Γιατί δεν γίνονται πια αγώνες για (να αυξηθεί) το μεροκάματο;
[Zero_Gravity Riots vol2]
“O κομμουνισμός είναι ένα περιεχόμενο – η κατάργηση της μισθωτής εργασίας – όχι μια μορφή“
Aufheben n10
Αν κανείς κοιτάξει την τροχιά του ιστορικού εργατικού κινήματος, θα συμπεράνει εύκολα ότι όχι μόνο δεν προσπάθησε να καταργήσει το προλεταριάτο και τις συνθήκες που το δημιουργούν αλλά αντίθετα – τουλάχιστον όπως αντιπροσωπεύεται από τις κυρίαρχες παραδόσεις του – ενέργησε προς την επιβεβαίωση (ακόμα και την γενίκευση) την προλεταριακής συνθήκης και την επίτευξη αναγνώρισης για την εργατική τάξη σαν εργάτες, δηλαδή σαν υποκείμενα μέσα στην αστική κοινωνία. Αντί για το επαναστατικό σύνθημα «Καταργήστε το μισθωτό σύστημα!», που πρότεινε ο Μαρξ, το εργατικό κίνημα χάραξε στα λάβαρά του το συντηρητικό μότο: «Ένα δίκαιο ημερομίσθιο για ένα δίκαιο μεροκάματο!».
Η εισήγηση της ομάδας μας στο Zero_Gravity Riots vol2 στις 28 Ιουνίου στην Κατάληψη της Ανάληψης.
Στην παρουσίαση αυτή θα θίξουμε μόνο ορισμένα ζητήματα που μας απασχόλησαν μέχρι τώρα στις συζητήσεις της ομάδας μας, και όσα από αυτά θα αναφέρουμε θα είναι κυρίως με σκοπό να κεντρίσουμε μια συζήτηση εδώ.
1. Θα ξεκινήσουμε με την επισήμανση ότι κεντρική αξία στη μισθωτή σχέση κατέχει ο μισθός, ενώ η περίθαλψη και η ασφάλιση έχουν σημαντικό αλλά πιο περιφερειακό χαρακτήρα. Σε συνθήκες λοιπόν διαρκούς υποτίμησης της αξίας του μισθού τις τελευταίες δεκαετίες και ιδίως κατά την τελευταία πενταετία (σε αντίθεση με τη διεύρυνση των παροχών που χαρακτήρισε το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα), παρατηρούμε ότι οι εργατικοί αγώνες έχουν εστιάσει κυρίως στη διατήρηση των περιφερειακών κεκτημένων και λιγότερο στο να εμποδίσουν την παραπέρα μείωση της αξίας του μισθού, πόσο δε μάλλον να διεκδικούν την αύξησή του – με έναν τρόπο η εργατική τάξη φτάνει να εσωτερικοποιεί η ίδια την υποτίμησή της, να “αυτοϋποτιμάται”.
2. Πέρα από τον κεντρικό ρόλο του κράτους και του κεφαλαίου στο να κινητοποιούν διαδικασίες από τα πάνω, οφείλουμε να υπογραμμίσουμε και την ευθύνη όσον αφορά τη χαμηλή αγωνιστικότητα τόσο των συνδικαλιστικών ηγεσιών, όσο και στρωμάτων εργαζομένων σε υψηλότερη θέση που δεν είχαν ιδιαίτερο πρόβλημα να χάσουν κάποια από τα παραδοσιακά τους προνόμια, στο βαθμό που θα διατηρούσαν ακόμη κάποια άλλα από αυτά. Οι διαχωρισμοί εντός του προλεταριάτου είναι εγγενείς στην προλεταριακή συνθήκη και αντικειμενικοί, δεν επιβάλλονται από τα “έξω” με κάποια έννοια, και συνιστούν το ίδιο το όριο του εργατικού κινήματος και συνεπώς της υποχώρησης των αγώνων τις τελευταίες δεκαετίες.
3. Η υποτίμηση της αξίας της εργασίας του ντόπιου εργατικού δυναμικού συνδυάστηκε με την ακόμη μεγαλύτερη υποτίμηση της αξίας της εργασίας των μεταναστών, γεγονός που αντιμετωπίστηκε με σιωπή και αδιαφορία τόσο από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες, όσο και από ένα τμήμα της ντόπιας εργατικής τάξης. Στον διαχωρισμό δηλαδή που ήδη υπήρχε ανάμεσα σε προνομιούχα (ρετιρέ) και λιγότερο προνομιούχα στρώματα εργαζομένων, ήρθε να προστεθεί ένας ακόμη διαχωρισμός στο εσωτερικό των μη προνομιούχων στρωμάτων, αυτός ανάμεσα σε ντόπιους και ξένους εργαζόμενους. Μέσα από ποικίλες εθνικιστικές λογικές, μπορούμε να πούμε ότι η εργατική τάξη στην Ελλάδα επιδίωξε να επιβιώσει κατ’ αρχήν ως ελληνική, συντασσόμενη σε μια σειρά από πολιτικά ζητήματα με τα αφεντικά της. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η εθνική ενότητα λειτούργησε ως συγκολλητική ουσία ανάμεσα σε έλληνες μικροαφεντικά και προλετάριους, σε συνδυασμό με την αποσύνθεση της εργατικής ταυτότητας που ως διαδικασία είναι σε εξέλιξη ήδη από τη δεκαετία του 1970 και μετά, αλληλένδετα με τη διαδικασία αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου. Όσο βέβαια οι αγώνες των ελλήνων και ξένων προλετάριων θα παραμένουν ασύνδετοι, δεν μπορεί να αναδυθεί η δυνατότητα για μια πραγματικά συλλογική και συνεπώς αποτελεσματική δράση. Αντίθετα όλο και περισσότερο ο ερχομός των μεταναστών θα βιώνεται σαν “εισβολή”, ο διαχωρισμός μεταξύ ελλήνων και ξένων εργαζομένων θα εντείνεται και οι φασιστικές-ρατσιστικές αντιλήψεις θα ενισχύονται.
4. Οι διαχωρισμοί ανάμεσα σε έλληνες και ξένους, όπως και άλλοι σημαντικοί κοινωνικοί διαχωρισμοί, όσον αφορά το φύλο, τον σεξουαλικο προσανατολισμό, το θρήσκευμα, την αρτιμέλεια κ.α. είναι αναπόσπαστο κομμάτι της προλεταριακής κατάστασης, αποκτούν ιδιαίτερη συστηματικότητα στον καπιταλισμό και αξιοποιούνται από το κεφάλαιο για την υποτίμηση της εργασίας. Με αυτό δεν εννοούμε βέβαια ότι εκτός καπιταλισμού δεν θα υπήρχαν διαφοροποιήσεις όσον αφορά το φύλο, τη σεξουαλικότητα, την αρτιμέλεια, ή την αίσθηση του ανήκειν σε μια κουλτούρα, θα είχαν όμως πολύ διαφορετική λειτουργία, παραδείγματα υπάρχουν εξάλλου άφθονα σε προκαπιταλιστικές κοινωνίες. Στο εδώ και τώρα, το στοίχημα της διαθεματικότητας όσον αφορά τις διάφορες κινητοποιήσεις παραμένει κεντρικό, με σημαντικό υλικό να μπορεί να αντληθεί στο πρόσφατο παρελθόν από πλευρές που παρουσίασαν οι κινητοποιήσεις των πλατειών.
5. Τελικά τι νόημα έχουν οι αγώνες για τον μισθό; Αν το ζήτημα είναι να ξεφύγουμε από έναν ορίζοντα απλής επιβίωσης, οι αγώνες για τον μισθό και για την αναπαραγωγή μας, όσο σημαντικοί και αν είναι, δεν μπορούν να υπερβούν, στην καλλίτερη περίπτωση, ένα όριο ριζοσπαστικού ρεφορμισμού και οφείλουν να θέτουν στην πράξη το ερώτημα για τον χαρακτήρα της μισθωτής εργασίας, την αμφισβήτηση κομβικών πλευρών της και τελικά το αίτημα για τη συνολική κατάργησή της.
ΥΓ> Χρήσιμο διάβασμα:
- Η κομμουνιστικοποίηση και οι θεωρητικοί της
- Theorie Communiste: κριτικό σχόλιο στις “28 Θέσεις για την αταξική κοινωνία”
In.Medias.Res
Ιούνιος 2016