέσσερις δεκαετίες outsourcing, αναδιαρθρώσεων και συρρίκνωσης κατέστρεψαν τα παραδοσιακά βιομηχανικά κέντρα· και με την εμφάνιση αυτών των στρωμάτων νεολαίας, ιδιαίτερα νέων προλετάριων, αυτός ο πυρήνας επανασχηματίζεται21.

Πώς μπορούμε να ταυτοποιήσουμε αυτόν τον πυρήνα; Ας αφήσουμε να μιλήσει γι’ αυτό το ζήτημα η άλλη πλευρά. Ο Steve Bannon λέει ότι ο πυρήνας αυτός συνίσταται σεmillennials”, γιατί είναι “σοσιαλιστές”, επικρίνοντας επίσης την αυξανόμενη εκκοσμίκευση μεταξύ αυτής της δημογραφικής ομάδας, λέγοντας: “η κυριαρχούσα ώθηση της ποπ κουλτούρας είναι να εκκοσμικεύσει εντελώς αυτή την ανερχόμενη γενιά22. Υπάρχουν αρκετά σημεία που πρέπει να θίξουμε εδώ. Πρώτον, ο Bannon είναι νατιβιστής, “λευκός” και ένας οικονομικο-εθνικιστής, ένας ιδεολόγος που πρεσβεύει μια νεοφασιστική αντιπολιτευτική κουλτούρα σε ένα αντιδραστικό ταξικό μπλοκ· στην πραγματικότητα, μιας και είναι αυτό το μπλοκ που υποστηρίζει (καθιστά εφικτή πολιτικά και συντηρεί) την δεξιά εξουσία στο κράτος, πρωτίστως την προεδρία Τραμπ, και μιας και ο Τραμπ είναι πασιφανώς ο ηγέτης, ένας ηλίθιος εκπρόσωπος τύπου αυτού του μπλοκ, έχει επίσης σημασία ότι, με τον ίδιο τρόπο που ο Τρότσκυ ήταν ο θεωρητικός του Στάλιν, ο Bannon είναι ο θεωρητικός του Τραμπ23. Δεύτερον, ταυτοποιώντας τα “παιδιά της χιλιετίας” ως τον ταξικό εχθρό, πολύ πιο ωμά από τον Τραμπ, ο Bannon, όπως μερικοί ακόμα αξιωματούχοι του Τραμπ, όπως ο David Malpass, καταλαβαίνει τη φύση της πάλης και την πιθανή κλιμάκωσή της σε έναν εμφύλιο πόλεμο και το έχει πει ήδη24. Τρίτον, με τον όρο millennial”, ο Bannon δεν σηματοδοτεί μόνο μια χρονολογικά καθορισμένη ηλικιακή “κλίκα”25. Και λέγοντας “σοσιαλιστές” σίγουρα δεν εννοεί “επαναστάτες”. Αντίθετα, εννοεί και στοχεύει το αίτημα για την παραγραφή των φοιτητικών δανείων, την υποστήριξη στην καθολική, ελεύθερη υγειονομική περίθαλψη, χρηματοδοτούμενη από τα γενικά έσοδα, καθώς και στη δημιουργία θέσεων εργασίας στον δημόσιο τομέα, την νομοθεσία και τις δράσεις με στόχο την απάλυνση της κλιματικής αλλαγής, και την περαιτέρω απαίτηση για πολύ πιο αυστηρό πανεθνικό έλεγχο της οπλοφορίας, με άλλα λόγια εννοεί όλους αυτούς τους νέους και τις νέες που υποστηρίζουν (και απαιτούν υπαρξιακά) μια τεράστια επέκταση των ομοσπονδιακών δαπανών κυρίως προς το υπάρχον κουρελιασμένο, συρρικνωμένο κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας. Εννοεί όλους εκείνους που με την πλήρη (κατά τη Γερμανία της Βαϊμάρης) έννοια του όρου μπορον να αποκληθούν “σοσιαλδημοκράτες”. Ο καθορισμός από τον Bannon, λοιπόν, ποιος συνιστά τον εχθρό στην εξελισσόμενη και επικείμενη πάλη, μάς παραπέμπει στην αυστηρή έννοια του περιεχομένου της συνείδησης.

Κάποιος μπορεί να χλευάσει. Αν είναι έτσι, τότε η προβληματική φύση της “συνείδησης” σημαίνει ότι δεν αίρεται στο επίπεδο της εκπεφρασμένης επίγνωσης. Αντίθετα, μπλοκάρεται από την εσφαλμένη πεποίθηση ότι στη βάση του ρατσισμού της λευκής εργατικής τάξης βρίσκεται η “υλική βάση της λευκότητας”, η οποία έχει ως επί το πλείστον εξαφανιστεί26. Αυτή η προβληματική μπορεί να ξεπεραστεί μόνο αν αναγνωριστεί ότι ο σχηματισμός ενός κοινωνικού υποκειμένου δεν είναι απλά “υλικός” αλλά, πολύ σπουδαιότερα, θεσμικός και διαμορφώνεται προ-γνωσιακά, προ-συνειδησιακά.

Ας το προσεγγίσουμε αυτό κάπως πλάγια, έμμεσα.

Ας θεωρήσουμε μια γυναίκα που πρόσφατα (Ιούλιος 2018) έχει κακοποιηθεί (κι αυτό έχει γίνει viral στο Διαδίκτυο) από κάποιον συνειδητά λευκό άντρα που εξακολουθούσε να την ενοχλεί, ισχυριζόμενος ότι αυτή δεν έχει το καθεστώς πολίτη, κι αυτά την ίδια στιγμή που ένας άλλος (επίσης συνειδητά) λευκός μπάτσος καθόταν αγνοώντας τις εκκλήσεις της για βοήθεια (η γυναίκα είναι κάτοικος του Πουέρτο Ρίκο που, ό,τι κι αν σκέφτεστε, είναι μια εδαφική επικράτεια των Ηνωμένων Πολιτειών, με άλλα λόγια έχει και εθνικότητα και υπηκοότητα). Δεν μπορείς να εξηγήσεις αυτή τη συμπεριφορά αναφερόμενος απλά στη “λευκότητα”, αν μ’ αυτό το μόνο που εννοείς είναι μικρά (“υλικά”) προνόμια. Το ζήτημα εδώ είναι, μάλλον, αυτή η “φαντασιακή κοινωνική σχέση”, αυτή η “κοινωνικά κατασκευασμένη τοπογραφία απόκρυφων φόβων, ανασφαλειών, φαντασιώσεων και πλαστών γεγονότων και διαισθήσεων” και το εμπεδωμένο σε αυτά μοναδικό κοινωνικό γεγονός του ποια “υλικά” προνόμια (από εκπτώσεις και απαλλαγές φόρων, ενοριακές εισφορές κλπ. για κάποιους – την ίδια στιγμή που συμμετέχουν σε ένα κυνήγι σκλάβων, πίσω στον ιστορικό χρόνο – μέχρι τους υψηλότερους μισθούς μαζί με την εξαίρεση από πραγματικά δύσκολες και επίπονες δουλειές) έχουν σχεδιαστεί για να επιβεβαιώνουν και τα οποία η αποβιομηχάνιση σε μεγάλο βαθμό έχει καταστρέψει, με άλλα λόγια ένα βασισμένο στην εμπειρία μοντέλο της κοινωνίας με τρεις τάξεις (οι πλούσιοι πάνω από “εμάς”, “εμείς” στη μέση και “αυτοί” μόνιμα κάτω από μας, μια βαρβαρίζουσα, στη βάση της κοινής λογικής, επεξεργασία της άμεσης εμπειρίας), που παρέχει σ’ “εμάς” ηθική αξία και ανθρώπινη αξιοπρέπεια αποδεικνύοντας ότι “εμείς”, οι “λευκοί” είμαστε καλλίτεροι από “αυτούς”, τους “μαύρους” ή γενικότερα τους ανθρώπους χρώματος.

Συνεπώς αυτό που είναι ζήτημα δεν είναι αποκαλούμενα προνόμια, αλλά θεσμοί που δημιουργούν μια διεστραμμένη, παραμορφωμένη ταυτότητα στα θεμέλια μιας κοινωνικά κατασκευασμένης ψυχο-τοπογραφίας της οποίας ο θρησκευτικός φανατισμός, ο ρατσισμός και η φυλετικοποιημένη επίγνωση επιβεβαιώνουν την ηθική αξία και ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Αυτό μας φέρνει πίσω στους “σοσιαλιστές” “millennials” του Bannon.

Ό,τι κι αν σκεφτόμαστε για τους θεσμούς που διαμορφώνουν τις ευαισθησίες των “millennial” του Bannon, αυτές οι ευαισθησίες δεν είναι φυλετικοποιημένες. Πρώτον, ας κατανοήσουμε τα ιστορικά θεμέλια που κυβερνούν θεσμούς που μεταφέρουν μια μη-φυλετικοποιημένη, ενορατική [precognitive] συναισθηματική/συγκινησιακή [affective] ύπαρξη. Αυτά είναι αρκετά, αλλά και τα ακόλουθα στοιχεία είναι κρίσιμα27: ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, μια κοινωνικά γενικευμένη αντίθεση στον πόλεμο στην Ινδοκίνα (θυμηθείτε ότι ακόμα κι αυτοί που ψήφισαν τον Ρίτσαρντ Νίξον είχαν λάβει την υπόσχεση από τον εν ενεργεία πρόεδρο ότι είχε ένα μυστικό σχέδιο για την αποχώρηση από το Βιετνάμ) και, σε συνδυασμό μ’ αυτό, μια αντιπολίτευση τόσο λαϊκή όσο και από τα ίδια τα κράτη, μεταξύ των αστικών δημοκρατιών της Δύσης, υποχρέωνε την άρχουσα τάξη των ΗΠΑ να αναλάβει σοβαρές προσπάθειες για να ανακτήσει την εξουσία της (άλλωστε, βίωνε μια κρίση νομιμοποίησης): η απαίτηση ήταν η επανασύνδεση του καπιταλισμού, του αμερικάνικου καπιταλισμού, με τη δημοκρατία. Πρέπει επίσης να κρατήσουμε στο μυαλό μας ότι, στο υπόβαθρο, αν θέλετε, της όλης κοινωνικής κρίσης ήταν το πάντα παρόν ζήτημα της εξωστρεφούς προβληματικής, υπερβολικής παραγωγικής ικανότητας, της υπερπαραγωγής, και ενός κορεσμού εμπορευμάτων. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η δημόσια, θεαματική αγιοποίηση του δολοφονημένου Μάρτιν Κινγκ ήταν πιεστική: η αχίλλειος πτέρνα της αμερικάνικης αστικής δημοκρατία ως τυπικής δημοκρατίας ήταν ανέκαθεν το θεσμικά ρατσιστικό βάρος πάνω στους μαύρους. Για παράδειγμα, ήταν η μοναδική κριτική που μπορούσε να ασκήσει το κρατικο-καπιταλιστικό μπλοκ, οι κοινωνίες σοβιετικού τύπου, και στην οποία όσοι εμπλέκονταν με την ιδεολογική υπεράσπιση της πολιτικής μορφής του αμερικάνικου καπιταλισμού δεν μπορούσαν να απαντήσουν πειστικά. Από τα μέσα της δεκεατίας του 1970 και μετά, ήταν επιτακτικό να αναπτυχθεί, και στη συνέχεια να εφαρμοστεί, ένα πρόγραμμα το οποίο, ενώ συνειδητά θα αποτύγχανε να θίξει κομβικούς θεσμούς κοινωνικής αναπαραγωγής (οικογένεια, εργασιακός χώρος), θα μπορούσε να προσφέρει μια αυτο-εικόνα των Αμερικανών και μια εικόνα προς τον αστικό κόσμο της Αμερικής ως μιας κοινωνίας με “αχρωματωψία”. Ένας ασφαλής χώρος για να θεσμοποιηθεί αυτό το πρόβλημα θεωρήθηκε ότι ήταν το σχολικό σύστημα. Το βασικό σχολικό πρόγραμμα μετασχηματίστηκε, τα σχολικά βιβλία ξαναγράφτηκαν, νέα πρόσωπα, σκουρόχρωμοι Αμερικάνοι που μιλούσαν, έπαιζαν και δούλευαν με φυσικούς “λευκούς” Αμερικανούς, εμφανίστηκαν στα βιβλία εργασιών των δημοτικών σχολείων, η λογοτεχνία ήταν προσεκτικά επιλεγμένη (και σε έργα στα οποία η θρησκοληψία ήταν παρούσα και η διδασκαλία των οποίων δεν μπορούσε να αποφευχθεί, οι εκπαιδευτές κατέβαλαν τεράστια προσπάθεια για να επισημάνουν το τεράστιο χάσμα που χώριζε το – τότε – παρόν από τον Jim Crow28, τους Redeemed29 και την Antebellum America30).

Οι διαμορφωτές πολιτικής σε όλα τα επίπεδα του κράτους, μέχρι και το πιο χαμηλό, τις σχολικές περιφέρειες, τους δήμους και τις κοινότητες, μπορεί να προσποιούνταν αλλά οι εκπαιδευτικοί, οι ίδιοι οι δάσκαλοι, στην πλειοψηφία τους το πήραν πολύ σοβαρά. Κεφάλαια που επένδυαν στον κινηματογράφο συνεργάστηκαν. Περισσότεροι μαύροι ηθοποιοί εμφανίστηκαν, και μάλιστα στους ρόλους των “καλών” αντρών και γυναικών· και, φυσικά, ήταν, με τον δικό του κρίσιμο τρόπο, το Sesame Street. Η αποβιομηχάνιση με τους μειωνόμενους μισθούς και την καταρρέουσα δομή επιδομάτων ανάγκαζε τις γυναίκες να μπαίνουν μαζικά στην εργασία, περιορίζοντας έτσι δραστικά τον ρόλο της οικογένειας στην κοινωνικοποίηση των παιδιών. Την ίδια στιγμή, αναδύθηκε το καπιταλιστικό κέντρο φροντίδας ως ένα κοινωνικό φαινόμενο, ως ένας εναλλακτικός τόπος κοινωνικοποίησης, εμφορούμενος όμως από τις ίδιες αρχές που λειτουργούσαν όλο και περισσότερο στους εκπαιδευτικούς θεσμούς. Σχετικά με τους τελευταίους, τι ήταν αυτό που διδασκόταν; Ισότητα, ανεκτικότητα και ευαισθησία στο αίσθημα και στο συναίσθημα. Η ανεκτικότητα στη διαφορά, η εθνοτική, εθνική, φυλετική και έμφυλη συμπερίληψη δεν διδάσκονταν απλά αλλά καλλιεργούνταν, όχι ως ένα διανοουμενίστικο περιεχόμενο (αν και αυτό το στοιχείο ήταν υπαρκτό) αλλά ως μια στάση που προηγείται της σκέψης, ως πρακτική και συμπεριφορά. Κατά ειρωνικό τρόπο, η εφαρμογή ολόκληρου του σχεδίου κοινωνικοποίησης ξεκίνησε καθώς ο Ρόναλντ Ρήγκαν ανέλαβε την προεδρία των ΗΠΑ. Και, όντως, σε μεγάλο βαθμό υλοποιήθηκε με επιτυχία, πρωτίστως επειδή από την εποχή του Ρήγκαν η λειτουργία του σχολείου είχε αλλάξει δραματικά. Η ενστάλλαξη πειθαρχίας σε αντιστοιχία με την δουλειά στο εργοστάσιο, ήταν ο υποκείμενος προ-γνωστικός στόχος της εκπαίδευσης μέχρι τη στιγμή που αυτός μετασχηματίστηκε στην καλλιέργεια μιας υποκειμενικότητας που πραγματώνει τον εαυτό της στην, και μέσω της, κατανάλωση εμπορευμάτων, σε αντιστοιχία με την χωρίς προηγούμενο προβληματική υπερπαραγωγή και περίσσεια εμπορευμάτων.

Είναι βέβαιο ότι δεν ανέπτυξαν όλοι οι νέοι ευαισθησίες απο-φυλετικοποίησης. Αλλά, από την άλλη, δεν ήταν όλες οι σχολικές περιφέρειες που επιδίωξαν αυτό το σχέδιο με συστηματικότητα: στις προηγούμενες τέσσερις δεκαετίες, ήταν στις μεγάλες μητροπολιτικές σχολικές περιφέρειες, που διέθεταν έστω κάποιους ελάχιστους οικονομικούς πόρους και έναν ελάχιστο βαθμό φυλετικής ενσωμάτωσης, στις οποίες το σχέδιο είχε επιτυχία. Εξ ου το Marjory Stoneman Douglas High School (που στεγάζει 8.000 μαθητές) στο Parkland της Φλόριδα. Ακόμα κι αν αναλήφθηκε, το σχέδιο σίγουρα δεν καρποφόρησε σε μικρές, επαρχιακές και, ως επί το πλείστον, λευκές σχολικές περιφέρειες.

Στοιχεία για όλα αυτά; Δείτε παρέες νεαρών που μαζεύονται σε δημοφιλείς τόπους μαζικής κατανάλωσης, παρατηρήστε τη δι-εθνοτική, διαφυλετική σύστασή τους. Κάντε μια λίστα (θα ήταν εξαιρετικά μεγάλη) των εκτελέσεων από μπάτσους μαύρων ανδρών στα πολύ τελευταία χρόνια και εξετάστε τις αναφορές των ΜΜΕ (οπτικά κομμάτια στα δικτυκά μέσα ενημέρωσης, φωτογραφίες εφημερίδων, βίντεο στο διαδίκτυο, ιδιαίτερα στο YouTube) των διαμαρτυριών, αυθόρμητων ή όχι, ως αντίδραση στις δολοφονίες αυτές. Η νεολαία που αντιπροσωπεύεται με τον καλλίτερο τρόπο είναι η διεθνοτικά, διαφυλετικά συγκροτημένη, Στην πραγματικότητα, θα βρείτε πολλά “λευκά” πρόσωπα. Τι εξήγηση δίνετε εσείς γι’ αυτό;

Μπορεί να ανταπαντήσει κανείς ότι αυτό δεν είναι ταξική ανάλυση, που σημαίνει: η “νεολαία” είναι μια άμορφη, μη ταξική κατηγορία, ενώ η πλειοψηφία των “millennials” του Bannon είναι με διαφορά “λευκοί”, τα συμφέροντά τους και οι ανησυχίες τους δεν θέτουν τα πιεστικά ζητήματα της μετανάστευσης και της αστυνομικής βαρβαρότητας και δολοφονικότητας.

Σκεφτείτε, όμως, ότι προωθούμενη από τον ανταγωνισμό μεταξύ κεφαλαίων, η δυναμική της τεχνολογικής καινοτομίας στην απονεκρωμένη, μηχανική καρδιά του καπιταλισμού θα εξασφαλίσει ότι τεράστιοι αριθμοί αυτών των “millennials”, άσχετα από την εκπαίδευση και τις προσδοκίες τους, θα είναι προλεταριοποιημένοι και επισφαλείς, και βαθιά, πολύ βαθιά χρεωμένοι (όλη αυτή η κατάσταση έχει γίνει και θα γίνει η ίδια όλο και περισσότερο μια φόρμουλα εξαθλίωσης που θα ζει και θα βιώνει κανείς). Η περιστασιακότητα είναι σήμερα ένα καθολικό, πανταχού παρόν δεδομένο της προλεταριακής ζωής εδώ στις ΗΠΑ σήμερα και σ’ ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο (δηλαδή σ’ ολόκληρο τον κόσμο) και θα είναι περισσότερο έτσι στο προβλέψιμο μέλλον. Η συνείδηση, τόσο στις προγνωσιακές όσο και στις εκπερφασμένες πτυχές της, είναι, εν πάσει περιπτώσει, συστατικό στοιχείο της τάξης.

Η άποψη που διατυπώνεται εδώ είναι ότι προλετάριοι που παλεύουν με το ζήτημα της εξουσίας, μια επίγνωση που δεν είναι φυλετικοποιημένη και των οποίων οι ευαισθησίες αγκαλιάζουν την ανεκτικότητα και την ισότητα, θα είναι πολύ πιο δεκτικοί σε μια δίκαιη και ισότιμη μεταχείριση των μεταναστών και θα μπορούν, επιπρόσθετα, να αντιμετωπίσουν τα πραγματικά ακανθώδη αλυτρωτικά και ρεβανσιστικά ζητήματα που, χρονολογούμενα από το 1846, ίσως παραμένουν ακόμα στην λαϊκή συνείδηση· τέτοιοι προλετάριοι θα είναι πιθανόν επίσης πολύ πιο ευαίσθητοι οικολογικά· και, πριν ακόμα και από την κατάληψη της εξουσίας, στις συγκρούσεις που θα έρθουν, μπουχτισμένοι από την αστυνομική βαρβαρότητα, με μια τέτοια επίγνωση, άσχετα από τις αστικοδημοκρατικές και εκλογικές αυταπάτες, θα φτάσουν να αναγνωρίσουν (έστω και διαισθητικά) τον ρόλο και τη λειτουργία, στην πραγματικότητα, των μπάτσων ως της πρώτης γραμμής της εξουσίας της άρχουσας τάξης. Από τις αποχές των μαθητών λυκείων (22–25 Φεβρουαρίου 2011) στο ανατολικό Wisconsin, που έγινε αφετηρία μιας μαζικής απεργίας με αποκορύφωμα την πορεία πάνω από 100.000 ατόμων την Κυριακή (27 Φεβρουαρίου 2011) στο Μάντισον, μέχρι τις διαδηλώσεις και πορείες με πρώτο το σχολείο Marjory Stoneman Douglas των μαθητών της Φλόριδα, που ανάγκασαν ένα δεξιό νομοθετικό σώμα και έναν συκοφάντη, αταβιστή οπαδό της NRA κυβερνήτη να υπογράψει μια νομοθεσία που περιορίζει την οπλοφορία, αυτό το νεανικό προλεταριάτο εν τω γενάσθαι επιδεικνύει μια ικανότητα να δρα συντονισμένα (κατά δεκάδες χιλιάδες) με έναν τρόπο που οι εργάτες στις ΗΠΑ δεν το έχουν κάνει από τη δεκεατία του 1970. Αυτό είναι κάτι αξιοσημείωτο. Για την ακρίβεια είναι εξαιρετικής σημασίας.

Υπάρχει ένα τελευταίο υπόγειο ζήτημα εδώ, ένα ζήτημα κατά πόσον ο αναδυόμενος πυρήνας αυτού του προλεταριάτου είναι υπερβολικά “λευκός”. Τα “παιδιά της χιλιετίας”, αριθμώντας 75,4 εκατομμύρια, αποτελούν από μόνα τους τη μεγαλύτερη δημογραφική ομάδα στην ιστορία των ΗΠΑ. Μπορεί να πιστεύει κανείς ότι είναι ως επί το πλείστον “λευκοί” (φράση στην οποία ο όρος δεν χρησιμοποιείται με τη “φυσική” σημασία, αλλά αναφέρεται στην προς τα έξω εμφάνιση, στον φαινότυπο με τη γενετική έννοια λαμβανόμενος ως άμεσα δοσμένος, δηλαδή προσβάσιμος στην παρατήρηση αλλά, παρ’ όλα αυτά, διαμορφωμένος, σε μια μακρά ιστορική διαδικασία, από τις δομές και λειτουργίες του ανθρώπινου οργανισμού), αλλά, στην πραγματικότητα, ένα ολόκληρο 42% το 2012 και ένα 46% το 2018 των “millennials” είναι μη-λευκά άτομα31. Αλλά, κι αυτό είναι σημαντικότερο, ίσως, για μια μη-φυλετικοποιημένη συνείδηση τα ζητήματα “λευκός”, “φυλή” και “χρώμα” δεν βαραίνουν ιδιαίτερα.

Όπως θα προσπαθήσουμε να δείξουμε στα συμπεράσματά μας, ολόκληρη η τροχιά της σύγχρονης ανάπτυξης τείνει προς μια γενική κρίση του καπιταλισμού: όταν ειδωθεί στο ευρύτερο πλαίσιο που περιγράφεται παρακάτω, αυτή η κρίση, καθορισμένη εντός του πλαισίου του πλανητικού οικολογικού και κλιματικού μετασχηματισμού, προμηνύει μια γιγαντιαία ταξική σύγκρουση η οποία, αν και όχι μοιραία προδιαγεγραμμένη, είναι πολύ πιθανόν να συμβεί. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, υπάρχει η ευκαιρία, φευγαλέα αδιαμφισβήτητα, για τους επαναστάτες να επιδείξουν πολιτικό βάρος άσχετα από το ολιγάριθμό τους.

Οπότε, ποιες είναι οι απαιτήσεις εδώ; Η “λευκότητα” δεν μπορεί, ούτε και θα εγκαταλειφθεί, απ’ όσους είναι φορείς της. Η επίδρασή της, όμως, θα μειωθεί (όχι κοινωνικά, αλλά ως μια εσωτερική σχέση της εργατικής με τον εαυτό της) με τον χρόνο, όχι τόσο δραματικά όσο θα θέλαμε, παρ’ όλα αυτά θα ελαττωθεί· αυτό θα γίνεται καθώς μεγάλος αριθμός συνειδητά “λευκών” εργατών θα “μεγαλώσουν ηλικιακά” και δεν θα επηρεάζουν πλέον σημαντικά την ταξική σχέση. Ίσως να μην πρόκειται παρά για μια κατεξοχήν αμυντική ισχυρή θέση και μια εύλογη ελπίδα32. Αυτό που απαιτείται εδώ είναι μια πλήρης κατανόηση της κατάστασης και της δυναμικής της.

Μέρος IIΙ – Προβλήματα για τους επαναστάτες κομμουνιστές

Υπάρχουν δυο πολύ εκτεταμένα “τυφλά” σημεία στον τρόπο σκέψης των επαναστατών κομμουνιστών. Μεταβιβάζονται στην κοινωνική κρίση που τοποθετείται πάνω στην τοπική φύση που η ίδια υφίσταται ραγδαία επιδείνωση και κατάρρευση. Οι συνέπειες της αποτυχίας να αντιμετωπίσουμε αυτή την τυφλότητα είναι μεγάλης κλίμακας ίσως και ακυρωτικές (για μας).

Πλανητική κλιματική αλλαγή

Θα παρακάμψουμε εδώ τη συζήτηση για τη συνεχιζόμενη οικολογική κατάρρευση και τη μαζική εξόντωση ολόκληρων ειδών και θα περάσουμε, αντίθετα, αποκλειστικά στους πλανητικούς μετασχηματισμούς του κλίματος33.

Θα εξετάσουμε τρεις έκδηλες μορφές κλιματικής αλλαγής που βιώνουμε, τις καταρρακτώδεις βροχές και πλημμύρες, τα κύματα καύσωνα και τις ανεξέλεγκτες πυρκαγιές. Όλα αυτά είναι πολύ πρόσφατα γεγονότα, ένα στιγμιότυπο αλλαγών που είναι σε εξέλιξη, που συμβαίνουν με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα και ένταση.

Την πρώτη εβδομάδα του Απριλίου [στμ. του 2018], συνέβη στο North Yorkshire μια μεγάλη πλημμύρα εξαιτίας της έντονης βροχόπτωσης και η οποία προκάλεσε καταστροφή στις καλλιέργειες στα πλημμυρισμένα χωράφια και τον θάνατο ζώων (10% των προβάτων) λόγω πνιγμού· την ίδια στιγμή, υπήρχε μια πλημμύρα στο Kauai, στην Χαβάη, όπου, αφού έπεσαν 24 ίντσες νερού μετά από 24 ώρες βροχόπτωσης, χρειάστηκε να γίνουν μαζικές εκκενώσεις από τον αέρα· στα μέσα Απριλίου, στις επαρχίες Jammu και Κασμίρ, βαριές χιονοπτώσεις και βροχοπτώσεις έκλεισαν αυτοκινητόδρομους και προκάλεσαν χιονοστιβάδες και κατολισθήσεις· και, πάλι στα μέσα Απριλίου, κατά μήκος των ακτών της Αραβικής χερσονήσου στην Ερυθρά θάλασσα (νότια της Μέκκας) καταιγίδες προκάλεσαν τέτοια χαλαζόπτωση που μετά από το φαινόμενο παρέμειναν σχεδόν 30 εκατοστά παγετού. Όλα αυτά τα γεγονότα ήταν χωρίς προηγούμενο, “παράδοξα” με βάση τα ιστορικά στάνταρ.

Στις 5 Ιουλίου, την ίδια μέρα που στο Ντένβερ η θερμοκρασία έφτανε τους 40.5 °C και στο κεντρικό Πακιστάν τους 50.2 °C, αμφότερες ρεκόρ καταγεγραμμένων υψηλών θερμοκρασιών όλων των εποχών, οι ακόλουθες πόλεις στο βόρειο ημισφαίριο “χτύπησαν” όλες ημερήσια μέγιστα: στο Μόντρεαλ 36.6 °C, στο Castlederg (Ιρλανδία) 30 °C και στο Μπέλφαστ 29.5 °C, στη Γλασκώβη 32 °C και 33 °C στο Motherwell (επίσης στη Σκωτία), στο Γιερεβάν (Αρμενία) 42 °C και στην Quriya (Ομάν) 42.6 °C.

Καθώς γράφουμε αυτές τις γραμμές, στις 18 Ιουλίου, κι ενώ 60 μεγάλες ανεξέλεγκτες πυρκαγιές κατακαίνε στις δυτικές ΗΠΑ, 11 μεγάλες πυρκαγιές μαίνονται εντός του Αρκτικού κύκλου στην Γροινλανδία, τη Σιβηρία, την Αλάσκα και τον Καναδά, με την χειρότερη στη Σουηδία. Αυτές στον Καναδά, που καίνε ακόμα, έφτασαν μέχρι το νοτιότερο σημείο της Βρετανικής Κολούμπια, δημιουργώντας έτσι μια γραμμή πυρκαγιών ορατή από το διάστημα κατά μήκος των ακτών του Ειρηνικού στη Βόρεια Αμερική. Στην Ευρώπη είναι η Ουκρανία που έχει χτυπηθεί ιδιαίτερα σκληρά από ανάλογες πυρκαγιές.

Όλα αυτά αντιπροσωπεύουν την παρομοιώδη “κορυφή” του μεταφορικού παγόβουνου.

Οι καταρρακτώδεις βροχές και πλημμύρες συνδέονται τοπικά-περιφερειακά, όχι παγκόσμια· αλλά οι ανεξέλεγκτες πυρκαγιές και οι καύσωνες (και η ξηρασία) που τις καθοδηγούν συγχρονίζονται σε παγκόσμια κλίμακα. Αυτή είναι μια ένδειξη της τροχιάς της πλανητικής αλλαγής. Δημιουργούμενες, επιδεινούμενες και επιταχυνόμενες από την καπιταλιστική ανάπτυξη, αυτές οι αλλαγές αποκρίνονται τώρα στην ίδια τη δυναμική τους: κλείστε όλα τα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας και όλες τις βιομηχανικές εκπομπές, εκμηδενίστε τις εκπομπές ρύπων από τα οχήματα κάθε είδους, σταματήστε όλες τις αεροπορικές πτήσεις, και, πάνω απ’ όλα, σταματήστε τις εκπομπές από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις (ίσως τον μεγαλύτερο παραγωγό διοξειδίου στη Γη), βάλτε ένα τέλος σε όλα αυτά αύριο και τα επίπεδα ατμοσφαιρικού CO2 θα συνεχίσουν να αυξάνονται για το επόμενο 1/4 του αιώνα και η ζέστη, η ξηρασία, οι πυρκαγιές και οι καταιγίδες και οι πλημμύρες θα συνεχίσουν να πληθαίνουν, άρρηκτα συνδεδεμένες και εμφανιζόμενες με ποιοτικά καινούριους τρόπους. Υπάρχουν τα τεχνολογικά μέσα για να αλλάξει αυτή η κατάσταση; Όχι. Μπορούν να δημιουργηθούν; Ίσως, αλλά είναι πολύ πιθανότερο αυτή η νέα Γη, της οποίας τον σχηματισμό έχει προκαλέσει η κίνηση του κεφαλαίου, να διατηρηθεί για αρκετά εκατομμύρια χρόνια, μια πραγματικότητα που από πρακτική σκοπιά υπερβαίνει την ανθρώπινη κατανόηση.

Ακόμα και χωρίς μια ανεξέλεγκτη υπερθέρμανση, το τερματικό σημείο αυτού του εξελισσόμενου μετασχηματισμού – το τέλος της περιόδου μεταξύ των παγετώνων και, μαζί μ’ αυτήν, η αρχή ενός αφόρητα ζεστού κλίματος, η μείωση των χτισμένων περιβαλλόντων σε ένα επίπεδο αρκετά κάτω από αυτό που υπήρχε πριν από 8-9 χιλιάδες χρόνια, και, πάνω απ’ όλα, ένας λιμός πόρων στη φύση – κάνουν κάποιους γνήσια κομμουνιστικούς σχεδιασμούς που δίνουν έμφαση στην ελάττωση της εργασίας, την αντίθεση σε μια “μετάβαση” και την προσπάθεια να τεθεί η αφθονία σε μια μη-εμπορευματική βάση πέρα από τις τεχνολογίες του κεφαλαίου, να μην έχουν πλέον σχέση ή νόημα.

Οι μαρξιστές έχουν συνεχίσει να πανηγυρίζουν την κυριαρχία επί της φύσης πολύ αργότερα από το σημείο που αυτή έγινε καταλήστευση των φυσικών πόρων και οικολογική καταστροφή, επιβεβαιώνοντας ότι ο κομμουνισμός ως μια ελεύθερη ανθρώπινη κοινότητα βασιζόταν στέρεα στα θεμέλια των υλικών επιτευγμάτων του καπιταλισμού. Από το 1998 περίπου και ύστερα, και ιδιαίτερα μετά την οικονομική κρίση, επαναστάτες κομμουνιστές απέτυχαν οικτρά να συνδέσουν την κλιματική αλλαγή, τη μαζική εξόντωση ειδών και την εξελισσόμενη οικολογική κατάρρευση με την δυναμική του καπιταλισμού, ενώ ολόκληρη η νεοδεξιά, νεοφασιστική κουλτούρα έχουν προσδέσει την υπεράσπιση του καπιταλισμού με την άρνηση της κλιματικής αλλαγής. Και τώρα βρισκόμαστε εδώ, χωρίς κανένα στοιχείο (πολύ λιγότερο, δε, προγραμματική κατεύθυνση) για το πώς να αντιμετωπίσουμε αυτούς τους μετασχηματισμούς.

Ρωτήστε τον εαυτό σας ως έναν επαναστάτη “βολεμένο” σε μια καινούρια μορφή προλεταριακής οργάνωσης που έχει εξουσία, είτε ένα συμβούλιο είτε ένα σχεδόν-κράτος, δύο δεκαετίες από τώρα, τι θα κάνετε εσείς και οι σύντροφοί σας, εδώ ή στο εξωτερικό, όταν τα αποθέματα από το λιώσιμο των παγετώνων εξαντλούνται και οι χιονοπτώσεις τον χειμώνα θα είναι τόσο σπάνιες ώστε οι ροές πολλών από τους κύριους ποταμούς που υδροδοτούν μεγάλες πόλεις του κόσμου γίνονται ρυάκια ή να ξεραίνονται εντελώς; Όταν η ύπαιθρος που περιβάλλει αυτές τις πόλεις υφίσταται τόσο έντονη ζέστη και αδιάκοπη ξηρασία και οι πόλεις να πεθαίνουν από την έλλειψη νερού και φαγητού; Όταν τα Βραχώδη Όρη και η Σιέρρα Νεβάδα περάσουν σ’ αυτήν την κατάσταση και η δίψα του Λος Άντζελες, του Βέγκας και του Φοίνιξ δεν μπορεί να ικανοποιηθεί, ή όταν η ζέστη είναι τόσο έντονη που αυτές οι ίδιες πόλεις, το Βέγκας, το Φοίνιξ, το Τουσκόν και το Ελ Πάσο, και άλλες πόλεις όπως αυτές, απλά εγκαταλείπονται; Καθώς τα πρώτα 150-180 εκατοστά στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας παράγει τόση αλάτωση που σκοτώνει όλες τις παραθαλάσσιες σοδειές παγκόσμια, και το 1/8 του παγκόσμιου πληθυσμού (σχεδόν 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι) ξεκινά μια καταναγκαστική μετανάστευση στο εσωτερικό των ηπείρων, η οποία δεν θα τελειώσει μέχρι αυτή η άνοδος να ξεπεράσει σχεδόν τα 80 μέτρα και περίπου ο μισός πληθυσμός της Γης έχει μεταναστεύσει (η αλάτωση έχει κάνει αδύνατη την καλλιέργεια του ρυζιού σε βάθος σχεδόν 60 χιλιομέτρων από τον κόλπο της Βεγγάλης· και έχει αναγκάσει ένα εκατομμύριο αγρότες να εγκαταλείψουν την καλλιέργεια ρυζιού και να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους στο δέλτα του Μεκόνγκ); Πώς προβλέπετε να αντιμετωπίσετε με τον ίδιο τρόπο αυτές τις μαζικές μεταναστεύσεις προς την ενδοχώρα από τις ανατολικές παράκτιες περιοχές των ΗΠΑ και την περιοχή του κόλπου (του Μεξικού); Πώς θα αντιμετωπίσετε την κατάρρευση των υποδομών, των λιμανιών και των αποβάθρων που θα βυθιστούν κάτω από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, όταν οι υπόνομοι ομβρίων υδάτων ξεχειλίζουν σε ρυάκια, λίμνες και ποτάμια, εθνικές οδούς, σιδηροδρομικές γραμμές και αεροδιαδρόμους που κάμπτονται από την υπερβολική θερμότητα, γέφυρες και δρόμους που σφυροκοπούνται και καταστρέφονται από ανελέητες καταιγίδες, την υπερφόρτωση και τις διακοπές των σταθμών ηλεκτρικής ενέργειας εξαιτίας της υπερβολικής – λόγω ζέστης – ζήτησης, και, συνεπώς, με την κατάρρευση των τοπικών, περιφερειακών και παγκόσμιων συστημάτων διανομής; Πώς θα αντιμετωπίσετε θερμοκρασίες 35 °C και άνω “υπό σκιά”34, καθώς δεκάδες, για να μην πούμε εκατοντάδες χιλιάδες, άνθρωποι υφίστανται αδιάκοπα εξάντληση από τη ζέστη, οργανική κατάρρευση και θα πεθαίνουν35;

Κρίση της νομιμοποίησης του κράτους και επαναστάτες κομμουνιστές

Ο μακρύς απόηχος της οικονομικής κρίσης (2008–2009) περιλαμβάνει το κίνημα Occupy, τη μαζική απεργία τον Φεβουάριο του 2011 και τη μετέπειτα κατάληψη του κρατικού κτιρίου στην Madison, την αντίσταση στον αγωγό Keystone, και, καθώς τα γεγονότα μετατοπίζονταν προς τα δεξιά, την εκλογή του Τραμπ το 2016. Παίρνοντάς τα από κοινού, όλα αυτά τα γεγονότα, αποκαλύπτουν μια συγκεκριμένη απώλεια της αφελούς πίστης στο κράτος. Όντας όχι απλοί αντιπερισπασμοί, οι συγκρούσεις του Τραμπ και η λαϊκή υποστήριξη που στράτευσε εναντίον του FBI, του νεο-συντηρητικού Κογκρέσου, των ειδησειογραφικών πρακτορείων και των κύριων εθνικής εμβέλειας σοβαρών εφημερίδων επιδεικνύουν βαθύ κυνισμό, αν και στην πλειοψηφία του προερχόμενο από την δεξιά, προς την κυρίαρχη φράξια της άρχουσα τάξης. Αυτό εκφράζει μια αυξανόμενη απογοήτευση. Όμως, συγκεκριμένες πεποιθήσεις, αντιλήψεις και ψευδαισθήσεις βάζουν ένα φρένο στο πόσο βαθιά μπορεί να φτάσει αυτή η απογοήτευση.

Το ζήτημα είναι τα γεγονότα στο εσωτερικό των ΗΠΑ στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001.

Στην Νέα Υόρκη, αεροπειρατές χωρίς εμπειρία πτήσης εμπορικών αεροπλάνων εκτελούν ελιγμούς που έμπειροι πιλότοι θα είχαν τεράστια δυσκολία να πετύχουν· συντριβές αεροσκαφών λέγεται ότι προκάλεσαν ανάφλεξη και έλιωσαν ένα σύμπλεγμα ατσάλινων δοκών με τέτοια μέγιστη ένταση θερμότητας που θα καθιστούσε αυτό το λιώσιμο αδύνατο· η κατάρρευση και ελεύθερη πτώση του Βόρειου και του Νότιου Πύργου ήταν συνεπής με μια ελεγχόμενη κατεδάφιση· στην Ουάσιγκτον, η έκταση της ζημιάς που προκλήθηκε στο Πεντάγωνο και η απουσία συντριμμιών από αεροπλάνο ήταν όλα συνεπή με ένα χτύπημα από κατευθυνόμενο πύραυλο· στην Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον, η αποτυχία ολόκληρου του βασισμένου στο NORAD δικτύου αεράμυνας ήταν ανεξήγητα άνευ προηγουμένου· κοντά στο Shanksville, το “σχέδιο” των συντριμμιών του αεροπλάνου που καταρρίφθηκε ήταν επίσης συνεπές, και μόνο συνεπές, με καταστροφή από έναν πύραυλο (για να μην αναφέρουμε το αδύνατο τηλεφωνικών κλήσεων μακράς διαρκείας, και με συνοχή, από το ύψος των 8000 ποδών το 2001). Και τα λοιπά, και τα λοιπά.

Η επίσημη έκθεση της Επιτροπής για την 11η Σεπτεμβρίου είναι μια απάτη με μηδενική εξηγηματική αξία. Είναι μια πασιφανής άτοπη θεωρητικοποίηση συνωμοσίας. Και όμως λειτουργεί ως σύνοψη μιας ευρέως διαδομένης, λογικά απαράδεκτης πεποίθησης.

Βέβαια, υπάρχει σοβαρός λόγος που ιστότοποι επαναστατών κομμουνιστών και φόρουμ συζήτησης δεν ασχολήθηκαν μ’ αυτά τα γεγονότα (αλλά δεν υπάρχει σοβαρός λόγος που οι ίδιοι ιστότοποι παπαγαλίζουν συχνά την επίσημη γραμμή): ανοίξτε έναν ιστότοπο ή φόρουμ συζήτησης τέτοιων γεγονότων και θα δείτε επιχειρήματα για το κατά πόσον η βασίλισσα της Αγγλίας και/ή το Βατικανό, στην επιδίωξη σατανικών τελετουργικών, ελέγχουν τον κόσμο του μεγάλου χρηματοπιστωτικο κεφαλαίου.

Αλλά υπάρχουν δυο πολύ πιο σημαντικές πτυχές στην όποια αξία έχουν συζητήσεις αυτής ειδικά της “συνομωσίας”.

Πρώτον, ανάμεσα στους εργάτες που δεν ορίζουν οι ίδιοι τον εαυτό τους με όρους της “λευκότητάς” τους, και που επιπρόσθετα ίσως παρέχουν μικρή ή καθόλου υποστήριξη στον Τραμπ, και ανάμεσα στον αναδυόμενο μη φυλετικοποιημένο, νεανικό προλεταριακό πυρήνα, υπάρχει μια εκλογική νομιμοφροσύνη αν όχι στο Δημοκρατικό κόμμα, τότε στο κράτος και ιδιαίτερα στη χώρα και το “έθνος”. Πίστη στην επίσημη εκδοχή των γεγονότων της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 όχι μόνο επιδεικνύει παραδειγματικά έναν από καρδιάς σωβινισμό, είναι ο μύθος της εποχής μας, που δένει την εργατική τάξη με το “έθνος” “της” (δηλαδή, με την άρχουσα τάξη της, τα σχέδιά της και τον καπιταλισμό). Κανένας επαναστατικός μετασχηματοσμός δεν είναι δυνατός αν δεν σπάσουμε τη βάση (μεταξύ άλλων) αυτού του μύθου.

Δεύτερον, ακόμα και μια βιαστική θεώρηση των γεγονότων εκείνης της ημέρας υποτείνει (ενώ η σοβαρή εξέταση των στοιχείων υποχρεώνει) το συμπέρασμα ότι ένα αδίστακτο36 δίκτυο πρακτόρων μέσα από τις υπηρεσίες ασφαλείας, την στρατιωτική επιτελική δομή και τις, βασισμένες στην εκτελεστική εξουσία, μόνιμες γραφειοκρατίες, υλοποίησαν σκόπιμα αυτές τις ενέργειες. Η σημασία αυτού του γεγονότος είναι ότι είναι πολού πιθανό κάτι όπως ένα “βαθύ κράτος” να υπάρχει και να λειτουργεί μέσα στην αστική πολιτεία. Παρ’ όλα αυτά, με εξαίρεση το Wildcat, κανένα άλλο φόρουμ επαναστατών κομμουνιστών δεν δίνει σημασία στην πραγματικότητα και την σοβαρότητα του “βεθέως κράτους”. Η σημασία του είναι η εξής: στην πάλη που έρχεται, άσχετα από το πόσο διάχυτη είναι η υποστήριξη για την επαναστατική αλλαγή στην άψη της ταξικής σύγκρουσης, η παρουσία πρακτόρων του “βαθέως κράτους” στην υποστήριξη ενός φασιστικού αντιπολιτευτικού μπλοκ εγγυάται έναν εμφύλιο πόλεμο και μάλιστα έναν εμφύλιο πόλεμο που είναι μακρύς, αιματηρός και, όπως κάθε εμφύλιος πόλεμος, φαύλος.

Συμπέρασμα – Δασμοί, εμπορικοί πόλεμοι και ένοπλοι πόλεμοι

Η τάση προς τον ανανεωμένο ιμπεριαλιστικό κόσμο γίνεται η κατεύθυνση στην οποία τείνει η καπιταλιστική ανάπτυξη

Υπάρχουν αυτή τη στιγμή δύο δρόμοι προς τον ανανεωμένο ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο πόλεμο, η αποδολλαριοποίηση και οι πόλεμοι των δασμών. Θα εξετάσουμε τον καθένα διαδοχικά.

Η αποδολλαριοποίηση είναι ο μακρύτερος, πιο αργός, αλλά, ίσως, και ο πιο σίγουρος δρόμος. Από τη στιγμή που ο ΚίσΣιγκερ έστησε αυτή τη συμφωνία με τους Σαουδάραβες, ως την μεγαλύτερη, τότε, πετρελαιοπαραγωγό χώρα και αδιαμφισβήτητη ηγέτιδα δύναμη του ΟΠΕΚ, το πετροδολλάριο είναι το υπόβαθρο του παγκόσμιου συστήματος εμπορίου.

Για 44 χρόνια, κάθε κεντρική τράπεζα στον κόσμο έπρεπε να έχει στην κατοχή της μεγάλα αποθέματα σε δολλάρια (με την μορφή αμερικανικών κρατικών ομολόγων) ή να στερηθεί το δικαίωμα της αγορά αυτού του βασικού εμπορεύματος που “λιπαίνει” την παγκόσμια οικονομία, του πετρελαίου. Επιπρόσθετα, το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, και συνεπώς και το βασισμένο στο χρέος επίπεδο ζωής στις ΗΠΑ (άσχετα από κοινωνικό στρώμα ή τάξη, είτε πρόκειται για διάφορα στρώματα ιδιοκτητών των επιχειρηματικών τάξεων είτε για καλοβαλμένα στρώματα κοντά στο κεφάλαιο και επαγγελματίες κάθε είδους, είτε διάφορα στρώματα μέσα στο προλεταριάτο) χρηματοδοτείται από το πετροδολλάριο: προερχόμενες στο μεγαλύτερο ποσοστό τους από το εξωτερικό, και κυρίως από την Άπω Ανατολή, οι τεράστιες αγορές των διαφόρων μικρών και μεγάλων εμπόρων πληρώνονται με την επίδειξη αμερικανικών ομολόγων έναντι των εισαγόμενων αγαθών που φτάνουν με τα πλοία-κοντέινερ. Το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ τυπώνει δολλάρια ώστε να καλύπτει τόσο το εμπορικό έλλειμμα (που για το οικονομικό έτος 2018 θα ξεπεράσει τα 600 δις δολλάρια) καθώς και τους τόκους των δανείων (που είναι αυτή τη στιγμή οι αποδείξεις από τις πωλήσεις των ομολόγων) που χρηματοδοτούν το ομοσπονδιακό έλλειμμα. Αυτό το τύπωμα γίνεται χωρίς καμμιά αναφορά στην παραγωγικότητα της αμερικάνικης οικονομίας, με πλήρη γνώση ότι τα θησαυροφυλάκια είναι αυτά που διασφαλίζουν το παγκόσμιο εμπόριο (δηλαδή, ομόλογα κάθονται στα θησαυροφυλάκια των κεντρικών τραπεζών σ’ ολόκληρο τον κόσμο για να ικανοποιήσουν την ανάγκη της αγοράς δολλαρίων και, ακόμα σημαντικότερα, πετρελαίου, με τα εθνικά τους κεφάλαια): αυτό το τύπωμα είναι πληθωριστικό, υπερβολικά μάλιστα, και ο πληθωρισμός εξάγεται μέσω των αγορών αμερικανικών ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες. Όλα αυτά μαζί, αποτελούν το βασικό νόημα της επικυριαρχίας του δολλαρίου.

Όμως, η ηγεμονία του δολλαρίου αντιμετωπίζει προβλήματα. Η απο-δολλαριοποίηση προχωρά αν θέλετε σε δύο “μέτωπα”.

Πρώτον, ένα ικανό ποσοστό (ίσως ακόμα και 40%) του παγκοσμίου εμπορίου γίνεται τώρα, και σύντομα το μεγαλύτερο ποσοστό (ίσως και 60%) θα λαμβάνει χώρα, έξω από την ζώνη του δολλαρίου. Εδώ χρειάζεται ίσως μια απλή απαρίθμηση.

Το εμβληματικό έργο του κινέζου προέδρου Ζι, η αναβίωση του Δρόμου του Μεταξιού (η Πρωτοβουλία Belt and Road, που είναι κάτι πολύ περισσότερο από έναν αυτοκινητόδρομο μέσα από την κεντρική και δυτική Ασία), έχει τη φήμη ότι αποτελεί το ισοδύναμο 6 τρισεκατομμυρίων δολλαρίων σε αναμενόμενα συμβόλαια, σχεδόν όλα για την ανάπτυξη υποδομών.

Από το 2005, εξελίσσονται σχεδιασμένες προσπάθειες σε πολλές περιοχές ανάπτυξης υποδομών που είναι το υπόβαθρο και επιταχύνουν το εμπόριο στην ανατολική, νοτιοανατολική Ασία και την Άπω Ανατολή. Το κινέζικο κράτος και ένας αριθμός οικονομικών θεσμών (Asian Infrastructure Investment Bank, BRICS Development Bank, και το Chinese InterBank Payment System) έχουν και εξακολουθούν να χρηματοδοτούν αυτά τα αναπτυξιακά σχέδια. Στην Ευρασία, οι Ρώσοι είναι εξίσου δραστήριοι.

Τα σχέδια αυτά περιλαμβάνουν σιδηρόδρομους, αυτοκινητόδρομους, αγωγούς φυσικού αερίου και πετρελαίου και λιμάνια.

Οι Σιδηρόδρομοι Kunming–Σιγκαπούρης αναφέρονται σε ένα δίκτυο σιδηροδρόμων, υπό σχεδιασμό και κατασκευή, που θα συνδέσουν την Κίνα, την Σιγκαπούρη και όλα τα κράτη της ηπειρωτικής νοτιοανατολικής Ασίας37. Τον Ιανουάριο του 2015, η κυβέρνηση της πόλης του Πεκίνου ανακοίνωσε ότι η Ρωσία και η Κίνα θα χτίσουν μια υψηλής ταχύτητας σιδηροδρομική σύνδεση μήκους 7.000 χιλιομέτρων από το Πεκίνο στη Μόσχα, μια δεκαετή κοινοπραξία με κόστος 1,5 τρισεκατομμύρια γουάν (242 δις δολλάρια). Η σιδηροδρομική σύνδεση θα μειώσει τον χρόνο ταξιδιού από το Πεκίνο στη Μόσχα από τις 5 μέρες στις 30 ώρες.

Σε προχωρημένο στάδιο είναι και η αναβίωση του παλιού δρόμου του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου Stilwell Road, ενός αυτοκινητόδρομου που συνδέει την Κίνα με την Ινδία (στην επαρχία Άσαμ). Το 2005, ερευνητικές ομάδες από την Ινδία και την Κίνα άρχισαν να χαράσσουν σχέδια για την ανακατασκευή του δρόμου. Μέχρι στιγμής, η Κίνα έχει ολοκληρώσει όλο το έργο της ανακατασκευής, στρώνοντας δεκάδες μίλια κάθε φορά με γρανιτένιες πέτρες συσκευασμένες μαζί με ακαθαρσίες. Όταν τελειώνουν οι μουσώνες, και η επιφάνεια έχει ξεπλυθεί και ψηθεί στον ήλιο, έχει γίνει τόσο επίπεδη όσο σχεδόν η άσφαλτος.

Πίσω στο 2007 πάρθηκε επίσης η απόφαση κατασκευής ενός διηπειρωτικού αυτοκινητόδρομου και υπογράφτηκε ένα μνημόνιο συνεργασίας ανάμεσα στη Ρωσική Ομοσπονδία και το Καζακστάν. Ο στόχος του έργου είναι η κατασκευή ενός αυτοκινητόδρομου με μήκος έως 8500 χιλιόμετρα από την Αγία Πετρούπολη μέχρι την Δυτική Κίνα μέσω του Καζακστάν, όπου και θα συνδεόταν με το κινεζικό οδικό δίκτυο. Στο πολύ εγγύς μέλλον θα έχει ολοκληρωθεί το κομμάτι του έργου στην Κίνα και το Καζακστάν ενώ το ρωσικό τμήμα θα τελειώσει το 2020.

Αγωγοί φυσικού αερίου και πετρελαίου είναι υπό κατασκευή στην Κεντρική Ασία και την Κίνα, ως μέρος ενός ενιαίου σχεδίου. Τμήμα-τμήμα το σχέδιο των αγωγών έχει συγκεντρώσει όλες τις διαθέσιμες πηγές φυσικού αερίου στην Κεντρική Ασία. Τώρα κατασκευάζεται ένας τέταρτος κλάδος, με το όνομα Strength of Siberia (Δύναμη της Σιβηρίας) που συνίσταται σε δυο γραμμές συνδυασμένες σε μία που θα παρέχει αέριο από την Ανατολική Σιβηρία και την Άπω Ανατολή στην Κίνα: ο αγωγός πετρελαίου από Ανατολή προς Δύση μεταφέρει πετρέλαιο από τα κοιτάσματα στο Καζακστάν στην Κίνα. Οι αγωγοί Ανατολική Σιβηρία-Ειρηνικός και Δυτική Σιβηρία-Ειρηνικός προμηθεύουν πετρέλαιο στην Κίνα και ακόμα πιο πέρα στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, με πετρέλαιο από τα κοιτάσματα στη ρωσική Σιβηρία και κοιτάσματα στην Άπω Ανατολή.

Η Κίνα εξετάζει επίσης την κατασκευή μιας σιδηροδρομικής γραμμής παράλληλα σ’ έναν αγωγό 1100 χιλιομέτρων που θα συνδέει το Kunming με το υπό κατασκευή λιμάνι μεγάλου βάθους στο Kyaukpyu της δυτικής Βιρμανίας.

Διμερείς εμπορικές συμφωνίες (από το 2014) ανάμεσα στην Κίνα και τη Ρωσία στον τομέα των επενδύσεων και των χρηματοδοτήσεων διακανονίζονται τυπικά σε τοπικό νόμισμα και με τους Κινέζους να επενδύουν στην ανάπτυξη στους τομείς της κατοικίας, των υποδομών και των φυσικών πόρων όπως ο άνθρακας, το σιδηρομετάλλευμα και ο χαλκός. Η συμφωνία περιλαμβάνει έναν διακανονισμό για την αγορά ρωσικού φυσικού αερίου σε κινέζικους τίτλους38. Τον Οκτώβριο του 2014, Κίνα και Ρωσία υπέγραψαν μια συμφωνία ανταλλαγής συναλλάγματος ύψους 150 δις γουάν. Αυτό στηρίζει συμφωνίες στην ενέργεια, τον τραπεζικό τομέα και την τεχνολογία που περιλαμβάνουν τη διαδρομή του αγωγού αερίου στα ανατολικά, μια συνθήκη διπλής φορολόγησης [double-tax], συστήματα δορυφορικής πλοήγησης, τρένα υψηλής ταχύτητας και μια κοινοπραξία των κρατικών εταιρειών Rosneft και CNPX, με την Κίνα να δηλώνει έτοιμη να εξάγει αγροτικά προϊόντα και εξοπλισμό πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Ρωσία.

Όλα αυτά τα σχέδια υποδομών και οι εμπορικές συμφωνίες γίνονται σε τοπικό νόμισμα, επιταχύνοντας έτσι την αποδολλαριοποίηση των εμπορικών σχέσεων39.

Το δεύτερο “μέτωπο” αντιστοιχεί σε μια άμεση επίθεση στο πετροδολλάριο. Περιλαμβάνει συμφωνίες σχετικά με αγορές πετρελαίου που δεν είναι σε δολλάρια. Το Κατάρ δέχεται κινέζικους τίτλους για την αγορά πετρελαίου, όπως κάνουν οι Ιρανοί και οι Ρώσοι. Η Νιγηρία, η Βενεζουέλα και, ναι, η Σαουδική Αραβία πουλάνε πιο παχύρευστο αγρό (ακατέργαστο) πετρέλαιο στη Ρωσία, η οποία το διυλίζει και το πουλά στην αγορά, και με αυτόν τον τρόπο οι πωλητές αποφεύγουν τις κυρώσεις των ΗΠΑ. Αυτές οι συμφωνίες είναι αρκετά πρόσφατης “εσοδείας”, καμμιά από αυτές δεν υπήρχε πριν το 2017.

Για να διευκολύνει τις εξελίξεις και στα δύο αυτά μέτωπα, το κινεζικό κράτος, σε σύνδεση με το κινεζικό σύστημα Διατραπεζικών Πληρωμών στις αρχές του Ιουνίου (2018), άρχισε την έκδοση ενός τραπεζογραμματίου ανταλλαγών σε χρυσό [gold trade note], ενός πιστοποιητικού που επιτρέπει στους εξαγωγείς που λαμβάνουν πληρωμές σε renminbi για αγαθά που πουλιούνται προς την Κίνα ή στην ίδια την Κίνα, να ανταλλάσσουν τα renminbi με αυτό το τραπεζογραμμάτιο. Το τραπεζογραμμάτιο μπορεί να κρατηθεί από τις κεντρικές τράπεζες ή να εξαργυρωθεί σε ράβδους χρυσού οποιαδήποτε στιγμή.

Όλες αυτές οι εξελίξεις, από κοινού και αναπτυσσόμενες, υπονομεύουν την παγκόσμια επικυριαρχία του δολλαρίου. Αν δεν συμβούν τα πιο απίθανα γεγονότα, πχ. μια τεράστια μείωση στο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, αργά ή γρήγορα, και μάλλον πιο αργά (σε έναν ορίζοντα πέντε ετών ως μια χονδρική εκτίμηση), η άρνηση αποδοχής αμερικανικών ομολόγων, ιδιαίτερα για φορτία που έρχονται από την Άπω Ανατολή, σε αντάλλαγμα για το φορτίο των κοντέινερ στα αμερικανικά λιμάνια θα αυξηθεί ποιοτικά, σε βαθμό χιονοστιβάδας, επιφέροντας μαζικές ελλείψεις και ανεξέλεγκτο πληθωρισμό στο εσωτερικό των ΗΠΑ.

Ένας πόλεμος δασμών δημιουργεί έναν δεύτερο δρόμο προς έναν καινούριο ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο πόλεμο, αν και ο δρόμος αυτός είναι περισσότερο αβέβαιος, γεμάτος με σημεία εξόδου που απέχουν από το σημείο που νομίζουμε ότι είναι στο τέλος το σημείο στο οποίο κατατείνουν οι διάφορες δυναμικές που ενεργούν στον καπιταλισμό.

Δεν υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί αυτό: ξεκινά με τον Τραμπ.

Όπως εμφανίστηκε στις συγκεντρώσεις της εκστρατείας του το 2016, ο Τραμπ είναι ένας κακοποιός στο μοντέλο του Μουσολίνι. Οι πλουτοκρατικές του ορέξεις τον καθιστούν πολιτικό ηγέτη στο μοντέλο του Περόν. Αν και το ήδη μειωμένο, και διαρκώς μειωνόμενο, λεξιλόγιό του υποδεικνύει μια πρώιμη μορφή άνοιας, αν και, ως επί το πλείστον, στερείται οποιασδήποτε σαφήνειας και παρ’ όλο που αντιφάσκει με τον εαυτό του με μια κανονικότητα που είναι καταπληκτική, είναι εμφανής, παρ’ όλα αυτά, μια ιδιάζουσα συνέπεια στη συμπεριφορά. Συμπεριφορά που είναι νατιβιστική, ξενοφοβική και ρατσιστική. Στο επίπεδο της πολιτικής, αυτές οι συμπεριφορές μεταφράζονται σε ένα εθνικιστικό οικονομικό μοτίβο που καθορίζει τη διαμόρφωσή της. Η σύντμηση αυτής της πολιτικής είναι η φράση “America First” (“Πρώτα η Αμερική”), εκφρασμένη ιδεολογικά στο διαδεδομένο σλόγκαν “Make America Great Again” (“Να κάνουμε την Αμερική Σπουδαία και Πάλι”). Ο Τραμπ χρειάστηκε έναν ολόκληρο απογοητευτικό χρόνο στη εξουσία για να μάθει ότι αυτές οι βασιλικές προσδοκίες και προτιμήσεις δεν μπορούσαν να υλοποιηθούν στην εσωτερική πολιτική. Η εξωτερική πολιτική προσφέρει πιο ελεύθερα χέρια, και, αυτή τη στιγμή, οι δασμοί μπορούν να θεσπιστούν με τη δική του εξουδιοδότηση και μόνο.

Οι δασμοί είναι σημαντικοί.

Πρώτον, επιδιωκόμενοι επιθετικά από ένα αρκετά ισχυρό καπιταλιστικό κράτος για μια αρκετά μεγάλη χρονική περίοδο, μπορούν να αναδιαμορφώσουν την υπάρχουσα δομή των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων σε παγκόσμια κλίμακα.

Δεύτερον, μπορούν να επιταχύνουν μια τροχιά ανάπτυξης που είναι εμμενής σ’ αυτές τις κοινωνικές σχέσεις καθώς αυτές διαμορφώνουν ολόκληρο το παγκόσμιο σύστημα.

Οι υποστηρικτές του Τραμπ ανάμεσα στους εργάτες (όπως οι εργάτες της Harley-Davidson), μια υποστήριξη που έχει αυξηθεί δραματικά από τις εκλογές του 2016, και ανάμεσα στις επιχειρηματικές τάξεις (όπως οι καλλιεργητές σόγιας) πιστεύουν, δηλαδή ελπίζουν ένθερμα, ότι οι δασμοί που επιβάλλονται στις ευρωπαϊκές και κινεζικές πρώτες ύλες και τα έτοιμα προϊόντα αποτελούν μια διαπραγματευτική τακτική και ότι είναι προσωρινοί. Επιπλέον, υπάρχει η άποψη ότι μέσα σε έξι μήνες (στις αρχές του επόμενου έτους, του 2019), οι δασμοί αυτοί θα έχουν πετύχει τον στόχο τους, να ισορροπήσουν το “γήπεδο” (δηλαδή, να αναδομήσουν τα πλεονεκτήματα στις ανταλλαγές που οι ΗΠΑ απολάμβαναν με τη συμφωνία του Bretton Woods, στον μακρύ απόηχο του τελευταίου ιμπεριαλιστικού παγκοσμίου πολέμου) και, ως συνέπεια, θα αποσυρθούν. Όμως, υπάρχουν ενδείξεις για το αντίθετο. Και, το πιο σημαντικό, οι δασμοί αυτοί προβληματίζουν την Κίνα με την οποία υπάρχει πολύ μικρότερη πιθανότητα (σε σχέση με την ΕΕ) για κάποιο είδος διευθέτησης.

Ο Robert Lighthizer, ένας δικηγόρος του εμπορίου για μεγάλα κεφάλαια στην χαλυβουργία, είναι ο εμπορικός αντιπρόσωπος των ΗΠΑ, ο άνθρωπος (στην πραγματικότητα έχει μια ομάδα υφισταμένων) που διαμορφώνει (διαμορφώνουν) τη λίστα των αγαθών και των υλικών για τα οποία θα επιβληθούν τα επόμενα 200 δις δολλάρια δασμών απέναντι στην Κίνα. Η Wall Street Journal (στις 5/7/2018) αναφέρθηκε στη δήλωσή του ότι δεν πιστεύει πως οι δασμοί θα αναγκάσουν τους κόκκινους καπιταλιστές της Κίνας να συμμορφωθούν, κάτι που σημαίνει ότι ολόκληρο το συναλλαγματικό εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας σε δολλάρια, σε σχέση με τις ΗΠΑ (375 δις δολλάρια), στην πραγματικότητα το νούμερο που κυκλοφορεί από τον ίδιο τον Τραμπ και την κυβέρνησή του είναι 505 δις δολλάρια, θα υπόκειται σε δασμούς. Όπως και οι Ευρωπαίοι (ΕΕ), έτσι και οι Κινέζοι θα συνεχίσουν τα αντίποινα, αν και αυτά θα πάρουν διαφορετική μορφή μετά τα επόμενα 100 δις δολλάρια σε αντίστροφους δασμούς, καθώς οι κινεζικές αγορές από τις ΗΠΑ δεν υπερβαίνουν τα 130 δις δολλάρια. Μια μορφή που μπορούν να πάρουν αυτά τα αντίποινα είναι η “παρενόχληση” των αμερικανικών κεφαλαίων που επιχειρούν στην Κίνα (επιβράδυνση των αιτημάτων στις ρυθμίσεις των εσωτερικών συναλλαγών, στους περιβαλλοντικούς περιορισμούς κλπ.), μια άλλη είναι, και θα συνεχίσει να είναι, η αργή, σταθερή υποτίμηση του reminibi, ενώ οι Κινέζοι διαθέτουν ακόμα αυτό το πραγματικά μεγάλο “ατού”, το ρίξιμο εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολλαρίων σε αμερικανικά ομόλογα στις παγκόσμιες αγορές, για την αγορά χρυσού ή οποιουδήποτε άλλου νομίσματος προτιμούν σε αντάλλαγμα. Οι δασμοί, λοιπόν, προκαλούν αντίποινα τα οποία, με τη σειρά τους, προκαλούν περισσότερα αντίποινα και αλλαγές στην μορφή που τα περαιτέρω αντίποινα παίρνουν. Μπορούν να οδηγήσουν σε μια τεράστια συρρίκνωση του παγκόσμιου εμπορίου. Μετά τον νόμο Smoot-Hawley40 (Ιούνιος 1930), τα αντίποινα προέρχονταν από τον Καναδά, το Μεξικό, την Αργεντινή, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και την Ινδία και όλα τα αναπτυγμένα ευρωπαϊκά έθνη41. Προκαλώντας έναν εμπορικό πόλεμο, τα αντίποινα δασμών ήταν ανεπαρκή· ακολουθήθηκαν από ακόμα υψηλότερους τελωνειακούς δασμούς σε συγκεκριμένα προϊόντα ή κατηγορίες προϊόντων, διατιμήσεις, περιορισμούς συναλλάγματος και προνομιακή μεταχείριση των ντόπιων προϊόντων. Αυτό οδήγησε σε έλεγχο της κίνησης κεφαλαίων, μπλοκάρισμα λογαριασμών και νομισματικές υποτιμήσεις. Οι διμερείς συμφωνίες έγιναν σύντομα το αναγκαίο μέτρο, αλλά κι αυτές ήταν ανεπαρκείς και σύντομα (ήδη το 1932) ξεπεράστηκαν από εμπορικά μπλοκ (η “προνομιακή μεταχείριση” εντός της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, μια τελωνειακή ένωση μεταξύ Βελγίου, Λουξεμβούργου και Ολλανδίας)42. Μεταξύ των πιο επιθετικών ιμπεριαλιστικών μεγάλων δυνάμεων, Γερμανία και Ιαπωνία, οι διμερείς συμφωνίες και τα εμπορικά μπλοκ ήταν ανίκανα από πολλές βασικές απόψεις να υποστηρίξουν την απόκτηση αναγκαίων πρώτων υλών με ευνοϊκούς όρους Οι εμπορικοί πόλεμοι οδήγησαν σε ένοπλους πολέμους, αρχίζοντας με εδαφικές επεκτάσεις. Το γερμανικό σχέδιο Drang nach Osten(“Επέκταση στα Ανατολικά”), ξεκίνησε με την προσάρτηση της Αυστρίας και της Τσεχοσλοβακίας και, μέσω της απορρόφησης και της Ουγγαρίας, στόχευε στην Grosswirtschaftsraum (Μείζονα Γερμανική Οικονομία) που περιελάμβανε τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και την Ελλάδα (και ανήγαγε τα δύο πρώτα έθνη, πιο συγκεκριμένα, σε μια αγροτική ενδοχώρα, με τους Ναζί να υπαγορεύουν ποιες σοδειές θα καλλιεργούνταν, τις τιμές τους και ποιες αγορές θα μπορούσαν να πραγματοποιούνται)43. Οι Ιάπωνες ξεκίνησαν με την στρατιωτική κατοχή της Μαντσουρίας τον Σεπτέμβριο του 1931, η οποία εκβιομηχανίστηκε με την εκμετάλλευση των σκλαβωμένων Κινέζων εργατών, και αποκορυφώθηκε στην Μείζονα Σφαίρα Συνευημερίας της Ανατολικής Ασίας (Greater East Asia Co-Prosperity Sphere) (που ανακηρύχθηκε τον Σεπτέμβριο του 1940), ένας ευφημισμός για τις στρατιωτικές κατακτήσεις της Ιαπωνίας (Κίνα, Σιγκαπούρη, Μαλαισία, Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες, Ινδοκίνα και Βιρμανία) και την οργανωμένη λεηλασία και καταλήστευσή τους44. Οι στρατιωτικές κατακτήσεις και οι πόλεμοι με όπλα οδήγησαν σε παγκόσμιο πόλεμο.

Αυτό είναι λοιπόν το “πρότυπο”, το μοτίβο, κι ενώ η ιστορία δεν ξαναγράφει τον εαυτό της επαναλαμβανόμενη γεγονός προς γεγονός, το ιστορικό παρελθόν και η σύγχρονη κατάσταση, σ’ αυτό το πρώιμο στάδιο, είναι δομικά παρόμοιες: δασμοί, αντίποινα δασμών, υψηλότερη φορολόγηση συγκεκριμένων προϊόντων και κατηγοριών προϊόντων, προνομιακή μεταχείριση (περιλαμβανομένων των επιδοτήσεων) για τα ντόπια προϊόντα, υποτιμήσεις νομισμάτων και έλεγχοι κεφαλαίων έχουν όλα εμφανιστεί, άσχετα από το αν η κυβέρνηση Τραμπ αρέσκεται να λέει ότι ο στόχος της είναι το διμερές εμπόριο. Αλλά, θα επιστρέψουμε σ’ αυτό.

Ο Lighthizer έχει να πει περισσότερα για το ζήτημα των δασμών. Αναφέρθηκε επίσης να λέει, αλίμονο δύστυχοι υποστηρικτές του Τραμπ, ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να κρατήσουν για “αρκετά χρόνια” (ο Wilbur Ross, υπουργός Εμπορίου, μεγιστάνας της χαλυβουργίας και ωφελούμενος από τους δασμούς στον χάλυβα και το αλουμίνιο που επιβλήθηκαν στην ΕΕ, στους Κινέζους, τους Νοτιοκορεάτες, τους Μεξικανούς και τους Καναδούς, έχει καταγραφεί να λέει ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να διατηρηθούν απεριόριστα). Στην πραγματικότητα, οι Lighthizer και Ross, όπως και οι αδελφοί Koch, μαζί με τον Τραμπ ενσαρκώνουν τα εθνικιστικά και προστατευτικά και εισοδηματικά συμφέροντα (για το ντόπιο ατσάλι και πετρέλαιο) φραξιών εντός της αμερικανικής άρχουσας τάξης που είχαν μικρότερη επιτυχία στην αξιοποίηση των κεφαλαίων τους κατά την περίοδο της αποβιομηχάνισης των ΗΠΑ. Είναι αυτά τα κεφάλαια που έχουν “χάσει τη μάχη για τον εκσυγχρονισμό” μπροστά στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, ιδιαίτερα καθώς οι συνθήκες της αναπαραγωγής τους ως κεφαλαίων έχουν επιδεινωθεί μετά την οικονομική κρίση45. Παρ’ όλα αυτά, από μόνα τους αποτελούν μια μειοψηφική ομάδα μέσα στην αστική τάξη: όποιες κι αν είναι οι πολιτικές συγκρούσεις ή το τσίρκο, όπως μπορεί να συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση, και η οργή στο μηντιακό θέαμα, ο Τραμπ μπορεί να επιδιώκει να ακολουθήσει την πολιτική του για τους δασμούς μόνο επειδή έχει κερδίσει, διατηρεί και απολαμβάνει πολύ πιο σημαντικής υποστήριξης από τους κατασκευαστές όπλων, τους μεγαλοτραπεζίτες και μεγάλα πετρελαϊκά κεφάλαια. Παίρνοντας υπόψιν τον πληθωρισμό, οι εξοπλιστικές δαπάνες σήμερα ανταγωνίζονται αυτές επί Ρήγκαν 35 χρόνια πριν, ο νόμος Dodd-Frank46 έχει νομοθετικά ανακληθεί και η τιμή του πετρελαίου έχει διπλασιαστεί από τότε που ο Τραμπ μπήκε στον Λευκό Οίκο. Έτσι, προσωρινά απολαμβάνει επίσης της υποστήριξης των Exxon-Mobil, BP και Shell, των Rosneft και Aramco, δηλαδή διεθνών πετρελαϊκών κεφαλαίων, των Ρώσων και των Σαουδαράβων (αν και οι συγκυριακές θεωρήσεις σπάνια διαμορφώνουν την μακροπρόθεσμη γεωπολιτική στρατηγική και τους σχεδιασμούς).

Η ανανέωση των υποδομών έχει εγκαταλειφθεί ως μια πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ, και τα απροσδόκητα έσοδα που “θερίστηκαν” από τη μαζική περικοπή φόρων έχουν “σπαρθεί” και πάλι πίσω στην επαναγορά μετοχών, και όχι σε επενδύσεις κεφαλαίων σε εργοστασιακούς εξοπλισμούς, οπότε η πολιτική επαναβιομηχάνισης έχει επίσης αποτύχει. Επιταχύνοντας, στην πραγματικότητα, τη συνεχιζόμενη οικονομική πτώση, αυτές οι αποτυχίες αφήνουν την εμπορική πολιτική (μαζί με τη ρατσιστική και ξενοφοβική δημαγωγία) ως το μόνο, προς το παρόν μέσο, για την διατήρηση της παραπαίουσας ηγεμονίας των ΗΠΑ στον παγκόσμιο καπιταλισμό47. Αλλά οι στόχοι του Τραμπ και της κυβέρνησής του πάνε πολύ πιο μακριά από το διμερές εμπόριο, και θα επιδιωχθούν ακόμα κι αν οι δασμοί ακολουθηθούν από διαπραγματεύσεις και συμφωνίες που ωφελούν τις ΗΠΑ: ο Τραμπ και οι, εγκλωβισμένες από διαπραγματευμένους κανόνες και ρυθμίσεις, ντόπιες φράξιες της άρχουσας τάξης, τα συμφέροντα των οποίων προωθεί η προεδρία του, σκοπεύουν να ξεχαρβαλώσουν παγκόσμιες συμφωνίες και τους συγκεντροποιημένους θεσμούς της καπιταλιστικής εξουσίας που λειτουργούν σε παγκόσμιο επίπεδο, άσχετα από το αν πρόκειται για οικονομικούς θεσμούς (Παγκόσμια Τράπεζα, ΔΝΤ, κεντρικές τράπεζες συμπεριλαβανομένης της Federal Reserve48), θεσμούς σχετικά με τις εμπορικές ανταλλαγές (GATT, ΠΟΕ, TPP, EE, NAFTA) ή πολιτικούς θεσμούς (Ηνωμένα Έθνη, Συμφωνία για την Κλιματική Αλλαγή)49. Ας μην απατούμαστε, ο σκοπός δεν είναι δίκαιες και έντιμες εμπορικές σχέσεις ή ένα “ισορροπημένο γήπεδο” (οτιδήποτε κι αν σημαίνουν αυτά τα δύο), αλλά, ξεκάθαρα, όροι και συνθήκες εξαιρετικά σε βάρος των εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ: ο Τραμπ επιδιώκει διμερείς, ένας-προς-έναν συμφωνίες, επειδή η χρηματοπιστωτική, οικονομική και στρατιωτική δύναμη των ΗΠΑ ορθώνονται πολύ μεγαλύτερες σε τέτοιες διαπραγματεύσεις. Καθώς βαθαίνει μια μακροπρόθεσμη παρακμή των ΗΠΑ, όπως επιδεικνύει η περίπτωση του Καναδά, ο στόχος (των ΗΠΑ) είναι να “παραμείνουν από πάνω”, χρησιμοποιώντας αυτή τη δύναμη για να σπρώξουν όλους τους άλλους προς τα κάτω (όπως κάποιος που πνίγεται και εξακολουθεί να επιπλέει χτυπώντας χέρια και πόδια μανιασμένα, βουλιάζοντας, πιθανόν, αυτόν που κολυμπάει μαζί του), χρησιμοποιώντας αυτή τη δύναμη για να αποσπάσουν τους πιο ευνοϊκούς όρους, κι αυτό χωρίς να συνεκτιμούν την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ίδιου του σχεδίου ή των συνεπειών50. Κάποια στιγμή, στο κοντινό μέλλον, θα πρόκειται γα μια σίγουρη συνταγή μετατροπής ενός εμπορικού πολέμου σε έναν πόλεμο με όπλα.

Αλλά, άσχετα από το αν οι “εμπορικοί πόλεμοι είναι καλοί” ή κακοί (μια εκτίμηση που γίνεται έτσι κι αλλιώς εντός του καπιταλισμού, και σίγουρα χωρίς καμμιά σκέψη για την υπέρβασή του) δεν είναι “εύκολο να τους κερδίσει” κανείς. Κανένας άλλος εκτός από τον Τραμπ, και κάνα-δυο οικονομολόγους κάτοικους του Λευκού Οίκου, δεν πιστεύει κάτι διαφορετικό. Δεν θα αυξήσουν το παγκόσμιο εμπόριο και δεν θα συμβάλλουν να ξεπεραστούν οι δομικά γειωμένες οικονομικές αδυναμίες των Ηνωμένων Πολιτειών, σημαντικότερη από τις οποίες είναι η απουσία μιας βιομηχανικής βάσης (πέρα από την στενή ικανότητα κατασκευής όπλων κάθε είδους), ενός εκρηκτικού εμπορικού ελλείματος και μιας επικυριαρχίας του δολλαρίου η οποία εξαφανίζεται αναπόφευκτα και όχι τόσο αργά. Αντίθετα, ακόμα κι αν δεν φτάσει σ’ έναν ένοπλο πόλεμο, ένας παγκόσμιος εμπορικός πόλεμος θα οδηγήσει, αναπόφευκτα, σε μια δραματική μείωση αυτού του εμπορίου, σε μαζικές εκτοπίσεις, οικονομική κατάρρευση σε μεγάλα τμήματα του κόσμου, μια παγκόσμια ύφεση βραχυπρόθεσμα (μέσα σε δεκαπέντε μήνες) και, αν επιδιωχθεί για αρκετό χρόνο (δύο ή τρία χρόνια) θα καταλήξει σε μια καινούρια οικονομική κρίση και, επίσης πιθανόν, παγκόσμια ύφεση.

Με τις ρίζες της στην αποβιομηχάνιση, η αμερικανική παγκόσμια πολιτική και χρηματοπιστωτική ηγεμονία είναι σε παρακμή. Ο Τραμπ το αναγνωρίζει αυτό. Προκαλώντας αποπληξία σ’ αυτούς τους νεοσυντηρητικούς πολιτικούς εμπειρογνώμονες, στα ΜΜΕ και τους πολιτικούς, η προπάθειά του να επιδιώξει την βελτίωση των σχέσεων με τον Πούτιν και τους Ρώσους είναι σχεδιασμένη να απομακρύνει την μεγαλύτερη στρατιωτική απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς ο αγώνας για την παγκόσμια ηγεμονία εντείνεται, την ίδια στιγμή που “ανεβάζει στροφές” στην ένταση με τους Ευρωπαίους σχετικά με τις δεσμεύσεις τους στην Ένωση, στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και το πολυμερές εμπόριο.

Κατανοούμενη ακριβώς έτσι, ως μια μάχη για την παγκόσμια οικονομική και πολιτική κυριαρχία, αυτή η πάλη, όπως έχει επισημάνει ο Bannon αρκετές φορές και πιο πρόσφατα σε μια συνέντευξη στο BBC, είναι μια μάχη εναντίον της Κίνας, μιας “μερκαντιλιστικής δύναμης” στην οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι υποτελές κράτος”51. Όμως είναι η Κίνα που, όπως υπονοήσαμε, βρίσκεται στην πραγματικότητα σε θέση να κερδίσει έναν εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ, επιταχύνοντας την δική της παγκόσμια υπεροχή52.

Παρ’ όλα αυτά, ο Τραμπ πιστεύει ότι αυτός ο πόλεμος μπορεί να κερδηθεί επειδή πιστεύει ότι μια επιστροφή στον μεταπολεμικό κόσμο, της παραγωγικής κυριαρχίας των ΗΠΑ, ουσιαστικά μια επιστροφή σε ένα φορντιστικό καθεστώς συσσώρευσης υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ, είναι ακόμα δυνατή· ότι ενάντια στην τεχνολογικά καινοτομική δυναμική που κυβερνά την καπιταλιστική ανάπτυξη, είναι εφικτή η δημιουργία 25 εκατομμυρίων νέων θέσεων εργασίας (από την άλλη, αυτά μπορεί να είναι απλά λόγια εκ μέρους του). Παρόμοια, οι υποστηρικτές του στα ανθρακωρυχεία της Δυτικής Βιρτζίνια πιστεύουν ότι η απασχόληση μπορεί να επιστρέψει σε μισθούς των 63 δολλαρίων την ώρα. Ο Τραμπ τα πιστεύει όλα αυτά επειδή πιστεύει ότι η οικονομία των ΗΠΑ έχει κρυφές δυνατότητες αυτάρκειας που θα της επιτρέψουν να ξεπεράσει την καταιγίδα ενός εμπορικού πολέμου και των συνεπειών του. Οι πεποιθήσεις αυτές είναι εντελώς σύμφωνες με την επίθεση στην περιβαλλοντική νομοθεσία και τις ρυθμίσεις για την κλιματική αλλαγή, και την προσπάθεια επιδότησης της ενέργειας από άνθρακα και την πυρηνική ενέργεια στο όνομα της “εθνικής ασφάλειας” (αλλά, εντούτοις, και μέσω ενός γενικού, εθνικού φόρου στη λαϊκή κατανάλωση).

Όντας, ειρωνικά, από τους περισσότερο ωφελούμενους αυτών των εξελίξεων, ο Τραμπ δεν καταλαβαίνει τίποτα από την χρηματιστικοποίηση και την εισοδηματοποίηση της αμερικάνικης οικονομίας, δεν καταλαβαίνει τίποτα από την πλασματική συσσώρευση πολυπληθών και μη ικανοποιήσιμων paper claims από τον πραγματικό πλούτο, και δεν καταλαβαίνει τίποτα από τις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες οι οποίες αναπτύχθηκαν στη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, τα δίκτυα των οποίων επεκτάθηκαν αστρονομικά μετά το 2000, δηλαδή μετά τη στιγμή της εισόδου της Κίνας στον ΠΟΕ (Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου). Αυτό είναι ένα κρίσιμο στοιχείο. Δεν μπορεί να συλλάβει τις αντίστροφες αρνητικές συνέπειες των δασμών: οποιοσδήποτε αριθμός αυτοκινήτων σεντάν της Ford είναι εφοδιασμένος με μια μηχανή γερμανικής κατασκευής, εσωτερικά συστατικά (πχ. αερόσακκους) φτιαγμένους στην Ιαπωνία, ηλεκτρονικά εξαρτήματα κατασκευασμένα και στην Ιαπωνία και στην Κίνα, και ατσάλι από τον Καναδά και το Μεξικό, ενώ η συναρμολόγησή τους έχει διεκπεραιωθεί στην Πόλη του Μεξικού. Ένα απλό ηλεκτρονικό εξάρτημα μπορεί να περιέχει ένα σπάνιο μέταλλο που έχει εξορυχθεί στην Κίνα για να μεταφερθεί στη Μαλαισία, όπου γίνεται συστατικό σε έναν ημιαγωγό που μεταφέρεται πίσω στην Κίνα για την τελική κατασκευή του εξαρτήματος, για να καταλήξει στη συνέχεια σε μια κατασκευασμένη στη Γερμανία μηχανή ενός αμερικάνικου σεντάν.

Το δυναμικό για έναν παρατεταμένο εμπορικό πόλεμο είναι πραγματικό. Επιδιωκόμενος με το ζόρι, θα αποκαλύψει τα υπάρχοντα επίπεδα καπιταλιστικής ολοκλήρωσης. Θα καταστρέψει κρίσιμες παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες. Θα προκαλέσει εκτοπίσεις, διακοπές, ελλείψεις προμηθειών και (κάτι που ήδη συμβαίνει) θα επιταχύνει τον εσωτερικό πληθωρισμό. Αν συμβούν όλα αυτά, τότε οι δύο δρόμοι προς τον νέο ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο πόλεμο θα συναντηθούν: η επισφάλεια της επικυριαρχίας του αμερικάνικου δολλαρίου θα γίνει εμφανής. Οι εξαγωγείς θα αρνηθούν να δεχτούν ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου ως πληρωμές από την Walmart και την Target καθώς τα πλοία-κοντέινερ θα συνωστίζονται στα λιμάνια-εισόδους των ΗΠΑ. Και σ’ αυτό το σημείο, ο εσωτερικός πληθωρισμός θα εκτοξευθεί στα ύψη. Ταυτόχρονα, προσπαθώντας να μειώσει τις παγκόσμιες εντάσεις, στην χερσόνησο της Κορέας, στην προσπάθεια να τα βρει με τους Ρώσους (κι ενώ παράλληλα τους ανταλλάσει με άλλους, πάνω απ’ όλα με τους Κινέζους), ο Τραμπ φέρνει την ταξική πάλη πίσω στην πατρίδα. Και παρ’ όλο που η ταξική πάλη στις ΗΠΑ έχει μια μακρά ιστορία μετατροπής της σε φυλετική σύγκρουση, και παρ’ όλο που μια τέτοια μετατροπή θα επιδεινωθεί, η μυστικοποίηση, οι αυταπάτες και ο περισπασμός θα φτάσουν σε ένα τέλος. Αντιμέτωπος με κάτι τέτοιο, θα είναι δύσκολο για τον Τραμπ, ή οποιονδήποτε άλλο βρεθεί στην κορυφή της εκτελεστικής εξουσίας στις ΗΠΑ εκείνη τη στιγμή, να μην επιδιώξει κι άλλο τον πόλεμο, τόσο για να καναλιζάρει την αυξανόμενη εσωτερική σύγκρουση όσο και για να αρπάξει πρώτες ύλες, πόρους και αγαθά που δεν θα είναι πλέον διαθέσιμα στις αγορές των ΗΠΑ. Η έκβαση της γιγαντιαίας ταξικής πάλης (δείτε παρακάτω) θα αποφασίσει κατά πόσον η στρατιωτική αντιπαράθεση αυτού του είδους μπορεί να διολισθήσει σε έναν νέο ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο πόλεμο.

Αν φτάσουμε τόσο μακριά, αυτή θα είναι η στιγμή που το έργο του Steve Bannon ή θα καρποφορήσει ή θα κλονιστεί: συναρπαστική ρατσιστική μισαλλοδοξία, ξενοφοβία και υπερεθνικισμός θα εντείνονται καθώς νατιβιστές, φασίστες και νεοναζί θα κραυγάζουν για αίμα ενόψει των εκτοπίσεων, της αποδιοργάνωσης και των ελλείψεων που θα προμηνύουν εσωτερική κατάρρευση, με τον φασισμό μια πολύ πιθανή έκβαση53. Μπροστά στην τεράστια κοινωνική κρίση, μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού στις ΗΠΑ (η μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρηματικών τάξεων, τμήματα της μεσαίας τάξης δίπλα στο κεφάλαιο, συγκαλυμμένα προλεταριακά στρώματα, ιδιαίτερα οι αποκαλούμενοι ανεξάρτητοι υπεργολάβοι, καθώς και άλλα μικρότερα στρώματα), αντιπρολεταριακά κομμάτια, εθνικιστικά, ρατσιστικά και φιλελεύθερα (με άλλα λόγια φορείς της νεοδεξιάς, νεοφασιστικής αντιπολιτευτικής κουλτούρας), θα δεχτούν την “ηγεσία” αυτών των πιο φανατισμένων στοιχείων. Η πάλη για το σύνολο της κοινωνίας θα οξυνθεί τότε: κοινωνικές ομάδες της άρχουσας τάξης σιωπηλά, αλλά και κάποιες φορές ανοιχτά, θα υποστηρίξουν αυτό το αντεπαναστατικό μπλοκ, οι υπόλοιπες επιχειρηματικές τάξεις θα ευθυγραμμιστούν (και αυτές στα μεσαία στρώματα, με πολιτικά φιλελεύθερη συνείδηση και αρκετά χρήματα, θα εγκαταλείψουν τη χώρα), το κράτος θα επιδείξει τον ουσιαστικό ιστορικό του χαρακτήρα ως ένοπλης δύναμης, καθώς μπάτσοι σε ολόκληρη τη χώρα θα κινητοποιηθούν για να προστατέψουν τους φασίστες και τους νατιβιστές στους δρόμους, ενώ η Εθνοφρουρά θα κληθεί και ο στρατός θα επαναπατριστεί για να επιβάλλει de facto τον στρατιωτικό νόμο εκεί που οι μπάτσοι θα είναι αναποτελεσματικοί. Τα ίδια γεγονότα, όπως θα ξεδιπλώνονται, θα ωθήσουν στην κατεύθυνση της συμπαγοποίησης ένα αντίθετο ταξικό μπλοκ, νεολαία με τον προλεταριοποιημένο, επισφαλή πυρήνα της, μεγάλα στρώματα ισπανόφωνων εργατών, λεπτά στρώματα εργατών άλλων εθνικοτήτων-εθνοτήτων και ένα πλατύ πολυταξικό στρώμα μαύρων. Στο σημείο εκείνο θα είναι, ως ζήτημα ζωής και θανάτου, αναγκαίο να αποσπαστεί η Εθνοφρουρά και οι καταταγμένοι στρατιώτες από τη στρατιωτική ηγεσία, όπως και όσοι ανάμεσά τους ανήκουν στις ειδικές δυνάμεις, ενώ θα γίνεται πραγματικότητα η συμπαγοποίηση των δικών μας δυνάμεων.

Είναι εκείνη τη στιγμή, και σ’ αυτές που οδηγούν σ’ αυτήν, που μια επιτιμητική κριτική στην προτερότητα της κερδοφορίας πάνω από την ανάγκη, των επιταγών της άρχουσας τάξης και των γραφειοκρατών διαχειριστών πάνω από την ανάπτυξη των διαμεσολαβημένων από την κοινότητα ατομικών δεξιοτήτων, της άμεσης δημοκρατίας πάνω από όλες τις μορφές αντιπροσώπευσης και, πάνω απ’ όλα, της δεσποτικής δικτατορίας της αστυνομίας του κεφαλαίου και του ανόητου και επιβλαβούς χαρακτήρα του μηντιακού θεάματος των κεφαλαίου, θα αρχίσει να ακούγεται όλο και περισσότερο. Φτάνοντας πίσω μέχρι την αφηρημένη εργασία και την αξιακή μορφή, μια τέτοια κριτική θα αρχίσει όλο και περισσότερο να αποκτά νόημα, να γίνεται συγκεκριμένη και πραγματική. Σ’ αυτή τη βάση, θα είναι εκείνη τη στιγμή, και σ’ αυτές που οδηγούν σ’ αυτήν, που, έστω κι αν παραμένουν όλα τα αποκαρδιωτικά δύσκολο να ελεγχθούν προβλήματα ενός επιταχυνόμενου κλιματικού μετασχηματισμού, μάζες αντρών και γυναικών μπορούν, και ίσως και να θέλουν, με όσο ακατάστατο και χαοτικό τρόπο, να βρουν μια πρακτική εναλλακτική στον καπιταλισμό. Αν από την σκοπιά της ίδιας της ιστορίας, αυτή η στιγμή, και όσες οδηγούν σ’ αυτήν, είναι φευγαλέες, θα είναι, παρ’ όλα αυτά, η ευκαιρία μας.

15 Σεπτεμβρίου 2018

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: http://insurgentnotes.com/2019/02/whither-america-class-and-politics-in-the-era-of-american-decline.

2 Μια εκδοχή αυτού του άρθρου θα εμφανιστεί σύντομα ως επίλογος στη συλλογή Climate Change, Social Revolution and their Imaginary Representations in Late Capitalist Popular Culture. (Κλιματική αλλαγή, κοινωνική επανάσταση και οι φαντασιακές αναπαραστάσεις τους στην ύστερη καπιταλιστική ποπ κουλτούρα).

3 Στμ. In medias res: λατινική φράση που σημαίνει “από τη μέση των πραγμάτων”.

4 Στμ. Στο πρωτότυπο open shops. Το σύστημα που επιτρέπει σε επιχειρήσεις να απασχολούν εργάτες χωρίς να απαιτείται να ανήκουν σε ένα οργανωμένο συνδικάτο.

5 Ο κρίσιμος τομέας στον οποίον ξέσπασαν αυτές οι ανεξέλεγκτες απεργίες ήταν η αυτοκινητοβιομηχανία, τον πυρήνα του καπιταλισμού στην περίοδο του φορντισμού. Ας πάρουμε τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στο Ντητρόιτ άγριες απεργίες ξέσπασαν στην Dodge Main (1968), στην Chrysler Sterling (1969) και στην Dodge’s Eldon (1969–1970), στην GM στο Lordstown (1972), στο Ντητρόιτ στο Jefferson Assembly, στην Chrysler Forge και στο Mack stamping (1973). Η άλλη κύρια άγρια απεργία ήταν η πανεθνική απεργία των ταχυδρόμων (1970). Η φυγή των κεφαλαίων σε εξωχώριους προορισμούς δεν περιορίζεται στις ΗΠΑ. Πριν καν η Κίνα μπει στο παιχνίδι, οι εξωχώριες [offshore] εταιρείες είχαν γίνει ένα παγκόσμιο φαινόμενο, εμφανιζόμενες ίσως σε μια λίγο πιο ύστερη στιγμή αλλά, παρ’ όλα, αυτά εμφανίστηκαν: από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, η κατασκευή των γερμανικών αυτοκινήτων γίνεται τόσο στην Ανατολική Γερμανία και στην Τσεχία όσο και στη Βαυαρία, ενώ τα ιαπωνικά ηλεκτρονικά εξαρτήματα παράγονται στη Μαλαισία και στην Ταϋλάνδη στην ίδια ποσότητα που παράγονται στο Χονσού της Ιαπωνίας.

6 Στμ. Οι φούρνοιανοιχτής εστίας” [open hearth furnaces] είναι ένα από τα είδη φούρνου στους οποίους πλεονάζων άνθρακας και άλλες ακαθαρσίες καίγονται και αποβάλλονται από τον ακατέργαστο σίδηρο [pig iron] για να παραχθεί ατσάλι.

7 Ο πόλεμος στην Ινδοκίνα είχε άμεση σχέση, αν και όχι με προφανή τρόπο, με την χαλυβουργία. Βασισμένα στους απαρχαιωμένους φούρνους ανοιχτής εστίας, τα αμερικανικά κεφάλαια στη χαλυβουργία δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν τις ανάγκες σε ατσάλι της αμερικανικής πολεμικής μηχανής για το είδος εκείνο ατσαλιού που απαιτούσε η κατασκευή όπλων (πολεμοφόδια, ιδιαίτερα σε αυτόματα όπλα και τα πυρομαχικά τους, όλμους, βόμβες κάθε είδους· ελικόπτερα, μαχητικά αεροσκάφη και στρατηγικά βομβαρδιστικά· οχήματα προσωπικού και φορτηγά εφοδιοπομπών, μικρότερα σκάφη όπως αποβατικά [PT boats]). Ως αποτέλεσμα, το Πεντάγωνο προχώρησε σε αγορές ατσαλιού σε φύλλα και ράβδους από τα εργοστάσια της Ιαπωνίας και της Κορέας (που λειτουργούσαν με σύγχρονους, ολοκληρωμένους φούρνους οξυγόνου). Ήδη το 1969, το ατσάλι που προερχόταν από την Ανατολική Ασία αντιστοιχούσε στο 10% της αμερικανικής αγοράς. Αυτό ήταν το σημείο εισόδου ιαπωνικών αγαθών, που ακολουθήθηκαν από ένα ολόκληρο σύνολο εμπορικών (μη στρατιωτικών) προϊόντων (πιο αξιοσημείωτα τα αυτοκίνητα) στην αγορά των ΗΠΑ, και μάλιστα μια είσοδος που σύντομα έγινε πλημμύρα, μια κίνηση στην οποία, όπως λέμε κι εδώ, η τεχνική καινοτομία εντός του παγκόσμιου καπιταλισμού ουσιαστικά κατέστρεψε την αμερικανική βιομηχανία χάλυβα στη διάρκεια της δεκεατίας του 1970.

8 Στμ. Μπορούμε να το καταλάβουμε και κάπως έτσι: οι καπιταλιστές επένδυαν πολλά στην ανανέωση του εξοπλισμού αλλά εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν ακόμα εργάτες ή οι εργάτες δούλευαν λιγότερο, δηλαδή χωρίς την αντίστοιχη μείωση που θα έπρεπε να υπάρχει στο “μεταβλητό” κεφάλαιο [εργασία] ή/και την αντίστοιχη αύξηση στην παραγωγικότητα. Οι τεχνολογικές καινοτομίες στην παραγωγή δεν είχαν μεταφραστεί ακόμα σε αύξηση της παραγωγικότητας και/ή μείωση της χρησιμοποιούμενης εργατικής δύναμης – λόγω της “αδράνειας”, θα λέγαμε, που παρήγαγαν ακόμα οι ταξικοί αγώνες ως εμπόδιο στη γενικότερη αναδιάρθρωση της σχέσης κεφάλαιο-εργασία.

9 Το Business Week (17 Οκτωβρίου 1977) σημείωνε ότι μεταξύ 1966 και 1976 μια “φοβερή πτώση” συνέβη καθώς η “απόδοση της επένδυσης” (ROI, return on investment) για τη βιομηχανία στις ΗΠΑ…συρρικνώθηκε στο 9.2% από το 13.4%” (αναφορά από τον Milton Fisk, “The Roots of the Stagnant Economy”, Cleveland, 1978: σελ. 17). Ο Fisk παραθέτει δυο πίνακες, ό.π. σελ. 34–35, ο πρώτος έχει λεπτομερώς μια ετήσια σύνοψη (1964–1976) του μειωμένου ποσοστού κέρδους της βιομηχανίας στις ΗΠΑ συνολικά, ενώ ο δεύτερος για την ίδια περίοδο παραθέτει ποσοτικά τον αυξανόμενο λόγο σταθερού κεφαλαίου (και του εξοπλισμού) προς ένα φθίνον ποσοστό εκμετάλλευσης των εργατών και μια αυξανόμενη οργανική σύνθεση του κεφαλαίου για την βιομηχανία των ΗΠΑ στο σύνολό της. Στις αίθουσες των συμβουλίων τα ανώτερα στρώματα των διοικούντων τις μεγάλες βιομηχανίες είχαν πολύ καλή επίγνωση της φθίνουσας κερδοφορίας. Η μετατόπιση από τη βιομηχανία στον χρηματοπιστωτικό τομέα, τα ακίνητα και τη διασκέδαση άρχισε στα σοβαρά γύρω στο 1980 και απογειώθηκε πραγματικά το 1983. Δείτε: Steve Massey, “Who Killed Westinghouse” (1998), κεφάλαια 2 και 3. Αυτό το κείμενο μπορεί να βρεθεί και στο Διαδίκτυο αν το αναζητήσετε με τον τίτλο του.

10 Στμ. Sun Belt (“Ζώνη του Ήλιου”), η περιοχή των Ηνωμένων Πολιτιειών που γενικά θεωρείται ότι εκτείνεται από Νοτιοανατολικά μέχρι Νοτιοδυτικά. Ένας άλλος χονδρικός ορισμός είναι ως η περιοχή που βρίσκεται νότια του 36ου παραλλήλου. Η Ζώνη του Ήλιου γνώρισε αξιοσημείωτη αύξηση του πληθυσμού μετά τη δεκαετία του 1960 από μια εισροή κόσμου που έψαχνε ένα θερμό και ηλιόλουστο κλίμα, μια μεγάλη αύξηση στα άτομα που έχουν γεννηθεί στα χρόνια μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλέμο [η λεγόμενη γενιά των baby boomers] και που βγαίνουν στην σύνταξη, και αυξανόμενες οικονομικές ευκαιρίες. Ο ερχομός των κλιματιστικών δημιούργησε πιο άνετες συνθήκες για το καλοκαίρι, επιτρέποντας σε περισσότερους κατασκευαστές και βιομηχανίες να εγκατασταθούν στην περιοχή. Το στυλ των κατοικιών είναι πιο μοντέρνο και ανοιχτό. Επίσης πολλές από τις πόλεις στη ζώνη, από το Μαϊάμι και τη Νέα Ορλεάνη, το Χιούστον και το Λας Βέγκας μέχρι το Σαν Ντιέγκο και το Λος Άντζελες, προσφέρουν ευκαιρίας ψυχαγωγίας και μάλιστα καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.

11 Υπάρχει στην πραγματικότητα ένα επιπλέον νήμα που διαπλέκεται με αυτή την εξήγηση της αποβιομηχάνισης. Είναι σημαντικό, αναμφισβήτητα, αλλά εδώ θα κάνουμε μια απλή αναφορά. Έχει να κάνει με την σε παγκόσμιο επίπεδο μετατοπιζόμενη ταξική δομή του καπιταλισμού, όπως γίνεται φανερή στην εδραίωση της βιιομηχανικής εργασίας στην Ανατολική Ασία. Σε σχέση με την παγκόσμια καπιταλιστική ανάπτυξη σήμερα είναι στην Ανατολική (και Νότια) Ασία που το βιομηχανικό προλεταριάτο στεγάζεται και συγκεντρώνεται. Αυτό δεν περιλαμβάνει μόνο την Κίνα αλλά και την Νότια Κορέα, την Ταϊβάν, το Βιετνάμ (Σαϊγκόν), τη Μαλαισία και την Ταϋλάνδη (Μπανγκόκ). Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα (World Development Report 1995: Workers in an Integrating World. New York, 1995: σελ. 170), το 80% των εργατών στη βιομηχανία το 1995 βρίσκονταν στην Ανατολική Ασία. Αυτή η συγκέντρωση είναι, ίσως, πολύ μεγαλύτερη σήμερα.

12 Στμ. Howard Jarvis: επιχειρηματίας και πολιτικός, στον οποίο οφείλεται η ψήφιση της “Πρότασης 13” ως νόμου της πολιτείας της Καλιφόρνια – που ενσωματώθηκε τελικά ως τροπολογία στο σύνταγμα της πολιτείας – που επέβαλλε ένα μέγιστο ταβάνι (στο 1% του ποσού της αξίας σε μετρητά) στη φορολογία των ακινήτων.

13 Με άλλα λόγια, αναγνωρίζουν μόνο τον Νόμο των Δικαιωμάτων (Bill of Rights), τις πρώτες Δέκα τροπολογίες στο Σύνταγμα, θεωρώντας την 13η, 14η και 15η (και ακόμα περισσότερο την 19η) τροπολογίες ως “σφετερισμό”, “παραβίαση”. Η 13η, η 14η και η 15η τροπολογίες ενσαρκώνουν νομικά, κωδικοποιούν στον θεμελιώδη νόμο, την μοναδική επανάσταση στην Αμερικάνικη ιστορία, την ανατροπή της ιδιοκτησίας των σκλάβων των φυτειών.

14 Στμ. Nativism, nativist: νατιβισμός, νατιβιστές: Ελλείψει κάποιας πιο δόκιμης μετάφρασης, μεταγράφουμε έτσι τον πρωτότυπο όρο που αναφέρεται στους φορείς εκείνης της ιδεολογίας και πολιτικής που αποδίδει προτεραιότητα στα συμφέροντα, και την υπεράσπισή τους, όσων έχουν γεννηθεί σε μια χώρα (των γηγενών) ή των εδραιωμένων κατοίκων της, απέναντι στους μετανάστες.

15 Hitler and the Collapse of Weimar Germany. New York, 1987 (Munich, 1984): σελ. 4.

16 Στμ. Στο πρωτότυπο bootstrap capitalism. Ο όρος bootstraping αναφέρεται γενικά σε μια αυτο-εκκινούμενη διαδικασία η οποία υποτίθεται ότι εξελίσσεται χωρίς κάποια εξωτερική “είσοδο” [input]. Bootstrap καπιταλισμός είναι ο καπιταλισμός με βάση “αυτοδημιούργητους” επιχειρηματίες οι οποίοι ξεκινούν μια επιχειρηματική δραστηριότητα από το “μηδέν” και με ελάχιστους πόρους και εξωτερική χρηματοδότηση (αυτό που στο πλαίσιο του εθνικιστικού οικονομισμού ονομάζεται “αμερικανικό”, “ελληνικό” κλπ. δαιμόνιο, στο ελληνικό καλτ το “αρχέτυπο” του Ωνάση).

17 Στμ. Στο πρωτότυπο: libidinous, ασελγές, λάγνο.

18 Will Barnes, Civil War and Revolution in America. St. Paul, 1999: Preface, Part IV, “The Meaning of ‘Race’ and its Relation to Class”.

19 Will Barnes, Community and Capital. St. Paul, 2001: §240.

20 Σχηματίζοντας το μεγαλύτερο τμήμα ενός πλεονάζοντος πληθυσμού που αποβάλλεται από την κίνηση του κεφαλαίου, υπάρχουν παρ’ όλα αυτά και άλλα κοινωνικά στρώματα τα οποία, καθώς βαθαίνει η παρακμή, λιγότερο ή περισσότερο τείνουν να σαρώνονται σ’ αυτό το μπλοκ: συνίστανται από καθαρά λουμπενοποιημένα στοιχεία που ζουν από τις κλοπές, τις κομπίνες, τις απατεωνιές κλπ. (σε πολύ μικρότερο βαθμό)· συνταξιούχους που εξατρώνται απόλυτα από έναν συρρικνούμενο κοινωνικό μισθό που έχει θεσμοποιηθεί από την κοινωνική ασφάλιση (σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό)· μακροχρόνια άνεργους που ζουν από την οικογένεια και τους συγγενείς (σε μεγάλο βαθμό)· ένα ακόμα λεπτό, αλλά αυξανόμενο, στρώμα εξαρτημένων (κυρίως από οπιούχες ουσίες) ατόμων σε συγκεκριμένους θύλακες (πχ., επαρχιακή Δυτική Βιρτζίνια) των οποίων οι μορφές και μέσα κοινωνικής αναπαραγωγής ποικίλουν και επικαλύπτονται σε κάποιον βαθμό με τα λουμπενοποιημένα άτομα και τους μακροχρόνια άνεργους (σε πολύ μικρότερο βαθμό)· και έναν τεράστιο πληθυσμό φυλακισμένων (πολύ μικρότερο ποσοστό, πολλοί από τους οποίους ίσως συνταχθούν με τη μεριά μας).

21 Το ισπανόφωνο προλεταριάτο επικεντρώνεται καθαρά σε Κεντροαμερικάνους και Μεξικάνους αλλά περιλαμβάνει, επίσης, με ευκρίνεια, κόσμο από τη Γουατεμάλα, Νικαράγουα, Σαν Σαλβαδόρ (που αυτή την περίοδο απελαύνονται με φανφάρες από την κυβερνηση του Τραμπ). Έπειτα, όπως υποδεικνύεται, υπάρχουν κατά τόπους και άλλες εθνοτικές-εθνικές ομάδες. Για παράδειγμα, στις παραλιακές πόλεις δυτικά (Λος Άντζελες, Σαν Φρανσίσκο, Σηάτλ) αυτό το προλεταριάτο περιλαμβάνει Φιλιππινέζους και Βιετναμέζους εργάτες. Και στην Μιννεάπολη-St. Paul (στην πραγματικότητα στα όρια της Shakopee της Μινεσότα – μια μικρή πόλη, όχι προάστιο, ακριβώς νοτιοδυτικά της Μιννεάπολης) όπου η Amazon χτίζει τις Δίδυμες Πόλεις της μητροπολιτικής περιοχής του κέντρου διανομής της, το 20% των εργαζόμενων, πάνω από 1000 εργάτες, είναι Σομαλοί. Σύμφωνα με τον διαδικτυκό ερευνητή-δημοσιογράφο J.P. Sottile, μεταξύ άλλων λόγων (μια, σε μεγάλο βαθμό πετυχημένα εφαρμοσμένη, ατζέντα για το ξεχαρβάλωμα των περιβαλλοντικών περιορισμών και των περιορισμών όσον αφορά τους εργασιακούς χώρους, για το κεφάλαιο), οι μεγάλοι οικονομικοί υποστηρικτές, ο Robert Mercer (δείτε την υποσημείωση 24 παρακάτω) και οι αδελφοί Koch (άσχετα από τις περί του αντιθέτου διαμαρτυρίες), βλέπουν στον Τραμπ ένα φράγμα που υψώνεται ενάντια σ’ ένα “καφέ αίμα” που προκαλεί υστερική φοβία πως θα “ρεύσει” δήθεν στις επόμενες δεκαετίες από τους τροπικούς προς τον βορρά, σαν πρόσφυγες της κλιματικής αλλαγής. Δείτε τη συζήτηση στις 22 Αυγούστου 2018 για το “The Ochelli Effect” (ακουστικό).

22 Παρατηρήσεις που έγιναν ενώπιον του Διεθνούς Συνεδρίου για την Ανθρώπινη Αξιοπρέπεια το 2014, που οργανώθηκε από το δεξιό Catholic Dignitatis Humanae Institute (βίντεο).

23 Ο Τρότσκυ ήταν ο θεωρητικός του Στάλιν. Αυτό κράτησε όσο ο Στάλιν δεν είχε ακόμα έρθει αντιμέτωπος με την επιδεινούμενη κατάσταση στην ύπαιθρο και μέχρι τη στιγμή που είχε αφομοιώσει εντελώς το πρόγραμμα της Αριστεράς, και στη βάση της εμπειρίας του 1928, επεξεργάστηκε μια πορεία δράσης που θα έδειχνε τον δρόμο προς τα μπροστά, δηλαδή τον τρόπο υπέρβασης της κρίσης. Ένα απλό παράδειγμα είναι αρκετό. Ο Lewin ανακαλεί ότι το καλοκαίρι του 1928 ο Τρότσκυ, σε εσωτερική εξορία στην Άλμα Άτα, έγραψε μια ανάλυση για την κατάσταση στο εσωτερικό της Σοβιετικής Ένωσης για το 6ο Συνέδριο της Κομιντέρν, που θα γινόταν στην Μόσχα τον Ιούλιο. Με τίτλο “Και τώρα τι;”, το κομμάτι αυτό καταπνίχθηκε, φυσικά, αλλά “ο Σταλιν, βέβαια, διάβασε κάθε λέξη…Συμφωνούσε με την ανάγνωση της κατάστασης από τον Τρότσκυ” [Moshe Lewin, Russian Peasants and Soviet ower. Aylesburg (Eng), 1968: σελ. 254, 255]. Αυτή η εκτίμηση είναι με την αυστηρή έννοια αντικειμενική, δηλαδή μπορεί να επαναληφθεί επανειλημμένα από οποιονδήποτε συγκρίνει την ανάλυση του Τρότσκυ με τη γραμμή δράσης του Στάλιν, ως αρχηγού του κόμματος”, Will Barnes, Bolshevism and Stalinism (Ur-Geschichte). St. Paul, 2014 (posthumous): Part II, “Primitive accumulation”. Άσχετα από την αφετηρία του, το Breitbart υπηρετεί μια μορφή πολιτικών σκουπιδιών που είναι πολύ αγαπητό στον Bannon: αρκεί κανείς και μόνο να εξετάσει βιαστικά τον χυλό που τυπώνεται εκεί για να αποκτήσει μια συγκεκριμένη αίσθηση ότι αυτά γράφονται σε ένα επίπεδο που ακόμα και ο Τραμπ να μπορεί να καταλαβαίνει πλήρως (έστω κι αν τα περιεχόμενά του απλά παρουσιάζονται περιληπτικά γι’ αυτόν). Μεταξύ Fox News και Breitbart, ο Τραμπ παίρνει τη ιδεολογικο-πολιτική καθοδήγηση που χρειάζεται.

24 Παρόμοια και οι πραγματικά φανατικοί μεγα-χορηγοί του Τραμπ, οι θρησκόληπτοι Mercer, πατέρας και κόρη, Robert (δισεκατομμυριούχος κεφαλαιούχος διαφόρων hedge fund – αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου) και Rebakah (της οποίας κανείς τα αποτυπώματα βρίσκει παντού στο Breitbart). Για την, ανάλογη αυτής του Bannon, επίγνωση του Malpass δείτε το άρθρο του “Upheaval to Reinvent us Politics”, Forbes, 10 Μαΐου 2016.

25 Αυτοί, δηλαδή, που έχουν γεννηθεί ανάμεσα στο 1980 και το 2004. Gordon Long, Macro Analytics, “Millennials: A Menacing Metamorphosis”, 2017.04.17 (βίντεο). Σ’ ένα τέτοιο σχήμα, όσοι γεννήθηκαν από το 2005 μέχρι σήμερα, και οι οποίοι ονομάζονται γενιάHomeland” (“ό.π.”), στον βαθμό που μπαίνουν τώρα μόλις στο γυμνάσιο-λύκειο και έχουν εκπαιδευτεί σε δημόσια σχολεία μέχρι τα οχτώ χρόνια τους, θα τείνουν επίσης να συμπεριληφθούν στον χαρακτηρισμό του Bannon. Δείτε τη συζήτηση που ακολουθεί στο παρόν κείμενο για έναν πιο ακριβή προσδιορισμό.

26 Του Noel Ignatiev, σε κείμενό του στην ενότητα των σχολίων του Insurgent Notes, 03.08.2017. Ο Ignatiev απαντά σε παρατηρήσεις του Amiri Barksdale.

27 Εδώ στηριζόμαστε στο Race, History, Production, “A Sea Change May Be Occurring, But If It Is, It’s Passing Us By” (2008) του Will Barnes. Δεν δεχόμαστε, όμως, την, έστω σιωπηρή, εκτίμησή του γι’ αυτά τα άτομα που η επίγνωση και η συμπεριφορά τους έχουν διαμορφωθεί από αυτό, την δική τους ιστορική διαμόρφωση: δεν είναι απλά παθητικά αντικείμενα, καταναλωτές εμπορευμάτων.

28 Στμ. Jim Crow, θεατρικός χαρακτήρας που δημιουργήθηκε από τον Thomas Rice στις αρχές του 19ου αιώνα και αποτέλεσε εθνοτική αποτύπωση, σύμφωνα με τις τότε ιδέες των λευκών, των Αφροαμερικανών και της κουλτούρας τους. Το όνομα προέρχεται από την ομώνυμη λαϊκή φιγούραενός κατεργάρη που ήταν δημοφιλής μεταξύ των μαύρων σκλάβων. Το όνομα τελικά έγινε δηλωτικό μιας γενικευμένης αρνητικής και στερεοτυπικής εικόνας των μαύρων. Οι κανόνες, νόμοι και συνήθειες που επέβαλαν τον φυλετικό διαχωρισμό, που άρχισαν να εμφανίζονται στις ΗΠΑ μετά το τέλος της περιόδου της Ανοικοδόμησης στο τέλος της δεκαετίας του 1870, όπως και ολόκληρη η περίοδος διατήρησής τους (μέχρι τα τέλη της δεκεατίας του 1960), πήρε επίσης το όνομα αυτό.

29 Στμ. Οι Redeemers, “Λυτρωτές”, ήταν πολιτικός σχηματισμός στις πολιτείες του Νότου των ΗΠΑ στη διάρκεια της περιόδου της Ανοικοδόμησης που ακολούθησε τον αμερικάνικο Εμφύλιο. Αποτελούσαν την πτέρυγα στον Νότο των Βουρβώνων Δημοκρατών, της συντηρητικής, φιλοεπιχειρηματικής πτέρυγας του Δημοκρατικού κόμματος. Επιδίωκαν να ανακτήσουν την πολιτική εξουσία και να επιβάλλουν την λευκή ανωτερότητα, εκδιώκοντας τους ριζοσπάστες Δημοκράτες, καθοδηγούμενοι, γενικά, από πλούσιους πρώην ιδιοκτήτες φυτειών, επιχειρηματίες και επαγγελματίες, κυριαρχώντας πολιτικά στις περισσότερες περιοχές του Νότου από το 1870 μέχρι τη δεκεατία του 1910.

30 Στμ. Antebellum America, δηλαδή Προπολεμική Αμερική: θεωρείται γενικά η περίοδος από την υιοθέτηση του Συντάγματος το 1789 μέχρι τον αμερικανικό Εμφύλιο που χαρακτηρίζεται από την βαθμιαία πόλωση ανάμεσα στους υποστηρικτές της δουλείας και τους υποστηρικτές της κατάργησής της. Την ίδια περίοδο η οικονομία της χώρας αρχίζει να μετατοπιζεται στον Βορρά προς τη βιομηχανία, με την έναρξη της Βιομηχανικής Επανάστασης, ενώ στον Νότο επικεντρώνεται στις βαμβακοφυτείες. Επίσης η προσάρτηση νέων εδαφών και η επέκταση προς τη Δύση είδε την ενίσχυση του αμερικανικού ατομικισμού και του Manifest Destiny, της ιδέας ότι οι Αμερικανοί και οι θεσμοί των ΗΠΑ είναι ηθικά ανώτεροι και ότι οι Αμερικανοί είναι ηθικά υποχρεωμένοι να τους διαδώσουν.

31 Long, ό.π, “The Ochelli Effect”, ό.π. (συζήτηση με τον Michael Swanson, ιστορικό και αναλυτή αγορών, στη διάρκεια του πρώτου μισού του προγράμματος). Σύμφωνα με τον Long, το 2012 αυτό το 42% αναλυόταν σε 21% ισπανόφωνους (“Hispanics”), 14% μαύρους, 6% Ασιάτες και από τα νησιά του Ειρηνικού και 1% “άλλους”.

32 Αυτό είναι ένα δύσκολο έδαφος. Ως κανόνας, δεν θα έπρεπε να συζητιέται ποσοτικά. Για να το θέσουμε διαφορετικά, οι αριθμοί είναι απλά ένα σημείο αφετηρίας, οπότε αυτοί είναι οι αριθμοί που υποστηρίζουν την εκτίμησή μας στο κείμενο. Όπως υποδείξαμε, η γενιά των λεγόμενων millennial αποτελεί την μεγαλύτερη δημογραφική ομάδα στις ΗΠΑ. Όσοι γεννήθηκαν μετά το τέλος του μεγάλου ιμπεριαλιστικού παγκοσμίου πολέμου μέχρι την αυγή του τελευταίου διεθνούς κύκλου ταξικών αγώνων (1946–1964) αριθμούσαν 74,9 εκατομμύρια το 2015· όσοι γεννήθηκαν τη στιγμή που οι φορείς του νεοφιλελευθερισμού απέκτησαν για πρώτη φορά κρατική εξουσία μέχρι τη στιγμή που η μακρά περίοδος των παγκόσμιων εργατικών ηττών, που διολίσθησαν σε αδράνεια, έφτασε σ’ ένα τέλος (1980–2004) αριθμούν 75,4 εκατομμύρια το ίδιο έτος (2015) [η περίοδος έκλεισε με μια έκρηξη απεργιακής δραστηριότητας κατά μήκος του “Ασιατικού βιομηχανικού τόξου” η οποία τελείωσε την άνοιξη του 2005 με τεράστια απεργιακά κινήματα στην Ινδία, το Βιετνάμ και την επόμενη χρονιά, στο Μπαγκλαντές]. Σε αντιδιαστολή, η δημογραφική ομάδα με χρονολογία γέννησης μεταξύ αυτών των δύο περιόδων αριθμεί 59 εκατομμύρια (Gordon Long, ό.π.). Εμπειρικά, ο Long συμφωνεί επίσης με τον ιδεολογικό χαρακτηρισμό των millennial ως “σοσιαλιστών” από τον Bannon. Το σημαντικότερο, ο Long (ό.π.) υποδεικνύει επίσης ότι αυτή η δημογραφική ομάδα, που σήμερα αποτελεί το 36% του εργατικού δυναμικού (αμοιβόμενων και μισθωτών), το 2026 θα αποτελέσει το 75% όσων εργάζονται. Τέλος, σχετικά με τους αριθμούς, βασιζόμενος σε μια έρευνα που διεξάχθηκε τον Ιανουάριο του 2018, ο Anthony DiMaggio (“Fascist Nation: The ‘Alt-Right’ Menace Persists, Despite Setbacks”), δηλώνει ότι είναι η “ομάδα όσων έχουν ηλικίες μεταξύ 30–45 [που ομολογουμένως περιλαμβάνει και τους millennial στο κάτω όριο του ηλικιακού φάσματος], και όχι η ομάδα με ηλικίες 18–29”, που ταυτοποιούμε ως γενεαλογικά προσδιορισμένη δημογραφική ομάδα στο ενδιάμεσο, “που είναι δυσανάλογα πιο πιθανό να υποστηρίξουν το κίνημα της εναλλακτικής ακροδεξιάς (alt-right)”.

33 Όπως και σε πολλά άλλα μέρη στον κόσμο, δεν υπάρχουν ρυάκια, ποτάμια, μικρές ή μεγάλες λίμνες στις ΗΠΑ που να περιέχουν νερό που να είναι πόσιμο χωρίς διεξοδική επεξεργασία. Οι ρύποι περιλαμβάνουν παρασιτοκτόνα, ζιζανιοκτόνα και εντομοκτόντα απορροής· υγροποιημένο αέριο και πετρέλαιο που έχει διαρρεύσει από πλοία καθώς και διαρροές από βάρκες και άλλα μηχανοκίνητα θαλάσια σκάφη· τοξικά χημικά που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία αλλά και σε άλλες χρήσεις· διαφυγούσες ποσότητες αζώτου και φωσφόρου που χρησιμοποιούνται στη γεωργία και λιπάσματα κήπων· περισσεύματα αντιβιοτικών που φεύγουν από το αίμα των ανθρώπων και των κοπαδιών με τη μορφή ούρων και ξεπλένονται· και μη καταγεγραμμένες καθημερινές ποσότητες ραδιενεργών εκπομπών από τα πυρηνικά εργοστάσια και ραδιενεργά σωματίδια με μεγάλους χρόνους ημιζωής που απελευθερώνονται με υπέργειες δοκιμές όπλων. Μερικά χημικά συστατικά παρασιτοκτόνων, μερικά χημικά (πχ., MTBE), αντιβιοτικά και ραδιενεργά στοιχεία δεν φιλτράτονται από τα εργοστάσια επεξεργασίας/καθαρισμού.

34 Στμ. Στο πρωτότυπο: wet bulb temperatures, θερμόμετρο υγρού βοβλού, θερμόμετρο του οποίου ο βολβός (το κάτω σφαιρικό μέρος) είναι τυλιγμένο με ένα υγρό κομμάτι ύφασμα.

35 Η εσωτερική θερμότητα είναι ένα παράπλευρο προϊόν του ανθρώπινου μεταβολισμού, σχεδόν 100 watt για ένα ανθρώπινο σώμα σε ηρεμία σε οποιαδήποτε δεδομένη στιγμή. Για να διατηρεί μια εσωτερική ισορροπία ως προς τις διακυμάνσεις της εξωτερικής θερμοκρασίας, η βασική θερμοκρασία στους ανθρώπους έχει μια μέση τιμή 37 °C, συν ή πλην μερικά δέκατα του βαθμού. Έτσι ώστε η εσωτερική θερμότητα που παράγεται από τον μεταβολισμό, για να μην αναφέρουμε αυτήν που παράγεται από τη δραματική θέρμανση της ατμόσφαιρας, θα πρέπει να απαχθεί με θερμική επαγωγή και ψύξη μέσω της εξάτμισης (εφίδρωση). Όταν η θερμοκρασία φτάνει τους 35 °C και υγρασία 100% και περισσότερο, η εσωτερική θερμότητα δεν μπορεί να απαχθεί (δεν μπορεί κάποιος να ιδρώσει), γιατί με την εξωτερική θερμότητα να υπερβαίνει την εσωτερική αυτή η εσωτερική θερμότητα δεν μπορεί να πάει πουθενά. Χωρίς ψύχρανση εκπομπής (για παράδειγμα ψύχρανση του εξωτερικού αέρα με μια συσκευή όπως το κλιματιστικό) ή την καταφυγή σε συνθήκες ζωής σε υπόγεια σημεία ή σπήλαια, σε ακινησία κάτω από μια σκιά ένα, κατά τα άλλα, υγιές άτομο (δεν μιλάμε για τα πολύ νεαρά άτομα, τους μεγαλύτερους ή τους ασθενείς που είναι πολύ πιο ευάλλωτα) πεθαίνει από θερμική εξάντληση σε περίπου 6 ώρες.

36 Στμ. Στο πρωτότυπο: rogue.

37 Το προτεινόμενο δίκτυο, τμήματα του οποίου είναι ήδη υπό κατασκευή, συνίσταται από τρεις κύριες διαδρομές από την πόλη Kunming, στην Κίνα, στην Μπανγκόκ της Ταϋλάνδης: την ανατολική διαδρομή, μέσω του Βιετνάμ και της Καμπότζης, την κεντρική μέσω του Λάος και τη δυτική μέσω της Myanmar (Βιρμανία). Το νότιο μισό του δικτύου, από την Μπανγκόκ στην Σιγκαπούρη, είναι σε λειτουργία ήδη εδώ και αρκετό καιρό, αν και έχει προταθεί και μια γραμμή υψηλής ταχύτητας.

38 Στμ. Στο πρωτότυπο: renminbi, το νομισματικό σύστημα που εισήχθη στην Κίνα μετά το 1948 (και τη δημιουργία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας).

39 Υπό κατασκευή, αυτή τη στιγμή, ο NordStream2 είναι ένας υποθαλάσσιος αγωγός που διασχίζει τη Βαλτική θάλασσα συνδεόντας τα ρωσικά κοιτάσματα φυσικού αερίου με τη Γερμανία κοντά στο Ροστόκ. Η ολοκλήρωση και αυτού του έργου θα δει τη Γερμανία να μην πληρώνει το ρωσικό αέριο σε δολλάρια. Επιπλέον, θα υπάρχουν αυξανόμενες εσωτερικές πιέσεις στις βασικές ανταλλαγές ως αποτέλεσμα της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ των πολιτικών ηγετών της Ιαπωνίας και της ΕΕ στις 17 Ιουλίου του 2018, η οποία είναι επίσης σε γιεν και ευρώ, όχι δολλάρια.

40 Στμ. Νόμος Σμουτ-Χόλεϋ, γνωστός και ως Νόμος Σμουτ-Χόλεϋ περί Δασμών, ήταν ένα νομοσχέδιο που υποστηρίχθηκε από τον Γερουσιαστή Σμουτ (Reed Smoot) και τον βουλευτή Χόλεϋ (Willis C. Hawley), το οποίο ψηφίστηκε και έγινε νόμος στις 17 Ιουνίου 1930, και αύξανε τους δασμούς σε πάνω από 20.000 εισαγώμενα είδη στις Ηνωμένες Πολιτείες σε ύψος-ρεκόρ. Οι οικονομολόγοι εξακολουθούν να συμφωνούν ότι ο Νόμος Σμουτ-Χόλεϋ και οι επακόλουθοι πολέμοι δασμών ήταν άκρως αντιπαραγωγικοί και συνέβαλαν στο βάθος και το μήκος της παγκόσμιας ύφεσης. Ωστόσο η γενική άποψη είναι ότι, ενώ είχε αρνητικά αποτελέσματα, ο Νόμος Σμουτ-Χόλεϋ δεν ήταν μία από τις κύριες αιτίες της Μεγάλης Ύφεσης, διότι το εξωτερικό εμπόριο ήταν μόνο ένας μικρός τομέας της οικονομίας των ΗΠΑ.

41 Δύο σημαντικά έργα εδώ, το δεύτερο με ιδαίτερη σημασία για τη Γερμανία, είναι του Joseph M. Jones, Jr., Tariff Retaliation. Repercussions of the Hawley-Smoot Tariff, Philadelphia, 1934, και του Antonin Basch, The Danube Basin and the German Economic Sphere. London, 1944.

42 John A. Garraty, The Great Depression. San Diego, 1986: σελ. 15, 24; Charles Kindleberger, The World in Depression, 1929–1939. Berkeley, 1986: σελ. 123–124.

43 Basch, ό.π., 165–184.

44 Saburo Ienaga, The Pacific War, 1931–1945. New York, 1978 (Tokyo, 1968): σελ. 57–75, 130–131, 153–180· δείτε επίσης: Sterling and Peggy Seagrave, Gold Warriors: America’s Secret Recovery of Yamashito’s Gold. London, 2002.

45 Όπως αναφέρει μια ανταποκρίτρια, αυτό μπορεί να το δει κανείς σε μια σειρά εγκαταστάσεων των αδερφών Koch. Επισημαίνει, για παράδειγμα, το μεγάλο σύμπλεγμα στο Rosemount της Μινεσότα, που δυιλίζει πετρέλαιο για ολόκληρη την αγορά καυσίμων των Άνω Μεσοδυτικών πολιτειών. Αν και έχει επεκτείνει τη δραστηριότητά του για να μπορεί να επεξεργαστεί σχιστόλιθο (Βόρεια Ντακότα) και πίσσα (Αλμπέρτα), επεξεργασία που έχει κυρίως επιτευχθεί με τη χρήση νέων χημικών παραγόντων, το μεγαλύτερο τμήμα του δεν έχει ουσιαστικά εκσυγχρονιστεί εδώ και 22 χρόνια. Μπορούμε επίσης να το κατανοήσουμε ποσοτικά με μια κριτική εξέταση των πληροφοριών που δίνονται από την Υπηρεσία Στατιστικών της Εργασίας: από το 1995 μέχρι το 2003, χρόνια της κοινωνικής γενίκευσης της “επανάστασης” της Πληροφορικής, η αύξηση της παραγωγικότητας ήταν κατά μέσο όρο 3,2% τον χρόνο· ενώ στα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι και σήμερα (το 2017), η ετήσια αύξηση ήταν οριακά μεγαλύτερη από το 1,4%. Δείτε τους διάφορους εναλλακτικούς δείκτες στον ιστότοπο του John Williams, Shadow Statistics.

46 Ο νόμος Dodd–Frank Wall Street Reform and Consumer Protection Act (συνήθως αναφερόμενος ως νόμος Dodd–Frank) είναι ένας ομοσπονδιακός νόμος των Ηνωμένων Πολιτειών που τέθηκε σε ισχύ στις 21 Ιουλίου του 2010. Ο νόμος αναθεώρησε τις ρυθμίσεις για το χρηματοπιστωτικό σύστημα στον απόηχο της οικονομικής κρίσης του 2007-2008 και επέφερε αλλαγές που επηρέασαν όλες τις ομοσπονδιακές χρηματοοικονομικές ρυθμιστικές αρχές και σχεδόν κάθε τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών της χώρας.

47 Στμ. Εξαιρετικά σημαντική παρατήρηση. Οι εμπορικοί πόλεμοι ως αποτέλεσμα στην πραγματικότητα της βαθαίνουσας κρίσης του κεφαλαίου όπως αυτή διαμορφώνεται από την εντεινόμενη αποβιομηχάνιση.

48 Στμ. Η ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ.

49 Με τα μέλη του σταθερά εδραιωμένα στο Υπουργείο Εξωτερικών επί δεκαετίες, το ηγετικό σώμα της παλιάς, διεθνιστικής πτέρυγας της αμερικανικής άρχουσας τάξης, το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων φοβάται και είναι πεπεισμένο ότι αυτό είναι ακριβώς στο οποίο στοχεύει ο Τραμπ. Δείτε το εκ των ένδον άρθρο του Adam Posen “Post-American World Economy; Globalization in the Trump Era”, Foreign Affairs, Μάρτιος-Απρίλιος 2018.

50 “Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ανέβηκε στο αξίωμα απαιτώντας μια επαναδιαπραγμάτευση” της NAFTA, “αλλά αντί διαπραγματεύσεων, εξαπολύει απειλές. Ο Καναδάς υποτίθεται ότι θα πρέπει “να λυγίσει σε μια σειρά σκληροπυρηνικών απαιτήσεων των ΗΠΑ” ή να χτυπηθεί με μια αύξηση 25% στους δασμούς των αυτοκινήτων “που θα έριχναν μεγάλο μέρος της χώρας σε ύφεση…”. Οι διαπραγματεύεις είναι φανερά σε κλίμα κακής πίστης. Σε ένα ανεπίσημο σχόλιο σε ρεπόρτερ, που διέρρευσε την προηγούμενη βδομάδα, ο Τραμπ παραδέχτηκε ότι δεν είχε την πρόθεση να συμβιβαστεί σε οτιδήποτε με την Οττάβα αλλά δεν μπορούσε να πει όχι [στις διαπραγματεύσεις] επειδή, σύμφωνα με τα λόγια του “θα είναι τόσο προσβλητικό να μην μπορούν να κλείσουν μια συμφωνία”. Περίληψη (με εσωτερικές αναφορές) του Barrie McKenna, σε άρθρο στο Globe and Mail του Τορόντο, που παρατίθεται στο The Week, 14 Σεπτεμβρίου 2018: 15.

51 “Ξέρετε, τους στέλνουμε φυσικό αέριο και σπόρους σόγιας και βοδινό κρέας…Δεν στέλνουμε σχεδόν καμμιά υψηλής τεχνολογίας κατασκευαστική μέθοδο με κάποια προστιθέμενη αξία. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί” (από μια συνέντευξη στο BBC News που έχει αναπαραχθεί στο YouTube). Με άλλα λόγια έχει αντιστραφεί ο ιστορικός ρόλος της μητρόπολης προς την περιφέρεια. Η συνέντευξη είναι πρόσφατη, πιθανόν βιντεοσκοπημένη τον Μάιο του τρέχοντος έτους. Προσβάσιμη διαδικτυακά μέσω μιας αναζήτησης με τη φράση “Steve Bannon interviews”.

52 Αυτή η μάχη δεν δίνεται μόνο στο πεδίο του πολέμου δασμών αλλά συνδέεται και με την πάλη για παγκόσμια ηγεμονία στις γεωπολιτικές συγκρούσεις σχετικά με τον ρόλο στρατιωτικά, περιφερειακά και δημογραφικά σημαντικών τρίτων χωρών όπως για παράδειγμα το Πακιστάν. Σχετικά με το Πακιστάν, ένα ζήτημα είναι σε ποιον βαθμό οι στρατιωτικές υπηρεσίες και οι υπηρεσίες πληροφοριών αυτής της νοτιοδυτικής ασιατικής χώρας χρηματοδοτούνται από τις ΗΠΑ, ιδιαίτερα όσον αφορά τον αντιφατικό ρόλο τους σε σχέση με τις αμερικανικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν. Ξεκινώντας με την κυβέρνηση Ομπάμα, η στρατιωτική χρηματοδότηση έχει κοπεί. Υπό τον Τραμπ, η χρηματοδότηση έχει επανέλθει δραματικά αυξημένη. Το θέμα εδώ δεν είναι απλά, ούτε κυρίως, η συγκαλυμμένη υποστήριξη του Πακιστάν στους Ταλιμπάν αλλά η κινέζικη “εισβολή” στη Δυτική Ασία με τη μορφή του Κινεζο-πακιστανικού οικονομικού διαδρόμου, μιας μεγάλης συνιστώσας της πρωτοβουλίας Belt and Road του Κινέζου προέδρου Ζι. Δείτε το διεισδυτικό άρθρο: “The us-China Cold War is Now Playing Out in Pakistan”, 3 Σεπτεμβρίου 2018.

53 Εδώ, ο φασισμός συλλαμβάνεται, με τον καλλίτερο τρόπο, στην ενεργητική του πτυχή, ως ένα κοινωνικό κίνημα, κίνημα που στοχεύει στην εξαφάνιση της συγκεντρωμένης δύναμης των εργατών, που εμφανίζεται ιστορικά στο πλαίσιο μιας εκδιπλωνόμενης, τεράστιας κοινωνικής κρίσης στο επίκεντρο της οποίας βρίσκεται ένα αδιέξοδο στην καπιταλιστική συσσώρευση (φαινομενικά, επιδείνωση της κερδοφορίας που προμηνεύει καταστροφή) και μια προγραμματική παράλυση στι επίπεδο του εθνικού κράτους. Η επίθεση αντικειμενικά συνίσταται σε μια προσπάθεια ξεμπλοκαρίσματος του αδιεξόδου και επίλυσης της κρίσης, καταστρέφοντας αυτή τη συγκέντρωση δύναμης των εργατών (είπαμε συγκεντρωμένη, όχι οργανωμένη ή συνδικαλισμένη, δύναμη), εξατομικεύοντας τους εργάτες, μειώνοντας σε τεράστιο βαθμό το επίπεδο ζωής που έχει επιτευχθεί ιστορικά και καταλαμβάνοντας τον πλήρη έλεγχο του κρατικού μηχανισμού για τον σκοπό μιας μαζικής εκστρατείας δολοφονίας της μαχητικής προλεταριακής μειοψηφίας, ενώ επιδώκεται μια πολιτική “εκκαθάρισης” πολιτικών, εθνοτικών ή/και εθνικών ομάδων ως αντικειμένων της φασιστικής μισαλλοδοξίας.

Τι είναι ο Τραμπ;

του Dylan Riley1

το κείμενο σε pdf

Αντιπαραθέσεις σχετικά με την πολιτική του Τραμπ και άλλων ηγετών της νέας δεξιάς έχουν οδηγήσει σε μια έκρηξη ιστορικών αναλογιών, με την εμπειρία της δεκαετίας του 1930 να ελλοχεύει κάπου μακριά. Σύμφωνα με πολλά από αυτά τα σχόλια, ο Τραμπ – για να μην αναφέρουμε τον Ορμπάν, τον Kaczynski, τον Modi, τον Duterte, τον Ερντογάν – είναι μια αυταρχική φιγούρα που δικαιολογημένα συγκρίνεται με αυτές της φασιστικής περιόδου. Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης απλώνονται σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, από τη νεοσυντηρητική δεξιά και τον κυρίαρχο φιλελευθερισμό μέχρι τους αναρχικούς εξεγερσιακούς. Το τυπικό θεωρητικό εργαλείο που χρησιμοποιούν είναι να προάγουν και να προστατεύουν την ταύτιση του Τραμπ με τον φασισμό ενώ ταυτόχρονα αποποιούνται, κατ’ όνομα, αυτή την ταύτιση. Έτσι για τον Timothy Snyder, έναν φιλελεύθερο του Ψυχρού Πολέμου, “Υπάρχουν διαφορές” – παρ’ όλα αυτά: “ο Τραμπ έκανε ξεκάθαρο το χρέος του στον φασισμό από την αρχή. Από την αρχική σύνδεση που έκανε των μεταναστών με τη σεξουαλική βία μέχρι την συνεχή ταύτιση των δημοσιογράφων ως ‘εχθρών’…μας έχει δώσει κάθε ένδειξη που χρειαζόμαστε”. Για τον συνάδελφο του Snyder στο Yale, Jason Stanley: “δεν ισχυρίζομαι ότι ο Τραμπ είναι ένας φασίστας ηγέτης με την έννοια ότι κυβερνά όπως ένας φασίστας” – αλλά “ότι όσον αφορά τη ρητορική του, είναι πολύ φασίστας”. Για τον επίσης φιλελεύθερο Richard Evans, στο Καίμπριτζ: “δεν είναι το ίδιο” – όμως: “ο Τραμπ είναι ένας επίδοξος δικτάτορας του 21ου αιώνα που χρησιμοποιεί την χωρίς προηγούμενο δύναμη των κοινωνικών μέσων και το διαδίκτυο για να διαδίδει θεωρίες συνομωσίας” – “που θυμίζει ανησυχητικά τους φασίστες των δεκαετιών του 1920 και του 1930”2.

Από τη δεξιά, ο πρώην Ρεπουμπλικανός σύμβουλος Max Boot επιμένει: “Για να είμαι ξεκάθαρος, κατά κανέναν τρόπο δεν υπονοώ ότι υπάχει οποιαδήποτε αναλογία ανάμεσα στον Τραμπ και τον Χίτλερ” – όμως: “Ο Τραμπ είναι φασίστας. Και αυτός είναι ένας όρος που δεν το χρησιμοποιώ επιπόλαια ή συχνά”. Για τον φιλελεύθερο νεοσυντηρητικό Robert Kagan: “Αυτός είναι ο τρόπος που ο φασισμός έρχεται στην Αμερική, όχι με αρβύλες και χαιρετισμούς” – αλλά “με έναν τηλεπωλητή, έναν ψευτο-δισεκατομμυριούχο, έναν τυπικό εγωμανή που “εκμεταλλεύονται” τη λαϊκή πικρία και ανασφάλεια”. Στην αριστερά, ο οικομαρξιστής John Bellamy Foster συμφωνεί ότι υπάρχουν “ιστορικά διακριτά γνωρίσματα” – αλλά, παρ’ όλα αυτά, ο Τραμπ είναι ένας συστηματικός “νεοφασίστας” ο οποίος, όπως και οι προπάτορές του στον μεσοπόλεμο, στοχεύει στην “καταπίεση της εργατικής δύναμης”. Η θεωρητικός του queer Judith Butler αναγνωρίζει ότι: “με τον Τραμπ, έχουμε μια διαφορετική κατάσταση” – αλλά “μια κατάσταση την οποία θα εξακολουθούσα να αποκαλώ φασιστική”. Για τον σοσιαλδημοκράτη Geoffrey Eley: “δεν έχει νόημα να διαγράψουμε κάποιες άμεσες ισοδυναμίες” – παρ’ όλα αυτά: “έχουμε το είδος της κρίσης που μπορεί να κάνει δυνατή μια πολιτική, που μοιάζει σαν φασισμός, να συναυξηθεί. Και αυτό είναι το σημείο στο οποίο ο Τραμπ έχει ευδοκιμήσει”. Για τον αναρχοσυνδικαλιστή Mark Bray: “Όχι, δεν θα έλεγα ότι ο Τραμπ είναι φασίστας” – αν και “έχει επιδείξει ουκ ολίγες φασιστικές ποιότητες…Ο Τραμπ διευκολύνθηκε από τον φασισμό (μεταξύ άλλων πραγμάτων) και αντίστροφα διευκόλυνε τον φασισμό”3.

Ένα άλλο σημείο που αυτοί οι σχολιαστές μοιράζονται είναι ότι οι αναλογίες τους σπάνια τοποθετούνται σε μια γνήσια συγκριτική και ιστορική προοπτική. Αντίθετα, μεταχειρίζονται το παρελθόν σαν μια αποθήκη αποσυνδεδεμένων παραδειγμάτων προς άντληση για το πλέξιμο ηθικολογικών ιστοριών ή την κατασκευή μιας μεζούρας ως προς την οποία να μετρήσουν την τωρινή στιγμή. Η διαδικασία είναι ανάλογη αυτού που ο Χέγκελ ονομάζει “πραγματιστική μορφή της αναστοχαστικής ιστορίας”, στην οποία ο συγγραφέας ψάχνει για “παραδείγματα καλών (ή κακών) πράξεων” χωρίς να τα βάζει σε ένα ιστορικό πλαίσιο, δημιουργώντας, έτσι, μια ψευδή αμεσότητα στην οποία το παρελθόν μοιάζει ως μια δεξαμενή “μαθημάτων”. Αλλά, όπως προειδοποιεί ο Χέγκελ, “τίποτα δεν είναι πιο ρηχό”4. Ο Μαρξ ανέπτυξε και ακόνισε την κριτική του Χέγκελ στην “18η Μπρυμαίρ”, προτείνοντας ότι η πραγματιστική μορφή θα μπορούσε η ίδια να γίνει ιστορική δύναμη, όπως όταν “ο Λούθηρος φόρεσε τη μάσκα του Αποστόλου Παύλου, η Επανάσταση από το 1879 μέχρι το 1814 ντύθηκε εναλλάξ ως η Ρωμαϊκή δημοκρατία και Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, και η Επανάσταση του 1848 δεν ήξερε τίποτα άλλο από το να παρωδεί πότε το 1789 και πότε την επαναστατική παράδοση από το 1793 μέχρι το 1795”5.

Αυτή η προσέγγιση στο παρελθόν διαστρεβλώνει το κεντρικό ερώτημα της σύγχρονης πολιτικής. Γιατί το ζήτημα δεν είναι να εξηγήσουμε γιατί, στον απόηχο μιας άγριας οικονομικής κρίσης στον πυρήνα του καπιταλισμού, συνοδευμένη από μια μαζική μεταφορά πλούτου από τους κυβερνώντες κεντρώους, μπλε και κόκκινοι, δεξιοί – και, σε λίγες περιπτώσεις, αριστεροί – παρείσακτοι έχουν έρθει στην εξουσία, αλλά μάλλον γιατί αυτοί οι πολιτικοί έχουν λίγο-πολύ παραμείνει εντός του κατεστημένου πλαισίου. Με λίγα λόγια, το ερώτημα δεν είναι γιατί οι σύγχρονες πολιτικές θυμίζουν εκείνες της δεκαετίας του 1930, αλλά γιατί δεν τις θυμίζουν6. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να πάρουμε τη σύγκριση στα σοβαρά, αντιπαραβάλλοντας συστηματικά την εποχή του κλασσικού φασισμού – χονδρικά, από το 1922 μέχρι το 1939 – με την σημερινή περίοδο, ώστε να επιτρέψουμε μεγαλύτερη θεωρητική και πολιτική σαφήνεια σχετικά με τη σημερινή κατάσταση. Αυτό το κάνω πάνω σε τέσσερις άξονες σύγρκισης: το γεωπολιτικό πλαίσιο, την οικονομική κρίση, τις σχέσεις τάξης και έθνους και, τέλος, τον χαρακτήρα της κοινωνίας των πολιτών και των πολιτικών κομμάτων. Εδώ εστιάζω στην κυβέρνηση Τραμπ, μάλλον, παρά γενικεύω σ’ ολόκληρο το φάσμα των σύγχρονων δεξιών κομμάτων και ηγετών. Όπως έδειξε ο Achin Vanaik για την περίπτωση της Ινδίας, στην σύγκριση που κάνει της ηγεμονίας του Modi σε σχέση με αυτήν του Νεχρού7, κάθε νέα δεξιά πρέπει να τοποθετείται πολύ προσεκτικά στο πολιτικό-πολιτισμικό πλαίσιο της χώρας της πριν μπορέσει να ευθυγραμμιστεί η μια με την άλλη. Το να βάλουμε τους συνήθεις ύποπτους στο οικείο περιβάλλον τους θα ήταν κάτι έξω από το σκοπό του παρόντος άρθρου.

1. Μεσοπολεμική Ευρώπη

Οι κλασσικοί φασισμοί που πήραν σχήμα στην Ιταλία και τη Γερμανία θα ήταν αδιανόητοι χωρίς τις τότε πρόσφατες και αλληλένδετες εμπειρίες των ενδοϊμπεριαλιστικών πολέμων και της σοσιαλιστικής-επαναστατικής εξέγερσης, που εκδιπλώθηκαν σ’ ένα πλαίσιο μαζικής πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας σε παγκόσμια κλίμακα. Η Ρώσικη Επανάσταση εξερράγη από την ανυπολόγιστη καταστροφή του Ανατολικού Μετώπου για να επιστρέψει μετά στις χώρες της Δύσης, προκαλώντας ένα κύμα αδελφικών εξεγέρσεων στη Γερμανία (1917–23), την Ιταλία (1918–20) και την Ουγγαρία (1918–20) που έκαμψαν τον πολιτικό αντίκτυπο του [πολέμου] και αποτέλεσαν το άμεσο σκηνικό για την ανάδυση των φασιστικών κινημάτων. Ήταν σ’ αυτό το πλαίσιο που η δεξιά του SPD (Γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα), οι Ebert και Noske, νομιμοποίησαν τους κακοποιούς των Freikorps για να εξοντώσουν τους επαναστάτες ηγέτες. Μαζικά αντικαπιταλιστικά κόμματα της αριστεράς απειλούσαν να μετασχηματίσουν την μεσοπολεμική κρίση εντός του καπιταλισμού σε μια πολιτική κρίση του καπιταλισμού. Το κύμα απεργιών και καταλήψεων εργοστασίων στην Ιταλία το διάστημα 1918–20 ξέσπασε υπό την ηγεσία των σοσιαλιστών που ήταν αφοσιωμένοι στο να εξαλείψουν την ιδιοκτησία μεγάλης κλίμακας. Παρόμοια, το KPD (Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα) συνέχισε να λειτουργεί ως μια μαζική οργάνωση μετά την ήττα των εξεγέρσεων του 1919 και του 1923, ιδιαίτερα στην υπερ-ριζοσπαστική του “Τρίτη Περίοδο” μετά το 1928· πίσω του, ενισχύοντας την απειλή στο γερμανικό κεφάλαιο, στεκόταν το Σοβιετικό κράτος.

Οι μισθωτοί βίωσαν την κρίση της μεσοπολεμικής Ευρώπης εναλλάξ ως αχαλίνωτο πληθωρισμό ή ως μαζική ανεργία. Και οι δυο κλασσικές περιπτώσεις του ευρωπαϊκού φασισμού ήταν εν μέρει αντιδράσεις σ’ αυτό. Στην Ιταλία, εκατομμύρια βετεράνων του πολέμου που επέστρεψαν βρέθηκαν αντιμέτωποι με την οικονομική απόγνωση. Άνεργοι και μη απασχολήσιμοι πρώην στρατιώτες ήταν ένα κυρίαρχο γνώρισμα των φασιστικών ομάδων που, πέρα από την καταστροφή σοσιαλιστικών οργανώσεων με τις κατασταλτικές τους εκστρατείες, καθοδήγησαν επίσης καταλήψεις γης και εργοστασίων και υποσχέθηκαν δουλειά8. Το οικονομικό πλαίσιο της ανόδου του NSDAP9 στη Γερμανία διέφερε από αυτό του PNF10 στην Ιταλία. Η Γερμανία βρισκόταν σε μια δίνη αποπληθωρισμού μετά το 1930, όχι σε μια δίνη πληθωρισμού, όπως ήταν η περίπτωση της μεταπολεμικής Ιταλίας. Όμως, το υποκείμενο πρόβλημα, που αντιμετώπιζε η Γερμανία τη δεκαετία του 1930, δεν ήταν εντελώς διαφορετικό από αυτό της Ιταλίας της δεκαετίας του 1920: η χώρα είχε έναν υπερανοικοδομημένο βιομηχανικό τομέα που προσπαθούσε να ανταγωνιστεί σε μια συνωστισμένη και διαιρεμένη από δασμούς παγκόσμια αγορά, χωρίς μια επαρκή βάση για εσωτερική ζήτηση. Παρ’ όλο που η Δημοκρατία της Βαϊμάρης επιβίωσε της μεταπολεμικής αναπροσαρμογής της, βίωσε λίγα μόνο χρόνια οικονομικής σταθερότητας μεταξύ 1924 και 1928 πριν η Γερμανία χτυπηθεί από το Κραχ του 1929 και την επακόλουθη μαζική ανεργία. Εδώ, όπως και στην Ιταλία, μεγάλο μέρος της απήχησης του φασισμού έγκειται στην υπόσχεσή του να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της ανεργίας11.

Η παγκόσμια υπερπαραγωγικότητα αναδύθηκε για πρώτη φορά στα τέλη του 19ου αιώνα με τον ερχομό της Μακράς Ύφεσης της περιόδου 1873–1896, καθώς δυναμικές νέες βιομηχανικές χώρες – πάνω απ’ όλα η Γερμανία και οι ΗΠΑ – μπήκαν στην παγκόσμια αγορά. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο οποίος ήταν εξαιρετικά καταστροφικός σε ανθρώπινες ζωές, αλλά όχι σε σταθερό κεφάλαιο, απλά ενέτεινε τα προβλήματα αυτά. Ήδη από τη δεκαετία του 1920 οι ευρωπαϊκές οικονομίες ήταν επιβαρυμένες με πολλά παλαιωμένα εργοστάσια και εξοπλισμό, πέραν της επέκτασης των νέων βιομηχανιών. Αντί να εξαλείψουν τις παλιές γραμμές παραγωγής, οι καπιταλιστές μάχονταν για να υπερασπιστούν τις υπάρχουσες επενδύσεις τους μέσω ενός πολέμου τιμών και δασμών, σε συνθήκες κερδών που καταρρέουν, τυπώματος χρήματος και ανεργίας12. Στην Ιταλία, ιδιαίτερα, οι επενδύσεις της πολεμικής περιόδου επέφεραν μια τεράστια επέκταση στην παραγωγική ικανότητα στην βιομηχανία χάλυβα, την αυτοκινητοβιομηχανία και την αεροναυπηγική, που υπερέβαινε κατά πολύ είτε την εσωτερική είτε τη διεθνή ζήτηση για τέτοια προϊόντα το 191813. Η πρώτη αντίδραση των ιταλικών κυβερνήσεων σ’ αυτό το πρόβλημα ήταν να επεκτείνουν τους όρους εύκολης πίστωσης στους βιομήχανους, οδηγώντας σε πληθωρισμό και κερδοσκοπία. Η υπερπαραγωγικότητα ήταν εξίσου καταστροφική για την γεωργία. Στη διάρκεια του Πολέμου, οι μη-εμπόλεμες χώρες είχαν αυξήσει τις εξαγωγές τροφίμων αλλά με το τέλος της δεκαετίας του 1920, οι πρώην αντιμαχόμενες χώρες γυρνούσαν στην παραγωγή, μειώνοντας, συνεπώς, τις τιμές των αγροτικών προϊόντων, οδηγώντας σε αυξανόμενα χρέη την ύπαιθρο και σε μειωμένη ζήτηση14.

Έτσι, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος διόγκωσε τα προβλήματα υπερπαραγωγικότητας που είχαν συμβάλει να μπει σε κίνηαη αυτή η δυναμική της ενδοϊμπεριαλιστικής αντιπαλότητας. Επιπλέον, με την κατάρρευση της Αυστρο-ουγγρικής Αυτοκρατορίας, οι μόλις ανεξαρτητοποιημένες δημοκρατίες ύψωσαν μια σειρά από φραγμούς δασμών σ’ ολόκληρη την κεντρική Ευρώπη ενώ η Ρωσική Επανάσταση αφαίρεσε, μια κι έξω, μια μεγάλη δυνητική αγορά15. Στην Ιταλία και τη Γερμανία, οι αγορές είχαν περιοριστεί εξαιτίας ενός συγκεκριμένου συνδυασμού στοιχείων. Μετά από μια μανιώδη διαδικασία καπιταλιστικής ανάπτυξης, η χαλυβουργία, οι χημικές και ηλεκτρικές βιομηχανίες αυτών των δύο χωρών ήταν πολύ πιο εξελιγμένες, στη δεκαετία του 1920, από τις αντίστοιχες του Ηνωμένου Βασιλείου. Αλλά δίπλα σ’ αυτούς τους εξαιρετικά παραγωγικούς θύλακες παρέμεναν, ακόμα, μεγάλα κομμάτια προ-καπιταλιστικής γεωργίας, που δεν μπορούσαν να καταναλώσουν αυτή τη βιομηχανική παραγωγή σε ικανοποιητικό επίπεδο. Αυτό αύξησε την ανυπομονησία μιας πολεμοχαρούς κυρίαρχης τάξης, ιδιαίτερα στη βαριά βιομηχανία, η οποία ήθελε οι αποικίες να υποστηρίξουν μια μονοπωλιακή θέση στο εξωτερικό, ενώ θα στηριζόταν παράλληλα στους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς ως αντιστάθμισμα της ασθενικής εσωτερικής ζήτησης και των κορεσμένων αγορών στο εξωτερικό.

Ιμπεριαλιστική Δυναμική

Συνεπώς, μια αναθεωρητική μορφή ιμπεριαλισμού ήταν κεντρικό γνώρισμα των κλασσικών φασιστικών καθεστώτων. Τόσο στη Γερμανία όσο και στην Ιταλία, αυτά τα καθεστώτα προσανατολίζονταν στην ανατροπή μιας γεωπολιτικής τάξης που είχε οργανωθεί ενάντια στα αντιλαμβανόμενα και πραγματικά συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων που, ως επί το πλείστον, αντιπροσώπευαν. Ειδικά η Γερμανία αισθάνθηκε παγιδευμένη από το γεωπολιτικό σύστημα μετά τις Βερσαλλίες16. Η επιθετική ιμπεριαλιστική επέκταση, όπως αρθρώθηκε από τον Χίτλερ με εντυπωσιακά συγκεκριμένους όρους ήδη στη δεκαετία του 1920, ταίριαζε πολύ καλά με τα συμφέροντα και τις βλέψεις σημαντικών τμημάτων της γερμανικής άρχουσας τάξης και, πάνω απ’ όλα, του στρατού. Όπως επισημαίνει ο Arno Mayer: “ούτε ένας Γερμανός στρατηγός δεν ζήτησε εξαίρεση από την προταθείσα εισβολή και κατάκτηση της Ρωσίας”17. Υπήρχε ένα πεδίο συμβατότητας ανάμεσα στις ναζιστικές και τις συντηρητικές γεωπολιτικές ιδέες. Ο ιταλικός φασιστικός ιμπεριαλισμός ήταν ένα κάπως διαφορετικό φαινόμενο: μεγάλο τμήμα της βιομηχανίας στα βόρεια (με την εξαίρεση της βαριάς βιομηχανίας στη διάρκεια του πολέμου, όπως περιγράφηκε παραπάνω), που ήταν επικεντρωμένο σε καταναλωτικά αγαθά υψηλής αξίας, υποστήριζε την διεθνή συνεργασία και το ελεύθερο εμπόριο. Παρ’ όλα αυτά, όπως και η Γερμανία, η Ιταλία ήταν μια γεωπολιτικά αναθεωρητική δύναμη, που διεκδικούσε τη “θέση της στον ήλιο”. Η ύπαρξή ως μιας αυτοκρατορίας είχε γίνει το κομβικό γνώρισμα μιας μεγάλης δύναμης. Ο ιμπεριαλισμός ήταν ένα ισχυρό ιδεολογικό εργαλείο για να κερδηθεί η μαζική υποστήριξη, επιπλέον οποιουδήποτε οικονομικού λόγου. Ο ιταλικός ιμπεριαλισμός ήταν κατεξοχήν ένα εγχείρημα “κύρους”, με τίμημα μισό εκατομμύριο Αιθίοπες που σκοτώθηκαν κατά την εισβολή στην Αβυσσηνία. Αν και ο επεκτατισμός αυτού του είδους είχε ένα πιο αδύναμο αντικειμενικό θεμέλιο στη δομή της ιταλικής κοινωνικής ελίτ απ’ ό,τι στην αντίστοιχη γερμανική, η ανακήρυξη μιας Ιταλικής “Αυτοκρατορίας” το 1936 προσέδωσε μεγάλη δημοτικότητα στον Μουσολίνι.

Ο γεωπολιτικός στόχος της γεωπολιτικής αναθεώρησης δάνεισε στα φασιστικά καθεστώτα στη Γερμανία και την Ιταλία έναν δυναμισμό και μια συνοχή στις πολιτικές αποφάσεις που δεν θα την είχαν διαφορετικά. Η κεντρικότητα της πολεμικής προετοιμασίας άφησε πίσω τα πιο καινοφανή χαρακτηριστικά τους, περιλαμβανομένων των ταξιαρχιών Balilla18 του Μουσολίνι και του δημογραφικού του προγράμματος. Ο πειραματισμός της οικονομικής πολιτικής των Ναζί δεν ήταν μια αφηρημένη εφαρμογή των Κεϋνσιανών ιδεών αλλά ένα εργαλείο ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας, δεμένο στενά με προσπάθειες εξασφάλισης προμηθειών πρώτων υλών και εγγύησης αγορών για την εξαιρετικά ανθούσα, επιδοτούμενη από το κράτος, βιομηχανία όπλων. Οι φασιστικές κοινωνίες παρέμειναν, αναμφισβήτητα, καπιταλιστικές κοινωνίες: η βασική ιδέα ήταν η εγγύηση της ατομικής ιδιοκτησίας, χρησιμοποιώντας, ταυτόχρονα, τη χρηματοδότηση για τον προσανατολισμό της οικονομίας προς την επιθυμητή κατεύθυνση19. Στοιχεία σχεδιασμού συμβάδιζαν συχνά με μια ενδυνάμωση των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Η ίδρυση αναγκαστικών καρτέλ για όλους τους κλάδους της γερμανικής βιομηχανίας τη δεκαετία του 1930 ήταν, για παράδειγμα, μια προσπάθεια να χρησιμοποιηθεί η δύναμη του κράτους για την προστασία υπαρχουσών βιομηχανιών από προβλήματα πλεονάζουσας παραγωγικότητας20. Στο πλαίσιο αυτό, και αντιμέτωπα με τον ανταγωνισμό από την αντικαπιταλιστική αριστερά, τα καθεστώτα αυτά ήταν πρόθυμα να υιοθετήσουν πραγματιστικές οικονομικές λύσεις που έρχονταν σε οξεία ρήξη με την πρότερη ορθοδοξία. Στη Γερμανία, η αντίστιξη με τις πολιτικές λιτότητας που επιβλήθηκαν από τον Brüning το 1930, με την υποστήριξη του SPD, αξίζει ιδιαίτερης επισήμανσης. Επέτρεψε στο NSDAP να παρουσιαστεί ως μια πραγματική εναλλακτική στις οικονομικές δυσκολίες του φιλελευθερισμού υπό τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Στην Ιταλία, η οικονομική πολιτική ήταν λιγότερο αμφιλεγόμενη. Μια από τις πρώτες πράξεις του Μουσολίνι, υπό την ώθηση του αυστηρού φιλελεύθερου Alberto De Stefani, ήταν να περικόψει την απασχόληση στο κράτος21. Αργότερα, όμως, το ιταλικό κράτος ήταν περισσότερο από πρόθυμο να ξοδέψει σε δημόσια έργα και σε σχήματα δημιουργίας θέσεων εργασίας, υιοθετώντας μια συνεταιριστική φρασεολογία, για να δικαιολογήσει αυτές τις προσπάθειες. Στη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, το Istituto per Ricostruzione Industriale (Ινστιτούτο για τη Βιομηχανική Ανοικοδόμηση) μετέφερε ζημιές στο κράτος αγοράζοντας βιομηχανικές μετοχές που είχαν στην κατοχή τους ιταλικές τράπεζες22. Αλλά το μεγαλύτερο ερέθισμα, τόσο για το ιταλικό όσο και το γερμανικό καθεστώς, ήταν η πολεμική οικονομία· οι στρατιωτικές δαπάνες ήταν το κλειδί στην εσωτερική ανάκαμψη.

Κόμμα, τάξη και έθνος

Με όρους τάξης και κόμματος, οι κλασσικές περιπτώσεις του μεσοπολεμικού φασισμού αντέστρεψαν την πορεία της πολιτικής ανάπτυξης που είχε διαγράψει ο Μαρξ στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Σ’ αυτό, η αστική τάξη είναι η πρώτη τάξη που ιδρύει μαζικές πολιτικές οργανώσεις και η εργατική τάξη “μαθαίνει” από αυτήν καθώς και οι δύο τάξεις μάχονται ενάντια στην παλιά τάξη πραγμάτων. Η ενοποίηση των εργατών θα ήταν “μια συνέπεια της ενότητας της μπουρζουαζίας, που θα πρέπει να θέσει σε κίνηση ολόκληρο το προλεταριάτο ώστε να πετύχει τους δικούς του πολιτικούς σκοπούς23. Το επιχείρημα του Μαρξ στηρίζεται σε μια στυλιζαρισμένη ιστορία βασισμένη στην δική του κατανόηση των εξελίξεων στην Αγγλία και τη Γαλλία. Αλλά μια τέτοια συμμαχία σπάνια θα μπορούσε να ειδωθεί μετά το 1848. Στη Γερμανία και την Ιταλία ήταν το προλεταριάτο που δίδαξε πολιτική οργάνωση στη μπουρζουαζία· και οι δυο χώρες είχαν δημιουργήσει εντυπωσιακά σοσιαλιστικά κόμματα ήδη στα τέλη του 19ου αιώνα. Στη Γερμανία, το SPD, ιδρυμένο το 1875, ήταν με διαφορά η πιο σημαντική μαζική πολιτική οργάνωση στη χώρα ήδη το 1912. Στην Ιταλία, το PSI (Partito Socialista Italiano, Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα), θεωρούνταν ως “κράτος εν κράτει”, που έβαζε τα μέλη του σε ενδοκομματικές συζητήσεις στα κομματικά συνέδρια και αναλάμβανε εντατικές προσπάθειες πολιτικής εκπαίδευσης, διαπαιδαγώγησης.

Αυτή η κατάσταση ήταν σε έντονη αντίθεση με αυτό που συνέβαινε στη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου μαζικά φιλο-καπιταλιστικά κόμματα κυριαρχούσαν στην πολιτική σκηνή24. Η ιταλική και γερμανική μπουρζουαζία στερούνταν αντίστοιχων κομματικών οργανώσεων. Οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι στα τέλη του 19ου αιώνα ήταν οργανωμένοι είτε ως κλίκες αξιωματούχων – οι ακόλουθοι του Giolitti στην Ιταλία, οι Εθνικιστές Φιλελεύθεροι στη Γερμανία – ή ως ομάδες πίεσης: οι Ιταλοί εθνικιστές, η Λίγκα του Ναυτικού, η Αμυντική Λίγκα [Defence League], η Παν-γερμανική Λίγκα. Αυτό που έλειπε και στις δυο περιπτώσεις ήταν ένα φιλο-καπιταλιστικό κόμμα ικανό να συγκεντρώσει μαζική υποστήριξη. Όπως παρατηρεί ο Τολλιάτι για την Ιταλία πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο: “Η αστική τάξη δεν είχε ποτέ ισχυρές, ενιαίες, πολιτικές οργανώσεις σε μια μορφή κόμματος”25. Τα φασιστικά κινήματα θα παρείχαν ακριβώς αυτό.

Το μαζικό κόμμα ήταν οργανικό στον φασισμό του μεσοπολέμου. Χωρίς αυτό, ούτε ο Χίτλερ ούτε ο Μουσολίνι θα μπορούσαν να σταθεροποιήσουν τον έλεγχό τους. Δεδομένης της πολιτικής ισχύος της εργατικής τάξης και της διείσδυσης του κόμματός της στην κοινωνία των πολιτών, μια προσωποκεντρική δικτατορία κατά το Βοναπαρτικό μοντέλο δεν θα μπορούσε να παράγει μια βιώσιμη δομή εξουσίας26. Η μαζική βάση των φασιστικών κομμάτων συγκόλλησε έναν συνασπισμό μισθωτών εργαζόμενων και μικρομαγαζατόρων, ένα τμήμα της εργατικής τάξης και έναν σημαντικό αριθμό μικροαγροτών-άμεσων παραγωγών σε έναν παραστρατιωτικό σχηματισμό, οργανωμένο σε μια εθνικιστική βάση ενάντια στον διεθνή σοσιαλισμό. Από αυτόν τον συνασπισμό του μεσοπολεμικού φασισμού αξίζει να δώσουμε έμφαση σε δυο στοιχεία. Το πρώτο είναι η σχετική επιτυχία της απήχησής του στα αυξανόμενα στρώματα των επαγγελματιών λευκών-κολλάρων: τους αποκαλούμενους “νέους μικροαστούς”, συμπεριλαμβανομένων, σε εξίσου μεγάλο βαθμό, των γυναικών ως μητέρων και συζύγων. Στη Γερμανία και την Ιταλία, αυτά τα στρώματα – προϊόν των εθνικών γραφειοκρατιών και του εκπαιδευτικού συστήματος, ομαδοποιημένα σε μια εθνική βάση σύμφωνα με τις επαγγελματικές ενώσεις και τις ενώσεις συμφερόντων τους, ή συγκροτούντων τις χαμηλότερες βαθμίδες (αξιωματικών) του στρατού – ήταν βασικά υποστηρικτικές των εθνικών-ιμπεριαλισιτκών σχεδίων και βαθιά εχθρικά στον διεθνισμό (στη Βρετανία και τη Γαλλία, αυτά τα στρώματα μπορούσαν να είναι πιο ανοιχτά σε διεθνείς θεσμούς όπως η Κοινωνία των Εθνών, οι οποίοι φαίνονταν να προάγουν τα συμφέροντα και των ίδιων των χωρών τους). Ένα σημαντικό κομμάτι της στελέχωσης των φασιστικών κομμάτων αποτελούνταν από αυτές τις μεσαίες τάξεις27. Οι ήττες της περιόδου 1918-1923 είχαν εξασθενήσει την ικανότητα των σοσιαλιστών να καθοδηγούν αυτά τα μεσαία στρώματα σε μια πάλη για τη βαθιά ανανέωση του κράτους και της κοινωνίας. Καθώς η ικανότητα των σοσιαλιστών υποχωρούσε, αυτές οι ομάδες έγιναν διαθέσιμες για φασιστική κινητοποίηση. Και αντίστροφα, η μαζική κινητοποίηση για πόλεμο βοήθησε στον σχηματισμό του τύπου ανθρώπου που ήταν πιθανό να προσελκυστεί στην υποστήριξη φασιστικών ιδεολογιών και τακτικών, καθώς και στη δημιουργία του πολιτικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο τα φασιστικά κόμματα μπορούσαν να κερδίσουν την υποστήριξη των ελίτ.

Το δεύτερο σημείο που πρέπει να παρατηρήσουμε σχετικά με τον φασιστικό συνασπισμό ήταν η σχετική απουσία πετυχημένης απήχησης στον πυρήνα της βιομηχανικής εργατικής τάξης. Παρά την υποστήριξη της ηγεσίας του SPD αλλά όχι του PSI – προς την Μητέρα Πατρίδα κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο εθνικισμός “πουλούσε” ελάχιστα στις βιομηχανικές εργατικές τάξεις της Ιταλίας και της Γερμανίας. Αυτό ήταν φανερό στην αποτυχία της φασιστικής αριστεράς – οι αδελφοί Strasser28 στη Γερμανία, οι επαναστάτες συνδικαλιστές στην Ιταλία – να κερδίσει την εργατική τάξη σε μια πολιτική εθνικού-ιμπεριαλιστικού γοήτρου. Η κατάρρευση αυτών των “αριστερών φασιστικών” προσπαθειών, οι οποίες μπορούν γόνιμα να συγκριθούν με τον Περονισμό και αξίζουν μεγαλύτερης προσοχής από αυτήν που έχουν λάβει, είναι κεντρική στην κατανόηση της επακόλουθης πορείας των φασισμών του μεσοπολέμου. Δεν πρόκειται για εκφράσεις ενός δημοφιλούς εθνικισμού μέσα στην ίδια την εργατική τάξη· αντίθετα, αναδύθηκαν ως μέρος μιας συνέπειας της αποτυχίας επέκτασης του εθνικισμού σε ένα διεθνιστικό – και διεθνώς οργανωμένο – προλεταριάτο. Έτσι στην Ιταλία και τη Γερμανία, ταξικές και εθνικές διαιρέσεις επανενδυνάμωναν οι μεν τις δε, τοποθετώντας μια συμμαχία γαιοκτημόνων, καπιταλιστών και “νέων μικροαστών” απέναντι σε μια διεθνιστική εργατική τάξη29.

Ενότητα της άρχουσας τάξης

Τα φασιστικά κινήματα σφυρηλάτησαν επίσης μια πολιτική συμμαχία ανάμεσα σε μέχρι τότε διαιρεμένες φράξιες της κυρίαρχης τάξης. Μια γραμμή διαίρεσης ήταν ανάμεσα στους σχετικά μη-παραγωγικούς, και εν μέρει μόνο “καπιταλιστές”, αγρότες στην ανατολή (Γερμανία) και τον νότο (στην Ιταλία) και τους καπιταλιστές βιομήχανους ως ολότητας. Ένα άλλο ρήγμα ήταν ανάμεσα ανταγωνιστικούς, προσανατολισμένους στις εξαγωγές, κατασκευαστές και τις βαριές βιομηχανίες που απαιτούσαν κρατική υποστήριξη30. Και στις δύο περιπτώσεις, για συγκεκριμένους ιστορικούς και πολιτισμικούς λόγους, αυτές οι ταξικές φράξιες δεν μπορούσαν να βρουν μια ενοποιημένη μορφή ούτε σε μια μοναδική πολιτική οργάνωση ούτε σε ένα λειτουργικό σύστημα εναλλαγής κομμάτων. Αυτά τα ρήγματα ξεπεράστηκαν σε μεγάλο βαθμό κάτω από τα φασιστικά καθεστώτα, τα οποία ανέπτυξαν στενούς δεσμούς τόσο με τους γαιοκτημόνες όσο και με τους καπιταλιστές. Οι φασίστες πρόσφεραν μια εθνική οργάνωση για τις κοινωνικές ελίτ με την μορφή του φασιστικού κόμματος. Πέρα από τα εθνικά-ιμπεριαλιστικά προγράμματά τους, τα φασιστικά καθεστώτα ακολούθησαν πολιτικές περιστολής των μισθών και άμεσης οικονομικής βοήθειας που βοήθησαν όλα τα τμήματα των κυρίαρχων τάξεων πριν από το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ήδη προς τα τέλη της δεκαετίας του 1930 είχαν εξαιρετικές σχέσεις με τις κυρίαρχες τάξεις της χώρας τους.

Tα στελέχη/μέλη του φασιστικού κόμματος είχαν μια αξιοσημείωτη επίδραση στην τροχιά των καθεστώτων. Έχοντας αναδυθεί στο πλαίσιο εξαιρετικά κινητοποιημένων πληθυσμών, η ανάπτυξή τους διαμορφώθηκε από έναν δυισμό του “γραφειοκρατικού” κράτους και του κράτους “προνομίων31. Μιμούμενα τα κομμουνιστικά κόμματα, η ηγεσία τους δεν βασιζόταν “σε μια καθολική διανοητική γνώση αλλά στην αφοσίωση στους σκοπούς και τη γραμμή’ της οργάνωσης και την εμπειρία των αγώνων της”32. Ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ ισορροπούσαν ανάμεσα στα μαχητικά μέλη του κόμματος που πίεζαν για μια “δεύτερη επανάσταση” ενάντια στους γραφειοκράτες, που υπερασπίζονταν τις πρακτικές του παλιού καθεστώτος. Έτσι οι πολιτικές των φασιστικών κυβερνήσεων του μεσοπολέμου διαμορφώνονταν από μια τάση προς ανερχόμενα ή πραγματικά “Μετωπικά” κινήματα, καθοδηγούμενα από πραγματικούς πιστούς διαφόρων ειδών: οι Edmondo Rossoni και Roberto Farinacci θα ήταν παραδείγματα στην ιταλική περίπτωση.

Αυτές οι κομματικές εξεγέρσεις λειτουργούσαν ως ένα τονωτικό επιβεβαίωσης για τα φασιστικά καθεστώτα, επιβάλλοντας την επέκτασή τους σε καινούριες περιοχές. Στη Γερμανία, η εδραίωση ενός ναζιστικού κράτους οφειλόταν εν μέρει στην πίεση από το NSDAP μετά τις εκλογές του 1933: οι απαιτήσεις για πόστα και θέσεις για τα πιστά στελέχη εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την επέκταση του κομματικού ελέγχου πάνω στην οικονομική και κοινωνική ζωή. Στην Ιταλία, η τελική εξαφάνιση του πολιτικού πλουραλισμού ήταν μια συνέπεια της κινητοποίησης των ακτιβιστών το κόμματος στον απόηχο της κρίσης Matteotti.33 Τόσο ο Μουσολίνι όσο και ο Χίτλερ, πειθάρχησαν και αποδυνάμωσαν τα κόμματά τους με έναν σχετικό βαθμό επιτυχίας. Αλλά η πάλη ανάμεσα στο κόμμα και το κράτος δεν εξαφανίστηκε ποτέ εντελώς· πραγματικά, ο δυισμός αυτών καθεστώτων αναδύθηκε ξανά καθώς βυθίζονταν στην κρίση μετά το 1941, με την πίεση από το κόμμα να παραμένει μια κύρια πηγή “ριζοσπαστικοποίησης”. Στην περίπτωση της Γερμανίας, το κόμμα ήταν η κύρια θεσμική δύναμη πίσω από την Τελική Λύση. Στην Ιταλία, ήταν η πίεση από το κόμμα που ανάγκασε τον Μουσολίνι να αναλάβει τον έλεγχο των συνδικάτων και των επαγγελματικών ενώσεων.

Συνοπτικά, τα φασιστικά καθεστώτα του μεσοπολέμου ήταν ένα προϊόν του ενδοϊμπεριαλιστικού πολέμου και της καπιταλιστικής κρίσης, σε συνδυασμό με μια επαναστατική απεική από την αριστερά. Αναδύθηκαν εντός των ώψιμων, δευτεροκλασάτων δυνάμεων, οι οποίες είχαν αποκλειστεί από το ιμπεριαλιστικό παιχνίδι, και στις οποίες η κοινωνία των πολιτών χαρακτηριζόταν από έναν υψηλό βαθμό πολιτικής κινητοποίησης, με μια εθνικιστική αστική τάξη και μια μικροαστική τάξη τοποθετημένες απέναντι σε μια διεθνιστική εργατική τάξη και πρόσφεραν μια ιμπεριαλιστική-αναθεωρητική λύση στην κρίση.

2. Η Αμερική του 21ου αιώνα

Πώς συγκρίνονται οι συνθήκες στις αναπτυγμένες οικονομίες σήμερα με την περίοδο του μεσοπολέμου; Η τελευταία μείζονα γεωπολιτική σύγκρουση, ο Ψυχρός Πόλεμος, έληξε χωρίς να πέσει ούτε ένας πυροβολισμός ανάμεσα στους δύο αρχι-ανταγωνιστές και την, ουσιαστικά, ολική παράδοση του σοβιετικού μπλοκ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ο αδιαμφισβήτητος νικητής ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) απορρόφησε ολόκληρες ζώνες νέων περιοχών και φτηνής εργασίας. Από το Γιούκον μέχρι την Εσθονία και το Δέλτα του Δούναβη, οι στρατιωτικές δυνάμεις του ΝΑΤΟ ομαδοποιούνται υπό τη διοίκηση των ΗΠΑ. Δεν έχει σοβαρούς γεωπολιτικούς αντιπάλους. Από τότε που τελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος, οι εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες ασύμμετρου πολέμου έχουν καταρημάξει μια σειρά Μουσουλμανικών χωρών, αλλά οι αντίστροφες επιπτώσεις παραμένουν ελάχιστες για την Ουάσιγκτον. Στην θέση εχθρών, το κατεστημένο ασφάλειας των ΗΠΑ επικαλείται τη απειλή-φάντασμα των λεγόμενων επικίνδυνων καθεστώτων, καθεστώτων παριών, που αυτή τη στιγμή περιλαμβάνουν τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν, και μια πανταχού παρούσα “τρομοκρατία”. Δεδομένης της κλίμακας της παγκόσμιας υπερίσχυσης των ΗΠΑ, η άνοδος μιας περιφερειακής δύναμης οπουδήποτε απειλεί να την μειώσει και η άνευ προηγουμένου ανάπτυξη και μέγεθος της Κίνας αμφισβητεί την ιδιοκτησία των ΗΠΑ στον Δυτικό Ειρηνικό. Αλλά προς το παρόν, το Μέσο Βασίλειο παραμένει σχετικά απομονωμένο γεωπολιτικά, ακόμα και εντός της δικής του περιφερειακής σφαίρας επιρροής, και περικλείεται από αμερικανικές βάσεις. Σε αντίθεση με τις παραστρατιωτικές κινητοποιήσεις των χρόνων του μεσοπολέμου, οι πληθυσμοί στον αναπτυγμένο κόσμο, και ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν έχουν καμμιά ανοχή για απώλειες πολιτών τους. Δεν είναι διατεθιμένοι να πεθάνουν για τη χώρα τους34. Από τον πόλεμο στο Βιετνάμ, κάθε αμερικάνικη κυβέρνηση έχει καταβάλλει εντατικές προσπάθειες για να εξασφαλίσει ότι ο στρατός μπορεί να επιχειρεί χωρίς μια μαζική κινητοποίηση των πολιτών. Τίποτα δεν θα ήταν πιο απειλητικό από μια στρατολόγηση.

Σε όρους της παγκόσμιας οικονομικής κατάστασης σήμερα, υπάρχει μια γενική αναλογία με την περίοδο του μεσοπολέμου στο ότι μια υπερβολική βιομηχανική ικανότητα υπόκειται μιας μετατόπισης στην χρηματιστικοποίηση και στην τροφοδοτούμενη με χρέος ανάπτυξη, στοιχεία που ήταν ανάμεσα στις αιτίες της κρίσης του 2008 και της Μεγάλης Ύφεσης. Η αποτυχία οποιουδήποτε αποφασιστικής “εξυγίανσης” μετά τη δεκαετία του 1970 αποτελεί μια βάση της μακροχρόνιας στασιμότητας που συνεχίζει να σέρνεται στις αναπτυγμένες οικονομίες, με την κερδοφορία να αυξάνεται εις βάρος των μισθών35. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν μείζονες διαφορές ανάμεσα στις πολιτικές οικονομίες των δυο περιόδων. Η πιο προφανής είναι ότι το βιωτικό επίπεδο είναι πολύ υψηλότερο στις ΗΠΑ σήμερα απ’ ό,τι ήταν στην Ευρώπη του μεσοπολέμου. Δεύτερον, η διακομματική αντίδραση των κυβερνήσεων Μπους-Ομπάμα στην χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 ήταν, με τους δικούς της όρους, εν μέρει πετυχημένη. Παρά τη δραματική συρρίκνωση στην παγκόσμια οικονομία, το τραπεζικό σύστημα δεν κατέρρευσε, χάρις στον χείμαρο φθηνού χρήματος που προσέφερε το κράτος στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα οποία με τη σειρά τους μπορούσαν να τα δανείσουν με πολύ υψηλότερα επιτόκια από αυτά που έπρεπε να πληρώσουν τα ίδια.36 Η ανεργία στις ΗΠΑ δεν ξεπέρασε το 10%, σε σύγκριση με το 25% στη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης. Τα απομεινάρια του μεταπολεμικού κράτους προνοίας απάλυναν τις συνέπειες της κρίσης στη μάζα του πληθυσμού και απέτρεψαν τις προ-κυκλικές συμπαγοποιήσεις της δεκαετίας του 1930. Πειραματικές νομισματικές πολιτικές εκτόξευσαν της τιμές των ενεργητικών [assets] των εταιρειών, παρ’ όλο που απέτυχαν να πυροδοτήσουν έναν νέο γύρο επενδύσεων37.

Χρέος και παγκοσμιοποίηση

Αντίθετα, η οικονομική δυσφορία σήμερα εστιάζεται στα “αρνητικά” της παγκοσμιοποίησης – η μετεγκατάσταση των θέσεων εργασίας της βιομηχανίας στο εξωτερικό, για να αντικατασταθούν από την αυξανόμενη επισφάλεια, περισσότερες ώρες εργασίας για μειωμένη πραγματική αμοιβή και αυξανόμενα χρέη στο σπίτι – μειονεκτήματα που ανακουφίζονται κάπως από την κόστους τρισεκατομμυρίων δολλαρίων διάσωση των τραπεζών. Ο λόγος προσωπικού χρέους-προς-εισόδημα στις Ηνωμένες Πολιτείες εκτινάχτηκε στην περίοδο πριν το 2008 και τώρα είναι κατά μέσο όρο στο 100% του οικογενειακού εισοδήματος, με τεράστιες διαφορές κατά περιοχή: στις ακτές και στα Αππαλάχια όρη, τα χρέη ανέρχονται στο τριπλάσιο ή τετραπλάσιο του οικογενειακού εισοδήματος38. Σε κοινωνικούς όρους, το χρέος δεν είναι μια συλλογική εμπειρία, με τον τρόπο που είναι η μαζική ανεργία, αλλά μια εγγενώς ατομική εμπειρία: κάθε οφειλέτης έχει ένα ποσοτικά συγκεκριμένο πιστωτικό σκορ, για παράδειγμα, και η κρίση παίρνει γι’ αυτόν ή αυτήν τη μορφή της δυσκολίας στην πληρωμή των λογαριασμών. Το χρέος τείνει, συνεπώς, σε μια εξατομίκευση ή σειριοποίηση της πολιτικής δραστηριότητας. Αντί να συλλογικοποιεί τους μισθωτούς, εξατομικεύει τον πληθυσμό σ’ αυτό που ο Μαρξ περίφημα έχει περιγράψει σαν “ένα σακί πατάτες”39. Αλλά οι “πατάτες” δεν κάνουν για τον φασισμό· ταιριάζουν στον Βοναπαρτισμό – άτομα που, μάλλον, συνεγείρονται πίσω από έναν χαρισματικό ηγέτη παρά σχηματίζουν ένα συνεκτικό παραστρατιωτικό μπλοκ. Αν πρόκειται να κινητοποιηθούν και πάλι σήμερα αυτό θα είναι πιθανότερα σε μια αμυντική βάση ενός προστατευτικού εθνικισμού παρά στη βάση μιας ακόμα πιο ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας.

Αυτό υποτείνει την δραματική αντιστροφή των σχέσεων τάξης-έθνους που αποτελεί άλλη μια αντίθεση με τη δεκαετία του 1930. Σήμερα στις ΗΠΑ, ένα υπέρ της παγκοσμιοποίησης στρώμα40 τίθεται απέναντι σε μια λευκή “εθνικιστική” εργατική τάξη – ένας σχηματισμός που είναι σχεδόν το αντίθετο του φασισμού του μεσοπολέμου41. Κλασσικά “λαϊκιστικά” κινήματα Περονιστικού τύπου, για τα οποία δεν υπάρχουν ιδιαίτερες ενδείξεις σήμερα, συνέδεαν εθνικιστικές εργατικές τάξεις με εθνικιστικά “λευκά-κολλάρα” ή “νέους μικροαστούς”42. Ο φασισμός, αντίθετα, αναδύθηκε σε πλαίσια στα οποία η πολιτική ηγεσία της εργατικής τάξης, των κομμουνιστικών κομμάτων παρέμεινε διεθνιστική, ενώ οι μικροαστοί στράφηκαν στον ακραίο εθνικισμό. Μακράν του να είναι μια μορφή λαϊκισμού, ο φασισμός είχε, αντίθετα, ως προϋπόθεση την αποτυχία του λαϊκισμού43. Ο σοσιαλισμός, τουλάχιστον στον αναπτυγμένο κόσμο, αναδύθηκε εκεί που τόσο καινούρια επαγγελματικά στρώματα όσο και η ηγεσία της εργατικής τάξης είχαν διεθνιστικό προσανατολισμό: μια ατυχής σπανιότητα. Οι σύγχρονες μορφές δεξιάς διαφέρουν από αυτό στο ότι προσπαθούν να κινητοποιήσουν μια εθνικιστικά προσανατολισμένη εργατική τάξη εναντίον μιας παγκόσμια προσανατολισμένης νέας μικροαστικής τάξης”.

Μια τελευταία αντίθεση με τη μεσοπολεμική Ευρώπη αφορά το “βασίλειο” της κοινωνίας των πολιτών και των πολιτικών κομμάτων. Στη θέση των μαζικών σοσιαλιστικών οργανώσεων της δεκαετίας του 1930, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δύο πανίσχυρα καπιταλιστικά κόμματα που έχουν κυριαρχήσει στην πολιτική σκηνή για περισσότερο από έναν αιώνα. Αυτά τα δύο κόμματα, από τη δεκαετία του 1980, έχουν υποστεί μια ακραία ιδεολογική πόλωση ενώ συνεχίζουν να μοιράζονται ένα ευρύ σύνολο ουσιαστικών πολιτικών. Με την μερική εξαίρεση των ευαγγελικών εκκλησιών, η απομαζικοποίηση των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, που κάποτε κινητοποιούσαν την εκλογική στήριξη αυτών των ολογαρχικών σχηματισμών, έχει γίνει μια συνθήκη για τη σταθερή πτώση στα ποσοστά συμμετοχής στις εκλογές – συνεπώς η αμερικανική πολιτική κουλτούρα ενδυναμώνει την οικονομική-πολιτική τάση εξατομίκευσης του πληθυσμού44. Από την άλλη πλευρά, τα κινήματα για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων και του αυτοκαθορισμού των γυναικών, αν και στερούνται τυπικών οργανωτικών δομών, συνεχίζουν να ανανεώνουν τον εαυτό τους και συνιστούν τώρα ένα σημαντικό γνώρισμα του πολιτικού τοπίου.

3. Η άνοδος του Τραμπ

Αυτό το ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο διαμόρφωσε την πτώση που ακολούθησε την κρίση του 2008. Ότι η αντίδραση της κυβέρνησης Ομπάμα στην κρίση – ενέσεις τρισεκατομμυρίων δολλαρίων για τη Wall Street, “ντροπαλές” χειρονομίες προς τους μη-κατέχοντες – ήταν μια ωρολογιακή βόμβα ήταν προφανές ήδη στις ενδάμεσες εκλογές του 2010, όταν οι Ρεπουμπλικάνοι σάρωσαν το Κογκρέσο και το Δημοκρατικό κόμμα αιμορραγούσε σε πολιτειακά κοινοβούλια σε ολόκληρη τη χώρα45. Μια καινούρια αμερικάνικη αριστερά αναδύθηκε ως απάντηση στην κρίση, τα πρώτα σημάδια της ήταν οι φοιτητικές διαμαρτυρίες το 2010 και οι καταλήψεις Occupy το 2011· αλλά ήταν μικρότερη, πιο αδύναμη και πιο αργή για να κάνει αισθητή την ύπαρξή της, δημιουργώντας πανεθνική ώθηση με την εκλογική εκστρατεία του Sanders το 2015. Ως συνέπεια, η πιο σοβαρή πολιτική επίθεση στην άμεση αντίδραση του Μπους και τις πολιτικές Ομπάμα προήλθαν από την αναρχο-καπιταλιστική δεξιά. Το πρότυπο ήταν εμφανές από την αρχή. Οι πιο πιστοί αντίπαλοι του διαβόητου προγράμματος Troubled Asset Relief, που εξουσιοδότησε το Υπουργείο Οικονομικών να αγοράσει τοξικούς τίτλους από τη χρηματιστική βιομηχανία αξίας 700 δισεκατομμυρίων δολλαρίων, ήταν η Ρεπουμπλικανική δεξιά46. Αν το Tea Party αναδύθηκε αρχικά από την οργή που δημιούργησαν οι διασώσεις, το αμήχανο θέαμα του απρόθυμου Κεϋνσιανισμού του Ομπάμα και το υπερβολικά τεχνοκρατικό νομοσχέδιό του για την υγειονομική περίθαλψη τού πρόσφεραν εύκολους στόχους. Επιπλέον – και σε σύγκριση με τις φοιτητικές διαμαρτυρίες και το κίνημα Occupyη ανταρσύα της δεξιάς είχε το πλεονέκτημα των εύκολων στην κατανόηση λύσεων.

Η εκστρατεία του Τραμπ για το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων οικοδομήθηκε πάνω σ’ αυτή την αρχική πολιτικοποίηση. Μοχλεύοντας την περιουσία του πατέρα από ακίνητα σε άθλιες συνθήκες, και κινητοποιώντας ταλέντα “ακονισμένα” στον χώρο της τηλεοπτικής διασκέδασης, ο Τραμπ εξαπέλυσε μια δυνατή επίθεση στις φιλικές προς την παγκοσμιοποίηση αμερικανικές ελίτ που είχαν ξοδέψει δισεκατομμύρια βοηθώντας άλλες χώρες – ιδιαίτερα την Κίνα – να γίνουν πλουσιότερες. Προστατευτικοί δασμοί, ένα τείχος στα σύνορα και ένα μαζικό πρόγραμμα υποδομών θα έκαναν την Αμερική “Μεγάλη Ξανά”. Χονδροειδώς “αντιπροεδρικός”, κέρδισε το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων ακριβώς επειδή ήταν διαφορετικός από όλους τους άλλους. Αυτή η απήχηση συνηχεί σε κάποιο βαθμό με την σημερινή “αντεστραμμένη” πολιτική τάξης και έθνους. Εδώ θα ήταν στείρο να διαχωρίσουμε τα “πολιτισμικά” από τα “οικονομικά” ζητήματα: αυτά τα δύο συνδέονται αξεδιάλυτα. Στον βαθμό που η εθνικιστικο-οικονομική ατζέντα του Τραμπ είχε μια λαϊκή βάση, αυτή στηριζόταν σε εργατικά και μεσοαστικά στρώματα που είχαν υποφέρει από την απώλεια των θέσεων εργασίας προς το εξωτερικό και τα οποία μάλλον φοβούνταν τον ανταγωνισμό από την είσοδο των μεταναστών στην απασχόληση, παρά θα τους καλοδέχονταν ως μια φθηνή πηγή εργασίας47. Ανάλυση [της σύνθεσης] των υποστηρικτών του Τραμπ πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου του 2016 υποδήλωνε ότι ήταν πιο πιθανό να στερούνται ενός πανεπιστημιακού πτυχίου και είχαν ελαφρά μεγαλύτερα από τον μέσο όρο εισοδήματα· ο Τραμπ τα πήγαινε επίσης πολύ καλά μεταξύ των ειδικευμένων μπλε-κολλάρων48. Τα άμεσα υλικά συμφέροντα αυτών των ομάδων στην εποχή της παγκοσμιοποίησης μπορούν εύλογα να τεθούν με εθνικιστικούς όρους. Η κομβική κίνηση του Τραμπ το 2015 ήταν να συνδυάσει τον πυρήνα του Ρεπουμπλικανικού εκλογικού σώματος – ευαγγελιστές· σχετικά εύπορους λευκούς, ψηφοφόρους από την ύπαιθρο και τα προάστεια του Νότου· ένα τμήμα της εργατικής τάξης από τα Αππαλάχια – με ένα μικρό τμήμα μετακινούμενων ψηφοφόρων απο την εργατική τάξη στις άνω Μεσοδυτικές πολιτείες49. Θα ήθελε απελπισμένα να διατηρήσει αυτή τη συμμαχία το 2018.

Ακόμα πιο εντυπωσιακή, σε ταξικούς όρους, είναι η εχθρική σχέση του Τραμπ με κομβικούς τομείς της αμερικάνικης ελίτ, σε οξεία αντίθεση με τις καλές σχέσεις που απολάμβαναν οι φασίστες ηγέτες του μεσοπολέμου με τους μεγαλοαστούς και τους μεγαλογαιοκτήμονες. Παραβιάζοντας τις “νόρμες” της καπιταλιστικής δημοκρατίας, ο @realDonaldTrump [στο Τουίτερ] διαλέγει συχνά μεγάλες αμερικανικές εταιρείες – General Motors, Google, Pfizer, Amazon και Comcast, ιδιοκτήτρια του NBCστις οποίες επιτίθεται με οξύτητα. Οι αμερικανικές επιχειρηματικές ελίτ είναι διαιρεμένες, όχι μόνο ανάμεσα σε τομεακά συμφέροντα που ανταγωνίζονται για τα γενναία δώρα του κράτους σε ένα πλαίσιο δομικής τελμάτωσης – ορυκτά καύσιμα εναντίον πυρηνικών, για παράδειγμα, ή η υπεράσπιση από τις εταιρείες ασφάλειας υγείας του μαζικού ξεπουλήματος προς τις επιχειρήσεις, γνωστού ως Affordable Care Act αλλά και σχετικά με μείζονα ζητήματα παγκόσμιου ελεύθερου εμπορίου, ροές κεφαλαίου και προστατευτισμού, δεδομένης της συμβιωτικής αλλά (αντ)αγωνιστικής σχέσης ανάμεσα στις ΗΠΑ και μια αναδυόμενη Κίνα. Το αποτέλεσμα της κυβέρνησης Τραμπ είναι μάλλον η όξυνση της βαθιάς σύγκρουσης συμφερόντων εντός της κυρίαρχης τάξης παρά η προσπάθεια της υπέρβασής τους.

Η απουσία οποιασδήποτε οργανικής σύνδεσης με την τάξη της οποίας είναι μέλος μπορεί να ειδωθεί στην κατάρρευση της πρωτοβουλίας του για “δουλειές στη βιομηχανία” [“Manufacturing Jobs Initiative], στον απόηχο των περιβόητων σχολίων του για το Charlottesville, καθώς και στην παραίτηση του πρώην στελέχους της Goldman Sachs Gary Cohn από τη θέση του προέδρου του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου εξαιτίας των κυβερνητικών δασμών για το ατσάλι και το αλουμίνιο50. Έτσι, ενώ το Χρηματιστήριο φαίνεται να τα πηγαίνει σχετικά καλά και οι περικοπές φόρων και η απορρύθμιση είναι καλοδεχούμενες, υπάρχει μια έντονη ανησυχία στην τάξη των καπιταλιστών των ΗΠΑ σχετικά με τον Τραμπ. Οι σχέσεις με τα ΜΜΕ και τους διανοούμενους είναι ακόμα χειρότερες. Μεγιστάνες από τον χώρο των Ρεπουμπλικάνων, όπως ο Rove, είναι ανοιχτά επικριτικοί για τις συνεχείς επιθέσεις του στις εταιρείες των “ψευδών ειδήσεων” και για την απουσία υποστήριξης μεταξύ των ατόμων με υψηλό μορφωτικό επίπεδο.

Οι σχέσεις του Τραμπ με την ιντελιγκέντσια της εθνικής ασφάλειας και την ιμπεριαλιστική γραφειοκρατία έχουν υπάρξει επίσης ανταγωνιστικές. Ο Πρόεδρος βλέπει ξεκάθαρα τις σχολές των Διεθνών Σχέσεων και τον “φορέα” τους, το Υπουργείο Εξωτερικών, με περιφρόνηση· ο Λευκός Οίκος είχε προτείνει αρχικά την περικοπή του προϋπολογισμού του κατά 30%51. Έχουν υπάρξει πολυάριθμες κραυγές συναγερμού από αυτόν τον τομέα σχετικά με την “απότομη πτώση στην θέση και την επιρροή των Ηνωμένων Πολιτειών σ’ ολόκληρο τον κόσμο”, με τον Τραμπ να κατηγορείται ότι έχει “δυσφημήσει και αποδεκατίσει” τις επαγγελματικές δημόσιες υπηρεσίες, ιδιαίτερα το Υπουργείο Εξωτερικών, την CIA, και το FBI52. Είναι ο μόνος πρόεδρος στη ζωντανή μνήμη με την “τόλμη” να κάνει δημόσιο ζήτημα το πόσο κοστίζουν οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις των ΗΠΑ στην Ευρώπη και την Ασία. Αυτό οδήγησε σε σχόλια αγανάκτησης σ’ ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, που καταδίκαζε τον Πρόεδρο για αποτυχία να καταλάβει τον ζωτικό ρόλο που παίζουν οι προκεχωρημένες βάσεις. Πραγματικά, το Υπουργείο Εξωτερικών με την υποστήριξη των Δημοκρατικών έχει υπάρξει συχνά πιο πολεμοχαρές από τον ίδιο τον Τραμπ, αναγκάζοντάς τον να υιοθετήσει μια σκληρότερη γραμμή απέναντι στη Ρωσία και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Βόρειας Κορέας53.

Στις εξωτερικές σχέσεις ο Τραμπ σπάει συστηματικά ταμπού, αναμειγνύοντας εμπορικές απαιτήσεις από τους συμμάχους με εκκλήσεις για μεγαλύτερες στρατιωτικές εισφορές. Η ομολογημένη στάση του δεν είναι η ανατροπή της διεθνούς τάξης αλλά, μάλλον, η επιδίωξη μιας αναβάθμισης της αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας σ’ αυτήν. Συνεπώς, στον τομέα αυτό υπάρχει πολύ μεγαλύτερη συνέχεια απ’ ό,τι μπορεί αρχικά να φανεί. Ο Τραμπ έχει αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες και καλεί σε έναν εκσυγχρονισμό του πυρηνικού οπλοστασίου, αλλά οι προτάσεις αυτές είναι, ουσιαστικά, συνέχεια αυτών της προηγούμενης διοίκησης. Για το εμπόριο, είναι ακόμα πολύ νωρίς για να πούμε τι είναι απλό θέαμα για εκλογικούς σκοπούς – αλλαγές στη NAFTA και ξαναπλασάρισμά της: “κρατήσαμε τις υποσχέσεις” – και τι είναι πιο αποφασισμένη και ρεαλιστική πολιτική. Έτσι, κατά συνέπεια, η κυβέρνηση Τραμπ “πάει πακέτο” με τα γεράκια της Κίνας, ανεβάζοντας τους ρυθμούς του “άλματος στην Ασία” του Ομπάμα, αν και η εγκατάλειψη της λιμνάζουσας συμφωνίας Trans-Pacific Partnership (TPP) κατάργησε μια εμπορική συμφωνία που ήταν ενάντια στα κινεζικά συμφέροντα. Στη Μέση Ανατολή, ο Λευκός Οίκος κλίνει προς την δεξιά πλευρά της δικομματικής συναίνεσης, συνεχίζοντας την υποστήριξη του Ομπάμα στον πόλεμο που διεξάγει η Σαουδική Αραβία στην Υεμένη, σφίγγοντας ταυτόχρονα τις “βίδες” στον Ιράν. Το ξήλωμα της συμφωνίας Comprehensive Plan of Action (JCPA) είναι ένα χτύπημα στον προκάτοχό του, αλλά και ο Ομπάμα είχε απειλήσει την Τεχεράνη ότι “όλες οι επιλογές είναι στο τραπέζι”, επισείοντας την απειλή του κυβερνοπολέμου εναντίον του καθεστώτος και προσπαθώντας να στραγγαλίσει την ιρανική οικονομία.

Στο εσωτερικό, η πάγια ρεπουμπλικανική οικονομική πολιτική των περικοπών φόρων και της απορρύθμισης έχει γαρνιριστεί με διοικητικά επιβεβλημένους δασμούς και επαναδιαπραγματευθείσες εμπορικές συμφωνίες. Το υπουργικό συμβούλιο του Τραμπ συνδυάζει συμβατικό προσωπικό του GOP54 με σκόρπιους διορισμένους “μπαλαντέρ”. Τα πιστά μέλη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος καταλαμβάνουν τα υπουργεία Εξωτερικών, Εσωτερικής ασφάλειας, Υγείας και Κοινωνικών Υπηρεσιών, Ενέργειας, Εργασίας, Μεταφορών, Εσωτερικών, Γεωργίας, Θεμάτων Βετεράνων και το Γραφείο Διαχείρισης και Προϋπολογισμού. Η CIA είναι στα χέρια ενός βετεράνου με τριακονταετή καριέρα. Το υπουργείο Οικονομικών είναι, ως συνήθως, στα χέρια κάποιου τύπου από την Goldman Sachs. Το υπουργείο Άμυνας είναι υπό τον έλεγχο ενός στρατηγού καριέρας. Αυτά αφήνουν τον νευροχειρουργό και γκουρού του λάιφ-στάιλ Ben Carson στο υπουργείο Στέγασης και Αστικής Ανάπτυξης, την δισεκατομμυριούχο ευαγγελίστρια Betsy DeVos στο υπουργείο Παιδείας, τον κερδοσκόπο προβληματικών εταιρειών Wilbur Ross στο υπουργείο Εμπορίου και τον λομπίστα της βιομηχανίας λιγνίτη Andrew Wheeler στην EPA (Environmental Protection Agency, Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος). Αυτές οι υπηρεσίες είναι εκείνες που ασχολούνται με τον πιο άμεσο τρόπο με την πρόνοια και την ευημερία των μαζών του πληθυσμού και είναι, συνεπώς, σχετικά περιθωριακοί με τις κεντρικές έγνοιες του αμερικανικού καπιταλισμού. Τα προγράμματα που προωθούνται εδώ δεν είναι καθόλου αντίθετα με τους στόχους των συντηρητικών: υπονόμευση του νόμου για τη δίκαιη στέγαση, Fair Housing Act (Carson), υποστήριξη για κερδοσκοπικά κολλέγια και ληστρικά φοιτητικά δάνεια (DeVos), αλλοίωση της καταμέτρησης της απογραφής (Ross), άρνηση της κλιματικής αλλαγής, απορρύθμιση της υδραυλικής ρηγμάτωσης55 και η αποχώρηση από τη Συμφωνία του Παρισιού για το περιβάλλον (Wheeler). Ο Τραμπ εξαρτάται εκλογικά από τις ψήφους των ευαγγελιστών του Ρεπουμπλικανικού κόμματος και έχει κάτι ό,τι καλλίτερο για να τους ικανοποιήσει στο Ανώτατο Δικαστήριο: μια ατζέντα που οποιοσδήποτε πετυχημένος Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος θα είχε επιδιώξει.

Το στυλ ηγεσίας του Τραμπ είναι σίγουρα αντισυμβατικό: η αδιαφορία του για την “ιερή βαρύτητα” της προεδρίας και η ολοφάνερη επιμονή του για προσωπική αφοσίωση· η επίδειξη λήψης αποφάσεων “στο πόδι” με άμεση απεύθυνση προς τα 56 εκατομμύρια των ακολούθων του στο Τουίτερ· τα ρατσιστικά μηνύματά του και η γενικότερη χοντροκοπιά του56. Οι μάχες του όμως με τον δημόσιο τομέα είναι κυρίως προσωπικές – ζητήματα αυταρχικής διαχείρισης – και δεν έχουν τίποτα κοινό με την ριζοσπαστικοποίηση των στρατιωτικών στελεχών που βοήθησαν στη διαμόρφωση των φασιστικών καθεστώτων του μεσοπολέμου, γιατί ο Τραμπ δεν έχει κάποια στρατιωτική οργάνωση υπό τη διοίκησή του. Προϊόν μιας πολιτικής κουλτούρας που κυριαρχείται από το χρήμα και το θέαμα, έχει προσδέσει το αστέρι του στο GOP και η κυβέρνηση είναι σε μεγάλο βαθμό το δημιούργημά του.

4. Αταίριαστος πατρογονισμός

Αλλά αν ο “φασισμός”, όπως κι αν αξιολογείται, είναι μια παραπλανητική κατηγορία για να συλλάβουμε την προεδρία Τραμπ, τότε ποια είναι μια καλλίτερη εννοιολογική προσέγγιση; Εδώ είναι, ίσως, βοηθητικό να ανακαλέσουμε τις τρεις μορφές διακυβέρνησης του Βέμπερ, κάθε μια με το δικό της όργανο κυριαρχίας και τη δική της λογική νομιμοποίησης: η χαρισματική, η κληρονομική/πατρογονική57 και η γραφειοκρατική. Εκεί που ο Τραμπ είχε χώρο να καθορίσει τον χαρακτήρα της εκτελεστικής εξουσίας, έχει λειτουργήσει λιγότερο όπως ένας ηγέτης ενός σύγχρονου γραφειοκρατικού κόμματος παρά ως κληρονομική κεφαλή ενός νοικοκυριού. Σύμφωνα με την περιγραφή του Βέμπερ:

Το πατρογονικό αξίωμα στερείται πάνω απ’ όλα τον γραφεικοκρατικό διαχωρισμό της “ιδιωτικής” και της “επίσημης” σφαίρας. Αλλά και για την πολιτική διαχείριση, κι αυτή, επίσης, αντιμετωπίζεται ως καθαρά προσωπικό ζήτημα του κυβερνήτη και η πολιτική εξουσία θεωρείται μέρος της προσωπικής του περιουσίας, η οποία μπορεί να αξιοποιηθεί με τα μέσα των συνεισφορών και των τελών58.

Παρ’ όλα αυτά, το πατρογονικό δικαίωμα, κατανοούμενο μ’ αυτόν τον τρόπο – η διακυβέρνηση ασκούμενη όπως σε ένα νοικοκυριό, με ελάχιστη, αν οποιαδήποτε, διάκριση ανάμεσα στα δημόσια και ιδιωτικά συμφέροντα του κυβερνήτη, του οποίου οι προτιμήσεις εξασφαλίζουν την αφοσίωση των εξαρτώμενων και ακολούθων – ήταν μια μορφή κυριαρχίας σχεδιασμένη για προ-νεωτερικές, προ-καπιταλιστικές κοινωνίες, στις οποίες το ιδεολογικό βάρος της “παράδοσης” θα αρκούσε για να νομιμοποιήσει τη διαδικασία κυριαρχίας. Στην ύστερη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και τη μεσαιωνική Ευρώπη, αυτό το σύστημα μπορούσε να οργανώσει ολόκληρα βασίλεια. Η ιδέα του Τραμπ για τη διακυβέρνηση είναι πατρογονική, μ’ αυτήν ακριβώς την έννοια. Γι’ αυτόν, η σχέση του προσωπικού με τον ηγέτη δεν είναι μια απρόσωπη δέσμευση στις αρχές του κράτους αλλά η “πίστη και αφοσίωση ενός υπηρέτη, που βασίζεται σε μια αυστηρά προσωπική σχέση”59. Με λίγα λόγια, είναι οικογενειακή. Δεσμοί καθαρά προσωπικής αφοσίωσης δένουν αυτό το άθλιο περιβάλλον των λούμπεν-εκατομμυριούχων (οι Ross και Kushner μέσα στην κυβέρνηση, ο Thomas Barrack εκτός) και “κολλιτσίδες” διαφόρων ειδών (Miller, Whitaker) με τον Τραμπ. Παρ’ όλα αυτά, εξασκεί αυτό το στυλ εξουσίας στην ηγεσία ενός σύγχρονου καπιταλιστικού κράτους. Αυτός είναι ένας εγγενώς παραδοξολογικός συνδυασμός60.

Η εκλογή του Τραμπ εισήγαγε αυτή την κληρονομική δομή σαν ένα ξένο σώμα μέσα στο μαζικό νομικο-ορθολογικό αμερικανικό γραφειοκρατικό κράτος, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα διακυβέρνησης. Ένα ζήτημα είναι ότι το πατρογονικό δίκτυο του Τραμπ είναι απλά πολύ μικρό για να στελεχώσει ομοσπονδιακές υπηρεσίες με άτομα που να είναι εξίσου και ελάχιστα ανταγωνιστικά και να πληρούν τα επιθυμητά στάνταρ αφοσίωσης. Ο υψηλός ρυθμός αντικαταστάσεων – το ένα τρίτο σχεδόν του προσωπικού με την μεγαλύτερη επίδραση στο εκτελεστικό γραφείο του Προέδρου έπρεπε να αντικατασταθεί τον πρώτο χρόνο – είναι ένα σύμπτωμα αυτού του μη-ταιριάσματος61. Η βραδύτητα της κυβέρνησης Τραμπ στην πλήρωση ηγετικών θέσεων στην ομοσπονδιακή γραφεικοκρατία μοιάζει, ίσως, σαν μια καθιερωμένη ρεπουμπλικανική στρατηγική υπονόμευσης των υπηρεσιών αλλά, μάλλον, είναι πιθανότερο να οφείλεται στην απόμακρη σχέση του Τραμπ με το Ρεπουμπλικανικό κόμμα και το μικρό μέγεθος του δικτύου του.

Ένα δεύτερο πρόβλημα είναι η ενεργή αντίσταση του νομικο-ορθολογικού κράτους στο “πατρογονικό” νοικοκυριό. Σχολιαστές παρουσιάζουν συχνά την σύγκρουση ανάμεσα στον Τραμπ και τη γραφειοκρατία σαν μια σύγκρουση ανάμεσα σε έναν αυταρχικό πρόεδρο και τους φορείς των “δημοκρατικών νορμών”62. Αλλά ο Comey (συγγραφέας ενός υπομνήματος που ενέκρινε δεκατρείς μορφές βασανισμού υπό την κυβέρνηση Μπους), ο Mueller (πιστός υπερασπιστής της μυστικής μαζικής επιτήρησης), ο Wray (που εργάστηκε υπό τον Comey όταν εκείνος παρείχε νομική δικαιολόγηση των βασανισμών) και ο Rosenstein (μια επιμελής “πηγή” διαρροών) έχουν μια, τουλάχιστον, αμφιλεγόμενη αφοσίωση στη δημοκρατία ή ακόμα και στο Σύνταγμα, στον βαθμό που αυτό σηματοδοτεί την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων. Αν μη τι άλλο, ο προσανατολισμός τους είναι προς τη νομιμότητα με την στενή έννοια των γραπτών κανόνων ως βάσης για νομιμοποιημένη δράση· οι γραφειοκράτες υπάλληλοι, σε αντίθεση με τους πατρογονικούς ομοτράπεζους τους, υποτίθεται ότι βλέπουν τις δραστηριότητές τους ως την εκπλήρωση ενός καθήκοντος προς το αξίωμα, την υπηρεσία, όχι το πρόσωπο63. Η άνοδος του Τραμπ στον Λευκό Οίκο έχει λοιπόν απελευθερώσει μια τιτάνια πάλη ανάμεσα σε αντιτιθέμενες δομές κυριαρχίας, εμφανέστερα ενσαρκωμένες στην έρευνα Mueller. Αυτή η εξουθενωτική σύγκρουση είναι ένα φανερό όριο στην ατζέντα της κυβέρνησης. Σημαίνει ότι, πρακτικά, ο πατρογονισμός δεν μπορεί να είναι πλήρης.

Περιορισμένη ελκυστικότητα

Επιπλέον, ενώ το στυλ εξουσίας του Τραμπ μπορεί να είναι πατρογονιστικό, η νομιμοποίησή του είναι καθαρό ότι δεν μπορεί να εξαρτάται από το βάρος της παράδοσης – η συμβολική εξουσία του αιώνιου χθες· ούτε είναι νομικο-ορθολογική. Δεν μπορεί παρά να είναι χαρισματική. Αυτή είναι μια δεύτερη αντίφαση, μιας και πατρογονικός ηγεμόνας δεν χρειάζεται να έχει χάρισμα, κάτι που στις προ-νεωτερικές κοινωνίες είναι τυπικά γνώρισμα των προφητών, όχι των ηγετών. Η εκδοχή χαρίσματος του Τραμπ απορρέει από την ικανότητά του να μιλά μια γλώσσα που – όσο συχνά κι αν ξεστομίζει ολοφάνερα ψέμματα – μοιάζει να είναι πολύ πιο κοντά στις συνηθισμένες, αφτιασίδωτες σπιτικές αλήθειες απ’ ό,τι οι ρουτινιάρικες φράσεις και οι επίσημοι ευφημισμοί οποιουδήποτε άλλου πολιτικού αυτή τη στιγμή. Μια άλλη ειδικότητά του είναι ο τρόπος με τον οποίο ξεφεύγει από τις βαρετές ρουτίνες της επίσημης εξουσίας: σκίσιμο έτοιμων λόγων, προσβολή ξένων αξιωματούχων, χαρακτηρισμός της οικογένειας Μπους ως μιας συλλογής μετριοτήτων κοκ. Η θελκτικότητά του είναι αυτή του ατόμου που σπάει τα ταμπού – αν και, αδιαμφισβήτητα, με μια μάτσο αλλαζονεία64.

Αλλά το χάρισμα θα πρέπει να μεταδίδεται. Υπάρχουν δυο τρόποι που μπορεί να γίνει αυτό: μέσω μιας οργάνωσης- ενός κινήματος, ή κόμματος: αυτή είναι τυπικά η σύγχρονη μορφή – ή μέσω ενός κάποιου είδους ΜΜΕ, την τυπικά μεταμοντέρνα μορφή. Το κανάλι Fox και το Τουίτερ, μαζί με ένα πλήθος ιστοτόπων της δεξιάς, παρέχουν αυτή την προβολή προς τα κάτω στον πληθυσμό στην περίπτωση του Τραμπ. Το αποτέλεσμα προσομοιάζει με την περιγραφή του Μαρξ στην 18η Μπρυμαίρ της επιρροής του Λουδοβίκου Ναπολέοντα πάνω στον εξατομικευμένο αγροτικό πληθυσμό της Γαλλίας. Αλλά αν αυτό ήταν, ίσως, το πιο πρώιμο παράδειγμα χαρίσματος χωρίς μια μαζική οργάνωση, αυτό δεν διαδόθηκε μέσω των ΜΜΕ αλλά από τον “θρύλο” – τη μνήμη του Ναπολέοντα του Πρώτου, ως του στερεωτή της Επανάστασης, που διένειμε γη στους αγρότες, όπως την δανείστηκε η καθόλου εντυπωσιακή προσωπικότητα του ανηψιού του. Σήμερα, η χαρισματική ηγεσία πολώνει ένα σειριοποιημένο κοινό μέσω των ΜΜΕ, σύμφωνα με τις γραμμές της περιγραφής του Σαρτρ για μια ουρά στο λεωφορείο: η ενότητα των υποστηρικτών του Τραμπ συνίσταται στην εικόνα του Τραμπ ακριβώς όπως η ενότητα αυτών που περιμένουν στην ουρά για το λεωφορείο συνίσταται στο λεωφορείο που περιμένουν. Αλλά αυτή είναι μια συνηθισμένη μεταμοντέρνα μορφή, παραδείγματα της οποίας είναι, πριν από τον Τραμπ, ο Ομπάμα και ο Μπερλουσκόνι65.

Το μεταμοντέρνο χάρισμα αναδεικνύει ακόμα μια αντίφαση για έναν επίδοξο πατρογονιστή ηγέτη. Ιδανικά, η χαρισματική αύρα μεταδίδεται στο επιτελείο μέσω κάποιου είδους ιδεολογίας, δημιουργώντας στρώματα μαθητών που μπορούν να διαδώσουν το κεντρικό μήνυμα προς τα έξω και προς τα κάτω. Αλλά ο Τραμπ δεν έχει μηχανισμό για κάτι τέτοιο και έτσι στερείται μαθητών. Ο Bannon παραμερίστηκε γρήγορα, εν μέρει μέσω της απώθησης από το νομικο-γραφειοκρατικό κράτος, ιδιαίτερα την στρατοκρατική-ιμπεριαλιστική του πτέρυγα – αρχικά εκδιώχτηκε από το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας (NSC) – αλλά και εξαιτίας του ότι ο Τραμπ ενστικτωδώς κατάλαβε ότι οι διανοητικές βλέψεις του Bannon ήταν μια απειλή στην καθαρά προσωπική αφοσίωση, η οποία αποτελεί τη μοναδική βάση για να είναι κανείς μέλος στην κυβέρνηση. Ο Jefferson Sessions, ό,τι πλησιέστερο σε έναν ιδεολόγο στο υπουργικό συμβούλιο, προσφέρει μια άλλη περίπτωση. Ο αντιμεταναστευτικός φανατισμός του Sessions είναι ριζωμένος σε μια θεωρία της εξέλιξης των ΗΠΑ κατά τα ενενήντα περίπου προηγούμενα χρόνια. Σύμφωνα μ’ αυτόν, οι τεράστιες ανισότητες της Επίχρυσης Εποχής66 ήταν μια έκφραση της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης από την Νότια και την Ανατολική Ευρώπη. Με την ψήφιση του Μετανστευτικού Νόμου67Νόμου για την Εθνική Καταγωγή) το 1924, ο ευρωπαϊκός πληθυσμός αφομοιώθηκε, γινόμενος μια ομοιογενής λευκή εργατική και μεσαία τάξη – το θεμέλιο της παγκόσμιας ισχύος των ΗΠΑ και της ηρεμίας στο εσωτερικό κατά τον 20ο αιώνα.68 Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Τραμπ εξανάγκασε την απομάκρυνσή του εξαιτίας της ανεπαρκούς αφοσίωσής του, αντικαθιστώντας τον με τον δύσμοιρο και, κατά τα φαινόμενα, στερούμενο ιδεών Matthew Whitaker. Αυτός ο απεγνωσμένος πατρογονισμός εκφράζεται ο ίδιος στο μείγμα δουλοπρεπούς δημόσιας αφοσίωσης και των διαρκών διαρροών, συκοφαντιών και πισώπλατων μαχαιρωμάτων που χαρακτηρίζει τον ενδότερο κύκλο της κυβέρνησης.

Ο συνδυασμός ενός χαρισματικού ηγέτη που κυβερνά με έναν πατρογονιστικό τρόπο σε ένα νομικο-ορθολογικό γραφειοκρατικό κράτος, σε ένα πολιτικό σύστημα που είναι σε μεγάλο βαθμό ολιγαρχικό, εντός των δημοκρατικών του φορμών, είναι καταστατικά – και πολλαπλά – αντιφατικός. Συνεπώς, η ασυνέπεια του Τραμπ ως κυβερνήτη δεν είναι απλά, αν και είναι και αυτό, μια ιδιοσυγκρατική αποτυχία. Είναι ένα δομικό αποτέλεσμα του είδους της εικόνας που θέλει να περάσει, προεδρεύοντας στο είδος αυτό πολιτικο-πολιτισμικής τάξης που είναι η μεταμοντέρνα Αμερική. Η ακραία μορφή υβριδικότητας που ενσαρκώνει υποτείνει ότι είναι άγονο να του αποδώσει κανείς οποιαδήποτε γενική ταξινόμηση όπως ο φασισμός, η αυταρχικότητα ή ο λαϊκισμός, αν και ίσως επιδεικνύει ίχνη τουλάχιστον αυτού του τρίτου, αν όχι και του δεύτερου – καθώς και εθνικισμού, ρατσισμού και σεξισμού. Τυχαία στην αφετηρία της, αυτή η μορφή εξουσίας παραείναι ασταθές συστατατικό για να έχει μόνιμη ισχύ. Δεν υπάρχει “ιδεολογία” ή “σκοπός” του Τραμπ στον οποίο να δεσμευτούν οι νομιμόφρονες σ’ αυτόν, όταν φύγει από το αξίωμα. Άλλωστε, το πολιτικό υπόβαθρο του ίδιου του προέδρου είναι σταθερά ριζωμένο στον δημοκρατικό μηχανισμό της Νέας Υόρκης.

Οι ενδιάμεσες εκλογές του 2018 υπογράμμισαν αυτή την αδυναμία. Ακόμα και με τα πλεονεκτήματα ενός σχετικά εξαιρετικά ευνοϊκού κλίματος και του εντυπωσιακού μαγειρέματος69 των εκλογικών περιφερειών από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, οι ενδιάμεσες εκλογές έδειξαν μια έντονη μετακίνηση από τον Τραμπ στις κρίσιμες Άνω Μεσοδυτικές πολιτείες – Ουισκόνσιν, Μίτσιγκαν, Πενσυλβάνια – και οξεία διάβρωση της υποστήριξής του στην Αριζόνα και το Τέξας. Πάνω από 60 εκατομμύρια ψήφισαν το Δημοκρατικό Κόμμα έναντι περίπου 50 εκατομμυρίων που ψήφισαν τους Ρεπουμπλικάνους. Οι γυναίκες ψήφισαν εναντίον του με διαφορά 19 ποσοστιαίων μονάδων· το πλεονέκτημα που είχε το 2016 μεταξύ των λευκών γυναικών εξαφανίστηκε. Οι νέοι ψηφοφόροι και οι Ισπανόφωνοι συμμετείχαν στις εκλογές σε ποσοστά ρεκόρ για ενδιάμεσες εκλογές και οι ψηφοφόροι στις ηλικίες 18-29 ψήφισαν τους Δημοκρατικούς με διαφορά 35 μονάδων. Οι Δημοκρατικοί ξαναπήραν το Κογκρέσο με βάση μεγάλα κέρδη στα προάστια, όπου ζει η μεγάλη πλειοψηφία των Αμερικανών, και κέρδισαν τους ανεξάρτητους ψηφοφόρους με διαφορά 12 μονάδων. Η κυριαρχία του GOP στις αραιοκατοικημένες περιοχές των αγροτικών πολιτειών τους δίνει ένα πλεονέκτημα στη Γερουσία και το Κολλέγιο των Εκλεκτόρων και η υποστήριξη από τον Τραμπ – και οι ομοβροντίες των μηνυμάτων του στο Τουίτερ εναντίον των Κεντροαμερικανών μεταναστών – ίσως βοήθησε τους Ρεπουμπλικάνους υποψήφιους στην Ινδιάνα και τη Βόρεια Ντακότα. Αλλά οι εκλογές ήταν μια καταστροφή στις “ευμετάβλητες70 πολιτείες και στις προαστιακές περιφέρειες για το Κογκρέσο71.

5. Προοπτικές

Η πολιτική λογική του καρφιτσώματος της ταμπέλας “φασίστας” στον Τραμπ είναι αρκετά απλή. Σημαίνει την ενοποίηση πίσω από το πρόγραμμα της τωρινής ηγεσίας των ΔημοκρατικώνPelosi, Schumer, οι Κλίντον, οι Ομπάμα και άλλοι επιθεωρητές της ολιγαρχικής τάξης· αυτό το ίδιο σχέδιο που έδωσε στον Τραμπ τον Λευκό Οίκο το 2016. Παρ’ όλα αυτά, η “μετριοπαθής” στρατηγική τους υπέστη κάποιες εντυπωσιακές ήττες στην Ιντιάνα, τη Βόρεια Ντακότα και το Μιζούρι, ενώ πιο ριζοσπάστες υποψήφιοι για τη θέση του κυβερνήτη στην Τζόρτζια και την Φλόριδα τα πήγαν αρκετά καλά, φέρνοντας ανταγωνιστικά αποτελέσματα. Οι Δημοκρατικοί έχασαν στους λευκούς άντρες χωρίς κολλεγιακή μόρφωση με διαφορά 34 ποσοστιαίων μονάδων στις ενδιάμεσες εκλογές, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι μια εξισωτιστική, φιλεργατική πολιτική μπορεί να διασπάσει αυτό το τείχος72. Οι αξιοθαύμαστες απεργίες των δασκάλων στη Δυτική Βιρτζίνια, το Κεντάκυ και την Οκλαχόμα, συν οι επιτυχημένες πρωτοβουλίες ψηφοφοριών για την αποκατάσταση των εκλογικών δικαιωμάτων των καταδικασμένων στην Φλόριδα – δικαιολογημένα η πιο σημαντική νίκη του 2018 – και η επέκταση του προγράμματος υγείας Medicaid στο Αϊντάχο και την Νεμπράσκα, μαζί με το γεγονός ότι ο Sanders παραμένει ο πιο δημοφιλής πολιτικός στη χώρα, όλα δείχνουν την πιθανότητα ενός ριζοσπαστικού συνασπισμού που μπορεί ίσως να καλύψει το χάσμα πόλης-υπαίθρου. Αυτό απαιτεί, όμως, συνεπή κριτική της πολιτικής που στηρίζεται στα πολλά λεφτά και την κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού τομέα με την οποία η νεοφιλελεύθερη πτέρυγα του Δημοκρατικού κόμματος είναι σταθερά συμμαχική. Η ευπρόσδεκτη εκλογή μελών του Κόμματος των Δημοκρατών Σοσιαλιστών73 στο Κογκρέσο – και οι χωρίς προηγούμενο αριθμοί συμμετοχής των γυναικών και των υπο-αντιπροσωπευόμενων μειονοτήτων – θα έχουν ελάχιστη επίδραση στη χώρα αν δεν είναι τίποτα περισσότερο από πεζικάριοι της Πελόσι.

Η λογική αυτού που κάποτε αποκαλούνταν “λαϊκομετωπισμός” μπορεί να ειδωθεί πιο καθαρά εκεί που δέχεται αντίσταση. Έτσι ο Thus John Bellamy Foster, ένας ένθερμος υπερασπιστής της θέσης για τον “Τραμπ ως νεοφασίστα”, ισχυρίζεται ότι “η παλιά στρατηγική της αριστεράς για το Λαϊκό Μέτωπο της ένωσης με τον κατεστημένο φιλελευθερισμό είναι πρακτική μόνο σε έναν περιορισμένο βαθμό σε συγκεκριμένες περιοχές”, μεταξυ των οποίων η προστασία “βασικών πολιτικών δικαιωμάτων” όπως ο “διαχωρισμός των εξουσιών και οι συνταγματικές ελευθερίες”74. Φυσικά η υπεράσπιση των βασικών ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων75 είναι ένα σημαντικό καθήκον για την αμερικανική αριστερά. Αλλά σημαίνει αυτό την υπεράσπιση μιας ιμπεριαλιστικής προεδρίας, ενός διορισμένου από τη Γερουσία ανώτατου ομοσπονδιακού δικαστικού σώματος και ενός πλειοψηφικού εκλογικού συστήματος76 που είναι “στημένο” από τα δυο κυρίαρχα κόμματα, όπως προσδιορίζεται από τον διαχωρισμό των εξουσιών και το Σύνταγμα; Το αμερικανικό κράτος, όπως είναι αυτή τη στιγμή διαμορφωμένο, είναι ένα από τα πιο ξεκάθαρα παραδείγματα αυτού που ο Luciano Canfora αποκαλεί ως “μικτό σύστημα”: “λίγη δημοκρατία και μεγάλη δόση ολιγαρχίας”77. Απαντώντας στο κάλεσμα της δεξιάς για μια νέα Συντακτική Συνέλευση – η οποία θα έπρεπε να είναι ευπρόσδεκτη και όχι να γίνεται δεκτή με τρόμο – η αριστερά πρέπει να προτάξει το δικό της πολιτικό όραμα: αναλογική αντιπροσώπευση στις πολυεδρικές περιφέρειες· ένα άμεσα εκλεγμένο ενιαίο Κοινοβούλιο στο οποίο η εκτελεστική εξουσία, η κεντρική τράπεζα και το δικαστικό σώμα θα πρέπει τελικά να λογοδοτούν· κατάργηση του FBI, της CIA και του υπουργείου “Εσωτερικής Ασφάλειας”.

Ένα θετικό της υπάρχουσας Κυβέρνησης είναι ότι, παρά το ότι ο ίδιος στερείται ιδεολογικής συνοχής, ο Τραμπ πολιτικοποιεί τα πάντα, υπονομεύοντας έτσι τη φαντασίωση της τεχνοκρατικής συναίνεσης και της καθοριζόμενης από τους κανόνες συμπεριφοράς. Δεν υπάρχει πραγματικό ανάλογο των ανοιχτών επιθέσεών του στο υπουργείο Δικαιοσύνης, τα δικαστήρια και τα όργανα ασφαλείας, για να μην μιλήσουμε για την απόρριψη εκ μέρους του της ιδέας ότι δομές όπως το NATO, η NAFTA και ο ΠΟΕ, για παράδειγμα, δεν είναι πολιτικές. Αυτή η διαπεραστική πολιτικοποίηση των θεσμών και των συνθηκών του νεοφιλελεύθερου κράτους μπορεί να έχει μη ηθελημένες συνέπειες. Στις εκλογές για το Κογκρέσο του 2018, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Τραμπ φέρει σε μεγάλο βαθμό την ευθύνη για ένα χωρίς προηγούμενο αποτέλεσμα τα τελευταία πενήντα χρόνια: ένα ποσοστό συμμετοχής 49% σε ενδιάμεσες εκλογές. Μ’ αυτή τη στοιχειώδη έννοια, η άνοδος του Τραμπ δεν έχει ως αποτέλεσμα τη διάβρωση της αμερικανικής δημοκρατίας αλλά, μάλλον, λειτούργησε ως μια ένεση αδρεναλίνης σε ένα ετοιμοθάνατο σύστημα. Μπορεί η αριστερά να μεταστρέψει αυτό το νέο έδαφος σε πλεονέκτημά της; Το αμερικανικό εκλογικό σύστημα παραμένει ένα από τα πιο αντιδημοκρατικά στον αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο, με διακαστήρια που δεν λογοδοτούν, αυθαίρετη εκτελεστική εξουσία, αλλοιωμένες εκλογικές περιφέρειες και ευθύς εξαρχής εξαναγκασμό του ψηφοφόρου να στηρίξει το σύστημα ο νικητής τα παίρνει όλα”. Η Γερουσία λειτουργεί όλο και περισσότερο όπως η Bundesrat78 στην Αυτοκρατορική Γερμανία. Η μόνη βελτίωση είναι ότι αυτές οι δομές συζητούνται πιο συχνά στον κυρίαρχο τύπο γι’ αυτό που είναι: εμπόδια στη δημοκρατία. Είναι ήδη αργά και τα διακυβεύματα είναι πολύ μεγάλα· αλλά κακές ιστορικές αναλογίες δεν θα βοηθήσουν να αντιμετωπίσουμε την παρούσα κρίση.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://cominsitu.wordpress.com (αναδημοσιευμένο από το https://newleftreview.org/issues/II114/articles/dylan-riley-what-is-trump).

2 Timothy Snyder, ‘Symposium: Repeating History’, TLS, 16 Νοεμβρίου 2018. Ο Jason Stanley σε συνέντευξη στον Isaac Chotiner: “εντάξει, ο Τραμπ δεν είναι ένας φασίστας ηγέτης – αλλά η ρητορική του μήπως σημαίνει ότι είναι καθ’ οδόν να γίνει ένας;”, στο Slate, 10 Σεπτεμβρίου 2018· δείτε επίσης Jason Stanley, How Fascism Works: The Politics of Us and Them, New York 2018, σελ. xiv. Richard Evans, ‘Symposium: Repeating History’.

3 Chauncey Devega, “Max Boot on the End of Conservatism”, Salon, 16 Οκτωβρίου 2018. Robert Kagan, “This is how Fascism comes to America”, Washington Post, 18 Μαΐου 2016. John Bellamy Foster, “Neo-Fascism in the White House”, Monthly Review, Απρίλιος 2017, και “This Is Not Populism”, Monthly Review, Ιούνιος 2017· δείτε επίσης: Trump in the White House: Tragedy and Farce, New York 2017, σελ. 29. Judith Butler: “Trump, fascism and the construction of ‘the people’”, μετάφραση της συνέντευξης του Christian Salmon με την Butler, “Pourquoi Trump est un Phénomène Fasciste”, Mediapart, 18 Δεκεμβρίου 2016. Geoff Eley: “Is Trump a Fascist?”, Historians for Peace & Democracy, Φεβρουάριος 2018. Mark Bray, “Συνέντευξη: ‘At Its Core, Anti-Fascism Is Self-Defence’”, Truthout, 11 Φεβρουαρίου 2018. Από αυτά όλα, ο Bellamy Foster διακρίνεται για την εισαγωγή της κατηγορίας του “νεοφασισμού”, μιας υπο-οικογένειας μέσα στο “είδος/γένος του φασισμού”, στο οποίο ισχυρίζεται ότι ανήκει ο Τραμπ αδιαμφισβήτητα, οπότε δεν είναι αυστηρά αντιπροσωπευτικός αυτού του αποφατικού: “δεν είναι πραγματικά φασίστας, αλλά, παρ’ όλα αυτά, είναι” είδους λόγου για τον Τραμπ.

4 G. W. F. Hegel, Reason in History: A General Introduction to the Philosophy of History, New Jersey 1997, σελ. 8 (στμ. Ελληνική έκδοση: “Ο Λόγος στην Ιστορία: Μια γενική εισαγωγή στη Φιλοσοφία της Ιστορίας”, Μεταίχμιο, 2006).

5 Καρλ Μαρξ, The Eighteenth Brumaire of Louis Bonaparte, New York 1963, σελ. 15 (στμ. Ελληνική έκδοση: Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 2012).

6 Στμ. Αυτό το καταλαβαίνουμε και ως την ανάγκη να εμβαθύνουμε στην ιδέα γιατί σήμερα η δυναμική εκφασισμού εκφράζεται μέσα από το ίδιο το φιλελεύθερο κράτος και όχι μέσα από την κατάληψη ή την εκτροπή του, όπως στην περίοδο του κλασσικού φασισμού.

7 Achin Vanaik, ‘India’s Two Hegemonies’, NLR 112, Ιούλιος–Αύγουστος 2018.

8 Ο Angelo Tasca στο Nascita e avvento del fascismo, Milan 2012, σελ. 542 κάνει έναν παραλληλισμό ανάμεσα στους “σοσιαλιστές ηγέτες που δεν καταλάβαιναν τους βετεράνους της περιόδου 1919–22 και τους ηγέτες των γερμανικών συνδικάτων που δεν καταλάβαιναν τους ανέργους της περιόδου 1929–32”. Ο πόλεμος είχε αφαιρέσει τη δυνατότητα μετανάστευσης η οποία ήταν πρωτίστης σημασίας στη διαχείριση της δομικής ανεργίας στην προπολεμική Ιταλία. Έτσι ο Tasca (ό.π. σελ. 17) παρατηρεί: “Οι παραδοσιακές διέξοδοι μετανάστευσης στις οποίες προωθήθηκαν το 1913 σχεδόν 900.000 εργάτες και πάνω απ’ όλα αγρότες, έκλειναν όλο και περισσότερο”.

9 Στμ. NSDAP: Nationalsozialistische Deutsche Arbeiterpartei, Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα των Γερμανών Εργατών, το πολιτικό κόμμα που οδηγήθηκε στην εξουσία της Γερμανίας με την καθοδήγηση του Αδόλφου Χίτλερ το 1933.

10 Στμ. Partito Nazionale Fascista, (PNF), Εθνικό Φασιστικό Κόμμα, το πολιτικό κόμμα που ιδρύθηκε από τον Μουσολίνι το 1921 και θεωρείται η πολιτική έκφραση του φασισμού. Το κόμμα ιδρύθηκε το 1921 και στην συνέχεια, με την έναρξη ενός πραξικοπήματος, κατέλαβε την εξουσία. Το κόμμα παρέμεινε στην εξουσία από το 1922 μέχρι το 1943. Πριν από το PNF, το πρώτο πολιτικό κόμμα του Μουσολίνι ήταν γνωστό ως το Φασιστικό επαναστατικό κόμμα (Partito Fascista Rivoluzionario, PFR), το οποίο, σύμφωνα με τον Μουσολίνι, ιδρύθηκε το 1915. Μετά τα φτωχά αποτελέσματα των εκλογών του Νοεμβρίου του 1919, το PFR μετονομάστηκε τελικά σε Εθνικό Φασιστικό Κόμμα κατά τη διάρκεια του Τρίτου φασιστικού Κογκρέσου στη Ρώμη στις 7-10 Νοεμβρίου 1921.

11 Το πρώτο ραδιοφωνικό διάγγελμα του Χίτλερ, μετά τον διορισμό του ως Καγκελαρίου, περιείχε την υπόσχεση της καταπολέμησης της ανεργίας. Δείτε: Adam Tooze, The Wages of Destruction, New York 2006, σελ. 37.

12 Για τη βασική λογική αυτού του επιχειρήματος δείτε Robert Brenner “The Economics of Global Turbulence”, NLR 229, Μάιος–Ιούνιος 1998, σελ. 26–29.

13 Vera Zamagni, The Economic History of Italy: 1860–1990, New York 1993, σελ. 223–227. Δείτε επίσης: Franklin Adler, Italian Industrialists from Liberalism to Fascism: The Political Development of the Industrial Bourgeoisie, New York 1995, σελ. 162.

14 Για μια καλή αναφορά σ’ αυτό, δείτε: Michael Mann, The Sources of Social Power Volume 3: Global Empires and Revolution, 1890–1945, New York 2012, σελ. 217.

15 Alex Anievas, Capital, the State and War: Class Conflict and Geopolitics in the Thirty Years’ Crisis, 1914–1945, Ann Arbor, ΜΙ 2014, σελ. 20· Mann, The Sources of Social Power Volume 3, σελ. 218· Arno Mayer, Why Did the Heavens Not Darken? The ‘Final Solution’ in History, New York 1989, σελ. 7· Franz Neumann, Behemoth: The Structure and Practice of National Socialism, New York 1941, σελ. 18.

16 Νίκος Πουλαντζάς, Fascism and Dictatorship: The Third International and the Problem of Fascism, London 1974, σελ. 17 (στμ. Στα ελληνικά: “Φασισμός και Δικτατορία: Η Τρίτη Διεθνής αντιμέτωπη στον Φασισμό”, εκδόσεις Θεμέλιο, 2006). Εδώ ο Πουλαντζάς γράφει: “όποιος δεν θέλει να συζητήσει για τον ιμπεριαλισμό θα πρέπει επίσης να σιωπήσει για τον φασισμό”. Ο Franz Neumann ερμηνεύει “τον θελεμιώδη στόχο του Εθνικοσοσιαλισμού” ως “την επίλυση, μέσω του ιμπεριαλιστικού πολέμου, του χάσματος μεταξύ της βιομηχανικής υποδομής της Γερμανίας και της πραγματικότητας που υπήρχε και συνέχιζε να υπάρχει”: Neumann, Behemoth, σελ. 38.

17 Mayer, Why Did the Heavens Not Darken?, σελ. 203.

18 Στμ. Opera Nazionale Balilla (ONB), ιταλική φασιστική οργάνωση νεολαίας που έδρασε ανάμεσα στο 1926 και το 1937, όταν απορροφήθηκε από την Gioventù Italiana del Littorio (Ιταλική Νεολαία του Ραβδούχου, GIL). Πήρε το όνομά της από τον Balilla, παρατσούκλι του Giovan Battista Perasso, ενός αγοριού από τη Γένοβα που, σύμφωνα με τον τοπικό μύθο, ξεκίνησε την εξέγερση του 1746 εναντίον των δυνάμεων των Αψβούργων που κατείχαν την πόλη στη διάρκεια του πολέμου της διαδοχής του Αυστριακού θρόνου. Ο Perasso επιλέχθηκε ως πηγή έμπνευσης για την υποτιθέμενη νεαρή ηλικία του και την επαναστατική δράση του, ενώ η παρουσία του στον αγώνα εναντίον της Αυστρίας αντανακλούσε την αλυτρωτική στάση που έλαβε ο Φασισμός και τις νίκες της Ιταλίας στον Πρώτο Παγκόσ Πόλεμο.

19 Giuseppe Bottai, Esperienza corporativa (1929–1934), Ρώμη 1934, σελ. 144, 152 και εξής. Στις πρώτες από αυτές τις σελίδες, ο Bottai προτείνει ότι το κράτος θα πρέπει να “προσανατολίζει” και να “καθοδηγεί” την οικονομική δραστηριότητα· στις δεύτερες τονίζει τον “εξαιρετικό χαρακτήρα” της κρατικής παρέμβασης.

20 Δείτε Neumann, Behemoth, σελ. 266. Ο Roland Sarti σχολιάζει:Ήδη στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι βιομήχανοι ήταν πολύ περισσότερο εδραιωμένοι στο οικονομικό και πολιτικό σύστημα από ό,τι ήταν πριν έρθει ο φασισμός στην εξουσία”, Fascism and the Industrial Leadership in Italy, Berkeley 1971, σελ. 2.

21 Alberto Aquarone, L’organizzazione dello stato totalitario, Turin 1995, σελ. 10–11.

22 Alberto Aquarone, “Italy: The Crisis and Corporative Economy”, Journal of Contemporary History, vol. 4, no. 4, 1969, σελ. 46.

23 Καρλ Μαρξ, “Manifesto of the Communist Party”, στο Terrell Carver, εκ., Marx: Later Political Writings, Cambridge 1996, σελ. 9 (στμ. Στα ελληνικά: “Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος”, εκδόσεις Θεμέλιο, 2006).

24 Pace, ο Geoff Eley ισχυρίστηκε ότι “το σύγχρονο μαζικό κόμμα, που έγινε το κυρίαρχο μοντέλο πολιτικής κινητοποίησης από τη δεκαετία του 1890 μέχρι αυτήν του 1960, εφευρέθηκε από τους σοσιαλιστές στο τελευταίο τρίτο του 19ου αιώνα” – αγνοώντας τα κύρια καπιταλιστικά κόμματα στον αγγλόφωνο κόσμο. Δείτε: Forging Democracy: The History of the Left in Europe 1850–2000, New York 2000, σελ. 25. Για τον ρόλο του PSI στην Ιταλία δείτε: Maurizio Ridolfi, Il psi e la nascita del partito di massa: 1892–1922, Bari 1992, σελ. 46.

25 Παλμίρο Τολλιάτι, Corso sugli avversari. Le lezioni sul fascismo, Turin 2010, σελ. 39. Πρόκειται για μια διάλεξη που δόθηκε το 1935 προς τα μέλη της Κομμουνιστικής Διεθνούς.

26 Ο Τρότσκυ, ο οποίος αρχικά ταξινόμησε τον φασισμό ως έναν τύπο Βοναπαρτισμού, είχε επίγνωση της διαφοράς: “Στην εποχή της ιμπεριαλιστικής παρακμής, ένας καθαρά Βοναπαρτικός Βοναπαρτισμός είναι εντελώς ανεπαρκής· ο ιμπεριαλισμός βρίσκει ότι είναι απολύτως απαραίτητο να κινητοποιήσει τη μικροαστική τάξη και να συντρίψει το προλεταριάτο κάτω από το βάρος της”: “Bonapartism, Fascism and War” [1940], στο Trotsky, The Struggle Against Fascism in Germany, New York 2001, σελ. 518. Ο Γκράμσι φαίνεται να έχει μια ανάλογη αίσθηση: “Στον σύγχρονο κόσμο, με τους μεγάλους οικονομικο-συνδικαλιστικούς και κομματικο-πολιτικούς συνασπισμούς του, ο μηχανισμός του φαινομένου του Καίσαρα είναι πολύ διαφορετικός από αυτό που ήταν μέχρι την εποχή του Ναπολέοντα του ΙΙΙ”, στο Selections from the Prison Notebooks, New York 1971, σελ. 220. Αυτή η σημείωση είναι όμως αρκετά δύσκολο να κατανοηθεί, καθώς μοιάζει να βάζει μαζί ρεφορμιστικές κυβερνήσεις, όπως αυτή του Ramsay MacDonald, με τα πρώτα χρόνια του Μουσολίνι στην εξουσία.

27 Υπάρχει πολλή θεωρία και πολύ λίγα στοιχεία για τις κοινωνικές βάσεις του μεσοπολεμικού φασισμού. Για τη Γερμανία, εξαιτίας της εκλογικής ιστορίας του NSDAP, υπάρχει καλό υλικό σχετικά με εκλογικές τάσεις αλλά δεν υπάρχουν καλά δεδομένα για την κομματική συμμετοχή, πριν την κατάληψη της εξουσίας· κατά πόσον η συμπεριφορά στις κάλπες είναι καλός δείκτης της “κοινωνικής βάσης” του φασισμού, είναι ένα καλό ερώτημα. Η καλλίτερη μελέτη είναι του Thomas Childers: “The Social Bases of the National Socialist Vote”, Journal of Contemporary History, vol. 11, no. 4, 1976, σσ. 17–42, ιδιαίτερα οι πίνακες 40–2. Το Ιταλικό [φασιστικό] κόμμα δεν είχε ουσιαστικά εκλογική ιστορία· παρ’ όλα αυτά, το PNF διεξήγαγε όντως μια έρευνα το 1921, η οποία έδειξε μια τεράστια υπερ-αντιπροσώπευση των λευκών-κολλάρων σε σχέση με τον πληθυσμό ως σύνολο: Michael Mann, Fascists, New York 2004, σελ. 377.

28 Αδελφοί Strasser: οι Gregor και Otto Strasser ήταν υποστηρικτές μιας τάσης του ναζισμού, που ονομάστηκε γι’ αυτόν τον λόγο Στρασσερισμός, και καλεί για μια πιο ριζοσπαστική, μαζική και βασισμένη στους εργάτες μορφή ναζισμού – εχθρική προς τους Εβραίους όχι από μια φυλετική, εθνοτική, πολιτισμική ή θρησκευτική οπτική αλλά από μια αντικαπιταλιστική βάση – για την επίτευξη της εθνικής αναγέννησης. Ο Otto Strasser, ο οποίος αντιτέθηκε στρατηγικά στις απόψεις του Χίτλερ, αποβλήθηκε από το ναζιστικό κόμμα το 1930 και κατέφυγε εξόριστος στην Τσεχοσλοβακία, ενώ ο Gregor Strasser δολοφονήθηκε στη Γερμανία στις 30 Ιουνίου 1934 στη διαβόητη “Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών”, την επιχείρηση των εκτεταμένων εκκαθαρίσεων στο ναζιστικό κόμμα. Ο Στρασσερισμός παραμένει μια ενεργή θέση εντός των τάσεων του νεοναζισμού.

29 Για μια καλή ανάλυση της εργατικής βάσης του Περονισμού στην Αργεντινή δείτε David Rock, ‘Argentina, 1930–1946’, στο The Cambridge History of Latin America Volume viii: Latin America Since 1930. Spanish South America, Cambridge 1984, σσ. 3–71. Συζητώντας τους αγώνες του 1944, ο Rock σημειώνει ότι ο Περόν αντιμετώπισε αντίσταση από τις ενώσεις των “κτηματιών και αγροτών” αλλά μπορούσε να υπολογίζει στους “ακολούθους τους στα συνδικάτα και την εργατική τάξη”: σελ. 64. Για μια συναρπαστική αντίθεση ανάμεσα στον Λατινομαερικάνικο λαϊκισμό και τον μεσοπολεμικό Ευρωπαϊκό φασισμό δείτε: Gino Germani, Autoritarismo, fascismo e classi sociali, Bologna 1975, σσ. 71–3. Ο Germani μεγάλωσε στην Ιταλία και ήταν ενεργό μέλος του PSI· αναγκάστηκε στη συνέχεια να ξενιτευτεί στην Αργεντινή εξαιτίας των ρατσιστικών νόμων του 1938. Ως συνέπεια, ανέπτυξε μια μοναδική συγκριτική οπτική στον λαϊκισμό και τον φασισμό. Το έργο του συνδέθηκε ατυχώς με την “θεωρία του εκσυγχρονισμού”

30 David Abraham, The Collapse of the Weimar Republic: Political Economy and Crisis, Princeton 1981, σσ. 9–10.

31 Paolo Pombeni, Demagogia e tirannide: uno studio sull forma-partito del fascismo, Bologna 1984, σσ. 448–9.

32 Göran Therborn, What Does the Ruling Class Do When it Rules?, London and New York 2008, σελ. 49.

33 Στμ. Τζάκομο Ματτεόττι: Ιταλός νομικός και σοσιαλιστής πολιτικός. Στις 30 Μαΐου του 1924, σε ομιλία του στο ιταλικό κοινοβούλιο, ως αρχηγός κόμματος της αντιπολίτευσης, κατηγόρησε ευθέως το Εθνικό Φασιστικό Κόμμα, που είχε έρθει στην εξουσία, για ψηφοθηρικές απάτες και βία που άσκησε στις πρόσφατες εκλογές. Έντεκα ημέρες μετά, απήχθη και δολοφονήθηκε από φασίστες.

34 Όπως δείχνεται ξεκάθαρα στο: First Class Passengers on a Sinking Ship του Richard Lachmann (προς έκδοση από τις εκδόσεις Verso).

35 Robert Brenner, The Boom and the Bubble: The us in the World Economy, London and New York 2002, σσ. 26–7.

36 Για μια διαυγή εξήγηση των μηχανισμών που εμπλέκονται, δείτε Robin Blackburn, “Crisis 2.0”, NLR 72, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2011, σελ. 38.

37 David Kotz, “End of the Neoliberal Era?”, NLR 113, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2018, σελ. 36.

38 Michael Ahn, Mike Batty and Ralf Meisenzahl, ‘Household Debt-to-Income Ratios in the Enhanced Financial Accounts’, feds Notes, 11 Ιανουαρίου 2018.

39 Μαρξ, 18η Μπρυμαίρ, σελ. 124. Ο Mike Davis είδε τη συνάφεια αυτής της ερμηνείας της πολιτικής με την άνοδο της καμπάνιας του Howard Jarvis “Proposition 13” το 1978. Δείτε: City of Quartz: Excavating the Future in Los Angeles, London and New York 2006, σσ. 209–10. (στμ. Howard Jarvis: επιχειρηματίας και πολιτικός, στον οποίο οφείλεται η ψήφιση της “Πρότασης 13” ως νόμου της πολιτείας της Καλιφόρνια – και η οποία ενσωματώθηκε τελικά ως τροπολογία στο σύνταγμα της πολιτείας – που επέβαλλε ένα μέγιστο ταβάνι στη φορολογία των ακινήτων, στο 1% της αξίας σε μετρητά).

40 Η υποστήριξη της παγκοσμιοποίησης [globalism] είναι περισσότερο πολιτισμική παρά πολιτική: μια κομβική διαφορά ανάμεσα στον “διεθνισμό” της εργατικής τάξης και αυτόν των επαγγελματιών.

41 Perry Anderson, “Internationalism: A Breviary”, NLR 14, Μάρτιος-Απρίλιος 2002.

42 Νίκος Πουλαντζάς: Classes in Contemporary Capitalism, London 1978, σσ. 204–6 (στμ. Στα ελληνικά: “Οι κοινωνικές τάξεις στον σύγχρονο Καπιταλισμό”, εκδόσεις Θεμέλιο, 2008).

43 Στμ. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παρατήρηση. Η σχέση λαϊκισμού και κλασσικού φασισμού πρέπει όντως να αναλυθεί σε βάθος, ιδιαίτερα όταν οι όροι φασισμός, νεοφασισμός, μεταφασισμός κλπ. χρησιμοποιούνται με σχετική ευκολία για να χαρακτηρίσουν διάφορες κοινωνικές τάσεις και πολιτικά μορφώματα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, αντανακλώντας μια θεμελιώδη σύγχυση στην κατανόηση της τρέχουσας συγκυρίας και των ειδοποιών στοιχείων της.

44 Robert Putnam, Bowling Alone: The Collapse and Revival of American Community, New York 2000, σσ. 31–64· Rogers Brubaker, ‘Why Populism?’, Theory and Society, vol. 46, no. 5, 2017, σελ. 369· Peter Mair, ‘Ruling the Void? The Hollowing of Western Democracy’, NLR 42, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2006.

45 Mike Davis, “The Last White Election?”, NLR 79, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2013, σσ. 36, 47.

46 Η καταμέτρηση στην πρώτη, αποτυχημένη, προσπάθεια να περάσει ο TARP ήταν 205 υπέρ και 228 κατά. Μόνο 65 Ρεπουμπλικάνοι ψήφισαν υπέρ στην πρώτη ψηφοφορία, σε σύγκριση με τους 105 Δημοκρατικούς. Adam Tooze, Crashed: How a Decade of Financial Crises Changed the World, New York 2018, σελ. 184.

47 Στμ. Σημαντική παρατήρηση, μας υπενθυμίζει ότι οι μετανάστρες/μετανάστριες δεν είναι και δεν αντιμετωπίζονται μόνο ή κύρια ως πηγή φτηνής εργατικής δύναμης, όπως θέλει μια εργατίστικη αντίληψη.

48 Jonathan Rothwell and Pablo Diego-Rosell, “Explaining Nationalist Political Views: The Case of Donald Trump”, SSRN, 15 Αυγούστου 2016. Αν και πιο ουσιαστικές σε σχέση με αυτά που υπάρχουν για τον μεσοπολεμικό φασισμό, οι ενδείξεις για την κοινωνική υποστήριξη στον Τραμπ δεν είναι γερές, ιδιαίτερα με όρους μιας ταξικής ανάλυσης. Υπάρχουν τρία βασικά είδη πληροφορίας: exit poll, στα οποία ηεκπαίδευσηχρησιμοποιείται ως αντιπροσωπευτικό της ταξικής θέσης· έρευνες που στοχεύουν να συσχετίσουν “στάσεις” με την ψήφο, και συνεπώς μαστίζονται επίσης από τη σκιά της ταυτολογίας· και “οικολογικές” αναλύσεις, στις οποίες είναι τα χαρακτηριστικά των συγκεκριμένων τόπων παρά τα άτομα που συνδέονται με τα αποτελέσματα των ψηφοφοριών.

49 Η καλλίτερη ανάλυση είναι αυτή του Mike Davis, “The Great God Trump and the White Working Class”, Catalyst, vol. 1, no. 1, 2017, η οποία δίνει έμφαση στη σημασία της συμμαχίας του Τραμπ με τους ευαγγελιστές Χριστιανούς μέσω του Mike Pence, τονίζοντας επίσης ότι οι ψηφοφόροι της εργατικής τάξης των Άνω Μεσοδυτικών πολιτειών υπήρχαν ήδη σε σημαντικό βαθμό ως “Δημοκράτες του Ρήγκαν”.

50 Δείτε David Gelles et al., “Inside the CEO Rebellion Against Trump’s Advisory Councils”, NYT, 16 Αυγούστου 2017, και “Gary Cohn’s Departure from White House Has Wall Street Worried”, NYT, 7 Μαρτίου 2018.

51 Nahal Toosi, “Tillerson Scales Back State Department Restructuring Plan’, Politico, 7 Φεβρουαρίου 2018.

52 Αντίστοχα: Samantha Power, “How Mike Pompeo Could Save the State Department”, NYT, 13 Μαρτίου 2018· John Shattuck, Amanda Watson and Matthew McDole, “Trump’s First Year: How Resilient is Liberal Democracy in the US?”, Carr Center for Human Rights Policy, 2018.

53 Ένα μέλος της κυβέρνησής του είναι περιβόητο ότι έγραψε ένα ανώνυμο άρθρο για τους New York Times κομπάζοντας ότι ο Τραμπ “παραπονιόταν για εβδομάδες για τα ανώτερα στελέχη που τον άφηναν να εγκλωβίζεται περισσότερο σε μια αντιπαράθεση με τη Ρωσία, και εξέφρασε την απογοήτευσή του για το ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες συνέχιζαν να επιβάλλουν κυρώσεις σ’ αυτή τη χώρα για την κακή συμπεριφορά της. Αλλά η ομάδα της εθνικής ασφάλειας ήξερε καλλίτερα – τέτοιες κυρώσεις έπρεπε να ληφθούν, για να κρατούν τη Μόσχα σε μια θέση λογοδοσίας”, Anonymous, ‘I am Part of the Resistance inside the Trump Administration’, NYT, 5 Σεπτεμβρίου 2018.

54 Στμ. GOP: Grand Old Party, παρωνύμιο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.

55 Στμ. Στα αγγλικά ο όρος είναι fracking, η διαδικασία της εισαγωγής υγρού σε υψηλή πίεση σε υπόγεια βραχώδη στρώματα, γεωτρήσεις κλπ. ώστε να επιτευχθεί το άνοιγμα υπαρχουσών ρηγμάτων, σχισμών κλπ. για την εξαγωγή πετρελαίου ή αερίου.

56 Για την ανατροφή του Τραμπ και την προσωπική του διαμόρφωση, δείτε Sidney Blumenthal, “A Short History of the Trump Family”, LRB, 16 Φεβρουαρίου 2017. Για μια από τις σπάνιες περιπτώσεις υπεράσπιση της συμπεριφοράς του στο αξίωμα του Προέδρου, δείτε Charles Kesler, “Breaking Norms Will Renew Democracy, Not Ruin It”, NYT, 23 Αυγούστου 2018.

57 Στμ. Ο αγγλικός όρος είναι patrimonial (και patrimonialism). Η λέξη patrimony σημαίνει θα λέγαμε πατριά, η κληρονονική γραμμή με βάση τον πατέρα ή κάποιον αρσενικό πρόγονο. Έγινε συνώνυμη με την κληρονομιά ακριβώς λόγω του ότι (πχ. στην Αγγλία) το κληρονομικό δικαίωμα μεταβιβαζόταν μόνο στα άρρενα παδιά. Ο Βέμπερ έγραψε για τον πατρογονισμό ως μια μορφή παραδοσιακής κυριαρχίας που επεξέτεινε την παραδοσιακή κυριαρχία του πατέρα μέσα στην οικογένεια, με άλλα λόγια την πατριαρχία, σε ευρύτερες κοινωνικές σχέσεις. Οι κληρονομικές μοναρχίες είναι, για παράδειγμα, τυπικές μορφές πατρογονισμού. Στον πατρογονισμό όλη η εξουσία απορρέει απευθείας από τον ηγέτη και δεν υπάρχει διάκριση ανάμεσα στο ιδιωτικό και το δημόσιο πεδίο.

58 Max Weber, Economy and Society: An Outline of Interpretative Sociology ii, Berkeley 1978, σσ. 1028–9 (στμ. Στα ελληνικά: “Οικονομία και Κοινωνία 2: Κοινότητες”, εκδόσεις Σαββάλας, 2007).

59 Weber, Economy and Society, σσ. 1030–1.

60 Στμ. Πολύ ενδιαφέρον. Αυτή η συζήτηση ίσως σχετίζεται με τη συζήτηση από την Mitropoulos για την σχέση δημόσιου-ιδιωτικού στον φασισμό.

61 Kathryn Dunn Tenpas et al., ‘Tracking Turnover in the Trump Administration’, Brookings, 7 Νοεμβρίου 2018.

62 Μεταξύ πολυάριθμων παραδειγμάτων, δείτε Steven Livitsky and Daniel Ziblatt, How Democracies Die: What History Reveals about Our Future, New York 2018, σελ. 99.

63 Economy and Society, σελ. 959.

64 Δείτε τις αιχμηρές αναλύσεις από τον David Bromwich στο “Act One, Scene One”, LRB, 16 Φεβρουαρίου 2017, και “American Breakdown”, LRB, 9 Αυγούστου 2018.

65 Jean-Paul Sartre, Critique of Dialectical Reason, vol. 1, London and New York 2004, σελ. 262.

66 Στμ. Gilded Age, η περίοδος στην αμερικανική ιστορία στα τέλη του 19ου αιώνα, από τη δεκαετία του 1870 (μετά το τέλος του αμερικανικού εμφυλίου) μέχρι περίπου το 1900, περίοδος που συμπίπτει με τη Βικτωριανή εποχή στην Αγγλία και την Μπελ Επόκ στη Γαλλία. Η περίοδος ήταν μια εποχή ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης, ιδιαίτερα στον Νότο και τη Δύση. Καθώς οι αμερικάνικοι μισθο ήταν πολύ μεγαλύτεροι από αυτούς στην Ευρώπη, ειδικά για ειδικευμένους εργάτες, είχαμε μια μαζική έλευση εκατομμυρίων Ευρωπαίων μεταναστών. Η ραγδαία εκβιομηχάνιση οδήγησε σε πραγματική αύξηση μισθών σε ποσοστό 60% ανάμεσα στο 1860 και το 1890, που απλωνόταν σε μια διαρκώς αυξανόμενη εργασιακή δύναμη. Ο μέσος ετήσιος μισθός για έναν βιομηχανικό εργάτε αυξήθηκε από 380 δολλάρια το στα 564 το 1890. Η (επί)χρυση εποχή ήταν όμως και μια περίοδος φτώχειας και ανιότητας που οδηγούσε σε αποκλεισμό [abjection] καθώς εκατομμύρια μετανάστες – πολλοί από φτωχοποιημένες περιοχές – μπήκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, και η μεγάλη συγκεντροποίηση του πλούτου έγινε ακόμα πιο ορατή και επίμαχη.

67 Στμ. Ο Νόμος της Μετανάστευσης (Immigration Act) του 1924, ή νόμος Johnson–Reed, που συμπεριελάμβανε τις πράξεις Asian Exclusion Act και National Origins Act, ήταν ένας ομοσπονδιακός νόμος των Ηνωμένων Πολιτειών που απέτρεπε τη μετανάστευση από την Ασία και επέβαλε ποσόστωση στον αριθμό των μεταναστών από το Ανατολικό ημισφαίριο χρηματοδοτώντας, ταυτόχρονα, έναν μηχανισμό επιβολής για την εφαρμογή της μακροχρόνιας απαγόρευσης για άλλους μετανάστες.

68 Adam Serwer, “Jeff Sessions’s Unqualified Praise for a 1924 Immigration Law”, Atlantic, 10 Ιανουαρίου 2017. Ο Serwer παραθέτει μια συνέντευξη στο Breitbart News απότο 2015, στην οποία ο Sessions είπε: “μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι είχαμε πάντα αυτούς τους αριθμούς [μεταναστών], κι αυτό δεν ισχύει, είναι πολύ ασυνήθιστο, είναι μια ριζική αλλαγή. Όταν οι αριθμοί έγιναν αντίστοιχα υψηλοί το 1925, και ο Πρόεδρος και το Κογκρέσο άλλαξαν την πολιτική, κι αυτό επιβράδυνε σημαντικά τη μετανάστευση· είχαμε αφομοίωση μέχρι και το 1965 και δημιουργήσαμε πραγματικά την στέρεη μεσαία τάξη της Αμερικής, με αφομοιωμένους μετανάστες, και αυτό ήταν καλό για την Αμερική”.

69 Στμ. Στα αγγλικά: gerrymandering. Αναφερόμαστε εδώ στην προέλευση του όρου γιατί αποτελεί ένα ενδιαφέρον ιστορικό ανέκδοτο. Η λέξη προέρχεται από τον συνδυασμό του ονόματος του κυβερνήτη της Μασσαχουσέτης Elbridge Gerry και της λέξης σαλαμάνδρα (στα αγγλικά salamander) και χρησιμοποιήθηκε για να χαρακτηρίσει σκωπτικά τον επανασχεδιασμό των εκλογικών περιφερειών της Μασσαχουσέτης από τον Elbridge ώστε να ευνοήσει το Δημοκρατικό-Ρεπουμπλικανικό κόμμα του. Όταν απεικονιστεί στον χάρτη, μια από τις αλλοιωμένες περιφέρεις στην περιοχή της Βοστώνης λέγεται ότι θύμιζε το σχήμα της μυθολογικής σαλαμάνδρας!

70 Στμ. Στην ορολογία της αμερικανικής πολιτικής, οι πολιτείες αυτές ονομάζονται “swing states”, δηλαδή πολιτείες που είναι εξίσου πιθανόν να κερδηθούν είτε από τους Δημοκρατικούς είτε από τους Ρεπουμπλικάνους. Οι πολιτείες Κολοράντο, Φλόριδα, Αϊόβα, Μίσιγκαν, Μινεσσότα, Οχάιο, Νεβάδα, Νιου Χαμσάιρ, Βόρεια Καρολίνα, Πενσυλβάνια, Βιρτζίνια και Ουισκόνσιν θεωρούνται ως σταθερά “ευμετάβλητες” πολιτείες.

71 Nate Silver, “Trump’s Base Isn’t Enough”, FiveThirtyEight, 20 November 2018; Geoffrey Skelley, ‘The Suburbs—All Kinds of Suburbs—Deliver the House to Democrats”, FiveThirtyEight, 8 Νοεμβρίου 2018.

72 Alec Tyson, “The 2018 Midterm Vote: Divisions by Race, Gender, Education”, Pew Research Center, 8 Νοεμβρίου 2018.

73 Στμ. DSA, Democratic Socialists of America (Kόμμα Δημοκρατών Σοσιαλιστών), η σημαντικότερη σήμερα οργάνωση δημοκρατών σοσιαλιστών, σοσιαλδημοκρατών και εργατικών μελών, με ρίζες στο παλιό Σοσιαλιστικό Κόμμα της Αμερικής (Socialist Party of America, PSA), και η οποία γνωρίζει μια σημαντική αύξηση μελών και επιρροής, ιδιαίτερα μετά την εκλογή Τραμπ.

74 Trump in the White House, σελ. 54.

75 Στμ. Στα αγγλικά: civil and political rights.

76 Στμ. Στα αγγλικά: first-past-the-post, το εκλογικό σύστημα στο οποίο κερδίζει ο υποψήφιος που λαμβάνει τις περισσότερες ψήφους.

77 Luciano Canfora, Democracy in Europe: A History of an Ideology, Oxford 2006, σελ. 216.

78 Στμ. Η Bundesrat (Ομοσπονδιακό Συμβούλιο), ήταν, θεωρητικά τουλάχιστον, η ανώτατη αρχή εξουσίας στην Γερμανική Αυτοκρατορία, από το 1871 μέχρι το 1918. Στην πραγματικότητα, όμως, εξωθήθηκε στο παρασκήνιο από τον Κάιζερ και τον Καγκελάριο εξαιτίας του απλού γεγονότος ότι ο πρόεδρος του πρωσικού συμβουλίου κατείχε συχνά τη θέση του Καγκελαρίου και συνεπώς ήταν και ο πρόεδρος της Bundesrat. Επιπλέον η Πρωσία κατείχε την πλειοψηφία στο συμβούλιο με 17 ψήφους, οπότε είχε και τη δυνατότητα άσκησης βέτο σε οποιαδήποτε νομοθετική διαδικασία, βέτο για το οποίο απαιτούνταν απλά 14 ψήφοι.

CTRL-ALT-DELETE: Οι απαρχές και η ιδεολογία της “Εναλλακτικής δεξιάς”

του Matthew N. Lyons1

Αυτή η αναφορά είναι απόσπασμα από το αναμενόμενο βιβλίο του Matthew N. Lyons Insurgent Supremacists: The U.S. Far Right’s Challenge to State and Empire, που πρόκειται να εκδοθεί από τις εκδόσεις PM Press and Kersplebedeb Publishing. Παρουσιάζεται επίσης στο Ctrl-Alt-Delete: An Antifascist Report on the Alternative Right, που είναι τώρα διαθέσιμο για παραγγελία.

(το κείμενο σε pdf)

Εισαγωγή

Ίσως ακούσατε πρώτη φορά γι’ αυτούς το καλοκαίρι του 2015, όταν πλάσαραν και διέδωσαν το προσβλητικό “cuckservative2 για να επιτεθούν στους αντιπάλους του Τραμπ στη διάρκεια των προκριματικών εκλογών στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα για την ανάδειξη του προεδρικού υποψηφίου. Ή, ίσως, ήταν τον Αύγουστο του 2016, όταν η Χίλαρυ Κλίντον τους κατήγγειλε ως “ένα περιθωριακό στοιχείο” που είχε “ουσιαστικά καταλάβει το Ρεπουμπλικανικό κόμμα”3. Ή, ίσως, ήταν κάνα δυο βδομάδες μετά την απρόσμενη νίκη του Τραμπ επί της Κλίντον, όταν μια ομάδα τους πιάστηκε από μια κάμερα να χαιρετά φασιστικά ανταποκρινόμενη στα λόγια ενός ομιλητή που φώναζε: “Ζήτω ο Τραμπ, ζήτω ο λαός μας, ζήτω η νίκη”!4.

Η εναλλακτική ακροδεξιά βοήθησε τον Ντόναλντ Τραμπ να εκλεγεί πρόεδρος, και η εκστρατεία του Τραμπ έβαλε την εναλλακτική δεξιά στις ειδήσεις. Αλλά το κίνημα ήταν ενεργό αρκετά πριν ο Τραμπ ανακοινώσει την υποψηφιότητά του και οι σχέσεις του μ’ αυτόν είναι πολύ πιο πολύπλοκες και πιστοποιημένες απ’ όσο νομίζουν πολλοί από τους επικριτές του. Η εναλλακτική δεξιά είναι απλά μια από τις πολλές επικίνδυνες δυνάμεις που σχετίζονται με τον Τραμπ, αλλά είναι και η πιο κακόφημη. Όμως, δεν είναι σωστό να ισχυριστούμε, όπως κάνουν πολλοί από τους επικριτές της, ότι ο όρος εναλλακτική (ακροδ)δεξιά είναι “απλά” μια παραπλανητική κωδική φράση με σκοπό την απόκρυψη των σουπρεματιστικών και νεοναζιστικών πολιτικών του κινήματος. Αυτό είναι ένα κίνημα με τη δική του ιστορία, και για όσους ανησυχούν για την φαινομενικά ξαφνική ανάδυση της ακροδεξιάς πολιτικής στις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι μια ιστορία που αξίζει να διερευνηθεί.

Ο όρος Alt Right, σύντμηση του όρου “Εναλλακτική δεξιά”, είναι ένα οργανωτικά χαλαρό ακροδεξιό κίνημα που μοιράζεται μια περιφρόνηση τόσο για την φιλελεύθερη πολυπολιτισμικότητα όσο και για τον κυρίαρχο συντηρητισμό· μια πεποίθηση ότι κάποιοι λαοί είναι ανώτεροι από άλλους· μια ισχυρή διαδικτυακή παρουσία και το αγκάλιασμα συγκεκριμένων στοιχείων της διαδικτυακής κουλτουρας· και την αυτοπαρουσίαση ως κάτι νέο, πιασάρικο και ανευλαβές5. Βασισμένη πρωταρχικά στις ΗΠΑ, η ιδεολογία της εναλλακτικής δεξιάς συνδυάζει τον λευκό εθνικισμό, τον μισογυνισμό, τον αντισημιτισμό και την αυταρχικότητα σε διάφορες μορφές και πολιτικά στυλ που ποικίλουν από τη αντιπαράθεση ιδεών μέχρι την βίαιη προσβολή. Ο λευκός εθνικισμός συνιστά το κέντρο βαρύτητας του κινήματος, αλλά μερικοί οπαδοί της εναλλακτικής δεξιάς εστιάζουν περισσότερο στην επανεπιβεβαίωση της αντρικής κυριαρχίας ή άλλες μορφές ελιτισμού εκτός από τη φυλή. Η εναλλακτική δεξιά δεν έχει ιδιαίτερα στοιχεία τυπικής οργάνωσης αλλά έχει χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά διαδικτυακά μιμίδια για να αποκτήσει ορατότητα, να κινητοποιήσει υποστηρικτές και να στοχοποιήσει αντιπάλους. Οι περισσότεροι υποστηρικτές της στοιχήθηκαν πίσω από την προεδρική υποψηφιότητα του Τραμπ αλλά, γενικά, θεωρούν το υπάρχον πολιτικό σύστημα ως χρεωκοπημένο και άχρηστο και καλούν για την αντικατάσταση των Ηνωμένων Πολιτειών με μια ή περισσότερες φυλετικά καθορισμένες πατρίδες.

Η παρούσα αναφορά προσφέρει μια γενική επισκόπηση της ιστορίας της εναλλακτικής δεξιάς, των πεποιθήσεων και των σχέσεων της με άλλες πολιτικές δυνάμεις. Το Πρώτο Μέρος ακολουθεί τα ίχνη των ιδεολογικών αφετηριών του κινήματος στον παλαιοσυντηρητισμό και την Ευρωπαϊκή Νέα Δεξιά (ΕΝΔ) και την ανάπτυξή της από τότε που ο Richard Spencer εγκαινίασε τον αρχικό ιστότοπο AlternativeRight.com το 2010. Το Δεύτερο Μέρος διερευνά τα κύρια πολιτικά ρεύματα που συγκροτούν ή επικαλύπτονται με την εναλλακτική δεξιά, και τα οποία περιλαμβάνουν στις τάξεις τους λευκούς εθνικιστές, μέλη της αντιφεμινιστικής “ανδρόσφαιρας”, άντρες τριμπαλιστές, δεξιούς αναρχικούς και νεοαντιδραστικούς. Το Τρίτο Μέρος εστιάζει στη σχέση της εναλλακτικής δεξιάς με την προεδρική εκστρατεία του Τραμπ, συμπεριλαμβανομένων των αντιπαραθέσεων εντός του κινήματος για την πολιτική στρατηγική, τις διαδικτυακές πολιτικές τακτικές και τη σχέση με ένα δίκτυο συντηρητικών υποστηρικτών και εκλαϊκευτών, γνωστό ως Alt Lite(εναλλακτική ακροδεξιά “διαίτης”). Μια καταληκτική παράγραφος προσφέρει μερικές προκαταρκτικές σκέψεις πάνω στις προοπτικές της εναλλακτικής δεξιάς και τις δυνητικές προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει υπό την επικείμενη διακυβέρνηση του Τραμπ.

Μέρος 1ο – Αρχές και εξέλιξη

Ιδεολογικές ρίζες

Δύο ιδεολογικά ρεύματα έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην διαμόφωση της πρώιμης εναλλακτικής ακροδεξιάς: ο παλαιοσυντηρητισμός και η ευρωπαϊκή Νέα Δεξιά.

Η καταγωγή των παλαιοσυντηρητικών μπορεί να ανιχνευθεί στην “Παλιά Δεξιά” της δεκαετίας του 1930, η οποία αντιτίθετο στον φιλελευθερισμό του New Deal, και στο κίνημα “Πρώτα η Αμερική” [America First] των αρχών της δεκαετίας του 1940, που ήταν αντίθετο με την είσοδο των ΗΠΑ στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε διαφορετικούς βαθμούς, πολλοί από τους οπαδούς του κινήματος “Πρώτα η Αμερική” ήταν συμπαθούντες προς τον φασισμό και τους φασιστικούς ισχυρισμούς μιας διαβολικής εβραιο-βρετανικής συνωμοσίας. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 αυτό το ρεύμα υποστήριξε την σταυροφορία και το κυνήγι μαγισσών του γερουσιαστή Μακάρθυ, που επεξέτεινε τις επιθέσεις και τις διώξεις όσων θεωρούνταν κομμουνιστές6 για να στοχοποιήσει εκπροσώπους των κεντριστικών ανατολικών καθεστώτων. Μετά τον Μακάρθυ, τα κινήματα “Πρώτα η Αμερική” και της Δεξιάς που αντιτίθονταν στο New Deal ενσωματώθηκαν ως επί το πλείστον σε ένα ευρύτερο “συνενωτικό” συντηρητικό κίνημα, στο οποίο ο αντικομμουνισμός του Ψυχρού Πολέμου χρησίμευσε ως η κόλλα που συγκρατούσε μαζί διάφορα ρεύματα δεξιάς απόκλισης. Όταν, όμως, το σοβιετικό μπλοκ κατέρρευσε μεταξύ του 1989 και του 1991, αυτή η αντικομμουνιστική συμμαχία κατέρρευσε και παλιές διαμάχες αναδύθηκαν εκ νέου7.

Στη δεκαετία του 1980, αφοσιωμένοι υποστηρικτές της Παλιάς Δεξιάς άρχισαν να αποκαλούν τον εαυτό τους παλαιοσυντηρητικούς ως μια αντίδραση στους νεοσυντηρητικούς, εκείνους τους, συχνά, πρώην φιλελεύθερους και αριστεριστές διανοουμένους που είχαν αρχίσει τότε να αποκτούν θέσεις με επιρροή στις δεξιών τάσεων “δεξαμενές σκέψης” και στην κυβέρνηση Ρήγκαν. Οι πρώτοι νεοσυντηρητικοί ήταν ως επί το πλείστον Εβραίοι και Καθολικοί, κάτι που τους τοποθετούσε εκτός των τάξεων της παλιάς φρουράς των συντηρητικών. Οι νεοσυντηρητικοί προωθούσαν μια επιθετική εξωτερική πολιτική εξάπλωσης της “δημοκρατίας” των ΗΠΑ σ’ ολόκληρο τον κόσμο και υποστήριζαν μια στενή συμμαχία με το Ισραήλ· υποστήριζαν, όμως, ταυτόχρονα και μη περιοριστικές πολιτικές για τη μετανάστευση και, σε περιορισμένο βαθμό, προγράμματα κοινωνικού κράτους. Οι παλαιοσυντηρητικοί θεωρούσαν τους νεοσυντηρητικούς σφετεριστές και κρυφο-αριστεριστές και, στη μετασοβιετική περίοδο, επέκριναν τις στρατιωτικές επεμβάσεις, το ελεύθερο εμπόριο, την παγκοσμιοποίηση και το κράτος πρόνοιας. Κατέκριναν επίσης την στενή συμμαχία της Ουάσιγκτον με το Ισραήλ, συχνά με όρους με αντιεβραϊκές αποχρώσεις. Οι παλαιοσυντηρητικοί έτειναν υπερασπίζονται την ευρωπαϊκή-χριστιανική κουλτούρα χωρίς καμμιά απολογητική διάθεση, και κάποιοι ελκύονταν από τον λευκό εθνικισμό, υπερασπιζόμενοι μια κοινωνία στην οποία οι λευκοί, οι αξίες, τα συμφέροντα και οι έγνοιες τους θα πρυτανεύουν πάντα ρητά. Σε κάποιο βαθμό άρχισαν εκείνη την περίοδο να συγκλίνουν με πιο σκληροπυρηνικούς λευκούς σουπρεματιστές8.

Αυτές οι θέσεις προσήλκυσαν ελάχιστο ενδιαφέρον από τις ελίτ, και μετά την περίοδο Ρήγκαν οι παλαιοσυντηρητικοί μπήκαν ως επί το πλείστον στον “πάγο” της πολιτικής ισχύος. Τράβηξαν, παρ’ όλα αυτά, την προσοχή από πολύ κόσμο. Το 1992 και το 1996, ο Patrick Buchanan κέρδισε εκατομμύρια ψήφους στις προκριματικές εκλογές των Ρεπουμπλικάνων για την προεδρική υποψηφιότητα δίνοντας έμφαση σε θέματα της ατζέντας των παλαιοσυντηρητικών. Οι παλαιοσυντηρητικοί έπαιξαν επίσης καθοριστικό ρόλο στην οικοδόμηση των αντιμεταναστευτικών και νεο-συνομοσποδιακών κινημάτων στη δεκαετία του 1990 και επηρέασαν το Πατριωτικό κίνημα, το οποίο γνώρισε μια απότομη ανάπτυξη στα μέσα της δεκαετίας αυτής με βάση τους φόβους ότι οι ελίτ της παγκοσμιοποίησης συνωμοτούσαν για να επιβάλλουν μια τυρρανική παγκόσμια κυβέρνηση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κάποιοι αυτοπροσδιοριζόμενοι ελευθεριακοί, όπως το πρώην μέλος του Κογκρέσσου Ron Paul, ασπάστηκαν παλαιοσυντηρητικές θέσεις σχετικά με την κουλτουρα και την εξωτερική πολιτική9. Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, η επανανάδυση του στρατιωτικού επεμβατισμού και η προεξάρχουσα θέση νεοσυντηρητικών στην κυβέρνηση του George W. Bush παγίωσε την θέση των παλαιοσυντηρητικών ως πολιτικών αουτσάιντερ10.

Ο άλλος σημαντικός πρόδρομος της εναλλακτικής δεξιάς, η Ευρωπαϊκή Νέα Δεξιά (European New Right, ΕΝΔ), αναπτύχθηκε πάνω σε διαφορετικές γραμμές. Η ΕΝΔ ξεκίνησε στη Γαλλία στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στη συνέχεια απλώθηκε σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ως μια πρωτοβουλία επανεπεξεργασίας της φασιστικής ιδεολογίας μεταξύ ακροδεξιών διανοουμένων, κυρίως μέσα από την ιδιοποίηση στοιχείων από άλλες πολιτικές παραδόσεις – συμπεριλαμβανομένης της Αριστεράς – για να συγκαλύψουν τη θεμελιώδη, από την πλευρά τους, απόρριψη της αρχής της ισότητας μεταξύ των ανθρώπων11. Οι υποστηρικτές της ΕΝΔ προασπίζονταν τη “βιοπολιτισμική διαφορετικότητα” ενάντια στην ομογενοποίηση που υποτίθεται φέρνουν ο φιλελευθερισμός και η παγκοσμιοποίηση. Ισχυρίστηκαν ότι αληθινός αντιρατσισμός απαιτεί τον διαχωρισμό των φυλετικών και εθνικών ομάδων για την προστασία της μοναδικής τους κουλτούρας και ότι ο αληθινός φεμινισμός υπερασπίζεται τις φυσικές διαφορές των φύλων, αντί, υποτίθεται, να αναγκάζει τις γυναίκες να “απεκδυθούν τη θηλυκότητά τους”. Οι συγγραφείς της ΕΝΔ απέρριψαν την αρχή των καθολικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως “ένα στρατηγικό όπλο του εθνοκεντρισμού της Δύσης” που καταπνίγει την πολιτισμική ποικιλομορφία12.

Οι ευρωπαίοι νεοδεξιοί αποσύνδεσαν επίσης τον εαυτό τους από τον παραδοσιακό φασισμό με διάφορους τρόπους. Στον απόηχο της ήττας της Γαλλίας από τις αντιαποικιοκρατικές δυνάμεις στην Αλγερία, προήγαγαν τον αντιιμπεριαλισμό αντί του επεκτατισμού και μια ομοσπονδιακή “αυτοκρατορία” βασισμένη σε περιφέρειες εθνοτικά ομοιογενών κοινοτήτων, μάλλον, αντί ενός μεγάλου, συγκεκντρωτικού κράτους. Αντί της οργάνωσης ενός μαζικού κινήματος για την κατάληψη της κρατικής εξουσίας, υποστήριξαν μια “μεταπολιτική” στρατηγική που θα μετασχημάτιζε σταδιακά την πολιτική και πνευματική κουλτούρα, λειτουργώντας ως προάγγελος του μετασχηματισμού των θεσμών και των συστημάτων. Στην θέση των γνωστών ηγετών και ιδεολόγων του κλασσικού φασισμού, οι ευρωπαίοι νεοδεξιοί προήγαγαν πιο αφανείς ακροδεξιούς διανοουμένους των δεκαετιών του 1920 και 1930 αλλά και μεταγενέστερους, όπως ο Ιταλός Julius Evola, οι Γερμανοί Ernst Jünger και Carl Schmitt και ο Ρουμάνος Corneliu Codreanu.

Η ιδεολογία της ΕΝΔ άρχισε να κερδίζει την προσοχή στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη δεκαετία του 199013, συντονιζόμενη με τον παλαιοσυντηρητισμό σε διάφορα ζητήματα, πιο αξιοσημείωτα την αντίθεση στις πολυπολιτισμικές κοινωνίες, την μετανάστευση μη λευκών πληθυσμών και την παγκοσμιοποίηση. Σε άλλα ζητήματα τα δύο κινήματα έτειναν να αποκλίνουν: αντανακλώντας τις ρίζες τους στον κλασσικό φασισμό, αλλά σε οξεία αντίθεση προς τους παλαιοσυντηρητικούς, οι ευρωπαίοι νεοδεξιοί ήταν εχθρικοί προς τον φιλελεύθερο ατομικισμό και τον καπιταλισμό της ελεύθερης αγοράς και πολλοί απέρριπταν τον Χριστιανισμό υπέρ του παγανισμού. Παρ’ όλα αυτά, ένα είδος διαλόγου ανάμεσα σε παλαιοσυντηρητικούς και ιδέες της ΕΝΔ έδινε υποσχέσεις στους Αμερικανούς εκείνους που έψαχναν να αναπτύξουν το λευκό εθνικιστικό κίνημα έξω από τους παραδοσιακούς κύκλους των νεοναζί και της Κου Κλουξ Κλαν.

Πρώτα χρόνια και ανάπτυξη

Ο όρος “εναλλακτική δεξιά” εισάχθηκε από τον Richard Spencer το 2008, όταν ήταν διευθυντής-εκδότης του παλαιοσυντηρητικού και ελευθεριακού Taki’s Magazine. Στο Taki’s Magazine η φράση χρησιμοποιήθηκε ως ένας εμπεριεκτικός όρος για μια ποικιλία δεξιών φωνών σε αντίθεση με το συντηρητικό κατεστημένο οι οποίες συμπεριελάμβαναν τους παλαιοσυντηρητικούς, ελευθεριακούς και λευκούς εθνικιστές14. Δυο χρόνια αργότερα, ο Spencer έφυγε για να ιδρύσει μια καινούρια έκδοση, το AlternativeRight.com, ως ένα “διαδικτυακό περιοδικό της ριζοσπαστικής παραδοσιακότητας”. Με τον Spencer πήγαν και δυο έμπειροι συνεργαζόμενοι συντάκτες, ο Peter Brimelow (του οποίου το αντιμεταναστευτικό Ίδρυμα VDARE Foundation ήταν χορηγός του πρότζεκτ) και ο Paul Gottfried (ένας από τους θεμελιωτές του παλαιοσυντηρητισμού και τους λίγους Εβραίους στο κίνημα). Το AlternativeRight.com έγινε γρήγορα ένα δημοφιλές φόρουμ μεταξύ των αντιφρονούντων δεξιών διανοούμενων, ιδιαίτερα των νεότερων. Το περιοδικό δημοσίευε εργασίες της παλιάς σχολής “επιστημονικού” ρατσισμού μαζί με άρθρα από ή σχετικά με την ΕΝΔ, του Ιταλού ακροδεξιού φιλοσόφου Julius Evola και μορφών από το μεσοπολεμικό Συντηρητικό Επαναστατικό κίνημα στη Γερμανία. Υπήρχαν δοκίμια του εθνο-αναρχικού Andrew Yeoman, του ελευθεριακού και υποστηρικτή του Pat Buchanan, Justin Raimondo του Antiwar.com, του οπαδού του “αρσενικού φυλετισμού” Jack Donovan, και της μαύρης συντηρητικής Elizabeth Wright15.

Το AlternativeRight.com ανέπτυξε δεσμούς με έναν αριθμό άλλων εκδόσεων διανοούμενων του λευκού εθνικισμού, που τελικά συνδέθηκαν με τον όρο Εναλλακτική Δεξιά. Μερικοί από τους κύριους συνεργάτες του περιλαμβάνουν το VDARE.com· το American Renaissance του Jared Taylor, του οποίου τα συνέδρια έλκυαν ταυτόχρονα και αντισημίτες και δεξιούς Εβραίους· το The Occidental Quarterly και το διαδικτυακό περιοδικό του, The Occidental Observer, που αυτή τη στιγμή εκδίδεται από τον γνωστό αντισημίτη διανοούμενο Kevin MacDonald· και το Counter-Currents Publishing, που ιδρύθηκε το 2010 για να “δημιουργήσει ένα πνευματικό κίνημα στη Βόρεια Αμερική ανάλογο της Ευρωπαϊκής Νέας Δεξιάς” και να “θέσει τα διανοητικά θεμέλια για ένα λευκό εθνοκράτος στη Βόρεια Αμερική”16

Το 2011, ο Richard Spencer έγινε επικεφαλής της δεξαμενής σκέψης του λευκού εθνικισμού National Policy Institute (Ινστιτούτο Εθνικής Πολιτικής, NPI) και των σχετιζόμενων με αυτό εκδόσεων Washington Summit Publishers. την επόμενη χρονιά παρέδωσε σε άλλους συντάκτες το AlternativeRight.com και στη συνέχεια το έκλεισε εντελώς, δημιουργώντας στη θέση του ένα καινούριο διαδικτυακό περιοδικό, το Radix (οι άλλοι συντάκτες στη συνέχεια επανίδρυσαν το Alternative Right ως ιστολόγιο). Σε σύγκριση με την ευρεία ιδεολογική προσέγγιση του AlternativeRight.com τα μεταγενέστερα εγχειρήματα του Spencer ήταν με μεγαλύτερη ένταση εστιασμένα στην προαγωγή του λευκού εθνικισμού. Ξεκινώντας από το 2011, το NPI διοργάνωσε μια σειρά συνεδρίων υψηλού προφίλ που έφεραν μαζί διανοούμενους και ακτιβιστές από διάφορους κλάδους του κινήματος. Το 2014, η δεξαμενή σκέψης, μαζί με υποστηρικτές του Ρώσου θεωρητικού της ΕΝΔ Aleksandr Dugin, χορήγησαν από κοινού ένα “πανευρωπαϊκό” συνέδριο στη Βουδαπέστη, αν και η Ουγγρική κυβέρνηση απέλασε τον Spencer και αρνήθηκε τη χορήγηση βίζας στον Dugin17.

Ξεκινώντας από το 2015, ένα πολύ ευρύτερο σύνολο συγγραφέων και διαδικτυακών ακτιβιστών υιοθέτησαν την ταμπέλα της εναλλακτικής δεξιάς. Όπως το θέτει το Anti-Fascist News, ο όρος “alt right σημαίνει τώρα συχνά μια αλυσίδα από διαδικτυακά εστιασμένους σχολιαστές, ιστολόγια, λογαριασμούς Twitter, διαδικτυακές ραδιοφωνικές εκπομπές18 και τρολλ στο Reddit, που συνδυάζουν όλα τον επιστημονικό ρατσισμό, τον ρομαντικό εθνικισμό και αποδομητικές νεοφασιστικές ιδέες για τη δημιουργία ενός λευκού εθνικιστικού κινήματος που δεν έχει σχεδόν καμμιά προς τα πίσω σύνδεση με τους νεοναζί και την Κου Κλουξ Κλαν19. Μερικά από τα διαδικτυακά κέντρα αυτής της μεγαλύτερης, περισσότερο άμορφης εναλλακτικής δεξιάς συμπεριελάμβαναν τους ιστότοπους ανάρτησης εικόνων20 4chan και 8chan, διάφορες υποκοινότητες του Reddit, καθώς και το ιστολόγιο The Right Stuff και διάφορες διαδικτυακές ραδιοφωνικές εκπομπές. Μερικοί εκπρόσωποι της εναλλακτικής δεξιάς πρόσφεραν πολιτικές με νεοναζιστικό προσανατολισμό (όπως το The Daily Stormer και το Traditionalist Youth Network), ενώ άλλα (όπως τα Occidental Dissent, The Unz Review, Vox Popoli, και Chateau Heartiste) όχι.

Σε πολλούς ιστότοπους, οι πολιτικές της εναλλακτικής δεξιάς παρουσιάζονταν με όρους που στόχευαν να είναι όσο το δυνατόν πιο εμπρηστικοί, ανατρέποντας μια παράδοση δεκαετιών μεταξύ των ακροδεξιών στις ΗΠΑ να κρατάνε χαμηλούς τόνους σχετικά με τις πεποιθήσεις τους χάριν της μαζικής κατανάλωσης. Προηγουμένως, ο αντισημίτης προπαγανδιστής Willis Carto και ο πρώην αρχηγός της Κου Κλουξ Κλαν είχαν κάνει καριέρα ντύνοντας τον φασισμό ως “λαϊκισμό” ή “συντηρητισμό”· τώρα οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς χλευάζουν με εμπιστοσύνη τον αντιφασισμό με τον τρόπο που οι ριζοσπάστες της δεκαετίας του 1960 ειρωνεύονταν τον αντικομμουνισμό: “μπορεί να μην είμαστε όλοι κανονικοί φασίστες”, έγραψε το 2015 ο αρθρογράφος του The Right Stuff Lawrence Murray, “αλλά είμαστε όλοι λίγο φασίστες είτε το θέλουμε είτε όχι. Είμαστε μη-Εβραίοι φασίζοντες – σκεφτόμαστε πολλά από τα απαίσια πράγματα που κρατούν τους αριστεριστές ξάγρυπνους τη νύχτα στη διάρκεια των αγωνιστικών συνεδριών τους. Ίσως και να τον ασπαστούμε [τον φασισμό]…”21.

Η ραγδαία ανάπτυξη της εναλλακτικής δεξιάς αντανακλούσε εν μέρει τάσεις στη διαδικτυακή κουλτούρα, όπου η ανωνυμία και η έλλεψη πρόσωπο-με-πρόσωπο επαφής, καλλιέργησε την ευρεία χρήση προσβολών, τον τραμπουκισμό, και τον σουπρεματιστικό λόγο. Πιο άμεσα, αντανακλούσε πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις όπως μια αντίδραση ενάντια στο κίνημα Black Lives Matter και, πάνω απ’ όλα, την προεδρική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ. Μια πλειοψηφία των μελών της εναλλακτικής δεξιάς υποστήριξαν την εκστρατεία του Τραμπ εξαιτίας των αντιμεταναστευτικών προτάσεών του· τη συκοφαντική ρητορική του ενάντια στους Μεξικάνους, τους Μουσουλμάνους, τις γυναίκες και άλλους· και τις συγκρούσεις του με τις κυρίαρχους συντηρητικούς και το Ρεπουμπλικανικό κόμμα.

Μέρος 2 – Κύρια ιδεολογικά ρεύματα

Λευκοί εθνικιστές, διανοούμενοι και αμόρφωτοι22

Το πρώτο περιοδικό AlternativeRight.com βοήθησε να τεθούν οι παράμετροι του εθνικισμού της εναλλακτικής δεξιάς. Στο Why an Alternative Right is Necessary(“Γιατί είναι αναγκαία μια Εναλλακτική Δεξιά”), που δημοσιεύθηκε το 2010 λίγο μετά το ξεκίνημα του περιοδικού, ο αρθρογράφος Richard Hoste πρόσφερε μια παλαιοσυντηρητικού τύπου κριτική στον “Πόλεμο στην Τρομοκρατία” και τους κυρίαρχους συντηρητικούς, μαζί με μια νέα, πιο αμβλεία, έμφαση στη φυλή:

Κάποιος θα σκεφτόταν ότι οι πιθανότητες να συμβεί μια μείζονα τρομοκρατική επίθεση εξαρτάται από το πόσοι Μουσουλμάνοι επιτρέπεται να ζήσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η ελάττωση της ισλαμικής μετανάστευσης στο όνομα της μάχης ενάντια στην τρομοκρατία θα λάμβανε την ευρεία υποστήριξη του κόσμου και θα ήταν εντελώς πρακτική με έναν τρόπο που η εγκατάσταση ενός καθεστώτος μαριονέτας στο Αφγανιστάν δεν θα πετύχαινε και χωρίς να μας οδηγήσει να σκοτώσουμε ή να βασανίσουμε οποιονδήποτε…Η ιδέα ότι δεν θα πρέπει να γίνει τίποτα που να σταματήσει την Πορεία της Διαφορετικότητας [March Of Diversity] είναι τόσο εμπεδωμένη στο μυαλό όσων θεωρούν ότι είναι δεξιοί που θα υπερασπίζονταν την Αμερική αστυνομεύοντας ολόκληρο τον πλανήτη, με βασανιστήρια, αμέτρητες φυλακίσεις και ένα έθνος σε διαρκή πολεμική ετοιμότητα αλλά δεν θα αναφέρονταν ποτέ στον περιορισμό της μετανάστευση ή στο φυλετικό προφίλ.

Ξέρουμε εδώ και κάποιο καιρό μέσω των μελετών της νευροεπιστήμης και μελέτες “μικτών” υιοθεσιών23 – λες και δεν αρκεί η κοινή λογική – ότι τα άτομα διαφέρουν στις εγγενείς ικανότητές τους. Το ίδιο και οι φυλές, με τους λευκούς και τους Ασιάτες στην κορυφή και τους μαύρους στον πάτο. Η Εναλλακτική Δεξιά παίρνει ως δεδομένο ότι ισότητα ευκαιριών σημαίνει ανισότητα αποτελεσμάτων για διάφορες τάξεις, φυλές και τα δύο φύλα. Χωρίς να αγνοούμε τη σημασία της κουλτούρας, βλέπουμε τον Δυτικό πολιτισμό ως ένα μοναδικό προϊόν της ευρωπαϊκής γενετικής δεξαμενής24.

Μερικούς μήνες αργότερα, ο Greg Johnson διακήρυσσε στο Counter-Currents Publishing:

Η επιβίωση των λευκών στη Βόρεια Αμερική και σ’ κόσμο ολόκληρο απειλείται από ένα πλήθος κακών ιδεών και πολιτικών: εξισωτισμός, άρνηση της βιολογικής φυλής και των διαφορών των φύλων, φεμινισμός, ευνουχισμός, φυλετικός αλτρουισμός, εθνομαζοχισμός και ξενοφιλία, ατομικισμός, πολυπολιτισμικότητα, ελευθεριασμός, καπιταλισμός, μετανάστευση μη-λευκών, ατομικισμός, καταναλωτισμός, υλισμός, ηδονισμός, αντι-ναταλισμός25 κλπ.

Προειδοποίησε ότι ο λευκός Λαός δεν θα επιβίωνε αν δεν “εργαζόταν για να μειώσει την εβραϊκή ισχύ και επιρροή” και αν δεν “ανακτήσει τον πολιτικό έλεγχο σε μια βιώσιμη εθνική πατρίδα ή πατρίδες”26.

Το 2016, ακολουθώντας την ραγδαία ανάπτυξη της εναλλακτικής δεξιάς, ο Lawrence Murray πρότεινε στο The Right Stuff μια σύνοψη της φιλοσοφίας-“ομπρέλα” του κινήματος: η ανισότητα τόσο των ατόμων όσο και των πληθυσμών είναι ένα “γεγονός της ίδιας της ζωής”·οι φυλές και οι εθνικές υποδιαιρέσεις τους υπάρχουν και ανταγωνίζονται για πόρους, γη και επιρροή”· οι Λευκοί καταπιέζονται και “πρέπει να τους επιτραπεί να υποστηρίξουν την πλευρά τους”· άντρες και γυναίκες έχουν ξεχωριστούς ρόλους και η ετερόφυλη σεξουαλικότητα είναι κρίσιμη για την επιβίωση της φυλής· “το δικαίωμα ψήφου πρέπει να περιοριστεί” γιατί η καθολική δημοκρατία “δίνει εξουσία στους χειρότερους και αλυσοδένει τους καλλίτερους”· και τέλος οι “εβραϊκές ελίτ είναι αντίθετες στο πρόγραμμά μας συνολικά27. Ο Alfred W. Clark στο Radix πρόσφερε μια ελαφρώς διαφορετική συνόψιση. Κατά την άποψή του, οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς αναγνωρίζουν την ανθρώπινη βιοποικιλότητα· απορρίπτουν την καθολικότητα· θέλουν να αντιστρέψουν την μετανάστευση από τον Τρίτο κόσμο στη Δύση· είναι σκεπτικιστές σε σχέση με το ελεύθερο εμπόριο και την ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς· αντιτίθενται στον κυρίαρχο Χριστιανισμό από μια ποικιλία διαφορετικών οπτικών (Χριστιανοί των παραδόσεων, νεοπαγανιστές, άθεοι και αγνωστικιστές)· και συχνά (αλλά όχι πάντα) υποστηρίζουν τον Ντόναλντ Τραμπ. Σε αντίθεση με τον Murray, ο Clark παρατηρεί ότι οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς διαφωνούν σχετικά με το “εβραϊκό ζήτημα”, αλλά γενικά συμφωνούν ότι “οι Εβραίοι έχουν δυσανάλογη εμπλοκή στη δημιουργία αριστερών κινημάτων τα τελευταία 150 χρόνια28.

Οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς έχουν προώθησει τις ιδέες αυτές με διαφορετικούς τρόπους. Μερικοί έχουν χρησιμοποιήσει κάποιους μετριοπαθείς διανοητικούς τόνους, δανειζόμενοι συχνά από την ευφημιστική γλώσσα της ΕΝΔ σχετικά με τον σεβασμό της “διαφορετικότητας” και την προστασία της “βιοπολιτισμικής ποικιλομορφίας”. Για παράδειγμα, το Ινστιτούτο Εθνικής Πολιτικής (NPI), έχει προαγάγει τον “ταυτοτισμό”29, μια ιδέα που αναπτύχθηκε από τη γαλλική Νέα Δεξιά και έγινε δημοφιλής από την γαλλική ομάδα Bloc Identitaire. Το 2015, ο Richard Spencer εισήγαγε ένα διαγωνισμό δοκιμίου στο NPI για νεαρούς συγγραφείς με το θέμα: “Why I’m An Identitarian” (“Γιατί είμαι Ταυτοτιστής”):

Ο ταυτοτισμός…αποφεύγει τον εθνικιστικό σωβινισμό, καθώς και τον χωρίς νόημα, μικρο-εθνικισμό που γίνεται ανεκτός, αν δεν ενθαρρύνεται κιόλας, από το υπάρχον παγκόσμιο σύστημα. Έχοντας πει αυτό, ο ίδιος ο ταυτοτισμός δεν είναι ένα παγκόσμιο σύστημα αξιών, όπως ο αριστερισμός, ο μονοθεϊσμός και οι περισσότερες σύγχρονες εκδοχές του “συντηρητισμού”. Αντίθετα, ο ταυτοτισμός έχει να κάνει θεμελιωδώς με τη διαφορά, με την κουλτούρα ως μιας έκφρασης ενός συγκεκριμένου λαού σε μια συγκεκριμένη στιγμή…Ο ταυτοτισμός αναγνωρίζει τις μη-συμμετρικές φύσεις των διαφορετικών λαών και κουλτουρών – και συνεπώς προσβλέπει σ’ έναν κόσμο αληθινής διαφορετικότητας και πολυπολιτισμικότητας30.

Πολύ διαφορετικές εκδοχές της εναλλακτικής δεξιάς διατίθενται αλλού. Ο ιστότοπος The Right Stuff χρησιμοποιεί έναν εμπαικτικό, ειρωνικό τόνο με εναλλασσόμενες “ετικέττες’ όπως “Ο ορθολογικός κόσμος σας είναι ένας κυκλικός κόπανος”· “η μη-επιθετικότητα είναι ο θρίαμβος της αδυναμίας”· “η δημοκρατία είναι ένα διαφυλετικό πορνό”· “η υπακοή στην νόμιμη εξουσί είναι το θεμέλιο ενός ανδροπρεπούς χαρακτήρα”· και “Η ζωή δεν είναι δίκαιη. Είναι σκατά για σένα, αλλά δεν με νοιάζει”. Ένα άρθρο από κάποιον “Darth Stirner”31, με τίτλο Fascist Libertarianism: For a Better World(“Φασιστική ελευθεριακότητα: για έναν καλλίτερο κόσμο”), απεικονίζει περαιτέρω αυτό το στυλ:

Αγαπητέ ελευθεριακέ, βγάλε τα ροζ χρωματιστά γυαλιά του φυλετικού εξισωτισμού. Κοίτα τριγύρω και δες ότι οι άλλες φυλές δεν καμουφλάρουν καν το μίσος τους για σένα. Αν και δεν σκέφτεσαι με όρους φυλής, να είσαι σίγουρος ότι αυτοί σκέφτονται. Η ανθρωπότητα συγκροτείται ως μια σειρά από φυλετικές ενώσεις. Είναι δεμένες μεταξύ τους, και αν δεν το κάνουμε κι εμείς αυτό…ο Δυτικός πολιτισμός είναι καταδικασμένος.

[…]

Προοδευτικοί, κομμουνιστές και εκφυλισμένοι κάθε απόχρωσης θα χρειαστεί να εκπαιδευτούν – τουλάχιστον για μια μεταβατική περίοδο. Η τρομοκρατία και ο ανταρτοπόλεμος μπορούν να αποτραπούν μ’ αυτόν τον τρόπο. Στην περίπτωση ενός πραξικοπήματος θα ήταν εύλογο να συλληφθεί κάθε άτομο που θα μπορούσε να είναι έστω και κατά διάνοια εχθρός της δεξιάς επανάστασης. Αντί να τους οδηγούμε σε λιμοκτονία ή να τους βασανίζουμε θα έπρεπε να τους μεταχειριζόμαστε καλά σύμφωνα με τα υψηλότερα στάνταρ ζωής που είναι λογικώς δυνατά. Οι περισσότεροι από αυτούς απλά θα είναι υπό κράτηση μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος και να ξεκαθαρίσει ο νικητής. Αυτό είναι, στην πραγματικότητα, πολύ περισσότερο ανθρώπινο από το να επιτρέψουμε να συμβεί ένας έντονα αμφίρροπος εμφύλιος πόλεμος32.

Όμως το The Right Stuff δεν προσφέρει μόνο μισο-ειρωνεία αλλά και απροκάλυπτη μισαλλοδοξία, όπως συνοψίζεται από το Anti-Fascist News:

[Στο The Right Stuff] επιλέγουν να χρησιμοποιούν ανοιχτά ρατσιστικές προσβολές, να υποτιμούν τις γυναίκες και όσες έχουν επιβιώσει από έναν βιασμό, να γελοιοποιούν το Ολοκαύτωμα και να καλούν σε βία ενάντια στους Εβραίους. Το podcast τους, The Daily Shoah, που είναι ένα λογοπαίγνιο με το The Daily Show και τον Yiddish όρο για το Ολοκαύτωμα [Σοά], είναι μια συζήτηση στρογγυλής τράπεζας διαφόρων ρατσιστών που εκπέμπουν ραδιοφωνικά κάτω από διάφορα ψευδώνυμα. Εδώ κάνουν φωνητικές “εντυπώσεις” Εβραίων και χρησιμοποιούν συστηματικά όρους όπως “Nig Nog”, “Muds” (αναφερόμενοι σε “φυλές του βούρκου”, εννοώντας μη-λευκές), και αποκαλώντας ανθρώπους με Αφρικανική καταγωγή “Dingos”. Η λέξη-από-Ν33, ομοφοβικές προσβολές, και εκκλήσεις για βίαιη επιβολή της πολιτισμικής πατριαρχίας και ετεροκανονικότητας είναι κοινός τόπος. Η χρήση ρητορικής όπως αυτή λείπει σχεδόν εντελώς από ομάδες όπως οι American Renaissance, Counter-Currents, Radix Journal, Alternative Right, ακόμα και από το Stormfront, τον κύριο “κόμβο” των ρατσιστικών ομάδων, το οποίο πρόσφατα απαγόρευσε τις σβάστικες και τις ρατσιστικές προσβολές34.

Το Anti-Fascist News ισχυρίζεται ότι διαφορετικά παρακλάδια της εναλλακτικής δεξιάς χρησιμοποιούν διαφορετική γλώσσα για να απευθυνθούν σε διαφορετικό στοχευμένο κοινό. “Το The Right Stuff προσπαθεί να μιμηθεί την επιθετικότητα και τις αντιδραστικές προσβολές δεξιών ραδιοφωνικών ομιλητών όπως ο Rush Limbaugh, ενώ το Radix θα λάτρευε να μοιάζει περισσότερο με το πιασάρικο περιοδικό Critical Theory, στο οποίο νεαροί μεταπτυχιακοί φοιτητές πασχίζουν να δημοσιεύσουν35. Πρόκειται περισσότερο για καταμερισμό εργασίας παρά σύγκρουση φραξιών, καθώς ένας αριθμός διανοούμενων της εναλλακτικής δεξιάς έχουν, για παράδειγμα, εμφανιστεί σε διαδικτυακές εκπομπές του The Right Stuff.

Πέρα από τις στυλιστικές διαφορές, όμως, οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς έχουν διαφωνήσει και σε ουσιώδη ζητήματα. Ένα από τα σημαντικότερα σημεία τριβής είναι κατά πόσον οι λευκοί εθνικιστές θα έπρεπε να συνεργάζονται με τους Εβραίους ή τουλάχιστον κάποιους Εβραίους. Η μισαλλοδοξία κατά των Εβραίων και το κυνήγι αποδιοπομπαίων τράγων έχει πρυτανεύσει στο μεγαλύτερο κομμάτι του κινήματος, αλλά με σημαντικές διαφοροποιήσεις και εξαιρέσεις. Για τη μειοψηφία των οπαδών της εναλλακτικής δεξιάς που ταυτίζονται με τον νεοναζισμό, όπως ο Andrew Anglin του Daily Stormer, ο χωρίς συμβιβασμούς αντισημιτισμός είναι η πρωτεύουσα καθοριστική αρχή36. Και για πολλούς άλλους, οι Εβραίοι είναι μια τεράστια υπαρξιακή απειλή. Για τον μπλόγκερ του The Right Stuff “Auschwitz Soccer Ref”, οι Εβραίοι ως ομάδα επιδίδονται σε “μια ασταμάτητη προδοσία και πισώπλατο μαχαίρωμα για 2000 χρόνια” και είναι “εχθροί χωρίς τύψεις που επιδιώκουν την καταστροφή αυτών που μισούν, οι οποίοι είμαστε εμείς”. Ως αποτέλεσμα, “οποιοσδήποτε ταυτοποιείται ως Εβραίος ή οποιοσδήποτε άλλος βρίσκει δικαιολογίες για τη συνεχιζόμενη εβραϊκή παρουσία στις πατρίδες των Λευκών, θα έπρεπε, χωρίς καμμιά απολογητική διάθεση να αποκλειστούν από αυτό το κίνημα, και σε κανέναν από αυτούς δεν θα έπρεπε ποτέ να επιτραπεί να μιλήσει σε συναντήσεις της εναλλακτικής δεξιάς, άσχετα από το πόσο υπέρ των λευκών μπορεί να φαίνονται37.

Δεν συμφωνούν μ’ αυτό όλοι οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς. Το American Renaissance, ένας από τους κεντρικούς θεσμούς του κινήματος, εισήγαγε μια εκδοχή λευκού εθνικισμού που απέφευγε τον αντισημιτισμό. Εκτός από το να εκδίδει Εβραίους συγγραφείς, στις εκδηλώσεις της Αμερικανικής Αναγέννησης γίνονταν δεκτοί τόσο Εβραίοι όσο και αντισημίτες, στον βαθμό που άφηναν κατά μέρος τις διαφωνίες τους38. Ο Richard Spencer, επίσης, έχει καλωσορίσει επανειλημμένα Εβραίους συγγραφείς και αναφέρεται σ’ αυτούς ως χρήσιμους συνεισφέροντες στο κίνημα.

Ακόμα και οπαδοί της εναλλακτικής δεξιάς που βλέπουν τους Εβραίους ως επικίνδυνους ξενόφερτους δεν τους θεωρούν απαραίτητα ως την ενσάρκωση του απόλυτου κακού. Ο Σερβοαμερικανός συγγραφέας Srdja Trifkovic έγραψε ότι “οι Εβραίοι” έχουν συμβάλλει δυσανάλογα στην διάβρωση του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Παρ’ όλα αυτά, ελπίζει για μια συμμαχία με τους Εβραίους ενάντια στον κοινό εχθρό, “τα μελαχρινά, μαύρα και κίτρινα πλήθητων οποίων οι αναπόφευκτες επιθέσεις στην εβραϊκή κοινότητα μπορεί “εύκολα να υπερβαίνουν σε αγριότητα και μέγεθος τα γεγονότα των χρόνων 1942-1945”39. Παρόμοια, ο συγγραφέας του Counter-Currents M.K. Lane περιέγραψε τους Εβραίους ως έναν “αυτοαπομονωνόμενο και πολιτισμικά αλλαζόνα λαό, έναν λαό που αρνείται να αφομοιωθεί [και] που κι όταν ακόμα αφομοιώνεται φαινομενικά προκαλεί ακόμα μεγαλύτερη ζημιά από αυτήν που προκαλούσε πριν την κατάργηση του διαχωρισμού του”. Παρ’ όλα αυτά, ο Lane ελπίζει επίσης ότι ένα σημαντικός αριθμός Εβραίων θα μπορούσαν να κερδηθούν και να συμμαχήσουν με τον λευκό εθνικισμό καθώς: “αν χαθούμε, θα χαθούν κι αυτοί”. Φυσικά, σε μια τέτοια συμμαχία οι λευκοί εθνικιστές “δεν θα πρέπει να επιτρέψουν στον εαυτό τους να γίνουν υποχείριο”. Στους Εβραίοι “που ζουν ανάμεσά μας…θα πρέπει να τους επιτραπεί ή να μένουν στις δικές τους κοινότητες, αφομοιωνόμενοι σε μικρούς αριθμούς, ή να μετακινηθούν στο Ισραήλ. Οτιδήποτε, αρκεί να απέχουν από το να υπονομεύουν τις κοινωνίες μας…”40.

Ανδροσφαίρα41

Ενώ ο λευκός εθνικισμός έχει υπάρξει κεντρικός στην εναλλακτική δεξιά, πατριαρχικές πολιτικές έχουν επίσης παίξει έναν αυξανόμενα σημαντικό – και αυξανόμενα δηλητηριώδη – ρόλο στο κίνημα. Το αρχικό AlternativeRight.com παρουσίαζε ένα φάσμα απόψεων σχετικά με το φύλο, από την πατριαρχική παραδοσιοκρατία42 μέχρι ένα είδος ημι-φεμινισμού. Ένας αριθμός από τους άντρες συνεισφέροντες εξέφρασε την ανησυχία ότι το παρακλάδι αυτό της Δεξιάς προσέλκυε λίγες γυναίκες. Ο εκδότης και μυθιστοριογράφος Alex Kurtagic ισχυρίστηκε, το 2011 ότι οι γυναίκες και οι άντρες έχουν διακριτούς φυσικούς ρόλους, αλλά ότι το λευκό εθνικιστικό κίνημα τους χρειάζεται αμφότερους:

Οι γυναίκες είναι πολλά περισσότερα από τροφοί: είναι ιδιαίτερα ικανές στη δικτύωση, στην οικοδόμηση κοινοτήτων, την οικοδόμηση συναίνεσης, στην ταυτόχρονη εκτέλεση πολλαπλών καθηκόντων και την παροχή ηθικής και εφοδιαστικής υποστήριξης. Όλα αυτά είναι ουσιώδη σε οποιοδήποτε κίνημα περιλαμβάνει την απεύθυνση σε κοινότητες, και όπου είναι ενδεδειγμένες φιλικές, χαμηλών τόνων, μη απειλητικές μορφές στρατολόγησης…Οι γυναίκες μπορούν να δημιουργήσουν έναν πολύ ευρύτερο χώρο ασφάλειας και άνεσης γύρω από τον σκληρό πολιτικό ακτιβισμό, μέσω της οργάνωσης ενός ευρέως φάσματος κοινοτιστικών, ανθρώπινων και υποστηρικού προσανατολισμού δραστηριοτήτων…43

Ο Andrew Yeoman των Bay Area National Anarchists επιχειρηματολόγησε ακόμα πιο αιχμηρά ότι η σεξιστική συμπεριφορά των αντρών της εναλλακτικής δεξιάς απωθεί τις γυναίκες:

Πολλές γυναίκες δεν θα συνδεθούν με τις ιδέες μας. Γιατί είναι αυτό σημαντικό; Γιατί αφήνει τους μισούς ανθρώπους έξω από τον αγώνα. Οι γυναίκες που παραμένουν κοντά μας πρέπει να αντιμετωπίσουν μια διαρκή λιτανεία κακομεταχείρισης και συχνού φλερταρίσματος από ανεπιθύμητους μνηστήρες…τίποτα δεν λέει [περισσότερο] ‘δεν είστε σημαντικές για μας’ από την σεξουαλικοποίηση των γυναικών στο κίνημα…Μη μου λέτε ότι αυτό δεν είναι ζήτημα. Το έχω δει να συμβαίνει σε όλα τα είδη ριζοσπαστικών κύκλων και ο δικός μας είναι ο χειρότερος44.

Έχοντας αναπτυχθεί, η εναλλακτική δεξιά έχει εγκαταλείψει αυτό το είδος αυτοκριτικής και αντιπαράθεσης σχετικά με την πολιτική για το έμφυλο. Προχωρώντας πιο πέρα από τους παραδοσιοκρατικούς ισχυρισμούς σχετικά με την ιερότητα της οικογένειας και τους “φυσικούς” ρόλους των φύλων, οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς έχουν ασπαστεί μια έντονα μισογυνιστική ιδεολογία, απεικονίζοντας τις γυναίκες ως παράλογα, εκδικητικά πλάσματα που έχουν ανάγκη και θέλουν να κυριαρχούνται από τους άντρες και οι οποίες θα έπρεπε να απογυμνωθούν από οποιονδήποτε πολιτικό ρόλο45.

Το Traditionalist Youth Network ισχυρίζεται ότι “οι βιολογικές παρορμήσεις των γυναικών είναι αντίθετες με τα πιο σημαντικά συμφέροντα του πολιτισμού και…ο προηγούμενος και κάτι αιώνας της γυναικείας απελευθέρωσης και της απόκτησης του δικαιώματος ψήφου έχει υπάρξει επιζήμιος για την κοινωνική σταθερότητα”. Αλλά η ομάδα πλαισιώνει αυτή τη θέση σχετικά μετριοπαθώς επειδή, σε αντίθεση με κάποιους άλλους δεξιούς, δεν πιστεύουν “ότι οι γυναίκες έχουν κεντρικό ρόλο στην καταστροφή του Δυτικού πολιτισμού” – απλά χειραγωγούνται από τους Εβραίους46. Το The Daily Stormer έχει απαγορεύσει τις συνεισφορές από γυναίκες και προτείνει περιορισμένους ρόλους για τις γυναίκες στο κίνημα, προκαλώντας έτσι κριτική από γυναίκες προερχόμενες από τον πιο παλιομοδίτικο ιστότοπο συζητήσεων του λευκού εθνικισμού Stormfront. Ο ακροδεξιός μπλόγκερ Matt Forney ισχυρίζεται ότι “η προσπάθεια ‘απεύθυνσης’ στις γυναίκες είναι μια άσκηση στη ματαιότητα…δεν είναι ότι οι γυναίκες δεν θα έπρεπε να είναι καλοδεχούμενες [στην εναλλακτική δεξιά], πρόκειται για το ότι δεν είναι σημαντικές47.

Οι υποστηρικτές της ανδρόσφαιρας48 έχουν δώσει έμφαση στην αντρική θυματοποίηση – την ψευδή πεποίθηση ότι οι άντρες στην κοινωνία των ΗΠΑ είναι καταπιεσμένοι ή αποδυναμωμένοι από τον φεμινισμό ή τις γυναίκες γενικά. Αυτό αντηχεί την αντίληψη του “αντίστροφου ρατσισμού”, την ιδέα ότι οι λευκοί Αμερικανοί αντιμετωπίζουν άδικες διακρίσεις, αντίληψη που οι λευκοί εθνικιστές προάγουν από τη δεκαετία του 1970.

Μερικοί από τους υποστηρικτές της ανδρόσφαιρας είναι παραδοσιακοί οικογενειοκράτες, ενώ άλλοι διακηρύσσουν μια πιο επιθετική σεξουαλικότητα. Ο Daryush Valizadeh, ο οποίος γράφει στον ιστότοπο της PUA49Return of Kings με το ψευδώνυμο Roosh V, απηχεί αυτή την τάση. Επιχειρηματολογεί ότι η πυρηνική οικογένεια με τον έναν πατέρα και και τη μία μητέρα είναι η υγιέστερη μονάδα για την ανατροφή των παιδιών και ότι ο σοσιαλισμός είναι επιβλαβής γιατι κάνει τις γυναίκες να εξαρτώνται από την κυβέρνηση και τις αποθαρρύνει από το να χρησιμοποιούν τα “θηλυκά τους δώρα” για να “τυλίξουν έναν άντρα”. Παρ’ όλα αυτά, ο Valizadeh έχει γράψει και 10 “πώς να” βιβλία για άντρες σεξοτουρίστες με τίτλους όπωςBang Ukraine καιBang Iceland. Ο Valizadeh δεν περιορίζεται στη δική του καταφανή ασυνέπεια, αλλά προτείνει κιόλας στο άρθρο του What is Neomasculinity?”, ότι η αποσάρθρωση των πατριαρχικών κανόνων έχει αναγκάσει τους άντρες να κυνηγούν ένα θήραμα” ως μια αμυντική στρατηγική “για να φτάσουν, ει δυνατόν, σε κάτι που να μοιάζει με φυσιολογική σχέση50.

Όπως και η εναλλακτική δεξιά, ο λόγος της ανδρόσφαιρας ποικίλει από διανοητικά επιχειρήματα μέχρι ωμές ύβρεις, αν και η γραμμή μεταξύ αυτών των δύο είναι συχνά θολή. Το A Voice for Men, του Paul Elam, που δημουργήθηκε το 2009, έγινε ένας από τους ιστότοπους της ανδρόσφαιρας με την μεγαλύτερη επιρροή με σκόπιμα προκλητικά άρθρα επιχειρηματολογώντας,για παράδειγμα, ότι το νομικό σύστημα ήταν τόσο σωρευμένο ενάντια στους άντρες που οι ένορκοι σε υποθέσεις βιασμού θα έπρπε να αποφασίσουν υπέρ μιας αθώωσης “ακόμα και μπροστά σε συντριπτικές ενδείξεις ότι οι κατηγορίες αληθεύουν”51. Ο Elam ανακήρυξε επίσης “σατυρικά” τον Οκτώβριο ως μήνα του “Χτύπα μια βίαιη Σκρόφα/Σκύλα” προτρέποντας τους άντρες να απαντήσουν μαχητικά στις συντρόφους τους που ασκούν φυσική κακοποίηση. Πρόσφερε “σάτυρα” όπως αυτή:

Δεν εννοώ να τις υποδουλώσουμε, ή να deliver an open handed pop στα μούτρα τους για να τις κάνουμε να ησυχάσουν. Εννοώ κυριολεκτικά να τις αρπάξουμε από το μαλλί και να τους χτυπήσουμε τα μούτρα στον τοίχο μέχρι να ευχαριστηθεί κανείς από το χτύπημα γιατί, ξέρετε, δεν θα μπορούν να ανταπαντήσουν όταν οι μύτες τους αιμορραγούν με μερικά εκατομμύρια ερυθρά αιμοσφαίρια52.

Οι υποστηρικτές της ανδρόσφαιρας τείνουν επίσης να προάγουν την ομοφοβία και την τρανσοφοβία, κάτι που είναι συνεπές με τις προσπάθειές τους να επιβάλλουν εκ νέου αυστηρούς έμφυλους ρόλους και ταυτότητες. Στο Return of Kings, ο Valizadeh έχει καταγγείλει την νομιμοποίηση του γάμου ομοφύλων ως “μια φάση μιας εκφυλιστικής πορείας δίωξης των ετεροφύλων, τόσο νομικά όσο και κοινωνικά, ενώ ταυτόχρονα τα νεαρά παδιά εγκλιματίζονται με το στυλ ζωής των ομοφυλόφιλων”53. Στον ίδιο ιστότοπο, ο Matt Forney προειδοποιεί ότι οι τρανς γυναίκες που κάνουν έρωτα με cis54 άντρες μπορεί να είναι ένοχες για “βιασμό εξ απάτης”55. Την ίδια στιγμή, μερικοί ιστότοποι της ανδρόσφαιρας έχουν προσπαθήσει να απευθυνθούν στους γκέι άντρες. Το A Voice for Men δημοσίευσε μια σειρά άρθρων από τον συγγραφέα Matthew Lye που αργότερα συλλέχθηκαν στο ηλεκτρονικό βιβλίο The New Gay Liberation: Escaping the Fag End of Feminism, το οποίο ο Paul Elam περιέγραψε ως ένακαυτό κατηγορητήριο φεμινιστικού μίσους για οτιδήποτε αντρικό”56.

Ένα από τα γεγονότα που έβαλαν την ανδροσφαίρα στο κέντρο της δημόσιας προσοχής ήταν η έντονη διαμάχη για το Gamergate. Ξεκινώντας από το 2014, ένας αριθμός γυναικών που εργάζονταν – ή ασκούσαν κριτική στον σεξισμό – στη βιομηχανία των βιντεοπαιχνιδιών υφίσταντο μια μεγάλης κλίμακας εκστρατεία παρενοχλήσεων, που συνοντιζόταν εν μέρει από την ετικέτα #Gamergate στο Twitter. Οι υποστηρικτές του Gamergate ισχυρίζονταν ότι αυτή η εκστρατεία ήταν για την υπεράσπιση της ελευθερίας του λόγου και της δημοσιογραφικής ηθικής απέναντι στην πολιτική ορθότητα· περιελάμβανε, όμως, βίντεο μισογυνίστικης κακοποίησης, απειλών βιασμού και δολοφονίας, καθώς και doxxing (δημοσιοποίησης προσωπικών πληροφοριών), που ανάγκασαν αρκετές γυναίκες να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους εξαιτίας του φόβου για την σωματική τους ασφάλεια57. Η εκστρατεία Gamergate απέκτησε τα διαβρωτικά, συστηματικά χαρακτηριστικά των απειλών και της κακοποίησης που έχουν χρησιμοποιηθεί εδώ και χρόνια για σιωπήσουν τις γυναίκες στο διαδίκτυο και το ακόνισε σε ένα εστιασμένο επιθετικό όπλο58. Το Gamergate, με τη σειρά του, επηρέασε πολύ έντονα τον διαδικτυακό ακτιβισμό της ίδιας της εναλλακτικής δεξιάς, όπως συζητιέται και στη συνέχεια του άρθρου.

Υπάρχει σημαντική επικάλυψη ανάμεσα στη ανδροσφαίρα και την εναλλακτική δεξιά. Αμφότερες έχουν έντονη δραστηριότητα σε ιστότοπους συζητήσεων όπως οι 4chan, 8chan, και Reddit, και ένας αριθμός επιφανών υποστηρικτών της εναλλακτικής δεξιάς – όπως οι Forney, Theodore Beale (ψευδώνυμο: “Vox Day”), James Weidmann (“Roissy”), και Andrew Auernheimer (“weev”) – είναι επίσης ενεργοί στην ανδροσφαίρα. Αρκετοί άλλοι της εναλλακτικής δεξιάς έχουν αφομοιώσει και προωθήσει εκδοχές της ιδεολογίας του φύλου από την ανδροσφαίρα.

Έχουν υπάρξει, όμως, και εντάσεις μεταξύ των δύο δεξιών κινημάτων. Το 2015, ο Valizadeh (“Roosh V”) άρχισε να οικοδομεί μια σύνδεση με την εναλλακτική δεξιά, παρακολουθώντας ένα συνέδριο του NPI και κάνοντας εκτεταμένες αναφορές από τον αντισημίτη Kevin MacDonald σε μια μακροσκελή ανάρτηση σχετικά με “Τα καταστροφικά αποτελέσματα του εβραϊκού διανοουμενισμού και ακτιβισμού στη Δυτική κουλτούρα” (“The Damaging Effects of Jewish Intellectualism And Activism On Western Culture”)59. Μερικοί από τους ακόλουθους της εναλλακτικής δεξιάς αντέδρασαν ευνοϊκά. Ένας μπλόγκερ σχολίασε ότι η ανδροσφαίρα δεν “είναι τόσο στιγματισμένη” όσο ο λευκός εθνικισμός και η εναλλακτική δεξιά και πρότεινε ότι, καλώς εχόντων των πραγμάτων, “μιας και η ανδροσφαίρα έχει μια πολύ ευρεία απεύθυνση είναι πιθανόν ότι μπλόγκερ όπως ο Roosh και ο Dalrock [ένας Χριστιανός υποστηρικτής της ανδρόσφαιρας] ίσως χρησιμεύσουν ως ένα σκαλοπάτι για να οδηγηθούν πρώην απαθείς άντρες προς την εναλλακτική δεξιά”60. Ο Matt Parrott και το Traditionalist Youth Network εξήραν το άρθρο “What is Neomasculinity?” του Valizadeh ως μια “αριστουργηματική σύνθεση γνώσης της ανθρώπινης βιοποικιλότητας, ριζοσπαστικών παραδοσιοκρατικών αρχών και πραγματιστικής σύγχρονης εμπειρίας των ραντεβού”61.

Αλλά η σχέση “ξύνισε” γρήγορα, κυρίως επειδή ο Valizadeh είναι Περσοαμερικάνος. Παρ’ όλο που ο Andrew Anglin του The Daily Stormer έγραψε στο Tweeter ότι ο Valizadeh είναιένας πολιτισμένος και αξιότιμος άντρας”62, πολλοί λευκοί εθνικιστές τον κατήγγειλαν ως μη-λευκό και εχθρό. Ένας έγραψε στο Τουίτερ ότι είναι “ένας λιγδιάρης Ιρανός” που “πηγαίνει στην Ευρώπη για να μιάνει λευκές γυναίκες και μετά γράφει βιβλία γι’ αυτό”63. Αφού μελέτησε τις αφηγήσεις του ίδιου του Valizadeh για τον σεξοτουρισμό του, ο αρχισυντάκτης του Counter-Currents Publishing Greg Johnson έφτασε στο συμπέρασμα ότι ο Roosh “είναι είτε ένας βιαστής είτε ένας απατεώνας” και ότι “δεν είναι γυνακεία υστερία να περιγράψει κανείς τον Roosh ως έναν υποστηρικτή του βιασμού”. Γενικότερα, ο Johnson έγραψε: παρ’ όλα τα ωφέλη/καλά/θετικά της…η ανδροσφαίρα διαφθείρει ηθικά τους άντρες. Δεν προάγει την επανανάδυση τω παραδοσιακών και βασισμένων στη βιολογία σεξουαλικών νορμών”64. Ο Valizadeh απάντησε με την ανάρτηση η εναλλακτική δεξιά είναι χειρότερη από τον φεμινισμό στην προσπάθεια να ελέγξει την αντρική σεξουαλική συμπεριφορά65.

Ανδρικός φυλετισμός66

Ο Jack Donovan, ένας από τους πρώτους συνεργάτες στο AlternativeRight.com που έχει παραμείνει ενεργός κατά την ανάπτυξη της εναλλακτικής δεξιάς, προσφέρει μια σχετική αλλά διακριτή εκδοχή αντρικής σουπρεματιστικής ιδεολογίας. Σε μια σειρά βιβλίων και άρθρων ολόκληρη την προηγούμενη δεκαετία, ο Donovan έχει υποστηρίξει ένα σύστημα πατριαρχίας βασισμένο στη “φυλετική” συντροφικότητα ανάμεσα σε άντρες πολεμιστές. Αντλώντας από την εξελικτική ψυχολογία, ισχυρίζεται ότι στο παρελθόν οι άντρες ήταν κυρίως οργανωμένοι σε μικρές, πολύ κλειστές “παρέες”, που καλλιεργούσαν τον πραγματικό αντρισμό και την φυσική κυριαρχία των αντρών πάνω στις γυναίκες. Όμως ο σύγχρονος “παγκοσμιοποιητικός πολιτισμός” απαιτεί την εγκατάλειψη των ομάδων ανθρώπινης κλίμακας με μια συγκεκριμένη ταυτότητα υπέρ μιας “παγκόσμιας φυλής”. Ένας συνδυασμός “φεμινιστριών, μιας ελίτ γραφειοκρατών και πλουσίων”, όπως γράφει, έχουν προαγάγει την αντρική παθητικότητα και βάζουν τις γυναίκες σε έναν κυρίαρχο ρόλο”67.

Σε αντίθεση προς τους Χριστιανούς δεξιούς, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι ο φεμινισμός παρασύρει τις γυναίκες στο να προδίδουν τα πραγματικά τους συμφέροντα, ο Donovan βλέπει τον φεμινισμό ως μια έκφραση της βασικής φύσης των γυναικών η οποία συνίσταται στο “να ηρεμούν τους άντρες και να στρατολογούν τη βοήθειά τους στο σπίτι, να ανατρέφουν τα παιδιά και να διορθώνουν τις καλύβες από γρασίδι”. Σήμερα, ισχυρίζεται, η υποτιθέμενη συμμαχία των φεμινιστριών με τις ελίτ της παγκοσμιοποίησης αντανακλά τούτο: “Οι γυναίκες ταιριάζουν και εξυπηρετούνται περισσότερο από την παγκοσμιοποίηση και τον καταναλωτισμό των σύγχρονων δημοκρατιών που προάγουν την ασφάλεια, το σεξ χωρίς δεσμεύσεις και τα ψώνια”68.

Το κοινωνικό και πολιτικό ιδεώδες του Donovan είναι μια σύγχρονη οργάνωση, την οποία αποκαλεί “Η Αδελφότητα”, στην οποία όλοι οι άντρες θα πρέπει να επιβεβαιώσουν την ιερή αφοσίωση και πίστη μεταξύ τους και εναντίον του έξω κόσμου. Η θέση ενός άντρα θα βασίζεται σε μια “ιεραρχία μέσω της αξιοκρατίας”, η οποία δεν μεταβιβάζεται μέσω του πλούτου ή της θέσης. Όλοι οι άντρες πρέπει να αναμένουν ότι θα εκπαιδεύονται και θα υπηρετούν ως πολεμιστές, και μόνο οι πολεμιστές – δηλαδή όχι γυναίκες – θα έχουν πολιτική φωνή. Σ’ αυτή την εκδοχή πατριαρχικής ιδεολογίας, και σε αντίθεση με την εκδοχή της χριστιανικής δεξιάς, η αντρική συντροφικότητα είναι κεντρική και η οικογένεια είναι εντελώς περιφερειακή. Ένα παράδειγμα του είδους κοινότητας που οραματίζεται ο Donovan είναι η σχετιζόμενη με τον Όντιν69 ομάδα Wolves of Vinland70, της οποίας ο Donovan έγινε μέλος αφού επισκέφτηκε την εκτός ηλεκτρικού δικτύου [off-the-grid] κοινότητά τους στην ύπαιθρο της Βιρτζίνια το 2014. Οι Wolves χρησιμοποιούν ομαδικές τελετουργίες (συμπεριλαμβανομένων ζωοθυσιών) και οργανώνουν μάχες μεταξύ των μελών τους για να τεστάρουν τον ανδρισμό τους71. Οι Wolves of Vinland εκθειάζονται επίσης από λευκές εθνικιστικές ομάδες όπως η Counter-Currents Publishing, και ένα από τα μέλη τους έχει φυλακιστεί για την προσπάθειά του να κάψει μια εκκλησία μαύρων στην Βιρτζίνια72.

Ο Donovan έχει γράψει ότι είναι συμπαθών με τους στόχους των λευκών εθνικιστών όπως η ενθάρρυνση του φυλετικού διαχωρισμού και η υπεράσπιση των Ευρωπαίων Αμερικάνων ενάντια στην “βαθιά εδραιωμένη κατά των λευκών προκατάληψη των πολυπολιτισμικών ορθοδοξιών”. Ο λευκός εθνικισμός “δένει” τέλεια με τις αντιλήψεις του ότι όλοι οι άνθρωποι είναι άτομα που ανήκουν σε φυλές και ότι η ανθρώπινη ισότητα είναι μια ψευδαίσθηση. Αλλά, σε αντίθεση με τους περισσότερους στην εναλλακτική δεξιά, η φυλή δεν είναι το βασικό σημείο εστίασης για τον Donovan ή η βασική του έγνοια. “Η δουλειά μου αφορά τους άντρες. Έχει να κάνει με την κατανόηση της αρρενωπότητας και την άθλια κατάσταση των αντρών στον σύγχρονο κόσμο. Έχει να κάνει με αυτά που όλοι οι άντρες έχουμε ως κοινά”73. Το ιδεώδες της “Aδελφότητάς” του δεν είναι πολιτισμικά συγκεκριμένο και χαίρεται να βλέπει άντρες από άλλες κουλτούρες να επιδιώκουν παρόμοιους στόχους. “Για παράδειγμα, δεν είμαι γηγενής Αμερικάνος, αλλά έχω έρθει σε επαφή με έναν αυτόχθονα Αμερικάνο που διάβασε το The Way of Men και ήρθε σε επαφή μαζί μου για να μου μιλήσει για τις δική του αδελφότητα. Δεν θα μπορούσα ποτέ να ανήκω στη φυλή του αλλά του εύχομαι κάθε επιτυχία στις προσπάθειές του να προάγει τον ανδρισμό μεταξύ των μελών της φυλής του74.

Υπάρχουν ισχυρές αναλογίες ανάμεσα στις ιδέες του Donovan και τη βίαιη αντρική συντροφικότητα [camaraderie] στον πρώιμο φασισμό, που πήρε τους έντονους, σφυρηλατημένους από τα [ψυχικά] τραύματα δεσμούς που είχαν σχηματιστεί μεταξύ βετεράνων του Πρώτου ΠΠ στα χαρακώματα και τους μετέφερε στους σχηματισμούς μάχης στον δρόμο όπως οι Ιταλοί squadristi και οι Γερμανοί storm troopers. Ο Donovan απηχεί επίσης το Φουτουριστικό Μανιφέστο του 1909, ένα κείμενο που προεικόνισε τον ιταλικό φασισμό με δηλώσεις όπως: “Θέλουμε να δοξάσουμε τον πόλεμο – την μόνη θεραπεία για τον κόσμο – τον μιλιταρισμό, τον πατριωτισμό, την καταστροφική στάση των αναρχικών, τις όμορφες ιδέες που σκοτώνουν και την περιφρόνηση για τη γυναίκα”75. Συνεπώς, δεν αποτελεί έκπληξη ότι έχει ασπαστεί τον όρο “αναρχο-φασισμός”, που αναφέρεται σε “μια ενοποιημένη αντρική κολλεκτίβα…δεμένη με μια κόκκινη κορδέλα αίματος”76.

Στην εναλλακτική δεξιά, και γενικά μεταξύ των δεξιών, το πιο αμφιλεγόμενο κομμάτι της ιδεολογίας του Donovan είναι ότι υποστηρίζει και ασκεί στην πράξη την “ανδροφιλία”, με την οποία εννοεί την αγάπη ή το σεξ μεταξύ ανδροπρεπών αντρών. Ο Donovan δεν αποκαλεί τον εαυτό του ομοφυλόφιλο, απορρίπτει την γκέι κουλτούρα ως εκθηλυστική, και δικαιολογεί την ομοφοβία ως μια άμυνα του ανδρισμού που έχει τη ρίζα της στις συλλογικές ανάγκες επιβίωσης της αντρικής ομάδας. Η δική του εκδοχή ομοφυλοφιλίας είναι μια τελειοποίηση της προτεραιότητας που οι άντρες αποδίδουν ο ένας στον άλλο στην ιδανική, γι’ αυτόν, ομάδα. Όπως έχει σχολιάσει, “τελικά, όταν έρχεται στο σεξ, οι ομοφυλόφιλοι είναι απλά άντρες χωρίς τις γυναίκες να μπαίνουν ανάμεσα”77. Πολλοί στην εναλλακτική δεξιά θεωρούν την ομοφυλοφιλία σε οποιαδήποτε μορφή ως ανήθικη και ως απειλή για την επιβίωση της φυλής, και ο Donovan έχει δαιμονοποιηθεί από πολλούς στην εναλλακτική δεξιά για την σεξουαλικότητά του, παρ’ όλα αυτά, η δουλειά του έχει κερδίσει ευρεία υποστήριξη μέσα στο κίνημα. Το Anti-Fascist News έχει επισημάνει μια ευρύτερη τάση μεταξύ πολλών λευκών εθνικιστών να συμπεριλαμβάνουν ανοιχτά ομοφυλόφιλους συγγραφείς (όπως ο James O’Meara) και μουσικούς (όπως ο αρχηγός του συγκροτήματος Death in June, Douglas Pearce), ενώ εξακολουθούν να εξευτελίζουν και να υποτιμούν την γκέι κουλτούρα78.

Δεξιοί αναρχικοί

Όπως αρκετά ακροδεξιά ρεύματα στις Ηνωμένες Πολιτείες, η εναλλακτική δεξιά προσφέρει ένα όραμα του κράτους που είναι ταυτόχρονα αυταρχικό και αποκεντρωτικό. Οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς διατηρούν τις ελιτίστικες και αντιδημοκρατικές απόψεις του κλασσικού φασισμού για το πώς θα πρέπει να κυβερνάται η κοινωνία και, καθώς το κίνημα μεγαλώνει, επικροτούν όλο και περισσότερο δικτατορικές μορφές όπως ο Πινοσέτ της Χιλής79. Την ίδια στιγμή, ο στόχος της να διασπάσει τις Ηνωμένες Πολιτείες σε εθνοτικά διαχωρισμένες πολιτείες/κράτη είναι εγγενώς αποκεντρωτικός και θεμελιώνεται τόσο στην όραμα της Ευρωπαϊκής Νέας Δεξιάς να αντικαταστήσει τα έθνη-κράτη με μια ομοσπονδιακή “αυτοκρατορία”, όσο και την παραδοσιακή εχθρότητα του παλαιοσυντηρητισμού στις μεγάλες κυβερνήσεις. Το μείγμα αυτό αυταρχισμού/αποκέντρωσης έχει ενισχυθεί από άλλα δύο πολιτικά ρεύματα που έχουν επηρεάσει την εναλλακτική δεξιά: τον δεξιό αναρχισμό και την νεοαντίδραση.

Ως τμήμα του σχεδίου να φέρει κοντά ένα φάσμα από αντιφρονούσες δεξιές φωνές, το AlternativeRight.com δημοσίευσε άρθρα των αυτοπροσδιοριζόμενων ως αναρχικών Andrew Yeoman της ομάδας Bay Area National Anarchists (BANA) και Keith Preston του ιστότοπου Attack the System (ATS). Ο εθνοαναρχισμός, που πρεσβεύει ένα αποκεντρωμένο σύστημα “φυλετικών” θυλάκων, πρωτοεμφανίστηκε τη δεκαετία του 1970 από τον Troy Southgate, έναν βετεράνο του βρετανικού νεοναζισμού80. Μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν, εθνοαναρχικές ομάδες εμφανίστηκαν στην Ευρώπη, την Αμερική, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία. Η πρώτη σχετική ομάδα στις ΗΠΑ, η BANA, ξεκίνησε το 2007, και ο Southgate εγκαινίασε τυπικά το Εθνικό-Αναρχικό Κίνημα (N-AM) το 201081.

Ο εθνοαναρχισμός είναι μια ιδεολογία του λευκού εθνικισμού. Όπως και ο ταυτοτισμός, αντλεί πολλά από το δόγμα της ΕΝΔ ότι ο εθνικός και ρατσιστικός διαχωρισμός είναι αναγκαίοι για την υπεράσπιση της λεγόμενης βιοπολιτισμικής ποικιλομορφίας. Το Μανιφέστο του N-AM διακηρύσσει ότι οι φυλετικές κατηγορίες είναι βασικές βιολογικές πραγματικότητες και ότι κάποιοι λαοί είναι εγγενώς ανώτεροι από άλλους. Οι εθνοαναρχικοί αναπαράγουν τις κλασσικές αντοσημιτικές θεωρίες συνομωσίας και, όπως πολλοί νεοναζί, προάγουν τον νεοπαγανισμό και την εγγύτητα στη φύση82. Αλλά οι εθνοαναρχικοί απορρίπτουν τον κλασσικό φασισμό εξαιτίας της έμφασής του στα ισχυρά έθνη-κράτη, την συγκεντρωτική δικτατορία και την συνεργασία με τις μεγάλες επιχειρήσεις. Αντίθετα, προτείνουν την διάσπαση της κοινωνίας σε αυτοκυβερνώμενες φυλετικές κοινότητες έτσι ώστε διαφορετικές κουλτούρες, πεποιθήσεις και πρακτικές να μπορούν να συνυπάρχουν δίπλα-δίπλα83.

Οι εθνοαναρχικοί δεν είχαν κάποια σημαντική παρουσία στην εναλλακτική δεξιά από τότε που η BANA διαλύθηκε το 2011, αλλά ο αυτοπροσδιοριζόμενος αναρχο-πλουραλιστής Keith Preston συνέχισε να παίρνει μέρος σε φόρουμ της εναλλακτικής δεξιάς, μιλώντας, για παράδειγμα, σε συνέδρια του NPI και σε διαδικτυακές ραδιοφωνικές εκπομπές στο The Right Stuff. Ο Preston είναι ένας πρώην αριστερός αναρχικός που μετακινήθηκε στη δεξιά τη δεκαετία του 1990 για να ιδρύσει στη συνέχεια την ομάδα American Revolutionary Vanguard, σήμερα γνωστή κυρίως από το όνομα του ιστότοπου Attack the System84. Το ATS συσπειρώνει έναν αριθμό δεξιών ρευμάτων, συμπεριλαμβανομένων του εθνοαναρχισμού, του ελευθεριασμού, του λευκού εθνικισμού, ντουγικιστών [Duginist], και άλλων, μεταξύ των οποίων διάφοροι συντάκτες και συνεργαζόμενοι, αλλά η ιδεολογία του ίδιου του Preston διαφέρει από όλα τα παραπάνω85.

Όπως οι εθνοαναρχικοί, έτσι και ο Preston υποστηρίζει ένα αποκεντρωμένο, ποικιλόμορφο δίκτυο από αυτοκυβερνώμενες κοινότητες, ενώ απορρίπτει την προσήλωση του αριστερού αναρχισμού στη διάλυση της κοινωνικής ιεραρχίας και της καταπίεσης. Εξουσιαστικά και σουπρεματιστικά συστήματα θα μπορούσαν να είναι πλήρως συμβατά με το αναρχο-πλουραλιστικό μοντέλο, στον βαθμό που η λειτουργία του περιορίζεται σε μικρή κλίμακα. Σε αντίθεση, όμως, με τους εθνοαναρχικούς, ο Preston θέτει το αποκεντρωτικό ιδεώδες του στο πλαίσιο της ατομικής ελεύθερης επιλογής παρά του φυλετισμού και δεν είναι λευκός εθνικιστής86. Αν και απηχεί κάποιες ρατσιστικές ιδέες, όπως ο ισχυρισμός ότι οι μη Ευρωπαίοι μετανάστες απειλούν να καταστρέψουν τον Δυτικό πολιτισμό, η υποκείμενη φιλοσοφία του δεν βασίζεται στην φυλή-ράτσα αλλά μάλλον σε έναν γενικό, Νιτσεϊκό ελιτισμό που δεν είναι εθνοτικά προσδιορισμένος87. Ενώ ο ίδιος ο Preston είναι λευκός, αρκετοί από τους πιο στενούς συνεργάτες του στον εσωτερικό κύκλο του Attack the System είναι έγχρωμοι.

Ο Preston έχει δώσει αρκετούς λόγους για την εμπλοκή του στην εναλλακτική δεξιά. Βλέπει το κίνημα ως ένα σημαντικό αντίβαρο σ’ αυτό που αποκαλεί “ολοκληρωτικό ανθρωπισμό” [“totalitarian humanism”] (υποτιθέμενα επιβαλλόμενες από το κράτος προοδευτικές αξίες, πχ. η πολιτική ορθότητα), θεωρεί την εξωτερική πολιτική του μη-επεμβατισμού και τον οικονομικό εθνικισμό της εναλλακτικής δεξιάς ως ανώτερα αυτών που υποστηρίζουν το Ρεπουμπλικανικό ή το Δημοκρατικό κόμμα, και μοιράζεται πολλά από τα ενδιαφέροντα των υποστηρικτών της εναλλακτικής δεξιάς στην πρώιμη ευρωπαϊκή “κριτική του φιλελεύθερου καπιταλισμού και της μαζικής δημοκρατίας”88, εννοώντας ανθρώπους όπως ο Julius Evola, ο Carl Schmitt, και ο Ernst Jünger. Επιπλέον, η εναλλακτική δεξιά επιτρέπει στον Preston να αποφύγει την πολιτική απομόνωση, καθώς οι προσπάθειές του να απευθυνθεί σε αριστερούς αναρχικούς έχουν απορριφθεί σχεδόν πλήρως.

Ο Preston είναι μια αξιοσέβαστη φιγούρα στην εναλλακτική δεξιά και το αντικρατικό όραμά του έχει απήχηση σε κάποιους λευκούς εθνικιστές μέσα στο κίνημα. Για παράδειγμα, ο συγγραφέας του Counter-Currents Francisco Albanese έχει ισχυριστεί ότι παρέχει “την καλλίτερη και πιο βιώσιμη επιλογή για την εθνική και φυλετική επιβίωση” των Λευκών σε περιοχές στις οποίες αποτελούν μια μειοψηφία του πληθυσμού. Επιπλέον, “είναι μόνο έξω από το κράτος που λευκοί μπορούν να μπορέσουν να κατανοήσουν την αληθινή ουσία της κοινότητας και της οικοδόμησης μιας κοινής μοίρας89. Την ίδια στιγμή, ο αναρχο-πλουραλισμός προσφέρει δυνητικά ένα κοινό έδαφος ανάμεσα σε λευκούς εθνικιστές και άλλους επικριτές της υπάρχουσας τάξης, όπως οι αναρχο-καπιταλιστές, άλλοι “αναρχικοί της αγοράς”, των οποίων οι ιδέες εμφανίζονται τακτικά στο Attack the System, και οι “ελευθεριακοί θεοκράτες” του Χριστιανικού Ανοικοδομιστικού90 [Christian Reconstructionist] κινήματος91.

Η προσέγγιση του Preston στην πολιτική στρατηγική πηγαίνει αυτή την οικοδόμηση γεφυρών ένα βήμα πιο πέρα. Απηχώντας τους φασίστες της Τρίτης Θέσης, οι οποίοι καταγγέλλουν τόσο τον κομμουνισμό όσο και τον καπιταλισμό, ο Preston και το ATS καλούν σε μια ευρύτερη επαναστατική συμμαχία όλων όσων θέλουν να καταστρέψουν τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Εντός των συνόρων των ΗΠΑ, μια τέτοια συμμαχία θα περιελάμβανε μια “παν-αποσχιστική” στρατηγική που θα ενοποιούσε ομάδες σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα αυτών που θέλουν να δημιουργήσουν αυτοκυβερνώμενους θύλακες ελεύθερους από τον έλεγχο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης92. Ως ένα βήμα σ’ αυτή την κατεύθυνση, το ATS υποστήριξε μια σειρά Βορειοαμερικανικών αποσχιστικών συνόδων, που έφεραν μαζί αντιπροσώπους της νεο-Συνομοσπονδιακής ομάδας League of the South, της επηρεασμένης από την Ανοικοδόμηση Christian Exodus, του ελευθεριακού Free State Project, υποστηρικτές της ανεξαρτησίας της Χαβάης, της αριστερής απόκλισης Second Vermont Republic και άλλους93.

Νεοαντίδραση

Η νεοαντίδραση είναι ένα άλλο αντιφρονόν δεξιό ρεύμα με το όραμα ενός μικρής κλίμακας αυταρχισμού, που έχει αναδυθεί στο διαδίκτυο κατά την προηγούμενη δεκαετία και το οποίο επικαλύπτεται και έχει επηρεάσει την εναλλακτική δεξιά. Όπως η εναλλακτική δεξιά και μεγάλο τμήμα της ανδρόσφαιρας, η νεοαντίδραση (που συχνά συντομεύεται ως NRx, και είναι επίσης γνωστή ως Σκοτεινός Διαφωτισμός) είναι μια χαλαρά ενοποιημένη σχολή σκέψης που απορρίπτει τον εξισωτισμό σε επίπεδο αρχής, ισχυρίζεται ότι οι διαφορές στην ανθρώπινη ευφυΐα και δεξιότητες είναι κυρίως γενετικές και πιστεύει ότι οι πολιτισμικές και πολιτικές ελίτ περιορίζουν λανθασμένα το εύρος του αποδεκτού λόγου. Ο μπλόγκερ Curtis Yarvin (γράφοντας με το ψευδώνυμο Mencius Moldbug) είναι ο πρώτος που άρθρωσε την νεοαντιδραστική ιδεολογία το 2007, αλλά και πολλοί άλλοι συγγραφείς έχουν συνεισφέρει σ’ αυτό. Η νεοαντίδραση δίνει έμφαση στην τάξη και την αποκατάσταση της κοινωνικής σταθερότητας που κυριαρχούσε, υποτίθεται, πριν τη Γαλλική Επανάσταση, μαζί με τεχνοκρατικές και μελλοντολογικές ανησυχίες όπως ο μετανθρωπισμός [transhumanism], ένα κίνημα που ελπίζει να “βελτιώσει” ριζικά τα ανθρώπινα όντα μέσω της τεχνολογίας. Ο θεωρητικός της νεοαντίδρασης Nick Land είναι ένας κορυφαίος υποστηρικτής του επιταχυντισμού94, που στην δική του εκδοχή βλέπει τον παγκόσμιο καπιταλισμό να οδηγεί σε όλο και ταχύτερη τεχνολογική αλλαγή, στον βαθμό που η τεχνητή νοημοσύνη ουσιαστικά αντικαθιστά τα ανθρώπινα όντα. Ένας επικριτής του κινήματος γράφει ότι η νεοαντίδραση “συνδυάζει όλα τα απαίσια πράγματα που πάντα υποψιαζόσασταν για τον φιλελευθερισμό με απομεινάρια από την PUA κουλτούρα, τον Βικτωριανό κοινωνικό δαρβινισμό, και μια μόνο μισο-ειρωνική προσάρτηση στον απολυταρχισμό. Στον βαθμό που οι νεοαντιδραστικοί έχουν ένα πολιτικό σχέδιο αυτό είναι να διαλύσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες σε ανταγωνιζόμενες αυταρχικές θαλάσσιες εγκαταστάσεις στο μοντέλο της Σιγκαπούρης…”95.

Οι νεοαντιδραστικοί, οι οποίοι είναι γνωστοί για τους αποκρυφιστικούς, αυτολεξεί θεωρητικούς μονολόγους τους, εμφανίζονται να είναι ως επί το πλείστον νεαροί, κομπιουτεράδες άντρες και οι ιδέες τους έχουν εν μέρει διαδοθεί μέσω της σκηνής των τεχνολογικών νεοφυών [startup] εταιρειών. Ο συνιδρυτής του PayPal και υποστηρικτής του Τραμπ Peter Thiel έχει εκφράσει κάποιες ιδέες που ακούγονται ως νεοαντιδραστικές. Για παράδειγμα, το 2009, διακήρυξε: “Δεν πιστεύω πλέον ότι η ελευθερία και η δημοκρατία είναι συμβατές” και ότι “η τεράστια αύξηση στους επιδοματούχους και η επέκταση του δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες…έχουν καταστήσει την έννοια της ‘καπιταλιστικής δημοκρατίας’ ένα οξύμωρο”96. Τόσο ο Yarvin όσο και o συνάδελφός του νεοαντιδραστικός Michael Anissimov, έχουν εργαστεί για εταιρείες που υποστηρίζονται από τον Thiel97. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι ο Thiel χρηματοδοτεί το κίνημα της νεοαντίδρασης καθ’ αυτό, αλλά δείχνει προς κάποιες συνηχήσεις μεταξύ αυτού του κινήματος και του ευρύτερου τεχνο-ελευθεριακού λόγου της Silicon Valley.

Στην καρδιά της, η νεοαντίδραση είναι μια κριτική σε ολόκληρη την φιλελεύθερη, πολιτικά ορθή ορθοδοξία”, σχολιάζει ο WhiteDeerGrotto” στον νεοαντιδραστικό μπλογκ Habitable Worlds. “Ο Καθεδρικός, ένας όρος που επινοήθηκε από τον Moldbug, είναι μια περιγραφή των θεσμών και των μηχανισμών επιβολής που χρησιμοποιούνται για την διάδοση και τη διατήρηση αυτής της ορθοδοξίας” – ένα κέντρο εξουσίας που συγκροτείται από την Ivy League και άλλα κορυφαία πανεπιστήμια, τους New York Times, και μερικούς δημοσίους υπαλλήλους. “Οι προπαγανδιστές της πολιτικής ορθότητας ισχυρίζονται ότι τα ανθρώπινα όντα είναι εναλλάξιμα μεταξύ τους, άσχετα από την κουλτούρα ή τα γενετικά χαρακτηριστικά τους, και ότι κάποια πολυπολιτισμική μορφή δημοκρατίας του κοινωνικού κράτους είναι η ιδανική, τελική κατάσταση για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Η νεοαντίδραση λέει όχι σ’ αυτό. Τα φύλα είναι βιολογικά διακριτά, η γενετική έχει σημασία και η δημοκρατία είναι βαθιά ελαττωματική και θεμελιωδώς ασταθής”98.

Ενώ οι οπαδοί της εναλλακτικής δεξιάς συμφωνούν σε μεγάλο βαθμό μ’ αυτές τις νεοαντιδραστικές ιδέες, και μερικοί εκτός του χώρου της έχουν εξισώσει τα δύο κινήματα, η εναλλακτική δεξιά και η νεοαντίδραση διαφέρουν σημαντικά. Οι της εναλλακτικής δεξιάς μπορεί να επικαλεστούν ή και όχι την λαϊκή κυριαρχία ως ένα από τα επιτεύγματα του ευρωπαϊκού πολιτισμού και προσπαθούν να χτίσουν μια λαϊκιστική ή αντι-ελιτίστικη στάση, αλλά όλοι οι νεοαντιδραστικοί θεωρούν τους “απλούς” ανθρώπους ως τελικά ακατάλληλους να έχουν στα χέρια τους πολιτική εξουσία – “ένας παράλογος όχλος που ουρλιάζει” όπως το έχει θέσει ο νεοαντιδραστικός Nick Land99. Μερικοί νεοαντιδραστικοί υποστηρίζουν την μοναρχία· άλλοι θέλουν να μετατρέψουν το κράτος σε μια μεγαλοεταιρεία με μέλη μια ελίτ διανοούμενων ως μετόχους100. Αντίστροφα, οι νεοαντιδραστικοί μπορεί να μεταφράζουν ή και όχι τον γενετικό ντετερμινισμό τους σε εκκλήσεις για φυλετική αλληλεγγύη, αλλά για τους περισσότερους στην εναλλακτική δεξιά η φυλή είναι η βάση όλων των άλλων101. Σε αντίθεση με τους περισσότερους στην εναλλακτική δεξιά, κορυφαίοι νεοαντιδραστικοί δεν υποστήριξαν τον Ντόναλντ Τραμπ102. Επιπλέον, ενώ πολλοί στην εναλλακτική δεξιά δίνουν έμφαση στον αντισημιτισμό, οι νεοαντιδραστικοί γενικά δεν κάνουν κάτι τέτοιο, και μερικοί μάλιστα είναι Εβραίοι ή, στην περίπτωση του Yarvin, είναι μικτής ή μη εβραϊκής καταγωγής103. Και όντως, στο λεξικό της ορολογίας της εναλλακτικής δεξιάς στο The Right Stuff, το λήμμα “Νεοαντίδραση” μεταφράζεται σε “Εβραίοι”.

Την ίδια στιγμή, αρκετοί στην εναλλακτική δεξιά θεωρούν την νεοαντίδραση ως ένα συναφές κίνημα που έχει αρκετές θετικές συνεισφορές. Μερικοί συγγραφείς, όπως ο Steve Sailer, στέκονται και στα δυο στρατόπεδα. Ο Gregory Hood, της εναλλακτικής δεξιάς, έχει ισχυριστεί ότι ο λευκός εθνικισμός και η νεοαντίδραση είναι συμπληρωματικές: “Έχω ισχυριστεί στο παρελθόν ότι η φυλή είναι αρκετή καθεαυτήν να χρησιμεύσει ως ένα θεμέλιο της κρατικής πολιτικής. Όμως, από μόνο του αυτό μας λέει πολύ λίγα πράγματα για το πώς ακριβώς να εφαρμόσεις αυτό το πρόγραμμα. Η νεοαντίδραση και οι θεωρητικοί προκάτοχοί της είναι απολύτως κομβικοί για την κατανόηση του πώς ‘δουλεύει’ η κοινωνία και πώς λειτουργεί η εξουσία”104. Ο αναρχο-πλουραλιστής Keith Preston επικρότησε μια πρόταση από τον νεοαντιδραστικό Michael Anissimov για τη δημιουργία αποσχισμένων θυλάκων σε “ολιγοπληθείς, υπερασπίσιμες περιοχές των Ηνωμένων Πολιτειών όπως το Idaho”105. Από μόνη της η νεοαντίδραση μοιάζει πολύ εσωτεριστική για να έχει ιδαίτερη πολιτική επιρροή αλλά η συνεισφορά της στην ιδεολογία της εναλλακτικής δεξιάς ίσως είναι σημαντική.

Μέρος 3 – Σχέση με τον Ντόναλντ Τραμπ

Διαμάχες πολιτικής στρατηγικής

Η εναλλακτική δεξιά προσέλκυσε πρώτη φορά την προσοχή από τα κυρίαρχα ρεύματα μέσω της υποστήριξής της στην προεκλογική υποψηφιότητα του Ντόναλντ Τραμπ. Στη διερεύνηση της σχέσης της εναλλακτικής δεξιάς με την εκστρατεία του Τραμπ και με τον Τραμπ ως εκλεγμένο πρόεδρο, αρκετά ζητήματα αξίζουν ιδιαίτερης προσοχής: οι αντιπαραθέσεις στο κίνημα για την πολιτική στρατηγική, η επιδέξια χρήση από το κίνημα του διαδικτυακού ακτιβισμού και η προσέλκυση ενός ευρύτερου κύκλου συμπαθούντων και εκλαϊκευτών που έγιναν γνωστοί ως “Alt Lite”.

Το αγκάλιασμα του Τραμπ από τους ακροδεξιούς της εναλλακτικής δεξιάς ήρθε μετά από αρκετά χρόνια στη διάρκεια των οποίων υπήρχε έντονη αντιπαράθεση μεταξύ τους σχετικά με το αν πρέπει να εργαστούν μέσα από τα υπάρχοντα πολιτικά κανάλια ή να τα απορρίψουν εντελώς. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο αρθρογράφος της Αμερικανικής Αναγέννησης [American Renaissance] Hubert Collins κάλεσε τους λευκούς εθνικιστές να χρησιμοποιήσουν την εκλογικη διαδικασία και να συμμαχήσουν με πιο καθιερωμένες αντιμεταναστευτικές ομάδες για να διατηρήσουν τους λευκούς σε ένα όσο το δυνατόν υψηλότερο ποσοστό του πληθυσμού των ΗΠΑ106. Σε αντιδιαστολή, ο Gregory Hood του Counter-Currents Publishing διακήρυξε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι “πέραν αναμόρφωσης” και ότι η πολιτική απόσχιση ήταν “η μοναδική διέξοδος”107. Παρακάμποντας αυτό το ζήτημα, πολλοί στην εναλλακτική δεξιά ακολούθησαν το παράδειγμα της ΕΝΔ και εστίασαν σε μια “μεταπολιτική” στρατηγική επιδίωξης μετασχηματισμού της ευρύτερης κουλτούρας. Με τα λόγια του Lawrence Murray: “όταν η ιδέα του λευκού εθνικισμού έχει ριζώσει ανάμεσα στον λαό μας, η δυνατότητα απαίτησης, διαμαρτυρίας και δράσης θα είναι ανώτερη από αυτήν που είναι τώρα108. Ο Jack Donovan ισχυρίζεται ότι οι ΗΠΑ είναι στον δρόμο της χρεοκοπίας και παρωτρύνει τους ακροδεξιούς της εναλλακτικής δεξιάς να “οικοδομήσουν το είδος εκείνο των ανθεκτικών κοινοτήτων και δικτύων επιδέξιων, ικανών ανθρώπων που μπορούν να επιβιώσουν της κατάρρευσης και να διατηρήσουν τις ταυτότητές σας μετά την Πτώση”109. Για τον Donovan, αυτό είναι ένα αισιόδοξο σενάριο: “σε ένα χρεοκοπημένο κράτος, πάμε πίσω στους κανόνες της άγριας Δύσης, και η Αμερική γίνεται και πάλι ένας τόπος για άντρες – μια γη πλήρης υποσχέσεων και δυνατοτήτων που επιβραβεύει την τόλμη και την επινοητικότητα, ένας τόπος στον οποίο οι άντρες μπορούν να ξαναξεκινήσουν τον κόσμο”110.

Το αν θα έπρεπε να εργαστεί εντός των καθιερωμένων πολιτικών καναλιών ή όχι έχει γίνει αντικείμενο αντιπαράθεσης σε εκδηλώσεις του κινήματος, με μερικούς στην εναλλακτική δεξιά να μετακινούνται από τη μια θέση στην άλλη. Ο Richard Spencer, για παράδειγμα, ισχυριζόταν το 2011 ότι “το GOP111 μπορούσε να συνενώσει μια ικανή πλεοιοψηφία λευκών ψηφοφόρων εστιάζοντας την πλατφόρμα του στον περιορισμό της μετανάστευσης”. Αυτή η στρατηγική “θα…εξασφάλιζε ότι οι Αμερικανοί στο μέλλον θα κληρονομούσαν μια χώρα που θα μοιάζει με αυτήν των προγόνων τους”112. Αλλά, δυο χρόνια αργότερα, ο Spencer γύρισε, κατά τα φαινόμενα, την πλάτη του στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα και καλούσε στη δημιουργία ενός ξεχωριστού εθνοκράτους στη Βόρεια Αμερική. Διακήρυξε ότι “η πλειοψηφία των παιδιών που γεννιούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι μη-λευκά. Συνεπώς, από την δική μας σκοπιά, οποιεσδήποτε μελλοντικές προσπάθειες περιορισμού της μετανάστευσης δεν έχουν σημασία”113. Ο Spencer ισχυρίζεται επίσης ότι “η αποκατάσταση του Συντάγματος” (η επιστροφή σε μια αριστοκρατική δημοκρατία [republic] κυβερνώμενη από μερικούς λευκούς ιδιοκτήτες) όπως υποστηρίζουν μερικοί λευκοί εθνικιστές, δεν θα οδηγούσε παρά σε μια παρόμοια ή ακόμα χειρότερη κατάσταση.

Μια προσέγγιση είναι η πρόταση να εργαστεί κανείς εντός του συστήματος για να το αποδυναμώσει, προάγοντας αλλαγές που ακούγονται εύλογες αλλά απαιτούν ριζική αλλαγή – μια δεξιά εκδοχή της τροτσκιστικής στρατηγικής των μεταβατικών αιτημάτων. Ο Ted Sallis, για παράδειγμα, προέτρεψε τους λευκούς εθνικιστές να “απαιτήσουν μια θέση στο πολυπολιτισμικό τραπέζι, να εκπροσωπηθούν από αληθινούς υποστηρικτές των λευκών συμφερόντων, όχι σερνάμενους αγαθιάρηδες”. Αυτό θα περιελάμβανε τη χρήση της γλώσσας της πολυπολιτισμικότητας για να διαμαρτυρηθεί κανείς για τις “νόμιμες” περιπτώσεις διακρίσεων εναντίον των λευκών ή μελών άλλων κυρίαρχων ομάδων. Ο σκοπός σ’ αυτή την περίπτωση δεν θα ήταν “η μεταρρύθμιση του Συστήματος. Είναι αντίθετα, η χρήση των αντιφάσεων και των αδυναμιών του Συστήματος ενάντια στον ίδιο τον εαυτό του…”114.

Σε μεγάλο βαθμό, η υποστήριξη της εναλλακτικής δεξιάς στην προεδρική καμπάνια του Τραμπ ακολούθησε μια σχετική προσέγγιση χρήσης του συστήματος ενάντια στον εαυτό του. Οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς άρχισαν εκθειάζοντας τον Τραμπ το 2015, και μέχρι τα μέσα του 2016 το μεγαλύτερο μέρος του κινήματος τον χειροκροτούσε. Αυτή η υποστήριξη, όμως, ήταν με την επιφύλαξη της αναγνώρισης ότι ο Τραμπ δεν είναι ένας από αυτούς και ότι δεν επρόκειτο να φέρει την αλλαγή που αυτοί θέλουν. Ο Brad Griffin, που γράφει στο ιστολόγιο Occidental Dissent με το όνομα Hunter Wallace, ήλπιζε στα τέλη του 2015 ότι ο Τραμπ “προκαλεί ένα μοιραίο σχίσμα που θα αναποδογυρίσει το Ρεπουμπλικανικό κόμμα115. Το Traditionalist Youth Network διακήρυξε:

Αν και ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ούτε Παραδοσιοκράτης ούτε λευκός εθνικιστής, αποτελεί μια απειλή για την οικονομική και κοινωνική εξουσία των Εβραίων στον κόσμο. Γι’ αυτόν τον λόγο, και μόνο στον βαθμό που ο Τραμπ κρατά τις θέσεις του για την επιβολή των απελάσεων και τον περιορισμό της μετανάστευσης, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε την υποψηφιότητά του στον βαθμό που μπορούμε να την χρησιμοποιήσουμε για να προωθήσουμε πιο σκληρές θέσεις στο ζήτημα της μετανάστευσης και της Ταυτότητας. Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ο σωτήρας των Λευκών στην Αμερική, είναι παρ’ όλα αυτά ένας βροντερός κανονιοβολισμός προς το τόξο της Αριστερής και Εβραϊκής εξουσίας για να τους πει ότι αφυπνίζεται και ότι έχουμε κουραστεί από τις “δουλειές συνήθως”116.

Στο The Right Stuff, ο “Professor Evola-Hitler” ισχυρίστηκε ότι ο Τραμπ έσπασε σημαντικά ταμπού σε ζητήματα όπως ο περιορισμός της μετανάστευσης και ο τερματισμός της απόκτησης του δικαιώματος ιθαγένειας/υπηκοότητας από τη γέννηση στις ΗΠΑ, προκάλεσε ζημιά στην φιλο-ισραηλινή συμμαχία του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, μετατόπισε το κόμμα πιο κοντά στον εθνοτικό εθνικισμό και “προσφέρει” την ευκαιρία στην εναλλακτική δεξιά να επεκταθεί γρήγορα”, αλλά επισημαίνει την προσοχή στο ότι “πρέπει να εκμεταλλευτούμε εμείς τον Τραμπ, όχι να του επιτρέψουμε να μας εκμεταλλευθεί αυτός117.

Δεν υποστήριξαν, βέβαια, όλοι στην εναλλακτική δεξιά τον Τραμπ. Ο συνεργάτης στο The Right Stuff με το ψευδώνυμο “Auschwitz Soccer Ref” ισχυρίστηκε ότι οι οπαδοί της εναλλακτικής δεξιάς δεν θα έπρεπε να υποστηρίξουν τον Τραμπ από τη στιγμή που δύο από τα παιδιά του έχουν παντρευτεί Εβραίους, κάτι που τον κάνει “φυσικά πιστό” στο Ισραήλ118. Ο Jack Donovan πρότεινε ότι μια προεδρία της Χίλαρυ Κλίντον θα ήταν προτιμότερη επειδή θα “τόνιζε την πραγματικότητα ότι οι λευκοί δεν κάνουν πια κουμάντο…και ότι [οι Ηνωμένες Πολιτείες] δεν είναι πια η πατρίδα τους και δεν θα είναι ποτέ ξανά”119, ενώ ο Keith Preston σχολίασε:Η προσκόληση της εναλλακτικής δεξιάς στον Τραμπ μοιάζει να είναι μια κατοπτρική επανάληψη της προσκόλησης της θρησκευτικής δεξιάς στον Ρήγκαν, δηλαδή την περίπτωση ενός στασιαστικού, κάπως αντιδραστικού, λαϊκιστικού κινήματος το οποίο εξαπάτησε ένας φίλος της άρχουσας τάξης, κεντρώος πολιτικός με κίνητρο κυρίως την προσωπική φιλοδοξία120. Παρ’ όλα αυτά, αυτές οι φωνές ενάντια στον Τραμπ ήταν καθαρά μειοψηφικές.

Διαδικτυακά μιμίδια και εκστρατείες παρενόχλησης

Ο βασικός τρόπος με τον οποίο οι οπαδοί της εναλλακτικής δεξιάς βοήθησαν την καμπάνια του Τραμπ ήταν ο διαδικτυακός ακτιβισμός. Ένα πιλοτικό παράδειγμα προέκυψε το καλοκαίρι του 2105, όταν οπαδοί της εναλλακτικής δεξιάς προώθησαν το μιμίδιο121 #cuckservative για να επιτεθούν στους αντιπάλους του Τραμπ μέσα στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα ως προδότες και πουλημένους στον φιλελευθερισμό. Η λέξη “Cuckservativeσυνδυάζει τις λέξεις “conservative”, συντηρητικός, και cuckold”, “κερατάς. Όπως επεσήμανε ο δημοσιογράφος Joseph Bernstein: “οι συνδηλώσεις του όρου είναι ρατσιστικοί. Υπαινισσόμενοι ένα είδος πορνό στο οποίο παθητικοί λευκοί άντρες βλέπουν τις γυναίκες τους να κάνουν έρωτα με μαύρους, ο όρος παρουσιάζει τους στόχους του ως ανίκανους υπερασπιστές των λευκών στην Αμερική122. Στη διάρκεια των εβδομάδων μέχρι την πρώτη δημόσια αντιπαράθεση μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων υποψηφίων, οπαδοί της εναλλακτικής δεξιάς είχαν διασπείρει το μιμίδιο στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης για να δώσουν ώθηση στον Τραμπ και να εξευτελίσουν τους Ρεπουμπλικάνους αντιπάλους του, όπως σε ένα μήνυμα στο Τουίτερ που έδειχνε μια φωτογραφία του Jeb Bush με τις λέξεις:Παρακαλώ, Μεξικό, γ**σε τη χώρα μου.#Cuckservative123. Όπως επισημαίνει το Anti-Fascist News, αυτή η πρωτοβουλία “επέτρεψε στον ρατσιστικό λόγο να περάσει στη δημόσια σφαίρα, καθιστώντας την ετικέτα #cuckservative μια κατηγορία στην οποία οι συμβατικοί Ρεπουμπλικάνοι αισθάνονταν ότι έπρεπε να απαντήσουν124.

Οι οπαδοί της εναλλακτικής δεξιάς μετέτρεψαν, επίσης, τη διαδικτυακή παρεχνόχληση και κακοποίηση σε μια δυνητική τακτική για τον εκφοβισμό και τη φίμωση αντιπάλων, δανειζόμενοι απευθείας από την καμπάνια της ανδρόσφαιρας για το Gamergate που συζητήσαμε πιο πάνω. Για παράδειγμα, την άνοιξη του 2016, διαδηλωτές ενάντια στον Τραμπ στο Portland State University κατακλύστηκαν από ρατσιστικά, τρανσοφοβικά και αντισημιτικά μηνύματα, δημοσιοποίηση προσωπικών τους στοιχείων και απειλές βιασμού και δολοφονίας, σταλμένα από ανώνυμους λογαριασμούς σε κοινωνικά μέσα. Αντανακλώντας την επιρροή της ανδρόσφαιρας, η παρενόχληση από την εναλλακτική δεξιά έδινε συχνά έμφαση στη σεξουαλική βία και στη γελοιοποίηση γυναικών και κοριτσιών, ακόμα κι όταν οι υποτιθέμενοι στόχοι ήταν άντρες125. Ο David French, εργαζόμενος συγγραφέας στο συντηρητικό National Review, περιέγραψε την επί ένα χρόνο ασταμάτητη ροή διαδικτυακής κακοποίησης που η οικογένειά του υπέμεινε επειδή επέκρινε τον Τραμπ και την εναλλακτική δεξιά:

Είδα εικόνες του προσώπου της κόρης μου σε θαλάμους αερίων, με έναν χαμογελαστό Τραπ με ναζιστική στολή να ετοιμάζεται να πατήσει ένα κουμπί και να την σκοτώσει. Είδα το πρόσωπό της επεξεργασμένο και αλλοιωμένο ψηφιακά σε εικόνες σκλάβων. Αποκαλούνταν “niglet” και “dindu”. Η εναλλακτική δεξιά ξεσάλωσε πάνω στη γυναίκα μου, Nancy, με ισχυρισμούς ότι είχε κοιμηθεί με μαύρους άντρες όσο εγώ υπηρετούσα στο Ιράκ, και ότι μου άρεσε πολύ να την βλέπω ενώ έκανε σεξ με “black bucks”. Κόσμος της έστελνε πορνοφωτογραφίες μαύρων αντρών που έκαναν σεξ με λευκές γυναίκες, με κάποιον, επεξεργασμένο να μου μοιάζει, να παρακολουθεί126.

Ένα άλλο παράδειγμα διαδικτυακού ακτιβισμού της εναλλακτικής δεξιάς ήταν η καμπάνια “στριμώγματος [wedge] των γκέι και των Μουσουλμάνων”, όπως το έθεσε ο “Butch Leghorn” του The Right Stuff. Γράφοντας τον Ιούνιο του 2016, δύο μέρες αφού ο Αφγανοαμερικανός Omar Mateen δολοφόνησε 49 άτομα σε ένα γκέι νυχτερινό κλαμπ στο Ορλάντο της Φλώριδα, ο Leghorn διακήρυξε ότι οι γκέι δεν θα είναι ποτέ ασφαλείς από τη βία των Μουσουλμάνων και οι φιλελεύθεροι θα επιτρέψουν τη βία των Μουσουλμάνων σε βάρος τους γιατί οι Μουσουλμάνοι αξιολογούνται υψηλότερα στις βαθμίδες του Προοδευτισμού από τους γκέι…Αυτό καθιστά τους πυροβολισμούς στο Ορλάντο ένα εξαιρετικά πολύτιμο αιχμιακό και διχαστικό ζήτημα. Αφήνοντας τους Μουσουλμάνους να έρχονται στην Αμερική, οι Δημοκρατικοί ουσιαστικά προτιμούν τους Μουσουλμάνους σε σχέση με τους γκέι. Ακολουθήστε αυτή τη “σφήνα”. Τσακίστε τη συμμαχία τους127. Ο Leghorn πρόσφερε μερικά παραδείγματα σημείων συζήτησης και εικόνων προς χρήση, όπως μια σημαία με τα χρώματα του ουράνιου τόξου με τις λέξεις “Γα**στε το Ισλάμ” γραμμένες από πάνω.

Μια από τις πιο δεξιοτεχνικές χρήσεις των κοινωνικών μέσων από την εναλλακτική δεξιά το 2016 ήταν και το μιμίδιο #DraftOurDaughter, το οποίο ήταν πολύ δημοφιλές στο Τουίτερ την εβδομάδα πριν τις εκλογές. Όπως εξήγησε ο ιστότοπος Know Your Meme, “η ετικέτα #DraftOurDaughters είναι μια σατυρική ετικέτα στα κοινωνικά μέσα που ξεκίνησε από υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ ενθαρρύνοντας Αμερικανίδες να καταταγούν στις Ειδικές Δυνάμεις προετοιμαζόμενες για υποθετικά σενάρια στρατιωτικών επιχειρήσεων των Ηνωμένων Πολιτειών που υποτίθεται θα εξαπολύονταν από την Χίλαρυ Κλίντον αν εκλεγόταν Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών”. Η εκστρατεία περιελάμβανε μια σειρά από προεκλογικές διαφημίσεις της Κλίντον, πολλές από τις οποίες περιέχουν εικόνες γυναικών με στρατιωτική στολή και συνθήματα όπως “η Χίλαρυ θα αντισταθεί στη ρωσική επιθετικότητα. Θα αντισταθείς μαζί της;”, “Θα προτιμούσα να πεθάνω σ’ έναν πόλεμο από το να ζω κάτω από τη θρησκοληψία” και “Είτε στον Λευκό Οίκο είτε σε ρώσικο έδαφος. Η μάχη για την ισότητα δεν σταματά ποτέ128.

Το #DraftOurDaughters απεικόνιζε την Κλίντον σαν να συντήκει τον φεμινισμό και την πολυπολιτισμικότητα με τον επιθετικό μιλιταρισμό. Καθώς αυτή ήταν μια αρκετά ακριβής περιγραφή της πολιτικής της Κλίντον, το μιμίδιο ήταν εξίσου αποτελεσματικό είτε ως παραπληροροφόρηση είτε ως σάτυρα. Ένας αριθμός ιστοτόπων της εναλλακτικής δεξιάς, όπως το Vox Popoli και το The Daily Stormer, προώθησαν την καμπάνια129. Εκτός από την διάδοση των ίδιων των “διαφημίσεων”, οι ακτιβιστές της εναλλακτικής δεξιάς διέδωσαν επίσης τον ψεύτικο ισχυρισμό ότι τα κυρίαρχα ΜΜΕ ξεγελάστηκαν από αυτές130.

Η εναλλακτική δεξιά “διαίτης”

Καθώς η εναλλακτική δεξιά έχει αυξηθεί και προσήλκυσε αυξημένη προσοχή, έχει επίσης αναπτύξει πολύπλοκες σχέσεις με πιο μετριοπαθείς δεξιούς. Το κίνημα έχει σε μεγάλο βαθμό ορίσει τον εαυτό του και έχει αντλήσει ενέργεια καταγγέλοντας τους συντηρητικούς και μερικοί συντηρητικοί επέστεψαν τη “φιλοφρόνηση”, όπως το περίβλεπτο National Review131. Την ίδια στιγμή, άλλοι συντηρητικοί έχουν αναλάβει τον ρόλο των απολογητών ή υποστηρικτών της εναλλακτικής δεξιάς, βοηθώντας στη διάδοση πολλών από τα μηνύματά της χωρίς να υιοθετούν πλήρως την ιδεολογία της ή τους στόχους της για ένα εθνοκράτος. Ο Richard Spencer και οι σύντροφοί του άρχισαν να καλούν αυτό το φαινόμενο ως “Alt Rightlight” ή απλά Alt Lite”, “εναλλακτική δεξιά ‘διαίτης’”. Οι οπαδοί της εναλλακτικής δεξιάς έχουν στηριχτεί στην εναλλακτική δεξιά “διαίτης” ώστε να βοηθηθούν να φτάσουν οι ιδέες τους σε ένα μαζικό, πιο συμβατικό ακροατήριο, αλλά, σε ποικίλους βαθμούς, έχουν επίσης αντιμετωπίσει φιγούρες της εναλλακτικής δεξιάς “διαίτης” με μνησικακία ως ιδεολογικά ανάξιους εμπιστοσύνης τυχοδιώκτες.

Το Breitbart News Network είναι το πιο εξέχον παράδειγμα πολιτικής της εναλλακτικής δεξιάς “διαίτης”. Ιδρυμένο το 2007, το Breitbart εξαπέλυσε επιθέσεις σε φιλελεύθερους και φιλελεύθερες ομάδες που προκάλεσαν αίσθηση, επαίνεσε τον λαϊκισμό ενάντια στις μεγάλες κυβερνήσεις του Tea Party και αρνήθηκε επιθετικά ότι οι συντηρητικοί είναι ρατσιστές, σεξιστές ή ομοφοβικοί. Υπό τον Steve Bannon, ο οποίος ανέλαβε την ηγεσία το 2012, το όργανο άρχισε να στοχοποιεί ως αποδιοπομπαίους τράγους τους Μουσουλμάνους και τους μετανάστες πιο άμεσα132. Τον Μάρτιο του 2016, το Breitbart δημοσίευσε το An Establishment Conservative’s Guide to the Alt-Right[“Οδηγός ενός Καθεστωτικού Συντηρητικού στην Εναλλακτική ακροδεξιά”] των Allum Bokhari και Milo Yiannopoulos, που ισχυρίζεται – χωρίς αποδείξεις – ότι οι περισσότεροι στην εναλλακτική δεξιά δεν πιστεύουν την ίδια την ρατσιστική τους προπαγάνδα και ότι στην πραγματικότητα είναι απλά φιλελεύθεροι που προσπαθούν να σοκάρουν τον κόσμο133. Το άρθρο βοήθησε στην προώθηση του προφίλ της εναλλακτικής δεξιάς και της αποδοχής της στους κυρίαρχους κύκλους, παρ’ όλα αυτά πολλοί στην εναλλακτική δεξιά επικρίνουν το γεγονός ότι το κίνημα εξωραΐζει την λευκή εθνικιστική ιδεολογία του134.

Στη διάρκεια των μηνών που ακολούθησαν, ο Yiannopoulosένας φανταχτερός γκέι άντρας εβραϊκής καταγωγής και πολιτικός performer που διαβάλλει τους Μουσουλμάνους και αναφέρεται στον Ντόναλντ Τραμπ ως “Μπαμπάκα” [“Daddy”] – ταυτίστηκε ο ίδιος με την εναλλακτική δεξιά ενώ οι απόψεις των οπαδών της ίδιας της εναλλακτικής δεξιάς γι’ αυτόν είναι ανάμικτες135. Εν τω μεταξύ, ο Steve Bannon ανακήρυξε το Breitbart ως “την πλατφόρμα της εναλλακτικής δεξιάς” και άρχισε να δημοσιεύει μισο-καλυμμένες αντισημιτικές επιθέσεις στους αντιπάλους του Τραμπ, την ίδια στιγμή που επέμενε ότι οι λευκοί εθνικιστές, οι αντισημίτες και οι ομοφοβικοί είναι περιθωριακοί στην εναλλακτική δεξιά136. Ο Richard Spencer ευχαριστήθηκε όταν ο Donald Trump προσέλαβε τον Bannon για να “τρέξει” την προεκλογική του καμπάνια, σχολιάζοντας ότι το Breitbart έχει λειτουργήσει ως μια ‘πύλη’ για τις ιδέες της εναλλακτικής δεξιάς και τους συγγραφείς της” και ότι αυτό το συγκεκριμένο μέσο ενημέρωσης “έχει στην υπηρεσία του ανθρώπους που μας παίρνουν στα σοβαρά, έστω κι αν οι ίδιοι δεν ανήκουν στην εναλλακτική δεξιά”137. Όμως, άλλοι στην εναλλακτική δεξιά είναι πιο κριτικοί απέναντι στο φαινόμενο της εναλλακτικής δεξιάς “διαίτης”. Στο Occidental Dissent, ο Brad Griffin περιγράφει την εναλλακτική δεξιά “διαίτης” ως “βασικά συντηρητικούς ιστότοπους που προωθούν υλικό της εναλλακτικής δεξιάς για να παράγουν κλικ και έσοδα” και ρωτά “τι στο διάβολο σχέση μπορεί να έχει με μας ο Milo Yiannopoulos – ένας Εβραίος ομοφυλόφιλος, που καυχιέται ότι έχει διαφυλετικές σχέσεις με μαύρους άντρες;138.

Συμπέρασμα: Η εναλλακτική Δεξιά και η προεδρία Τραμπ

Οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς ήταν συνεπαρμένοι με την απρόσμενη νίκη του Τραμπ επί της Χίλαρυ Κλίντον, όχι βέβαια επειδή πιστεύουν ότι ο Τραμπ μοιράζεται τις πολιτικές τους ή ότι μπορεί να φέρει τις αλλαγές που θέλουν. Μάλλον πιστεύουν ότι η προεδρία Τραμπ θα τους προσφέρει τον χώρο για να προωθήσουν την ιδεολογία τους και να “μετατοπίσουν το παράθυρο Overton139 προς όφελός τους140. Από την πλευρά τους βλέπουν τον εαυτό τους ως την πολιτική πρωτοπορεία του συνασπισμού του Τραμπ, υιοθετώντας σκληροπυρηνικές θέσεις που σπρώχνουν τον Τραμπ ακόμα δεξιότερα δίνοντάς του, ταυτόχρονα, τη δυνατότητα να μοιάζει, σε σύγκριση, μετριοπαθής. Με τα λόγια του Richard Spencer “η εναλλακτική δεξιά και ο λαϊκισμός του Τραμπ είναι τώρα ευθυγραμμισμένοι με τον ίδιο, πάνω-κάτω, τρόπο που η Αριστερά είναι ευθυγραμμισμένη με Δημοκρατικούς πολιτικούς όπως ο Ομπάμα και η Χίλαρυ… Εμείς – και μόνο εμείς – μπορούμε να πούμε πράγματα που ο Τραμπ δεν μπορεί να πει…μπορούμε να του ασκήσουμε κριτική με τον σωστό τρόπο…και μπορούμε να οραματιστούμε έναν νέο κόσμο που αυτός δεν μπορεί ακριβώς να συλλάβει”141. Το Traditionalist Youth Network ήταν πιο συγκεκριμένο: “Δεν μπορούμε και δεν θα υποχωρήσουμε στο εβραϊκό ζήτημα ή στην ρητή φυλετική μας ταυτότητα. Δεν θα το κάνουμε. Μην ανησυχείτε. Αλλά θα πάμε μ’ αυτούς που δεν είναι τόσο ριζοσπάστες όσο εμείς ώστε να φέρουμε την πολιτική προς τη δική μας κατεύθυνση”142.

Αλλά το ζήτημα πώς να παίξει αυτόν τον ρόλο πρωτοπορείας έχει ήδη οξύνει εντάσεις μεταξύ της εναλλακτικής δεξιάς και συμπαθούντων της, και σε κάποιο βαθμό μέσα στην ίδια την εναλλακτική δεξιά. Στο συνέδριο του National Policy Institute, λίγο μετά τις εκλογές, η καταληκτική ομιλία του Spencer τελείωνε με την κραυγή “Hail Trump, hail our people, hail victory!” την οποία πολλοί από το ακροατήριο υποδέχτηκαν με φασιστικούς χαιρετισμούς. Η καταγραφή της σε κάμερα από δημοσιογράφους, την έκανε μια πολιτικά ντροπιαστική στιγμή. Μια από τις μορφές της εναλλακτικής δεξιάς “διαίτης”, ο Mike Cernovich, ισχυρίστηκε, ψευδώς, ότι ο Spencer ενήργησε εκ μέρους της κυβέρνησης για να δυσφημίσει σκόπιμα το κίνημα. Αρκετοί άλλοι συμπαθούντες, ακόμα και ο επι μακρόν μέλος της εναλλακτικής δεξιάς Greg Johnson του Counter-Currents, επέκριναν επίσης τη συμπεριφρά του Spencer ως επιζήμια143.

Στους μήνες και τα χρόνια μπροστά μας, είναι πιθανόν να προκύψουν περισσότερες εντάσεις μέσα στον ευρύτερο συνασπισμό του Τραμπ, ο οποίος απλώνεται από τους ακροδεξιούς της εναλλακτικής δεξιάς μέχρι τους καθιερωμένους συντηρητικούς. Αν και η επιλογή, από τον Τραμπ, του Steve Bannon ως επικεφαλής της στρατηγικής του και επικεφαλής συμβούλου του, τοποθετεί κάποιον με στενούς δεσμούς με την εναλλακτική δεξιά στο κέντρο της εξουσίας, οι περισσότερες άλλες επιλογές του είναι σκληροπυρηνικές φιγούρες του κατεστημένου. Σε έναν αριθμό θεμάτων, από την μεταναστευτική πολιτική μέχρι το Ισραήλ, οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς θα μπορούσαν εύκολα να βρουν τον εαυτό τους σε έναν αντιπολιτευτικό ρόλο. Ο ιδρυτής του VDare.com Peter Brimelow έχει προειδοποιήσει ότι οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς μπορεί να “επαναστατήσουν” αν η κυβέρνηση Τραμπ αποτύχει να κινηθεί στην κατεύθυνση που θέλουν144.

Ακόμα κι αν συμβεί αυτό, όμως, οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς θα μπορούσαν να συνεχίσουν να ασκούν αξιοσημείωτη πίεση σε μια κυβέρνηση Τραμπ, επειδή ξέρουν πώς να μιλούν αποτελεσματικά σε ένα μεγάλο κομμάτι της λαϊκής του βάσης. Η εναλλακτική δεξιά βοήθησε στην αναζωογόνηση του λευκού εθνικισμού και της αντρικής σουπρεματιστικής πολιτικής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ενώ προηγούμενες γενιές ακροδεξιών καινοτόμησαν με διαδικτυακούς ιστότοπους μηνυμάτων [bulletin boards] όπως το Stormfront, οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς έχουν κάνει αποτελεσματική χρήση του διαδικτύου για οτιδήποτε, από μια θεωρητική αντιπαράθεση μέχρι μαζικές καμπάνιες στοχοποιημένης γελοιοποίησης. Σε προηγούμενες δεκαετίες, οι λευκοί εθνικιστές βασίζονταν κυρίως σε μια κωδικοποιημένη γλώσσα και ευφημισμούς όταν επεδίωκαν μαζική υποστήριξη, αλλά οι ακροδεξιοί της εναλλακτικής δεξιάς “παρελαύνουν” την ιδεολογία μίσους τους επιθετικά και με αυτοπεποίθηση. Αν και το κίνημα έχει το μερίδιο που του αναλογεί σε ενδοδιαμάχες, έχει επίσης πετύχει, σχετικά, στο να μαστορέψει μια λειτουργική κουλτούρα-“ομπρέλα” που καλοδέχεται διαφορετικές οπτικές και καλλιεργεί γόνιμες ανταλλαγές με σχετιζόμενα ιδεολογικά ρεύματα.

Η εναλλακτική δεξιά κρατήθηκε στην επιφάνεια από την κούρσα του Τραμπ προς την προεδρία, και σε αντάλλαγμα έχει βοηθήσει τον Τραμπ, διατηρώντας ταυτόχρονα μια καθαρή αίσθηση ορίων της σχέσης αυτής. Σε αντίθεση με διάφορες πρωτοβουλίες “από τα κάτω”, που διοχετεύονται σε εκλογικές πολιτικές και παγιδεύονται, η εναλλακτική δεξιά μπορεί να διατηρεί την ταυτότητά της και την ελευθερία ελιγμών. Επειδή υπάρχει κυρίως στο διαδίκτυο, η εναλλακτική δεξιά δεν έχει την υποδομή που χρειάζεται για να ξεκινήσει έναν ανταρτοπόλεμο (όπως έκαναν οι δυνάμεις των νεοναζί και της Κου Κλουξ Κλαν τη δεκαετία του 1980) ή να οικοδομήσει ψευδο-κρατικούς θεσμούς (όπως έκαναν οι ομάδες των Patriot τη δεκαετία του 1990, και όπως προσπαθούν να κάνουν και πάλι τώρα) αλλά είναι σε μια ισχυρή θέση να επιδιώξει έναν “μεταπολιτικό” μετασχηματισμό της πολιτικής κουλτούρας και συνεπώς να θέσει τα θεμέλια για μια δομική αλλαγή, επικεντρωμένη στο όραμά της για ένα λευκό εθνοκράτος.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://www.politicalresearch.org/2017/01/20/ctrl-alt-delete-report-on-the-alternative-right/#sthash.ODAzReRw.eSSJZDY9.dpbs. Ο Matthew N. Lyons είναι ανεξάρτητος ακαδημαϊκός και συγγραφέας που μελετά αντιδραστικά και σουπρεμιστικά κινήματα. Έχει γράψει, μαζί με τον Chip Berlet, το: “Right-Wing Populism in America: Too Close for Comfort”.

2 David Weigel. “‘Cuckservative’ – the conservative insult of the month, explained.” The Washington Post, July 29, 2015, https://www.washingtonpost.com/news/the-fix/wp/2015/07/29/cuckservative-the-conservative-insult-of-the-month-explained.

3 Abby Ohlheiser και Caitlin Dewey. “Hillary Clinton’s alt-right speech, annotated.” The Washington Post, August 25, 2016. https://www.washingtonpost.com/news/the-fix/wp/2016/08/25/hillary-clintons-alt-right-speech-annotated.

4 Daniel Lombroso και Yoni Appelbaum. “‘Hail Trump!’: White Nationalists Salute the President Elect.” The Atlantic, November 21, 2016. http://www.theatlantic.com/politics/archive/2016/11/richard-spencer-speech-npi/508379

5 Χρησιμοποιώ τον όρο “Άκρα Δεξιά” για να αναφερθώ σε πολιτικές δυνάμεις που (α) προάγουν την ανθρώπινη ανισότητα με βάση τη φυλή, το φύλο ή άλλους παράγοντες ως φυσική ή αναπόφευκτη και (β) απορρίπτουν την νομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος των ΗΠΑ. Αυτός ο ορισμός είναι συγκεκριμένος για τις Ηνωμένες Πολιτείες σήμερα και δεν εφαρμόζεται απαραίτητα σε άλλες εποχές ή τόπους.

6 Στμ. Στο πρωτότυπο: red-baiting.

7 Chip Berlet και Matthew N. Lyons. Right-Wing Populism in America: Too Close for Comfort. (New York: Guilford Press, 2000), 145-47, σελ. 160-61.

8 ό.π., σελ. 243-44, 283-84.

9 Rachel Tabachnick και Frank L. Cocozzelli. “Nullification, Neo-Confederates, and the Revenge of the Old Right.” Political Research Associates, 22 Νοεμβρίου 2013. https://www.politicalresearch.org/2013/11/22/nullification-neo-confederates-and-the-revenge-of-the-old-right

10 Matthew N. Lyons, “Fragmented Nationalism: Right-Wing Responses to September 11 in Historical Context.” The Pennsylvania Magazine of History and Biography 127, no 4 (October, 2003), 398-404.

11 Roger Griffin, “Plus ça change! The Fascist Legacy in the Metapolitics of the Nouvelle Droite.” Chapter for The Development of the Radical Right in France 1890-1995. (London: Routledge: 2000). Anton Shekhovtsov, “Aleksandr Dugin’s Neo-Eurasianism: The New Right a la Russe.” Religion Compass 3, no. 4 (2009): σελ. 697-716.

12 Alain de Benoist και Charles Champetier, “Manifesto of the French New Right in the Year 2000.” https://archive.org/details/ManifestoOfTheFrenchNewRightInTheYear2000

13 Στη δεκαετία του 1990, το πρώην αριστερίστικο περιοδικό Telos ήταν καθοριστικό στην μετάφραση κειμένων της ΕΝΔ στα αγγλικά και στην ενασχόληση με τις ιδέες της. Δείτε, για παράδειγμα, το τεύχος ειδικό διπλό τεύχος Telos Winter 1993-Fall 1994 (nos. 98-99) με θέμα: “The French New Right: New Right-New Left-New Paradigm?” [“Η γαλλική Νέα Δεξιά: Νέα Δεξιά-Νέα Αριστερά-Νεό Παράδειγμα;”].

14 Δείτε, για παράδειγμα, Richard Spencer, “The Conservative Write.” Taki’s Magazine, 6 Αυγούστου 2008. http://takimag.com/article/the_conservative_write/print#axzz4VruMeHTg· Kevin DeAnna, “The Alternative Right.” Taki’s Magazine, 26 Ιουλίου 2009. http://takimag.com/article/the_alternative_right/print#axzz4VruMeHTg; and Jack Hunter, “Whither the Alternative Right?” Taki’s Magazine, 3 Νοεμβρίου 2009. http://takimag.com/article/whither_the_alternative_right#axzz4VruMeHTg

15 Matthew N. Lyons, “AlternativeRight.com: Paleoconservatism for the 21st Century.” Three Way Fight. September 19, 2010, http://threewayfight.blogspot.com/2010/09/alternativerightcom-paleoconservatism.html

16 Greg Johnson, “Theory & Practice.” Counter-Currents Publishing, September 2010, http://www.counter-currents.com/2010/09/theory-practice

17 James Kirchick, “American Racist Richard Spencer Gets to Play the Martyr in Hungary.” The Daily Beast, October 7, 2014. http://www.thedailybeast.com/articles/2014/10/07/american-racist-richard-spencer-gets-to-play-the-martyr-in-hungary.html.

18 Στμ. Στα αγγλικά podcast.

19 Antifascist Front, “Alternative Internet Racism: Alt Right and the New Fascist Branding.” Anti-Fascist News, December 18, 2015. https://antifascistnews.net/2015/12/18/alternative-internet-racism-alt-right-and-the-new-fascist-branding.

20 Στμ. Στα αγγλικά imageboard, διαδικτυακός τόπος που λειτουργεί κυρίως με αναρτήσεις εικόνων.

21 Lawrence Murray, “Fashism.” The Right Stuff, October 24, 2015. http://therightstuff.biz/2015/10/24/fashism.

22 Στμ. Στο πρωτότυπο: high and low-brow, ιδιωματισμός.

23Στμ. Στο πρωτότυπο: cross-adoption, δηλαδή υιοθεσία σε “μικτές”, διαφυλετικές οικογένειες.

24 Richard Hoste, “Why an Alternative Right is Necessary.” AlternativeRight.com. February 24, 2010. http://www.radixjournal.com/altright-archive/altright-archive/main/the-magazine/why-an-alternative-right-is-necessary

25 Στμ. Στα αγγλικά ο όρος είναι anti-natalism. Ελλείψει κάποιας ικανοποιητικής μετάφρασης (ίσως αντιγεννητισμός, αντιαναπαραγωγισμός😉 απλά μεταγράφουμε τον όρο. Ο όρος natalism (επίσης και ως pronatalism ή pro-birth position) είναι η πεποίθηση που προάγει την αναπαραγωγή της ενσυνείδητης ζωής, τη γέννηση παιδιών και την πατρότητα/μητρότητα ως επιθυμητή από κοινωνική άποψη και ως εξασφάλισης της συνέχειας της ανθρωπότητας. Ο αντιναταλισμός (antinatalism) είναι η φιλοσοφική θέση που αποδίδει μια αρνητική αξία στη γέννηση για ηθικούς ή άλλους λόγους.

26 Johnson ό.π., 2010.

27 Lawrence Murray, “The Fight for the Alt-Right: The Rising Tide of Ideological Autism Against Big-Tent Supremacy.” The Right Stuff, 6 Μαρτίου 2016. http://therightstuff.biz/2016/03/06/big-tentism

28 Alfred W. Clark, “What is the #Altright?” Radix, 20 Ιανουαρίου, 2016. http://www.radixjournal.com/blog/2016/1/20/what-is-the-altright

29 Στμ. Στο πρωτότυπο: identitarianism. Δείτε σχετικά τις υποσημειώσεις στο:…

30 Richard B. Spencer, “Identitarianism—A Conversation Starter.” Radix, 15 Ιουνίου, 2015. http://www.radixjournal.com/journal/2015/6/15/identitarianisma-conversation-starter

31 Στμ. Φανταζόμαστε ότι ίσως το ψευδώνυμο αυτό είναι συνδυασμός του ονόματος του χαρακτήρα του Star Wars Darth Vader και του επωνύμου του μηδενιστή, αναρχο-ατομικιστή Max Stirner.

32 Darth Stirner, “Fascist Libertarianism: For a Better World.” The Right Stuff, 23 Ιανουαρίου 2013. http://therightstuff.biz/2013/01/23/fascist-libertarianism-for-a-better-world

33 Στμ. Δηλαδή η λέξη “νέγρος”.

34 Antifascist Front. “#Cuckservative: How the ‘Alt Right’ Took Off Their Masks and Revealed Their White Hoods.” Anti-Fascist News, 16 Αυγούστου 2015. https://antifascistnews.net/2015/08/16/cuckservative-how-the-alt-right-took-off-their-masks-and-revealed-their-white-hoods.

35 ό.π.

36 Andrew Anglin, “Intensified Jewing: Vox Covers the Alt-Right.” Daily Stormer, 18 Απριλίου 2016. http://www.dailystormer.com/intensified-jewing-vox-covers-the-alt-right.

37 Auschwitz Soccer Ref, “Zero Tolerance: Why Aren’t White Nationalists and Jewish Nationalists Fellow Travelers?” The Right Stuff, 11 Απριλίου 2016. http://therightstuff.biz/2016/04/11/zero-tolerance-why-arent-white-nationalists-and-jewish-nationalists-fellow-travelers.

38 Jared Taylor, “Jews and American Renaissance.” American Renaissance, 14 Απριλίου 2006. http://www.amren.com/news/2006/04/jews_and_americ.

39 Eugene Girin, “Is the Alt Right Anti-Semitic?” AlternativeRight.com, 29 Ιουλίου 2010. [Αναδημοσιευμένο στο Radix.] http://www.radixjournal.com/altright-archive/altright-archive/main/the-magazine/is-the-traditionalist-right-anti-semitic.

40 M. K. Lane, “Will Jews Change Sides?” Counter-Currents Publishing, 17 Φεβρουαρίου 2016. http://www.counter-currents.com/2016/02/will-jews-change-sides.

41 Στμ. Στο πρωτότυπο: manosphere: ιστότοποι και μπλογκ στα οποία άντρες εκφράζουν απόψεις για ζητήματα σχετικά με τη σύγχρονη αρρενωπότητα και τις σχέσεις των αντρών με τις γυναίκες, ιδιαίτερα αυτά που συνδέονται με απόψεις εχθρικές προς τον φεμινισμο και τα δικαιώματα των γυναικών.

42 Στμ. Στο πρωτότυπο: traditionalism.

43 Alex Kurtagic, “Women as a Measure of Credibility.” AlternativeRight.com, 25 Μαΐου 2011. http://www.radixjournal.com/altright-archive/altright-archive/main/blogs/untimely-observations/women-as-a-measure-of-credibility.

44Παρατίθεται στο Lyons ό.π. 2010.

45 Matthew N. Lyons, “Alt-right: more misogynistic than many neonazis.” Three Way Fight, 3 Δεκεμβρίου 2016. http://threewayfight.blogspot.com/2016/12/alt-right-more-misogynistic-than-many.html.

46 Traditionalist Youth Network, “Jews Destroy Women: A Response to ‘Women Destroy Nations.” Traditionalist Youth Network, Φεβρουάριος 2016. http://www.tradyouth.org/2016/02/jews-destroy-women.

47 Danielle Paquette, “The alt-right isn’t only about white supremacy. It’s about white male supremacy.” Chicago Tribune, 25 Νοεμβρίου 2016. http://www.chicagotribune.com/news/nationworld/politics/ct-alt-right-white-male-supremacy-20161125-story.html.

48Στμ. Στον πρωτότυπο: manospherians.

49 Στμ. PUA: Pickup-Artists: αυτοπροσδιοριζόμενο ως μια κοινότητα ξελογιάσματος [seduction], ή διαλέγματος [pickup] – είναι ένα κίνημα αντρών με στόχο τον δελεασμό και τη σεξουαλική επιτυχία με τις γυναίκες. Η κοινότητα υπάρχει κυρίως μέσω διαδικτυακών δελτίων και ιστολογίων, μάρκετινγκ (πχ. διαφημιστικών, σεμιναρίων, προσωπικών μαθημάτων) φόρουμ και ομάδων καθώς και εκατοντάδων τοπικών λεσχών, γνωστών ως “φωλιές”. Έχοντας όμως κακή φήμη εκτός της κοινότητας, το κίνημα έχει περιγραφεί ως σεξιστικό, μισογυνίστικο, ψευδοεπιστημονικό και παραπλανητικό ενώ μέλη του, όπως ο Roosh V, έχουν συνδεθεί με την εναλλακτική δεξιά. Δείτε γι’ αυτό το ενδιαφέρον: https://thenib.com/how-pick-up-artists-morphed-into-the-alt-right.

50 Roosh V [Daryush Valizadeh], “What is Neomasculinity?” Roosh V, 6 Μαΐου 2015. http://www.rooshv.com/what-is-neomasculinity.

51 Paul Elam, “Jury duty at a rape trial? Acquit!” A Voice for Men, 20 Ιουλίου 2010. http://www.avoiceformen.com/mens-rights/jury-duty-at-a-rape-trial-acquit.

52 Paul Elam, “October is the fifth annual Bash a Violent Bitch Month” A Voice for Men, 30 Σεπτεμβρίου 2015. http://www.avoiceformen.com/mens-rights/domestic-violence-industry/october-is-the-fifth-annual-bash-a-violent-bitch-month.

53 Roosh V [Daryush Valizadeh], “Why Homosexual Marriage Matters For Straight Men.” Return of Kings, 12 Οκτωβρίου 2015. https://archive.is/HzSIx#selection-139.0-139.16.

54 Στμ. Cis άτομο: σύντμηση του cisgender: ένα άτομο του οποίου η έμφυλη ταυτότητα συμπίπτει με το φύλο που του έχει αποδοθεί με τη γέννηση. Για παράδειγμα, ένας cis άντρας είναι αυτός που ταυτίζει το φύλο του με αυτό που του έχει αποδοθεί με τη γέννηση και αισθάνεται άνετα στο αντρικό σώμα του.

55 Matt Forney, “Are Transsexuals Who Sleep With Straight Men Guilty of Rape?” Return of Kings, 8 Δεκεμβρίου 2014. http://www.returnofkings.com/48665/are-transsexuals-who-sleep-with-straight-men-guilty-of-rape.

56 Paul Elam, “Andy Bob exposes feminist hatred of gay men in new book.” A Voice for Men, 7 Ιανουαρίου 2016. http://www.avoiceformen.com/a-voice-for-men/andy-bob-exposes-feminist-hatred-of-gay-men-in-new-book.

57 Stephen Totilo, “Another Woman in Gaming Flees Home Following Death Threats.” Kotaku, 11 Οκτωβρίου 2014. http://kotaku.com/another-woman-in-gaming-flees-home-following-death-thre-1645280338.

58 Amanda Hess, “Why Women Aren’t Welcome on the Internet.” Pacific Standard, 6 Ιανουαρίου 2014. https://psmag.com/why-women-aren-t-welcome-on-the-internet-aa21fdbc8d6.

59 Roosh V [Daryush Valizadeh], “The Damaging Effects of Jewish Intellectualism And Activism On Western Culture.” Return of Kings, 4 Μαΐου 2015. http://www.returnofkings.com/62716/the-damaging-effects-of-jewish-intellectualism-and-activism-on-western-culture.

60 Dota, “Manosphere Rising.” Alternative Right, 14 Μαΐου 2015. http://alternative-right.blogspot.com/2015/05/manosphere-rising.html.

61 Matt Parrott, “An Endorsement of Roosh’s ‘Neomasculinity’ Manifesto.” Traditionalist Youth Network, May 2015 [επικαιροποίηση 19 Ιανουαρίου 2016]. http://www.tradyouth.org/2015/05/roosh-neomasculinity.

62 David Futrelle, Hitler-loving dudes named Andrew agree: Roosh V is a-OK! (Even though he’s not white.)” We Hunted the Mammoth, 15 Αυγούστου 2015. http://www.wehuntedthemammoth.com/2015/08/15/hitler-loving-dudes-named-andrew-agree-roosh-v-is-a-ok-even-though-hes-not-white.

63 David Futrelle, “Roosh V shocked to discover that white supremacist movement is full of white supremacists.” We Hunted the Mammoth, 24 Φεβρουαρίου 2016. http://www.wehuntedthemammoth.com/2016/02/24/roosh-v-shocked-to-discover-that-white-supremacist-movement-is-full-of-white-supremacists.

64 Greg Johnson, “Roosh Really is a Rape Advocate (& a Rapist, if He’s Telling the Truth)”. Counter-Currents Publishing n.d., https://archive.is/T66uL.

65 Roosh V [Daryush Valizadeh], “The Alt Right Is Worse Than Feminism in Attempting to Control Male Sexual Behavior.” Return of Kings, 22 Φεβρουαρίου 2016. http://www.returnofkings.com/79234/the-alt-right-is-worse-than-feminism-in-attempting-to-control-male-sexual-behavior; Futrelle 2016 ό.π.

66 Στμ. Ο αγγλικός όρος είναι tribalism, από την λέξη tribe, της φυλής με την έννοια της ομάδας που αποτελείται από οικογένειες, φατριές κλπ. Ο “φυλετισμός” είναι η άποψη για μια κοινωνική οργάνωση βασισμένη σε τέτοιες φυλές.

67Jack Donovan, The Way of Men. (Milwaukie, Ore.: Dissonant Hum.: 2012), σελ. 138-9.

68 ό.π., σελ. 137, 148.

69 Στμ. Όντιν: θεωρείται ο ανώτατος θεός στη Σκανδιναβική και τευτονική θρησκεία και μυθολογία.

70 Στμ. Wolves of Vinland: Νορβηγική νεοπαγανιστική ομάδα με βάση τα προάστια του Lynchburg, στη Βιρτζίνια. Ένας από τους ιδρυτές της ομάδας την έχει περιγράψει ως “Odinic wolf-cult”, ενώ δημοσιογράφοι την συνδέουν με λευκούς σουπρεματιστές και την εναλλακτική δεξιά. Το 2018 το Southern Poverty Law Center πρόσθεσε την ομάδα στην λίστα του με τις ομάδες μίσους, περιγράφοντάς την ως μια “Neo-Volkisch ομάδα μίσους”.

71 Jack Donovan, “A Time for Wolves.” Jack Donovan, 14 Ιουνίου 2014. http://www.jack-donovan.com/axis/2014/06/a-time-for-wolves.

72 Rose City Antifa, “The Wolves of Vinland: a Fascist Countercultural ‘Tribe’ in the Pacific Northwest.” Rose City Antifa, 7 Νοεμβρίου 2016. http://rosecityantifa.org/articles/the-wolves-of-vinland-a-fascist-countercultural-tribe-in-the-pacific-northwest.

73 Jack Donovan, “Mighty White.” Jack Donovan, 18 Δεκεμβρίου 2011. http://www.jack-donovan.com/axis/2011/12/mighty-white.

74 Jack Donovan, A Sky Without Eagles: Selected Essays and Speeches 2010-2014. (Milwaukie, Ore.: Dissonant Hum, 2014), σελ. 166.

75 F. T. Marinetti, “The Futurist Manifesto.” (1909). http://bactra.org/T4PM/futurist-manifesto.html.

76 Jack Donovan, “Anarcho-Fascism.” Jack Donovan, 3 Μαρτίου 2013. http://www.jack-donovan.com/axis/2013/03/anarcho-fascism.

77 Jack Donovan, Comment. Roosh V Forum, 16 Νοεμβρίου 2012. https://www.rooshvforum.com/thread-17870.html.

78 Antifascist Front, “Queer Fascism: Why White Nationalists Are Trying to Drop Homophobia.” Anti-Fascist News, 6 Νοεμβρίου 2015.

79 Shane Burley, “How the Alt-Right Is Attempting to Hide Its White Supremacist Ties.” Truthout, 15 Σεπτεμβρίου 2016. http://www.truth-out.org/news/item/37611-how-the-alt-right-is-attempting-to-hide-its-white-supremacist-ties.

80 Spencer Sunshine, “Rebranding Fascism: National-Anarchists.” The Public Eye Magazine 23, no. 4 (2008), https://www.politicalresearch.org/2008/01/28/rebranding-fascism-national-anarchists· Graham D. Macklin, “Co-opting the Counter Culture: Troy Southgate and the National Revolutionary Faction.” Patterns of Prejudice 39, no. 3 (2005).

81 Greg Johnson, “Bay Area National Anarchists: An Interview with Andrew Yeoman, Part 1.” The Occidental Quarterly, 21 Αυγούστου 2009. http://www.toqonline.com/blog/interview-with-andrew-yeoman-part-i· “THIRD WAY: Introducing the National-Anarchist Movement.” National-Anarchist Movement, 3 Οκτωβρίου 2010. http://www.national-anarchist.net/2010/10/third-way-introducing-national.html.

82 National-Anarchist Movement, “N-AM Manifesto.” National-Anarchist Movement (2010). http://www.national-anarchist.net/2010/09/national-anarchist-movement-manifesto_18.html.

83 National-Anarchist Movement, “National-Anarchist Movement (N-AM) FAQ.” National-Anarchist Movement, 21 Νοεμβρίου 2012. http://www.national-anarchist.net/2012/10/national-anarchist-movement-n-am-faq.html.

84 Matthew N. Lyons, “Rising Above the Herd: Keith Preston’s Authoritarian Anti-Statism.” New Politics (website), 29 Απριλίου 2011. http://newpol.org/content/rising-above-herd-keith-prestons-authoritarian-anti-statism.

85 American Revolutionary Vanguard, “Statement of Purpose.” Attack the System, 2016. https://attackthesystem.com/statement-of-purpose.

86 Keith Preston, “The National-Anarchist Litmus Test.” Attack the System, 24 Απριλίου 2009. https://attackthesystem.com/2009/04/24/the-national-anarchist-litmus-test, Keith Preston, “The Thoughts That Guide Me.” Attack the System (2005), https://attackthesystem.com/the-thoughts-that-guide-me-a-personal-reflection· Lyons 2011 ό.π.

87 Keith Preston, “Mass Immigration and Totalitarian Humanism.” Speech at National Policy Institute Conference, 23 Ιουνίου 2011. https://www.youtube.com/watch?v=WyQPlCJxtEE; Preston 2005 ό.π.

88 Keith Preston, “What, Exactly, is the ‘Alternative Right?’” [Introductory comments.] Attack the System, 23 Δεκεμβρίου 2015. https://attackthesystem.com/2015/12/23/what-exactly-is-the-alternative-right.

89 Francisco Albanese, “Rethinking White Tribalism: Anarchy in the Southern Cone.” Counter-Currents Publishing, 5 Ιουνίου 2014.

90 Στμ. Ο Χριαστιανικός Ανοικοδομισμός [Christian reconstructionism] είναι ένα φονταμενταλιστικό, αναμορφωμένο θεονομικό κίνημα που αναπτύχθηκε κάτω από τις ιδέες των Rousas Rushdoony, Greg Bahnsen και Gary North, με σημαντική επιρροή στη Χριστιανική Δεξιά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι Χριστιανοί Ανοικοδομιστές προάγουν μια θεονομική κυβέρνηση και ελευθεριακές οικονομικές αρχές με μια διάκριση των σφαιρών εξουσίας ανάμεσα στην οικογένεια, την εκκλησία και το κράτος.

91 Keith Preston, “Anarcho-Pluralism and Pan-Secessionism: What They Are and What They Are Not.” Attack the System, 8 Αυγούστου 2010. https://attackthesystem.com/2010/08/08/anarcho-pluralism-and-pan-secessionism-what-they-are-and-what-they-are-not.

92 Keith Preston, “Anarcho-Pluralism and Pan-Secessionism: What They Are and What They Are Not.” Attack the System, 8 Αυγούστου 2010. https://attackthesystem.com/2010/08/08/anarcho-pluralism-and-pan-secessionism-what-they-are-and-what-they-are-not.

93 Keith Preston, “Third North American Secessionists Convention — A Review.” Attack the System, 19 Νοεμβρίου 2008.

94Στμ. Για τις έννοιες αυτές δείτε και το άρθρο…

95 Park MacDougald, “The Darkness Before the Right.” The Awl, 28 Σεπτεμβρίου 2015. https://theawl.com/the-darkness-before-the-right-84e97225ac19.

96 Peter Thiel, ‘The Education of a Libertarian.” Cato Unbound, 13 Απριλίου 2009. https://www.cato-unbound.org/2009/04/13/peter-thiel/education-libertarian.

97 Klint Finley, “Geeks for Monarchy: The Rise of the Neoreactionaries.” TechCrunch, 22 Νοεμβρίου 2013, http://techcrunch.com/2013/11/22/geeks-for-monarchy.

98 Scharlach, “Neoreaction = Monarchy?” Habitable Worlds, 23 Νοεμβρίου 2013.

99 Nick Land, “The Dark Enlightenment: Part 1.” The Dark Enlightenment (2013), http://www.thedarkenlightenment.com/the-dark-enlightenment-by-nick-land· MacDougald ό.π.

100 Finley ό.π.

101 Hubert Collins and Hadley Bishop, “Two Prominent Identitarians Give Us Their Thoughts On Neoreaction.” Interview with Michael McGregor and Gregory Hood. Social Matter, 15 Οκτωβρίου 2014. http://www.socialmatter.net/2014/10/15/724.

102 Dylan Matthews, “The alt-right is more than warmed-over white supremacy. It’s that, but way way weirder.” Vox, 18 Απριλίου 2016. http://www.vox.com/2016/4/18/11434098/alt-right-explained.

103 Mencius Moldbug [Curtis Yarvin], “Why I am not an anti-Semite.” Unqualified Reservations, 23 Ιουνίου 2007. http://unqualified-reservations.blogspot.com/2007/06/why-i-am-not-anti-semite.html.

104Collins and Bishop ό.π..

105 Keith Preston, “The Growth of the Alternative Right.” Attack the System, 4 Ιανουαρίου 2016. https://attackthesystem.com/2016/01/04/the-growth-of-the-alternative-right.

106 Anti-Defamation League, “Point of Contention: A Fractured White Supremacist Take on Immigration.” Anti-Defamation League, 5 Μαΐου 2015. http://www.adl.org/civil-rights/immigration/c/point-of-contention-immigration.html.

107 Lawrence Murray, “White Nationalism FAQ.” The Right Stuff, 14 Απριλίου 2016. http://therightstuff.biz/2016/04/14/white-nationalism-faq.

108 Gregory Hood, “The Solution is State Power.” Counter-Currents Publishing, Δεκέμβριος 2012. http://www.counter-currents.com/2012/12/the-solution-is-state-power.

109 Jack Donovan, “Becoming the New Barbarians.” Radix, 23 Δεκεμβρίου 2013. http://www.radixjournal.com/journal/becoming-the-new-barbarians.

110 Jack Donovan, “The Bright Side of Illegal Immigration.” Jack Donovan, 13 Νοεμβρίου 2012. http://www.jack-donovan.com/axis/2012/11/the-bright-side-of-illegal-immigration.

111Στμ. GOP, αρχικά του Grand Old Party, παρωνύμιο του Ρεπουμπλικανικού κόμματος.

112 Richard Spencer, “The Majority Strategy: The Essential Argument—Why The GOP Must Win White America,” V-Dare 8 Σεπτεμβρίου 2011. http://www.vdare.com/articles/the-majority-strategy.

113 Richard Spencer, “Facing the Future as a Minority”, The National Policy Institute, 30 Απριλίου 2013. http://www.npiamerica.org/the-national-policy-institute/blog/facing-the-future-as-a-minority.

114

115 Hunter Wallace [Brad Griffin], “Trump, White Nationalists, The Media.” Occidental Dissent, 10 Δεκεμβρίου 2015. Comment by Hunter Wallace, 10 Δεκεμβρίου 2015 at 8:53 pm. https://web.archive.org/web/20160114034742/http://www.occidentaldissent.com/2015/12/10/trump-white-nationalists-the-media.

116 Traditionalist Youth Network, “The Trump Train and the Southern Strategy: The Only Hope for the GOP.” Traditionalist Youth Network, Οκτώβριος 2015. http://www.tradyouth.org/2015/10/the-trump-train-and-the-southern-strategy-the-only-hope-for-the-gop.

117 Professor Evola-Hitler, “Trump’s Our Guy for the 2016 Election. We Have No Choice.” The Right Stuff, 29 Απριλίου 2016. http://therightstuff.biz/2016/04/29/trumps-our-guy-for-the-2016-election-we-have-no-choice.

118 Auschwitz Soccer Ref, “Trump’s Not Our Guy. It’s Time to Stop Pretending Otherwise.” The Right Stuff, 25 Απριλίου 2016. http://therightstuff.biz/2016/04/25/trumps-not-our-guy-its-time-to-stop-pretending-otherwise.

119 Jack Donovan, “No One Will Ever Make America Great Again.” Jack Donovan, 7 Ιουλίου 2016. http://www.jack-donovan.com/axis/2016/07/no-one-will-ever-make-america-great-again.

120 Keith Preston, “The Alternative Right — An Autopsy.” Attack the System, 21 Μαΐου 2016. https://attackthesystem.com/2016/05/21/the-alternative-right-an-autopsy.

121 Στμ. Μιμίδιο: (αγγλικά meme): θεμελιώδης μονάδα-φορέας πολιτισμικής κληρονομιάς (τραγούδια, τρόποι συμπεριφοράς, μόδα, επιστημονικές ιδέες, θρησκευτικές πεποιθήσεις/δοξασίες, κλπ.) που μεταδίδεται από το ένα άτομο στο άλλο. Η μιμιδιακή στατιστική (τομέας υπαγόμενος στην [στατιστική] ψυχολογία και την κοινωνική ανθρωπολογία) μελετά την μετεξέλιξη και την εξάπλωση των μιμιδίων. Ο όρος εισήχθη από τον κοινωνιοβιολόγο Richard Dawkins το 1976, κατ’ αναλογία προς το γονίδιο, τη βασική μονάδα γενετικής πληροφορίας. Ο πολιτισμός εξελίσσεται και μεταδίδεται από γενιά σε γενιά, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τα γονίδια στο φυσικό κόσμο. Τα μιμίδια δεν κληρονομούνται μέσω του αίματος αλλά μέσω της επικοινωνίας, των εθίμων, της γλώσσας, και γενικότερα της κουλτούρας, από τα μεγαλύτερα προς τα νεότερα μέλη κάθε κοινωνίας. Στον κόσμο του διαδικτύου, πιο συγκεκριμένα, μιμίδιο/meme είναι μια εικόνα, βίντεο, κομμάτι κειμένου κλπ. συνήθως χιουριστικό στο περιεχόμενο, που αντιγράφεται και διαδίδετα ταχύτατα ανάμεσα στους χρήστες του διαδικτύου, συχνά με ελαφρές παραλλαγές.

122 Joseph Bernstein, “Behind The Racist Hashtag That Is Blowing Up Twitter.” BuzzFeed, 27 Ιουλίου 2015. https://www.buzzfeed.com/josephbernstein/behind-the-racist-hashtag-some-donald-trump-fans-love.

123 ό.π.

124Antifascist Front (2015), “#Cuckservative” ό.π..

125 Robert Evans, “5 Things You Learn Being Attacked By The Alt-Right.” Cracked, 20 Σεπτεμβρίου 2016. http://www.cracked.com/personal-experiences-2381-toddler-rape-threats-other-tactics-alt-right.html.

126 David French, “The Price I’ve Paid for Opposing Donald Trump.” National Review, 21 Οκτωβρίου 2016. http://www.nationalreview.com/article/441319/donald-trump-alt-right-internet-abuse-never-trump-movement.

127 Butch Leghorn, “Wedging Gays and Muslims,” The Right Stuff, 14 Ιουνίου 2016, http://therightstuff.biz/2016/06/14/wedging-gays-and-muslims.

128 Know Your Meme. N.d. “#DraftOurDaughters.” Know Your Meme. http://knowyourmeme.com/memes/draftourdaughters.

129 Eric Striker, “#DraftOurDaughters: Feminist Hillary Supporters Vow To Fight War With Russia For Us.” The Daily Stormer, 28 Οκτωβρίου 2016. http://www.dailystormer.com/draftourdaughters-feminist-hillary-supporters-vow-to-fight-war-with-russia-for-us· Vox Day [Theodore Beale], “Draft our Daughters.” Vox Popoli, 28 Οκτωβ 2016. http://voxday.blogspot.com/2016/10/draft-our-daughters.html.

130 Abby Ohlheiser, “What was fake on the Internet this election: #DraftOurDaughters, Trump’s tax returns.” The Washington Post, 31 Οκτωβ 2016. https://www.washingtonpost.com/news/the-intersect/wp/2016/10/31/what-was-fake-on-the-internet-this-election-draftourdaughters-trumps-tax-returns.

131 Ian Tuttle, “The Racist Moral Rot at the Heart of the Alt-Right.” National Review, 5 Απριλίου 2016. http://www.nationalreview.com/article/433650/alt-rights-racism-moral-rot.

132 Stephen Piggott, “Is Breitbart.com Becoming the Media Arm of the ‘Alt-Right’?” Hatewatch, 28 Απριλίου 2016. Southern Poverty Law Center. https://www.splcenter.org/hatewatch/2016/04/28/breitbartcom-becoming-media-arm-alt-right.

133 Allum Bokhari and Milo Yiannopoulos, “An Establishment Conservative’s Guide to the Alt-Right.” Breitbart, 29 Μαρτίου 2016. http://www.breitbart.com/tech/2016/03/29/an-establishment-conservatives-guide-to-the-alt-right.

134 Antifascist Front, “Going Full Fash: Breitbart Mainstreams the ‘Alt Right’.” Anti-Fascist News 5 Απριλίου 2016. https://antifascistnews.net/2016/04/05/going-full-fash-breitbart-mainstreams-the-alt-right.

135 Antifascist Front, “Meet the Alt Lite, the People Mainstreaming the Alt Right’s White Nationalism.” Anti-Fascist News, 3 Νοεμβρίου 2016. https://antifascistnews.net/2016/11/03/meet-the-alt-lite-the-people-mainstreaming-the-alt-rights-white-nationalism.

136 Sarah Posner, “How Donald Trump’s New Campaign Chief Created an Online Haven for White Nationalists.” Mother Jones, 22 Αυγούστου 2016. http://www.motherjones.com/politics/2016/08/stephen-bannon-donald-trump-alt-right-breitbart-news· Michelle Goldberg, “Breitbart Calls Trump Foe ‘Renegade Jew.’ This Is How Anti-Semitism Goes Mainstream.” Slate, 16 Μαΐου 2016. http://www.slate.com/blogs/the_slatest/2016/05/16/breitbart_calls_bill_kristol_a_renegade_jew_is_disgusting.html.

137 Richard B. Spencer, “Make Trump Trump Again.” Radix, 17 Αυγούστου 2016. http://www.radixjournal.com/blog/2016/8/17/make-trump-trump-again.

138 Hunter Wallace [Brad Griffin], “Alt-Right vs. Alt-Lite.” Occidental Dissent, 23 Νοεμβρίου 2016. http://www.occidentaldissent.com/2016/11/23/alt-right-vs-alt-lite.

139 Στμ. Το παράθυρο Overton (Overton window), γνωστό και ως παράθυρο (δημοσίου) λόγου (window of discourse), περιγράφει το εύρος των ιδεών που είναι ανεκτές στον δημόσιο λόγο. Ο όρος προέρχεται από τον εμπνευστή του Joseph P. Overton, έναν πρώην αντιπρόεδρο του Κέντρου Mackinac για τη Δημόσια Πολιτική, ο οποίος στην περιγραφή του παραθύρου ισχυρίστηκε ότι η πολιτική βιωσιμότητα μιας ιδέας εξαρτάται κυρίως από το αν εμπίπτει ή όχι στο παράθυρο αυτό, παρά στις ατομικές προτιμήσεις των πολιτικών. Σύμφωνα με την περιγραφή του, το “παράθυρο” περιλαμβάνει ένα εύρος πολιτικών που θεωρούνται πολιτικά αποδεκτές στο τρέχον κλίμα της κοινής γνώμης και τις οποίες ένας πολιτικός μπορεί να προτείνει χωρίς να θεωρείται τόσο ακραίος για να αποκτήσει ή να διατηρήσει ένα δημόσιο αξίωμα. Δείτε και “Στρέφοντας τον στρατό ενάντια στον λαό: στρατιωτικοποίηση των συνόρων και το “καραβάνι των μεταναστών”, https://inmediasres.espivblogs.net/caravan.

140 Vox Day [Theodore Beale], “Trumpslide!” Vox Popoli, 9 Νοεμβρίου 2016. http://voxday.blogspot.com/2016/11/one-last-chance-america.html· James Dunphy, “It’s Time to Turn Up the Heat”, Counter-Currents Publishing, Νοέμβριος 2016. http://www.counter-currents.com/2016/11/its-time-to-turn-up-the-heat.

141 Richard B. Spencer, “We the Vanguard Now.” Radix, 9 Νοεμβρίου 2016. http://www.radixjournal.com/blog/2016/11/9/we-the-vanguard-now.

142 Matt Parrott, “Trump Apocalypse Now.” Traditionalist Youth Network, Νοέμβριος 2016. http://www.tradyouth.org/2016/11/trump-apocalypse-now/#more-53331.

143 Antifascist Front, “Let’s Watch as the Alt Right Implodes.” Anti-Fascist News, 4 Δεκεμβρίου 2016. https://antifascistnews.net/2016/12/04/lets-watch-as-the-alt-right-implodes.

144 Rory Carroll, “‘Alt-right’ groups will ‘revolt’ if Trump shuns white supremacy, leaders say”. The Guardian, 27 Δεκεμβρίου 2016. https://www.theguardian.com/world/2016/dec/27/alt-right-donald-trump-white-supremacy-backlash.

CTRL-ALT-DELETE: Οι απαρχές και η ιδεολογία της εναλλακτικής δεξιάς (σύνοψη)

του Matthew N. Lyons1

Αυτή η αναφορά είναι απόσπασμα από το αναμενόμενο βιβλίο του Matthew N. Lyons Insurgent Supremacists: The U.S. Far Right’s Challenge to State and Empire, που πρόκειται να εκδοθεί από τις εκδόσεις PM Press and Kersplebedeb Publishing. Παρουσιάζεται επίσης στο Ctrl-Alt-Delete: An Antifascist Report on the Alternative Right, που είναι τώρα διαθέσιμο για παραγγελία.

 

το κείμενο σε pdf

Περίληψη των κυριότερων σημείων

Η Alt Right, σύντμηση για τον όρο “Εναλλακτική Δεξιά”, είναι ένα χαλαρό οργανωτικά κίνημα που δίνει έμφαση στον διαδικτυακό ακτιβισμό, είναι εχθρική τόσο προς τον πολυπολιτισμικό φιλελευθερισμό όσο και τον κυρίαρχο συντηρητισμό, και είχε μια συμβιωτική σχέση με την προεδρική προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ. Η εναλλακτική δεξιά φέρνει μαζί διαφορετικά ρεύματα του λευκού εθνικισμού, συμπεριλαμβανομένων του “επιστημονικού” ρατσισμού, τμημάτων του νεοναζιστικού κινήματος και θιασώτες της ιδεολογίας της Ευρωπαϊκής Νέας Δεξιάς (ΕΝΔ). Η εναλλακτική δεξιά περικλείει επίσης δεξιές ιδεολογίες που δεν επικεντρώνονται στη φυλή, κυρίως προσπάθειες καταστροφής του φεμινισμού και της επαναενίσχυσης της αντρικής κυριαρχίας πάνω στις γυναίκες, καθώς και άλλα ελιτίστικα και εξουσιαστικά ρεύματα. Η εναλλακτική δεξιά έχει μικρή τυπική οργάνωση αλλά χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τις δικτυακές τακτικές.

Αυτή η αναφορά προσφέρει μια επισκόπηση της ιστορίας, της ιδεολογίας της εναλλακτικής δεξιάς και της σχέσης της με την εκστρατεία του Τραμπ και την προεδρική διακυβέρνηση.

Μέρος 1 – Απαρχές και εξέλιξη

Κύριοι πρόδρομοι της εναλλακτικής δεξιάς περιλαμβάνουν τον παλαιοσυντηρητισμό, ένα αντι-παρεμβατικό [anti-interventionist], αντιμεταναστευτικό και ενάντια στο ελεύθερο εμπόριο παρακλάδι του αμερικάνικου συντηρητισμού που αναδύθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1980· και την Ευρωπαϊκή Νέα Δεξιά (ΕΝΔ), ένα σχέδιο που ξεκίνησε στη Γαλλία στα τέλη της δεκαετίας του 1960 για να επανεπεξεργαστεί τη φασιστική ιδεολογία ιδιοποιούμενο στοιχεία της φιλελεύθερης και αριστερίστικης σκέψης για να αποκρύψει τον αντι-εξισωτισμό του.

Ο όρος “εναλλακτική δεξιά” εισήχθη από τον Richard Spencer το 2008 και αρχικά ήταν ένας εμπεριεκτικός όρος που περιελάμβανε παλαιοσυντηρητικούς, φιλελεύθερους, λευκούς εθνικιστές και άλλους δεξιούς που διαφωνούσαν με το συντηρητικό κατεστημένο. Το AlternativeRight.com, ένα διαδικτυακό περιοδικό που ίδρυσε και εξέδιδε ο Spencer από το 2010 μέχρι το 2012, έγινε ένα δημοφιλές “κουλτουριάρικο” φόρουμ για ένα φάσμα διαφωνούντων δεξιών απόψεων, συμπεριλαμβανομένων του “επιστημονικού” ρατσισμού, της ΕΝΔ, του εθνο-αναρχισμού, του [δεξιού] ελευθεριασμού, του αντρικού φυλετισμού/tribalism και του μαύρου συντηρητισμού. Σταδιακά, ο όρος εναλλακτική δεξιά ή Alt Right συνδέθηκε πιο στενά με τον λευκό εθνικισμό και τον στόχο της δημιουργίας ενός λευκού εθνο-κράτους [ethnostate], καθώς ένας αριθμός από άλλες εκδoχές του λευκού εθνικισμού συνδέθηκαν με την εναλλακτική δεξιά και καθώς ο Spencer εστίασε περισσότερο στον λευκό εθνικισμό αφότου έγινε επικεφαλής του Ινστιτούτου Εθνικής πολιτικής2 [National Policy Institute] το 2011.

Αρχίζοντας από το 2015, η εναλλακτική δεξιά ξεπέρασε έναν μικρό κύκλο διανοουμένων καθώς ένα πολύ ευρύτερο σύνολο διαδικτυακών ακτιβιστών ενστερνίστηκαν τον όρο. Πολλοί από αυτούς τους καινούριους υποστηρικτές της εναλλακτικής δεξιάς είχαν σαν βάση ιστότοπους συζητήσεων όπως οι Reddit, 4chan και 8chan. Μερικοί από αυτούς, όπως ο Andrew Anglin του The Daily Stormer, εισήγαγαν νεοναζιστικής βάσης πολιτικές στο κίνημα.

Μέρος 2 – Κύρια ιδεολογικά ρεύματα

Μερικοί οπαδοί της εναλλακτικής δεξιάς έχουν χρησιμοποιήσει μετριοπαθείς διανοητικούς τόνους, δανειζόμενοι από την ευφημηστική γλώσσα της ΕΝΔ σχετικά με τον σεβασμό της “διαφοράς” και την προστασία της “βιοπολιτισμικής ποικιλομορφίας”. Αλλά αρκετοί άλλοι χρησιμοποίησαν καθαρό φανατισμό και σουπρεματιστικό λόγο σε μια προσπάθεια να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο εμπρηστικοί. Αυτή η στυλιστική διαφορά είναι περισσότερο καταμερισμός εργασίας παρά σύγκρουση φραξιών.

Οι περισσότεροι οπαδοί της εναλλακτικής δεξιάς θεωρούν τους Εβραίους ως επικίνδυνους ξένους που φέρουν μεγάλη ευθύνη για την παρακμή του ευρωπαϊκού πολιτισμού, αλλά διαφωνούν σχετικά με το αν πρέπει να συνεργάζονται ή όχι μαζί τους. Οι νεοναζιστικού προσανατολισμού οπαδοί της εναλλακτική δεξιά απορρίπτουν οποιαδήποτε συσχέτιση με τους Εβραίους και τους θεωρούν ως την ενσάρκωση του απόλυτου κακού. Άλλοι, όμως, υποστηρίζουν μια τακτική συμμαχία με τους δεξιούς Εβραίους ενάντια στους Μουσουλμάνους και τους έγχρωμους μετανάστες, και πιστεύουν ότι η μετανάστευση στο Ισραήλ θα βοηθήσει στο να αποτραπούν οι Εβραίοι από την υπονόμευση των δυτικών κοινωνιών. Μερικοί, δε, έχουν καλωσορίσει αντίστοιχα σκεπτόμενους Εβραίους σε εκδηλώσεις και εκδόσεις του κινήματος.

Η εναλλακτική δεξιά έχει όλο και περισσότερο ασπαστεί μια έντονα μισογυνίστικη ιδεολογία, που ισχυρίζεται ότι έχουν ανάγκη και θέλουν να εξουσιάζονται από τους άντρες και ότι θα έπρεπε να απογυμνωθούν από οποιονδήποτε πολιτικό ρόλο. Αυτό αντανακλά σε μεγάλο βαθμό την επιρροή της ανδρόσφαιρας, μιας διαδικτυακής αντιφεμινιστικής υπο-κουλτούρας από άντρες που ισχυρίζονται ψευδώς ότι οι άντρες στην αμερικάνικη κοινωνία καταπιέζονται από τον φεμινισμό ή τις γυναίκες γενικά. Αν και έχει υπάρξει μια ένταση μεταξύ αυτών των δύο κινημάτων σχετικά με τη φυλετική πολιτική, πολλοί οπαδοί της ανδρόσφαιρας έχουν επίσης ενεργή δράση στην εναλλακτική δεξιά και οι διαδικτυακές εκστρατείες παρενόχλησης της ανδρόσφαιρας ενάντια στις γυναίκες έχουν επηρεάσει έντονα τον ακτιβισμό της ίδιας της εναλλακτικής δεξιάς. Η εναλλακτική δεξιά έχει επίσης επηρεαστεί και από τον “αντρικό φυλετισμό” του Jack Donovan, ενός επί πολλά χρόνια ομιλητή και συγγραφέα της εναλλακτικής δεξιάς ο οποίος υποστηρίζει μια κοινωνική και πολιτική τάξη βασισμένη σε μικρές, κλειστές, πολύ δεμένες “συμμορίες” αντρών πολεμιστών.

Αρκετοί οπαδοί της εναλλακτικής (ακρο)δεξιάς θεωρούν την ομοφυλοφιλία, σε οποιαδήποτε μορφή, ανήθικη και ως μια απειλή στην επιβίωση της φυλής αλλά έχει υπάρξει και μια τάση καλωσορίσματος μερικών ομοφυλόφιλων αντρών πως ο Jack Donovan) ενώ εξακολουθούν ταυτόχρονα να ευτελίζουν την γκέι κουλτούρα. Οι οπαδοί της εναλλακτικής (ακρο)δεξιάς υποστηρίζουν τις ελιτίστικες και αντιδημοκρατικές απόψεις του κλασσικού φασισμού για τη διακυβέρνηση αλλά ο στόχος τους να διασπάσουν τις ΗΠΑ σε εθνοτικά διαχωρισμένες πολιτείες είναι εγγενώς αποκεντρωτική. Αυτό το μίγμα αυταρχισμού και αποκεντρωτισμού, που έχει τις ρίζες του στην ΕΝΔ και τον παλαιοσυντηρητισμό, έχει ενισχυθεί από άλλα δύο πολιτικά ρεύματα που επικαλύπτονται με την εναλλακτική δεξιά: (α) τους δεξιούς αναρχικούς (συμπεριλαμβανομένων των εθνο-αναρχικών και του ιστότοπου Attack the System του Keith Preston), ο οποίος θέλει να “αποξηλώσει” το συγκεντρωτικό κράτος αλλά υποστηρίζει μη-κρατικά συστήματα ιεραρχίας και καταπίεσης· και (β) το νεοαντιδραστικό κίνημα (γνωστό επίσης και ως Σκοτεινός Διαφωτισμός, Dark Enlightenment3), ένα παρακλάδι του ελευθεριασμού που απορρίπτει τη λαϊκή κυριαρχία και υποστηρίζει μικρής κλίμακας εξουσιαστικούς θύλακες όπως εγκαταστάσεις μόνιμης διαμονής στη θάλασσα εκτός της δικαιοδοσίας οποιουδήποτε κράτους4.

Μέρος 3 – Σχέσεις με τον Ντόναλντ Τραμπ

Μεταξύ των οπαδών της εναλλακτικής (ακρο)δεξιάς υπάρχει εδώ και καιρό αντιπαράθεση σχετικά με το κατά πόσο να εργαστούν εντός των πολιτικών καναλιών που υπάρχουν ή να τα απορρίψουν συνολικά. Αρκετοί, δανειζόμενοι από την ΕΝΔ, έχουν εστιάσει σε μια “μεταπολιτική” στρατηγική επιδιώκοντας να μετασχηματίσουν την ευρύτερη πολιτική κουλτούρα και συνεπώς να θέσουν τα θεμέλια για μια δομική αλλαγή.

Η πλειοψηφία των οπαδών της εναλλακτικής (ακρο)δεξιάς υποστήριξαν την υποψηφιότητα του Ντόναλντ Τραμπ για την προεδρία, αν και αναγνώριζαν ότι ο Τραμπ δεν είναι ένας από αυτούς και ότι δεν πρόκειται να φέρει τις αλλαγές που θέλουν. Πίστευαν, μάλλον, ότι η καμπάνια του Τραμπ θα αποδυνάμωνε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και θα μετατόπιζε την πολιτική συζήτηση με τρόπους που αυτοί θα μπορούσαν να χρησιμοποίησουν για να προωθήσουν τη δική τους ιδεολογία. Μια μειοψηφία στάθηκαν αντίθετοι στον Τραμπ γιατί πίστευαν ότι ήταν πιστός στο Ισραήλ, ότι προωθούσε την απατηλή πίστη στο πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ ή ότι θα ενσωμάτωνε και θα έστρεφε το κίνημά τους στην υποστήριξη των κατεστημένων ελίτ.

Οι οπαδοί της εναλλακτικής (ακρο)δεξιάς βοήθησαν την εκστρατεία του Τραμπ μέσω του διαδικτυακού ακτιβισμού, που περιελάμβανε τη χρήση δικτυακών μιμιδίων [memes] όπως τα #Cuckservative και #DraftOurDaughters για να πλήξουν την αξιοπιστία των αντιπάλων του καθώς και την συντονισμένη διαδικτυακή παρενόχληση που συχνά περιελάμβανε “πλημμύρα” από υβριστικά μηνύματα και εικόνες, απειλές βιασμού ή δολοφονίας και doxxing5 (τη δημοσιοποίηση προσωπικών πληροφοριών) με στόχο συγκεκριμένους αντιπάλους του Τραμπ και μέλη των οικογενειών τους. Σε αντάλλαγμα, η εκστρατεία του Τραμπ έδωσε στην εναλλακτική δεξιά μεγαλύτερη ορατότητα, επιρροή και αίσθηση σκοπού.

Καθώς η εναλλακτική δεξιά μεγάλωνε και προσέλκυε την προσοχή, μερικοί συντηρητικοί – που έγιναν γνωστοί ως Alt Lite” – ανέλαβαν τον ρόλο των απολογητών ή υποστηρικτών της, βοηθώντας στη διάδοση πολλών από τα μηνύματά της χωρίς να ασπάζονται πλήρως την ιδεολογία της ή τους εθνοκρατικούς στόχους της. Στο μυαλό της κοινής γνώμης, εξέχουσες μορφές της Alt-Lite όπως ο Milo Yiannopoulos και ο Steve Bannon του Breitbart News Network έχουν συχνά ταυτιστεί με την ίδια την εναλλακτική δεξιά. Η εναλλακτική δεξιά έχει στηριχτεί στη βοήθεια τέτοιων μορφών για να φέρουν τις ιδέες της στο πλατύ κοινό, αλλά πολλοί οπαδοί της τους θεωρούν αναξιόπιστους τυχοδιώκτες.

Συμπέρασμαη “εναλλακτική” Δεξιά και η προεδρία Τραμπ

Πολλοί οπαδοί της εναλλακτικής (ακρο)δεξιάς βλέπουν τους εαυτούς τους ως την πολιτική πρωτοπορεία του συνασπισμού του Τραμπ, παίρνοντας σκληροπυρηνικές θέσεις που τραβάνε τον Τραμπ ακόμα πιο δεξιά ενώ ταυτόχρονα του προσφέρουν τη δυνατότητα να μοιάζει σε σύγκριση μετριοπαθής. Όμως, το ερώτημα πώς να παίξουν αυτόν τον ρόλο πρωτοπορείας έχει οξύνει εντάσεις τόσο εντός της εναλλακτικής (ακρο)δεξιάς όσο και ανάμεσα σ’ αυτήν και τους συμπαθούντες της.

Επειδή ο Τραμπ έχει κυρίως επιλέξει σκληροπυρηνικά πρόσωπα από το κατεστημένο για την κυβέρνησή του, οι οπαδοί της εναλλακτικής δεξιάς θα μπορούσαν εύκολα να βρεθούν σπρωγμένοι σε έναν ρόλο αντιπολίτευσης. Παρ’ όλα αυτά, θα μπορούσαν να συνεχίσουν να ασκούν σημαντική πίεση στην κυβέρνηση του Τραμπ, επειδή γνωρίζουν πώς να μιλάνε αποτελεσματικά σε μεγάλο τμήμα της λαϊκής βάσης. Βρίσκονται σε μια ισχυρή θέση από ώστε να συνεχίσουν να επηρεάζουν την πολιτική κουλτούρα.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://www.politicalresearch.org/2017/01/20/ctrl-alt-delete-report-on-the-alternative-right/#sthash.ODAzReRw.eSSJZDY9.dpbs. Ο Matthew N. Lyons είναι ανεξάρτητος ακαδημαϊκός και συγγραφέας που μελετά αντιδραστικά και σουπρεμιστικά κινήματα. Έχει γράψει μαζί με τον Chip Berlet το Right-Wing Populism in America: Too Close for Comfort.

2 Στμ. Για το διαβόητο αυτό Ινστιτούτο δείτε και στο κείμενο “Η κονκάρδα και η σβάστικα”, του Shuja Haider, μεταφρασμένο εδώ: https://inmediasres.espivblogs.net/safetypin.

3 Στμ. Δείτε σχετικά το εξαιρετικό άρθρο: “Το σκοτάδι στο βάθος του τούνελ: Τεχνητή νοημοσύνη και Νεοαντίδραση”, μεταφρασμένο εδώ: https://inmediasres.espivblogs.net/aineoreaction.

4 Στμ. Στο πρωτότυπο seastead, οι εγκαταστάσεις για μόνιμη διαμονή στη θάλασσα, έξω από τη δικαιοδοσία οποιασδήποτε κυβέρνησης. Ο όρος προκύπτει από τον συνδυασμό των λέξεων sea (θάλασσα) και homesteading (σπιτικό, σπίτι), οπότε μπορεί να αποδοθεί ως “σπίτι στη θάλασσα”. Προς το παρόν δεν έχει δημιουργηθεί κάποια δομή στα διεθνή ύδατα που να αναγνωρίζεται ως κυρίαρχο κράτος.

5 Στμ. Από το dox, συντομογραφία της λέξης documentsέγγραφα, είναι η πρακτική της έρευνας με βάση το διαδίκτυο και της μετάδοσης ιδιωτικών πληροφοριών ή πληροφοριών ταυτοποίησης (ιδιαίτερα ευαίσθητων προσωπικών πληροφοριών) σχετικά με ένα άτομο ή μια οργάνωση.

Ο ριζοσπαστισμός των media θεωρούμενος ως οικογενειακό γεύμα

των Carbure1

το κείμενο σε pdf

Κύκλοι της άκρας αριστεράς έχουν ενοχληθεί πρόσφατα από τις κριτικές των Branco2, Lordon3, Ruffin4 και άλλων ριζοσπαστών των ΜΜΕ, κατηγορώντας τους για έναν υποτιθέμενο ελιτισμό που ευθύνεται δήθεν για το ότι οι ιδέες μας – κομμουνιστικές και αναρχικές ως επί το πλείστον – δεν έχουν “πέραση” στον κόσμο και συζητιούνται μόνο σε περιορισμένους κύκλους. Αλλά πρέπει να ειπωθεί ξεκάθαρα: αν αυτά τα άτομα [οι Branco, Lordon, Ruffin κλπ.] φιγουράρουν στην κορυφή του πίνακα των ΜΜΕ είναι ακριβώς επειδή δεν είναι επαναστάτες. Δεν πρόκειται για το ότι, αν και όχι πολύ ριζοσπάστες, εξακολουθούν να είναι “προσβάσιμοι” και βοηθούν τον “κόσμο” να σκέφτεται, κάτι που μπορεί να φέρει αυτόν τον “κόσμο” πιο κοντά σε πιο ριζοσπαστικές ιδέες: από τη στιγμή που τα άτομα αυτά είναι παρόντα, το επαναστατικό ζήτημα έχει απορριφθεί εκ των προτέρων, το “όχι πολύ ριζοσπάστες” είναι η συνθήκη πρόσβασης στη δημόσια αντιπαράθεση.

Δεν υπάρχει κάποια συνομωσία, κάποιος περιορισμός στη διάχυση των επαναστατικών ιδεών. Πέρα από το γεγονός ότι η συγκεκριμένη πιθανότητα της επανάστασης δεν πρόκειται, προφανώς, να συζητηθεί ποτέ στην τηλεόραση, οι ριζοσπάστες των ΜΜΕ καταδεικνύουν επίσης το γεγονός ότι οι μάζες δεν θέλουν επανάσταση ή ότι δεν είναι ικανές καν να την σκεφτούν, όχι εξαιτίας έλλειψης φαντασίας, ηλιθιότητα ή δειλία αλλά επειδή η ταξική πάλη όπως υπάρχει σήμερα δεν είναι, στις περισσότερες εκδηλώσεις της, τίποτα άλλο από την υπεράσπιση διαφόρων ταξικών συμφερόντων όπως αυτά υπάρχουν στο κεφάλαιο. Με άλλα λόγια, η ταξική πάλη, στην μετά τον προγραμματισμό περίοδο στην οποία βρισκόμαστε, εκφράζεται πάντα πρώτα στη γλώσσα αυτού που θα ονομάζαμε, για να το θέσουμε απλά, ρεφορμισμό. Μπορούμε να “προσαρμόσουμε” τα λόγια όσο θέλουμε, δεν μπορούμε να βάλουμε στα μυαλά των ανθρώπων ιδέες που δεν θέλουν. Αν οι διανοούμενοι των ριζοσπαστικών ΜΜΕ ακούγονται είναι επειδή μεταφράζουν την κριτική σ’ αυτή την κοινωνία στην ίδια τη γλώσσα της κοινωνίας αυτής. Η επανάσταση δεν είναι μια ιδέα, μια επιλογή στην οποία θα έπρεπε να συρεύσουμε σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερους αριθμούς, αλλά μια υπέρβαση, μια ρήξη. Και αυτή τη στιγμή κανείς δεν είναι έτοιμος: πιο εύκολα θα εγκαταλείπαμε την χρήση της ενέργειας από ορυκτά καύσιμα παρά την διαίρεση της κοινωνίας σε τάξεις (και, το πιο πιθανόν, κανένα από τα δύο).

Οι διανοούμενοι και πολιτικοί των ριζοσπαστικών ΜΜΕ καταδεικνύουν το όριο όλων των αγώνων, το όριο είναι το φυσικό τους περιβάλλον, είναι εκεί που ζουν και ευδοκιμούν σαν μικρά καλά παράσιτα των αγώνων που δεν είναι παρά-μόνο-η-αρχή-ας-συνεχίσουμε-να-παλεύουμε ή μια αντιπαράθεση-ας-τη-συνεχίσουμε-από-την-αρχή5, όπως αρέσκονται να βουίζουν ευχάριστα. Εξάλλου λατρεύουν τους αγώνες, δεν θα ήταν τίποτα χωρίς αυτούς. Κλείνει ένα εργοστάσιο, μπίνγκο!, ο Ruffin κάνει μια ταινία γι’ αυτό. Ελπίζει ότι το κλείσιμο θα κρατήσει. Αριστεύουν στο να ξέρουν ο ένας τον άλλο και να δίνουν ο ένας στον άλλο την ικανοποίηση ότι είναι από τη σωστή πλευρά, αυτή των φτωχών και των καταπιεσμένων. Και σαν μπόνους, να και συνέχιση της εξέγερσης, η περιφρόνηση των θεσμών και η απόλαυση του πετάγματος των πετρών από το λιθόστρωτο στη σούπα του μεγάλου οικογενειακού δείπνου που είναι η κοινή γνώμη. Διαπληκτιζόμαστε αλλά στο τέλος πάντα συμφωνούμε στην ουσία: το Κράτος, η δημοκρατία, η εργασία και οι μισθοί, σε μια δίκαιη τιμή, οι όχι-και-τόσο-πλούσιοι, προφανώς η ιδιοκτησία, η οικογένεια στην μια ή την άλλη μορφή. Καφές, ένα χωνευτικό, φιλιά και τα λέμε την επόμενη Κυριακή.

Για μας οι αγώνες δεν είναι ένα άνετο και ευχάριστο περιβάλλον, ένα φόντο για να μετρήσουμε την αξία των ιδεών μας, για μας οι αγώνες είναι το πρόβλημα. Και αν ποτέ δεν αισθανόμαστε εντελώς σαν “στο σπίτι μας” σ’ αυτούς, ακόμα και όταν συμμετέχουμε, είναι επειδή σ’ αυτή την κοινωνία δεν υπάρχει τόπος για τον κομμουνισμό. Τα ερωτήματα που θέτουμε για τους αγώνες όπως αυτοί είναι, τα θέτουμε από μια σκοπιά προχωρήματος και ρήξης, από τη σκοπιά αυτού που ραγίζει, την σκοπιά της έντασης και των δακρύων, η οποία ποτέ δεν είναι άνετη. Τα θέτουμε, όμως, κι από τη σκοπιά της κατάστασης ως έχει, και των σχέσεων όπως είναι, με άλλα λόγια μιας κατάστασης και σχέσεων που είναι σκατά. Γιατί σε κάθε αγώνα ξέρουμε πώς να “εξηγηθούμε” με τον καπιταλισμό. Για να το πούμε με έναν τρόπο πομπώδη, ο εχθρός είναι μέσα μας, μας αναπαράγει στον ίδιο βαθμό που τον αναπαράγουμε εμείς. Η κριτική που ασκούμε δεν χτίζει ενιαία μέτωπα, αλλά αποκαλύπτει τον κατακερματισμό σε μια πολλαπλότητα μετώπων και συγκρούσεων όπως αυτές εμφανίζονται στις ταξικές κοινωνίες, ακριβώς επειδή είναι ταξικές κοινωνίες, οι οποίες διαχωρίζουν τα άτομα για να τα “ξαναμαζέψουν” σύμφωνα με τα κριτήριά τους. Τίποτα από αυτά που είναι ήδη παρόντα δεν έχει για μας αξία και έχουμε να χάσουμε τα πάντα από όσα μας ανήκουν. Δεν πακετάρουμε τα θεωρητικά μας προϊόντα στο όμορφο ασημόχαρτο του δικαιολογημένου θυμού ούτε σε ένα ρόδινο μέλλον6, για να τα φέρουμε στην αγορά των χειραφετητικών ιδεών. Αν οι ιδέες μας δεν “πουλάνε” αυτό δεν είναι ούτε εξαιτίας ελιτισμού ούτε εξαιτίας έπαρσης, αλλά απλά επειδή δεν υπάρχει αγορά ούτε αγοραστές γι’ αυτές.

Όμως, ο δημόσιος χαρακτήρας και η προσβασιμότητα σε όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο δεν είναι το κριτήριο απόλυτης και τελικής κρίσης σχετικά με μια θεωρητική παραγωγή: ας θέσουμε αξιωματικά, και με μια δόση αισιοδοξίας, ότι είναι η επάρκειά της σε σχέση με την κατάσταση και η ικανότητά της να την συλλαμβάνει, με όλες τις αντιφάσεις της, πολύ “στενά”, που αποτελεί το κριτήριο με τη μεγαλύτερη σημασία. Και ας υποθέσουμε, επίσης, ότι αυτοί που θα χρησιμοποιήσουν αυτή την παραγωγή πραγματικά, για κάτι άλλο από το να πουλήσουν βιβλία ή να βρεθούν στα τηλεοπιτικά πλατώ, θα ξέρουν πώς να βρουν την πραγματική χρησιμότητά της. Και ας μην ξεχνάμε ότι, όπως κάθε τι άλλο, οι θεωρίες πεθαίνουν με τις επαναστάσεις.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://blogs.mediapart.fr/carbure/blog/070519/du-radicalisme-mediatique-considere-comme-un-repas-de-famille.

2 Στμ. Juan Branco: Γαλλοϊσπανός δικηγόρος, ακαδημαϊκός και ερευνητής δημοσιογράφος που εργάζεται αυτή τη στιγμή στη Le Monde Diplomatique. Στενός σύμβουλος του Τζούλιαν Ασάνζ και των WikiLeaks έχει επίσης εργαστεί για το Ειδικό Ποινικό Δικαστήριο για την Κεντρική Αφρική και τον κατήγορο του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου.

3 Στμ. Frédéric Lordon, Γάλλος οικονομολόγος και φιλόσοφος, διευθυντής στο CNRS του Ευρωπαϊκού Κέντρου κοινωνιολογίας και πολιτικής επιστήμης στο Παρίσι. Είχε ιδιαίτερα σημαντική συμμετοχή και επίδραση στο κίνημα Nuit Debout του 2016.

4 Στμ. François Ruffin, Γάλλος δημοσιογράφος, κινηματογραφιστής, συγγραφές και πολιτικός. Ιδρυτής και αρχισυντάκτης του τριμηνιαίου σατυρικού περιοδικού Fakir. Είναι κυρίως γνωστός ως σκηνοθέτης του φιλμMerci patron! (2016), καθώς και για τον καθοριστικό ρόλο του στη δημιουργία του κινήματος Nuit debout. Το 2017 εξελέγη βουλευτής στην περιφέρεια της Somme με την υποστήριξη της Ανυπότακτης Γαλλίας (του Μελανσόν), των Οικολόγων-Πράσινων και του ΓΚΚ (στον πρώτο γύρο) και των Σοσιαλιστών (στον δεύτερο), προσχωρώντας στην κοινοβουλετική ομάδα της Ανυπότακτης Γαλλίας.

5 Στμ. Στο πρωτότυπο: “des luttes qui ne-sont-qu’un-début-continuons-le-combat, ou qu’un débat-continuons-le-début”.

6 Στμ. Στο πρωτότυπο: des lendemains qui chantent, γαλλικός ιδιωματισμός που σημαίνει ρόδινο αύριο/μέλλον.

Οργανώνοντας τις σκέψεις μου για τη Βενεζουέλα

της Lucia Lotta, από το Indymedia Venezuela1,2

το κείμενο σε pdf

Τι συμβαίνει στη Βενεζουέλα;

Οι Βενεζουελάνοι έχουν βγει στους δρόμους διαμαρτυρόμενοι εναντίον της κυβέρνησης Μαδούρο από τις 21 Απριλίου3. Από το 1989, οι λαϊκές γειτονιές δεν είχαν κατέβει στην πόλη από τα βουνά. Εκείνη την εποχή, η κυβέρνηση της Δημοκρατικής Δράσης [Acción Democrática] δολοφόνησε πολλούς διαδηλωτές, σε αυτό που έγινε γνωστό ως Caracazo[1].

Σήμερα, οι λαϊκές δυνάμεις, οι μόνες που μπορούν να αλλάξουν την πολιτική ισορροπία στη Βενεζουέλα, επιλέγουν να σταθούν στο πλευρό του Νικολάς Μαδούρο και των υπουργών του4.

Γιατί λαϊκές γειτονιές διαμαρτύρονται ενάντια στον ηγέτη της “Όμορφης Επανάστασης”5;

Από τον θάνατο του προέδρου Τσάβες και μετά η οικονομία της Βενεζουέλας έχει επιδεινωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Ο βασικός παράγοντας γι’ αυτό είναι η διαφθορά, ας θυμηθούμε ότι ο Ούγκο Τσάβες μεγάλωσε την κρατική γραφειοκρατία σε μη βιώσιμο επίπεδο. Όμως, πρέπει επίσης να ξεκαθαρίσουμε ότι ο Μαδούρο δεν είναι ο μοναδικός υπεύθυνος για την οικονομική αποτυχία. Ο Τσάβες εφάρμοσε το μοντέλο της λεγόμενης “χώρας σούπερ-μάρκετ” (“país supermercado”), που σήμαινε ότι προτιμούνταν η εισαγωγή βασικών ειδών όπως τα τρόφιμα και τα φάρμακα. Με την πτώση της τιμής του πετρελαίου, το λαϊκιστικό μοντέλο που επέβαλε ο Τσάβες δεν μπορούσε να υποστηριχτεί πλέον. Επιπρόσθετα, τον πρώτο χρόνο μετά τον θάνατό του οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι έφερναν τη μια καταστροφή μετά την άλλη, κλέβοντας λεφτά από την εταιρεία πετρελαίου της Βενεζουέλας (PDVSA), την Κεντρική Τράπεζα κλπ.

Με την έλλειψη δολλαρίων, ο πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας της Βενεζουέλας ανακοίνωσε τις πιο αντικοινωνικές περικοπές στην ιστορία της Βενεζουέλας. Ποτέ πριν δεν είχαν γίνει τέτοιες περικοπές στον κρατικό προϋπολογισμό. Αυτό είχε δραματικές επιπτώσεις στα φάρμακα και τα βασικά είδη φαγητού, για τις οποίες μιλούσαμε μήνες μετά τον θάνατο του Τσάβες.

Και, από το 2013 μέχρι σήμερα, η Βενεζουέλα έχει μπει σε μια δίνη συνεχούς πληθωρισμού που τώρα πλέον έχει εξελιχθεί σε υπερπληθωρισμό. Προϊόν των μέτριων οικονομικών πολιτικών του Μαδούρο και, από το 2016, της προσθήκης των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί σε αξιωματούχους της κυβέρνησης της Βενεζουέλας από διάφορες χώρες.

Ο πραγματικός λαός, οι εργάτες είδαν τους μισθούς τους να εξανεμίζονται σε μισή καρτέλα αυγά τον μήνα. Όλοι εξαρτώνται από τα κιβώτια των CLAP [Τοπικές Επιτροπές Προμηθειών και Παραγωγής, Comités Locales de Abastecimiento y Producción] και από τις λαϊκές αγορές που η κυβέρνηση ανοίγει για να αγοράσει τα όποια αγαθά ο κόσμος· αλλά αυτά δεν επαρκούν. Εκτός από την ακανόνιστη διανομή των κιβωτίων των CLAP, υπάρχει η σκιά της διαφθοράς των εταιριών που είναι υπεύθυνες γι’ αυτό. Είναι γνωστό ότι η κυβέρνηση πληρώνει για προϊόντα υψηλής ποιότητας, αλλά αυτά που μοιράζονται είναι, σε πολλές περιπτώσεις, σε κακή κατάσταση και κακής ποιότητας.

Πρόσφατα, οτιδήποτε πουλιέται ανταλλάσσεται με ένα παράλληλο δολλάριο [2], κάτι που κάνει τα προϊόντα απλησίαστα. Κάτι που έχει δημιουργήσει μαζική έξοδο από τη χώρα, φτώχεια και έχει προκαλέσει θανάτους εξαιτίας της κακής διατροφής των παιδιών και των μεγαλύτερων. Η έλλειψη φαρμάκων για χρόνιες ασθένειες όπως η αρθρίτιδα και ο καρκίνος και το υψηλό κόστος των μη συνταγογραφημένων φαρμάκων έχουν επίσης εξωθήσει ανθρώπους να εγκαταλείψουν τη χώρα.

Και πάνω απ’ όλα αυτά, υπάρχει το κράτους του φόβου που δημιουργείται από αστυνομικες επιχειρήσεις με το όνομα OHLP (Επιχειρήσεις για την Ανθρωπιστικη Απελευθέρωση του Λαού, Operativos para la Liberación Humanista del Pueblo) [3], που είναι στην πραγματικότητα επιχειρήσεις κοινωνικής εκκαθάρισης που ποινικοποιούν κόσμο στις φτωχογειτονιές των πιο σημαντικών πόλεων της χώρας. Δεν είναι μυστικό ότι στις επιχειρήσεις αυτές έρχονται για να σκοτώσουν. Έχουν επίσης ενσωματώσει και ένα ξενοφοβικό στοιχείο καθώς όταν συλλαμβάνουν Κολομβιανούς τους κατηγορούν ως παραστρατιωτικούς ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για απλούς εργάτες. Η κοινωνική βία είναι μια ένδειξη ότι η κοινωνική αποστολή του τσαβισμού δεν είχε κανέναν πραγματικό αντίχτυπο στον πληθυσμό.

Γιατί λένε ότι ο Μαδούρο δεν έχει νομιμοποίηση;

Επειδή προχώρησε στη σύγκλιση μιας Συντακτικής Συνέλευσης χωρίς προηγουμένως να διεξάγει δημοψήφισμα για να ρωτηθεί η χώρα αν θέλει την αλλαγή του Συντάγματος του 1999. Επιπλέον, συγκάλεσε αυτή την Συντακτική Συνέλευση επειδή, παρά τα εμπόδια, η Εθνοσυνέλευση πέρασε στα χέρια της αντιπολίτευσης. Αυτό είναι ενοχλητικό για την κυβέρνηση, η οποία έχει συνηθίσει να έχει τον έλεγχο όλων των δημόσιων σωμάτων της χώρας.

Αυτός είναι ο λόγος που στερείται νομιμοποίησης μαζί με τους πολλούς άλλους λόγους και τις αρκετές ενδείξεις ότι οι προεδρικές εκλογές του Μαΐου (του 2018) ήταν νοθευμένες.

Έχει συμφέροντα εδώ ο Αμερικάνικος Ιμπεριαλισμός;

Ναι, για το πετρέλαιο και τον χρυσό, το κοβάλτιο και τα αδαμαντορυχεία. Όμως, η Κίνα και η Ρωσία, όπως και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν επίσης πολλά συμφέροντα στην εκμετάλλευση των ορυχείων της χώρας μας. Αυτός είναι ο λόγος που ο Τσάβες και ο Μαδούρο δημιούργησαν το Εξορυκτικό Τόξο του Ορινόκο ARCO (ARCO minero del Orinoco) [4], παραδίνοντας τους φυσικούς πόρους σε πολυεθνικές εταιρείες του παγκόσμιου καπιταλισμού.

Από τη Βενεζουέλα δεν μπορείς να αντιπαρατεθείς με όρους ιμπεριαλισμού εναντίον αντιιμπεριαλισμού. Έχουμε ένα παγκοσμιο καπιταλισμό που χρειάζεται πρώτες ύλες. Αυτό περιλαμβάνει την Κίνα, τη Ρωσία και τις ΗΠΑ. Καμμιά από αυτές τις χώρες δεν είναι αντικαπιταλιστική. Μπορούμε να το δούμε κι έτσι: ως έναν σκληρό αγώνα για τον έλεγχο των πρώτων υλών που ακολουθεί τις γραμμές της πολιτικής της οικονομικής ανάπτυξης που καταστρέφει τον πλανήτη.

Πρέπει επίσης να θυμόμαστε ότι ο Νικολάς Μαδούρο δώρησε μισό εκατομμύριο δολλάρια στον Τραμπ κατά τους εορτασμούς της ορκομωσίας του. Ο Τσάβες ήξερε, και ο Μαδούρο ξέρει, ότι ο ρόλος της Βενεζουέλας στον παγκόσμιο καπιταλισμό είναι να παρέχει πρώτες ύλες και γι’ αυτό τον λόγο, μέχρι τώρα, κανείς δεν έχει εισβάλει στη Βενεζουέλα.

Είναι ο Guaido Πρόεδρος;

Σύμφωνα με τη νομοθεσία της Βενεζουέλας θα ήταν υπηρεσιακός πρόεδρος μέχρι τις 23 Φεβρουαρίου. Στο διάστημα αυτό θα έπρεπε να προκηρύξει ελεύθερες, αξιόπιστες και αμερόληπτες εκλογές, Εγγυώμενος μια μετάβαση. Θυμηθείτε ότι η Συντακτική Συνέλευση παρέλειψε το σημαντικό βήμα του δημοψηφίσματος, γεγονός που καθιστά την εκλογή Μαδούρο νόθα.

Τον έχει βάλει ο Τραμπ;

Ο Τραμπ υποστηρίζει τον Guaido μαζί με όλη την δεξιά πτέρυγα της ηπείρου.

Έχει λαϊκή υποστήριξη;

Ναι, περιλαμβανομένων των τομέων εκείνων που αποτελούσαν συνήθως τα θεμέλια του τσαβισμού.

Συμφωνώ εγώ μ’ αυτά;

Η Βενεζουέλα χρειάζεται να μπει σε ένα μονοπάτι κοινωνικής ανοικοδόμησης, μια ειρηνική διέξοδο κοινωνικής δικαιοσύνης και επανασυμφιλίωσης. Στη Βενεζουέλα, μετά το Caracazo, η ατιμωρησία είναι καθεστώς, ήρθε ο καιρός οι δολοφόνοι να πληρώσουν, τόσο οι χτεσινοί όσο και οι σημερινοί. Πρέπει επίσης να θυμόμαστε ότι η ψήφος είναι κι αυτή ένα εργαλείο και, στην περίπτωση της Βενεζουέλας σήμερα, είναι αναγκαίο εργαλείο γιατί μιλάμε για καταστολή και θάνατο.

Υποστηρίζω επίσης την ανάγκη να μιλήσουμε για την άμεση δημοκρατία, την οικονομική αυτοδιαχείριση, τον κοινοτισμό κλπ. Η κοινωνική ανοικοδόμηση πρέπει να γίνει μέσα από τις ιδέες του αναρχισμού.

Είμαι ενάντια σε οποιανδήποτε επέμβαση στη χώρα, κάθε λαός πρέπει να αποφασίζει τον δρόμο του. Οι Βενεζουελάνοι/ες πρέπει να αντισταθούμε στην παρέμβαση του βάρβαρου καπιταλισμού στη χώρα μας. Αυτός είναι ο λόγος που θέλουμε και το τέλος του Τόξου του Ορινόκο.

Σημειώσεις της αγγλικής μετάφρασης:

[1] Caracazo (η σφαγή του Καράκας) – είναι το όνομα που έχει δωθεί στο κύμα διαμαρτυριών, ταραχών, λεηλασιών, πυροβολισμών και αιματοκυλίσματος που άρχισαν στις 27 Φεβρουαρίου του 1989 στην πρωτεύουσα της Βενεζουέλας, Καράκας και στις γύρω πόλεις, https://en.wikipedia.org/wiki/Caracazo.

[2] Το παράλληλο δολλάριο της Βενεζουέλας σήμερα – https://paralelovenezuela.com – παράνομος ιστότοπος στη Βενεζουέλα, για το νόμισμα της Βενεζουέλας, το μπολιβάρ δείτε εδώ: https://en.wikipedia.org/wiki/Venezuelan_bol%C3%Advar.

[3] “Επιχείρηση Απελευθέρωση του Λαού” (Operación Liberación del Pueblo) στη Wikipedia: https://es.wikipedia.org/wiki/Operaci%C3%B3n_Liberaci%C3%B3n_del_Pueblo.

[4] Arco Minero del Orinoco: https://es.wikipedia.org/wiki/Arco_Minero_del_Orinoco.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://anarchistnews.org/content/organizing-some-ideas-about-venezuela. Στη μετάφραση έχουμε συμβουλευτεί και το ισπανικό πρωτότυπο.

2 Δημοσιευμένο στις 24 Ιανουαρίου 2019 (οι σημειώσεις στο τέλος είναι της αγγλικής μετάφρασης).

3 Στμ. Αναφέρεται, μάλλον, στον κύκλο ταραχών και διαδηλώσεων με αφορμή τις προεδρικές εκλογές του 2018.

4 Στμ. Στο ισπανικό πρωτότυπο: tren ministerial.

5 Στμ. Στο ισπανικό πρωτότυπο: Revolución Bonita.

Επιπλέον αναφορές:

– Βενεζουέλα: το καθεστώς Μαδούρο, μια ανύπαρκτη “επανάσταση” και τα ζωτικά ψεύδη της αντιιμπεριαλιστικής/αντινεοφιλελεύθερης αριστεράς, https://inmediasres.espivblogs.net/venezuela_regime.

– Η πολιτική κατάσταση στη Βενεζουέλα: Κρίση, τάσεις και η πρόκληση για την ανεξαρτησία της τάξης, https://inmediasres.espivblogs.net/venezuelapoliticalsituation.

Βενεζουέλα: το αδιέξοδο του “μπολιβαριανού δρόμου για τον Σοσιαλισμό”, https://inmediasres.espivblogs.net/venezouelaimpasse.

Για την νεοφιλελεύθερη και μιλιταριστική “μαδουροποίηση” του τσαβισμού, https://inmediasres.espivblogs.net/facc.