Η πολιτική κατάσταση στη Βενεζουέλα: Κρίση, τάσεις και η πρόκληση για την ανεξαρτησία της τάξης

των Víctor Vallejos και Juan Williams1,2,3

Μια εξέταση της διαδικασίας κοινωνικού μετασχηματισμού στη Βενεζουέλα, των λαϊκών αγώνων και των αντιφάσεων που προκύπτουν υπό τον Τσαβισμό, το PSUV και, τώρα, τον Μαδούρο.

Από τον μεταφραστή: Η μετάφραση του παρόντος άρθρου αποδείχτηκε δύσκολη εξαιτίας της πυκνότητας των ιδεών και επειδή η πολιτική ανάλυση και οι όροι χρησιμοποιούνται και κατανοούνται ως επί το πλείστον στα ισπανικά. Το άρθρο απευθύνεται κυρίως σε άτομα που διαθέτουν μια κατανόηση της ιστορίας της Βενεζουέλας και της περιοχής.

Από τους συγγραφείς: Το παρόν άρθρο είναι μια ταπεινή προσπάθεια συνεισφοράς σε έναν κριτικό ισολογισμό της διαδικασίας αλλαγής και της παρούσας πολιτικής κατάστασης στη Βενεζουέλα. Δεν προσποιείται ότι είναι ένα εξαντλητικό κείμενο, και αναγνωρίζουμε πως παρουσιάζει θεωρητικούς περιορισμούς. Η ανάλυσή μας συγκροτείται από το βλέμμα μιας ανοιχτόμυαλης επαναστατικής μαχητικότητας που ριζώνεται στον ελευθεριακό κομμουνισμό. Μια ουσιώδης πηγή αυτών των σκέψεων προκύπτει από συνεντεύξεις με μιλιτάντηδες και κοινωνικές οργανώσεις στην πόλη του Καράκας και την πολιτεία της Lara κατά τη διάρκεια του Φεβρουαρίου του 2016.

Τα τελευταία 17 χρόνια, η Βενεζουέλα έχει πειραματιστεί με μια διαδικασία προχωρημένου κοινωνικού μετασχηματισμού τόσο σε διεθνές όσο και τοπικό πλαίσιο. Παράλληλα με την επανατοποθέτηση του σοσιαλισμο ως ενός ορίζοντα προς κατάκτηση, αυτή η διαδικασία έχει επιτρέψει την πολιτικοποίηση και την ανάπτυξη ενός ευρέος λαϊκού κινήματος με βαθιές και ιστορικές ρίζες πέρα από την άνοδο του Τσάβες το 1992. Η αυξανόμενη επιρροή της Βενεζουέλας στην Λατινική Αμερική έλαβε χώρα κυρίως μεταξύ κρατών και κυβερνήσεων, προβάλλοντας – στο επίπεδο της συζήτησης – έναν λατινοαμερικάνικο επαναστατικό πόλο που καθιστούσε αναγκαία μια ρήξη από την ηγεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Όμως, όπως όλες οι διαδικασίες, η Βενεζουέλα έχει αναπτύξει πολλαπλές αντιφάσεις. Η Μπολιβαριανή κυβέρνηση κατάφερε να επιβάλλει μια αναδιανεμητική πολιτική που επέτρεψε την απόδοση ενός σημαντικού τμήματος των εσόδων από το πετρέλαιο στη βελτίωση των συνθηκών ζωής μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού στη διάρκεια των προηγούμενων 17 ετών. Παρ’ όλα αυτά, δεν έχουν υπάρξει ξεκάθαρα βήματα προς μια υπέρβαση του μοντέλου των πετρελαϊκών εσόδων υπό μια σοσιαλιστική προοπτική4. Οι επιτελείς της κυβέρνησης έχουν παραμείνει παγιδευμένοι ανάμεσα σε μια καθορισμένη κρατικο-καπιταλιστική πολιτική και ενσωματωμένες συμμαχίες με τομείς του “παραγωγικής” αστικής τάξης5. Αυτές οι στρατηγικές έχουν αποτύχει στη στόχευσή τους να διαφοροποιήσουν τον παραγωγικό πίνακα της χώρας, κάτι που είχε το τίμημά του για το λαϊκό κίνημα σε όρους της απώλειας της αυτονομίας του έναντι του επιχειρηματικού τομέα και του Κράτους.

Ο χαρακτήρας του Κράτους στη Βενεζουέλα δεν έχει μεταβληθεί ουσιαστικά. Αρχικά, ο Τσαβισμός κατάφερε να φύγει από το κέντρο της πολιτικής εξουσίας, αλλά όχι από την οικονομική εξουσία της παλιάς υποτελούς ολιγαρχίας της Συμφωνίας του Punto Fijo (Fixed Point)6. Επιπρόσθετα, η θεσμοποίηση συμμετοχικών χώρων άνοιξε στον πρωταγωνιστικό λαϊκό παράγοντα, που σε ένα πλαίσιο ενός κινητοποιημένου λαού, επέτρεψε μια γρήγορα ματιά στη δυνατότητα της υπέρβασης της λογικής της παραδοσιακής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Όμως, με δεδομένο ότι το λαϊκό στρατόπεδο εκχώρησε το έδαφος ως μια κινητοποιημένη και αυτοοργανωμένη δύναμη, κατέληξε να παγιώσει μια πελατειακή και γραφειοκρατική κρατική δομή7. Διαβρώσιμοι από την άνοδο τομέων ευθυγραμμισμένων με τον Τσαβισμό και προσδεμένοι στον τυχοδιωκτισμό, οι θεσμοί αυτοί σφετερίστηκαν τον συλλογικό πλούτο και κακοφόρμιζαν σε θέσεις εξουσίας προς την υπεράσπιση των δικών τους ταξικών συμφερόντων8.

Όμως, ο θάνατος του Τσάβες έφερε στο φως και άλλα προβλήματα που παρεμπόδιζαν τη βενεζουελάνικη διαδικασία. Η απώλεια στρατηγικής καθαρότητας και πολιτικής πρωτοβουλίας αντανακλά την απουσία ενός συλλογικού προσανατολισμού: μια προοπτική που καταπνίγηκε από τις αρχικές κινήσεις μιας εξαντλητικής/εκτεταμένης ηγεσίας που διορίστηκε από τον Τσάβες και επανενδυναμώθηκε από έναν ηγεμονισμό/αρχηγισμό [caudillista] που είναι ριζωμένος στην ιστορία αυτής της χώρας της Καραϊβικής9.

1.1. Η οικονομική κατάσταση

Όπως σημειώσαμε προηγουμένως, τα κέρδη από το πετρέλαιο είναι ένα από τα βασικά γνωρίσματα της οικονομίας της Βενεζουέλας. Με άλλα λόγια, η Βενεζουέλα αποσπά από την διεθνή αγορά ένα τεράστιο ποσό πλούτου που δεν παράγεται στη ίδια τη χώρα. Οι πωλήσεις του πετρελαίου ξεπερνούν το 90% των εθνικών εξαγωγών, συνιστώντας το κύρια εισροή ξένου συναλλάγματος σε δολλάρια. Αυτή η μονο-εξαγωγική συνθήκη ίσχυε πολύ πριν τον Τσαβισμό, καθορίζοντας τον παρασιτικό χαρακτήρα της αστικής της τάξης που εξαρτιώταν άμεσα στη έσοδα από το πετρέλαιο με τη μορφή επιδοτήσεων για εισαγωγές και παραγωγή10.

Το κύριο εσωτερικό εισόδημα της Μπολιβαριανής κυβέρνησης προέρχεται από την εθνικοποίηση της παραγωγής πετρελαίου και την αναδιανομή του πλεονάσματός της σε μεγάλα κομμάτια της εργατικής τάξης που ήταν προηγουμένως αποκλεισμένα. Αυτό οδήγησε στην εφαρμογή/άσκηση κοινωνικών πολιτικών που ανέβασαν τα στάνταρ του βιωτικού επιπέδου και την αξιοπρέπεια της εργατικής τάξης11. Όμως, αυτό δεν σήμαινε τον εκτοπισμό της ηγεμονικής συνθήκης της αστικής τάξης μέσα στην οικονομία, μιας και ο ιδιωτικός τομέας παρέμεινε πρακτικά άθικτος12. Στην πραγματικότητα, το Μπολιβαριανό σχέδιο που αποδόθηκε στην “εθνική και παραγωγική” επιχειρηματικότητα έπαιξε έναν σημαντικό ρόλο στις αλλαγές που επέφερε η Μπολιβαριανή διαδικασία13.

Οι υψηλές τιμές του πετρελαίου στη δεκαετία του 2000 επέτρεψαν μια αύξηση στην συσσώρευση του κεφαλαίου για έναν τομέα της αστικής τάξης της Βενεζουέλας την ίδια στιγμή που αυξανόταν οι κοινωνικές δαπάνες. Αυτή η κατανομή εισοδήματος τόσο για την αστική όσο και για την εργατική τάξη – που αποκαλείται ισορροπία διανομής από τον Ουρουγουανό οικονομολόγο Rodrigo Alonso – κατέστη μη διατηρήσιμη μετά την πτώση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου, ιδιαίτερα μετά το 201214. Η άνοδος τη εσωτερικής ζήτησης που εξαρτάται από τις εισαγωγές και, συνεπώς, από τα επιτόκια του ξένου συναλλάγματος και τα μειούμενα έσοδα σε δολλάρια εξαιτίας της χαμηλής τιμής του πετρελαίου για τη χώρα, αποτελούν την υλική βάση για τον πληθωριστικό κύκλο της χώρας. Εν τω μεταξύ, το “bachaquero15 (αποθησαύριση και λαθρεμπόριο) – ένα δευτερεύον φαινόμενο που επιδεινώθηκε με τον πληθωρισμό – αναπτύχθηκε από τις μη καλυπτόμενες εσωτερικές ανάγκες και είναι πιθανόν να αυξηθεί16.

Η τρέχουσα οικονομική κρίση είναι μια αντανάκλαση των ορίων του Βενεζουελάνικου “εισοδηματιστικού” [βασισμένου σε έσοδα, rentier] καπιταλισμού να διατηρήσει τις διαδικασίες της συμπερίληψης του λαού και να ανυψώσει τα βιωτικά στάνταρ της εργατικής τάξης. Παράλληλα, η αστική τάξη διατηρεί υψηλά επίπεδα κερδοφορίας που δεν αντιμετωπίζονται ως μια αποτυχία της σοσιαλστικής εμπειρίας17. Στην πραγματικότητα, συζητήσεις σχετικά με τις πιθανές εκβάσεις δείχνουν προς την ανάγκη να κοπεί αυτή η ισορροπία διανομής ανάμεσα στις τάξεις, βάζοντας ή την εργατική ή την αστική τάξη να πληρώσουν το κόστος της κρίσης. Από την μια πλευρά, υπάρχουν αυτοί που περιμένουν τα τυπικά νεοφιλελεύθερα μέτρα προσαρμογής (μείωση των κοινωνικών δαπανών, απελευθέρωση των τιμών, εργασιακή ανασφάλεια, κ.λπ.). Από την άλλη, εμφανίζονται προτάσεις για απαλλοτριώσεις (έλεγχος στο εξωτερικό εμπόριο, εθνικοποίηση των τραπεζών και στρατηγικών επιχειρήσεων και ιδιαίτερα τον τερματισμό της επιδότησής τους). Παρά την έντονη ή λιγότερο έντονη έμφαση στον λαϊκό έλεγχο πάνω σ’ αυτά τα μέτρα, η κυβέρνηση και άλλες κρατικές εξουσίες παραμένουν οι διαιτητές αυτών των παρεμβάσεων.

Υπάρχει συνείδηση του καταστροφικού πολιτικού κόστους που θα προκαλείτο από την εφαρμογή μέτρων προσαρμογής (λιτότητας). Επιπρόσθετα, αν το κόστος της κρίσης τοποθετείται είτε στην εργατική τάξη είτε στην μπουρζουαζία, υποτίθεται ότι η ένταση της σύγκρουσης μεταξύ των τάξεων θα αυξηθεί. Στα πρόσφατα χρόνια, το αυξανόμενο δημόσιο χρέος και το ζήτημα των κρατικών ομολόγων έχουν φέρει την έλλειψη ξένου συναλλάγματος, αλλά αυτό τους έχει επιτρέψει μόνο την εξαγορά χρόνου: χρόνου που επίσης τελειώνει18.

1.2. Η πολιτική κατάσταση

Η ήττα του Τσαβισμού στις εκλογές για την Εθνοσυνέλευση στις 6 Δεκέμβρη του 2015 ήταν σαρωτική και απρόσμενη. Αν και η πολύπλοκη οικονομική κατάσταση προεξοφλούσε ότι το αποτέλεσμα δεν θα ήταν ευνοϊκό για το PSUV, η Δεξιά δεν περίμενε να κερδίσει την πλειοψηφία της Εθνοσυνέλευσης. Επανεξετάζοντας τα αποτελέσματα, η εκλογική υποστήριξη για το κυβερνόν PSUV έχει μειωθεί, έχοντας ως αποτέλεσμα τη σημαντική ενίσχυση της αντιπολίτευσης. Αν οι εκλογές της 6ης Δεκεμβρίου 2015 συγκριθούν με τις προεδρικές εκλογές του 2013, ο Τσαβισμός έχασε σχεδόν 2 εκατομμύρια ψήφους (26.2%), αλλά η Δεξιά αυξήθηκε μόνο κατά 343.434 ψήφους, δηλαδή κατά 4.6%. Αν προσθέταμε σε αυτό το υψηλό ποσοστό άκυρων (4.77%, σχεδόν τριπλάσια άκυρα ψηφοδέλτια από τις προηγούμενες κοινοβουλευτικές εκλογές), η θέση για “ψήφο τιμωρίας” ως έκφρασης τμημάτων των Τσαβίστας που δεν είναι καθόλου χαρούμενοι με την συμπεριφορά της κυβέρνησης έχει νόημα19,20.

Αυτή η δυσαρέσκεια με την κυβέρνηση που παρουσιάστηκε στις κάλπες δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο από τις ελλείψεις στα εμπορεύματα ή τον πληθωρισμό. Η Βενεζουέλα έζησε μια συγκρίσιμη οικονομική κρίση την περίοδο ανάμεσα στο πραξικόπημα του Απριλίου του 2002 και την απεργία στην πετρελαιοβιομηχανία στα τέλη της ίδιας χρονιάς και η οποία διήρκεσε μέχρι τις αρχές του 2003. Ενώ η κατάσταση ήταν συντομότερη, εκείνη την περίοδο η υποτίμηση του νομίσματος και η συρρίκνωση της οικονομίας ήταν τεράστιες και, παρ’ όλα αυτά, ο πληθυσμός διατήρησε ισχυρή στήριξη στην κυβέρνηση, που αντιπροσωπευόταν με το σύνθημα “πεινασμένος και άνεργος στέκομαι στο πλευρό του Τσάβες”21. Στην πραγματικότητα, ήταν εκείνη την περίοδο που οι λαϊκές κινητοποιήσεις απάντησαν στο πραξικόπημα, εξελισσόμενες σε μια ριζοσπαστικοποίηση της διαδικασίας για την απόκτηση του ελέγχου στρατηγικών επιχειρήσεων και της αύξησης επιρροής σε διαφορετικούς θεσμούς. Τώρα έχει συμβεί το αντίθετο, όταν μια καινούρια στρατηγική εκφράστηκε από τη Δεξιά στις “guarimbas” του 2014 – μια σειρά συζητήσεων στρογγυλής τραπέζης – που παρώτρυνε την κυβέρνηση να δώσει στις βενεζουελάνικες επιχειρήσεις πόρους σε δολάρια και μεγαλύτερη άνεση στις εισαγωγές και τις εξαγωγές τους προς ενίσχυση της εθνικής παραγωγής22. Αυτή η τάση έχει βαθύνει όπως φαίνεται στη δημιουργία του Εθνικού Συμβουλίου της Παραγωγικής Οικονομίας, που αποτελείται κυρίως από επιχειρηματίες και την υποψηφιότητα του Miguel Perez Abad (πρώην προέδρου του Συνδέσμου Βιομηχανιών Fedeindustrias), ο οποίος θα ηγείται του Υπουργείου Παραγωγικής Οικονομίας23.

Η εκλογική ήττα της κυβερνώσας ελίτ άνοιξε τη δυνατότητα για τη Δεξιά να ξηλώσει τις αναδιανομητικές πολιτικές της Μπολιβαριανής κυβέρνησης, αλλά της επέτρεψε, επίσης, να σχεδιάσει την έξοδο του Μαδούρο πριν το τέλος της θητείας του24. Αν λάβουμε υπόψιν της απώλεια της επιρροής του Μαδούρο μέσα στο PSUV και την αναποτελεσματικότητα των μέτρων που προήγαγε η κυβέρνησή του για το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης, προκύπτει ένα σενάριο στο οποίο ο Μαδούρο θα χάσει την εκτελεστική εξουσία σύντομα. Στο πλαίσιο αυτό, ένα σημαντικό κομμάτι του PSUV και της κυβέρνησης προωθούν μια πολιτική επανπροσέγγισης και διαπραγμάτευσης με τομείς των “παραγωγικών” επιχειρηματιών, επιδιώκοντας να εμβαθύνουν μια συνεργασία με αυτόν τον τομέα ως ένα εργαλείο για το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης και τη σταθεροποίηση της πολιτικής κατάστασης. Αυτή η προσπάθεια θα οξύνει τις υποτιθέμενες αντιθέσεις ανάμεσα σ’ αυτόν την “παραγωγική” αστική τάξη και τον “παρασιτικό” της τομέα.

Την ίδια στιγμή, ο πιο παραγωγικός τομέας της Δεξιάς αμφισβητεί τη δυνατότητα μιας ειρηνικής, διαπραγματεύσιμης μετάβασης, που θα της επέτρεπε να ανακτήσει την εκτελεστική εξουσία αποφεύγοντας υψηλότερα επίπεδα αναταραχής και εμβάθυνσης των ταξικών αντιθέσεων. Ελπίζουν ότι τα πρώτα μέτρα νεοφιλελεύθερης οικονομικής προσαρμογής θα αρχίσουν με την κυβέρνηση Μαδούρο. Αυτό οφείλεται στην αδυναμία της Δεξιάς αντιπολίτευσης να ξεπεράσει τις δικές της εσωτερικές διαιρέσεις για να επανακτήσει την πολιτική ηγεμονία που κάποτε κατείχε. Όπως σημειώνει ο καθηγητής Roberto Lopez Sanchez: “Μια πιθανή άνοδος της φιλο-ιμπεριαλιστικής Δεξιάς θα παρήγαγε σενάρια ακυβερνησίας που θα υπερέβαιναν κατά πολύ οποιαδήποτε αντίστοιχα θα αντιμετώπιζε ο Τσαβισμός σε αυτά τα πρόσφατα χρόνια”25.

Η απόδοση προτεραιότητας στη συμμαχία με τη μπουρζουαζία ανατρέπει την ισορροπία δυνάμεων μέσα στις λαϊκές μάζες. Αυτό εκφράζεται στην όξυνση των αντιθέσεων ανάμεσα σε αναπτυγμένους τομείς της εργατικής τάξης και την Μπολιβαριανή κυβέρνηση. Ως παράδειγμα, σημειώνουμε ότι η σύγκρουση επηρέασε εργάτες στην Empresa de Propiedad Social Directa Comunal26 (EPSDC) “Proletarios Unidos” και αυτό σε συνδυασμό με τον δήμο [commune] Pío Tamayo στην πόλη Barquisimeto, στην πολιτεία της Lara.

Η EPSDC “Proletarios Unidos” προέκυψε από μια πρωτοβουλία εργατών από τη Βραζιλία στη ζυθοποιία Brahama, που μετά την αδικαιολόγητη εγκατάλειψη από την ιδιοκτήτρια εταιρεία αποφάσισαν να μην δεχτούν τον διακανονισμό που τους προσφέρθηκε και επέλεξαν να καταλάβουν το εργοστάσιο με την προοπτική να το κάνουν αυτοδιαχειριζόμενο. Από κείνη τη στιγμή, οι εργάτες αναγκάστηκαν να αντιμετωπίσουν τους πρώην ιδιοκτήτες και τη δεξιά κυβέρνηση της πολιτείας Lara. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι/παράγοντες/ιθύνοντες προσπάθησαν να υπονομεύσουν και να παρεμποδίσουν την εδραίωση του σχεδίου των “Proletarios Unidos”. Στην πορεία, οι εργάτες ξεκίνησαν έναν διάλογο με τους κομμουνάρους της κομμούνας “Pío Tamayo”, οι οποίοι είχαν εμπλακεί σε μια ενδιαφέρουσα εμπειρία οικοδόμησης λαϊκής εξουσίας τόσο σε “γεωγραφικές” [territorial] όσο και παραγωγικές περιοχές.

Όμως, παρά τις τεράστιες προσπάθειες των πρώην εργατών της Brahama και της κομμούνας Pío Tamayo, η κυβέρνηση σκέφτεται την πιθανότητα να μεταφέρει το εργοστάσιο στον όμιλο Cisneros Group, ιδιοκτησίας ενός Βενεζουελάνου επιχειρηματία με επιρροή και μέλους της Barrick Gold Corporation27. Αυτό προϋποθέτει ότι μια συμμαχία με αυτόν τον οικονομικό όμιλο που είναι μια επιτομή της αστικής “βιομηχανίας” θα επέτρεπε στην κυβέρνηση να υπονομεύσει την οικονομική δύναμη του Lorenzo Mendoza, προέδρου των επιχειρήσεων Polar, ενός ομίλου που αυτή τη στιγμή ελέγχει την αγορά μπύρας και τροφίμων στη Βενεζουέλα. Αυτή η κατάσταση συγκρίνεται με την εμπειρία άλλων επιχειρήσεων που προσπάθησαν να γίνουν αυτοδιαχειριζόμενες από τους εργάτες σε συμμαχία με οριζόντιες οργανώσεις βάσης που βρίσκονται στις κομμούνες. Στην πόλη Barquisimeto, εταιρείες κάτω από άμεσο κοινωνική κοινοτιστική ιδιοκτησία, όπως οι Beneagro και Potters of Grez, έχουν παρεμποδιστεί από επιχειρηματικό σαμποτάζ καθώς και την κρατική γραφειοκρατία και μια πολιτική συμμαχίας ανάμεσα στους κυβερνητικούς τομείς και την μπουρζουαζία.

1.3. Ο “λαϊκός παράγοντας”: Η εργατική τάξη ως μια μηχανή για οποιονδήποτε μετασχηματισμό28

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η μπολιβαριανή διαδικασία, μαζί με τις αντιθέσεις της, έχει πολιτικοποιήσει ευρέα στρώματα του πληθυσμού και έχει δημιουργήσει άμεσες εμπειρίες την οικοδόμηση λαϊκής εξουσίας. Εντός της τελευταίας μιλάμε για κομμούνες, εταιρείες υπό εργατικό έλεγχο και αυτοδιευθυνόμενες γειτονιές – τόσο αστικές όσο και στην ύπαιθρο29,30. Δυστυχώς αυτές οι γνήσιες οργανώσεις της εργατικής τάξης απέχουν πολύ από το να είναι ηγεμονικές. Έχουν να παρακάμψουν και να ξεπεράσουν τις πελατειακές σχέσεις που έχουν βαθύνει εξαιτίας των τεράστιων οικονομικών πόρων της κυβέρνησης. Με το πέρασμα των χρόνων, αυτές οι σχέσεις κατεύνασαν την πολιτική πρωτοβουλία των λαϊκών τάξεων.

Πιστεύουμε ότι η εργατική τάξη στέκεται ως μια αποφασιστική δύναμη για την οικοδόμηση μιας επαναστατικής απάντησης στη σημερινή κρίση· ένας παράγοντας που έχει υποβαθμιστεί/παραμεριστεί εξαιτίας των επιφανειακών (θεσμικών) αλλαγών που κατανοούν τη διαδικασία ως αποκλειστικά διαχειριζόμενη από την κυβέρνηση και τους κρατικούς θεσμούς. Ο López Sánchez έχει διατυπώσει την άποψη ότι από τα μέσα του 20ου αιώνα η Βενεζουελάνικη αριστερά έχει υποφέρει από την ανικανότητα να εμπλακεί στα πραγματικά στάδια της ανάπτυξης της εργατικής τάξης31. Αντίθετα, έχει εστιάσει στην οικοδόμηση θεσμικών σχέσεων πο υποβιβάζουν την εργατική τάξη είτε στην εκλογική υποστήριξη είτε στην παρακολούθηση “περιπάτων” της πρωτοπορίας ενός “αντάρτικου” [foquista] χαρακτήρα32.

Ξανακοιτάζοντας την πρόσφατη ιστορία της Βενεζουέλας, αυτό που είναι αξιοπαρατηρήσιμο είναι η λίγο-πολύ αυθόρμητη αντίδραση του εργαζόμενου λαού που έχει μεταβάλλει τον συσχετισμό δύναμης. Αυτό πειλαμβάνει τον ρόλο του στο σταμάτημα του πραξικοπήματος του Απρίλη του 2002, κάτι που άνοιξε βαθιές αλλαγές τόσο για τη Βενεζουέλα όσο και για ολόκληρη την ήπειρο. Στην περίπτωση αυτή, ούτε οι διοργανωτές του πραξικοπήματος ούτε η κυβέρνηση της Βενεζουέλας σκέφτηκαν ότι θα μπορούσε η εργατική τάξη να γείρει την πλάστιγγα προς την εμβάθυνση της διαδικασίας των αλλαγών. Ήταν η συμμετοχή του ίδιου κόσμου και η επιχειρησιακή ικανότητα των εργατών του PDVSA που ξανάρχισαν την παραγωγή πετρελαίου στη διάρκεια του “πετρελαϊκού πραξικοπήματος” την περίοδο 2002-2003, παρά την δυσπιστία από τους πραξικοπηματίες διευθυντές33. Εκείνη τη στιγμή, οι Τσαβίστας είχαν ήδη σχεδιάσει μια οργανωμένη αντίδραση στο πραξικόπημα που θα μπορούσε να στηριχτεί στη λαϊκή υποστήριξη, που ήταν ο ρόλος που ανέλαβαν οι Μπολιβαριανοί κύκλοι.

Ακριβώς μετά την συγκυρία του 2002-2003, η αυτοοργάνωση στην εργατική τάξη ενισχύθηκε με πολλαπλές μορφές ενός μαζικού χαρακτήρα όπου οι νέοι και οι γυναίκες απέκτησαν καινούρια σπουδαιότητα και προβολή34. Το διάστημα 2006-2007 αυτή η διαδικασία έφτασε στην κορύφωσή της για να ακολουθήσει η πτώση της. Από τα μαζικά δίκτυα κοινοτικών ΜΜΕ στην ANMCLA, την ανανέωση των συνδικάτων που περιελάμβανε τη δημιουργία τς Εθνικής Ένωσης Εργατών (National Union of Workers, UNT) ενάντια στην διασπασμένη CVT (Συνομοσπονδία Εργατών Βενεζουέλας) ή τη δημιουργία Κοινοτικών Συμβουλίων ως μορφών εδαφικής αυτοδιοίκησης, όλοι είχαν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της ανεξαρτησίας από την κυβέρνηση35. Η κατάρρευση μερικών από αυτές τις οργανώσεις (όπως η ANMCLA) επήλθε τελικά, όπως και η εξαφάνιση και η ουσιαστική αντικατάσταση άλλων (όπως της UNT από την Μπολιβαριανή Συνομοσπονδία Σοσιαλιστών Εργατών, CBST) και τον πελατειακό τύπο αποδοχής των άλλων (τα περισσότερα κοινοτικά συμβούλια που σήμερα λαμβάνουν επιδοτήσεις). Η μη επίλυση αυτού του προβλήματος από μια προοπτική της ανεξαρτησίας της τάξης είναι στη ρίζα αυτού που κάποιοι αναγνωρίζουν/ταυτοποιούν ως την παρακμή αυτής της διαδικασίας αυτοοργάνωσης [autogestión].

Σήμερα η εργατική τάξη της Βενεζουέλας διαθέτει ακόμα αρκετές οργανώσεις με σημαντική ικανότητα πάλης. Η πιο ενδιαφέρουσα συνάρθρωση αυτής της ικανότητας είναι ανάμεσα σε κοινοτικές οργανώσεις με αποτελεσματικό εδαφικό έλεγχο, που αντιπροσωπεύουν αυθεντικές εκφράσεις λαϊκής εξουσίας. Όμως, είναι φανερό ότι αυτές και άλλες οργανώσεις βρίσκονται σε άμυνα. Πιο ανησυχητική είναι η πιθανότητα στο μέλλον να βρεθούν σε ακόμα πιο στενή πολιορκία36.

1.4. Πραγματικές τάσεις

Αυτή τη στιγμή, είναι ξεκάθαρο ότι τα μέτρα της κυβέρνησης Μαδούρο έχουν αποτύχει ν’ ανοίξουν έναν δρόμο για την υπέρβαση της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, η οποία επηρεάζει εκατομμύρια μέλη της εργατικής τάξης της Βενεζουέλας, συμπεριλαμβανομένων των πιο εύπορων στρωμάτων37. Είναι αυτοί που υφίσταναι καθημερινή υποτίμηση των μισθών τους, ελλείψεις φαρμάκων, δυσκολιες στην εύρεση τροφίμων και άλλων αναγκαίων αγαθών. Από την πλευρά της, η αντιπολίτευση προωθεί μια στρατηγική χαρακτηριζόμενη από μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα σε μια θέση ισχύος στους δρόμους – με φασιστικές λεπτές αποχρώσεις – απαιτώντας από τον Μαδούρο να εγκαταλείψει την εκτελεστική εξουσία και μια όψιμη δέσμευση για ένα ανακλητικό/ακυρωτικό δημοψήφισμα υπό το Μπολιβαριανό Σύνταγμα38. Αυτό το εν τέλει δημοψήφισμα θα διεξαχθεί στη διάρκεια του 2016 ώστε η Δεξιά να μπορέσει να ανακτήσει πολιτική ισχύ μέσω των πρόσφατα προκηρυχθέντων εκλογών.

Σε διεθνές επίπεδο, αυτή η στρατηγική αρθρώνεται από τον ρόλο των ΗΠΑ και γειτονικών δεξιών καθεστώτων. Η διαρκής παρείσδυση από Κολομβιανούς παρακρατικούς με στόχο την αύξηση των επιπέδων βίας και της δημιουργίας μιας κατάστασης χάους είναι μια από τις πιο επικίνδυνες εξελίξεις, αν λάβουμε επίσης υπόψιν τις διαρκείς εκκλήσεις για την εφαρμογή μιας δημοκρατικής ντιρεκτίβας του OAS (Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών)39. Και τα δυο στοιχεία αναδεικνύουν την πιθανότητα ξένης στρατιωτικής επέμβασης. Αυτό δεν σημαίνει ότι μια τέτοια επέμβαση θα συμβεί, αλλά η απειλή είναι ένα στοιχείο πίεσης.

Η κυβέρνηση του Μαδούρο έχει εμβαθύνει τη συμμαχία της με τον επιχειρηματικό τομέα της “βιομηχανίας”, γινόμενη ταυτόχρονα όλο και πιο αυταρχική ενισχύοντας τους δεσμούς της με την στρατιωτική ηγεσία με σκοπό να καθυστερήσει το ακυρωτικό δημοψήφισμα40,41. Εν τω μεταξύ, είναι καλά γνωστό ότι συνεχίζοναι μυστικές διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση και την πολιτική αντιπολίτευση για τη συζήτηση μιας ειρηνικής μετάβασης.

Αυτή η κατάσταση έχει οδηγήσει στην απώλεια λαϊκής υποστήριξης προς την κυβέρνηση. Ένας σημαντικός τομέας των μαχητικών υποστηρικτών της (αφοσιωμένα μέλη) βαρύνουν/κλίνουν προς τους πιο κρίσιμους τομείς που κεφαλαιοποιούσαν από αυτή την αυξανόμενη δυσαρέσκεια. Οργανώσεις όπως η Marea Socialista – κομμάτι των de facto διαγραφών από το PSUV – έχουν συμμετάσχει σ’ αυτή την δυσαρέσκεια42. Προγραμματικά, οι κριτικές αυτές δεν διαφέρουν από κριτικές στο εσωτερικό του PSUV, παρ’ όλα αυτά αναδεικνύουν περισσότερο την ανάγκη για ελέγχους, για αντιμετώπιση της διαφθοράς κ.λπ. Κατά την άποψή μας, δεν επισημαίνουν τις δομικές διαστάσεις της παρούσας κρίσης. Με δεδομένη την εμβέλειά τους και την ενσωμάτωσή τους εντός των οργανώσεων της εργατικής τάξης, δεν συνιστούν μια πραγματική εναλλακτική στην πολιτική κατάσταση.

Η πλειοψηφία της Αριστεράς – οργανώσεις βάσης του PSUV που βρίσκονται εκτός του εσωτερικού κύκλου του κόμματος – παραμένουν χωρίς αντίδραση σχετικά με αυτές τις επικίνδυνδες εξελίξεις. Μια σημαντική πτυχή αυτής της παθητικότητας είναι ότι μια ολόκληρη γενιά νέων ανθρώπων δεν μπορούν να χωνέψουν να χάσουν την κυβέρνηση μετά από 17 χρόνια, ενώ μια μειοψηφία έχει επίγνωση αυτών των πιθανοτήτων. Αλλά εστιάζουν πρωτίστως στη νίκη του Μαδούρο στις επερχόμενες εκλογές υπερεκτιμώντας τις δημοκρατικές δικλείδες των αστικών θεσμών και τη διατήρηση ενός εκλογικού εργαλείου του PSUV στον απόηχο μιας ήττας που δεν θα είναι μόνο στις κάλπες. Αυτό θα επηρεάσει άμεσα τις μαχητικές οργανώσεις στην οικονομική και κοινωνική αρένα. Ως ένα τελευταίο σημείο, παραμένει μια μειοψηφική τάση που αναγνωρίζει τις συνέπειες ενός σεναρίου που θα αντιστρέψει τα κοινωνιά οφέλη και θα βάλει την εργατική τάξη σε μια θέση άμυνας. Δυστυχώς, δίνεται μεγαλύτερη έμφαση σε μια στρατιωτική στρατηγική παρά σε μια κοινωνική αντίδραση, οι συνέπειες της οποίας μπορεί να είναι εξίσου καταστροφικές με τις εμπειρίες των δεκαετιών του 1960 και 1970. Υπάρχει μια ανησυχητική αδράνεια από ειλικρινείς επαναστατικούς τομείς που περιμένουν έναν καινούριο ηγέτη ή ηγεσία, μάλλον, παρά να οργανώσουν και να ανανεώσουν μια καινούρια στρατηγική και προγραμματική συζήτηση στη βάση τους.

1.5. Τελικές σκέψεις

Στα λίγα πρόσφατα χρόνια, οι αριστερίστικες οργανώσεις στη Χιλή έχουν οργανώσει μια σειρά συζητήσεων σχετικά με την οικοδόμηση ενός στρατηγικού δρόμου για την ανατροπή του καπιταλισμού και των νεοφιλελεύθερων συστατικών του, με τον σοσιαλισμό ως ορίζοντα του δρόμου αυτού. Οι αναφορές στις προοδευτικές ή αριστερίστικες κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική ήταν αναπόφευκτες. Δυστυχώς, οι εμπειρίες αυτές αποτιμώνται με ένα επιφανειακό και μη-κριτικό μάτι. Από την σκοπιά του λατινοαμερικάνικου πλαισίου, οι διαδικασίες αυτές χαρακτηρίζονται από τελμάτωμα, υποχώρηση ή κρίση. Οι διάφορες κυβερνήσεις, με αξιοσημείωτες διαφορές μεταξύ τους, ήρθαν στην εξουσία ως αντίθετες στις κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες πολιτικές της δεκαετίας του 1990. Θα πρέπει να επιθεωρήσουμε/ξανακοιτάξουμε διεξοδικά αυτές τις εμπειρίες ώστε να ξεκαθαρίσουμε τα δικά μας προβλήματα που προκύπτουν καθώς παίρνουμε το μοναπάτι ενός ριζικού/βαθέος μετασχηματισμού.

Από αυτή την άποψη, κοιτάζοντας τη εμπειρία της Βενεζουέλας, υπάρχουν αρκετά στοιχεία που μοιάζουν σχετικά να αναφέρουμε. Πρώτον, η πολιτική των διαταξικών συμμαχιών που προάγεται από την κυβέρνηση, όπου αποδίδεται ένας ρόλος σε σχετικούς τομείς της “βιομηχανικής” μπουρζουαζίας, μοιάζει λαθεμένη αν αυτό που επιδιώκεται είναι ένα μετα-καπιταλιστικό σχέδιο. Θυμηθείτε ότι αυτός ο τομέας είναι σχεδόν αμελητέος σε μια οικονομία βασισμένη στα έσοδα και με έναν χαρακτήρα όπως αυτός της Βενεζουέλας. Επιπλέον, είναι καθαρό ότι αυτή η συμμαχία, μαζί με τις συμμαχίες που έχουν θεμελιωθεί με άλλες βιομηχανικά ισχυρές χώρες και τις αντίστοιχές αστικές τους τάξεις, δεν έχουν επιτρέψει στη Βενεζουέλα να διαφοροποιήσει τον παραγωγικό της χάρτη, που βασίζεται στις δικές της βιομηχανικές συνιστώσες που δεν της επιτρέπουν να ξεπεράσει τον εξαρτημένο από τα πετρελαϊκά έσοδα χαρακτήρα της. Αντίθετα, αυτή η συμμαχία έχει αποδυναμώσει τις εργαζομένες τάξεις της Βενεζουέλας και τις εμπειρίες τους στην άμεση αυτοδιαχείριση της παραγωγής, προκαλώντας ακόμα και αντικειμενικές αντιθέσεις ανάμεσα στο λαϊκό κίνημα της Βενεζουέλας και την Μπολιβαριανή κυβέρνηση.

Αυτές οι αντιθέσεις δεν υπάρχουν μόνο στο οικονομικό και παραγωγικό επίπεδο. Μια πλευρά που προσελκύει την προσοχή είναι το χάσμα ανάμεσα στο εργαλείο του κράτους στο θεσμικό επίπεδο που διανοίγει τεράστιες ευκαιρίες για τον ρόλο του λαϊκού παράγοντα στη διαχείριση των κοινών [και αυτό που όντως συμβαίνει]. Στην πράξη, γεννήθηκε μια καινούρια φατρία/κλίκα της άρχουσας τάξης (η Bolibourgeois, η “Μπολιμπουρζουαζία” δηλαδή η Μπολιβαριανή μπουρζουαζία) καθώς και μια εξαιρετικά διεφθαρμένη γραφειοκρατία. Καταπνίγουν επίσης και διαστρέφουν τις εμπειρίες οικοδόμησης μιας προχωρημένης λαϊκής εξουσίας που κατέληξαν να ενδίδουν στο βάρος της γραφειοκρατίας ή της επιχορήγησης υπό το πατρονάρισμα μιας κυβερνητικής λογικής.

Στο ίδιο πνεύμα, η απουσία μιας συλλογικής ηγεσίας που να μπορεί να ξεπεράσει το κυρίαρχο πολιτικό όραμα που αντιπροσωπεύεται από τον Ούγκο Τσάβες, μοιάζει ένα κεντρικό στοιχείο που εξηγεί εν μέρει τον αποπροσανατολισμό και την απώλεια της καθαρότητας στρατηγικής του λαϊκού κινήματος στη Βενεζουέλα και της επαναστατικής Αριστεράς. Μια συζήτηση πάνω στα πολιτικά εργαλεία που μπορούν να διοχοτεύσουν την συλλογικότητα στην ηγεσία γίνεται όλο και περισσότερο σημαντική κάτω από αυτές τις περιστάσεις. Αν και αξιόλογοι σύντροφοι, τόσο εντός όσο και εκτός του PSUV, έχουν αναδείξει αυτά τα ζητήματα στα πρόσφατα χρόνια, αυτές οι προσπάθειες δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί σε κάτι.

Τέλος, αν και επιμένουμε ότι η Αριστερά θα πρέπει να διατηρήσει μια κριτική οπτική απέναντι σε αυτήν και άλλες διαδικασίες, δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι στη διάρκεια αυτών των 17 χρόνων, οι εργατικές τάξεις της Βενεζουέλας έχουν προσφέρει στους λαούς της Λατινικής Αμερικής και του κόσμου ολόκληρου, πολυάριθμα μαθήματα κουράγιου, πίστης και δημιουργικότητας. Ακόμα και με τις τωρινές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα αδέρφια μας στη Βενεζουέλα, δεν μπορούμε να χάσουμε από τα μάτια μας την ανάγκη να χτίσουμε και να δυναμώσουμε γέφυρες συγκεκριμένης και αποτελεσματικής αλληλεγγύης ανάμεσα στους αγωνιζόμενους.

1 Μετάφραση: Romina Akemi, από την Militants Solidaridad – Federación Comunista Libertaria (Chile), Μάιος-Ιούνιος 2016.

2 Το πρωτότυπο στα ισπανικά από το Anarkismo.net https://www.anarkismo.net/article/29387.

3 Αρχική μετάφραση στα αγγλικά δημοσιευμένη στον ιστότοπο Black Rose Federation.

4 Υπάρχουν αρκετοί ερευνητές που δηλώνουν ότο ο καπιταλιστικός τομέας της οικονομίας της Βενεζουέλας, ιδιαίτερα αυτός των εσόδων από εκμισθώσεις, έχει παραμείνει άθικτος όλα αυτά τα χρόνια. Συνιστούμε τα επιχειρήματα που παρουσιάζονται από την Cira Pascual, καθηγήτρια πολιτικών επιστημών στο Μπολιβαριανό Πανεπιστήμιο της Βενεζουέλας http://www.rebelion.org/noticia.php?id=206456 y http://www.rebelion.org/noticia.php?id=208627.

5 Ως ένα παράδειγμα, επισημαίνουμε την περίπτωση της SIDOR. Το 2008, ως απάντηση στις εργατικές κινητοποιήσεις, η Μπολιβαριανή κυβέρνηση αγόρασε της αργετίνικες επιχειρήσεις από Αργεντίνους εργοδότες, κυρίως από την βιομηχανία ατσαλιού. Αρχικά, παρουσιάστηκε το μοντέλο του “εργατικού ελέγχου” που επιδίωκε τη συμμετοχή της κοινότητας στη λειτουργία του εργοστασίου. Στο τέλος, η κυβέρνηση αποφάσισε να λειτουργήσει την εταιρεία με έναν γραφειοκρατικό τρόπο, τοποθετώντας στρατιωτικούς ως διευθυντές και ακυρώνοντας/ανακαλώντας τη συμμετοχή των εργαζομένων. Τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά, επιβραδύνοντας σταδιακά την παραγωγή εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Δείτε “Control Obrero y Autogestión, el ejemplo del complejo industrial SIDOR en Venezuela” (“Εργατικός έλεγχος και αυτοδιαχείριση, το παράδειγμα της βιομηχανίας SIDOR στη Βενεζουέλα”), του Sébastien Brulez, στον τόμο “América Latina, Emancipaciones en Construcción” (“Λατινική Αμερική, χειραφέτηση στον κατασκευαστικό τομέα”), με εκδότη τον Franck Gaudichaud.

6 Η πολιτική συμμαχία COPEI (Χριστιανοδημοκρατική παράταξη) και η Δημοκρατική Δράση (“ανανεωτικοί” Σοσιαλδημοκράτες) που μοιράστηκαν την εξουσία από το 1958 μέχρι το 1998. Αυτή τη στιγμή είναι μέρος του μπλοκ της αντιπολίτευσης MUD (Mesa de Unidad Democrática, Γραφείο της Δημοκρατικής Ενότητας).

7 Αυτό είναι πρωτίστως στην αρένα της αυτοοργάνωσης της εργατικής τάξης αλλά, επίσης, και στο βασίλειο των θεσμοποιημένων πολιτικών. Σε ένα σημείο, η πολιτική τάξη σήμαινε μια κληρονομημένη θεσμική “πολιορκία”, αλλά επίσης και έναν στοχασμό στη λειτουργία των νέων κρατικών θεσμών (ως ένα παράδειγμα las Misiones). Δείτε την ενότητα 1.3 του παρόντος άρθρου.

8 Η ανάδυση της “boliburguesía” (“μπολιμπουρζουαζίας”, δηλαδή της μπολιβαριανής μπουρζουαζίας) είναι ένας ανακριβής αλλά μάλλον διαδεδομένος όρος, αναφερόμενος κυρίως σε οικονομικές ομάδες που έχουν πλουτίσει μέσω της πρόσβασης σε συγκεκριμένους επχειρηματικούς τομείς. Λαμβάνουν επιχορηγήσεις χάρις στην εγγύτητα και στη συνεργασία τους με τη κυβέρνηση Τσάβες.

9 Caudillismo (στα ελληνικά θα λέγαμε: αρχηγισμός), ένα στοιχείο βαθιά ριζωμένο στην πολιτική κουλτούρα της Βενεζουέλας, είναι ξακάθαρα εμφανές στην υπεβολική λατρεία της εικόνας του Τσάβες και στην μη κριτική θεώρηση της ηγεσίας του που κυριαρχεί σε μεγάλα τμήματα του πολιτικού και κοινωνικού φάσματος της χώρας. Παρ’ όλα αυτά, πρόκειται για ένα στοιχείο που προηγείται της εμφάνισης του Τσάβες και μπορεί να ανιχνευθεί σε ολόκληρη την μετα την ανεξαρτητοποίηση ιστορία της Βενεζουέλας: “Όπως το 1814, ο θάνατος του ηγέτη που καθοδήγησε το επαναστατικό κίνημα των μαζών, του Ezequiel Zamora, άφησε ανολοκλήρωτους πόθους στις τάξεις της αγροτιάς…Και πάλι, η απουσία μιας στιβαρής συλλογικής ηγεσίας για να συνεχίσει τον αγώνα, περιέκοψε τις ευκαιρίες για έναν θρίαμβο των απόκληρων”. Roberto López: El Protagonismo Popular en la Historia de Venezuela (Caracas: Editorial Trinchera, 2015).

10 Αυτός ο παρασιτικός χαρακτήρας εκφράζεται από το γεγονός ότι για τη βενεζουελάνικη μπουρζουαζία έχει υπάρξει ιστορικά πιο επικερδές να ιδιοποιείται τα έσοδα από το πετρέλαιο από το να εισάγει καταναλωτικά αγαθά, αποφεύγοντας το ρίσκο της επένδυσης εντός της χώρας επιδιώκοντας τη διαφοροποίηση του πίνακα παραγωγής. Για μεγάλο μέρος του 20ου και του 21ου αιώνα, οι κοινωνικές συγκρούσεις στη χώρα μπορούν να αναλυθούν μέσω της διαμάχης για την ιδιοποίηση των εσόδων από το πετρέλαιο.

11 Αυτό συμπεριλαμβάνει και τον αποκαλούμενο “πλεονάζοντα πληθυσμό” της εργατικής τάξης, αυτούς που αποκλείονται από την καπιταλιστική παραγωγή.

12 Η κρατική συμμετοχή στην οικονομία αυξήθηκε μόνο κατά 0.37% ανάμεσα στο 1999 και το 2014.
http://www.aporrea.org/trabajadores/a213256.html.

13 Μεταξύ άλλων, στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας.

15 Στμ. Bachaquero: στα ελληνικά θα το αποδίδαμε ως μαυραγοριτισμό. Ο όρος, που προέρχεται από τα φυλλοβόρα μυρμήγκια (bachacos) που μπορούν να κουβαλάνε στην πλάτη τους φορτία πολλαπλάσια του βάρους τους, αποδόθηκε για πρώτη φορά στους λαθρέμπορους που δρούσαν στα δυτικά σύνορα της Βενεζουέλας πριν από αρκετά χρόνια. Τώρα είναι μια λέξη που ακούγεται παντού. Η εταιρεία ερευνών και δημοσκοπήσεων Datanalisis στο Καράκας, αναφέρρι ότι σχεδόν το ένα τέταρτο του πληθυσμού έχει εμπλακεί σ’ αυτή τη δραστηριότητα τον προηγούμενο χρόνο.

16 Σύμφωνα τον ερευνητή στο Research and Training Worker Center (CIFO) Manuel Sutherland, ο οποίος πρόσφατα απολύθηκε από το Μπολιβαριανό Πανεπιστήμιο της Βενεζουέλας: οι αυξανόμενα φθηνότερες εισαγωγές (με μια υπερτιμημένη συναλλαγματική ισοτιμία) μεταλλάσσονταν από την παραπλανητική ισοτιμία συναλλάγματος για τα εισαγώμενα αγαθά. Με σκοπό τη χρήση ευμετάβλητων κεφαλαιακών συναλλαγμάτων ή την επαναπώλησή τους στην παράλληλη αγορά με κέρδη που φτάνουν αυτή τη στιγμή το 15.773%. Στο: https://alemcifo.wordpress.com/2016/02/17/2016-la-peor-de-las-crisis-economicas-causas-medidas-y- cronica-de-una-ruina-anunciada.

17 Όπως έχει διατυπωθεί από τον Rodrigo Alonso: http://brecha.com.uy/crisis-del-socialismo-del-siglo-xxi.

18 Pascual, Cira. ό.π.

19 Το υψηλό ποσοστό άκυρων/λευκών στη διάρκεια των πρόσφατων εκλογών είχε σαν αποτέλεσμα και προβλήματα που σχετίζονται με την ίδια την καταμέτρηση/αναμετάδοση των ψήφων. Η Δεξιά έχει αυξήσει σταθερά τις ψήφους της από το 2007 ελαχιστοποιώντας, την ίδια στιγμή, το χάσμα της από τον Τσαβισμό.

20 Στο: https://alemcifo.wordpress.com/2015/12/16/elecciones-a-la-asamblea-nacional-crisis-economica-o-la-falaz-guerra- economica-derrota-historica-y-grises-perspectivas.

21 Sánchez, G. 2012. La Nube Negra. Vadell Hermanos, Editores.

22 Σύμφωνα με κάποιες καινούριες πηγές, αυτές οι “πηγές” θα είχαν κοστίσει δισεκατομμύρια δολάρια: http://www.bbc.com/mundo/ultimas_noticias/2014/04/140423_venezuela_economia_anuncios_maduro_msd.

24 Ο νόμος που ανοίγει τη δυνατότητα κερδοσκοπίας με την αγορά ακινήτων, ένα παράδειγμα του οποίου είναι η Great Housing Mission.

25 López, R. 2015. El Protagonismo Popular en la Historia de Venezuela. Editorial Trinchera.

26 Στμ. Empresa de Propiedad Social Directa Comunal, στα ελληνικά: Εταιρεία Άμεσα Κοινοτικής Κοινωνικής Ιδιοκτησίας.

27 Είναι η ίδια με αυτή των μεγάλων έργων στη Χιλή όπως η Pascua Lama.

28 Roberto López Sánchez, ό.π.

29 Αυτές που υπάρχουν πραγματικά και έχουν έναν λαϊκό ρόλο, όχι οι “κομμούνες” που υπάρχουν μόνο στα χαρτιά με σκοπό να φουσκώνουν τις στατιστικές.

30 Αξίζει να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με συνεντεύξεις που διενεργήθηκαν και τις περιορισμένες εμπειρίες που είμαστε σε θέση να παρατηρήσουμε, πολλές λαϊκές οργανώσεις που υπήρχαν πριν από την πρώτη κυβέρνηση του Ούγκο Τσάβες εκμεταλλεύτηκαν ιδιαίτερα τη διαδικασία για να ενισχύσουν την οργάνωσή τους.

31 ό.π.

32 Foquismo είναι η θεωρία του Τσε Γκεβάρα για τον ανταρτοπόλεμο. Piñate, E. 2013. El Partido Socialista Unificado de Venezuela y su Relación con el Movimiento de Masas. Editorial Trinchera.

33 Sánchez, G. 2012. La Nube Negra. Vadell Hermanos, Editores.

34 Ο όρος conjuncture, συγκυρία, είναι αναφορά στην “análisis de coyuntura” ή “ανάλυση της συγκυρίας”. Για μια βαθύτερη ανάλυση της έννοιας και διαδεδομένες μεθόδους συνιστούμε: https://praxislibertaria.files.wordpress.com/2013/09/helio-gallardo-fundamentos-de-formacion-politica-analisis-de-coyuntura.pdf.

35 National Association of Communitarian, Free and Alternative Media: Ιδρύθηκε το 2004. Σύμφωνα με τον Modesto Guerrero, το 2006 διέθετε 324 παραδοσιακά, δικτυακά, εβδομαδιαία, δεκαπενθήμερα, ραιδοφωνικά, τηλεοπτικά και κινηματογραφικά μέσα. Μέλη: 3 με 5 χιλιάδες. http://www.herramienta.com.ar/revista-herramienta-n-33/constitucion-dinamica-y-desafios-de-las-vanguardias-en-la-revolucion-boliva.

36 Εργοστάσια που ανακτήθηκαν μετά από αντίσταση σε προσπάθειες έξωσης. Κομμούνες που εστίασαν στην επίλυση των προβλημάτων τους στο τοπικό επίπεδο κ.λπ.

37 Επιδεινωμένες από μια ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε από μια από τις χειρότερες ξηρασίες που βίωσε η χώρα.

38 Θυμηθείτε τους “guarimbas” από τον Φεβρουάριο του 2014 ως έναν αποσταθεροποιητικό παράγοντα προαγόμενο από την Βενεζουελάνικη Δεξιά, βίαιες διαδηλώσεις που αποκτούσαν τον χαρακτήρα πρόβας εμφυλίου πολέμου αφήνοντας δεκάδες νεκρούς (κυρίως ανθρώπους σχετιζόμενους με τη διαδικασία της Μπολιβαριανής αλλαγής) και κατεστραμμένα κτίρια. Δείτε: “Una Revuelta de Ricos, Crisis y destino del Chavismo”, από τον δημοσιογράφο Modesto Emilio Guerrero. Ο συγγραφέας περιγράφει επίσης τις φασιστικές εκφράσεις αυτών των εξεγέρσεων.

40 Αν το ακυρωτικό δημοψήφισμα γίνει το 2017 και χάσει ο Μαδούρο και δεν προκηρυχθούν καινούριες εκλογές, ο αντιπρόεδρος αναλαμβάνει την εκτελεστική εξουσία μέχρι το τέλος της περιόδου.

41 “A donde nos conducen Maduro-Cabello”, Roberto López Sánchez. Διαθέσισμο στο: http://www.aporrea.org/actualidad/a228327.html

42 Αυτό που στην Χιλή θα αποκαλείτο “να κάνουμε στην άκρη”· εγκατάλειψη της μαχητικότητας ή υιοθέτηση μιας παθητικότητας εντός της, παραιτούμενοι σε όφελος της κυρίαρχης γραμμής μέσα στο κόμμα.

Leave a Reply

Your email address will not be published.