το κείμενο σε pdf
Είδαμε στο 1ο μέρος ότι στις δεκαετίες του 1980 και 1990 οι καπιταλιστές ενσωμάτωσαν στην αλυσίδα συσσώρευσής τους μάζες εργατών και εργατριών από τον Τρίτο Κόσμο. Θα δούμε τώρα πώς η παγκοσμιοποίηση δομείται με την χρέωση των φτωχών χωρών και την παρεμπόδιση της κυκλοφορίας των προλετάριων ώστε να δημιουργούνται ζώνες άθλια πληρωνόμενης εντατικής εργασίας.
Το τέλος του παλιού συμβιβασμού ανάμεσα στις τάξεις
Αυτό που συνέβαινε στις βιομηχανοποιημένες χώρες πριν την παγκοσμιοποίηση ήταν ο φορντισμός. Ο φορντισμός είναι τόσο ένα μοντέλο για την οργάνωση της παραγωγής όσο και ένας κοινωνικός συμβιβασμός. Εμφανίζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και εξαφανίζεται με την αναδιάρθρωση-παγκοσμιοποίηση που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980. Ο φορντισμός είναι η εδραίωση μιας γραμμής συναρμολόγησης που χρησιμοποιεί πολλές μηχανές μαζί με μια απο-εξειδίκευση και έναν αυξημένο καταμερισμό της εργασίας, που καθιστά εφικτή μια τεράστια παραγωγή με πολύ χαμηλό κόστος.Έτσι, πολλά προϊόντα που κατασκευάζονται από τους προλετάριους είναι τώρα προσβάσιμα σ’ αυτούς (σπίτια, αυτοκίνητα κλπ.).
Ο φορντικός συμβιβασμός (συμβιβασμός, όπως καταλαβαίνουμε, ανάμεσα στους εργάτες/εργάτριες και τους καπιταλιστές) είναι λοιπόν μια σχετική ισοδυναμία ανάμεσα σ’ αυτό που παράγεται και σ’ αυτό που κατανώνεται από το προλεταριάτο για την αναπαραγωγή της εργατικής του δύναμης3. Δεν μπορούμε να μπούμε εδώ στις λεπτομέρειες της κρίσης του φορντισμού, απλά ας θυμόμαστε ότι η κρίση της δεκαετίας του 1970 κατέστησε αυτό το μοντέλο ξεπερασμένο. Και η παγκοσμιοποίηση κατέστησε την ισοδυναμία, που αναφέραμε παραπάνω, εντελώς παρωχημένη για το κεφάλαιο.
Έτσι, μαζί με την κρίση του φορντισμού, οι καπιταλιστές μετέφεραν ένα μέρος των βιομηχανιών του κέντρου (Ευρώπη, ΗΠΑ, Ιαπωνία) προς την περιφέρεια (ιδιαίτερα την Ασία). Αλλά ο διεθνής καταμερισμός της εργασίας στην εποχή της παγκοσμιοποίησης δεν είναι σε καμμιά περίπτωση ένα φυσικό φαινόμενο: είναι καρπός μιας ασύμμετρης δόμησης ανάμεσα στις χώρες του κέντρου και της χώρες της περιφέρειας μέσω του…χρέους.
Κρατικό χρέος και χαμηλοί μισθοί
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, οι Δυτικές τράπεζες, τονωμένες από το χρήμα του πετρελαίου, αύξησαν τον δανεισμό προς τις αναπτυσσόμενες χώρες. Πολλές φτωχές χώρες δανείστηκαν για να αγοράσουν μηχανικό εξοπλισμό απαραίτητο για την εκβιομηχάνισή τους. Οι χώρες αυτές θέλουν να πετύχουν μια ισχυρή εθνική παραγωγική ικανότητα ώστε να μην εξαρτώνται πλέον από τις εισαγωγές από τις πρώην αποικιακές δυνάμεις.
Αλλά έρχεται η κρίση του δεύτερου μισού της δεκαετίας του 1970 και, ιδού, το 1982 το Μεξικό γίνεται η πρώτη χώρα που ανακοινώνει ότι δεν είναι σε θέση να αποπληρώσει τα χρέη της.
Έτσι, στις αρχές της παγκοσμιοποίησης, ένα ιδιαίτερο στοιχείο είναι οι διαπραγματεύσεις για τη διαγραφή ενός μέρους του χρέους των χωρών του Τρίτου κόσμου. Αυτό είναι ένα από τα βασικά στοιχεία της αναδιάρθρωσης της καπιταλιστικής οικονομίας.
Πώς γίνεται αυτό;
Πράξη 1: Μια ομάδα ειδικών του ΔΝΤ (δηλαδή μια ομάδα υπερφιλελεύθερων οικονομολόγων) αποβιβάζονται σε μια χώρα. Κάνουν μια έκθεση που υποδεικνύει πόσο μέρος του χρέους μπορεί να παραγραφεί και, το πιο σημαντικό, τι πρέπει να γίνει ώστε να αποκατασταθεί η τοπική οικονομία.
Πράξη 2: Αυτές οι διαπραγματεύσεις είναι ανάμεσα στο ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα και το ενδιαφερόμενο κράτος. Συμφωνούν από κοινού για τις αναγκαίες οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Αυτά είναι τα περιβόητα “Προγράμματα Δομικών Προσαρμογών”.
Πράξη 3: Οι κυβερνήσεις παίρνουν ακραία μέτρα λιτότητας σε βάρος των προλετάριων και των μικρών αγροτών. Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, ιδιαίτερα στη Λατινική Αμερική, θα χρειαστεί όλη η τεχνογνωσία των στρατιωτικών δικτατοριών στην αστυνόμευση για να καταπιεί ο λαός το “χάπι”.
Και ποιες είναι αυτές οι “δομικές προσαρμογές”;
Για να διαγραφούν τα χρέη τους, τα κράτη του Τρίτου κόσμου λεηλατούνται από το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα, που είναι πλέον σε μια θέση ισχύος ώστε να επιβάλουν τις δομικές προσαρμογές. Αυτές είναι:
-
Ιδιωτικοποίηση της οικονομίας: ιδιαίτερα με μέτρα απορρύθμισης της τιμής της εργατικής δύναμης και κατάργησης των συλλογικών συμβάσεων. Καθώς και με μειώσεις στα κοινωνικά επιδόματα.
-
Η επιβολή και γενίκευση ενός υψηλού ΦΠΑ.
-
Ευνόηση της εκβιομηχάνισης της γεωργίας μέσω της απαλλοτρίωσης των μικρών καλλιεργειών και της προαγωγής της εξαγωγής των αγροτικών προϊόντων.
-
Εγκατάλειψη όλων των προστατευτικών μέτρων.
-
Σε γενικές γραμμές, προαγωγή της εξαγωγής βασικών προϊόντων (κυρίως αγροτικών προϊόντων και ορυκτών πρώτων υλών) Η παραγωγή περιορίζεται σε έναν συγκεκριμένο αριθμό απλών προϊόντων που απαιτούν περισσότερο άμεση εργασία παρά μηχανές, σε αντίθεση με τις μεσαίες ή προχωρημένες βιομηχανίες.
-
Για τον δημόσιο τομέα: μείωση του εργατικού δυναμικού, μείωση των μισθών, μείωση του κόστους εξοπλισμού, δραστική μείωση των προϋπολογισμών των κοινωνικών πολιτικών (υγεία, παιδεία, στέγαση…). Αυτό σημαίνει ότι το ΔΝΤ προήγαγε απλά και ξεκάθαρα το κλείσιμο από τα κράτη συγκεκριμένων σχολείων και νοσοκομείων!
-
Ιδιωτικοποίηση των δημόσιων επιχειρήσεων.
Με άλλα λόγια, πρόκειται για το τέλος του σχεδίου ανάπτυξης των χωρών του Τρίτου κόσμου με βάση το μοντέλο των Δυτικών χωρών. Με άλλα λόγια, της δημιουργίας ενός συστήματος συσσώρευσης εθνικού και αυτόνομου κεφαλαίου, στο οποίο η παραγωγή θα καταναλωνόταν από τον τοπικό πληθυσμό4. Το τέλος του φορντισμού στη Δύση είναι επίσης και το τέλος του μοντέλου της εθνοκεντρικής, αυτοδύναμης ανάπτυξης για της αναπτυσσόμενες χώρες5. Υπό την πίεση του χρέους οι αναπτυσσόμενες χώρες πρέπει να εγκαταλείψουν την εκβιομηχάνιση και την ανάπτυξη μηχανικού εξοπλισμού. Η ανάπτυξη βασίζεται, τότε, στο εξαιρετικά χαμηλό κόστος της εργασίας6.
Ενώ ένας αριθμός των φτωχών χωρών είχε νικήσει πρόσφατα τον αποικιακό ζυγό και επιδίωκε να χειραφετηθεί από τον ιμπεριαλισμό μέσα από την εθνική απελευθέρωση, το χρέος πιέζει εκ νέου για την αναδιάρθρωσή του σύμφωνα με φιλελεύθερα πρότυπα.
Το χρέος υποχρεώνει τις περισσότερες χώρες να δεχτούν την απορρύθμιση των όρων πώλησης της εργατικής δύναμης εις βάρος των εργατών.
Έτσι, στον φάκελό της για “Τα εργαστήρια της εκμετάλλευσης” η Le Monde Diplomatique του Ιανουαρίου του 1997 έγραψε:
“Όταν οι χώρες του Νότου αναγκάζονται, από τους πλούσιες πιστωτές τους, να εξάγουν για να αποπληρώσουν τα χρέη τους, είναι δύσκολο να δούμε πώς θα μπορούσαν να απεμπολήσουν το μοναδικό συγκριτικό πλεονέκτημα που έχουν [δηλαδή το χαμηλό κόστος εργασίας]”7,8.
Αφού είναι το σταθερό κεφάλαιο (μηχανές, πρώτες ύλες) που ευθύνεται για το χρέος είναι, τότε, το μεταβλητό κεφάλαιο (οι μισθοί) που αναγκαστικά θα υποστεί την πίεση. Οι χώρες της περιφέρειας μπορούν να παράγουν κυρίως μέσω της απόσπασης απόλυτης υπεραξίας: αυτός που βασίζεται στο μεταβλητό κεφάλαιο αποτυγχάνει να εξοπλιστεί με σταθερό κεφάλαιο.
Αφού έχουμε δει τις συνέπειες του χρέους, ας δούμε και ένα άλλο κεντρικό μοχλό της παγκοσμιοποίησης: την απορρύθμιση της κινητικότητας9.
Το χρέος αλλά και ο νόμος εγγυώνται ότι οι μισθοί μειώνονται ακόμα περισσότερο
Όπως είδαμε πιο πριν, τα “προγράμματα δομικών προσαρμογών” επιβάλουν την ελεύθερη κίνηση του κεφαλαίου. Κεφάλαιο που προηγουμένως φορολογούνταν ή υπέκειτο σε ρυθμίσεις και περιορισμούς, τώρα, με την παγκοσμιοποίηση, κινείται ελεύθερα μεταξύ των παγκοσμίων ζωνών ελεύθερου εμπορίου. Όμως, αυτός ο φιλελευθερισμός υπάρχει μόνο για το κεφάλαιο: οι εργάτες δεν επωφελούνται από την ελεύθερη μετακίνηση αλλά, αντίθετα, βρίσκονται αντιμέτωποι με μέτρα περιορισμού της μετανάστευσης από τη δεκαετία του 197010.
Αυτή η αποσύνδεση ανάμεσα στα “υπερκινητικά κεφάλαια” και τους “εργάτες που δεν είναι ελεύθεροι να κυκλοφορούν” είναι η αιτία του ανταγωνισμού ανάμεσα στους προλετάριους11. Για να προσελκύσουν κεφάλαια, οι προλετάριοι θα πρέπει να δεχτούν ακόμα χαμηλότερους μισθούς. Αυτός ο εκβιασμός υπάρχει μόνο και μόνο επειδή υπάρχει απαγόρευση αναζήτησης ενός καλλίτερου μισθού κάπου αλλού12. Είναι αυτή η κούρσα του χαμηλότερου μισθού που ονομάζεται “κοινωνικό dumping”. Αντίθετα με ό,τι ισχυρίζονται οι Λε Πεν, Zémours και άλλοι εθνικιστές, οι περιορισμοί στη μετανάστευση και η επιτήρηση των συνόρων, μακράν του να αποτελούν μέτρα “αντιπαγκοσμιοποίησης”, συμβαδίζουν, αντίθετα, με την ελεύθερη κίνηση των κεφαλαίων και την υπερεκμετάλλευση των εργατών.
Η ελεύθερη μετακίνηση των κεφαλαίων εκφράζεται με μια άνιση δυνατότητα επενδύσεων μεταξύ των χωρών. Στις αναπτυγμένες χώρες οι εκροές του δείκτη FDI (Άμεσες Επενδύσεις στο Εξωτερικό, Investissements Directs à l’Étranger) είναι ξεκάθαρα μεγαλύτερες από τις εισροές (87,3% εκροές έναντι 58,6% εισροών) ενώ στις αναπτυσσόμενες χώρες η εθνική κατάσταση είναι η αντίστροφη (11,4% έναντι 36%)13.
Η τεχνολογική ανισομέρεια ζευγαρώνει με την χωρική ανισότητα
Η αδυναμία των χωρών της περιφέρειας να παράγουν τεχνολογία αιχμής, ή να εισάγουν αρκετή τέτοια ώστε να φτάσουν τα στάνταρ παραγωγικότητας του κέντρου, ενθαρρύνει τη διατήρηση των μισθών σε ακόμα πιο χαμηλό επίπεδο.
Σε μια παγκόσμια αγορά στην οποία υπάρχουν περισσότεροι εργάτες από εργασία, η απορρύθμιση της κινητικότητας προς όφελος του κεφαλαίου επιτρέπει στο κεφάλαιο να οργανώνει το κοινωνικό dumping σε παγκόσμιο επίπεδο. Το κεφάλαιο σταματά να εξελίσσεται σε περιορισμένες εθνικές περιοχές για να κινηθεί εκεί που η εργατική δύναμη είναι λιγότερο ακριβή. Έτσι το μερίδιο των μισθών στο παγκόσμιο εισόδημα μειώθηκε από το 65% στο 60% μεταξύ του 1990 και του 201014 παρά την αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων στον παγκόσμιο πληθυσμό (από το 33% στο 42% μεταξύ του 1992 και του 2012 σύμφωνα με τον ΔΟΕ, τον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας).
Η παγκοσμιοποίηση είναι ένα “ταρακούνημα” που αναδομεί το κεφάλαιο (συγκεντροποιώντας το), την εργασιακή διαδικασία (επανενσωματώνοντας την απόλυτη υπεραξία ως κινητήρια δύναμή της) και τον χώρο, δημιουργώντας μια ζωνοποίηση ασύμμετρων αλληλεξαρτήσεων15.
Σ’ αυτή την δυναμική της φιλελεύθερης αντεπανάστασης που είναι η παγκοσμιοποίηση, τα κράτη που βγήκαν από την αποικιοκρατία αναγκάζονται να απορρυθμίσουν τους τρόπους πώλησης της εργατικής δύναμης εναντίον του προλεταριάτου ώστε να προσελκύσουν κεφάλαια. Έτσι, οι ισχυρές ανισοτιμίες που προκύπτουν από την αποικιοκρατία διατηρούνται και εντείνονται, το προλεταριάτο στην περιφέρεια είναι παγιδευμένο σε μια μέγγενη μεταξύ χρέους, αδυναμίας να εξοπλιστεί και εμποδίων στην κυκλοφορία του. Ο διεθνής καταμερισμός της εργασίας, επικεντρωμένος στις εξαγωγές, οργανώνει, έτσι, τις χωρικές διαζεύξεις που εγγυώνται την αποσύνδεση μεταξύ των μισθών και της παραγωγικότητας.
1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://agitationautonome.com/2018/06/24/mondialisation-et-proletariat-partie-2-comment-la-dette-et-la-loi-garantissent-les-bas-salaires.
2 Άρθρο που δημοσιεύθηκε αρχικά στον ιστότοπο: https://swaggcocos.wordpress.com.
3 Αυτό που λέμε εδώ είναι πολύ απλοποιημένο και συνεπώς μόνο εν μέρει σωστό· σε όλες τις χώρες στις οποίες κυριάρχησε ο φορντισμός ένα μεγάλο μέρος του προλεταριάτου ήταν αποκλεισμένο από έναν τέτοιο συμβιβασμό. Κυρίως εργάτες, συχνά μετανάστες, που οι βιωτικές και εργασιακές συνθήκες γι’ αυτούς ήταν εξαιρετικά επισφαλείς και σημαδεμένες από την υπερεκμετάλλευση.
4 Στμ. Από τις “εθνικές ζώνες συσσώρευσης” στο παγκοσμιοποιημένο δίκτυο.
5 Στμ. Και προφανώς αυτά τα δύο συνδέονται.
6 Στμ. Για παράδειγμα, σχετικά με τη σύνδεση του τέλους του φορντισμού και του μοντέλου της “αυτοδύναμης” ανάπτυξης: το εξαιρετικά χαμηλό κόστος εργασίας στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι αναγκαία συνθήκη για να διατηρηθεί το σχετικά υψηλό κόστος της εργατικής δύναμης στις αναπτυγμένες χώρες της Δύσης μετά το τέλος του φορντικού συμβολαίου. Στη Δύση το κόστος εργασίας καθηλώνεται αλλά δεν μειώνεται δραματικά (τουλάχιστον μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης του 2007-2008) ένα μέρος δε της μη-αύξησης καλύπτεται από τον ιδιωτικό δανεισμό των νοικοκυριών. Προφανώς, λέγοντας Δύση, η περίπτωση της Ελλάδας έχει αρκετές ιδιομορφίες, θεωρούμενη συνολικά στη διάρκεια των τελευταίων 45 χρόνων της καπιταλιστιστικής αναδιάρθρωσης, που συμπίπτει με τη “Μεταπολίτευση”, η οποία είναι, από συγκεκριμένες απόψεις η ελληνική εκδοχή της αναδιάρθρωσης στην οποιία διατηρούνται ακόμα στοιχεία “αναπτυσσόμενης” χώρας. Στη Δύση μηχανισμοί μείωσης του εργατικού κόστους είναι βέβαια η διάδοση της επισφάλειας, η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης των μεταναστών κλπ.
7 Προσπερνάμε το γεγονός ότι η Le Monde Diplomatique ξεχνά πως στις χώρες της περιφέρειας υπάρχουν επίσης καπιταλιστές και ότι δεν είναι κάτω από την πίεση μερικών πιστωτών που μπαίνουν στη διαδικασία να εκμεταλλεύονται τους προλετάριους.
8 Στμ. Το σχόλιο αυτό είναι ενδεικτικό ότι τα συντρόφια του Agitations, αν και σε μερικά σημεία μοιάζει έτσι (πχ. το ζήτημα του “εξαναγκασμού” των χρεωμένων χωρών να αποδεχτούν τις δομικές προσαρμογές), δεν υιοθετούν τη λογική της “Χρεοκρατίας”, τόσο προσφιλή στην αριστερά και στην ευρύτερη λαϊκιστική θεώρηση της κρίσης, όπως ξέρουμε και από τα καθ’ ημάς (επιτροπές λογιστικού ελέγχου και τα αστέρια οικονομολόγοι του ΣΥΡΙΖΑ έχτισαν καριέρα πάνω στο ζήτημα).
9 Στμ. Πολιτικές ποινικοποίησης, ελέγχου και αποτροπής της μετανάστευσης.
10 Θυμηθείτε ότι ένα μείζον τμήμα της μετανάστευσης σε μεγάλες αποστάσεις ήταν εξαναγκαστικό τον 18ο αιώνα (σκλαβιά, αποικίες ποινικών, στρατιωτικές αποικίες). Έγινε σχεδόν ελεύθερη τον 19ο αιώνα ενώ σχεδόν ενθαρρύνθηκε τη δεκαετία του 1960. Τότε, η διηπειρωτική μετανάστευση περιορίστηκε από την κρίση της δεκαετίας του 1970 για να απαγορευτεί τελικά για ένα μεγάλο τμήμα του παγκόσμιου προλεταριάτου.
11 Στμ. Η παρατήρηση είναι εξαιρετικά κρίσιμη γιατί, όπως σχολιάζουμε και στην επόμενη υποσημείωση, η εργατίστικη αντίληψη βλέποντας στους μετανάστες προλετάριους απλά μια πηγή φτηνής εργατικής δύναμης και όχι αυτό που είναι το κρίσιμο, δηλαδή την αιτία όξυνσης του ανταγωνισμού μεταξύ των προλετάριων, αποτυγχάνει να δει την πραγματικότητα των ενδοπρολεταριακών ανταγωνισμών και διαιρέσεων που είναι καθοριστικό στοιχείο της συγκρότησης της τάξης στην φάση αυτή του αναδιαρθρωμένου καπιταλισμού. Αυτή η δυσκολία για την εργατίστικη αντίληψη συνδέεται βέβαια με την “αγιογράφηση” της εργατικής τάξης ως μιας λίγο-πολύ ομοιογενούς πραγματικότητας. Έτσι η αντίληψη αυτή δεν μπορεί να δει ότι ο ανταγωνισμός που παράγεται από τον εκβιασμό που ασκείται στο προλεταριάτο μέσα από τον έλεγχο της κινητικότητας των μεταναστών (δηλαδή αυτό που λέμε “παρανομοποίηση” των μεταναστών, που είναι η πηγή της δυνατότητας υπερεκμετάλλευσής τους) δεν “ρίχνει” απλά τα μεροκάματα, αλλά έχει ως πολύ απτές υλικές συνέπειες βαθιές διαιρέσεις εντός του προλεταριάτου, κορυφαία έκφραση των οποίων είναι η όξυνση του ρατσισμού και του εθνικισμού στις χώρες της Δύσης, που δεν αποτελούν γνωρίσματα μόνο των “μικροαστών” αλλά εκφράζονται και από μεγάλα κομμάτια της ντόπιας εργατικής τάξης, ακόμα και μεταναστών εργατών που έχουν ενσωματωθεί στον εθνικό κορμό αυτών των χωρών.
12 Στμ. Ακριβώς. Γι’ αυτό και είναι ελλιπής και προβληματική η εργατίστικη θέση που βλέπει απλά όλους τους μετανάστες ως δυνάμει φτηνή εργατική δύναμη. Τα αναπτυγμένα κράτη επιβάλουν αντιμεταναστευτικές νομοθεσίες για να πετυχαίνουν μια λεπτή συνθήκη ημιπερατότητας των συνόρων τους όσον αφορά την ελευθερία κίνησης του προλεταριάτου, δηλαδή να επιτρέπουν την αναζήτηση καλλίτερου μισθού μόνο σε όσους μετανάστες προλετάριους χρειάζεται ώστε αφενός να διατηρείται ο εκβιασμός στους ντόπιους προλετάριους αλλά και ταυτόχρονα να διατηρείται το χαμηλό κόστος της εργατικής δύναμης στην περιφέρεια. Οι μετανάστες προσπαθούν να ξεφύγουν από τις συνθήκες υπερεκμετάλλευσης στην περιφέρεια και να πάνε από τις περιοχές χαμηλότερης αξίας της εργατικής τους δύναμης σ’ αυτές υψηλότερης. Αυτή η δυναμική είναι, όμως, μια δομική αντίφαση του αναδιαρθρωμένου κεφαλαίου σε κρίση (αφού όπως είπαμε πριν πρέπει να υπάρχει μια πολύ λεπτή “ισορροπία” στις διαφορές της αξίας της εργατικής δύναμης, ώστε να μην τείνουν να εξισωθούν, τάση που, στην πραγματικότητα, δεν είναι παρά η άλλη όψη της τάσης για την εξίσωση των ποσοστών κέρδους) που συναρθρώνεται ακριβώς πάνω στην έννοια των πλεοναζόντων προλεταριακών πληθυσμών και ενός πολυεθνικού προλεταριάτου με έντονες εσωτερικές διαιρέσεις και ανταγωνισμούς. Οι αντιμεταναστευτικές πολιτικές των κρατών δεν είναι, λοιπόν, παρά η διαχείριση από την πλευρά του Κράτους, με νομικά και κυριολεκτικά όπλα, της προσπάθειας του κεφαλαίου να αντιστρέψει την τάση εξίσωσης των ποσοστών κέρδους (που είναι αναγκαστικά προς τα κάτω). Κράτος και κεφάλαιο στοχεύουν, μέσω φίλτρων διαλογής και ελέγχου της μετακίνησης των προλετάριων, στην εντατικοποίηση του ανταγωνισμού μεταξύ των προλετάριων για τις τιμές πώλησης της εργατικής τους δύναμης, διατηρώντας επαρκείς διαφορές στις τιμές αυτές, και συνεπώς στην όξυνση των αντιθέσεων και διαιρέσεων εντός του προλεταριάτου.
13 Οι αριθμοί είναι για το 2004 και προέρχονται από τη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (CNUCED, Παγκόσμια έκθεση επενδύσεων, 2005 (στα Αγγλικά).
14 Οι αριθμοί από τη μελέτη του Stockammer “Why have wage shares fallen?” (“Γιατί έχει πέσει το μερίδιο των μισθών;”) για τον ΔΟΕ.
15 Στμ. Αντί των απλουστευτικών επικλήσεων του ιμπεριαλισμού, αυτό που έχουμε είναι ένα πλέγμα, ένα δίκτυο ζωνών συσσώρευσης σε σχέση ασύμμετρης αλληλεξάρτησης.