Οι Αναρχικοί έχουν ξεχάσει τις αρχές τους

Ερρίκο Μαλατέστα

Τέσσερα κείμενα από το διάστημα 1914–19221

Οι Αναρχικοί έχουν ξεχάσει τις αρχές τους

Με τον κίνδυνο να περαστώ για απλοϊκός, ομολογώ ότι δεν θα μπορούσα ποτέ να πιστέψω ότι Σοσιαλιστές – ούτε καν Σοσιαλδημοκράτες – θα χειροκροτούσαν και θα έπαιρναν μέρος εθελοντικά, είτε στο πλευρό των Γερμανών είτε των Συμμάχων, σ’ έναν πόλεμο που αυτή τη στιγμή ισοπεδώνει την Ευρώπη. Αλλά τι μπορούμε να πούμε όταν το ίδιο γίνεται από Αναρχικούς – όχι πολλούς, είναι αλήθεια, μεταξύ των οποίων, όμως, είναι σύντροφοι που τους αγαπάμε και σεβόμαστε περισσότερο απ’ όλους;

Λέγεται ότι η παρούσα κατάσταση δείχνει την χρεοκοπία των “συνταγών” μας – με άλλα λόγια των αρχών μας – και ότι είναι απαραίτητο να τις αναθεωρήσουμε.

Γενικά μιλώντας, κάθε “συνταγή” πρέπει να αναθεωρείται οποτεδήποτε φαίνεται να είναι ανεπαρκής απέναντι στα γεγονότα· δεν είναι, όμως, αυτή η περίπτωση σήμερα, όταν η χρεοκοπία δεν προέρχεται από τις ελλείψεις των αρχών μας αλλά από το γεγονός ότι αυτές έχουν ξεχαστεί και προδοθεί.

Ας επιστρέψουμε στις αρχές μας.

Δεν είμαι “πασιφιστής”. Παλεύω, όπως όλοι μας, για τον θρίαμβο της ειρήνης και της αδελφοσύνης ανάμεσα σε όλα τα ανθρώπινα όντα· αλλά ξέρω ότι η επιθυμία να μην πολεμήσει κανείς μπορεί να ικανοποιηθεί μόνο όταν καμμιά πλευρά δεν το θέλει αυτό και ότι, όσο θα βρίσκονται άνθρωποι που θέλουν να παραβιάζουν τις ελευθερίες των άλλων, είναι υποχρέωση αυτών των “άλλων” να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους, αν δεν θέλουν να ηττώνται αιωνίως· και ξέρω επίσης ότι, συχνά, το να επιτίθεται κανείς είναι το καλλίτερο, αν όχι το μοναδικό, αποτελεσματικό μέσο για να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Επιπλέον, πιστεύω ότι οι καταπιεζόμενοι είναι πάντα σε μια κατάσταση νόμιμης αυτοάμυνας και έχουν πάντα το δικαίωμα να επιτίθενται στους καταπιεστές τους. Παραδέχομαι, λοιπόν, ότι υπάρχουν πόλεμοι που είναι αναγκαίοι, ιεροί πόλεμοι: και αυτοί είναι οι πόλεμοι της απελευθέρωσης, όπως είναι, γενικά, οι “εμφύλιοι πόλεμοι” – δηλαδή οι επαναστάσεις.

Αλλά τι κοινό με την ανθρώπινη χειραφέτηση έχει ο σημερινός πόλεμος, ποιος είναι ο σκοπός μας;

Σήμερα ακούμε Σοσιαλιστές να μιλάνε ακριβώς όπως κάθε αστός, για “Γαλλία” ή “Γερμανία” και άλλες πολιτικές και εθνικές συμπύξεις – αποτελέσματα ιστορικών αγώνων – ως ομοιογενών εθνογραφικών ενοτήτων, η κάθε μια με τα δικά της συμφέροντα, επιδιώξεις και αποστολές που είναι σε αντίθεση με τα συμφέροντα, τις επιδιώξεις και την αποστολή των αντίπαλων ενοτήτων. Αυτό μπορεί να είναι σχετικά αληθές, στον βαθμό που οι καταπιεσμένοι και, κυρίως, οι εργάτες δεν έχουν αυτοσυνειδησία, αποτυγχάνουν να αναγνωρίσουν τις αδικίες των καταπιεστών τους. Έτσι, είναι μόνο η κυρίαρχη τάξη που έχει σημασία· και αυτή η τάξη, εξαιτίας της επιθυμίας της να διατηρήσει και να μεγαλώσει την εξουσία της, ακόμα και τις προκαταλήψεις και τις ιδέες της, μπορεί να το βρίσκει βολικό να εξαίρει ρατσιστικές φιλοδοξίες και μίση, και να στείλει το έθνος της, τον λαό της, εναντίον “ξένων” χωρών, με την προοπτική να τις “απελευθερώσει” από τους τωρινούς καταπιεστές τους και να τις υπαγάγει στην δική της πολιτική και οικονομική κυριαρχία.

Αλλά η αποστολή όσων, σαν εμάς, επιθυμούν το τέλος κάθε καταπίεσης και κάθε εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, είναι να αφυπνίσουν τη συνείδηση του ανταγωνισμού των συμφερόντων ανάμεσα στους καταπιεζόμενους και τους καταπιεστές, ανάμεσα στους εκμεταλλευτές και τους εργάτες και να αναπτύξουν την ταξική πάλη μέσα σε κάθε χώρα καθώς και την αλληλεγγύη μεταξύ των εργατών ξεπερνώντας όλα τα σύνορα, ενάντια σε κάθε προκατάληψη και εμπάθεια είτε φυλής είτε εθνικότητας.

Και αυτό έχουμε κάνει πάντα. Κηρύσσουμε πάντα ότι οι εργάτες όλων των χωρών είναι αδέλφια, και ότι ο εχθρόςο ξένος” – είναι ο εκμεταλλευτής, είτε έχει γεννηθεί κοντά μας είτε σε μια μακρινή χώρα, είτε μιλά την ίδια γλώσα με μας είτε μιαν άλλη. Έχουμε πάντα διαλέξει τους φίλους μας, συντρόφους στα όπλα, όπως και τους εχθρούς μας, εξαιτίας των ιδεών που έχουν και της θέσης που καταλαμβάνουν στην κοινωνική πάλη και ποτέ για λόγους φυλής ή εθνικότητας. Έχουμε πάντα πολεμήσει ενάντια στον πατριωτισμό, που είναι ένα κατάλοιπο του παρελθόντος, και εξυπηρετεί μια χαρά τα συμφέροντα των καταπιεστών· και είμαστε περήφανοι που είμαστε διεθνιστές, όχι μόνο στα λόγια, αλλά με τα βαθά συναισθήματα στις ψυχές μας.

Και τώρα που οι πιο αποτρόπαιες συνέπειες της καπιταλιστικής και κρατικής κυριαρχίας θα έπρεπε να υποδεικνύουν, ακόμα και στους τυφλούς, ότι είχαμε δίκιο, οι περισσότεροι Σοσιαλιστές και αρκετοί Αναρχικοί στις εμπόλεμες χώρες συνεταιρίζονται με τις Κυβερνήσεις και την αστική τάξη των χωρών τους, ξεχνώντας τον Σοσιαλισμό, την ταξική πάλη, την παγκόσμια αδελφοσύνη και τα υπόλοιπα.

Τι κατάπτωση!

Ενδέχεται τα τωρινά γεγονότα να έχουν δείξει ότι τα εθνικά συναισθήματα είναι πιο ζωντανά, ενώ αυτά της παγκόσμιας αδελφοσύνης να είναι λιγότερο ριζωμένα, απ’ όσο σκεφτόμαστε· αλλά αυτός θα έπρεπε να είναι ένας λόγος παραπάνω να εντατικοποιήσουμε, όχι να εγκαταλείψουμε, την αντιπατριωτική μας προπαγάνδα. Αυτά τα γεγονότα δείχνουν επίσης ότι στη Γαλλία, για παράδειγμα, το θρησκευτικό συναίσθημα είναι δυνατότερο, και οι ιερείς έχουν μεγαλύτερη επιρροή απ’ όσο φανταζόμασταν. Είναι αυτός ένας λόγος για να προσηλυτιστούμε στον Ρωμαιοκαθολικισμό;

Καταλαβαίνω ότι ίσως προκύπτουν περιστάσεις εξαιτίας των οποίων είναι απαραίτητη η βοήθεια όλων μας για το γενικό ευ ζην: όπως μια επιδημία, ένας σεισμός, μια εισβολή βαρβάρων που σκοτώνουν και καταστρέφουν οτιδήποτε πέσει στα χέρια τους. Σε μια τέτοια περίσταση η ταξική πάλη, οι διαφορές κοινωνικής θέσης ίσως ξεχνιούνται, και θα πρέπει να μπει ένας κοινός σκοπός απέναντι στον κοινό κίνδυνο· αλλά με την συνθήκη ότι αυτές οι διαφορές ξεχνιούνται και από τις δυο πλευρές. Αν κάποιος είναι στη φυλακή στη διάρκεια ενός σεισμού και υπάρχει κίνδυνος να καταπλακωθεί, είναι καθήκον μας να σώσουμε τους πάντες, ακόμα και τους δεσμοφύλακες – με τον όρο ότι οι δεσμοφύλακες θα ξεκινήσουν ανοίγοντας τις πόρτες των φυλακών. Αλλά αν οι δεσμοφύλακες πάρουν όλες τις προφυλάξεις για την ασφαλή συνοδεία των φυλακισμένων στη διάρκεια και μετά την καταστροφή, τότε είναι καθήκον των φυλακισμένων προς τον εαυτό τους, καθώς και προς τους συντρόφους τους, που είναι κρατούμενοι, να αφήσουν τους δεσμοφύλακες στα προβλήματά τους και να εκμεταλλευτούν την περίσταση για να σωθούν.

Αν, όταν ξένοι στρατιώτες εισβάλλουν στο ιερό έδαφος της Μητέρας Πατρίδας, η προνομιούχα τάξη επρόκειτο να απαρνηθεί τα προνόμιά της και ενεργούσε έτσι ώστε η “Μητέρα Πατρίδα” να γινόταν πραγματικά κοινή ιδιοκτησία όλων των κατοίκων της, τότε θα ήταν σωστό να πολεμήσουν όλοι ενάντια στους εισβολείς. Αν, όμως, οι βασιλιάδες θέλουν να παραμένουν βασιλιάδες, οι γαιοκτήμονες νοιάζονται για τη δική τους γη και τα δικά τους σπίτια και οι έμποροι θέλουν να φροντίζουν για τα δικά τους αγαθά, ακόμα και να τα πουλάνε ακριβότερα, τότε οι εργάτες, οι Σοσιαλιστές και οι Αναρχικοί θα έπρεπε να τους αφήσουν στα δικά τους σχέδια ενώ οι ίδιοι να αναζητήσουν μιαν ευκαιρία να απαλλαχθούν από τους καταπιεστές τους στην ίδια τους τη χώρα, καθώς και από αυτούς που έρχονται απ’ έξω.

Σε κάθε περίπτωση, είναι καθήκον των Σοσιαλιστών, και ιδιαίτερα των Αναρχικών, να κάνουν οτιδήποτε μπορεί να αποδυναμώσει το Κράτος και την τάξη των καπιταλιστών, έχοντας σαν μόνο οδηγό στην συμπεριφορά τους το συμφέρον του Σοσιαλισμού· ή, τουλάχιστον, αν είναι υλικά αδύναμοι να δράσουν αποτελεσματικά για τον σκοπό τους,να αρνηθούν οποιαδήποτε εθελοντική δουλειά θα βοηθούσε τον σκοπό του εχθρού, να σταθούν στην άκρη, για να σώσουν τουλάχιστον τις αρχές τους – που σημαίνει να σώσουν το μέλλον.

* * *

Όλα αυτά, που μόλις είπα, είναι θεωρία και, ίσως, είναι αποδεκτά θεωρητικά από τους περισσότερους που, στην πράξη, κάνουν τα ακριβώς αντίθετα. Πώς μπορούν, λοιπόν, να εφαρμοστούν στην παρούσα κατάσταση; Τι θα έπρεπε να κάνουμε, τι θα έπρεπε να επιθυμούμε για το καλό του σκοπού μας;

Λέγεται, στην από δω πλευρά του Ρήνου, ότι η νίκη των Συμμάχων θα ήταν το τέλος του μιλιταρισμού, ο θρίαμβος του πολιτισμού, της διεθνούς δικαιοσύνης κλπ. Το ίδιο λέγεται και από την άλλη πλευρά του μετώπου, για μια γερμανική νίκη.

Προσωπικά, και κρίνοντας στην πραγματική τους αξία τον “τρελό σκύλο” του Βερολίνου και τον “γέρο δήμιο” της Βιέννης, δεν έχω καμμιά μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στον αιμοδιψή Τσάρο ούτε στους Άγγλους διπλωμάτες που καταπιέζουν την Ινδία, που πρόδωσαν την Περσία, που συνέτριψαν τις Δημοκρατίες των Μπόερ· ούτε στην γαλλική μπουρζουαζία, που σφαγίασε τους ιθαγενείς στο Μαρόκο· ούτε σ’ αυτούς του Βελγίου, που επέτρεψαν τις φρικαλεότητες στο Κογκό και έχουν κερδοσκοπήσει απεριόριστα από κεί – αναφέροντας απλά, αυτή τη στιγμή, στην τύχη, μερικές μόνο από τις αδικίες τους, για να μην αναφέρω όσα όλες οι κυβερνήσεις και όλες οι αστικές τάξεις κάνουν ενάντια στους εργάτες και τους επαναστάτες στις χώρες τους.

Κατά την άποψή μου, η νίκη της Γερμανίας θα σήμαινε σίγουρα τον θρίαμβο του μιλιταρισμού και της αντίδρασης· αλλά ο θρίαμβος των Συμμάχων θα σήμαινε μια Ρωσο-αγγλική (δηλαδή κνουτο-καπιταλιστική) κυριαρχία στην Ευρώπη και στην Ασία, στρατολόγηση και ανάπτυξη του μιλιταριστικού πνεύματος στην Αγγλία και μια κληρικαλική και, ίσως, μοναρχιστική αντίδραση στη Γαλλία.

Επιπλέον, όπως νομίζω, το πιο πιθανό είναι ότι δεν θα υπάρξει οριστική νίκη από καμμία πλευρά. Μετά από έναν μακροχρόνιο πόλεμο, τεράστιες απώλειες σε ζωές και πλούτο, και με τις δυο πλευρές όντας εξαντλημένες, κάποιο είδος ειρήνης θα “μπαλωθεί”, αφήνοντας όλα τα ζητήματα ανοιχτά, προετοιμάζοντας έτσι το έδαφος για έναν καινούριο πόλεμο, ακόμα πιο δολοφονικό από τον τωρινό.

Η μόνη ελπίδα είναι η επανάσταση· και καθώς πιστεύω ότι θα είναι, εξαιτίας της τωρινής κατάστασης πραγμάτων, από μια καταβεβλημμένη Γερμανία που υπάρχουν οι μεγαλύτερες πιθανότητες να ξεσπάσει η επανάσταση, είναι γι’ αυτόν τον λόγο – και αυτόν μόνο – που επιθυμώ την ήττα της Γερμανίας.

Φυσικά, μπορεί να κάνω λάθος στην εκτίμηση της πραγματικής κατάστασης. Αλλά αυτό που φαίνεται να είναι στοιχειώδες και θεμελιώδες για όλους τους Σοσιαλιστές (Αναρχικούς ή άλλους) είναι ότι είναι απαραίτητο να κρατηθούμε μακριά από οποιοδήποτε είδος συμβιβασμού με τις κυβερνήσεις και τις άρχουσες τάξεις έτσι ώστε να έχουμε την δυνατότητα να επωφεληθούμε από οποιαδήποτε ευκαιρία μπορεί να παρουσιαστεί και, σε κάθε περίπτωση, να μπορούμε να ξεκινήσουμε ξανά, και να συνεχίσουμε, τις επαναστατικές μας προετοιμασίες και προπαγάνδα.

E. MALATESTA
FREEDOM, Νοέμβριος 1914

Φιλοκυβερνητικοί αναρχικοί

Μόλις εμφανίστηκε ένα μανιφέστο, υπογεγραμμένο από τον Κροπότκιν, τον Grave, τον Malato και καμμιά δεκαριά ακόμα παλιούς συντρόφους, στο οποίο, απηχώντας τους υποστηρικτές των κυβερνήσεων της Αντάντ, που απαιτούν αγώνα μέχρι τέλους και τη συντριβή της Γερμανίας, υιοθετούν την στάση τους εναντίον οποιασδήποτε ιδέας μιας “πρόωρης ειρήνης”.

Ο καπιταλιστικός Τύπος δημοσιεύει, με αναμενόμενη ευχαρίστηση, αποσπάσματα από το μανιφέστο, αναγγέλλοντάς το ως έργο των “ηγετών του Διεθνούς Αναρχικού Κινήματος”.

Οι αναρχικοί, που σχεδόν στο σύνολό τους έχουν παραμείνει πιστοί στις αντιλήψεις τους, οφείλουν στον εαυτό τους να διαμαρτυρηθούν ενάντια στην προσπάθεια αυτή να εμπλακεί ο Αναρχισμός στην συνέχιση μιας θηριώδους σφαγής που ποτέ δεν ενείχε την παραμικρή υπόσχεση οποιουδήποτε όφέλους για τους σκοπος της Δικαιοσύνης και της Ελευθερίας, και η οποία τώρα φαίνεται να είναι εντελώς στείρα και χωρίς αποτέλεσμα, ακόμα κι από τη σκοπιά των κυβερνώντων κι από τις δύο πλευρές.

Η καλοπιστία και οι αγαθές προθέσεις αυτών που υπέγραψαν το μανιφέστο είναι πέρα από κάθε αμφιβολία. Αλλά, όσο οδυνηρό κι αν είναι να διαφωνήσουμε με αυτούς τους παλιούς φίλους που έχουν προσφέρει τόσες υπηρεσίες σ’ αυτό, που στο παρελθόν ήταν ο κοινός μας σκοπός, δεν μπορούμε – έχοντας εκτίμηση στην ειλικρίνεια και στο συμφέρον του χειραφετητικού μας κινήματος – να μην αποστασιοποιηθούμε από συντρόφους που θεωρούν τους εαυτούς τους ικανούς να συμφιλιώσουν τις αναρχικές ιδέες με τη συνεργασία με τις Κυβερνήσεις και τις αστικές τάξεις συγκεκριμένων χωρών, στον αγώνα τους ενάντια στους καπιταλιστές και τις Κυβερνήσεις κάποιων άλλων.

Στη διάρκεια αυτού του πολέμου έχουμε δει Δημοκράτες να θέτουν τους εαυτούς τους στην υπηρεσία βασιλιάδων, Σοσιαλιστές να αποκτούν κοινούς σκοπούς με την άρχουσα τάξη, Εργατικούς να υπηρετούν τα συμφέροντα των καπιταλιστών· αλλά στην πραγματικότητα όλοι αυτοί είναι, σε διάφορους βαθμούς, Συντηρητικοί – άνθρωποι που πιστεύουν στην αποστολή του Κράτους, και η διστακτικότητά τους μπορεί να γίνει κατανοητή όταν η μόνη γιατρειά δεν είναι παρά η καταστροφή κάθε κυβερνητικής αλυσίδας και το ξέσπασμα της Σοσιαλιστικής Επανάστασης. Μια τέτοια διστακτικότητα είναι, όμως, ακατανόητη στην περίπτωση των Αναρχικών.

Πιστεύουμε ότι το Κράτος δεν είναι ικανό για το καλό. Στο πεδίο τόσο των διεθνών, όσο και των ατομικών σχέσεων, μπορεί να πολεμήσει την επιθετικότητα μόνο γινόμενο το ίδιο ο επιτιθέμενος· μπορεί να συγκρατήσει το έγκλημα μόνο οργανώνοντας και διαπράττοντας ακόμα μεγαλύτερα εγκλήματα.

Ακόμα και υποθέτοντας – κάτι που απέχει πάρα πολύ από την αλήθεια – ότι η Γερμανία ήταν η μόνη υπεύθυνη για τον τωρινό πόλεμο, αποδεικνύεται ότι, όσο είναι προσκολλημένη στις κυβερνητικές μεθόδους, η αντίσταση στη Γερμανία είναι εφικτή μόνο καταστέλλοντας κάθε ελευθερία και αναζωογονώντας την ισχύ όλων των αντιδραστικών δυνάμεων. Εκτός από τη λαϊκή Επανάσταση, δεν υπάρχει άλλος τρόπος αντίστασης στην απειλή ενός πειθαρχημένου στρατού από το να δοκιμάσει κανείς να έχει έναν ισχυρότερο και πιο πειθαρχημένο στρατό· σε τέτοιο βαθμό που οι πιο ειλικρινείς αντιμιλιταριστές, αν δεν είναι και αναρχικοί, εφόσον φοβούνται για την καταστροφή του Κράτους, οδηγούνται αναπόφευκτα να γίνουν φλογεροί μιλιταριστές.

Στην πραγματικότητα, στο όνομα της προβληματικής ελπίδας της συντριβής του Πρώσσικου μιλιταρισμού, έχουν αποκηρύξει κάθε πνεύμα και όλες τις παραδόσεις της Ελευθερίας· έχουν “πρωσσοποιήσει” την Αγγλία και τη Γαλλία· έχουν υποταχθεί στον Τσαρισμό· έχουν αποκαταστήσει το κύρος του παραπαίοντος θρόνου της Ιταλίας.

Μπορούν οι αναρχικοί να δεχτούν αυτή την κατάσταση πραγμάτων, έστω και για μια στιγμή, χωρίς να απαρνηθούν κάθε δικαίωμα να αποκαλούν τους εαυτούς τους Αναρχικούς; Για μένα, ακόμα και η ξένη κυριαρχία, που την υποφέρουμε με τη βία και οδηγεί στην εξέγερση, είναι προτιμότερη από την εσωτερική καταστολή που γίνεται μειλίχια, σχεδόν με ευγνωμοσύνη, αποδεκτή με την πεποίθηση ότι, με αυτόν τον τρόπο, θα φυλαχτούμε από ένα ακόμα μεγαλύτερο κακό.

Δεν χρειάζεται να πούμε ότι αυτό είναι ένα ερώτημα εξαιρετικών περιστάσεων και ότι, αφού θα έχουμε συνεισφέρει στη νίκη της Αντάντ σ’ “αυτόν τον πόλεμο”, θα επιστρέψουμε, ο καθένας στο δικό του στρατόπεδο, στον αγώνα του για τα δικά του ιδανικά.

Αν είναι σήμερα απαραίτητο να δουλέψουμε αρμονικά με την Κυβέρνηση, και τους καπιταλιστές, για να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας απέναντι στη “Γερμανική απειλή”, αυτό θα είναι αναγκαίο στη συνέχεια όπως και στη διάρκεια του πολέμου.

Όσο σπουδαία και να είναι η ήττα του γερμανικού στρατού – αν αληθεύει όντως ότι θα ηττηθεί – δεν θα είναι ποτέ δυνατόν να αποτραπούν οι Γερμανοί πατριώτες από το να σκέφτονται και να προετοιμάζονται για εκδίκηση· και οι πατριώτες των άλλων χωρών, εντελώς εύλογα από τη δική τους σκοπιά, θα θέλουν να διατηρηθούν σε ετοιμότητα ώστε να μην πιαστούν και πάλι απροετοίμαστοι. Αυτό σημαίνει ότι ο Πρώσσικος μιλιταρισμός θα γίνει ένας μόνιμος και συνηθισμένος θεσμός σε όλες τις χώρες.

Τι θα μπορεί να ειπωθεί τότε για τους αυτόκλητους Αναρχικούς που, σήμερα, επιθυμούν τη νίκη μιας από τις αντιμαχόμενες συμμαχίες; Θα συνεχίσουν να αποκαλούν τους εαυτούς τους αντιμιλιταριστές και να κηρύσσουν τον αφοπλισμό, την άρνηση εκπλήρωσης της στρατιωτικής θητείας και να υπονομεύουν την εθνική άμυνα μόνο και μόνο για να γίνουν, στην πρώτη απειλή πολέμου, οι εθελοντές λοχίες αυτών των ίδιων Κυβερνήσεων που έχουν προσπαθήσει να αφοπλίσουν και να παραλύσουν;

Θα ειπωθεί ότι αυτά τα πράγματα θα τελειώσουν όταν ο γερμανικός λαός ξεφορτωθεί τους τυρράνους του και σταματήσει να είναι μια απειλή για την Ευρώπη, συντρίβοντας τον μιλιταρισμό στην ίδια του τη χώρα, Αλλά, αν αυτή είναι η περίπτωση, οι Γερμανοί που σκέφτονται, δικαιολογημένα, ότι η αγγλική και η γαλλική κυριαρχία (για να μην μιλήσουμε για την Τσαρική Ρωσσία) θα ήταν τόσο ευχάριστη για τους Γερμανούς όσο και η γερμανική κυριαρχία για τους Γάλλους και τους Άγγλους, θα επιθυμήσουν να περιμένουν πρώτα τους Ρώσους και τους άλλους να καταστρέψουν τον δικό τους μιλιταρισμό ενώ, στο μεταξύ, θα συνεχίζουν να αυξάνουν τον στρατό της χώρας τους.

Και τότε, για πόσο θα αναβάλλεται η επανάσταση; Για πόσο η Αναρχία; Πρέπει πάντα να περιμένουμε τους άλλους να ξεκινήσουν;

Η γραμμή της συμπεριφοράς των αναρχικών σηματοδοτείται ξεκάθαρα από τις επιδιώξεις τους.

Ο πόλεμος θα έπρεπε να έχει αποτραπεί φέροντας την Επανάσταση, ή, τουλάχιστον, κάνοντας τις Κυβερνήσεις να φοβούνται την Επανάσταση. Ούτε η δύναμη ούτε η επιδεξιότητα που είναι αναγκαίες γι’ αυτό υπάρχουν.

Η ειρήνη πρέπει να επιβληθεί φέρνοντας την Επανάσταση ή, τουλάχιστον, απειλώντας για κάτι τέροιο. Προς το παρόν, η δύναμη και η επιδεξιότητα για κάτι τέτοιο είναι ζητούμενες.

Οπότε! Υπάρχει μια μόνο γιατρειά: να τα καταφέρουμε καλλίτερα στο μέλλον. Περισσότερο από ποτέ πρέπει να αποφύγουμε τον συμβιβασμό· να βαθύνουμε το χάσμα ανάμεσα στους καπιταλιστές και τους μισθωτούς σκλάβους, ανάμεσα στους εξουσιαστές και τους εξουσιαζόμενους· να κηρύξουμε την απαλλοτρίωση της ατομικής ιδιοκτησίας και την καταστροφή των κρατών ως των μόνων μέσων που εγγυούνται την αδελφοσύνη ανάμεσα στους λαούς και Δικαιοσύνη και Ελευθερία για όλους· και πρέπει να προετοιμαστούμε για να πετύχουμε αυτά τα πράγματα.

Στο μεταξύ, μου φαίνεται εγκληματικό να κάνουμε οτιδήποτε συμβάλλει στην παράταση του πολέμου, ο οποίος σφαγιάζει ανθρώπους, καταστρέφει πλούτο και παρεμποδίζει την ανάληψη εκ νέου της πάλης για χειραφέτηση. Μου φαίνεται ότι κηρύσσοντας τον “πόλεμο μέχρι εσχάτων” πραγματικά παίζει κανείς το παιχνίδι των Γερμανών εξουσιαστών, οι οποίοι εξαπατούν τους υπηκόους τους και πυροδοτούν την πολεμική τους ζέση για μάχη πείθοντάς τους ότι οι αντίπαλοί τους επιθυμούν να συντρίψουν και να υποδουλώσουν τον γερμανικό λαό.

Σήμερα, όπως και πάντα, το σύνθημά μας ας είναι: Κάτω οι Καπιταλιστές και οι Κυβερνήσεις, όλοι οι Καπιταλιστές και όλες οι Κυβερνήσεις!

Ζήτω οι λαοί, όλοι οι λαοί!

ERRICO MALATESTA
FREEDOM, Απρίλιος 1916

Προσάρτημα: Το Μανιφέστο των Δεκαέξι (1916)

Από διάφορες πλευρές, υψώνονται φωνές που απαιτούν την άμεση ειρήνη. Έχει γίνει μεγάλο ματοκύλισμα, λένε, αρκετή καταστροφή και είναι καιρός να τελειώνουν τα πράγματα, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο, και για μεγάλο διάστημα, εμείς και οι εφημερίδες μας έχουμε σταθεί ενάντια σε κάθε επιθετικό πόλεμο ανάμεσα στους λαούς και ενάντια στον μιλιταρισμό, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε στολή, ιμπεριαλιστική ή δημοκρατική, φοράει.

Θα ήμασταν, λοιπόν, πολύ ευχαριστημένοι να βλέπαμε – αν αυτό ήταν εφικτό – τους Ευρωπαίους εργάτες να συζητάνε τους όρους της ειρήνης, μαζεμένοι σε ένα διεθνές συνέδριο. Ιδιαίτερα καθώς ο γερμανικός λαός, που αφέθηκε να εξαπατηθεί τον Αύγουστο του 1914, ακόμα κι αν πίστεψε πραγματικά ότι κινητοποιήθηκε για να υπερασπιστεί την επικράτειά του, είχε, έκτοτε, τον χρόνο να συνειδητοποιήσει ότι έκανε λάθος ξεκινώντας για έναν κατακτητικό πόλεμο.

Πραγματικά, οι Γερμανοί εργάτες, τουλάχιστον στις λιγότερο ή περισσότερο ενώσεις τους, πρέπει να καταλάβουν τώρα ότι τα σχέδια για την εισβολή στη Γαλλία, το Βέλγιο και τη Ρωσσία είχαν προετοιμαστεί εδώ και καιρό και ότι αν ο πόλεμος αυτός δεν είχε ξεσπάσει το 1875, το 1886, το 1911 ή το 1913, αυτό οφειλόταν στο ότι οι διεθνείς συνθήκες δεν παρουσιάζονταν τόσο ευνοϊκές και επειδή οι πολεμικές προετοιμασίες δεν ήταν αρκετά ολοκληρωμένες ώστε να υπόσχονται μια νίκη της Γερμανίας (έπρεπε να ολοκληρωθούν διάφορες στρατηγικές γραμμές, να επεκταθεί το κανάλι του Κιέλου και να τελειοποιηθούν τα μεγάλα πολιορκητικά όπλα). Και τώρα, μετά από 20 μήνες πολέμου και φρικτών απωλειών, θα έπρεπε να συνειδητοποιήσουν ότι οι κατακτήσεις που έγιναν από τον γερμανικό στρατό δεν μπορούν να διατηρηθούν, ιδιαίτερα καθώς πρέπει να αναγνωρίσουν την αρχή (ήδη αναγνωρισμένη από τη Γαλλία το 1859, μετά την ήττα της Αυστρίας) ότι είναι ο πληθυσμός της κάθε περιοχής που πρέπει να εκφράσει την συγκατάθεσή του σχετικά με οποιαδήποτε προσάρτηση.

Αν οι Γερμανοί εργάτες άρχιζαν να κατανοούν την κατάσταση όπως την κατανοούμε κι εμείς, και όπως γίνεται κατανοητή από μια μικρή μειοψηφία των σοσιαλδημοκρατών τους – και αν μπορούσαν να εισακουστούν από την κυβέρνησή τους – θα μπορούσε να υπάρξει ένα κοινό έδαφος πάνω στο οποίο να ξεκινήσουν συζητήσεις σχετικά με την ειρήνη. Αλλά, τότε, θα έπρεπε να διακηρύξουν ότι αρνούνται κατηγορηματικά να κάνουν τις οποιεσδήποτε προσαρτήσεις ή να τις αποδεχτούν· ότι αρνούνται τον ισχυρισμο της είσπραξης “συνεισφορών” από τα έθνη στα οποία έχουν εισβάλλει, ότι αναγνωρίζουν το καθήκον του γερμανικού κράτους να επανορθώσει, όσο το δυνατόν περισσότερο, τις υλικές ζημιές που προκάλεσε η εισβολή σε γειτονικές χώρες, και ότι δεν προτίθενται να επιβάλλουν συνθήκες οικονομικής υποταγής, κάτω από το όνομα “εμπορικών συμφωνιών”. Δυστυχώς, δεν βλέπουμε μέχρι τώρα, συμπτώματα μιας αφύπνισης, μ’ αυτή την έννοια, του γερμανικού λαού.

Μερικοί έχουν μιλήσει για το συνέδριο του Ζίμμερβαλντ2, αλλά από αυτό το συνέδριο έλειπε το ουσιώδες στοιχείο: η εκπροσώπηση των γερμανών εργατών. Επίσης έχει γίνει πολύς λόγος για κάποιες ταραχές που έλαβαν χώρα στη Γερμανία, εξαιτίας του υψηλού κόστους των τροφίμων. Ξεχνάμε, όμως, ότι τέτοια γεγονότα πάντα συνέβαιναν στη διάρκεια των μεγάλων πολέμων, χωρίς να επηρεάζουν τη διάρκειά τους. Επίσης, όλες οι συμφωνίες που έχουν γίνει, αυτή τη στιγμή, από τη γερμανική κυβέρνηση, αποδεικνύουν ότι προετοιμάζει καινούριες επιθετικές ενέργειες με τον ερχομό της άνοιξης. Αλλά, καθώς γνωρίζει ότι την άνοιξη οι Σύμμαχοι θα αντιταχθούν με καινούρια στρατεύματα, εξοπλισμένα με καινούριο οπλισμό και με ένα πυροβολικό πιο ισχυρό από ποτέ άλλοτε, δουλεύει επίσης για να σπείρει διχόνοια ανάμεσα στους πληθυσμούς των συμμάχων. Και για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιεί ένα μέσο τόσο παλιό όσο ο ίδιος ο πόλεμος: αυτό της διασποράς φημών για μια άμεσα επικείμενη ειρήνη, στην οποία, μεταξύ των αντιμαχόμενων, μόνο οι στρατιωτικοί και οι προμηθευτές των όπλων των στρατευμάτων αντιτίθενται. Αυτό ήταν που επεδίωκε, με τους γραμματείς του, ο Bülow3, κατά τη διάρκεια της τελευταίας παραμονής του στην Ελβετία.

Κάτω από ποιες συνθήκες, όμως, προτείνει να ολοκληρωθεί αυτή η ειρήνη;

Η εφημερίδα Neue Zuercher Zeitung πιστεύει ότι ξέρει – και η επίσημη εφημερίδα, η Nord-deutsche Zeitung δεν την αντικρούει – πως θα εκκενωθεί το μεγαλύτερο τμήμα του Βελγίου, αλλά με την συνθήκη ότι θα δεσμευθεί πως δεν θα επαναλάβει αυτό που έκανε τον Αύγουστο του 1914, όταν αντιτέθηκε στη διέλευση των γερμανικών στρατευμάτων. Ποιες θα είναι αυτές οι δεσμεύσεις; Τα βελγικά ανθρακωρυχεία; Το Κογκό; Κανείς δεν λέει. Ήδη, όμως, ζητείται μια μεγάλη ετήσια “συνεισφορά”. Η περιοχή που κατακτήθηκε στη Γαλλία θα επιστραφεί, καθώς και το γαλλόφωνο τμήμα της Λωραίνης. Αλλά, σε αντάλλαγμα, η Γαλλία θα μεταφέρει στο γερμανικό κράτος όλα τα ρωσικά δάνεια, η αξία των οποίων φτάνει τα 18 δισεκατομμύρια. Αυτή είναι μια συνεισφορά 18 δισεκατομμυρίων που οι Γάλλοι εργάτες γης και οι βιομηχανικοί εργάτες θα πρέπει να ξαναπληρώσουν, μιας και είναι αυτοί που πληρώνουν τους φόρους. Δεκαοχτώ δισεκατομμύρια για να αγοράσουν πίσω δέκα γεωγραφικά διαμερίσματα τα οποία, με τη δουλειά τους, τα έχουν κάνει τόσο πλούσια και εύπορα αλλά θα τους επιστραφούν καταστρεμμένα και ερειπωμένα.

Όσο δε αφορά τι σκέφτονται στη Γερμανία σχετικά με τις συνθήκες της ειρήνης, ένα πράγμα είναι βέβαιο: ο αστικός τύπος προετοιμάζει το έθνος για την ιδέα της καθαρής και απλής προσάρτησης του Βελγίου και των περιοχών στον βορρά της Γαλλίας. Και δεν υπάρχει, στη Γερμανία, καμμιά δύναμη ικανή να αντιτεθεί σ’ αυτό. Οι εργάτες, που θα έπρεπε να έχουν υψώσει τις φωνές τους ενάντια στην κατάκτηση, δεν το κάνουν. Οι συνδικαλισμένοι εργάτες αφήνουν τον εαυτό τους να καθοδηγείται από τον ιμπεριαλιστικό πυρετό, και το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, τόσο αδύναμο να επηρεάσει τις αποφάσεις της κυβέρνησης σχετικά με την ειρήνη – ακόμα κι αν αντιπροσώπευε μια συμπαγή μάζα – βρίσκεται διχασμένο στο ζήτημα αυτό σε δυο εχθρικά κομμάτια, με την πλειοψηφία του κόμματος να συμβαδίζει με την κυβέρνηση. Η Γερμανική αυτοκρατορία, ξέροντας ότι βρίσκεται για 18 μήνες 90 χιλιόμετρα μακριά από το Π αρίσι και υποστηριζόμενη από τον γερμανικό λαό στα όνειρά της για νέες κατακτήσεις, δεν βλέπει γιατί να μην κερδίσει από τις κατακτήσεις που έχει κάνει ήδη. Πιστεύει για τον εαυτό της ότι είναι ικανή να υπαγορεύσει τις συνθήκες για ειρήνη, συνθήκες που θα της δώσουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει τα νέα δισεκατομμύρια από τις αποζημιώσεις για καινούριους εξοπλισμούς ώστε να επιτεθεί στη Γαλλία όταν δει ότι μπορεί, να πάρει τις αποικίες της καθώς και άλλες επαρχίες, χωρίς να φοβάται πλέον την αντίστασή της.

Να μιλά κανείς για ειρήνη αυτή τη στιγμή, σημαίνει ακριβώς να παίζει το παιχνίδι του Γερμανικού επίσημου κόμματος, του Bülow και των πρακτόρων του. Από την πλευρά μας, αρνούμαστε κατηγορηματικά να μοιραστούμε τις ψευδαισθήσεις μερικών συντρόφων μας όσον αφορά τις ειρηνικές προθέσεις αυτών που κατευθύνουν τη μοίρα της Γερμανίας. Θα προτιμούσαμε να κοιτάμε τον κίνδυνο κατά πρόσωπο και να αναζητήσουμε τι μπορούμε να κάνουμε για να προφυλαχτούμε από αυτόν. Να αγνοούμε τον κίνδυνο σημαίνει να τον αυξάνουμε.

Είχαμε πλήρη επίγνωση ότι η γερμανική επιθετικότητα ήταν μια απειλή – μια απειλή που τώρα εκδηλώθηκε όχι μόνο ενάντια στις ελπίδες μας για χειραφέτηση αλλά ενάντια σε ολόκληρη της ανθρώπινη εξέλιξη. Αυτός είναι λόγος που εμείς, αναρχικοί, αντιμιλιταριστές, εχθροί του πολέμου, παθιασμένοι μαχητές της ειρήνης και της αδελφοσύνης των λαών, παρατασσόμαστε στο πλευρό της αντίστασης και δεν έχουμε αισθανθεί την ανάγκη να διαχωρίσουμε τη μοίρα μας από αυτή του υπόλοιπου πληθυσμού. Δεν πιστεύουμε πως χρειάζεται να επιμείνουμε πως θα προτιμούσαμε να δούμε τον πλήθυσμό να παίρνει τη φροντίδα για την άμυνά του στα δικά του χέρια. Καθώς, όμως, αυτό είναι ανέφικτο, δεν υπήρχε τίποτα άλλο από το να υπομείνουμε αυτό που δεν μπορούσε να αλλάξει. Και μαζί μ’ αυτούς που πολεμάνε, εκτιμούμε ότι αν ο γερμανικός πληθυσμός, επιστρέφοντας στις λογικότερες των ιδεών, αυτές της δικαιοσύνης και της ειρήνης, δεν αρνηθεί τελικά να υπηρεί πλέον ως ένα όργανο των σχεδίων της πανγερμανικής πολιτικής κυριαρχίας, δεν μπορεί να τίθεται ζήτημα ειρήνης. Χωρίς αμφιβολία, παρά τον πόλεμο, παρά τις δολοφονίες, δεν ξεχνάμε ότι είμαστε διεθνιστές, ότι θέλουμε την ενότητα των λαών και την εξαφάνιση των συνόρων. Αλλά είναι επειδή θέλουμε την επανασυμφιλίωση των λαών, του γερμανικού λαού συμπεριλαμβανομένου, που πιστεύουμε ότι πρέπει αυτός [ο γερμανικός λαός] να αντισταθεί σε έναν επιδρομέα που αντιπροσωπεύει την καταστροφή όλων μας των ελπίδων για απελευθέρωση.

Να μιλάμε για ειρήνη ενώ η πλευρά, που για σαρανταπέντε χρόνια, έχει κάνει την Ευρώπη ένα απέραντο, οχυρωμένο στρατόπεδο, μπορεί να υπαγορεύει τους όρους της, θα ήταν το πιο καταστροφικό λάθος που θα μπορούσαμε να διαπράξουμε. Να αντισταθούμε και να καταρρίψουμε τα σχέδια της, σημαίνει να προετοιμάσουμε τον δρόμο για τον γερμανικό πληθυσμό που διατηρεί τη λογική του και να του προσφέρουμε τα μέσα για να ξεφορτωθεί ο ίδιος αυτή την πλευρά. Ας καταλάβουν οι Γερμανοί σύντροφοί μας ότι αυτή είναι η μοναδική αμοιβαία επωφελής έκβαση και ότι είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε μαζί τους.

28 Φεβρουαρίου 1916

Πιεσμένοι από τα γεγονότα να δημοσιοποιήσουν αυτή την Διακήρυξη, αφότου κοινοποιήθηκε στον γαλλικό και διεθνή τύπο, μόνο δεκαπέντε σύντροφοι, τα ονόματα των οποίων ακολουθούν, έχουν εγκρίνει το κείμενό της: Christian Cornelissen, Henri Fuss, Jean Grave, Jacques Guérin, Pierre Kropotkine, A. Laisant. F. Le Lève (Lorient), Charles Malato, Jules Moineau (Liège), A. Orfila, Hussein Dey (Algérie), M. Pierrot, Paul Reclus, Richard (Algeria), Tchikawa (Japan), W. Tcherkesoff.

Ρεφορμιστές ή Εξεγερμένοι;

Τελικά, ο αξιότιμος κος Zirardini4 και οι παλιόφιλοι του πιστεύουν ότι η ψυχή των ανθρώπων μπορεί να πηγαίνει μπρος και πίσω, όπως συμβαίνει με τον διακόπτη μιας ηλεκτρικής συσκευής: στοπ, μπροστά, πίσω κλπ.

Τη μια μέρα τους βολεύει οι εργάτες να κάθονται ήσυχα και να σκέφτονται μόνο πώς θα τους ψηφίσουν στο κοινοβούλιο και τα τοπικά συμβούλια, και κάνουν κηρύγματα ενάντια στη βία, ενάντια στις ψευδαισθήσεις της εξέγερσης και υπέρ της αργής, σταδιακής, ασφαλούς εξέλιξης προς την νόμιμη κατάκτηση των δημόσιων αξιωμάτων.

Και ύστερα έρχονται οι επιθέσεις, οι εμπρησμοί, οι δολοφονίες από τους φασίστες για να δείξουν, ακόμα και στους τυφλούς, ότι δεν πάμε πουθενά με τη νομιμότητα, επειδή ακόμα κι αν αυτή είναι επωφελής, σε κάποιες περιπτώσεις, για τους καταπιεσμένους, οι καταπιεστές δεν έχουν καμμιά τύψη να την παραβιάσουν και να την αντικαταστήσουν με την πιο στυγερή βία. Όμως, οι καλοί μας σοσιαλιστές σπεύδουν να αποτρέψουν τους εργάτες από το να απαντήσουν στις προκλήσεις, επαινώντας και εκθειάζοντας την “ηρωική υπομονή”.

Στο τέλος, τα χτυπήματα γίνονται τόσο βίαια και πέφτουν ακόμα και στις πλάτες των ηγετών, ολάκερη η συνεργατική οργάνωση των σοσιαλιστών είναι στα πρόθυρα της καταστροφής, η κατάσταση γίνεται αφόρητη ακόμα και γι’ αυτούς, και έτσι καλούν σε εξέγερση! Δεν βλέπουν αυτοί οι κύριοι, δεν βλέπει ο κος Zirardini ότι είναι γελοίο να ελπίζει πως αυτοί, που έχουν ξοδέψει πενήντα χρόνια για τους μετατρέψουν σε πρόβατα, θα γίνουν ξαφνικά λιοντάρια; Και δεν μπορούν να φανταστούν με πόσο χλευασμό και καχυποψία οι εργάτες, τους οποίους απέτυχαν να ευνουχίσουν, θα αντιμετωπίσουν ένα δικό τους κάλεσμα σε εξέγερση;

Επιπλέον, ποιος θα μπορούσε να τους πάρει στα σοβαρά, όταν ο ίδιος ο Zirardini, που απειλεί με μια πιθανή εξέγερση, προτείνει μια συνεργασία των σοσιαλιστών με τα αντιφασιστικά αστικά κόμματα, δηλαδή όταν προβάλλει ακόμα μια ψευδαίσθηση, ακόμα μια απάτη που στοχεύει να συγκρατήσει τους εργάτες, ελπίζοντας ότι η σωτηρία θα έλθει από την κυβέρνηση χωρίς την ανάγκη οποιασδήποτε δικής τους προσπάθειας;

Δεν αμφισβητούμε την καλή πίστη κανενός· αλλά φαίνεται πολύ ιδιάζων παραλογισμός, απίστευτη παρανόηση της ατομικής και μαζικής ψυχολογίας, να σκεφτόμαστε ότι μπορούμε να πιστεύουμε και να εναποθέτουμε τις ελπίδες μας στα νόμιμα μέσα και, την ίδια στιγμή, να είμαστε έτοιμοι να καταφύγουμε στα παράνομα· να ενθουσιαζόμαστε με τις εκλογές και να προετοιμαζόμαστε για εξέγερση. Αυτό μπορεί να φαίνεται δυνατό στους λόγους του Κου Enrico Ferri5 για τα “δύο πόδια” με τα οποία βαδίζει ο σοσιαλισμός, αλλά διαψεύδεται από την ιστορική εμπειρία καθώς και από τη συνείδηση οποιουδήποτε σταματά για λίγο και κοιτάζει τον εαυτό του.

Ας ανακαλέσουμε, για παράδειγμα, ένα μάθημα από τον απερίγραπτο Misiano, όταν ο τότε αξιότιμος αντιπρόσωπος, αφού είχε μιλήσει για το επικείμενο της επανάστασης και είχε επιμείνει στην ανάγκη για τεχνική προετοιμασία, προχώρησε μιλώντας για τις δημοτικές εκλογές, που επρόκειτο να γίνουν μέσα στους επόμενους περίπου έξι μήνες, συνιστώντας να αρχίσει άμεσα η διαμόρφωση των λιστών όπως και οι διάφορες προπαρασκευαστικές ενέργειες για την εκλογική καμπάνια.

Μπορείτε να φανταστείτε οποιονδήποτε περιμένει, ανά πάσα στιγμή, την επανάσταση και προετοιμάζεται γι’ αυτήν, να δουλεύει, την ίδια στιγμή, για τις δημοτικές εκλογές που πρόκειται να γίνουν σε έξι μήνες; Ή, αντίστροφα, οποιονδήποτε ελπίζει, χωρίς ρίσκο και με ελάχιστη προσπάθεια, να συνεισφέρει αποτελεσματικά στον κοινωνικό μετασχηματισμό με μια απλή ψήφο, να προετοιμάζεται να διακινδυνεύσει το ψωμί, την ελευθερία, τη ζωή του την ίδια σε εξεγερτικές δραστηριότητες;

Πρέπει να επιλέξετε· και, φυσικά, η πλειοψηφία διαλέγει το μονοπάτι που μοιάζει πιο εύκολο και που, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι επικίνδυνο· αλλά τότε ανακαλύπτουν ότι έχουν χτίσει πάνω σε άμμο και όταν δεν έχουν την ηθική και υλική ικανότητα να αντισταθούν…αφήνουν τον εαυτό τους να χτυπηθεί και να πεινάσει.

Και, στην πραγματικότητα, το είδαμε αυτό να συμβαίνει. Η επανάσταση δεν ήρθε επειδή δεν την ήθελαν· αλλά οι εκλογές ήρθαν[…] Η εξέγερση θα έρθει· πρέπει να έρθει· αλλά σίγουρα όχι μέσα από την δουλειά των κοινοβουλευτικών…στην πραγματικότητα θα έρθει ενάντιά τους.

Οι εργάτες πρέπει να προετοιμάζονται και, για να το κάνουν αυτό, πρέπει να εγκαταλείψουν την απατηλή πίστη στις κυβερνήσεις του σήμερα ή του αύριο, στους αντιπροσώπους και σε όλους όσους φιλοδοξούν να γίνουν τέτοιοι.

Humanita Nova6, n. 140, 18 Ιουνίου, 1922

1 Στμ. Μεταφρασμένα από το αγγλική απόδοση, που διατίθεται στην Αρχειοθήκη των Elephant Editions: https://archive.elephanteditions.net/library/errico-malatesta-anarchists-have-forgotten-their-principles.

2 Στμ. Συνέδριο του Ζίμμερβαλντ: το πρώτο, από τρία διεθνή σοσιαλιστικά συνέδρια, που συγκλήθηκε στην ομώνυμη πόλη της Ελβετίας από τις 5 μέχρι τις 8 Σεπτεμβρίου του 1915, από αντιμιλιταριστικά σοσιαλιστικά κόμματα από χώρες που αρχικά ήταν ουδέτερες κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (τα επόμενα δύο πραγματοοποιήθηκαν στο Kienthal και την Στοκχόλμη). Τα κόμματα και άτομα που συμμετείχαν έγιναμ γνωστά ως κίνημα του Ζίμμερβαλντ. Το συνεδριο ανέδειξε το χάσμα μεταξύ των επαναστατών (αποκαλούμενη και ως Αριστερά του Ζίμμερβαλντ) και των ρεφορμιστών σοσιαλιστών στα πλαίσια της Δεύτερης Διεθνούς. Στη βασική του Διακήρυξη κατήγγειλε επίσης “τον ιμπεριαλιστικό χαρκτήρα” του Πολέμου ο οποίος “δεν είναι πόλεμος μας”. Στο συνέδριο συμμετείχαν πολλές αντιπροσωπείς, ανάμεσά τους και οι Μπολσεβίκοι.

3 Στμ. Αναφέρεται στον Bernhard Heinrich Karl Martin von Bülow, Γερμανό πολιτικός και διπλωμάτης. Υπηρέτησε ως υπουργός Εξωτερικών αλλά και ως Καγκελάριος της Γερμανικής Αυτοκρατορίας από το 1900 έως το 1909. Όταν ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και το διάστημα 1914-1915 ήταν πρεσβευτής στην Ιταλία όπου κατέβαλε μεγάλες διπλωματικές προσπάθειες για να εξασφαλίσει την υποστήριξη της Ιταλίας αλλά χωρίς αποτέλεσμα.

4 Στμ. Ζιραρντίνι: εκπρόσωπος του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος στη Φερράρα. Το κείμενο αυτό είνα γραμμένο στην πολύ ταραγμένη και κρίσιμη περίοδο

5 Στμ. Enrico Ferri: Ιταλός εγκληματολόγος, σοσιαλιστής και μαθητής του Cesare Lombroso, ιδρυτή της ιταλικής σχολής της εγκληματολογίας. Ερεύνησε τις κοινωνικές και οικονομικές πτυχές που υποτείνουν την εγκληματική συμπεριφορά. Υπήρξε διευθυντής της ημερήσιας εφημερίδας του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Avanti! και, το 1884, είδε να εκδίδεται το βιβλίο του Criminal Sociology. Αργότερα, το έργο του χρησιμοποιήθηκε ως βάση του ποινικού κώδικα στην Αργεντινή, το 1921. Αν και αρχικά ήταν απορριπτικός απέναντι στην δικτατορία του Μουσσολίνι, στη συνέχεια έγινε ένας από τους βασικούς εξωτερικούς συνεργάτες του καθώς και του Ιταλικού Φασιστικού Κόμματος.

6 Στμ. Humanita (ή και Umanità) Nova (Νέα Ανθρωπότητα): ιταλική αναρχική εφημερίδα που ιδρύθηκε το 1920. Εκδιδόταν καθημερινά μέχρι το 1922, όταν και έκλεισε από το ιταλικό καθεστώς. Σε μερικές περιοχές η κυκλοφορία της ξεπερνούσε ακόμα κι αυτήν της σοσιαλιστικής εφημερίδας Avanti!. Επανακυκλοφόρησε, αλλά σε εβδομαδιαία βάση, με την πτώση του φασιστικού καθεστώτος το 1945. Η έκδοσή της συνεχίζεται και σήμερα, και η Umanità Nova είναι το έντυπο όργανο της Ιταλικής Αναρχικής Ομοσπονδίας. Ο Μαλατέστα και ο Αντόνι Κιέρι, είναι εκ των ιδρυτών και βασικών συνεργατών της, στους οποίους επίσης συγκαταλέγονται οι Camillo Berneri, Armando Borghi, και Carlo Frigerio.

Leave a Reply

Your email address will not be published.