το κείμενο σε pdf
Εισαγωγή – Οικονομική κατάρρευση και πόλεμος
Η παγκόσμια επικυριαρχία του αμερικανικού δολλαρίου υποχωρεί καθώς το παγκόσμιο εμπόριο υφίσταται μια “απο-δολλαριοποίηση”· το ταξικό μπλοκ που υποστηρίζει την προεδρία Τραμπ του επιτρέπει να ενασχολείται πλήρως με τη μοναδική περιοχή διαμόρφωσης πολιτικής στην οποία οι περιορισμοί στην προεδρική συμπεριφορά είναι φοβερά χαλαροί, με άλλα λόγια του απελευθερώνει τα χέρια στην επιδίωξη της επιβολής μιας σειράς δασμών που συνιστούν, ουσιαστικά, έναν εμπορικό πόλεμο· χωρίς να αποτελεί σε καμμιά περίπτωση μια ανεξερεύνητη διαδρομή – οι εμπορικοί πόλεμοι οδηγούν σε ένοπλους πολέμους – η “απο-δολλαριοποίηση” προμηνύει ανάλογα, καθώς αλλάζει η ταξική διάρθρωση στις ΗΠΑ, μια μείζονα ταξική αντιπαράθεση που θα κρίνει κατά πόσον ένας ένοπλος πόλεμος, εφόσον αυτή η πιθανή εξέλιξη εκδιπλωθεί, θα διολισθήσει σε έναν καινούριο ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο πόλεμο.
Μέρος I
Δεν είναι απαραίτητο να επαναλάβουμε μια λιτανεία για τις βιομηχανίες που έχουν εξαφανιστεί και την αντίστοιχη απώλεια καλοπληρωμένων, προνομιούχων θέσεων εργασίας που έχουν, αντίστοιχα, εξαφανιστεί ως συνέπεια της βιομηχανικής παρακμής των ΗΠΑ. Για τους σκοπούς της παρούσας αναφοράς θα ξεκινήσουμε in medias res3 με μια συζήτηση για τις αιτίες αυτής της παρακμής.
Βιομηχανική παρακμή και οι αιτίες της
Ξέρουμε τώρα ότι ο Φορντισμός αποτελεί πια μια εποχή στην ιστορία του καπιταλισμού που έχει παρέλθει για τα καλά: οι βιομηχανίες μαζικής παραγωγής στις παλιότερες περιοχές καπιταλιστικής ανάπτυξης και, μαζί τους, τα τοπία των μεγάλων εργοστασίων έχουν παρέλθει.
Τρεις εξηγήσεις μπορούν να εξαχθούν, όλες αιτιακές στιγμές της βιομηχανικής παρακμής και κατάρρευσης στα παλιότερα κέντρα του καπιταλισμού (αυτά που χρονολογούνται πίσω στον μακρύ 19ο αιώνα). Θα εξετάσουμε και τις τρεις διαδοχικά.
Πρώτον, ξεκινώντας στα τέλη της δεκαετίας του 1940, και φτάνοντας μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960, τα μεγαλύτερα αμερικανικά κεφάλαια διαφοροποίησαν γεωγραφικά τις επιχειρήσεις τους. Επέκτειναν και ταυτόχρονα μετακίνησαν τα εργοστάσιά τους από τα κέντρα δύναμης των συνδικάτων στις Βορειοανατολικές και Μεσοδυτικές πολιτείες προς τις περιοχές χωρίς συνδικαλιστική οργάνωση4 στις παλιές Νότιες και Νοτιοδυτικές πολιτείες. Αυτό έγινε όχι μόνο με σκοπό την αναζήτηση φθηνότερης, ανοργάνωτης συνδικαλιστικά εργασίας, αλλά και με την πρόθεση της μετατόπισης της ισορροπίας δύναμης στο σημείο της παραγωγής στην καθημερινή εργασία και σε αγώνες που ξεσπούσαν μακριά από τους εργάτες και τις οργανώσεις τους (τις κύριες ομοσπονδίες όπως οι UAW, UMW, USW, Teamsters, UEW κλπ). Αυτό το περιφερειακό κίνημα αναπτύχθηκε γρήγορα με αποτέλεσμα να εμφανιστεί μια καινοφανής κίνηση του κεφαλαίου στο εξωτερικό (αν και όχι συστηματικά) ως απάντηση στο ξέσπασμα απεργιών μη οργανωμένων από τα συνδικάτα, στη διάρκεια αυτού του τελευταίου διεθνούς κύκλου της ταξικής πάλης (1964–1978) στα παλιά κέντρα του καπιταλισμού5.
Δεύτερον, η βιομηχανική παρακμή στις Ηνωμένες Πολιτείες σχετίζεται απευθείας με την πραγματική κυριαρχία του κεφαλαίου, όχι τόσο με το πώς την ορίζουμε (η εποχική στιγμή στην ιστορία του καπιταλισμού στην οποία η παραγωγή αρχίζει να υφίσταται συνεχείς μετασχηματισμούς μέσω της εισαγωγής των μηχανών και/ή την αναδιοργάνωση της εργασιακής διαδικασίας) αλλά με αυτό που την συντηρεί. Το κρίσιμο γνώρισμα που επιτρέπει στην πραγματική υπαγωγή να κυριαρχεί στην παγκόσμια παραγωγή (και ως εποχή στην ιστορία του καπιταλισμού) είναι η συστηματική, συνεχής επιστημονική και τεχνολογική τροφοδότηση αυτής της παραγωγής. Ωθούμενη η ίδια από τον ανταγωνισμό ανάμεσα στα κεφάλαια, η τεχνολογική καινοτομία δημιουργεί πιο εξελιγμένες (αποτελεσματικές, παραγωγικές) εργασιακές διαδικασίες. Ο ανταγωνισμός μπορεί να προέρχεται από το εσωτερικό ή από το εξωτερικό (ή και τα δύο), αυτό δεν έχει διαφορά (αν και στην περίπτωση των ΗΠΑ οι καπιταλιστές από το εξωτερικό έπαιξαν τον πιο σημαντικό ρόλο σε κομβικούς τομείς). Η τεχνολογική καινοτομία στην βάση των σύγχρονων φυσικών επιστημών και των “σύμμαχων” τεχνολογιών τους αυξάνει αξιοσημείωτα την παραγωγικότητα ανά εργάτη οδηγώντας σε μια αντίστοιχη μείωση στον αριθμό των εργατών που τα ατομικά κεφάλαια απαιτούν για να δημιουργήσουν τα επίπεδα εκείνα υπεραξίας που είναι απαραίτητα για την αυτοαξοποίησή τους ως πολύ μεγαλύτερων ατομικών κεφαλαίων. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την περίπτωση της παραγωγής χάλυβα, μιας και απεικονίζει με τον πιο έντονο τρόπο ένα παράδειγα της σημασίας της τεχνολογικής καινοτομίας στην απασχόληση της εργασίας. Το 1900, η παραγωγή ενός τόνου γαλβανισμένου ατσαλιού απαιτούσε περίπου κάτι παραπάνω από μια εργάσιμη μέρα (14 ανθρωποώρες). Η παραγωγή γινόταν με τη χρήση της παλιότερης, αλλά για τότε νέας, μορφής του φούρνου “ανοιχτής εστίας”6. Μέχρι το 1950, βελτιώσεις σ’ αυτόν τον τύπο φούρνου είχαν μειώσει τον χρόνο παραγωγής του ίδιου τόνου σε 8 ανθρωποώρες και το 1965, ο πιο αποδοτικός φούρνος ανοιχτής εστίας επέτρεψε στους εργάτες να παράγουν την ίδια ποσότητα ατσαλιού σε 6 ανθρωποώρες εργασίας. Με το τέλος του πολέμου στην Ινδοκίνα (1975), Γιαπωνέζοι και Κορεάτες εργάτες χρησιμοποιώντας φούρνους καύσης οξυγόνου [oxygen-burning furnaces] μπορούσαν να παράγουν την ίδια ποσότητα γαλβανισμένου ατσαλιού σε 4,5 ανθρωποώρες7. Στα επόμενα είκοσι χρόνια, οι χρόνοι παραγωγής, εφαρμόζοντας τον πιο σύγχρονο, πιο αποτελεσματικό, τύπο φούρνου καύσης οξυγόνου είχαν μειωθεί στις 2 ανθρωποώρες εργασίας. Το 1988, μια μορφή παραγωγής ατσαλιού βασισμένη σε έναν ηλεκτρικό φούρνο, ονομαζόμενη μίνι-χαλυβουργείο [mini-mill] εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Βόρεια Καρολίνα. Έλιωνε υπάρχον σκραπ παρμένο, για παράδειγμα, από τις τοπικές μάντρες με παλιοσίδερα αυτοκινήτων (με άλλα λόγια δεν εξαρτιώταν από ακατέργαστο μέταλλο, και συνεπώς δεν απαιτούσε μια τοποθεσία δίπλα σε έναν κύριο υδάτινο δρόμο για την μεταφορά μεταλλεύματος που έχει εξορυχθεί αλλού). Σε σχέση με τα εργοστάσια που χρησιμοποιούν, ας πούμε, φούρνους οξυγόνου, είναι εξαιρετικά φθηνότερο να κατασκευάσει κανείς ένα μίνι-χαλυβουργείο και η αφηρημένη εργασία που χρησιμοποιεί αυτό το τεχνολογικό επίτευγμα μπορεί να παράγει έναν τόνο γαλβανισμένου ατσαλιού σε 3/4 της ανθρωπο-ώρας(!). Και ιδού το αποτέλεσμα: τη δεκαετία του 1970, οι βιομηχανίες χάλυβα στις Ηνωμένες Πολιτείες απασχολούσαν γύρω στους 600.000 εργάτες, σήμερα απασχολούν 75 με 80 χιλιάδες.
Τρίτον, υπάρχει μια πιο “μακρινή”, εξαιρετικής σημασίας θεωρητικά, έμμεση αιτία για την βιομηχανική παρακμή: το φθίνον μέσο ποσοστό κέρδους. Διαμορφωνόμενο από την ταξική πάλη στους χώρους παραγωγής, και με επιταχυνόμενο ρυθμό από το 1965 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970, το ποσοστό κέρδους μεταξύ των μεγάλων καπιταλιστών έπεφτε. Με την αυστηρά θεωρητική έννοια, εκφρασμένο πολύ χονδροειδώς, αυτό μπορεί να αποδοθεί στην αύξηση του πάγιου [fixed] κεφαλαίου (ως μιας συνιστώσας του σταθερού κεφαλαίου) σε σχέση με τη μείωση της εργασίας που χρησιμοποιούνταν στην παραγωγή [παραγωγική εργασία]8, στη μείωση της ποσότητας του κοινωνικά αναγκαίου χρόνου εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή των προϊόντων καθώς θεωρούνται στις “μέσες τιμές” τους μεταξύ ολόκληρων βιομηχανιών, και, συνεπώς, στην τεχνολογική καινοτομία. Σημαίνει ότι η τεχνολογική καινοτομία που παράγεται από τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό έχει την τάση να καθιστά πλεονάζουσες μεγάλες ποσότητες εργασιακής δύναμης, κάνοντας αδύνατο για τους καπιταλιστές να αξιοποιήσουν (δηλαδή να αποσπάσουν υπεραξία από) επαρκή ποσά αφηρημένης εργασίας ώστε να συντηρήσουν την παραγωγή στα υπάρχοντα επίπεδα ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων.
Η αστική τάξη αναγνώρισε, φυσικά, αυτή την πτώση της κερδοφορίας. Είναι από αυτή τη στιγμή, και από αυτή την αναγνώριση, που μπορούμε να χρονολογήσουμε μια μετατόπιση από τις επενδύσεις στη “βασική” παραγωγή (παραγωγή των μέσων παραγωγής, παραγωγής της “πρώτης” ύλης που τροφοδοτεί αυτά τα μέσα παραγωγής, παραγωγή καταναλωτικών αγαθών μεγάλης διάρκειας) προς τον χρηματοπιστωτικό τομέα και τους τομείς της ψυχαγωγίας και των ακινήτων, οι οποίοι, φαινομενικά τουλάχιστον, φαίνονταν εξαιρετικά πιο κερδοφόροι9. Μπορούμε να πούμε ότι ο επαναπροσανατολισμός των επενδύσεων ήταν με την αντικειμενική, ιστορική έννοια, απάντηση του κεφαλαίου στις “άγριες απεργίες” και στον κύκλο αγώνων που σε μεγάλο βαθμό το ίδιο καθόρισε: εγκαινίασε ολόκληρη την ιστορική διαδικασία της αποσύνθεσης των επικεντρωμένων στο εσωτερικό βιομηχανιών μαζικής παραγωγής, ξεκινώντας με πρόχειρες λύσεις όπως η δημιουργία θυγατρικών χωρίς συνδικάτα και προχωρώντας μέσα από την χρησιμοποίηση υπεργολάβων και “προσωρινών” εργατών. Ήδη το 1984, τα διεθνή κεφάλαια μαζικής παραγωγής στην αυτοκινητοβιομηχανία και σε άλλες συναφείς βιομηχανίες, ενώνοντας δυνάμεις με τις εταιρείες της “Ζώνης του Ήλιου”10 (στην αεροναυπηγική, στην αγροτική βιομηχανία και το πετρέλαιο, κύρια στοιχεία της δύναμης της νεοδεξιάς) είχαν απλά εγκαταλείψει τον “φιλελευθερισμό” τους. Με άλλα λόγια, αυτά τα μεγαλοκαπιταλιστικά συμφέροντα δεν δέχονταν πλέον τον κοινωνικό μισθό και την υποστήριξη του κοινωνικού κράτους πρόνοιας. Αντίθετα, έτσι για “αρχή”, υποστήριξαν χαμηλά αμοιβόμενες ή με τη συμμετοχή των εργατών σχέσεις κεφαλαίου-εργασίας, με κρατικές επιδοτήσεις και υποστήριξη από ένα προστατευτικό κράτος, κατά το ιαπωνικό μοντέλο. Εκείνη την περίοδο, η παλιά φιλελεύθερη πτέρυγα της άρχουσας τάξης σχεδόν εξαφανίστηκε με την πολιτική έννοια καθώς έπαιρνε την αρχική του μορφή το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα. Και είναι από αυτή την κατάσταση που αναδύθηκε η προτεραιότητα της κερδοσκοπικής χρηματοπιστωτικής επένδυσης στην αμερικανική οικονομία, με την επακόλουθη “εισοδηματοποίηση” [rentierization].
Έτσι, σ’ αυτή τη στιγμή της ιστορίας του καπιταλισμού (1984), ήταν η τεχνολογική καινοτομία (η οποία επεκτείνεται σε όλες τις σφαίρες της δραστηριότητας συμπεριλαμβάνοντας, σήμερα, όλο και περισσότερο και τον λεγόμενο “τομέα των υπηρεσιών”, ο οποίος έχει χτιστεί ευθύς εξαρχής γύρω από τους φτηνούς μισθούς και την επισφαλή εργασία) που ώθησε παραπέρα την αποβιομηχάνιση: διαμεσολαβούμενη από τον τεχνολογικό εξοπλισμό που θέτει σε κίνηση, είναι η γιγαντιαία αύξηση στην παραγωγικότητα της αφηρημένης εργασίας που έκανε πραγματικότητα την αποβιομηχάνιση, που κάνει αδύνατη μια επιστροφή στον φορντισμό και δημιουργεί για το κεφάλαιο την εξαιρετικά προβληματική, εξαιρετικά υπερβολική παραγωγικότητα, που είναι αλάνθαστα εμφανής και ταυτοποιήσιμη παγκόσμια στην αδιάλλειπτη παραγωγή μπιχλιμπιδιών και σκουπιδιών, για να διακωμωδήσουμε κάπως αυτή την υπερβολική παραγωγική ικανότητα. Η έκβαση, όμως, μπορεί να μην είναι ξεκάθαρη: παγκόσμια, τόσο σχετικά με τον παγκόσμιο πληθυσμό σήμερα, όσο και απόλυτα, σε σχέση με τον συνολικό αριθμό των εργατών στην παραγωγή, το βιομηχανικό προλεταριάτο είναι μικρότερο σήμερα απ’ όσο ήταν το 1965. Θα συνεχίσει να μειώνεται αριθμητικά τόσο σχετικά όσο και απόλυτα11.
Μέρος II – Σύγχρονες σημαντικές τάξεις
Αν και διατηρεί την αναλυτική της εστίαση, η συζήτηση που ακολουθεί, ιδιαίτερα η δεύτερη ενότητά της, θα είναι φανερά πιο πολεμικού χαρακτήρα. Δεν απολογούμαστε γι’ αυτό.
Σχηματισμός και δομή μιας νεο-δεξιάς, νεο-φασιστικής αντιπολιτευτικής κουλτούρας και οι απαρχές της (1976–1984)
Το 1974, ο Χένρι ΚίσΣιγκερ σχεδίασε και υλοποίησε αυτήν που θα γινόταν γνωστή ως “συμφωνία των πετροδολλαρίων” με τους Σαουδάραβες (παροχή στρατιωτικής προστασίας για να γίνεται η τιμολόγηση του πετρελαίου σε δολλάρια και με μερικά αντισταθμιστικά για τους Σαουδάραβες για αγορές εξοπλισμού από αμερικάνικες βιομηχανίες όπλων). Η τεράστια αύξηση στις τιμές του πετρελαίου που ακολούθησε όχι μόνο όξυνε περισσότερο την πτώση των ποσοστών κέρδους μεταξύ των σημαντικών διεθνών κεφαλαίων (εκτός από τις ίδιες τις εταιρείες πετρελαίου), αλλά η οικονομική συρρίκνωση που ακολούθησε στένεψε ακόμα περισσότερο τις ευκαιρίες για τη μισθωτή εργασία, έβαλε ένα μόνιμο στοπ ανάμεσα στους οργανωμένους εργάτες για την εύκολη διαπραγμάτευση μισθολογικών αυξήσεων και επέβαλλε νέους προβληματισμούς σε όλους όσους συμμετείχαν σε κοινωνικά κινήματα της αριστεράς και μπορούσαν να διατηρούν τη ριζοσπαστικότητά τους: με ευρείς όρους, το σοκ του πετρελαίου έφερε τους πάντες “στα σύγκαλά τους” και την αναγνώριση από εξαιρετικά πολύ κόσμο ότι όλες οι στρατηγικές έπρεπε να ευθυγραμμιστούν με τον πραγματικά υπαρκτό καπιταλισμό.
Εκείνη τη στιγμή, τα ρητά προσανατολισμένα στην Wall Street πολιτικά στελέχη που αποτελούσαν το δυναμικό στοιχείο στο μπλοκ των τάξεων υπό την ηγεμονία της μεγαλοαστικής τάξης, εγκαινίασαν μια καινούρια σειρά πρωτοβουλιών που συμπεριελάμβαναν μια “επανάσταση” στον φόρο ιδιοκτησίας στην Καλιφόρνια, καθοδηγούμενη από τον Howard Jarvis12, κινητοποιήσεις για το μπλοκάρισμα της ψήφισης των Τροπολογιών για τα Ίσα Δικαιώματα [Equal Rights Amendments] στη νομοθεσία διαφόρων πολιτειών και την πρώτη εμφάνιση φανατικών πολέμιων των εκτρώσεων και φασιστών στους δρόμους. Στοχεύοντας να αποκτήσουν ευρεία απήχηση, αυτές οι πρωτοβουλίες προσπάθησαν να απευθυνθούν σε κείνες τις ομάδες της μεσαίας τάξης που, μόνιμα σφυροκοπούμενες από την κυκλική ανάπτυξη του καπιταλισμού, είχαν αναζητήσει καταφύγιο σε μια φονταμενταλιστική θρησκεία, που εξαπλωνόταν και βάθαινε τις ρίζες της στις κοινωνίες του Νότου και στους ιδιοκτήτες, μέσω της μαχητικότητας γύρω από “μονοθεματικούς”, δεξιών τάσεων, αγώνες για “κοινωνικά ζητήματα”. Στο εσωτερικό των ΗΠΑ, ο πυρήνας του νεοφιλελεύθερου προγράμματος είχε αρχίσει ήδη να εμφανίζεται. Συνίστατο στην ανάκληση (με στόχο τελικά την κατάργηση) των μεταρρυθμίσεων του New Deal (ελάχιστος μισθός, αποζημίωση των εργατών και ασφάλεια στην ανεργία, επιδοτήσεις των τιμών των αγροτικών προϊόντων· διαχωρισμός των επενδύσεων από τις τραπεζικές καταθέσεις· μεταγενέστερες προσθήκες στην κοινωνική ασφάλιση που συνιστούσαν μια διάσταση του κοινωνικού διχτυού ασφαλείας, όπως επιδοτήσεις φαγητού και βοήθεια για τα εξαρτώμενα παιδιά· ένα συνταξιοδοτικό πρόγραμμα περίθαλψης), και (μια άλλη μεταγενέστερη εξέλιξη) τη διάλυση των συνδικάτων του δημόσιου τομέα καθώς και τη διάλυση των νομοθετημένων και σωρρευμένων ρυθμίσεων για τις επιχειρήσεις και το περιβάλλον, εξάλειψη των κλιμακωτών φορολογικών συντελεστών υπέρ ενός ενιαίου συντελεστή, απαλλαγή από την χρηματοδοτούμενη από το δημόσιο εκπαίδευση και απομάκρυνση του τείχους που διαχώριζε την εκκλησία και το κράτος, μέσα από τη χρηματοδότηση ιδιωτικών σχολείων και θρησκευτικών ιδρυμάτων. Αυτό ήταν το πρόγραμμα της νεοδεξιάς στις απαρχές της, γύρω στο 1976.
Κομβική στη δυναμική της καπιταλιστικής ανάπτυξης στα τελευταία διακόσια χρόνια ήταν η αυξανόμενη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και η συγκεντροποίηση της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Οικονομικά στρώματα, που ήταν προηγουμένως ανεξάρτητα, εξαφανίστηκαν σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας αυτής της ανάπτυξης. Υποστηριζόμενες από τις αυξανόμενες κερδοσκοπικές χρηματοπιστωτικές επενδύσεις και την “εισοδηματοποίηση”, οι δυο περίοδοι επέκτασης (1983–1987, 1993–1997) που ακολούθησαν το τέλος του τελευταίου κύκλου εργατικών αγώνων είδαν, αντίθετα, την διόγκωση στρωμάτων της μεσαίας τάξης, καθώς η βασισμένη στις ΗΠΑ, και υποστηριζόμενη από τον δανεισμό, μαζική κατανάλωση, που τροφοδοτούσε την παγκόσμια επέκταση, είχε σχηματίσει την άλλη όψη της εγκατάλειψης της ντόπιας βιομηχανίας (και, μαζί της, της εσωτερικής βιομηχανικής απασχόλησης) για μέρη στο εξωτερικό (πρωτίστως στην Άπω Ανατολή), μια ανάπτυξη που χαρακτηρίζει επίσης και την βιομηχανική Ευρώπη, ενώ, διαλεκτικά, η συνολική παγκόσμια απασχόληση στη βιομηχανία έχει συρρικνωθεί, καθώς η παραγωγικότητα έχει αυξηθεί εξαιρετικά. Σ’ αυτή τη διαδικασία, και μέσω αυτής, η οικονομία των ΗΠΑ έχει υποστεί έναν μετασχηματισμό από βιομηχανικό “δυναμό” του κόσμου σε έναν σχηματισμό εισοδημάτων (βασισμένων, κυρίως, στις οικονομικές υπηρεσίες, στις ασφάλειες, τα ακίνητα και τη διασκέδαση) για τα οποία η κατανάλωση των μεσαίων στρωμάτων ήταν, τουλάχιστον μέχρι την οικονομική κρίση (2008–2009), αποφασιστική.
Στη δίνη αυτών των αλλαγών, βλάστησε και αναπτύχθηκε μια νεοδεξιά αντιπολιτευτική κουλτούρα. Ας κοιτάξουμε τη δομή και τις αφετηρίες της, μεγάλο μέρος των οποίων (αν και έχουν επεκταθεί πάρα πολύ) επιβιώνουν μέχρι σήμερα: στις αρχές της, και καθώς σχηματοποιούνταν, ήταν ένα πολυκεντρικό, αποκεντρωμένο μαζικό πολιτικό κόμμα της δεξιάς/νεοδεξιάς, επειδή είχε εγκαταλείψει το παλαιοδεξιό, απομονωτιστικό, βασισμένο στις Μεσοδυτικές μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις, φιλογερμανικό και μη-μιλιταριστικό Ρεπουμπλικανικό κόμμα, το οποίο είχε αντιτεθεί στην είσοδο στον τελευταίο ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο πόλεμο. Χαρακτηριζόταν από επικαλυπτόμενες, μερικώς ενοποιημένες οργανώσεις, κάθε μια στον πυρήνα ενός από αυτά τα πολλαπλά κέντρα. Κάθε ένα από αυτά τα κέντρα κυνηγά μια ξεχωριστή ατζέντα, με τις οργανώσεις και τις ατζέντες να επικαλύπτονται σε συγκεκριμένους τομείς δραστηριότητας, παράγοντας αντικειμενικά, ως αποτέλεσμα, έναν καταμερισμό εργασίας. Αν η παρουσία του Τραμπ σήμερα παρέχει μια ηγεσία, στις απαρχές τους οι θεσμοί αυτής της νεοδεξιάς αντιπολιτευτικής κουλτούρας στερούνταν μιας κυρίαρχης κατεύθυνσης και τυπικών συνδέσεων.
Σαράντα, σχεδόν, χρόνια αργότερα, όλοι αυτοί οι πρώιμοι θεσμοί επιβιώνουν. Στην πραγματικότητα υπάρχει μια ιεραρχία θεσμών, στην κορυφή της οποίας είναι οι δωρητές από τις μεγαλοεταιρείες, εξαιρετικά πλούσιοι ατομικοί χορηγοί και ιδιωτικά ιδρύματα. Όλοι λειτουργούν ως επί το πλείστον μέσα από βασισμένες στην Ουάσιγκτον “δεξαμενές σκέψης” και ερευνητικά ινστιτούτα (μεταξύ των οποίων τα American Enterprise Institute, Heritage Foundation και Cato Institute είναι από τα παλιότερα), που στελεχώνονται από μια καλοπληρωμένη δεσμευμένη ιντελιγκέντσια οπαδών της ελεύθερης αγοράς και δεξιών φιλελεύθερων, που στοχεύουν να διαμορφώσουν τις πολιτικές της ομοσπονδιακής εκτελεστικής εξουσίας, του Κογκρέσου, των εθνικής εμβέλειας ειδησειογραφικών σταθμών, των μεγάλων μητροπολιτικών εφημερίδων και, με αυξανόμενο ρυθμό, του Διαδικτύου. Συνεπώς, οι “δεξαμενές σκέψης” και τα ερευνητικά ινστιτούτα αποτελούν ένα δευτερεύον ιδεολογικό εργαλείο που εκδίδει ολόκληρη τη σειρά από υλικά, περιοδικά, εφημερίδες, δελτία ειδήσεων, άρθρα εργασίας και μελέτες συγκεκριμένων προβλημάτων που επανειλημμένα πικάρουν τη μπουρζουαζία. Αυτό το σύνολο υλικών περιλαμβάνει, επιπλέον, μια σεβαστή ροή δελτίων τύπου και αποκαλούμενων “ειδήσεων” (εκ των οποίων οι περισσότερες που μπορούμε να φανταστούμε καταλήγουν να τυπώνονται κι όλας αυτολεξεί), καθώς και άρθρων γνώμης που διαχέονται, όλα, καθημερινά στα μείζονα τηλεοπτικά κανάλια, ραδιοφωνικούς σταθμούς και εφημερίδες των ΗΠΑ καθώς και, σήμερα, διαδικτυακά. Ο σκοπός σε όλα αυτά, που είναι διπλός, είναι φανερός αλλά απαιτεί και αξίζει να διατυπωθεί ρητά. Πρώτον, ολόκληρο αυτό το ιδεολογικό εργαλείο είναι προσανατολισμένο στο να προκαταλαμβάνει και να δομεί τους όρους και τα περιεχόμενα του δημοσίου λόγου πάνω σε ευρέα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτισμικά ζητήματα καθώς και σε συγκεκριμένα γεγονότα. Αυτή η επιδίωξη επιτυγχάνεται πρωτίστως χάρις στις πρόνοιες από τα μείζονα ΜΜΕ (και μέσω δημοσίων επαφών όπως οργανωμένα, ακαδημαϊκά και δημόσια συνέδρια καθώς και μέσα από το κύκλωμα διαλέξεων σε πανεπιστημιουπόλεις, μαζί με επιχειρηματικές ομάδες ή ομάδες των τοπικών κοινοτήτων). Δεύτερον, υπάρχει μια ρητή πρόθεση εκτελεστικής και νομοθετικής (σήμερα η μεγαλύτερη έμφαση δίνεται στο πρώτο) διαμόρφωσης, εξασφάλισης και διατήρησης των νομικών και οργανωτικών αρχών του καπιταλιστικού συστήματος, με την επιστροφή του στα μυθικά θεμέλια της “ελεύθερη αγοράς”. Αυτό συνεπάγεται μια ώθηση προς την απορρύθμιση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και των περιβαλλοντικών ασφαλιστικών δικλείδων, ιδιωτικοποίηση των κρατικών υπηρεσιών μέχρι και το επίπεδο του δήμου, το ξεχαρβάλωμα όποιων δράσεων επιβεβαιώνουν τη δημόσια εκπαίδευση και την εισαγωγή των αρχών της αγοράς σε όλα τα επίπεδά της. Να σημειώσουμε ότι όλα αυτά είναι κατευθύνσεις πολιτικών που τα τελευταία 30 χρόνια έχουν εφαρμοστεί σχεδόν με απόλυτη επιτυχία. Είναι ο πανταχού παρών χαρακτήρας της πρώτης δραστηριότητας που επιτρέπει στους όρους, πάνω στους οποίους ακουμπάει η δεύτερη, να εμφανίζονται εύλογοι, συνεκτικοί και πρακτικά βιώσιμοι.
Αυτοί οι θεσμοί, οι δεξαμενές σκέψης, υποστηρίζονται οικονομικά από ιδρύματα της νεοδεξιάς καθώς και από μεγάλες εταιρικές χορηγίες (ήδη από το 1988, η επιχειρηματική κοινότητα προσέφερε το 45% τη συνολικής χρηματοδότησής τους). Τα σημαντικότερα από αυτά τα ιδρύματα περιλαμβάνουν τα Adolph Coors Foundation, Fred C. Koch Foundation (ενέργεια, ακίνητα), Samuel Nobel Foundation (πετρέλαιο και εξορύξεις), John M. Olin Foundation (αγροχημικά), και το Sarah Mellon Scaife Foundation (Gulf Oil). Η αναφορά σ’ αυτά κάνει ξεκάθαρο τι είναι: τα ιδρύματα της νεοδεξιάς στηρίζονται σε εύπορους καπιταλιστές από τη “Ζώνη του Ήλιου”. Υπό αυτό το πρίσμα, οι δεξαμενές σκέψης εμφανίζονται ως ιδιωτικά χρηματοδοτούμενες “ερευνητικές” κοινότητες που προωθούν μια αντιδραστική κοινωνική και οικονομική ατζέντα με την υποστήριξη μεμονωμένων μελών μιας αυταρχικής, εξαρτώμενης από τις πολεμικές δαπάνες, άρχουσας τάξης.
Ένα τρίτο σημείο ισχύος μεταξύ των θεσμών που σχηματίζουν την νεοδεξιά αντιπολιτευτική κουλτούρα είναι “ομάδες πολιτικής δράσης”. Η μεγαλύτερη, και πιο ορατή τέτοια ομάδα, είναι, φυσικά, τα μέλη του θεσμικού Ρεπουμπλικανικού κόμματος, ιδιαίτερα στo Κογκρέσο. Σε αντίθεση με άλλες αντίστοιχες νεοδεξιές ομάδες, όμως, αυτό το μπλοκ βασανίζεται από τους τυπικούς συμβιβασμούς διαφόρων κοινωνικών ομάδων με ταξικά συμφέροντα, που χαρακτηρίζει την πολιτική της αντιπροσώπευσης.
Μέσα κι έξω από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα υπάρχουν πολιτικές ομάδες που ρητά ποικίλουν από αντιδραστικές ομάδες δρόμου σ’ εκείνες τις “αξιοσέβαστες” ομάδες που επιχειρούν στο έδαφος της τυπικής αστικής πολιτικής (όπως η NCPAC, National Conservative Political Action Committee, Εθνική Συντηρητική Επιτροπή Πολιτικής Δράσης) και μικρές νομοθετικές ομάδες (όπως η “Freedom” Caucus στο Κογκρέσο, της οποίας ο σεβασμός προς το Σύνταγμα είναι αντεπαναστατικός13 και αποτελεί τη νομική βάση για τον ρατσισμό της, και της οποίας το ιστορικό ανάλογο είναι οι υπερ-εθνικιστές στρατοκράτες, οι μοναρχικοί και οι φασίστες που δρούσαν έξω από τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια στην περίοδο αμέσως μετά τον πόλεμο). Έχουμε, λοιπόν, νεοδεξιούς νατιβιστές14 στην κορυφή, που θέλουν να επανέλθουν στην εξουσία, φασίστες και νεοναζί στο έδαφος.
Σήμερα, μέσα σ’ αυτό το αντιδραστικό πλαίσιο που χρηματοδοτεί τη νεοδεξιά ισχύ, ομάδες που απαρτίζονται όλο και περισσότερο από αυτούς τους νατιβιστές, φασίστες και νεοναζί μαχητές, επιχειρούν στους δρόμους. Με μεγάλη διαφορά η μεγαλύτερη συνιστώσα τους είναι μεσαία στρώματα, δηλαδή οικονομικά επισφαλή, συμπεριφορικά ασταθή στοιχεία. Είναι ως επί το πλείστον λευκοί άντρες. Η επισφάλεια και η αστάθεια έχουν δημιουργηθεί από την απουσία σταθερής, καλοπληρωμένης και με ωφελήματα δουλειάς, συνεπώς από την απώλεια ενός βασισμένου στη δουλειά ρόλου, που θα επέτρεπε μια “αντρική” ταυτότητα, απώλεια που είναι η άλλη όψη της μαζικής εισόδου των γυναικών στο εργατικό δυναμικό και τους κάνει να απεχθάνονται και να φοβούνται τις αυτόνομες, εργαζόμενες γυναίκες. Τα ίδια συναισθήματα, που προσδιορίζουν τον χαρακτήρα, απλώνονται και στη συνείδηση των γυναικών που, ως μη εργαζόμενες νοικοκυρές, απειλούνται προσωπικά από τον φεμινισμό. Ο συνεκτικός ιστός μεταξύ αυτής της αντιδραστικής μειοψηφίας που επιχειρεί στους δρόμους και των πιο ευσταθών αστικών ομάδων (πχ. διανοούμενοι των μεσαίων στωμάτων) είναι προφανώς ιδεολογική. Φυσικά, οι αντίστοιχες συμπεριφορές τους διαφέρουν: η δράση στον δρόμο προϋποθέτει απροκάλυπτο φασιστικό-τρομοκρατικό εκφοβισμό και επιθετικό κυνήγι, με αναφορές σ’ αυτό που ο Martin Broszat αποκάλεσε “προκλητικές βαρβαρότητες”15 του, βασισμένου στο Μόναχο, NSDAP, με σκοπό, για παράδειγμα, το κλείσιμο κλινικών εκτρώσεων· για τον εκφοβισμό, την τρομοκράτηση και το σπάσιμο, σήμερα, του ηθικού των πιο ήπιων τμημάτων της αριστεράς, όπως το Black Lives Matter· με σκοπό πάντα την χρησιμοποίηση του θεάματος των ΜΜΕ για να χτίσουν τις δικές τους βάσεις μέσα από συλλαλητήρια (γιορτάζοντας διάφορα μεταπολεμικά μνημεία και την σημαία της Συνομοσπονδίας, τη διεκδίκηση “ελευθερίας του λόγου” για κακοποιούς και δολοφόνους)· και, σε κάποιες περιστάσεις, ακόμα και μιας δολοφονίας (Dr. Peter Gunn, Heather Heyer), αν και οι τελευταίες σε καμμιά περίπτωση δεν μπορούν να συγκριθούν με τους εν ψυχρώ φόνους που γίνονται κάθε χρόνο από τους μπάτσους.
Οι ευαγγελικές χριστιανικές εκκλησίες, οι συναφείς τηλεοπτικές λειτουργίες και οι οργανώσεις που έχουν εξελιχθεί από αυτές (όπως η, ανενεργή τώρα, Moral Majority – “Ηθική Πλειψηφία”) αποτελούν το τελευταίο κέντρο της νεοδεξιάς, αυξανόμενης νεοφασιστικής δύναμης. Υπάρχουν κυριολεκτικά χιλιάδες μικρές ενορίες (ιδιαίτερα στον Νότο) που λειτουργούν σε παλιά σπίτια, εγκαταλελειμμένα κτίρια, παλιά κτίρια εκκλησιών, ακόμα και στις αποθήκες μικρών εμπορικών κέντρων, και οι οποίες συνδέονται με την ευρύτερη αντιπολιτευτική κουλτούρα μόνο στη βάση ιδεολογικής προτίμησης· οι μεγαλύτερες φονταμενταλιστικές εκκλησίες, όμως, έχουν υψηλό βαθμό οργάνωσης και προσδένονται, μέσω του προσωπικού τους και των δραστηριοτήτων τους με τα άλλα κέντρα εξουσίας. Ο σκοπός εδώ είναι διαφορετικός (από αυτόν των αποβρασμάτων του δρόμου). Είναι τριπλός. Χωρίς ιεράρχηση προτεραιοτήτων, παρέχουν: πρώτον, μια κατασκευή, σε βιβλικό υπόβαθρο, για όλα τα σύγχρονα γεγονότα, σχέσεις μεταξύ κοινωνικών ομάδων και κρατών. Αυτή η κατασκευή εδραιώνει ένα λειτουργικό εννοιολογικό πλαίσιο μέσα από το οποίο μπορεί να γίνει κατανοητό το νόημα και η σημασία των εθνικών και διεθνών εξελείξεων. Δεύτερον, αυτό το πλαίσιο διασφαλίζει επίσης εμπιστοσύνη και ενισχύει τις ευαγγελικές ανησυχίες, μια σύγχρονη εκδοχή της πατριαρχίας στην οικογενειακή ζωή μαζί με μια φρικτή αντίθεση στον φεμινισμό, και έναν ατομικισμό (που ερμηνεύει την κοινωνικά διαμεσολαβούμενη ή ντετερμινιστική “αποτυχία” με όρους προσωπικών ελλειμάτων και δικαιολογεί μια προσήλωση στον καπιταλισμό της αυτοδημιουργίας16). Τρίτον, γίνονται προσπάθειες διαμόρφωσης των τοπικών ζητημάτων (κι εδώ, μαζί με τις μικρές ενορίες γίνεται μια επιπλέον σύνδεση με άλλα κέντρα εξουσίας, καθώς αξιοποιούνται συχνά οι οδηγίες και η “γραμμή” που εκπονείται από τα κέντρα αυτά) με προβολή αιτημάτων στις σχολικές αρχές και τα πολιτειακά νομοθετικά σώματα για να επιτρέψουν τη σχολική προσευχή, τη νομοθέτηση της απαγόρευσης των εκτρώσεων, την απο-εκκοσμίκευση των σχολικών βιβλίων και τη διδασκαλία του δημιουργισμού. Συνολικά, οι ευαγγελικές χριστιανικές εκκλησίες δίνουν την κατεύθυνση κατεξοχήν σε μεσαία στρώματα, κυρώς τα πιο λούμπεν κομμάτια τους, διαμεσολαβώντας τις φιλοδοξίες τους, τις πολιτικές και υπαρξιακές ανησυχίες, δραστηριότητα πλήρως σύμφωνη με και προάγουσα τις πολλαπλές ατζέντες των θεσμών της νεοδεξιάς, νεοφασιστικής κουλτούρας.
Σε αντίθεση με τις εκκλησίες των παραδοσιακών χριστιανικών δογμάτων στις ΗΠΑ, οι ευαγγελιστές κληρικοί αποσπούν πολύ μεγαλύτερη θρησκευτική αφοσίωση. Από αυτούς προέρχεται όντως, συχνά, ο σκληρός πυρήνας μεταξύ των “μονοθεματικών” φασιστών που εμπλέκονται στα είδη δράσεων που περιγράφτηκαν παραπάνω. Οι σχέσεις τους με τις άλλες οργανώσεις και κέντρα ισχύος μέσα στο νεοδεξιό περιβάλλον είναι πολύ πιο απόμακρες καθώς λειτουργούν αρκετά αυτόνομα σε σχέση μ’ αυτά. Δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για τις σχέσεις μεταξύ άλλων οργανώσεων και κέντρων εξουσίας: οργανώσεις και γενιές ηγεσιών αλληλοσυνδέονται· στρατηγικές σχεδιάζονται, γενικά, από κοινού· και το ίδιο πολιτικά αυταρχικό, στρατοκρατικό και εθνικιστικό, πατριαρχικό και αχαλίνωτο καπιταλιστικό όραμα ζωογονεί τις απόψεις τους για την αμερικάνικη κοινωνία.
Ολόκληρη η κατεύθυνση της ανάπτυξης των ΗΠΑ με την αποβιομηχάνιση και, μετά από αυτό, η οικονομική κρίση και ο υφεσιακός απόηχός της, δεν έχουν μόνο δημιουργήσει μια τεράστια επισφαλή προλεταριακή μάζα αλλά, ταυτόχρονα, και ένα πυκνό λουμπενοποιημένο μεσαίο στρώμα που περιλαμβάνει, πρώτα απ’ όλα, μικροϊδιοκτήτες (κυρίως με βάση το Διαδίκτυο) και “ανεξάρτητους εργολάβους”, ιδιαίτερα ορατούς στις κατασκευές κατοικιών (στις οποίες ήταν, μια φορά κι έναν καιρό, “πολυτεχνίτες”), στις μεταφορές και στις διανομές (πχ., οδηγοί της FedEx, που αναγκάζονται να αγοράσουν τα “δικά τους” φορτηγά, οδηγοί της Uber, κλπ.), στις τηλεπικοινωνίες, μεταξύ των μη συνδικαλισμένων εργαζόμενων, και αλλού.
Τα πυρηνικά στοιχεία της νεοδεξιάς αντιπολιτευτικής κουλτούρας που είναι παρόντα στις εξεγέρσεις των μεσοαστών φορολογούμενων και ιδιοκτητών σπιτιών του δεύτερου μισού της δεκαετίας του 1970, καθώς και στους φόβους στρωμάτων της “λευκής” εργατικής τάξης σχετικά με τον αναδυόμενο φεμινισμό και την είσοδο μαύρων στις καλοπληρωμένες μισθωτές θέσεις εργασίας, αξιοποιήθηκαν από τον Ρόναλντ Ρήγκαν στην προεδρική προεκλογική εκστρατεία του 1980. Αυτές οι δραστηριοτήτες και αυτά τα αισθήματα ήταν κρίσιμα στον σχηματισμό μιας ταξικής συμμαχίας που δημιούργησε τις συνθήκες για μια δραματική μετατόπιση προς τα δεξιά της πολιτικής κουλτούρας της αμερικανικής κοινωνίας στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, στροφή η οποία, με τον εκλογικό θρίαμβο του Τραμπ, συνεχίζει να βαθαίνει μέχρι και σήμερα. Η πολιτική κουλτούρα που αναδύθηκε τη δεκαετία του 1980 είναι αυτό που εδώ χαρακτηρίζουμε ως “νεοδεξιά”, στη γέννησή της νεοφιλελεύθερη και σήμερα, λίγο-πολύ, ανοιχτά νεοφασιστική. Αντιτιθέμενες στις ρεφορμιστικές, βασισμένες στο κράτος πρόνοιας, προοπτικές, που χαρακτήριζαν τον υψηλό καπιταλισμό στην φορντιστική του φάση και ενσαρκώνονταν στην ιστορικά φιλελεύθερη πτέρυγα του Δημοκρατικού κόμματος, οι νεοδεξιές πρακτικές της εποχής των Ρήγκαν-Μπους συνιστούσαν αντικειμενικά την ανικανότητα των σε παρακμή βιομηχανιών μαζικής παραγωγής να αποτελέσουν το θεμέλιο μιας ανανεωμένης συσσώρευσης κεφαλαίου στις ΗΠΑ, της πτώσης των νορμών της μαζικής κατανάλωσης μεταξύ της συντριπτικά μεγάλης πλειοψηφίας του μισθωτού πληθυσμού (και, τώρα, των αυξανόμενα πολυάριθμων στρωμάτων της μισθωτής μεσαίας τάξης καθώς, το ένα μετά το άλλο, είτε προλεταριοποιούνται είτε λουμπενοποιούνται) και της κεντρικότητας της πολιτικής διαμεσολάβησης της μεταβαλλόμενης αμερικάνικης τάξης και των ταξικών σχέσεων, αυτό που, με άλλα λόγια, αποκαλούμε ως αυξανόμενα απολυταρχική, αστυνομικά δεσποτική γυμνή δικτατορία του κεφαλαίου πάνω στην κοινωνία.
Ταξική πάλη και πολιτική στην εποχή της επιταχυνόμενης, απότομης κλιματικής αλλαγής
Η “φυλή” αναδύθηκε ως ένα ιστορικά σχηματισμένο, μεταβαλλόμενο και ποικίλο σύνολο (δηλαδή ως ένα λογικό, διατεταγμένο “σύμπλοκο”) πολιτισμικά συγκεκριμένων σημασιών που συγκροτούν μια φαντασιακή κοινωνική σχέση. Τα περιεχόμενα αυτών των σημασιών (αυτής της φαντασιακής κοινωνικής σχέσης) σχηματίζουν μια κοινωνικά κατασκευασμένη ψυχική τοπογραφία απόκρυφων φόβων, ανασφαλειών, φαντασιώσεων και πλαστών γεγονότων και διαισθήσεων που προβάλλονται στο ασελγές17 σώμα και, την κατά τα άλλα, ανεξιχνίαστη ψυχή ενός υποβαθμισμένου Άλλου. Αυτές οι σημασίες είναι, αυτή η φαντασιακή κοινωνική σχέση δημιουργείται από και υπηρετεί την Ισχύ. Είναι ταυτόχρονα δομικό Αντικειμενικό Πνεύμα (πχ. νόμος) και ενσαρκώνονται ως ο σιωπηλός σκοπός οποιοδήποτε αριθμού θεσμών. Συνεπώς, υλοποιούνται και, σ’ αυτόν τον βαθμό, είναι “πραγματικές”. Ως αποτέλεσμα, αυτή η φαντασιακή κοινωνική σχέση, μια προβολή που “κατακάθεται” στην δομή της προσωπικής ταυτότητας, αποδίδει μικρά προνόμια σ’ αυτούς που η καθημερινή κοινωνική πρακτική τους αναπαράγει αυτούς τους θεσμούς ως πάγιες κοινωνικές σχέσεις κυριαρχίας (και τους αναπαράγει σε αντίθεση προς όσους αγωνίζονται ενάντια στην υποταγή και την περιθωριοποίηση)18.
Αυτό που ουσιαστικά απαιτείται είναι αναγκαίες δομές ατόμων, ομάδων και ταξικών στρωμάτων που θα μπορούσαν να είναι φορείς ελεύθερων κοινοτήτων που υπάρχουν ήδη υπόδηλα στην παλιά κοινωνία, έτσι που η κοινότητα αυτή είναι ήδη υπόρρητα και προεικονισμένα συγκροτημένη ως μια πραγματικά πιθανή εναλλακτική στις υπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις. Η πλήρης ανάδυση αυτών των ανθρώπινων όντων παραμένει στον ορίζοντα του μέλλοντος19.
Υπάρχει μια καταιγίδα στον ορίζοντα. Ο χαρακτήρας της είναι κοινωνικός, πολιτικός και παραγωγικός. Προαναγγέλει την ίδια την πιθανότητα μιας μεγάλης κλίμακας, μείζωνος σύγκρουσης. Με την εγελιανή έννοια είναι ενεργή (δηλαδή, εμμενής στην υπάρχουσα διαμόρφωση των κοινωνικών σχέσεων), που προεικονίζει τεράστιας έντασης ταξική πάλη.
Καθώς οι τάξεις υπάρχουν μόνο στη μεταξύ τους σχέση, μέχρι αυτή τη στιγμή, η συζήτηση είναι για αναλυτικούς λόγους αφηρημένη: έχουμε ταυτοποιήσει μόνο τη μια πλευρά σ’ αυτή την αντιπαράθεση, τις τάξεις και τα στρώματα (μικροϊδιοκτήτες, ανεξάρτητους εργολάβους, τα λούμπεν μεσαία στρώματα και μεγαλύτερους, επισφαλείς και ενσυνείδητα “λευκούς” εργάτες) που συγκροτούν ένα νεοφασιστικό αντιπολιτευτικό μπλοκ20.
Ποιος αποτελεί, λοιπόν, την άλλη πλευρά αυτής της αντιθετικής κοινωνικής σχέσης που εγκολπώνει το σύνολο της κοινωνίας; Κι’ αυτή [η άλλη πλευρά] συγκροτεί ένα μπλοκ τάξεων και στρωμάτων, αλλά η κοινωνική της πραγματικότητα είναι μόνο δυνητική (είναι κοινωνικά, όχι λογικά, δυνατή). Συνίσταται στα μεγάλα στρώματα των ισπανόφωνων και μαύρων εργατών και άλλα πολύ μικρότερα εθνοτικά-εθνικά στρώματα επίσης, ένα στρώμα λευκών εργατών και έναν τεράστιο αριθμό νέων, σημαντικός αριθμός των οποίων προλεταριοποιείται ή θα προλεταριοποιηθεί, και εμπλέκεται σε επισφαλείς δουλειές. Μεγάλης σημασίας είναι ότι δεν έχει υπάρξει ένας προλεταριακός πυρήνας μεταξύ των εργαζόμενων τάξεων στις παλιές καπιταλιστικές ζώνες για περισσότερο από 1/4 του αιώνα, καθώς τέσσερις δεκαετίες outsourcing, αναδιαρθρώσεων και συρρίκνωσης κατέστρεψαν τα παραδοσιακά βιομηχανικά κέντρα· και με την εμφάνιση αυτών των στρωμάτων νεολαίας, ιδιαίτερα νέων προλετάριων, αυτός ο πυρήνας επανασχηματίζεται21.
Πώς μπορούμε να ταυτοποιήσουμε αυτόν τον πυρήνα; Ας αφήσουμε να μιλήσει γι’ αυτό το ζήτημα η άλλη πλευρά. Ο Steve Bannon λέει ότι ο πυρήνας αυτός συνίσταται σε “millennials”, γιατί είναι “σοσιαλιστές”, επικρίνοντας επίσης την αυξανόμενη εκκοσμίκευση μεταξύ αυτής της δημογραφικής ομάδας, λέγοντας: “η κυριαρχούσα ώθηση της ποπ κουλτούρας είναι να εκκοσμικεύσει εντελώς αυτή την ανερχόμενη γενιά”22. Υπάρχουν αρκετά σημεία που πρέπει να θίξουμε εδώ. Πρώτον, ο Bannon είναι νατιβιστής, “λευκός” και ένας οικονομικο-εθνικιστής, ένας ιδεολόγος που πρεσβεύει μια νεοφασιστική αντιπολιτευτική κουλτούρα σε ένα αντιδραστικό ταξικό μπλοκ· στην πραγματικότητα, μιας και είναι αυτό το μπλοκ που υποστηρίζει (καθιστά εφικτή πολιτικά και συντηρεί) την δεξιά εξουσία στο κράτος, πρωτίστως την προεδρία Τραμπ, και μιας και ο Τραμπ είναι πασιφανώς ο ηγέτης, ένας ηλίθιος εκπρόσωπος τύπου αυτού του μπλοκ, έχει επίσης σημασία ότι, με τον ίδιο τρόπο που ο Τρότσκυ ήταν ο θεωρητικός του Στάλιν, ο Bannon είναι ο θεωρητικός του Τραμπ23. Δεύτερον, ταυτοποιώντας τα “παιδιά της χιλιετίας” ως τον ταξικό εχθρό, πολύ πιο ωμά από τον Τραμπ, ο Bannon, όπως μερικοί ακόμα αξιωματούχοι του Τραμπ, όπως ο David Malpass, καταλαβαίνει τη φύση της πάλης και την πιθανή κλιμάκωσή της σε έναν εμφύλιο πόλεμο και το έχει πει ήδη24. Τρίτον, με τον όρο “millennial”, ο Bannon δεν σηματοδοτεί μόνο μια χρονολογικά καθορισμένη ηλικιακή “κλίκα”25. Και λέγοντας “σοσιαλιστές” σίγουρα δεν εννοεί “επαναστάτες”. Αντίθετα, εννοεί και στοχεύει το αίτημα για την παραγραφή των φοιτητικών δανείων, την υποστήριξη στην καθολική, ελεύθερη υγειονομική περίθαλψη, χρηματοδοτούμενη από τα γενικά έσοδα, καθώς και στη δημιουργία θέσεων εργασίας στον δημόσιο τομέα, την νομοθεσία και τις δράσεις με στόχο την απάλυνση της κλιματικής αλλαγής, και την περαιτέρω απαίτηση για πολύ πιο αυστηρό πανεθνικό έλεγχο της οπλοφορίας, με άλλα λόγια εννοεί όλους αυτούς τους νέους και τις νέες που υποστηρίζουν (και απαιτούν υπαρξιακά) μια τεράστια επέκταση των ομοσπονδιακών δαπανών κυρίως προς το υπάρχον κουρελιασμένο, συρρικνωμένο κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας. Εννοεί όλους εκείνους που με την πλήρη (κατά τη Γερμανία της Βαϊμάρης) έννοια του όρου μπορον να αποκληθούν “σοσιαλδημοκράτες”. Ο καθορισμός από τον Bannon, λοιπόν, ποιος συνιστά τον εχθρό στην εξελισσόμενη και επικείμενη πάλη, μάς παραπέμπει στην αυστηρή έννοια του περιεχομένου της συνείδησης.
Κάποιος μπορεί να χλευάσει. Αν είναι έτσι, τότε η προβληματική φύση της “συνείδησης” σημαίνει ότι δεν αίρεται στο επίπεδο της εκπεφρασμένης επίγνωσης. Αντίθετα, μπλοκάρεται από την εσφαλμένη πεποίθηση ότι στη βάση του ρατσισμού της λευκής εργατικής τάξης βρίσκεται η “υλική βάση της λευκότητας”, η οποία έχει ως επί το πλείστον εξαφανιστεί26. Αυτή η προβληματική μπορεί να ξεπεραστεί μόνο αν αναγνωριστεί ότι ο σχηματισμός ενός κοινωνικού υποκειμένου δεν είναι απλά “υλικός” αλλά, πολύ σπουδαιότερα, θεσμικός και διαμορφώνεται προ-γνωσιακά, προ-συνειδησιακά.
Ας το προσεγγίσουμε αυτό κάπως πλάγια, έμμεσα.
Ας θεωρήσουμε μια γυναίκα που πρόσφατα (Ιούλιος 2018) έχει κακοποιηθεί (κι αυτό έχει γίνει viral στο Διαδίκτυο) από κάποιον συνειδητά λευκό άντρα που εξακολουθούσε να την ενοχλεί, ισχυριζόμενος ότι αυτή δεν έχει το καθεστώς πολίτη, κι αυτά την ίδια στιγμή που ένας άλλος (επίσης συνειδητά) λευκός μπάτσος καθόταν αγνοώντας τις εκκλήσεις της για βοήθεια (η γυναίκα είναι κάτοικος του Πουέρτο Ρίκο που, ό,τι κι αν σκέφτεστε, είναι μια εδαφική επικράτεια των Ηνωμένων Πολιτειών, με άλλα λόγια έχει και εθνικότητα και υπηκοότητα). Δεν μπορείς να εξηγήσεις αυτή τη συμπεριφορά αναφερόμενος απλά στη “λευκότητα”, αν μ’ αυτό το μόνο που εννοείς είναι μικρά (“υλικά”) προνόμια. Το ζήτημα εδώ είναι, μάλλον, αυτή η “φαντασιακή κοινωνική σχέση”, αυτή η “κοινωνικά κατασκευασμένη τοπογραφία απόκρυφων φόβων, ανασφαλειών, φαντασιώσεων και πλαστών γεγονότων και διαισθήσεων” και το εμπεδωμένο σε αυτά μοναδικό κοινωνικό γεγονός του ποια “υλικά” προνόμια (από εκπτώσεις και απαλλαγές φόρων, ενοριακές εισφορές κλπ. για κάποιους – την ίδια στιγμή που συμμετέχουν σε ένα κυνήγι σκλάβων, πίσω στον ιστορικό χρόνο – μέχρι τους υψηλότερους μισθούς μαζί με την εξαίρεση από πραγματικά δύσκολες και επίπονες δουλειές) έχουν σχεδιαστεί για να επιβεβαιώνουν και τα οποία η αποβιομηχάνιση σε μεγάλο βαθμό έχει καταστρέψει, με άλλα λόγια ένα βασισμένο στην εμπειρία μοντέλο της κοινωνίας με τρεις τάξεις (οι πλούσιοι πάνω από “εμάς”, “εμείς” στη μέση και “αυτοί” μόνιμα κάτω από μας, μια βαρβαρίζουσα, στη βάση της κοινής λογικής, επεξεργασία της άμεσης εμπειρίας), που παρέχει σ’ “εμάς” ηθική αξία και ανθρώπινη αξιοπρέπεια αποδεικνύοντας ότι “εμείς”, οι “λευκοί” είμαστε καλλίτεροι από “αυτούς”, τους “μαύρους” ή γενικότερα τους ανθρώπους χρώματος.
Συνεπώς αυτό που είναι ζήτημα δεν είναι αποκαλούμενα προνόμια, αλλά θεσμοί που δημιουργούν μια διεστραμμένη, παραμορφωμένη ταυτότητα στα θεμέλια μιας κοινωνικά κατασκευασμένης ψυχο-τοπογραφίας της οποίας ο θρησκευτικός φανατισμός, ο ρατσισμός και η φυλετικοποιημένη επίγνωση επιβεβαιώνουν την ηθική αξία και ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Αυτό μας φέρνει πίσω στους “σοσιαλιστές” “millennials” του Bannon.
Ό,τι κι αν σκεφτόμαστε για τους θεσμούς που διαμορφώνουν τις ευαισθησίες των “millennial” του Bannon, αυτές οι ευαισθησίες δεν είναι φυλετικοποιημένες. Πρώτον, ας κατανοήσουμε τα ιστορικά θεμέλια που κυβερνούν θεσμούς που μεταφέρουν μια μη-φυλετικοποιημένη, ενορατική [precognitive] συναισθηματική/συγκινησιακή [affective] ύπαρξη. Αυτά είναι αρκετά, αλλά και τα ακόλουθα στοιχεία είναι κρίσιμα27: ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, μια κοινωνικά γενικευμένη αντίθεση στον πόλεμο στην Ινδοκίνα (θυμηθείτε ότι ακόμα κι αυτοί που ψήφισαν τον Ρίτσαρντ Νίξον είχαν λάβει την υπόσχεση από τον εν ενεργεία πρόεδρο ότι είχε ένα μυστικό σχέδιο για την αποχώρηση από το Βιετνάμ) και, σε συνδυασμό μ’ αυτό, μια αντιπολίτευση τόσο λαϊκή όσο και από τα ίδια τα κράτη, μεταξύ των αστικών δημοκρατιών της Δύσης, υποχρέωνε την άρχουσα τάξη των ΗΠΑ να αναλάβει σοβαρές προσπάθειες για να ανακτήσει την εξουσία της (άλλωστε, βίωνε μια κρίση νομιμοποίησης): η απαίτηση ήταν η επανασύνδεση του καπιταλισμού, του αμερικάνικου καπιταλισμού, με τη δημοκρατία. Πρέπει επίσης να κρατήσουμε στο μυαλό μας ότι, στο υπόβαθρο, αν θέλετε, της όλης κοινωνικής κρίσης ήταν το πάντα παρόν ζήτημα της εξωστρεφούς προβληματικής, υπερβολικής παραγωγικής ικανότητας, της υπερπαραγωγής, και ενός κορεσμού εμπορευμάτων. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η δημόσια, θεαματική αγιοποίηση του δολοφονημένου Μάρτιν Κινγκ ήταν πιεστική: η αχίλλειος πτέρνα της αμερικάνικης αστικής δημοκρατία ως τυπικής δημοκρατίας ήταν ανέκαθεν το θεσμικά ρατσιστικό βάρος πάνω στους μαύρους. Για παράδειγμα, ήταν η μοναδική κριτική που μπορούσε να ασκήσει το κρατικο-καπιταλιστικό μπλοκ, οι κοινωνίες σοβιετικού τύπου, και στην οποία όσοι εμπλέκονταν με την ιδεολογική υπεράσπιση της πολιτικής μορφής του αμερικάνικου καπιταλισμού δεν μπορούσαν να απαντήσουν πειστικά. Από τα μέσα της δεκεατίας του 1970 και μετά, ήταν επιτακτικό να αναπτυχθεί, και στη συνέχεια να εφαρμοστεί, ένα πρόγραμμα το οποίο, ενώ συνειδητά θα αποτύγχανε να θίξει κομβικούς θεσμούς κοινωνικής αναπαραγωγής (οικογένεια, εργασιακός χώρος), θα μπορούσε να προσφέρει μια αυτο-εικόνα των Αμερικανών και μια εικόνα προς τον αστικό κόσμο της Αμερικής ως μιας κοινωνίας με “αχρωματωψία”. Ένας ασφαλής χώρος για να θεσμοποιηθεί αυτό το πρόβλημα θεωρήθηκε ότι ήταν το σχολικό σύστημα. Το βασικό σχολικό πρόγραμμα μετασχηματίστηκε, τα σχολικά βιβλία ξαναγράφτηκαν, νέα πρόσωπα, σκουρόχρωμοι Αμερικάνοι που μιλούσαν, έπαιζαν και δούλευαν με φυσικούς “λευκούς” Αμερικανούς, εμφανίστηκαν στα βιβλία εργασιών των δημοτικών σχολείων, η λογοτεχνία ήταν προσεκτικά επιλεγμένη (και σε έργα στα οποία η θρησκοληψία ήταν παρούσα και η διδασκαλία των οποίων δεν μπορούσε να αποφευχθεί, οι εκπαιδευτές κατέβαλαν τεράστια προσπάθεια για να επισημάνουν το τεράστιο χάσμα που χώριζε το – τότε – παρόν από τον Jim Crow28, τους Redeemed29 και την Antebellum America30).
Οι διαμορφωτές πολιτικής σε όλα τα επίπεδα του κράτους, μέχρι και το πιο χαμηλό, τις σχολικές περιφέρειες, τους δήμους και τις κοινότητες, μπορεί να προσποιούνταν αλλά οι εκπαιδευτικοί, οι ίδιοι οι δάσκαλοι, στην πλειοψηφία τους το πήραν πολύ σοβαρά. Κεφάλαια που επένδυαν στον κινηματογράφο συνεργάστηκαν. Περισσότεροι μαύροι ηθοποιοί εμφανίστηκαν, και μάλιστα στους ρόλους των “καλών” αντρών και γυναικών· και, φυσικά, ήταν, με τον δικό του κρίσιμο τρόπο, το Sesame Street. Η αποβιομηχάνιση με τους μειωνόμενους μισθούς και την καταρρέουσα δομή επιδομάτων ανάγκαζε τις γυναίκες να μπαίνουν μαζικά στην εργασία, περιορίζοντας έτσι δραστικά τον ρόλο της οικογένειας στην κοινωνικοποίηση των παιδιών. Την ίδια στιγμή, αναδύθηκε το καπιταλιστικό κέντρο φροντίδας ως ένα κοινωνικό φαινόμενο, ως ένας εναλλακτικός τόπος κοινωνικοποίησης, εμφορούμενος όμως από τις ίδιες αρχές που λειτουργούσαν όλο και περισσότερο στους εκπαιδευτικούς θεσμούς. Σχετικά με τους τελευταίους, τι ήταν αυτό που διδασκόταν; Ισότητα, ανεκτικότητα και ευαισθησία στο αίσθημα και στο συναίσθημα. Η ανεκτικότητα στη διαφορά, η εθνοτική, εθνική, φυλετική και έμφυλη συμπερίληψη δεν διδάσκονταν απλά αλλά καλλιεργούνταν, όχι ως ένα διανοουμενίστικο περιεχόμενο (αν και αυτό το στοιχείο ήταν υπαρκτό) αλλά ως μια στάση που προηγείται της σκέψης, ως πρακτική και συμπεριφορά. Κατά ειρωνικό τρόπο, η εφαρμογή ολόκληρου του σχεδίου κοινωνικοποίησης ξεκίνησε καθώς ο Ρόναλντ Ρήγκαν ανέλαβε την προεδρία των ΗΠΑ. Και, όντως, σε μεγάλο βαθμό υλοποιήθηκε με επιτυχία, πρωτίστως επειδή από την εποχή του Ρήγκαν η λειτουργία του σχολείου είχε αλλάξει δραματικά. Η ενστάλλαξη πειθαρχίας σε αντιστοιχία με την δουλειά στο εργοστάσιο, ήταν ο υποκείμενος προ-γνωστικός στόχος της εκπαίδευσης μέχρι τη στιγμή που αυτός μετασχηματίστηκε στην καλλιέργεια μιας υποκειμενικότητας που πραγματώνει τον εαυτό της στην, και μέσω της, κατανάλωση εμπορευμάτων, σε αντιστοιχία με την χωρίς προηγούμενο προβληματική υπερπαραγωγή και περίσσεια εμπορευμάτων.
Είναι βέβαιο ότι δεν ανέπτυξαν όλοι οι νέοι ευαισθησίες απο-φυλετικοποίησης. Αλλά, από την άλλη, δεν ήταν όλες οι σχολικές περιφέρειες που επιδίωξαν αυτό το σχέδιο με συστηματικότητα: στις προηγούμενες τέσσερις δεκαετίες, ήταν στις μεγάλες μητροπολιτικές σχολικές περιφέρειες, που διέθεταν έστω κάποιους ελάχιστους οικονομικούς πόρους και έναν ελάχιστο βαθμό φυλετικής ενσωμάτωσης, στις οποίες το σχέδιο είχε επιτυχία. Εξ ου το Marjory Stoneman Douglas High School (που στεγάζει 8.000 μαθητές) στο Parkland της Φλόριδα. Ακόμα κι αν αναλήφθηκε, το σχέδιο σίγουρα δεν καρποφόρησε σε μικρές, επαρχιακές και, ως επί το πλείστον, λευκές σχολικές περιφέρειες.
Στοιχεία για όλα αυτά; Δείτε παρέες νεαρών που μαζεύονται σε δημοφιλείς τόπους μαζικής κατανάλωσης, παρατηρήστε τη δι-εθνοτική, διαφυλετική σύστασή τους. Κάντε μια λίστα (θα ήταν εξαιρετικά μεγάλη) των εκτελέσεων από μπάτσους μαύρων ανδρών στα πολύ τελευταία χρόνια και εξετάστε τις αναφορές των ΜΜΕ (οπτικά κομμάτια στα δικτυκά μέσα ενημέρωσης, φωτογραφίες εφημερίδων, βίντεο στο διαδίκτυο, ιδιαίτερα στο YouTube) των διαμαρτυριών, αυθόρμητων ή όχι, ως αντίδραση στις δολοφονίες αυτές. Η νεολαία που αντιπροσωπεύεται με τον καλλίτερο τρόπο είναι η διεθνοτικά, διαφυλετικά συγκροτημένη, Στην πραγματικότητα, θα βρείτε πολλά “λευκά” πρόσωπα. Τι εξήγηση δίνετε εσείς γι’ αυτό;
Μπορεί να ανταπαντήσει κανείς ότι αυτό δεν είναι ταξική ανάλυση, που σημαίνει: η “νεολαία” είναι μια άμορφη, μη ταξική κατηγορία, ενώ η πλειοψηφία των “millennials” του Bannon είναι με διαφορά “λευκοί”, τα συμφέροντά τους και οι ανησυχίες τους δεν θέτουν τα πιεστικά ζητήματα της μετανάστευσης και της αστυνομικής βαρβαρότητας και δολοφονικότητας.
Σκεφτείτε, όμως, ότι προωθούμενη από τον ανταγωνισμό μεταξύ κεφαλαίων, η δυναμική της τεχνολογικής καινοτομίας στην απονεκρωμένη, μηχανική καρδιά του καπιταλισμού θα εξασφαλίσει ότι τεράστιοι αριθμοί αυτών των “millennials”, άσχετα από την εκπαίδευση και τις προσδοκίες τους, θα είναι προλεταριοποιημένοι και επισφαλείς, και βαθιά, πολύ βαθιά χρεωμένοι (όλη αυτή η κατάσταση έχει γίνει και θα γίνει η ίδια όλο και περισσότερο μια φόρμουλα εξαθλίωσης που θα ζει και θα βιώνει κανείς). Η περιστασιακότητα είναι σήμερα ένα καθολικό, πανταχού παρόν δεδομένο της προλεταριακής ζωής εδώ στις ΗΠΑ σήμερα και σ’ ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο (δηλαδή σ’ ολόκληρο τον κόσμο) και θα είναι περισσότερο έτσι στο προβλέψιμο μέλλον. Η συνείδηση, τόσο στις προγνωσιακές όσο και στις εκπερφασμένες πτυχές της, είναι, εν πάσει περιπτώσει, συστατικό στοιχείο της τάξης.
Η άποψη που διατυπώνεται εδώ είναι ότι προλετάριοι που παλεύουν με το ζήτημα της εξουσίας, μια επίγνωση που δεν είναι φυλετικοποιημένη και των οποίων οι ευαισθησίες αγκαλιάζουν την ανεκτικότητα και την ισότητα, θα είναι πολύ πιο δεκτικοί σε μια δίκαιη και ισότιμη μεταχείριση των μεταναστών και θα μπορούν, επιπρόσθετα, να αντιμετωπίσουν τα πραγματικά ακανθώδη αλυτρωτικά και ρεβανσιστικά ζητήματα που, χρονολογούμενα από το 1846, ίσως παραμένουν ακόμα στην λαϊκή συνείδηση· τέτοιοι προλετάριοι θα είναι πιθανόν επίσης πολύ πιο ευαίσθητοι οικολογικά· και, πριν ακόμα και από την κατάληψη της εξουσίας, στις συγκρούσεις που θα έρθουν, μπουχτισμένοι από την αστυνομική βαρβαρότητα, με μια τέτοια επίγνωση, άσχετα από τις αστικοδημοκρατικές και εκλογικές αυταπάτες, θα φτάσουν να αναγνωρίσουν (έστω και διαισθητικά) τον ρόλο και τη λειτουργία, στην πραγματικότητα, των μπάτσων ως της πρώτης γραμμής της εξουσίας της άρχουσας τάξης. Από τις αποχές των μαθητών λυκείων (22–25 Φεβρουαρίου 2011) στο ανατολικό Wisconsin, που έγινε αφετηρία μιας μαζικής απεργίας με αποκορύφωμα την πορεία πάνω από 100.000 ατόμων την Κυριακή (27 Φεβρουαρίου 2011) στο Μάντισον, μέχρι τις διαδηλώσεις και πορείες με πρώτο το σχολείο Marjory Stoneman Douglas των μαθητών της Φλόριδα, που ανάγκασαν ένα δεξιό νομοθετικό σώμα και έναν συκοφάντη, αταβιστή οπαδό της NRA κυβερνήτη να υπογράψει μια νομοθεσία που περιορίζει την οπλοφορία, αυτό το νεανικό προλεταριάτο εν τω γενάσθαι επιδεικνύει μια ικανότητα να δρα συντονισμένα (κατά δεκάδες χιλιάδες) με έναν τρόπο που οι εργάτες στις ΗΠΑ δεν το έχουν κάνει από τη δεκεατία του 1970. Αυτό είναι κάτι αξιοσημείωτο. Για την ακρίβεια είναι εξαιρετικής σημασίας.
Υπάρχει ένα τελευταίο υπόγειο ζήτημα εδώ, ένα ζήτημα κατά πόσον ο αναδυόμενος πυρήνας αυτού του προλεταριάτου είναι υπερβολικά “λευκός”. Τα “παιδιά της χιλιετίας”, αριθμώντας 75,4 εκατομμύρια, αποτελούν από μόνα τους τη μεγαλύτερη δημογραφική ομάδα στην ιστορία των ΗΠΑ. Μπορεί να πιστεύει κανείς ότι είναι ως επί το πλείστον “λευκοί” (φράση στην οποία ο όρος δεν χρησιμοποιείται με τη “φυσική” σημασία, αλλά αναφέρεται στην προς τα έξω εμφάνιση, στον φαινότυπο με τη γενετική έννοια λαμβανόμενος ως άμεσα δοσμένος, δηλαδή προσβάσιμος στην παρατήρηση αλλά, παρ’ όλα αυτά, διαμορφωμένος, σε μια μακρά ιστορική διαδικασία, από τις δομές και λειτουργίες του ανθρώπινου οργανισμού), αλλά, στην πραγματικότητα, ένα ολόκληρο 42% το 2012 και ένα 46% το 2018 των “millennials” είναι μη-λευκά άτομα31. Αλλά, κι αυτό είναι σημαντικότερο, ίσως, για μια μη-φυλετικοποιημένη συνείδηση τα ζητήματα “λευκός”, “φυλή” και “χρώμα” δεν βαραίνουν ιδιαίτερα.
Όπως θα προσπαθήσουμε να δείξουμε στα συμπεράσματά μας, ολόκληρη η τροχιά της σύγχρονης ανάπτυξης τείνει προς μια γενική κρίση του καπιταλισμού: όταν ειδωθεί στο ευρύτερο πλαίσιο που περιγράφεται παρακάτω, αυτή η κρίση, καθορισμένη εντός του πλαισίου του πλανητικού οικολογικού και κλιματικού μετασχηματισμού, προμηνύει μια γιγαντιαία ταξική σύγκρουση η οποία, αν και όχι μοιραία προδιαγεγραμμένη, είναι πολύ πιθανόν να συμβεί. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, υπάρχει η ευκαιρία, φευγαλέα αδιαμφισβήτητα, για τους επαναστάτες να επιδείξουν πολιτικό βάρος άσχετα από το ολιγάριθμό τους.
Οπότε, ποιες είναι οι απαιτήσεις εδώ; Η “λευκότητα” δεν μπορεί, ούτε και θα εγκαταλειφθεί, απ’ όσους είναι φορείς της. Η επίδρασή της, όμως, θα μειωθεί (όχι κοινωνικά, αλλά ως μια εσωτερική σχέση της εργατικής με τον εαυτό της) με τον χρόνο, όχι τόσο δραματικά όσο θα θέλαμε, παρ’ όλα αυτά θα ελαττωθεί· αυτό θα γίνεται καθώς μεγάλος αριθμός συνειδητά “λευκών” εργατών θα “μεγαλώσουν ηλικιακά” και δεν θα επηρεάζουν πλέον σημαντικά την ταξική σχέση. Ίσως να μην πρόκειται παρά για μια κατεξοχήν αμυντική ισχυρή θέση και μια εύλογη ελπίδα32. Αυτό που απαιτείται εδώ είναι μια πλήρης κατανόηση της κατάστασης και της δυναμικής της.
Μέρος IIΙ – Προβλήματα για τους επαναστάτες κομμουνιστές
Υπάρχουν δυο πολύ εκτεταμένα “τυφλά” σημεία στον τρόπο σκέψης των επαναστατών κομμουνιστών. Μεταβιβάζονται στην κοινωνική κρίση που τοποθετείται πάνω στην τοπική φύση που η ίδια υφίσταται ραγδαία επιδείνωση και κατάρρευση. Οι συνέπειες της αποτυχίας να αντιμετωπίσουμε αυτή την τυφλότητα είναι μεγάλης κλίμακας ίσως και ακυρωτικές (για μας).
Πλανητική κλιματική αλλαγή
Θα παρακάμψουμε εδώ τη συζήτηση για τη συνεχιζόμενη οικολογική κατάρρευση και τη μαζική εξόντωση ολόκληρων ειδών και θα περάσουμε, αντίθετα, αποκλειστικά στους πλανητικούς μετασχηματισμούς του κλίματος33.
Θα εξετάσουμε τρεις έκδηλες μορφές κλιματικής αλλαγής που βιώνουμε, τις καταρρακτώδεις βροχές και πλημμύρες, τα κύματα καύσωνα και τις ανεξέλεγκτες πυρκαγιές. Όλα αυτά είναι πολύ πρόσφατα γεγονότα, ένα στιγμιότυπο αλλαγών που είναι σε εξέλιξη, που συμβαίνουν με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα και ένταση.
Την πρώτη εβδομάδα του Απριλίου [στμ. του 2018], συνέβη στο North Yorkshire μια μεγάλη πλημμύρα εξαιτίας της έντονης βροχόπτωσης και η οποία προκάλεσε καταστροφή στις καλλιέργειες στα πλημμυρισμένα χωράφια και τον θάνατο ζώων (10% των προβάτων) λόγω πνιγμού· την ίδια στιγμή, υπήρχε μια πλημμύρα στο Kauai, στην Χαβάη, όπου, αφού έπεσαν 24 ίντσες νερού μετά από 24 ώρες βροχόπτωσης, χρειάστηκε να γίνουν μαζικές εκκενώσεις από τον αέρα· στα μέσα Απριλίου, στις επαρχίες Jammu και Κασμίρ, βαριές χιονοπτώσεις και βροχοπτώσεις έκλεισαν αυτοκινητόδρομους και προκάλεσαν χιονοστιβάδες και κατολισθήσεις· και, πάλι στα μέσα Απριλίου, κατά μήκος των ακτών της Αραβικής χερσονήσου στην Ερυθρά θάλασσα (νότια της Μέκκας) καταιγίδες προκάλεσαν τέτοια χαλαζόπτωση που μετά από το φαινόμενο παρέμειναν σχεδόν 30 εκατοστά παγετού. Όλα αυτά τα γεγονότα ήταν χωρίς προηγούμενο, “παράδοξα” με βάση τα ιστορικά στάνταρ.
Στις 5 Ιουλίου, την ίδια μέρα που στο Ντένβερ η θερμοκρασία έφτανε τους 40.5 °C και στο κεντρικό Πακιστάν τους 50.2 °C, αμφότερες ρεκόρ καταγεγραμμένων υψηλών θερμοκρασιών όλων των εποχών, οι ακόλουθες πόλεις στο βόρειο ημισφαίριο “χτύπησαν” όλες ημερήσια μέγιστα: στο Μόντρεαλ 36.6 °C, στο Castlederg (Ιρλανδία) 30 °C και στο Μπέλφαστ 29.5 °C, στη Γλασκώβη 32 °C και 33 °C στο Motherwell (επίσης στη Σκωτία), στο Γιερεβάν (Αρμενία) 42 °C και στην Quriya (Ομάν) 42.6 °C.
Καθώς γράφουμε αυτές τις γραμμές, στις 18 Ιουλίου, κι ενώ 60 μεγάλες ανεξέλεγκτες πυρκαγιές κατακαίνε στις δυτικές ΗΠΑ, 11 μεγάλες πυρκαγιές μαίνονται εντός του Αρκτικού κύκλου στην Γροινλανδία, τη Σιβηρία, την Αλάσκα και τον Καναδά, με την χειρότερη στη Σουηδία. Αυτές στον Καναδά, που καίνε ακόμα, έφτασαν μέχρι το νοτιότερο σημείο της Βρετανικής Κολούμπια, δημιουργώντας έτσι μια γραμμή πυρκαγιών ορατή από το διάστημα κατά μήκος των ακτών του Ειρηνικού στη Βόρεια Αμερική. Στην Ευρώπη είναι η Ουκρανία που έχει χτυπηθεί ιδιαίτερα σκληρά από ανάλογες πυρκαγιές.
Όλα αυτά αντιπροσωπεύουν την παρομοιώδη “κορυφή” του μεταφορικού παγόβουνου.
Οι καταρρακτώδεις βροχές και πλημμύρες συνδέονται τοπικά-περιφερειακά, όχι παγκόσμια· αλλά οι ανεξέλεγκτες πυρκαγιές και οι καύσωνες (και η ξηρασία) που τις καθοδηγούν συγχρονίζονται σε παγκόσμια κλίμακα. Αυτή είναι μια ένδειξη της τροχιάς της πλανητικής αλλαγής. Δημιουργούμενες, επιδεινούμενες και επιταχυνόμενες από την καπιταλιστική ανάπτυξη, αυτές οι αλλαγές αποκρίνονται τώρα στην ίδια τη δυναμική τους: κλείστε όλα τα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας και όλες τις βιομηχανικές εκπομπές, εκμηδενίστε τις εκπομπές ρύπων από τα οχήματα κάθε είδους, σταματήστε όλες τις αεροπορικές πτήσεις, και, πάνω απ’ όλα, σταματήστε τις εκπομπές από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις (ίσως τον μεγαλύτερο παραγωγό διοξειδίου στη Γη), βάλτε ένα τέλος σε όλα αυτά αύριο και τα επίπεδα ατμοσφαιρικού CO2 θα συνεχίσουν να αυξάνονται για το επόμενο 1/4 του αιώνα και η ζέστη, η ξηρασία, οι πυρκαγιές και οι καταιγίδες και οι πλημμύρες θα συνεχίσουν να πληθαίνουν, άρρηκτα συνδεδεμένες και εμφανιζόμενες με ποιοτικά καινούριους τρόπους. Υπάρχουν τα τεχνολογικά μέσα για να αλλάξει αυτή η κατάσταση; Όχι. Μπορούν να δημιουργηθούν; Ίσως, αλλά είναι πολύ πιθανότερο αυτή η νέα Γη, της οποίας τον σχηματισμό έχει προκαλέσει η κίνηση του κεφαλαίου, να διατηρηθεί για αρκετά εκατομμύρια χρόνια, μια πραγματικότητα που από πρακτική σκοπιά υπερβαίνει την ανθρώπινη κατανόηση.
Ακόμα και χωρίς μια ανεξέλεγκτη υπερθέρμανση, το τερματικό σημείο αυτού του εξελισσόμενου μετασχηματισμού – το τέλος της περιόδου μεταξύ των παγετώνων και, μαζί μ’ αυτήν, η αρχή ενός αφόρητα ζεστού κλίματος, η μείωση των χτισμένων περιβαλλόντων σε ένα επίπεδο αρκετά κάτω από αυτό που υπήρχε πριν από 8-9 χιλιάδες χρόνια, και, πάνω απ’ όλα, ένας λιμός πόρων στη φύση – κάνουν κάποιους γνήσια κομμουνιστικούς σχεδιασμούς που δίνουν έμφαση στην ελάττωση της εργασίας, την αντίθεση σε μια “μετάβαση” και την προσπάθεια να τεθεί η αφθονία σε μια μη-εμπορευματική βάση πέρα από τις τεχνολογίες του κεφαλαίου, να μην έχουν πλέον σχέση ή νόημα.
Οι μαρξιστές έχουν συνεχίσει να πανηγυρίζουν την κυριαρχία επί της φύσης πολύ αργότερα από το σημείο που αυτή έγινε καταλήστευση των φυσικών πόρων και οικολογική καταστροφή, επιβεβαιώνοντας ότι ο κομμουνισμός ως μια ελεύθερη ανθρώπινη κοινότητα βασιζόταν στέρεα στα θεμέλια των “υλικών επιτευγμάτων” του καπιταλισμού. Από το 1998 περίπου και ύστερα, και ιδιαίτερα μετά την οικονομική κρίση, επαναστάτες κομμουνιστές απέτυχαν οικτρά να συνδέσουν την κλιματική αλλαγή, τη μαζική εξόντωση ειδών και την εξελισσόμενη οικολογική κατάρρευση με την δυναμική του καπιταλισμού, ενώ ολόκληρη η νεοδεξιά, νεοφασιστική κουλτούρα έχουν προσδέσει την υπεράσπιση του καπιταλισμού με την άρνηση της κλιματικής αλλαγής. Και τώρα βρισκόμαστε εδώ, χωρίς κανένα στοιχείο (πολύ λιγότερο, δε, προγραμματική κατεύθυνση) για το πώς να αντιμετωπίσουμε αυτούς τους μετασχηματισμούς.
Ρωτήστε τον εαυτό σας ως έναν επαναστάτη “βολεμένο” σε μια καινούρια μορφή προλεταριακής οργάνωσης που έχει εξουσία, είτε ένα συμβούλιο είτε ένα σχεδόν-κράτος, δύο δεκαετίες από τώρα, τι θα κάνετε εσείς και οι σύντροφοί σας, εδώ ή στο εξωτερικό, όταν τα αποθέματα από το λιώσιμο των παγετώνων εξαντλούνται και οι χιονοπτώσεις τον χειμώνα θα είναι τόσο σπάνιες ώστε οι ροές πολλών από τους κύριους ποταμούς που υδροδοτούν μεγάλες πόλεις του κόσμου γίνονται ρυάκια ή να ξεραίνονται εντελώς; Όταν η ύπαιθρος που περιβάλλει αυτές τις πόλεις υφίσταται τόσο έντονη ζέστη και αδιάκοπη ξηρασία και οι πόλεις να πεθαίνουν από την έλλειψη νερού και φαγητού; Όταν τα Βραχώδη Όρη και η Σιέρρα Νεβάδα περάσουν σ’ αυτήν την κατάσταση και η δίψα του Λος Άντζελες, του Βέγκας και του Φοίνιξ δεν μπορεί να ικανοποιηθεί, ή όταν η ζέστη είναι τόσο έντονη που αυτές οι ίδιες πόλεις, το Βέγκας, το Φοίνιξ, το Τουσκόν και το Ελ Πάσο, και άλλες πόλεις όπως αυτές, απλά εγκαταλείπονται; Καθώς τα πρώτα 150-180 εκατοστά στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας παράγει τόση αλάτωση που σκοτώνει όλες τις παραθαλάσσιες σοδειές παγκόσμια, και το 1/8 του παγκόσμιου πληθυσμού (σχεδόν 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι) ξεκινά μια καταναγκαστική μετανάστευση στο εσωτερικό των ηπείρων, η οποία δεν θα τελειώσει μέχρι αυτή η άνοδος να ξεπεράσει σχεδόν τα 80 μέτρα και περίπου ο μισός πληθυσμός της Γης έχει μεταναστεύσει (η αλάτωση έχει κάνει αδύνατη την καλλιέργεια του ρυζιού σε βάθος σχεδόν 60 χιλιομέτρων από τον κόλπο της Βεγγάλης· και έχει αναγκάσει ένα εκατομμύριο αγρότες να εγκαταλείψουν την καλλιέργεια ρυζιού και να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους στο δέλτα του Μεκόνγκ); Πώς προβλέπετε να αντιμετωπίσετε με τον ίδιο τρόπο αυτές τις μαζικές μεταναστεύσεις προς την ενδοχώρα από τις ανατολικές παράκτιες περιοχές των ΗΠΑ και την περιοχή του κόλπου (του Μεξικού); Πώς θα αντιμετωπίσετε την κατάρρευση των υποδομών, των λιμανιών και των αποβάθρων που θα βυθιστούν κάτω από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, όταν οι υπόνομοι ομβρίων υδάτων ξεχειλίζουν σε ρυάκια, λίμνες και ποτάμια, εθνικές οδούς, σιδηροδρομικές γραμμές και αεροδιαδρόμους που κάμπτονται από την υπερβολική θερμότητα, γέφυρες και δρόμους που σφυροκοπούνται και καταστρέφονται από ανελέητες καταιγίδες, την υπερφόρτωση και τις διακοπές των σταθμών ηλεκτρικής ενέργειας εξαιτίας της υπερβολικής – λόγω ζέστης – ζήτησης, και, συνεπώς, με την κατάρρευση των τοπικών, περιφερειακών και παγκόσμιων συστημάτων διανομής; Πώς θα αντιμετωπίσετε θερμοκρασίες 35 °C και άνω “υπό σκιά”34, καθώς δεκάδες, για να μην πούμε εκατοντάδες χιλιάδες, άνθρωποι υφίστανται αδιάκοπα εξάντληση από τη ζέστη, οργανική κατάρρευση και θα πεθαίνουν35;
Κρίση της νομιμοποίησης του κράτους και επαναστάτες κομμουνιστές
Ο μακρύς απόηχος της οικονομικής κρίσης (2008–2009) περιλαμβάνει το κίνημα Occupy, τη μαζική απεργία τον Φεβουάριο του 2011 και τη μετέπειτα κατάληψη του κρατικού κτιρίου στην Madison, την αντίσταση στον αγωγό Keystone, και, καθώς τα γεγονότα μετατοπίζονταν προς τα δεξιά, την εκλογή του Τραμπ το 2016. Παίρνοντάς τα από κοινού, όλα αυτά τα γεγονότα, αποκαλύπτουν μια συγκεκριμένη απώλεια της αφελούς πίστης στο κράτος. Όντας όχι απλοί αντιπερισπασμοί, οι συγκρούσεις του Τραμπ και η λαϊκή υποστήριξη που στράτευσε εναντίον του FBI, του νεο-συντηρητικού Κογκρέσου, των ειδησειογραφικών πρακτορείων και των κύριων εθνικής εμβέλειας σοβαρών εφημερίδων επιδεικνύουν βαθύ κυνισμό, αν και στην πλειοψηφία του προερχόμενο από την δεξιά, προς την κυρίαρχη φράξια της άρχουσα τάξης. Αυτό εκφράζει μια αυξανόμενη απογοήτευση. Όμως, συγκεκριμένες πεποιθήσεις, αντιλήψεις και ψευδαισθήσεις βάζουν ένα φρένο στο πόσο βαθιά μπορεί να φτάσει αυτή η απογοήτευση.
Το ζήτημα είναι τα γεγονότα στο εσωτερικό των ΗΠΑ στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001.
Στην Νέα Υόρκη, αεροπειρατές χωρίς εμπειρία πτήσης εμπορικών αεροπλάνων εκτελούν ελιγμούς που έμπειροι πιλότοι θα είχαν τεράστια δυσκολία να πετύχουν· συντριβές αεροσκαφών λέγεται ότι προκάλεσαν ανάφλεξη και έλιωσαν ένα σύμπλεγμα ατσάλινων δοκών με τέτοια μέγιστη ένταση θερμότητας που θα καθιστούσε αυτό το λιώσιμο αδύνατο· η κατάρρευση και ελεύθερη πτώση του Βόρειου και του Νότιου Πύργου ήταν συνεπής με μια ελεγχόμενη κατεδάφιση· στην Ουάσιγκτον, η έκταση της ζημιάς που προκλήθηκε στο Πεντάγωνο και η απουσία συντριμμιών από αεροπλάνο ήταν όλα συνεπή με ένα χτύπημα από κατευθυνόμενο πύραυλο· στην Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον, η αποτυχία ολόκληρου του βασισμένου στο NORAD δικτύου αεράμυνας ήταν ανεξήγητα άνευ προηγουμένου· κοντά στο Shanksville, το “σχέδιο” των συντριμμιών του αεροπλάνου που καταρρίφθηκε ήταν επίσης συνεπές, και μόνο συνεπές, με καταστροφή από έναν πύραυλο (για να μην αναφέρουμε το αδύνατο τηλεφωνικών κλήσεων μακράς διαρκείας, και με συνοχή, από το ύψος των 8000 ποδών το 2001). Και τα λοιπά, και τα λοιπά.
Η επίσημη έκθεση της Επιτροπής για την 11η Σεπτεμβρίου είναι μια απάτη με μηδενική εξηγηματική αξία. Είναι μια πασιφανής άτοπη θεωρητικοποίηση συνωμοσίας. Και όμως λειτουργεί ως σύνοψη μιας ευρέως διαδομένης, λογικά απαράδεκτης πεποίθησης.
Βέβαια, υπάρχει σοβαρός λόγος που ιστότοποι επαναστατών κομμουνιστών και φόρουμ συζήτησης δεν ασχολήθηκαν μ’ αυτά τα γεγονότα (αλλά δεν υπάρχει σοβαρός λόγος που οι ίδιοι ιστότοποι παπαγαλίζουν συχνά την επίσημη γραμμή): ανοίξτε έναν ιστότοπο ή φόρουμ συζήτησης τέτοιων γεγονότων και θα δείτε επιχειρήματα για το κατά πόσον η βασίλισσα της Αγγλίας και/ή το Βατικανό, στην επιδίωξη σατανικών τελετουργικών, ελέγχουν τον κόσμο του μεγάλου χρηματοπιστωτικο κεφαλαίου.
Αλλά υπάρχουν δυο πολύ πιο σημαντικές πτυχές στην όποια αξία έχουν συζητήσεις αυτής ειδικά της “συνομωσίας”.
Πρώτον, ανάμεσα στους εργάτες που δεν ορίζουν οι ίδιοι τον εαυτό τους με όρους της “λευκότητάς” τους, και που επιπρόσθετα ίσως παρέχουν μικρή ή καθόλου υποστήριξη στον Τραμπ, και ανάμεσα στον αναδυόμενο μη φυλετικοποιημένο, νεανικό προλεταριακό πυρήνα, υπάρχει μια εκλογική νομιμοφροσύνη αν όχι στο Δημοκρατικό κόμμα, τότε στο κράτος και ιδιαίτερα στη χώρα και το “έθνος”. Πίστη στην επίσημη εκδοχή των γεγονότων της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 όχι μόνο επιδεικνύει παραδειγματικά έναν από καρδιάς σωβινισμό, είναι ο μύθος της εποχής μας, που δένει την εργατική τάξη με το “έθνος” “της” (δηλαδή, με την άρχουσα τάξη της, τα σχέδιά της και τον καπιταλισμό). Κανένας επαναστατικός μετασχηματοσμός δεν είναι δυνατός αν δεν σπάσουμε τη βάση (μεταξύ άλλων) αυτού του μύθου.
Δεύτερον, ακόμα και μια βιαστική θεώρηση των γεγονότων εκείνης της ημέρας υποτείνει (ενώ η σοβαρή εξέταση των στοιχείων υποχρεώνει) το συμπέρασμα ότι ένα αδίστακτο36 δίκτυο πρακτόρων μέσα από τις υπηρεσίες ασφαλείας, την στρατιωτική επιτελική δομή και τις, βασισμένες στην εκτελεστική εξουσία, μόνιμες γραφειοκρατίες, υλοποίησαν σκόπιμα αυτές τις ενέργειες. Η σημασία αυτού του γεγονότος είναι ότι είναι πολού πιθανό κάτι όπως ένα “βαθύ κράτος” να υπάρχει και να λειτουργεί μέσα στην αστική πολιτεία. Παρ’ όλα αυτά, με εξαίρεση το Wildcat, κανένα άλλο φόρουμ επαναστατών κομμουνιστών δεν δίνει σημασία στην πραγματικότητα και την σοβαρότητα του “βεθέως κράτους”. Η σημασία του είναι η εξής: στην πάλη που έρχεται, άσχετα από το πόσο διάχυτη είναι η υποστήριξη για την επαναστατική αλλαγή στην άψη της ταξικής σύγκρουσης, η παρουσία πρακτόρων του “βαθέως κράτους” στην υποστήριξη ενός φασιστικού αντιπολιτευτικού μπλοκ εγγυάται έναν εμφύλιο πόλεμο και μάλιστα έναν εμφύλιο πόλεμο που είναι μακρύς, αιματηρός και, όπως κάθε εμφύλιος πόλεμος, φαύλος.
Συμπέρασμα – Δασμοί, εμπορικοί πόλεμοι και ένοπλοι πόλεμοι
Η τάση προς τον ανανεωμένο ιμπεριαλιστικό κόσμο γίνεται η κατεύθυνση στην οποία τείνει η καπιταλιστική ανάπτυξη
Υπάρχουν αυτή τη στιγμή δύο δρόμοι προς τον ανανεωμένο ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο πόλεμο, η αποδολλαριοποίηση και οι πόλεμοι των δασμών. Θα εξετάσουμε τον καθένα διαδοχικά.
Η αποδολλαριοποίηση είναι ο μακρύτερος, πιο αργός, αλλά, ίσως, και ο πιο σίγουρος δρόμος. Από τη στιγμή που ο ΚίσΣιγκερ έστησε αυτή τη συμφωνία με τους Σαουδάραβες, ως την μεγαλύτερη, τότε, πετρελαιοπαραγωγό χώρα και αδιαμφισβήτητη ηγέτιδα δύναμη του ΟΠΕΚ, το πετροδολλάριο είναι το υπόβαθρο του παγκόσμιου συστήματος εμπορίου.
Για 44 χρόνια, κάθε κεντρική τράπεζα στον κόσμο έπρεπε να έχει στην κατοχή της μεγάλα αποθέματα σε δολλάρια (με την μορφή αμερικανικών κρατικών ομολόγων) ή να στερηθεί το δικαίωμα της αγορά αυτού του βασικού εμπορεύματος που “λιπαίνει” την παγκόσμια οικονομία, του πετρελαίου. Επιπρόσθετα, το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, και συνεπώς και το βασισμένο στο χρέος επίπεδο ζωής στις ΗΠΑ (άσχετα από κοινωνικό στρώμα ή τάξη, είτε πρόκειται για διάφορα στρώματα ιδιοκτητών των επιχειρηματικών τάξεων είτε για καλοβαλμένα στρώματα κοντά στο κεφάλαιο και επαγγελματίες κάθε είδους, είτε διάφορα στρώματα μέσα στο προλεταριάτο) χρηματοδοτείται από το πετροδολλάριο: προερχόμενες στο μεγαλύτερο ποσοστό τους από το εξωτερικό, και κυρίως από την Άπω Ανατολή, οι τεράστιες αγορές των διαφόρων μικρών και μεγάλων εμπόρων πληρώνονται με την επίδειξη αμερικανικών ομολόγων έναντι των εισαγόμενων αγαθών που φτάνουν με τα πλοία-κοντέινερ. Το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ τυπώνει δολλάρια ώστε να καλύπτει τόσο το εμπορικό έλλειμμα (που για το οικονομικό έτος 2018 θα ξεπεράσει τα 600 δις δολλάρια) καθώς και τους τόκους των δανείων (που είναι αυτή τη στιγμή οι αποδείξεις από τις πωλήσεις των ομολόγων) που χρηματοδοτούν το ομοσπονδιακό έλλειμμα. Αυτό το τύπωμα γίνεται χωρίς καμμιά αναφορά στην παραγωγικότητα της αμερικάνικης οικονομίας, με πλήρη γνώση ότι τα θησαυροφυλάκια είναι αυτά που διασφαλίζουν το παγκόσμιο εμπόριο (δηλαδή, ομόλογα κάθονται στα θησαυροφυλάκια των κεντρικών τραπεζών σ’ ολόκληρο τον κόσμο για να ικανοποιήσουν την ανάγκη της αγοράς δολλαρίων και, ακόμα σημαντικότερα, πετρελαίου, με τα εθνικά τους κεφάλαια): αυτό το τύπωμα είναι πληθωριστικό, υπερβολικά μάλιστα, και ο πληθωρισμός εξάγεται μέσω των αγορών αμερικανικών ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες. Όλα αυτά μαζί, αποτελούν το βασικό νόημα της επικυριαρχίας του δολλαρίου.
Όμως, η ηγεμονία του δολλαρίου αντιμετωπίζει προβλήματα. Η απο-δολλαριοποίηση προχωρά αν θέλετε σε δύο “μέτωπα”.
Πρώτον, ένα ικανό ποσοστό (ίσως ακόμα και 40%) του παγκοσμίου εμπορίου γίνεται τώρα, και σύντομα το μεγαλύτερο ποσοστό (ίσως και 60%) θα λαμβάνει χώρα, έξω από την ζώνη του δολλαρίου. Εδώ χρειάζεται ίσως μια απλή απαρίθμηση.
Το εμβληματικό έργο του κινέζου προέδρου Ζι, η αναβίωση του Δρόμου του Μεταξιού (η Πρωτοβουλία Belt and Road, που είναι κάτι πολύ περισσότερο από έναν αυτοκινητόδρομο μέσα από την κεντρική και δυτική Ασία), έχει τη φήμη ότι αποτελεί το ισοδύναμο 6 τρισεκατομμυρίων δολλαρίων σε αναμενόμενα συμβόλαια, σχεδόν όλα για την ανάπτυξη υποδομών.
Από το 2005, εξελίσσονται σχεδιασμένες προσπάθειες σε πολλές περιοχές ανάπτυξης υποδομών που είναι το υπόβαθρο και επιταχύνουν το εμπόριο στην ανατολική, νοτιοανατολική Ασία και την Άπω Ανατολή. Το κινέζικο κράτος και ένας αριθμός οικονομικών θεσμών (Asian Infrastructure Investment Bank, BRICS Development Bank, και το Chinese InterBank Payment System) έχουν και εξακολουθούν να χρηματοδοτούν αυτά τα αναπτυξιακά σχέδια. Στην Ευρασία, οι Ρώσοι είναι εξίσου δραστήριοι.
Τα σχέδια αυτά περιλαμβάνουν σιδηρόδρομους, αυτοκινητόδρομους, αγωγούς φυσικού αερίου και πετρελαίου και λιμάνια.
Οι Σιδηρόδρομοι Kunming–Σιγκαπούρης αναφέρονται σε ένα δίκτυο σιδηροδρόμων, υπό σχεδιασμό και κατασκευή, που θα συνδέσουν την Κίνα, την Σιγκαπούρη και όλα τα κράτη της ηπειρωτικής νοτιοανατολικής Ασίας37. Τον Ιανουάριο του 2015, η κυβέρνηση της πόλης του Πεκίνου ανακοίνωσε ότι η Ρωσία και η Κίνα θα χτίσουν μια υψηλής ταχύτητας σιδηροδρομική σύνδεση μήκους 7.000 χιλιομέτρων από το Πεκίνο στη Μόσχα, μια δεκαετή κοινοπραξία με κόστος 1,5 τρισεκατομμύρια γουάν (242 δις δολλάρια). Η σιδηροδρομική σύνδεση θα μειώσει τον χρόνο ταξιδιού από το Πεκίνο στη Μόσχα από τις 5 μέρες στις 30 ώρες.
Σε προχωρημένο στάδιο είναι και η αναβίωση του παλιού δρόμου του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου Stilwell Road, ενός αυτοκινητόδρομου που συνδέει την Κίνα με την Ινδία (στην επαρχία Άσαμ). Το 2005, ερευνητικές ομάδες από την Ινδία και την Κίνα άρχισαν να χαράσσουν σχέδια για την ανακατασκευή του δρόμου. Μέχρι στιγμής, η Κίνα έχει ολοκληρώσει όλο το έργο της ανακατασκευής, στρώνοντας δεκάδες μίλια κάθε φορά με γρανιτένιες πέτρες συσκευασμένες μαζί με ακαθαρσίες. Όταν τελειώνουν οι μουσώνες, και η επιφάνεια έχει ξεπλυθεί και ψηθεί στον ήλιο, έχει γίνει τόσο επίπεδη όσο σχεδόν η άσφαλτος.
Πίσω στο 2007 πάρθηκε επίσης η απόφαση κατασκευής ενός διηπειρωτικού αυτοκινητόδρομου και υπογράφτηκε ένα μνημόνιο συνεργασίας ανάμεσα στη Ρωσική Ομοσπονδία και το Καζακστάν. Ο στόχος του έργου είναι η κατασκευή ενός αυτοκινητόδρομου με μήκος έως 8500 χιλιόμετρα από την Αγία Πετρούπολη μέχρι την Δυτική Κίνα μέσω του Καζακστάν, όπου και θα συνδεόταν με το κινεζικό οδικό δίκτυο. Στο πολύ εγγύς μέλλον θα έχει ολοκληρωθεί το κομμάτι του έργου στην Κίνα και το Καζακστάν ενώ το ρωσικό τμήμα θα τελειώσει το 2020.
Αγωγοί φυσικού αερίου και πετρελαίου είναι υπό κατασκευή στην Κεντρική Ασία και την Κίνα, ως μέρος ενός ενιαίου σχεδίου. Τμήμα-τμήμα το σχέδιο των αγωγών έχει συγκεντρώσει όλες τις διαθέσιμες πηγές φυσικού αερίου στην Κεντρική Ασία. Τώρα κατασκευάζεται ένας τέταρτος κλάδος, με το όνομα Strength of Siberia (Δύναμη της Σιβηρίας) που συνίσταται σε δυο γραμμές συνδυασμένες σε μία που θα παρέχει αέριο από την Ανατολική Σιβηρία και την Άπω Ανατολή στην Κίνα: ο αγωγός πετρελαίου από Ανατολή προς Δύση μεταφέρει πετρέλαιο από τα κοιτάσματα στο Καζακστάν στην Κίνα. Οι αγωγοί Ανατολική Σιβηρία-Ειρηνικός και Δυτική Σιβηρία-Ειρηνικός προμηθεύουν πετρέλαιο στην Κίνα και ακόμα πιο πέρα στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, με πετρέλαιο από τα κοιτάσματα στη ρωσική Σιβηρία και κοιτάσματα στην Άπω Ανατολή.
Η Κίνα εξετάζει επίσης την κατασκευή μιας σιδηροδρομικής γραμμής παράλληλα σ’ έναν αγωγό 1100 χιλιομέτρων που θα συνδέει το Kunming με το υπό κατασκευή λιμάνι μεγάλου βάθους στο Kyaukpyu της δυτικής Βιρμανίας.
Διμερείς εμπορικές συμφωνίες (από το 2014) ανάμεσα στην Κίνα και τη Ρωσία στον τομέα των επενδύσεων και των χρηματοδοτήσεων διακανονίζονται τυπικά σε τοπικό νόμισμα και με τους Κινέζους να επενδύουν στην ανάπτυξη στους τομείς της κατοικίας, των υποδομών και των φυσικών πόρων όπως ο άνθρακας, το σιδηρομετάλλευμα και ο χαλκός. Η συμφωνία περιλαμβάνει έναν διακανονισμό για την αγορά ρωσικού φυσικού αερίου σε κινέζικους τίτλους38. Τον Οκτώβριο του 2014, Κίνα και Ρωσία υπέγραψαν μια συμφωνία ανταλλαγής συναλλάγματος ύψους 150 δις γουάν. Αυτό στηρίζει συμφωνίες στην ενέργεια, τον τραπεζικό τομέα και την τεχνολογία που περιλαμβάνουν τη διαδρομή του αγωγού αερίου στα ανατολικά, μια συνθήκη διπλής φορολόγησης [double-tax], συστήματα δορυφορικής πλοήγησης, τρένα υψηλής ταχύτητας και μια κοινοπραξία των κρατικών εταιρειών Rosneft και CNPX, με την Κίνα να δηλώνει έτοιμη να εξάγει αγροτικά προϊόντα και εξοπλισμό πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Ρωσία.
Όλα αυτά τα σχέδια υποδομών και οι εμπορικές συμφωνίες γίνονται σε τοπικό νόμισμα, επιταχύνοντας έτσι την αποδολλαριοποίηση των εμπορικών σχέσεων39.
Το δεύτερο “μέτωπο” αντιστοιχεί σε μια άμεση επίθεση στο πετροδολλάριο. Περιλαμβάνει συμφωνίες σχετικά με αγορές πετρελαίου που δεν είναι σε δολλάρια. Το Κατάρ δέχεται κινέζικους τίτλους για την αγορά πετρελαίου, όπως κάνουν οι Ιρανοί και οι Ρώσοι. Η Νιγηρία, η Βενεζουέλα και, ναι, η Σαουδική Αραβία πουλάνε πιο παχύρευστο αγρό (ακατέργαστο) πετρέλαιο στη Ρωσία, η οποία το διυλίζει και το πουλά στην αγορά, και με αυτόν τον τρόπο οι πωλητές αποφεύγουν τις κυρώσεις των ΗΠΑ. Αυτές οι συμφωνίες είναι αρκετά πρόσφατης “εσοδείας”, καμμιά από αυτές δεν υπήρχε πριν το 2017.
Για να διευκολύνει τις εξελίξεις και στα δύο αυτά μέτωπα, το κινεζικό κράτος, σε σύνδεση με το κινεζικό σύστημα Διατραπεζικών Πληρωμών στις αρχές του Ιουνίου (2018), άρχισε την έκδοση ενός τραπεζογραμματίου ανταλλαγών σε χρυσό [gold trade note], ενός πιστοποιητικού που επιτρέπει στους εξαγωγείς που λαμβάνουν πληρωμές σε renminbi για αγαθά που πουλιούνται προς την Κίνα ή στην ίδια την Κίνα, να ανταλλάσσουν τα renminbi με αυτό το τραπεζογραμμάτιο. Το τραπεζογραμμάτιο μπορεί να κρατηθεί από τις κεντρικές τράπεζες ή να εξαργυρωθεί σε ράβδους χρυσού οποιαδήποτε στιγμή.
Όλες αυτές οι εξελίξεις, από κοινού και αναπτυσσόμενες, υπονομεύουν την παγκόσμια επικυριαρχία του δολλαρίου. Αν δεν συμβούν τα πιο απίθανα γεγονότα, πχ. μια τεράστια μείωση στο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, αργά ή γρήγορα, και μάλλον πιο αργά (σε έναν ορίζοντα πέντε ετών ως μια χονδρική εκτίμηση), η άρνηση αποδοχής αμερικανικών ομολόγων, ιδιαίτερα για φορτία που έρχονται από την Άπω Ανατολή, σε αντάλλαγμα για το φορτίο των κοντέινερ στα αμερικανικά λιμάνια θα αυξηθεί ποιοτικά, σε βαθμό χιονοστιβάδας, επιφέροντας μαζικές ελλείψεις και ανεξέλεγκτο πληθωρισμό στο εσωτερικό των ΗΠΑ.
Ένας πόλεμος δασμών δημιουργεί έναν δεύτερο δρόμο προς έναν καινούριο ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο πόλεμο, αν και ο δρόμος αυτός είναι περισσότερο αβέβαιος, γεμάτος με σημεία εξόδου που απέχουν από το σημείο που νομίζουμε ότι είναι στο τέλος το σημείο στο οποίο κατατείνουν οι διάφορες δυναμικές που ενεργούν στον καπιταλισμό.
Δεν υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί αυτό: ξεκινά με τον Τραμπ.
Όπως εμφανίστηκε στις συγκεντρώσεις της εκστρατείας του το 2016, ο Τραμπ είναι ένας κακοποιός στο μοντέλο του Μουσολίνι. Οι πλουτοκρατικές του ορέξεις τον καθιστούν πολιτικό ηγέτη στο μοντέλο του Περόν. Αν και το ήδη μειωμένο, και διαρκώς μειωνόμενο, λεξιλόγιό του υποδεικνύει μια πρώιμη μορφή άνοιας, αν και, ως επί το πλείστον, στερείται οποιασδήποτε σαφήνειας και παρ’ όλο που αντιφάσκει με τον εαυτό του με μια κανονικότητα που είναι καταπληκτική, είναι εμφανής, παρ’ όλα αυτά, μια ιδιάζουσα συνέπεια στη συμπεριφορά. Συμπεριφορά που είναι νατιβιστική, ξενοφοβική και ρατσιστική. Στο επίπεδο της πολιτικής, αυτές οι συμπεριφορές μεταφράζονται σε ένα εθνικιστικό οικονομικό μοτίβο που καθορίζει τη διαμόρφωσή της. Η σύντμηση αυτής της πολιτικής είναι η φράση “America First” (“Πρώτα η Αμερική”), εκφρασμένη ιδεολογικά στο διαδεδομένο σλόγκαν “Make America Great Again” (“Να κάνουμε την Αμερική Σπουδαία και Πάλι”). Ο Τραμπ χρειάστηκε έναν ολόκληρο απογοητευτικό χρόνο στη εξουσία για να μάθει ότι αυτές οι βασιλικές προσδοκίες και προτιμήσεις δεν μπορούσαν να υλοποιηθούν στην εσωτερική πολιτική. Η εξωτερική πολιτική προσφέρει πιο ελεύθερα χέρια, και, αυτή τη στιγμή, οι δασμοί μπορούν να θεσπιστούν με τη δική του εξουδιοδότηση και μόνο.
Οι δασμοί είναι σημαντικοί.
Πρώτον, επιδιωκόμενοι επιθετικά από ένα αρκετά ισχυρό καπιταλιστικό κράτος για μια αρκετά μεγάλη χρονική περίοδο, μπορούν να αναδιαμορφώσουν την υπάρχουσα δομή των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων σε παγκόσμια κλίμακα.
Δεύτερον, μπορούν να επιταχύνουν μια τροχιά ανάπτυξης που είναι εμμενής σ’ αυτές τις κοινωνικές σχέσεις καθώς αυτές διαμορφώνουν ολόκληρο το παγκόσμιο σύστημα.
Οι υποστηρικτές του Τραμπ ανάμεσα στους εργάτες (όπως οι εργάτες της Harley-Davidson), μια υποστήριξη που έχει αυξηθεί δραματικά από τις εκλογές του 2016, και ανάμεσα στις επιχειρηματικές τάξεις (όπως οι καλλιεργητές σόγιας) πιστεύουν, δηλαδή ελπίζουν ένθερμα, ότι οι δασμοί που επιβάλλονται στις ευρωπαϊκές και κινεζικές πρώτες ύλες και τα έτοιμα προϊόντα αποτελούν μια διαπραγματευτική τακτική και ότι είναι προσωρινοί. Επιπλέον, υπάρχει η άποψη ότι μέσα σε έξι μήνες (στις αρχές του επόμενου έτους, του 2019), οι δασμοί αυτοί θα έχουν πετύχει τον στόχο τους, να ισορροπήσουν το “γήπεδο” (δηλαδή, να αναδομήσουν τα πλεονεκτήματα στις ανταλλαγές που οι ΗΠΑ απολάμβαναν με τη συμφωνία του Bretton Woods, στον μακρύ απόηχο του τελευταίου ιμπεριαλιστικού παγκοσμίου πολέμου) και, ως συνέπεια, θα αποσυρθούν. Όμως, υπάρχουν ενδείξεις για το αντίθετο. Και, το πιο σημαντικό, οι δασμοί αυτοί προβληματίζουν την Κίνα με την οποία υπάρχει πολύ μικρότερη πιθανότητα (σε σχέση με την ΕΕ) για κάποιο είδος διευθέτησης.
Ο Robert Lighthizer, ένας δικηγόρος του εμπορίου για μεγάλα κεφάλαια στην χαλυβουργία, είναι ο εμπορικός αντιπρόσωπος των ΗΠΑ, ο άνθρωπος (στην πραγματικότητα έχει μια ομάδα υφισταμένων) που διαμορφώνει (διαμορφώνουν) τη λίστα των αγαθών και των υλικών για τα οποία θα επιβληθούν τα επόμενα 200 δις δολλάρια δασμών απέναντι στην Κίνα. Η Wall Street Journal (στις 5/7/2018) αναφέρθηκε στη δήλωσή του ότι δεν πιστεύει πως οι δασμοί θα αναγκάσουν τους κόκκινους καπιταλιστές της Κίνας να συμμορφωθούν, κάτι που σημαίνει ότι ολόκληρο το συναλλαγματικό εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας σε δολλάρια, σε σχέση με τις ΗΠΑ (375 δις δολλάρια), στην πραγματικότητα το νούμερο που κυκλοφορεί από τον ίδιο τον Τραμπ και την κυβέρνησή του είναι 505 δις δολλάρια, θα υπόκειται σε δασμούς. Όπως και οι Ευρωπαίοι (ΕΕ), έτσι και οι Κινέζοι θα συνεχίσουν τα αντίποινα, αν και αυτά θα πάρουν διαφορετική μορφή μετά τα επόμενα 100 δις δολλάρια σε αντίστροφους δασμούς, καθώς οι κινεζικές αγορές από τις ΗΠΑ δεν υπερβαίνουν τα 130 δις δολλάρια. Μια μορφή που μπορούν να πάρουν αυτά τα αντίποινα είναι η “παρενόχληση” των αμερικανικών κεφαλαίων που επιχειρούν στην Κίνα (επιβράδυνση των αιτημάτων στις ρυθμίσεις των εσωτερικών συναλλαγών, στους περιβαλλοντικούς περιορισμούς κλπ.), μια άλλη είναι, και θα συνεχίσει να είναι, η αργή, σταθερή υποτίμηση του reminibi, ενώ οι Κινέζοι διαθέτουν ακόμα αυτό το πραγματικά μεγάλο “ατού”, το ρίξιμο εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολλαρίων σε αμερικανικά ομόλογα στις παγκόσμιες αγορές, για την αγορά χρυσού ή οποιουδήποτε άλλου νομίσματος προτιμούν σε αντάλλαγμα. Οι δασμοί, λοιπόν, προκαλούν αντίποινα τα οποία, με τη σειρά τους, προκαλούν περισσότερα αντίποινα και αλλαγές στην μορφή που τα περαιτέρω αντίποινα παίρνουν. Μπορούν να οδηγήσουν σε μια τεράστια συρρίκνωση του παγκόσμιου εμπορίου. Μετά τον νόμο Smoot-Hawley40 (Ιούνιος 1930), τα αντίποινα προέρχονταν από τον Καναδά, το Μεξικό, την Αργεντινή, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και την Ινδία και όλα τα αναπτυγμένα ευρωπαϊκά έθνη41. Προκαλώντας έναν εμπορικό πόλεμο, τα αντίποινα δασμών ήταν ανεπαρκή· ακολουθήθηκαν από ακόμα υψηλότερους τελωνειακούς δασμούς σε συγκεκριμένα προϊόντα ή κατηγορίες προϊόντων, διατιμήσεις, περιορισμούς συναλλάγματος και προνομιακή μεταχείριση των ντόπιων προϊόντων. Αυτό οδήγησε σε έλεγχο της κίνησης κεφαλαίων, μπλοκάρισμα λογαριασμών και νομισματικές υποτιμήσεις. Οι διμερείς συμφωνίες έγιναν σύντομα το αναγκαίο μέτρο, αλλά κι αυτές ήταν ανεπαρκείς και σύντομα (ήδη το 1932) ξεπεράστηκαν από εμπορικά μπλοκ (η “προνομιακή μεταχείριση” εντός της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, μια τελωνειακή ένωση μεταξύ Βελγίου, Λουξεμβούργου και Ολλανδίας)42. Μεταξύ των πιο επιθετικών ιμπεριαλιστικών μεγάλων δυνάμεων, Γερμανία και Ιαπωνία, οι διμερείς συμφωνίες και τα εμπορικά μπλοκ ήταν ανίκανα από πολλές βασικές απόψεις να υποστηρίξουν την απόκτηση αναγκαίων πρώτων υλών με ευνοϊκούς όρους Οι εμπορικοί πόλεμοι οδήγησαν σε ένοπλους πολέμους, αρχίζοντας με εδαφικές επεκτάσεις. Το γερμανικό σχέδιο “Drang nach Osten” (“Επέκταση στα Ανατολικά”), ξεκίνησε με την προσάρτηση της Αυστρίας και της Τσεχοσλοβακίας και, μέσω της απορρόφησης και της Ουγγαρίας, στόχευε στην Grosswirtschaftsraum (Μείζονα Γερμανική Οικονομία) που περιελάμβανε τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και την Ελλάδα (και ανήγαγε τα δύο πρώτα έθνη, πιο συγκεκριμένα, σε μια αγροτική ενδοχώρα, με τους Ναζί να υπαγορεύουν ποιες σοδειές θα καλλιεργούνταν, τις τιμές τους και ποιες αγορές θα μπορούσαν να πραγματοποιούνται)43. Οι Ιάπωνες ξεκίνησαν με την στρατιωτική κατοχή της Μαντσουρίας τον Σεπτέμβριο του 1931, η οποία εκβιομηχανίστηκε με την εκμετάλλευση των σκλαβωμένων Κινέζων εργατών, και αποκορυφώθηκε στην Μείζονα Σφαίρα Συνευημερίας της Ανατολικής Ασίας (Greater East Asia Co-Prosperity Sphere) (που ανακηρύχθηκε τον Σεπτέμβριο του 1940), ένας ευφημισμός για τις στρατιωτικές κατακτήσεις της Ιαπωνίας (Κίνα, Σιγκαπούρη, Μαλαισία, Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες, Ινδοκίνα και Βιρμανία) και την οργανωμένη λεηλασία και καταλήστευσή τους44. Οι στρατιωτικές κατακτήσεις και οι πόλεμοι με όπλα οδήγησαν σε παγκόσμιο πόλεμο.
Αυτό είναι λοιπόν το “πρότυπο”, το μοτίβο, κι ενώ η ιστορία δεν ξαναγράφει τον εαυτό της επαναλαμβανόμενη γεγονός προς γεγονός, το ιστορικό παρελθόν και η σύγχρονη κατάσταση, σ’ αυτό το πρώιμο στάδιο, είναι δομικά παρόμοιες: δασμοί, αντίποινα δασμών, υψηλότερη φορολόγηση συγκεκριμένων προϊόντων και κατηγοριών προϊόντων, προνομιακή μεταχείριση (περιλαμβανομένων των επιδοτήσεων) για τα ντόπια προϊόντα, υποτιμήσεις νομισμάτων και έλεγχοι κεφαλαίων έχουν όλα εμφανιστεί, άσχετα από το αν η κυβέρνηση Τραμπ αρέσκεται να λέει ότι ο στόχος της είναι το διμερές εμπόριο. Αλλά, θα επιστρέψουμε σ’ αυτό.
Ο Lighthizer έχει να πει περισσότερα για το ζήτημα των δασμών. Αναφέρθηκε επίσης να λέει, αλίμονο δύστυχοι υποστηρικτές του Τραμπ, ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να κρατήσουν για “αρκετά χρόνια” (ο Wilbur Ross, υπουργός Εμπορίου, μεγιστάνας της χαλυβουργίας και ωφελούμενος από τους δασμούς στον χάλυβα και το αλουμίνιο που επιβλήθηκαν στην ΕΕ, στους Κινέζους, τους Νοτιοκορεάτες, τους Μεξικανούς και τους Καναδούς, έχει καταγραφεί να λέει ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να διατηρηθούν απεριόριστα). Στην πραγματικότητα, οι Lighthizer και Ross, όπως και οι αδελφοί Koch, μαζί με τον Τραμπ ενσαρκώνουν τα εθνικιστικά και προστατευτικά και εισοδηματικά συμφέροντα (για το ντόπιο ατσάλι και πετρέλαιο) φραξιών εντός της αμερικανικής άρχουσας τάξης που είχαν μικρότερη επιτυχία στην αξιοποίηση των κεφαλαίων τους κατά την περίοδο της αποβιομηχάνισης των ΗΠΑ. Είναι αυτά τα κεφάλαια που έχουν “χάσει τη μάχη για τον εκσυγχρονισμό” μπροστά στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, ιδιαίτερα καθώς οι συνθήκες της αναπαραγωγής τους ως κεφαλαίων έχουν επιδεινωθεί μετά την οικονομική κρίση45. Παρ’ όλα αυτά, από μόνα τους αποτελούν μια μειοψηφική ομάδα μέσα στην αστική τάξη: όποιες κι αν είναι οι πολιτικές συγκρούσεις ή το τσίρκο, όπως μπορεί να συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση, και η οργή στο μηντιακό θέαμα, ο Τραμπ μπορεί να επιδιώκει να ακολουθήσει την πολιτική του για τους δασμούς μόνο επειδή έχει κερδίσει, διατηρεί και απολαμβάνει πολύ πιο σημαντικής υποστήριξης από τους κατασκευαστές όπλων, τους μεγαλοτραπεζίτες και μεγάλα πετρελαϊκά κεφάλαια. Παίρνοντας υπόψιν τον πληθωρισμό, οι εξοπλιστικές δαπάνες σήμερα ανταγωνίζονται αυτές επί Ρήγκαν 35 χρόνια πριν, ο νόμος Dodd-Frank46 έχει νομοθετικά ανακληθεί και η τιμή του πετρελαίου έχει διπλασιαστεί από τότε που ο Τραμπ μπήκε στον Λευκό Οίκο. Έτσι, προσωρινά απολαμβάνει επίσης της υποστήριξης των Exxon-Mobil, BP και Shell, των Rosneft και Aramco, δηλαδή διεθνών πετρελαϊκών κεφαλαίων, των Ρώσων και των Σαουδαράβων (αν και οι συγκυριακές θεωρήσεις σπάνια διαμορφώνουν την μακροπρόθεσμη γεωπολιτική στρατηγική και τους σχεδιασμούς).
Η ανανέωση των υποδομών έχει εγκαταλειφθεί ως μια πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ, και τα απροσδόκητα έσοδα που “θερίστηκαν” από τη μαζική περικοπή φόρων έχουν “σπαρθεί” και πάλι πίσω στην επαναγορά μετοχών, και όχι σε επενδύσεις κεφαλαίων σε εργοστασιακούς εξοπλισμούς, οπότε η πολιτική επαναβιομηχάνισης έχει επίσης αποτύχει. Επιταχύνοντας, στην πραγματικότητα, τη συνεχιζόμενη οικονομική πτώση, αυτές οι αποτυχίες αφήνουν την εμπορική πολιτική (μαζί με τη ρατσιστική και ξενοφοβική δημαγωγία) ως το μόνο, προς το παρόν μέσο, για την διατήρηση της παραπαίουσας ηγεμονίας των ΗΠΑ στον παγκόσμιο καπιταλισμό47. Αλλά οι στόχοι του Τραμπ και της κυβέρνησής του πάνε πολύ πιο μακριά από το διμερές εμπόριο, και θα επιδιωχθούν ακόμα κι αν οι δασμοί ακολουθηθούν από διαπραγματεύσεις και συμφωνίες που ωφελούν τις ΗΠΑ: ο Τραμπ και οι, εγκλωβισμένες από διαπραγματευμένους κανόνες και ρυθμίσεις, ντόπιες φράξιες της άρχουσας τάξης, τα συμφέροντα των οποίων προωθεί η προεδρία του, σκοπεύουν να ξεχαρβαλώσουν παγκόσμιες συμφωνίες και τους συγκεντροποιημένους θεσμούς της καπιταλιστικής εξουσίας που λειτουργούν σε παγκόσμιο επίπεδο, άσχετα από το αν πρόκειται για οικονομικούς θεσμούς (Παγκόσμια Τράπεζα, ΔΝΤ, κεντρικές τράπεζες συμπεριλαβανομένης της Federal Reserve48), θεσμούς σχετικά με τις εμπορικές ανταλλαγές (GATT, ΠΟΕ, TPP, EE, NAFTA) ή πολιτικούς θεσμούς (Ηνωμένα Έθνη, Συμφωνία για την Κλιματική Αλλαγή)49. Ας μην απατούμαστε, ο σκοπός δεν είναι δίκαιες και έντιμες εμπορικές σχέσεις ή ένα “ισορροπημένο γήπεδο” (οτιδήποτε κι αν σημαίνουν αυτά τα δύο), αλλά, ξεκάθαρα, όροι και συνθήκες εξαιρετικά σε βάρος των εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ: ο Τραμπ επιδιώκει διμερείς, ένας-προς-έναν συμφωνίες, επειδή η χρηματοπιστωτική, οικονομική και στρατιωτική δύναμη των ΗΠΑ ορθώνονται πολύ μεγαλύτερες σε τέτοιες διαπραγματεύσεις. Καθώς βαθαίνει μια μακροπρόθεσμη παρακμή των ΗΠΑ, όπως επιδεικνύει η περίπτωση του Καναδά, ο στόχος (των ΗΠΑ) είναι να “παραμείνουν από πάνω”, χρησιμοποιώντας αυτή τη δύναμη για να σπρώξουν όλους τους άλλους προς τα κάτω (όπως κάποιος που πνίγεται και εξακολουθεί να επιπλέει χτυπώντας χέρια και πόδια μανιασμένα, βουλιάζοντας, πιθανόν, αυτόν που κολυμπάει μαζί του), χρησιμοποιώντας αυτή τη δύναμη για να αποσπάσουν τους πιο ευνοϊκούς όρους, κι αυτό χωρίς να συνεκτιμούν την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ίδιου του σχεδίου ή των συνεπειών50. Κάποια στιγμή, στο κοντινό μέλλον, θα πρόκειται γα μια σίγουρη συνταγή μετατροπής ενός εμπορικού πολέμου σε έναν πόλεμο με όπλα.
Αλλά, άσχετα από το αν οι “εμπορικοί πόλεμοι είναι καλοί” ή κακοί (μια εκτίμηση που γίνεται έτσι κι αλλιώς εντός του καπιταλισμού, και σίγουρα χωρίς καμμιά σκέψη για την υπέρβασή του) δεν είναι “εύκολο να τους κερδίσει” κανείς. Κανένας άλλος εκτός από τον Τραμπ, και κάνα-δυο οικονομολόγους κάτοικους του Λευκού Οίκου, δεν πιστεύει κάτι διαφορετικό. Δεν θα αυξήσουν το παγκόσμιο εμπόριο και δεν θα συμβάλλουν να ξεπεραστούν οι δομικά γειωμένες οικονομικές αδυναμίες των Ηνωμένων Πολιτειών, σημαντικότερη από τις οποίες είναι η απουσία μιας βιομηχανικής βάσης (πέρα από την στενή ικανότητα κατασκευής όπλων κάθε είδους), ενός εκρηκτικού εμπορικού ελλείματος και μιας επικυριαρχίας του δολλαρίου η οποία εξαφανίζεται αναπόφευκτα και όχι τόσο αργά. Αντίθετα, ακόμα κι αν δεν φτάσει σ’ έναν ένοπλο πόλεμο, ένας παγκόσμιος εμπορικός πόλεμος θα οδηγήσει, αναπόφευκτα, σε μια δραματική μείωση αυτού του εμπορίου, σε μαζικές εκτοπίσεις, οικονομική κατάρρευση σε μεγάλα τμήματα του κόσμου, μια παγκόσμια ύφεση βραχυπρόθεσμα (μέσα σε δεκαπέντε μήνες) και, αν επιδιωχθεί για αρκετό χρόνο (δύο ή τρία χρόνια) θα καταλήξει σε μια καινούρια οικονομική κρίση και, επίσης πιθανόν, παγκόσμια ύφεση.
Με τις ρίζες της στην αποβιομηχάνιση, η αμερικανική παγκόσμια πολιτική και χρηματοπιστωτική ηγεμονία είναι σε παρακμή. Ο Τραμπ το αναγνωρίζει αυτό. Προκαλώντας αποπληξία σ’ αυτούς τους νεοσυντηρητικούς πολιτικούς εμπειρογνώμονες, στα ΜΜΕ και τους πολιτικούς, η προπάθειά του να επιδιώξει την βελτίωση των σχέσεων με τον Πούτιν και τους Ρώσους είναι σχεδιασμένη να απομακρύνει την μεγαλύτερη στρατιωτική απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς ο αγώνας για την παγκόσμια ηγεμονία εντείνεται, την ίδια στιγμή που “ανεβάζει στροφές” στην ένταση με τους Ευρωπαίους σχετικά με τις δεσμεύσεις τους στην Ένωση, στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και το πολυμερές εμπόριο.
Κατανοούμενη ακριβώς έτσι, ως μια μάχη για την παγκόσμια οικονομική και πολιτική κυριαρχία, αυτή η πάλη, όπως έχει επισημάνει ο Bannon αρκετές φορές και πιο πρόσφατα σε μια συνέντευξη στο BBC, είναι μια μάχη εναντίον της Κίνας, μιας “μερκαντιλιστικής δύναμης” στην οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι υποτελές κράτος”51. Όμως είναι η Κίνα που, όπως υπονοήσαμε, βρίσκεται στην πραγματικότητα σε θέση να κερδίσει έναν εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ, επιταχύνοντας την δική της παγκόσμια υπεροχή52.
Παρ’ όλα αυτά, ο Τραμπ πιστεύει ότι αυτός ο πόλεμος μπορεί να κερδηθεί επειδή πιστεύει ότι μια επιστροφή στον μεταπολεμικό κόσμο, της παραγωγικής κυριαρχίας των ΗΠΑ, ουσιαστικά μια επιστροφή σε ένα φορντιστικό καθεστώς συσσώρευσης υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ, είναι ακόμα δυνατή· ότι ενάντια στην τεχνολογικά καινοτομική δυναμική που κυβερνά την καπιταλιστική ανάπτυξη, είναι εφικτή η δημιουργία 25 εκατομμυρίων νέων θέσεων εργασίας (από την άλλη, αυτά μπορεί να είναι απλά λόγια εκ μέρους του). Παρόμοια, οι υποστηρικτές του στα ανθρακωρυχεία της Δυτικής Βιρτζίνια πιστεύουν ότι η απασχόληση μπορεί να επιστρέψει σε μισθούς των 63 δολλαρίων την ώρα. Ο Τραμπ τα πιστεύει όλα αυτά επειδή πιστεύει ότι η οικονομία των ΗΠΑ έχει κρυφές δυνατότητες αυτάρκειας που θα της επιτρέψουν να ξεπεράσει την καταιγίδα ενός εμπορικού πολέμου και των συνεπειών του. Οι πεποιθήσεις αυτές είναι εντελώς σύμφωνες με την επίθεση στην περιβαλλοντική νομοθεσία και τις ρυθμίσεις για την κλιματική αλλαγή, και την προσπάθεια επιδότησης της ενέργειας από άνθρακα και την πυρηνική ενέργεια στο όνομα της “εθνικής ασφάλειας” (αλλά, εντούτοις, και μέσω ενός γενικού, εθνικού φόρου στη λαϊκή κατανάλωση).
Όντας, ειρωνικά, από τους περισσότερο ωφελούμενους αυτών των εξελίξεων, ο Τραμπ δεν καταλαβαίνει τίποτα από την χρηματιστικοποίηση και την εισοδηματοποίηση της αμερικάνικης οικονομίας, δεν καταλαβαίνει τίποτα από την πλασματική συσσώρευση πολυπληθών και μη ικανοποιήσιμων paper claims από τον πραγματικό πλούτο, και δεν καταλαβαίνει τίποτα από τις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες οι οποίες αναπτύχθηκαν στη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, τα δίκτυα των οποίων επεκτάθηκαν αστρονομικά μετά το 2000, δηλαδή μετά τη στιγμή της εισόδου της Κίνας στον ΠΟΕ (Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου). Αυτό είναι ένα κρίσιμο στοιχείο. Δεν μπορεί να συλλάβει τις αντίστροφες αρνητικές συνέπειες των δασμών: οποιοσδήποτε αριθμός αυτοκινήτων σεντάν της Ford είναι εφοδιασμένος με μια μηχανή γερμανικής κατασκευής, εσωτερικά συστατικά (πχ. αερόσακκους) φτιαγμένους στην Ιαπωνία, ηλεκτρονικά εξαρτήματα κατασκευασμένα και στην Ιαπωνία και στην Κίνα, και ατσάλι από τον Καναδά και το Μεξικό, ενώ η συναρμολόγησή τους έχει διεκπεραιωθεί στην Πόλη του Μεξικού. Ένα απλό ηλεκτρονικό εξάρτημα μπορεί να περιέχει ένα σπάνιο μέταλλο που έχει εξορυχθεί στην Κίνα για να μεταφερθεί στη Μαλαισία, όπου γίνεται συστατικό σε έναν ημιαγωγό που μεταφέρεται πίσω στην Κίνα για την τελική κατασκευή του εξαρτήματος, για να καταλήξει στη συνέχεια σε μια κατασκευασμένη στη Γερμανία μηχανή ενός αμερικάνικου σεντάν.
Το δυναμικό για έναν παρατεταμένο εμπορικό πόλεμο είναι πραγματικό. Επιδιωκόμενος με το ζόρι, θα αποκαλύψει τα υπάρχοντα επίπεδα καπιταλιστικής ολοκλήρωσης. Θα καταστρέψει κρίσιμες παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες. Θα προκαλέσει εκτοπίσεις, διακοπές, ελλείψεις προμηθειών και (κάτι που ήδη συμβαίνει) θα επιταχύνει τον εσωτερικό πληθωρισμό. Αν συμβούν όλα αυτά, τότε οι δύο δρόμοι προς τον νέο ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο πόλεμο θα συναντηθούν: η επισφάλεια της επικυριαρχίας του αμερικάνικου δολλαρίου θα γίνει εμφανής. Οι εξαγωγείς θα αρνηθούν να δεχτούν ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου ως πληρωμές από την Walmart και την Target καθώς τα πλοία-κοντέινερ θα συνωστίζονται στα λιμάνια-εισόδους των ΗΠΑ. Και σ’ αυτό το σημείο, ο εσωτερικός πληθωρισμός θα εκτοξευθεί στα ύψη. Ταυτόχρονα, προσπαθώντας να μειώσει τις παγκόσμιες εντάσεις, στην χερσόνησο της Κορέας, στην προσπάθεια να τα βρει με τους Ρώσους (κι ενώ παράλληλα τους ανταλλάσει με άλλους, πάνω απ’ όλα με τους Κινέζους), ο Τραμπ φέρνει την ταξική πάλη πίσω στην πατρίδα. Και παρ’ όλο που η ταξική πάλη στις ΗΠΑ έχει μια μακρά ιστορία μετατροπής της σε φυλετική σύγκρουση, και παρ’ όλο που μια τέτοια μετατροπή θα επιδεινωθεί, η μυστικοποίηση, οι αυταπάτες και ο περισπασμός θα φτάσουν σε ένα τέλος. Αντιμέτωπος με κάτι τέτοιο, θα είναι δύσκολο για τον Τραμπ, ή οποιονδήποτε άλλο βρεθεί στην κορυφή της εκτελεστικής εξουσίας στις ΗΠΑ εκείνη τη στιγμή, να μην επιδιώξει κι άλλο τον πόλεμο, τόσο για να καναλιζάρει την αυξανόμενη εσωτερική σύγκρουση όσο και για να αρπάξει πρώτες ύλες, πόρους και αγαθά που δεν θα είναι πλέον διαθέσιμα στις αγορές των ΗΠΑ. Η έκβαση της γιγαντιαίας ταξικής πάλης (δείτε παρακάτω) θα αποφασίσει κατά πόσον η στρατιωτική αντιπαράθεση αυτού του είδους μπορεί να διολισθήσει σε έναν νέο ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο πόλεμο.
Αν φτάσουμε τόσο μακριά, αυτή θα είναι η στιγμή που το έργο του Steve Bannon ή θα καρποφορήσει ή θα κλονιστεί: συναρπαστική ρατσιστική μισαλλοδοξία, ξενοφοβία και υπερεθνικισμός θα εντείνονται καθώς νατιβιστές, φασίστες και νεοναζί θα κραυγάζουν για αίμα ενόψει των εκτοπίσεων, της αποδιοργάνωσης και των ελλείψεων που θα προμηνύουν εσωτερική κατάρρευση, με τον φασισμό μια πολύ πιθανή έκβαση53. Μπροστά στην τεράστια κοινωνική κρίση, μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού στις ΗΠΑ (η μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρηματικών τάξεων, τμήματα της μεσαίας τάξης δίπλα στο κεφάλαιο, συγκαλυμμένα προλεταριακά στρώματα, ιδιαίτερα οι αποκαλούμενοι ανεξάρτητοι υπεργολάβοι, καθώς και άλλα μικρότερα στρώματα), αντιπρολεταριακά κομμάτια, εθνικιστικά, ρατσιστικά και φιλελεύθερα (με άλλα λόγια φορείς της νεοδεξιάς, νεοφασιστικής αντιπολιτευτικής κουλτούρας), θα δεχτούν την “ηγεσία” αυτών των πιο φανατισμένων στοιχείων. Η πάλη για το σύνολο της κοινωνίας θα οξυνθεί τότε: κοινωνικές ομάδες της άρχουσας τάξης σιωπηλά, αλλά και κάποιες φορές ανοιχτά, θα υποστηρίξουν αυτό το αντεπαναστατικό μπλοκ, οι υπόλοιπες επιχειρηματικές τάξεις θα ευθυγραμμιστούν (και αυτές στα μεσαία στρώματα, με πολιτικά φιλελεύθερη συνείδηση και αρκετά χρήματα, θα εγκαταλείψουν τη χώρα), το κράτος θα επιδείξει τον ουσιαστικό ιστορικό του χαρακτήρα ως ένοπλης δύναμης, καθώς μπάτσοι σε ολόκληρη τη χώρα θα κινητοποιηθούν για να προστατέψουν τους φασίστες και τους νατιβιστές στους δρόμους, ενώ η Εθνοφρουρά θα κληθεί και ο στρατός θα επαναπατριστεί για να επιβάλλει de facto τον στρατιωτικό νόμο εκεί που οι μπάτσοι θα είναι αναποτελεσματικοί. Τα ίδια γεγονότα, όπως θα ξεδιπλώνονται, θα ωθήσουν στην κατεύθυνση της συμπαγοποίησης ένα αντίθετο ταξικό μπλοκ, νεολαία με τον προλεταριοποιημένο, επισφαλή πυρήνα της, μεγάλα στρώματα ισπανόφωνων εργατών, λεπτά στρώματα εργατών άλλων εθνικοτήτων-εθνοτήτων και ένα πλατύ πολυταξικό στρώμα μαύρων. Στο σημείο εκείνο θα είναι, ως ζήτημα ζωής και θανάτου, αναγκαίο να αποσπαστεί η Εθνοφρουρά και οι καταταγμένοι στρατιώτες από τη στρατιωτική ηγεσία, όπως και όσοι ανάμεσά τους ανήκουν στις ειδικές δυνάμεις, ενώ θα γίνεται πραγματικότητα η συμπαγοποίηση των δικών μας δυνάμεων.
Είναι εκείνη τη στιγμή, και σ’ αυτές που οδηγούν σ’ αυτήν, που μια επιτιμητική κριτική στην προτερότητα της κερδοφορίας πάνω από την ανάγκη, των επιταγών της άρχουσας τάξης και των γραφειοκρατών διαχειριστών πάνω από την ανάπτυξη των διαμεσολαβημένων από την κοινότητα ατομικών δεξιοτήτων, της άμεσης δημοκρατίας πάνω από όλες τις μορφές αντιπροσώπευσης και, πάνω απ’ όλα, της δεσποτικής δικτατορίας της αστυνομίας του κεφαλαίου και του ανόητου και επιβλαβούς χαρακτήρα του μηντιακού θεάματος των κεφαλαίου, θα αρχίσει να ακούγεται όλο και περισσότερο. Φτάνοντας πίσω μέχρι την αφηρημένη εργασία και την αξιακή μορφή, μια τέτοια κριτική θα αρχίσει όλο και περισσότερο να αποκτά νόημα, να γίνεται συγκεκριμένη και πραγματική. Σ’ αυτή τη βάση, θα είναι εκείνη τη στιγμή, και σ’ αυτές που οδηγούν σ’ αυτήν, που, έστω κι αν παραμένουν όλα τα αποκαρδιωτικά δύσκολο να ελεγχθούν προβλήματα ενός επιταχυνόμενου κλιματικού μετασχηματισμού, μάζες αντρών και γυναικών μπορούν, και ίσως και να θέλουν, με όσο ακατάστατο και χαοτικό τρόπο, να βρουν μια πρακτική εναλλακτική στον καπιταλισμό. Αν από την σκοπιά της ίδιας της ιστορίας, αυτή η στιγμή, και όσες οδηγούν σ’ αυτήν, είναι φευγαλέες, θα είναι, παρ’ όλα αυτά, η ευκαιρία μας.
15 Σεπτεμβρίου 2018
1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: http://insurgentnotes.com/2019/02/whither-america-class-and-politics-in-the-era-of-american-decline.
2 Μια εκδοχή αυτού του άρθρου θα εμφανιστεί σύντομα ως επίλογος στη συλλογή Climate Change, Social Revolution and their Imaginary Representations in Late Capitalist Popular Culture. (Κλιματική αλλαγή, κοινωνική επανάσταση και οι φαντασιακές αναπαραστάσεις τους στην ύστερη καπιταλιστική ποπ κουλτούρα).
3 Στμ. In medias res: λατινική φράση που σημαίνει “από τη μέση των πραγμάτων”.
4 Στμ. Στο πρωτότυπο open shops. Το σύστημα που επιτρέπει σε επιχειρήσεις να απασχολούν εργάτες χωρίς να απαιτείται να ανήκουν σε ένα οργανωμένο συνδικάτο.
5 Ο κρίσιμος τομέας στον οποίον ξέσπασαν αυτές οι ανεξέλεγκτες απεργίες ήταν η αυτοκινητοβιομηχανία, τον πυρήνα του καπιταλισμού στην περίοδο του φορντισμού. Ας πάρουμε τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στο Ντητρόιτ άγριες απεργίες ξέσπασαν στην Dodge Main (1968), στην Chrysler Sterling (1969) και στην Dodge’s Eldon (1969–1970), στην GM στο Lordstown (1972), στο Ντητρόιτ στο Jefferson Assembly, στην Chrysler Forge και στο Mack stamping (1973). Η άλλη κύρια άγρια απεργία ήταν η πανεθνική απεργία των ταχυδρόμων (1970). Η φυγή των κεφαλαίων σε εξωχώριους προορισμούς δεν περιορίζεται στις ΗΠΑ. Πριν καν η Κίνα μπει στο παιχνίδι, οι εξωχώριες [offshore] εταιρείες είχαν γίνει ένα παγκόσμιο φαινόμενο, εμφανιζόμενες ίσως σε μια λίγο πιο ύστερη στιγμή αλλά, παρ’ όλα, αυτά εμφανίστηκαν: από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, η κατασκευή των γερμανικών αυτοκινήτων γίνεται τόσο στην Ανατολική Γερμανία και στην Τσεχία όσο και στη Βαυαρία, ενώ τα ιαπωνικά ηλεκτρονικά εξαρτήματα παράγονται στη Μαλαισία και στην Ταϋλάνδη στην ίδια ποσότητα που παράγονται στο Χονσού της Ιαπωνίας.
6 Στμ. Οι φούρνοι “ανοιχτής εστίας” [open hearth furnaces] είναι ένα από τα είδη φούρνου στους οποίους πλεονάζων άνθρακας και άλλες ακαθαρσίες καίγονται και αποβάλλονται από τον ακατέργαστο σίδηρο [pig iron] για να παραχθεί ατσάλι.
7 Ο πόλεμος στην Ινδοκίνα είχε άμεση σχέση, αν και όχι με προφανή τρόπο, με την χαλυβουργία. Βασισμένα στους απαρχαιωμένους φούρνους ανοιχτής εστίας, τα αμερικανικά κεφάλαια στη χαλυβουργία δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν τις ανάγκες σε ατσάλι της αμερικανικής πολεμικής μηχανής για το είδος εκείνο ατσαλιού που απαιτούσε η κατασκευή όπλων (πολεμοφόδια, ιδιαίτερα σε αυτόματα όπλα και τα πυρομαχικά τους, όλμους, βόμβες κάθε είδους· ελικόπτερα, μαχητικά αεροσκάφη και στρατηγικά βομβαρδιστικά· οχήματα προσωπικού και φορτηγά εφοδιοπομπών, μικρότερα σκάφη όπως αποβατικά [PT boats]). Ως αποτέλεσμα, το Πεντάγωνο προχώρησε σε αγορές ατσαλιού σε φύλλα και ράβδους από τα εργοστάσια της Ιαπωνίας και της Κορέας (που λειτουργούσαν με σύγχρονους, ολοκληρωμένους φούρνους οξυγόνου). Ήδη το 1969, το ατσάλι που προερχόταν από την Ανατολική Ασία αντιστοιχούσε στο 10% της αμερικανικής αγοράς. Αυτό ήταν το σημείο εισόδου ιαπωνικών αγαθών, που ακολουθήθηκαν από ένα ολόκληρο σύνολο εμπορικών (μη στρατιωτικών) προϊόντων (πιο αξιοσημείωτα τα αυτοκίνητα) στην αγορά των ΗΠΑ, και μάλιστα μια είσοδος που σύντομα έγινε πλημμύρα, μια κίνηση στην οποία, όπως λέμε κι εδώ, η τεχνική καινοτομία εντός του παγκόσμιου καπιταλισμού ουσιαστικά κατέστρεψε την αμερικανική βιομηχανία χάλυβα στη διάρκεια της δεκεατίας του 1970.
8 Στμ. Μπορούμε να το καταλάβουμε και κάπως έτσι: οι καπιταλιστές επένδυαν πολλά στην ανανέωση του εξοπλισμού αλλά εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν ακόμα εργάτες ή οι εργάτες δούλευαν λιγότερο, δηλαδή χωρίς την αντίστοιχη μείωση που θα έπρεπε να υπάρχει στο “μεταβλητό” κεφάλαιο [εργασία] ή/και την αντίστοιχη αύξηση στην παραγωγικότητα. Οι τεχνολογικές καινοτομίες στην παραγωγή δεν είχαν μεταφραστεί ακόμα σε αύξηση της παραγωγικότητας και/ή μείωση της χρησιμοποιούμενης εργατικής δύναμης – λόγω της “αδράνειας”, θα λέγαμε, που παρήγαγαν ακόμα οι ταξικοί αγώνες ως εμπόδιο στη γενικότερη αναδιάρθρωση της σχέσης κεφάλαιο-εργασία.
9 Το Business Week (17 Οκτωβρίου 1977) σημείωνε ότι μεταξύ 1966 και 1976 μια “φοβερή πτώση” συνέβη καθώς η “απόδοση της επένδυσης” (ROI, return on investment) για τη βιομηχανία στις ΗΠΑ…συρρικνώθηκε στο 9.2% από το 13.4%” (αναφορά από τον Milton Fisk, “The Roots of the Stagnant Economy”, Cleveland, 1978: σελ. 17). Ο Fisk παραθέτει δυο πίνακες, ό.π. σελ. 34–35, ο πρώτος έχει λεπτομερώς μια ετήσια σύνοψη (1964–1976) του μειωμένου ποσοστού κέρδους της βιομηχανίας στις ΗΠΑ συνολικά, ενώ ο δεύτερος για την ίδια περίοδο παραθέτει ποσοτικά τον αυξανόμενο λόγο σταθερού κεφαλαίου (και του εξοπλισμού) προς ένα φθίνον ποσοστό εκμετάλλευσης των εργατών και μια αυξανόμενη οργανική σύνθεση του κεφαλαίου για την βιομηχανία των ΗΠΑ στο σύνολό της. Στις αίθουσες των συμβουλίων τα ανώτερα στρώματα των διοικούντων τις μεγάλες βιομηχανίες είχαν πολύ καλή επίγνωση της φθίνουσας κερδοφορίας. Η μετατόπιση από τη βιομηχανία στον χρηματοπιστωτικό τομέα, τα ακίνητα και τη διασκέδαση άρχισε στα σοβαρά γύρω στο 1980 και απογειώθηκε πραγματικά το 1983. Δείτε: Steve Massey, “Who Killed Westinghouse” (1998), κεφάλαια 2 και 3. Αυτό το κείμενο μπορεί να βρεθεί και στο Διαδίκτυο αν το αναζητήσετε με τον τίτλο του.
10 Στμ. Sun Belt (“Ζώνη του Ήλιου”), η περιοχή των Ηνωμένων Πολιτιειών που γενικά θεωρείται ότι εκτείνεται από Νοτιοανατολικά μέχρι Νοτιοδυτικά. Ένας άλλος χονδρικός ορισμός είναι ως η περιοχή που βρίσκεται νότια του 36ου παραλλήλου. Η Ζώνη του Ήλιου γνώρισε αξιοσημείωτη αύξηση του πληθυσμού μετά τη δεκαετία του 1960 από μια εισροή κόσμου που έψαχνε ένα θερμό και ηλιόλουστο κλίμα, μια μεγάλη αύξηση στα άτομα που έχουν γεννηθεί στα χρόνια μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλέμο [η λεγόμενη γενιά των baby boomers] και που βγαίνουν στην σύνταξη, και αυξανόμενες οικονομικές ευκαιρίες. Ο ερχομός των κλιματιστικών δημιούργησε πιο άνετες συνθήκες για το καλοκαίρι, επιτρέποντας σε περισσότερους κατασκευαστές και βιομηχανίες να εγκατασταθούν στην περιοχή. Το στυλ των κατοικιών είναι πιο μοντέρνο και ανοιχτό. Επίσης πολλές από τις πόλεις στη ζώνη, από το Μαϊάμι και τη Νέα Ορλεάνη, το Χιούστον και το Λας Βέγκας μέχρι το Σαν Ντιέγκο και το Λος Άντζελες, προσφέρουν ευκαιρίας ψυχαγωγίας και μάλιστα καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
11 Υπάρχει στην πραγματικότητα ένα επιπλέον νήμα που διαπλέκεται με αυτή την εξήγηση της αποβιομηχάνισης. Είναι σημαντικό, αναμφισβήτητα, αλλά εδώ θα κάνουμε μια απλή αναφορά. Έχει να κάνει με την σε παγκόσμιο επίπεδο μετατοπιζόμενη ταξική δομή του καπιταλισμού, όπως γίνεται φανερή στην εδραίωση της βιιομηχανικής εργασίας στην Ανατολική Ασία. Σε σχέση με την παγκόσμια καπιταλιστική ανάπτυξη σήμερα είναι στην Ανατολική (και Νότια) Ασία που το βιομηχανικό προλεταριάτο στεγάζεται και συγκεντρώνεται. Αυτό δεν περιλαμβάνει μόνο την Κίνα αλλά και την Νότια Κορέα, την Ταϊβάν, το Βιετνάμ (Σαϊγκόν), τη Μαλαισία και την Ταϋλάνδη (Μπανγκόκ). Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα (World Development Report 1995: Workers in an Integrating World. New York, 1995: σελ. 170), το 80% των εργατών στη βιομηχανία το 1995 βρίσκονταν στην Ανατολική Ασία. Αυτή η συγκέντρωση είναι, ίσως, πολύ μεγαλύτερη σήμερα.
12 Στμ. Howard Jarvis: επιχειρηματίας και πολιτικός, στον οποίο οφείλεται η ψήφιση της “Πρότασης 13” ως νόμου της πολιτείας της Καλιφόρνια – που ενσωματώθηκε τελικά ως τροπολογία στο σύνταγμα της πολιτείας – που επέβαλλε ένα μέγιστο ταβάνι (στο 1% του ποσού της αξίας σε μετρητά) στη φορολογία των ακινήτων.
13 Με άλλα λόγια, αναγνωρίζουν μόνο τον Νόμο των Δικαιωμάτων (Bill of Rights), τις πρώτες Δέκα τροπολογίες στο Σύνταγμα, θεωρώντας την 13η, 14η και 15η (και ακόμα περισσότερο την 19η) τροπολογίες ως “σφετερισμό”, “παραβίαση”. Η 13η, η 14η και η 15η τροπολογίες ενσαρκώνουν νομικά, κωδικοποιούν στον θεμελιώδη νόμο, την μοναδική επανάσταση στην Αμερικάνικη ιστορία, την ανατροπή της ιδιοκτησίας των σκλάβων των φυτειών.
14 Στμ. Nativism, nativist: νατιβισμός, νατιβιστές: Ελλείψει κάποιας πιο δόκιμης μετάφρασης, μεταγράφουμε έτσι τον πρωτότυπο όρο που αναφέρεται στους φορείς εκείνης της ιδεολογίας και πολιτικής που αποδίδει προτεραιότητα στα συμφέροντα, και την υπεράσπισή τους, όσων έχουν γεννηθεί σε μια χώρα (των γηγενών) ή των εδραιωμένων κατοίκων της, απέναντι στους μετανάστες.
15 Hitler and the Collapse of Weimar Germany. New York, 1987 (Munich, 1984): σελ. 4.
16 Στμ. Στο πρωτότυπο bootstrap capitalism. Ο όρος bootstraping αναφέρεται γενικά σε μια αυτο-εκκινούμενη διαδικασία η οποία υποτίθεται ότι εξελίσσεται χωρίς κάποια εξωτερική “είσοδο” [input]. Bootstrap καπιταλισμός είναι ο καπιταλισμός με βάση “αυτοδημιούργητους” επιχειρηματίες οι οποίοι ξεκινούν μια επιχειρηματική δραστηριότητα από το “μηδέν” και με ελάχιστους πόρους και εξωτερική χρηματοδότηση (αυτό που στο πλαίσιο του εθνικιστικού οικονομισμού ονομάζεται “αμερικανικό”, “ελληνικό” κλπ. δαιμόνιο, στο ελληνικό καλτ το “αρχέτυπο” του Ωνάση).
17 Στμ. Στο πρωτότυπο: libidinous, ασελγές, λάγνο.
18 Will Barnes, Civil War and Revolution in America. St. Paul, 1999: Preface, Part IV, “The Meaning of ‘Race’ and its Relation to Class”.
19 Will Barnes, Community and Capital. St. Paul, 2001: §240.
20 Σχηματίζοντας το μεγαλύτερο τμήμα ενός πλεονάζοντος πληθυσμού που αποβάλλεται από την κίνηση του κεφαλαίου, υπάρχουν παρ’ όλα αυτά και άλλα κοινωνικά στρώματα τα οποία, καθώς βαθαίνει η παρακμή, λιγότερο ή περισσότερο τείνουν να σαρώνονται σ’ αυτό το μπλοκ: συνίστανται από καθαρά λουμπενοποιημένα στοιχεία που ζουν από τις κλοπές, τις κομπίνες, τις απατεωνιές κλπ. (σε πολύ μικρότερο βαθμό)· συνταξιούχους που εξατρώνται απόλυτα από έναν συρρικνούμενο κοινωνικό μισθό που έχει θεσμοποιηθεί από την κοινωνική ασφάλιση (σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό)· μακροχρόνια άνεργους που ζουν από την οικογένεια και τους συγγενείς (σε μεγάλο βαθμό)· ένα ακόμα λεπτό, αλλά αυξανόμενο, στρώμα εξαρτημένων (κυρίως από οπιούχες ουσίες) ατόμων σε συγκεκριμένους θύλακες (πχ., επαρχιακή Δυτική Βιρτζίνια) των οποίων οι μορφές και μέσα κοινωνικής αναπαραγωγής ποικίλουν και επικαλύπτονται σε κάποιον βαθμό με τα λουμπενοποιημένα άτομα και τους μακροχρόνια άνεργους (σε πολύ μικρότερο βαθμό)· και έναν τεράστιο πληθυσμό φυλακισμένων (πολύ μικρότερο ποσοστό, πολλοί από τους οποίους ίσως συνταχθούν με τη μεριά μας).
21 Το ισπανόφωνο προλεταριάτο επικεντρώνεται καθαρά σε Κεντροαμερικάνους και Μεξικάνους αλλά περιλαμβάνει, επίσης, με ευκρίνεια, κόσμο από τη Γουατεμάλα, Νικαράγουα, Σαν Σαλβαδόρ (που αυτή την περίοδο απελαύνονται με φανφάρες από την κυβερνηση του Τραμπ). Έπειτα, όπως υποδεικνύεται, υπάρχουν κατά τόπους και άλλες εθνοτικές-εθνικές ομάδες. Για παράδειγμα, στις παραλιακές πόλεις δυτικά (Λος Άντζελες, Σαν Φρανσίσκο, Σηάτλ) αυτό το προλεταριάτο περιλαμβάνει Φιλιππινέζους και Βιετναμέζους εργάτες. Και στην Μιννεάπολη-St. Paul (στην πραγματικότητα στα όρια της Shakopee της Μινεσότα – μια μικρή πόλη, όχι προάστιο, ακριβώς νοτιοδυτικά της Μιννεάπολης) όπου η Amazon χτίζει τις Δίδυμες Πόλεις της μητροπολιτικής περιοχής του κέντρου διανομής της, το 20% των εργαζόμενων, πάνω από 1000 εργάτες, είναι Σομαλοί. Σύμφωνα με τον διαδικτυκό ερευνητή-δημοσιογράφο J.P. Sottile, μεταξύ άλλων λόγων (μια, σε μεγάλο βαθμό πετυχημένα εφαρμοσμένη, ατζέντα για το ξεχαρβάλωμα των περιβαλλοντικών περιορισμών και των περιορισμών όσον αφορά τους εργασιακούς χώρους, για το κεφάλαιο), οι μεγάλοι οικονομικοί υποστηρικτές, ο Robert Mercer (δείτε την υποσημείωση 24 παρακάτω) και οι αδελφοί Koch (άσχετα από τις περί του αντιθέτου διαμαρτυρίες), βλέπουν στον Τραμπ ένα φράγμα που υψώνεται ενάντια σ’ ένα “καφέ αίμα” που προκαλεί υστερική φοβία πως θα “ρεύσει” δήθεν στις επόμενες δεκαετίες από τους τροπικούς προς τον βορρά, σαν πρόσφυγες της κλιματικής αλλαγής. Δείτε τη συζήτηση στις 22 Αυγούστου 2018 για το “The Ochelli Effect” (ακουστικό).
22 Παρατηρήσεις που έγιναν ενώπιον του Διεθνούς Συνεδρίου για την Ανθρώπινη Αξιοπρέπεια το 2014, που οργανώθηκε από το δεξιό Catholic Dignitatis Humanae Institute (βίντεο).
23 Ο Τρότσκυ ήταν ο θεωρητικός του Στάλιν. Αυτό κράτησε όσο ο Στάλιν δεν είχε ακόμα έρθει αντιμέτωπος με την επιδεινούμενη κατάσταση στην ύπαιθρο και μέχρι τη στιγμή που είχε αφομοιώσει εντελώς το πρόγραμμα της Αριστεράς, και στη βάση της εμπειρίας του 1928, επεξεργάστηκε μια πορεία δράσης που θα έδειχνε τον δρόμο προς τα μπροστά, δηλαδή τον τρόπο υπέρβασης της κρίσης. Ένα απλό παράδειγμα είναι αρκετό. Ο Lewin ανακαλεί ότι το καλοκαίρι του 1928 ο Τρότσκυ, σε εσωτερική εξορία στην Άλμα Άτα, έγραψε μια ανάλυση για την κατάσταση στο εσωτερικό της Σοβιετικής Ένωσης για το 6ο Συνέδριο της Κομιντέρν, που θα γινόταν στην Μόσχα τον Ιούλιο. Με τίτλο “Και τώρα τι;”, το κομμάτι αυτό καταπνίχθηκε, φυσικά, αλλά “ο Σταλιν, βέβαια, διάβασε κάθε λέξη…Συμφωνούσε με την ανάγνωση της κατάστασης από τον Τρότσκυ” [Moshe Lewin, Russian Peasants and Soviet ower. Aylesburg (Eng), 1968: σελ. 254, 255]. Αυτή η εκτίμηση είναι με την αυστηρή έννοια αντικειμενική, δηλαδή μπορεί να επαναληφθεί επανειλημμένα από οποιονδήποτε συγκρίνει την ανάλυση του Τρότσκυ με τη γραμμή δράσης του Στάλιν, ως αρχηγού του κόμματος”, Will Barnes, Bolshevism and Stalinism (Ur-Geschichte). St. Paul, 2014 (posthumous): Part II, “Primitive accumulation”. Άσχετα από την αφετηρία του, το Breitbart υπηρετεί μια μορφή πολιτικών σκουπιδιών που είναι πολύ αγαπητό στον Bannon: αρκεί κανείς και μόνο να εξετάσει βιαστικά τον χυλό που τυπώνεται εκεί για να αποκτήσει μια συγκεκριμένη αίσθηση ότι αυτά γράφονται σε ένα επίπεδο που ακόμα και ο Τραμπ να μπορεί να καταλαβαίνει πλήρως (έστω κι αν τα περιεχόμενά του απλά παρουσιάζονται περιληπτικά γι’ αυτόν). Μεταξύ Fox News και Breitbart, ο Τραμπ παίρνει τη ιδεολογικο-πολιτική καθοδήγηση που χρειάζεται.
24 Παρόμοια και οι πραγματικά φανατικοί μεγα-χορηγοί του Τραμπ, οι θρησκόληπτοι Mercer, πατέρας και κόρη, Robert (δισεκατομμυριούχος κεφαλαιούχος διαφόρων hedge fund – αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου) και Rebakah (της οποίας κανείς τα αποτυπώματα βρίσκει παντού στο Breitbart). Για την, ανάλογη αυτής του Bannon, επίγνωση του Malpass δείτε το άρθρο του “Upheaval to Reinvent us Politics”, Forbes, 10 Μαΐου 2016.
25 Αυτοί, δηλαδή, που έχουν γεννηθεί ανάμεσα στο 1980 και το 2004. Gordon Long, Macro Analytics, “Millennials: A Menacing Metamorphosis”, 2017.04.17 (βίντεο). Σ’ ένα τέτοιο σχήμα, όσοι γεννήθηκαν από το 2005 μέχρι σήμερα, και οι οποίοι ονομάζονται γενιά “Homeland” (“ό.π.”), στον βαθμό που μπαίνουν τώρα μόλις στο γυμνάσιο-λύκειο και έχουν εκπαιδευτεί σε δημόσια σχολεία μέχρι τα οχτώ χρόνια τους, θα τείνουν επίσης να συμπεριληφθούν στον χαρακτηρισμό του Bannon. Δείτε τη συζήτηση που ακολουθεί στο παρόν κείμενο για έναν πιο ακριβή προσδιορισμό.
26 Του Noel Ignatiev, σε κείμενό του στην ενότητα των σχολίων του Insurgent Notes, 03.08.2017. Ο Ignatiev απαντά σε παρατηρήσεις του Amiri Barksdale.
27 Εδώ στηριζόμαστε στο Race, History, Production, “A Sea Change May Be Occurring, But If It Is, It’s Passing Us By” (2008) του Will Barnes. Δεν δεχόμαστε, όμως, την, έστω σιωπηρή, εκτίμησή του γι’ αυτά τα άτομα που η επίγνωση και η συμπεριφορά τους έχουν διαμορφωθεί από αυτό, την δική τους ιστορική διαμόρφωση: δεν είναι απλά παθητικά αντικείμενα, καταναλωτές εμπορευμάτων.
28 Στμ. Jim Crow, θεατρικός χαρακτήρας που δημιουργήθηκε από τον Thomas Rice στις αρχές του 19ου αιώνα και αποτέλεσε εθνοτική αποτύπωση, σύμφωνα με τις τότε ιδέες των λευκών, των Αφροαμερικανών και της κουλτούρας τους. Το όνομα προέρχεται από την ομώνυμη λαϊκή φιγούραενός κατεργάρη που ήταν δημοφιλής μεταξύ των μαύρων σκλάβων. Το όνομα τελικά έγινε δηλωτικό μιας γενικευμένης αρνητικής και στερεοτυπικής εικόνας των μαύρων. Οι κανόνες, νόμοι και συνήθειες που επέβαλαν τον φυλετικό διαχωρισμό, που άρχισαν να εμφανίζονται στις ΗΠΑ μετά το τέλος της περιόδου της Ανοικοδόμησης στο τέλος της δεκαετίας του 1870, όπως και ολόκληρη η περίοδος διατήρησής τους (μέχρι τα τέλη της δεκεατίας του 1960), πήρε επίσης το όνομα αυτό.
29 Στμ. Οι Redeemers, “Λυτρωτές”, ήταν πολιτικός σχηματισμός στις πολιτείες του Νότου των ΗΠΑ στη διάρκεια της περιόδου της Ανοικοδόμησης που ακολούθησε τον αμερικάνικο Εμφύλιο. Αποτελούσαν την πτέρυγα στον Νότο των Βουρβώνων Δημοκρατών, της συντηρητικής, φιλοεπιχειρηματικής πτέρυγας του Δημοκρατικού κόμματος. Επιδίωκαν να ανακτήσουν την πολιτική εξουσία και να επιβάλλουν την λευκή ανωτερότητα, εκδιώκοντας τους ριζοσπάστες Δημοκράτες, καθοδηγούμενοι, γενικά, από πλούσιους πρώην ιδιοκτήτες φυτειών, επιχειρηματίες και επαγγελματίες, κυριαρχώντας πολιτικά στις περισσότερες περιοχές του Νότου από το 1870 μέχρι τη δεκεατία του 1910.
30 Στμ. Antebellum America, δηλαδή Προπολεμική Αμερική: θεωρείται γενικά η περίοδος από την υιοθέτηση του Συντάγματος το 1789 μέχρι τον αμερικανικό Εμφύλιο που χαρακτηρίζεται από την βαθμιαία πόλωση ανάμεσα στους υποστηρικτές της δουλείας και τους υποστηρικτές της κατάργησής της. Την ίδια περίοδο η οικονομία της χώρας αρχίζει να μετατοπιζεται στον Βορρά προς τη βιομηχανία, με την έναρξη της Βιομηχανικής Επανάστασης, ενώ στον Νότο επικεντρώνεται στις βαμβακοφυτείες. Επίσης η προσάρτηση νέων εδαφών και η επέκταση προς τη Δύση είδε την ενίσχυση του αμερικανικού ατομικισμού και του Manifest Destiny, της ιδέας ότι οι Αμερικανοί και οι θεσμοί των ΗΠΑ είναι ηθικά ανώτεροι και ότι οι Αμερικανοί είναι ηθικά υποχρεωμένοι να τους διαδώσουν.
31 Long, ό.π, “The Ochelli Effect”, ό.π. (συζήτηση με τον Michael Swanson, ιστορικό και αναλυτή αγορών, στη διάρκεια του πρώτου μισού του προγράμματος). Σύμφωνα με τον Long, το 2012 αυτό το 42% αναλυόταν σε 21% ισπανόφωνους (“Hispanics”), 14% μαύρους, 6% Ασιάτες και από τα νησιά του Ειρηνικού και 1% “άλλους”.
32 Αυτό είναι ένα δύσκολο έδαφος. Ως κανόνας, δεν θα έπρεπε να συζητιέται ποσοτικά. Για να το θέσουμε διαφορετικά, οι αριθμοί είναι απλά ένα σημείο αφετηρίας, οπότε αυτοί είναι οι αριθμοί που υποστηρίζουν την εκτίμησή μας στο κείμενο. Όπως υποδείξαμε, η γενιά των λεγόμενων millennial αποτελεί την μεγαλύτερη δημογραφική ομάδα στις ΗΠΑ. Όσοι γεννήθηκαν μετά το τέλος του μεγάλου ιμπεριαλιστικού παγκοσμίου πολέμου μέχρι την αυγή του τελευταίου διεθνούς κύκλου ταξικών αγώνων (1946–1964) αριθμούσαν 74,9 εκατομμύρια το 2015· όσοι γεννήθηκαν τη στιγμή που οι φορείς του νεοφιλελευθερισμού απέκτησαν για πρώτη φορά κρατική εξουσία μέχρι τη στιγμή που η μακρά περίοδος των παγκόσμιων εργατικών ηττών, που διολίσθησαν σε αδράνεια, έφτασε σ’ ένα τέλος (1980–2004) αριθμούν 75,4 εκατομμύρια το ίδιο έτος (2015) [η περίοδος έκλεισε με μια έκρηξη απεργιακής δραστηριότητας κατά μήκος του “Ασιατικού βιομηχανικού τόξου” η οποία τελείωσε την άνοιξη του 2005 με τεράστια απεργιακά κινήματα στην Ινδία, το Βιετνάμ και την επόμενη χρονιά, στο Μπαγκλαντές]. Σε αντιδιαστολή, η δημογραφική ομάδα με χρονολογία γέννησης μεταξύ αυτών των δύο περιόδων αριθμεί 59 εκατομμύρια (Gordon Long, ό.π.). Εμπειρικά, ο Long συμφωνεί επίσης με τον ιδεολογικό χαρακτηρισμό των millennial ως “σοσιαλιστών” από τον Bannon. Το σημαντικότερο, ο Long (ό.π.) υποδεικνύει επίσης ότι αυτή η δημογραφική ομάδα, που σήμερα αποτελεί το 36% του εργατικού δυναμικού (αμοιβόμενων και μισθωτών), το 2026 θα αποτελέσει το 75% όσων εργάζονται. Τέλος, σχετικά με τους αριθμούς, βασιζόμενος σε μια έρευνα που διεξάχθηκε τον Ιανουάριο του 2018, ο Anthony DiMaggio (“Fascist Nation: The ‘Alt-Right’ Menace Persists, Despite Setbacks”), δηλώνει ότι είναι η “ομάδα όσων έχουν ηλικίες μεταξύ 30–45 [που ομολογουμένως περιλαμβάνει και τους millennial στο κάτω όριο του ηλικιακού φάσματος], και όχι η ομάδα με ηλικίες 18–29”, που ταυτοποιούμε ως γενεαλογικά προσδιορισμένη δημογραφική ομάδα στο ενδιάμεσο, “που είναι δυσανάλογα πιο πιθανό να υποστηρίξουν το κίνημα της εναλλακτικής ακροδεξιάς (alt-right)”.
33 Όπως και σε πολλά άλλα μέρη στον κόσμο, δεν υπάρχουν ρυάκια, ποτάμια, μικρές ή μεγάλες λίμνες στις ΗΠΑ που να περιέχουν νερό που να είναι πόσιμο χωρίς διεξοδική επεξεργασία. Οι ρύποι περιλαμβάνουν παρασιτοκτόνα, ζιζανιοκτόνα και εντομοκτόντα απορροής· υγροποιημένο αέριο και πετρέλαιο που έχει διαρρεύσει από πλοία καθώς και διαρροές από βάρκες και άλλα μηχανοκίνητα θαλάσια σκάφη· τοξικά χημικά που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία αλλά και σε άλλες χρήσεις· διαφυγούσες ποσότητες αζώτου και φωσφόρου που χρησιμοποιούνται στη γεωργία και λιπάσματα κήπων· περισσεύματα αντιβιοτικών που φεύγουν από το αίμα των ανθρώπων και των κοπαδιών με τη μορφή ούρων και ξεπλένονται· και μη καταγεγραμμένες καθημερινές ποσότητες ραδιενεργών εκπομπών από τα πυρηνικά εργοστάσια και ραδιενεργά σωματίδια με μεγάλους χρόνους ημιζωής που απελευθερώνονται με υπέργειες δοκιμές όπλων. Μερικά χημικά συστατικά παρασιτοκτόνων, μερικά χημικά (πχ., MTBE), αντιβιοτικά και ραδιενεργά στοιχεία δεν φιλτράτονται από τα εργοστάσια επεξεργασίας/καθαρισμού.
34 Στμ. Στο πρωτότυπο: wet bulb temperatures, θερμόμετρο υγρού βοβλού, θερμόμετρο του οποίου ο βολβός (το κάτω σφαιρικό μέρος) είναι τυλιγμένο με ένα υγρό κομμάτι ύφασμα.
35 Η εσωτερική θερμότητα είναι ένα παράπλευρο προϊόν του ανθρώπινου μεταβολισμού, σχεδόν 100 watt για ένα ανθρώπινο σώμα σε ηρεμία σε οποιαδήποτε δεδομένη στιγμή. Για να διατηρεί μια εσωτερική ισορροπία ως προς τις διακυμάνσεις της εξωτερικής θερμοκρασίας, η βασική θερμοκρασία στους ανθρώπους έχει μια μέση τιμή 37 °C, συν ή πλην μερικά δέκατα του βαθμού. Έτσι ώστε η εσωτερική θερμότητα που παράγεται από τον μεταβολισμό, για να μην αναφέρουμε αυτήν που παράγεται από τη δραματική θέρμανση της ατμόσφαιρας, θα πρέπει να απαχθεί με θερμική επαγωγή και ψύξη μέσω της εξάτμισης (εφίδρωση). Όταν η θερμοκρασία φτάνει τους 35 °C και υγρασία 100% και περισσότερο, η εσωτερική θερμότητα δεν μπορεί να απαχθεί (δεν μπορεί κάποιος να ιδρώσει), γιατί με την εξωτερική θερμότητα να υπερβαίνει την εσωτερική αυτή η εσωτερική θερμότητα δεν μπορεί να πάει πουθενά. Χωρίς ψύχρανση εκπομπής (για παράδειγμα ψύχρανση του εξωτερικού αέρα με μια συσκευή όπως το κλιματιστικό) ή την καταφυγή σε συνθήκες ζωής σε υπόγεια σημεία ή σπήλαια, σε ακινησία κάτω από μια σκιά ένα, κατά τα άλλα, υγιές άτομο (δεν μιλάμε για τα πολύ νεαρά άτομα, τους μεγαλύτερους ή τους ασθενείς που είναι πολύ πιο ευάλλωτα) πεθαίνει από θερμική εξάντληση σε περίπου 6 ώρες.
36 Στμ. Στο πρωτότυπο: rogue.
37 Το προτεινόμενο δίκτυο, τμήματα του οποίου είναι ήδη υπό κατασκευή, συνίσταται από τρεις κύριες διαδρομές από την πόλη Kunming, στην Κίνα, στην Μπανγκόκ της Ταϋλάνδης: την ανατολική διαδρομή, μέσω του Βιετνάμ και της Καμπότζης, την κεντρική μέσω του Λάος και τη δυτική μέσω της Myanmar (Βιρμανία). Το νότιο μισό του δικτύου, από την Μπανγκόκ στην Σιγκαπούρη, είναι σε λειτουργία ήδη εδώ και αρκετό καιρό, αν και έχει προταθεί και μια γραμμή υψηλής ταχύτητας.
38 Στμ. Στο πρωτότυπο: renminbi, το νομισματικό σύστημα που εισήχθη στην Κίνα μετά το 1948 (και τη δημιουργία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας).
39 Υπό κατασκευή, αυτή τη στιγμή, ο NordStream2 είναι ένας υποθαλάσσιος αγωγός που διασχίζει τη Βαλτική θάλασσα συνδεόντας τα ρωσικά κοιτάσματα φυσικού αερίου με τη Γερμανία κοντά στο Ροστόκ. Η ολοκλήρωση και αυτού του έργου θα δει τη Γερμανία να μην πληρώνει το ρωσικό αέριο σε δολλάρια. Επιπλέον, θα υπάρχουν αυξανόμενες εσωτερικές πιέσεις στις βασικές ανταλλαγές ως αποτέλεσμα της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ των πολιτικών ηγετών της Ιαπωνίας και της ΕΕ στις 17 Ιουλίου του 2018, η οποία είναι επίσης σε γιεν και ευρώ, όχι δολλάρια.
40 Στμ. Νόμος Σμουτ-Χόλεϋ, γνωστός και ως Νόμος Σμουτ-Χόλεϋ περί Δασμών, ήταν ένα νομοσχέδιο που υποστηρίχθηκε από τον Γερουσιαστή Σμουτ (Reed Smoot) και τον βουλευτή Χόλεϋ (Willis C. Hawley), το οποίο ψηφίστηκε και έγινε νόμος στις 17 Ιουνίου 1930, και αύξανε τους δασμούς σε πάνω από 20.000 εισαγώμενα είδη στις Ηνωμένες Πολιτείες σε ύψος-ρεκόρ. Οι οικονομολόγοι εξακολουθούν να συμφωνούν ότι ο Νόμος Σμουτ-Χόλεϋ και οι επακόλουθοι πολέμοι δασμών ήταν άκρως αντιπαραγωγικοί και συνέβαλαν στο βάθος και το μήκος της παγκόσμιας ύφεσης. Ωστόσο η γενική άποψη είναι ότι, ενώ είχε αρνητικά αποτελέσματα, ο Νόμος Σμουτ-Χόλεϋ δεν ήταν μία από τις κύριες αιτίες της Μεγάλης Ύφεσης, διότι το εξωτερικό εμπόριο ήταν μόνο ένας μικρός τομέας της οικονομίας των ΗΠΑ.
41 Δύο σημαντικά έργα εδώ, το δεύτερο με ιδαίτερη σημασία για τη Γερμανία, είναι του Joseph M. Jones, Jr., Tariff Retaliation. Repercussions of the Hawley-Smoot Tariff, Philadelphia, 1934, και του Antonin Basch, The Danube Basin and the German Economic Sphere. London, 1944.
42 John A. Garraty, The Great Depression. San Diego, 1986: σελ. 15, 24; Charles Kindleberger, The World in Depression, 1929–1939. Berkeley, 1986: σελ. 123–124.
43 Basch, ό.π., 165–184.
44 Saburo Ienaga, The Pacific War, 1931–1945. New York, 1978 (Tokyo, 1968): σελ. 57–75, 130–131, 153–180· δείτε επίσης: Sterling and Peggy Seagrave, Gold Warriors: America’s Secret Recovery of Yamashito’s Gold. London, 2002.
45 Όπως αναφέρει μια ανταποκρίτρια, αυτό μπορεί να το δει κανείς σε μια σειρά εγκαταστάσεων των αδερφών Koch. Επισημαίνει, για παράδειγμα, το μεγάλο σύμπλεγμα στο Rosemount της Μινεσότα, που δυιλίζει πετρέλαιο για ολόκληρη την αγορά καυσίμων των Άνω Μεσοδυτικών πολιτειών. Αν και έχει επεκτείνει τη δραστηριότητά του για να μπορεί να επεξεργαστεί σχιστόλιθο (Βόρεια Ντακότα) και πίσσα (Αλμπέρτα), επεξεργασία που έχει κυρίως επιτευχθεί με τη χρήση νέων χημικών παραγόντων, το μεγαλύτερο τμήμα του δεν έχει ουσιαστικά εκσυγχρονιστεί εδώ και 22 χρόνια. Μπορούμε επίσης να το κατανοήσουμε ποσοτικά με μια κριτική εξέταση των πληροφοριών που δίνονται από την Υπηρεσία Στατιστικών της Εργασίας: από το 1995 μέχρι το 2003, χρόνια της κοινωνικής γενίκευσης της “επανάστασης” της Πληροφορικής, η αύξηση της παραγωγικότητας ήταν κατά μέσο όρο 3,2% τον χρόνο· ενώ στα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι και σήμερα (το 2017), η ετήσια αύξηση ήταν οριακά μεγαλύτερη από το 1,4%. Δείτε τους διάφορους εναλλακτικούς δείκτες στον ιστότοπο του John Williams, Shadow Statistics.
46 Ο νόμος Dodd–Frank Wall Street Reform and Consumer Protection Act (συνήθως αναφερόμενος ως νόμος Dodd–Frank) είναι ένας ομοσπονδιακός νόμος των Ηνωμένων Πολιτειών που τέθηκε σε ισχύ στις 21 Ιουλίου του 2010. Ο νόμος αναθεώρησε τις ρυθμίσεις για το χρηματοπιστωτικό σύστημα στον απόηχο της οικονομικής κρίσης του 2007-2008 και επέφερε αλλαγές που επηρέασαν όλες τις ομοσπονδιακές χρηματοοικονομικές ρυθμιστικές αρχές και σχεδόν κάθε τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών της χώρας.
47 Στμ. Εξαιρετικά σημαντική παρατήρηση. Οι εμπορικοί πόλεμοι ως αποτέλεσμα στην πραγματικότητα της βαθαίνουσας κρίσης του κεφαλαίου όπως αυτή διαμορφώνεται από την εντεινόμενη αποβιομηχάνιση.
48 Στμ. Η ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ.
49 Με τα μέλη του σταθερά εδραιωμένα στο Υπουργείο Εξωτερικών επί δεκαετίες, το ηγετικό σώμα της παλιάς, διεθνιστικής πτέρυγας της αμερικανικής άρχουσας τάξης, το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων φοβάται και είναι πεπεισμένο ότι αυτό είναι ακριβώς στο οποίο στοχεύει ο Τραμπ. Δείτε το εκ των ένδον άρθρο του Adam Posen “Post-American World Economy; Globalization in the Trump Era”, Foreign Affairs, Μάρτιος-Απρίλιος 2018.
50 “Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ανέβηκε στο αξίωμα απαιτώντας μια επαναδιαπραγμάτευση” της NAFTA, “αλλά αντί διαπραγματεύσεων, εξαπολύει απειλές. Ο Καναδάς υποτίθεται ότι θα πρέπει “να λυγίσει σε μια σειρά σκληροπυρηνικών απαιτήσεων των ΗΠΑ” ή να χτυπηθεί με μια αύξηση 25% στους δασμούς των αυτοκινήτων “που θα έριχναν μεγάλο μέρος της χώρας σε ύφεση…”. Οι διαπραγματεύεις είναι φανερά σε κλίμα κακής πίστης. Σε ένα ανεπίσημο σχόλιο σε ρεπόρτερ, που διέρρευσε την προηγούμενη βδομάδα, ο Τραμπ παραδέχτηκε ότι δεν είχε την πρόθεση να συμβιβαστεί σε οτιδήποτε με την Οττάβα αλλά δεν μπορούσε να πει όχι [στις διαπραγματεύσεις] επειδή, σύμφωνα με τα λόγια του “θα είναι τόσο προσβλητικό να μην μπορούν να κλείσουν μια συμφωνία”. Περίληψη (με εσωτερικές αναφορές) του Barrie McKenna, σε άρθρο στο Globe and Mail του Τορόντο, που παρατίθεται στο The Week, 14 Σεπτεμβρίου 2018: 15.
51 “Ξέρετε, τους στέλνουμε φυσικό αέριο και σπόρους σόγιας και βοδινό κρέας…Δεν στέλνουμε σχεδόν καμμιά υψηλής τεχνολογίας κατασκευαστική μέθοδο με κάποια προστιθέμενη αξία. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί” (από μια συνέντευξη στο BBC News που έχει αναπαραχθεί στο YouTube). Με άλλα λόγια έχει αντιστραφεί ο ιστορικός ρόλος της μητρόπολης προς την περιφέρεια. Η συνέντευξη είναι πρόσφατη, πιθανόν βιντεοσκοπημένη τον Μάιο του τρέχοντος έτους. Προσβάσιμη διαδικτυακά μέσω μιας αναζήτησης με τη φράση “Steve Bannon interviews”.
52 Αυτή η μάχη δεν δίνεται μόνο στο πεδίο του πολέμου δασμών αλλά συνδέεται και με την πάλη για παγκόσμια ηγεμονία στις γεωπολιτικές συγκρούσεις σχετικά με τον ρόλο στρατιωτικά, περιφερειακά και δημογραφικά σημαντικών τρίτων χωρών όπως για παράδειγμα το Πακιστάν. Σχετικά με το Πακιστάν, ένα ζήτημα είναι σε ποιον βαθμό οι στρατιωτικές υπηρεσίες και οι υπηρεσίες πληροφοριών αυτής της νοτιοδυτικής ασιατικής χώρας χρηματοδοτούνται από τις ΗΠΑ, ιδιαίτερα όσον αφορά τον αντιφατικό ρόλο τους σε σχέση με τις αμερικανικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν. Ξεκινώντας με την κυβέρνηση Ομπάμα, η στρατιωτική χρηματοδότηση έχει κοπεί. Υπό τον Τραμπ, η χρηματοδότηση έχει επανέλθει δραματικά αυξημένη. Το θέμα εδώ δεν είναι απλά, ούτε κυρίως, η συγκαλυμμένη υποστήριξη του Πακιστάν στους Ταλιμπάν αλλά η κινέζικη “εισβολή” στη Δυτική Ασία με τη μορφή του Κινεζο-πακιστανικού οικονομικού διαδρόμου, μιας μεγάλης συνιστώσας της πρωτοβουλίας Belt and Road του Κινέζου προέδρου Ζι. Δείτε το διεισδυτικό άρθρο: “The us-China Cold War is Now Playing Out in Pakistan”, 3 Σεπτεμβρίου 2018.
53 Εδώ, ο φασισμός συλλαμβάνεται, με τον καλλίτερο τρόπο, στην ενεργητική του πτυχή, ως ένα κοινωνικό κίνημα, κίνημα που στοχεύει στην εξαφάνιση της συγκεντρωμένης δύναμης των εργατών, που εμφανίζεται ιστορικά στο πλαίσιο μιας εκδιπλωνόμενης, τεράστιας κοινωνικής κρίσης στο επίκεντρο της οποίας βρίσκεται ένα αδιέξοδο στην καπιταλιστική συσσώρευση (φαινομενικά, επιδείνωση της κερδοφορίας που προμηνεύει καταστροφή) και μια προγραμματική παράλυση στι επίπεδο του εθνικού κράτους. Η επίθεση αντικειμενικά συνίσταται σε μια προσπάθεια ξεμπλοκαρίσματος του αδιεξόδου και επίλυσης της κρίσης, καταστρέφοντας αυτή τη συγκέντρωση δύναμης των εργατών (είπαμε συγκεντρωμένη, όχι οργανωμένη ή συνδικαλισμένη, δύναμη), εξατομικεύοντας τους εργάτες, μειώνοντας σε τεράστιο βαθμό το επίπεδο ζωής που έχει επιτευχθεί ιστορικά και καταλαμβάνοντας τον πλήρη έλεγχο του κρατικού μηχανισμού για τον σκοπό μιας μαζικής εκστρατείας δολοφονίας της μαχητικής προλεταριακής μειοψηφίας, ενώ επιδώκεται μια πολιτική “εκκαθάρισης” πολιτικών, εθνοτικών ή/και εθνικών ομάδων ως αντικειμένων της φασιστικής μισαλλοδοξίας.