Απελάστε τον Τραμπ // Απελάστε τον Μασκ

CrimethInc.1

το κείμενο σε pdf

Χρησιμοποιώντας την αγορά για να μας εκμεταλλεύονται και την κρατική βία για να μας ελέγχουν, ο Έλον Μασκ και ο Ντόνταλντ Τραμπ προσπαθούν να παγιώσουν την εξουσία στα χέρια μιας ελίτ δισεκατομμυριούχων. Θέλουν να εδραιώσουν μια ολοκληρωτική δυστοπία στην οποία η τεχνητή νοημοσύνη ξεπαστρεύει τα προς το ζην μας ενώ δολοφονικά ρομπότ μας κρατούν υπό έλεγχο. Στοχεύοντας ανθρώπους χωρίς χαρτιά και τρανς άτομα, ελπίζουν να διοχετεύσουν την οργή εναντίον αυτών που είναι οι πιο ευάλωτοι βγάζοντάς την έτσι καθαρή.

Δεν υπάρχει κανένα νόημα να κοιτάξει κανείς προς τους Δημοκρατικούς ή το δικαστικό σύστημα για βοήθεια. Οι Δημοκρατικοί χαρακτηρίζουν τον Τραμπ φασίστα και στη συνέχεια τον καλωσορίζουν την κυβέρνηση. Ο Τραμπ ελέγχει ήδη το ανώτατο δικαστήριο στη χώρα· οι λακέδες του κυριαρχούν στην νομοθετική εξουσία. Το μόνο πράγμα που θα μπορούσε να τους σταματήσει είναι η ευρεία αντίσταση.

Ενωθείτε με τους ανθρώπους που εμπιστεύεστε. Δημιουργήστε δίκτυα με άλλους που αισθάνονται όπως και εσείς. Εντοπίστε αδύνατα σημεία στην κυρίαρχη τάξη και ψάξτε τρόπους για να περάσετε στην αντεπίθεση.

Όταν ο Τραμπ προσπάθησε να επιβάλει την απαγόρευση για τους Μουσουλμάνους το 2017 χιλιάδες μπλόκαραν τα αεροδρόμια σε ολόκληρη τη χώρα. Όταν εκατομμύρια πλημμύρισαν τους δρόμους το 2020, ο Τραμπ έχασε. Δεν μπορούμε να διώξουμε με την ψήφο έναν μη εκλεγμένο αυταρχικό δισεκαταμμυριούχο αλλά μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τον Έλον Μασκ κόβοντας τα κέρδη του στην πηγή. Ας ξεκινήσουμε με την Tesla.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://crimethinc.com/posters/depose-trump-depose-musk.

Σχηματισμός νέων μπλοκ αντί παγκοσμιοποίησης; – Το Wildcat σχετικά με τη “γεωπολιτική”

Wildcat1

το κείμενο σε pdf

Δημοσιεύουμε μια σειρά άρθρων από το τρέχον τεύχος 113 του γερμανικού περιοδικού Wildcat – όλα σχετίζονται με την παρούσα στιγμή παγκοσμίως. Το άρθρο που ακολουθεί σχετίζεται με το γενικό ζήτημα της σύγκρουσης μπλοκ δυνάμεων, το επόμενο θα αφορά την παρακμή των ΗΠΑ ως ηγεμονικής δύναμης. Στη συνέχεια θα διαβάσουμε πώς όλα αυτά σχετίζονται με την αλλαγή στο γενικό ενεργειακό καθεστώς και τη λεγόμενη “πράσινη μετάβαση”. Αυτό ακολουθείται από ένα άρθρο για την τρέχουσα τάση για πολέμους και την σχέση κατάφασης της κυρίαρχης πολιτικής αριστεράς στον πόλεμο. Θα κλείσουμε με ένα εκτενέστερο άρθρο για την “δεξιά στροφή” στην Ευρώπη.

Προτείνουμε επίσης το δάβασμα των ακόλουθων σχετικών άρθρων, αν δεν το έχετε κάνει ήδη: “on the role of central banks”, “theses for a new anti-imperialism”, “on the capitalist wars”, “on the current moment”. Ελπίζουμε τα άρθρα αυτά να προσφέρουν κάποιο υλικό για τις καθημερινές συζητήσεις μας, οπουδήποτε και αν δουλεύουμε, οπουδήποτε και αν αγωνιζόμαστε (AngryWokers)

 

Στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, πολύς κόσμος στην αριστερά προσπάθησε να βρει έναν γενικό πολιτικό προσανατολισμό σε σχέση με τον αντιιμπεριαλισμό. Μετά τη Ρωσία του 1917 και την Κίνα του 1949, τα “απελευθερωτικά κινήματα στον Τρίτο Κόσμο”, για παράδειγμα στη Νότια Αφρική, έμοιαζαν να δημιουργούν μια “κόκκινη ζώνη” στην υφήλιο και να περικυκλώνουν την καπιταλιστική Δύση. Αυτές οι ελπίδες διαλύθηκαν το αργότερο μεταξύ 1989 (κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης) και 1994 (ανάληψη της εξουσίας στην Νότια Αφρική από το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο, ANC). Ακόμα και σήμερα, τμήματα της αριστεράς εξακολουθούν να ελπίζουν ότι θα εντοπίσουν τις δυνάμεις που αλλάζουν την κοινωνική ισορροπία ισχύος σε έναν παγκόσμιο χάρτη. Η “γεωπολιτική”, η συζήτηση σχετικά με τους ηγεμόνες σε πτώση ή άνοδο, έχει αντικαταστήσει την προοπτική των παγκόσμιων ταξικών σχέσεων. Αυτό καθορίζεται από έναν “γεω-ντετερμινισμό” από τη μια πλευρά, και μια εστίαση στον πόλεμο, από την άλλη. Ένας ομιλητής στο Ινστιτούτο Kennan έγραψε κάποτε ότι η γεωπολιτική οπτική του κόσμου είναι η οπτική από το παράθυρο ενός βομβαρδιστικού2.

Ο πυρήνας της “παγκοσμιοποίησης” ήταν η πρόσβαση στην εργασία σε παγκόσμιο επίπεδο. Η παρακμή των ΗΠΑ μπορεί, σε τελική ανάλυση, να ανιχνευτεί πίσω στην κρίση της βιομηχανίας της. Οι ΗΠΑ υπερασπίζονται τον εαυτό τους απέναντι σε αυτό με προστατευτισμό και τη δημιουργία μπλοκ. Ως ηγέτιδα δύναμη του Δυτικού μπλοκ, όμως, κινδυνεύουν να καταπέσουν επειδή δεν μπορούν πλέον να συνδυάσουν ή να συμφιλιώσουν την “εξωτερική πολιτική” (τις αντιδράσεις στις παγκόσμιες αναταραχές) και την “εσωτερική πολιτική”. Όταν ο Τραμπ λέει δημόσια ότι δεν θα αναγνωρίσει το αποτέλεσμα των εκλογών του Νοεμβρίου, τότε η Δύση δύσκολα μπορεί να προσποιηθεί ότι πρσφέρει τη δημοκρατία στον υπόλοιπο κόσμο.

Στη διένεξη ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα, η ΕΕ κινδυνεύει να συνθλιβεί. Η αντίθετη θέση, όμως, δεν είναι η “κρατική κυριαρχία” και ο εθνικισμός, αλλά η παγκόσμια ταξική πάλη. Το γεωπολιτικό παιχνίδι εξουσίας δεν προσφέρει οποιαδήποτε προοπτική απελευθέρωσης. Να στηριχτεί κανείς στην “πολυπολική παγκόσμια τάξη” θα ήταν εξίσου λάθος με το να στηριχτεί στη Σοβιετική Ένωση, τον Μάο ή τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα της δεκαετίας του 1970.

Τα πράγματα πάνε πίσω στον Μάιο

Στις 7 Μαΐου του 1999, αμερικανικά βομβαρδιστικά έριξαν πέντε βόμβες των 2 τόνων η καθεμία στην κινεζική πρεσβεία στο Βελιγράδι. Τρεις Κινέζοι δημοσιογράφοι σκοτώθηκαν και 20 ακόμα άτομα τραυματίστηκαν. Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ δεν καταδίκασε την επίθεση· η Κίνα απείχε από την ψηφοφορία.

Το 2010, ο κινέζος πρωθυπουργός Wen Jiabao άσκησε κριτική στο δυτικό οικονομικό μοντέλο στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός, λέγοντας ότι είναι “απείθαρχο, μη βιώσιμο και λάθος”. Το 2020, το συνολικό ΑΕΠ των χωρών των BRICS (τα αρχικά των χωρών Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική στα Αγγλικά) έφτασε αυτό των G7 (ΗΠΑ, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Καναδάς και Ηνωμένο Βασίλειο), μετρούμενο σε αγοραστική δύναμη. Μετά την προσχώρηση στους BRICS της Αιγύπτου, της Αιθιοπίας, του Ιράν και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, στις αρχές του 2024, πάνω από το 45% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει τώρα σε ένα από τα 9 κράτη των BRICS (στα κράτη των G7 ζει περίπου το 11%). Ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν τα συμφέροντα του Παγκόσμιου Νότου.

Στις 7 Μαΐου του 2024, στην 25η επέτειο του βομβαρδισμού της κινεζικής πρεσβείας, ο κινέζος πρόεδρος Xi Jinping επισκέφτηκε το Βελιγράδι για να διασφαλίσει οτι “αυτή η επαίσχυντη πράξη δεν θα ξεχαστεί”. Η Κίνα είναι αυτή τη στιγμή ο δεύτερος πιο σημαντικός εμπορικός εταίρος της Σερβίας. Όπως και η Ουγγαρία, η Σερβία είναι μέρος της Πρωτοβουλίας “Μιας Ζώνης και ενός Δρόμου” (BRI, Belt and Road Initiative, γνωστής και ως “Νέος Δρόμος του Μεταξιού”).

Στα μέσα του Μαΐου του 2024, ο Μπάιντεν ανακοίνωσε μια δραστική αύξηση στους δασμούς εισαγωγής φωτοβολταϊκών πάνελ και άλλων “πράσινων προϊόντων” από την Κίνα, πχ. 100% δασμούς στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Παρ’ όλα αυτά, οι δασμοί δεν επηρεάζουν παρά μόνο το 7% του εμπορίου ΗΠΑ-Κίνας3 – και θα τεθούν σε ισχύ, για παράδειγμα, μόλις το 2026 για τον γραφίτη, όπου η κυριαρχία της Κίνας είναι ιδιαίτερα ισχυρή.

Στις 20 Μαΐου του 2024, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (International Criminal Court, ICC) ζήτησε ένα ένταλμα σύλληψης για τον Νετανιάχου και τον υπουργό Άμυνας του Ισραήλ Gallant καθώς και για τους ηγέτες της Χαμάς. Ποτέ πριν δεν είχε αιτηθεί το ΔΠΔ ένα ένταλμα σύλληψης κατά ενός αρχηγού κράτους μιας “δυτικής δημοκρατίας”! Ένας Αμερικάνος γερουσιαστής σχολίασε οργισμένα: “αν το κάνουν αυτό στο Ισραήλ, εμείς θα είμαστε οι επόμενοι!”.

Στις 22 Μαΐου, η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Νορβηγία διακήρυξαν ότι θα αναγνώριζαν ένα Παλαιστινιακό κράτος.

Στις 24 Μαΐου του 2024, το Διεθνές Δικαστήριο (International Court of Justice, ICJ, γνωστό και ως Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης) διέταξε τον άμεσο τερματισμό της χερσαίας επίθεσης του Ισραήλ στην περιοχή της Ράφα· το Ισραήλ πρέπει να επιτρέψει σε ανεξάρτητες επιτροπές έρευνας την πρόσβαση στη Λωρίδα της Γάζας με σκοπό την διερεύνηση των ισχυρισμών για γενοκτονία. “Η εποχή της ατιμωρησίας για αυτούς που παίρνουν τις αποφάσεις στο Ισραήλ έχει περάσει”, σχολίασε η ισραηλινή οργάνωση για τα ανθρώπινα δικαιώματα B’Tselem – έστω και αν οι αποφάσεις απέχουν πολύ από το να εφαρμοστούν.

Στις 19 Ιουλίου, το Διεθνές Δικαστήριο αποφάσισε ότι η “de facto προσάρτηση” της Δυτικής Όχθης και της Ανατολικής Ιερουσαλήμ από το Ισραήλ είναι παράνομη υπό το το διεθνές δίκαιο· το Ισραήλ θα πρέπει να σταματήσει οποιεσδήποτε δραστηριότητες εποικισμού και να απαμακρύνει τους 700.000 εποίκους από τις περιοχές. Το ειδικό καθεστώς στις περιοχές αυτές είναι ανάλογο ενός καθεστώτος απαρτχάιντ, και η διεθνής κοινότητα πρέπει να κάνει οτιδήποτε μπορεί για τον τερματισμό του. Συμφωνα με την καθημερινή γερμανική εφημερίδα FAZ της 21ης Ιουλίου του 2024, οι ισραηλινές αντιδράσεις ισχυρίζονταν στην πλειοψηφία τους ότι το ΔΠΔ είναι “αντισημιτικό”, “προάγει την τρομοκρατία”, “έχει υφαρπαγεί από Ισλαμιστές”, υποστήριζαν μια ειδική θέση των Εβραίων μεταξύ των λαών και πρότειναν ότι η κατάλληλη απάντηση ήταν η άμεση προσάρτηση των περιοχών αυτών.

Επίσης, στις 19 Ιουλίου, ένα drone που ανήκε στους Χούτις, εξερράγη στο Τελ Αβίβ. Αυτή είναι μια απόλυτη πρωτιά, ένα drone πέταξε μια απόσταση σχεδόν 2000 χιλιομέτρων.

Η διεστραμμένη γοητεία της γεωπολιτικής”

Στις σελίδες που ακολουθούν θέλουμε να αναλύσουμε αυτή τη δυναμική – ή μάλλον, αυτή την κτηνώδη δύναμη των παγκόσμιων πολιτικών εξελίξεων – σε “γεωπολιτικούς” όρους. Για να το κάνουμε αυτό, χρειάζεται να δούμε σύντομα τι είναι πραγματικά η γεωπολιτική. Οι πρόδρομοι και πρωτοπόροι της είναι ο Αμερικανός Ναύαρχος Alfred Thayer Mahan και ο Βρετανός γεωγράφος Halford Mackinder. Οι ίδιοι δεν είχαν χρησιμοποιήσει ακόμα τον όρο “γεωπολιτική”. Ο στρατιωτικός στρατηγιστής Mahan ήταν πεπεισμένος ότι οι ναυτικές δυνάμεις κυβερνούσαν τον κόσμο. Η δουλειά του στα τέλη του 19ου αιώνα ενθάρρυνε τις ΗΠΑ να χτίσουν έναν ποντοπόρο στόλο ανταγωνιστικό της Βρετανικής ναυτικής δύναμης στις περιοχές της Καραϊβικής και του Ειρηνικού Ωκεανού. Ζήτησε τη δημιουργία ναυτικών βάσεων στην Κούβα, το Πουέρτο Ρϊκο, τη Χαβάι, τις Σαμόα και τις Φιλιππίνες – και οι Αμερικάνοι πολιτικοί ακολούθησαν τις προτάσεις του.

Η αντίθετη θέση του Mackinder ήταν ότι, αρχικά, μετά τον Χριστόφορο Κολόμβο, είχαν κυριαρχήσει στον κόσμο οι δυνάμεις που βασίζονταν στη θάλασσα. Όμως, χάρις στην ατμομηχανή, και γενικότερα τους κινητήρες και τα δίκτυα δρόμων και σιδηροδρόμων, που προέκυψαν στον απόηχό τους, αυτές που κυριαρχούν τώρα είναι οι δυνάμεις που βασίζονται στην ξηρά. Η βρετανική ισχύς στη θάλασσα έφτανε στο τέλος της. Ο Mackinder είχε μια υλιστική ανάλυση: τον απασχολούσε η “παραγωγικότητα” και το “ανθρώπινο δυναμικό” (ισχυρίζεται μάλιστα ότι είναι αυτός που εφηύρε τον όρο)4. Το συμπέρασμά του ήταν ότι “όποιος κυβερνά την Ανατολική Ευρώπη θα κυβερνά την Ενδοχώρα5, όποιος κυβερνά την Ενδοχώρα θα κυβερνά το Παγκόσμιο Νησί [την Αφρική και την Ευρασία] και όποιος κυβερνά το Παγκόσμιο Νησί θα κυβερνά τον κόσμο.

Ο Mackinder το έγραψε αυτό στο βιβλίο του “Democratic Ideals and Reality” [“Δημοκρατικά Ιδεώδη και Πραγματικότητα”], το οποίο εξέδωσε το 1919 ως ένα “ενημερωτικό φυλλάδιο” για τους Βρετανούς αντιπροσώπους στο Συνέδριο Ειρήνης των Βερσαλιών. Θα έπρεπε να αποτρέψουν έναν άξονα Βερολίνου-Μόσχας, μια Ευρασία, και για αυτόν τον σκοπό θα έπρεπε να δημιουργήσουν στις Βερσαλίες μια “ζώνη απομόνωσης”6 ανάμεσα στη Γερμανία και τη Ρωσία. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η ιδέα της Ενδοχώρας βρήκε έκφραση στην πολιτική περιορισμού από τις ΗΠΑ και στη γεωπολιτική δομή μπλοκ για το ΝΑΤΟ. “Να κρατήσουμε τους Αμερικανούς στην Ευρώπη, τους Ρώσους εκτός και τους Γερμανούς κάτω”, με αυτόν τον τρόπο συνόψισε τον σκοπό ύπαρξης του ΝΑΤΟ ο πρώτος Γενικός Γραμματέας του Λόρδος Ismay.

Ο Zbigniew Brzeziński, ο κορυφαίος γεωστρατηγιστής μετά τη δεκαετία του 1970, ήταν επίσης υποστηρικτής του Mackinder και είδε την Ευρασία ως την “σκακιέρα στην οποία θα διεξαχθεί η μάχη για την παγκόσμια κυριαρχία”. Οι ΗΠΑ θα πρέπει να αποτρέψουν μια “Ευρασιατική συμμαχία” ανάμεσα στη Γερμανία και τη Ρωσία7. Το “Δόγμα Κάρτερ” τη δεκαετία του 1980, με το οποίο η νότια πλευρά της Ευρασίας, και ιδιαίτερα ο Περσικός Κόλπος, είχε διακηρυχθεί ρητά ως “σφαίρα επιρροής” των ΗΠΑ, είχε διαμορφωθεί κυρίως από τον Μπρεζίνσκι. Ο διπλός περιορισμός της Γερμανίας μέσω της επέκτασης του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά και τον εξοπλισμό της Ουκρανίας μετά το 2014 ευθυγραμμίζεται πλήρως με τη σκέψη του (απεβίωσε το 2017).

Fast forward: από το Σχέδιο Μάρσαλ στον πόλεμο στη Σερβία

Μετά το 1945, ο μελλοντικός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ John Foster Dulles παραπονέθηκε ότι “είμαστε απελπιστικά πίσω από τους Σοβιετικούς όταν έχει να κάνει με τον έλεγχο του μυαλού και των συναισθημάτων αμόρφωτων ανθρώπων. Στρέφονται στους φτωχούς που θέλουν πάντα να καταληστέψουν τους πλούσιους”. Η αντίδραση των ΗΠΑ ήταν “να φτάσουν στα πορτοφόλια τους” (ντοκυμαντέρ του ARD). Ο Dulles υποστήριξε ετο Σχέδιο Μάρσαλ, τα δάνεια του οποίου χρησιμοποιήθηκαν στη Δύση για τη χρηματοδότηση, μεταξύ άλλων, δωρεάν σχολικών γευμάτων. Το Σχέδιο Μάρσαλ τράβηξε την επιθυμητή διαχωριστική γραμμή στην Ευρώπη. Το 1952, η τελευταία πρόταση του Στάλιν ότι η Γερμανία θα έπρεπε να παραμείνει μια ουδέτερη, αδέσμευτη χώρα απορρίφθηκε και αυτή. Ο Γερμανός καγκελάριος Αντενάουερ είπε τότε: “Πρώτα θέλουμε το ΝΑΤΟ, και μετά μπορούμε να κοιτάξουμε παραπέρα”.

Με τη δημιουργία της Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, του προδρόμου της ΕΟΚ και της ΕΕ, η πορεία καθορίστηκε το 1952. Ακόμα και πριν το πραγματικό τέλος του πολέμου, ένα καινούριο νομισματικό καθεστώς δημιουργήθηκε στο Bretton Woods το 1944, με το δολάριο των ΗΠΑ ως το “ενδιάμεσο” νόμισμα8 και τις ΗΠΑ να έχουν δικαίωμα βέτο σχετικά με τις αποφάσεις και τους βασικούς θεσμούς του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Στο πλαίσιο αυτού του νομισματικού συστήματος, η δεκαετία του 1950 είδε ένα δυτικό-παγκόσμιο οικονομικό θαύμα στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ιαπωνία, τις ίδιες τις ΗΠΑ ακόμα και την Αγγλία. Τα 15 χρόνια που ακολούθησαν ήταν εξαιρετικά, με την έννοια ότι δεν υπήρχε οικονομική κρίση και τα στάνταρ διαβίωσης στις χώρες αυτές βελτιώνονταν ραγδαία. Μια καινούρια φάση ξεκίνησε με την οικονομική κρίση στα τέλη της δεκαετίας του 1960 που τελικά κράτησε μέχρι την παγκόσμια κρίση του 2008.

Στις 15 Αυγούστου του 1971, ο Νίξον έθεσε τέλος στο νομισματικό σύστημα του Bretton Woods καταργώντας την μετατρεψιμότητα του αμερικανικού δολαρίου σε χρυσό, κίνηση που έγινε γνωστή ως το “σοκ Νίξον”9. Το αμερικανικό δολάριο δεν ήταν τώρα πια παρά ένα συνηθισμένο χαρτονόμισμα όπως το γερμανικό Μάρκο, η αγγλική Λίρα ή το γιαπωνέζικο Γιεν. Σε αντίθεση, όμως, με τις άλλες χώρες, οι ΗΠΑ μπορούσαν τώρα απλά να τυπώνουν δολάρια για να χρηματοδοτούν τον πόλεμο στο Βιετνάμ10. Οι άλλες κεντρικές τράπεζες, που είχαν συσσωρεύσει αποθέματα σε δολάρια, δεν είχαν άλλη επιλογή από το να τα χρησιμοποιήσουν για να αγοράσουν ομόλογα της αμερικανικής κυβέρνησης. Έπρεπε να αποφύγουν μια ανατίμηση του δικού τους συναλλάγματος έναντι του δολαρίου για να μπορούν να υποστηρίξουν την εξαγωγική τους οικονομία.

Ήδη το 1972, στο βιβλίο του “Υπεριμπεριαλισμός”, ο Αμερικανός οικονομολόγος Michael Hudson ονόμασε την ηγεμονία των ΗΠΑ, η οποία συνεχίστηκε παρά την φθίνουσα ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας της, ως “οικονομικό ιμπεριαλισμό”. Εξελίξεις που ακολούθησαν επιβεβαίωσαν την ανάλυσή του: το 1979, ο Paul Volcker, επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (Federal Reserve, Fed), αύξησε τα βασικά επιτόκια προσωρινά πάνω από 20%. Αυτό το “σοκ Volcker”11 πυροδότησε την κρίση χρέους στη Λατινική Αμερική. Με τις περιβόητες “δομικές προσαρμογές” τους, το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα διασφάλισαν ότι δημιουργούνταν σημαντικές εξαρτήσεις στις εισαγωγές και ότι τα κοινωνικά, υγειονομικά και εκπαιδευτικά συστήματα υπόκεινταν σε μέτρα λιτότητας. Η προσέγγισή τους με τους τρεις άξονες της ιδιοκτησίας, της ιδιωτικοποίησης των εταιρειών του δημόσιου τομέα και της απορρύθμισης των ταξικών σχέσεων αναφέρεται έκτοτε ως η “Συναίνεση της Ουάσιγκτον” [Washington Consensus].

Τα υψηλά επιτόκια κατέστησαν επίσης μη βιώσιμα τα χρέη των χωρών του Ανατολικού μπλοκ, κάτι που οδήγησε τελικά στην κατάρρευσή τους. Παρ’ όλα αυτά, ο οικονομικός ιμπεριαλισμός στόχευε επίσης και τους ίδιους του συμμάχους των ΗΠΑ. Μετά την απειλή που τους απηύθυνε ο Ρήγκαν για περιορισμούς στις εισαγωγές, η Γερμανία, η Ιαπωνία, η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία τελικά δεσμεύτηκαν το 1985 στην “Συμφωνία του Plaza” να ανατιμήσουν τα νομίσματά τους ώστε να προσφέρουν στην εξαγωγική οικονομία των ΗΠΑ ένα πλεονέκτημα. Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης οι ΗΠΑ παρέμειναν η μοναδική υπερδύναμη. Αυτή η “ιστορική στιγμή του μονοπολισμού” θεωρητικοποιήθηκε από τον Φράνσις Φουκουγιάμα ως το “τέλος της ιστορίας” και από τον Τόνι Νέγκρι, δέκα χρόνια αργότερα, ως η “Αυτοκρατορία”. Και οι δύο έκαναν λάθος.

Στην “στιγμή του μονοπολισμού”, οι ΗΠΑ παραβίασαν την αρχή της Ειρήνης της Βεστφαλίας του 1648, που είχε καθιερώσει τα ίσα δικαιώματα των κρατών και της εθνικής κυρίαρχης δικαιοδοσίας τους άσχετα από την πραγματική τους δύναμη. Τώρα, όμως, η εθνική κυριαρχία χωρών που δεν συμμορφώνονταν με τους κανόνες της “Συναίνεσης της Ουάσιγκτον” θα αιρόταν από την, υπό την καθοδήγηση των ΗΠΑ , “διεθνή κοινότητα”12. Το ΝΑΤΟ δεν όριζε πλέον τον εαυτό του ως μια “αμυντική συμμαχία”, αλλά ως μαχόμενο την διεθνή τρομοκρατία, εναντίον των αποτυχημένων κρατών13 και των μεταναστευτικών κινήσεων. Η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων και της προμήθειας ενέργειας και πρώτων υλών έγινε ο επίσημος σκοπός της συμμαχίας. Στρατιωτικές δράσεις διενεργούνταν, επίσης, χωρίς την ύπαρξη κάποιας εντολής από τον ΟΗΕ. Δεν ήταν μόνο ο “πόλεμος στον τρόμο” μετά την 11η Σεπτεμβρίου του 2011 – το ΝΑΤΟ βομβάρδισε τη Σερβία με 1000 αεροσκάφη και απέκοψε το Κόσοβο από την σερβική επικράτεια ήδη την άνοιξη του 1999.

Από το Reverse Plaza στον IRA

Το “σοκ Νίξον”, το “σοκ Volcker” και η Συμφωνία του Plaza ήταν όλες αντιδράσεις στο αυξανόμενο εμπορικό έλλειμα των ΗΠΑ και το υψηλό τους χρέος. Η συμφωνία του Plaza βύθισε την ιαπωνική οικονομία σε μια παρατεταμένη κρίση αλλά βοήθησε τη βιομηχανία των ΗΠΑ να ξανασταθεί στα πόδια της για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Με την “Αντίστροφη συμφωνία του Plaza” του 1995, το αμερικανικό δολάριο ανατιμήθηκε πολύ ισχυρά. Το 1997/98 ξεσπά η Ασιατική κρίση – και οι χώρες εκείνες που δεν προσκολλήθηκαν στις συστάσεις του ΔΝΤ ανέκαμψαν πιο γρήγορα. Και τα δυο αυτά γεγονότα σηματοδότησαν αποφασιστικά σημεία καμπής: οι ΗΠΑ δεν στηρίζονταν πλέον στις δικές τους βιομηχανικές δυνατότητες αλλά στο δολάριο και τον στρατό τους. Την ίδια στιγμή, όλο και περισσότερες ασιατικές χώρες εγκαταλείπουν την Συναίνεση της Ουάσιγκτον.

Ο Μπιλ Κλίντον (πρόεδρος των ΗΠΑ από το 1993 έως το 2001) εστίασε στην αυξανόμενη οικονομική συνεργασία με την Κίνα. Από την “ανοιχτή πολιτική” του Ντενγκ το 1978, οι αμερικανικές εταιρείες παρήγαγαν στην Κίνα είτε σε δικά τους εργοστάσια είτε σε άλλους κατασκευαστές μέσω συμβολαίων14. Οι θέσεις εργασίας στα εργοστάσια στις ΗΠΑ μειώθηκαν από τα 19,55 εκατομμύρια τον Ιούνιο του 1979 στα 11,46 εκατομμύρια στη διάρκεια της παγκόσμιας κρίση το 2008 και παρέμειναν κάτω από τα 13 εκατομμύρια έκτοτε, παρά τα προγράμματα επιδοτήσεων15. Ως αποτέλεσμα η ανεργία αυξήθηκε. Καινούριες θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν στις αποθήκες και στη μεταφορά των προϊόντων για τη διανομή των αγαθών που παράγονταν στην Άπω Ανατολή. Αυτά τα φτηνά καταναλωτικά προϊόντα έγιναν ένα βασικό συστατικό της μαζικής κατανάλωσης στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ αντισταθμίζοντας εν μέρει τις περικοπές των μισθών. Το 2001, ο Κλίντον έφερε την Κίνα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (World Trade Organisation, WTO). Οι εισαγωγές προϊόντων από την Κίνα αυξήθηκαν τώρα περισσότερο από ποτέ και οι ΗΠΑ ανέπτυξαν ένα τεράστιο εμπορικό έλλειμα. Η Κίνα επένδυσε τα πλεονάσματά της σε μεγάλο βαθμό σε κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ. Αυτή η “Κιναμερική16, ήταν αρκετά σταθερή και έφτασε ακόμα-ακόμα να αποκαλείται “Bretton Woods II”. Η σταθερότητα έγινε ένα πράγμα του παρελθόντος μετά την παγκόσμια κρίση του 2008. Η “στροφή προς την Ασία” (2012) του Ομπάμα ήταν η παλιά στρατηγική της ναυτικής ισχύος: έλεγχος πάνω στις θαλάσσιες διαδρομές. Η Κίνα απάντησε σε αυτό από το 2013 και έπειτα με την πρωτοβουλία του Δρόμου του Μεταξιού.

Η αντίδραση του Τραμπ ήταν ο οικονομικός πόλεμος. Ο Μπάιντεν τον ενίσχυσε περαιτέρω (κυρώσεις και τιμωρητικοί δασμοί) και το συνδύασε με την στρατηγική του Ομπάμα για την ναυτική παρουσία – συν το ότι η κυβέρνησή του αντέγραψε βασικά στοιχεία την βιομηχανικής πολιτικής της Κίνας:

– Νοέμβριος 2021, Νόμος για τις Επενδύσεις Υποδομής και τις θέσεις εργασίας (Infrastructure Investment and Jobs Act) – 1,2 τρις δολάρια για αυτοκινητόδρομους, ευρυζωνικό διαδίκτυο, δίκτυα ηλεκτροδότησης και σιδηροδρόμους· το μεγαλύτερο αντίστοιχο πρόγραμμα από τη δεκαετία του 1950,

– Αύγουστος 2022, Νόμος για τη Μείωση του Πληθωρισμού (Inflation Reduction Act, IRA) – 400 δις δολάρια για την μείωση του άνθρακα στην αμερικανική βιομηχανία, που στοχεύει κυρίως στην προώθηση/ενίσχυση της εξόρυξης πρώτων υλών από το εσωτερικό,

– Αύγουστος 2022, Νόμος για τα Μικροτσίπ και την Επιστήμη (Chips and Science Act) – πάνω από 52 δις δολάρια για την ανασυγκρότηση της παραγωγής ημιαγωγών.

Μετάφραση στα Αγγλικά από AngryWorkers

2 Στμ. Η ουσία της κριτικής στη “γεωπολιτική” είναι ότι είναι μια οπτική και γλώσσα των κρατών και όχι των καταπιεσμένων και του προλεταριάτου.

3 Στμ. Εδώ έχουμε μια ένδειξη της αντιφατικότητας και της λεπτότητας των ταυτόχρονων σχέσεων ανταγωνισμού και αλληλεξάρτησης μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας (και γενικά όλων των “εθνικών” καπιταλισμών) στο πλαίσιο του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου, λεπτότητα και αντιφατικότητα που κάποιες επιδερμικές αναλύσεις βαφτίζουν με ευκολία ως “εμπορικό πόλεμο” (πάντα στο πλαίσιο “βαρυσήμαντων” γεωπολιτικών αναλύσεων).

4 Halford Mackinder, “The geographical pivot of history”, 1904.

5 Στμ. Heartland, στο πρωτότυπο. Η θεωρία της Ενδοχώρας (Heartland theory) είναι η θεωρία που ανέπτυξε ο Mackinder επεκτείνοντας τη γεωπολιτική ανάλυση ώστε να συμπεριλάβει ολόκληρο τον πλανήτη. Όρισε την Αφρο-Ευρασία ως το “Παγκόσμιο Νησί” και την “ενδοχώρα” του ως την περιοχή ανατολικά του ποταμού Βόλγα, νότια της Αρκτικής, δυτικά του ποταμού Γιαγκτζέ και βόρεια των Ιμαλαΐων. Ο Mackinder δαιτύπωσε αυτόν τον ισχυρισμό ότι όποιος ελέγχει την “Ενδοχώρα” ελέγχει τον κόσμο, εξαιτίας της στρατηγικής θέσης και των φυσικών πόρων της.

6 Στμ. Στο πρωτότυπο: “cordon sanitaire”, κυριολεκτικά “υγειονομική ζώνη”, και, στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων, μια μεταφορά για τον ιδεολογικό περιορισμό, με βάση ένα σύστημα συμμαχιών, που εφάρμοσε η Γαλλία στην περίοδο του μεσοπολέμου. Μια ζώνη από την Φινλανδία μέχρι τα Βαλκάνια, κύκλωνε τη Γερμανία και μόνωνε τη Ρωσία από τη Δυτική Ευρώπη, απομονώνοντας έτσι τα δυο πολιτικά “άρρωστα” έθνη της Ευρώπης. Ο όρος αποδίδεται στον Γάλλο πρωθυπουργό της εποχής Ζορζ Κλεμανσό.

7 Zbigniew Brzeziński: “The only world power. America’s policy of domination” (1999)

8 Στμ. Στο πρωτότυπο: anchor currency. Ένα ισχυρό, διεθνώς ανταλλασσόμενο νόμισμα (συνήθως το δολάριο, το ευρώ ή η αγγλική λίρα) με το οποίο συνδέεται η τιμή και σταθερότητα του τοπικού νομίσματος.

9 Στμ. Ενδεικτικό της ευτέλειας του χρήματος ακόμα και σε περιόδους ανάπτυξης; Ενδεικτικό της κρίσης που άρχισε να εκδηλώνεται; Ενδεικτικό σίγουρα της σχέσης χρήματος-κεφαλαίου.

10 Στμ. Αυτός ήτο ο στόχος άλλωστε του “Σοκ”. Ο πόλεμος δεν μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από την “πραγματική”, λεγόμενη, οικονομία.

11 Δείτε το τεύχος Wildcat 105: “The damn 1979”.

12 Η Susan Watkins δίνει ένα καλό παράδειγμα για την σύνδεση ανάμεσα στην κρίση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και την εγκατάλειψη των αρχών της Ειρήνης της Βεστφαλίας. Δείτε: Susan Watkins “America vs China”, New Left Review, Ιανουάριος/Φεβρουάριος 2019.

13 Στμ. Στο πρωτότυπο: failed state. Σχετικά πρόσφατος όρος που χρησιμοποιείται από πολιτικούς σχολιαστές και δημοσιογράφους για ένα κράτος που έχει “αποτύχει” σε ορισμένες από τις βασικές λειτουργίες, αρμοδιότητες και ευθύνες της εθνικής του κυριαρχίας.

14 Στμ. Στο πρωτότυπο: contract manufacturing. Ένας συμβαλλόμενος κατασκευαστής είναι ένας κατασκευαστής που συμβάλλεται με μια εταιρεία για την παραγωγή μερών ενός προϊόντος ή ολόκληρων προϊόντων (περίπτωση στην οποία ονομάζεται ολοκληρωμένος προμηθευτής), είδος υπεργολάβου.

15 Δεδομένα σύμφωνα με την FED, St. Louis Economic Data.

16 Στμ. Στα Αγγλικά ο όρος είναι ένα ενδιαφέρον λογοπαίγνιο: “Chimerica”, στα Ελληνικά θα λέγαμε: “Χειμέρικα”.

Πολεμοκάπηλοι, αριστεροί και δεξιοί

Sanderr1

το κείμενο σε pdf

Ο κόσμος κοιτά με τρόμο καθώς ένας από τους πιο εξελιγμένους στρατούς του πλανήτη καταστρέφει μια εγκλωβισμένη, ουσιαστικά ανυπεράσπιστη, αστική ζώνη, σαν να πυροβολεί “ψάρια στο βαρέλι”2. Δεν είναι παράξενο ότι υπάρχει μια εκτεταμένη οργή και ότι όλος ο κόσμος ζητά να μπει ένα τέλος σε αυτή την τρέλα. Αλλά αντί να σταματήσουν τον πόλεμο, πολλοί αριστεροί θέλουν να τον συνεχίσουν, στο πλευρό της Χαμάς. Και θέλουν να ξεχάσουμε τη βία που διαπράχθηκε από την πλευρά της εναντίον αθώων ανθρώπων, επειδή διαπράχθηκε “για καλό σκοπό”. Ήταν, όμως, έτσι;

Οι απολογητές της Χαμάς ισχυρίζονται ότι ο στρατός της αποτελείται από ντόπιους μαχητές της ελευθερίας που ορθώνονται ενάντια στη αποικιοκρατική δύναμη, και ότι η ιστορία των αντιαποικιοκρατικών αγώνων δείχνει ότι τέτοιες συγκρούσεις είναι αναπόφευκτα βάρβαρες, με πολλές αθώες απώλειες και από τις δύο πλευρές. Ισχυρίζονται, επίσης, ότι πέφτει στους “μαχητές της ελευθερίας” να αποφασίσουν πώς θα διεξάγουν την πάλη τους, και ότι αυτοί που υποστηρίζουν την απελευθέρωση του “Παλαιστινιακού λαού” δεν θα πρέπει να αμφισβητούν τις μεθόδους τους. Ειδικότερα, αν είναι λευκοί και ζουν σε χώρες που οι ίδιες είχαν αποικίες. Η ντροπή για την τωρινή ή παλιότερη συμπεριφορά των “χωρών” τους θα πρέπει να σωπαίνει κάθε κριτική σκέψη σχετικά με τις τακτικές και τους στόχους της “αντιαποικιοκρατικής” πάλης. Δεν είναι σε θέση να δώσουν “μαθήματα ηθικής στην αντίσταση”.

Οι απολογητές του άλλου στρατοπέδου, οι σιωνιστές, χρησιμοποιούν το ίδιο ακριβώς επιχείρημα. Η ντροπή των αντισημιτικών διώξεων των Εβραίων στην Ευρώπη στο παρελθόν, πρέπει να σωπαίνει κάθε κριτική στο Σιωνιστικό κράτος. Επειδή υπήρξε το Ολοκαύτωμα, επειδή υπήρξε η Νάκμπα, κάθε πλευρά ισχυρίζεται ότι η βαρβαρότητα που υφίσταται δικαιολογεί τη βαρβαρότητα που ασκεί.

Αλλά δεν είναι το χρώμα του δέρματός σου ούτε το χρώμα της πατρίδας που γεννήθηκες που καθορίζει αν η οπτική σου είναι σωστή ή λαθεμένη.

Θυμάμαι μια συζήτηση που είχα, πίσω το 1976, με αριστεριστές φίλους που έλεγαν ότι δεν θα έπρεπε να ασκούμε κριτική στους Ερυθρούς Χμερ3 του Πολ Ποτ· επειδή είμαστε λευκοί Ευρωπαίοι, δεν έχουμε δικαίωμα να το κάνουμε αυτό. Κατά τη γνώμη τους, οι Ερυθροί Χμερ ήταν μαχητές της ελευθερίας· η καταγγελλία τους σημαίνει ότι υποστηρίζουμε τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Σήμερα, φυσικά, κανείς δεν ψάχνει πια δικαιολογίες για τους μαζικούς τάφους του Πολ Ποτ. Ναι, αλλά αυτό ήταν διαφορετικό, θα πουν ίσως, οι Ερυθροί Χμερ δολοφόνησαν περισσότερο τον ίδιο τον λαό τους. Σωστά. Αλλά το ίδιο κάνει και η Χαμάς.

Όπως ισχυρίζεται η Internationalist Perspective στο “Ο καπιταλιστικός Κόσμος του Θανάτου”, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Χαμάς ήξερε ότι η ενέργειά της την 7η Οκτωβρίου θα προκαλούσε μαζικό θάνατο και καταστροφή στη Γάζα και ότι αποφάσισε ψυχρά ότι άξιζε το τίμημα. Είμαστε ακόμα αρκετά άνθρωποι για να οργιζόμαστε για αυτή τη θυσία χιλιάδων συνανθρώπων μας στο βωμό της δίψας της Χαμάς για εξουσία;

Για τι μάχεται η Χαμάς;

Μάχονται “μαχητές της ελευθερίας”, όπως η Χαμάς και η Ισλαμιστική Τζιχάντ, για την απελευθέρωση; Απελευθέρωση ποιου από τι; Θα ήταν ελεύθεροι οι κάτοικοι της Γάζας και της Δυτικής Όχθης αν ζούσαν σε ένα ισλαμιστικό κράτος της Χαμάς; Τι σημαίνει “Ελεύθερη Παλαιστίνη”;

Στόχοι και μέσα συνδέονται πολύ στενά. Οτιδήποτε κάνει η Χαμάς – η βίαιη καταστολή απεργιών, η φυλάκιση και ο βασανισμός αντιπάλων, οι δολοφονίες πολιτών, η ομηρεία παιδιών και ενήλικων, κλπ. – δείχνει ποιος είναι ο στόχος της: η εγκαθίδρυση ενός ισχυρού κράτους που ποδοπατά αδίστακτα τις ελευθερίες των πολιτών του. Το περασμένο καλοκαίρι [στμ. του 2023] υπήρχαν πολλές κοινωνικές διαμαρτυρίες στη Γάζα. Διαδηλώσεις που απαιτούσαν νερό, ρεύμα, καλλίτερους μισθούς. Η Χαμάς τις κατέστειλε, αλλά λιγότερο βίαια από άλλες χρονιές (ιδαίτερα σε σχέση με τον Μάρτιο του 2019), σαν να φοβόταν να “ρίξει λάδι στη φωτιά”. Το εντυπωσιακό ξέσπασμα της Χαμάς στις 7 Οκτώβρη ακολούθησε αυτό το καυτό καλοκαίρο. Μια σύνδεση ανάμεσα στα δυο γεγονότα δεν είναι αδύνατη. Η Χαμάς επεδίωκε να αποκαταστήσει το κύρος της τόσο στη Γάζα όσο και στη Δυτική Όχθη. Ότι αυτή η ενέργεια θα είχε αυτή τη συνέπεια ήταν ένα εύλογο ενδεχόμενο. Η ανισχυρότητα των Παλαιστινίων, λέει ο ειδικός για την Παλαιστίνη Emilio Minassian4, παράγει μια λογική διπλής δυσαρέσκειας: επιθυμία για αναγνώριση, από τη μια, και για εκδίκηση, από την άλλη”.

Η Χαμάς δεν είναι χειρότερη ή πιο βάναυση από το ισραηλινό κράτος. Αμφότεροι ενεργούν με μια παρόμοια λογική που οδηγεί στην αιματοχυσία των αθώων. Αλλά καθώς διαφέρουν τα μέσα τους, διαφέρουν και οι τακτικές και οι στρατηγικές τους. Είναι μια ασύμμετρη σύγκρουση. Συνεπώς, η βαρβαρότητά τους εκφράζεται με διαφορετικούς τρόπους. Ο ένας κόβει κεφάλια, ο άλλος κάνει μαζικούς βομβαρδισμούς. Και οι δύο είναι τρομοκράτες γιατί το να σπέρνουν τον τρόμο είναι ο βασικός τους στόχος. Ο φόβος ως ένα πολιτικό όπλο γίνεται όλο και περισσότερο η νόρμα στην εποχή μας.

Πουθενά στον κόσμο δεν υπάρχει μια χώρα που να ανήκει “στον λαό”. Παντού η γη και οτιδήποτε πάνω σε αυτήν ανήκει στους ιδιοκτήτες. Δεν υπάρχει ούτε ένα μοναδικό παράδειγμα “εθνικο-απελευθερωτικής” πάλης που να απελευθέρωσε την πλειοψηφία του πληθυσμού από την πείνα και την ανημπόρια. Κάθε ένας από αυτούς τους αγώνες ήταν μια πάλη ανάμεσα σε καπιταλιστικές οντότητες και οι αριστεριστές είχαν πάντα μια πλευρά να υποστηρίξουν.

Οι ίδιες αριστερίστικες ομάδες που τώρα πιστεύουν ότι η αντίθεση στη συλλογική τιμωρία της Γάζας συνεπάγεται την υποστήριξη στη Χαμάς, πίστευαν ότι η αντίθεση στον πόλεμο στο Βιετνάμ συνεπαγόταν την υποστήριξη στο σταλινικό κράτος του Βορείου Βιετνάμ. Δύο εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν σε αυτόν τον πόλεμο. Το Βιετνάμ “νίκησε”. Τώρα είναι ένα αστυνομικό κράτος που έχει γίνει ένας νεόκοπος εμπορικός και πολεμικός συνεργάτης της χώρας από την οποία “απελευθερώθηκε”. Οι Βιετναμέζοι δουλεύουν τώρα σε εργοστάσια για την αμερικανική αγορά με μισθούς χαμηλότερους από αυτούς στην Κίνα, με πάνες για να κόψουν τα διαλείμματα για τουαλέτα. Μπορούν τώρα να πίνουν Coca-Cola στο Ανόι. Ή Pepsi, υπάρχει δικαίωμα επιλογής.

Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε με τη λίστα των εθνικών “απελευθερώσεων” αλλά αυτό θα μας οδηγούσε πολύ μακριά. Προφανώς, αυτό δεν σημαίνει ότι τα αποικιοκρατικά καθεστώτα ήταν καλλίτερα. Ότι η πλειοψηφία του πληθυσμού στις περισσότερες χώρες που απελευθερώθηκαν από τον αποικιοκρατικό ζυγό ζει σε μεγάλη εξαθλίωση δεν είναι εξαιτίας αλλά παρά την εθνική “απελευθέρωσή” τους. Αλλά καθιστά φανερό ότι ο εθνικός αγώνας είναι εξ ορισμού ένας αστικός αγώνας που δεν οδηγεί σε πραγματική απελευθέρωση. Αντίθετα, ιδιαίτερα στην εποχή μας, είναι ένα εμπόδιο. Ότι τα αποικιοκρατικά καθεστώτα, με τον κληρονομημένο ρατσισμό τους, καταργήθηκαν, είναι κάτι καλό. Αλλά ακόμα και με ένα αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα, όπως η κατάργηση του απαρτχάιντ στην Νότια Αφρική, πρέπει να βλέπουμε τα όρια. Πρόκειται για μια χώρα στην οποία το χάσμα ανάμεσα στους φτωχούς και τους πλούσιους είναι από τα μεγαλύτερα στον κόσμο, που η ανεργία είναι μεγαλύτερη από ποτέ, που οι απεργοί γαζώνονται με αυτόματα, που οι εργάτες χωρίς χαρτιά φυλακίζονται…η πάλη για πραγματική ελευθερία εκεί δεν έχει καν ξεκινήσει ακόμα.

Ο Turner και ο Bacon

Ένα άλλο παράδειγμα που χρησιμοποιείται από τους απολογητές της Χαμάς είναι η εξέγερση του Turner. Ο Nat Turner ήταν ένας σκλάβος που ηγήθηκε μιας αιματηρής εξέγερσης στη Βιρτζίνια το 1831. Ο στόχος του ήταν να σκοτώσει όσο το δυνατόν περισσότερους λευκούς. Ολόκληρες οικογένειες σφαγιάστηκαν. Κατά την άποψή τους εκείνη η σφαγή, όπως και η σφαγή από την Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, δεν ήταν σφάλμα αυτών που την διέπραξαν. Είναι, όπως το θέτει ο Franz Fanon5, η βία του αποικικοκράτη που στρέφεται ενάντια στον καταπιεστή”.

Αυτό μειώνει τον Turner και τη Χαμάς σε όντα χωρίς δική τους θέληση, χωρίς αυτενέργεια, απλά αυτόματα που ανακλούν τη βία που δέχονται όπως ένας τοίχος ανακλά ένα μπαλλάκι του τένις. Ωσάν να μην είχαν άλλη επιλογή. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν επίσης παραδείγματα εξεγέρσεων κατά των καταπιεστών που δεν έγιναν φυλετικοί ή εθνικοί αγώνες. Η πρώτη σημαντική εξέγερση στην Αμερική ήταν η εξέγερση του Bacon το 1676-1677. Σε αυτήν, φτωχοί λευκοί και μαύροι σκλάβοι πολέμησαν μαζί ενάντια στην αποικιοκρατική κυβέρνηση στη Βιρτζίνια. Κατέλαβαν την τότε πρωτεύουσα, το Jamestown. Η εξέγερση καταστάλθηκε μόνο όταν έφτασε ένα εκστρατευτικό σώμα από την Αγγλία.

Οι μαύροι σκλάβοι και οι λευκοί προλετάριοι είχαν τα ίδια συμφέροντα. Ακόμα και αφήνοντας στην άκρη την ηθική πτυχή (και σίγουρα δεν θέλω να εξιδανικεύσω την εξέγερση του Bacon σε αυτή τη βάση), θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι οι σκλάβοι που πολέμησαν με τον Bacon επέλεξαν μια πολύ πιο αποτελεσματική και ευφυή μέθοδο πάλης από αυτήν που διάλεξαν οι ακόλουθοι του Turner: μια συμμαχία βασισμένη στις κοινωνικές τάξεις με κοινά συμφέροντα, μάλλον, παρά στο χρώμα του δέρματος ή τη θρησκεία. Οι αποικιοκρατικές δυνάμεις το κατάλαβαν αυτό, επίσης. Η εξέγερση του Bacon προκάλεσε πανικό στους κύκλους τους. Υπήρξε μεγάλος φόβος ότι αδύναμοι λευκοί και μαύροι θα μπορούσαν να πολεμήσουν μαζί ξανά. Σύντομα μετά την εξέγερση, εισήχθησαν στη Βιρτζίνια οι “κώδικες για τη Δουλεία”, ένα σύστημα απαρτχάιντ που σκλήρυνε περισσότερο τον φυλετικό χαρακτήρα της δουλείας και περιόρισε αυστηρά την επαφή ανάμεσα στους λευκούς και τους μαύρους.

Η αναπόφευκτη πραγματικότητα είναι ότι οι μαύροι σκλάβοι δεν θα μπορούσαν να χειραφετηθούν χωρίς τη βοήθεια από τη λευκή εργατική τάξη και ότι το μαύρο προλεταριάτο στις ΗΠΑ χρειάζεται απελπισμένα και σήμερα την υπερ-φυλετική αλληλεγγύη. Το ίδιο αληθεύει για τους Παλαιστίνιους. Δεν μπορούν να απελευθερωθούν χωρίς την υποστήριξη της ισραηλινής εργατικής τάξης. Και δεν μπορούν να αποκτήσουν αυτή την υποστήριξη δολοφονώντας, à la Turner, όσο το δυνατόν περισσότερους Εβραίους. Όπως αυτοί στην εξουσία, μετά την εξέγερση του Bacon, έκαναν οτιδήποτε δυνατόν για να απομακρύνουν τους λευκούς από τους μαύρους, έτσι και αυτοί στην εξουσία σε Ισραήλ-Παλαιστίνη, οι Σιωνιστές και οι Ισλαμιστές, κάνουν τα πάντα για να φέρουν σε αντιπαράθεση τους Εβραίους και τους Άραβες. Κάνουν οτιδήποτε για να αποτρέψουν τους Παλαιστίνιους και τους Ισραηλινούς προλετάριους από το να ανακαλύψουν ότι έχουν κοινά συμφέροντα.

Είναι αυτός ένας αντιαποικιοκρατικός αγώνας;

Το Ισραήλ, όπως και οι ΗΠΑ, δημιουργήθηκαν εγκαθιστώντας ως επί το πλείστον λευκούς Ευρωπαίους σε γη από την οποία οι υπάρχοντες κάτοικοι ξεριζώθηκαν. Αν τοποθετήσει κανείς δίπλα-δίπλα χάρτες από διαφορετικές χρονιές, μπορεί να παρακολουθήσει από κοντά την επέκταση και των δύο χωρών και τη συρρίκνωση της περιοχής των “ιθαγενών”. Αυτή η εκδίωξη των ντόπιων συνεχίζεται. Επιταχύνθηκε στη Δυτική Όχθη, υπό την σκληρή δεξιά κυβέρνηση του Νετανιάχου, και από τότε που άρχισε ο πρόσφατος πόλεμος είναι σε υπερκινητικότητα με τους εποίκους να λειτουργούν ως φανατικά επιθετικά στρατεύματα. Όπως έκαναν οι ΗΠΑ με τους Ινδιάνους, το σιωνιστικό κράτος θέλει να κλείσει Παλαιστίνιους σε εκτάσεις6. Το Ισραήλ όμως δεν είναι μια αποικιοκρατική δύναμη που επεκτείνει την επικράτειά του, την ελέγχει ήδη. Αυτό που κάνει είναι να διαχειρίζεται τους κατοίκους της, ωθώντας τους σε διαφορετικές ζώνες που θα διασφαλίσουν τη διαίρεσή τους και συνεπώς την κυριαρχία του κράτους.

Έτσι, ενώ οι τακτικές μπορεί να μοιάζουν παρόμοιες, αυτός δεν είναι ένας (αντι)αποικιοκρατικός πόλεμος. Υπάρχει, όμως, όπως επισημαίνει ο Minassian, μια ιδεολογική αναλογία με την αποικιοκρατία:

Το Ισραήλ έχει κληρονομήσει αυτή την ευρωπαϊκή λογική που συνίσταται στην “ζωοποίηση” της εργατικής δύναμης στη βάση φυλετικών κριτηρίων, στη χάραξη ενός ορίου ανάμεσα στον πολιτισμένο κόσμο και στον κόσμο πριν από τον πολιτισμό. Αυτό το παράδειγμα κυριαρχεί στο Ισραήλ· αυτή τη στιγμή, οι κάτοικοι της Γάζας σφαγιάζονται σύμφωνα με αυτή τη λογική: πνίγονται στις βόμβες χωρίς κανέναν άλλο πολιτικό στόχο από το να “καλμάρουν”, να ξαναθυμηθούν την ιεραρχία που διαχωρίζει τις ανθρώπινες ομάδες σε αυτή την περιοχή του κόσμου. Δαγκώνει ένα σκυλί; Σκοτώνουμε την αγέλη.

Και προσθέτει: “Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι τα όρια ανάμεσα στον πολιτισμένο και το ζώο είναι ρευστά. Έχουν υπάρξει, και παραμένουν ενεργά, και εντός της ίδιας της εβραϊκής ισραηλινής υπηκοότητας. Οι Άραβες (Mizrahi) ή Αιθίοπες (Fallasha) Εβραίοι ήταν για πολύ καιρό στη λάθος πλευρά του φράχτη και αποτελούσαν ένα είδος ντόπιων βοηθητικών στρατευμάτων που χρησιμοποιούνταν για τον κατευνασμό άλλων ντόπιων”.

Αλλά οι αντιαποικιοκρατικοί αγώνες είναι αγώνες ενός ντόπιου πληθυσμού, υπό την καθοδήγηση επιτελείων από την ανώτερη κοινωνική τάξη και μια ξένη δύναμη, που ελέγχει το κράτος και δρέπει την μεγάλη πλειοψηφία των κερδών της τοπικής οικονομίας. Μια πάλη μεταξύ δύο χωρών. Δεν είναι αυτό που συμβαίνει στην περίπτωση του Ισραήλ-Παλαιστίνης, λέει ο Minassian και, με αυτή την έννοια, η σύγκρουση δεν είναι αποικιοκρατική. Αφορά, ντε φάκτο, μια χώρα, μια οικονομία, με κέντρο το Τελ Αβίβ, του οποίου οι πόλεις στη Δυτική Όχθη και τη Γάζα είναι τα εξαθλιωμένα περιθωριοποιημένα προάστια. Οι κάτοικοι της Γάζας επίσης χρησιμοποιούν ισραηλινά χρήματα, ισραηλινά προϊόντα, ισραηλινές ταυτότητες. Παλαιστίνιοι και Ισραηλινοί προλετάριοι είναι τμήματα του ίδιου συνόλου. Πολλοί Παλαιστίνιοι από τη Δυτική Όχθη δουλεύουν, νόμιμα ή παράνομα, στο Ισραήλ και στα κατεχόμενα. Συχνά μιλούν εβραϊκά. Ο Minassian εξιστορεί:

“Πέρασα βράδια ακούγοντας απλούς εργάτες από ένα από αυτά τα στρατόπεδα να αφηγούνται πώς εξελισσόταν η εθνικοποίηση του εργατικού δυναμικού στα εργοτάξια της ισραηλινής πρωτεύουσας: Ασκενάζι7 Εβραίοι κατασκευαστές, Παλαιστίνιοι εργολάβοι, από το 1948, για το πέρασμα των εργατών από τα κατεχόμενα, Σεφαραδίτες8 Εβραίοι εργοδηγοί που, επίσης, μιλούσαν Αραβικά, κλπ. Αλλά και όλοι οι άλλοι “εισαγόμενοι” προλετάριοι: οι Ταϋλανδοί, οι Κινέζοι, οι Αφρικανοί, που, χωρίς χαρτιά, είναι στην πραγματικότητα αυτοί που βρίσκονται στη χειρότερη κατάσταση. Καμμιά από αυτές τις ομάδες δεν μπορεί να αναμιχθεί με τις άλλες, κάθε ομάδα έχει το δικό της στάτους και θέση στις παραγωγικές σχέσεις”.

Από την ίδρυσή του, το Ισραήλ, έχει προχωρήσει, κυρίως με αμερικανική βοήθεια, με ταχύτητα φωτός. Έγινε, χάρις, σε σημαντικό βαθμό, στην τότε μαζική χρήση της παλαιστινιακής εργατικής δύναμης, μια ισχυρή οικονομία, μια υψηλά αναπτυγμένη χώρα. Αλλά η ισχυρή ανάπτυξη τελμάτωσε τη δεκαετία του 1980: κατάρρευση του χρηματιστηρίου το 1983, πληθωρισμός 445% το 1984, ρεκόρ στο έλλειμα ισοζυγίου. Αυτό το ακολούθησε η διάλυση του Ανατολικού Μπλοκ, που έφερε μαζική μετανάστευση, ιδιαίτερα Ρώσων Εβραίων. Αυτές οι εξελίξεις σήμαιναν ότι η ισραηλινή βιομηχανία χρειαζόταν πολύ λιγότερη εργασία από τους Παλαιστίνιους. Η ανεργία των Παλαιστινίων εκτοξεύτηκε. Το Ισραήλ έγινε πρωτοπόρoς στη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας αλλά είχε στην ευθύνη του, όπως καμμιά άλλη από τις πρωτοπόρες χώρες, έναν τεράστιο αριθμό από “μη χρησιμοποιούμενους” προλετάριους. Με αυτή την έννοια, ο Minassian βλέπει στην οικονομία του Ισραήλ-Παλαιστίνη μια μεταφορά για την παγκόσμια οικονομία.

Η αντίδραση του Ισραήλ σε αυτή την κατάσταση ήταν μια πολιτική διαχωρισμού, εγκλεισμού των Παλαιστινίων σε θύλακες και το πέρασμα της διαχείρισής τους σε τοπικούς υπεργολάβους.

“Αυτός ο μεγάλος εγκλεισμός, αυτή η επιχείρηση διαχωρισμού, σε μια εθνο-θρησκευτική βάση, ανάμεσα σε προλετάριους που είναι χρήσιμοι και προλετάριους που περισσεύουν, ξεκινά την ίδια στιγμή με την ειρηνευτική διαδικασία, που στην πραγματικότητα είναι μια διαδικασία εξωτερίκευσης του κοινωνικού ελέγχου του πλεοναζόντος προλεταριάτου”, λέει ο Minassian. Έτσι, σε αντίθεση με μια αποικιοκρατική σύγκρουση:

“Είμαστε σε μια κατάσταση στην οποία το διακύβευμα δεν είναι τόσο η εκμετάλλευση μιας ντόπιας εργατικής δύναμης όσο η διαχείριση ενός πλεονάζοντος προλεταριακού πληθυσμού, σε μοναδική αναλογία για τα κέντρα της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Για κάθε εργάτη με σύμβαση εργασίας στο Ισραήλ, ένας άλλος κρατείται σε ένα από τα μεγάλα κλειστά προάστια που αποτελούν τα πληθυσμιακά κέντρα υπό παλαιστινιακή δικαιοδοσία: τη Λωρίδα της Γάζας και τις πόλεις της Δυτικής Όχθης. Πρόκειται για σχεδόν πέντε εκατομμύρια προλετάριους “μαντρωμένους” λίγα χιλιόμετρα μακριά από το Τελ Αβίβ, αόρατους, που ζουν από την πώληση της εργατικής τους δύναμης, μέρα τη μέρα, φρουρούμενοι από στρατιώτες ώστε να μην μπορούν να φύγουν από τα κλουβιά τους”.

Η Γάζα, περισσότερο από τις πόλεις στη Δυτική Όχθη και τους καταυλισμούς προσφύγων, είναι ένας σκουπιδοτενεκές για την ισραηλινή οικονομία. Η ανεργία των νέων εκεί ξεπερνά το 70% (πριν από την τωρινή εισβολή). Όλοι αυτοί οι πλεονάζοντες εργάτες επιβιώνουν στην περιθωριακή οικονομία με την οικονομική βοήθεια από διάφορες πηγές, συμπεριλαμβανομένου του Ισραήλ. Αυτά τα χρήματα διανέμονται από τους υπεργολάβους, τη Χαμάς και τη λεγόμενη Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία επιτελεί και άλλες κρατικές λειτουργίες, κυρίως τη διατήρηση της “τάξης” αλλά και τη συλλογή φόρων, τον εξαναγκασμό των νέων αντρών να πάνε στον στρατό, την καθυπόταξη άλλων παραστρατιωτικών ομάδων κλπ. Οι υπεργολάβοι ανταγωνίζονται μεταξύ τους, προσπαθώντας να ανακτήσουν τον φθίνοντα έλεγχο πάνω στους απογοητευμένους Παλαιστίνιους. Την ίδια στιγμή, επιδιώκουν να ενισχύσουν τη θέση τους απέναντι στον πελάτη τους, το ισραηλινό κράτος. Σύμφωνα με τον Minassian, εκεί θα πρέπει να ψάξουμε την εξήγηση για την στρατηγική της Χαμάς. Η Χαμάς θέλει να καταστήσει τον εαυτό της “εντελώς απαραίτητο”. Αυτό δεν έχει καμμιά σχέση με απελευθερωτικό αγώνα.

Δεν είναι μια τοπική σύγκρουση

Αλλά η εσωτερική δυναμική στο Ισραήλ-Παλαιστίνη είναι μόνο ένα μέρος της ιστορίας. Είναι επίσης και μια γεωπολιτική σύγκρουση ανάμεσα στις ΗΠΑ και αυτούς που τις αμφισβητούν.

Η δημιουργία του Ισραήλ συνοδεύτηκε από ένα κύμα απο-αποικιοποίησης, καθώς η πίεση των Αμερικανών έβαλε τέλος στα περισσότερα ευρωπαϊκά αποικιοκρατικά καθεστώτα μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αμφότερα ήταν αποτέλεσμα μιας παγκόσμιας μετατόπισης ισχύος από την Ευρώπη στις ΗΠΑ. Μια στρατιωτικοποιημένη λευκή αποικία, με έναν ισχυρό, εξοπλισμένο από τους Αμερικανούς στρατό, ταίριαζε τέλεια στα γεωπολιτικά σχέδια των ΗΠΑ για τη Μέση Ανατολή. Και καθώς αυξανόταν η σπουδαιότητα των αποθεμάτων πετρελαίου, έτσι αυξανόταν και η σπουδαιότητα του Ισραήλ για την Ουάσινγκτον. Από την αρχή, και ακόμα και σήμερα, το γεωπολιτικό πλαίσιο καθορίζει αυτό που συμβαίνει στο Ισραήλ-Παλαιστίνη. Με αυτή την έννοια, επίσης, δεν είναι ένας αποικικοκρατικός πόλεμος, αλλά μια ενδο-ιμπεριαλιστική σύγκρουση. Γράψαμε περισσότερα για αυτό στο προηγούμενο άρθρο, “Ο καπιταλιστικός κόσμος του θανάτου”. Η πολιτική των ΗΠΑ για τη διαμόρφωση μια φιλοαμερικανικής συμμαχίας εναντίον του Ιράν, γύρω από το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία, έχει υπάρξει ένας σημαντικός παράγοντας. Το Ιράν είναι ο χορηγός και υποστηρικτής της στρατιωτικής πτέρυγας της Χαμάς (η “πιο μετριοπαθής”, πολιτική, πτέρυγα χρηματοδοτείται από το Κατάρ), όπως ακριβώς οι ΗΠΑ είναι ο πάτρονας των Ισραηλινών ένοπλων δυνάμεων (Israel Defense Forces, IDF). Τα περισσότερα από τα χρήματα και τα όπλα που χρησιμοποιούνται στον πόλεμο, προέρχονται από άλλες χώρες. Μόνο οι απώλειες είναι τοπικές.

Σε εκείνο το άρθρο [στμ. “Ο καπιταλιστικός κόσμος του θανάτου”], επισημάναμε την έλλειψη προοπτικής της καπιταλιστικής παγκόσμιας τάξης· τη βεβαιότητα ότι η κρίση της θα βαθύνει. Η συστημική κρίση αποσταθεροποιεί τον κόσμο, ταρακουνά τις υπάρχουσες ισορροπίες. Η αύξηση των εξοπλιστικών δαπανών και των στρατιωτικών συγκρούσεων είναι μια παγκόσμια τάση. Μέτωπα που είχαν παγώσει “λιώνουν”, ενεργοποιούνται ξανά: στην Ουκρανία, την Αφρική, το Καραμπάχ και τώρα στη Γάζα. Όχι καινούριες συγκρούσεις, αλλά υπάρχουσες, που ξαφνικά “λαμπαδιάζουν” έντονα. Θα πρέπει να περιμένουμε ότι περισσότερες πυριτιδαποθήκες θα εκραγούν στα χρόνια που έρχονται.

Η διαχείριση και ο έλεγχος των μη χρησιμοποιούμενων τμημάτων της εργατικής δύναμης γίνεται όλο και περισσότερο ένα κεντρικό πρόβλημα στην καπιταλιστική παγκόσμια τάξη. Από αυτή την άποψη, το Ισραήλ μπορεί να είναι ένας προάγγελος. Αυτό που συμβαίνει τώρα στη Γάζα, σύμφωνα με τον Minassian, “δεν είναι ένας πόλεμος, αλλά μια διαχείριση του πλεονάζοντος προλεταριάτου με πολεμικά μέσα, που αντιστοιχεί σε έναν ολικό πόλεμο, από την πλευρά ενός δημοκρατικού, πολιτισμένου κράτους, που ανήκει στο κεντρικό μπλοκ της συσσώρευσης του κεφαλαίου”. Οι χιλιάδες θάνατοι στη Γάζα, συνεχίζει, “απεικονίζουν μια τρομακτική εικόνα του μέλλοντος – των επερχόμενων κρίσεων του καπιταλισμού”.

Ο καπιταλισμός φαίνεται ότι έχει περάσει σε μια καινούρια περίοδο στην οποία ο πόλεμος παίζει αυξανόμενο ρόλο. Μια περίοδο που μαθαίνουμε να θαυμάζουμε στρατιώτες και “μαχητές της ελευθερίας”, να χειροκροτούμε ή να κλείνουμε τα μάτια στις μαζικές δολοφονίες, να θεωρούμε τον θάνατο και την καταστροφή για τη μητέρα-πατρίδα κανονικότητα και να διαλέγουμε πλευρά σε συγκρούσεις που οι καθημερινοί άνθρωποι είναι πάντα οι χαμμένοι.

Η απελευθέρωση δεν θα έρθει μέσα από πόλεμο και τρομοκρατικές επιθέσεις αλλά μέσα από την αλληλεγγύη και την συνειδητοποίηση των κοινών συμφερόντων του “συλλογικού” εργάτη, ανεξάρτητα από το χρώμα και την πίστη. Όταν φτάσουμε σε αυτά, θα ξέρουμε τι να κάνουμε. Οτιδήποτε επιβραδύνει την ανάπτυξή τους στέκεται εμπόδιο στον δρόμο της αληθινής απελευθέρωσης. Πρώτα και κύρια, ο εθνικισμός, ο διαχωρισμός των ανθρώπων σε μια εθνο-θρησκευτική ή φυλετική βάση. Οπότε κάτω οι παλαιστινιακές και ισραηλινές σημαίες, κάτω τα συνθήματα όπως “η Παλαιστίνη θα απελευθερωθεί, από το ποτάμι μέχρι τη θάλασσα”: αυτό είναι μια πολεμική ιαχή, όχι ένα κάλεσμα για να σταματήσει ο πόλεμος. Να σταματήσουμε τον πόλεμο, αντί να πολεμάμε, αυτή πρέπει να είναι η πρώτη απαίτηση τώρα. Σταματήστε τον πόλεμο τώρα! Απελευθερώστε τους ομήρους τώρα! Σταματήστε τον αποκλεισμό της Γάζας τώρα! Σταματήστε τα πογκρόμ στη Δυτική Όχθη τώρα! Όχι στον αντισημιτισμό, όχι στην ισλαμοφοβία! Φτάνει ο πόνος, φτάνει το αίμα, χτίστε αλληλεγγύη σε μια αντιεθνικιστική βάση!

15/11/2023

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://internationalistperspective.org/warmongers-left-and-right.

2 Στμ. Στο πρωτότυπο: like shooting fish in a barrel. Ιδιωματισμός που σημαίνει: εξαιρετικά εύκολα.

3 Στμ. Ερυθροί Χμερ: οι οπαδοί του κομμουνιστικού κόμματος στην Καμπότζη, όπου και κυριάρχησαν μετά το τέλος του εμφυλίου το 1975, μέχρι και το 1979. Οι ακραίες κοινωνικές πολιτικές τους προκάλεσαν γενοκτονία. Ο ηγέτης τους Πολ Ποτ πίστευε ότι για να επιτευχθεί πραγματική κοινωνική επανάσταση στην Καμπότζη, ήταν απαραίτητο ολόκληρη η χώρα να επιστρέψει σε μια αγροτική οικονομία, στην οποία δεν θα είχαν θέση η βιομηχανία, οι χρηματικές συναλλαγές, οι πόλεις και η μόρφωση. Οι προσπάθειές τους για αγροτική μεταρρύθμιση οδήγησαν σε λιμό μεγάλο μέρος του πληθυσμού, ενώ η επιμονή της στην αυτάρκεια, ακόμη και σε φαρμακευτικά προϊόντα, οδήγησε στο θάνατο χιλιάδων ανθρώπων από ιάσιμες ασθένειες.

4 Στμ. Μεταφρασμένο στα Ελληνικά εδώ: Γάζα: “μια ακραία στρατιωτικοποίηση της ταξικής πάλης στο Ισραήλ-Παλαιστίνη”, https://inmediasres.espivblogs.net/gaza_an_extreme_militarisation.

5 Στμ. Φραντς Φανόν: Ψυχίατρος και συγγραφέας δοκιμίων, συμμετείχε στον αγώνα για την απελευθέρωση της Αλγερίας από την αποικιοκρατική Γαλλία. Ανέλυσε τις ψυχοσωματικές συνέπειες της αποικιοκρατίας και το φαινόμενο της βίας.

6 Στμ. Στο πρωτότυπο: reservations.

7 Στμ. Ασκενάζι ή Ασκεναζίτες αποκαλούνται τα μέλη των εβραϊκών κοινοτήτων στη Δυτική και Ανατολική Ευρώπη. Προέρχονται από Ιουδαίους που είχαν καταφύγει στην κεντρική Ευρώπη το 70 μ.Χ. για να αποφύγουν τους διωγμούς από τους Ρωμαίους. Κυρίως εγκαταστάθηκαν στην κοιλάδα του Ρήνου.

8 Στμ. Σαφαραδίτες ή Σαφραδίτες, ονομάζονται οι Εβραίοι που κατάγονται από την Ιβηρική Χερσόνησο, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που εκδιώχτηκαν, κατόπιν εντολής των Καθολικών μοναρχών, από την Ισπανία και την Πορτογαλία στα τέλη του 15ου αιώνα. Μετά τον διωμό τους εγκαταστάθηκαν στην τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία, ιδιαίτερα τη Θεσσαλονίκη, αλλά και σε άλλα μέρη του κόσμου. Ο σεφαραδιτικός Ιουδαϊσμός έχει να επιδείξει χαρακτηριστικές ιδιαιτερότητες.

Γάζα: “μια ακραία στρατιωτικοποίηση της ταξικής πάλης στο Ισραήλ-Παλαιστίνη”

Συνέντευξη με τον Emilio Minassian1

το κείμενο σε pdf

Σε αυτό το στάδιο, ο στόχος αυτού του “πολέμου” είναι να πνιγεί το πλεονάζον προλεταριάτο της Γάζας στις βόμβες, χωρίς κανέναν άλλο στόχο από το να “ηρεμήσει”, να ξαναθυμηθεί την ιεραρχία που διαχωρίζει τις διάφορες ομάδες ανθρώπων σε αυτή την περιοχή του κόσμου. Δαγκώνει ένα σκυλί; Σκοτώνουμε την αγέλη”.

1.

Ενδιαφέρεσαι για το τι συμβαίνει στην Παλαιστίνη εδώ και πολλά χρόνια χωρίς να είσαι φιλοπαλαιστίνιος ακτιβιστής. Τι μπορεί να πει μια κριτική, με το βλέμμα στην επανάσταση, για αυτά που συμβαίνουν εκεί;

Θα έλεγα ότι το πρώτο πράγμα που πρέπει να σκεφτούμε είναι ότι δεν υπάρχουν δύο στρατόπεδα, ένα παλαιστινιακό και ένα άλλο ισραηλινό2. Οι λαοί αυτοί ζουν στην ίδιο κράτος και στην ίδια οικονομία3. Μέσα σε αυτό το ενιαίο σύνολο, ας το πούμε ισραηλο-παλαιστινιακό – το οποίο όμως υπάγεται εντελώς στο Ισραήλ – οι κοινωνικές τάξεις όχι μόνο προσδιορίζονται από διαφορές στο νομικό καθεστώς, με βάση εθνο-θρησκευτικά κριτήρια, αλλά είναι επίσης “ζωνοποιημένες”. Η Λωρίδα της Γάζας έχει σταδιακά μετασχηματιστεί σε μια “φυλακή-αποθήκη” στην οποία 2 εκατομμύρια προλετάριοι έχουν απωθηθεί στο περιθώριο του ισραηλινού κεφαλαίου. Αλλά, το τελευταίο παραμένει, σε τελική ανάλυση, ο αφέντης τους. Οι κάτοικοι της Γάζας χρησιμοποιούν το ισραηλινό νόμισμα, καταναλώνουν τα ισραηλινά προϊόντα, έχουν ταυτότητες που εκδίδονται από το Ισραήλ.

Ο τωρινός “πόλεμος” αντιστοιχεί, στην πραγματικότητα, σε μια κατάσταση ακραίας στρατιωτικοποίησης της ταξικής πάλης4.

Μια “χώρα για δυο λαούς”, ένα τέτοιο πλαίσιο για την κατάσταση στο Ισραήλ-Παλαιστίνη είναι εντελώς άτοπο. Πουθενά στον κόσμο δεν ανήκει η γη στον λαό. Ανήκει στους ιδιοκτήτες. Όλα αυτά μπορεί να μοιάζουν πολύ θεωρητικά, αλλά η ίδια η ύπαρξη των κοινωνικών σχέσεων αναφέρει αυτή την ιδέα των “στρατοπέδων” σε αυτούς που ανήκουν: στους αρχηγούς.

Οι προσφυγικοί καταυλισμοί στη Δυτική Όχθη, που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ο τόπος που χτυπά η καρδιά της “Παλαιστίνης”, συνεχίζουν να είναι προάστια του Τελ Αβίβ. Πέρασα βράδια ακούγοντας απλούς εργάτες από ένα από αυτά τα στρατόπεδα να αφηγούνται πώς εξελισσόταν η εθνικοποίηση του εργατικού δυναμικού στα εργοτάξια της ισραηλινής πρωτεύουσας: Ασκενάζι5 Εβραίοι κατασκευαστές, Παλαιστίνιοι εργολάβοι από το καθεστώς του 1948, που περνούσαν τους εργάτες από τα κατεχόμενα, Σεφαραδίτες6 Εβραίοι εργοδηγοί που, επίσης, μιλούσαν Αραβικά, κλπ. Αλλά και όλοι οι άλλοι “εισαγόμενοι” προλετάριοι: οι Ταϋλανδοί, οι Κινέζοι, οι Αφρικανοί, που, χωρίς χαρτιά, είναι στην πραγματικότητα αυτοί που βρίσκονται στη χειρότερη κατάσταση. Όλοι αυτοί δεν μπορούν να αναμιχθούν γιατί η κάθε ομάδα έχει ένα διακριτό στάτους και θέση στις παραγωγικές σχέσεις. Είναι κόσμοι που δεν είναι πορώδεις, αλλά που εισχωρεί ο ένας στον άλλον, κοιτά ο ένας τον άλλον, γνωρίζει ο ένας τον άλλον.

Δεκάδες Ταϋλανδοί εργάτες που τους εκμεταλλεύονται στη γεωργία γύρω από τη Λωρίδα της Γάζας έχουν σκοτωθεί και απαχθεί από τη Χαμάς. Τώρα, αφεντικά από το Ισραήλ παρακρατούν τους μισθούς από άλλους για να τους εξαναγκάσουν να δουλεύουν σε εμπόλεμες ζώνες. Οποιαδήποτε κοινωνική κριτική θέλει να έχει μια ουσία, στο πλαίσιο αυτών που συμβαίνουν στο Ισραήλ-Παλαιστίνη, θα πρέπει επίσης να συμπεριλαμβάνει το ζήτημα των Ταϋλανδών εργατών. Αυτή η χώρα δεν προορίζεται να ανήκει περισσότερο στους Παλαιστίνιους εργάτες από ό,τι στους εργάτες από την Ταϋλάνδη.

Να προσπαθούμε να παρακάμψουμε το “εθνικό ζήτημα” στο Ισραήλ-Παλαιστίνη δεν είναι κάπως ελιγμός αποφυγής;

Το Ισραήλ έχει καταφέρει να δημιουργήσει μια μοναδική κατάσταση στον κόσμο: την ενσωμάτωση στο κράτος του ενός προλεταριάτου που είναι το ίδιο εθνικοποιημένο (“εβραϊκό”), κόντρα στο υπόλοιπο, επίσης εθνικοποιημένο, προλεταριάτο (το “αραβικό”). Το ισραηλινό κράτος οργάνωσε τη συσσώρευση ενός “εθνικού” κεφαλαίου σε χρόνο ρεκόρ, όπως και την εισαγωγή ενός “εθνικού” προλεταριάτου, και έχει βάλει τον εαυτό του στη θέση του φύλακα της ύπαρξης και της αναπαραγωγής του τελευταίου, λες και αυτή η ίδια η ύπαρξη απειλείται από ένα άλλο περιθωριακό προλεταριάτο (“το παλαιστινιακό”). Αν αφαιρέσουμε, όμως, τα γυαλιά της φαντασμαγορίας του “Κράτους ως εγγυητή της ύπαρξης του λαού”, φαίνεται ότι το ισραηλινό προλεταριάτο συνιστά ένα είδος λαφύρων πολέμου στα χέρια του κράτους7.

Αυτό δεν συμβαίνει όσον αφορά την πλευρά του παλαιστινιακού προλεταριάτου, εντός του οποίου η δυναμική της ταξικής πάλης έχει διατηρήσει μια συγκεκριμένη αυτονομία, συνυπάρχοντας, με έναν πολύπλοκο τρόπο, με την εργαλειακή λογική του εθνικιστικού πολιτικού πλαισίου.

Αυτό που θα πω μπορεί να μοιάζει αντιδιαισθητικό, αλλά πιστεύω ότι πρέπει να θεωρούμε τη Χαμάς ως έναν υπεργολάβο του Ισραήλ για τη διαχείριση του προλεταριάτου στη Λωρίδα της Γάζας. Όπως είπα, το προλεταριάτο στη Λωρίδα της Γάζας υπάγεται στο ισραηλινό εθνικό κεφάλαιο. Όσο αυτό δεν έχει επιλέξει να εγκρίνει τη ανάπτυξη μιας άλλης καπιταλιστικής οντότητας, “Παλαιστινιακής”, δίπλα του, το προλεταριάτο στη Γάζα, ακόμα και παγιδευμένο σε αυτό, εγγράφεται στα κυκλώματά του. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να συμβεί χωρίς εξωτερική κοινωνική εκπαίδευση, που θα είναι υπεύθυνη για τη “ρύθμιση” των κλεισμένων στο “κλουβί” – δεν υπάρχει φυλακή χωρίς φρουρούς.

Αυτό που συμβαίνει δεν είναι ένας ενδο-ιμπεριαλιστικός πόλεμος. Πρόκειται, ουσιαστικά, για ένα “εσωτερικό ζήτημα”, για το οποίο τα “εθνικά” στρατόπεδα αποτελούν ένα προπέτασμα καπνού. Στα τρέχοντα γεγονότα δεν υπάρχει προλεταριακή πάλη. Η στρατιωτικοποίηση των ανταγωνισμών, που παράγεται από κοινού από την Χαμάς και την ισραηλινή άρχουσα τάξη, παράγει μια “αντίσταση” που δεν περιέχει καμμιά λογική αυτόνομης προλεταριακής πάλης, έστω και διστακτικής.

Αυτός δεν είναι ένας πόλεμος, αλλά μια διαχείριση του πλεονάζοντος προλεταριάτου8 με πολεμικά μέσα, η οποία αντιστοιχεί σε έναν ολικό πολέμο από την πλευρά ενός δημοκρατικού, πολιτισμένου κράτους9, που ανήκει στο κεντρικό μπλοκ της συσσώρευσης του κεφαλαίου. Αυτοί οι χιλιάδες θάνατοι φαίνεται σε μένα ότι έχουν ένα συγκεκριμένο νόημα. Απεικονίζουν μια τρομακτική εικόνα του μέλλοντος – των επερχόμενων κρίσεων του καπιταλισμού10.

Πρόκειται, όμως, για μια διαχείριση του πλεονάζοντος προλεταριάτου με συνεχείς βομβαρδισμούς που, με τον τρόπο που θεωρούνται νομιμοποιημένοι από όλα τα βασικά κράτη του καπιταλιστικού χώρου, εγγράφουν, κατά τη γνώμη μου, αυτό που συμβαίνει τώρα σε μια παγκόσμια επίθεση. Στη Γαλλία, αυτός ο παγκόσμιος χαρακτήρας είναι ιδιαίτερα εμφανής: έχουμε περάσει σε μια φάση που ακόμα και πολιτικές διατυπώσεις πίσω από ανθρωπιστικά συνθήματα, καταστέλονται – από τη στιγμή που συναντήσουν δράση στους δρόμους από τις επικίνδυνες τάξεις. Δεν υπάρχει καμμιά “εισαγωγή” της σύγκρουσης. Υπάρχει μια παγκόσμια επίθεση. Με αυτή την έννοια, η μάχη, για μας στη Γαλλία, πραγματικά διεξάγεται εδώ, ενάντια στη Γαλλία. Έχουμε, πάντα, όποτε μπορούμε, το δικό μας έθνος να προδώσουμε11.

2.

Τι έχει να κερδίσει η Χαμάς από αυτή την κατάσταση;

Πριν από τις 7 Οκτώβρη, η ιδέα μου για την κατάσταση ήταν η εξής: από τη μια πλευρά, μια αποικιοκρατική επίθεση της [ισραηλινής] ακροδεξιάς, τόσο για την προσάρτηση της Δυτικής Όχθης όσο και για την κατάληψη των μοχλών του ισραηλινού κράτους. Από την άλλη, δύο μηχανισμοί του παλαιστινιακού κράτους, που ζουν αποκλειστικά από προσόδους, με μοναδικό ενδιαφέρον την αναπαραγωγή τους ως τέτοιων. Είχα στο μυαλό μου ότι αυτές οι δύο [παλαιστινιακές] δυνάμεις ήταν αμυνόμενες και ότι αυτό για το οποίο προετοιμάζονταν, πάνω από όλα, ήταν να αντιμετωπίσουν την απώλεια του ελέγχου πάνω στους πληθυσμούς που είναι στην ευθύνη τους, τόσο στη Γάζα όσο και στη Δυτική Όχθη.

Οι συνομιλητές μου στη Δυτική Όχθη, είτε αριστεροί ακαδημαϊκοί είτε ένοπλοι λούμπεν προλετάριοι, μου έλεγαν όλοι πριν από λίγους μήνες: “Η Χαμάς δεν υποστηρίζει την αντίσταση εδώ, επί τόπου. Σκέφτεται μόνο τα δικά της συμφέροντα”.

Και πραγματικά, η Χαμάς δεν συμπεριφερόταν σαν μια μαχόμενη οργάνωση, αλλά ως μια στρατιωτική δομή, ως κράτος. Η λειτουργία της όμως έχει αυτή την ιδιαιτερότητα, ότι περιέχει αναγκαστικά την προοπτική της απάντησης από το Ισραήλ, απέναντι στην οποία θα ήταν σε μια θέση συντριπτικής κατωτερότητας. Η Χαμάς συμπεριφέρεται ως ένα κράτος αλλά χωρίς τα μέσα ενός κράτους, και θυσιάζει τα συμφέροντα ενός μέρους του μηχανισμού της, και της κοινωνικής της βάσης στη Γάζα, με την ελπίδα ότι θα αποκτήσει περισσότερα μέσα στο μέλλον. Επιπλέον, αρκετοί από τους ηγέτες της μπορεί να χάσουν τη ζωή τους σε αυτή την ιστορία.

Η επιχείρηση της 7ης Οκτώβρη12 συνιστά, από την πλευρά μιας κυρίαρχης τάξης, μια εντυπωσιακή συμπεριφορά, η οποία όμως εξηγείται πάνω από όλα, από τις αντιφάσεις που διατρέχουν την ίδια τη Χαμάς. Είναι μια υπόθεση, αλλά δεν είναι αδιανόητο, την επιχείρηση της 7ης Οκτώβρη να την συνέλαβε η ένοπλη πτέρυγα της Χαμάς χωρίς ιδιαίτερη διαβούλευση με την πολιτική ηγεσία (κάποιος μπορεί επίσης να φανταστεί ότι το μέγεθος της παραβίασης στο τείχος προκάλεσε έκπληξη στους ίδιους τους σχεδιαστές της επίθεσης, που πιθανόν επεδίωξαν να πραγματοποιήσουν μια επιχείρηση αυτοκτονίας χωρίς να περιμένουν μια τέτοια κατάρρευση του ισραηλινού στρατιωτικού μηχανισμού, κάτι που άνοιξε την πόρτα σε μεγάλης κλίμακας σφαγές).

Η επιχείρηση της Χαμάς δεν είναι επ’ ουδενί μια περίπτωση φανατικού “χιλιασμού”13. Είναι ένα επικίνδυνο στοίχημα, που θα μπορούσε όμως να αποδώσει κέρδη. Οι επιλογές στα χέρια του Ισραήλ είναι περιορισμένες. Υπάρχει ο δρόμος της διαπραγμάτευσης και ο δρόμος του τοπικού πολέμου, και όχι πολλές άλλες επιλογές ενδιάμεσα. Παραμένει, όμως, ένα στοίχημα, γιατί δεν είναι σίγουρο ότι το ισραηλινό κράτος και κεφάλαιο θα επιλέξει την σταθεροποίηση.

Σε κάθε περίπτωση, το στάδιο της “σφαγής” από τους συνεχείς, μαζικούς βομβαρδισμούς, είναι αναπόφευκτο, αλλά αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα, το οποίο προφανώς δεν προκαλεί καμμιά έγνοια στους ηγέτες.

Λες ότι η Χαμάς συνιστά ένα Κράτος, αλλά χωρίς να έχει τα μέσα να φέρεται ως τέτοιο. Λες επίσης ότι αν θυσιάζει κάποια από τα συμφέροντά της, το κάνει για να έχει περισσότερα οφέλη αργότερα. Μπορείς να γίνεις πιο ακριβής;

Είναι απλά το να αναγνωριστεί ως μέρος στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης. Πιθανόν, χωρίς την οπτική μιας ειρηνευτικής συμφωνίας, δεν είμαστε ακόμα σε αυτό το σημείο και, στην πραγματικότητα, σκέφτομαι ότι ούτε η Χαμάς ούτε το Ισραήλ ενδιαφέρονται για μια καθολική συμφωνία. Αλλά, η εξολόθρευση της Χαμάς, από την σκοπιά του Ισραήλ, δεν μπορεί να παρθεί στα σοβαρά. Επιδεικνύοντας τις στρατιωτικές της δυνατότητες, η Χαμάς επιδιώκει να δείξει ότι είναι σημαντική στην περιφερειακή ισορροπία ισχύος.

Η αποτυχία επανέναρξης διαπραγματεύσεων ανάμεσα στο Ιράν και τις Ηνωμένες Πολιτείες τα τελευταία χρόνια δείχνει ότι δεν είναι τώρα η εποχή για “λύσεις”. Για την Χαμάς πρόκειται, όπως λένε όλοι, για το μπλοκάρισμα της αμερικανικής λύσης στη βάση μιας συμφωνίας ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία. Αυτό που έχει να κερδίσει από αυτή την υπόθεση είναι,, πρώτα από όλα, η εδραίωσή της ως συνομιλητή για τις αραβικές χώρες και η συνέχιση της περιθωριοποίησης της ΟΑΠ (Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, μέλος της οποίας είναι η Φατάχ, αλλά και το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης) στη Δυτική Όχθη και τον Λίβανο. Πρόκειται για την κατάκτηση μικρών αγορών παλαιστινιακής εκπροσώπησης εις βάρος του ανταγωνιστή της, της ΟΑΠ.

Είναι τα συμφέροντα που διακυβεύονται πραγματικά τόσο στενά;

Δεν ξέρω πραγματικά πώς να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση. Προφανώς, μια τέτοια στρατιωτική επιχείρηση και ο πόλεμος που αυτή πυροδοτεί πρέπει να ειδωθούν επίσης σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο, στο οποίο καταρρέουν τα κανάλια της καπιταλιστικής ρύθμισης.

Ο πόλεμος είναι πάντα, πιστεύω, μια προσπάθεια επίλυσης της κρίσης της καπιταλιστικής παραγωγής αξίας, ως μια διαδικασία απο-συσσώρευσης. Είναι όμως επίσης και η έκφραση της διατάραξης της ισορροπίας που κυβερνά την σχέση κράτος-κεφάλαιο. Είναι μια στιγμή της κρίσης που ο έλεγχος του κεφαλαίου, του παγκόσμιου κεφαλαίου, πάνω στο κράτος, χαλαρώνει υπέρ της μονοπώλησης του κράτους από συγκεκριμένους καπιταλιστικούς τομείς, ακόμα-ακόμα και “οικογένειες” ή πολιτικούς. Ο πόλεμος μεταξύ των καπιταλιστών δεν είναι μόνο ένας πόλεμος ανάμεσα σε ιμπεριαλισμούς. Εμπλέκει πολλούς δρώντες που, στην απουσία δικλείδων ασφαλείας, κάποιες φορές ποντάρουν επικίνδυνα, παίζουν ένα χαρτί προσπαθώντας να εκμεταλλευτούν μια αναταραχή στις δυνάμεις που είναι παρούσες. Αυτό είναι το είδος της δίνης της οποίας είμαστε μάρτυρες μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Μέτωπα που είχαν παγώσει, ξυπνούν ξανά: είχαμε το Ναγκόρνο-Καραμπάχ, τώρα είναι η Γάζα.

Τα γενικά επιτελεία προχωρούν, δοκιμάζουν σχέδια, τεστάρουν τις αντιστάσεις και ρίχνονται στα βαθιά. Αυτό είναι που, αυθόρμητα, θέλουν να κάνουν πάντα. Αυτό που μας εκπλήσσει, τα δυο τελευταία χρόνια, είναι η έκταση στην οποία οι παλιές δικλείδες ασφαλείας, που τα συγκρατούσαν, φαίνεται να καταρρέουν.

Ποια είναι η φύση της κυριαρχίας της Χαμάς πάνω στον πληθυσμό της Γάζας; Πώς εδραιώνει την εξουσία της; Ποια ωφέλη αντλούν από αυτό οι ηγέτες της; Τι δεσμούς έχουν (φανερούς ή όχι) με το Ισραήλ;

Η Χαμάς είναι ένα κίνημα που αναδύθηκε από το κίνημα των Αδελφών Μουσουλμάνων. Όπως σχεδόν σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο, αναπτύχθηκε τις δεκαετίες του 1970 και 1980 στις τάξεις των Παλαιστινίων μικροαστών, στα κατεχόμενα και στη διασπορά. Από τη στιγμή που μπήκε στη μάχη ενάντια στο Ισραήλ, στον απόηχο της πρώτης Ιντιφάντα, η κοινωνική της βάση διευρύνθηκε, συμπεριλαμβάνοντας και πιο προλεταριακά τμήματα, πριν ο έλεγχος της περιοχής της Γάζας και η στρατιωτικοποίησή της αλλάξει ριζικά τον χαρακτήρα της. Βρέθηκε, όπως είπαμε, στη θέση ενός κρατικού μηχανισμού, με την ανάγκη να ενσωματώσει πολλές αποκλίνουσες και ανταγωνιστικές κατηγορίες συμφερόντων, να κάνει τον ταχυδακτυλουργό ή τον διαιτητή μεταξύ τους. Και, παράλληλα, καθώς η Γάζα δεν είναι ένα πραγματικό κράτος, η ίδια η Χαμάς έχει μετασχηματιστεί σε ένα κόμμα-πολιτοφυλακή, συγκρίσιμη με την Χεζμπολά στον Λίβανο.

Αυτή η διπλή εξέλιξη έχει μια αντιφατική διάσταση. Υποθέτω ότι ο παρών πόλεμος σηματοδοτεί τη νίκη της δεύτερης λογικής επί της πρώτης. Ο ένοπλος βραχίονας επικράτησε πάνω στον κρατικό μηχανισμό· τα στρατιωτικά κυκλώματα προσόδου (έσοδα με προέλευση από το Ιράν) επικράτησαν πάνω στα αντίστοιχα πολιτικά (έσοδα με προέλευση από το Κατάρ).

Η Χαμάς είναι ένα διαταξικό κίνημα, κάτι που εξηγεί τις απρόβλεπτες κινήσεις της. Η εμπορική αστική τάξη της Δυτικής Όχθης κατέληξε να ταυτιστεί μαζικά μαζί της στα μέσα της δεκαετίας του 2000· το κίνημα κέρδισε τις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2006 ως “κόμμα της τάξης”: υποσχέθηκε να βάλει ένα τέλος στο χάος της ασφάλειας, να σιγάσει τα όπλα, να πολεμήσει τη διαφθορά, να αναπτύξει έναν πραγματικό κρατικό μηχανισμό, να διασφαλίσει την κοινωνική τάξη, με κοινωνική αναδιανομή βασισμένη στην φιλανθρωπία.

Εμφανίστηκε, παραδόξως, ως το κόμμα ενάντια στην Ιντιφάντα, και η πλειοψηφία των πιο σημαντικών στοιχείων στα δύο εμπορικά κέντρα της Δυτικής Όχθης, την Ναμπλούς και την Χεβρώνα, την υποστήριξαν εκείνη την περίοδο, ενώ παρέμεναν συνδεδεμένα με οικονομικά συμφέροντα από την Ιορδανία. Η Χαμάς κέρδισε τις ίδιες κοινοβουλευτικές εκλογές στη Γάζα, αλλά βάζοντας μπροστά συνθήματα αντίστασης και στρατολόγησης, που είχαν ως στόχο το λούμπεν προλεταριάτο στους προσφυγικούς καταυλισμούς. Όχι στη λογική ενός κοινωνικού κινήματος ή κινήματος εξέγερσης, αλλά στη λογική των στρατιωτικών πελατειακών σχέσεων. Σε αντίθεση με τη Δυτική Όχθη, δεν υπάρχει τάξη εμπόρων ή αστών στη Γάζα.

Έκτοτε, η διαταξικότητα αυτή δεν έχει “εκραγεί”. Η Χαμάς εξακολουθεί να χρησιμοποιεί αντιτιθέμενες λογικές κινητοποίησης. Ο αρχηγός του στρατιωτικού σκέλους, Mohammad Deif, είναι ένα είδος μυθικής μορφής που έχει επιζήσει από πολλές απόπειρες δολοφονίας. Εμφανίζεται ντυμένος σαν Τζέημς Μποντ για να μιλήσει σε εφήβους στα στρατόπεδα προσφύγων, ενώ ηγέτες της Χαμάς με κοστούμια συχνάζουν σε πεντάστερα ξενοδοχεία στο Κατάρ, τρώγοντας κάθε είδους εκλεκτά εδέσματα με υπουργούς και καπιταλιστές από τον αραβικό κόσμο ή την Τουρκία. Και αν είναι η φράξια του Mohammad Deif που εξαπολύει μια επιχείρηση, όπως αυτή της 7ης Οκτώβρη, η φράξια των κουστουμαρισμένων με τις γραβάτες την αφήνει να συμβεί, γιατί ελπίζει κρυφά ότι θα δρέψει τους καρπούς της στους διπλωματικούς διαδρόμους.

Είμαι πιο επιφυλακτικός σχετικά με το τι σκέφτεται για όλα αυτά η κομπραδόρικη αστική τάξη στην πόλη της Γάζας, ενώ τα χωριά τους ισοπεδώνονται από τους βομβαρδισμούς.

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της εκμετάλλευσης των προλετάριων στη Γάζα;

Έχω περάσει αρκετό χρόνο στη Δυτική Όχθη αλλά δεν γνωρίζω άμεσα τη Λωρίδα της Γάζας. Εξαιτίας της πολιτικής και γεωγραφικής της θέσης, “κολλημένη” σε ένα σημείο εντατικής καπιταλιστικής συσσώρευσης, κάποιος θα μπορούσε να πει ότι η Γάζα είναι ένα είδος “χωματερής” για το Ισραήλ. Αλλά ακόμα και στους σκουπιδοτενεκέδες των καπιταλιστών υπάρχουν κοινωνικές διαιρέσεις.

Είναι ένα είδος γκέτο, εν συντομία; Συγκεκριμένα, έχουν δουλειά οι προλετάριοι στη Γάζα (τυπική ή όχι) ή θα έπρεπε να θεωρηθούν, κυρίως, πλεονάζοντες εργάτες;

“Πλεονάζοντες”, με την έννοια ότι η εργασία στη Γάζα δεν επιτρέπει σχεδόν πουθενά την καπιταλιστική συσσώρευση. Το κεφάλαιο που κυκλοφορεί στη Γάζα προέρχεται ουσιαστικά από εισοδήματα (και, ακόμα και τότε, πρόκειται για μικρά εισοδήματα): εισοδήματα από βοήθεια από το εξωτερικό (Ιράν και Κατάρ), εισοδήματα από μονοπωλιακές καταστάσεις (τα τούνελ14). Τα κέρδη που παράγονται δεν προέρχονται από την εκμετάλλευση της εργασίας από τους καπιταλιστές. Η αναπαραγωγή των προλετάριων και η παραγωγή αξίας είναι δυο διακριτές διαδικασίες, όπως θα έλεγαν άλλοι. Τα αφεντικά είναι στην συντριπτική τους πλειοψηφία μικροαφεντικά και το κράτος δεν ρυθμίζει τίποτα.

Η Γάζα είναι ένας χώρος εντελώς εκτός των κυκλωμάτων παραγωγής καπιταλιστικής αξίας, όπως πολλές άλλες περιφέρειες του κόσμου. Δεν υπάρχει “εθνική αστική τάξη”, γιατί δεν υπάρχει ντόπιο κεφάλαιο της Γάζας. Δεν υπάρχει ούτε “παραδοσιακή αστική τάξη”, όπως στη Δυτική Όχθη ή την Ιερουσαλήμ – αυτές οι παλιές φαμίλιες, που κάθονται πάνω σε σκονισμένα εμπορεύματα και κεφάλαιο γης, αλλά εξακολουθούν να επηρεάζουν τις κοινωνικές σχέσεις. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει στη Γάζα μια μορφή καινούριας “κομπραδόρικης” αστικής τάξης, που βασίζεται στα εισοδήματα από την κυκλοφορία του κεφαλαίου. Δεν είναι μια τάξη με την αυστηρή έννοια, είναι ένας κοινωνικός σχηματισμός, που αντλεί μεγάλα ποσά από τη θέση του ως ενδιάμεσου στις ανταλλαγές με ξένους καπιταλιστές (σε αντίθεση με μια αστική τάξη που έχει συμφέροντα στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας).

Ένα τμήμα αυτής της μπουρζουαζίας ταυτίζεται με τον πολιτικό μηχανισμό της Χαμάς, γιατί το κεφάλαιο που κυκλοφορεί προέρχεται κυρίως από πρόσοδο γεωπολιτικής φύσης, που προέρχεται από κράτη όπως το Ιράν και το Κατάρ. Υπάρχουν, όμως, και άλλα εισοδήματα, για παράδειγμα αυτά που συνδέονται με την κυκλοφορία στα σύνορα με την Αίγυπτο. Έχουν χτιστεί περιουσίες ολόκληρες από το λαθρεμπόριο στα τούνελ, και εδώ είμαστε πιο κοντά στη φιγούρα του παγκοσμιοποιημένου φεουδάρχη – τυπικά, μια σχέση αφεντικού-εργάτη. Το 2007 υπήρχαν πολύ έντονες ένοπλες συγκρούσεις ανάμεσα σε βασισμένες σε φατρίες κοινωνικές ομάδες, και τον πολιτικο-στρατιωτικό μηχανισμό της Χαμάς στην Ράφα, στο νότιο κομμάτι της Λωρίδας, με αντικείμενο την φορολόγηση της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων.

Η Χαμάς, σε αντίθεση με την Παλαιστινιακή Αρχή (ΠΑ), δεν έχει την ευθύνη δημοσίων υπηρεσιών, δεν είναι αυτή που πληρώνει μισθούς: αυτά είναι πάντα στην ευθύνη της ΠΑ. Αυτό είναι, επίσης, μια μόνιμη πηγή εκβιασμού: η ΠΑ συχνά κόβει ή μειώνει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων στη Γάζα για να αποδυναμώσει τη Χαμάς.

Εν μέρει, ως συνέπεια αυτού, αναμφίβολα, υπάρχουν συχνά “κοινωνικές” κινητοποιήσεις που απαιτούν αξιοπρέπεια – τυπικά, νερό, ρεύμα, μισθούς. Η Χαμάς τις καταστέλει, λίγο-πολύ βίαια, αλλά με μια συγκεκριμένη αυτοσυγκράτηση που υπονοεί ότι προσέχει να μην “ρίχνει λάδι στη φωτιά”. Η παρούσα στρατιωτική επίθεση είναι συνέχεια ενός παρόμοιου επεισοδίου που συνέβη αυτό το καλοκαίρι [του 2023]. Είναι εύκολο να φανταστούμε ότι υπάρχει μια σύνδεση, ή αν μη τι άλλο μια λογική, που συνδέει αυτούς τους δυο τύπους γεγονότων.

Οι διαμαρτυρίες ενάντια στην Χαμάς-διαχειριστή και η υποστήριξη της Χαμάς-μαχητή δεν είναικαθόλου ανταγωνιστικές. Η πρώτη προσβάλει την αξιοπρέπεια που η δεύτερη την εκδικείται. Χωρίς την Χαμάς-μαχητή, η Χαμάς-διαχειριστής θα είχε πιθανόν να αντιμετωπίσει μια μεγαλύτερη πρόκληση στη Γάζα.

Λες ότι “γνωρίζεις” καλλίτερα τη Δυτική Όχθη από τη Γάζα. Υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ αυτών των δύο περιοχών ή, αντίθετα, είμαστε μάρτυρες δυο εκδοχών της ίδιας λογικής;

Η λωρίδα της Γάζας έχει γίνει εδώ και καιρό η “χωματερή” πλεοναζόντων εργατών που ανέφερα παραπάνω. Μια μικρή περιοχή που πλημμύρισε από πρόσφυγες που σπρώχτηκαν εκεί την περίοδο 1947-1948, υπερκεράζοντας τον ντόπιο πληθυσμό που ήταν στην πλειοψηφία του αγροτικός. Δεν υπάρχουν πλουτοπαραγωγικοί πόροι εκεί. Στη Δυτική Όχθη, ο σχηματισμός των τάξεων είναι διαφορετικός, με πόλεις και προύχοντες. Και υπάρχουν γεωργικοί και υδάτινοι πόροι τους οποίους μονοπωλεί το Ισραήλ. Οι μισθοί [στη Δυτική Όχθη] είναι διπλάσιοι, υπάρχουν μερικές βιομηχανίες, που βασίζονται στην σχετική ενσωμάτωση της κομπραδόρικης τάξης της ΠΑ στο ισραηλινό κεφάλαιο. Η Φατάχ, που κυβερνά τις πόλεις, είναι ένα κόμμα που δεν έχει πια καμμιά κοινωνική συνοχή. Το 2006 έχασε τις εκλογές από τη Χαμάς. Το 2007 έκανε ένα πραξικόπημα, υποστηριζόμενη από το Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες, για να διατηρήσει τους μοχλούς της δημόσιας εξουσίας στις πόλεις της Δυτικής Όχθης, “εγκαταλείποντας” τη Γάζα στη Χαμάς. Έκτοτε, δεν έχει πλέον καμμιά νομιμοποίηση βασισμένη σε οποιαδήποτε μορφή δημοκρατικής διαδικασίας. Η εξουσία της βασίζεται στη συνεργασία με το Ισραήλ, κρυμμένη πίσω από κούφια εθνικιστική ρητορική. Κυβερνά θύλακες που είναι απομονωμένοι μεταξύ τους, αυξανόμενα περιτρυγιρισμένους από εποίκους, στους οποίους εισβάλει συχνά ο ισραηλινός στρατός. Όσον αφορά το προλεταριάτο στη Δυτική Όχθη είναι περισσότερο ενσωματωμένο στο ισραηλινό κεφάλαιο από αυτό της Γάζας. Πολλοί Παλαιστίνιοι εργάτες από τη Δυτική Όχθη δουλεύουν, νόμιμα ή παράνομα, στις ισραηλινές περιοχές ή στα εποικισμένα εδάφη. Έχουν οικονομικούς δεσμούς με Παλαιστίνιους από το 1948, οι οποίο έχουν ισραηλινή υπηκοότητα· συχνά, μιλούν εβραϊκά.

Τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στη Δυτική Όχθη; Τι κάνει η Φατάχ; Υπάρχουν κοινωνικές ή πολιτικές δυνάμεις που έχουν λίγο-πολύ έναν προλεταριακό χαρακτήρα, που θα μπορούσαν να ενισχυθούν τη στιγμή της κρίσης;

Η Λωρίδα της Γάζας μου φαίνεται ότι έχει “χαθεί”, αυτή τη στιγμή, από τη σκοπιά των δυνατοτήτων για προλεταριακή δραστηριότητα. Είναι διαφορετικά στις πόλεις της Δυτικής Όχθης, όπου η ενδοπαλαιστινικακή πάλη για πολιτικό έλεγχο εξελίσσεται εδώ και χρόνια με αυτόνομες εκδηλώσεις της ταξικής πάλης. Ο κοινωνικός έλεγχος διασφαλίζεται από κοινού από έναν μηχανισμό ασφαλείας που ελέγχουν οι εξαρτημένοι από το Ισραήλ κομπραδόροι καπιταλιστές, και από αστικές “βαρονίες” που συνδέονται με την Ιορδανία. Η συνοχή αυτής της τάξης συνεχίζει να αποσυντίθεται. Η Φατάχ δεν ρυθμίζει πλέον τίποτα και όλοι προσπαθούν να “κόψουν” το δικό τους τσιφλίκι εις βάρος των άλλων. Το γεγονός που αναμενόταν και υποτίθεται ότι θα ξεκαθάριζε όλη αυτή την κατάσταση ήταν ο θάνατος του παρανοϊκού “δεινόσαυρου” Μαχμούντ Αμπάς, αλλά τα πράγματα δεν μπορεί παρά να επιταχυνθούν.

Η Χαμάς, εδώ και πέντε χρόνια, είναι σε αδράνεια στη Δυτική Όχθη. Καμμιά άμεση πολιτική ή στρατιωτική δραστηριότητα. Διατηρεί πιστούς, αλλά διακριτικά. Οι ένοπλες ομάδες που επανεμφανίστηκαν στον βορρά (Ναμπλούς, Τζενίν, Τουλκαρέμ), δεν συνδένται με αυτήν. Μια τέτοια παθητικότητα δίνει την εντύπωση ότι η Χαμάς έχει αποδεχτεί την κατάσταση και δεν θέλει να σπάσει το στάτους κβο. Εντός των ένοπλων ομάδων στους προσφυγικούς καταυλισμούς, αυτό της έδωσε κακή “δημοσιότητα”: ήταν η άλλη όψη της Φατάχ, με ένα πρόσωπο και πολιτικά συμφέροντα διαφορετικά από αυτά των ανθρώπων. Και μετά, αυτή η επιχείρηση [της 7ης Οκτώβρη του 2023]: αλλάζει ξεκάθαρα την αντίληψη για την κατάσταση. Η εικόνα της, είτε μας αρέσει είτε όχι, θα βελτιωθεί σημαντικά15. Ήδη βλέπουμε τη σημαία Hamsaoui να κυματίζει παντού στις διαδηλώσεις, κάτι που ήταν αδιανόητο πριν από έναν μήνα. Θα αμφισβητήσει άμεσα η Χαμάς την εξουσία της ΠΑ στη Δυτική Όχθη; Αυτό είναι απίθανο, καθώς οι δραστηριότητές της παρακολουθούνται στενά όχι μόνο από την ΠΑ αλλά και από το Ισραήλ, και οι παλαιστινιακοί θύλακες στη Δυτική Όχθη δεν αποτελούν μια συνεκτική περιοχή· δεν μπορούν τα εδάφη αυτά να κρατηθούν στρατιωτικά χωρίς διαπραγμάτευση με τον ισραηλινό στρατό. Μπορεί όμως να αλλάξει τη στρατηγική της, υποστηρίζοντας με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τις ένοπλες ομάδες.

Σε κάθε περίπτωση, τα πράγματα αναγκαστικά θα αλλάξουν. Η ΠΑ θα παλέψει να διατηρήσει τον έλεγχο της ασφάλειας. Η συνοχή της τάξης που έχει την ευθύνη της πολιτικής και της ασφάλειας θα τεθεί σε δοκιμασία.

Ο στρατός και οι έποικοι, παράλληλα με την επίθεση στη Γάζα, έχουν αρχίσει και μια σειρά επιθέσεων στη Δυτική Όχθη. Η επίθεση αυτή θα ενταθεί, μαζί με τις σφαγές που συνεπάγεται, πιο περιορισμένα σε σχέση με τη Γάζα αλλά, επίσης, αναμφίβολα, πιο “αυτο-οργανωμένα”.

Νιώθω, όμως, έναν συγκεκριμένο ενθουσιασμό στην ιδέα ότι το σιδερένιο πέπλο της καταστολής και της ακινησίας που επέβαλε η ΠΑ τα τελευταία 15-20 χρόνια θα σαρωθεί και ότι η κατάρρευση της αστυνομίας θα επιτρέψει την κοινωνική έκρηξη που αναμένεται για χρόνια. Οι ταξικές σχέσεις στη Δυτική Όχθη είναι εξαιρετικά βίαιες. Η μπουρζουαζία της Δυτικής Όχθης κερδίζει για πολύ καιρό από τη συνεργασία με το Ισραήλ, έχει “περιδρομιάσει”16, θα ήταν πολύ καλό αν “έσφιγγε ο κώλος της” λίγο17.

Εδώ και κάποιο καιρό υπάρχει κοινωνική αμφισβήτηση στο Ισραήλ, κόντρα στον Νετανιάχου και ιδιαίτερα τη μεταρρύθμιση που θέλει να κάνει στη δικαιοσύνη. Ποιες είναι οι συνέπειες αυτών των αγώνων (αν υπάρχουν τέτοιες) για την τρέχουσα κατάσταση; Σε ποιον βαθμό οι “πολιτικές” αντιστάσεις του Ισραηλινού πληθυσμού (για παράδειγμα, οι πρόσφατες αγώνες ενάντια στην μεταρρύθιση του δικαστικού συστήματος) εκφράζουν τέτοιες επιδιώξεις;

Ο πόλεμος μου φαίνεται να είναι επίσης σύμπτωμα της απώλειας συνοχής της τάξης των καπιταλιστών· την ίδια στιγμή, η στρατιωτική ενότητα έρχεται να συγκαλύψει την απώλεια αυτής της συνοχής. Η στρατιωτική κατάρρευση του Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου μοιάζει σε μεγάλο βαθμό να απορρέει από την πάλη που διατρέχει την ισραηλινή καπιταλιστική τάξη και η οποία, για πρώτη φορά, έφτασε και στον θεσμό του στρατού. Η πάλη αυτή, τους τελευταίους μήνες, έχει ενταθεί και έχει βγει και στους δρόμους. Το παλιό Ισραήλ, Ασκενάζι, αστικό, κοσμικό και μιλιταριστικό, που συσσωρεύει “κάθετα” στο Τελ Αβίβ, έχει συγκρουστεί με την ακροδεξιά στην εξουσία, Σεφαρδική, εκδικητική και η οποία συσσωρεύει “οριζόντια” στους λόφους της Δυτικής Όχθης. Αλλά στις διαδηλώσεις, τίποτα το προλεταριακό δεν έχει ποτέ υπερισχύσει18. Ακόμα χειρότερα: τίποτα το δημοκρατικό, με την “πολιτική” έννοια όπως λες. Το προλεταριάτο στο Ισραήλ, που παρ’ όλα αυτά υφίσταται ένα πολύ υψηλό επίπεδο εκμετάλλευσης, είναι φιμωμένο από την υπαρξιακή του ενσωμάτωση στο μιλιταριστικό κράτος.

Η πολεμική εθνική ενότητα κρύβει προσωρινά την πάλη εντός της ισραηλινής άρχουσας τάξης “κάτω από το χαλί”: όλοι συμφωνούν να πνιγεί η Γάζα κάτω από μαζικούς βομβαρδισμούς· όπως και να σκεπαστεί από ένα σιδερένιο πέπλο ασφαλείας. Μετά τη γενική κινητοποίηση, το κυνήγι για τον εσωτερικό εχθρό είναι ανοιχτό. Και αφορά τους λίγους αριστεριστές που έχουν απομείνει, αλλά κυρίως και πάνω από όλα, το μουσουλμανικό προλεταριάτο (τους Παλαιστίνιους του 1948), του οποίου και η παραμικρή κίνηση αλληλεγγύης στα θύματα των χωρίς διάκριση βομβαρδισμών διώκεται. Τι θα συμβεί σε λίγους μήνες; Θα οδηγήσει ο πόλεμος σε μια ευθυγράμμιση της άρχουσας τάξης με το κομμάτι των εποίκων; Αυτό το κομμάτι, αν και απεχθές για τον θρησκευτικό του οπισθοδρομισμό από την πλειοψηφία της αστικής τάξης, είναι παρ’ όλα αυτά, το πιο συντονισμένο με την κινητοποίηση που εστιάζει στο κυνηγητό των Αράβων, που το πιο πιθανό είναι ότι δεν πρόκειται να σταματήσει.

3.

Πιστεύεις ότι το αναλυτικό πλαίσιο με βάση μόνο τον εποικισμό, είναι αποτελεσματικό για τον καθορισμό των σχέσεων ανάμεσα στο Ισραήλ και το παλαιστινιακό προλεταριάτο;

Και ναι και όχι, προφανώς.

Είμαστε σε μια κατάσταση στην οποία το διακύβευμα δεν είναι τόσο η εκμετάλλευση μιας ντόπιας εργατικής δύναμης όσο η διαχείριση ενός πλεονάζοντος προλεταριακού πληθυσμού, πλεονάζοντος σε μοναδική αναλογία όσον αφορά τα κέντρα της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Για κάθε εργάτη με σύμβαση εργασίας στο Ισραήλ, ένας άλλος κρατιέται σε ένα από τα μεγάλα κλειστά προάστια που αποτελούν τα πληθυσμιακά κέντρα κάτω από παλαιστινιακή δικαιοδοσία: τη Λωρίδα της Γάζας και τις πόλεις της Δυτικής Όχθης. Πρόκειται για σχεδόν πέντε εκατομμύρια προλετάριους, “μαντρωμένους” λίγα χιλιόμετρα μακριά από το Τελ Αβίβ, αόρατους, ποτ ζουν από την πώληση της εργατικής τους δύναμης, μέρα τη μέρα, φρουρούμενοι από στρατιώτες ώστε να μην μπορούν να φύγουν από τα κλουβιά τους.

Αυτός ο μεγάλος εγκλεισμός, αυτή η επιχείρηση διαχωρισμού, σε εθνο-θρησκευτική βάση, ανάμεσα σε προλετάριους που είναι χρήσιμοι και προλετάριους που περισσεύουν, ξεκινά την ίδια στιγμή με την ειρηνευτική διαδικασία, που στην πραγματικότητα είναι μια διαδικασία εξωτερίκευσης του κοινωνικού ελέγχου του πλεονάζοντος προλεταριάτου. Προηγουμένως, τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, οι Παλαιστίνιοι απασχολούνταν μαζικά από το ισραηλινό κεφάλαιο19.

Με αυτή την έννοια, ο όρος “αποικιοκρατικός” είναι μάλλον ακατάλληλος για να αποδώσει την κοινωνική σχέση που υπήρξε μετά τις αρχές της δεκαετίας του 1990 στο Ισραήλ-Παλαιστίνη. Έχει επιπλέον το μειονέκτημα να επιβεβαιώνει μια αντίθεση ανάμεσα σε δυο εθνικούς σχηματισμούς που στην πραγματικότητα παράγονται και αναπαράγονται μαζί. Παλαιστίνιοι και Ισραηλινοί προλετάριοι είναι κομμάτια του ίδιου συνόλου. Αυτό που συμβαίνει μετά τις 7 Οκτώβρη πρέπει να ειδωθεί ως μια διαπραγμάτευση μέσω της βίας ανάμεσα στον υπεργολάβο στη Γάζα και τον Ισραηλινό εργοδότη του. Με αυτή την έννοια, αυτό πρέπει να διακριθεί από την δραστηριότητα πάλης των Παλαιστίνιων προλετάριων, απέναντι στους οποίους βρίσκονται στην πρώτη γραμμή οι υπεργολάβοι της Χαμάς και της ΠΑ. Δραστηριότητα που δεν έχει σταματήσει ποτέ, και στην οποία, όμως, η εθνικιστική πλύση εγκεφάλου θα επιφέρει ένα βρώμικο πλήγμα, αν μη τι άλλο στη Γάζα.

Πέρα από κάθε ηθική θεώρηση, ο όρος “αντίσταση” που αναφέρεται στο (αντι)αποικιοκρατικό φαντασιακό, μου φαίνεται ακατάλληλος για να χαρακτηρίσει την στρατιωτική επιχείρηση της 7ης Οκτωβρίου: τα συμφέροντα της Χαμάς δεν είναι αυτά των προλετάριων, δεν είναι αυτά – για να χρησιμοποιήσουμε τον τρέχοντα όρο – του “Παλαιστινιακού λαού”. Οι προλετάριοι της Γάζας, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα αυτής της διαπραγμάτευσης, θα είναι αυτοί που θα θυσιαστούν – θυσιάζονται ήδη. Προς το παρόν, αν το Ισραήλ αισθανόταν την επιθυμία να απαλλαγεί από τον υπεργολάβο του, αυτό θα σήμαινει ότι θα ήθελε να απαλλαγεί από τους πλεονάζοντες προλετάριους του στη Γάζα. Αυτά τα δύο πάνε μαζί.

Από την άλλη πλευρά, όμως, σκέφτομαι ότι δεν μπορούμε να κάνουμε και χωρίς κανένα αναλυτικό πλαίσιο, βασισμένο στην αποικιοκρατία.

Το Ισραήλ έχει κληρονομήσει αυτή την ευρωπαϊκή λογική που συνίσταται στην “ζωοποίηση”20 της εργατικής δύναμης στη βάση φυλετικών κριτηρίων, στη χάραξη ενός ορίου ανάμεσα στον πολιτισμένο κόσμο και στον κόσμο πριν από τον πολιτισμό. Αυτό το παράδειγμα κυριαρχεί στο Ισραήλ και με έναν υποτιθέμενο τρόπο21. Αυτή τη στιγμή, οι κάτοικοι της Γάζας σφαγιάζονται σύμφωνα με αυτή τη λογική: πνίγονται στις βόμβες χωρίς κανέναν άλλο πολιτικό στόχο από το να “καλμάρουν”, να ξαναθυμηθούν την ιεραρχία που διαχωρίζει τις ανθρώπινες ομάδες σε αυτή την περιοχή του κόσμου. Δαγκώνει ένα σκυλί; Σκοτώνουμε την αγέλη22.

Πρέπει να θυμόμαστε ότι τα όρια ανάμεσα στον πολιτισμένο και το ζώο είναι ρευστά. Έχουν υπάρξει, και παραμένον ενεργά, και εντός της ίδιας της εβραϊκής ισραηλινής υπηκοότητας. Οι Άραβες (Mizrahi) ή Αιθίοπες (Fallasha) Εβραίοι ήταν για πολύ καιρό στη λάθος πλευρά του φράχτη και αποτελούσαν ένα είδος ντόπιων βοηθητικών στρατευμάτων που χρησιμοποιούνταν για τον κατευνασμό άλλων ντόπιων.

Το αποικιοκρατικό στοιχείο, ως κληρονομιά της ίδιας της αποικιοκρατικής περιόδου, δημιουργεί, αυστηρά μιλώντας, ένα είδος οικονομίας “οδηγού”, γύρω από την οποία “δένει” η κατασκευή των κοινωνικών κατηγοριών, και αυτή είναι απλά μια μεγενθυμένη εικόνα αυτού που συμβαίνει σε ολόκληρο το “φρούριο” που συγκροτείται από τις κεντρικές χώρες της καπιταλιστικής συσσώρευσης, όπως βλέπουμε με την άμεση μεταφορά του “πολέμου των πολιτισμών” στη Γαλλία.

Η τρέχουσα δυναμική, και η λογική της, της δημιουργίας μιας “αποθήκης” από πλεονάζοντες προλετάριους, κουβαλά ένα χείμαρο από συναισθήματα χτισμένα πάνω στον εξευτελισμό. Αντιμέτωπη με την αδυναμία να παρέμβει συλλογικά στις κοινωνικές σχέσεις, το αίσθημα ανημπόριας παράγει μια λογική διπλής δυσαρέσκειας: την αναζήτηση αναγνώρισης από τη μια, και την εκδίκηση, από την άλλη.

Είναι επειδή δεν έχουν μια αστική τάξη στην οποία να στηρίζονται, επειδή δεν έχουν ένα προλεταριάτο που να το εκμεταλλεύονται οι ίδιοι, που πολιτικοί όπως αυτοί της Χαμάς οδηγούνται να στηρίζονται στην εκμετάλλευση τέτοιων συναισθημάτων, των οποίων γίνονται η ενσάρκωση – μιας και δεν υπάρχει κάτι καλλίτερο, κάτι περισσότερο.

Για να επιστρέψουμε στο Ισραήλ, αν σκεφτούμε ότι η καπιταλιστική συσσώρευση βασίζεται ως επί το πλείστον στη μόνιμη “πολεμική οικονομία” + την απαλλοτρίωση της γης + την εκμετάλλευση του, λιγότερο ή περισσότερο τυπικά, παλαιστινιακού προλεταριάτου, πρέπει να θεωρήσουμε οποιαδήποτε “λύση” (πχ. “των δύο κρατών”) ως τελείως αδύνατη;

Από το 1990 και μετά, όταν το Ισραήλ ήθελε να ξεφορτωθεί τη διαχείριση της παλαιστινιακής εργατικής δύναμης στα κατεχόμενα εδάφη, την εμπιστεύτηκε σε έναν υπεργολάβο, την Παλαιστινιακή Αρχή. Αλλά το Ισραήλ δεν σέβεται το συμβόλαιο που υποτίθεται ότι θα οδηγούσε σε μια μορφή συμβολικής εθνικής κυριαρχίας. Τότε, ο υπεργολάβος εξεγείρεται: είναι η δεύτερη Ιντιφάντα, όπου ένας αγώνας της ΠΑ ενάντια στον εργοδότη της, και μια συνολική προλεταριακή πάλη, ενάντια στο Ισραήλ και τον υπεργολάβο, αναμειγνύονται, καταλήγοντας, όμως, να καταπνιγούν από την “τριγωνοποίηση”. Στο τέλος αυτής της ιστορικής ακολουθίας, η υπεργολαβία της Παλαιστινιακής Αρχής διασπάστηκε. Ένας κακοποιημένος, αλλά πειθήνιος, υπεργολάβος στη Δυτική Όχθη· ένας άλλος κακομεταχειρισμένος, και ανήσυχος, στη Γάζα. Αν και η Χαμάς αντιμετωπίζεται ως εχθρός, το γεγονός είναι ότι το Ισραήλ, σε αυτό το πλαίσιο, δεν μπορεί να μην έχει έναν υπεργολάβο.

Ας πάμε σύντομα πίσω στη διαδικασία αυτή και στην αποτυχία της. Γιατί οι καπιταλιστές δεν άδραξαν την “ειρήνη” που συνιστούσε η υποστήριξη μιας παλαιστινιακής “εθνικής διαδικασίας” στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη; Αυτό που άνοιξε για αυτούς τότε ήταν το άνοιγμα μιας τοπικής αγοράς με τις γειτονικές χώρες, η δυνατότητα επενδύσεων σε χώρες με φτηνή εργατική δύναμη. Θα αρκούσε να αφεθεί η Παλαιστινιακή Αρχή με τα χαρακτηριστικά ενός κράτους “της πλάκας”23, που θα χρηματοδοτείται με το ζόρι από το εξωτερικό, παραμένοντας μια δέσμια αγορά. Η απάντηση σε ένα τέτοιο ερώτημα για μένα δεν είναι ξεκάθαρη. Κάνω δύο υποθέσεις. Η πρώτη είναι αυτή που σχετίζεται με τη βαρύτητα του “στρατιωτικού” κεφαλαίου, που υποστηρίζεται από τη στρατιωτική βοήθεια που εισρέει στο Ισραήλ από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτός ο “στρατιωτικός” καπιταλισμός, που συνδέεται με τον τομέα της υψηλής τεχνολογίας, είναι διεθνοποιημένος, “ως εδώ”24 με την τοπική αγορά. Η δεύτερη υπόθεση αποδίδει την αποτυχία τη ειρηνευτικής διαδικασίας στη μεγάλη καταστροφή που αποδείχτηκε η προσπάθεια αναδιαμόρφωσης της Μέσης Ανατολής από τις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 2000. Στην περίπτωση αυτή, το Ισραήλ θα συντηρούσε τον εαυτό του περιμένοντας το πλημμύρισμα της περιοχής από την κυκλοφορία του κεφαλαίου με στρατιωτικά μέσα, πριν φανταστεί ότι θα ήταν δυνατόν να έχει υπεργολάβους χωρίς να χρειαστεί να παραχωρήσει τίποτα στις αρχές των περιοχών με τις παλαιστινιακές “εφεδρείες”. Αυτό κράτησε για περίπου είκοσι χρόνια. Σε αυτό το πλαίσιο είχε αναδυθεί ακόμα και η προοπτική ανοίγματος καινούριων αγορών στον Αραβικό κόσμο (οι λεγόμενες συμφωνίες Abraham, και νέες προοπτικές για μια pax americana με τη Σαουδική Αραβία), και είναι αναμφίβολα αυτή η κατάσταση που έχει τώρα διαλυθεί. Αυτό που έγινε εμφανές στις 7 Οκτώβρη είναι ότι η κατάσταση να έχεις “και την πίτα σωστή και τον σκύλο χορτάτο” δεν μπορεί να διατηρηθεί. Είναι απαραίτητο να διαπραγματευτεί [το Ισραήλ] με τους Παλαιστίνιους δεσμοφύλακες των παλαιστινιακών [προλεταριακών] εφεδρειών για τον περιορισμό των γκέτο-αποθηκών που έχουν εδραιωθεί στην περιοχή, ή να τα ξεφορτωθεί, κάτι που θα άνοιγε ξεκάθαρα μια καινούριο σελίδα στην ιστορία της καπιταλιστικής βίας στις χώρες του κεντρικού μπλοκ συσσώρευσης25. Δεν είναι αδύνατο. Σε κάνει να ανατριχιάζεις.

Δεν είναι η ιδέα του “παλαιστινιακού λαού”, για το ξεπέρασμα των κοινωνικών διαιρέσεων, λιγότερο αποτελεσματική, ακόμα και για το εσωτερικό των κυρίαρχων τάξεων;

Η κοινωνική κριτική, πιστεύω, είναι πάνω από όλα η παραγωγή των κατηγοριών που μας επιτρέπουν να σκεφτούμε τους ανταγωνισμούς με όρους κοινωνικών αντιθέσεων. Σε ένα πλαίσιο όπως αυτό για το Ισραήλ-Παλαιστίνη, αυτό μπορεί να μοιάζει σαν μια προσπάθεια που έρχεται να διαστρέψει τις υποκειμενικές κατηγορίες που υπάρχουν, στη βάση των οποίων κατασκευάζονται συναισθήματα σχετικά με τη μάχη, για το τι γίνεται αντιληπτό ως ταυτότητα.

Η ιδέα του “παλαιστινιακού λαού” ως μιας κατηγορίας αντίθετης στο “Ισραήλ”, είναι προφανώς αποτελεσματική σε πολλά σημεία: στις ταυτότητες και, στα περισσότερα μυαλά, επίσης ως ένας τρόπος νομιμοποίησης των προλεταριακών αγώνων.

Αλλά η εθνικοποίηση των κοινωνικών σχέσεων έχει μια ιστορία, που είναι πρώτα και κύρια αυτή των κυρίαρχων τάξεων26: είναι η ιστορία του σχηματισμού μιας καπιταλιστικής εβραϊκής αστικής τάξης που ήρθε για να εξαλείψει την φεουδαρχική-εμπορική αραβική αστική τάξη· της σύντηξης αυτής της αστικής τάξης με ένα στρατιωτικό κράτος κλπ. Οι προλετάριοι βρίσκουν τον εαυτό τους παγιδευμένο σε αυτή την εθνικοποίηση των ανταγωνισμών με την άρχουσα τάξη.

Δεν πρέπει ποτέ να χάνουμε την οπτική του γεγονότος ότι στον “παλαιστινιακό αγώνα”, περιλαμβανομένου αυτού που διεξάγεται κάτω από τη σημαία της Χαμάς, πρέπει να διαβάζουμε πάνω από όλα έναν αγώνα που διεξάγεται από τις κυρίαρχες αραβικές κοινωνικές τάξεις – ή αυτές που φιλοδοξούν να επενδύσουν σε αυτές – για την ενσωμάτωσή τους στο ισραηλινό κεφάλαιο. Τα συμφέροντα των προλετάριων, που κάποιες φορές βρίσκονται κάτω από τη σημαία του εθνικού αγώνα, είναι, σε τελική ανάλυση, αντίθετα με αυτά της μπουρζουαζίας τους.

Πιστεύω ότι πρέπει να δείξουμε αλληλεγγύη όχι στην “Παλαιστινιακή αντίσταση”, αλλά στους αγώνες που γίνονται από τους προλετάριους ενάντια στις συνθήκες ζωής που τους έχουν επιβάλει. Αλλά οι προλετάριοι μάχονται κάτω από τις σημαίες που τους προσφέρονται. Δεν είναι η σημαία που θα πρέπει να κοιτάμε αλλά οι ίδιοι οι αγώνες. Μια παλαιστινιακή σημαία, ακόμα και μια σημαία της Φατάχ ή της Χαμάς, είναι δυνάμει σημαίες αγώνων, οι οποίοι, ανάλογα με το πλαίσιο, ξεφεύγουν από τους πολιτικές διαχειριστές. Επιπλέον, δεν θα πρέπει έχουμε “γραμμένη” τη Χαμάς27 επειδή είναι Ισλαμιστές, αλλά επειδή είναι ένας μηχανισμός επιτήρησης του προλεταριάτου, ένα κράτος εν τη γενέσει.

Το γεγονός παραμένει ότι αυτή η κοινωνική κριτική μπορεί μερικές φορές να φαίνεται απίστευτα ψυχρή και μακριά από μια εμπειρία αγώνα που κινητοποιεί άλλες κατηγορίες. Ο “ρόλος” που παίρνω28 όταν μιλώ για τον διαλεκτικό υλισμό “εν ψυχρώ” δεν είναι ο ίδιος με αυτόν όταν η κατάσταση ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μου, με τη βία, τους αγώνες, τις υποκειμενικότητές της.

Μου φαίνεται ότι σε αυτό το πλαίσιο υπάρχει μια πρόκληση να διατηρήσει κανείς όχι μια θέση αλλά μια οπτική, μια μέθοδο. Μια επαναστατική ματιά συνίσταται πρώτα απ’ όλα στο να μην τυφλώνεται κανείς από την αυτονομία των ηθικών κατηγοριών που χειραγωγεί η αριστερά29. Αντιλαμβάνομαι δύο [σκέψεις] που, αυτή τη στιγμή, απειλούν, σε συζητήσεις, να συντρίψουν μια σκέψη που στρέφεται προς τη διαλεκτική.

Η πρώτη είναι το αντανακλαστικό του θρήνου με θέμα “το προλεταριάτο δεν είναι όπως θα το θέλαμε”: μουσουλμάνοι αντισημίτες προλετάριοι, εβραίοι ρατσιστές προλετάριοι. Πέρα από το γεγονός ότι μια τέτοια σκέψη – που συνίσταται στο να κοιτά κανείς την εσωτερικότητα ενός προλετάριου από μια διανοητική σκοπιά – είναι από τη φύση της αστική, είναι ιδιαίτερα ακατάλληλη σε μια κατάσταση ανταγωνισμού στην οποία δεν εκδηλώνεται καμμιά μορφή προλεταριακής αυτονομίας.

Αυτό που ξεδιπλώνεται αυτή τη στιγμή είναι μια λογική πλύσης εγκεφάλου του προλεταριάτου, από τη μια, και μια καθαρή σφαγή “περισσευούμενων” προλετάριων, απο την άλλη. Έτσι, κάποιοι θα μετανιώνουν για τις παλιές καλές μέρες, όταν τα παλαιστινιακά πολιτικά κόμματα (και, υποτίθεται, και οι ίδιοι οι άνθρωποι) ήταν αριστεροί. Πιστεύω ότι αυτό είναι ηλίθιο. Η ιδεολογία των πολιτικών ομάδων, από τη στιγμή που θεωρήσουμε ότι παλεύουν πρωτίστως για την εδραίωση και την αναπαραγωγή των ηγετών τους ως άρχουσας τάξης, είναι δευτερεύουσα. Όσον, δε, αφορά τις μεθόδους, θα ήθελα απλά να θυμίσω, για παράδειγμα, ότι ήταν ένας κομμάντο του FDLP [Δημοκρατικό Μέτωπο γα την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, Front démocratique de libération de la Palestine], μιας ιδεολογικά ακροαριστερής παλαιστινιακής οργάνωσης (και με δεσμούς με στοιχεία της ισραηλινής άκρας αριστερας) που πραγματοποίησε τη σφαγή 22 παιδιών σε ένα σχολείο στο Ma’alot το 1974.

Μια δεύτερη περίπτωση προβληματικής σκέψης συνίσταται στο να επιτρέπει κανείς την είσοδο της μεταφυσικής στην ανάλυση. Αυτή η μεταφυσική σκέψη περιέχεται στην ιδέα της επανάληψης, που παγώνει και εκπλήσσει. Λειτουργεί στις επεξεργασίες για τις “σφαγές των Εβραίων” αλλά το ίδιο και για την “τραγωδία των Παλαιστινίων”. Αυτές οι επεξεργασίες, που ίσως αναπτύσσονται αυτόνομα στα βάθη της ψυχής, δεν είναι, παρ’ όλα αυτά, παρά καθαρά προϊόντα του τρόπου με τον οποίο η αστική τάξη μετατοπίζει τις κοινωνικές σχέσεις στον ουρανό των ιδεών.

Ας αφήσουμε στην άκρη ιστορίες για φάρσες και τραγωδίες: η ιστορία δεν επαναλαμβάνει ποτέ τον εαυτό της: οι ανταγωνισμοί που ξεδιπλώνονται είναι πάντα, πάνω απ’ όλα, τωρινοί ανταγωνισμοί.

 

30 Οκτωβρίου 2023

2 Στμ Η ενότητα και ενιαιότητα του χώρου και της οικονομίας ως χώρου κυριαρχίας του ισραηλινού κράτους, στον οποίο ξεδιπλώνονται οι κοινωνικές και ταξικές αντιθέσεις τόσο για το παλαιστινιακό όσο και το ισραηλινό προλεταριάτο, είναι η βασική θέση που διαφοροποιεί αυτή την ταξική οπτική της σύγκρουσης στην Παλαιστίνη από τις επικρατούσες “φιλοπαλαιστινιακές” απόψεις.

3 Στμ. Η ταξική οπτική στη σύγκρουση στην Παλαιστίνη προφανώς “προκαλεί” να εφαρμοστεί και σε άλλα πλαίσια κατοχής και “εθνικοαπελευθερωτικών” αγώνων (πχ. κουρδικό).

4 Στμ. Ως μιας εντελώς χαρακτηριστικής “στιγμής”, θα λέγαμε, στο συνεχές του πολέμου, κοινωνικού-ταξικού/διακρατικού, με τον “εσωτερικό” ή τον “εξωτερικό” εχθρό. Ένα συνεχές που αντιστοιχεί στην ενιαιότητα της αντίθεσης κεφάλαιο-εργασία, καθώς ούτε το κεφάλαιο ούτε οι προλετάριοι έχουν εν τέλει πατρίδα. Τα κράτη είναι “ημιδιαπερατές μεμβράνες”, τοπικοποιήσεις αυτής της ενιαίας κυκλοφορίας, καθόλου τετριμένες, φυσικά, που αυξάνουν και αναδιαμορφώνουν διαρκώς την πολυπλοκότητα της, η οποία στην ουσία συνιστά μια διαλεκτική ολότητα. Με αυτή την οπτική, και όχι τη “γεωπολιτική”, που χαρακτηρίζει τη μερική, αποσπασματική οπτική του κράτους, αξίζει να βλέπουμε τον πόλεμο, διακρατικό ή μη.

5 Στμ. Ασκενάζι ή Ασκεναζίτες αποκαλούνται τα μέλη των εβραϊκών κοινοτήτων στη Δυτική και Ανατολική Ευρώπη. Προέρχονται από Ιουδαίους που είχαν καταφύγει στην κεντρική Ευρώπη το 70 μ.Χ. για να ξεφύγουν από τους διωγμούς των Ρωμαίων. Εγκαταστάθηκαν κυρίως στην κοιλάδα του Ρήνου.

6 Στμ. Σαφαραδίτες ή Σαφραδίτες, ονομάζονται οι Εβραίοι που κατάγονται από την Ιβηρική Χερσόνησο, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που εκδιώχτηκαν, κατόπιν εντολής των Καθολικών μοναρχών, από την Ισπανία και την Πορτογαλία στα τέλη του 15ου αιώνα. Μετά τον διωμό τους εγκαταστάθηκαν στην τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία, ιδιαίτερα τη Θεσσαλονίκη, αλλά και σε άλλα μέρη του κόσμου. Ο σεφαραδιτικός Ιουδαϊσμός έχει να επιδείξει χαρακτηριστικές ιδιαιτερότητες.

7 Στμ. Ριζικά ανατρεπτική οπτική του ισραηλινού κράτους ως “Γης της Επαγγελίας” της πολυπόθητης παλινόστησης των Εβραίων προλετάριων. Ουσιαστικά το ίδιο το εβραϊκό προλεταριάτο “μαντρώνεται” στο Ισραηλινό κράτος, αποτελεί την “προίκα” του – ακόμα καλλίτερα “λάφυρα πολέμου”. Η αντιπρολεταριακή θέση, που ταυτίζει το κράτος με τον “λαό” του (το κράτος “εγγυητής” της ύπαρξης του λαού του), και άλλα συναφή οδηγούν στη λανθασμένη ανάγνωση του πολέμου στην Παλαιστίνη ως αντιπαράθεσης δύο “λαών”, αφαιρώντας τόσο από το Ισραήλ όσο και από την Παλαιστίνη τις ίδιες τις τάξεις τους. Στην πραγματικότητα, επειδή η ιδιαιτερότητα είναι ότι παλαιστινιακό κράτος δεν υφίσταται ως τέτοιο, η οπτική αυτή ανάγει το ισραηλινό κράτος στους “εβραίους” συλλήβδην, αποκρύπτοντας, φυσικά, την εσωτερικότητα που οι ίδιοι οι “παλαιστίνιοι” έχουν σε σχέση με το κράτος του Ισραήλ. Έτσι οι “Εβραίοι”, γενικά και αταξικά, ταυτίζονται με το κράτος “τους”, και οι “Παλαιστίνιοι”, επίσης γενικά και αταξικά, εξωτερικοποιούνται σε σχέση με το κράτος αυτό· ως εκ τούτου, όλη η ένταση και η εσωτερικότητα της ταξικής πάλης, της συγκρότησης και των αντιπαραθέσεων στο ίδιο το προλεταριάτο – εβραϊκό και παλαιστινιακό – εξαφανίζονται.

8 Στμ. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να το δούμε αυτό, αφού δείχνει ότι στην παρούσα κρίση το κεφάλαιο μπορεί να κλιμακώσει εξαιρετικά αυτή τη διαχείριση σε βαθμό που να έχει τη μορφή κανονικού πολέμου, δηλαδή ακραίας επιθετικότητας, ελέγχου, αποκλεισμού, εξόντωσης – και μάλιστα με τρόπους “πειραματικής έρευνας” για την περαιτέρω όξυνσή της.

9 Στμ. Οι αριστερές ειρωνείες για τον “πολιτισμένο” ή “δημοκρατικό” χαρακτήρα του κράτους αυτού, δηλαδή η κοντόφθαλμη προσπάθεια της αριστεράς να αποχαρακτηρίσει το Ισραήλ ως τέτοιο, δεν είναι ουσιαστικά παρά η απέλπιδα προσπάθειά της να διασώσει τη δημοκρατία και το δημοκρατικό κράτος, να χαρακτηρίσει κάτι άλλο ως τέτοιο, να συγκαλύψει την ακραία μορφή που ο ταξικός πόλεμος μπορεί να πάρει από την “κανονική δημοκρατία”. Η προσπάθεια να “συμπληρωθεί” η δημοκρατία με το “καθεστώς εξαίρεσης” δεν έχει παρά την ίδια πρόθεση και αποτέλεσμα, τελικά. Γιατί είναι άλλο να αγνοούμε τις ιδιαιτερότητες κάθε φάσης του αστικού/δημοκρατικού κράτους και άλλο να προσπαθούμε να το διασώσουμε εμφανίζοντάς το ως “μεταλλαγμένο”, συνεπώς χάνοντας όλη τη ουσία της εγγενούς δυναμικής των μεταλλάξεών του.

10 Στμ. Εικόνα από τον ολικό πόλεμο του κεφαλαίου ενάντια στο προλεταριάτο. Δεν έχει να κάνει με ένα “έθνος”, με τη δημιουργία ενός “εθνικού κράτους” για έναν λαό! Είναι ο ζόφος που το κεφάλαιο απεργάζεται για το προλεταριάτο σε όλον τον κόσμο. Αυτό είναι το πραγματικό διακύβευμα – όχι απλά το “Λευτεριά στην Παλαιστίνη”. Να μην το βλέπουμε αυτό είναι πραγματικά καταστροφικό. Στην πραγματικότητα δεν θα έχει πουθενά ελευθερία αν δεν το κατανοήσουμε βαθιά. Και φαίνεται ότι στο εξής θα είναι όλο και πιο δύσκολο να κρυφτεί η πραγματικότητα αυτού του ωμού, ακραίου πολέμου πίσω από γεωπολιτικές “αναλύσεις”. Οι πόλεμοι θα συγκαλύπονται όλο και λιγότερο ως “διακρατικοί”, ο ταξικός χαρακτήρας τους θα γίνεται όλο και πιο φανερός.

11 Στμ. Αυτή είναι και η πραγματική έννοια του επαναστατικού ντεφαιτισμού, δηλαδή του αγώνα για να ηττηθούν οι άρχουσες τάξεις και τα κράτη σε κάθε εμπλεκόμενη χώρα. Το κλασσικό, καλό σύνθημα: “στην εθνική ενότητα είμαστε προδότες”.

12 Στμ. Ο επιθετικός χαρακτήρας της επιχείρησης αυτής της Χαμάς αποκρύπτεται, φυσικά, από τα αριστερά αφηγήματα πάσης φύσεως.

13 Στμ. Αποδίδουμε ως “χιλιασμό” καθώς ο πιο οικείος αυτός όρος αποτελεί ειδική μορφή, με βάση ένα χιλιετή κύκλο, του μιλλεναριανισμού ή μιλλεναρισμού (millenarianism και millenarism, αντίστοιχα) στο πρωτότυπο, που σημαίνουν γενικότερα την άποψη μιας θρησκευτικής, κοινωνικής ή πολιτικής ομάδας, ή ενός κινήματος, για την προσμονή μεγάλων μεταβολών στην κοινωνία μετά από τις οποίες όλα τα πράγματα θα αλλάξουν προς μια καλύτερη (ή και χειρότερη ή αμφίβολη) κατεύθυνση.

14 Στμ. Επεξηγεί ο Minassian λίγο παρακάτω στο κείμενο.

15 Στμ. Στο πρωτότυπο: Le blason: κυριολεκτικά: οικόσημο, θυρεός.

16 Στμ. Στα Γαλλκά: elle s’est gavée, στα Αγγλικά: it has gorged itself.

17 Στμ. Στα Γαλλικά: “qu’elle serre un peu les fesses”, στα Αγγλικά: “if it tightened its buttocks a little”.

18 Στμ. Στο πρωτότυπο: débordé, στα Αγγλικά: overwhelmed.

19 Στμ. Η υποχώρηση της απασχόλησης του παλαιστινιακού προλεταριάτου σχετίζεται και με την ανάγκη, με το ξέσπασμα της κρίσης στα τέλη της δεκαετίας του 1980, απασχόλησης και ενσωμάτωσης – ώστε να κατευναστεί ταυτόχρονα – μεγάλου τμήματος του εβραϊκού προλεταριάτου που άρχισε να συρρέει από τα υπό κατάρρευση καθεστώτα του “υπαρκτού” ή ήταν ήδη ντόπιο και αντιμετώπιζε το φάσμα της ανεργίας. Έτσι, για να μην φτάσει σε ένα σημείο κρίσης η κοινωνική συνοχή του “εβραϊκού” κοινωνικού σχηματισμού, μεγάλη μάζα του αραβικού/παλαιστινιακού προλεταριάτου πετάχτηκε έξω από την παραγωγική διαδικασία.

20 Στμ. Η διαδικασία που διαμορφώνει τον άνθρωπο ως ένα ζώο ικανό να παράγει και να αναπαράγεται στην σχέση κεφάλαιο/εργασία.

21 Στο πρωτότυπο: et de manière assumée, στα Αγγλικά: in an assumed manner.

22 Στμ. Στο πρωτότυπο: Un chien mord, on abat la meute, στα Αγγλικά: A dog bites, the pack is destroyed. Προφανώς δηλώνει τον χαρακτήρα συλλογικής τιμωρίας της ισραηλινής κτηνωδίας.

23 Στμ. Στο πρωτότυπο: État-croupion. Η λέξη croupion σημαίνει (επί το λογιότερον): οπίσθια, καπούλια, γλουτοί κλπ. Στην αργκώ θα λέγαμε του “κώλου”.

24 Στμ. Στο πρωτότυπο: par-dessus la tête. Στα Ελληνικά θα λέγαμε: “ως εδώ, “μέχρι τα μπούνια”.

25 Στμ. Είναι σημαντικό να αναδειχτεί η πλήρης αντιστροφή της πραγματικότητας, σχετικά με όσα συμβαίνουν τον τελευταίο χρόνο στο Ισραήλ-Παλαιστίνη, από την κυρίαρχη αριστερή εθνολαϊκιστική προπαγάνδα, που συγκαλύπτει το βασικό στοιχείο, ότι η επιχείρηση στις 7 Οκτώβρη ήταν μια καθαρά επιθετική ενέργεια της Χαμάς, αποτέλεσμα του υπαρξιακού για αυτήν ζητήματος, της επαναδιαπραγμάτευσης των όρων της υπεργολαβίας και του ελέγχου του παλαιστινιακού προλεταριάτου με το Ισραήλ. Όπως και ότι οι αγώνες του παλαιστινιακού προλεταριάτου και η αντίστασή του στη δολοφονική ισραηλινή μηχανή καθόλου δεν ταυτίζονται με τη δράση της Χαμάς, και ότι αυτό υφίσταται τη βία και τον έλεγχο από το δίδυμο του μιλιταριστικού και κυρίαρχου στην περιοχή κράτους του Ισραήλ και των υπεργολάβων/δεσμοφυλάκων της παλαιστινιακής μπουρζουαζίας (και της Χαμάς και της ΠΑ).

26 Στμ. Διαλεκτική, ταξική ανάλυση και κριτική στις κατηγορίες του λαού και του λαϊκού”. Σε μια ιστορία που είναι γραμμένη από το κράτος και το κεφάλαιο, ο “λαός” είναι αναπόσπαστος από το “έθνος”, το “εθνος” ως η κυρίαρχη ιστορική κατηγορία/δημιουργία εμπεριέχει “ιδρυτικά” τον λαό ως το υποκείμενο της “κοινής συνείδησης”, του “γενικευμένου συμφέροντος” και πρωτίστως της συγκάλυψης του ταξικού χαρακτήρα των κοινωνικών ανταγωνισμών που η εθνική, άρα και “λαϊκή”, ενότητα αντιπροσωπεύει. Η ενότητα δεν μπορεί να είναι παρά η ενότητα από την σκοπιά της κυρίαρχης τάξης και ο λαός ένα “υποκείμενο” που αντιστοιχεί σε αυτή την ενότητα, άσχετα από τις υποκειμενικές διαθέσεις των υποτελών τάξεων. Σε τελική ανάλυση ο λαός είναι αυτή η κατηγορία που στην ουσία αρνείται την ύπαρξη του προλεταριάτου ως του πόλου εκείνου του ταξικού/κοινωνικού ανταγωνισμού που υφίσταται την εκμετάλλευση από το κεφάλαιο και την υποτέλεια από το κράτος. Ο λαός δεν εκφράζει ως κατηγορία παρά την έκβαση του ταξικού ανταγωνισμού ως νίκης και κυριαρχίας της αστικής τάξης και την φενακισμένη παρουσίαση αυτής της νίκης ως λαϊκής ενότητας, μιας και ο “λαός” θα κουβαλάει πάντα, γενετικά θα λέγαμε, την συμπερίληψη της αστικής τάξης στις δυνάμεις εκείνες που ανέτρεψαν την κυριαρχία των προγενέστερων αρχουσών τάξεων, των φεουδαρχών, των παπάδων και των βασιλιάδων και την επιβολή της δικής της κυριαρχίας εν τέλει πάνω στην αναδυόμενη προλεταριακή τάξη. Εν ολίγοις, η κατηγορία “λαός” ανήκει στο ιδίωμα της κυρίαρχης αστικής τάξης και εξ ορισμού συγκαλύπτει την ουσία του ταξικού/κοινωνικού ανταγωνισμού.

27 Στμ. Στο πρωτότυπο: qu’il faut chier sur le Hamas, που έχει ενδιαφέρον γιατί το ρήμα chier σημαίνει κυριολεκτικά “χέζω”! Οπότε στην αργκώ εκδοχή θα λέγαμε: “που έχουμε “χεσμένη” τη Χαμάς”.

28 Στμ. Στο πρωτότυπο: La casquette que j’enfile, κυριολεκτικά: “Το καπέλο που φορώ”.

29 Στμ. Αυτή η χειραγώγηση των ηθικών κατηγοριών είναι ένα από τα βασικά στοιχεία που κάνουν την αριστερά ακόμα πιο μισητή για τα ζωτικά ψεύδη που πλασάρει και εκμεταλλεύεται.

Παλαιστίνη : λαός ή τάξη; (2ο Μέρος)

συνέντευξη με τον σύντροφο Minassian1

το κείμενο σε pdf

Συνεχίζοντας και βαθαίνοντας την αντιπαράθεση που έλαβε χώρα με τον Emilio Minassian στις ελευθεριακές συναντήσεις του Quercy αυτό το καλοκαίρι, και με σκοπό να υπερασπιστούμε μια ανάγνωση και μια οπτική για την κατάσταση στην Παλαιστίνη-Ισραήλ από τη σκοπιά της ταξικής πάλης, του κάναμε μερικές ερωτήσεις. Στο πρώτο μέρος (CA No. 345), συζητήσαμε την ενσωμάτωση της περιοχής Ισραήλ-Παλαιστίνη στον παγκόσμιο καπιταλισμό και την ταξική σύνθεση στην Παλαιστίνη. Σε αυτό το τεύχος θέλουμε να συζητήσουμε τις επιπτώσεις αυτής της ταξικής σύνθεσης στους προλεταριακούς αγώνες και στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.

Είναι δυνατόν ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας, όσο διαταξικός και να είναι, να μην χαλαρώσει το σφίξιμο της ταξικής κυριαρχίας για τους Παλαιστίνιους προλετάριους; Γιατί είναι πιθανόν ο ισραηλινός εποικισμός να προστατεύει την παλαιστινιακή μπουρζουαζία από μια επέκταση της ταξικών αντιθέσεων.

 

Πού βρίσκεται σήμερα η εθνικοαπελευθερωτική πάλη στην Παλαιστίνη; Υπάρχει ακόμα καν; Η εθνικοαπελευθερωτική πάλη είναι προφανώς μια συγκεκριμένη προοπτική (ένα εθνικό κράτος απελευθερωμένο από τον αποικιοκράτη), και μπορούμε να υποθέσουμε ότι παραμένει έγκυρη στην Παλαιστίνη όσο παραμένει η αποικιοκρατία. Αλλά τι σμβαίνει με τη διαδικασία κινητοποίησης; Ιστορικά, αυτή έχει λειτουργήσει πάντα γύρω από πολιτικούς σχηματισμούς, ενώ δρα πάνω στην ταξική δομή.

Στην Παλαιστίνη, η εθνικοαπελευθερωτική πάλη ενσαρκώνεται στο κόμμα της ΟΑΠ (Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης), τον παράγοντα της λεγόμενης “Παλαιστινιακής επανάστασης” που ακολούθησε τον πόλεμο του 1967: είναι γύρω από αυτά τα κόμματα (Φατάχ, FPLP – Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης – και όλες τις διασπάσεις που προέκυψαν από αυτά) που σχηματίστηκε ένα κοινωνικό κίνημα που ανέτρεψε τις παραδοσιακές ιεραρχίες που είχε κληροδοτήσει ο φεουδαρχικός κόσμος. Η “παλαιστινιακή επανάσταση” οδήγησε στην ανάδυση μιας διαχειρίστριας τάξης από την μικροαστική διανόηση στην εξορία, η οποία, μέσω της κυκλοφορίας της πολιτικής προσόδου, ενσωμάτωσε το προλεταριάτο των προσφυγικών καταυλισμών στην Ιορδανία, τον Λίβανο, τη Συρία (και μερικές φορές και μη Παλαιστίνιους προλετάριους από αυτές τις χώρες) σε οργανώσεις πάλης. Η παραδοσιακή μπουρζουαζία δεν ανατράπηκε, αλλά ταρακουνήθηκε: αναγκάστηκε να διαπραγματευτεί με αυτές τις οργανώσεις για να προστατευθεί από τους ένοπλους προλετάριους που έφεραν τα χρώματά τους. Αυτός είναι η κλασσική κινητήρια δύναμη των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων: η απορρόφηση σε ένα πολιτικό πλαίσιο, που επιδιώκει τον μετασχηματισμό του σε έναν κρατικό μηχανισμό, ενός προλεταριακού ή αγροτικού κοινωνικού κινήματος ή, πιο συχνά – και αυτή είναι η περίπτωση της Παλαιστίνης – εγγεγραμμένου στην προλεταριοποίηση αγροτικών μαζών που προκύπτει από σχέσεις αποικιοκρατίας. Αυτή η διαδικασία διαχύθηκε στη συνέχεια στη Γάζα και στη Δυτική Όχθη τη δεκαετία του 1980, αλλά χωρίς την στρατιωτική διάσταση: η πρώτη Ιντιφάντα ξεκίνησε ως μια εξέγερση των προλετάριων στα Κατεχόμενα (ως επί το πλείστον αυτών στα στρατόπεδα προσφύγων) τους οποίους εκμεταλλευόταν το ισραηλινό κεφάλαιο· ήταν μόνο αργότερα που η ΟΑΠ την “ανέκτησε” για να την κάνει ένα πολιτικό κίνημα.

Τι έγινε στη συνέχεια; Στο κλασσικό “μοντέλο”, όταν η πολιτική ηγεσία καταλαμβάνει το κράτος, συμβαίνει η αποσύνδεση των συμφερόντων του κοινωνικού κινήματος και του πολιτικού σχηματισμού, και οι προλετάριοι στέλνονται πίσω να δουλέψουν για το εθνικό κράτος, υποτίθεται στην υπηρεσία των μαζών. Η ιδιαιτερότητα στην Παλαιστίνη είναι ότι αυτή η αποσύνδεση συνέβη χωρίς να έχει αποκτηθεί η ανεξαρτησία: στο τέλος της περιόδου από τις συμφωνίες του Όσλο μέχρι τη δεύτερη Ιντιφάντα (1993-2004), η εθνική ηγεσία εγκατέλειψε τον αγώνα για την ανεξαρτησία για να ικανοποιηθεί με τις προσόδους και τις αγορές που της παραχωρήθηκαν από το Ισραήλ. Έκτοτε, η καταπίεση των προλετάριων παίρνει πάντα τη μορφή της ισραηλινής κατοχής και εποικισμού, αλλά αυτό στην απουσία μιας προοπτικής αγώνα προτεινόμενου από τις πολιτικές οργανώσεις που προέκυψαν από την εθνικοαπελευθερωτική πάλη, γιατί οι ηγέτες τους έχονυν τώρα ενσωματωθεί, σε αυτή τη διαμόρφωση των πραγμάτων, στη θέση των υπεργολάβων. Αυτή είναι η περιβόητη “διπλή κατοχή”, που είναι πανταχού παρούσα στις συζητήσεις στη Δυτική Όχθη.

Μα δεν έχει πάρει τον έλεγχο η Χαμάς;

Από κάποιες απόψεις, η Χαμάς έχει ακολουθήσει τα βήματα της ΟΑΠ. Η κοινωνική σύνθεση της ηγετικής της κλίκας είναι παρόμοια: άτομα από τη μεσαία τάξη, αποστερημένα από το δικό τους κεφάλαιο, από πανεπιστήμια που γεφυρώνουν το χάσμα ανάμεσα σε μια προλεταριακή βάση και τα συμφέροντα της εμπορικής αστικής τάξης. Αλλά η Χαμάς, σε αντίθεση με την ΟΑΠ, δεν βασίστηκε σε ένα κοινωνικό κίνημα. Διαμόρφωσε ένα είδος ευσεβούς, ιεραχικής αντι-κοινωνίας, που σεβόταν την κοινωνική τάξη. Ενσωμάτωσε τους προλετάριους με έναν πειθαρχημένο τρόπο, δεν επεδίωξε ποτέ να συλλάβει την αυτόνομη δραστηριότητά τους στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεών της με την αστική τάξη.

Από αυτή την άποψη, πιστεύω ότι πρέπει να διακρίνουμε, τουλάχιστον μεθοδολογικά, την έννοια της πάλης, που παίρνει μια μορφή αυτονομίας στη δράση, υλικών ζητημάτων και περιλαμβάνει κοινωνικές αντιθέσεις, από αυτή της “αντίστασης” όπως χρησιμοποιείται από ιεραρχικά δομημένες στρατιωτικές οργανώσεις όπως οι Ταξιαρχίες Al-Qassam στη Γάζα. Η Χαμάς δικαιολογημένα μπορεί να ισχυριστεί ότι ανήκει στην αντίσταση, (όπως η Χεζμπολά και άλλες πολιτικο-στρατιωτικές ομάδες στην περιοχή), αλλά πρέπει να το κάνει αυτό με ένα συγκεντρωτικό, ιεραρχικό, στρατιωτικό μοντέλο, διαχωρίζοντας τον πληθυσμό από τα “στρατεύματά” της, και όντας έτοιμη να τα εξαπολύσει για την καταστολή των αγώνων.

Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, κάποιες φράξιες στο εσωτερικό της, ώθησαν την Χαμάς να ενσωματώσει το πλαίσιο των συμφωνιών για αυτονομία συμμετέχοντας στις εκλογές, με άλλα λόγια, να τοποθετηθεί, όπως και η Φατάχ, στη θέση του υπεργολάβου του Ισραήλ στη διαχείριση των προλετάριων στα παλαιστινιακά εδάφη. Αυτό είναι που έκανε τελικά όταν κατέλαβε την εξουσία στη Γάζα το 2007. Καθώς αυτό το έκανε με στρατιωτικά μέσα, και χωρίς να διαπραγματευτεί με τον κατακτητή, μπόρεσε να διατηρήσει το πρόσωπο της αδιαλλαξίας, παρ’ όλα αυτά, όμως, έγινε αντικειμενικά, ένας τοπικός υπεργολάβος στη διαχείριση των πλεοναζόντων προλετάριων.

Για 16 χρόνια, η Χαμάς διοικούσε τη Λωρίδα της Γάζας, διαχειριζόταν τις σχέσεις με το Ισραήλ (με διαπραγματεύσεις και με πυραύλους), κατέστειλε αγώνες, και επέτρεψε σε μια τάξη επιχειρηματιών να πλουτίσουν υπό την αιγίδα της. Μέχρι που, ξαφνικά, στις 7 Οκτωβρίου του 2023, βγαίνει από αυτόν τον ρόλο υπεργολάβου για να επανεπενδύσει, φαντάζομαι, στη διάστασή της ως μιας διεθνικής πολιτικο-στρατιωτικής οργάνωσης τύπου Χεζμπολά. Για να το κάνει αυτό, θυσίασε την τάξη επιχειρηματιών στη Γάζα που είχε αναπτύξει υπό την προστασία της. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτός ο επαναπροσανατολισμός δεν έγινε χωρίς εσωτερικές εντάσεις, ότι αντανακλά το ξέσπασμα μιας παλιάς αντίθεσης ανάμεσα στο πολιτικο-στρατιωτικό της σκέλος, που έχει μια ισχυρή προλεταριακή “πελατεία”, και ενός περιθωρίου της που μπήκε στην παλαιστινιακή επιχειρηματική αστική τάξη.

Η βρετανική κυριαρχία, στη συνέχεια ο σιωνιστικός αποικισμός, η τεράστια αναλογία προσφύγων, η καθημερινή άσκηση της αποικιοκρατικής βίας κλπ. μπόρεσαν να χτίσουν υλικά μια κοινή ταυτότητα των Παλαιστινίων και της αντίστασής τους εκφρασμένων με την μορφή του όρου “λαός”. Αυτή η κατασκευή είναι μόνο μια αντανάκλαση του λόγου των παλαιστινιακών ελίτ;

Αυτή η ταύτιση υπάρχει προφανώς, αλλά πρέπει να αναρωτηθούμε τι υπάρχει πίσω από αυτήν. Δεν προσπαθώ να πω με κάθε κόστος ότι “ο λαός δεν υπάρχει, είναι μια μυστικοποίηση της κυρίαρχης τάξης με σκοπό να συγκαλύψει την κυριαρχία της”2· και ακόμα λιγότερο ότι “αν πέσει η μάσκα, οι προλετάριοι θα αποκτούσαν επίγνωση των ταξικών τους συμφερόντων”.

Η ιδέα ενός παλαιστινιακού λαού δεν ανήκει αποκλειστικά στις παλαιστινιακές ελίτ· μερικές φορές είναι ενάντια σε αυτές. Το ερώτημα είναι: ποιοι αγώνες δίνονται στο πλαίσιο της κατηγορίας “λαός”, ανοιχτά ή “διακριτικά”, μεταξύ των διαφορετικών ταξικών τμημάτων που την συγκροτούν3; Το ότι ταυτιζόμαστε με έναν λαό δεν σημαίνει ότι δεν παλεύουμε από την κοινωνική μας θέση.

Οπότε επιστρέφουμε σε αυτό που έλεγα για την εθνική απελευθέρωση και τη διαταξικότητα. Στην περίοδο 1960-1990, η ΟΑΠ χρειαζόταν προλεταριακούς αγώνες για να διαπραγματευτεί το μερίδιό της από την πίτα με το Ισραήλ, ενώ οι προλετάριοι χρησιμοποιούσαν την “εθνική” ηγεσία τους ως ένα μέσο για την νομιμοποίηση των αγώνων τους εναντίον των ελίτ4. Στα παλαιστινιακά εδάφη, η πρώτη Ιντιφάντα αποτέλεσε το απόγειο αυτής της διπλής λογικής της “σύλληψης” του κοινωνικού κινήματος από τις πολιτική ηγεσία και της χρήσης της εθνικής πάλης από το κοινωνικό κίνημα. Αλλά, ανάμεσα στο 2002 και το 2005, οι προλεταριακοί αγώνες και αυτοί των εθνικών ηγεσιών, που μέχρι τότε κινούνταν μαζί (με έναν συγκρουσιακό τρόπο) έπαψαν να το κάνουν. Στον απόηχο της αποτυχίας της δεύτερης Ιντιφάντα (που στους πρώτους μήνες επανεισήγαγε την ίδια διαταξική λογική που συνέδεε τις ταραχές ή το ένοπλο προλεταριάτο με τις πολιτικές ηγεσίες) οι εθνικές ηγεσίες (στη Δυτική Όχθη, ακόμα και στη Γάζα) μπήκαν σε μια λογική καταστολής των αγώνων, συμπεριλαμβανομένων ακόμα και αυτών που κινητοποιούσαν τη γλώσσα της εθνικής απελευθέρωσης.

Αν και φαίνεται ενάντια στη διαίσθηση, μετά την αποτυχία της δεύτερης Ιντιφάντα, οι προλεταριακοί αγώνες στα κατεχόμενα έχουν ως πρώτο εχθρό τους το παλαιστινιακό εθνικό πλαίσιο. Απλά επειδή με αυτό το πλαίσιο έρχονται σε επαφή, αυτό παίζει τον ρόλο του αποσβεστήρα. Το Ισραήλ αποδεσμεύτηκε από το βάρος της αναπαραγωγής των πληθυσμών, το οποίο και πέρασε στην παλαιστινιακή επίβλεψη. Το Ισραήλ επεμβαίνει στις πόλεις της Δυτικής Όχθης σύμφωνα με μια λογική “επιδρομών” – και στη Γάζα, με μια λογική αιματοκυλίσματος.

Τι ισχύει για τους αγώνες τα τελευταία 20 χρόνια έξω και ενάντια στα κόμματα;

Για να μιλήσω για αυτό που ξέρω καλλίτερα (πάτησα πόδι στη Γάζα μόνο μια φορά, το 2002), υπήρχε, το 2015-2016, στα βόρεια της Δυτικής Όχθης, μια υποβόσκουσα εξέγερση του προλεταριάτου στα στρατόπεδα προσφύγων ενάντια στην Παλαιστινιακή Αρχή (ΠΑ). Εκείνη την περίοδο, γινόταν λόγος για μια “εσωτερική” Ιντιφάντα, με επίκεντρο το στρατόπεδο της Balata στα προάστια της Ναμπλούς. Το κοινωνικό αυτό κίνημα απώθησε την παλαιστινιακή αστυνομία, αφήνοντας χώρο στους νέους να επανασχηματίσουν ένοπλες ομάδες στις βάσεις τους, έξω από κομματικές ιεραρχίες, και να επιβληθούν κοινωνικά ενάντια στους “υψηλόβαθμους” που συνδέονταν με την ΠΑ, στην Ναμπλούς και την Τζενίν.

Οι συγκρούσεις την άνοιξη του 2021 (ταραχές στην Ιερουσαλήμ και στις παλαιστινιακές πόλεις στις περιοχές του Ισραήλ του “1948”, πολιτικο-στρατιωτική επίθεση της Χαμάς, ακύρωση των εκλογών από την ΠΑ) έβαλαν το τελευταίο καρφί: η ΠΑ αποδυναμώθηκε και αυτό “κάλμαρε”, με κάποιο τρόπο, τις προσπάθειές της για μια αυταρχική διακυβέρνηση.

Αυτό που βρήκα ενδιαφέρον σχετικά με τον κύκλο αγώνων 2015-2016, ήταν ότι πολύς κόσμος είχε ένα αφήγημα (που έμοιαζε φαινομενικά μόνο αντιφατικό) ότι η ΠΑ εμπόδιζε τόσο την φυσική σύγκρουση με την κατοχή όσο και την πρόσβαση στην ισραηλινή οικονομία ως εργατών. Υπήρχε μια νοσταλγία για τις μέρες που “δουλεύαμε για τους Ισραηλινούς την ημέρα, και το βράδυ τους πετούσαμε μολότωφ”.

Την ίδια χρονιά, υπήρχε μια μεγάλη απεργία μεταξύ των δασκάλων που απασχολούνταν από την ΠΑ, την οποία η τελευταία κατάφερε να εξουδετερώσει χρησιμοποιώντας λογικές εκφοβισμού, καταστολής και εκβιασμών, κατά το μοντέλο των “Αραβικών” καθεστώτων της περιοχής. Η απεργία αποτέλεσε όμως μια ακολουθία κοινωνικών διαμαρτυριών που συντάραξε τα θεμέλια του πολιτικού ελέγχου της ΠΑ.

Γιατί αυτή η σιωπή από το δικό μας στρατόπεδο σχετικά με αυτούς τους αγώνες;

Η ΟΑΠ και η παλαιστινιακή μπουρζουαζία είναι πανταχού παρούσες στις συζητήσεις στη Δυτική Όχθη ως πηγές της καταπίεσης. Αλλά, φυσικά, πρέπει να λάβουμε υπόψιν τις καταστάσεις αλληλεπίδρασης: εμείς, οι λευκοί ακτιβιστές, που κυκλοφορούμε ελεύθερα στα κατεχόμενα, “ιδιοποιούμαστε” από μια συγκεκριμένη λειτουργία, αυτή της μαρτυρίας για την αντίκρουση της ισραηλινής μηχανής προπαγάνδας. Αυτή η ιδιοποίηση επιτελείται ουσιαστικά από τις μεσαίες τάξεις, οι οποίες είναι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, μέρος μιας λογικής πρόσβασης στο κεφάλαιο (υλικό ή συμβολικό) που προέρχεται από τη Δύση, και είναι γεγονός ότι κανείς δεν περιμένει την εκδήλωση αλληλεγγύης στην ταξική πάλη ενάντια στους Παλαιστίνιους εκμεταλλευτές. Οπότε, άνθρωποι που “πιάνονται” σε αυτές τις αναφορές για την “εσωτερική” εκμετάλλευση (εσωτερική από μια εθνική σκοπιά), θα σου μιλήσουν για αυτήν, κάθε φορά, αλλά δεν θα επενδύσουν αυτά τα λόγια με μια διάσταση πολιτικού μηνύματος – εκτός από στιγμές εξαιρετικής έντασης, όπως ήταν η περίπτωση της περιόδου 2015-2016 στο βόρειο τμήμα της Δυτικής Όχθης.

Αυτό που βιώνουν οι Παλαιστίνιοι προλετάριοι ως προλετάριοι, δύσκολα φτάνει στα αυτιά μας, και αυτό δεν αποτελεί έκπληξη: αυτή η εμπειρία δεν περιέχεται στον “εθνικό σκοπό” που τα πολιτικά επιτελεία μεταφέρουν στους “αναμεταδότες” τους στο εξωτερικό.

Τι κοινές προοπτικές μπορούν να έχουν οι προλετάριοι αυτής της περιοχής/ζώνης;

Το Ισραήλ αντιπροσωπεύει την εικόνα ενός εφιαλτικού μέλλοντος: αυτήν ενός κράτους που ανήκει στο μπλοκ των κεντρικών καπιταλιστικών χωρών, που έχει αναπαραγάγει στην περιοχή του την παγκόσμια ζωνοποίηση της εργατικής δύναμης, όπως παρατηρείται στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας. Αυτή η κοινωνική ζωνοποίηση επιτελείται σε μια οιονεί ημι-αστική περιοχή: η απόσταση ανάμεσα στη Γάζα και το Τελ Αβίβ είναι ελάχιστα μεγαλύτερη από αυτήν ανάμεσα στο Παρίσι και το Mantes-la-Jolie5. Και λειτουργεί στη βάση της εθνικότητας (αυτή είναι μια σταθερά στην ιστορία του Ισραήλ, όπως και άλλων κρατών, ακόμα και έξω από το πλαίσιο της εθνικής πάλης: πριν την κατοχή της Δυτικής Όχθης και της Γάζας, ήταν οι “εισαγόμενοι” από τις αραβικές χώρες Εβραίοι προλετάριοι που πλήρωσαν το τίμημα).

Αλλά στην πορεία των τελευταίων 20 χρόνων, το κράτος έχει επιβάλει τον εαυτό ως εγγυητή όχι μόνο της κοινωνικής αναπαραγωγής του εβραϊκού προλεταριάτου στο οποίο ασκεί εξουσία, αλλά και της ίδιας της “φυσικής” του ύπαρξης, της επιβίωσής του. Σήμερα είμαστε μάρτυρες μιας στράτευσης αυτού του “εθνικού” προλεταριάτου πίσω από τους εκμεταλλευτές του, σε ένα επίπεδο που δεν έχουμε ξαναδεί στην ιστορία, να κάθεται και να κοιτά τον πλεονάζοντα πληθυσμό της Γάζας, “μαντρωμένο” σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, να βομβαρδίζεται ανελέητα.

Πρέπει λοιπόν να έχουμε στο μυαλό μας ότι οι αγώνες γίνονται μέσα σε αυτό το εφιαλτικό σύμπαν. Είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι θα μπορούσαν να παράγουν σχέσεις ισχύος που θα “έσπαγαν τους κατακερματισμούς”. Μέχρι την τελευταία χρονιά, το απλό γεγονός ότι στα κατεχόμενα αυτοί οι αγώνες εξακολουθούσαν να υπάρχουν και να περιορίζουν την αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων (και πάλι, μιλάω εδώ για αγώνες και όχι για ιεραρχημένη αντίσταση), ήταν αυτό καθεαυτό κάτι που, προσωπικά, με σόκαρε και με έτρεφε. Σήμερα, το βάρος της λογικής του μακελειού συνθλίβει τα πάντα: η δυνατότητα αυτόνομης δράσης του παλαιστινιακού προλεταριάτου είναι κάτω από την απειλή των μαζικών βομβαρδισμών, και όσο το ισραηλινό προλεταριάτο παραμένει δέσμιο στο ισραηλινό κράτος (κάτι που δεν πρόκειται να αλλάξει), δεν υπάρχει τίποτα για διαπραγμάτευση μέσω της ισορροπίας ισχύος. Έχουμε, πραγματικά, μπει σε μια άλλη φάση, που δύσκολα φέρνει κάποια ελπίδα.

Δεν ισοδυναμεί η άρνηση της υλικής βάσης του παλαιστινιακού “λαού” με την προσφορά “παθητικής υποστήριξης” στο κράτος που εποικίζει και καταπιέζει τους Παλαιστίνιους;

Πιστεύω ότι είναι εφικτό να αναπτύξουμε ένα πλαίσιο ανάλυσης στο οποίο να αισθανόμαστε αλληλεγγύη με τους αγώνες στην Παλαιστίνη χωρίς να έχουμε οποιεσδήποτε αυταπάτες σχετικά με τις προοπτικές που μπορούν να φέρουν τα “εθνικά” κοινωνικο-πολιτικά εργαλεία. Αυτό είναι που κατάφερε εν μέρει να κάνει η ομάδα Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα στη διάρκεια του πολέμου στην Αλγερία: να αναπτύξει μια διεθνιστική γραμμή ικανή να διατηρήσει μια κριτική θέση σχετικά με το FLN [Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο της Αλγερίας], βασισμένη σε μια ταξική ανάλυση.

Στην Παλαιστίνη, όπως και οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, είμαστε σε μια περίοδο που δεν θα βρούμε πουθενά μια πολιτική ενσάρκωση του προλεταριάτου “ως τάξης”. Κάποιοι κλίνουν να ταυτιστούν με κάποια αριστερά κόμματα όπως το FPLP [Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης] ή το FDLP (Δημοκρατικό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης), ή μια υποθετική “κοινωνία των πολιτών” σε απόσταση από τα κόμματα. Καταλαβαίνω την προσέγγιση, και έχω οδηγηθεί να την μοιραστώ στα ταξίδια μου εν είδει “πολιτισμικής” συνάφειας, αλλά αυτά τα κόμματα και αυτή η κοινωνία των πολιτών διατρέχονται από ταξικές αντιθέσεις που τα στελέχη τους θέλουν να τις προσπεράσουν ως δευτερεύουσες σε σχέση με την εθνική κυριαρχία. Αλλά είναι με τον λόγο αυτών των στελεχών που βρίσκουμε τους εαυτούς μας (γενικά) αλληλέγγυους, χωρίς να το συνειδητοποιούμε.

Κλίνω στην ιδέα ότι οι κοινωνικές σχέσεις έχουν προτεραιότητα σε σχέση με τις πολιτικές ιδεολογίες, και ότι τόσο συναισθηματικά όσο και διανοητικά, κανείς θα πρέπει να προσπαθεί πάντα να “ξεκινά από τα κάτω”, κοινωνικά μιλώντας, πέρα από πολιτικές ταυτίσεις, για να καταλάβει τους αγώνες που “η” εθνική πάλη ισχυρίζεται ότι εγκολπώνει.

Στην ταύτιση με την Παλαιστίνη, με την ιδέα της Παλαιστίνης, διακριτές λογικές μπορούν να ταυτιστούν, σύμφωνα με την τάξη, τη σχέση με την πολιτική, το στρατιωτικό κεφάλαιο, το πολιτισμικό κεφάλαιο κλπ. Αυτό είναι που συμβαίνει εκεί, αλλά και εδώ επίσης, όσον αφορά τις εκφράσεις αλληλεγγύης. Αυτές οι διαφορετικές λογικές δεν συνυπάρχουν, δεν διαγράφουν μια σύγκλιση ή μια ενότητα: είναι αντιθετικές, συγκρούονται, με έναν λίγο-πολύ υποτιθέμενο ή σιωπηλό τρόπο.

Έχω λίγα να πω για το αντικείμενο: “τι να κάνουμε”. Μου φαίνεται ότι σε κάθε περίπτωση, περισσότερο από τις διαφορετικές πολιτικές θέσεις που υπάρχουν στο κίνημα αλληλεγγύης (τι πιστεύει κανείς για τη Χαμάς, ή για ένα κράτος με δύο έθνη ή οτιδήποτε άλλο), αρμόζει κανείς να αφισβητήσει την κοινωνική σύνθεση και τις πρακτικές αγώνα που απορρέουν από αυτές, για να μπορέσει μετά να τοποθετηθεί στο κίνημα – με την ελπίδα να “φέρει τον πόλεμο στο σπίτι”, επιτιθέμενος στην κοινωνική τάξη στο τόπο που βρίσκεται και, έτσι, να βάλει ένα τέλος στο μακελειό στη Γάζα.

Στη Γαλλία, η αιχμαλωσία και και επίβλεψη των πορειών αλληλεγγύης από πολιτικούς από την Ανυπότακτη Γαλλία και το συνάφι τους, που εκμεταλλεύονται τον “Παλαιστινιακό σκοπό” ως μέρος των συμφερόντων τους, ή ακόμα και από ενώσεις που τοποθετούν τον εαυτό τους ως συνομιλητές της κυβέρνησης, αναφέρονται, κατά τη γνώμη μου, σε μια ήττα της προλεταριακής, μη πολιτικής συνιστώσας του κινήματος, που εξέφρασε τον εαυτό του, για παράδειγμα, με μεγαλύτερη δύναμη στη διάρκεια του πολέμου το 2014.

Συνέντευξη που δόθηκε στον zyg τον Οκτώβριο/Νοέμβριο του 2024

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://dndf.org/?p=21677. Το πρώτο μέρος είναι επίσης διαθέσιμο στα Ελληνικά εδώ: https://inmediasres.espivblogs.net/palestine_people_or_class_part1.

2 Στμ. Πραγματικά, ο “λαός” δεν μπορεί να θεωρηθεί είναι “τέχνασμα” ή “κατασκευή” της κυρίαρχης τάξης, είναι κοινωνική κατασκευή, δημιουργία δηλαδή της ίδιας της κοινωνικής δυναμικής που τείνει να εκφράσει τη διαταξικότητα και το “γενικό κοινωνικό συμφέρον” υπό συγκεκριμένες συνθήκες.

3 Στμ. Στο πρωτότυπο: entre les différents segments de classe qui la manient?

4 Στμ. Στα καθημάς, έτσι μπορούμε να δούμε πώς έφτασε πχ. το ΠΑΣΟΚ, μέσα από έναν “εθνικοαπελευθερωτικό” λόγο (με την αδράνεια των αντιαποικιοκρατικών αγώνων των δεκαετιών 1960-1970) να εκφράζει και τα κοινωνικά αιτήματα της “κοινωνικής απελευθέρωσης” και “λαϊκής κυριαρχίας” πέρα από αυτό της “εθνικής ανεξαρτησίας”. Δεν είναι λοιπόν σπάνιο ο “εθνικός” μανδύας να αποτελεί μέσο για την “νομιμοποιημένη” έκφραση των κοινωνικών αγώνων του προλεταριάτου (έτσι μπορούμε να δούμε και την εμπειρία του ΕΑΜ και του εμφυλίου στην Ελλάδα – ας μην ξεχνάμε: Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας!). Βέβαια το ζήτημα είναι ότι αυτός ο “μανδύας” γίνεται συχνά πνιγηρός, σαν τον χιτώνα της Διηάνειρας, περιορίζοντας ασφυκτικά και δηλητηριάζοντας τους προλεταριακούς αγώνες.

5 Στμ. Mantes-la-Jolie: πόλη στο διαμέρισμα Yvelines στην περιφέρεια Île-de-France στην βόρεια κεντρική Γαλλία. Απέχει από το Παρίσι 48 χλμ. Πέρα από τη χιλιομετρική απόσταση, ο λόγος που αναφέρεται συγκεκριμένα μάλλον έχει να κάνει με το γεγονός ότι σημαντικό τμήμα του πληθυσμού της πόλης (που είναι γύρω στις 45.000) είναι Μουσουλμάνοι, κυρίως από τη Βόρεια και την υποσαχάρια Αφρική, Άραβες και Τούρκοι, με τις προσδοκίες τους να έχουν διαψευστεί, καθώς αντιμετωπίζουν υψηλά ποσοστά φτώχειας και ανεργίας.

“Παλαιστίνη : λαός ή τάξη;” (1ο Μέρος)

συνέντευξη με τον σύντροφο Minassian1

το κείμενο σε  pdf

Στο πλαίσιο των συζητήσεων που έχουν λάβει χώρα στο dndf, και ακολουθώντας τη δημοσίευση μιας πρώτης συνέντευξης με τον σύντροφο Minassian, Γάζα: “μια ακραία στρατιωτικοποίηση της ταξικής πάλης στο Ισραήλ-Παλαιστίνηαναδημοσιεύουμε, σε δύο μέρη, την συνέντευξη που έδωσε ο σύντροφος πριν από λίγους μήνες στο Courant Alternatif. Dndf.

Συνεχίζοντας και βαθαίνοντας την αντιπαράθεση που έλαβε χώρα με τον Emilio Minassian στις ελευθεριακές συναντήσεις του Quercy αυτό το καλοκαίρι, και με σκοπό να υπερασπιστούμε μια ανάγνωση και μια οπτική για την κατάσταση στην Παλαιστίνη-Ισραήλ από τη σκοπιά της ταξικής πάλης, του κάναμε μερικές ερωτήσεις. Στο πρώτο μέρος, θα συζητήσουμε την ενσωμάτωση της περιοχής του Ισραήλ-Παλαιστίνης στον παγκόσμιο καπιταλισμό και την σύνθεση της εργατικής τάξης στην Παλαιστίνη. Στο επόμενο τεύχος, θα θέσουμε τις συνέπειες για την προλεταριακή πάλη και τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.

Ως εισαγωγή στο θέμα

Πρώτα μερικά λόγια για το “από ποια θέση μιλάω”, όπως λένε. Δεν είμαι Παλαιστίνιος, έχω συχνά περάσει αρκετούς μήνες στη Δυτική Όχθη τα τελευταία 20 χρόνια, παίζοντας τους συνηθισμένους ρόλους των αριστερών από τη Δύση που επισκέπτονται τις περιοχές: δράσεις αλληλεγγύης, ντοκυμαντέρ μικρού μήκους, ακαδημαϊκή έρευνα χωρίς συνέχεια. Αναμφίβολα, σε πολλά μέρη αυτό έχει γίνει μια μορφή μαχητικού τουρισμού, με μια σάλτσα marxiste-toto.

Γρήγορα προσπάθησα να αποφύγω τα κοινωνικά πλαίσια στα οποία προβάλει τον εαυτό του ο φιλο-παλαιστινιακός ακτιβισμός, με άλλα λόγια να συχνάζω με “επαγγελματίες” του αφηγήματος της καταπίεσης, σε προσχεδιασμένες συναντήσεις. Τα έχω λίγο πολύ καταφέρει, ανάλογα με τις περιόδους και την ενέργεια που αφιέρωσα, και περισσότερο από τη μεριά των άνεργων και των λούμπεν στα στρατόπεδα προσφύγων παρά με τους εργάτες (για τις εργάτριες, ούτε λόγος): οι άνεργοι έχουν ελεύθερο χρόνο και οι λούμπεν θέλουν συχνά να μοιραστούν τις ιστορίες της πάλης τους ενάντια στις ένοπλες δυνάμεις (τόσο τις ισραηλινές όσο και τις παλαιστινιακές), της φυλάκισης και του βασανισμού τους (που γίνονται τόσο στις ισραηλινές όσο και στις παλαιστινιακές φυλακές).

Αν κάποιος ανοίξει το στόμα του για να πει “υπάρχουν κοινωνικές τάξεις στην Παλαιστίνη”, αυτό θα φανεί εκτός τόπου σε ένα πλαίσιο στο οποίο για έναν χρόνο ο πληθυσμός της Γάζας πνίγεται στις βόμβες. Πιθανόν δεν θα το έκανα, ή θα το έκανα διαφορετικά αν ήταν η Γάζα, και όχι η Δυτική Όχθη, ο τόπος που κινούμαι. Δεν το κάνω για να βάλω τη σφαγή σε απόσταση, αλλά για να πολεμήσω την ιδέα μιας ριζικής ετερότητας, μιας εξωτερικότητας, αυτού που συμβαίνει σε σχέση με τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις, τόσο εδώ όσο και εκεί.

Υπερασπίζεσαι την ιδέα ότι το Ισραήλ-Παλαιστίνη είναι μια ενότητα στον παγκόσμιο και τον τοπικό καπιταλιστικό χώρο. Μπορείς να μας εξηγήσεις γιατί;

Αρχικά, το σιωνιστικό σχέδιο είχε συλλάβει μια ξεχωριστή εβραϊκή κοινωνία στην Παλαιστίνη. Αυτό το σχέδιο οδήγησε στην εθνοκάθαρση του 1947-1948, η οποία, αν και όχι πλήρης, δημούργησε έναν “εβραϊκό” χώρο που τότε είχε ουσιαστικά ευρωπαϊκή προέλευση. Το 1967, με την κατοχή της Λωρίδας της Γάζας και της Δυτικής Όχθης, που είχαν προσαρτηθεί από την Αίγυπτο και την Ιορδανία, ο πληθυσμός της περιοχής που ήταν υπό ισραηλινή διοίκηση έπαψε ουσιαστικά να είναι εβραϊκός. Ήταν την ίδια εποχή που οικοδομείται ένας καθεαυτός παλαιστινιακός – και όχι πια “αραβικός”, εθνικισμός. Κάποιος θα είχε τότε την εντύπωση ότι δυο “έθνη” ήταν το ένα αντιμέτωπο με το άλλο στην ίδια επικράτεια. Αλλά από αυτόν τον παλαιστινιακό εθνικισμό δεν έχει αναδυθεί, μέχρι σήμερα, μια ξεχωριστή κρατική οντότητα, άλλη από αυτήν στη βάση των διοικητικών “θυλάκων” στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη. Η επικράτεια που ελέγχεται από το Ισραήλ δεν αποτελείται από εβραϊκές περιοχές, από τη μια, και παλαιστινιακές, από την άλλη. Υπάρχουν πολλές περιοχές με παλαιστινιακή πλειοψηφία στα εδάφη του κράτους που σχηματίστηκε το 1948, και ένας μεγάλος πληθυσμός εποίκων στη Δυτική Όχθη. Αυτή η περιοχή είναι ένα παζλ όπου οι εθνικοί διαχωρισμοί, στον βαθμό που αποκηρύσσουμε υποκειμενικές σχέσεις, είναι οι ίδιοι αντικείμενο πολλών υποδιαιρέσεων, που αν και “εθνικοποιημένες” (συμπεριλαμβανομένης της “εβραϊκής” πλευράς), είναι σήμερα κοινωνικής φύσης και όλες ενσωματωμένες στην ισραηλινή οικονομία.

Το να ξεκινήσουμε, λοιπόν, από την “ενότητα του χώρου” ανάμεσα στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη, είναι ένας τρόπος να ξεφύγουμε από μια ανάλυση του Παλαιστινιακού ζητήματος θεωρούμενου ως του ζητήματος “ενός λαού χωρίς Κράτος”, που ενοποιείται από μια κοινή αίσθηση ανήκειν και μια κοινή, μοναδική στέρηση. Αυτή η ανάγνωση τείνει να “ουσιοποιεί” εθνικές κατηγορίες που παράγονται κοινωνικά και, επίσης, να αγκυρώνει την κρατική βία του Ισραήλ σε μια συνέχεια από το 1948, μια συνέχεια που δεν παίρνει υπόψιν την εγγραφή της στην παγκόσμια δυναμική.

Αυτό που συμβαίνει εδώ και έναν χρόνο δεν είναι ένας πόλεμος που περιλαμβάνει δύο, αντιμέτωπους μεταξύ τους, εθνικούς χώρους, ούτε μια επιχείρηση κατάκτησης με στόχο την αρπαγή πόρων και αγορών. Δεν είναι ο “Παλαιστινιακός λαός” που βομβαρδίζεται ως μέρος μιας πάλης ανάμεσα σε δυο έθνη για την ύπαρξή τους. Η Λωρίδας της Γάζας δεν είναι μια κοινωνική οντότητα εξωτερική για το Ισραήλ. Έχει ενσωματωθεί στην ισραηλινή αγορά, στον ισραηλινό καπιταλισμό εδώ και σχεδόν εξήντα χρόνια. Οι Παλαιστίνιοι που ζουν εκεί είναι, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, προλετάριοι χωρίς δικούς τους πόρους, που καταναλώνουν ισραηλινά προϊόντα, που τα αγοράζουν με το ισραηλινό νόμισμα, αλλά δεν είναι εργάτες που κάποιοι εκμεταλλεύονται την εργατική τους δύναμη. Είναι πλεονάζοντες εργάτες που το ισραηλινό κεφάλαιο απέβαλε από την αγορά εργασίας στη δεκαετία του 1990, “παρκαρισμένοι” σε μια τεράστια “δεξαμενή” μερικές δεκάδες χιλιόμετρα από το Τελ Αβίβ, με μια λογική “αποκτήνωσης” που είναι εγγεγραμμένη στην αποικιοκρατική ιστορία.

Μπορείς να δώσεις λεπτομέρειες για την ιστορία της ενσωμάτωσης αυτού του χώρου (και της εργατικής του δύναμης) στην καπιταλιστική αγορά;

Από την σκοπιά της αγοράς, ο “παλαιστινιακός” χώρος συγκροτείται από τον διαμελσμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ξεκινάμε από μια κατάσταση που κυριαρχείται από φεουδαρχικές δομές και την αρχή μιας εμπορικής αστικής τάξης. Η Εντολή2 και ο Σιωνισμός σηματοδοτούν την πραγματική αρχή της προλεταριοποίησης του παλαιστινιακού αραβικού πληθυσμού, αλλά το πραγματικό “έναυσμα” ήταν το 1948 και η Νάκμπα3. Οι Παλαιστίνοι αστοί και φεουδάρχες εγκατέλειψαν την περιοχή στον ισραηλινό έλεγχο και την κινητή τους περιουσία στα όπλα των Ισραηλινών. Οι Παλαιστίνιοι αγρότες, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν εργάτες γης, εκδιώχτηκαν από τη γη τους και εξαναγκάστηκαν να στοιβαχτούν σε στρατόπεδα.

Μπορούμε να διακρίνουμε τρεις κύκλους του ισραηλινού αποικισμού. Στην πρώτη φάση (1948-1967), οι Παλαιστίνιοι αγρότες είναι σε μια τυπολογία κοντινή σε αυτήν μιας εποικιστικής αποικίας: εθνική κάθαρση, αρπαγή της γης, “εβραϊκό” κεφάλαιο και εργασία. Υπάρχει ένα συμπέρασμα σε αυτό, όπως είπα και πριν, που είναι η εισαγωγή ενός εβραϊκού προλεταριάτου από τον αραβικό κόσμο, που είναι το ίδιο εθνικοποιημένο και δέσμιο σε μια αποικοκρατική σχέση αποκτήνωσης-εκμετάλλευσης. Η συσσώρευση του κεφαλαίου σε αυτή την περίοδο, γίνεται κάτω από την εξουσία ενός ενός παντοδύναμου κράτους που σχεδιάζει και διοικείται από Ασκενάζι και σοσιαλιστικές ελίτ, με τον συνδικαλισμό ενσωματωμένο στο κράτος.

Στην δεύτερη περίοδο, από το 1967 μέχρι το 1990 περίπου, με την κατάκτηση της Γάζας και της Δυτικής Όχθης, περνάμε σε μια αποικιοκρατική κατάσταση του τύπου “εκμετάλλευση της ιθαγενούς εργασίας”. Ο ισραηλινός καπιταλισμός μπαίνει σε μια φάση εντατικής ενσωμάτωσης στο διεθνές κεφάλαιο, μέσω, μεταξύ άλλων, και της πολεμικής βιομηχανίας. Για σχεδόν είκοσι χρόνια, το προλεταριάτο στα στρατόπεδα της Γάζας και της Δυτικής Όχθης γνώρισε μια μαζική ενσωμάτωση στον τομέα της μισθωτής εργασίας, στους τομείς με την μικρότερη ειδίκευση: κατασκευές, γεωργία κλπ.

Οι συμφωνίες του Όσλο άνοιξαν μια καινούρια φάση, αυτήν της αποικιοκρατικής σχέσης δομημένης γύρω από τη φιγούρα του πλεονάζοντος παλαιστινιακού πληθυσμού και της υπεργολαβίας της διαχείρισής του. Το Ισραήλ διατηρεί τον έλεγχο της επικράτειας, συνεχίζοντας την επίθεσή του για την καταστροφή της αγροτιάς και εμπιστεύεται την διαχείριση των Παλαιστινίων προλετάριων, που οδηγούνται ως κοπάδι σε κλειστές αστικές περιοχές, σε ένα εθνικό πλαίσιο που έχει προκύψει από τον απελευθερωτικό αγώνα.

Σε αυτό το πλαίσιο, υπάρχει μια ενσωμάτωση των εμπορικών αστικών τάξεων που γλίτωσαν από την Νάκμπα – αυτών με βάση τη Χεβρώνα και την Ναμπλούς, και βρέθηκαν στην περιοχή που προσαρτήθηκε από την Ιορδανία το διάστημα ανάμεσα στο 1948 και το 1967 – με διαχειρίστρια τάξη από την ΟΑΠ (Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, PLO). Αυτή, ενσωματωμένη στον μηχανισμό ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής (Palestinian Authority, PA), έχει μια διπλή προέλευση: υπάρχει το επιτελείο από το “εξωτερικό”, που έφτασε στις “βαλίτσες” του Αραφάτ μεταξύ του 1994 και του 1996, και υπάρχουν και εκείνοι από το “εσωτερικό”, προερχόμενοι από την πρώτη Ιντιφάντα και της ισραηλινές φυλακές. Είναι μια σύνθετη τάξη, διαιρεμένη σε ανταγωνιζόμενες φράξιες. Απολαμβάνει ένα διεθνές πλεονέκτημα ασφαλείας αλλά ελέγχει, επίσης, ολόκληρους τομείς της οικονομίας της περιοχής στις κατασκευές, τις υποδομές, τις επικοινωνίες και φυσικά των εισαγωγών-εξαγωγών με το Ισραήλ. Όλοι αυτοί οι τομείς συνδέονται με την αγορά και τις επενδύσεις του Ισραήλ.

Ο πόλεμος στη Γάζα δεν σηματοδοτεί την είσοδο σε μια καινούρια φάση;

Μπορούμε να το σκεφθούμε έτσι. Η μετά το Όσλο φάση σημαδεύτηκε από τον πολλαπλασιασμό των τεχνκών ελέγχου από το Ισραήλ αυτού του προλεταριάτου που ουσιαστικά είχε καταστεί μη παραγωγικό: διαίρεση της περιοχής σε μικρο-ζώνες, εφαρμογή ενός τρελού συστήματος αδειών για την εξουσιοδότηση του ταξιδιού, της δουλειάς, της πρόσβασης στην περίθαλψη, γενικευμένο φακέλλωμα, επιτήρηση των κοινωνικών δικτύων, ψηφιοποιημένο σύστημα αναγνώρισης αλλά και μαζική χρήση τυχαιότητας (στις συλλήψεις, στο άνοιγμα ή το κλείσιμο των σημείων διέλευσης, στην πρόσβαση στις άδειες) για το “τεστάρισμα” συμπεριφορών. Οι τεχνολογίες αυτές και η τεχνογνωσία εξάγονταν επίσης σε μαζικό επίπεδο, παράγοντας, συνεπώς, αξία.

Νομίζω ότι τον τελευταίο χρόνο έχουμε μπει στην στρατιωτική πτυχή αυτής της λογικής πειραματισμού. Η παρούσα πρακτική καταστροφής και σφαγής δεν είναι μόνο χωρίς όρια: είναι σχολαστική, εμπεριστατωμένη, ελεγχόμενη ενώ, την ίδια στιγμή, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τι είδους “νίκη” επιδιώκεται. Η εικασία μου είναι ότι η σφαγή στη Γάζα συνιστά μια ακολουθία “πειραματισμού”, που έχει αξία για τον παγκόσμιο καπιταλισμό – όπως είχε, με έναν διαφορετικό τρόπο, η λογική “σταμάτα/ξεκίνα” της παγκόσμιας οικονομίας στη διάρκεια του Covid, που υποδήλωνε μια ισχυρή διάσταση “βιοεξουσίας”. Προσοχή, δεν θέλουμε εδώ να είμαστε μεταμοντέρνοι, λέγοντας ότι οποιαδήποτε λογική κυριαρχίας έχει γίνει ανεξάρτητη από τις καπιταλιστικές σχέσεις. Οι πλεονάζοντες προλετάριοι της Γάζας δεν έχουν πια κάποια παραγωγική λειτουργία για το ισραηλινό κεφάλαιο αλλά ο τομέας αιχμής των τεχνολογιών ελέγχου, με υψηλή προστιθέμενη αξία, τους “χρειάζεται” ως πειραματόζωα για να μπει μετά στην διεθνή κυκλοφορία.

Επομένως, τεστάρουμε τους βομβαρδισμούς και το προφίλ των ατόμων με τεχνητή νοημοσύνη, διαχειριζόμαστε τη σχέση με την πείνα με τέτοια ακρίβεια ώστε να είμαστε σταθερά στο όριο του υποσιτισμού (μέχρι τώρα), κάνουμε το ίδιο με τις επιδημίες, κλπ.

Αυτή η λογική της στρατιωτικής επιθετικότητας χωρίς τέλος ενάντια στους πλεονάζοντες προλετάριους της Γάζας, υποστηρίζεται πλήρως από τις Δυτικές δυνάμεις: όλες οι πολιτικές κινήσεις που καλούν για μετριοπάθεια είναι σκέτο θέατρο (αρκεί κανείς να συγκρίνει το ζήτημα της παράδοσης όπλων στην Ουκρανία για να δει ότι δεν τίθεται κανένας περιορισμός στην ισραηλινή στρατιωτική μηχανή από τους συμμάχους της).

Μιλάς για μια μπουρζουαζία και ένα προλεταριάτο στην Παλαιστίνη. Θα μπορούσες να μας δώσεις μια εικόνα της ταξικής σύνθεσης στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη και να μας πεις ποιες είναι οι συνθήκες της διεξαγωγής της ταξικής πάλης ανάμεσα σε αυτές τις τάξεις;

Η παλαιστινιακή μπουρζουαζία δεν σχηματίζει μια σταθερά συγκροτημένη εθνική τάξη: παραμένει ουσιαστικά εξαρτημένη από την υποταγή της στο ισραηλινό κεφάλαιο και στο ισραηλινό κράτος. Οι Παλαιστίνιοι καπιταλιστές (αν με αυτό εννοούμε αυτούς με “παλαιστινιακή καταγωγή”), από τη στιγμή που αισθάνονται ελεύθεροι να επενδύσουν, θα προτιμήσουν αυθόρμητα να αξιοποιήσουν το κεφάλαιό τους έξω από την παλαιστινιακή επικράτεια – και, συνεπώς, εκτός του ισραηλινού εθνικού πλαισίου. Είναι αναμφίβολο ότι η ισραηλινή κατοχή έχει περιορίσει την ανάπτυξη μιας εδαφοποιημένης παλαιστινιακής καπιταλιστικής τάξης. Μια Αμερικανίδα ερευνήτρια (η Sara Roy) έχει κάνει δημοφιλή την έννοια της “απο-ανάπτυξης” για να περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο το Ισραήλ απέτρεψε τη δημιουργία στα κατεχόμενα εδάφη μιας οικονομίας “ελευθερης” αγοράς, με άλλα λόγια μιας αγοράς που να είναι μέρος της παγκόσμιας αγοράς. Η κατοχή έχει προσανατολίσει την ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Γάζα και στη Δυτική Όχθη στην κατεύθυνση μιας αποκλειστικής και υποτελούς συμπληρωματικότητας, και διαμορφώνει την παραγωγή σε μια λογική υπεργολαβίας με τους Ισραηλινούς καπιταλιστές να έχουν διαμορφώσει για αυτούς μια “αιχμάλωτη” αγορά στις παλαιστινιακές περιοχές. Η παλαιστινιακή εμπορική αστική τάξη έχει κάθε λόγο να απεχθάνεται την κατοχή: περιορίζεται στον τομέα της κυκλοφορίας [του κεφαλαίου], είναι μια “κομπραδόρικη”4 αστική τάξη, για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο που εφηύραν οι Τροτσκιστές. Σημαίνει, άραγε, αυτό ότι οι αγώνες της είναι αυτοί του προλεταριάτου στις παλαιστινιακές περιοχές; Εκτός και αν πιστεύει κανείς στη διάχυση του πλούτου προς τα κάτω μέσω της αγοράς5, θα πρέπει να αμφιβάλει.

Αυτό, όμως, που είναι κεντρικό, στην κοινωνική δυναμική που διατρέχει τα παλαιστινιακά εδάφη, είναι αυτή η “πολιτική” αστική τάξη που σχηματίστηκε στο πλαίσιο των Συμφωνιών του Όσλο, η μοίρα της οποίας είναι συνδεδεμένη με τι διαχείριση του παλαιστινιακού προλεταριάτου. Κοινωνιολογικά, προέρχεται η ίδια σε μεγάλο βαθμό από το προλεταριάτο. Επιβλήθηκε στις παραδοσιακές άρχουσες τάξεις (τις αποκαλούμενες “μεγάλες οικογένειες”), που έχουν ορκιστεί πίστη σε αυτήν, διείσδυσε στον κόσμο τους. Τα μεσαία στελέχη-διαχειριστές της (από τη Χαμάς στη Γάζα αλλά, κυρίως, την Φατάχ στη Δυτική Όχθη) συγκροτούν μια δύναμη για την επιτήρηση “επί τόπου” του πλεονάζοντος προλεταριάτου. Είναι στην τομή του κόσμου των ακτιβιστών και του κόσμου αυτών που εισπράττουν από τις διεθνείς δωρεές. Αμφισβητούνται πολύ έντονα (στον βαθμό που κάνουν τα πάντα για να αποκλείσουν οποιονδήποτε άλλον από τα προνόμιά τους6) και ζητούν/solicited πρόσβαση στους μισθούς7· ενσαρκώνουν μια μορφή κοινωνικής ανέλιξης και την εκδίκηση της τάξης μέσω του πολιτικού αγώνα.

Να μιλά κανείς για πλεονάζον προλεταριάτο δεν συνεπάγεται ότι οι άνθρωποι δεν δουλεύουν αλλά ότι έχουν εξωθηθεί στα περιθώρια της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Πολλοί δουλεύουν σε μικρές, συνήθως εμπορικές, δομές για μισθούς πείνας και χωρίς συμβάσεις (για σχεδόν 10 δολάρια την ημέρα, ενώ το κόστος των προϊόντων ακολουθεί τον δείκτη τιμών της ισραηλινής αγοράς). Άλλοι. στη Δυτική Όχθη, εξακολουθούσαν να δουλεύουν στο Ισραήλ, στις κατασκευές, την εστίαση ή τη γεωργία, σε πολύ επισφαλή βάση, είτε περνώντας τα σύνορα παράνομα είτε στηριζόμενοι σε μεσάζοντες για την απόκτηση άδειας εργασίας, που θα μπορούσαν να ακυρωθεί ανά πάσα στιγμή (έχουν ανασταλεί από τις 7 Οκτωβρίου 2023). Οι εργάτες με συμβάσεις εργασίας πληρώνονται περίπου 1400 ευρώ το μήνα, ποσό από το οποίο πρέπει να αφαιρεθούν απαγορευτικά κόστη “διέλευσης” και, συχνά, η αγορά της άδειας εργασίας.

Στη Δυτική Όχθη, επίσης, διατηρείται ακόμα μια αγροτική οικονομία, συχνά “δευτερεύουσα” και υπό πίεση από την εποικισμό. Η δυναμική της προλεταριοποίησης του αγροτικού πληθυσμού συνεχίζεται σταθερά από την αρχή του Σιωνισμού, ως άμεση συνέπεια της αρπαγής και της κερδοφορίας8 της γης.

Και μετά, υπάρχει ο κόσμος του πολιτικού εισοδήματος, που προέρχεται από το χρήμα που ρέει από διεθνείς χορηγούς για την υπεράσπιση μορφών σχετικής σταθερότητας που συνδέονται με τα συμφέροντά τους. Τέτοια εισοδήματα στηρίζουν γύρω στο 1/4 με 1/3 του πληθυσμού, με το 40% των εργαζόμενων στον δημόσιο τομέα να δουλεύουν για τις δυνάμεις ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής. Πληρώνονται σύμφωνα με τη νόμιμη “μισθολογική” κλίμακα, γύρω στα 450 ευρώ τον μήνα, αλλά τα ποσά που πληρώνονται στην Παλαιστινιακή Αρχή απο τους χορηγούς της και από το Ισραήλ (μέσω ενός συστήματος επιστροφής φόρων) κινδυνεύυν διαρκώς με περικοπή, κάτι που οδηγεί σε καθυστερήσεις στην πληρωμή των μισθών.

Επιπλέον, ένα μέρος του πολιτικού εισοδήματος παροχετεύεται από πολιτικά μεγαλοστελέχη σε δικό τους όφελος, για τη διατήρηση πελατειακών σχέσεων και τη δημιουργία επενδύσεων στον “άτυπο” οικονομικό τομέα. Ένα σημαντικό τμήμα του πλεονάζοντος προλεταριάτου επιβιώνει χάρις σε αυτές τις “παροχετεύσεις”. Είναι ένας κοινωνικά ανήσυχος πληθυσμός που είχε μαζικά ενσωματωθεί στο εργατικό δυναμικό του Ισραήλ τις δεκαετίες του 1970 και 1980 και που έχει μαζικά κινητοποιηθεί στη διάρκεια των δύο Ιντιφάντα. Είναι συγκεντρωμένος στα στρατόπεδα προσφύγων που αποτελούν ιστορικά το “έδαφος ανατροφής” των επικίνδυνων τάξων των Παλαιστινίων, και παραμένουν τέτοιο και σήμερα. Στη Γάζα, όπως και στη Δυτική Όχθη, στη Τζαμπαλίγια όπως και στην Τζενίν, αυτά τα “προάστια μέσα στα προάστια”9, δέχονται διαρκώς τα πυρά του ισραηλινού στρατού.

Η ευμεταβλητότητα της κοινωνικής δομής στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη είναι συνεπώς πολύ σημαντική. Η πολιτική μπουρζουαζία, και κυρίως τα επιτελείο της, είναι πάντα υπό την απειλή της οπισθοδρόμησης, με άλλα λόγια την απειλή να υποβαθμιστεί από το Ισραήλ από το στάτους του συνεργάτη σε αυτό του αντιστασιακού, και επομένως να φυλακιστεί.

Και στη Γάζα;

Στη Γάζα, στη διάρκεια της περιόδου που η Χαμάς έχει την εξουσία (από το 2007), η κεντρικότητα του πολιτικού εισοδήματος και μιας αστικής τάξης ουσιαστικά “κομπραδόρικης”, ενσωματωμένης σε πολιτικά κυκλώματα, παρέμεινε λίγο-πολύ η ίδια, αλλά σε ένα πλαίσιο αποκλεισμού, συνεπώς με ακόμα λιγότερες επενδύσεις και επιδεινούμένη ευμεταβλητότητα. Τα εισοδήματα προέρχονται από την κυκλοφορία των προϊόντων και επιδόματα θρησκευτικού χαρακτήρα10 από το Κατάρ και το Ιράν. Οι επιχειρηματίες που έκαναν περιουσίες τα πρόσφατα χρόνια (για παράδειγμα, μέσω της οικονομίας του τούνελ11) το έκαναν σε συνεργασία με τον μηχανισμό ασφαλείας της Χαμάς.

Μπορούμε καν να μιλήσουμε για μια ταξική δομή στην παρούσα κατάσταση στη Γάζα; Υπάρχουν πάντα, ακόμα και σε αυτό το είδος κατάστασης, όπου κάθε αύριο είναι αβέβαιο, ομάδες ατόμων (που συνδέονται με τη Χαμάς, με στρατιωτικές οργανώσεις διαφόρων φυλών ή σχηματισμένες στη βάση συμμοριών) που καταφέρνουν να κάνουν “δουλειές”. Αλλά δεν συγκροτούν μια ταξική δομή – ή αλλιώς πρόκειται για ταξική δομή του τύπου στρατοπέδου συγκέντρωσης, που δεν αποτελεί μέρος οποιασδήποτε κοινωνικής αναπαραγωγής στον χρόνο.

Η συνέχεια στο τεύχος 346 του Ιανουαρίου

Η συνέντευξη δόθηκε στον zyg τον Οκτώβρη/Νοέμβρη του 2024

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: http://dndf.org/?p=21633.

2 Στμ. Η Βρετανική Εντολή της Παλαιστίνης ήταν μια γεωπολιτική οντότητα που δημιουργήθηκε μετά 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο και την κατάληψη των οθωμανικών εδαφών στη Μέση Ανατολή από τους Βρετανούς. Στη Σύνοδο Ειρήνης του Παρισιού το 1919 αποφασίστηκε μεταξύ άλλων η Συρία, ο Λίβανος, η Παλαιστίνη και το Ιράκ να αποτελέσουν μια ενότητα που θα διοικούνταν με το σύστημα της εντολής. Το 1922 η βρετανική εντολή επικυρώθηκε από την Κοινωνία των Εθνών. Η Εντολή τερματίστηκε το 1948 με την ίδρυση του Ισραήλ, την οποία ακολούθησε ο αραβο-ισραηλινός πόλεμος του 1948.

3 Στμ. Η Νάκμπα (“καταστροφή”, “κατακλυσμός”” στα Αραβικά), αναφέρεται στην καταστροφή της παλαιστινιακής κοινωνίας και πατρίδας το 1948 αλλά και τη συνεχιζόμενη κατοχή των παλαιστινιακών εδαφών στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας και τη εκδίωξη και τον μόνιμο εκτοπισμό των Παλαιστινίων Αράβων από τα εδάφη αυτά σε προσφυγικούς καταυλισμούς σε όλη την περιοχή.

4 Στμ. Κομπραδόρικος, από την πορτογαλική λέξη comprador ή compradore που σημαίνει αγοραστής. Ουσιαστικά οι ντόπιοι μεσάζοντες, αντιπρόσωποι του ξένου κεφαλαίου, ιδιαίτερα την περίοδο της αποικιοκρατίας, αλλά και σήμερα ως χαρακτηρισμός τμημάτων μιας τοπικής αστικής τάξης που ευθυγραμμίζεται με το πολυεθνικό κεφάλαιο και προωθεί τα συμφέροντά του.

5 Στμ. Απόδοση της μετάφρασης στα Αγγλικά, trickle down, της γαλλικής λέξης: ruissellement.

6 Στμ. Στο πρωτότυπο:  “fermer la porte derrière eux”, και στα Αγγλικά: “to close the door behind them”, δηλαδή κάνουν τα πάντα για να αποκλείσουν οποιονδήποτε άλλο από τα προνόμιά τους, να τα κρατήσουν μόνο για τους ίδιους.

7 Στμ. Στο πρωτότυπο: “et sollicités dans l’accès à des salaires”.

8 Στμ. Στο πρωτότυπο: “rentabilisation”. Ουσιαστικά: της παραγωγής κέρδους, χρημάτων από τη γη.

9 Στμ. Στο πρωτότυπο: “banlieues dans les banlieues”. Στα Γαλλικά, banlieues είναι τα προλεταριακά προάστια του Παρισιού, τόπος συχνών ταραχών και εξεγέρσεων.

10 Στμ. Στο πρωτότυπο: prébendes, στα Αγγλικά prebends, επιδόματα που δίνονται σε ιερείς από τα έσοδα των ναών.

11 Στμ. Αναφέρεται στο λαθρεμπόριο μέσω του τούνελ στα σύνορα με την Αίγυπτο, από το οποίο έχουν χτίσει περιουσίες ολόκληρες άτομα σχετιζόμενα με τη Χαμάς.

Μια διεθνιστική ανακοίνωση ενάντια στον καπιταλισμό και τον πόλεμο

Διεθνιστική συνάντηση στο Arezzo1

 

το κείμενο σε pdf

 

Δημοσιεύουμε παρακάτω μια ανακοίνωση για τον καπιταλισμό και τον πόλεμο, που υιοθετήθηκε σε μια διεθνιστική συνάντηση στο Arezzo2, στην οποία συμμετείαν και μέλη της Διεθνιστικής Προοπτικής [Internationalist Perspective]. Θα σχολιάσουμε αργότερα αυτή την συγκεκριμένη, αλλά και άλλες, διεθνείς συναντήσεις υποστηρικτών της επανάστασης, που έγιναν αυτό το καλοκαίρι.

Ενώ το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα σέρνει τον κόσμο σε ακόμα περισσότερο πόλεμο και εξαθλίωση, αυτοί που αρνούνται να διαλέξουμε πλευρά σε αυτούς τους πολέμους και παλεύουν για να βάλουν ένα τέλος στο σύστημα που τους προκαλεί, είναι ακόμα λίγοι ανάμεσά μας. Οπότε είναι σημάδι αισιοδοξίας ότι αυτό το καλοκαίρι οργανώθηκαν στην Ευρώπη αρκετές και εκτενείς συναντήσεις διεθνιστών επαναστατών από αρκετές διαφορετικές χώρες. Στις αρχές Ιουνίου, την τελευταία μέρα του αντι-πολεμικού συνεδρίου στην Πράγα, συμφωνήσαμε για την ανάγκη μιας σύντομης ανακοίνωσης για τον καπιταλισμό και τον πόλεμο που εκφράζει τις κοινές μας θέσεις και μπορεί να εξυπηρετήσει ως μια βάση για περαιτέρω δικτύωση και κοινή δράση. Προσχέδιο της ανακοίνωση αυτής ετοιμάστηκε μετά τη λήξη του συνεδρίου. Συζητήθηκε, τροποποιήθηκε και εγκρίθηκε στη διεθνιστική συνάνηση στο Arezzo, όπου εκφράστηκε η ελπίδα ότι θα συζητηθεί περαιτέρω από όσους/ες συμμετείχαν στο συνέδριο της Πράγας και όσους/ες συγκεντρωθούν στο Πόζναν αργότερα αυτόν τον μήνα.

Μια Διεθνιστική Ανακοίνωση για τον Καπιταλισμό και τον Πόλεμο

1. Στην εποχή μας όλοι οι πόλεμοι είναι καπιταλιστικοί πόλεμοι. Παρ’ όλο που οι συγκεκριμένες περιστάσεις ξεσπάσματός τους μπορεί να διαφέρουν, έχουν όλοι τη ρίζα τους στο καπιταλιστικό σύστημα, το οποίο βασίζεται στον ανταγωνισμό και την εκμετάλλευση.

2. Ενώ ο ιμπεριαλισμός είναι ένα διαρκές γνώρισμα του καπιταλισμού από την αρχή του, η συστημική κρίση που ο καπιταλισμός αντιμετωπίζει σήμερα και η αστάθεια που αυτή παράγει, ωθούν αμφότερες τον οικονομικό ανταγωνισμό σε στρατιωτική σύγκρουση και δημιουργούν ευκαιρίες για κάτι τέτοιο. Αυτή η κρίση μόνο θα βαθύνει, κάνοντας αναπόφευκτο η συνεχιζόμενη ύπαρξη του καπιταλισμού να συνεπάγεται μόνο την προοπτική γενικευμένων πολέμων.

3. Η εργατική τάξη, η τεράστια πλειοψηφία της ανθρωπότητας, δεν έχει να κερδίσει και έχει να χάσει τα πάντα στον πόλεμο. Είναι πάντα το μεγάλο θύμα. Η εθνική άμυνα και η εθνική απελευθέρωση σημαίνει να πολεμά κανείς και να πεθαίνει για τα συμφέροντα μιας φράξιας καπιταλιστών ενάντια σε μια άλλη. Σημαίνει να σκοτώνει (και να σκοτώνεται από) άλλους ανθρώπους της εργατικής τάξης για την εξουσία και τα κέρδη της τάξης που μας καταπιέζει και μας εκμεταλλεύεται.

4. Απορρίπτουμε και τον εθνικισμό και η δημοκρατία, που είναι τα βασικά ιδεολογικά εργαλεία με τα οποία η καπιταλιστική τάξη δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι τα συμφέροντά της είναι και αυτά της εργατικής τάξης μέσα στα σύνορά της είναι τα ίδια, και με τα οποία κινητοποιεί κινητοποιεί για πόλεμο και δικαιολογεί την στρατιωτικοποίηση της κοινωνίας.

5. Δεν υπάρχουν ξεχωριστές λύσεις για πολλές υπαρξιακές απειλές στην ανθρωπότητα. Ένας ειρηνικός καπιταλισμός, ένας πράσινος καπιταλισμός, ένας κοινωνικά δίκαιος καπιταλισμός είναι απλά όλα όνειρα θερινής νυκτός για να αποκρύψουν των αυξανόμενο τρόμο που είναι πραγματικός. Πόλεμος, εθνοκάθαρση, γενοκτονία, οικολογική γενοκτονία, κλιματικές καταστροφές, πανδημίες, φτώχεια, ανασφάλεια, εξαναγκαστική μετανάστευση, έλλειψη στέγης, στρες και νευρική κατάρρευση θα συνεχίσουν να επιδεινώνονται μαζί με την κρίση του καπιταλισμού που τα προκαλεί όλα. Επομένως, υπάρχει μια μόνο λύσε σε όλα αυτά: να κλείσουμε το κεφάλαιο του καπιταλισμού στην ανθρώπινη ιστορία.

6. Δεν είναι πασιφιστές. Δεν καλούμε για διαπραγματεύσεις ή παρεμβάσεις του ΟΗΕ, για αποφάσεις κοινοβουλίων, για διακοπή επενδύσεων κλπ. Δεν κάνουμε έκκληση στην άρχουσα τάξη να δράσει “υπεύθυνα”, γιατί καταλαβαίνουμε ότι δεν μπορεί. Αντίθετα, υπολογίζουμε σε αυτόνομη, βασισμένη στην τάξη, αντίσταση στον καπιταλισμό. Η παγκόσμια εργατική τάξη είναι η μόνη κοινωνική δύναμη ικανή να τελειώσει τον καπιταλισμό και να εδραιώσει μια ανθρώπινη κοινότητα βασισμένη στην ικανοποίηση των αναγκών αντί του ψυχαναγκασμού για παραγωγή κέρδους.

7. Αλλά έχει να διανύσει πολύ δρόμο. Η πάλη της δεν μπορεί να είναι απλά οικονομική. Πρέπει να είναι επίσης πολιτική και απέναντι στο κράτος. Πρέπει να αρνηθεί να υποκύψει στην πολεμική ώθηση του καπιταλισμού. Υποστηρίζουμε προλετάριους που αρνούνται να πολεμήσουν, και στις δυο πλευρές κάθε πολέμου, που λιποτακτούν, που γίνονται αδέλφια αντί να αλληλοσκοτώνονται. Υποστηρίζουμε το σαμποτάζ της πολεμικής μηχανής και την συλλογική αντίσταση ενάντια στην στρατολόγηση, στην πολεμική κινητοποίηση και την στρατιωτικοποίηση της κοινωνίας.

8. Αλλά το οξυγόνο από το οποίο εξαρτάται η πολεμική μηχανή είναι η εκμετάλλευση του προλεταριάτου, η απόσπαση υπεραξίας. Χωρίς αυτήν θα παρέλυε. Επομένως, ο πόλεμος δεν μπορεί να σταματήσει χωρίς να μπει τέλος στην εκμετάλλευση. Ακόμα περισσότερο, για να δημιουργήσει χώρο για την πολεμική προσπάθεια, η άρχουσα τάξη πρέπει να επιτεθεί στον κοινωνικό μισθό, να επιβάλλει λιτότητα. Παλεύοντας ενάντια σε αυτήν, οι εργάτες μάχονται ενάντια στον πόλεμο, συνειδητά ή όχι. Όσο περισσότερο αυτόνομα δίνουν αυτή τη μάχη, χωρίς καμμιά συνεργασία με την καπιταλιστική τάξη και το κράτος της, τόσο περισσότερο αυτή η μάχη μπορεί να ανθίσει σε μια πάλη ενάντια στην εκμετάλλευση, μια επανάσταση που βάζει τέλος στον καπιταλισμό, τους πολέμους τους και τη μίζερη “ειρήνη” του.

Η Διεθνιστική Συνάντηση στο Arezzo, Ιούνιος 2024

2 Στμ. Arezzo‎‎ (Αρέτσο) Ιταλική πόλη και πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας, στην περιοχή της Τοσκάνης. Η συνάντηση στην οποία αναφέρεται το κείμενο είναι έλαβε χώρα τον Ιούνιο, συνέχεια μιας προηγούμενης συνάντησης στις Βρυξέλλες, με πρωτοβουλία της Διεθνιστικής Προοπτικής και την υποστήριξη των Controverses, για το μάζεμα ατόμων και ομάδων αριστερών κομμουνιστών και την ανοιχτή συζήτηση διαφόρων ζητημάτων και ανησυχιών σε αυτό το πολιτικό περιβάλλον.

Πλεονάζοντες και εκτοπισμός, πρόσφυγες και μετανάστες

των Nadia Bou Ali και Ray Brassier1

 

το κείμενο σε pdf

Το παρόν άρθρο επιδιώκει να επεξεργαστεί και να αναπτύξει την έννοια του “πλεονάζοντος πληθυσμού” ως ενός χαρακτηρισμού των άνεργων μαζών. Αυτό περιλαμβάνει μάζες σε επισφαλή εργασία που αποκλείονται απο την τυπική μισθωτή σχέση και μάζες ανθρώπων που, εξαιτίας της καπιταλιστικής εξαθλίωσης, είναι ορατές μόνο μέσα από γενικές κατηγορίες (πρόσφυγες, μετανάστες). Οι γενικές κατηγορίες των προσφύγων και μεταναστων είναι αφηρημένες περιγραφικές κατηγορίες που απαιτούν μια συγκεκριμένη αναλυτική εξήγηση των “πλεοναζόντων πληθυσμών” εντός της διαφοροποιημένης δυναμικής του παγκόσμιου καπιταλισμού.

Ο καπιταλισμός είναι άνισος στην αρχική μορφή της συγκρότησής του· η πρωταρχική συσσώρευση είναι “αρχική πηγή”2 στον βαθμό που αναπαράγεται σταθερά με την παραγωγή υπεραξίας. Έχοντας πει αυτό, η ώθηση της αποικιοκρατίας είναι επίσης θεμελιώδης στον καπιταλισμό, ο οποίος είναι τόσο μια κοινωνική όσο και μια οικολογική σχέση. Από τη μια πλευρά, το “κεφαλαιόκενο” χαρακτηρίζεται από την αναλωσιμότητα της ανθρώπινης ζωής και της φύσης. Από την άλλη, η κατηγορία της “δημογραφικής απώλειας3 περιγράφει με ποιον τρόπο βιώνεται αυτή η ανισότητα, συγκεκριμένα και καθολικά, από μάζες ανθρώπων ο αποκλεισμός των οποίων από τον τυπική μισθωτή σχέση είναι θεμελιώδης στην δημιουργία υπεραξίας.

Πλεονάζον πληθυσμός ως προλεταριοποίηση

Πρέπει από την αρχή να ξεδιαλύνουμε μια μείζονα παρανόηση. Οι πλεονάζοντες πληθυσμοί δεν είναι εξ ορισμού εκτοπισμένοι: δεν χρειάζεται να είναι πληθυσμοί προερχόμενοι εκτός των συνόρων μιας συγκεκριμένης χώρας ή έθνους-κράτους. Δεν είναι απλά μια συνέπεια άνισης ανάπτυξης αλλά, μάλλον, το αποτέλεσμα που γίνεται μια αιτία στη διαδικασία της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Ο Μαρξ έχει κάνει μια εστιασμένη κριτική της χονδροειδούς Μαλθουσιανής λογικής που βλέπει τον υπερπληθυσμό ως έναν νόμο της φύσης που δικαιολογεί έτσι την αναλωσιμότητα κάποιων πληθυσμών στο όνομα της επιβίωσης κάποιων άλλων. Σήμερα, αντηχήσεις Μαλθουσιανισμού υπάρχουν στη λογική εκείνων που επιδιώκουν να δώσουν ανοσία στα εθνικά σύνορα ενάντια στις “ροές” πλεοναζόντων πληθυσμών και εκείνων που επιδιώκουν να εξοντώσουν ή να μετατοπίσουν αναλώσιμους πληθυσμούς. Η συνεχιζόμενη κλιματική κατάρρευση προσθέτει και άλλα στρώματα επιπλοκών στο ζήτημα της πλεονάζουσας ανθρωπότητας, θα ασχοληθούμε με αυτό σε επόμενη ενότητα που ασχολείται με καπιταλιστικές οικολογίες. Στην ανάλυση του Μαρξ, δεν είναι η Μαλθουσιανή λογική της προσφοράς και της ζήτησης που δημιουργεί πλεονάζοντες πληθυσμούς αλλά η λογική της παραγωγής αξίας ή της μεγιστοποίησης της υπεραξίας ως τέτοιας4:

“Είναι η καπιταλιστική συσσώρευση η ίδια που σταθερά παράγει, και παράγει όντως σε άμεση σχέση με την ίδια την ενέργεια και έκταση, έναν πληθυσμό που “περισσεύει” σχετικά, δηλαδή που πλεονάζει για τις μέσες απαιτήσεις του κεφαλαίου για την ίδια την αξιοποίησή του, και είναι συνεπώς πλεονάζων πληθυσμός […] Αυτός είναι ένας νόμος πληθυσμιακός που είναι ιδιάζων στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής· και στην πραγματικότητα κάθε ιστορικός τρόπος παραγωγής έχει τους δικούς του ιδιαίτερους νόμους για τον πληθυσμό, οι οποίοι ισχύουν εντός αυτής της συγκεκριμένης σφαίρας” (Κεφάλαιο, 782–784).

Υπάρχει ένας νόμος παραγωγής που προσιδιάζει στον καπιταλισμό: η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων οδηγεί αναγκαστικά σε πλεονάζοντες πληθυσμούς. Ο “νόμος της προσφοράς και ζήτησης εργασίας” ρυθμίζει τον λόγο των γενικών μισθών (της εργατικής τάξης, δηλαδή της εργατικής δύναμης) προς το συνολικό κοινωνικό κεφάλαιο: “Όσο υψηλότερη η παραγωγικότητα της εργασίας, τόσο μεγαλύτερη η πίεση των εργατών στα μέσα απασχόλησης, τόσο πιο επισφαλής, επομένως γίνεται η συνθήκη για την ίδια την ύπαρξή τους” (ό.π., 798, η έμφαση δική μας). Ανάλογα, “ο μηχανικός εξοπλισμός παράγει έναν πλεονάζοντα εργαζόμενο πληθυσμό” (ό.π., 531–532). Σε αυτό το πλαίσιο, είναι η ίδια η μισθωτή σχέση που οδηγεί στην εξαθλίωση και την προλεταριοποίηση της εργατικής τάξης.

Αυτό θα έπρεπε να συνεπάγεται ότι οι σχετικά πλεονάζοντες πληθυσμοί γίνονται αμέσως αιτία και αποτέλεσμα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων ως μια τάση του καπιταλισμού μέσω της μισθωτής σχέσης. Παρ’ όλο που ο καπιταλισμός αναπτύσσει τις παραγωγικές δυνάμεις (εκμηχανισμός, αυτοματοποίηση κοκ.), αυτό δεν σημαίνει ότι αναπτύσσει επίσης την εργατική δύναμη· το αντίθετο φαίνεται, μάλλον, να συμβαίνει: καθώς αναπτύσσονται οι παραγωγικές δυνάμεις, το κόστος αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης πέφτει και οι μισθοί μειώνονται. Αυτό που ωθεί την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων είναι ο καταναγκασμός να αυξηθεί ο ρυθμός της εκμετάλλευσης (ο ρυθμός απόσπασης υπεραξίας από την εργατική δύναμη) και συνεπώς η αύξηση του λόγου υπεραξίας προς την αναγκαία εργασία5, όχι μόνο στην ίδια τη διαδικασία της εργασίας αλλά σε ολόκληρο τον πληθυσμό των μισθωτών εργατών. Καθώς όλο και περισσότερη υπεραξία παράγεται από όλο και λιγότερη εργασία, ένας διαρκώς αυξανόμενος αριθμός μσθωτών εργατών καθίσταται περιττός στη διαδικασία παραγωγής αξίας.

Το κεφάλαιο δημιουργεί ανεργία, η οποία αποτελεί μια συνθήκη της πραγματικής υπαγωγής της διαδικασίας της εργασίας σε αυτό (δηλαδή της αναδιάρθρωσής του με σκοπό την μεγιστοποίηση του ρυθμού εκμετάλλευσης). Συνεπώς, οι άνεργοι, το πλεόνασμα και το περίσσευμα, είναι θεμελιώδη στο τωρινό σύστημα εκμετάλλευσης. Ενώ το κεφάλαιο αναπαράγεται μέσω της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, και αυτή αναπαράγεται επιτρέποντας στο κεφάλαιο να την εκμεταλλεύεται, η επέκταση της αξίας ως κεφάλαιο δεν συνεπάγεται και την επέκταση της αξίας της εργατικής δύναμης6· αντίθετα, η επεκτατική αυτο-αξιοποίηση του κεφαλαίου συνεπάγεται την υποτίμηση της εργασίας, με άλλα λόγια έναν διαρκώς αυξανόμενο λόγο υπεραξίας ως προς την αναγκαία εργασία, ανέργων προς τους εργαζόμενους. Αυτό σημαίνει ότι το κεφάλαιο έχοντας πρώτα διαχωρίσει την εργασία από τα μέσα παραγωγής, προχωρά στην συνέχεια στον διαχωρισμό ενός διαρκώς αυξανόμενου αριθμού εργαζόμενων από την εργασιακή διαδικασία, μέσα από την οποία [οι εργαζόμενοι] είναι αναγκασμένοι να αναπαράγουν τον εαυτό τους7. Αυτός ο δευτερεύων, “βοηθητικός” διαχωρισμός (των εργαζόμενων από τους ανέργους) ακολουθεί τον αρχικό βασικό διαχωρισμό (των παραγωγών από τα μέσα παραγωγής). Το ζήτημα, τότε, είναι: πώς θα επανασυνδεθεί η πλεονάζουσα με την αναγαία εργασία ή, διαφορετικά, οι άνεργοι με τους εργαζόμενους;

“[…] το προλεταριάτο ορίζεται από τον διαχωρισμό του από τα μέσα παραγωγής και τον καταναγκασμό να αναπαράγει τον εαυτό του αναπαράγοντας το κεφάλαιο. Η αναπαραγωγή του προλεταριάτου (η αξία της εργατικής του δύναμης) ακολουθεί την αναπαραγωγή του κεφαλαίου μέσω της ‘κανονικής’ λειτουργίας του νόμου της αξίας: αν οι μισθοί αυξηθούν πάρα πολύ, το κεφάλαιο θα προσλάβει λιγότερους εργάτες, δημιουργώντας έτσι έναν εφεδρικό στρατό που ασκεί στους μισθούς μια πίεση προς τα κάτω. Το σημείο εδώ είναι ότι όσο οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι δεν συνδυάζονται, οι μισθοί θα συμμορφώνονται πάντα με τις απαιτήσεις της συσσώρευσης του κεφαλαίου” (B.R. Hansen).

Επομένως, οι πλεονάζοντες πληθυσμοί ως ένας “εφεδρικός στρατός ανέργων” και μη απασχολήσιμου “λούμπεν προλεταριάτου” είναι ταυτόχρονα εσωτερικοί στον καπιταλιστικό πυρήνα, δηλαδή εσωτερικοί στις περιοχές εκείνες του κόσμου που έχουν πλήρως ενσωματωθεί ή υπαχθεί πλήρως στο κεφάλαιο, και περιφερειακοί σε αυτόν τον πυρήνα, δηλαδή υπάρχουν σε περιοχές που προς το παρόν έχουν μερικά μόνο ενσωματωθεί ή υπαχθεί τυπικά στο κεφάλαιο (ο Τρίτος Κόσμος ή ο Παγκόσμιος Νότος). Αυτό σημαίνει ότι η πλεονάζουσα ανθρωπότητα που δημιουργείται με και μέσα από την αναπαραγωγή του κεφαλαίου καταλαμβάνει τόσο στον πυρήνα όσο και την περιφέρεια: υπάρχει τόσο στο κέντρο όσο και στο περιθώριο.

Ορατές μάζες και αόρατη εργασία

Πλεονάζοντες πληθυσμοί τείνουν να εμφανίζονται με την μορφή λαϊκών μαζών. Από το Παρίσι μέχρι την Νότια Αμερική, τη Μέση Ανατολή και την Νότια Ασία, έχουμε δει τις τελευταίες δεκαετίες ξαφνικές εκρήξεις μαζικών διαδηλώσεων από ανθρώπους που μένουν σε παραγκουπόλεις και καταυλισμούς, και αυτό που θα μπορούσε να περιγραφεί ως εξεγέρσεις προσφύγων. Αυτές οι φαινομενικά αυθαίρετες μαζικές εξεγέρσεις είναι η ορατή φανέρωση μιας συνήθως αόρατης δομικής δυναμικής. Αλλά την κάνουν να φανερώνεται ως υποκειμενικές εκδηλώσεις μιας αντικειμενικής δομής: είναι υποκειμενικές στιγμές του αόρατου που γίνεται ορατό.

Μια δομική ανάλυση θα μπορούσε να αποκαλύψει τις συνθήκες αυτής της ορατής, υποκειμενικής φανέρωσης της αόρατης, αντικειμενικής δομής. Το πρώτο βήμα σε μια τέτοια ανάλυση είναι η διάκριση ανάμεσα σε εκτοπισμένους και πλεονάζοντες πληθυσμούς. Παρ’ όλο που μάζες ανθρώπων εμφανίζονται σε εθνικά σύνορα ως πρόσφυγες και μετανάστες, δεν είναι οι μόνοι που μπορούν να οριστούν ως πλεονάζοντες πληθυσμοί. Οι λόγοι για αυτήν την συχνή λανθασμένη αντίληψη μπορεί να είναι ιδεολογική: αναμφισβήτητα είναι ευκολότερο να έχεις να κάνεις με πλεονάζοντες πληθυσμούς από την σκοπιά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που επιδιώκει να ενσωματώσει και να παραχωρήσει δικαιώματα ασύλου σε ξένους και εκπατρισμένους σε αναπτυγμένα κράτη. Θα επιχειρηματολογήσω, όμως, ότι αυτή η οπτική αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει ικανοποιητικά το ζήτημα, είτε εννοιολογικά είτε πρακτικά.

Οι πλεονάζοντες πληθυσμοί δεν είναι κατ’ ανάγκην εκτοπισμένοι πληθυσμοί ή πληθυσμοί που μεταναστεύουν. Όπως επισημαίνει ο Aaron Benanav, από τη δεκεατία του 1950, μεγάλο μέρος των ανέργων των πόλεων σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος (Low Income Countries, LIC) έχουν στην πραγματικότητα γεννηθεί στις πόλεις: “Ήδη από το 1950, το μεγαλύτερο κομμάτι της αύξησης του πληθυσμού στις χώρες μικρού/μεσαίου εισοδήματος οφειλόταν στο ότι οι άνθρωποι γεννιόνταν σε αστικές περιοχές, μάλλον, παρά μετανάστευαν σε αυτές”. Ο Benanav ισχυρίζεται ότι “παρά τον αργό ρυθμό της αστικοποίησης μετά το 1980, το εργατικό δυναμικό στις πόλεις εξακολουθεί να αυξάνεται ραγδαία σε όλες τις χώρες χαμηλού εισοδήματος”. Οι εργάτες στις πόλεις δεν εμφανίζονται απλά από το πουθενά ούτε φτάνουν από κάπου αλλού· αναδύονται ως ένα σύμπτωμα των διαδικασιών προλεταριοποίησης που έχουν αναπτυχθεί στον απόηχο του τελματωμένου ρυθμού ανάπτυξης του ύστερου καπιταλισμού. Παρ’ όλο που υπάρχει μια επιβράδυνση στους ρυθμούς αστικοποίησης, υπάρχει μια δημογραφική αύξηση των φτωχών στις πόλεις που έχουν τώρα δημιουργήσει γενιές παιδιών που, όπως οι γονείς τους, συνεχίζουν στα κυκλώματα της άτυπης εργασίας. Η προλεταριοποίηση μπορεί απλά να κατανοηθεί ως η “αύξηση της μερίδας του πληθυσμού που εξαρτάται από την πώληση της εργασίας του για να επιβιώσει”. Αυτή η αύξηση της προλεταριοποίησης δεν οφείλεται στη μετανάστευση πληθυσμών από την επαρχία στις αστικές περιοχές, μια παρανόηση που ενθαρρύνεται από μελέτες σχετικές με την ανάπτυξη. Μάλλον, χώρες χαμηλού εισοδήματος εμφανίζουν μια χαμηλή ζήτησεη για εργασία για δύο βασικούς λόγους: 1) υψηλά επίπεδα ανισοτήτων που οδηγούν οικονομίες στην παραγωγή προϊόντων έντασης-κεφαλαίου με ζήτηση από τις ελίτ, παρά προϊόντων έντασης-εργασίας, που ζητά ο ευρύτερος πληθυσμός· και 2) τεχνολογικές εξελίξεις και αυτοματοποίηση που εισάγονται από τις εκβιομηχανισμένες χώρες. Έτσι, οικονομίες στις χώρες χαμηλού εισοδήματος είναι περισσότερο οικονομίες έντασης-κεφαλαίου παρά έντασης-εργασίας.

Λίγα πράγματα έχουν γίνει για την υποδοχή εργατικού δυναμικού από τις ΧΧΕ και άλλες χώρες, παρά τους ισχυρισμούς που διατυπώνονται την τελευταία δεκαετία από οικονομολόγους (ιδιαίτερα με βάση τις ΗΠΑ), σχετικά με την αύξηση της απασχόλησης και την ανάγκη προσαρμογής στη μετατόπιση, μετά τη δεκαετία του 1990, προς μια παγκόσμια αγορά εργασίας. Ως ηγετική παγκόσμια δύναμη, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να έχουν κάνει πολλά για την αποφυγή των αυξανόμενων πολιτικών απομόνωσης που αναδύονται στο εσωτερικό τους αλλά και αλλού στον κόσμο. Η αποτυχία του παγκόσμιου Νότου να αναδιανείμει τα ωφέλη της παγκόσμιας οικονομίας είχε ήδη προβλεφθεί σε αντιπαραθέσεις για την NAFTA8 τη δεκεατία του 1990 καθώς και σε αντιπαραθέσεις σχετικά με τη διαχείριση των παράτυπων μεταναστών στα πρώτα χρόνια αυτού του αιώνα. Σήμερα τα πράγματα είναι ήδη χειρότερα καθώς γινόμαστε μάρτυρες της κράτησης των παράτυπων μεταναστών στα σύνορα και σε στρατόπεδα, της κατασκευής τειχών στα σύνορα κοκ.

Η εργασία των μεταναστών είναι παγιδευμένη σε έναν κύκλο εκδίωξης και εξορίας ενώ, ταυτόχρονα, αντιμετωπίζει κοινωνική και πολιτισμική προκατάληψη

Ιδιαίτερα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής (MENA) η ιστορία καθορίζεται κυρίως από τη “ροή” προσφυγικών και μεταναστευτικών πληθυσμών. Μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα τέλη του 19ου αιώνα και τον επακόλουθο αποικισμό της περιοχής από τους Ευρωπαίους, διαιρεμενα ανάμεσα στους Βρετανούς και τους Γάλλους, η ανάδυση εθνών-κρατών στον απόηχο της αποικιοποίησης έχει σημαδευτεί κυρίως από την εδαφική διαίρεση της περοχής σύμφωνα με τα συμφέροντα των αποικιοκρατών. Η κατοχή της περιοχής της ιστορικής Παλαιστίνης το 1948, ως αποτέλεσμα της εισροής Εβραίων μεταναστών από την Ευρώπη, έκανε 750.000 Παλαιστίνιους πρόσφυγες σε γειτονικές χώρες. Στον Λίβανο, 260 με 280 χιλιάδες Παλαιστίνιοι πρόσφυγες μοιράζονται σε 12 στρατόπεδα και 42 σημεία συγκέντρωσης. Ο τωρινός πληθυσμός του Λιβάνου είναι περίπου 6,8 εκατομμύρια και υπάρχουν σχεδόν 250 χιλιάδες Παλαιστίνιοι πρόσφυγες, σύμφωνα με την UNRWA9. Αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 5,6% του εργατικού δυναμικού του Λιβάνου, το 50% του οποίου δεν είναι Λιβανέζοι. Οι Παλαιστίνιοι στον Λίβανο εξακολουθούν να είναι αποκλεισμένοι από την αγορά της νόμιμης εργασίας και να τους αρνούνται το δικαίωμα σε νόμιμους μισθούς, στην ιδιοκτησία περιουσίας και άλλα βασικά πολιτικά δικαιώματα. Όπως και με άλλους πρόσφυγες, οι περιορισμοί του Λιβανικού κράτους αποκλείουν τους Παλαιστίνιους από την πρόσβαση σε ελεύθερα επαγγέλματα όπως αυτά του γιατρού, του μηχανικού και του νομικού, εξαναγκάζοντας τους Παλαιστίνιους σε μια αγορά επισφαλούς παράτυπης εργασίας, που χαρακτηρίζεται από βραχυπρόθεσμες, κακοπληρωμένες δουλειές. Οι μισοί, σχεδόν, Παλαιστίνιοι εργάζονται στις κατασκευές και το εμπόριο ή συναφείς δραστηριότητες (χονδρικό και λιανικό εμπόριο, επισκευές αυτοκινήτων, επισκευές συσκευών κλπ.) στις οποίες υπάρχουν υψηλά επίπεδα παρατυπίας, περισσότερες από τον μέσο όρο ώρες εργασίας, και η πλειοψηφία βγάζει λιγότερα από τον ελάχιστο μισθό στον Λίβανο10.

Πέρα από τους Παλαιστίνους, ήδη από τη δεκαετία του 1950 Σύριοι έχουν συγκροτήσει μια μεγάλη μερίδα της εργατικής δύναμης των μεταναστών στον Λίβανο. Αυτό το μερίδιο έχει αυξηθεί δραματικά μετά την έναρξη του Συριακού εμφυλίου το 2011. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 1,5 εκατομμυριο Σύριοι στον Λίβανο. Μαζί με τους Παλαιστίνιους, αποτελούς σχεδόν το 1/4 ολόκληρου του πληθυσμού του Λιβάνου. Στο The Invisible Cage11, ο John Chalcraft δείχνει πώς αλληλοπλέκονται η αναγκαστική μετανάστευση και η αναγκαστική εργασία. Είναι το αποτέλεσμα μιας δυναμικής της αγοράς εργασίας που έχει ως συνθήκη την αναγκαστική εργασία και μια χωρίς τέλος ανακύκλωση μεταναστών εργατών σε έναν διαρκή κύκλο παρατεταμένης αστάθειας και εξορίας.

Το 2024, το αόρατο κλουβί της εργασίας έχει γίνει εντελώς ορατό: με την οικονομική κατάρρευση του Λιβάνου το 2019 και την αυξανόμενη έλλειψη τόσο πόρων όσο και ευκαιριών εργασίας, οι Σύριοι εργάτες είναι όλο και περισσότερο αντιμέτωποι με την προκατάληψη, την ξενοφοβία και τις διακρίσεις σε δικαστικές διώξεις. Η απότομη αύξηση των Συρίων εργατών επιδεινώνει τα αντι-συριακά αισθήματα, μαζί με την φτωχοποίηση της λιβανέζικης εργατικής τάξης στον απόηχο της επιδεινούμενης οικονομικής κατάστασης της χώρας. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας (ILO, International Labour Organization), το ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό στον Λίβανο είναι 43.4%, ενδεικτικό του ότι λιγότερος από τον μισό πληθυσμό σε ηλικία εργασίας είτε εργάζεται για πληρωμή ή κέρδος είτε ψάχνει απασχόληση.

Αντί να οδηγεί στην οργάνωση της εργασίας σύμφωνα με εθνικές και φυλετικές διαιρέσεις, η προλεταριοποίηση συνεπάγεται εξαθλίωση και επισφάλεια, που με τη σειρά της οδηγεί στον κατακερματισμό της εργατικής τάξης12. Στον Λίβανο, η εργατική τάξη συγκροτείται από Λιβανέζους, Σύριους, Αφρικανούς και Ασιάτες εργάτες που κάνουν τις περισσότερες από τις, σχετικές με την αναπαραγωγή, δουλειές στη χώρα, από οικιακή εργασία και παροχή φροντίδας μέχρι άλλες μορφές επισφαλούς εργασίας. Περίπου το 90% των Συρίων προσφύγων στον Λίβανο απασχολούνται παράτυπα. Μεταξύ αυτών, τα ποσοστά φτώχιας αυξήθηκαν κατά 56% από την έναρξη της πανδημίας Covid-19 το 2020. Ο αυξανόμενος ανταγωνισμός στην παράτυπη αγορά χαμηλών δεξιοτήτων εργασίας αναγκάζει τους πρόσφυγες να αποδέχονται ακατάλληλες εργασιακές συνθήκες που χαρακτηρίζονται από πολλές ώρες δουλειάς, χαμηλούς μισθούς και έλλειψη νομικής προστασίας, ασφάλισης υγείας ή αναρρωτικών αδειών. Οι Σύριες εργάτριες αναγκάζονται επίσης να αντέχουν σε ανεπαρκείς συνθήκες μετακίνησης, έλλειψη φροντίδας για τα παιδιά και κοινωνικές και πολιτισμικές προκαταλήψεις. Τέτοιες συνθήκες καθιστούν τους πρόσφυγες πιο επιρρεπείς σε συλλήψεις, αναγκαστικό επαναπατρισμό και απέλαση.

Εν τω μεταξύ, οι Σύριοι πρόσφυγες που επιλέγουν να εργαστούν νόμιμα πρέπει να καταγραφούν ως μετανάστες υπό την “χορηγία” ή μια σύμβαση εργασίας από έναν Λιβανέζο εργοδότη. Όπως και με τους Παλαιστίνιους, η νόμιμη απασχόληση για τους Σύριους περιορίζεται γενικά σε τρεις τομείς: το περιβάλλον, τη γεωργία και τις κατασκευές, κάτι που απαιτεί μια άδεια παραμονής που κοστίζει 200 δολλάρια τον χρόνο. Πρόσφυγες μπορεί να αναζητούν νόμιμη απασχόληση και σε μερικούς ακόμα περιορισμένους τομείς αλλά θα αντιμετωπίσουν πολυάριθμα οικονομικά και γραφειοκρατικά εμπόδια, αν μη τι άλλο στην ανανέωση της άδειας παραμονής τους: το 2020, σχεδόν το 70% των καταγεγραμμένων Συρίων προσφύγων στον Λίβανο (ιδιαίτερα αυτοί με ηλικία πάνω από 15 ετών) ήταν χωρίς άδεια παραμονής, κάτι που περιορίζει πολύ σημαντικά όχι απλά τη δυνατότητά τους να βγάζουν τα προς το ζην αλλά, επίσης, και την ελευθερία μετακίνησής τους.

Η διαχείριση του πλεονάζοντος πληθυσμού είναι κομβική για την αναπαραγωγή του κεφαλαίου

Είναι σημαντικό να διακρίνουμε τους οικονομικούς μετανάστες από το προφυγικό εργατικό δυναμικό. Σύμφωνα με τους Elisabeth Longuenesse και Paul Tabar, το εργατικό δυναμικό στον Λίβανο αποτελείται κατά 15% από μετανάστες εργάτες και 35% Σύριους εργάτες. Τονίσαμε παραπάνω την ανάγκη να διακρίνουμε πλεονάζοντες πληθυσμούς από εκτοπισμένους ή προσφυγικούς πληθυσμούς. Παρ’ όλα αυτά, όλα τους τα δεινά είναι αλληλένδετα στην πολιτική οικονομία του Λιβάνου, όπου οι πληθυσμοί των Σύριων και των Παλαιστινίων είναι ταυτόχρονα και μετανάστες και πρόσφυγες. Οι πληθυσμοί αυτοί μειονεκτούν διπλά στον εργαζόμενο πληθυσμό του Λιβάνου: συνιστούν ένα πλεόνασμα σχετικά με την εργασία, που θεωρείται αναγκαία από το κεφάλαιο, ενώ είναι, ταυτόχρονα, εκτοπισμένοι και σε σχέση με τον νόμιμα όσο και τον παράτυπα ενσωματωμένο εργατικό πληθυσμό (που αποτελείται από Λιβανέζους και άλλες εθνικότητες). Η συνθήκη τους εκθέτει την υπέρθεση της αναγκαίας και της πλεονάζουσας εργασίας, από τη μια πλευρά, και των ενσωματωμένης και εκτοπισμένης εργασίας εντός του πληθυσμού των μισθωτών εργατών, από την άλλη.

Οποιαδήποτε πολιτική ανάλυση αποτυγχάνει να εξηγήσει αυτή την διάκριση, διατρέχει έναν διπλό κίνδυνο. Αφενός μάς οδηγεί να υποθέσουμε ότι οι πρόσφυγες συνιστούν την περίπτωση μιας “ατελούς μετανάστευσης”, ένα πρόβλημα που θα μπορούσε να μετριαστεί είτε επιστρέφοντας στην πατρίδα τους είτε με πρόσβαση στο τυπικό καθεστώς της υπηκοότητας. Αυτή η υπόθεση, με τη σειρά της, σημαίνει ότι οι λύσεις τείνουν να θεωρούνται στο επίπεδο των δικαιωμάτων και της κοινωνικής αναγνώρισης. Το πρώτο πρόβλημα με αυτή την προσέγγιση, προφανώς, είναι ότι συσκοτίζει μια βαθύτερη και διάχυτη συνέπεια της καπιταλιστικής κοινωνικής δυναμικής – που επηρεάζει εξίσου τόσο τους εκτοπισμένους όσο και τους μη εκτοπισμένους εργατικούς πληθυσμούς – και περιορίζει λύσεις και απαντήσεις με τρόπους που απομακρύνουν ακόμα περισσότερο μεταξύ τους τμήματα της εργατικής τάξης τα οποία, στην πραγματικότητα, μοιράζονται κοινές πολιτικές συνθήκες. Αφετέρου, όταν κάποιος δεν λαμβάνει υπόψιν τη διάκριση ανάμεσα στο εργατικό δυναμικό των μεταναστών και των προσφύγων, διατρέχει τον επιπλέον κίνδυνο να αναγάγει τις εν λόγω πολιτικές προκλήσεις σε μια απλή διαχείριση ενός σεναρίου κρίσης, όπως κάνουν πολλές ΜΚΟ όταν επιδιώκουν να προσφέρουν βοήθεια ανταποκρινόμενες σε κοινωνικές και φυσικές τραγωδίες.

Αυτό που χάνεται αποτυγχάνοντας να αναγνωρίσει κανείς αυτή τη διάκριση είναι η αναγνώριση του γεγονότος ότι η διαχείριση των πλεοναζόντων πληθυσμών δεν είναι μια εξωτερική δραστηριότητα που αντιμετωπίζει τις αιτίες των δεινών του πληθυσμού: είναι στην πραγματικότητα μια δραστηριότητα εσωτερική στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Αυτή η διαχείριση όχι μόνο επιτρέπει τη μείωση του κόστους της εργασίας, μέσω της δύναμης ανταγωνισμού που ασκείται από τον εφεδρικό στρατό εργασίας πάνω στο εργατικό δυναμικό, αλλά, επίσης, εισάγει τον εαυτό της στο “χαλασμένο” κύκλωμα της κοινωνικής αναπαραγωγής, επιτρέποντας στο ευρύτερο κύκλωμα της καπιταλιστικής αναπαραγωγής να παραμένει άθικτο. Πέρα από τη διεύρυνση των διαιρέσεων ανάμεσα σε τμήματα της διεθνούς εργατικής τάξης, μια τέτοια προσέγγιση αντιμετωπίζει τελικά τους πρόσφυγες ως ένα εργαστήριο διαχείρισης κρίσεων που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση για καινούριες κοινωνικές τεχνολογίες διαχείρισης των ανέργων, των υποαπασχολούμενων και της φτωχοποιημένης εργατικής τάξης γενικότερα.

Η αναγνώριση της συγκεκριμένης ποιότητας της εργασίας των προσφύγων – η αντιμετώπισή της ως ενός συμπτώματος που αποκαλύπτει την εσωτερική σύνδεση ανάμεσα στην κοινωνική αποσύνθεση και την οικονομική ενσωμάτωση που αντί να μπλοκάρει τον κύκλο της κοινωνικής αναπαραγωγής στην πραγματικότητα τον καθιστά εφικτό – σημαίνει το άνοιγμα ενός χώρου για να τεθεί εκ νέου το ερώτημα ποια θα μπορούσε να είναι μια δομική απάντηση σε ένα κοινωνικό σύστημα που θρέφεται από την καταστροφή.

Το άρθρο δημοσιεύεται με την συνεργασία του Ινστιτούτου Alameda.

Nadia Bou Ali (nadiabouali@gmail.com) και Ray Brassier (ray.brassier@gmail.com), BICAR (Ινστιτούτο Βηρυτού για την Κριτική Ανάλυση και Έρευνα) και Αμερικανικό Πανεπιστήμιο Βηρυτού, Λίβανος.

2 Στμ. Στο πρωτότυπο: originary.

3 Στμ. Στο πρωτότυπο: demographic dispossession.

4 Στμ. Ο Μάλθους συγκαλύπτει την θεμελιώδη ρίζα της εκμετάλλευσης – εκφρασμένης ως συσσώρευσης υπεραξίας – ακριβώς για να συγκαλύψει την κοινωνική αιτία της δημιουργία πλεοναζόντων πληθυσμών και να την “φυσικοποιήσει” ή να την “βιολογικοποιήσει” ως ανταγωνισμό “φυσικής” επιβίωσης και προσφοράς/ζήτησης με βιολογικούς όρους. Η διαλεκτική αποκαλύπτει την πηγή αυτής της συγκάλυψης.

5 Στμ. Με άλλα λόγια όλο και μικρότερη εργατική δύναμη να παράγει όλο και περισσότερη υπεραξία. Δες την επόμενη ακριβώς πρόταση!

6 Στμ. Το μεγάλο τρικ της αναδιάρθρωσης ή αλλιώς η “αποδέσμευση” του κεφαλαίου από την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης. Το κεφάλαιο μπορεί να δημιουργεί αξία χωρίς να αυξάνει την τιμή της εργατικής δύναμης. Με αυτόν τον τρόπο μόνο μπορεί πλέον να “ρεφάρει” την μείωση του ποσοστού κέρδους λόγω της υπερπαραγωγής. Ερώτημα: και η αρχή της “ζωντανής εργασίας” ως μοναδικής πηγής υπεραξίας;

7 Στμ. Εξαιρετικά σαφής, κατανοητή, ουσιαστική παρουσίαση της τωρινής μορφής της αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας και της σημερινής κοινωνικής συνθήκης του προλεταριάτου.

8 Στμ. Η NAFTA (North American Free Trade Agreement): Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής, είναι μια εμπορική συμφωνία μεταξύ του Μεξικού, των ΗΠΑ και του Καναδά. Η συμφωνία υπογράφτηκε από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους, τον πρωθυπουργό του Καναδά Μπράιαν Μαλρόνεϊ και τον πρόεδρο του Μεξικού Κάρλος Σαλίνας στις 17 Δεκεμβρίου 1992 στο Σαν Αντόνιο του Τέξας και άρχισε να λειτουργεί στις 1 Ιανουαρίου 1994.

9 Στμ. Η UNRWA (United Nations Relief and Works Agency for Palestine Refugees in the Near East), Υπηρεσία Αρωγής και Έργων του ΟΗΕ για τους Παλαιστινίους Πρόσφυγες στην Εγγύς Ανατολή, είναι υπηρεσία του OHE που υποστηρίζει την ανακούφιση και την ανθρώπινη ανάπτυξη των Παλαιστινίων προσφύγων. Από το 2019, περισσότεροι από 5,6 εκατομμύρια Παλαιστίνιοι είναι εγγεγραμμένοι στην UNRWA ως πρόσφυγες.

10 Στμ. Βέβαια ειδικά αυτές οι παράτυπες δραστηριότητες συνοδεύονται συχνά και από παράτυπο, “μαύρο”, χρήμα! Ίσως αυτό αποκαθιστά μέρος του χαμηλού εισοδήματος, δημιουργώντας μια συνθήκη σχετικής ανοχής της παραμονής στην παράτυπη αγορά εργασίας;

11 Στμ. Το The Invisible Cage (Το Αόρατο Κλουβί) αποκαλύπτει την κρυφή ιστορία του κύκλου της εργασίας μεταναστών και της επιστροφής εκατοντάδων χιλιάδων ανειδίκευτων και ημι-ειδικευμένων Σύριων εργατών στον Λίβανο. Δείτε εδώ https://www.sup.org/books/middle-east-studies/invisible-cage.

12 Στμ. Εξαιρετικά σημαντική παρατήρηση. Θεμελιώδης για την κατανόηση της διαλεκτικής του κατακερματισμού του προλεταριάτου.

Ένα γράμμα στα ξαδέλφια μας στην Αμερική

Anonymous1

Τις μέρες που ακολούθησαν την πρώτη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές, φίλοι στη Γαλλία μάς έστειλαν ένα γράμμα που αντιμετωπίζει την άνοδό του στην εξουσία ως μια στιγμή αλήθειας, απέναντι στην οποία πρέπει να σταθούμε. Καθώς μπαίνουμε σε μια δεύτερη θητεία διακυβέρνησής του αναδημοσιεύουμε το γράμμα, το οποίο δεν έχει χάσει απολύτως τίποτα από την οξύτητά του στα χρόνια που ακολούθησαν.

Σήμερα, ελάχιστοι είναι αυτοί που ξέρουν τι είναι το Κράτος και η πολιτική (και επομένως η “ιστορία”) ή, μάλλον, τι ήταν.

Alexandre Kojeve στον Καρλ Σμιτ, 28 Ιουνίου 1955

το κείμενο σε pdf

Ναι, λοιπόν, ο Τζόκερ κατέλαβε τον Λευκό Οίκο. Δεν ήταν μέρος του σεναρίου. Δεν πήρε ένα φορτηγό γεμάτο εκρηκτικά ούτε υπήρξε αντίστροφη μέτρηση σε μια οθόνη LCD. Εμφανίστηκε απλά στις εκλογές, όσο πιο δημοκρατικά μπορούσε, και κέρδισε.

Η είδηση της εκλογής γίνεται δεκτή με παγκόσμια δυσπιστία, επώδυνη για κάποιους, θριαμβευτική για άλλους. Συνηθίζεται λοιπόν να θάβεται γρήγορα κάτω από φορτηγά “σχολίων”, “εξηγήσεων” και άλλων φλυαριών. Απορρίπτουμε το γεγονός ότι συνέβη στη βάση του ότι δεν έπρεπε συμβεί, ότι ήταν ένα ατύχημα. Το πρόβλημα είναι ότι καθώς τα ατυχήματα γίνονται ο κανόνας, καθώς το Brexit κυριαρχεί στο Ηνωμένο Βασίλειο και ο καταραμένος Duterte2 στις Φιλιππίνες, γίνεται αντίστοιχα όλο και πιο δύσκολο να κρύψει κανείς την μη-πραγματικότητα όλων αυτών που “θα έπρεπε να έχουν συμβεί”. Το να ακυρώσει κανείς ως “φασιστικό” το αποτέλεσμα διαδικασιών που, διαφορετικά, θεωρεί “δημοκρατικές”, απλά προσθέτει στην ανειλικρίνεια και τον παραλογισμό.

Ας πάρουμε, αντίθετα, την προεδρική εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ως μια στιγμή αλήθειας. Ας διατυπώσουμε τις αλήθειες, παλιές ή καινούριες, που συνεπάγονται από αυτήν. Ας δούμε την πραγματικότητα που ξετυλίγεται εκεί3, και ας δούμε πού βρισκόμαστε και πώς θα πρέπει να κινηθούμε στη συνέχεια.

1. Μια εκλογή δεν είναι μια “δημοκρατική” διαδικασία. Εφαρμοζόταν σε κάθε είδους μοναρχικά καθεστώτα. Ο Πάπας εκλέγεται. Η καθολική ψήφος είναι μια δημοψηφισματική διαδικασία. Τα δημοψηφίσματα άρεσαν πάντα στους δικτάτορες. Ο πρώτος “δημοκρατικά εκλεγμένος” Πρόεδρος στη Γαλλία ήταν ο δικτάτορας Λουδοβίκος-Ναπολέων Βοναπάρτης.

2. Η δικτατορία είναι ένας θεσμός, και όχι η άρνηση κάθε θεσμού. Εφευρέθηκε από τη Ρωμαϊκή δημοκρατία ως το πιο αποτελεσματικό μέσο για την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης – μια λαϊκή απόσχιση, για παράδειγμα. Αν δοθούν πλήρεις εξουσίες στον δικτάτορα, αυτό είναι για το καλό της διάσωσης ή την αποκατάσταση της “κανονικής κατάστασης”. Η δικτατορία είναι ένας δημοκρατικός θεσμός.

3. Η πολιτική είναι ουσιαστικά η τέχνη της χειραγώγησης του φαίνεσθαι, των τεχνασμάτων, των στρατηγημάτων, το παιχνίδι της συμμαχίας και την προδοσίας, του μόνιμου πραξικοπήματος, της κακής πίστης και της κυριαρχίας – εν ολίγοις, είναι η τέχνη των αποτελεσματικών ψεμμάτων. Τι πιο λογικό από την εκλογή ενός πατενταρισμένου ψεύτη ως προέδρου; Αυτοί που θεωρούν την παρούσα εκλογή ως τον θρίαμβο μιας “πολιτικής μετα-αλήθειας”, μόνο και μόνο επειδή ο νικητής δεν “σέβεται τα γεγονότα”, απλά συσκοτίζουν το προφανές που είναι ότι αν ο Ντόναλντ Τραμπ εκλέχτηκε αυτό οφείλεται ακριβώς στο ότι ενσαρκώνει την αλήθεια της πολιτικής, την αλήθεια του ψεύδους της4. Ο λόγος που η αριστερά είναι τόσο απερίφραστα αντιπαθής είναι γιατί ψεύδεται για το ψέμμα προσπαθώντας να κάνει πολιτική καλόπιστα. Κάθε φορά που η αριστερά επιτίθεται στις χυδαιότητες του Τραμπ απλά εκθέτει ακόμα περισσότερο τον γλοιώδη χαρακτήρα του δικού της ηθικισμού. Η ευγενική αυτοσυγκράτηση, για την οποία καυχιέται η αριστερά, την κρατά σε μια εξίσου ευγενική απόσταση από την αλήθεια, κάτι που μόνο παρατείνει τη βασιλεία των ψεμμάτων. Αυτό βοηθά στην εξήγηση του γιατί μερικοί θεωρούν τον Τραμπ ως το τέλος του ψεύδους. Το μόνο που τους λείπει είναι να διαβάσουν τον Gracián5 τους, ο οποίος έγραψε κάποτε για τον άνθρωπο στο δικαστήριο ότι “όταν φανεί το κόλπο του, η προσποίησή του φτάνει σε ένα μεγαλύτερο ύψος, και προσπαθεί να εξαπατήσει με τη βοήθεια της ίδιας της αλήθειας. Αλλάζει τόσο το παιχνίδι όσο και τα όπλα του, ώστε να αλλάξει το κόλπο του. Το τέχνασμά του είναι πλέον να μην έχει ένα τέχνασμα”.

4. Αν η διακυβέρνηση σήμερα συνίσταται κυρίως στην πράξη της ξεκάθαρης έκφρασης της έκτακτης ανάγκης· αν οι πολιτικοί δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να παίζουν τον ρόλο τους σε ένα είδος θεαματικού περισπασμού προσβάσιμου σε όλους· αν αυτό το κάνουν μόνο και μόνο για να αναβάλουν, μέρα με τη μέρα, το να δούμε εμείς όλο το φάσμα των ζωτικών ζητημάτων, που η ανεπίλυτη κατάστασή τους υπονομεύει την ύπαρξή μας· αν η άσκηση της κρατικής εξουσίας δεν προσφέρει τίποτα άλλο από μια δελεαστική επιτακτικότητα σε αυτούς που κατέχουν πραγματική εξουσία, να εξακολουθούν να την υπηρετούν, επειδή έχουν πραγματικά συμφέροντα στον κόσμο· αν, επομένως, η κυβέρνηση δεν είναι πια στην κυβέρνηση, αν τα παλάτια της στέκουν άδεια…τότε είναι εντελώς εύλογο να εκλέξουμε έναν επαγγελματία σταρ της reality TV ως πρόεδρο. Ένας κλόουν είναι απλά ο καλλίτερος υποψήφιος για να παίξει τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε ένα θέατρο κλόουν.

5. Όσο διάστημα “η δημοκρατία βρίσκεται σε κρίση”, οι ειδικοί έχουν χαθεί σε ένα περιττό αναμάσημα σχετικά με “ψήφους εμπιστοσύνης”, “ψήφους διαμαρτυρίας” και τα συναφή. Θα όφειλαν να προσθέσουν κάτι ακόμα στη λίστα τους με τις κατηγορίες της χρεοκοπίας: την “ψήφο περιφρόνησης”. Δεν θα πρέπει να αγνοηθεί ότι ένα ολόκληρο τσούρμο από φιλελεύθερους εχθρούς της κυβέρνησης ψήφισαν υπέρ του Τραμπ. Να τοποθετήσει κανείς μια αξιοκαταφρόνητη ύπαρξη σε έναν ρόλο που περιφρονεί, να τοποθετήσει έναν γκροτέσκο χαρακτήρα επικεφαλής ενός σώματος6 που θεωρεί ότι περισσεύει, υπάρχει πιο αποτελεσματικός τρόπος να επιδείξει την ανοησία του; Να εκλέξει κανείς το τίποτα ως πρόεδρο είναι απλά ένας ακόμα τρόπος να εκμηδενίσει την λειτουργία του προέδρου. Μας επιτρέπει την ελευθερία να πιστεύουμε ότι είμαστε εξυπνότεροι χλευάζοντας τον θρίαμβο της “ηλιθιοκρατίας”.

6. Η αναμέτρηση με τον Λευκό άφησε μια ανθεκτική ανάμνηση σε μερικούς Αμερικανούς, μια ανάμνηση που δεν “εξορκίστηκε” ούτε όταν οι άνθρωποι αυτοί εξοντώθηκαν. Σύμφωνα με την λαϊκή γνώμη, ο Λευκός είναι ένα βάρβαρο πλάσμα, ένας αναίσθητος ναρκισσιστής ψεύτης, ένας άγριος υποκριτής που πεινά για κέρδος και που αγνοεί όλα όσα τον περιβάλλουν, για τον οποίο τίποτα δεν είναι ιερό. Είναι ένας εγκληματίας, ένας βεβηλωτής, ένας μηδενιστής, ένας βλάκας και ρεμάλι σε βαθμό υπερβολικό. Δίνοντας στον εαυτό τους έναν έκφυλο, στην κλίμακα του Ντόναλντ Τραμπ, για πρόεδρο του “Δυτικού ημισφαιρίου”, οι πολίτες των Ηνωμένων Πολιτειών έχουν επιμείνει να κάνουν αυτή την αλήθεια ένα πραγματικά εντυπωσιακό γεγονός και για μερικούς ένα τυφλωτικό7 γεγονός8.

7. Σε ολόκληρο τον κοσμο, το νομικο-φορμαλιστικό οικοδόμημα του κράτους είναι στη διαδικασία της διάλυσης και της αντικατάστασης από το μοναδικό κριτήριο της δουλειάς της αστυνομίας, δηλαδή αυτό της αποτελεσματικότητας (που συμπίπτει – και όχι τυχαία – με το ιδεώδες της διαχείρισης). Εκεί που λείπουν οι στόχοι, ποιος άλλος εύλογος στόχος παραμένει από μια άπειρη εντατικοποίηση των καθαρών μέσων; Εκκαθαρίσεις σοβιετικού τύπου, καταστολή με πραγματικά πυρά, μαζικές φυλακίσεις, ο “πόλεμος ενάντια στον τρόμο”, καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, “μεταναστευτική πολιτική”, ξεδιάντροπη προπαγάνδα, ο “πόλεμος εναντίον των ναρκωτικών”, μακελειά παραστρατιωτικών και πολιτών, εκκαθάριση αντιπάλων δυνάμεων χωρίς να δοθεί καμμιά εξήγηση: αυτό που βλέπουμε δεν είναι “μια κατάσταση εξαίρεσης που γίνεται η κανονικότητα”9 αλλά ένας συγκεκριμένος τρόπος κυβερνησιμότητας που διαχέεται ραγδαία σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο Duterte, ο “Φιλιππινέζος Τραμπ”, που προτείνει τις εξω-δικαστικές εκτελέσεις στους δρόμους της χώρας ως μέτρο αποτελεσματικότητας της πολιτικής του και ενθαρρύνει τους πολίτες να συμμετάσχουν στο λουτρό αίματος με ενθουσιασμό, δείχνει ένα μονοπάτι καθώς και ένα καινούριο παράδειγμα για την άσκηση της εξουσίας, ένα παράδειγμα εντελώς “παραβατικό”. Προφανώς. Το πιο ανησυχητικό μέρος στο παράδειγμα των Φιλιππίνων είναι ότι υπάρχουν ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αναρωτιούνται ακόμα δημόσια μήπως δεν πρέπει να “βγούμε από το κράτος δικαίου”.

8. Ο δυτικός πολιτισμός δεν έχει σταματήσει να τελειώνει. Όλα αυτά είναι ένα κομμάτι του βασανιστηρίου που προκαλεί στον εαυτό του για περισσότερο από έναν αιώνα, σε τέτοιο βαθμό που ακόμα και οι πιο φανατικοί υποστηρικτές του δεν μπορούν πια να το αντέξουν. Η ψήφος υπέρ του Τραμπ ήταν μια τεράστια χειρονομία “ας τελειώνουμε με αυτό!”: κυριολεκτικά, η προτίμηση ενός τρομακτικού τέλους από έναν τρόμο χωρίς τέλος. Εδώ εκφράζεται μια συγκεκριμένη Καλβινιστική “γεύση” αποκάλυψης, μαζί με την συνηθισμένη δυτική επιθυμία για καταστροφή – ένας τρόπος παράδοσης στον ίλιγγο, μια διακοπή της αυτοσυγκράτησης, μια ανάγκη αποφασιστικής αναμέτρησης ή, για να το θέσουμε με θεολογικούς όρους, μια ρήξη του κατέχοντος10,11 οι συνέπειες της οποίας θα γίνουν αισθητές πολύ πιο πέρα από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

9. Από τη γέννησή της στην Αρχαία Ελλάδα, η δημοκρατία έχει λειτουργήσει ουσιαστικά για την αποτροπή του εμφυλίου πολέμουτου εμφυλίου πολέμου που την γέννησε και με τον οποίον συντηρείται, αλλά και εμφυλίου πολέμου ως της έσχατης πραγματικότητας της συνύπαρξης μεταξύ διαφορετικών μορφών ζωής, ανθρώπινων και μη. Από την Αθήνα και ύστερα, οι εξωτερικές εχθροπραξίες έχουν υπάρξει η πιο κοινότοπη μέθοδος αποτροπής αυτού του εμφύλιου πολέμου. Είναι ένα από τα σημάδια της δημοκρατίας ότι αντιμετωπίζει τους εχθρούς της ως “εχθρούς του πολιτισμού”, ως “βαρβάρους”, “τέρατα”, “εγκληματίες” και πιο πρόσφατα ως “τρομοκράτες” – για να τους αποβάλλει από την “ανθρωπότητα”, θέτοντάς το με συντομία. Είναι αυτός ο τρόπος διεξαγωγής πολέμου που ο Τραμπ “έχει φέρει πίσω στο σπίτι”, που έχει σύρει πίσω στο κέντρο της κλασσικής πολιτικής αντιμετωπίζοντας την Χίλαρυ Κλίντον όχι ως μια αντίπαλο, με την οποία αντιπαρατίθεται κανείς, αλλά ως μια “εγκληματία” που πρέπει να μπει στη φυλακή. Βλέπουμε έτσι και πάλι τη δημοκρατία, ως την συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα12. Μεταξύ διακεκριμένων ανθρώπων, έχει γίνει συνήθεια τώρα πρόσφατα να μιλούν μάλλον για “κατευνασμό” παρά για αντι-εξέγερση. Αυτό, προφανώς, δεν ισχύει πλέον. Αν η δημοκρατία είναι ουσιαστικά εκείνη η μορφή εμφυλίου πολέμου που συνίσταται στην άρνηση του εμφυλίου πολέμου13, υπάρχουν κάποιοι πολίτες στις Ηνωμένες Πολιτείες που θα ήθελαν η δημοκρατία να εμφανιστεί ορατά ως αυτό που πραγματικά είναι14. Αυτό είναι ένα από τα πρώτα βήματα που η δημοκρατία παίρνει στις Ηνωμένες Πολιτείες έξω από το μονοπάτι που περίμενε ο Τοκβίλ, το προηγούμενο του οποίου ήταν, με αυτή την έννοια, η Ρωσία.

10. Αν η νίκη του Τραμπ εμφανίζεται τόσο ξεκάθαρα ως η εκδίκηση αυτών που ηττήθηκαν στον αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο της δεκαετίας του 1860, υπάρχει ο μεγάλος κίνδυνος, καθώς αυτό το γεγονός κάνει ορατό για πολλούς το υπόγειο συνεχές του εμφυλίου πολέμου, ότι θα γίνει παρ’ όλα αυτά κατανοητό μάλλον ως μια αξιοθρήνητη μάστιγα παρά ως ένα γεγονός που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί. Πέρα από τον χαρακτήρα μαριονέτας που έχει η προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών, αυτή η εκλογή μπορεί να εξυπηρετήσει ως μια πρόσκληση σε εκδίκηση, μια λευκή επιταγή στην αστυνομία να σφαγιάσει όσους Μαύρους και αριστεριστές επιθυμεί. Είναι πάντα δύσκολο να συγχωρέσει κανείς τα θύματά του για όλο το κακό που τους έχει επιφέρει. Και είναι αλήθεια ότι οι υποστηρικτές του Τραμπ μοιάζουν, σε μεγάλο βαθμό, καλά οπλισμένοι. Αλλά μπορούμε εξίσου να φανταστούμε ότι αυτή η καινούρια κυβέρνηση θα μπορούσε να φέρει τον κόσμο κατά πρόσωπο με έναν καινούριο πόλεμο απόσχισης15 κατά μήκος ενός αντεστραμμένου μετώπου, ότι η μη νομιμοποίηση των καινούριων δυνάμεων θα έτρεφε έναν άπειρο κατακερματισμό της εθνικής επικράτειας – ένα τέλος στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής – όπου ο πολλαπλασιασμός των πολιτοφυλακών θα καθιστούσε αναγκαίο τον πολλαπλασιασμό των κοινοτήτων. Αυτό που θεμελιωδώς δεν πληροί τις προϋποθέσεις στον χαρακτήρα του Ντόναλντ Τραμπ, θα μπορούσε, αντίθετα, να καταστρέψει τη λειτουργία που υποτίθεται ότι καταλαμβάνει και το σύστημα στο οποίο αυτή η λειτουργία είναι εγχαραγμένη. Η παρέκκλιση που βασιλεύει στο κέντρο θα μπορούσαν να προκαλέσει το τέλος κάθε κεντρικότητας. Όχι πλέον ένα Κράτος, μόνο οι περιοχές εκείνες μέσα από τις οποίες περνάμε και εκείνες που αποφεύγουμε. Το τέλος των ηγεμονιών. Η επιμόλυνση καθενός Δυτικού ηγέτη από μια απλή επαφή με τον Τραμπ: πώς θα μπορούσαμε να πάρουμε στα σοβαρά έναν αρχηγό κράτους ππου παίρνει αυτόν τον Ντόναλντ στα σοβαρά; Τι θα συμβεί με την διαχείριση των πραγμάτων και την διακυβέρνηση των ανθρώπων όταν αυτές δεν φοράνε πλέον την απρόσωπη μάσκα του Κράτους;

Αγαπητά ξαδέλφια, σας στέλνουμε αυτές τις σκέψεις από τη Γαλλία ως έναν τρόπο να σας πούμε ότι δεν είσαστε μόνα, άσχετα από την οποιαδήποτε μοίρα πέσει εδώ επάνω μας, μέσω του δικού μας εκλογικού συστήματος, σε λίγους μήνες.

Πρωτοδημοσιεύτηκε στην Lundi matin στις 14 Νοεμβρίου 2016

Μετάφραση από το Ill Will

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://illwill.com/a-letter-to-our-american-cousins.

2 Στμ. Rodrigo Roa Duterte, δικηγόρος και πολιτικός, υπηρέτησε ως 16ος πρόεδρος των Φιλιππίνων από το 2016 έως το 2022. Οι πολιτικές του θέσεις περιγράφονται κυρίως ως λαϊκιστικές και εθνικιστικές και προκάλεσαν σφοδρή κατακραυγή, ιδιαίτερα σε σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως ο “πόλεμος” που κήρυξε “κατά των ναρκωτικών”, με την απερίφραστη υποστήριξή του στις εξωδικαστικές δολοφονίες χρηστών ναρκωτικών, αλλά και άλλων παραβατικών συμπεριφορών (στην περίοδο της πανδημίας Covid, για παράδειγμα, παρότρυνε την εκτέλεση όσων παρέβαιναν τον λοκντάουν).

3 Στμ. Στο πρωτότυπο: arrays itself therein.

4 Στμ. Εξαιρετικά εύστοχη και διεισδυτική ανάλυση του ρόλου της αριστεράς ως συστημικής δύναμης. Η ευθεία, ασυγκάλυπτη χυδαιότητα και φανερότητα του ψεύδους της πολιτικής αλά Τραμπ τον καθιστά ειλικρινή σε σχέση με την γλοιώδη ανειλικρίνεια της αριστεράς που προσπαθώντας απεγνωσμένα να “εξαγνίσει” δήθεν την πολιτική δεν κάνει τίποτα άλλο από το να συγκαλύπτει τα ζωτικά της ψεύδη. Ο απλός κόσμος το αντιλαμβάνεται αυτό και αποστρέφεται την αριστερά για το ψέμμα της, προτιμώντας έτσι τον συνεπώς ψευδή πόλο της πολιτικής.

5 Στμ. Μπαλτάσαρ Γκραθιάν υ Μοράλες (Baltasar Gracián y Morales: Ιησουίτης Ισπανός συγγραφέας της “Χρυσής Εποχής”, που καλλιέργησε τη διδακτική και φιλοσοφική πεζογραφία. Μεταξύ των έργων του, ξεχωρίζει το El Criticón – αλληγορία της ανθρώπινης ζωής, το οποίο αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά μυθιστορήματα στην ισπανική λογοτεχνία, εφάμμιλο του Δον Κιχώτη ή της La Celestina.

6 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο είναι λογοπαίγνιο: “to put a grotesque character at the head of a body”.

7 Στμ. Και εδώ υπάρχει ένα λογοπαίγνιο με την αμφισημία της λέξης blinding του αγγλικού κειμένου, που σημαίνει και “τυφλωτικό” αλλά και εκτυφλωτικό, απίθανο.

8 Για να εμβαθύνουμε αυτή τη διαίσθηση, προτείνουμε το ελάχιστα γνωστό άρθρο του Georges Devereux “Schizophrenia: An ethnic psychosis, or schizophrenia without tears”, στο G. Devereux (ed.), Basic Problems of Ethnopsychiatry, 214–236.

9 Στμ. Εξαιρετική και κρίσιμη παρατήρηση για όσους εμμένουν στους όρους της κατάστασης “έκτακτης ανάγκης” και “εξαίρεσης”.

10 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο: katechon. Ο κατέχων (ή και το κατέχον) είναι μια βιβλική έννοια που στη συνέχεια αναπτύχθηκε σε μια έννοια της πολιτικής φιλοσοφίας. Ο όρος βρίσκεται στην 2η Προς Θεσσαλονικείς επιστολή του αποστόλου Παύλου σε ένα εσχατολογικό πλαίσιο: οι Χριστιανοί δεν θα πρέπει να συμπεριφέρονται λες και η Μέρα του Κυρίου θα συμβεί αύριο, καθώς πριν πρέπει να αποκαλυφθεί ο Υιός της Απωλείας (ο Αντίχριστος του αποστόλου Ιωάννη). Για να προσθέσει στη συνέχεια ότι η αποκάλυψη του Αντίχριστου προϋποθέτει την απομάκρυνση “κάποιου που τον περιορίζει”, εμποδίζοντας την πλήρη εμφάνισή του. Αυτός ο κάποιος, ο κατέχων, αναφέρεται και στο ουδέτερο ως το κατέχον. Καθώς ο συγγραφέας της 2ης προς Θεσσαλονικείς δεν αναφέρεται ρητά στην ταυτότητα του κατέχοντος, η ερμηνεία του αποσπάσματος έχει γίνει αντικείμενο διαλόγου και αντιπαράθεσης ανάμεσα στους Χριστιανούς λόγιους. Κοινές ερμηνείες αυτής της ταυτότητας περιλαμβάνουν την κυβέρνηση, την Εκκλησία ή το Άγιο Πνεύμα.

11 Μπόνους διασκέδασης, ενδεικτικό της γελειότητας αυτού του χώρου που κάποιοι θεώρησαν δύναμη ανατροπής στην Ευρώπη (!) και πόνταραν τα αριστερά ρέστα τους, της σαπουνόπερας που ακούει στο όνομα ΣΥΡΙΖΑ! Γελειότητα επενδυμένη με πολλή σοβαροφάνεια αριστερών καθηγητάδων και “διανοητών”, όπως ο πολύς κος Δουζίνας, θα τον θυμούνται κάποιοι από τα αντιμνημονιακά πάνελ στην πλατεία Συντάγματος το 2011. Ο εν λόγω λοιπόν διανοούμενος έφτασε στο σημείο να χρησιμοποιήσει αυτή την τόσο σημαντική και εσχατολογική ορολογία του κατέχοντος, ναι – κρατηθείτε – για τον Σύριζα! Δεν είναι ανέκδοτο. Στο άρθρο του “Γράμμα σε αριστερούς: “Νοητική επιφύλαξη” (https://www.efsyn.gr/themata/politika-kai-filosofika-epikaira/393388_gramma-se-aristeroys-noitiki-epifylaxi) (και καταλαβαίνουμε πλήρως τη νοητική “επιφύλαξη”) στις παραμονές των εκλογών του 2023, γράφει: “Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σήμερα ο βιβλικός “κατέχων” που μπορεί να αποτρέψει τα χειρότερα. Δεν γίνονται “ρεφορμιστές” ή “σοσιαλδημοκράτες” οι αριστεροί αν ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ, όπως δεν γίνονταν προτεστάντες οι καθολικοί”. Ο Γιάννος Θανασέκος πήρε τόσο σοβαρά αυτό το ανέκδοτο που θεώρησε ότι θα έπρεπε να το “εκλαϊκεύσει” σε άλλο άρθρο, πάλι στην Εφ.Συν, με τίτλο επί λεξεί “Ο ΣΥΡΙΖΑ ως ‘Κατέχων’”, https://www.efsyn.gr/stiles/triti-matia/393978_o-syriza-os-katehon. Απολαυστικά αμφότερα!

12 Στμ. Θα λέγαμε, με βάση την σχέση δημοκρατίας-εμφυλίου πολέμου, και συνέχιση του εμφυλίου πολέμου με άλλα μέσα.

13 Στμ. Και πάλι εξαιρετική χρήση της διαλεκτικής. Και, πολύ περισσότερο, ανάδειξη της θεμελιώδους αλήθειας ότι ο μονιμότερος και θεμελιωδέστερος πόλεμος, ο εμφύλιος/κοινωνικός/ταξικός, έχει και την πολιτική του μορφή, διαλεκτικά, δηλαδή αντιφατικά, παραγώμενη – τη δημοκρατία.

14 Αυτή η ουσιώδης αλήθεια μας βοηθά να κατανοήσουμε ακόμα βαθύτερα γιατί η “κατάσταση έκτακτης ανάγκης” ή “εξαίρεσης” δεν είναι κάτι πέρα ή έξω από τη δημοκρατία αλλά πραγματικά η μορφή της, δηλαδή η μορφή διαχείρισης του εμφυλίου πολέμου, στην εποχή του ύστερου καπιταλισμού.

15 Τα γαλλικά βιβλία ιστορίας αναφέρονται συνήθως στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο ως έναν guerre de sécession, δηλαδή έναν “πόλεμο απόσχισης” [της αγγλικής μετάφρασης].

Γιατί πόλεμος;

Maurizio Lazzarato1

το κείμενο σε pdf

Στο πρώτο από μια καινούρια σειρά άρθρων, ο Maurizio Lazzarato τοποθετεί τον συνεχιζόμενο “παγκόσμιο εμφύλιο πόλεμο” σε σχέση με τις οικονομικές κρίσεις στις ΗΠΑ, την καρδιά της σύγχρονης καπιταλιστικής εξουσίας. Ισχυρίζεται ότι οι κρίσεις και οι πόλεμοι, που καταστρέφουν τον κόσμο, είναι το απότοκο στρατηγικών ισχύος που ξεκινούν από εδώ, στο “σπίτι”, και στις οποίες απαντώντας, οι κυρίαρχες ελίτ έχουν προτείνει πρόσφατα μια επιστροφή στην πολεμική οικονομία, που απαιτεί τίποτα λιγότερο από μια “καθολική κινητοποίηση” της κοινωνίας.

Η οικονομική και πολιτική αποτυχία των ΗΠΑ

Μια διττή, αντιφατική και αλληλοσυμπληρωματική πολιτική και κοινωνική διαδικασία είναι σε εξέλιξη: το κράτος (οι ΗΠΑ) και η πολιτική του διεκδικούν με τη δύναμη την κρατική τους κυριαρχία μέσω του πολέμου (συμπεριλαμβανομένου και του εμφυλίου πολέμου) και της γενοκτονίας. Ενώ, την ίδια στιγμή, επιδεικνύουν την πλήρη υποταγή τους στο καινούριο πρόσωπο που η οικονομική εξουσία έχει πάρει μετά την δραματική χρηματο-οικονομική κρίση του 2008, προωθώντας μια χωρίς προηγούμενο χρηματιστικοποίηση, που είναι από κάθε άποψη τόσο πλασματική και επικίνδυνη όσο αυτή που παράχθηκε από την κρίση των ενυπόθηκων δανείων υψηλού ρίσκου. Η αιτία της καταστροφής που μας οδήγησε σε πόλεμο έχει γίνει το καινούριο ελιξήριο για την έξοδο από την κρίση – μια κατάσταση που δεν μπορεί παρά να είναι ένας προάγγελος περισσότερων καταστροφών και περισσότερων πολέμων. Μια ανάλυση του τι συμβαίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες, την καρδιά της καπιταλιστικής ισχύος, είναι κρίσιμη γιατί είναι από την άνθιση, την οικονομία και την στρατηγική ισχύος των ΗΠΑ που έχουν ξεκινήσει όλες οι κρίσεις και όλοι οι πόλεμοι που ρήμαξαν και εξακολουθούν, μέχρι σήμερα, να ρημάζουν τον κόσμο.

Η καρδιά του προβλήματος έγκειται στην αποτυχία του οικονομικού και πολιτικού μοντέλου των ΗΠΑ που οδηγεί αναγκαστικά στον πόλεμο, την γενοκτονία, και τον εμφύλιο πόλεμο (που αυτή τη στιγμή απλά υφέρπει αλλά που έχει ήδη υλοποιηθεί μια πρώτη φορά στο Καπιτώλιο στο τέλος της προεδρίας του Ντόναλτ Τραμπ). Η οικονομία των ΗΠΑ θα είχε κηρύξει πτώχευση εδώ και πολύ καιρό, αν ίσχυαν για αυτήν οι κανόνες που ισχύουν σε άλλες χώρες. Στο τέλος του Απριλίου του 2024, το συνολικό δημόσιο χρέος, γνωστό ως Total Treasury Securities Outstanding, ήταν $34,617 τρις δολάρια. Δώδεκα μήνες πριν το ποσό αυτό ήταν $31,458 τρις δολάρια. Με άλλα λόγια, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε σε έναν χρόνο κατά $3,160 τρις δολάρια, σχεδόν ίσο με το δημόσιο χρέος της Γερμανίας, της τέταρτης μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο. Η εκθετική του αύξηση είναι τώρα τελείως ανεξέλεγκτη, με μια αύξηση ενός τρις δολαρίων κάθε εκατό μέρες. Σήμερα, βρισκόμαστε ήδη σε μια αύξηση ενός τρις δολαρίων κάθε εξήντα μέρες.

Αν υπάρχει ένα έθνος που ζει εις βάρος ολόκληρου του κόσμου, αυτές είναι οι ΗΠΑ. Ο υπόλοιπος κόσμος πληρώνει τα χρέη των ΗΠΑ (τις παράλογες δαπάνες του “Αμερικάνικου τρόπου ζωής” – από τον οποίο, προφανώς, μόνο μια μερίδα των Αμερικανών επωφελείται – μαζί με τον τεράστιο στατιωτικό μηχανισμό τους) κυρίως με δύο τρόπους. Μέσω του δολλαρίου, του περισσότερο ανταλλασσόμενου εμπορεύματος στον κόσμο, οι ΗΠΑ ασκούν κυριαρχικά δικαιώματα πάνω σε ολόκληρο τον πλανήτη, γιατί το εθνικό τους νόμισμα λειτουργεί ως το νόμισμα του διεθνούς εμπορίου, επιτρέποντάς τους να έχουν χρέη που καμμιά άλλη χώρα του κόσμου δεν θα μπορούσε να έχει. Μετά την κρίση του 2008, οι ΗΠΑ βρήκαν έναν άλλο τρόπο να περνούν σε άλλους το κόστος του χρέους, μέσω μιας αναδιοργάνωσης του χρηματοπιστωτικού τομέα. Κεφάλαια (κυρίως από συμμάχους και, ανάμεσά τους, κυρίως από την Ευρώπη) μεταφέρονται στις ΗΠΑ για να πληρωθούν τα αυξανόμενα επιτόκια του χρέους, χάρις στα επενδυτικά funds. Μετά την χρηματοπιστωτική κρίση χάρις σε μια δεκαπενταετία ποσοτικής χαλάρωσης (ρευστότητας χρήματος με μηδενικό κόστος), υλοποιούμενης από κεντρικές τράπεζες, εμπεδώθηκε μια συγκέντρωση κεφαλαίου που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός μονοπωλίου σε κλίμακα που δεν είχε ποτέ γνωρίσει πριν ο καπιταλισμός. Με την πολιτική βοήθεια των κυβερνήσεων Ομπάμα και Μπάιντεν, μια πολύ μικρή ομάδα επενδυτικών fund των ΗΠΑ έχει περιουσιακά στοιχεία (δηλαδή, την συλλογή και διαχείριση καταθέσεων) μεταξύ των $44 και $46 τρις δολαρίων. Για να πάρει κανείς μια ιδέα για το τι σημαίνει αυτή η μονοπωλιακή συγκεντροποίηση, μπορεί να την συγκρίνει με το ΑΕΠ της Ιταλίας – περίπου $2 τρις – ή αυτό ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης – $18 τρις. Οι “Τρεις Μεγάλοι”, όπως αποκαλούνται τα τρία μεγαλύτερα επενδυτικά ταμεία (Vanguard, Black Rock, State Street), συνιστούν, στην πραγματικότητα, μια μοναδική οντότητα, γιατί τα ταμεία αυτά είναι ιδιοκτήτες το ένα του άλλου και είναι δύσκολο να αποδοθεί η ιδιοκτησία του καθενός.

Οι περιουσίες αυτού του “υπερ-μονοπωλίου” έχουν χτιστεί πάνω στην καταστροφή του κράτους πρόνοιας. Για τις συντάξεις, την υγεία, την εκπαίδευση και κάθε άλλο είδος κοινωνικής υπηρεσίας, οι Αμερικάνοι αναγκάζονται να κάνουν κάθε είδος ασφάλειας. Τώρα είναι η σειρά των Ευρωπαίων, μαζί με τον υπόλοιπο Δυτικό κόσμο (αλλά, επίσης, και τη Λατινική Αμερική του Μιλέι2), να πέσουν στα χέρια των επενδυτικών ταμείων, με έναν ρυθμό που υπαγορεύεται από το ξεχαρβάλωμα των κοινωνικών υπηρεσιών (ο έμμεσος μισθός που εγγυώνταν το Κράτος Πρόνοιας μετασχηματίζεται σε βάρη, κόστη και δαπάνες που θα πρέπει να αναλάβουν όλοι για να διασφαλίσουν την αναπαραγωγή τους). Οι ΗΠΑ έχουν διπλό συμφέρον να συνεχίζουν και να εντείνουν την παγκόσμια κατεδάφιση του κοινωνικού κράτους: οικονομικό συμφέρον, επειδή αυτή η διάλυση συνεπάγεται επενδύσεις στα ταμεία χρεογράφων (που με την σειρά τους εξυπηρετούν στο να αγοράζουν γραμμάτια του Δημοσίου, κρατικά ομόλογα, και μετοχές των αμερικανικών εταιρειών) και ένα πολιτικό συμφέρον, γιατί η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών σημαίνει εξατομίκευση και την χρηματιστικοποίηση του ατόμου, το οποίο μετασχηματίζεται από εργάτης/εργάτρια ή πολίτης σε έναν μικρό οικονομικό παράγοντα (και όχι σε έναν επιχειρηματία του εαυτού του, όπως αναφέρει η κυριαρχία ιδεολογία). Οι φορολογικές πολιτικές συγκλίνουν επίσης στο σχέδιο της ακύρωσης του κράτους πρόνοιας. Οι πλούσιοι και οι εταιρείς δεν εξαναγκάζονται καθόλου να πληρώνουν φόρους και η κλιμάκωση των φόρων μηδενίζεται· με αυτόν τον τρόπο, δεν υπάρχουν πλέον πόροι για κοινωνικές δαπάνες και, ως αποτέλεσμα, υπάρχει ένα κίνητρο για την αγορά ιδιωτικών υπηρεσιών που καταλήγουν στα επενδυτικά ταμεία. Το σχέδιο να καταστραφεί οτιδήποτε έχει κερδηθεί μέσα από διακόσια χρόνια αγώνων επιτέλους πραγματώνεται.

Οι αμερικανικές καταθέσεις δεν είναι πλέον αρκετές για να τροφοδοτούν το κύκλωμα των προσόδων3, οπότε τα επενδυτικά funds επιτίθενται τώρα στις καταθέσεις των Ευρωπαίων. Για παράδειγμα, τα $35 τρις που ο Enrico Letta4 θα ήθελε να τοποθετήσει σε ένα μεγάλο ευρωπαϊκό επενδυτικό ταμείο θα λειτουργούσε με τις ίδιες αρχές: να παράγει και να διανέμει προσόδους, διαμορφώνοντας τις ίδιες τεράστιες ταξικές διαφορές που βρίσκουμε στις ΗΠΑ. Η αιτία για την ραγδαία και απίστευτη φτωχοποίηση της Ευρώπης πρέπει να αναζητηθεί στην οικονομική στρατηγική που εφαρμόζεται από την σύμμαχο, τις ΗΠΑ. Το αρνητικό χάσμα με τις Ηνωμένες Πολιτείες έχει αυξηθεί από το 15% το 2002 στο 30% σήμερα. Όσο περισσότερο η Ευρώπη υφίσταται την κλοπή αυτή, τόσο η πολιτική της τάξη (και η τάξη των ΜΜΕ) γίνεται περισσότερο Ατλαντικόφιλη και πολεμοκάπηλη, νωχελικά επιρρεπής σε αυτούς που την περιθωροποιούν δραματικά, την σπρώχνουν σε έναν πόλεμο με τη Ρωσία (πόλεμο τον οποίο, παρεμπιτόντως, δεν μπορεί καν να συντηρήσει). Τα ευρωπαϊκά κράτη έχουν υποδουλωθεί στην Κίνα και την Άπω Ανατολή αγοράζοντας τα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ και, συνεχίζοντας την κατεδάφιση του κράτους πρόνοιας, αναγκάζουν τον κόσμο να αγοράσει ασφαλιστικά πακέτα που καταλήγουν στους λογαριασμούς των επενδυτκών ταμείων. Με αυτόν τον τρόπο, το ευρώ μεταμορφώνεται σε δολάριο, διασώζοντας έτσι τη δολαριοποίηση από την απειλή της άρνησης του Νότου να υποταχθεί στην κυριαρχία του αμερικανικού νομίσματος.

Αυτή η μεταφορά πλούτου επηρεάζει επίσης τη Λατινική Αμερική, όπου ο Μιλέι είναι η εμπροσθοφυλακή της καινούριας χρηματιστικοποίησης που έχει στόχο την ιδιωτικοποίηση των πάντων. Ο νεοφασισμός του Μιλέι είναι ένα εργαστήριο για την υιοθέτηση των αμερικανικών τεχνικών κλοπής στην Ευρώπη, την Ιαπωνία και την Αυστραλία, ακόμα και σε ασθενέστερες οικονομίες. Δεν είναι κλασσικός φασισμός, είναι ο καινούριος “φιλελεύθερος” φασισμός των προσόδων και των επενδυτικών fund που ενσαρκώνει ο Μιλέι, ένα φτωχό ιδεολογικό αντίγραφο του φασισμού της Silicon Valley που γεννήθηκε από τις “καινοτόμες” επιχειρήσεις.

Η οικονομική πολιτική του Μπάιντεν, που θέλει να επαναπατρίσει βιομηχανίες που έχουν αποκεντρωθεί, φτωχοποιεί ακόμα περισσότερο τον υπόλοιπο κόσμο και ιδιαίτερα την Ευρώπη, που βλέπει εταιρείες εγκατεστημένες στο έδαφός της να προσπαθούν να διασχίσουν τον Ατλαντικό. Οι τεράστιες φοροελαφρύνσεις που απαιτεί αυτό, χρηματοδοτούνται με χρέος, όπως και τα δισεκατομμύρια των βομβών που οι ΗΠΑ στέλνουν ασταμάτητα στην Ουκρανία και το Ισραήλ, κάτι που σημαίνει ότι, με ειρωνικό τρόπο, η Ευρώπη για μια ακόμα φορά χρηματοδοτεί την ίδια την πολιτική που είναι σχεδιασμένη να μειώσει την παραγωγική της ικανότητα, όπως ακριβώς διπλοπληρώνει τον πόλεμο και τη γενοκτονία: μια φορά αγοράζοντας τα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ και τις ασφαλιστικές πολιτικές που επιτρέπουν στις ΗΠΑ να αυξάνουν το χρέος τους, και άλλη μια φορά εξαναγκαζόμενη να χτίσει μια πολεμική οικονομία (που έχει γίνει αποδεκτή και επιταχύνεται από πολιτικές τάξεις αποφασισμένες να αυτοκτονήσουν).

Όπως είπε ο Κίσσινγκερ: “το να είσαι εχθρός των ΗΠΑ μπορεί να είναι επικίνδυνο, αλλά το να είσαι φίλος τους είναι μοιραίο”. Η τεράστια ρευστότητα χρήματος έχει δώσει τη δυνατότητα στα επενδυτικά ταμεία να αγοράσουν, κατά μέσο όρο, το 22% ολόκληρης της λίστας των Standard & Poors, που περιέχει τις κορυφαίες 500 εταιρείες που βρίσκονται στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης. Τα ταμεία είναι παρόντα ήδη στις πιο σημαντικές ευρωπαϊκές εταιρείς και τράπεζες (ιδιαίτερα στην Ιταλία, στην οποία αυτές πωλούνται με έναν επιταχυνόμενο ρυθμό) και οι κερδοσκοπικές τους κινήσεις πρακτικά αποφασίζουν την τύχη της οικονομίας κατευθύνοντας τις επιλογές των “επιχειρηματιών”.

Υπήρχαν κάποτε αυτοί που εγκωμίαζαν την αυτονομία του ενσυνείδητου προλεταριάτου, την αναεξαρτησία της καινούριας ταξικής σύνθεσης. Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο ψευδές. Αυτοί που αποφασίζουν πού, πότε, πώς και με ποιο είδος εργατικής δύναμης θα παράγουν (έμμισθη, επισφαλή, δουλοπρεπή, υπόδουλη, γυνακεία κλπ.) είναι, για μια ακόμα φορά, αυτοί που κατέχουν το απαραίτητο κεφάλαιο, αυτοί που κατέχουν την ρευστότητα και την ισχύ να το κάνουν (σήμερα είναι σίγουρα οι “Τρεις Μεγάλοι”). Δεν θα είναι σίγουρα ένα προλεταριάτο που είναι το πιο αδύναμο των τελευταίων δύο αιώνων. Μακράν της αυτονομίας και της ανεξαρτησίας, η ταξική πραγματικότητα είναι η υποταγή, η υποδούλωση και η καθυπόταξη όσο ποτέ άλλοτε στην ιστορία του καπιταλισμού. Το να είσαι “ζωντανή εργασία” είναι μια ντροπή, γιατί είναι πάντα εργασία κατ’ εντολή, όπως αυτή του πατέρα και του παππού μου. Η εργασία δεν παράγει “τον” κόσμο, αλλά τον “κόσμο του κεφαλαίου”5, ο οποίος, μέχρι αποδείξεως του εναντίου, είναι ένα πολύ διαφορετικό πράγμα, γιατί είναι ένας κόσμος από σκατά. Η ζωντανή εργασία μπορεί να κερδίσει την αυτονομία και την ανεξαρτησία της μόνο μέσα από την άρνηση, τη ρήξη, την εξέγερση και την επανάσταση. Χωρίς αυτήν, η ανικανότητά της είναι βέβαιη6.

Η εμφύλια σύγκρουση στο αμερικανικό χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο

Σε ένα άρθρο στο Dynamo Press, ο Luca Celada7 αναφέρεται στον Robert Reich8, χαρακτηρίζοντάς τον ως “προοδευτικό” επειδή ήταν πρώην υπουργός της κυβέρνησης Κλίντον. Ο Κλίντον, ως καλός Δημοκρατικός, εντατικοποίησε την χρηματιστικοποίηση (και την επακόλουθη καταστροφή του κράτους προνοίας) και εδραίωσε αβυσσαλέες ταξικές διαφορές, στρώνοντας τα γερά θεμέλια για την καταστροφή του 2008, την πηγή των σημερινών πολέμων9. Οι ενέργειες του Musk και του Thiel, επιχειρηματιών της Silicon Valley, και συμμάχων του Τραμπ, θεωρούνται συχνά ως απειλή ενός καινούριου μονοπωλίου· όμως, λίγο έχουμε σκεφτεί την χωρίς προηγούμενο συγκεντροποίηση ισχύος των επενδυτικών ταμείων που “κάνουν κουμάντο” για δεκαπέντε χρόνια, με την άμεση συνέργεια των Δημοκρατικών οι οποίοι δημιουργούν, από κοινού, τις συνθήκες για την επόμενη χρηματο-οικονομική καταστροφή.

Ίσως, όχι εντελώς τυχαία, η “είσοδος στην πολιτική” των μεγιστάνων της Silicon Valley, συνέπεσε με τις πρώτες ενδείξεις μιας πιο αυστηρής ρυθμιστικής πολιτικής από την διακυβέρνηση Μπάιντεν-Χάρρις, συμπεριλαμβανομένων των πρώτων πραγματικών αντιμονοπωλιακών αγωγών ενάντια σε γίγαντες όπως η Google, η Amazon και η Apple, που κατατέθηκαν από την Πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εμπορίου (FTC, Federal Trade Commission) Lina Khan (της οποίας η διατριβή ήταν πάνω στο μονοπώλιο της Amazon) και του εξίσου δραστήριου Υφυπουργού Δικαιοσύνης Jonathan Kanter. Οπότε, δεν αποτελεί ίσως έκπληξη ότι μερικοί “βαρώνοι” της Silicon Valley χρηματοδοτούν τον υποψήφιο εκείνο που είναι πιο πιθανό να τους δώσει μια καινούρια λευκή επιταγή ή ακόμα και να βάλει κάποιους από αυτούς στο καινούριο υπουργικό συμβούλιο.

Η Καμάλα Χάρις είναι δεμένη χειροπόδαρα στις επιθυμίες των επενδυτικών ταμείων, καθώς οι κύριοι μέτοχοι σε όλες (πραγματικά όλες) τις επιχειρήσεις που αναφέρει ο Celada είναι ακριβώς τα ταμεία. Δεν είναι εύκολο να δούμε πώς θα μπορούσε η Χάρις να αντιμετωπίσει ποτέ το μονοπώλιό τους, με δεδομένο ότι η διάσωση των ΗΠΑ και του κόμματός της (“Δημοκρατικοί υπέρ της Γενοκτονίας”) εξαρτώνται από αυτό το μονοπώλιο. Η δικαιολόγηση της τυφλότητας ως προς την “προοδευτικότητα” βρίσκεται στον νεοφασισμό του Τραμπ. Αν εκλεγεί, θα πάμε από το τηγάνι στην ίδια τη φωτιά· αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ήδη με την εκλογή του Μπάιντεν, πέσαμε από το τηγάνι στη φωτιά του πολέμου και της γενοκτονίας. Είχαμε τη διαβεβαίωση ότι η ναζιστική βία ήταν μια παρένθεση αλλά οι Δημοκρατικοί μάς ξαναθύμισαν ότι η γενοκτονία είναι, στην πραγματικότητα, απλά ένα από τα πολλά εργαλεία με τα οποία ο καπιταλισμός λειτουργεί από τη γέννησή του. Η αμερικάνικη δημοκρατία είναι θεμελιωμένη πάνω στη γενοκτονία και την σκλαβιά. Ο ρατσισμός, οι φυλετικοί διαχωρισμοί και το απαρτχάιντ είναι ανάμεσα στα δομικά της συστατικά. Η συνέργεια με το Ισραήλ έχει βαθιές ρίζες στην ιστορία των “πιο πολιτικών” από τις δημοκρατίες, όπως το έχει θέσει η Χάνα Άρεντ.

Οι μικροί ιδιοκτήτες μονοπωλίων, όπως ο Musk, έχουν αναλάβει δράση επειδή τα μεγάλα μονοπώλια δεν θα τον αφήσουν να αναπνεύσει· ο ίδιος, όμως, και άλλοι σαν αυτόν, παραμένουν εντελώς υποταγμένοι στην λογική των μονοπωλίων. Στην πραγματικότητα, αυτό που βλέπουμε είναι μια εσωτερική σύγκρουση εντός του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου: μικρά μονοπώλια θα ήθελαν να αντιπροσωπεύουν το “ζωώδες πνεύμα” του καπιταλισμού, που η συμμαχία των Δημοκρατικών και των μεγάλων επενδυτικών ταμείων επιχειρεί, κατά την άποψή τους, να χαλιναγωγήσει. Ενώ μάχονται για τον φουτουριστικό τους φασισμό (και πάλι, τίποτα καινούριο, αν σκεφτεί κανείς τον ιστορικό φασισμό, στον οποίο ο φουτουρισμός της ταχύτητας, του πολέμου και των μηχανών εναρμονίζεται ομαλά με την αντι-προλεταριακή και αντι-μπολσεβίκικη βία10), τον μετανθρωπισμό και ένα ντελίριο ακόμα πιο ολιγαρχικό11 και ρατσιστικό από αυτό της οικονομίας των ταμείων, αυτοί οι ιδιοκτήτες μικρών μονοπωλίων συμφωνούν στην πραγματικότητα με τα μεγάλα μονοπώλια σε ένα κρίσιμο ερώτημα: ατομική ιδιοκτησία, δηλαδή το άλφα και ωμέγα της στρατηγικής του κεφαλαίου. Αναδύονται, όμως, προβλήματα σχετικά με το μοίρασμα αυτής της τεράστιας πίτας. Για να καταλάβουμε τα όρια της προοδευτικής ανάλυσης, χρειάζεται να βυθιστούμε για λίγο στις εσωτερικές λειτουργίες της μονοπωλιακής χρηματιστικοποίησης από τα επενδυτικά ταμεία μετά το 2008.

Η κρίση των ενυπόθηκων δανείων υψηλού ρίσκου ήταν τομεακή, και η κερδοσκοπία συγκεντρωνόταν στην αγορά ακινήτων. Αντίθετα, σήμερα το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο διαπερνά τα πάντα. Από τον Ομπάμα στον Μπάιντεν, οι δημοκρατικές διοικήσεις έχουν επιτρέψει την διείσδυση των επενδυτικών ταμείων σε ολόκληρη την κοινωνία, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει σφαίρα της ζωής που να μην έχει χρηματιστικοποιηθεί.

Χρηματιστικοποίηση της αναπαραγωγής: υπάρχει μεγάλη συζήτηση στα κινήματά μας για την κεντρικότητα της αναπαραγωγής αλλά υστερεί αβυσσαλέα σε σχέση με τη δράση των επενδυτικών ταμείων, προϋπόθεση της οποίας ήταν η καταστροφή του κράτους πρόνοιας. Οι Δημοκρατικοί έχουν εγκαταλείψει όλες τις ασαφείς φιλοδοξίες για ένα καινούριο πρόγραμμα κράτους πρόνοιας, ποντάροντας τα πάντα στην ιδιωτικοποίηση όλων των κοινωνικών υπηρεσιών. Μάλιστα, το έχουν θεωρητικοποιήσει αυτό ανοιχτά: ο εκδημοκρατισμός της χρηματο-οικονομίας θα πρέπει να έχει σαν αποτέλεσμα την χρηματιστικοποίηση της μεσαίας τάξης12. Τα fund, διευκολυνόμενα με κάθε τρόπο από τους Δημοκρατικούς, θα παρείχαν μια ασφαλή χρηματοπιστωτική επένδυση, έτσι ώστε οι Αμερικανοί, που αγοράζουν τα χρεόγραφα που παράγουν, να αναγκάζονται να ασφαλίσουν το εισόδημα και τις υπηρεσίες που δεν παρέχει πλέον η εργασία (με άλλα λόγια, αυτοί που καταρχάς έχουν τα χρήματα για να έχουν πρόσβαση σε αυτά, δεδομένου ότι οι φτωχοί, οι γυναίκες που ζουν μόνες τους και η τεράστια πλειοψηφία των εργαζόμενων δεν μπορούν· σε μια πρόσφατη έρευνα το 44% των αμερικάνικων νοικοκυριών δεν μπορούν να διαχειριστούν μια έκτακτη δαπάνη $1000 δολαρίων).

Η μεσαία τάξη για την Καμάλα Χάρις φτάνει μέχρι ένα εισόδημα $400 εκατομμυρίων δολαρίων τον χρόνο. Αυτό είναι ένα σημαντικό νούμερο για την κατανόηση της κοινωνικής σύνθεσης που οι Δημοκρατικοί λαμβάνουν ως σημείο αναφοράς. Η εργασία και οι εργάτες έχουν εξαφανιστεί τελείως από τον ορίζοντά τους, όπως και η “αριστερά” εν γένει Το θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων και των ψαριών, που επαναλήφθηκε από το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και απέτυχε ήδη το 2008, προτείνεται εκ νέου τώρα ως μια λύση στο “κοινωνικό ζήτημα”. Για να το επαναλάβουμε, αυτή είναι μια διαδικασία χρηματιστικοποίησης του κράτους πρόνοιας, καθώς ο στόχος τώρα είναι ομόλογα και πολιτικές να αντικαταστήσουν υπηρεσίες που παρέχονται από το κράτος. Μπορεί κανείς να αναφέρει το ιταλικό παράδειγμα: αντιμέτωπος με την απόσυρση του κράτους από επενδύσεις στις περιοχές που έχουν πληγεί από την κλιματική κρίση, ο υπουργός Πολιτικής Άμυνας αναβίωσε την ιδέα της υποχρεωτικής ασφάλειας για πλημμύρα. Ο Ματέο Σαλβίνι παρενέβη για να πει ότι “το κράτος μπορεί να δώσει κατευθύνσεις, αλλά δεν ζούμε σε μια ηθική κατάσταση στην οποία το κράτος μπορεί να αναλάβει δράση για να επιβάλει, να απαγορεύσει ή να υποχρεώσει” και πρότεινε, αντίθετα, ένα καινούριο νόμο που να υποχρεώνει τους εργαζόμενους να επενδύουν μέρος της αποζημίωσής τους σε συνταξιοδοτικά ταμεία, για να πάρουν στο τέλος της επαγγελματικής τους καριέρας μια συμπληρωματική σύνταξη. Προφανώς, αυτό το είπε χωρίς να καταλαβαίνει την σχέση που έχει με τα επενδυτικά ταμεία των ΗΠΑ (είτε από αφέλεια είτε από απλή βλακεία) αφού στην πραγματικότητα το 70% θα κατέληγε να μετατραπεί σε δολάρια στις ΗΠΑ.

Η χρηματιστικοποίηση μετατρέπει τις επιχειρήσεις σε οικονομικούς παράγοντες. Αυτό επηρεάζει επίσης εταιρείες που παράγουν πραγματικά κέρδη13, απολύουν προσωπικό, και των οποίων τα τεράστια μερίσματα δεν επενδύονται αλλά διανέμονται ως επί το πλείστον στους μετόχους ή χρησιμοποιούνται για την αγορά των ίδιων των μετοχών τους, ώστε να αυξήσουν την αξία τους και την κεφαλαιοποίησή τους (η οποία, σε αυτό το σημείο, μικρή σχέση έχει με το τι πραγματικά παράγουν και πουλούν). Αυτό συμβαδίζει με την χρηματιστικοποίηση των τιμών: δεν είναι η αγορά (σχέσης προσφοράς και ζήτησης για τα προϊόντα) που καθορίζει τις τιμές αλλά τα στοιχήματα που βάζουν οι επενδυτές (μέσω των παραγώγων) που δεν έχουν καμμιά σχέση είτε με την παραγωγή είτε με το πραγματικό εμπόριο14. Οι τιμές καθορίζονται από φίρμες που έχουν χρηματιστικοποιηθεί και ελέγχουν τους τομείς της ενέργειας, των τροφίμων, των εμπορευματικών αγαθών, των φαρμακευτικών ειδών κλπ. από μια θέση απόλυτου μονοπωλίου ή ολιγοπωλίου (οι κύριοι μέτοχοι αυτών των εταιρειών είναι πάντα μεγάλα επενδυτικά fund). Ο πληθωρισμός που έχει ξεσπάσει πρόσφατα είναι το αποτέλεσμα κερδοσκοπίας με τις τιμές και με κανέναν τρόπο δεν εξαρτάται από δήθεν αυξημένους μισθούς ή κοινωνικές δαπάνες. Ο συνδυασμός αυτών των χρηματιστικοποιημένων εταιρειών που επενδύουν (σ)την “ζωή” (αν και ο όρος είναι αμφιλεγόμενος) έχει ως αποτέλεσμα πρώτα από όλα εκρηκτικές διαφορές στο εισόδημα και στον πλούτο, των οποίων οι εργάτες και ολόκληρος ο πληθυσμός, που δεν μπορεί να αγοράσει μετοχές, είναι τα βασικά θύματα.

Η αποτυχία της νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης και ο πόλεμος

Η επιβεβαίωση των μονοπωλίων κατοχυρώνει το τέλος της ιδεολογίας του νεοφιλελευθερισμού και της αγοράς και, συνεπώς, αξίζει μερικές παρατηρήσεις. Μιλάμε για ιδεολογία σε σχέση με τον ανταγωνισμό, γιατί η διαδικασία της καθετοποίησης της οικονομίας έχει συνεχιστεί αδιατάρακτα τουλάχιστον από τα τέλη του 19ου αιώνα. Πραγματικά, εξεράγη ακριβώς στη διάρκεια του νεοφιλελευθερισμού. Τα επενδυτικά ταμεία, όπως σημειώσαμε και προηγουμένως, έχουν γίνει σήμερα πολύ ουσιώδη στην κεντρικότητα της αμερικανικής ισχύος, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο θεσμό. Την ίδια στιγμή, αυτά τα ταμεία χρειάζονται τις δημοσιονομικές πολιτικές της κυβέρνησης (μη φορολόγηση του χρηματοπιστωτικής δραστηριότητας, και, αντίθετα, φορολόγηση της εργασίας), τα διατάγματα και τις παραχωρήσεις της, που τους δόθηκαν γενναιόδωρα από τον Ομπάμα (έναν μαύρο πρόεδρο αλλά σε πλήρη συνέχεια με τον λευκό που προηγήθηκε και τον λευκό που τον διαδέχτηκε) και, ακόμα πιο αποφασιστικά, από τον Μπάιντεν. Εδώ ανακύπτει ένα θεωρητικό και πολιτικό πρόβλημα: η χρηματο-οικονομία, που θα έπρεπε να αντιπροσωπεύει την πιο αφηρημένη μορφή αξίας και την τέλεια εκπληρωμένη κοσμοπολίτικη μορφή καπιταλισμού, είναι, στη Δύση, υπό τις εντολές και τη διαχείριση οργανισμών που φέρουν τη σημαία των ΗΠΑ. Αμερικανικά επενδυτικά ταμεία ενεργούν, ενορχηστρωμένα με τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ, επιδιώκοντας την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους σε βάρος του υπόλοιπου κόσμου15. Τα συναλλαγματικά νομίσματα είναι στην ίδια κατάσταση. Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο όπως ένα υπερ-εθνικό νόμισμα· το νόμισμα είναι πάντα εθνικό γιατί είναι στενά προσδεμένο, ειδικά το δολάριο, στις πολιτικές που αποφασίζονται από το κράτος που το εκδίδει. Μπορεί να ειπωθεί ότι το νόμισμα και ο χρηματοπιστωτικός τομέας αντιπροσωπεύουν ταυτόχρονα την τάση κίνησης έξω από τα εδαφικά όρια των κρατών και την αδυναμία να συμβεί αυτό16. Η σχέση ανάμεσα στις ΗΠΑ και τα επενδυτικά ταμεία οργανώνει μια παγκόσμια δράση που ευνοεί λίγους Αμερικάνους και τις ολιγαρχίες τους.

Η δεύτερη παρατήρηση αφορά την ανάγνωση του νεοφιλελευθερισμού, που πολλοί εξακολουθούν να πιστεύουν ότι είναι σε ισχύ ενώ, στην πραγματικότητα, είναι νεκρός: σκοτωμένος από φασισμούς, πολέμους και γενοκτονία. Το ίδιο τέλος έπληξε τον λαμπρό προκάτοχό του, τον φιλελευθερισμό, που υποτιθόταν ότι θα απέφευγε τα “μικροπροβλήματα” που προκάλεσε (δύο Παγκόσμιους Πολέμους και τον Ναζισμό) προβλήματα που, αντίθετα, κατέληξε αναγκαστικά να αναπαράγει. Μεγάλο μέρος της ανάλυσης αυτής οφείλεται στην θεώρηση του Μισέλ Φουκώ για τη βιοπολιτική, η οποία άσκησε μια λυπηρή επίδραση στην κριτική σκέψη. Ο Φουκώ διαβάζει τον φιλελευθερισμό ως μια θεωρία της επιχείρησης και της υποκειμενοποίησής της, μια διαδικασία με την οποία γινόμαστε “επιχειρηματίες του εαυτού μας”. Δεν αναφέρει ποτέ, έστω εν παρόδω, την πίστωση, το νόμισμα και τα χρηματοπιστωτικά εργαλεία πάνω στα οποία έχει χτιστεί η καπιταλιστική στρατηγική από τα τέλη της δεκαετίας του 196017. Το κύριο εργαλείο της αντεπανάστασης είναι η “υπερχρέωση του κράτους, των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων”, όπως θα έλεγε ο Paul Sweezy, και όχι η παραγωγή. Η επιχείρηση είναι μια ordoliberal18 ιδεολογία και ιδέα που ανήκει στη βιομηχανική Δύση, τη δεκαετία του 1930 και τη μεταπολεμική περίοδο – έναν κόσμο που είναι τελεσίδικα νεκρός. Ο “φιλελευθερισμός της τάξης” βλέπει την οικονομία ως μια περίσταση που επιφέρει τον θάνατο του πολιτικά “κυρίαρχου”, όπως, για παράδειγμα, όταν η χρηματο-οικονομία φέρνει την άνθιση για τα μεγάλα μονοπώλια (τον οικονομικό κυρίαρχο). Αλλά στο πλαίσιο του καπιταλισμού, ο οικονομικά κυρίαρχος χρειάζεται τον πολιτικά “κυρίαρχο” (το κράτος) για να συγκροτηθεί. Η κεφαλή του κυρίαρχου δεν έχει αποκοπεί από την οικονομία, απλά έχει διπλασιαστεί, καθιστώντας την συγκεντροποίηση της ισχύος του κεφαλαίου και του κράτους μια τεράστια επιτυχημένη στρατηγική.

Ο Φουκώ έχει, πολύ απλά, παρερμηνεύσει [confuso] μια εποχή, όπως έχουν κάνει και οι μαθητές του που αναπαρήγαγαν τα ατοπήματα του δασκάλου τους, πχ. οι Dardot και Laval, περισσότερο από όλους. Η αγορά δεν λειτούργησε ποτέ όπως πίστευε ο Φουκώ και οι ordoliberals, δηλαδή στη βάση του ανταγωνισμού. Αντίθετα, η αλήθειά της αντιπροσωπεύεται από την λειτουργία του χρηματοπιστωτισμού, που καθορίζει τις τιμές από ένα κερδοσκοπικό μονοπώλιο το οποίο δεν έχει καμμιά σχέση με την προσφορά και ζήτηση των πραγματικών αγαθών19 (πρόσφατα, η τιμή της ενέργειας έχει δεκαπλασιαστεί χωρίς αυτό να έχει οποιαδήποτε σχέση με την πραγματική της διαθεσιμότητα· το ίδιο αληθεύει για τα δημητριακά κλπ.). Η υποκειμενοποίηση δεν αντιπροσωπεύεται από τον επιχειρηματία αλλά από τον πλασματικό μετασχηματισμό των ατόμων (όχι όλων, όπως είπαμε) σε παράγοντες της οικονομίας. Για την χρηματο-οικονομία, ο “πληθυσμός” και ο κόσμος απαρτίζονται από πιστωτές, οφειλέτες και επενδυτές σε χρεόγραφα, μετοχές και ομόλογα. Η χρηματιστικοποίηση της μεσαίας τάξης, που επιδιώκεται από την συμφωνία μεταξύ των Δημοκρατικών και των επενδυτικών ταμείων, είναι η τελευταία χείμερα που προόρισται να εξαϋλωθεί στην επόμενη κατάρρευση.

Ο αναπόφευκτος πόλεμος των ΗΠΑ

Σήμερα, η διαδικασία, την οποία δεν είχαν ποτέ δει, ούτε καν φευγαλέα, οι θεωρητικοί της βιοπολιτικής, έχει φτάσει το ζενίθ της. Η ανάπτυξη στη Δύση είναι σχεδόν αποκλειστικά χρηματοπιστωτική (ενώ είναι πραγματική στον παγκόσμιο Νότο). Η παραγωγή της (χρήματα που παράγουν χρήματα, όπως η “αχλαδιά που παράγει αχλάδια”, που είπε ο Μαρξ) είναι αποκύημα της φαντασίας, μια κατασκευή από άχρηστο χαρτί που παράγει, όμως, πραγματικές συνέπειες. Τα επενδυτικά ταμεία αυξάνουν τις τιμές των χρεογράφων των εταιρειών των οποίων κατέχουν μετοχές ώστε να συλλέγουν μερίσματα για διανομή στους συνδρομητές. Αυτό δεν είναι καινούριος πλούτος αλλά μόνο η ιδιοποίηση, άρπαγμα και κλοπή αξίας που υπάρχει ήδη, και απλά μεταφέρεται από τον υπόλοιπο κόσμο στις ΗΠΑ – από ταξική σκοπιά θα μπορούσε κανείς να πει από την εργασία στο κερδοσκοπικό κεφάλαιο. Αν αυτή η “κλοπή” πλούτου, που παράγεται στον υπόλοιπο κόσμο, σταματούσε, όλο το σύστημα θα κατέρρεε.

Το πραγματικό όνομα αυτής της διαδικασίας είναι “πρόσοδος”. Το κύκλωμά της είναι εγγυημένο και διασφαλίζεται από την δολαριοποίηση, κάτι που είναι ο λόγος για τον οποίο οι ΗΠΑ δεν μπορούν ποτέ να δεχτούν πραγματικά έναν πολυπολιτικό κόσμο. Αναγκάζονται αναπόφευκτα στη μονομέρεια, υποχρεωμένες να ληστεύουν τους συμμάχους τους, γιατί ο παγκόσμιος Νότος δεν είναι πλέον διατεθιμένος να λειτουργεί ως αποικία (έναν ρόλο που έχουν αναλάβει πλήρως η Ευρώπη, η Ιαπωνία και η Αυστραλία). Οι ολιγαρχίες που κυβερνούν τον κόσμο είναι ο καρπός της χρηματιστικοποίησης και λειτουργούν ακριβώς όπως η αριστοκρατία του παλιού καθεστώτος20. Συνεπώς, σήμερα χρειαζόμαστε μια καινούρια νύχτα της 4ης Αυγούστου του 178921, στη διάρκεια της οποίας καταργήθηκαν τα προνόμια της φεουδαρχικής αριστοκρατίας.

Οι Ηνωμένες Πολιτείς βρίσκονται σε ένα αδιέξοδο: είναι αναγκασμένες να ανεβάσουν τα επιτόκια για να προσελκύσουν κεφάλαιο από ολόκληρο τον κόσμο, διαφορετικά το χρηματοπιστωτικό σύστημα καταρρέει· αλλά η ίδια αύξηση των επιτοκίων στραγγαλίζει την αμερικανική οικονομία. Όταν τα μειώνουν, όπως έχουν κάνει τώρα για προεκλογικούς λόγους (στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, στην πραγματικότητα, οι Δημοκρατικοί κατηγορήθηκαν ότι πνίγουν την οικονομία), μόνο κερδοσκόποι (πρώτα και κύρια, τα επενδυτικά ταμεία) που ποντάρουν στην δική τους εξέλιξη, επωφελούνται. Όπως ακριβώς η τεράστια ρευστότητα που διατέθηκε στην οικονομία από τις κεντρικές τράπεζες δεν διαχύθηκε ποτέ στην πραγματική παραγωγή, καθώς σταμάτησε στον χρηματοπιστωτικό τομέα, ούτε αυτή η μείωση επιτοκίων δεν θα έχει καμμιά επίδραση στην πραγματική οικονομία· το μόνο που θα κάνει θα είναι να ενεργοποιήσει την κερδοσκοπία εντός της. Οι ΗΠΑ είναι ανίκανες να βγουν από αυτόν τον φαύλο κύκλο της προσόδου, οπότε ο πόλεμος είναι η μοναδική λύση. Ήδη από το 2008, ήταν καθαρό ότι η αμερικανική οικονομία βασιζόταν στην παραγωγή και διανομή χρηματοπιστωτικής προσόδου. Εξ ου και η προθυμία επιδίωξης και επέκτασης του πολέμου, της συνέχισης της χρηματοδότησης και της νομιμοποίησης της γενοκτονίας, της εισαγωγής καινούριων φασισμών στην εξουσία παντού. Το κοντινό μέλλον θα απαιτήσει μεγαλύτερες δόσεις από όλα αυτά, όπως επιβεβαιώνεται από ένα κείμενο που βγήκε στην επιφάνεια στο αμερικανικό Κογκρέσο τον Ιούλιο που πέρασε, με τίτλο Επιτροπή γα την Στρατηγική Εθνικής Άμυνας [Commission on the National Defense Strategy], που διατυπώνει την άποψη ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να προετοιμαστούν για τον “μεγάλο πόλεμο” ενάντια στον Παγκόσμιο Νότο, στο κέντρο του οποίου είναι η Ρωσία και η Κίνα. Στα χρόνια που έρχονται, κάθε τομέας της κοινωνίας θα πρέπει να κινητοποιηθεί, με βάση το μοντέλο του τι έγινε πριν και κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, με στόχο την καταστροφή της απειλής στη ρίζα της, “απειλή που είναι η πιο σοβαρή και η πιο προκλητική που έχει αντιμετωπίσει το έθνος απο το 1945”22.

Ο πρώτος στόχος, όμως, είναι ο μετασχηματισμός της βιομηχανικής της βάσης (που δεν υπάρχει πια), σε μια πολεμική βιομηχανία:

Η Επιτροπή βρίσκει οτι η αμυντική βιομηχανική βάση των ΗΠΑ (defense industrial base, DIB) αδυνατεί να εκπληρώσει τις ανάγκες σε εξοπλισμό, τεχνολογία και πολεμοφόδια των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων και συνεργατών τους. Μια παρατεταμένη σύγκρουση, ιδιαίτερα σε πολλαπλά θέατρα, θα απαιτούσε πολύ μεγαλύτερη ικανότητα παραγωγής, συντήρησης και αναπλήρωσης όπλων και πολεμοφοδίων. Η αντιμετώπιση των ελλείψεων θα απαιτήσει αυξημένες επενδύσεις, επιπλέον ικανότητα κατασκευής και σχεδιασμού, συμμετοχή και συμπαραγωγή με τους συμμάχους και επιπρόσθετη ευελιξία σε συστήματα εξαγορών. Απαιτεί συνεργασία με μια βιομηχανική βάση που συμπεριλαμβάνει όχι απλά μεγάλους, παραδοσιακά αμυντικούς, κατασκευαστές αλλά και καινούριες προσθήκες και μια ευρεία διάταξη εταιρειών που εμπλέκονται στην παραγωγή διαφόρων βαθμίδων, την κυβερνοασφάλεια και την ενεργοποίηση υπηρεσιών23.

 

Το κράτος και οι διοικήσεις του πρέπει να συντονιστούν στην κατεύθυνση αυτού που οι συγγραφείς αποκαλούν “ολοκληρωμένη αποτροπή”24. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην επανεκπαίδευση του προσωπικού για μια πολεμική βιομηχανία· αυτό, ενώ το προσωπικό αυτό έχει αποδιαρθρωθεί από την χρηματιστικοποίηση και την επακόλουθη διάλυση της βιομηχανίας. Τα διάφορα κρατικά υπουργεία πρέπει να συντονιστούν στην προετοιμασία του πολέμου, συμπεριλαμβανομένων του Υπουργείου Εξωτερικών και του Οργανισμού των ΗΠΑ για την Διεθνή Ανάπτυξη (US Agency for International Development, USAID), των οικονομικών υπουργείων (συμπεριλαβανομένων του Υπουργείου Οικονομικών και της Ένωσης Μικρών Επιχειρήσεων), και όσων υποστηρίζουν την ανάπτυξη ενός σημαντικού κομματιού της δυνατότερου και καλλίτερα προετοιμασμένου εργατικού δυναμικού των ΗΠΑ, όπως τα Υπουργεία Εργασίας και Εκπαίδευσης. Όπως συνέβαινε στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, αυτά τα υπουργεία και οργανισμοί πρέπει να εστιάσουν στρατηγικά στον ανταγωνισμό, τώρα ιδιαίτερα με την Κίνα.

Σε συμφωνία με τις επιταγές της προσόδου και της ολιγαρχίας, οι μεγάλες επενδύσεις πρέπει να είναι ιδιωτικές ώστε να πλημμυρίσουν τα μονοπώλια με δισεκατομμύρια δολάρια. Γίνεται ξεκάθαρα λόγος για ένα “δικομματικό κάλεσμα στα όπλα” από Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους που πρέπει να εκπαιδεύσουν ένα κοινό με άγνοια του θανάσιμου κινδύνου στον οποίο βρίσκεται και να το προετοιμάσουν να σηκώσει το κόστος ενός παγκόσμιου πολέμου (γίνεται αναφορά στο τεράστια ποσοστό του ΑΕΠ που επενδύθηκε σε όπλα στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου):

Ο αμερικανικός λαός σε μέγάλο βαθμό δεν έχει επίγνωση των κινδύνων που αντιμετωπίζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες ή του κόστους (οικονομικού και όχι μόνο) που απαιτείται για να προετοιμαστούν επαρκώς. Δεν αναγνωρίζουν την δύναμη της Κίνας και των συνεργασιών της ή τις επιπτώσεις για την καθημερινή ζωή αν ξεσπάσει μια σύγκρουση. Δεν περιμένουν ότι θα υπάρχουν διακοπές στο ρεύμα, το νερό ή ότι δεν θα έχουν πρόσβαση σε όλα τα αγαθά από τα οποία εξαρτώνται. Δεν έχουν εσωτερικοποιήσει το κόστος από την απώλεια της θέσης των ΗΠΑ ως παγκόσμιας υπερδύναμης. Ένα δικομματικό “κάλεσμα στα όπλα” είναι επειγόντως αναγκαίο για να μπορέσουν οι ΗΠΑ να κάνουν τις μεγάλες αλλαγές και τις σημαντικές επενδύσεις τώρα, αντί να περιμένουν για το επόμενο Περλ Χάρμπορ ή την επόμενη 11η Σεπτεμβρίου. Η υποστήριξη και η αποφασιστκότητα του αμερικανικού λαού είναι εντελώς απαραίτητα25.

 

Όπως θα έλεγε ο Ernst Jünger, ετοιμάζονται για “καθολική κινητοποίηση”. Έχουν, όμως, ένα μικρό πρόβλημα, επειδή η οικονομία και ο πλούτος που έχουν επιβάλει είναι για τους λίγους, ενώ οι πολλοί έχουν φτωχοποιηθεί, περιθωριοποιηθεί, ζουν στην επισφάλεια και στη συνέχεια κατηγορούνται λες και είναι αυτοί που πρέπει να θεωρηθούν υπεύθυνοι για την κατάστασή τους. Τώρα φαίνεται ότι έχουν ανάγκη τους πολλούς, ότι ένα “δυνατό και προετοιμασμένο” εργατικό δυναμικό είναι απαραίτητο για να υπερασπιστεί το έθνος και το εθνικό πνεύματην οικονομία και την ιδιοκτησία των λίγων. Με μια χώρα πιο διαιρεμένη από ποτέ άλλοτε, δεν μπορούμε παρά να ευχηθούμε στις ολιγαρχίες την καλλίτερη δυνατή τύχη για την προαγωγή της καθολικής κινητοποίησης στον πόλεμο που θέλουν να εξαπολύσουν ενάντια στα τρία τέταρτα της ανθρωπότητας· πόλεμο τον οποίο θα χάσουν σίγουρα, όπως τον χάνουν τώρα στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Ευρώπη. Είναι ζήτημα χρόνου μόνο.

 

Πρωτοδημοσιεύτηκε στο Derive Approdi, την 1η Οκτωβρίου 2024.

Εικόνες: Maen Hammad

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://illwill.com/why-war.

2 Στμ. Χαβιέ Γκεράρδο Μιλέι: Αργεντινός πολιτικός και οικονομολόγος που αναδείχθηκε στην προεδρία της χώρας τον Δεκέμβριο του 2023.

3 Στμ. Στο πρωτότυπο “the annuity circuity”. Στη γλώσσα των επενδύσεων, η πρόσοδος είναι μια σειρά πληρωμών που γίνονται σε ίσα χρονικά διαστήματα. Για παράδειγμα, οι τακτικές καταθέσεις σε έναν λογαριασμό ταμιευτηρίου, οι μηνιαίες πληρωμές ενός στεγαστικού δανείου, οι μηνιαίες ασφαλιστικές εισφορές και οι συνταξιοδοτικές πληρωμές. Μπορούν να ταξινομηθούν με βάση την συχνότητα πληρωμής τους.

4 Στμ. Enrico Letta: Ιταλός πολιτικός που διετέλεσε Πρωθυπουργός της Ιταλίας από τον Απρίλιο του 2013 μέχρι τον Φεβρουάριο του 2014, ηγούμενος ενός συνασπισμού κεντροαριστερών και κεντροδεξιών κομμάτων. Διετέλεσε επίσης πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος από το 2021 έως το 2023.

5 Στμ. Η όλη περιγραφή αποτυπώνει εξαιρετικά την συνθήκη για το προλεταριάτο σήμερα, το προλεταριάτο ως μια τάξη πλέον του κεφαλαίου, τη δεινή θέση, τον κατακερματισμό, αυτό που στην θεώρηση της κομμουνιστικοποίησης χαρακτηρίζεται και ως “διάλυση της εργατικής ταυτότητας”, που χαρακτήριζε το εργατικό κίνημα για το μεφαλύτερο μέρος του προηγούμενου αιώνα.

6 Στμ. Εδώ ο συγγραφέας φαίνεται να επιστρέφει στην προσδοκία της κατάκτησης της “αυτονομίας” του προλεταριάτου αντί για την αυτοκατάργησή του.

7 Στμ. Luca Celada, Ιταλός δημοσιογράφος με οικονομικές σπουδές στο Λος Άντζελες καθώς και σπουδές στην ιστορία του σινεμά. Για αρκετά χρόνια υπήρξε επίσης ανταποκριτής της ιταλικής δημόσιας ραδιοτηλεόρασης RAI. Ανταποκριτής σήμερα στο Λος Άντζελες της ιταλικής εφημερίδας Il Manifesto (παλιό όργανο του Κομμουνστικιού Κόμματος Ιταλίας).

8 Στμ. Robert Bernard Reich, Αμερικανός καθηγητής, συγγραφέας, νομικός και πολιτικός σχολιαστής. Εργάστηκε στις κυβερνήσεις του Τζέραρντ Φορντ και Τζίμμυ Κάρτερ και διετέλεσε υουργός Εργασίας στην κυβέρνηση του Μπιλ Κλίντον καθώς και μέλος της μεταβατικής συμβουλευτικής επιτροπής για την οικονομία του Μπάρακ Ομπάμα.

9 Luca Celada: “USA al bivio #12: lo scontro si fa più feroce”, [Οι ΗΠΑ στο σταυροδρόμι #12: η σύγκρουση γίνεται πιο άγρια], Dinamo Press, 18 Σεπτεμβρίου 2024. Διαδικτυακά εδώ.

10 Στμ. Αρκεί να σκεφτούμε τον βασικό θεωρητικό του ιταλικού φασισμού και μείζωνα φουρουριστή, τον Μαρινέττι. Υπήρχε και τότε η αντεπαναστατική εκδοχή του φουτουρισμού. Η τωρινή μορφή της, με τον επιταχυντισμό, την ιδομορφία, το νεο-τεχνολογικό δόγμα της Τεχνητής Νοημοσύνης, τον μετανθρωπισμό κλπ., παρουσιάζει ανησυχητικές αναλογίες.

11 Στμ. Όπως εξηγούμε αλλού, η ολιγαρχία είναι η πολιτική μορφή του καπιταλισμού σήμερα αλλά και διαχρονικά, αφού η εδραίωση του σήμανε από την αρχή την εξαφάνιση της μοναρχίας, του απόλυτου ηγεμόνα, με την οποία είναι σήμερα, εξαιτίας της οργανικής αλληλοπλοκής των διαφόρων κέντρων του, ακόμα πιο ασύμβατος. Η εξουσία στον καπιταλισμό, ειδικά τον σύγχρονο, είναι πολυπολική κκαι αλληλοπλεγμένη.

12 Στμ. Η έμφαση δική μας.

13 Στμ. Τρόπον τινά της “πραγματικής” λεγόμενης οικονομίας.

14 Στμ. Όπως παρατηρήσαμε και σε σχέση με τις επιρροές από το ρεύμα της κομμουνιστικοποίησης, ο συγγραφέας είναι μάλλον κοντά σε μια πιο αριστερίστικη προσέγγιση που εμμένει στην έννοια της “πραγματικής” οικονομίας και δεν χάνει την ευκαιρία να υπονοήσει ότι η χρηματιστικοποίηση είναι άμεσος υπονομευτής της.

15 Στμ. Ναι, αλλά ποιους εξυπηρετεί τελικά ο κοσμοπολιτισμός του κεφαλαίου; Σίγουρα όχι “ολόκληρο” τον κόσμο! Άρα εδώ πρέπει να εννοήσουμε εις βάρος των άλλων “εθνικών” καπιταλισμών.

16 Στμ. Έκφραση, με άλλα λόγια, μιας διαλεκτικής αντίφασης του κεφαλαίου.

17 Στμ. Συμπίπτει εδώ ο συγγραφέας με την “περιοδολόγηση” της κομμουνιστικοποίησης σε σχέση με την “αναδιάρθρωση”.

18 Στμ. Ordoliberalism (φιλελευθερισμός της τάξης) είναι η γερμανική εκδοχή του οικονομικού φιλελευθερισμού που δίνει έμφαση την ανάγκη η κυβέρνηση να διασφαλίζει ότι η ελεύθερη αγορά παράγει αποτελέσματα κοντά στις θεωρητικές της δυνατότητες χωρίς να υποστηρίζει, όμως, ένα κράτος πρόνοιας ή να εναντιώνεται σε αυτό. Ο φιλελευθερισμός της τάξης έγινε το θεμέλιο για τηην δημιουργία της μεταπολεμικής γερμανικής οικονομίας της κοινωνικής αγοράς, με τον ισχυρό ρόλο του κράτους σε σχέση με την αγορά που διαφέρει σε πολλές αποψεις από τις ιδέες που συνδέονται με τον λεγόμενο νεοφιλελευθερισμό.

19 Στμ. Ποια είναι τα “πραγματικά” αγαθά;

20 Στμ. Παλιό καθεστώς, ancien régime. Το πολιτικό και κοινωνικό σύστημα του Βασιλείου της Γαλλίας που ανέτρεψε η Γαλλική Επανάσταση μέσω της κατάργησης το 1790 του φεουδαρχικού συστήματος της τάξης των Γάλλων ευγενών, και το 1792 με την εκτέλεση του βασιλιά και την ανακήρυξη της δημοκρατίας. Η έκφραση “Ancien régime” είναι σήμερα μια διαδομένη μεταφορά για “ένα σύστημα ή κατάσταση πραγμάτων που δεν κυριαρχεί πλέον”.

21 Στμ. Νύκτα της 4ης Αυγούστου: η ιστορική νύχτα στην οποία η γαλλική Εθνοσυνέλευση ψήφισε ενθουσιωδώς την πρόταση του υποκόμητα ντε Νεϊγύ (Noailles) με την οποία καταργούνταν τα περισσότερα των φεουδαλικών δικαιωμάτων της αριστοκρατικής τάξης με τη λιτή φράση: “Η εθνική Συνέλευση καταργεί πλήρως το φεουδαρχικό καθεστώς”.

22 Commission on the National Defense Strategy, 2. Διαδικτυακά εδώ.

23 Commission on the National Defense Strategy, 4.

24 Commission on the National Defense Strategy, 3.

25 Commission on the National Defense Strategy.