Τον Ιανουάριο του 2017, σύντροφοι από ολόκληρο τον κόσμο μαζύεηκαν στη Ρώμη για να εκτιμήσουν τις συνθήκες του σύγχρονου καπιταλισμού και να σχεδιάσουν κομμουνιστικές στρατηγικές για το παρόν μας. Το Viewpoint, ως συγχορηγός του συνεδρίου, συμμετείχε σε τοπικές συζητήσεις και μετέφρασε συνεντεύξεις με κάποιους από τους βασικούς συμμετέχοντες. Σήμερα, έναν χρόνο αργότερα, παρουσιάζουμε τη δική μας μετάφραση των “11 Θέσεων για τον Πιθανό Κομμουνισμό”, ένα μανιφέστο γραμμένο από την Κολλεκτίβα C17 και βασισμένο στις συνεισφορές ενός μεγάλου εύρους ακτιβιστών και θεωρητικών που συγκεντρώθηκαν στη Ρώμη.
Εισαγωγή
Οι ακόλουθες “Θέσεις για τον Πιθανό Κομμουνισμό” είναι καρπός μιας κοινής εργασίας, που ξεκίνησε με το Συνέδριο της Ρώμης για τον Κομμουνισμό τον προηγούμενο Ιανουάριο, το οποίο έλαβε χώρα στο ESC Atelier και την Galleria Nazionale και, στη συνέχεια, αναπτύχθηκε γραπτά από την κολλεκτίβα C17. Οι Θέσεις δεν είναι μια ισορροπημένη σύνθεση του συνεδρίου. Οι Θέσεις προσπαθούν απλά να επαναλάβουν τη δύναμη εκείνων των εξαιρετικών ημερών, σε ποιότητα και συμμετοχή. Αλλά παίρνουν μια θέση. Μερική, αποφασιστική, όπως ακριβώς η βιαστική ακόμα ίσως και προσωρινή, παρούσα μορφή. Δεν είναι, όντως, ζήτημα κλεισίματος μιας αντιπαράθεσης, αλλά επανεκκίνησης αυτού που μόλις είχε – με το συνέδριο – ανοίξει. Έχοντας παρουσιάσει το θέμα, είναι, τότε, ένα ζήτημα επιμονής σε παραλλαγές και, όταν πάλι είναι πιθανό κατά πρόσωπιο, αδιάλειπτου αυτοσχεδιασμού. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα έχουν αυτές οι Θέσεις μια μη περιθωριακή λειτουργία. Αν οι Θέσεις αυτές είναι, και είναι αδιαμφισβήτητα, ο τρόπος που η κολλεκτίβα “C17” επέλεξε να γιορτάσει τον Οκτώβρη, τότε περισσότερο απ’ όλα – και ενόψει του καινούριου συνεδρίου για τον κομμουνισμό – καλούν σε απάντηση και διαφωνία: καλούν για το μέλλον.
1. Φάντασμα. Οπουδήποτε το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι το κράτος [al potere], ο κομμουνισμός έχει από καιρό χαθεί. Υπάρχει μια αγορά και υπάρχει εκμετάλλευση, αλλά χωρίς κοινοβούλια και ελευθερία λόγου. Ο κομμουνισμός είναι μια εκφυλισμένη, ηττημένη και εξαλειμμένη ιστορία· και στην Ευρώπη και στον κόσμο. Σπάνια συμβαίνει μια ήττα να είναι επίσης κι ένα φάντασμα, με την ικανότητα να τρομάζει και πάλι· αυτή είναι πράγματι η σπάνια περίπτωση του κομμουνισμού. Η λέξη δεν μπορεί να προφερθεί, το νόημά της ή το σχέδιό της είναι δύσκολο να διευκρινιστούν. Ο εχθρός, όμως, εξακολουθεί να έχει καθαρές ιδέες· σίγουρα δεν είναι τόσο τρομοκρατημένος όσο ήταν το 1848 και σίγουρα έχει μάθει να προοικονομεί. Ο σύγχρονος καπιταλισμός τρομάζει για να μην τρομάζει ο ίδιος. Ξέρουμε, από την εποχή του Χομπς κι έπειτα, ότι ο φόβος συνιστά την κυριαρχία/τον ηγεμόνα:σήμερα ο φόβος, ο μόνιμος εκβιασμός των επισφαλών ζωών, καθιστά εφικτή την εκμετάλλευση. Αλλά αν συμβαίνει αυτό, υπάρχει κάτι που δεν επιστρέφει: οι ζωές, αν και επισφαλείς και πάντα εν εργασία, είναι ένας κίνδυνος, πέρα από το να είναι σε κίνδυνο. Ο κομμουνισμός είναι το όνομα αυτού του πλεονάσματος που, παρά τα πάντα, εξακολουθεί να τρομάζει. Η νίκη του κεφαλαίου, ως μια νέμεσις, δεν παύει να παράγει αυτό το πλεόνασμα (σχέσεων, κινητικότητας, εφευρητικών ικανοτήτων, παραγωγικής συνεργασίας κλπ.). Η νίκη του κεφαλαίου, ως μια νέμεσις, δεν παύει να παράγει τις αντικειμενικές συνθήκες του κομμουνισμού: τη μείωση της “αναγκαίας εργασίας” στην κοινωνική αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης.
2. Νεοφιλελευθερισμός. “Κεφαλαιοποιήστε την επανάσταση”: από το 1968 κι έπειτα, αυτό είναι ένα σημάδι του μεγάλου μετασχηματισμού μέσα στον οποίο είμαστε εμβαπτισμένοι. Αν με τους αγώνες, η ζωή αφήνει τις γωνιές και το εργοστάσιο, είναι αναγκαίο να την ακολουθήσουμε παντού, να αξιοποιήσουμε τα μοναδικά και ανεπανάληπτα γνωρίσματά της, να δουλέψουμε με αισθητικά γούστα και τη συμπεριφορά κάθε ζωής, μετασχηματίζοντας τα μηχανήματα σε προσθετικά μέλη του “κοινωνικού μυαλού” (ψηφιακές και επικοινωνιακές τεχνολογίες: από το PC στο Διαδίκτυο, από τα smartphone στα κοινωνικά δίκτυα), και τη γενική διάνοια σε έναν αλγόριθμο. Αυτό έχει συμβεί ενώ η παγκοσμιοποίηση έτρεχε γοργά και μια βίαιη συσσώρρευση επιτεθόταν στον παγκόσμιο Νότο και Ανατολή. Το να σκέφτεται κανείς αυτές τις δυο διαδικασίες ξεχωριστά, ή σε αντίθεση, είναι ένα σφάλμα φορτωμένο με μοιραίες συνέπειες: η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση είναι μια πλέξη πολλαπλών και ετερογενών χρονικοτήτων, ένας κοινός χώρος που είναι διαχωρισμένος. Καταλαβαίνουμε τη Silicon Valley με τις οικονομικές ζώνες της Κίνας ή της Πολωνίας, και αντίστροφα. Ο νεοφιλελευθερισμός, ακριβέστερα, είναι η αντεπανάσταση, η καπιταλιστική απάντηση στο 1968, ένα γεγονός αγώνων που ήταν – από τη Σορβώνη μέχρι το Βιετνάμ, από το Μπέρκλεϋ μέχρι την Πράγα, από τη Ρώμη μέχρι το Τόκυο – εντελώς παγκόσμιο. Το να σκεφτόμαστε την παγκοσμιοποίηση χωρίς να έχουμε κατανοήσει τις αντιαποικιοκρατικές εξεγέρσεις σημαίνει να μην την σκεφτόμαστε καθόλου. Να εστιάζουμε στην οικονομία της γνώσης χωρίς να αποδίδουμε προσοχή στα φοιτητικά κινήματα ή στην άρνηση των εργατών για (επαναλαμβανόμενη) εργασία σημαίνει να παραδίδουμε εντελώς την τεχνολογική καινοτομία στον καπιταλιστικό έλεγχο. Ο νεοφιλελευθερισμός επαναεισήγαγε – σε μια παγκόσμια κλίμακα, με διαφορετικές εντάσεις, καθιστώντας τα χρονίζοντα – φαινόμενα πρωταρχικής συσσώρρευσης: ο εκτοπισμός εκατομμυρίων ανθρώπων μέσω της αρπαγής της γης καθώς και η περιχαράκωση της γνώσης με τις πατέντες· η διάβρωση του έμμεσου μισθού μέσω της αναδρομικής φορολόγησης και των περικοπών επιδομάτων καθώς και συμπίεση του άμεσου μισθού μέσω της διαδικασίας της επισφαλοποίησης της εργασίας· ο μαζικός εγκλεισμός στις φυλακές των φτωχών καθώς και η χρήση της εργατικής δύναμης των μεταναστών για την αποσταθεροποίηση της σταθερότητας των μισθών· η σύνδεση, πάντα ηθικά καταδικαζόμενη, ανάμεσα στην παράνομη οικονομία και τις “καθαρές” δουλειές· η φτωχοποίηση αλλά και η γενικευμένη πρόσβαση στην κατανάλωση, στις τεχνολογίες· ανανεωμένη κινητικότητα και διάχυση των συνόρων· η εξύμνηση των διαφορών και η ριζοσπαστικοποίηση της εκμετάλλευσης: ο νεοφιλελευθερισμός είναι ο συνδυασμός, πάντα επανα-ενεργοποιούμενος, αυτών των διαδικασιών.
3. Κρίση. Οι οικονομολόγοι λένε ότι η κρίση στην οποία εξακολουθούμε να βυθιζόμαστε τα τελευταία δέκα χρόνια είναι μια Μεγάλη Ύφεση, όπως αυτή τη δεκαετία του 1870 ή αυτή που εξεράγη το 1929 και υποχώρησε, μόνο μετά τον θάνατο δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων, το 1945. Παίρνοντας το μάθημα από τη δεκαετία του 1930, αρκετοί οικονομολόγοι μιλούν για μια “κοσμική στασιμότητα”: δεκαετίες χαμηλής ανάπτυξης, χαμηλών μισθών, υψηλής ανεργίας, μεγάλης φτώχειας.Έχοντας πάντα κάτι να ελπίζεις…Με την έννοια αυτή, η κρίση δεν είναι πλέον απλά μια ασθένεια αλλά η “θεραπεία” που λαμβάνουμε κάθε μέρα επειδή η αρρώστια φουντώνει. Το ερώτημα που τίθεται από μόνο του είναι: αν ο καπιταλισμός έχει νικήσει παντού, γιατί υπάρχει ανάγκη μιας κρίσης για να κυβερνηθεί ο κόσμος; Μια πρώτη απάντηση είναι ότι ο κόσμος κάθε άλλο παρά κυβερνιέται: η αμερικάνικη ηγεμονία φθίνει· ένας νέος πολυπολισμός εμφανίζεται σαν απειλή· ο πόλεμος σκοτώνει στην περιφέρεια και το κέντρο και διεξάγεται με όπλα, επιθέσεις, χρήμα και εμπόριο. Μια δεύτερη απάντηση, αντίθετα, μας λέει ότι η κρίση είναι μια μορφή διακυβέρνησης της εργατικής δύναμης. Ακριβώς επειδή η νίκη του καπιταλισμού, παρά την ύπαρξή της, δεν σταματά να παράγει, τις αντικειμενικές συνθήκες του κομμουνισμού, ο έλεγχος του καπιταλισμού ανανεώνει αδυσώπητα την παραπάνω οικονομική βία που έχει χαρακτηρίσει τις απαρχές του ήδη από τον 16ο αιώνα. Όσο περισσότερα ρομπότ αντικαθιστούν την ανθρώπινη εργασία τόσο λιγότερο μπορεί ο καπιταλισμός να παράσχει κοινωνική δικαιοσύνη και δημοκρατία. Όσο περισσότερο οι υπήκοοι ενσωματώνουν παραγωγικό εξοπλισμό, τόσο περισσότερο θα είναι αναγκαίο να σπάει το ηθικό τους, να φτωχοποιούνται και να πειθαρχούνται. Η νεοφιλελεύθερη διαχείριση της κρίσης συνδέει τον έλεγχο της συμπεριφοράς με την ανανέωση της πειθαρχίας, είτε παίρνει τη μορφή της διαίρεσης της εργασίας, της αντρικής βίας εναντίον των γυναικών, την καταπίεση των φτωχών και των μεταναστών (από τη φυλάκιση μέχρι την απέλαση). Το πιο γνωστό πρόσωπο του καπιταλισμού-σε-κρίση είναι ο Ντόναλντ Τραμπ: ένας δισεκατομμυριούχος κοντά στην Goldman Sachs, και συνεπώς στην Wall Street, δεν περιφρονεί αλλά υπερασπίζεται και, όταν μπορεί, υποθάλπτει την εθνικιστική και ρατσιστική δεξιά. Ο νεοφιλελευθερισμός, που για χρόνια έκανε ομοιοκαταληξία με την παγκοσμιοποίηση, ενισχύει τον επιθετικό και αυταρχικό του πόλο3· ο χώρος της οικονομίας συνδυάζεται με αυτόν των συνόρων, των διακρίσεων και της μητέρας πατρίδας. Και ακόμα περισσότερο: στην κρίση, αναδύεται ξανά η αρχαϊκή μορφή της Κυριαρχίας, ο εμφύλιος πόλεμος που μαίνεται εναντίον των φτωχών. Σε αυτό το σενάριο, αν η νεοφιλελεύθερη αριστερά – αυτή που ήταν στη μόδα την εποχή του Κλίντον, του Μπλερ και του Σρέντερ – συρρικνώνεται σχεδόν παντού, η (νεοφιλελεύθερη) σωβινιστική δεξιά επανανακαλύπτεται, και αυτό δεν εξαιρεί τη φασιστική ρητορική.
4. Προλεταριάτο. Αν όσα έχουν γραφτεί μέχρι τώρα είναι αλήθεια, τότε δεν είναι πλέον πιθανόν να ορίσουμε το προλεταριάτο με έναν τρόπο που να μην συνυπολογίζει την υβριδοποίηση της παραγωγής και της αναπαραγωγής, την παγκοσμιοποίηση (και την κρίση της), την ετερογένεια των ιστορικών χρόνων του κεφαλαίου (“τη συγχρονικότητα της μη-συγχρονικότητας”). Η εργασία, πραγματικά, πασχίζει να ξεχωρίσει τον εαυτό της από τη ζωή· όχι τόσο και όχι μόνο επειδή ο χρόνος εργασίας και ο χρόνος της ζωής τείνουν να συμπέσουν, αλλά και επειδή και πρωτίστως επειδή για να εργαστεί κανείς και να παράγει υπεραξία, είναι ουσιώδες να αντλήσει από εκείνους τους συναισθηματικούς, σχεσιακούς και συμβολικούς πόρους που συναρθρώνουν την ίδια τη ζωή και την αναπαραγωγή της. Με τον ίδιο τρόπο, είναι αδύνατον να περιγράψουμε τα παραγωγικά υποκείμενα χωρίς να θέσουμε την κινητικότητα στο επίκεντρο· ακόμα κι αν η κινητικότητα αποτρέπεται ή χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον για να ενθαρρύνει νέες διαδικασίες της ιεραρχικοποίησης της αγοράς εργασίας. Για ακόμα μια φορά: εταιρείες υψηλής τεχνολογίας, caporalato4 και ημι-δουλεία στην αγροτική παραγωγή, κακοπληρωμένες υπηρεσίες φροντίδας και παράτυπη και μαύρη οικονομία, όλα μπορούν να συνυπάρχουν στην ίδια και αυτή περιοχή. Το προλεταριάτο πρέπει, συνεπώς, να εκφράζεται με τρεις έννοιες: έμφυλη διαφορά, τη διεθνική διάσταση (νέα μεταναστευτικά καθεστώτα· ιεραρχίες σύμφωνα με το χρώμα)· τον πολλαπλασιασμό της εργασίας (και μορφές εκμετάλλευσης). Η αρσενική, υπερβολικά αρσενική, λευκή εργατική τάξη δεν ήταν ποτέ ολόκληρο το προλεταριάτο. Η Ρώσικη Επανάσταση, για παράδειγμα, ξεκινά με την απεργία των γυναικών στις 8 Μάρτη του 1917 (22 Φεβρουαρίου με το παλιό, Ιουλιανό, ημερολόγιο). Το προλεταριάτο, που συμπεριλαμβάνει ξεκάθαρα την παγκόσμια εργατική τάξη (με ιδιαίτερη προσοχή στην Κίνα ή το Μπαγκλαντές, κλπ.) είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε γυναίκες, είναι μορφωμένη νεολαία, είναι μαύροι/ες, είναι μετανάστες/τριες. Στην τομή αυτών των στοιχείων, βρίσκουμε τα εκμεταλλευόμενα υποκείμενα με τη σύγχρονη έννοια. Ένα προλεταριάτο που είναι πλειοψηφία αλλά αποτελείται από μειοψηφίες, μια υβριδική ύφανση που διαφεύγει των ταυτοτήτων.
5. Ταξική Πάλη. Όταν η παραγωγή και η αναπαραγωγή αλληλοπλέκονται, δεν υπάρχει ταξική πάλη η οποία να μην είναι επίσης μια σύγκρουση για την επιβεβαίωση και την υπεράσπιση μορφών ζωής. Ο οικονομικός αγώνας, ιστορικά ανατεθιμένος στα συνδικάτα, χάνει τα όριά του, εισρρέοντας συνεχώς στο πεδίο της σεξουαλικότητας, της εκπαίδευσης, του δικαιώματος στην πόλη, του αντιρατσισμού και της επικοινωνίας5. Με την έννοια αυτή, η παραδοσιακή διάκριση ανάμεσα στους οικονομικούς και πολιτικούς αγώνες έχει καταρρεύσει· αν μη τι άλλο, είμαστε μάρτυρες διαδικασιών πολιτικοποίησης που πιέζουν και μετατοπίζουν τόσο στην παραγωγή όσο και στην κοινωνική συνεργασία, τόσο στη συμπεριφορά όσο και στην υπεράσπιση των κοινών, τόσο στην οικειότητα όσο και στις σχέσεις. Ταξική πάλη είναι τόσο η Διεθνής Απεργία των Γυναικών όσο και το πάρκο Γκεζί, το κίνημα Black Lives Matter όσο και οι συγκρούσεις – σφοδρές και διαρκείς – για αυξήσεις μισθών στην Κίνα και την Ινδία, ή οι πρόσφατες απεργίες των εργαζόμενων στην Uber και τη Foodora6.Όπως, ειδικότερα, μας έδειξαν οι γυναίκες, η Απεργία δεν είναι πλέον ένα αποκλειστικό εργαλείο των συνδικάτων, αλλά μια πρακτική που διατρέχει αγώνες ενάντια στην πατριαρχική βία, ενάντια στην εκμετάλλευση και τη μισθολογική ανισότητα, τη δημοκρατική επανάκτηση του κράτους πρόνοιας, τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα. Η Απεργία, μετά τη Διεθνή 8η του Μάρτη7 είναι (επιτέλους) μια διαδικασία πολιτικοποίησης. Στα παραδείγματα που αναφέρθηκαν, οι στιγμές που εξακολουθούσαν να παρουσιάζονται διατεταγμένες σε μια ακολουθία στο Μανιφέστο των Μαρξ και Ένγκελς – η “σύγκρουση” ανάμεσα στο τοπικό προλεταριάτο και τον ατομικό καπιταλιστή, ο “συνασπισμός” των εργατών, η πολιτική πάλη – είναι άμεσα παρούσες και καταλαμβάνουν έδαφος που προηγουμένως θεωρούνταν ξένο/εξωτερικό προς την ταξική πάλη. Αλλά αυτή η συνύπαρξη ή συνάρθρωση διατηρεί ανέπαφα, και αν μη τι άλλο επανενισχύει και καθιστά πολύπλοκη, την ώθηση της συγκροτητικής διαδικασίας: από τα κάτω – η ζωή και η δύναμή της [potenza], οι κοινωνικές σχέσεις και η εκμετάλλευση, οι μοριακοί αγώνες, η γλώσσα και η μεταδοτικότητά της, κλπ. – μέχρι επάνω – προς την εδραιωμένη εξουσία [potere]. Η βία, που είναι επίσης μια αναπόσπαστη συνιστώσα της ταξικής πάλης και της εξουσίας [potere], επανανακαλύπτει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του δικαιώματος στην αντίσταση [ius resistentiae]: δεν είναι τόσο πολιτική και στρατιωτική εχθρότητα που ορίζει τη φυσιογνωμία και τον ρυθμό της όσο η “άμυνα των έργων της φιλίας”, η κοινωνική συνεργασία, οι εναλλακτικές μορφές ζωής.
6. Κομμουνιστές. Ποιοι είναι οι κομμουνιστές σήμερα; Ή, καλλίτερα, τι κάνουν; Μπορούμε να ξεκινήσουμε, σχηματικά, από μερικές ενδείξεις στο Μανιφέστο των Μαρξ και Ένγκελς: οι κομμουνιστές “φέρνουν στο προσκήνιο κοινά συμφέροντα”, πέρα από την τοπική/εθνική περίμετρο της πάλης· αφιερώνουν τον εαυτό τους παθιασμένα και με αποφασιστικότητα στη “διαμόρφωση του προλεταριάτου σε μια τάξη”· παλεύουν για να πάρουν την πολιτική εξουσία· εκφράζουν με έναν γενικό τρόπο τις “πραγματικές σχέσεις που ξεπηδούν από μια υπαρκτή ταξική πάλη” (“από μια ιστορική κίνηση που ξετυλίγεται μπροστά στα ίδιά μας τα μάτια”). Συνεπώς, οι κομμουνιστές, καταρχήν, κατακτούν ή κατασκευάζουν το κοινό στους αγώνες8. Μια διαδικασία που ακόμα πιο αναγκαία αν ασχολείται σοβαρά με τη μη αναγώγιμη πολλαπλότητα και τον παγκόσμιο ορίζοντα αυτών των αγώνων, την ανομοιότητα των ιστορικών ρυθμών, την προτερότητα των διαφορών επί των ταυτίσεων. Η διαμόρφωση του προλεταριάτου σε μια τάξη, όταν το πρώτο διαφεύγει μιας ομοιογενούς κωδικοποίησης, σημαίνει τη μετατόπιση της προσοχής από το υποκείμενο στις διαδικασίες υποκειμενοποίησης9. Η επερχόμενη τάξη δεν μπορεί παρά να είναι ένα “άπειρος καμβάς από μπαλώματα” ή ένα “παλτό αρλεκίνου”· η μέθοδος των κομμουνιστών, σύνθεση10. Ας βασιστούμε και πάλι στις μεταφορές των φιλοσόφων: να συνθέσουμε το προλεταριάτο σε τάξη σημαίνει τη δημιουργία ενός αρχιπελάγους, την σκιαγράφηση αστερισμών. Μόνο εν μέσω αυτής της διαδικασίας, η οποία είναι επίσης πάντα ένα εργαστήριο αυτομόρφωσης, είναι δυνατόν να γενικεύσουμε αγώνες, αν συλλάβουμε εγκάρσιες/διατέμνουσες πτυχές. Οι κομμουνιστές, στη μάχη, εκφράζουν αυτές τις πτυχές με την ίδια τη ζωή τους, δεν τις αναπαριστούν με λόγια.
7. Κομμουνισμός. Ο κομμουνισμός συγχέεται, συχνά, με το μοίρασμα των αγαθών, είτε φυσικών είτε τεχνητών. Αντίθετα, αξίζει να είμαστε κυριολεκτικοί: ο κομμουνισμός είναι “η κατάργηση της αστικής ατομικής ιδιοκτησίας”. Με την επίγνωση ότι αυτό σημαίνει μια κοινωνική σχέση εκμετάλλευσης, ισοδύναμης με την κλοπή της εργασίς των άλλων. Ακόμα καλλίτερα: αυτό που κλέβεται από τους άλλους είναι αυτό το πλεόνασμα, ή αυτό που δεν είναι αναγκαίο για την παραγωγή της ζωής αυτών που δουλεύουν. Αν δεν συλλαμβάνουμε αυτόν τον σκληρό πυρήνα, ο κομμουνισμός συγχέεται με το απλό πρόβλημα της δίκαιης κατανομής/διανομής του πλούτου. Είναι αλήθεια, όμως, ότι δεν υπάρχει εκμετάλλευση χωρίς την απόσπαση κατοχής/αποστέρηση (γης, μέσων παραγωγής, γενικά των αντικειμενικών συνθηκών της αναπαραγωγής): αυτό που πουλέται στην αγορά είναι η εργατική δύναμη, από τους φτωχούς, που δεν έχουν διαθέτουν τίποτα άλλο. Αλλά σήμερα, διαφορετικά από τον 16ο αιώνα, οι φτωχοί “ρίχνονται” άμεσα σε ένα δίκτυο επικοινωνίας και κινητικότητας που ο νέος τρόπος παραγωγής και η παγκοσμιοποίηση, σε αντίθεση με κάθετι και σύμφωνα με διαφορετικά καθεστώτα συμπερίληψης, έχουν καταστήσει δυνατό. Σε ένα σημαντικό κομμάτι του πλανήτη παραγωγικά εργαλεία, μεταξύ άλλων, έχουν κοινωνικοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό (πληροφορική, ψηφιακή εργασία κα.), και η αναπαραγωγή της ζωής έχει σε μεγάλο βαθμό χρηματιστικοποιηθεί (χρέος). Το κεφάλαιο, με αυτή την έννοια, προκρίνεται ως ένα εξαιρετικά διαρθρωμένο σύνολο “εξορυκτικών εργασιών”. Η “εξόρυξη” αξίας λαμβάνει χώρα από κάτω προς τα πάνω από την παραγωγική διαδικασία (γη, φυσικοί πόροι, ενοίκιο στις αστικές περιοχές, κα.) μέσω μηχανισμών αποστέρησης και περίκλεισης [enclosure]· λαμβάνει επίσης χώρα, όλο και περισσότερο, από πάνω προς τα κάτω [downstream], στη σύλληψη και τον έλεγχο, μέσω αλγορίθμων και της οικονομίας, της συνεργασίας και της κοινωνικής δημιουργικότητας. “Απαλλοτριώστε τους απαλλοτριωτές” (ή η ταξική πάλη) σημαίνει, τότε, την κατάργηση αυτής της ατομικής ιδιοκτησίας: το κοινό στον κομμουνισμό αφορά τόσο τα αγαθά και την πρόνοια – την κοινή τους χρήση, τη δημοκρατική διαχείρισή τους – και την απόρριψη της εργασίας κάτω από ένα αφεντικό, την εφεύρεση νέων νομισματικών μέτρων όσο και την αυτονομία της συλλογικής ευφυίας και της δημιουργικότητάς της (επιστημονικής, πολιτικής, οικονομικής, καλλιτεχνικής).
8. Μορφές ζωής. Η κομμουνιστική ιδιοποίηση/απαλλοτρίωση – ή η απόρριψη της μισθωτής εργασίς, η δημοκρατικοποίηση της πρόνοιας, κλπ. – είναι επίσης η κατάργηση/απαλλαγή [absolution] του “προσώπου”. Στην αστική κοινωνία, τονίζουν ο Μαρξ και ο Ένγκελς, μόνο το κεφάλαιο είναι “ανεξάρτητο και προσωπικό”, ενώ η ζωντανή εργασία είναι “απρόσωπη”. Εκεί που τελειώνει το κεφάλαιο εκεί τελειώνει και η ατομική φαντασίωση, με τις περιμέτρους της. Η φιλελεύθερη πολιτική παράδοση και, σήμερα, πολύ πιο ισχυρά, η νεοφιλελεύθερη κυβερνησιμότητα, επιμένουν στην αδιαμφισβήτητη πρωτοκαθεδρία του ατόμου μπροστά στην κοινωνία. Στην αρχή της αντεπανάστασης, ενώ συνέτριβε τους ανθρακωρύχους και γενικότερα τα συνδικάτα, η Μάργκαρετ Θάτσερ επαναλάμβανε το μάντρα: “δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως η κοινωνία· υπάρχουν μόνο άτομα”. Είναι ένα σλόγκαν που έχει ενσωματωθεί στην υπέρμετρη επέκταση της μορφής της επιχείρησης (ο ατομικός επιχειρηματίας), στον εγκωμιασμό του ανθρώπινου κεφαλαίου και στον πολλαπλασιαμό της αυτοαπασχόλησης. Για να τελειώνουμε με την εκμετάλλευση – τώρα που παίρνει τη μορφή της απόσπασης αξίας πέρα από τα τείχη του εργοστασίου, στην υπαγωγή της κοινωνικής συνεργατικότητας, την σύμπτωση ανάμεσα στον χρόνο για ζωή και στον χρόνο για εργασία – σημαίνει να απαλλαγούμε από τον ανταγωνιστικό ατομικισμό. Ο κομμουνισμός είναι η αυτονομία της εργασίας, η προτεραιότητα του παρόντος επί του παρελθόντος (κεφάλαιο, συσσωρρευμένη εργασία), και, συνεπώς, η επιβεβαίωση του μη αναγώγιμου κοινωνικού χαρακτήρα του ατόμου. Ακόμα περισσότερο: δεν υπάρχει κατάργηση της προσωπικότητας του κεφαλαίου χωρίς την κατεδάφιση της οικογένειας και της πατριαρχίας, χωρίς την εφεύρεση καινούριων αγαπητικών/ερωτικών θεσμών. Κι αυτό δεν είναι όλο. Ακριβώς επειδή σήμερα η δημιουργικότητα και η αισθητική διάσταση συνδυάζονται με την τεχνολογική και παραγωγική καινοτομία με έναν χωρίς προηγούμενο τρόπο, επαναλβάνουμε το γνωμικό του νεαρού Μαρξ: “η κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας είναι λοιπόν η πλήρης χειραφέτηση όλων των αισθήσεων”. Πέρα από τον Μαρξ, λέμε ότι η κατάκτηση νέων τρόπων αισθάνεσθαι δεν είναι μόνο ένα σημείο αφετητίας, αλλά αυτό που συνοδεύει κάθε διαδικασία απελευθέρωσης.
9. Πρόγραμμα. Όπως και η τάξη, το πρόγραμμα συντίθεται. Από αυτή την άποψη, δεν είναι τόσο “κοινωνικά ζητήματα” που είναι κρίσιμα αλλά οι αγώνες και οι διαδικασίες υποκειμενοποίησης. Αυτό είναι κάτι στο οποίο αξίζει να επιμείνουμε ώστε να διακρίνουμε κομμουνιστικές από λαϊκιστικές πολιτικές. Η μη αναγώγιμη πολλαπλότητα των ζητημάτων καθιστά τον λαό έναν “κενό σημαίνον”, που θα πληρωθεί μέσα από ένα σύνολο παρεκβατικών [discursive] και ηγεμονικών κινήσεων. Αντίθετα, η μη αναγώγιμη πολλαπλότητα των αγώνων και τα φαινόμενα πολιτικοποίησης που συνδέονται με αυτούς, ενσαρκώνουν τις διεκδικήσεις και τις παριστάνουν/εκτελούν άμεσα σε ένα πολεμικό και δημιουργικό επίπεδο· η ηγεμονία δεν αφορά πλέον μόνο τον λόγο [discourse], αλλά αντίθετα επιμένει σε μορφές ζωής. Η διαμόρφωση του προλεταριάτου σε μια τάξη σημαίνει “κατάκτηση της δημοκρατίας” εδώ και τώρα. Και η κατάκτηση της δημοκρατίας, εδώ και τώρα, σημαίνει απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών, να κάνεις το κοινό ενάντια στο κεφάλαιο και τις “εξαγωγικές” του λειτουργίες/επιχειρήσεις. Παρουσιάζουμε, λοιπόν, χωρίς καμμιά ιεραρχία, ένα πρόγραμμα ήδη αρκετά ισχυρό εντός των πολλών συγκρούσεων που έχουμε αναφέρει μέχρι τώρα· καθολικό βασικό εισόδημα, αποσυζευγμένο από την εργασιακή απόδοση και παρεχόμενο από τη γενική φορολόγηση· καθολικός ελάχιστος μισθός· μείωση του εργάσιμου χρόνου· ελευθερία μετακίνησης των ανθρώπων· φορολόγηση των assets, των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, των ρομπότ· απαλειφή των φορολογικών παραδείσων· ανάπτυξη της παραγωγής των κοινών και για τα κοινά (υγεία, περίθαλψη, καινοτομία κλπ.)· αδιάλειπτη υποστήριξη για τη δημόσια εκπαίδευση· αδυσώπητος αγώνας, ξεκινώντας από το νηπιαγωγείο, ενάντια στην πατριαρχία· εφαρμογή της ομορφιάς (στην πόλη, στην ύπαιθρο, στον πολιτισμό) κλπ.
10. Σοβιέτ. Τον Απρίλιο του 1917, ο Λένιν έγραψε: “το θεμελιώδες πρόβλημα όλων των επαναστάσεων είναι η κρατική εξουσία”. Ξεκινάμε λοιπόν από το ακόλουθο ερώτημα: ποια είναι η κρατική εξουσία σήμερα; Είναι ακόμα το κράτος, όπως εμφανιζόταν στον Λένιν και, μαζί μ’ αυτόν, στους κομμουνιστές του 19ου αιώνα, ο τόπος της μέγιστης συγκέντρωσης της πολιτικής εξουσίας; Συμφωνούμε μ’ αυτούς που, περιγράφοντας τη νεοφιλελεύθερη ορθολογικότητα, έχουν αμφισβητήσει τη ρητορική στα πρόσφατων χρόνια που επιμένει για την “εξάτμιση” του κράτους ή πανηγυρίζει το “ελάχιστο κράτος”. Όμως, το ευρωπαϊκό φιλελεύθερο μοντέλο τάξης [ordoliberal], από τη μια πλευρά, αλλά επίσης γενικότερα το μεγαλύτερο φορτίο των κρατών σε διαδικασία νεοφιλελευθεροποίησης που έχουν σαρώσει την παγκόσμια Ανατολή (ιδιαίτερα την Κίνα και τη Ρωσία), δείχνουν ένα εντελώς διαφορετικό σενάριο. Ξέρουμε εξίσου, όμως, πόσο η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση έχει αλλάξει άρδην χώρους και εξουσίες [poteri]. Τα εθνικά οικονομικά σύνορα έχουν αντικατασταθεί από ειδικές οικονομικές ζώνες, διαδρόμους, ροές, διεθνικές συμφωνίες κλπ. Σε τέτοιο βαθμό που δεν είναι πια δυνατόν να γίνει να συμπίπτει η πολιτική εξουσία, η αποτελεσματικότητά της, με την εξουσία του κράτους. Η δεύτερη είναι, αν μη τι άλλο, ένας σημαντικός παράγοντας εντός των διαδικασιών της νεοφιλελευθεροποίησης (“διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις”), χωρίς να είναι ποτέ καν ο μόνος ή προνομιακός ενορχηστρωτής τους. Η εξάντληση της αμερικάνικης ηγεμονίας, ο ορισμός ενός κανονικά πολυπολικού κόσμου, δεν εκμηδενίζει/ακυρώνει την παγκοσμιοποίηση· την εκλεπτύνουν/αρθρώνουν σύμφωνα με χωρίς προηγούμενο τροχιές, καθώς και από τη σκοπιά των πολεμικών κρίσεων. Το σύντομο κείμενο από τον Λένιν, που ανακαλέσαμε προηγουμένως, που αμφισβητεί την κρατική εξουσία μετά την επανάσταση του Φεβρουαρίου, επιτρέπει ένα αποφασιστικό πολιτικό φαινόμενο: τη “δυαδική εξουσία”. Από τη μια πλευρά, η εξουσία των αστών, από την άλλη, αν και εμβρυακή, η εξουσία των Σοβιέτ των εργατών, αγροτών και στρατιωτών. Η τελευταία είναι μια εξουσία [potere] – με τα λόγια του Λένιν – “του ίδιου είδους με αυτήν της Παρισινής Κομμούνας το 1871”: στη θέση των νόμων και του κοινοβουλίου, η άμεση πρωτοβουλία από τη βάση· στη θέση του στρατού και της αστυνομίας ο ένοπλος λαός· στη θέση της γραφειοκρατίας, η επιτακτική εντολή. Χωρίς τη δυαδική εξουσία, χωρίς την παραδειγματοποίηση και την εμβάθυνση μιας άλλης μορφής εξουσίας, η ανατροπή της αστικής εξουσίας, η επανάσταση, είναι αδύνατη. Ασκώντας κριτική στα συνδικάτα, ο Αντόνιο Γκράμσι παρουσίασε το εργοστασιακό συμβούλιο – στο οποίο ο μεμονωμένος μισθωτός εργάτης αντικαθίσταται από τον “παραγωγό”, ένα υποκείμενοο που αποφασίζει σχετικά με τη κοινωνική συνεργασία – ως “το μοντέλο του προλεταριακού κράτους”. Ακριβώς τώρα, που το κράτος δεν συγκεντρώνει πλέον την ολότητα της πολιτικής εξουσίας, τώρα που καινούριες ομαδώσεις διαρθρώνουν την παγκόσμια διακυβέρνηση, σήμερα που η ζωντανή εργασία έχει κατακτήσει σχεσιακή, γλωσσική, συναισθηματική πυκνότητα, η δυαδική εξουσία χάνει τον προσωρινό της χαρακτήρα για να γίνει το προνομιακό και μόνιμο πεδίο της κομμουνιστικής πρωτοβουλιακότητας. Αυτό δεν μας εμποδίζει, το αντίθετο μάλιστα, από το να αδράξουμε τις ευκαιρίες και να αναλάβουμε να κυβερνήσουμε, όταν το επιτρέπουν ευνοϊκές συγκυρίες. Ούτε διαγράφει την επίγνωση ότι το νεοφιλελεύθερο καθεστώς συχνά κινητοποιεί και αιχμαλωτίζει τις διαδικασίες αυτοοργάνωσης, καθιστώντας τις ένα διεκδικούμενο έδαφος. Αυτό σημαίνει, όμως, ότι χωρίς ένα (ισχυρό) διεθνικό, πυκνό δίκτυο αντιεξουσίας, Σοβιέτ, ακόμα και η κατάληψη του κράτους δεν κάνει καμμιά διαφορά, είναι καταδικασμένη να μην αφήσει κάποια σημάδια με διάρκεια. Η Κομμούνα πρέπει, συνεπώς, να συνδυαστεί με τα φαινόμενα του επαναστατικού συνδικαλισμού, γνήσιους θεσμούς της ζωντανής εργασίας στους οποίους ταξική πάλη και διαδικασίες πολιτικοποίησης, σύγκρουση και αυτο-κυβέρνηση πάνε χέρι-χέρι.
11. Μέλλον. Αν και στο πραγματικό κίνημα της ζωντανής εργασίας, στους αγώνες που τα άμεσα συμφέροντα φέρνουν στο φως, οι κομμουνιστές δείχνουν το ίδιο το “μέλλον του κινήματος”: με αυτή τη φράση κλείνει το Μανιφέστο του 1848. Καταδεικνύοντας το μέλλον, κάνοντάς το να ζει σε μοναδικούς αγώνες, σημαίνει – το ακούσαμε μόλις πριν με τον Γκράμσι – την παγίωση των “θεσμικών εμπειριών των καταπιεσμένων τάξεων”. Σημαίνει, επίσης, την επανακατάκτηση του μέλλοντος, την προεικόνιση, μετά από τόσα χρόνια υπό την επήρεια της δυστοπίας, με ένα παρόν που κρατά σφιχτά και χωρίς ανάσα, σαν να είναι σε ένα κλουβί· [σημαίνει] χρόνια νεοφιλελεύθερης υποτίμησης της λεπτής προλεταριακής τέχνης της οργάνωσης και του σχεδίου. Το να κάνουμε σχέδια, προφανώς, δεν έχει καμμιά σχέση με την βίαιη κολλεκτιβοποίηση με τη χρήση της κρατικής βίας. Σημαίνει, όμως, στην οριζοντιότητα των αγώνων, τη διεύρυνση του δυνατού πλεονάσματος· την παραμονή στο κίνημα με την επεξεργασία – θεσμικά – των δυνητοτήτων του· την σκιαγράφηση παραδειγμάτων και εργαλείων για μια κυβερνησιμότητα των κοινών. Ένα κομμουνιστικό σχέδιο, λοιπόν, είναι μια καινούρια κατασκευαστικότητα, στην οποία η παραγωγή, η αναπαραγωγή, η πολιτική απόφαση και οι μορφές ζωής γίνονται αδιαχώριστες.
1 Μεταφρασμένο από εδώ: https://www.viewpointmag.com/2018/01/31/11-theses-possible-communism.
2 Η C17 είναι ένας σύνδεσμος/ένωση και ένα δίκτυο ανεξάρτητων ή με πανεπιστημιακή βάση Ιταλών ερευνητών, πολιτικών ακτιβιστών, συγγραφέων, εκδοτών και δημοσιογράφων.
3 Στμ. Εδώ είναι που σηκώνει μεγάλη κουβέντα για τον νεοφιλελευθερισμό και τα όρια της ανάλυσης με βάση αυτή την έννοια. Γιατί πραγματικά δεν μπορεί να εξηγηθεί έτσι εύκολα ως “εσωτερική αντίφαση” η αντίθεση των παγκοσμιοποιητικών και των εθνικοκεντρικών τάσεων της σημερινής συγκυρίας της δυναμικής του κεφαλαίου.
4 Το caporalato, με την αρχική έννοια του όρου, είναι ένα ανεπίσημο σύστημα οργάνωσης εποχικών γεωργικών εργασιών που εκτελούνται από εργάτες που εισάγονται σε ομάδες εργασίας από μερικά άτομα σε αρκετές εκατοντάδες. Οι εργάτες αυτοί υπενοικιάζονται ουσιαστικά από έναν μεσάζοντα ο οποίος παρακρατά ένα ποσοστό από το μεροκάματο (πχ. https://it.wikipedia.org/wiki/Caporalato).
5 Στμ. Διαθεματικότητα και διαταξικότητα από μια εναλλακτική οπτική;
6 Στμ. Foodora: εταιρία διανομής μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας, αντίστοιχη της Deliveroo, με βάση το Βερολίνο.
7 Στμ. Η Διεθνής μέρα Απεργίας των γυναικών στις 8 Μάρτη του 2017. Δες και φέτος στην Ισπανία.
8 Στμ. Στο αγγλικό κείμενο αυτό είναι ένα σχετικό λογοπαίγνιο καθώς η ρίζα του “κομμουνισμού-communism” είναι το “κοινό-common”.
9 Στμ. Καταπληκτικό σημείο, ίσως το σημαντικότερο των Θέσεων. Σχεδόν “κατηγορική διαλεκτική”, με τη μετατόπιση από το “αντικείμενα” (τα υποκείμενα, εν προκειμένω) στις διαδικασίες συγκρότησής τους. Το βασικό δεν είναι στατικά, συγκροτημένα, αμετάβλητα υποκείμενα αλλά διαδικασίες συγκρότησης υποκειμενικότητας. Η υποκειμενοποίηση αναδεικνύεται έτσι ως διαδικασία και όχι ως κάτι που ενσαρκώνεται σε “υποκείμενα”. Σημαντική συνεισφορά στο “πρόβλημα της σύνθεσης”, επίσης, και ένα προχώρημα στη διαχείριση του ερωτήματος ότι σαφώς το προλεταριάτο υπάρχει αλλά δεν ξέρουμε ακριβώς “ποιο” είναι!
10 Στμ. Το patchwork! Και η συνθετική μέθοδος εναντίον της αναλυτικής. Το προλεταριάτο συντίθεται δια της συνθετικής μεθόδου και όχι της αναλυτικής, Με άλλα λόγια δεν συγκροτείται ως σύνολο από “συστατικά υποκείμενα” αλλά, μάλλον, συντίθεται από τις διαδικασίες εκείνες που καθιστούν κάποια υποκείμενα προλετάριους/ες, δηλαδή υποκείμενα εκμετάλλευσης στη διαλεκτική κεφαλαίου-εργασίας. Με άλλα λόγια το προλεταριάτο συγκροτείται ως διαδικασία εν τέλει από την ίδια την αντίφαση που το ορίζει (διαλεκτικός-κατηγορικός ορισμός) ως ο ένας πόλος της αντίφασης.