Αυτό είναι, οι απεργίες εκρήγνυνται στο φως της ημέρας! Σε πρώτο βαθμό φυσικά, αυτή των σιδηροδρομικών2. Αλλά πρέπει επίσης να συνυπολογίσουμε τους εργαζόμενους της Carrefour, της Air-France, των συλλεκτών σκουπιδιών, των ηλεκτρολόγων, των φοιτητών, των δημοσίων υπαλλήλων…όλοι ανοίγουν μια πρωτοφανή κοινωνική ακολουθία. Αλλά είναι δυνατή η “σύγκλιση των αγώνων”;
Υποτιμούμε τα πράγματα λέγοντας ότι η απεργία των σιδηροδρομικών ξεκίνησε σαν μια καταιγίδα και μοιάζει ιστορική. Ακόμα και αν οι τρόποι της απεργίας αυτής είναι αμφισβητήσιμοι (strike calendar or renewal?), ανήκουν τελικά στις απεργίες. Της έναρξης της απεργίας στους σιδηρόδρομους στις 3 Απρίλη είχε προηγηθεί μια άλλη όχι λογότερο ιστορική απεργία στις 31 Μαρτίου στα Carrefour, που επηρέασε τουλάχιστον 300 καταστήματα, συμπεριλαμβανομένων αρκετών που αποκλείστηκαν ολοκληρωτικά.
Στην Air France, ένα ευρύ διακλαδικό συνδικάτο ανανέωσε το κάλεσμά του σε απεργία με τέσσερις επιπλέον μέρες από αυτές της 10ης και 11ης Απριλίου. Στη βιομηχανία αποκομιδής σκουπιδιών και στην αποχέτευση, καθώς και μεταξύ των ηλεκτρολόγων, καλέστηκε επίσης απεργία. Όσον αφορά τα πανεπιστήμια, οι κινητοποιήσεις είναι σε ένα σημείο καμπής και η κατάσταση πρέπει να εξεταστεί σοβαρά. Απομένουν οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι, μετά τη δυνατή απεργία της 22ας Μαρτίου, περιμένουν για ένα καινούριο κάλεσμα από το διακλαδικό των δημοσίων λειτουργών…αν το τελευταίο δεν χάσει τόσο χρόνο για να αποφασίσει.
Έστω και αν οι κινητοποιήσεις δεν είναι παντού οι ίδιες, και τομείς δεν επηρεάζονται, όλα αρχίζουν να “δένουν”. Οι εκκλήσεις για τη “σύγκλιση των αγώνων” αρχίζουν να πολλαπλασιάζοναι. Οι αναφορές στον Νοέμβρη/Δεκέμβρη του 1995, στον Μάη του 1968 ακόμα και στην πεντηκοστή επέτειό του, ανθίζουν.
Η μέρα της διεπαγγελματικής απεργίας στις 19 Απρίλη, που αρχικά προκηρύχθηκε μόνο από την CGT, αλλά στηρίχθηκε στη συνέχεια από τις διατμηματικές οργανώσεις, συνδικάτα και τις συνομοσπονδίες της FSU και των Solidaires, αποκτά σίγουρα σ’ αυτό το σενάριο ένα συγκεκριμένο νόημα. Θα γίνουμε μάρτυρες της απογείωσης ενός ευρέος κινήματος, “όλων και όλων μαζί”;
Ο θυμός είναι εδώ και εκφράζεται ξανά από υπηρεσία σε υπηρεσία, από εργαστήριο σε εργαστήριο, αυτί είναι βέβαιο. Αλλά θα πρέπει να αμφισβητηθούν συγκεκριμένα μοντέλα. Έχει πραγματικά κάποια σχέση το να θέλουμε να ξαναζήσουμε εμπειρίες παλιών κινημάτων, χτισμένων πάνω σε άλλες πραγματικότητες από αυτές που ζούμε;
Από το 2003, κάθε “μεγάλο” κοινωνικό κίνημα επιδιώκει να “ξαναπαίξει” το 1995. Και από το 2003, εκτός του κινήματος του 2006 ενάντια στον νόμο CPE (κίνημα που οφείλει, για τα υπόλοιπα, πολλά στη νεολαία), αυτά τα μεγάλα κινήματα δεν οδήγησαν πραγματικά σε νίκες.
Για να αναπτυχθεί πλήρως η κοινωνική ακολουθία που ζούμε αυτή τη στιγμή, ίσως πρέπει να επιστρέψουμε σ’ αυτήν με διαύγεια, χωρίς, ταυτόχρονα, να μειώνουμε τις ελπίδες μας.
Μερικοί από αυτούς που συνδέονται με το κοινωνικό κίνημα έχουν αναπτύξει πρόσφατα μια κριτική ή είναι σκεπτικιστές σε σχέση με την ιδέα της “σύγκλισης των αγώνων”. Για παράδειγμα, ένα πρόσφατο τεύχος του Politis, ο κοινωνιολόγος και φιλόσοφος Geoffroy de Lagasnerie βλέπει μια “φιλοδοξία [η οποία] χάνει ενέργεια στα κινήματα ενθαρρύνοντάς τα να προσπαθήσουν να μετασχηματίσουν τον εαυτό τους για να φτάσουν το αδύνατο…” αντί να είναι απλά αυτό που είναι. Σε μια συνεισφορά του στον ιστότοπο AOC, ο Stéphane Sirot, ιστορικός του συνδικαλισμού, πιστεύει ότι όσον αφορά τον συνδικαλισμό, κάτι τέτοιο είναι απίθανο, ιδιαίτερα εξαιτίας του γεγονότος ότι ο συνδικαλισμός είναι εξαιρετικά φυλακισμένος μέσα στη θεσμοποίησή του.
Κάθε αγώνας έχει αξία καθαυτόν
Αυτές οι σκέψεις δεν γίνονται χωρίς να λαμβάνουν υπόψιν τους προβληματισμούς πολλών συνδικαλιστών. Λένε κάτι για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε συγκεκριμένα στην οικοδόμηση της συλλογικής δράσης. Ο κίνδυνος να βάλουμε σε μια προοπτική την “σύγκλιση” με ένα κάπως “ξορκιστικό”3 τρόπο είναι πραγματικός. Για δυο λόγους, κυρίως.
Ο πρώτος είναι ότι είναι, ξεκάθαρα, πολλά που πρέπει να γίνουν για να εξασφαλιστεί μια μαχητικότητα στον δρόμο. Οι ελευθεριακοί συνδικαλιστές το εξέφρασαν αυτό πρόσφατα αρκετά ωμά σε σχέση με τα κινήματα του 2016 και 2017: “είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι εργαζόμενοι οι οποίοι δεν απεργούν όταν οι υποχρεωτικές ετήσιες διαπραγματεύσεις (NAO: Négociations annuelles obligatoires), καταλήγουν σε πλήρη αποτυχία, θα κατέβουν σε απεργία για να αρνηθούν τη μείωση στον αριθμό των γυναικών που εκλέγονται και την αντιστροφή στην ιεραρχία4”. Αυτό εγείρει το ζήτημα της τροχοπέδης που μπορεί να αντιπροσωπεύει ο πολύ πιεστικός χαρακτήρας ενός αιτήματος που θέλει να είναι “ενοποιητικό” και/ή αρκετά ξεκομμένο από το επίπεδο του μαχητικού πνεύματος.
Ο δεύτερος είναι η δυσκολία που μπορεί να υπάρχει στο να βρούμε…αυτό που θα μπορούσε να ενοποιήσει τους αγώνες! Είναι, επί παραδείγματι, γύρω από την απεργία των σιδηροδρομικών, τις κινητοποιήσεις στην Ehpad, μεταξύ των δημοσίων υπαλλήλων, είναι σε μια έκκληση για ένα γενικό κίνημα κάτω από το ενοποιητικό αίτημα της “υπεράσπισης του δημόσιου τομέα”; Αλλά, τότε, πώς θα συνδέσουμε/συσχετίσουμε τις απαιτήσεις των απεργών στα Carrefour;
Αναπόφευκτα, αυτό θέτει άμεσες στρατηγικές προκλήσεις στις συνδικαλιστικές ομάδες, ιδιαίτερα τοπικές διεπαγγελματικές ομάδες. Δεν θα έπρεπε τελικά να υποκινήσουμε στο άναμα όλων των ξύλων “την ίδια στιγμή”; Που σημαίνει, να στηριχτούμε στους αγώνες εκεί που υπάρχουν για να ενισχύσουμε άλλους, εκμεταλλευόμενοι το πλεονέκτημα ενός “φαινομένου αναρρόφησης”, με την αθλητική έννοια του όρου.
Συντονιζόμενοι με τις απεργίες, δεχόμενοι όλη την ποικιλομορφία τους και σεβόμενοι τον ρυθμό τους, για να σπρώξουμε τα πράγματα όσο πιο μπροστά γίνεται.
Διαλέξτε την αντιπαράθεση
Παρ’ όλα αυτά, δεν μπαίνει ζήτημα να εξαλείψουμε οποιαδήποτε αναφορά στη “σύγκλιση των αγώνων”. Για πολλές συνδικαλιστικές ομάδες, ακόμα και για αρκετούς εργαζόμενους, αυτά τα λόγια μας καλούν να κοιτάξουμε για μια ενότητα. Επιπλέον, μέσα από αυτό, τίθεται και το ζήτημα της γενίκευσης των απεργιών. Συνεπώς, δεν πρόκειται για ένα ζήτημα αδειάσματος αυτής της σύγκλισης των αγώνων, αλλά μάλλον ανάκτησής της από το “πεδίο” της και όχι την “ιδέα” της.
Για παράδειγμα, πιθανόν να μην είναι πραγματικά χρήσιμο να επιδιώξουμε, με κάθε κόστος και ακριβώς τώρα, να αναβάλλουμε την ημέρα, την έναρξη της γενικής απεργίας (αν αυτό είναι δυνατόν). Περισσότερο από το αν αντιταχθούμε σ’ αυτήν, είναι αναμφίβολα πολύ πιο αναγκαίο να αναπτύξουμε τις τροπικότητες της απεργιακής δράσης.
Συνεπώς, το να υπάρχουν μεγάλες περιοχ που η απεργία να ξεπερνά το στενό πλαίσιο των ημερών δράσης είναι ένα πολύ καλό πράγμα. Γιατί, ναι, η αυτοοργανωμένη απεργία, ανανεωνόμενη μέσα από γενικές συνελεύσεις, είναι η καλλίτερη εγγύηση για μας: από την μια πλευρά για να εξασφαλίζουμε την πιο στενή αγκύρωσή της στους εργαζόμενους, και από την άλλη για να ανεβάζουμε την ισορροπία δύναμης εκεί που πρέπει.
Όμως, αλλού, μια [γενική] μέρα δράσης μπορεί να φέρει μαζί και να δώσει έναν τόνο αντίστασης σε εταιρείες και υπηρεσίες που δεν έχουν περάσει το κατώφλι των αρκετών συνεχόμενων ημερών απεργίας. Το ουσιαστικό είναι το κοινωνικό κλίμα που εμπεδώνεται με αυτή την επιστροφή των απεργιών. Και το τι επιτρέπει.
Καταρχάς, οι σιδηροδρομικοί μπορούν να νικήσουν και όλοι χρειαζόμαστε νίκες που θα αποκαταστήσουν παντού την αυτοπεποίθηση. Οι σιδηροδρομικοί ανέβασαν από την αρχή την απεργία τους σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο. Η αλληλεγγύη είναι ισχυρή. Το πλήθος εκδηλώσεων υποστήριξης που συγκροτήθηκαν για τους απεργούς (ιδιαίτερα αυτή που ξεκίνησε από μια κολλεκτίβα διανοουμένων) είναι μια πραγματικά επιτυχία. Μερικές πρωτοβουλίες κινούνται τοπικά, καθοδηγούμενες απευθείας από τα συνδικάτα των σιδηροδρομικών, τα οποία μπορούν να τις κάνουν εργαλεία για ανταλλαγές στους χώρους δουλειάς ή στις αγορές (σχετικά με αυτό το ζήτημα: “Απεργιακές Τράπεζες: για ποιο σκοπό;”).
Αυτό που επίσης κάνει εφικτή τη στιγμή που ζούμε είναι να αναλάβουμε την αντιπαράθεση, να βάλουμε τέλος στον “κοινωνικό διάλογο”. Όπως ακριβώς δεν μπορεί να υπάρξει “ισότητα” ανάμεσα σε έναν εργαζόμενο και τον εργοδότη του, έτσι είναι επίσης απατηλό να πιστεύει κανείς σε έναν διάλογο μεταξύ ισότιμων. Δεν υπάρχει στην πραγματικότητα κάτι περισσότερο από τον Laurent Berger της CFDT, του οποίου η στρατηγική ουσιαστικά χάνει σε μεγάλο βαθμό αλλού, είναι να επιδιώξουμε να “αποφύγουμε την έκρηξη”.
Αντίστροφα, είναι η ισορροπία δύναμης που είναι υπό δημόσια κρίση [c’est le rapport de force qui est plébiscité]. Και είναι στο έδαφος αυτού του μπλοκαρίσματος της οικονομίας και της οικονομικής δραστηριότητας που εκφράζεται. Αυτό που λένε οι απεργίες είναι ότι δεν υπάρχει τίποτα να περιμένουμε, και τα πάντα για να τα διαρρήξουμε. Όλες οι επικοινωνιακές στρατηγικές, της κυβέρνησης και των αφεντικών, όλοι οι σχολιαστές της Αγοράς δεν θα είναι αρκετά για να κρύψουν αυτό που είναι σήμερα σε πλήρες φως: ότι η ταξική πάλη υπάρχει και, ναι, είναι μια πάλη.
Αυτό το σημείωμα εστιάζει στις κινητοποιήσεις των συνδικάτων. Είναι αυτονόητο ότι παράλληλα, η τρέχουσα εκκένωση της ZAD στην Notre-Dame-Des-Landes δεν θα είναι χωρίς αντίκτυπο στο κοινωνικό κλίμα.
1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://blogs.mediapart.fr/theo-roumier/blog/080418/toutes-nos-luttes-en-meme-temps.
2 Στμ. https://www.revolutionpermanente.fr/Cheminot-e-s.
3 Στμ. Στο πρωτότυπο: incantatoire.
4 Στμ. Στο πρωτότυπο: l’inversion de la hiérarchie des normes.