της Επιτροπής Ριζοσπαστικής Οικολογίας της BRRN1
το κείμενο σε pdf
Κλιματικοί συναγερμοί χτυπάνε σ’ ολόκληρη τη Γη, από τις καταστροφικές ανεξέλεγκτες πυρκαγιές που μαίνονταν στην Καλιφόρνια, μέχρι τη μαζική λεύκανση του Μεγάλου Κοραλιογενούς Υφάλου, την θέρμανση από τα κάτω της Ανταρκτικής και το συνεχιζόμενο λιώσιμο των πάγων της Γροινλανδίας, ακόμα και τον χειμώνα. Τον Αύγουστο της τελευταίας χρονιάς, του 2017, βρέθηκε ότι αυτή η ήταν η πιο θερμή στα χρονικά με την απουσία του φαινομένου El Niño Southern Oscillation (ENSO), ενός κυκλικού φαινομένου που περιοδικά ζεσταίνει τον Ειρηνικο Ωκεανό, ενώ τα τέσσερα προηγούμενα έτη (συμπεριλαμβανομένου του 2018) ήταν τα θερμότερα στα χρονικά.
Συνοψίζοντας εύστοχα την τωρινή μας δεινή θέση, ο Will Steffen και συνάδελφοί του δημοσίευσαν, τον Αύγουστο του 2018, το άρθρο Trajectories of the Earth System in the Anthropocene (Τροχιές του Συστήματος της Γης στο Ανθρωπόκαινο) στην επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Sciences (PNAS). Οι συγγραφείς περιγράφουν τους κινδύνους που τίθενται στο “Σύστημα της Γης” από την υποβάθμιση της βιοσφαίρας και την υπέρβαση των περιβαλλοντικών “κατωφλίων”, πέραν των οποίων βρόγχοι ανάδρασης όπως φαινόμενα μειωμένης λευκαύγειας2 (εξαιτίας της απώλειας πάγου και της χιονοκάλυψης) και αυξημένες εκπομπές (από πυρκαγιές σε δάση, απώλεια φυτοπλαγκτόν και/ή απελευθέρωση μεθανίου) καθιστούν την υπερθέρμανση του πλανήτη ένα αυτοδιαιωνιζόμενο φαινόμενο. Αυτές οι συνθήκες θα είχαν σαν αποτέλεσμα μη αναστρέψιμες συνθήκες κόλασης μιας εικαζόμενης “Γης Θερμοκήπιο” (δείτε την εικόνα που ακολουθεί για μια οπτική αναπαράσταση). Ο Steffen και οι συνεργάτες τους είναι ξεκάθαροι σχετικά με τη σημασία αυτού του πλαισίου: “Απαιτείται συλλογική ανθρώπινη δράση για να οδηγηθεί το Σύστημα της Γης μακρικά από ένα δυνάμει κατώφλι και να σταθεροποιηθεί σε μια κατοικήσιμη κατάσταση μεσοπαγετωνικού τύπου3”.
Πέρα από το περιβόητο άρθρο“Hothouse Earth”, αρκετές άλλες νέες μελέτες ωτίζουν την παροιμιώδη Δαμόκλειο σπάθη που επικρέμεται πάνω μας: στην αναορά του για τον Οκτώβριο του 2018, το Διακυβερνητικό Πάνελ για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) καταλήγει ότι έχουμε το πολύ 12 χρόνια για να αποτρέψουμε μια καταστροφική κλιματική κατάρρευση, οριζόμενη ως μια υπέρβαση του παγκοσμίως συμωνηθέντος στόχου για μια αύξηση κατά 1.5-2°C (2.7-3.6°F) στη μέση παγκόσμια θερμοκρασία από την αυγή του βιομηχανικού καπιταλισμού. Από την προβιομηχανική εποχή, η Γη έχει θερμανθεί περισσότερο από έναν 1°C (1.8°F), οπότε είμαστε ήδη στην κόψη του ξυραφιού. Καθώς η παγκόσμια θερμοκρασία αυξάνεται, οι κίνδυνοι για την ανθρωπότητα και την υπόλοιπη ύση αυξάνονται παράλληλα. Δείτε το επόμενο γράημα του Guardian για μια απεικόνιση μερικών από τις σχέσεις μεταξύ αυτών των κινδύνων:
Στο ως τέτοιων σωρρευμένων κινδύνων, τους οποίους ο Αμερικανός κλιματολόγος παρομοιάζει με την διάσχιση ενός ναρκοπεδίου – “όσο πιο βαθιά προχωράμε σ’ αυτό το ναρκοπέδιο, τόσο περισσότερες εκρήξεις είναι πιθανόν να προκαλούμε” — η νέα αναορά του IPCC δίνει έμαση στους άκαμπτους όρους των καθηκόντων που βρίσκονται μπροστά μας.
“Για να κρατηθεί η αύξηση της θερμοκρασίας κάτω από τον 1,5°C, οι χώρες θα πρέπει να περικόψουν τις παγκόσμιες εκπομπές CO2 [διοξειδίου του άνθρακα] κατά 45% κάτω από τα επίπεδα του 2010 κι αυτό μέχρι το 2030 και να τις μηδενίσουν γύρω στο 2050, βρήκε η αναφορά […]. Για να παραμείνει η θέρμανση κάτω από τον 1,5°C χωρίς προσφυγή σε μη αξιόπιστες/αποδεδειγμένες τεχνολογίες αφαίρεσης CO2 σημαίνει ότι οι εκπομπές CO2 θα πρέπει να μειωθούν στο μισό μέχρι το 2030, σύμφωνα με την αναφορά”.
Τον Νοέμβριο του 2018, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Μετεωρολογίας (WMO δημοσίευσε μια έκθεση η οποία καταλήγει ότι αυτή τη στιγμή ο κόσμος οδεύει προς μια θερμοκρασιακή αύξηση τουλάχιστον 3-5°C (5.4-9°F). Την ίδια στιγμή, τα Ηνωμένα Έθνη αναφέρουν ότι ο κόσμος θα πρέπει να τριπλασιάσει τις προσπάθειές του για την αποτροπή των σημείων καμπής4 που μπορεί τα ίδια να πυροδοτούνται από την παγκόσμια υπερθέρμανση και με τη σειρά τους να προκαλέσουν μια μη αναστρέψιμη κλιματική κατάρρευση· με άλλα λόγια, για να αποτρέψει την “Γη Θερμοκήπιο”. Εν τω μεταξύ, μια νέα μελέτη στο Nature Communication βρίσκει ότι η αποτροπή της θέρμανσης κατά 1.5°C – αν και στόχος “στο άκρο της φιλοδοξίας” – είναι ακόμα δυνατή μέσω μιας άμεσης κατάργησης όλων των ορυκτών καυσίμων “σε όλους τους τομείς”.
Συσσώρευση του κεφαλαίου και ο “ποδόμυλος της παραγωγής”: οδηγοί της κλιματικής καταστροφής
Ενώ οι κίνδυνοι που τίθενται από την παγκόσμια υπερθέρμανση και την μαζική εξόντωση είναι εξαιρετικά σοβαροί, είναι ξεκάθαρο ότι ο παγκόσμιος καπιταλισμός δεν έχει λύση γι’αυτά τα λέγοντα προβλήματα – ακριβώς επειδή “η εξόντωση είναι στην καρδιά της καπιταλιστικής συσσώρευσης”5. Ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ, ο Βλαντιμίρ Πούτιν, ο Ξι Γινπίνγκ, ο Mohammed bin Salman και ο Jair Bolsonaro επιδιώκουν ξεδιάντροπα να αποσπάσουν το μέγιστο δυνατόν κέρδος από τις εργατικές τάξεις και μια λεηλατημένη βιοσφαίρα, οι Δημοκρατικοί στις ΗΠΑ, ακόμα και οι πιο “προοδευτικοί” ανάμεσά τους, δεν έχουν καμμιά στρατηγική για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Πολλοί μοιάζουν να ξεχνούν πόσο η οικοκτονική κληρονομιά του ίδιου του Μπαράκ Ομπάμα προλείανε τον τρομακτικό κλιματικό αρνητισμό της κυβέρνησης Τραμπ και την επιθετική νομική στρατηγική του προς όφελος της βιομηχανίας με την ακύρωση περιβαλλοντικών νόμων.
Το πρόβλημα είναι ο καπιταλισμός, ή ο “ποδόμυλος της παραγωγής”, που συνενώνει το κεφάλαιο, το Κράτος και τις επιχειρηματικές ενώσεις με σκοπό τη θεοποίηση της οικονομικής ανάπτυξης ως της πρωταρχικής έγνοιας και αξίας της κοινωνίας. Αυτός ο “ποδόμυλος” δίνει “αξία” αποκλειστικά σ’ αυτό που μπορεί να χρηματοδοτηθεί και να εμπορευματοποιηθεί για ανταλλαγή στην αγορά και κέρδος. Σύμφωνα με τη θεωρία της οικολογίας του κόσμου, αυτή η απόδοση αξίας λειτουργεί μαζί με μια δυαδική λογική που διαχωρίζει την Κοινωνία από τη ύση, Σύμφωνα με την οποία ό,τι θεωρείται μέρος της ύσης, κυρίως η δουλειά και η ενέργεια των “γυναικών, της ύσης και των αποικιών”, θεωρούνται “ελεύθερα δώρα” προς απαλλοτρίωση για “φτηνή” χρήση. Η σπατάλη και τα απλήρωτα άλλα κόστη αυτής της απαλλοτρίωσης των ανθρώπινων και μη φύσεων συνεχίζεται χωρίς αποζημίωση σύμφωνα με ρατσιστικές, πατριαρχικές, αποικιοκρατικές και οικολογικές απόψεις. Η συμμαχία ανάμεσα στο κεφάλαιο, το Κράτος και της επιχειρηματικές ενώσεις λειτουργεί σε συμπαιγνία για να διατηρήσει και να επεκτείνει αυτές τις “ζώνες ιδιοποίησης” επιτρέποντας έτσι την φτηνή εμπορευματοποίηση της τροφής, της γης, της εργασίας, της ζωής κλπ. για την απόκτηση κέρδους στις αγορές. Ο “ποδόμυλος” πρέπει να επεκτείνει σταθερά αυτές τις προκεχωρημένες ζώνες απαλλοτρίωσης για να αποφεύγει τα μειωνόμενα ποσοστά κέρδους που θα είχαν σαν αποτέλεσμα τη χρεοκοπία των εταιρειών, μαζική ανεργία και πολιτική αστάθεια.
Μερικές από τις πρωταρχικές κρίσεις εντός του παγκόσμιου καπιταλισμού περιλαμβάνουν την εξάντληση των πόρων, το αυξανόμενο κόστος της παραγωγής/υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου και την αποσταθεροποίηση της βιόσφαιρας και της οργανικής υγείας. Η αρνητική αξία θέτει αυτά τα τρία προβλήματα μέσα σε ένα ενιαίο πλαίσιο. Αντιπροσωπεύουν “μια δέσμη αντιθέσεων εντός του κεφαλαίου που προσφέρουν εύφορο έδαφος για μια νέα ριζοσπαστική πολιτική που αμφισβητεί την πρακτική βιωσιμότητας της αξίας και της φύσης στον κοσμοσύστημα του καπιταλισμού”6. Γι’ αυτό τον λόγο, πιθανές λύσεις στην τερματική κλιματική καταστροφή που επαπειλείται από τον καπιταλισμό θα πρέπει να αναλύσουν κριτικά πώς και γιατί αυτές οι συστημικές δυναμικές παράγουν από κοινού, διαιωνίζουν και κυβερνούν την κατάρρευση του κλίματος. Πάνω απ’ όλα, βιώσιμες λύσεις πρέπει να εμπνέουν κατάλληλες διορθωτικές δράσεις/θεραπείας που θα αποτρέψουν να συμβούν τα χειρότερα σχετικά με την παγκόσμια υπερθέρμανση. Για να επιβραδύνουμε αυτόν τον “ποδόμυλο της παραγωγής” και να μετασχηματίσουμε ποιοτικά την κοινωνική παραγωγή/αναπαραγωγή, πρέπει να οικοδομήσουμε λαϊκά κινήματα που να αμφισβητούν την καπιταλιστική ώθηση προς τη συσσώρευση και την εξόντωση. Πρέπει να επιδιώξουμε να αποσαθρώσουμε/ξεχαρβαλώσουμε τις κυρίαρχες δομές που συντηρούν και επεκτείνουν τα σύνορα των αγορών μέσω της κλοπής και του κέρδους. Η οργανωτική εστίασή μας θα απαιτήσει να παρέμβαση στα “σημεία ασφυξίας” της καπιταλιστικής (ανα)παραγωγής και της σχέσης τους με τις οικολογικά “σημεία ρωγμής” της κλιματικής κατάρρευσης.
Η αποφυγή της “Γης Θερμοκήπιο” συνεπάγεται την υπονόμευση του μοντέλου “φτηνών φύσεων” παραγωγής και αναπαραγωγής κινητοποιώντας την μέχρι τώρα λανθάνουσα ιδέα της αρνητικής-αξίας. Η αρνητική-αξία δημιουργεί έναν φραγμό στο κεφάλαιο. Αποσταθεροποιώντας την υπεραξία (κέρδη), η αρνητική-αξία κάνει εφικτή μια καινούρια ριζοσπαστική πολιτική η οποία δίνει αξία στην τροφή, στη φύση κλπ. Με χειραφετητικούς και επανορθωτικούς τρόπους7. Για να κινηθούμε προς αυτή την επαναστατική εναλλακτική εκτίμηση της ζωής, που πρέπει να περιλαμβάνει μια Δίκαιη Μετάβαση [Just Transition], απαιτείται να οικοδομήσουμε μάλλον παρά να καταστρέψουμε. Με άλλα λόγια, είναι ουσιώδες να δώσουμε έμφαση στην αλληλοβοήθεια και το να μαθαίνουμε από διαφορετικούς αγώνες σ’ ολόκληρο τον κόσμο, ώστε να παραγάγουμε καινοτόμες προσεγγίσεις και να επαναστοχοθετήσουμε τοπικές και περιφερειακά βασισμένες βιολογικές [προσεγγίσεις] για να κατασκευάσουμε αυτή την βιώσιμη εναλλακτική. Δεν πρέπει απλά να δημιουργήσουμε μια πλατφόρμα κριτικής και καταστροφής, πρέπει να θρέψουμε/καλλιεργήσουμε στρατηγικά απελευθερωτικούς αγώνες, να συμπαγοποιήσουμε τις προσπάθειές μας μέσα από αλληλογονιμοποίηση σε όλο το ευρύτερο φάσμα της εργατικής τάξης, και να στρατευτούμε στις πρακτικές απαιτήσεις και λύσεις που αμφισβητούν τις ψευδο-απαντήσεις που προσφέρονται από τον “ποδόμυλο” και τους συνηγόρους του.
Για τον σκοπό αυτό θέλουμε να εξερευνήσουμε εδώ έναν αριθμό δυνατών αποτελεσματικών συστημικών στρατηγικών για την κλιματική δικαιοσύνη, έχοντας την προσοχήγ μας και στο θεμελιώδες ερώτημα του πώς μπορούμε πραγματικά να αποφύγουμε το φάσμα της “Γης Θερμοκήπιο”. Η οπτική μας προκρίνει/προτιμά την οικολογική απακατάσταση, τον “πράσινο” συνδικαλισμό, την “φυσική γεωμηχανική” και μια αυτοδιαχειριζόμενη κατάργηση/παρακμή της βασισμένης στα ορυκτά καύσιμα οικονομίας.
Οι επιχειρηματικές ενώσεις συμπεριλαμβάνουν και αρκετά συνδικάτα, που οι γραφειοκρατικές ηγεσίες τους διαμεσολαβεί ανάμεσα στους εργάτες και τα αφεντικά, κλείνοντας/διαπραγματευόμενες συμφωνίες για συμβάσεις χωρίς την άμεση συμμετοχή των απλών εργατών. Αυτοί οι συνδικαλιστές “ηγέτες” έχουν μια στρατηγική συνεργασίας με την τάξη των καπιταλιστών, παίρνοντας συχνά αποφάσεις που είναι αντίθετες με τα συμφέροντα των και τις απαιτήσεις των εργατών και της οικολογίας.
“Ριζοσπαστικός Ρεαλισμός”: στρατηγικές για την αποφυγή της “Γης θερμοκήπιο”
Περισσότερο από κάθε άλλο, θέλουμε να κάνουμε μια επισκόπηση των συνεισφορών σ’ αυτό το εξαιρετικά πιεστικό καθήκον που έχουν γίνει από την αναφορά “Radical Realism for Climate Justice. A Civil Society Response to the Challenge of Limiting Global Warming to 1.5°C”, που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2018 από το Ίδρυμα Heinrich Böll.
Πρώτον, στο “A Managed Decline of Fossil Fuel Production”, η Oil Change International περιγράφει τις τρεις βασικές επιλογές που βρίσκονται μπροστά μας: διαχειρίσιμη/ελεγχόμενη παρακμή, μη διαχειρίσιμη, ανεξέλεγκτη παρακμή και κλιματική καταστροφή. Τονίζουν ότι θα πρέπει να επιλέξουμε την ελεγχόμενη παρακμή, μια στρατηγική που απαιτεί τον ταυτόχρονο, άμεσο τερματισμό σε κάθε εξερεύνηση και επέκταση της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων, μαζί με το κλείσιμο των πολλών πεδίων παραγωγής και ορυχείων ορυκτών καυσίμων πο υπάρχουν, ιδιαίτερα των ανθρακωρυχείων. Η Oil Change International ισχυρίζεται ότι, ενώ “μερικά” από αυτά τα πεδία εξόρυξης και ορυχεία θα πρέπει να κλείσουν για να επιτευχθεί ο στόχος των 2°C, για να αποφευχθεί το όριο του 1.5°C θα πρέπει να κλείσουν τα περισσότερα. Δείτε το σχήμα 1 παρακάτω.
Η Oil Change International ξεκαθαρίζει ότι, ελλείψει μιας ολοκληρωτικής απαγόρευσης της εξερεύνησης και την εξόρυξης ορυκτών καυσίμων, ο αποκαλούμενος “προϋπολογισμός/ταμείο διοξειδίου του άνθρακα” του πλανήτη για την αποφυγή της επικίνδυνης παγκόσμιας υπερθέρμανσης θα υπερβληθεί εξαιτίας τωμ εκπομπών που θα έχουν “κλειδώσει” από νέα αναμενόμενα σχέδια (10, 12). Ουσιαστικά, καθώς η παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία εξαρτάται από την ατέρμονη επέκταση, το ενεργειακό της υπόβαθρο θα πρέπει να “κλείσει” τώρα. Ως μέρος της προτιμόμενης απαγόρευσής τους, οι συγγραφείς από την Oil Change καλούν για μια ταχεία μείωση στις εκπομπές διοξειδίου παράλληλα με την γραμμή που απαιτεί η πρόσφατη έκθεση του IPCC: τη μείωση στο μισό των παγκοσμίων εκπομπών μέχρι το 2030 και μηδενισμό τους μέχρι τα μέσα του αιώνα (11· δείτε το σχήμα 3 παρακάτω).
Υποστηρίζουν την έκκληση κοινωνικών κινημάτων για μια ελεγχόμενη/συντεταγμένη μείωση στην προμήθεια ορυκτών καυσίμων, προ(σ)βλέποντας ότι οι ενεργειακές μεγαλοεταιρείες “πιθανόν να χρεοκοπήσουν και το επενδεδυμένο κεφάλαιο να καταστραφεί” (13). Αν και η διαδικασία αυτή θα είναι σαφώς αποδιοργανωτική, η Oil Change International την παρομοιάζει με μια ιατρική αγωγή, τονίζοντας ότι η αποτροπή της χειρότερης πιθανής παγκόσμιας υπερθέρμανσης είναι προτιμότερη από την προσπάθεια αντιμετώπισης ως μη διαχειρίσιμου ενός προβλήματος όπως η καταστροφή των κλιματικών “κοινών”. Συνιστούν/προτείνουν περιορισμούς supply-side στην προμήθεια ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένων της επέκτασής τους, τέτοιες όπως μέσω της διακοπής/αναστολής των τεράστιων κρατικών επιδοτήσεων που παρέχονται στις εταιρείες ενέργειας, και που εξασφαλίζουν την κερδοφορία τέτοιων εξορυκτικών επιχειρήσεων και απαγορεύσεις ή μορατόριουμ στην περαιτέρω ανάπτυξή τους (14-15). Εκτός από το να προσφέρει στην ανθρωπότητα και τη φύση μια καλή ευκαιρία αποφυγής της παγκόσμιας κλιματικής καταστροφής, ένα τέτοιο πρόγραμμα θα σήμαινε και τον τερματισμό των δραστηριοτήτων που παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα των φτωχών, αυτών που υφίστανται ρατσιστικές διακρίσεις και των αυτόχθονων κοινοτήτων που επηρεάζονται αρνητικά από αυτές τις εξορύξεις. Την ίδια στιγμή, είναι αναγκαία μια δίκαιη μετάβαση για όσους εργάτες απασχολούνται αυτή τη στιγμή στη βιομηχανία των ορυκτών καυσίμων και αν και η Oil Change International εκφράζει τη σοσιαλδημοκρατική πολιτική του Ιδρύματος Heinrich Böll εδώ, προβλέποντας/περιμένοντας ότι το χρηματιστικό κεφάλαιο παίζει έναν ρόλο σ’ αυτή τη μετάβαση, υποστηρίζουμε/συνηγορούμε υπέρ μιας οικο-συνδικαλιστικής [green-syndicalist] προσέγγισης, τονίζοντας την ανάγκη να ανατρέψουμε τις εργασιακές ιεραρχίες που περιορίζουν την δύναμη της λήψης αποφάσεων στο βασίλειο της παραγωγής, ως την καλλίτερη διέξοδο. Θα επανέλθουμε στην προτιμόμενη οικο-συνδικαλιστική στρατηγική μας λεπτομερέστερα παρακάτω.
Στο “Radical Realism for Climate Justice”, ο Christian Holz βρίσκει ότι το παγκόσμιο “ταμείο” για τις εκπομπές διοξειδίου ώτε να αποφευχθεί η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας κατά 1.5°C γίνεται όλο και πιο περιοριστικό, αν υποθέσουμε ότι διαφορετικές τεχνολογίες για την απομάκρυνση του διοξειδίου (CDR), όπως η σύλληψη και αποθήκευση του διοξειδίου (carbon capture and storage, CCS) ή ή άμεση σύλληψη του αέρα (direct-air capture, DAC), δεν θα δουλέψουν σε μεγάλη κλίμακα (8). Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Holz, πρέπει να ξεκινήσουμε μια μείωση των εκπομπών σε ποσοστό 5-9% ετήσια μέχρι το 2025 για να παραμείνουμε εντός του ορίου του 1.5°C – και ο συγγραφέας διευκρινίζει ότι μια τέτοια αρνητικά τροχιά εκπομπών δεν έχει ιστορικό προηγούμενο (13)! Συνεπής με το μοντέλο της “συστολής και σύγκλισης” που έχει καθοδηγήσει τα πλαίσια κλιματικής δικαιοσύνης στην εγχώρια και τη διεθνή σφαίρα (19), και υποτείνει τη σπουδαιότητα του περιορισμού της οικονομικής ανάπτυξης για την επίτευξη τέτοιων σκοπών (21). Δηλώνει ότι η αποκατάσταση των υπαρχόντων δασών είναι προτιμότερη από την μαζική αποψίλωσή τους για πολλούς λόγους, και προτείνει ότι αυτή η βιο-αναγέννηση μπορεί να πραγματοποιηθεί σε γαίες που θα απελευθερωθούν από την μειωμένη χρήση τους από κοπάδια και άλλα ζώα κτηνοτροφίας που θα μπορούσε να προέλθει από μια γενικευμένη στροφή προς διατροφές βασισμένες στα φυτά (12, 17). Αυτή η εναλλακτική θα μπορούσε επίσης να προέλθει από την εγκατάλειψη του μοντέλου του “φτηνού φαγητού” που βασίζεται στην βιομηχανική γεωργία, τη βιομηχανοποιημένη κτηνοτροφία και τη βιομηχανική γεωργία των μονοκαλλιεργειών. Όπως και η δασακομία με φυτείες, που επιδιώκει τη φύτευση ομοιόμορφων ειδών δέντρων για να μεγιστοποιήσει την ραγδαία παραγωγή και εμπορευματοποίηση της ξυλείας, το μοντέλο του “φτηνού φαγητού” της βιομηχανικής μονοκαλλιέργειας, που βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στη σταθερή παροχή χημικών λιπασμάτων και ζιζανιοκτόνων που βγαίνουν από συνθετικά παράγωγα του πετρελαίουτ, επιδιώκει να επεκτείνει την αγροτική παραγωγή σε λιγότερο εύφορα και απεμπλουτισμένα από θρεπτικά στοιχεία εδάφη. Γενετικά τροποποιημένες σοδειές μεγαλώνουν σε ξηραμένα, απεμπλουτισμένα εδάφη με τη βοήθεια αυτών των τεχνητών λιπασμάτων στην προσπάθεια να ξεπεραστούν τα εμπόδια χάριν της συσσώρευσης, άσχετα από τις οικολογικές συνέπειες8. Η καταστροφή που επιφέρουν και οι δυο βιομηχανίες στη βιοποικιλότητα είναι μηχανευμένη ώστε να τυποποιεί την παραγωή και να επεκτείνει τη συσσώρευση του κεφαλαίου.
Όπως προτείνει ο Tony Weiss στο The Ecological Hoofprint: The Global Burden of Industrial Livestock, η εξόντωση των ειδών μέσω της απώλειας της βιοποικιλότητας, ενός κομβικού σημείου στην κλιματική κατάρρευση, είναι εγγενώς προσδεμένη με τη συσσώρευση του κεφαλαίου. Η άλλη πλευρά της “εξαφάνισης της πανίδας” μέσω της απώλειας της βιοποικιλότητας είναι η επέκταση της “εμπορευματο-πανίδας” [“commodi-faunation”] μέσω του καπιταλιστικού ποδόμυλου. Η επιτάχυνση της “οικοκτονίας” έπεται από τις σχέσεις της καπιταλιστικής κρίσης καθώς κινούνται μέσα από τον ιστό της ζωής, από τη βιόσφαιρα στα σώματα των ανθρώπων και των άλλων ζώων στους μετασχηματισμούς της καπιταλιστικής γης. O Weiss διερευνά πιο συγκεκριμένα την παγκόσμια αύξηση στην παραγωγή livestock μετά τη δεκαετία του 1970. Η ισχυρή διαμόρφωση από τον Weiss της καπιταλιστικής κρίσης στην παγκόσμια οικολογία εξερευνά με ποιο τρόπο η αποτίμηση των ειδών που εξοντώθηκαν και των εμπορευματοποιημένων ζωικών προϊόντων συνδέονται ως συγκεκριμένες δέσμες ανθρώπινων και εξω-ανθρώπινων φύσεων προς την αύξηση της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Ένα μέρος ακολουθεί την απαραίτητη ανθρώπινη εργασία και τις πρώτες ύλες στα εργοστάσια της συσκευασίας κρέατος και τις βιομηχανικές φάρμες. Το άλλο μέρος εξοντώνει ζωές, ακολουθώντας τον καπιταλιστικό νόμο της αξίας μέχρι τo “τέρμα” [to its conclusion]9. Αυτό είναι ένα προεξέχον παράδειγμα του πώς η συσσώρευση του κεφαλαίου δεν είναι μόνο παραγωγική αλλά και “απονεκρωτική”, εκδιπλωνόμενη μέσα από μια αργή βία που απαξιώνει και καταβροχθίζει τη ζωή10.
Σε αντίθεση με αυτή την ορμή συσσώρευσης προς την πλανητική εξόντωση μέσα από την παγκόσμια υπερθέρμανση, η Mariel Vilella περιγράφει με ποιο τρόπο η εφαρμογή μιας “κυκλική οικονομία μηδενικών-αποβλήτων” μπορεί να βοηθήσει τους κρίσιμους στόχους του κινήματος της κλιματικής δικαιοσύνης. Στη θέση της υπάρχουσας “γραμμικής οικονομίας” που χαρακτηρίζεται από την σχεδιασμένη αχρήστευση, τα απόβλητα και τις τεράστιες εκπομπές διοξειδίου, μια κυκλική οικονομία επιδιώκει μηδενικά απόβλητα και μηδενικές εκπομπές (9). Η ιδέα είναι ότι ένα τέτοιο μοντέλο μηδενικών-αποβλήτων “τελικά θα έχει ως αποτέλεσμα μικρότερες ανάγκες σε “παρθένες” ύλες των οποίων η εξόρυξη, η μεταφορά και η επεξεργασία είναι μείζονες πηγές εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου [GHG]” (11· δείτε το σχήμα 2 παρακάτω).
Χαρακτηριζόμενη από την χρήση κομπόστ και αγροοικολογικών πρακτικών στη θέση της βιομηχανικής κλίμακας χρήσης εντομοκτόνων και πετροχημικών λιπασμάτων, μια οικονομία μηδενικών-αποβλήτων συνεισφέρει στο κλείσιμο του βρόγχου των θρεπτικών συστατικών (15). Μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στην υπαρχουσα καπιταλιστική οικονομία και της εναλλακτικής αυτής της κυκλικής οικονομίας μηδενικών-αποβλήτων είναι ότι η δεύτερη θα μπορούσε να ενσωματώσει τις απαγορεύσεις προϊόντων, ιδανικά σύμφωνα με τις ριζοσπαστικές γραμμές που έχει διαγράψει η “επιτακτική προσταγή της αποβιομηχάνισης” του οικοσοσιαλιστή Richard Smith η οποία προβλέπει/υπαγορεύει [prescribes],
“την δραστική περικοπή [ή απομείωση] και σε μερικές περιπτώσεις το κλείσιμο των βιομηχανιών, ακόμα και σε ολόκληρους τομείς, σε ολόκληρη την οικονομία και ολόκληρο τον πλανήτη – όχι απλά των παραγωγών ορυκτών καυσίμων, αλλά όλων των βιομηχανιών που τα καταναλώνουν παράγοντας εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (GHG) – αυτοκινητοβιομηχανίες, μεταφορές με φορτηγά, αεροπλάνων, αεροπορικών εταιριών, επιβατικών και εμπορικών ναυτιλιακών εταιριών, κατασκευών, χημικών, πλαστικών, συνθετικών ινών και υφασμάτων, καλλυντικών, συνθετικών λιπασμάτων και συμπυκνωμένων ζωικών τροφών CAFO [concentrated animal-feeding] στις αγροτοβιομηχανικές επιχειρήσεις και πολλές ακόμα”11.
Παρ’ όλο που ο Vilella δεν βάζει στη συζήτηση τον Σμιθ ή τις ριζοσπαστικές οικοσοσιαλιστικές προτάσεις ρητά, η υποστήριξη από τον Σμιθ του συλλογικού και δημοκρατικού οικονομικού σχεδιασμού για τη διαχείριση αυτής της κρίσιμης αναγκαίας κοινωνικο-οικολογικής μετάβασης, εναρμονίζεται με την αναγνώριση από τον Vilella ότι ένα μέλλον μηδενικών-αποβλήτων θα πρέπει να είναι ένα συμμετοχικό σχέδιο τόσο των εργατών όσο και των κοινοτήτων, αν πρόκειται ποτέ να υιοθετηθεί (19). Η πιθανή μείωση στις εκπομπές που θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσα από τέτοιες αλλαγές θα μπορούσαν να είναι ιδιαίτερα ουσιαστικές (21).
Εν τω μεταξύ, στο “Re-Greening the Earth” ο Christoph Thies περιγράφει πώς η αποκατάσταση των παγκόσμιων οικοσυστημάτων θα μπορούσε να “διορθώσει” μεγάλο μέρος του διοξειδίου του άνθρακα που έχει εκπεμφθεί ιστορικά από τον βιομηχανικό καπιταλισμό μέσα σε μόλις λίγες δεκαετίες (10). Ουσιαστικά στοιχεία αυτού του οράματος είναι τα ακόλουθα:
“Σταματώντας την αποψίλωση των δασών, επιτρέποντας στα δάση να ανακτήσουν μερικές από τις αποδασωμένες εκτάσεις, προστατεύοντας από την υλοτομία τα αρχαία δάση και επιτρέποντας διαχειριζόμενα δάση να αυξήσουν και πάλι το φυσικά αναπτυσσόμενο απόθεμά τους και την αυθεντική τους σύνθεση σε δέντρα”. (11)
Αναφερόμενος σε δεδομένα από τα γερμανικά δάση, ο Thies δείχνει ότι όσο μεγαλύτερο είναι το μερίδιο του δάσους που προστατεύεται από την εξόντωση, τόσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό πρόσληψης του διοξειδίου του οικοσυστήματος! Το γεγονός ότι η επιδείνωση της παγκόσμιας υπερθέρμανσης θα υπονόμευε το σπουδαίο δυναμικό αυτού του ρόλου αποκατάστασης υπογραμμίζει τη βαρύτητα των βραχυπρόθεσμων γενναίων περικοπών των εκπομπών, σε συμφωνία με την πιο πρόσφατη επιστήμη (13). Ο συγγραφέας βάζει στο επίκεντρο της προσοχής ότι ο σεβασμός για τους αυτόχθονες πληθυσμούς μέσα στον συνεργατικό συντονισμό της αναδάσωσης και της αποκατάστασης των δασικών βιομιών12 στις τροπικές και εύκρατες περιοχές μπορεί να συμβάλλει στην επίλυση της κλιματικής κρίσης καθώς και τόσο στην αποκατάσταση της βιοποικιλότητας όσο και στη βελτίωση των προβλημάτων σχετικά με το έδαφος και το νερό (14, 19). Θα πρέπει να παραδεχτούμε, ότι είναι μια πρόκληση να προσπαθήσουμε να φανταστούμε οτιδήποτε απ’ όλα αυτά να γίνονται αυτή τη στιγμή στη Βραζιλία ή τις ΗΠΑ, έτσι όπως είναι υπό τη διακυβέρνηση αλληλοενισχυόμενων συντηρητικών εξουσιαστών – τον Bolsonaro και τον Τραμπ, αντίστοιχα – οι οποίοι αρνούνται την ίδια την ύπαρξη οποιωνδήποτε περιβαλλοντικών ασθενειών.
“Φυσική” Γεω-μηχανική;
Η αλήθεια είναι ότι η Γη είναι ήδη τόσο υπερθερμασμένη, εξαιτίας της υπερσυγκέντρωσης αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, και πρέπει να ψυχρανθεί, με το πλεονάζον διοξείδιο του άνθρακα να αφαιρείται/απομακρύνεται με ασφάλεια. Παρ’ όλα αυτά, η κατάργηση των ορυκτών καυσίμων από μόνη της θα προκαλούσε βραχυπρόθεσμα μεγαλύτερη θέρμανση, επειδή η βιομηχανική εκπομπή αυτών των ρύπων απελευθερώνει στην ατμόσφαιρα επίσης και αερολύματα (αεροζόλ) που ψυχραίνουν τεχνητά τις μέσες παγκόσμιες θερμοκρασίες. Αυτή η δυσκολία έχει οδηγήσει σχολιαστές όπως οι David Spratt και Philip Sutton να προσυπογράψουν ουσιαστικά τεχνητά σχήματα “γεωμηχανικής”, το πιο πρόσφατο “προκεχωρημένο φυλάκιο” του τεχνοκρατικού κεφαλαίου υποστηριζόμενου από την κυβέρνηση Τραμπ, που έχουν σχεδιαστεί για να ψυχράνουν απευθείας τον πλανήτη13. Παρ’ όλα αυτά, πρόσφατη έρευνα στο Nature βρίσκει ότι η ιδεά της τεχνητής δημιουργίας ενός “πέπλου” από σωματίδια θείου στην στρατόσφαιρα ως ενός μέσου ανάκλασης του ηλιακούς φωτός από τη Γη για τον μετριασμό του φαινομένου του θερμοκηπίου θα είχε απαράδεκτες δυσμενείς συνέπειες για την αγροτική παραγωή. Ακόμα και ο David Keith, ένας από τους πιο διαπρεπείς θιασώτες της γεωμηχανικής, έχει αναγνωρίσει ότι το πλησιέστερο ανάλογο στα τεχνητά σχήματα γεωμηχανικής είναι τα πυρηνικά όπλα.
Αυτός το αίνγμα μας φέρνει στο μυαλό την πρόσφατη αποτίμηση του Troy Vettese για τις δυνατότητες “εκδημοκρατισμού” μιας “Φυσικής Γεωμηχανικής” στο New Left Review. Ο Vettese διερευνά την “Μικρή εποχή των Παγετώνων” που βίωσε ο κόσμος στη διάρκεια μεταξύ του 16ου και του 19ου αιώνα: εξαιτίας της γενοκτονίας των αυτόχθονων λαών στην Αμερική από την Ευρωπαϊκή αποικιοκρατία, “η εκ νέου [βοτανική] ανάπτυξη φυτών στην κλίμακα δύο ηπείρων απομάκρυνε μια ποσότητα μεταξύ 17 και 38 εκατομμυρίων τόνων διοξειδίου, μειώνονοντας το απόθεμα ατμοσφαιρικού CO2 μέχρι και 10 μέρη στο εκατομμύριο (parts per million, ppm)”. Παράλληλα, “[η] κατάρρευση της [σταλινικής] δασοπονίας και γεωργίας στη δεκαετία του 1990 επέτρεψε στα δάση στο μισό της ευρωπαϊκής Ρωσίας να απορροφήσουν περισσότερο διοξείδιο, καθώς αυξήθηκαν κατά ένα τρίτο”. Η πρόταση του Vettese είναι, συνεπώς, να επαχθεί συνειδητά ένας “αναίμακτος δεύτερος Μικρός Αιώνας των Παγετώνων” για να αποφευχθεί ένας καπιταλιστικός κλιματικός Αρμαγεδώνας” – αυτή τη φορά χωρίς γενοκτονίες”. Ισχυριζόμενος ότι η γη θα είναι ένας πρωταρχικός παράγοντας στην πάλη για ένας οικολογικό μετασχηματισμό της παγκόσμιας κοινωνίας, ο Vettese περιγράφει τους υψηλής έντασης-εδάφους στόχους δημιουργίας συστημάτων ανανεώσιμης ενέργειας και θέτοντας στην άκρη τη “μισή σχεδόν έκταση της Γης” ως προστατευόμενο βιότοπο, όπως έχει, μεταξύ άλλων, υποστηρίξει και ο E. O. Wilson, ως ενός μέσου αντιμετώπισης των παγκόσμιων κρίσεων του κλίματος και εξαφάνισης των ειδών (66). Πόση ακριβώς γη θα πρέπει να αφιερωθεί στις υποδομές παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας θα έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με το συνολικό επίπεδο χρήση ενέργειας σε μια δεδομένη κοινωνία, σε συνδυασμό με τις διάφορες αποδοτικότητες (80).
Η γη είναι όμως κεντρική και στο σχέδιο “φυσικής γεωμηχανικής” του ίδιου του Vettese, με το οποίο εννοεί μια παγκόσμια μετάβαση στην οργανική φυτοφαγική γεωργία, κάτι που συνεπάγεται την αποκατάσταση, επαναφορά στην φυσική “άγρια” κατάσταση [rewilding] και την αναδάσωση του σχεδόν 80% των 5 δισεκατομμυρίων εκταρίων γης που αυτή τη στιγμή είναι αφιερωμένες στην βοσκή και την γεωργία (83-85). Η επιτυχημένη αναδάσωση ακόμα και του 1/5 αυτών των 5 δισεκατομμυρίων εκταρίων, θα μπορούσε να μειώσει, από μόνη της, την ατμοσφαιρική συγκέντρωση του διοξειδίου του άνθρακα κατά 85 ppm, “φέρνοντας αυτή τη συγκέντρωση πλησιέστερα σε μια πολύ ασφαλέστερη τιμή στο κάτω εύρος των 300ppm”, από την τωρινή τιμή των περίπου 410ppm (84). O Vettese προσδοκά ότι τέτοιες προσεκτικές και με επίγνωση μετατοπίσες στις αγροτικές πρακτικές και τις πρακτικές χρήσης της γης, καθώς και ο επανασχεδιασμός των πόλεων για την αντιμετώπιση του κεντρικού ρόλου του αυτοκινήτου και της αστικής επέκτασης και η μείωση των αεροπορικών μετακινήσεων θα μπορούσαν να προσφέρουν νέες θέσεις εργασίας για τους εργάτες εκείνους που εκτοπίζονται από το απαιτούμενο κλείσιμο της βιομηχανίας των ορυκτών καυσίμων, και ψάχνει για έμπνευση στην Período Especial στην Κούβα στη μετα-σοβιετική εποχή, όταν το πετρέλαιο και τα παράγωγά του, συμπεριλαμβανομένων των πετροχημικών λιπασμάτων ξαφνικά έπαψαν να είναι διαθέσιμα στο νησί, οδηγώντας σε δημιουργικές απαντήσεις παραμένουν επίκαιρες σε μεγάλο βαθμό και σήμερα. Όπως και ο/η Mariel Vilella στο “Radical Realism for Climate Justice”, ο Vettese προτείνει ότι η προοπτική ενός οικολογικού ζειν σε συνδυασμό με ένα υψηλό επίπεδο πρόνοιας για τους ανθρώπους θα απαιτήσει πολύ πιθανόν την διανομή με μερίδια των πόρων “χάριν της δικαιοσύνης και της αποτελεσματικότητας”14 (85).
Καθώς ο Vettese δεν θέτει άμεσα το παράδοξο των αερολυμάτων σε όρους της βραχυπρόθεσμης θέρμανσης, υποθέτουμε ότι αυτή η στρατηγική της “φυσικής γεωμηχανικής” υποτίθεται ότι πρέπει να συνδυαστεί με μια “οικολογική αποκατάσταση”, όπως περιγράφηκε παραπάνω από τον Thies, ως μια απάντηση σ’ αυτό το πρόβλημα και ως τμήματος του συνολικού αγώνα για να αποτραπεί η υπερθέρμανση της Γης με έναν “πράσινο” τρόπο. Δεν είμαστε σίγουροι ότι αυτή η απάντηση θα ήταν επαρκής και καλοδεχόμαστε σχόλια σχετικά με αυτό το ερώτημα.
“Πράσινος” συνδικαλισμός: για εργατικό και κοινοτικό έλεγχο
Έχουμε, λοιπόν, αρκετά σχέδια να βάλουμε σε εφαρμογή και ένα ραγδαία ελαττούμενο χρονικό παράθυρο μέσα στο οποίο θα πρέπει να τα υλοποιήσουμε. Παρ’ όλα αυτά δεν νομίζουμε ότι αυτά τα ζωτικά αναγκαία σχέδια θα εφαρμοστούν “από τα πάνω” πριν “φτάσει η σπίθα στον δυναμίτη”, στο φως της αυξανόμενης κυριαρχίας της ακροδεξιάς, των πολιτικών που αρνούνται την επιστήμη σε διεθνές επίπεδο καθώς και του ρόλου που το Κράτος παίζει στο να διευκολύνει θεμελιωδώς την επέκταση του κεφαλαίου, που αποτελεί η ίδια ένα πρωταρχικό εμπόδιο στον αγώνα ενάντια στο φάσμα της “Γης Θερμοκήπιο”.
Σύμφωνα με την ανάλυση των “πράσινων” [green] συνδικαλιστών, η οικολογική καταστροφή και οι οικολογικές κρίσεις αναδύονται και επιμένουν ακριβώς εξαιτίας του “περιορισμού στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων μέσα στις δομημένες ιεραρχίες”, μεταξύ των οποίων πρωταρχική θέση έχει ο καπιταλιστικός εργασιακός χώρος15. Η περιβαλλοντική καταστροφή συνεχίζεται επειδή η “ικανότητα των ανθρώπων για μια συντονισμένη άμυνα/υπεράσπιση των οικολογικών κοινοτήτων του πλανήτη” έχει εξασθενίσει, για έναν αριθμό λόγων16. Όσο οι εργάτες απλά εκτελούν τις εντολές των αφεντικών, που τα ίδια ακολουθούν την “λογική” του κεφαλαίου, και όσο υπάρχουν ταξικές ιεραρχίες, τα περιβαλλοντικά καταστροφικά αποτελέσματα της παραγωγής δεν μπορούν να επανορθωθούν. Αντί των συχνά αντιπαρατιθέμενων επιλογών “θέσεις δουλειάς εναντίον του περιβάλλοντος” ή “περιβαλλοντιστές εναντίον εργατών”, οι πράσινοι συνδικαλιστές προτείνουν έναν κρίσιμο θεωρητικό και οργανωτικό επαναπροσανατολισμό σε μια αντίθεση ανάμεσα “σ’ αυτούς που υπερασπίζονται τις συνθήκες για μια δυνατή και επιθυμητή ζωή” και αυτούς που κάνουν το αντίθετο17. Ως τέτοια, η στρατηγική των οικο-συνδικαλιστών συνιστά συμμαχίες ανάμεσα σε εργάτες, κοινότητες και τη νεολαία για mass-noncooperation: παρουσίαση των αφεντικών ως “οικολογικών κακοποιών”· οργάνωση συλλογικών άμεσων δράσεων όπως αιτήματα στους χώρους δουλειάς, απεργίες και καταλήψεις· και μετασχηματισμό των κοινωνικών σχέσεων σύμφωνα με την αρχή: “Πρώτα η Γη! Τα κέρδη τελευταία!”, για τη διασφάλιση οικονομικής δικαιοσύνης και μιας βιώσιμης οικολογίας18. Αντιστρέφοντας τις ιεραρχίες λήψης αποφάσεων στην εργασία, ο συνδικαλισμός έχει το δυναμικό να δημιουργήσει έναν πράσινο κόσμο καθώς οι απαγορεύσεις και τα μορατόριουμ στα ορυκτά καύσιμα, η υιοθέτηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η πρακτική της συμμετοχικής δημοκρατίας ανοίγουν όλα μέσα από τον πιθανό μαζικό συντονισμό της αυτοοργανωμένης αντικαπιταλιστικής και αντικρατικής αντίστασης.
Αντλώντας από την ευρύτερη συνδικαλιστική παράδοση, όπως αυτή είναι αυξανόμενα εφαρμόσιμη στην “οργάνωση ως τάξης” στον 21ο αιώνα, η ευρεία προσέγγισή μας πρέπει να πάρει υπόψιν της σχέσεις εκμετάλλευσης και καταπίεσης της τάξης πέρα από τον εργασιακό χώρο. Ενώ η εκμετάλλευση στον εργασιακό χώρο επικεντρώνεται γύρω από το κύκλωμα εμπορευματοποίησης του κεφαλαίου, η καπιταλιστική παγκόσμια οικολογία διαπλέκεται ενδογενώς και στηρίζεται σε συνοριακές ζώνες ιδιοποίησης και σε καταμερισμούς της εργασίας για την επέκτασή της. Η ιδιοποίηση της απλήρωτης εργασίας των φυλακισμένων, η κλοπή γης και πόρων μέσα από την αποικιοποίηση και η υποταγή/υποδούλωση των γυναικών στην οικιακή εργασία είναι μόνο μερικοί από του τρόπους μέσα από τους οποίους ο καπιταλισμός επεκτείνει τη συσσώρευση. Διοράσεις από τη θεωρία της σοσιαλιστικής αναπαραγωγής υποτείνουν ότι “η παραγωγή των αγαθών και των υπηρεσιών και η παραγωγή της ζωής είναι μέρος μιας ενιαίας ολοκληρωμένης διαδικασίας”19. Αυτό βοηθά να ξεκαθαρίσουμε ότι εργατική τάξη είναι “οποιοσδήποτε/οποιαδήποτε στην τάξη των παραγωγών που έχει συμμετάσχει στην αναπαραγωγή της κοινωνίας – άσχετα από το αν αυτή η εργασία έχει πληρωθεί από το κεφάλαιο ή παραμένει απλήρωτη”20. Καθώς καταπιεστικές σχέσεις εξουσίας – τέτοιες όπως ο ρατσισμός, ο σεξισμός, η αποικιοκρατία, μεταξύ άλλων, συνδυάζονται και αλληλοενισχύονται, το πώς και γιατί συμβαίνει αυτό στον καπιταλισμό είναι ένα σημαντικό ερώτημα. Η παραγωγή και η κοινωνική αναπαραγωγή είναι αλληλοσχετιζόμενες διαδικασίες που δημιουργούν αυτήν την κοσμο-οικολογία της κυριαρχίας, του κεφαλαίου και φύσης μέσα από τον ιστό της ζωής. Να “οργανωθούμε ως μια τάξη” σημαίνει διαφορετικοί άνθρωποι που βιώνουν καταπίεση και εκμετάλλευση, σε επικαλυπτόμενες ζώνες απαλλοτρίωσης/ιδιοποίησης και εμπορευματοποίησης θα έπρεπε να ενωθούν μέσα από την πάλη ενάντια σ’ ολόκληρο το καπιταλιστικό σύστημα. Επιδιώκοντας να διαλύσουμε διαιρέσεις μέσα στην τάξη μας, ενδυναμώνουμε την οργάνωσή μας και την κάνουμε πιο εμπεριεκτική.
Ο πράσινος συνδικαλισμός μπορεί περαιτέρω να συμπεριλάβει μια διττή προσέγγιση στην “οργάνωση ως τάξης”. Ενώ ο συνδικαλισμός στους χώρους δουλειάς επιδιώκει να οικοδομήσει μια αντικαπιταλιστική αντίπαλή ισχύ μέσα από την αντίσταση στα “σημεία μπλοκαρίσματος” της βιομηχανικής παραγωγής, ο συνδικαλισμός των κοινοτήτων επιδιώκει να το κάνει αυτό κατά μήκος των γειτονιών και μέσα στις κοινότητες. Αγώνες για τη στέγαση και ενάντια στον αστικό εξευγενισμό, αντιρατσιστικοί και αντιφασιστικοί αγώνες, αγώνες ενάντια στην παρανομοποίηση και τις απελάσεις, ανάμεσα σε άλλους αγώνες κοινοτήτων, έχουν το δυναμικό να δημιουργήσουν βιώσιμες, μαζικά προσανατολισμένες υποδομές αντίστασης. Ο κοινοτιστικός συνδικαλισμός δίνει έμφαση στον έλεγχο από την κοινότητα και την αυτοδιαχείριση έτσι ώστε οι πρακτικές λύσεις να οργανώνονται από αυτούς που επηρεάζονται άμεσα και σύμφωνα με τις συγκεκριμένες και διαφορετικές ανάγκες τους. Αγώνες για τη γη όπως αυτοί ενάντια στην επέκταση των αγωγών και των εξορύξεων ορυκτών καυσίμων ή την καταστροφή των δασών μπορούν να χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικά συνδικαλιστικές τακτικές βασισμένες στην κοινότητα, όπως άμεσες δράσεις, λαϊκές συνελεύσεις, ομάδες εργασίας ενάντια στην καταπίεση, και δίκτυα αλληλοβοήθειας για να κινητοποιήσουν μαζική αντίσταση ενάντια σ’ αυτά τα οικολογικά “ρήγματα” ιδιοποίησης.
Ένα σχετικό παράδειγμα αυτής της αναδυόμενης τάσης έχει υπάρξει η πρόσφατη αναβίωση των Επιτροπών Γενικής Άμυνας (General Defense Committees, GDC) μέσα στις γραμμές του συνδικάτου των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου (Industrial Workers of the World, IWW) που επιδιώκουν να αναπτύξουν αυτοοργανωμένες εκστρατείες άμεσης δράσης, αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας στην υπεράσπιση κοινοτήτων της ευρύτερης εργατικής τάξης. Άλλες σημαντικές ομάδες με έναν παρόμοιο προσανατολισμό είναι τα Κέντρα Αμοιβαίας Υποστήριξης (Centros de Apoyos Mutuo, CAMS) στο Πουέρτο Ρίκο και τα δίκτυα Mutual Aid Disaster Relief (MADR) που προσφέρουν αναγκαία υποστήριξη, επισκευές και repurposing μέσα σε κοινότητες που έχουν πληγεί απί κλιματικές καταστροφές. Οι δυνατότητες συνέργειας μπορούν να επεκταθούν σε εργατικά συμβούλια ή αυτοδιαχειριζόμενους συνεταιρισμούς/κοπερατίβες παραγωγής και διανομής, σύμφωνα με bioregional γραμμές, καθώς και λαϊκές συνελεύσεις που προάγουν την αυτοελεγχόμενη “μείωση”. Αυτές οι “γειωμένες” [on-the-ground] οργανωτικές δομές είναι αναγκαίες για να τροφοδοτήσουν τα κινήματα κλιματικής δικαιοσύνης, όπως το νεοσύστατο Extinction Rebellion (XR). Το κίνημα XR έχει κάνει κάλεσμα για μια Συνέλευση Πολιτών που θα επιβλέψει τις απαιτήσεις του, αν ικανοποιηθούν, από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου για τη “μείωση των εκπομπών διοξειδίου στο ΗΒ στο μηδέν μέχρι το 2025”, και για την “ανάληψη περαιτέρω δράσης για την απομάκρυνση των πλεοναζόντων αερίων του θερμοκηπίου”, χωρίς να προσδιορίζει πόσο είναι αυτό το πλεόνασμα. Τα αιτήματα προς το Κράτος και το κεφάλαιο πρέπει να προχωράνε πέρα από μια απλή συμβολική διαμαρτυρία συνδέοντας αυτές τις υποδομές αντίστασης με εκείνες που απαιτούν ευρύτερο κοινωνικό μετασχηματισμό και μετάβαση σε έναν μετα-καπιταλιστικό κόσμο.
Η στρατηγική οικοδόμηση αυτής της προσέγγισης προς τον εργατικό και κοινοτιστικό έλεγχο περιλαμβάνει τη δημιουργία ενός ευρέως αντικαπιταλιστικού, οικολογικού κινήματος για κλιματική δικαιοσύνη. Πρέπει να επιδιώξουμε να δώσουμε προτεραιότητα στην εμπλοκή και τη διασταύρωση/αλληλογονιμοποίηση με μη-κρατικές, μη-επιχειρηματικές, βασισμένες σε κοινότητες συλλογικότητες από τα κάτω. Αυτή η “στρατηγική αυτοοργάνωσης” παίρνει τη μορφή δυο συνόλων στρατηγικών στόχων που μερικές φορές επικαλύπτονται μέσα στους αγώνες. “Πρώτον, στόχους αντίστασης οι οποίοι, όταν πραγματοποιούνται, θα εξασθενίσουν τόσο την άρχουσα οικοκτόνο τάξη που θα κάνουν την άμεση αμφισβήτηση από τα κάτω της εξουσίας της εφικτή: και, δεύτερον, μεταβατικούς στόχους οι οποίοι, όταν πραγματοποιούνται, θα μας βάλουν στον δρόμο για την οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας”21.
Είναι καθαρό ότι το πρωταρχικό εμπόδιο στην πραγματοποίηση αυτών των πολύ επιτακτικών μεταβάσεων που θα μας απομακρύνουν από το μονοπάτι της κλιματικής καταστροφής είναι η συγκεντρωμένη αντίδραση στα χέρια του Κράτους, είτε θεωρήσουμε την εξουσία του Τραμπ και του Πούτιν είτε του Xi, του bin Salman και του Bolsonaro. Πρέπει να σταθούμε απέναντι και να αντιμετωπίσουμε αμετακίνητα αυτούς τους τυρράνους καθώς και τους τυχοδιώκτες ρεφορμιστές αντιπάλους τους – τις αποκαλούμενες “σοσιαλιστικές μορφές σε υψηλές θέσεις”— διεκδικώντας εκ νέου την ισχύ της “αυτοοργάνωσης” για να προάγουμε την οικολογική αποκατάσταση, μια αυτοελεγχόμενη παρακμή της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων, φυσική γεωμηχανική και τον πράσινο συνδικαλισμό για να αποτρέψουμε τη “Γη Θερμοκήπιο”. Όπως το θέτει και ο As Huey P. Newton: “Αντιτίθεσαι στο σύστημα όντας μέσ σ’ αυτό μέχρι να μετασχηματιστεί σε ένα καινούριο σύστημα”22.
Αν βρήκατε ενδιαφέρον το παρόν άρθρο σας συνιστούμε για διάβασμα και τα ακόλουθα σχετικά άρθρα: Decolonize the Frontiers: The Mississippi Delta, Organizing at the Frontiers: Appalachian Resistance to Pipelines, και The State Against Climate Change: Response to Christian Parenti.
1 Στμ. Μεταφασμένο από εδώ: http://blackrosefed.org/hothouse-earth-climate-catastrophe. Η BRNR είναι η Αναρχική Ομοσπονδίa Μαύρο Ρόδο (Black Rose Anarchist Federation/Federación Anarquista Rosa Negra), μια αναρχική πολιτική οργάνωση–δίκτυο με τοπικές οργανώσεις σε καμμιά δεκαριά πόλεις “που μοιράζονται ένα σύνολο κοινών πολιτικών και δημιουργούν ένα κοινό στρατηγικό όραμα για την οικοδόμηση ‘λαϊκής εξουσίας’ σε χώρους δουλειάς, γειτονιές, σχολεία και όλους τους τομείς της κοινωνίας προς τον στόχο του ελευθεριακού σοσιαλισμού” (από το “About Us”, http://blackrosefed.org).
2 Στμ. Λευκαύγεια ή άλβεδο (από το λατινικό albedo, λευκότητα): ο λόγος της ανακλώμενης προς την προσπίπουσα ακτινοβολία σε μία επιφάνεια.
3 Στμ. Στο πρωτότυπο: interglacial-like state. Μια “μεσοπαγετωνική” (interglacial) περίοδος είναι το γεωλογικό διάστημα θερμότερης μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας που διαρκεί χιλιάδες χρόνια και χωρίζει δύο διαδοχικές περιόδους παγετώνων στη διάρκεια μιας Εποχής Παγετώνων (Ice Age). Η τρέχουσα τέτοια μεσοπαγετωνική περίοδος του Ολόκαινου ξεκίνησε με το τέλος της περιόδου του Πλειστόκαινου, πριν από περίπου 11.700 χρόνια.
4 Στμ. Σημεία καμπής, στο πρωτότυπο tipping points: σημεία στα οποία μια σειρά μικρών αλλαγών γίνεται αρκετά σημαντική ώστε να προκαλεί μια μεγαλύτερης κλίμακας και σπουδαιότητας αλλαγή.
5 Justin McBrien. “Accumulating Extinction: Planetary Catastrophism in the Necrocene,” στο Anthropocene or Capitalocene? Nature, History, and the Crisis of Capitalism, ed. Jason W. Moore (Oakland: PM Press, 2016), σελ. 116.
6 Jason W. Moore. Capitalism in the Web of Life: Ecology and the Accumulation of Capital (Brooklyn: Verso, 2015), σελ. 278.
7 ό.π. 246.
8 Foster, John B., Brett Clark, and Richard York. The Ecological Rift: Capitalism’s War on the Earth (New York: Monthly Review Press, 2010), σελ. 65.
9 Moore, Jason W, Nature in the Limits to Capital (and vice versa), Radical Philosophy (September/October 2015), σελ. 193.
10 McBrien σελ. 116.
11 Richard Smith “Capitalism and the Destruction of Life on Earth: Six Theses on Saving the Humans”, Truthout, 10 Νοεμβρίου 2013.
12 Στμ. Στο πρωτότυπο biomes: μια μεγάλη φυσικά προκύπτουσα κοινότητα χλωρίδας και πανίδας που καταλαμβάνει έναν μείζονα βιότοπο, πχ. ένα δάσος ή η τούνδρα.
13 David Spratt και Philip Sutton. Climate Code Red: The Case for Emergency Action (Carlton North, Victoria.: Scribe Publications, 2008).
14 Troy Vettese, “To Freeze the Thames”, New Left Review 111 (May/June 2018), σελ. 73.
15 Jeff Shantz. Green Syndicalism: An Alternative Red/Green Vision (Syracuse, NY: Syracuse University Press 2012), σελ. 83.
16 ό.π. σελ. 112.
17 ό.π. σελ. 11.
18 ό.π. σελ. 73-83.
19 Meg Luxton: ”Feminist Political Economy in Canada and the Politics of Social Reproduction”, στο Kate Bezanson and Meg Luxton, eds., Social Reproduction: Feminist Political Economy Challenges Neo-Liberalism (Montreal: McGill-Queen’s University Press, 2006), σελ. 36.
20 Tithi Bhattacharya, “Introduction: Mapping Social Reproduction Theory”, στο Social Reproduction Theory: Remapping Class, Recentering Oppression, ed. Tithi Bhattacharya (London: Pluto, 2017), σελ. 1-20.
21 Steve D’Arcy: Environmentalism as if Winning Matters: A Self-Organization Strategy, Public Autonomy. 17 Σεπτεμβρίου 2014.
22 Alondra Nelson, Body and Soul: The Black Panther Party and the Fight Against Medical Discrimination. (Minneapolis: University of Minnesota Press, 2011), σελ. 63.