Temps Critiques1
το κείμενο σε pdf
Εισαγωγή της Μετάφρασης: Από μια μη-ευρωπαϊκή οπτική, τα συνεχιζόμενα κινήματα ενάντια στο “διαβατήριο εμβολιασμού” μπορεί να είναι εξίσου δύσκολο να τα συλλάβει κανείς όσο το να συλλάβει το θέαμα των Γάλλων χωροφυλάκων, οπλισμένων τόσο με όπλο όσο και με έναν ανιχνευτή ανάγνωσης QR κωδικών, περιτρυγιρισμένων από ένα πλήθος επιβατών λεωφορείου τους οποίους εξανάγκασαν να κατέβουν από αυτό ή το θέαμα των ίδιων χωροφυλάκων μαζεμένων γύρω από έναν ανοιχτό χώρο εστίασης στη Μασαλλία να σκανάρουν την κάρτα εμβολιασμού όλων των πελατών. Παρακάτω, έχουμε μεταφράσει μια ανάλυση των συνεχιζόμενων διαδηλώσεων στη Γαλλία ενάντια στο υγειονομικό πάσο που δημοσιεύτηκε από την ομάδα Temps Critiques τον Αύγουστο. Στο κείμενο αυτό βρίσκουμ<ε – πρώτα απ’ όλα – την ανάλυση σε βάθος μιας μάχης σε εξέλιξη στον απόηχο του μεγαλύτερου κινήματος που έχει δει η Γαλλία “μετά το 1968” (δηλαδή, τα “Κίτρινα Γιλέκα”), και ως εκ τούτου μια προσπάθεια να καταπιαστούμε με συνεχιζόμενες, έντονες διαδηλώσεις που μοιάζουν δυνητικά περισσότερο εθιμικές παρά στρατηγικές από μια πολιτική άποψη. Καθώς χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο αρχίζουν να βλέπουν όλο και πιο παρατεταμένες συγκρούσεις στον δρόμο, η θεωρητικοποίηση κινημάτων και του απόηχού τους γίνεται αναγκαία. Δεύτερον, παρ’ όλο που η διαχείριση της πανδημίας COVID διαφέρει σημαντικά από χώρα σε χώρα, η ένταση των κρατικών ελέγχων στη Γαλλία απαιτεί μια συζήτηση σχετικά με την κρατική διαχείριση, τα περιοριστικά μέτρα και τα πολιτικά κύματα σοκ της πανδημίας που ίσως είναι ευκολότερο να αποφευχθούν σε φαινομενικά ειρηνικά πλαίσια. Τρίτο, και τελευταίο, το κείμενο καταπιάνεται με το ερώτημα τι συνιστά ένα κίνημα, ένα ερώτημα που θα όφειλε να είναι κεντρικό σε οποιαδήποτε σκέψη και δράση αποκαλεί τον εαυτό της επαναστατική σήμερα.
— Ill Will, Σεπτέμβριος 2021
Εισαγωγή στη γαλλική έκδοση: Οι διαδηλώσεις ενάντια στο υγειονομικό διαβατήριο, που γίνονται εδώ και εφτά εβδομάδες και έχουν καταφέρει να διασχίσουν την συνηθισμένη καλοκαιρινή έρημο, έχουν καθεαυτές κάτι ξεχωριστό. Μερικοί βρίσκουν σε αυτές την ανάδυση ενός αυθόρμητου, θυμωμένου κινήματος όπως αυτό των Κίτρινων Γιλέκων· άλλοι, την ανάδυση μιας λαϊκιστικής βάσης ενός πρωτο-φασιστικού κινήματος που διασπείρει σύγχυση2. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει κάτι χωρίς προηγούμενο σε αυτές (μοναδικό σε κάθε πόλη, όπως στο Παρίσι όταν, στις 28 Αυγούστου, έλαβαν χώρα τέσσερις διαφορετικές διαδηλώσεις αλλά, επίσης, μοναδικό και σε κάθε πορεία) που απαιτεί ερμηνεία. Έτσι, δημοσιεύουμε εδώ την ακόλουθη ανάλυση από τους φίλους μας στο Temps critiques – μια ανάλυση που δεν είναι σίγουρο ότι μοιραζόμαστε αλλά που έχει αξία στην συνέχιση και διεύρυνση της συζήτησης.
—Lundi matin, Αύγουστος 2021.
Για το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, η απόφαση να πραγματοποιούν τις διαδηλώσεις τους τα Σάββατα ήταν κάθε άλλο παρά χωρίς σημασία: σηματοδοτούσε μια ρήξη με την συνδικαλιστική και εργατίστικη παράδοση που θέλει τις διαμαρτυρίες να γίνονται σε εργάσιμες μέρες. Όμως, αυτό που διακυβεύεται στην τωρινή περίπτωση δεν είναι “το κοινωνικό ζήτημα”, χωρίς να είναι όμως ούτε ένα κοινωνιακό ζήτημα3. Στις διαμαρτυρίες αυτές, ένα είδος μη-ταυτοποιημένου αντικειμένου απαιτεί αναγνώριση. Θα ξεκινήσουμε από αυτό το σημείο.
Ας αρχίσουμε με την αξιοπρόσεκτη γεωγραφική και κοινωνιολογική ποικιλομορφία των διαδηλώσεων: κάτοικοι από τις μεγάλες μητροπόλεις, “υπαιθρο-αστοί”4 από τις περιφέρειες, και κάτοικοι μικρών χωριών και των γύρω περιοχών τους, είναι επίσης παρόντες, όπως φανερώνεται από δεκάδες διαδηλώσεις που καλούνται σε ολόκληρη τη Γαλλία. Παρά την τάση των ΜΜΕ να επιμένουν ότι οι διαδηλωτές είναι πιθανότερο να προέρχονται από τα λιγότερο μορφωμένα, αν όχι τα λιγότερο προνομιούχα, στρώματα, υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία ηλικιακού, έμφυλου και κοινωνικού υποβάθρου. Αυτή η ποικιλία εκφράζεται συγκεκριμένα από το γεγονός ότι μεταξύ των διαδηλωτών κανείς δεν θα βρει μόνο, ούτε κυρίως, τους μη-εμβολιασμένους, εχθρικούς προς τα εμβόλια για την COVID και, a fortiori, προς τα εμβόλια γενικά, αλλά επίσης και εκείνους που είναι εμβολιασμένοι και εχθρικοί προς το υγειονομικό πάσο έστω και αν, για πραγματιστικούς λόγους, είναι εφοδιασμένοι με αυτό.
Η ποικιλομορφία αυτών που συμμετέχουν, και των κινήτρων τους, σημαίνει ότι η μετωπική αντίθεση στο υγειονομικό πάσο συνιστά το μοναδικό σημείο ενότητας μεταξύ των διαδηλωτών, πολλοί/ες εκ των οποίων αντέδρασαν ατομικά στα κυβερνητικά μέτρα για τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης και δεν έχουν παράδοση στην κοινωνική πάλη. Με αυτή την έννοια, μπορούμε να μιλήσουμε για ένα “μάζεμα” θυμωμένων ατόμων χωρίς ένα προφανές ή άμεσο πολιτικό δυναμικό, έστω και αν η αντίθεση στον Μακρόν έχει βοηθήσει στην αποκρυστάλλωσή του.
Ενώ η πλειοψηφία του πληθυσμού μοιάζει να έχει εγκαταλείψει κάθε πιθανότητα να καταλάβει το οτιδήποτε μπροστά στην χαοτική πορεία της διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης από το κράτος, και των πολυάριθμων αντιφατικών της εντολών, αυτή η δυσφορία αρχίζει να δίνει τη θέση της σε στάσεις άρνησης που σταδιακά έχουν εξελιχθεί από ιδιωτική δυσαρέσκεια σε δημόσια έκφραση. Αλλά καθώς ούτε η αντιπολίτευση ούτε τα συνδικάτα έχουν οποιοδήποτε εναλλακτικό πλάνο, αυτές οι διαδηλώσεις θυμού παραμένουν ιδιαίτερα μειοψηφικές. Αυτό ισχύει ακόμα και σε σύγκριση με τον αριθμό των διαδηλωτών στη διάρκεια του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων, παρά το γεγονός ότι τα σημερινά μέτρα επηρεάζουν πολύ περισσότερο κόσμο και σε διάφορα επίπεδα. Η διαφορά εδώ δεν είναι μόνο ποσοτική. Ακόμα και αν ήταν μια ψευδαίσθηση, τα Κίτρινα Γιλέκα όντως αισθάνονταν σαν να συγκροτούν “τον λαό” όταν φώναζαν το σύνθημα “Είμαστε όλοι/ες Κίτρινα Γιλέκα”, επειδή αισθάνονταν θύματα της πολιτικής των ισχυρών, και ήταν αυτή η αρχική θέση του θύματος που κατάφεραν, τουλάχιστον εν μέρει, να ξεπεράσουν μέσα από το κίνημα και την κοινότητα του αγώνα. Αυτό δεν συμβαίνει με τις τωρινές διαδηλώσεις, που ξέρουν ότι είναι μια μειοψηφία και ότι δεν είναι κατά κανένα τρόπο “θύματα” εκτός, ίσως, μιας πολιτικής την οποία αντιλαμβάνονται ως ασυνάρτητη και αυταρχική. Είτε σωστά είτε λαθεμένα, οι περισσότεροι βγάζουν το συμπέρασμα ότι είναι ακριβώς αυτή η έλλειψη συνοχής που καθιστά την εν λόγω εξουσία μη-νομιμοποιημένη5.
Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση φανερώθηκε με την πρώτη και απλούστερη ντιρεκτίβα της, που εκδόθηκε προς τους ηλικιωμένους: “μην πάτε στον γιατρό· μείνετε σπίτι και πάρτε μια παρακεταμόλη· αν τα συμπτώματά σας χειροτερέψουν, συμβουλευτείτε τον γιατρό σας ή καλέστε ένα ασθενοφόρο”. Σαν αποτέλεσμα, λίγοι άνθρωποι πήγαν αρχικά στον γιατρό και η εισαγωγή στο νοσοκομείο και τις ΜΕΘ, που ακολούθησε, θα μπορούσε, ίσως, να είχε αποτραπεί. Με αυτό το επίπεδο ασυναρτησίας, είναι δυνατό να καταλάβουμε γιατί μερικοί πρότειναν την χλωροκίνη…Έκτοτε, οι αρχές εστίασαν αποκλειστικά στην επιβολή ενός μοναδικού πρωτοκόλλου για εμβολιασμό – αυτό που προτάθηκε από επιστημονικές επιτροπές – σε αντίθεση προς μια ευρεία ποικιλία πιθανών μορφών θεραπείας, συμβατών δυνάμει με τον εμβολιασμό, οι οποίες θα είχαν λάβει υπόψιν την καθημερινή φροντίδα που παρέχουν οι θεράποντες γιατροί. Αντίθετα, τα Περιφερειακά Συμβούλια Υγείας (Agence Régionale de Santé, ARS) και η υπηρεσία Κοινωνικής Ασφάλισης έδωσαν εντολές στους γιατρούς να ευθυγραμμιστούν με την καμπάνια εμβολιασμού6, που εκείνη τη χρονική στιγμή δεν ήταν ακόμα υποχρεωτικός.
Μέχρι εκείνο το σημείο, και αν πρόκειται να πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις, ένα σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού εξακολουθούσε να τρέφει αμφιβολίες. Αναδύθηκε έλλειψη εμπιστοσύνης προς τα εμβόλια και αντίθεση στο υγειονομικό διαβατήριο – και όχι απλά στην ιδιωτική σφαίρα. Πρώτα, μέσα σε οικογένειες, όπου και δημιούργησε διαιρέσεις που η πρώτη καραντίνα δεν είχε αποκαλύψει· ύστερα, στα κοινωνικά μέσα, όπου εμφανίστηκε η ανάδυση ευρέως διαφοροποιούμενων κριτικών, εν μέρει επειδή τα κοινωνικά μέσα είναι επίσης ένα μέρος στο οποίο οι άνθρωποι “απελευθερώνονται”, κάτι που περιλαμβάνει και το να “παρασύρονται” από θεωρίες συνωμοσίας. Ο κρατικός έλεγχος αυτών των κοινωνικών δικτύων κατέληξε να γίνει ένα ιδιαίτερα φλέγον ζήτημα καθώς το περιεχόμενό τους δεν αναδύθηκε εντελώς στη δημόσια σφαίρα αλλά έδωσε ζωή σε ένα “underground” ενός καινούριου είδους. Αυτά που λέγονται εκεί συχνά ξεφεύγουν από κάθε είδος ελέγχου ή λογοκρισίας, η οποία είναι έτσι κι αλλιώς δύσκολο να επιβληθεί έξω από “ανελεύθερα” καθεστώτα (για να μιλήσουμε την πολιτικο-μηντιακή προπαγανδιστική γλώσσα7). Είναι ένα πρόβλημα που σιγοκαίει για σχεδόν είκοσι χρόνια αλλά είχε παραμείνει στην σκιά εξαιτίας του φαινομενικά ακίνδυνου (λόγω της περιθωριακότητας) χαρακτήρα των συζητήσεων που αναπτύσσονταν εκεί. Αν το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων είχε ήδη αποδείξει ότι τα κοινωνικά μέσα μπορεί να είναι το εκκολαπτήριο για κάτι άλλο εκτός από βλακώδεις συζητήσεις και ψευδείς ειδήσεις – επειδή το κίνημα σταδιακά ξεπέρασε τον καταπιεσμένο λόγο του εμφανιζόμενο καθαρά στο φως της μέρας – η πανδημία και τα μυστήριά της έχουν παγώσει για σχεδόν δύο χρόνια τώρα οποιοδήποτε κίνημα ή πρακτική, ενώ έδωσε στη συζήτηση στα κοινωνικά μέσα απόλυτη ελευθερία να συγκροτήσουν ένα είδος αντι-λόγου που είναι περισσότερο αντισυστημικός παρά κριτικός.
Παρ’ όλα αυτά, οι υπάρχουσες εξουσίες κατέγραψαν ένα ικανοποιητικό επίπεδο αποδοχής των μέτρων περιορισμού από την πλευρά του πληθυσμού που πίστευε στην αποτελεσματικότητά τους, μαζί με αυτό και των περιοριστικών μέτρων που συνδυάστηκαν με κοινωνικά μέτρα για να προσφέρουν μια μεγαλύτερη αποζημίωση για την μερική ανεργία. Η άφιξη στην αγορά εμβολίων, που υποτίθεται θα έλυναν κάθε πρόβλημα, θα έπρεπε να ενισχύσει ακόμα περισσότερο αυτή την ικανοποίηση. Αντί γι’ αυτό, οι ίδιες εξουσίες αιφνιδιάστηκαν από την εμφάνιση – στο περιθώριο, οπωσδήποτε, αλλά υποστηριζόμενης από την επιμονή της πανδημίας – μιας αντίθεσης, μιας ενόχλησης ή ακόμα και ανταρσίας εναντίον των περιοριστικών μέτρων που έχουν χάσει τη δύναμη να πείθουν στην πορεία μιας πανδημίας που τώρα θεωρείται ότι δεν έχει τέλος.
Οι αρχές έχουν αργήσει να συλλάβουν τη διαφορά ανάμεσα σε άνευ προηγουμένου περιοριστικά μέτρα και, συνεπώς, με χαρακτήρα εξαίρεσης – που γίνονται πολύ ευκολότερα αποδεκτά με δεδομένο ότι όλες οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν εφαρμόσει ανάλογες πολιτικές – και μέτρα όπως το υποχρεωτικό πάσο υγείας που έχουν συνέπειες στην καθημερινή ζωή και για τα οποία απουσιάζει οποιασδήποτε άμεσα προφανής σχέση με την πανδημία8. Από αυτό το σημείο, το άλμα στην ιδέα ότι αυτά τα μέτρα είναι ελευθεριοκτόνα9 [liberticides]10 δεν απέχει πολύ. Είναι το ίδιο που συμβαίνει με τον καιρό: το “πώς είναι αισθητός” κουβαλά περισσότερο φορτίο από οποιονδήποτε συνειδητό στοχασμό του πράγματος, και το “πώς είναι αισθητός” μπορεί αυθόρμητα να αποκτήσει μια ένταση που απαιτεί μια, σχεδόν χωρίς σκέψη, άμεση αντίδραση. Η πορεία στον δρόμο γίνεται έτσι ένας τρόπος ρήξης με την αορατότητα που καλλιεργείται από τα κοινωνικά μέσα, αφού κανείς ταυτόχρονα και την επιθυμεί αλλά και πάσχει από αυτήν. Την επιθυμεί επειδή δίνει την ψευδαίσθηση ότι θεραπεύει την εξατομίκευση των ατόμων από το κεφάλαιο· και πάσχει από αυτήν επειδή οι πολιτικοί και τα ΜΜΕ απεχθάνονται οτιδήποτε βγαίνει έξω από τα δίκτυα εξουσίας τους και αρνούνται στα κοινωνικά μέσα οποιαδήποτε δυνατότητα παρέμβασης, υποβαθμίζοντάς τα σε υπο-πολιτική. Αλλά η καινούρια αορατότητα που επιτεύχθηκε με αυτές τις διαδηλώσεις έχει μια σχετική μόνο δύναμη, επειδή τα νέα μέτρα δεν είναι σχεδιασμένα για να κρατάνε τον κόσμο κρυμμένο στο σπίτι του, είτε με τον περιορισμό, όπως συνέβαινε με την πρώτη καραντίνα, είτε με την αστυνομική βία που, παλιότερα, είχε σαν στόχο να σταματήσει τα Κίτρινα Γιλέκα από το να διαδηλώνουν. Ο έλεγχος του δημόσιου και του επαγγελματικού χώρου, που εφαρμόζεται στη διάρκεια της παρούσας κυβερνητικής διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης δεν έχει σαν στόχο έναν συγκεκριμένο ενσαρκωμένο εχθρό, ο οποίος πρέπει να πολεμηθεί – γιατί ο εχθρός είναι ο “ιός” – αλλά, μάλλον, έχει στόχο ολόκληρο τον πληθυσμό. Τούτου λεχθέντος, το κράτος δεν σκοπεύει πρωτίστως να ιχνηλατήσει την κίνηση των ατόμων, όπως ίσως στην Κίνα. Ο εξαναγκασμός στον εμβολιασμό, στο πλαίσιο της υγειονομικής κρίσης, δεν είναι ένας σκοπός αλλά ένα μέσο.
Η εξουσία προσπαθεί τώρα να εξουδετερώσει όσους είναι απείθαρχοι (είτε παθητικά είτε ενεργητικά) μπροστά στα τρέχοντα υγειονομικά μέτρα, “στιγματίζοντάς” τους αμέσως με την εμπλοκή τους σε κάποιες δραστηριότητες έξω από το σπίτι τους, είτε καθημερινές είτε όχι. Στην περίπτωση της Γαλλίας – μιας χώρας στην οποία οι διαμαρτυρίες δεν ήταν οι πρώτες στο είδος τους αλλά εμφανίζονται να είναι μεταξύ των πιο εκτεταμένων και των πιο συχνών – μια ομοβροντία μέτρων που είναι πιο περιοριστικά και πιο παραβιαστικά της υπάρχουσας νομοθεσίας σε σύγκριση με άλλες “φιλελεύθερες” δημοκρατίες, βρίσκεται στην καρδιά της σύγκρουσης. Για όσο οι υπάρχουσες εξουσίες αισθάνονται ότι έχουν έχουν την πλειοψηφία με το μέρος τους, αυτό που έχει σημασία είναι ότι όλοι ευθυγραμμίζονται – εξ ού και ο στιγματισμός “εκείνων με ένα κατώτερο μέσο επίπεδο εκπαίδευσης”, όπως οι δημοσκόποι και οι κοινωνιολόγοι αναφέρονται κατ’ ευφημισμόν σε αυτό που δεν είναι στην πραγματικότητα πληβειακό αλλά, παρ’ όλα αυτά, είναι και κάτι λιγότερο από εργατική τάξη. Και όμως, δεν θα είχε προκύψει σε κανέναν (είτε πολιτικούς είτε δημοσιογράφους), τουλάχιστον μετά την Τρίτη Δημοκρατία, να μεμφθεί αυτόν τον κόσμο για την έλλειψη εκπαίδευσής του όταν πήγαινε στην απεργία ή δήλωνε μαζικά ασθένεια11 ή διαδήλωνε την ανυπακοή του όπως το 1968. Είμαστε πίσω, στην εποχή του ταξικού μίσους…στην απουσία τάξεων με την ιστορική και μαρξική έννοια του όρου.
Οι τωρινές διαδηλώσεις δεν βασίζονται σε αντικειμενικά επιδεινούμενες συνθήκες που κάνουν τη ζωή δύσκολη και πάνω στις οποίες έχουν “ενεθεί”12 τα κυβερνητικά μέτρα μέχρι η κατάσταση να φτάσει σε ένα σημείο βρασμού – όπως ήταν η περίπτωση των Κίτρινων Γιλέκων. Σίγουρα, όπως μερικοί δημοσιογράφοι και κοινωνικοί επιστήμονες έχουν προσπαθήσει να επισημάνουν, ακόμα και αν ο ιός επηρεάζει τόσο τους πλούσιους όσο και τους φτωχούς, η ευαλωττότητα σε αυτόν και η πρόσβαση σε περίθαλψη δεν είναι οι ίδιες για όλους13. Αλλά δεν είναι αυτό που αναδεικνύεται από τις διαδηλώσεις και, για μας, αυτό δεν είναι καν αξιοπρόσεκτο. Αυτό που είναι σημαντικό είναι η υποκειμενική εκτίμηση της πανδημίας14. Εκτός από κάποιους ακραίους, υπάρχουν, από τη μια μεριά, επιστήμονες15 και συγκεκριμένοι υλιστές μαρξιστές που έχουν ξαφνικά (στην εξέλιξη της πανδημίας) περάσει από το μίσος προς τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες, που κερδοσκοπούν από την καπιταλιστική εκμετάλλευση του “υγειονομικού μας κεφαλαίου”, στην ευλαβική έκφραση σεβασμού στην πρόοδο της επιστήμης (η οποία, στην πορεία, πρέπει να έχει γίνει ουδέτερη) που κατέστησε διαθέσιμο σε χρόνο ρεκόρ το εμβόλιο-θαύμα. Και, από την άλλη, είναι εκείνοι που βρίσκονται λίγο-πολύ σε ολική άρνηση, “μέσοι” άνθρωποι που έχουν εγείρει αμφιβολίες για τις καθυστερήσεις, τις ανατροπές, τα ψέμματα, ίσως, των πολιτικών και των ακαδημαϊκών φωστήρων (μάσκα, όχι μάσκα· μέσα, όχι έξω, μετά έξω· το εμβόλιο είναι ελευθερία, όχι το εμβόλιο προστατεύει αλλά είναι απαραίτητο να διατηρήσουμε σε ισχύ τους περιορισμούς, το εμβόλιο αποτρέπει…όχι δεν αποτρέπει…κλπ.). Ποιος δεν ήταν έτοιμος να ακούσει τον Raoult ή τον Fouché16 όταν ισχυρίζονταν αρχικά ότι ήταν, πάνω απ’ όλα, αναγκαίο να θεραπευτούν οι ασθενείς – πριν κουραστεί από αυτούς τους ισχυρισμούς, εξίσου προστακτικούς με των επισήμων επιστημόνων; Οι δημοσιογράφοι επέστρεψαν τα πυρά μιλώντας μας για μια “επιστημονική κοινότητα” που δεν υπάρχει. Δεν υπήρχε τίποτα για να δούμε εδώ – μόνο υπακοή. Αλλά ακόμα και οι υγειονομικοί, οι οποίοι (όπως λένε οι εξουσιάζοντες) στη διάρκεια της πρώτης καραντίνας, που ήταν και η πιο έντονη φάση της μάχης ενάντια στον ιό, συμπεριφέρθηκαν “όπως έπρεπε”, είναι τώρα δαχτυλοδειχτούμενοι αν εκφράσουν την ελάχιστη έστω αμφιβολία για την ανάγκη του δικού τους εμβολιασμού και απειλούνται με αναστολή εργασίας αν αρνηθούν.
Αντιμέτωπες με τον πολλαπλασιασμό των υγειονομικών μέτρων και τις δικές τους εμφανείς ασυνέπειες17, δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι οι διαμαρτυρίες ποικίλουν ανάλογα με τις επιθυμίες κάθε προσώπου, το πλαίσιο (δουλειά, καθημερινή ζωή, σχόλη) ή την στιγμή. Μεταφέρουν, πάνω απ’ όλα, μια τεράστια ανομοιότητα ανησυχιών, που ποικίλουν από συνωμοσιολογικές ερμηνείες των κυβερνητικών μέτρων, την απόρριψη του εμβολίου, την απόρριψη της ιχνηλάτησης των ατόμων από το κράτος. Παρ’ όλο που οι αντιδράσεις αυτές δεν είναι οι ίδιες, αυτό που έχουν ως κοινό είναι ότι αποτελούν θέσεις που σημαδεύονται από μια απομόνωση από έναν Γαλλικό λαό ο οποίος εμβολιάζεται μαζικά, έστω και αν όχι για τους ίδιους λόγους18.
Όπως και με τα Κίτρινα Γιλέκα, ο αγώνας για ορατότητα μοιάζει να κυριαρχεί μέχρι να αποσπαστεί από οποιοδήποτε ακριβές περιεχόμενο. Εδώ, για παράδειγμα, ακόμα και η άρνηση του υγειονομικού πάσου (από ανθρώπους που το έχουν), αν ληφθεί από μόνο της, μοιάζει σαν αντιπολίτευση στον Μακρόν και σε ό,τι αντιπροσωπεύει. Ο κίνδυνος είναι να γίνει μοναδικός στόχος του κινήματος η επέκταση αυτής της ορατότητας και, συνεπώς, να γίνει ανίκανο να αντιμετωπίσει την ποικιλομορφία ή ακόμα και την ασυμβατότητα των διαφωνιών που εκφράζονται από όσους/ες συμμετέχουν. Με την έννοια αυτή, παραπλανούν τον εαυτό τους σε σχέση με την αντιπολιτευτική τους συναίνεση, η οποία είναι ως επί το πλείστον πλασματική. Περισσότερο πλασματική, τουλάχιστον αυτή τη στιγμή, από αυτήν των Κίτρινων Γιλέκων, των οποίων το κίνημα ακολούθησε μια πορεία βαθμιαίας ταχείας ανάπτυξης19 από τα αρχικά του κίνητρα στην αποστασιοποίησή του από τις επιταγές και τις νόρμες της καπιταλιστικής κοινωνίας, σε αντίθεση (μέχρις ώρας) με το κίνημα ενάντια στο υγειονομικό πάσο.
Είναι η πιθανότητα μιας τέτοιας εξέλιξης, που η κυβέρνηση εξετάζει αυτή τη στιγμή, ακόμα και αν αποδέχεται ένα μεγάλο περιθώριο λάθους βασιζόμενη στην ούτως ή άλλως υπαρκτή διαίρεση μεταξύ των “υπέρ” και των “κατά”. Παρ’ όλα αυτά, το γεγονός ότι αυτή η διαίρεση υπάρχει δεν είναι λόγος να δεχθούμε τοις μετρητοίς την απεικόνιση από την κυβέρνηση των εμβολιασμένων ως ανθρωπιστών και των μη-εμβολιασμένουν ως εγωιστών. Ο στιγματισμός, η απόδοση φταιξίματος, η διαίρεση – αυτή είναι η μέθοδος που έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στην πολιτική και ακόμα και οι νεοφώτιστοι του Μακρόν μπορούν να την εκτιμήσουν. Γι’ αυτόν τον λόγο, οι “φροντιστές” (νοσηλευτές, ASH, και βοηθοί φροντιστές, κυρίως), που είναι αδιαμφισβήτητα το περισσότερο αντιπροσωπευόμενο επάγγελμα στις διαδηλώσεις, και αυτοί που επέδειξαν τον “αλτρουισμό” τους στην πρώτη καραντίνα, μπορούν να “δανείσουν” λίγη κοινή λογική σε αυτό που φαίνεται να υπάρχει παντού. Όσον δε αφορά τα συνδικάτα, η προσπάθεια της CGT και της SUD-Santé να συνδέσουν τον αγώνα ενάντια στον υποχρεωτικό εμβολιασμό και το υγειονομικό πάσο με τον αγώνα εναντίον της διάλυσης του δημόσιου νοσοκομείου, δίνει την εικόνα μιας κοινής τροχιάς. Με δεδομένες τις εντάσεις μεταξύ των συνδικάτων και τον κορπορατισμό του επαγγέλματος, δεν μπορούμε να είμαστε εντελώς σίγουροι ότι δεν υπάρχει επί τω έργω εδώ μια ταχυδακτυλουργία, μια ταχυδακτυλουργία του ίδιου τύπου με αυτήν πίσω από την υποτιθέμενη σύγκλιση των νοσοκομειακών με τα Κίτρινα Γιλέκα πριν από δύο χρόνια. Έχοντας πει αυτό, και ενώ δεν έχουν παρθεί μέτρα για την αντιστροφή της συνεχιζόμενης αποσύνθεσης του δημόσιου νοσοκομείου στη Γαλλία, και των συστημάτων υγείας γενικά σε χώρες όπως η Αγγλία, η Ισπανία ή η Ιταλία, οι δημόσιες αρχές κατηγορούν τώρα όσους δεν συμμορφώνονται στις εντολές ως αυτούς που προκαλούν μελλοντικές καθυστερήσεις σε σοβαρά χειρουργεία στα νοσοκομεία. Είναι επομένως κατανοητό ότι είναι οι ίδιοι οι φροντιστές υγείας, και όχι μόνο τα συνδικάτα τους, που “την έχουν άσχημα”.
Και πάλι, τα ΜΜΕ τείνουν να δίνουν έμφαση στο ότι το επίπεδο αποδοχής των υγειονομικών μέτρων μεταξύ του υγειονομικού προσωπικού συσχετίζεται με το επίπεδο της εκπαίδευσής τους. Από αυτή τη σκοπιά, το κράτος του Μακρόν είναι μοναδικό σε σύγκριση με τον Γκωλικό ή τον Μιττερανικό προκάτοχό του. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε απλά με μια πολιτική κυβέρνηση ή έστω έναν πολιτικό, αλλά μια έκθεση υποτιθέμενων “ηγετών” που έχουν προκύψει από το πουθενά20. Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη ότι ο αυθορμητισμός των νέων “μαζών” συνίσταται ουσιαστικά στο να καλεί για την παραίτηση των κυβερνώντων, αν όχι και για την καρατόμηση κεφαλιών.
Παρ’ όλα αυτά, τα ΜΜΕ σημαίνουν, περιστασιακά, συναγερμό. Σε ένα πρόσφατο σημείωμα της σύνταξης η φωνή του κυρίου, η Le Monde, ανησυχεί για την προσέγγιση της κυβέρνησης στην πανδημία. Η προσέγγιση της κυβέρνησης δεν είναι αρκετά εκπαιδευτική· θα ήταν καλλίτερο να εφαρμόζεται η πρόληψη παρά η καταστολή21· οι αυταρχικές αποφάσεις στο πεδίο της υγείας δεν θα μπλοκαριστούν αν η αναγκαιότητά τους επιβάλλεται από μια πολύ μεγάλη πλειοψηφία που αναγνωρίζει την πραγματικότητα της κατάστασης επείγουσας ανάγκης. Αυτό είναι που “δούλεψε” στη διάρκεια της αυτοσχέδιας διαχείρισης στην πρώτη καραντίνα αλλά που δεν θα μπορούσε να διαρκέσει γιατί παρατεταμένες επιχειρήσεις δεν μπορούν πλέον να καταφύγουν σε μια επείγουσα ανάγκη που γίνεται αρκετά σχετική, όπως βλέπουμε, για παράδειγμα, στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων στις 10 και 11 Αυγούστου, και η οποία είναι στην πραγματικότητα περισσότερο ζήτημα μιας “απόλυτης κλιματικής επείγουσας ανάγκης”.
Πίσω από την ρητορική που προσπαθεί να βρει μια αποτελεσματική ισορροπία ανάμεσα στην “διαπαιδαγώγιση” και την εξουσία, υπάρχει ο φόβος για ένα καινούριο κίνημα Κίτρινων Γιλέκων, καθώς τώρα μοιάζει αυτό να έχει αντικαταστήσει τον Μάη του 1968 ως το μέτρο σύγκρισης στην εκτίμηση των απειλών για τη συνέχεια του κράτους. Αλλά δεν υπάρχει κίνημα Κίτρινων Γιλέκων γιατί, προς το παρόν, φαίνεται να υπάρχει μόνο κάποιο είδος άμεσης διαμαρτυρίας που παλεύει να γίνει ένα κίνημα. Δεν βλέπουμε, ως επί το πλείστον, χαρακτηριστικά σύμβολα, μόνο μερικά μεμονωμένα, ούτε συλλογικά πανό ούτε Κίτρινα Γιλέκα σε μεγάλους αριθμούς, έστω και αν κάποιες στιγμές έχει κανείς την εντύπωση ότι (αν και χωρίς τα γιλέκα τους) συνεχίζουν να διαμοφρώνουν τις διαδηλώσεις εναντίον της εξουσίας, γενικά, και στον Μακρόν ειδικότερα. Αν αυτό το τελευταίο ήταν συχνά περισσότερο υπόδηλο παρά ρητό, ο “λαός-σε-σύντηξη”22 που [τα Κίτρινα Γιλέκα] αντιπροσωπεύουν. απέχει πολύ από το να βρεθεί στις διαδηλώσεις ενάντια στο υγειονομικό πάσο. Η ιδέα “Είμαστε όλοι Κίτρινα Γιλέκα” έχει γίνει για μια ακόμα φορά αδιανόητη για εκείνα τα άτομα που ο τρόπος που διαμαρτύρονται είναι ουσιαστικά ατομικός. Το κίνημα δεν έχει βρει έναν “αναμεταδότη”, όπως οι κόμβοι [για τα Κίτρινα Γιλέκα], οι οποίοι ευθυγράμμισαν τον τόπο (την περιφέρεια) και τα αρχικά κίνητρα (τιμή των καυσίμων, μετακίνηση), ικανοποιώντας, ταυτόχρονα, την ανάγκη εκείνη που κάθε κίνημα αισθάνεται να βρει μια κοινωνική βάση που να λειτουργεί ως τόπος συζητήσεων, ζωντάνιας και συντροφικότητας, χρησιμεύοντας, επίσης, δυνητικά ως μια τουλάχιστον προσωρινή βάση αντίστασης και μακρόχρονης συνέχισης της πάλης.
Αντιμέτωπα με αυτή την έλλειψη ή κενό, που αντιπροσωπεύεται από την απουσία μιας συλλογικότητας (ενώ υπήρχαν ομάδες Κίτρινων Γιλέκων), πρώην μέλη των Κίτρινων Γιλέκων έχουν γίνει ένα είδος μαχητικής βάσης και μνήμης, που συγκροτεί μια γέφυρα για καινούριους διαδηλωτές που υποστηρίζουν, ή λένε ότι υποστηρίζουν τα Κίτρινα Γιλέκα, και πολλοί από τους οποίους σε αυτή τη φάση διαδηλώνουν για πρώτη φορά. Η αντιπολιτευτική ακολουθία των τελευταίων χρόνων – το κίνημα των πλατειών (παρά τις δυνάμει κριτικές για τον φορμαλισμό του), ο αγώνας ενάντια στον Εργασιακό Νόμο, το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, και συγκεκριμένες δράσεις ή πρωτοβουλίες σχετικά με τον αγώνα ενάντια στην μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού – δείχνει την έκταση στην οποία οι διαδηλώσεις από τα “αριστερίστικα” εργατικά σωματεία και συνδικάτα έχουν γίνει υλικό ενός τελετουργικού αρχαϊσμού που ελάχιστα ταρακουνήθηκε από τις μεταμοντέρνες διαστάσεις μιας “κεφαλής της πορείας” που έχει γίνει η ίδια εθιμοτυπική στο σύντομο διάστημα δύο ή τριών χρόνων. Ακόμα και αν οι σημερινές διαδηλώσεις δεν συνιστούν ένα κίνημα, αντηχούν οι ίδιες λίγη από τη δύναμη αυτών των αγώνων των πρόσφατων χρόνων, αν μη τι άλλο στην επανάχρηση συγκεκριμένων συνθημάτων ή στην επιμονή τους για διαδήλωση, είτε αυτό επιτρέπεται είτε όχι, στο πλαίσιο ενός κράτους έκτακτης ανάγκης.
Το μέλλον της αντίθεσης στο υγειονομικό πάσο εξαρτάται από την σχέση ανάμεσα στην υποταγή και τον θυμό, χωρίς να διαφαίνεται κάποια συνέχεια πέρα από την επανάληψη του θυμού, αφού και η σύγχρονη κυριαρχία της δικτυακής μορφής του κράτους τείνει να καταπνίγει κάθε διαμεσολάβηση και, επομένως, κάθε προοπτική διαπραγμάτευσης που σε προηγούμενες φάσεις καθιστούσαν εφικτό το προχώρημα όχι σποραδικά αλλά με μια σταδιακά αναπτυσσόμενη πάλη από την οποία μπορούσε να αναδυθεί μια ισορροπία δυνάμεων. Εδώ, σίγουρα ο θυμός συσσωρεύεται αλλά δεν έχει τον χαρακτήρα της “προλεταριακής εμπειρίας” που αντικειμενικοποιούσε την ταξική πάλη και την ενέγραφε σε κύκλους αγώνων και, συνεπώς, σε συνέχειες και ασυνέχειες με περιόδους μεγαλύτερης και μικρότερης έντασης, που διαδέχονταν η μια την άλλη στον χρόνο. Ούτε έχει τον χαρακτήρα λιτανείας του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων, το οποίο, αφού έφτασε, και στη συνέχεια ξεπέρασε, τον ενθουσιασμό του διαστήματος Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου του 2018, είχε την ικανότητα να διατηρήσει τον εαυτό του για ένα χρονικό διάστημα χάρις στις ανταλλαγές και τους δεσμούς που εκκολάφθηκαν στους κόμβους, κάτι που διευκόλυνε άλλες δράσεις όπως αποκλεισμούς, δημιουργία συνείδησης και πέρα από τα Σάββατα των διαδηλώσεων και άλλες μορφές όπως οι γενικές συνελεύσεις – με λίγα λόγια δράσεις που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε “μαχητικές”. Ένα σύμπλεγμα δράσεων και ανθρώπων που παρήγαγαν μια συνείδηση συμμετοχής σε κάτι που ήταν κάτι περισσότερο από ένας συλλογικός αγώνας: μια συλλογική περιπέτεια. Μαζί με την ευρεία υποστήριξη από τον κόσμο, αυτό ήταν που επέτρεψε στα Κίτρινα Γιλέκα να αντέξουν για τόσο καιρό ενάντια στις επιθέσεις (τόσο από τα ΜΜΕ όσο και την αστυνομία) βδομάδα τη βδομάδα.
Εδώ, η αίσθηση ότι τίποτα δεν έχει στην πραγματικότητα ξεκινήσει, δίνει σε κάποιον την εντύπωση ότι η ίδια η χρονικότητα εξαφανίστηκε. Ακόμα και αν οι διαδηλώσεις ενάντια στο υγειονομικό πάσο είναι άμεσα κατά των κρατικών μέτρων και της πρόχειρης διαχείρισης της πανδημίας, δεν έρχονται αντιμέτωπες με το κράτος. Αυτό εξηγεί τη διαφορά στον τρόπο που η αστυνομία αντιμετωπίζει τους διαδηλωτές. Η βίαιη ένταση που κυριάρχησε στις χτεσινές διαδηλώσεις αντικαταστάθηκε σήμερα από ένα απλό θέαμα της σύγκρουσης. Η κατάσταση είναι παράδοξη: το κράτος είναι σε μια κατάσταση εξαίρεσης ακόμα περισσότερο τώρα απ’ ό,τι πριν, αλλά οι αντίπαλοί του δεν είναι εχθροί του κράτους· απλά δεν βρίσκονται στην “ίδια σελίδα”. Σε αυτόν τον βαθμό, οι επαναλαμβανόμενες διαδηλώσεις, στην απουσία οποιουδήποτε αξιοσημείωτου κέρδους από τη μια βδομάδα στην άλλη, είναι προς το παρόν απόλυτα ελεγχόμενες από το κράτος και προς όφελός του. Οι διαδηλωτές εκφράζουν τους εαυτούς τους αλλά παρουσιάζονται ως αυτοί που χαλάνε τη “σωστή στάση” που, στη Νέα γλώσσα23 της κοινωνίας μας, έχει ήδη αντικαταστήσει την παλιά “στάση του πολίτη”. Σε αυτόν τον βαθμό, και όπως έχουμε δει προηγουμένως, αν είμαστε όντως σε ένα κράτος εξαίρεσης από την έναρξη του πολέμου στον τρόμο, την αμφισβητούμενη εφαρμογή του νόμου της “παγκόσμιας ασφάλειας” και, τώρα, την κατάσταση έκτακτης ανάγκης γύρω από την πανδημία, δεν πρόκειται για ένα κράτος εξαίρεσης με την έννοια που θεωρητικοποιήθηκε από τον Καρλ Σμιτ ή τον Τζόρτζιο Αγκάμπεν24.
Ενώ προηγούμενες διαδηλώσεις ήταν είτε αυθόρμητες είτε αναδύονταν μέσα από κοινωνικά δίκτυα, αυτές ενάντια στο υγειονομικό πάσο ήταν περισσότερο οργανωμένες, με την έννοια ότι καλέστηκαν, αν δεν ξεκίνησαν κιόλας, από πολιτικές φράξιες όπως οι “Πατριώτες”, που κατάλαβαν ότι δεν είχαν να κάνουν με μια ή περισσότερες συντονισμένες συλλογικότητες25 και, συνεπώς, επιδίωξαν να εκμεταλλευτούν τις διαδηλώσεις πριν από τις προεδρικές εκλογές, προτείνοντας διαδρομές τις οποίες μπορούσαν να υποβάλλουν επίσημα [στην αστυνομία]. Πέρα από την προσπάθεια πολιτικής διείσδυσης σε μια πολιτική ομάδα26, αυτό που θριάμβευσε εδώ ήταν ένας συγκεκριμένος πραγματισμός σε σχέση με το να επιτραπούν οι διαδηλώσεις και την επιβεβαίωση ότι θα μπορούσαν να προχωρήσουν χωρίς πολλές συγκρούσεις, στο όνομα της ελευθερίας αλλά με σεβασμό στην τάξη. Η στρατηγική, λοιπόν, αυτών των διαδηλώσεων διαφέρει από αυτήν των Κίτρινων Γιλέκων που προσκολλήθηκαν γερά στην ιδέα ότι η διαδήλωση δεν είναι ένα κεκτημένο δικαίωμα, όπως τα συνδικάτα και διάφοροι υποστηρικτές της ελευθερίας νομίζουν, αλλά ένα είδος φυσικού δικαιώματος στην ανυπακοή, στη γραμμή του συντάγματος του 1793, ένα δικαίωμα που δεν είναι διαπαργματεύσιμο. Και για να δειχτεί ότι ο πραγματισμός στην πραγματικότητα ήταν αποκλεισμένος, αυτή η αντίληψη δεν έπαψε να λειτουργεί στις διαδηλώσεις στο Παρίσι που συνεχίστηκαν παρά το γεγονός ότι, νωρίς μετά την Άνοιξη του 2019, δεν ήταν πια δυνατόν να δημιουργηθεί μια “άγρια” διαδήλωση27. Συνεπώς, εντός του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων, και αφήνοντας το Παρίσι στην άκρη, το ζήτημα να παρθεί ή όχι άδεια [για μια διαδήλωση] ήταν το αντικείμενο πολύ έντονων αντιπαραθέσεων που ανανεώνονταν κάθε βδομάδα. Αυτό δεν συμβαίνει στην περίπτωσή μας τώρα. Δεν υπάρχουν κατηλειμμένα μέρη, υπάρχει πολύ λίγος χρόνος συνάντησης και μόνο περιθωριακές δράσεις που προκύπτουν στη διάρκεια της εβδομάδας. Αν και μερικοί αριστεροί ακτιβιστές προσπαθούν να “μπολιάσουν” την έννοια της γενικής συνέλευσης στον αγώνα, ο ξεπερασμένος χαρακτήρας της ήταν ήδη εμφανής σε όλους την περίοδο των Κίτρινων Γιλέκων και, σήμερα, μοιάζει ακόμα πιο αποκομμένη από την ενέργεια των διαδηλώσεων.
Από την περίοδο που τα Κίτρινα Γιλέκα άφησαν το σημάδι τους στο συλλογικό πνεύμα, τα Σάββατα μπορούν να συνυπάρξουν πολλαπλές διαδηλώσεις. Η συνήθεια της διαδήλωσης χωρίς επίσημη δήλωση έχει ανοίξει τη δυνατότητα μάλλον για τη διάχυση ποικίλων πρωτοβουλιών παρά τη συγκέντρωση, κάθε φορά, των δυνάμεων: μια συνύπαρξη όλων των δυσαρεστημένων και εξεγερμένων. Έτσι, στο Παρίσι, στις 21 Αυγούστου του 2021, υπήρχαν τουλάχιστον τέσσερις διαδηλώσεις, κάποιες από τις οποίες είχαν καλέστεί από τα Κίτρινα Γιλέκα. Αυτός ο συνδυασμός ατόμων, περισσότερο ετερογενών παρά σχετιζόμενων, δεν είναι ικανός να βρει μια κοινή γραμμή κατεύθυνσης, καθώς το μείγμα των πιο απίθανων θέσεων γεννά, αντίθετα, μόνο την εντλώς ελάχιστη ενότητα. Αυτή η απουσία κατευθυντήριων γραμμών επιτρέπει στις διαδηλώσεις να επιμένουν πέρα από τις πολιτικές διαιρέσεις και τις ατομικές θέσεις.
Αυτή καθεαυτή η επανάληψη της διαδήλωσης, στο μοντέλο των Σαββάτων των Κίτρινων Γιλέκων, μοιάζει να φέρνει στο τέλος της οποιαδήποτε αναφορά στην ταξική πάλη – ολοκλήρωση μιας τάσης ορατής ήδη στη διάρκεια των Κίτρινων Γιλέκων. Το κόκκινο νήμα έχει εξ ολοκλήρου κοπεί, έστω και αν δεν είναι οι διαδηλωτές που το έκοψαν. Συνεπώς, αναφορές σε προλεταριακά κινήματα δεν απορρίπτονται, όπως είχε συμβεί ίσως στην αρχή του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων – απλά αυτά είναι άγνωστα, κάτι που, από την άλλη, δεν σημαίνει και ότι δεν έχουν ακουστεί πέραν των λίγων πολιτικών ή συνδικαλιστών ακτιβιστών που συμμετέχουν. Το ταξικό φαντασιακό είναι λιγότερο παρόν επειδή κυριαρχεί η αμεσότητα της άρνησης. Η αναφορά στην γαλλική επανάσταση επιμένει, αλλά είναι περισσότερο αναφορά στην επανάσταση του 1792 παρά αυτήν του 1793. Η πρώτη στροφή της Μασσαλιώτιδας τραγουδιέται, λίγο-πολύ, αρκετά συχνά, μια μεμονωμένη τρίχρωμη σημαία κυματίζει, αλλά δεν είναι τίθεται πλέον ζήτημα “να την ακολουθήσουμε”.
Αν το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, όπως έχουμε ήδη πει, προσπάθησε να υπερβεί τα αρχικά του κίνητρα, σήμερα είμαστε σε μια εντελώς διαφορετική κατάσταση ενδεικτική, η ίδια, της φύσης της κεφαλαιοποιημένης κοινωνίας. Οι διαδηλώσεις δεν “γνέφουν” σε οποιαδήποτε “επόμενη μέρα”. Ακόμα χειρότερα, είναι μόνο οι υπάρχουσες εξουσίες και τα ΜΜΕ, ιδιαίτερα, που έχουν τολμήσει να θέσουν το ερώτημα της “επόμενης μέρας”, επειδή το τέλος της πρώτης καραντίνας άνοιξε τη δυνατότητα να ρωτήσει κανείς κάτι άλλο – και αυτό είναι που έρχεται στο μυαλό ακόμα και αυτών που κυβερνούν. Είτε είναι κανείς υπέρ των διαδηλώσεων σήμερα είτε όχι, το διακύβευμα σε αυτές δεν είναι η επόμενη μέρα αλλά μόνο, πιθανόν, η αντίσταση σε αυτό που θα μπορούσε να γίνει ακόμα χειρότερο.
Αυτό που βρίσκουμε, αντίθετα, είναι μια εντελώς ισοπεδομένη μορφή, είναι η επιταχυνόμενη εικονοποίηση του κόσμου με τον αυξημένο ρόλο των GAFAM [Google, Apple, Facebook, Amazon, Microsoft] μέσω της τηλεμετακίνησης, των ελέγχων των κωδικών QR κοκ. Με τον ίδιο τρόπο που “οι νεκροί αρπάζονται από τους ζωντανούς”28 (Μαρξ) στον κόσμο της εργασίας, με την επικράτηση της τεχνοεπιστήμης στην ανάπτυξη του κεφαλαίου, οι τεχνολογίες της πληροφορίας έχουν αρχικά αντικαταστήσει τις κοινωνικές σχέσεις, οι οποίες εμποδίζονταν από τους περιορισμούς, για να φτάσουν, στη συνέχεια, να τους συνοδεύουν, όπως μπορούμε να δούμε σήμερα με το υγειονομικό πάσο.
26 Αυγούστου 2021
Δημοσιεύτηκε αρχικά στην Lundi matin #302 και στο Temps Critiques. Μετάφραση από το Ill Will.
1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://illwill.com/non-movement.
2 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: Τα αριστερά γαλλικά ΜΜΕ και οι ακαδημαϊκοί χρησιμοποιούν τον όρο “confussionisme” για να περιγράψουν το θόλωμα – δυνητικά εσκεμμένο και συχνά συνδεόμενο με θεωρίες συνωμοσίας – των παραδοσιακών διαιρέσεων μεταξύ της ακροδεξιάς και ακροαριστερής πολιτικής σκέψης και ορολογίας.
3 Στμ. Κοινωνικό (Social) είναι ένα επίθετο που σημαίνει αυτό που “ταιριάζει στην κοινωνία και την οργάνωσή της” ή που “χρειάζεται συντροφικότητα και συνεπώς ταιριάζει καλλίτερα με τη ζωή σε κοινότητες”. Από την άλλη πλευρά, κοινωνιακό (Societal), είναι ένα επίθετο που σημαίνει “σχετικό με την κοινωνία ή τις κοινωνικές σχέσεις”. Ακόμα και σήμερα, το κοινωνικό είναι πιθανότερο να εμφανιστεί σε φράσεις που αναφέρονται σε άτομα, όχι ομάδες, όπως στις “κοινωνική προδιάθεση”, “κοινωνική ενασχόληση” και “κοινωνική ζωή”. Το επίθετο κοινωνιακό, από την άλλη, χρησιμοποιείται σε συγκείμενα όπως τα “κοινωνιακή πίεση [πίεση από την κοινωνία] για συμμόρφωση”, παρ’ όλο που ο όρος κοινωνικός διατηρεί ακόμα την ίδια σημασία χρήσης όπως στη φράση “κοινωνικοί θεσμοί”, που αναφέρονται σε διάχυτες παραδόσεις, όχι μέρη που οι άνθρωπο συχνάζουν.
4 Στμ. Στο πρωτότυπο: rurbanites, η λέξη, προφανώς σύνθεση των λέξεων rural και urban, δηλώνει ένα άτομο που ζει σε μια υπαιθροαστική [rurban] περιοχή, μια περιοχή με περιβάλλον υπαίθρου στις παρυφές του αστικού ιστού. Με άλλα λόγια, ένα άτομο που ζει στην ύπαιθρο αλλά δουλεύει στην πόλη.
5 Στμ. Είναι μόνο έτσι; Δεν υπάρχει – από μια μερίδα τουλάχιστον, διαφωνία “επί της αρχής”, ιδεολογική, είτε από την αντιδραστική είτε από τη ριζοσπαστική σκοπιά; Για παράδειγμα, αντιεμβολιασμός, συλλήβδην αντιεπιστημονισμός ή, από τη δική μας σκοπιά, εναντίωση στα ολοκληρωτικού τύπου μέτρα; Δεν νομίζουμε, με άλλο λόγια, ότι ο κόσμος αντιδρά μόνο στην “ασυναρτησία” των μέτρων αλλά και στην ίδια την ουσία τους, όπως την προσλαμβάνει καθένας.
6 Χρησιμοποιούνται και σήμερα ακόμα για τη διανομή δόσεων του AstraZeneca που, δικαιολογημένα ή όχι, δεν προτιμά κανείς.
7 Στμ. Στο πρωτότυπο: political-mediatic Newspeak.
8 Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι όλα αυτά συμβαίνουν στο πλαίσιο ενός κράτους έκτακτης ανάγκης που ξεκίνησε ενάντια στην τρομοκρατία και στη συνέχεια διατηρήθηκε ή ενεργοποιήθηκε εντός του σχεδίου του νόμου της “παγκόσμιας ασφάλειας”.
9 Στμ. Στο πρωτότυπο: libercidal.
10 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: ο όρος στα Γαλλικά “liberticide” είναι μια έκφραση της καθομιλουμένης που σημαίνει τον θάνατο των δικαιωμάτων ή των ελευθεριών, ανάλογα με τον όρο πατροκτονία [patricide]. [Στμ. Το αγγλικό κείμενο της παρούσας σημείωσης αναφέρει: “is a colloquialism that means the death of liberties or freedoms”. Αποδίδουμε τους όρους liberties και freedoms, των οποίων η διαφορά είναι όντως λεπτή, ως δικαιώματα και ελευθερίες αντίστοιχα].
11 Στμ. Στο πρωτότυπο: sick-out, μια μορφή απεργιακής δράσης στην οποία όλοι οι εργάτες σε ένα εργοστάσιο δήλώνουν ταυτόχρονα ασθενείς.
12 Στμ. Πρόκειται μάλλον για λογοπαίγνιο! Στο αγγλικό κείμενο: have been grafted, που πιο κυριολεκτικά θα μπορούσε να αποδοθεί και ως “έχουν μπολιαστεί”.
13 Στην Le Monde, στις 24-25 Ιουλίου, μια έρευνα από τον γεωγράφο υγείας E. Vigneron σημειώνει μια διαίρεση σχετικά με τα εμβόλια (ανεξάρτητα από την ηλικία) ανάμεσα στη Δύση και τον Βορρά, τις περιοχές που έχουν επηρεαστεί λιγότερο από την πανδημία αλλά έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό εμβολιασμού, και τα Νοτιοανατολικά και Ανατολικά, που έχουν επηρεασεί περισσότεο από την πανδημία αλλά έχουν τους λιγότερους εμβολιασμούς (μια παρατήρηση παράδοξη, αλλά ανοιχτή σε πολλαπλές ερμηνείες)· αλλά, πάνω απ’ όλα, αυτό το χάσμα όσον αφορά τους εμβολιασμούς ακολουθεί το “κοινωνικό χάσμα”: τις πιο εύπορες κοινότητες και τα κέντρα των πόλεων, όπου μπορεί κανείς να βρει τους περισσότερους εμβολιασμένους, και τις λιγότερο εύπορες κοινότητες, τα προάστια και τα banlieues όπου υπάρχουν οι λιγότεροι εμβολιασμένοι.
14 Στμ. Εξαιρετικά λεπτό σημείο – η κατανόηση της υποκειμενικής αυτής εκτίμησης, αυτού που θα λέγαμε ατομικό πυρηνικό συναίσθημα του φόβου μπροστά στην ασθένεια, είναι καθοριστική θεωρούμε ώστε να μην διολισθήσουμε σε μια “μεταφυσικοποίηση” της κριτικής στην κρατική διαχείριση, δηλαδή σε μια στοχοποίηση αυτής της υποκειμενοποίησης.
15 Σε αντίθεση με αυτό που ισχυρίζεται ο επιστημονισμός (που είναι μόνο ιδεολογία), η επιστήμη δεν επιδιώκει καμμιά απόλυτη Αλήθεια, η οποία δεν υπάρχει, αλλά, το πολύ, μερικές και συχνά προσωρινές αλήθειες, οι οποίες δεν είναι παρά “διορθωμένα σφάλματα” (πβλ. Γκαστόν Μπασελάρ, La formation de l’esprit scientifique, Vrin, 1983, σελ. 10 και 239, [Στμ. Στα Ελληνικά:). Αυτό που είναι αδιαμφισβήτητο δεν είναι αυτή ή η άλλη αλήθεια, ο καρπός μιας επιστημονικής προσέγγισης, αλλά η ίδια η προσέγγιση, η οποία είναι ακριβώς στη θέση να αμφισβητήσει τα ίδια τα προηγούμενα αποτελέσματά της. Το λιγότερο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι τα διάφορα επιστημονικά ή αμυντικά συμβούλια δεν έχουν δείξει μια τέτοια προσέγγιση διαφημίζοντας μόνο την “ειδημοσύνη” τους, η οποία περιορίζεται από την διαίρεση των ειδικεύσεων. Παρ’ όλα αυτά, στην καπιταλιστική κοινωνία, ο “επιστημονισμός” απέχει πολύ από το να έχει την επιρροή που είχε όχι μόνο στην αστική κοινωνία αλλά επίσης και στη διάρκεια των Τριάντα Ένδοξων Χρόνων. Σήμερα τον ανταγωνίζονται οι κριτικές από την οικολογία, θρησκευτικά ρεύματα, εσωτεριστικά ρεύματα, τον νατουραλισμό κλπ. Αυτός είναι ο λόγος που αντιφρονούντες επιστήμονες, διαφωνούντες βιολόγοι και αντι-εμοβλιαστές γιατροί είναι τόσο δημοφιλείς [Στμ. Εξαιρετική παρατήρηση, που αποδομεί το επιφανειακό επιχείρημα των υπερ-επικριτών της επιστήμης για την δήθεν πανίσχυρη και εξουσιαστική θέση των επιστημόνων. Ο επιστημονισμός και η “λατρεία της επιστήμης” δεν είναι καθόλου δημοφιλείς σήμερα].
16 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: Ο Louis Fouché λογίζεται ως ένας “αντι-εμβολιαστής γιατρός” από την Le Monde· ο Didier Raoult είναι διάσημος Γάλλος επιστήμονας και ιολόγος, διαβόητος τώρα για την προώθηση της υδροξυχλωροκίνης ως θεραπείας για την COVID.
17 Και όχι μόνο φαινομενικά, καθώς το προσωρινό υγειονομικό διαβατήριο/πάσο που υιοθετήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Ιουλίου χορηγείται μόνο σε όσους έχουν λάβει τα λιγοστά εμβόλια που έχουν εγκριθεί από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (European Medicines Agency, EMA – AstraZeneca, Janssen, Moderna και Pfizer. Και ακόμα και τότε, για το AstraZeneca, αναγνωρίζονται μόνο οι δόσεις που έχουν παραχθεί σε ευρωπαϊκά εργοστάσια. Όμως, οκτώ εμβόλια έχουν ήδη εξουσιοδοτηθεί από τον ΠΟΥ και διανέμονται ευρέως σε ολόκληρο τον κόσμο. Παρ’ όλα αυτά, τα προϊόντα αυτά παραμένουν αποκλεισμένα από το διαβατήριο. Έτσι, εκατομμύρια άνθρωποι που θα μπορούσαν να επωφεληθούν από άλλα εμβόλια κατά της Covid παραμένουν απαγορευμένοι από την Ευρώπη. Ενώ οι διαδηλωτές κατά του υγειονομικού πάσου στην Ευρώπη αντιδιαστέλλονται με την δεινή κατάσταση των Τυνησίων, θυμάτων της πανδημίας που στερούνται τα εμβόλια, καμμιά σοβαρή και επείγουσα δράση δεν αναλαμβάνεται για την απελευθέρωση των πατεντών. Προς το παρόν, η Αφρική μόνο έχει δικαίωμα πρόσβασης στον μηχανισμό COVAX, ο οποίος βασίζεται στην διανομή έντεκα εμβολίων, οκτώ από τα οποία δεν αναγνωρίζονται διεθνώς. Σύμφωνα με μια μελέτη του Imperial College του Λονδίνου, το κόστος παραγωγής μιας δόσης του εμβολίου της Pfizer vaccine είναι $0.60 (€0.51)· τα επιπλέον κόστη συσκευασίας και ποιοτικού ελέγχου ανεβάζουν την τιμή στα $0.88 (€0.75) (δείτε εδώ). Η Pfizer πούλησε την δόση του εμβολίου της στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια τιμή μονάδας €15.5 πριν ααποφασίσει πρόσφατα να την αυξήσει στα €19.5. Με αυτή την τιμή, οι Τυνήσιοι δεν μπορούν καν να διανοηθούν να εμβολιαστούν.
18 Αυτή η απομόνωση από τους εμβολιασμένους Γάλλους μοιάζει αληθινή, μιας και όσοι μιλούν για την απομόνωση των διαδηλωτών ή την αντίθεση στο υγειονομικό πάσο γενικά, το κάνουν αυτό, από την σκοπιά της δικής τους πολιτικής θέσης, καλυπτόμενοι από το πέπλο της πολιτικής τους ακεραιότητας ώστε να αποκρύψουν το γεγονός ότι αναπαράγουν τον λόγο των υπαρχουσών εξουσιών και του Κράτους. Η θέση του Lorenzo Battisti του συνδικάτου CGT Bank-Insurance μοιάζει, από αυτή την άποψη, παθητική. Το καταληκτικό του επιχείρημα, όμως, αξίζει να σημειωθεί: “Αυτές οι διαδηλώσεις θα έπρεπε να εστιάσουν στην πάλη ενάντι στην ελευθερία της απόλυσης [ενός εργαζόμενου] στην απουσία του υγειονομικού πάσου, και όχι ενάντια στο ίδιο το υγειονομικό πάσο”, πριν το συνηθισμένη επίκληση στην ταξική πάλη: “Ζητάω από όλους/ες να είναι προσεκτικοί/ες όσον αφορά τη συμμετοχή τους σε αυτές τις διαδηλώσεις καθώς αυτό θα μπορούσε να βλάψει μελλοντικά ταξικά κινήματα στα οποία η CGT πρέπει να συμμετέχει” (διαθέσιμο, μεταξύ άλλων, στον ιστότοπο Between the Lines Between the Words).
19 Με την λέξη “transgrowth” [transcroissance] εννοούμε το γεγονός ότι ένα γεγονός μπορεί να ξεπεράσει τιν αρχικό συγκεκριμένο και περιορισμένο χαρακτήρα του. Πιστεύουμε ότι το έχουμε κάνει καθαρό αυτό για την περίπτωση του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων. Είναι μια οπτική που απουσιάζει από τις τωρινές διαμαρτυρίες. Πραγματικά, ο αγώνας ενάντια στο υγειονομικό πάσο δεν μπορεί να οδηγήσει σε τίποτα (ιδιαίτερα αφού υπάρχουν και θα υπάρξουν όλο και περισσότεροι εμβολιασμένοι σε σύγκριση με την πρώτη διαδήλωση στις 14 Ιουλίου) αν δεν συναντήσει τον αγώνα ενάντια στον νόμο της παγκόσμιας ασφάλειας που υιοθετήθηκε πριν μερικούς μήνες, ένας νόμος, όμως, για τον οποίο υπάρχει δυσκολία να προκαλσει ο ίδιος ένα κίνημα συγκεντρώνοντας μόνι τις μαχητικές οργανώσεις και τα απομεινάρια του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων.
20 Οι εταιρείες δημοσκοπήσεων και τα ΜΜΕ το αναγνωρίζουν αυτό με τον δικό τους τρόπο επισημαίνοντας την έλλειψη υποστήριξης προς αυτά ως μια εξήγηση για τις αποτυχίες των αντιπροσώπων του LREM στις δημοτικές ή περιφερειακές εκλογές.
21 Στμ. Δες σχετικά και τις παρατηρήσεις μας στο κείμενο της συνέντευξης με το Chuang https://inmediasres.espivblogs.net/state_of_plague.
22 Στμ. Στο πρωτότυπο: “peuple-en-fusion”.
23 Στμ. Newspeak.
24 Στμ. Πραγματικά, δεν καλύπτουν (απόλυτα, αν μη τι άλλο) οι παλιές αναγνώσεις.
25 Υπάρχουν, όντως, μερικές συλλογικότητες. Για παράδειγμα, στην περιοχή του Παρισιού: η συλλογικότητα “Επιτρέψτε στους γιατρούς να συνταγογραφούν” ή “Το Παρίσι για την ελευθερία” που δημιουργήθηκε από την Sophie Tissier, συντονίστρια της Force jaune [“Κίτρινη Δύναμη”], μια παρισινή ομάδα που χαρακτηρίζεται μεταξύ άλλων την περίοδο αυτή, από την μειοψηφική επιθυμία εντός των Κίτρινων Γιλέκων να καλεί σε διαδηλώσεις· η “Reaction 19“, των δικηγόρων Carlo Brusa, Di Vizio και Virginie Araujo, που οδήγησε από την μία σε μια δράση ενάντια στις απαιτήσεις για τη χρήση μάσκας και την απαγόρευση κυκλοφορίας, και από την άλλη στην αντίθεση στη χρήση της μάσκας στα σχολεία, δράσεις που παρέμειναν όμως ετερόκλητες. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Brusa είναι πρώην μέλος της Forza Italia.
26 Ο εισοδισμός του Philippot θα ήταν αδύνατος στο πλαίσιο του κινήματος των Κίτρινων Γιλέκων στο οποίο, ομολογουμένως, παρενέβησαν ακροδεξιά στοιχεία, ιδιαίτερα στο Παρίσι και την Λυών, αλλά ως αντικαπιταλιστές φασίστες και όχι ως δεξιοί πολιτικοί που εξασκούν τον πελατειακό χαρακτήρα της πολιτικής.
27 Σημείωση της αγγλικής μετάφρασης: Η φράση “Μια “άγρια” διαδήλωση [Une manifestation ‘sauvage’”], αναφέρεται σε μια πορεία που είτε δεν έχει άδεια είτε έχει παρεκτραπεί από την διαδρομή που έχει συμφωνηθεί και ελέγχεται από την αστυνομία.
28 Στμ. Στο πρωτότυπο: “the dead seize upon the living”. Γνωστή φράση από την περίφημη “Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη”, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 2012.