Τα σύνορα που μας διασχίζουν

Viewpoint Magazine1

Τελικά, χωρίς αμφιβολία, η αριστερά στις Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να αναμετρηθεί με το γεγονός ότι δεν πρόκειται ποτέ να υπάρξει μια “Αμερικάνικη Επανάσταση” όπως κλασσικά φαντάστηκαν οι DeLeon, Debs ή ο Cannon. Αν πρόκειται να φτάσει μια μέρα ο σοσιαλισμός στη Βόρεια Αμερική, θα είναι χάρις σε μια συνδυαστική, σ’ ολόκληρο το ημισφαίριο, διαδικασία εξέγερσης που θα επικαλύπτει σύνορα και θα διαπλέκει κινήματα.

Mike Davis, Prisoners of the American Dream: Politics and Economy in the History of the US Working Class2

 

Μετά από δυο εβδομάδες κοπιαστικού ταξιδιού από την Ονδούρα, ταξιδεύοντας μέσα από τη Γουατεμάλα και το νότιο Μεξικό, ο κόσμος του καραβανιού των μεταναστών έλαβε μια προσφορά από την κυβέρνηση του Μεξικού: την επιλογή να μείνουν στην Τσιάπας ή τον Οαχάκα, τις δυο νοτιότερες πολιτείες του Μεξικού, όπου θα είχαν το δικαίωμα να μπουν σε ένα προσωρινό πρόγραμμα εργασίας, με μια ρύθμιση του στάτους τους ως μεταναστών που θα τους επέτρεπε πρόσβαση σε άλλα ευεργετήματα όπως υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση και το δικακωμα μετακίνησης μεταξύ αυτών των πολιτειών. Το σχέδιο, με το όνομα Estás en Tu Casa [Είστε στο σπίτι σας], ήταν μέρος ενός ευρύτερου καθεστώτος διαχείρισης της μετανάστευσης στη Κεντρική Αμερική που το Μεξικό έχει εφαρμόσει τα τελευταία χρόνια με την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών. Το καραβάνι, που στο κορύφωμά του, αποτελούνταν από περισσότερους από 7000 ταξιδιώτες από την Ονδούρα, το Ελ Σαλβαδόρ, τη Γουατεμάλα και το ίδιο το νότιο Μεξικό, ήταν μόνο το πιο πρόσφατο και ορατό παράδειγμα μιας ευρύτερης διαδικασίας, που θα μπορούσαμε να την δούμε ως μια γεωγραφική μετατόπιση των συνόρων των ΗΠΑ προς τα νότια μέσω του μεξικανικού κράτους3.

Οι άνθρωποι που ταξιδεύουν, όμως, με το καραβάνι, απέρριψαν την προσφορά μετά από συλλογική ψηφοφορία. Η οργάνωση Λαός χωρίς Σύνορα (Pueblo Sin Fronteras), που παρέχει υποστήριξη στο καραβάνι, ανάρτησε μια ανακοίνωση στη σελίδα της στο Facebook: “Σήμερα, στις 6:35 μμ στις 26 Οκτωβρίου του 2018, μια συνέλευση της πλειοψηφίας των μελών του Καραβανιού Μεταναστών [Caminata Migrante] συγκεντρώθηκε στο κεντρικό πάρκο της Arraiga και απάντησε στο Σχέδιο ‘Estás en Tu Casa’ που ο Πρόεδρος [του Μεξικού] ανακοίνωσε σήμερα”. Αφού απαριθμεί τους λόγους της απόρριψης του σχεδίου, συμπεριλαμβανομένων των γεωγραφικών περιορισμών, του γεγονότος ότι δεν αντιμετωπίζει τις ριζικές αιτίες της Κεντροαμερικανικής Εξόδου και ένα μοτίβο παρενόχλησης και βίας από τις μεξικανικές αρχές μετανάστευσης, το κείμενο καταλήγει:

Κάνουμε έκκληση στο πνεύμα φιλοξενίας των κοινοτήτων από τις οποίες διερχόμαστε. Τα μέλη της Caminata Migrante βασίζονται στην υποστήριξη και την αλληλεγγύη του μεξικάνικου λαού, μιας και η ανταπόκριση της Κυβέρνησης είναι περισσότερο κατασταλτική παρά ανθρωπιστική. Κάνουμε επίσης έκκληση στην κοινωνία των πολιτών, στις οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και στον κόσμο γενικότερα να είναι σε εγρήγορση και να παρακολουθούν τη διαδρομή μας για να αποφύγουν, να εποπτεύσουν και να καταδικάσουν οποιαδήποτε παραβίαση ή παρενόχληση σε βάρος της εξόδου αυτής και αυτών που την συνοδεύουν.

Και ο κόσμος παρακολουθεί. Παρά το γεγονός ότι μετανάστες κάνουν το ίδιο αυτό ταξίδι για χρόνια, με 41.760 Ονδουριανούς μόνο από τον Ιανουάριο μέχρι τον Σεπτέμβριο αυτού του χρόνου, το καραβάνι μοιάζει να αποτυπώνει κάτι καινούριο. Από τη μια πλευρά, η ορατότητα του καραβανιού είναι εν μέρει προϊόν της κεντρικότητάς του στην καταληκτική στρατηγική του Ρεπουμπλικανικού κόμματος στις ενδιάμεσες εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες: ο Ντόναλντ Τραμπ άρπαξε το θέμα του καραβανιού, μετά τα νέα για το πιεστικό του προχώρημα μέσα από τα σύνορα της Γουατεμάλας και του Μεξικού, ελπίζοντας, προφανώς, να μετατρέψει τους φόβους για τη μετανάστευση σε ψήφους σ’ ένα πλαίσιο στο οποίο η δεξιά βία κυριαρχεί στις ειδήσεις. Από την άλλη, όμως, αυτή η ορατότητα ήταν μέρος της στρατηγικής των ίδιων των μεταναστών για τη δημιουργία, καταρχάς, του ίδιου του καραβανιού, μια δράση που θεαματικοποίησε και συλλογικοποίησε αυτό που για πολλούς έχει υπάρξει ένα πολύ επικίνδυνο, δαπανηρό και, συχνά, μοναχικό χερσαίο ταξίδι μέσα από το Μεξικό, για να φτάσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτή η στρατηγική, παρεμπιπτόντως, έχει ήδη πετύχει, καθώς στον απόηχο αυτού του καραβανιού έχουν δημιουργηθεί άλλα δύο, με σχεδόν 2000 ανθρώπους. Όπως καταλήγει η ανακοίνωσή τους, η στρατηγική του καραβανιού στηρίζεται στην ελπίδα ότι η προσοχή των άλλων – των λαών του κόσμου και όχι των κυβερνήσεων – θα προσφέρει τελικά ένα μέσο ασφάλειας.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οποιαδήποτε δημόσια αντίδραση θα πρέπει να αναμετρηθεί με τη ρητορική περί “εισβολής” του Τραμπ, τον πόλεμο και την στρατιωτικοποίηση των συνόρων. Όμως, εξίσου αξιοσημείωτη, είναι η έλλειψη οποιασδήποτε ουσιαστικής απόκρισης από το Δημοκρατικό κόμμα. Έχοντας επιλέξει να εστιάσουν στο ζήτημα της υγειονομικής περίθαλψης για τις ενδιάμεσες εκλογές, οι Δημοκρατικοί προφανώς δεν έχουν απαντήσει καν στις απειλές του Τραμπ για τη λήψη έκτακτων μέτρων για την αποτροπή των ταξιδιωτών του καραβανιού να μπουν στις ΗΠΑ. Αυτά περιλαμβάνουν μια απαγόρευση του τύπου του αποκλεισμού για τους Μουσουλμάνους, για κάθε είσοδο στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού· την ανάπτυξη ήδη περισσότερων από 5000 στρατιωτών στα σύνορα, με τον σχεδιασμό για άλλους 2000 περίπου μέσα στις επόμενες μέρες, και την πρόβλεψη για συνολικά 15000 στρατεύματα (περισσότερα από αυτά που οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναπτύξει στο Ιράκ ή το Αφγανιστάν)· την πιθανή παραβίαση του νόμου Posse Comitatus Act του 1878 (που περιορίζει τη χρήση στρατιωτικών δυνάμεων για την επιβολή της εσωτερικής πολιτικής)· και ένα σύνολο εκπαιδευτικών ασκήσεων με όπλα σχεδιασμένων για να προσφέρουν θέαμα στα ΜΜΕ και κάτι για να ασχολούνται στα, άσκοπα τοποθετημένα, στρατεύματα. Παρ’ όλα αυτά, έστω κι αν όλες αυτές οι ενέργειες είναι περισσότερο από οτιδήποτε κάποια εργαλεία κινητοποίησης τύπου GoTV, η σιωπή των Δημοκρατικών είναι σύμπτωμα του γεγονότος ότι το κόμμα ελάχιστα ενδιαφέρεται για μια εναλλακτική θέση σχετικά με τη μετανάστευση, καθώς ζεί με τον φόβο της απώλειας της ψήφου των κεντρώων που, υποτίθεται, ότι έχουν εύλογες αντιρρήσεις στην ιδέα των ανοιχτών συνόρων. Έτσι, ακόμα κι αν ο υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας λέει: “Δεν θα μπείτε μέσα” – αγνοώντας το γεγονός ότι, αν μη τι άλλο, οι άνθρωποι στο καραβάνι διεκδικούν το καθεστώς πρόσφυγα, το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες δεσμεύονται από διεθνείς νόμους να εξετάζουν – οι Δημοκρατικοί μάλλον αποφεύγουν το θέμα.

Η απάντηση της δεξιάς στις ΗΠΑ είναι προβλέψιμη· νατιβισμός4, καθώς τόσο η δημόσια πολιτική όσο και η ιδιωτική βία, είναι κορυφαίο χαρακτηριστικό της σύγχρονης αντίδρασης. Η αντίδραση των Δημοκρατικών πολιτικών, για οποιονδήποτε έχει παρακολουθήσει τις θέσεις τους για τη μετανάστευση στη διάρκεια του τελευταίου μισού αιώνα, επίσης δεν μας εκπλήσσει. Αλλά το ότι αυτές οι πολιτικές είναι αναμενόμενες δεν θα πρέπει να αμβλύνει τον επείγοντα χαρακτήρα μιας ριζοσπαστικά διαφορετικής αντίδρασης στο καραβάνι· αυτό που τελικά είναι απαραίτητο είναι μια διεθνιστική θέση, κεντρικό γνώρισμα οποιασδήποτε στρατηγικής ελπίζει να κατατροπώσει την παγκόσμια προέλαση της βαρβαρότητας.

Αν μείνουμε έξω από τα αφηγήματα των ΜΜΕ, αν σκεφτούμε πέρα από τον άμεσο εκλογικό ορίζοντα και εξασκήσουμε το βλέμμα μας στην οργάνωση των μεταναστών και την αλληλεγγύη, η βάση μιας τέτοιας πολιτικής γίνεται αποδεδειγμένα καθαρότερη. Όπως ακριβώς η στρατηγική της δεξιάς της καπηλείας του φόβου των λευκών έχει αναδείξει καινούριες, πιο ορατές, τακτικές ανάμεσα στους μετανάστες με τη μορφή του καραβανιού, προτείνουμε να απαντήσουμε επικεντρώνοντας στους αγώνες των μεταναστών, ειδικότερα από την προοπτική της “αυτονομίας των μεταναστών” που καταδείχτηκε τόσο καλά με την δημοκρατική λήψη της απόφασης των μελών του καραβανιού σχετικά με τη συλλογική τους τύχη. Από αυτή την προοπτική, γίνεται φανερό ότι το να θεωρήσουε την ταξική πολιτική στις Ηνωμένες Πολιτείες σήμερα σημαίνει να θεωρήσουμε μια εργατική τάξη που η σύνθεσή της διασχίζει γεωγραφικά σύνορα και συνδέει τους εκμεταλλευόμενους και τους αποστερημένους από μια πολύ ευρύτερη περιοχή.

Καταρχάς, η μετανάστευση απαιτεί από μας να προσαρμόσουμε και να μετατοπίσουμε το πεδίο της οπτικής μας για την πρόσφατη ιστορία της αριστεράς στις ΗΠΑ, ώστε να διαβάσουμε την πολιτική της συγκρότηση και τη δυναμική των κύκλων αγώνων της, ακολουθώντας ένα διαφορετικό νήμα, αναζητώντας ένα διαφορετικό σημείο εισόδου. Η “Νέα αμερικάνικη αριστερά” έχει δώσει, αλήθεια, πολλές αφετηρίες: το Σηάλτ το 1999, τους δρόμους της απογοήτευσης στην αρχή του πολέμου στο Ιράκ, την κρίση του 2008, τα φοιτητικά κινήματα στην επόμενη χρονιά ή το κίνημα Occupy το φθινόπωρο του 2011. Αυτή η λίστα θα ήταν, όμως, ελλιπής χωρίς έναν αριθμό έντονων “αγώνων για τα σύνορα” στην ίδια περίοδο.

Οι απεργίες τηςΜέρας χωρίς Μετανάστες5 [Day Without an Immigrant] ή el gran paro estadounidense [η μεγάλη αμερικάνικη απεργία], ήταν οι μεγαλύτερες στάσεις εργασίας στην ιστορία των ΗΠΑ και αποτέλεσαν την έναρξη νέων οργανωτικών μορφών και διαδικασιών που είναι ακόμα σε χρήση σε μέρη όπως το Σικάγο και το Λος Άντζελες. Όταν η κυβέρνηση Ομπάμα απάντησε σ’ αυτές τις δράσεις με το μεγαλύτερο κύμα απελάσεων στην ιστορία της χώρας, ο αγώνας των μεταναστών δεν υποχώρησε αλλά πήρε καινούριες μορφές: εμψύχωσε φοιτητικές διαμαρτυρίες, συμπεριλαμβανομένων αυτών που φαινομενικά αφορούσαν τη λιτότητα και τις ιδιωτικοποιήσεις· έγινε σημείο αναφοράς στην οργάνωση στους χώρους δουλειάς ανάμεσα στους μετανάστες σε διαφορετικούς τομείς· απεργίες πείνας, ταραχές και στάσεις εργασίας σε κέντρα κράτησης είναι ένα, ανεπαρκώς αναφερόμενο, αλλά κρίσιμο κομμάτι της κλιμακούμενης μάχης ενάντια στις συνθήκες κράτησης. Ακόμα και οι δύο πιο θεαματικές και αιχμηρές άμεσες δράσεις στη διάρκεια της προεδρίας Τραμπ είναι αγώνες για τα σύνορα: οι διαμαρτυρίες στα αεροδρόμια (και η παράλληλη απεργία των ταξί) το 2016, και οι πιο πρόσφατοι αποκλεισμοί των εγκαταστάσεων της ICE6 και το αναδυόμενο κίνημα για τις “πόλεις ασύλου7. Επιπλέον, το πιο πετυχημένο από πολλά καλέσματα σε γενική απεργία, που προέκυψαν τους πρώτους λίγους μήνες της διακυβέρνησης Τραμπ, ήταν ακριβώς αυτό που είχε την μικρότερη κάλυψη ακόμα και από τα αριστερά ΜΜΕ: οι καθοδηγούμενες από μετανάστες δράσεις στα Μεσοδυτικά και τον Νότο, που αντανακλούσαν την μεταβαλλόμενη γεωγραφία της εργασίας των μεταναστών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Γιατί αυτές οι δράσεις έρχονται τόσο σπάνια στο προσκήνιο – ή, ειλικρινά, δεν αναφέρονται καν – όταν συζητάμε τις προοπτικές της αντικαπιταλιστικής πολιτικής; Τι θα σήμαινε να επαναχαρτογραφήσουμε τον πιο πρόσφατο πολιτικό κύκλο μας βάζοντας αυτούς τους αγώνες στην πρώτη θέση;

Η κομβική ενόραση στην θεωρητική οπτική της “αυτονομίας της μετανάστευσης”, που πρόεκυψε από την ακαδημαϊκή βιβλιογραφία μέσα από συζητήσεις και πολιτικές συνεργασίες μεταξύ Ευρωπαίων θεωρητικών, Αμερικανών κοινωνιολόγων και ακαδημαϊκών-ακτιβιστών από τον παγκόσμιο Νότο, είναι να δούμε τους μετανάστες ως ενεργά υποκείμενα των οποίων η κινητικότητα έχει καθορισμένες πολιτικές συνέπειες. Το ζήτημα είναι να μην ρομαντικοποιούμε τη μετανάστευση – η μετανάστευση, το ξέρουμε, είναι συχνά κάθε άλλο παρά όμορφη – ή να αποδίδουμε αμέσως επαναστατικά κίνητρα σε όσους κάνουν τέτοια ταξίδια. Αντίθετα, πρέπει να παίρνουμε μια κάποια απόσταση από μια αποσπασμένη κοινωνιολογία η οποία θα έκανε τους μετανάστες απλά αντικείμενα των δυνάμεων της αγοράς που “εξωθούνται” από μια χώρα, τη λεγόμενη “χώρα προέλευσης” και “έλκονται” από μια άλλη, τη λεγόμενη “χώρα υποδοχής”.

Διαφέρει επίσης από ένα είδος φιλελεύθερου ανθρωπισμού που μπορεί να βλέπει τους μετανάστες απλά ως σύμπτωμα των ηθικών αποτυχιών του καπιταλισμού. Παρ’ όλο που οικονομικοί και ηθικοί παράγοντες παίζουν ρόλο, η μετανάστευση ως σύγχρονο φαινόμενο είναι “παραδειγματικό” των σχέσεων εκμετάλλευσης του καπιταλισμού,και όχι μόνο στον βαθμό που απεικονίζει τη δύναμη των αγορών. Η μετανάστευση σήμερα καταδεικνύει τις πολλαπλές μορφές της εκμετάλλευσης και της αποστέρησης της σύγχρονης εργατικής τάξης: από την άρπαγμα της γης από τις μεγαλοεταιρείες, την κλιματική αλλαγή και την κρατική βία που καθιστούν την βιώσιμη γεωργία αδύνατη, μέχρι τους τρόπους με τους οποίους το εμπόριο ναρκωτικών, το χρηματιστικό κεφάλαιο και η “βιομηχανία μετανάστευσης” είναι ικανά να αποσπούν υπεραξία ανεξάρτητα από τον μισθό και, στην πορεία, να κάνουν τη ζωή αβίωτη. Απεικονίζει, όμως, επίσης την ενεργή ικανότητα της εργατικής τάξης να δείχνει νέες μορφές αντίστασης στην υποταγή της – ή τουλάχιστον στις συνθήκες της υποταγής της – εντός και σε σχέση με την εργατική διαδικασία8. Με άλλα λόγια, οι εργάτες ίσως πρέπει να μετακινηθούν για να αποφύγουν συγκεκριμένες εργασιακές συνθήκες ή να αποφύγουν να είναι κομμάτι σε έναν εφεδρικό εργοστασιακό στρατό που, κατά τα άλλα, θέτει τις συνθήκες εκμετάλλευσης σ’ έναν τόπο όπως η Ονδούρα. Με την έννοια αυτή, η μετανάστευση είναι αυτόνομη επειδή είναι κάτι εννοιολογικά και λογικά πρότερο της ανάδυσης των ακόμα πιο εκτεταμένων βιοπολιτικών και πειθαρχικών συνόρων και των τεχνικών διαχείρισης της εργασίας από το κράτος. Αυτές οι τεχνικές δεν επιδιώκουν απλά να σταματήσουν τις μεταναστευτικές “ροές” αλλά, στην πραγματικότητα, χρησιμοποιούν τιςμεταναστευτικές ροές” για να κατακερματίσουν και να δομήσουν περαιτέρω τις αγορές εργασίας κατά μήκος της διαδρομής των μεταναστών στις χώρες προέλευσης, υποδοχής και στις “ενδιάμεσες” εκείνες που διασχίζουν στη διαδρομή9.

Το καθεστώς της παρανομοποίησης των μεταναστών, για παράδειγμα, κατακερματίζει την εσωτερική αγορά εργασίας στις ΗΠΑ και, κατ’ επέκταση, το εργασιακό δυναμικό της. Κάποιοι εργάτες υπόκεινται από σχεδιασμό σε χειρότερα συμβόλαια εργασίας που επιβάλλονται, τουλάχιστον εν μέρει, μέσω μιας ελλοχεύουσας απειλής απέλασης που απορρέει από τη νομική επισφάλεια. Αλλά, τελικά, η ιστορική δόμηση αυτής της κατηγορίας είναι η ίδια μια στρατηγική απάντηση στο γεγονός μιας άρνησης10 από τους εργάτες σ’ ένα πλαίσιο (τον τόπο μετανάστευσης) να αποδεχτούν τη μοίρα τους ως αυτό που ο Michael Denning έχει αποκαλέσειτα απόβλητα της παγκοσμιοποίησης”11. Πρόκειται, άλλωστε σύμφωνα με τον Μαρξ, για την διπλή ελευθερία εξάρτησης της αποστέρησης-ως-μισθού που είναι το καθοριστικό γνώρισμα της εργατικής τάξης, και, με την έννοια αυτή, τα άτομα που συμμετέχουν στο “ετήσιο προλεταριακό ταξίδι ανά τον κόσμο των εποχιακών εργατών με ατμόπλοια, σιδηρόδρομους και αυτοκίνητα” ή με “τον ριζικό διαχωρισμό της εναέριας μετανάστευσης, που συνδέεται με χρόνια εμβασμάτων και τηλεφωνημάτων”, θα έπρεπε να κρατάνε περήφανα τη θέση των κυριολεκτικά πεζοπόρων στρατιωτών της εργατικής τάξης12.

Στην περίπτωση της Ονδούρας όπως και, σε μεγάλο βαθμό, στην ιστορία της σύγχρονης Λατινικής Αμερικής, οι συνθήκες εκμετάλλευσης και οι ταξικές σχέσεις δεν μπορούν να διαχωριστούν από την περιφερειακή ιμπεριαλιστική δύναμη του αμερικανικού κεφαλαίου και κράτους. Με με μια έννοια, λοιπόν, το κύκλωμα των δύσκολων εργασιακών συνθηκών στο εξωτερικό και της “παρανομίας” στο εσωτερικό των ΗΠΑ μπορεί να ειδωθεί ως ένα σύνολο διασυνδεδεμένων εργαλείων για τη διαχείριση της ίδιας της κινητικότητας, ένα μόνιμο γνώρισμα της αυτονομίας της εργασίας, την οποία οι εκμεταλλευόμενοι έχουν χρησιμοποιήσει ως μια μορφή αντίστασης ακόμα και στα πιο καταπιεστικά εργασιακά καθεστώτα όπως η δουλεία στις φυτείες13. Αυτό το διεθνικό κύκλωμα φτάνει το αποκορύφωμά του με την αμοιβαία αναδιάρθρωση των αγορών εργασίας της Κεντρικής Αμερικής μέσω της δημιουργίας απασχόλησης, για παράδειγμα, σε τηλεφωνικά κέντρα ειδικά για απελαθέντες και επιστραφέντες μετανάστες που έχουν ζήσει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το συνοριακό και μεταναστευτικό καθεστώς του καπιταλιστικού κράτους δεν δουλεύει απλά για την απώθηση μεταναστών ή την ευκαμψία της εθνικής κυριαρχίας αλλά για να βρει καινούριες ευκαιρίες για φτηνή εργασία, είτε έρχονται οι μετανάστες είτε φεύγουν. Το ζήτημα είναι οι μετανάστες να πηγαινοέρχονται· ο ρόλος τους [agency] είναι η βάση των διαρκώς πολλαπλασιαζόμενων καθεστώτων αιχμαλωσίας του κεφαλαίου, και η μετακίνησή τους είναι συνεπώς κομμάτι της ταξικής πάλης.

Αλλά αν και η συγκυριακή ιδιαιτερότητα της εξυψωμένης επίγνωσης του caravana de migrantes είναι μια προφανής ώθηση για μας να συλλάβουμε την αυτονομία της μετανάστευσης τώρα, πρέπει, επίσης, να σημειώσουμε ότι το θέαμα, στα σύνορα, χιλιάδων ανθρώπων να διασχίζουν με το σώμα τους τον χώρο των συνόρων, κάνει τη μισή δουλειά για την εξήγηση της αυτονομίας της μετανάστευσης. Πρέπει επίσης παλέψουμε με τους τρόπους που αναδεικνύουν τις μεταλλάξεις στην πρακτική της επιβολής των συνόρων. Όλο και περισσότερο, η αστυνόμευση των εθνικών συνόρων δύσκολα περιορίζεται εντός των φυσικών ορίων μιας χώρας · εγγράφεται, μάλλον, στο εσωτερικό της αλλά και προβάλλεται πέρα από αυτήν, σε περιοχές που, φαινομενικά, κυβερνιούνται από άλλα κράτη. Η “παρανομία” έχει γίνει μια από τις αγαπημένες τεχνολογίες του παγκόσμιου κεφαλαίου για την επέκταση των συνόρων πέρα από τους γεωγραφικούς περιορισμούς τους. Επισημαίνει έναν πολλαπλασιασμό των διαπραγματεύσεων επαναοριοθέτησης στον φυσικό χώρο των συνόρων όπως και στα διαφοροποιημένα συμβόλαια εργασίας που έχουν φτάσει να καθορίζουν τον κατακερματισμό της αμερικάνικης εργασίας, όπως καταδεικνύεται στα γκετοποιημένα barrios, στα κέντρα κράτησης μεταναστών και πολιτικές όπως η Πρόταση 187 της πολιτείας της Καλιφόρνια ή οι Προτάσεις SB 1070 ή HR4437 της πολιτείας της Αριζόνα. Ειδωμένη μ’ αυτό τον τρόπο, η αυτονομία των μεταναστών είναι μια έννοια που συνδέει το “θέαμα των συνόρων” με τους ισχυρούς “αγώνες ενάντια τα σύνορα” στο εσωτερικό, μέσα από την ανάδειξη ενός ρεπερτορίου τακτικών που περιλαμβάνουν, επίσης, την αφομοίωση σε παραδοσιακούς τρόπους οργάνωσης της εργασίας όπως η AFL-CIO, SEIU, και η AFSCME, τα αποκαλούμενα νέα κέντρα μεταναστών εργατών και άλλες μορφές εξέγερσης και δολιοφθοράς της εργατικής τάξης14.

Η οπτική της “αυτονομίας των μεταναστών”, συνεπώς, θέτει μια πολιτική που στέκεται σε απόσταση από “τον λαό” ως ενός υποκειμένου της εκλογικής δημοκρατίας, επειδή η ίδια η μετανάστευση είναι μια πολιτική πρόκληση για την κρατική κυριαρχία, τόσο όσον αφορά τη διάσχιση των συνόρων αλλά και όσον αφορά την παρουσία αυτών τους οποίους το κράτος δεν αναγνωρίζει ή περιλαμβάνει με έναν διαφορετικό τρόπο. Η “παρτιζάνικη” οπτική στην αμερικάνικη πολιτική φαίνεται να μπορεί να καταγράφει το φαινόμενο της μετανάστευσης μόνο σαν ένα “θέαμα στα σύνορα” μ’ έναν εργαλειακό τρόπο. Αυτό ισχύει και για τα δύο κόμματα, στον βαθμό που οι Δημοκρατικοί αρέσκονται να αντιδρούν μόνο όταν οι πολιτικοί τους αντιπάλοι εφαρμόζουν τις ορατά πιο κατασταλτικές μεθόδους ελέγχου στα σύνορα, όπως ο χωρισμός των παιδιών από τους γονείς ή οι ταξιδιωτικές απαγορεύσεις15. Αυτές οι θεαματικές στιγμές της ψεύτικης συμπόνοιας είναι σε αντίθεση με το γεγονός, που τώρα λέγεται εντός της σοσιαλιστικής αριστεράς, ότι, μεταξύ των Αμερικανών προέδρων, ο Ομπάμα εξακολουθεί να κατέχει το ρεκόρ στις απελάσεις.

Από την άλλη πλευρά, η μετανάστευση ως ένα αυτόνομο κοινωνικό κίνημα ή ένα κίνημα που θέτει ένα υποκείμενο που η εστίασή του δεν είναι – και δεν μπορεί να είναι – η εκλογική αρένα, υπονοεί έναν συνολικά διαφορετικό πολιτικό ορίζοντα, στον οποίο η μετακίνηση είναι μια μορφή αντίστασης και η βάση για νέες θέσεις υποκειμένων μέσα στον καπιταλισμό, θεωρούμενου στην παγκόσμια διάστασή του16. Συνεπώς, αυτό που ο Yann Moulier Boutang ονομάζει, σε μια ρηξικέλευθη δουλειά, ως “ανώνυμη, συλλογική, συνεχή και ανεξέλεγκτη δύναμη αυτομόλησης”, δεν αντιπαρατίθεται στην ταξική πάλη αλλά είναι ένα συστατικό στοιχείο της, με ισχυρά αποτελέσματα στη δόμηση των ταξικών σχηματισμών17.

Η σημασία αυτού του σημείου είναι να πούμε ότι, σήμερα, μ’ έναν ανάλογο τρόπο, δεν μπορούμε να δούμε τους πρόσφυγες, και άλλους μετανάστες, μόνο μέσα από έναν απολίτικο φακό, καθώς η δραστηριότητά τους θέτει προκλήσεις για οποιονδήποτε ενδιαφέρεται για την πολιτική της εργατικής τάξης στις ΗΠΑ. Ποιον ορίζοντα ανοίγει αυτή η οπτική της αυτονομίας της μετανάστευσης; Ποιες γραμμές εξέγερσης στο ημισφαίριο της Αμερικανικής ηπείρου μπορούν να ιχνηλατηθούν μέσα από αυτήν; Πώς θα μπορούσε να μεταβάλλει την κατανόησή μας για την τεταμένη σχέση ανάμεσα στον σοσιαλισμό και τον εκλογικισμό;

Θα προτείναμε ότι συγκεκριμένες συντεταγμένες σοσιαλιστικής πολιτικής μπορούν, και θα έπρεπε, να “ρυθμιστούν” ξανά, παίρνοντας σοβαρά ένα γεγονός που έγινε καθαρό από το καραβάνι: ότι, από κοινωνιολογική άποψη, η αμερικάνικη εργατική τάξη δεν περιορίζεται στην υπηκοότητα ή τον γεωγραφικό χώρο των ΗΠΑ και ότι η πολιτική τού χωρίς περιορισμούς προλεταριάτου υπερβαίνει αναγκαστικά και αυτούς τους χώρους18. Με άλλα λόγια, η ταξική σύγκρουση, ως ένα πολιτικό φαινόμενο, έχει σθένος που ξεπερνά κατά πολύ το μοντέλο του πολίτη “με χαρτιά”, την εκλογική αρένα και τις αντιλήψεις της για το ίδιο “το πολιτικό”. Για να στρέψουμε την αναγκαία προσοχή στην πρόκληση που το καραβάνι θέτει σ’ αυτές τις μορφές, απαιτεί να σκεφτόμαστε τη συλλογική προλεταριακή κινητικότητα, την αλληλοβοήθεια και αυτό που θα μπορούσε, ίσως, να ονομαστεί ένα είδος κινητής κοινωνικής αναπαραγωγής, καθώς οι ίδιες αυτές οι μορφές αναπτύσσουν μια πολιτική που όχι μόνο παραβιάζει τα σύνορα αλλά υπερβαίνει τη λογική τους19.

Για να επιστρέψουμε στην διαμεσολαβημένη υποδοχή του θεάματος των συνόρων και της ορατότητας των μεταναστών στις ΗΠΑ, βλέπουμε δυο προεξάρχουσες αποκρίσεις που προκαλούν την έκλειψη της αυτόνομης δράσης των μεταναστών καθώς και τις πρόσφατες ριζοσπαστικές προτάσεις όπως το κάλεσμα για την κατάργηση της ICE:

  1. Ο Τραμπ, και άλλοι πρωτοκλασάτοι Ρεπουμπλικάνοι, απορρίπτουν τον ρόλο των μεταναστών ευθύς εξαρχής ισχυριζόμενοι, συνμωσιολογικά, ότι ήταν οι Δημοκρατικοί, η Βενεζουέλα ή οποιοσδήποτε άλλος από τους συνήθεις υπόπτους (όπως ο Σόρος) που πληρώνουν κρυφά τους μετανάστες για να έρθουν στις ΗΠΑ. Υποτείνουν δε, περαιτέρω, ότι μακράν του να είναι τμήμα ενός κοινωνικο-οικονομικού δικτύου με πολλά μέλη στις ΗΠΑ, το καραβάνι των μεταναστών αποτελείται από αποκαλούμενους “περιθωριακούς”, που η ύπαρξή του είναι ένα είδος πράξης πολέμου (πραγματικά, αν κάποιος χρειάζεται μια περαιτέρω άτοπη απόδειξη αυτού του πράγματος, πέραν της επίμονης επανάληψης ότι το καραβάνι περιλαμβάνει “ανθρώπους από τη Μέση Ανατολή”, θεωρείστε το γεγονός ότι οι συντηρητικοί σχολιαστές έφτασαν τόσο μακριά ώστε να ισχυρίζονται ότι το καραβάνι θα έφερνε μια επιδημία ευλογιάς – μια ασθένεια που έχει εξαλειφθεί παγκοσμίως από τη δεκαετία του 1980. Στο φαντασιακό που εντείνει και αναπτύσσει, το καραβάνι κωδικοποιείται ταυτόχρονα ως μια ορδή εισβολέων και ένας βακτηριολογικός Δούρειος Ίππος, που οι φιλελεύθεροι είναι πολύ αφελείς για να δουν τι εξυπηρετεί).

  2. Η φιλελεύθερη-Δημοκρατική επιλογή ήταν, αντίστροφα, ένα είδος ηθικιστικής αντίδρασης, που παρουσιάζει τους μετανάστες ως θύματα των περιστάσεων και ανθρώπους χωρίς επιλογές, που ελπίζουν να βελτιώσουν τις συνθήκες που τους έχουν υποχρεώσει να μεταναστεύσουν: η πολιτική διαφθορά στην Κεντρική Αμερική, η έλλειψη ευκαιριών, η πολύ πραγματική βία των συμμοριών κλπ. Η φιλελεύθερη-δημοκρατική επιλογή δεν θέτει σε αμφισβήτηση την διάκριση εσωτερικού/εξωτερικού που υποστηρίζει το πλαίσιο πολέμου, το οποίο οδηγεί στη θέση των Ρεπουμπλικάνων· και θρηνολογεί που η ανισότητα έχει τις (προβλέψιμες) συνέπειές της στον εξαναγκασμό των μεταναστών να έρθουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Επιπλέον, η τελευταία άποψη υποθέτει ότι οι μετανάστες κάνουν αυτό που η Anne McNevin περιγράφει ως “μια έκκληση για συμπερίληψη, μια μεγαλόθυμη και ενδεικτική χειρονομία, με την οποία το κράτος επανεγγράφει τις νομιμοποιημένες εξουσίες διακρίσεων”20. Σχετικά με την κίνηση των χωρίς-χαρτιά (sans-papiers) μεταναστών στη Γαλλία, επισημαίνει μια εναλλακτική πολιτική απαίτηση: “μια απαίτηση ότι τα δικαιώματα πρέπει να αναγνωρίζονται. Οι “χωρίς-χαρτιά” ισχυρίζονται ένα δικαίωμα ανήκειν που προϋπάρχει της τυπικής απόδοσης της υπηκοότητας, στη βάση του οποίου επιμένουν τώρα για νομική αναγνώριση”21.

Η περίπτωση των “χωρίς-χαρτιά[στη Γαλλία] είναι στην πραγματικότητα διδακτική για μερικούς λόγους. Πρώτον, οι αρχικές εκρηκτικές δημόσιες διαμαρτυρίες τους το 1996 ήταν στενά συνδεδεμένες με διαρκείς προσπάθειες οργάνωσης των μεταναστών χωρίς-χαρτιά σ’ ολόκληρο το κοινωνικό πεδίο: σε ξενώνες εργατών, εκκλησίες, γειτονιές, εργασιακούς χώρους. Δεύτερον, αυτοί που συμμετείχαν, και χαιρετίστηκαν από πολλές χώρες της Δυτικής Αφρικής, το Μαγκρέμπ καθώς και την Καραϊβική, διαμόρφωσαν την απόφασή τους να πάνε στη γαλλική μητρόπολη σε σχέση με την γαλλική αποικιακή ιστορία22. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η οικονομική και πολιτική κατάσταση στην Ονδούρα είναι στην πραγματικότητα άμεση συνέπεια της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ και της επιχείρησης του παγκόσμιου κεφαλαίου για εξαθλίωση (δείτε, για παράδειγμα, τις καταστροφικές συνέπειες της περιβαλλοντικής απορρύθμισης στην εξορυκτική βιομηχανία στην Ονδούρα, συν την οξεία άνοδο της ανισότητας στον πλούτο και τις περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες μετά το πραξικόπημα του 2009). Αυτή είναι μια δυνάμει βάση για τη διεκδίκηση του δικαιώματος του ανήκειν ως μέρους μιας μη-εδαφικοποιημένης συλλογικότητας, στην οποία τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες, όσο και άλλα μέρη στον κόσμο, θα έπρεπε να συμπεριληφθούν. Αυτό που “αναστατώνει” η αυτονομία των μεταναστών είναι η υπόθεση ότι η διαμεσολάβηση της πολιτικής είναι αναγνωρίσιμη μόνο στον βαθμό που τεκμηριώνεται ή καθιερώνεται εδαφικά, οπότε και μπορεί να “μεταφραστεί” μέσω αντιπροσωπευτικών μορφών. Εν ολίγοις, το καραβάνι μας αναγκάζει να είμαστε ικανοποιημένοι με την πολιτική αποτελεσματικότητα των μορφών της αυτοδραστηριότητας που είναι αδιάφορες ή αντιτίθενται στην εκλογικίστικη αμφισβήτηση· με το ότι μετράει την επιτυχία τους από τον βαθμό που καλλιεργούν την πολιτική αυτενέργεια [agency] και κατασκευάζουν οργανωτικές μορφές που δείχνουν πέρα από τη μορφή-κράτος, το έθνος, την νόμιμη υπηκοότητα και τις κοινωνικές διαμερίσεις.

Σε ένα πλαίσιο στο οποίο μια ανθρωπιστική αντίδραση έχει υπάρξει η μόνη προφανής εναλλακτική στον νατιβισμό και τη στρατιωτικοποίηση, η πρώτη είναι προφανώς προτιμότερη. Τα, εμπνευσμένα από την πίστη, κινήματα υπεράσπισης των περιοχών ασύλου23 για τους μετανάστες, είναι ένα τέτοιο παράδειγμα πολύτιμης, αν και ανεπαρκούς, δουλειάς που λαμβάνει χώρα σ’ αυτό το πλαίσιο. Παρ’ όλα αυτά, ένα γνώρισμα των πρόσφατων αγώνων, με βασισμένες στην πίστη πρωτοβουλίες, γύρω από τα “Άσυλα”, σε σύγκριση με τα κινήματα της δεκαετίας του 1980, που έχουν να παρουσιάσουν συνασπισμούς ομάδων με αντιιμπεριαλιστική εστίαση, όπως το CISPES24 και το Δίκτυο Αλληλεγγύης στη Νικαράγουα (Nicaragua Solidarity Network), είναι η έλλειψη οποιασδήποτε καθαρής σύνδεσης με μια πολιτική εναλλακτική που θα πήγαινε πέρα από την άμυνα και θα προσέφερε έναν σύνδεσμο ανάμεσα στο ζήτημα της μετανάστευσης και έναν πιο επεκτάσιμο ριζοσπαστικό ορίζοντα. Το αντίπαλο πολιτικό σημείο αναγκαίο για να έρθει σε ρήξη, τόσο με την βία των Ρεπουμπλικάνων όσο και την αδράνεια των Δημοκρατικών, δεν μπορεί να στηρίζεται στην έννοια ότι “εμείς”, οι Αμερικανοί, καλοδεχόμαστε “αυτούς”, τους ξένους μετανάστες· θα έπρεπε να αναγνωρίσουμε ότι ανήκουμε από κοινού σε κάτι που υπάρχει ήδη, οικονομικά και ιστορικά.

Αυτό που είναι απαραίτητο είναι μια πολιτική αντίδραση, που να βασίζεται όχι μόνο σε ηθική δέσμευση, αλλά σε μια κατανόηση του πώς η ίδια η μετανάστευση, ειδικότερα στην αξιοσημείωτη συλλογική και δημοκρατική μορφή της περίπτωσης του καραβανιού, είναι μια πολιτική πρόκληση στο καπιταλιστικό κράτος και μια άρνηση αποδοχής των συνθηκών εκμετάλλευσης που προσφέρει το καπιταλιστικό σύστημα. Ήδη, επιλέγοντας να μεταναστεύσουν συλλογικά, καθορίζοντας τη διαδρομή τους, οι μετανάστες στο καραβάνι αποφεύγουν και αψηφούν τη βιομηχανία της μετανάστευσης τους διακινητές25, την αστυνομία, τους αρχηγούς των συμμοριών κλπ., που κερδίζουν άμεσα από αυτή την κινητικότητακαι, αντίθετα, βασίζονται στην αυτο-οργανωμένη υποστήριξη των κοινοτήτων που συναντούν στον δρόμο. Η ίδια η μορφή του καραβανιού, μετατρέποντας ένα πολύ σύνηθες και καθημερινό συμβάν μετανάστευσης σε θέαμα, στοιχηματίζει άμεσα μια πολιτική διεκδίκηση, κάνοντας το αόρατο, ή αγνοούμενο, ορατό. Μια πολιτική απάντηση θα έπρεπε, συνεπώς, να αναγνωρίζει το καραβάνι τόσο ως μια συγκεκιμένη πράξη άρνησης όσο και ως ένα κίνημα πολιτικοποίησης. Και μια τέτοια αντίδραση θα απαιτούσε να κοιτάξουμε πιο προσεκτικά τις πολιτικές έννοιες που μοιραζόμαστε κατά μήκος εικονικών [nominal] διαιρέσεων. Γιατί, ενώ οι κινδυνολογικές εμμονές του Τραμπ και των, όλο και πιο σκληρωτικών, φραξιών της ακροδεξιάς του GOP26 είναι και φρικτές και προβλέψιμες, η έντονη εμμονή με τις φασιστικές τους υπερβολές μπορεί να καλύψει κάτι άλλο: το γεγονός ότι οι βασικές τους αντιθέσεις του μέσα/έξω και της συμπερίληψης/αποκλεισμού, που υπόκεινται της υπηκοότητας και νομιμοποιούν την εδαφική κυριαρχία, είναι αντιθέσεις με πολύ βαθύτερες και πολύ πιο απλωμένες ρίζες από την ιστορία του αμερικάνικου συντηρητισμού.

Η αυτονομία των μεταναστών δεν σημαίνει, όμως, ότι οι μετανάστες πρέπει να πορεύονται μόνοι. Αντίθετα, το καραβάνι, ως έκθεση και υπενθύμιση της μετανάστευσης ως ενός σταθερού γνωρίσματος του παγκόσμιου καπιταλισμού, είναι μια ευκαιρία να αναπτύξουμε νέες πρακτικές πολιτικής μετάφρασης. Όσοι είναι εντός των γεωγραφικά καθορισμένων συνόρων του αμερικάνικου κράτους, θα πρέπει να επιδιώξουν να ενισχύσουν το σημείο που ήδη υποτείνεται από την ίδια την ύπαρξη και την ορατότητα του καραβανιού: ότι οι άνθρωποι που μεταναστεύουν διεκδικούν δικαιοσύνη, διεκδικούν αλληλεγγύη και ότι είναι ήδη τμήμα μιας ευρύτερης Αμερικάνικης κοινότητας στον βαθμό που η πολιτική και οικονομική ύπαρξή τους είναι αδιαχώριστη από τις πολιτικές και οικονομικές ενέργειες του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ. Όπως γράφει ο Mike Davis: “είναι απαραίτητο να αρχίσουμε να φανταζόμαστε πιο τολμηρά σχέδια συντονισμού ανάμεσα στη λαϊκή αριστερά σε όλες τις χώρες της Αμερικάνικης ηπείρου. Εν τέλει, όλοι είμαστε φυλακισμένοι του ίδιου κακού ‘αμερικάνικου ονείρου’”27.

Άλλωστε, η γενεαλογία της κομμουνιστικής ή της επαναστατικής σοσιαλιστικής πολιτικής στις Ηνωμένες Πολιτείες εμφανίζει μια υβριδική, διάσπαρτη ιστορία μεταναστευτικού ριζοσπαστισμού. Αρκεί κανείς να στοχαστεί, εδώ, την διαρκή επίδραση των βετεράνων 48ers28, τις εφημερίδες των μεταναστών, τις παραδόσεις των συνδικάτων και τα σοσιαλιστικά δίκτυα που δημιουργήθηκαν μεταξύ των αστικών γειτονιών και των βιομηχανκών κέντρων. Η διεθνική διάχυση του επαναστατικού συνδικαλισμού στις δεκεατίες του 1900 και του 1910, που οδήγησε σε ομάδες όπως οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου (Industrial Workers of the World, IWW) στις ΗΠΑ, συγκεράστηκε η ίδια μέσα από τη διεθνή μετανάστευση της εργατικής τάξης, τη διεθνοποίηση της εργασιακής διαδικασίας και τις δραστηριότητες διάσχισης των συνόρων των μαχητικών εργατών29. Η μεξικάνικη εργατική τάξη και οι Chicanos30 εργάτες στις ΗΠΑ, οργανικός παράγοντας στην ιστορία των Wobblies, μετέφεραν και επαναενεργοποίησαν ποικίλες μεθόδους και εμπειρίες πάλης31. Και υπάρχουν επίσης τα κύματα εσωτερικής μετανάστευσης από τους Αφροαμερικανούς που έφυγαν από τον Νότο των ΗΠΑ τα οποία βλάστησαν από τα ίδια δίκτυα συνάφειας και αναδύθηκαν από τις ίδιες οργανώσεις που είχαν πειραματιστεί με τη δύναμη ενός ιδιαίτερου “φαντασιακού” και ιδιαίτερων πρακτικών αυτοδιεύθυνσης32. Οι μεταναστεύσεις τους γίνονταν συχνά αντιληπτές ως μια πολιτική ενέργεια – μια γραμμή “πτήσης”, μια έρευνα για πιο ευνοϊκές συνθήκες, όχι απλά το αμείλικτο αποτέλεσμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Οι πολιτικοί σχηματισμοί του τέλους της δεκαετίας του 1960 – πιο αξιοσημείωτα οι Μαύροι Πάνθηρες και διάφορες τοπικές συμμαχίες τους – προέκυψαν από, και ξανασχεδίασαν, αυτές τις διαδρομές διασποράς και τα κινήματα άλλων πληθυσμών33. Καθώς επανεξετάζουμε τα περιγράμματα και τις προκλήσεις ενός ουσιαστικά προλεταριακού διεθνισμού34 σήμερα, οι τρόποι με τους οποίους περασμένοι αγώνες έχουν κατασκευάσει αντιπαραθέσεις κατά μήκος των συνόρων, μέσα από απρόσμενους αλλά ανοιχτούς συνδυασμούς και συσχετίσεις, θα διαμορφώσουν, αναμφισβήτητα, τις στρατηγικές μας, την κομμουνιστική μας πρακτική. Το καραβάνι των μεταναστών θέτει ένα καινούριο σημεία αφετηρίας.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://www.viewpointmag.com/2018/11/07/from-what-shore-does-socialism-arrive. Είναι ενδιαφέρον ότι ο σύνδεσμος αυτός έχει σαν τίτλο “από ποια όχθη έρχεται ο σοσιαλισμός”!

2 Mike Davis, Prisoners of the American Dream (Brooklyn: Verso Books, 1999), σελ. 314.

3 Στμ. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και εύστοχη παρατήρηση! Το ίδιο δεν επιχειρεί άλλωστε – και πάλι σε σχέση με την μετανάστευση η Ευρωπαϊκή Ένωση προς την Αφρική και την Μέση Ανατολή με τις συμφωνίες και τα προγράμματα “υποστήριξης” με σκοπό τον εγκλωβισμό των μεταναστών εκεί ή την επαναπροώθησή τους; Ένα σημείο αφετηρίας για την εμβάθυνση της κατανόησης της σχέσης μετανάστευσης-συνόρων.

4 Στμ. Νατιβισμός: μεταγραφή του αγγλικού όρου nativism, η ιδεολογία και πολιτική που αποδίδει προτεραιότητα στα συμφέροντα, και την υπεράσπισή τους, αυτών που έχουν γεννηθεί σε μια χώρα (των γηγενών) ή των εδραιωμένων κατοίκων της, απέναντι στους μετανάστες.

5 Στμ. Η Μέρα χωρίς Μετανάστες, ήταν μια διαμαρτυρία και μποϋκοτάζ που έλαβε χώρα στις 16 Φεβρουαρίου του 2017 για να καταδείξει τη σημασία της μετανάστευσης και να διαμαρτυρηθεί για τα σχέδια του Ντόναλντ Τραμπ να χτίσει ένα τείχος στα σύνορα [με το Μεξικό] και να απελάσει, δυνητικά, εκατομμύρια “παράνομων” μεταναστών. Η απεργία καλούσε τους μετανάστες να μην πάνε στη δουλειά, να αποφύγουν την κατανάλωση, και να κρατήσουν τα παιδιά στο σπίτι. Η απεργία οργανώθηκε από τα κοινωνικά δίκτυα. Ο κόσμος άρχισε να μιλά για μια τέτοια απεργία μετά την πορεία των Γυναικών. Μια ανάλογη Μέρα Χωρίς Εμάς (1 Day Without Us) οργανώθηκε φέτος στις 17 Φεβρουαρίου στο Ηνωμένο Βασίλειο (http://www.1daywithoutus.org).

6 Στμ. Η διαβόητη Υπηρεσία Ελέγχου Μετανάστευσης και Τελωνείων (Immigration and Customs Enforcement, ICE). Για τους αγώνες ενάντια στα κέντρα κράτησης και τις εγκαταστάσεις της ICE δείτε τα σχετικά άρθρα: Η εποχή του ‘Παγετώνων’ τελείωσε: σκέψεις πάνω στους αποκλεισμούς της ICE” στο https://inmediasres.espivblogs.net/againstice.

7 Στμ. Στο πρωτότυπo: sanctuaries, περιοχές δικαιοδοσίας δήμων, τυπικά στη Βόρεια Αμερική αλλά και την Ευρώπημ που περιορίζουν τη συνεργασία με τις προσπάθειες των εθνικών κυβερνήσεων να εφαρμόσουν την (αντι)μεταναστευτική νομοθεσία. Στις ΗΠΑ, τέτοιες πολιτικές περιλαμβάνουν την απαγόρευση στους αστυνομικούς ή τους δημοτικούς υπαλλήλους να κάνουν ερωτήσεις για το μεταναστευτικό στάτους των ανθρώπων, την άρνηση στις εθνικές αρχές μετανάστευσης να κρατούν ανθρώπους πέρα από την ημερομηνία απελευθέρωσής τους, εφόσον είχαν συλληφθεί για παραβιάσεις του τοπικού νόμου κλπ. Η διοίκηση του Τραμπ έχει εντάξει στην ατζέντα της και τον περιορισμό της δικαιοδοσίας αυτών των “ασύλων” μαζί με τη διακοπή οποιασδήποτε χρηματοδότησής τους από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.

8 Δείτε, για παράδειγμα, Sandro Mezzadra: “The Gaze of Autonomy: Capitalism, Migration, and Social Struggle” μετάφραση Rodrigo Nunes, στο “The Contested Politics of Mobility: Borderzones and Irregularity”, εκδ. Vicki Squire (London: Routledge, 2010), σελ. 121-42· Nicholas De Genova: “The Incorrigible Subject: The Autonomy of Migration and the US Immigration Stalemate” στο “Subjectivation in Political Theory and Contemporary Practices”, εκδ. Andreas Oberprantacher and Andrei Siclodi (London: Palgrave, 2016), σελ. 267-85.

9 Στμ. Εξαιρετικό σημείο. Αναδεικνύει ουσιαστικά τη μετανάστευση ως καθοριστικής διαδικασίας διάχυσης του ταξικού πολέμου και πτυχής της ταξικής πάλης στην αντιφατική κίνηση του κεφαλαίου να εξισώσει τις συνθήκες υποτίμησης του προλεταριάτου (όπως έχει περιγραφεί κι εδώ). Αλλά υποτίμηση του προλεταριάτου σ’ αυτή τη φάση αναδιάθρωσης και κρίσης δεν σημαίνει, όπως πολύ σωστά παρατηρούν και οι συντάκτες του Viewpoint Magazine, επίθεση απλά στο επίπεδο του μισθού και της απόσπασης υπεραξίας – εδώ είναι το όριο μιας ταξικής ανάλυσης που βλέπει τους μετανάστες de facto ως δυνάμει εργάτες στις χώρες “υποδοχής” με στόχο τη μείωση των μισθών κλπ. Η υποτίμηση του προλεταριάτου παίρνει και τη μορφή δημιουργίας πλεοναζόντων πληθυσμών που δεν έχουν καν απαραίτητα μια θέση στην παραγωγή. Είναι η επίθεση στο επίπεδο της “αβίωτης ζωής”, της επίθεσης του κράτους και του κεφαλαίου μέσα από τη γενίκευση της στρατιωτικοποίησης, του ελέγχου και της “ζωνοποίησης” των πληθυσμών, της όξυνσης του εθνικισμού, του φασισμού και της μισαλλοδοξίας, συνεπώς της όξυνσης των διαιρέσεων εντός του προλεταριάτου, η εν γένει συνηρητικοποίηση και πειθάρχηση των κοινωνιών κατεξοχήν του “Πρώτου κόσμου”. Ταυτόχρονα, όμως, και πάλι όπως πολύ σωστά παρατηρούν οι συντάκτες του Viewpoint, οι μετανάστες παράγουν και διαχέουν, με την κίνησή τους, και νέες μορφές αντίστασης, που είναι η όψη του ταξικής πάλης που εκφράζει την ενεργή προλεταριακή δράση.

10 Στμ. Η προσπάθεια αποφυγής της υποτίμησης του προλεταριάτου στη χώρα προέλευσης οδηγεί στη διάχυση της υποτίμησης στη χώρα “υποδοχής”, διαδικασία στην οποία η παρανομοποίηση είναι κομβικής σημασίας. Εδώ να υπενθυμίσουμε την σχετική και πολύ εύστοχη θέση των CrimethInc. Ότι, στην πραγματικότητα, ο στόχος των “μεταναστευτικών πολιτικών” δεν είναι η απαγόρευση/αποτροπή της μετανάστευσης αλλά η ρύθμισή της έτσι ώστε να υποτιμάται η εργασία στο εσωτερικό της χώρας “υποδοχής” (και γενικότερα).

11 Michael Denning: “Wageless Life”, New Left Review II/66 (November-December 2010), σελ. 96.

12 Denning: “Wageless Life”, σελ. 81.

13 De Genova: “The Incorrigible Subject”, σελ. 269.

14 Δείτε Mae Ngai: “Impossible Subjects: Illegal Aliens and the Making of Modern America” (Princeton: Princeton University Press, 1999), 129-35· δείτε επίσης Devra Weber: “Historical Perspectives on Transnational Mexican Workers in California”, στο Border Crossings: Mexican and Mexican-Workers, εκδ. John Mason Hart (Wilmington, DE: SR Books, 1998) σελ. 209-243.

15 Στμ. Στο πρωτότυπο: blanket travel-bans.

16 Δείτε την συνοπτική περίληψη που βρίσκεται στη μελέτη του Ranabir Samaddar του 1999 για τη μετανάστευση από το Μπαγκλαντές μέχρι τη Δυτική Βεγγάλη: “η απόφαση των μεταναστών να αποδράσουν από τις δαγκάνες των κοινωνικών σχέσεων και των εδραιωμένων ιεραρχιών εξουσίας στο χωριό τους, την πόλη ή τη χώρα…είναι η αντίστασή τους” [Στμ. Σημαντικό στοιχείο για την “αποθυματοποίηση” των μεταναστών ως “κατατρεγμένων” και “αδύναμων” που αναγκάζονται να φύγουν αναζητώντας τον “παράδεισο” της αναπτυγμένης Δύσης], Ranabir Samaddar: The Marginal Nation: Transborder Migration from Bangladesh to West Bengal (New Delhi – London: Sage Publications, 1999), 150, παρατόθεται στο Mezzadra: “The Gaze of Autonomy”.

17 Δείτε Yann Moulier Boutang: De l’esclavage au salariat: Économie historique du salariat bridé (Paris: PUF, 1998), σελ. 22. Ο Moulier Boutang δίνει, επίσης, στο σύνολο των μορφών, που αυτή η κινητικότητα αποκτά, “γνέφοντας” λίγο στον Αλτουσέρ, τον τίτλο “η ήπειρος του δικαιώματος να αποδράσεις”. Αυτό το σημείο είναι κρίσιμο στην επανα-αναθεώρηση των ιδιαιτεροτήτων της συγκρότησης της εργατικής τάξης στις ΗΠΑ και τους πολλαπλούς μηχανισμούς καταναγκαστικής εργασίας που σημάδεψαν την ιστορία της καπιταλιστικής ανάπτυξης στη Βόρεια Αμερική. Αμφισβητεί μερικές προηγούμενες προσπάθειες στη μαρξιστική παράδοση να σκεφτεί κανείς την απουσία μιας “μόνιμης προλεταριακής τάξης” στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, δηλαδή τη θεωρία της “βαλβίδας ασφαλείας” του Ένγκελς, την οποία διατύπωσε στο Προσάρτημα του 1886 στην αμερικανική έκδοση του βιβλίου “Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία”. Ελπίζουμε να επιστρέψουμε σ’ αυτά τα θέματα για τη μετανάστευση, τον εποικιστικό αποικισμό και την ιστορία των ΗΠΑ σε ένα άλλο δοκίμιο.

18 Στμ. Πιστεύουμε ότι η μετανάστευση και η γενικότερη προλεταριακή συνθήκη σήμερα καταδεικνύουν την ανάγκη μετατόπισης από την έννοια του προλεταριακού διεθνισμού στην αντίληψη του πολυεθνικού προλεταριάτου. Και θα εξηγήσουμε, εν συντομία, γιατί. Θεωρούμε ότι στην πραγματικότητα η έννοια του διεθνισμού αντιστοιχεί την μορφή του έθνους-κράτους και την διαλεκτική της αντανάκλαση στη συγκρότηση των εθνικών εργατικών τάξεων, που εκφράζουν την κατάσταση του προλεταριάτου ως τάξης του κράτους (και όχι τάξης ενός “εθνικού” κεφαλαίου). Η κρίση της μορφής του έθνους-κράτους και του κεφαλαίου και η δυναμική της αναδιάρθρωσής τους εκφράζονται και ως κρίση των εθνικά προσδιορισμένων τμημάτων του παγκόσμιου προλεταριάτου. Από προλεταριακή σκοπιά αυτό σημαίνει, αφενός, ότι το προλεταριάτο συγκροτείται όλο και περισσότερο ως πολυεθνικό (υπερβαίνοντας τους προσδιορισμούς του έθνους-κράτους και αντακλώντας την παγκοσμιοποιημένη κίνηση και ροή του κεφαλαίου ως αντίφασης κεφάλαιο-εργασία και ως κοινωνικής σχέσης), αντανακλώντας άμεσα τον παγκόσμιο χαρακτήρα και την καθολικότητά του (η μετανάστευση, ως προλεταριακή μετακίνηση όχι “απελπισμένων” πληθυσμών αλλά ως έκφραση προλεταριακής αντίστασης στη γενικότερη υποτίμηση και εξαθλίωση, είναι εντελώς καθοριστική στη διαδικασία αυτή). Και, αφετέρου, ότι σημαντικά τμήματα του προλεταριάτου θέλουν και προσπαθούν να συνεχίσουν να αναπαράγονται ως εθνικά. Αυτή είναι η ατζέντα της ακροδεξιάς – αλλά και των αριστερών εθνολαϊκιστικών δυνάμεων: προσπάθεια ανασύστασης της εθνικής εργατικής τάξης με την επιστροφή, με χρονομηχανή λες, στις “χρυσές” εποχές της μεταπολεμικής καπιταλιστικής ανάπτυξης. Και όντως, το εθνικό προλεταριάτο ως τάξη του κράτους είναι εγγυητής της αναπαραγωγής του κράτους, που στην παρούσα ιστορική συγκυρία πιστεύουμε ότι θα τείνει να πάρει τη μορφή ενός νέου ολοκληρωτισμού, μετατρέποντας τις σημερινές διακρατικές συγκρούσεις και τον χαμηλής έντασης εμφύλιο σε κάθε έθνος-κράτος – που είναι οι δυο πτυχές του ταξικού πολέμου – σε έναν γενικευμένο παγκόσμιο πόλεμο ενάντια στο προλεταριάτο. Είναι το πολυεθνικό προλεταριάτο μόνο που μπορεί να αποτρέψει αυτή την ολοκληρωτική απειλή, μετατρέποντας τον “Τρίτο” Παγκόσμιο Πόλεμο σε έναν οικουμενικό εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στις τάξεις και καταφέρνοντας ένα αποφασιστικό πλήγμα ταυτόχρονα στο έθνος-κράτος, το κεφάλαιο και τον ίδιο τον εαυτό του ως τάξης του κράτους και του κεφαλαίου.

19 Δείτε τον ρόλο των διαφόρων κοινοτήτων στη Γουατεμάλα και το Μεξικό, εκκλησιών και οργανώσεων βοήθειας στην παροχή βοήθειας στη μετακίνηση των μεταναστών.

20 Anne McNevin, “Political Belonging in a Neoliberal Era: The Struggle of the Sans-Papiers”, Citizenship Studies 10, no. 2 (2006), σελ. 135-51.

21 McNevin, “Political Belonging in a Neoliberal Era”, σελ. 144.

22 Δείτε Madjiguène Cissé: “The Sans-Papiers: A Woman Draws the First Lessons”, μετάφραση Selma James, Nina Lopez-Jones, Helen West, δημοσιευμένο αρχικά στο: Politique 2 (octobre-novembre-décembre 1996)· δείτε επίσης Thomas Nail: The Figure of the Migrant (Stanford: Stanford University Press, 2015) και το άρθρο του “Alain Badiou and the Sans-Papiers”, Angelaki: Journal of the Theoretical Humanities 20, no. 4 (2015): σελ. 109-30.

23 Στμ. Στο πρωτότυπο: sanctuaries, δείτε και σημείωση 7.

24 Στμ. Η Επιτροπή Αλληλεγγύης στον Λαό του Ελ Σαλβαδόρ (Committee in Solidarity with the People of El Salvador, CISPES), με έδρα την Ουάσιγκτον D.C., είναι μια ακτιβιστική οργάνωση με τμήματα σε διάφορες πόλεις των ΗΠΑ. Η CISPES υποστηρίζει το Farabundo Martí National Liberation Front (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο Farabundo Martí) και το προοδευτικό κοινωνικό κίνημα στο Ελ Σαλβαδόρ. Η CISPES ιδρύθηκε το 1980 σε αντίθεση με την βοήθεια των ΗΠΑ (οικονομική και πολιτική) προς την κυβέρνηση και τον στρατό του Ελ Σαλβαδόρ στη διάρκεια του εκεί εμφυλίου πολέμου και αντιτέθηκε επίσης στην πολιτική και τις ενέργειες της δεξιάς Εθνικής Ρεπουμπλικανικής Συμμαχίας (ARENA). Υπεύθυνη για τη διανομή και διάδοση ενός Σοβιετικής κατασκευής άρθρου με τίτλο “Dissent Paper on El Salvador and Central America” η CISPES βρέθηκε δυο φορές στο στόχαστρο ερευνών από το FBI στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980.

25 Στμ. Στο πρωτότυπο: coyotes (κογιότ), ιδιωματισμός.

26 Στμ. GOP (Grand Old Party), το Μεγάλο Παλιό Κόμμα, παρωνύμιο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.

27 Davis: Prisoners of the American Dream, σελ. 314.

28 Στμ. 48ers: οι Ευρωπαίοι – σε μεγάλο ποσοστό από τα τότε γερμανικά κράτη – που συμμετείχαν στο επαναστατικό κύμα που σάρωσε την Ευρώπη το 1848 και, απογοητευμένοι από την ήττα των επαναστάσεων, μετανάστευσαν κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Αυστραλία.

29 Δείτε Marcel van der Linden: “Second Thoughts on Revolutionary Syndicalism”, στο Transnational Labour History: Explorations (Aldershot: Ashgate, 2003), σελ. 74-75.

30 Στμ. Chicanos/Chicanx (ως ουδέτερη φύλου έκφραση) αναφέρεται σε μια ταυτότητα που επιλέγουν κάποοι από τους Μεξικανοαμερικάνους στις ΗΠΑ. Ο όρος Chicano χρησιμοποιείται κάποιες φορές ως ισοδύναμος/ανταλλάξιμος με τον όρο Μεξικανοαμερικάνος. Ο όρος απέκτησε ευρύτερη χρήση στη διάρκεια του κινήματος Chicano από τους Μεξικανοαμερικάνους για να εκφράσει την περηφάνεια μιας κοινής πολιτισμικής, εθνοτικής και κοινοτικής ταυτότητας.

31 Justin Akers Chacón: Radicals in the Barrio: Magonistas, Socialists, Wobblies, and Communists in the Mexican-American Working Class (Chicago: Haymarket, 2018)· δείτε επίσης Christina Heatherton, “University of Radicalism: Ricardo Flores Magón and Leavenworth Penitentiary”, American Quarterly 66, no. 3 (Σεπτέμβριος 2014), σελ. 557-81.

32 Steven Hahn: A Nation Under Our Feet: Black Political Struggles in the Rural South from Slavery to the Great Migration (Cambridge: Belknap Press, 2005).

33 Δείτε: Donna Murch, Living for the City: Migration, Education, and the Rise of the Black Panther Party in Oakland, California (Berkeley: University of California Press, 2010).

34 Στμ. Με βάση τις παρατηρήσεις μας στην υποσημείωση 18, θα πούμε ότι το ζητούμενο σήμερα δεν είναι ο προλεταριακός διεθνισμός – όρος που θεωρούμε ότι αντανακλά και αναπαράγει τις εθνικές διαιρέσεις του προλεταριάτου – αλλά η ανάδειξη της πραγματικότητας του πολυεθνικού προλεταριάτου που είναι πολυεθνικό με μια διπλή, θα λέγαμε, έννοια: “εσωτερική” και “εξωτερική”: τόσο εντός κάθε έθνους-κράτους όσο και εκτός των εθνικών ζωνών συσσώρευσης. Συγκροτείται ως πολυεθνικό διαχεόμενο, απλωνόμενο, επεκτεινόμενο σ’ ολόκληρο τον κόσμο μέσα από τις παγκόσμιες διαδρομές της κίνησής του, σε μια διαδικασία όσμωσης και διάσχισης που αμφισβητεί τα ίδια τα σύνορα και την ίδια την “εθνική” του υπόσταση (φυσικά, σήμερα το προλεταριάτο γίνεται πολυεθνικό και οικουμενικό ακόμα και χωρίς να μετακινείται χωρικά, μέσα από τη δυναμική της παγκοσμιοποιημένης ροής και κυκλοφορίας της ίδιας της αντίθεσης κεφάλαιο-εργασία και τον αποικισμό της ζωής από το κεφάλαιο ως κοινωνικής σχέσης. Και μάλλον πρέπει να δούμε ότι είναι αυτή η ροή που, εν τέλει, παράγει και τη χωρική μετακίνηση του προλεταριάτου). Τα αφεντικά και τα κράτη έχουν πολύ καλή επίγνωση των συνεπειών και δυνατοτήτων αυτής της διαδικασίας να παραγάγει καινούριες μορφές προλεταριακής ενότητας και αντίστασης, μορφές που υπερβαίνουν την απλή εκδοχή του “οικονομικού μετανάστη” ή των προλετάριων που είναι αξιοποιήσιμοι στην “παραγωγική” μηχανή, γι’ αυτό και διαρκώς εντείνουν την καταστολή και τη στρατιωτικοποίηση της διαχείρισης των προλεταρίων που είτε μεταναστεύουν είτε ζουν στις μητροπόλεις. Η απάντηση σ’ αυτό είναι, θεωρούμε, όχι η σύνδεση ανάμεσα στα εθνικά τμήματα του προλεταριάτου αλλά μεταξύ των φραξιών του πολυεθνικού προλεταριάτου (στο οποίο οι διαχωρισμοί προφανώς δεν είναι μόνο εθνικοί) εντός και εκτός κάθε εθνικής ζώνης συσσώρευσης, και η έκφραση της δυναμικής αυτής της σύνδεσης στην όξυνση του ταξικού ανταγωνισμού.

Leave a Reply

Your email address will not be published.