Λοιπόν είναι ανεξάρτητη η…#Catalonia τώρα;

Σημείωση: Το Enough is Enough δεν οργανώνει καμμιά από αυτές τις εκδηλώσεις, δημοσιεύουμε αυτό το κείμενο ώστε οι άνθρωποι στην Ευρώπη και στην Αμερική να μπορούν να παρακολουθούν τι συμβαίνει και για λόγους τεκμηρίωσης.

Διαβάστε όλες τις αναφορές μας για την Καταλωνία εδώ.

Την Παρασκευή η πλειοψηφία του καταλανικού Κοινοβουλίου ανακήρυξε την ανεξαρτησία, την ίδια στιγμή που η πλειοψηφία του ισπανικού Κοινοβουλίου ενεργοποίησε το άρθρο 155, αναστέλλοντας την καταλανική αυτονομία. Η λεγόμενη καταλανική διαδικασία μπήκε σε μια καινούρια φάση.

Πριν αναπτύξουμε τις πρώτες μας σκέψεις πάνω στην έναρξη αυτής της καινούριας φάσης, θα αναφερθούμε σε μερικά από τα πράγματα που η καταλανική και ισπανική άρχουσα τάξη έκαναν χτες. Πρώτα απ’ όλα όμως πρέπει να πούμε ότι δεν είμαστε με το μέρος κανενός κράτους. Θεωρούμε ότι τα κράτη είναι μέρος του προβλήματος.

Το βράδυ της Πέμπτης, ο υπουργός οικονομικών της Καταλωνίας, Santi Vila, παραιτήθηκε. Η παραίτησή του ήλθε αφού τα κυβερνώνα κόμματα της Καταλωνίας συμφώνησαν στην ανακήρυξη της ανεξαρτησίας την Παρασκευή. Είναι μια ακόμα ένδειξη ότι τμήματα, τουλάχιστον, της καταλανικής κυβέρνησης δεν ήθελαν ποτέ πραγματικά να ανακηρύξουν την ανεξαρτησία.

Η απάντηση της ισπανικής κυβέρνησης ήταν γνωστή πριν καν ακόμα ανακοινωθεί η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας· ο Ραχόι και το κυβερνών κόμμα του, το Λαϊκό Κόμμα (Partido Popular, PP) ενεργοποίησαν το άρθρο 155, υποστηριζόμενοι από τους σοσιαλδημοκράτες (PSOE) και τους Ciudanos.

Δεν είμαστε σε καμμιά περίπτωση υποστηρικτές των μπάτσων, αλλά αυτή η εξέλιξη θα μπορούσε να παίξει κάποιο ρόλο στις ερχόμενες μέρες και βδομάδες. Το Σάββατο ο αρχηγός της [καταλανικής] αστυνομίας Josep Lluís Trapero παραιτήθηκε μετά την ανακοίνωση της απόλυσής του από την ισπανική κυβέρνηση. Ο Trapero έγραψε μια επιστολή ζητώντας από τους Καταλανούς αστυνομικούς να “είναι κατανοητικοί και να παραμείνουν νομιμόφρονες προς τις αποφάσεις [της νέας ηγεσίας] τους”. Ο Trapero παραιτήθηκε μετά την παραίτηση επίσης και του Γενικού Διευθυντή της καταλανικής αστυνομίας Pere Soler, ο οποίος παραιτήθηκε επίσης μετά την απόφαση της ισπανικής κυβέρνησης να τον απολύσει.

Οι παραιτήσεις των Trapero και Soler είναι απλά δυο γεγονότα (μεταξύ πολλών άλλων) που μας φέρνει το ερώτημα: τι αξία έχει η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας; Η ισπανική σημαία συνέχισε να κυματίζει στην οροφή του γραφείου του Καταλανού προέδρου Puigdemont το πρωί της Κυριακής και η καταλανική αστική τάξη συνέχισε να τονίζει ότι η αντίσταση ενάντια στο ισπανικό κράτος πρέπει να είναι ειρηνική. Σε ένα μαγνητοσκοπημένο διάγγελμα χτες, ο Puigdemont τόνισε: “Ας συνεχίσουμε να επιμένουμε με τη μόνη δυνατή στάση που μπορεί να μας κάνει νικητές: χωρίς βία ή προσβολές”. Αλλά αυτό λέγεται από ένα άτομο που έχει πολύ μεγάλες πιθανότητες να του παρασχεθεί πολιτικό άσυλο όταν τα πράγματα θα δυσκολέψουν για την καταλανική άρχουσα τάξη. Ακόμα και αν φυλακιστεί, θα έχει μια εντελώς διαφορετική μεταχείριση σε σχέση με άλλους φυλακισμένους του ισπανικού κράτους.

Είναι νωρίς να πούμε τι θα συμβεί στις ερχόμενες μέρες και εβδομάδες, ή ακόμα και μήνες. Αλλά είναι φανερό ότι το ισπανικό κράτος δεν θα ενδώσει εύκολα. Ισπανοί μπάτσοι και η Εθνοφρουρά (Guardia Civil) εξακολουθούν να είναι παρόντες στην Καταλωνία και κάνουν ό,τι θέλουν στην διαμφισβητούμενη αυτή περιοχή. Με άλλα λόγια: η καταλανική αστική τάξη δεν ελέγχει την καταλανική επικράτεια. Με αυτή την έννοια, η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας φαίνεται να είναι απλά η αρχή μιας καινούριας φάσης σ’ αυτή τη σύγκρουση, ή ακόμα και ένα είδος συμβολικής πράξης.

Σήμερα Ισπανοί εθνικιστές και φασίστες της Φάλαγγας, της Democracia Nacional και άλλες φασιστικές ομάδες και κόμματα διαμαρτύρονται ενάντια στην καταλανική ανεξαρτησία. Όπως και στις 8 Οκτώβρη καθώς και σε άλλες περιπτώσεις αυτές οι διαμαρτυρίες θα συνοδευτούν πιθανόν από φασιστικές επιθέσεις. Την Παρασκευή οι φασίστες επιτέθηκαν στο καταλανικό δημόσιο ράδιο και σε απλούς παρευρισκόμενους στη διάρκεια μια διαμαρτυρίας ενάντια στην καταλανική ανεξαρτησία. Δύο άτομα χρειάστηκε να νοσηλευθούν.

Τέτοια γεγονότα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από το ισπανικό κράτος για να στείλει την παραστρατιωτική Guardia Civil και την ισπανική κρατική αστυνομία (Policia Nacional) να τερματίσει το “χάος” και η καταλανική αστική τάξη δεν έχει κανέναν τρόπο για να αποτρέψει κάτι τέτοιο. Εξαιτίας της παραίτησης των επικεφαλής της καταλανικής αστυνομίας (που σε καμμιά περίπτωση φυσικά ΔΕΝ είναι φίλοι ή σύμμαχοί μας) δεν είναι καν σίγουρο αν η καταλανική κυβέρνηση ελέγχει την καταλανική αστυνομία.

Οι δράσεις του κόσμου που ζει στην Καταλωνία θα είναι καθοριστικές. Αυτοί είναι που θα χτυπηθούν από μια πιθανή καταστολή, αλλά είναι, επίσης, εκείνοι που θα μπορούσαν να οργανώσουν την αντίσταση ενάντια σε αυτή την ίδια την καταπίεση. Κατά τις επισκέψεις μας στην Καταλωνία, γίναμε μάρτυρες ότι το επίπεδο της αυτοοργάνωσης είναι πραγματικά πολύ υψηλό σε πολλές γειτονιές της Βαρκελώνης. Σύντροφοι από τη Βαρκελώνη μας είπαν ότι αυτό το είδος αυτοοργάνωσης αναπτύσσεται επίσης και σε άλλες πόλεις, κωμοπόλει ς και χωριά στην υπόλοιπη καταλανική επικράτεια. Είμαστε πεπεισμένοι ότι η αυτοοργανωμένη αντίσταση είναι η μόνη πιθανότητα για τον κόσμο να υπερασπιστεί τον εαυτό του ενάνα στην καταστολή γενικά, από οποιαδήποτε άρχουσα τάξη ή κράτος κι αν προέρχεται αυτή.

Αυτό είναι το σημείο που οι αναρχικοί θα έπρεπε να εμπλακούν περισσότερο. Όχι μόνο επειδή οι αναρχικοί θα αντιμετωπίσουν, όπως πάντα, την καταστολή του ισπανικού κράτους αλλά κι επειδή αυτή είναι η ευκαιρία να δώσουν ώθηση σε μια διαδικασία χειραφέτησης και να προωθηθούν κοινωνικά ζητήματα στην καταλανική επικράτεια. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς υπέρ ενός καταλανικού κράτους για να παλέψει ενάντια στην καταστολή και να προωθήσει ζητήματα που είναι σημαντικά στην πάλη για την ολική απελευθέρωση. Δεν θα πολεμήσουμε ποτέ για ένα καταλανικό κράτος, στην πραγματικότητα δεν θα πολεμήσουμε ποτέ για οποιοδήποτε κράτος. Αλλά λέγοντας κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει να εννοηθεί αυτόματα ότι οι αναρχικοί δεν θα πρέπει να εμπλακούν στην καταλανική διαδικασία.

Σ’ ολόκληρο τον κόσμο, οι αναρχικοί μάχονται ενάντια στα κράτη, τον καπιταλισμό, τον ρατσισμό, την πατριαρχία, για την ελευθερία της μετακίνησης και άλλα ζητήματα όπου τα πράγματα δεν φαίνονται και πολύ καλά. Τα καπιταλιστικά κράτη δείχνουν το αποτρόπαιο αυταρχικό πρόσωπό τους όλο και περισσότερο και ο φασισμός είναι σε άνοδο. Οι σύντροφοι που εμπλέκονται στις εξελίξεις και διαδικασίες στην Καταλωνία μπορεί να έχουν δίκιο όταν λένε ότι δεν μπορούμε να καταργήσουμε αυτή τη στιγμή το ισπανικό κράτος. Στην πραγματικότητα αυτό ισχύει για όλα τα ευρωπαϊκά κράτη. Το επιχείρημά τους για την αποδυνάμωση του ισπανικού κράτους μέσω των εξελίξεων στην Καταλωνία δεν είναι κάτι που θα έπρεπε να αγνοήσουμε. Θα πρέπει τουλάχιστον να ακούσουμε και να συζητήσουμε τα επιχειρήματά τους.

Παρ’ όλο που η καταλανική αστική τάξη δεν είναι άξια εμπιστοσύνης και παρ’ όλο που μεγάλα κομμάτια της καταλανικής κοινωνίας θέλουν ένα “παραδοσιακό” ευρωπαϊκό καπιταλιστικό κράτος, εκτός από αυτούς που θέλουν να παραμείνουν τμήμα του ισπανικού κράτους, υπάρχουν επίσης πολλοί που έχουν μια χειραφετητική ατζέντα για την καταλανική επικράτεια. Αυτός ο κόσμος είναι συνήθως ενεργός στις συνελεύσεις γειτονιάς. Όταν υπάρξει μια αυτοοργανωμένη αντίσταση στην καταστολή από το ισπανικό κράτος, αυτή θα προέλθει πιθανόν από τους ανθρώπους που αυτοοργανώνονται σ’ αυτές τις συνελεύσεις. Αν οι αυτοοργανωμένες δομές συνεχίσουν να αναπτύσσονται, θα μεγαλώνει ανάλογα και η επιρροή τους, ιδιαίτερα όταν οι άνθρωποι αρχίσουν να συνειδητοποιούν ότι αυτό είναι δικό τους δημιούργημα και ότι η καταλανική άρχουσα τάξη δεν έχει τον έλεγχο και ποτέ δεν τον είχε. Σε συνδυασμό με την προώθηση αντιιεραρχικών στόχων και κοινωνικών ζητημάτων, οι διαδικασίες στην Καταλωνία θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε κάτι πολύ πιο σημαντικό και ενδιαφέρον από αυτό που είναι αυτή τη στιγμή.

Το γράψαμε σε προηγούμενες ανακοινώσεις και θα το ξαναγράψουμε· δεν είμαστε αισιόδοξοι. Καταλαβαίνουμε επίσης τη θέση των αναρχικών συντρόφων που δεν εμπλέκονται στην καταλανική “διαδικασία”. Στην πραγματικότητα ούτε εμείς οι ίδιοι δεν εμπλεκόμαστε, κρατάμε κάπως μια θέση παρατηρητή. Η καταλανική άρχουσα τάξη θα κάνει τα πάντα να χρησιμοποιήσει τον κόσμο για την ατζέντα της, και όσοι εμπλέκονται την καταλανική διαδικασία δεν πρέπει απλά να έχουν επίγνωση αυτού του πράγματος αλλά να έχουν και επίγνωση ότι αναλαμβάνουν ένα μεγάλο ρίσκο και φέρουν ευθύνη.

Αλλά όσοι δεν είναι διατεθειμένοι να εμπλακούν στις εξελίξεις στην Καταλωνία θα πρέπει να απαντήσουν το ερώτημα: τι έχουμε να χάσουμε; Άλλωστε, το ισπανικό κράτος δεν έχει και τίποτα να προσφέρει…

Σε ένδειξη αλληλεγγύης, κάποια από τα μέλη της ομάδας Enough is Enough

30 Οκτώβρη 2017

Κοινό Ανακοινωθέν της CGT, της Solidaridad Obrera και της CNT

σχετικά με την κατάσταση στην Καταλωνία

Ως υπογράφουσες οργανώσεις, συνδικάτα σε εθνικό επίπεδο, μοιραζόμαστε την ανησυχία μας για την κατάσταση στην Καταλωνία, την καταστολή που το κράτος έχε εξαπολύσει, συμπεριλαμβανομένης της “μείωσης” των δικαιωμάτων και ελευθεριών και της ανόδου ενός ξεπερασμένου εθνικισμού που εμφανίζεται ξανά σε αρκετές περιοχές της κρατικής επικράτειας.

Υπερασπιζόμαστε την χειραφέτηση όλων των εργαζόμενων στην Καταλωνία και στον υπόλοιπο κόσμο. Στο πλαίσιο αυτό είναι, ίσως, αναγκαίο να θυμηθούμε ότι δεν καταλαβαίνουμε το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση με έναν κρατικίστικο τρόπο, όπως διακηρύσσουν τα εθνικιστικά κόμματα και οργανώσεις, αλλά ως το δικαίωμα της αυτοοργάνωσης της τάξης μας σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Κατανοούμενη μ’ αυτόν τον τρόπο, η αυτοδιάθεση περνά περισσότερο μέσα από τον έλεγχο της παραγωγής και της κατανάλωσης από τους εργάτες και από την άμεση δημοκρατία από τα κάτω, οργανωμένης σύμφωνα με τις συνομοσπονδιακές αρχές, παρά από την εγκαθίδρυση νέων συνόρων ή τη δημιουργία ενός καινούριου κράτους.

Ως διεθνιστές, καταλαβαίνουμε ότι η αλληλεγγύη ανάμεσα στους εργαζόμενους δεν θα έπρεπε να περιορίζεται στα κρατικά σύνορα, επομένως δεν νοιαζόμαστε πραγματικά για το πού χαράσσονται αυτά. Αυτό που βρίσκουμε πραγματικά ανησυχητικό είναι η αντίδραση την οποία βιώνουμε σε πολλά σημεία της υπόλοιπης επικράτειας του ισπανικού κράτους, με τον ενθουσιασμό για ένα έωλο ισπανικό κράτος, που θυμίζει περισσότερο τις παλιές εποχές, ενθουσιασμός που ζυμώνεται από τα ΜΜΕ και ευθυγραμμίζεται με τον αυταρχικό κατήφορο της κυβέρνησης, ιδιαίτερα μετά την φυλάκιση των προσώπων που κλητεύθηκαν για πράξεις ανυπακοής ή την εφαρμογή του άρθρου 155 του Συντάγματος. Δεν ξεχνάμε ότι αυτό το εθνικιστικό ξέσπασμα στρώνει το έδαφος για περαιτέρω περιστολή των δικαιωμάτων και ελευθεριών την οποία και πρέπει να αποτρέψουμε. Η ντροπιαστική ενότητα των αποκαλούμενων “δημοκρατικών δυνάμεων” στην δικαιολόγηση της καταπίεσης προβάλλει μια ζοφερή εικόνα για όλους τους μελλοντικούς αντιφρονούντες. Φαίνεται ότι το μετα-φρανκικό καθεστώς που μας κυβερνά εδώ και 40 χρόνια συσπειρώνει τις τάξεις του για να εξασφαλίσει τη συνέχειά του.

Το καθεστώς που υπήρχε και υπάρχει στην Καταλωνία, καθώς και στην υπόλοιπη Ισπανία, νιώθει ότι διακυβεύεται η επιβίωσή του. Αμφισβητούμενο εκτεταμένα και βουτηγμένο σε μια βαθιά κρίση νομιμοποίησης, είναι σε μια κατάσταση συναγερμού εξαιτίας της συσσώρευσης ανοιχτών μετώπων. Η απειλή για την εδαφική ακεραιότητα συνδυάζεται με σκάνδαλα διαφθοράς, τον στιγματισμό της μοναρχίας, την αμφισβήτηση της διάσωσης των τραπεζών και των περικοπών που έχουν εφαρμοστεί στον πληθυσμό, τη δυσαρέσκεια με τη σκλαβιά στους εργασιακούς χώρους ως αποτέλεσμα των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων στα εργασιακά, την επέκταση των ορίων συνταξιοδότησης, τις περικοπές των συντάξεων κ.λπ. Οι σταθερές εκκλήσεις για την υπεράσπιση του Συντάγματος πρέπει να κατανοηθούν ως προσπάθεια για μια συγκράτηση και διαχείριση αυτής της πραγματικής υπαρξιακής κρίσης που κατατρώει το κράτος. Ο κίνδυνος είναι ότι σ’ αυτή τη διαδικασία, συμπεριφορές καταστολής όπως αυτές που είδαμε πρόσφατα σε πολλές καταλανικές πόλεις θα γίνουν αποδεκτές και θα γίνουν κανονικότητα. Το χειρότερο…

Προφανώς, δεν ξέρουμε προς τα πού θα κατασταλλάξουν τα γεγονότα. Θα παραμείνουμε προσεκτικοί σε όσα συμβαίνουν, έτοιμοι να υπερασπιστούμε τα συμφέροντα των εργαζόμενων σε ολόκληρο το κράτος. Θα αντισταθούμε στην καταστολή και την κανονικοποίηση των δεξιών αντιλήψεων που είναι ήδη ορατές, με όλες τις δυνάμεις μας. Φυσικά, δεν θα αφεθούμε να χρησιμοποιηθούμε από τις στρατηγικές των πολιτικών κομμάτων, οι στόχοι των οποίων μάς είναι εντελώς ξένα. Την ίδια στιγμή δεν θα σταματήσουμε να ενθαρρύνουμε τις κινητοποιήσεις της εργατικής τάξης όταν τελικά αποφασίσει ότι έχει έρθει η ώρα να απαλλαγεί από τη δικτατορία των πολιτικών και οικονομικών ελίτ, που ξόδεψαν πάρα πολύ καιρό διαχειριζόμενες την περιοχή ώστε να εξυπηρετεί αποκλειστικά τα συμφέροντά τους. Ως συνδικαλιστικές οργανώσεις, ελευθεριακά και μαχητικά υποκείμενα, θα είμαστε στους δρόμους, στις κινητοποιήσεις, όπως έχουμε δείξει σε πολλές περιπτώσεις, ενάντια στην καταστολή, στην περιστολή των δικαιωμάτων και των ελευθεριών και ενάντια στη διαφθορά.

Η καταλανική κρίση ίσως είναι το τέλος ενός μοντέλου κράτους που πεθαίνει. Το αν είναι προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση θα εξαρτηθεί από την ικανότητά μας, ως τάξη, να στρέψουμε τη διαδικασία στην αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν της καταπίεσης και της ανόδου των εθνικισμών. Ας ελπίσουμε ότι το τελικό αποτέλεσμα θα είναι περισσότερες ελευθερίες και δικαικώματα και όχι το ανάποδο. Αυτά που ρισκάρουμε είναι πολλά.

ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ!

ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΑΞΕΩΝ!

CGT – Solidaridad Obrera – CNT

26 Οκτωβρίου 2017

Οι μεσοαστοί Καταλανοί πιέζουν για ανεξαρτησία

των Giovanni Legorano και Marina Force, Wall Street Journal

 

Πολλοί αυτονομιστές έχουν πικρία για το ότι η εύπορη περιοχή χάνει έσοδα φόρων προς τις φτωχότερες περιοχές της Ισπανίας.

 

ΒΑΡΚΕΛΩΝΗ — Η μεσαία τάξη της Καταλωνίας έχει αναδυθεί ως το υπόβαθρο του αποσχιστικού αισθήματος, τροφοδοτούμενη από κατηγορίες ότι το υπόλοιπο της Ισπανίας απομυζά – και σπαταλά – φορολογικά έσοδα από μια περιοχή που είναι περήφανη για τις τράπεζές της και την βιομηχανική της δεινότητα.

Η διαδεδομένη πεποίθηση μεταξύ των Καταλανών ότι η Μαδρίτη αποστερεί χρήματα από την εύπορη βορειοανατολική περιοχή είναι μια από τις βασικές προωθητικές δυνάμεις του κινήματος ανεξαρτησίας που έχει φέρει την Ισπανία στο χείλος μιας συνταγματικής κρίσης. Το αίσθημα πικρίας μεταξύ της μεσαίας τάξης της περιοχής σημαίνει ότι η πίεση για απόσχιση θα παραμείνει υψηλή έστω και αν ο Carles Puigdemont, ηγέτης των αυτονομιστών, άνοιξε μια πόρτα την Τρίτη για συνομιλίες με τη Μαδρίτη.

“Η καταλανική ανεξαρτησία είναι μια μεσοαστική επανάσταση”, λέει ο Andrew Dowling, ένας ιστορικός στο πανεπιστήμιο του Κάρντιφ στο Ηνωμένο Βασίλειο. “Οι Καταλανοί μεσοαστοί πιστεύουν ότι η ανεξαρτησία θα τους φέρει μια καλλίτερη ζωή, ενώ οι άνθρωποι της εργατικής τάξης τείνουν να πιστεύουν ότι η ζωή τους δεν θα καλλιτερέψει σε κάτι με την ανεξαρτησία”.

Ενώ η επανάσταση της μεσαίας τάξης έχει εκραγεί σε δραματικό βαθμό στην Καταλωνία, αυτή η κοόρτη έχει φωνάξει τη δυσαρέσκειά της κι αλλού στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Βόρειας Ιταλίας και του εύπορου κρατιδίου της Βαυαρίας στη Γερμανία.

Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση που έγινε τον Ιούλιο από την περιφερειακή εταιρεία ερευνών της Καταλωνίας, σχεδόν οι μισοί από αυτούς που αυτοπροσδιορίζονται ως μεσαία ή ανώτερη μεσαία τάξη θέλουν να γίνει η Καταλωνία ανεξάρτητ κράτος. Σε αντιδιαστολή, μόνο το 28% της εργατικής τάξης υποστηρίζει την απόσχιση.

“Πολλοί μεσοαστοί Καταλανοί βλέπουν της ανεξαρτησία της περιοχής ως μια λύση για τα χρόνια οικονομικής αδικίας στα οποία έπρεπε να πληρώνουν για τα ασθενέστερα μέρη της Ισπανίας”, ιδιαίτερα στη διάρκεια της βαθιάς οικονομικής κρίσης στην Ισπανία, λέει ο Narciso Michavila, κοινωνιολόγος και πρόεδρος της εταιρείας συμβούλων GAD3, με έδρα τη Μαδρίτη.

Η οικονομία της Καταλωνίας, ενισχυμένη από γεννήτριες εσόδων όπως οι πετροχημικές εταιρείες και ένα λιμάνι παγκόσμιας κλάσης, παράγει σχεδόν το ένα πέμπτο του ΑΕΠ της Ισπανίας. Το κατά κεφαλήν εισόδημα στην Καταλωνία είναι 19% υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ισπανίας και είναι έδρα των περισσότερων εταιριών από οποιαδήποτε άλλη από τις 17 περιοχές της χώρας, συμπεριλαμβανομένης της Μαδρίτης.

Υπό το σύστημα αναδιανομής των φορολογικών εσόδων της Ισπανίας, η περιοχή στέλνει το ισοδύναμο του 5% ή 8% του ΑΕΠ της, ανάλογα με διαφορετικούς υπολογισμούς, στα ταμεία της κεντρικής κυβέρνησης. Σύμφωνα με τον υπουργό οικονομικών, η Καταλωνία είναι τρίτη μεγαλύτερη συνεισφέρουσα, σύμφωνα με το κατά κεφαλήν εισόδημα, στον εθνικό προϋπολογισμό, μετά την Μαδρίτη και τις Βελαερίδες νήσους. Πολλοί Καταλανοί βλέπουν αυτά τα δισεκατομμύρια ευρώ ως χρήματα που θα μπορούσαν να ξοδευτούν στην ανάπτυξη και εξέλιξη της ίδιας της περιοχής.

Πολλοί Καταλανοί υποστηρικτές της ανεξαρτησίας ισχυρίζονται ότι έχουν έναν πολύ μικρότερο, πιο αποτελεσματικό δημόσιο τομέα από την υπόλοιπη Ισπανία και δυσανασχεστούν με αυτό που βλέπουν ως κατασπατάλη των φορολογικών εσόδων τους από φτωχότερες περιοχές της χώρας. Για παράδειγμα, σύμφωνα με την εθνική στατιστική υπηρεσία, μόνο το 15% των εργατών στην Καταλωνία δουλεύουν στον δημόσιο τομέα, σε σύγκριση με το 33% στην Extremadura, μια φτωχή περιοχή στην νοτιοδυτική Ισπανία.

Σε αντίθεση, κάποιοι Καταλανοί που είναι υπέρ της ενότητας, λένε ότι αποδέχονται οι πιο εύπορες περιοχές της Ισπανίας να κουβαλάνε μεγαλύτερο βάρος από τις φτωχότερες, βλέποντάς το αυτό ως ένα παράδειγμα αλληλεγγύης. Η Μαδρίτη λέει ότι η Καταλωνία και άλλες περιοχές επωφελούνται από την ένωση και ότι μια ανεξάρτητη Καταλωνία θα αντιμετώπιζε μεγάλους δασμούς με τον κυριότερο εμπορικό της συνέταιρο, την υπόλοιπη Ισπανία.

Η υποστήριξη στην ανεξαρτησία εκτοξεύθηκε στη διάρκεια της οικονομικής κατάπτωσης της Ισπανίας, όταν πολλοί Καταλανοί, ιδιαίτερα στη μεσαία τάξη, αισθάνθηκαν ότι τα μέτρα λιτότητας τους είχαν πλήξει ιδιαίτερα δυσανάλογα. Το φετινό καλοκαίρι, το 35% των Καταλανών υπόστήριζε την ανεξαρτησία, χαμηλότερο σε σχέση με το μέγιστο του 49% στο τέλος τους 2013, σύμφωνα με μια τοπική εταιρεία ερευνών.

Μεταξύ του 2011 και του 2016, οι συνολικές επενδύσεις από το ισπανικό κράτος σε ολόκληρη τη χώρα μειώθηκαν κατά 55%. Στην Καταλωνία η μείωση ήταν πάνω από 66%. Περικοπές στους μισθούς στον δημόσιο τομέα και αυξήσεις στα δίδακτρα των Πανεπιστημίων εξαγρίωσαν τους Καταλανούς.

“[Οι ισπανικές αρχές] δεν έχουν ρίξει και πολλά στο οδικό μας δίκτυο μετά τους Ολυμπιακούς αγώνες στις αρχές της δεκαετίας του 1990”. —Rafael Ulacia, ένας μηχανικός στη Βαρκελώνη

Εν τω μεταξύ, πολλοί κάτοικοι της περιοχής δείχνουν προς μεγάλα έργα ισπανικά σε άλλες περιοχές ως μαρτυρία σπατάλης που είναι ανεκτή από τη Μαδρίτη. Ένα συχνά αναφερόμενο παράδειγμα είναι τα περιφερειακά αεροδρόμια στην Ισπανία που χρησιμοποιούνται ελάχιστα, όπως αυτό της Ciudad Real, 115 μίλια μακριά από τη Μαδρίτη. Το αεροδρόμιο αυτό έκλεισε μέσα σε τέσσερα χρόνια από το άνοιγμά του το 2008 και τώρα είναι σε ιδιωτικά χέρια. Η κατάρρευση μιας συμφωνίας το 2010 που θα είχε επαναισορροπήσει την αναδιανομή των κρατικών χρημάτων μεταξύ των περιοχών της Ισπανίας – κάτι που θα ευνοούσε ιδιαίτερα την Καταλωνία – άφησε πολλούς Καταλανούς μεσοαστούς ιδιαίτερα πικραμένους.

“Οι ισπανικές αρχές δεν έχουν ρίξει και πολλά στο οδικό μας δίκτυο μετά τους Ολυμπιακούς αγώνες στις αρχές της δεκαετίας του 1990”, λέει ο Rafael Ulacia, ένας μηχανικός 41 ετών από τη Βαρκελώνη που ψήφισε υπέρ της ανεξαρτησίας την 1η Οκτωβρίου. Ισχυρίζεται ότι μια ανεξάρτητη Καταλωνία θα μπορεί να ρίξει περισσότερα από τα δικά της χρήματα σε τοπικά έργα. “Απλά, θα είναι πολύ καλλίτερα αν αποσχιστούμε”, είπε.

Οι “Οικονομολόγοι για την Ανεξαρτησία”, μια ομάδα οικονομολόγων υπέρ της ανεξαρτησίας, λένε ότι η ανεξαρτησία θα ενισχύσει το ΑΕΠ της Καταλωνίας μακροπρόθεσμα κατά 8%, ακόμα κι αν συνυπολογιστεί το επιπρόσθετο κόστος που θα πρέπει να σηκώσει η περιοχή για την παροχή δημοσίων υπηρεσιών που αυτή τη στιγμή παρέχονται από το ισπανικό κράτος. Ισχυρίζονται ότι μια ανεξάρτητη Καταλωνία θα έχει τα χρήματα για να διορθώσει χρόνια προβλήματα, όπως το τοπικό σιδηροδρομικό δίκτυο που πλήττεται από διακοπές.

“[Μια ανεξάρτητη] Καταλωνία δεν θα κατέρρεε ποτέ οικονομικά”, είπε η said Berta Argelaguet, μια 25χρονη δικηγόρος από τη βιομηχανική πόλη του Sabadell. “Πιστεύω ότι θα ήταν μια πολύ πλούσια χώρα”.

Αντίθετα, η εργατική τάξη της Καταλωνίας είναι πολύ λιγότερο υποστηρικτική για την απόσχιση.

Ο πλούτος της Καταλωνίας έχει ιστορικά προσελκύσει πολλούς μετανάστες από την υπόλοιπη χώρα. Στη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών της δικτατορίας του Φράνκο, 1.5 εκατομμύρια Ισπανοί μετακινήθηκαν από τον λιγότερο αναπτυγμένο νότο στις βιομηχανικές και παράκτιες περιοχές της Καταλωνίας αναζητώντας δουλειά στις κλωστοϋφανουργίες, την αυτοκινητοβιομηχανία και τους σιδηρόδρομους.

Πολλοί από αυτούς διατήρησαν τους δεσμούς τους με τις περιοχές της καταγωγής τους και συνεχίζουν να μιλούν ισπανικά στο σπίτι, αποδυναμώνοντας τον ενθουσιασμό τους για ανεξαρτησία.

Πραγματικά, η γλώσσα είναι ένας ισχυρός παράγοντας πρόβλεψης της υποστήριξης της ανεξαρτησίας, λένε οι δημοσκόποι. Τα 3/4 αυτών που η μητρική τους γλώσσα είναι τα καταλανικά υποστηρίζουν την ανεξαρτησία, σύμφωνα με μια τοπική καταλανική εταιρεία ερευνών γνώμης. Και το 55% όσων λένε ότι τα καταλανικά είναι η πρώτη τους γλώσσα είναι μεσοαστοί.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://www.wsj.com/articles/middle-class-catalans-not-workers-drive-push-for-independence-1507714203.

O Tomás Ibáñez για την Καταλωνία: Σχετικά με Καταιγίδες και Πυξίδες

Σημείωση: Το Enough is Enough δεν οργανώνει καμμιά από αυτές τις εκδηλώσεις, δημοσιεύουμε αυτό το κείμενο ώστε οι άνθρωποι στην Ευρώπη και στην Αμερική να μπορούν να παρακολουθούν τι συμβαίνει και για λόγους τεκμηρίωσης. Διαβάστε όλες τις αναφορές μας για την Καταλωνία εδώ.

Είναι στις ταραγμένες, μπερδεμένες και θυελλώδεις στιγμές που γίνεται πιο πιεστικό να συμβουλευτεί κανείς την πυξίδα για να αποφύγει να χαθεί. Είναι, όμως, επίσης ανάμεσα στις βροντές και τους κεραυνούς της καταιγίδας που είναι πιο δύσκολο να βασιστεί κανείς στις ενδείξεις της. Γι’ αυτό τον λόγο είναι αναγκαίο να μην παρασυρθεί στη δίνη των γεγονότων που συμβαίνουν εξαιρετικά γρήγορα και απαιτούν άμεσες αντιδράσεις. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο, έστω και για μια στιγμή, να “κοιτάξει ψηλά” πέρα από το άμεσο πλαίσιο, να πάρει μια απόσταση από την καταιγίδα και να προσπαθήσει να δει, έστω φευγαλέα, σε ποιον ορίζοντα ωθούμαστε από τις πράξεις στις οποίες η κατάσταση μοιάζει να μας βάζει.

Παρά την συμπάθεια, την εκτίμηση και την κατανόηση που αισθάνομαι για πολλούς από τους ελευθεριακούς που συμμετέχουν στις τρέχουσες κινητοποιήσεις στην Καταλωνία, δεν μπορεί να μου διαφεύγει ότι ευνοούν, εντελώς αθέλητα, τη διαδικασία που έχει σχεδιαστεί από την καταλανική κυβέρνηση και τους εθνικιστικούς σχηματισμούς για τη δημιουργία ενός “νέου Κράτους”.

Είναι ξεκάθαρο ότι δεν είναι αυτός ο στόχος – το εντελώς αντίθετο – και ότι δεν είναι αυτός ο λόγος για τον οποίον εκθέτουν τα σώματά τους σε μια παράδοξη “υπεράσπιση της κάλπης” ή ότι καλούν σε μια γενική απεργία σε πρακτική συνάφεια με το δημοψήφισμα που στοχεύει στη δημιουργία ενός νέου Κράτους.

Οι στοχεύσεις τους ποικίλουν από τη συνεισφορά στην “καταστροφή του ισπανικού κράτους” (με την ελπίδα ότι αυτό θα συμβεί), στην μετατόπιση προς μια κατάσταση στην οποία “όλα μπορούν να αποφασιστούν”, και όχι μόνο η πολιτική μορφή της κρατικής επικράτειας, μέσω της προοπτικής ριζοσπαστικοποίησης της παρούσας σύγκρουσης, ενθαρρύνοντας τη δημιουργικότητα και τις σπίθες της αυτοοργάνωσης που εμφανίζονται στον πληθυσμό. Κάποιοι κάνουν όνειρα ακόμα και για μια (απίθανη) λαϊκή εξέγερση που ανοίγει τον δρόμο για μια αυθεντική “αυτονομία”, με τη ισχυρή έννοια του όρου, που πάει πολύ πιο πέρα από την αυτοδιάθεση των ανθρώπων.

Αυτοί οι στόχοι, όπως και η αναπόφευκτη προσήλωση στην πάλη ενάντια στην καταπίεση που ασκεί το Κράτος σε όσους αψηφούν τους νόμους του, αξίζουν τον πιο απόλυτο σεβασμό. Είναι, όμως, επίσης φανερό ότι η συνέργεια αυτών των παραγόντων βάζει το λιθαράκι της στην ανάπτυξη του σχεδίου υπέρ της ανεξαρτησίας ή, μάλλον, του εθνικιστικού σχεδίου, όπως θα έπρεπε να αποκαλείται, αφού δεν προσποιείται να “κάνει ανεξάρτητο” οτιδήποτε άλλο από ένα “έθνος”.

Αν με προβληματίζει αυτή η συνεισφορά, δεν είναι επειδή οδηγεί στη δημιουργία ενός καινούριου κράτους· στο τέλος θα συνεχίσουμε να το αντιπαλεύουμε κι’ αυτό όπως το κάνουμε και με το τωρινό, χωρίς η αλλαγή του κρατικού πλαισίου να συνεπάγεται μια ποιοτική διαφορά που να αξίζει ιδιαίτερη μνεία. Το να ζούμε, όμως, σε ένα καινούριο κράτος επιφέρει, χωρίς να το προσέχουμε, την βασική αρνητική επίπτωση που θα αναδυθεί από την συμμετοχή μας στην παρούσα σύγκρουση, δηλαδή ότι θα είμαστε εμείς και οι εργάτες που εμπλέκονται, που θα πληρώσουμε τις συνέπειες της αντιπαράθεσης ανάμεσα στο θεσμισμένο κράτος και το αναδυόμενο, όπως θα συμβεί, για παράδειγμα, στους είκοσι Έλληνες αναρχικούς που συνελήφθησαν για την κατάληψη της ισπανικής πρεσβείας σε ένδειξη αλληλεγγύης “με την Καταλωνία”.

Αυτό που με ανησυχεί, και είναι σ’ αυτό ακριβώς το σημείο που είπα πριν για την ανάγκη να “κοιτάξουμε ψηλά”, είναι ότι η συνεισφορά στις τρέχουσες αντιπαραθέσεις δίνει φτερά στην “έκρηξη των εθνικισμών”, όπως συμβαίνει σε κάθε σύγκρουση ανάμεσα σε εθνικισμούς, και προοιωνίζει μια αντιπαράθεση ανάμεσα τόσο στους εργάτες στην ίδια την Καταλωνία όσο και ανάμεσα στους εργάτες στην Καταλωνία και αλλού. Για να μην αναφέρουμε την αντίστοιχη ενίσχυση της άκροδεξιάς, που έχει ήδη παρατηρηθεί με έναν ανησυχητικό τρόπο σε διάφορα μέρη της Ισπανίας. Δεν είναι ότι πρόκειται να εγκαταλείψουμε την πάλη για να μην προκαλέσουμε την άνοδο της ακροδεξιάς, αλλά αυτό που δεν θα έπρεπε να κάνουμε είναι να παλεύουμε σε ένα σενάριο που καθορίζεται από εθνικιστικούς κώδικες, γιατί κάτι τέτοιο θα εγγυούνταν όντως αυτή την έκρηξη.

Προς το παρόν, οι πράξεις του Puigdemont, που άφησε χτες μετέωρη την ανακήρυξη του καινούριου κράτους, και, αντίστοιχα, του Ραχόι που σήμερα θέτει σε κίνηση, χωρίς τυπικό τρόπο, την αναστολή της καταλανικής αυτονομίας, αποκαλύπτουν την έγνοια να μην πληγούν τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρήσεων των εταιριών ή των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και καταδεικνύουν τα όρια με τα οποία είναι αντιμέτωπες αυτές οι δύο κυβερνήσεις, όρια που δεν θα είναι διατεθειμένες να παραβιάσουν. Αυτό μεταφράζεται σε μια υποχώρηση της έντασης, με το ανέβασμα ενός θεάματος επειδεικτικών πράξεων και εξαπάτησης, διακοσμημένων με άσφαιρα πυρά. Προς το παρόν το μόνο αίμα που έχει ήδη χυθεί, και το οποίο θα έπρεπε να αποφευχθεί, είναι αυτό των ανθρώπων “από τα κάτω”, που αφέθηκαν να συρθούν σε ένα ενορχηστωμένο πάρτυ, υπό τη διαιτησία της πολιτικής κατεστημένης τάξης και σύμφωνα με τα συμφέροντά της. Ναι, ας πολεμήσουμε, αλλά όχι σε πεδία μάχης στα οποία οι εχθροί μας μάς καλούν να συμπαραταχθούμε μαζί τους.

Tomás Ibáñez Βαρκελώνη, 11 Οκτωβρίου 2017

1 Αρχικά δημοσιευμένο στο A Las Barricadas. Μεταφρασμένο από συντρόφους στη Βαρκελώνη.

2 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://enoughisenough14.org/2017/10/16/tomas-ibanez-on-catalonia-about-storms-and-compasses.

Η Καταλωνία εντός της στιγμής του λαϊκισμού

Αναδημοσίευση από το blog https://2008-2012.net

https://2008-2012.net/2017/10/24/la-catalogne-dans-le-moment-populiste/

 

 

Πρόκειται για τη μετάφραση του άρθρου “La Catalogne dans le moment populiste” που δημοσιεύτηκε στο blog Carbure και μπορεί να βρεθεί εδώ.

 

 

Την 1η Οκτωβρίου 2017, στην Καταλονία, μάζες κόσμου συγκρούστηκαν με την αστυνομία για να πάνε να ψηφίσουν· και ήρθαν αντιμέτωπες με την καταστολή επειδή συμμετείχαν σε ένα δημοψήφισμα, το οποίο διοργάνωσε η κυβέρνησή τους και το οποίο κηρύχθηκε αντισυνταγματικό από το ισπανικό κράτος. Η εικόνα ειρηνικών ανθρώπων πεσμένων στο έδαφος και χτυπημένων από την Guardia Civil, εντός του οικείου πλαισίου ενός σχολείου που χρησίμευε ως εκλογικό κέντρο, είχε μια κάπως σοκαριστική επίδραση. Έκτοτε, το δημοψήφισμα απέκτησε τη διάσταση ενός «δημοκρατικού ξεσηκωμού» στην καρδιά της Ευρώπης (τι πιο δημοκρατικό από ένα δημοψήφισμα; και μια ευρωπαϊκή χώρα;) βυθίζοντας στην αμηχανία ακόμα και αυτούς που αντιτίθεντο σε αυτό, από τους Podemos μέχρι θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μπορούμε εύκολα να καταδικάσουμε τους πολιτικούς ή τα εξτρεμιστικά κόμματα, αλλά η διοοργάνωση του δημοψηφίσματος κατέληξε να δώσει την εικόνα ενός λαού που πηγαίνει ειρηνικά να ψηφίσει, κάτι που αποτελεί ιδεολογικό θεμέλιο του σύγχρονου κράτους, και κατεστάλη άγρια από το ίδιο του το κράτος.

Όλα τα ευρωπαϊκά κράτη συγκροτήθηκαν, καθένα με τον τρόπο του, πάνω στην άρνηση ή την απορρόφηση των ιδιαίτερων ταυτοτήτων που ήταν παρούσες στη «δική τους» επικράτεια, κάτι που προφανώς ακόμα αφήνει ίχνη σήμερα. Όμως, μολονότι το πολιτιστικό ζήτημα παίζει έναν ρόλο στην Καταλονία, αυτό υφίσταται μόνο ως πλαίσιο αναφοράς της οντότητας «Καταλονία», η οποία πριν από όλα παραμένει νοητή με οικονομικούς όρους. Αυτό που προτάχθηκε στις διεκδικήσεις δεν είναι τόσο το ζήτημα της ταυτότητας ή της γλώσσας (στην Καταλονία, η παρουσίαση των διδακτορικών γίνεται στα καταλανικά) όσο το ζήτημα της υπερβολικής φορολόγησης που υποτίθεται εμποδίζει την ανάπτυξη της περιοχής και υποχρεώνει την κυβέρνηση της Generalitat να εφαρμόσει τα μέτρα λιτότητας που επιβάλλει η Μαδρίτη. Το καταλανικό ζήτημα θέτει λοιπόν το ζήτημα των σχέσεων μεταξύ κράτους και κεφαλαίου. Εντός αυτής της σύγκρουσης, η ιδεολογική μορφοποίηση των σχέσεων μεταξύ κράτους, «λαού» και οικονομίας γίνεται συγκεκριμένο διακύβευμα στο εσωτερικό των εντελώς πραγματικών ταξικών σχέσεων.

Μετά την κρίση του 2008, το κράτος εμφανίστηκε ως ο έσχατος εγγυητής απέναντι στην καπιταλιστική αναρχία και τα αχαλίνωτα ατομικά συμφέροντα. Και, πράγματι, η ενορχηστρωμένη παρέμβαση των κεντρικών τραπεζών, η διάσωση των τραπεζών και η επαναγορά των ομολόγων που ήταν «για τα μπάζα» υπήρξαν αποφασιστικές για την έξοδο από την κρίση. Στη ζώνη του ευρώ, αυτή η παρέμβαση καθοδηγήθηκε από την τάση της επιβολής πολιτικών λιτότητας εκ μέρους των κρατών, σε συμφωνία με τους υπερεθνικούς θεσμούς του ΔΝΤ και της ΕΚΤ, οι οποίες εκ των πραγμάτων καθοδηγήθηκαν επίσης από τα πιο πλούσια κράτη προς τα πιο φτωχά, όπως είναι προφανές στην περίπτωση της Ελλάδας. Αυτό μας οδηγεί σε μια κατάσταση φαινομενικά παράδοξη, όπου είναι τα κράτη αυτά που επιδιώκουν να αναιρέσουν την εθνική κυριαρχία υπέρ του μεγαλύτερου οφέλους για τον καπιταλισμό.

Τα σύνορα, στο παρελθόν συνώνυμα του εγκλεισμού και της καταπίεσης, σήμερα γίνονται αντιληπτά από κάποιους ως προστατευτικοί φραγμοί απέναντι σε μια καπιταλιστική τάξη που δεν σταματάει να τα διαλύει για να ρευστοποιήσει την κυκλοφορία των εμπορευμάτων· την ίδια στιγμή που τα ισχυροποιεί για να καταπολεμήσει την τραγική κυκλοφορία των ανθρώπων που παράγει η πρώτη.

Το 2008 με τις ελληνικές ταραχές και το 2011 με τις αραβικές εξεγέρσεις έμοιαζε να ανοίγει ένα εξεγερσιακό παράθυρο. Εντούτοις, πολύ γρήγορα, διακύβευμα και πεδίο αυτών των κινημάτων έγιναν η κοινωνία πολιτών και το κράτος, η μεταρρύθμιση και ο εκδημοκρατισμός του ο αποκλειστικός ορίζοντάς τους. Μολονότι στην Αίγυπτο και την Τυνησία οι εργατικές απεργίες ήταν μαζικές και μπόρεσαν να φτάσουν σε μια κατάσταση ημι-ρήξης με το κράτος, για διάφορους λόγους –μεταξύ των οποίων η μη δυνάμενη να αγνοηθεί προοπτική της καταστολής (τα τανκς του στρατού «που προστάτευαν» τους διαδηλωτές από τις επιθέσεις των μπράβων του Μουμπάρακ ή που στάθμευαν γύρω από κανάλι του Σουέζ έθεταν πολύ συγκεκριμένα το ζήτημα της κατάργησης του κράτους)–  φτάσαμε σε μια κατάσταση όπου το ζήτημα του κράτους, της νομιμότητάς του, της ικανότητάς του να αντανακλά τις προσδοκίες της κοινωνίας πολιτών, της ιδιότητάς του να εγγυάται μια πιο δίκαιη αναδιανομή των εισοδημάτων και την ελευθερία του καθενός να συμμετέχει στην οικονομική και κοινωνική ζωή (το ζήτημα της διαφθοράς και της μονοπώλησης της εξουσίας από μια κλίκα ήταν αναπόφευκτο στις αραβικές χώρες) αποτέλεσαν τον ορίζοντα όλων των αγώνων της περιόδου.

Το κίνημα των πλατειών, από την Ταχρίρ στην Ταξίμ και μέχρι τις διαφορετικές εκδοχές του Occupy στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, έκαναν της κοινωνία πολιτών καρδιά και διακύβευμα των διεκδικήσεων, εντός ενός παγκόσμιου κινήματος όπου –μολονότι το προλεταριάτο ήταν πάντοτε παρόν στον έναν ή τον άλλο βαθμό–  η μεσαία τάξη γινόταν ολοένα και πιο κεντρική τόσο ως κοινωνική πραγματικότητα όσο και ως πολιτικό ζήτημα. Αυτό το κίνημα, από τη στιγμή που παύει να είναι καθαρή διαμαρτυρία (όπως ήταν το κίνημα 15Μ στην Ισπανία) και τείνει να διεκδικήσει την εξουσία του κράτους στο όνομα της κοινωνίας πολιτών, μπορεί να περιγραφεί επαρκώς με τον όρο του «λαϊκισμού». Ο λαϊκισμός –όταν είναι της αριστεράς ή «κοινωνικός»– αποτελεί επίσης προϊόν τόσο της αποτυχίας αυτών των κινημάτων και της επιδείνωσης των μέτρων λιτότητας όσο και της καταστολής των κινημάτων, καθαρά διαμαρτυρίας, από το κράτος.

Πρέπει να τοποθετήσουμε την άνοδο του λαϊκισμού εντός της στιγμής που ακολουθεί τον «αραβικό χειμώνα» και την εκλογή του Σύριζα στην Ελλάδα και που χαρακτηρίζεται από την επιστροφή της συσσώρευσης σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτή η στιγμή της «εξόδου από την κρίση» είναι επί της ουσίας η στιγμή των πολιτικών λιτότητας, της επιδείνωσης των συνθηκών εκμετάλλευσης των προλετάριων και το τέλος του κράτους-πρόνοιας χωρίς προϋποθέσεις που είχε καθιερωθεί κατά τη διάρκεια της χρυσής τριακονταετίας. Εντούτοις, η ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας δεν μπορεί να λειτουργήσει παρά μόνο εάν το κράτος αναλάβει ένα τμήμα της αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης. Αυτό το τμήμα γίνεται επομένως αντικείμενο των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων εκ μέρους των ταξικών κομματιών που επωφελούνται από αυτό και βρίσκονται σε θέση να το διαπραγματευτούν. Αυτοί οι αγώνες έχουν για διακύβευμα τον ορισμό του κράτους και την επέκταση των προνομίων που αυτό παρέχει στο πλαίσιο ενός φιλελευθερισμού, τον οποίο κανένας από τους πρωταγωνιστές δεν αμφισβητεί στ’ αλήθεια (καθώς το «σοσιαλιστικό» σχέδιο μιας οικονομίας διευθυνόμενης από το κράτος έχει οριστικά ενταφιαστεί).

Ως «λαϊκισμό» δεν πρέπει να θεωρούμε ούτε τη δημαγωγική πολιτική που έχει στόχο να εργαλειοποιήσει τις πιο φτωχές και λιγότερο μορφωμένες τάξεις ούτε τον απλό εθνικισμό (αν και στοιχεία από τις δυο αυτές εκδοχές μπορούν να υπάρχουν), αλλά περισσότερο ένα διαταξικό κίνημα, εντός του οποίου η εθνική ενότητα δεν υφίσταται μέσω της «προς τα πάνω» ταυτοποίησης των υποκειμένων με το κράτος (όπως στην περίπτωση της «λαϊκής» υπεράσπισης μιας αποικιακής πολιτικής, για παράδειγμα), αλλά περισσότερο μέσω της οριζόντιας αναγνώρισης της ισότητας των υποκειμένων στο εσωτερικό ενός εθνικού συνόλου και μέσω του ιδεολογικού επανακαθορισμού των καπιταλιστικών σχέσεων στη βάση αυτής της ισότητας τιθέμενης ως θεμελιώδους. Συγκεκριμένα, αυτό σημαίνει ότι είναι πιο σημαντικό το κράτος να θεωρείται «αντικειμένου του λαού», απορροή της κοινότητας και να καθίσταται εφεξής υπεύθυνο για την ιδιαίτερη ύπαρξη αυτής της υποτιθέμενης ισότητας. Είναι αυτό για το οποίο μιλάει ο Mélenchon στη Γαλλία, όταν προτείνει μια «συνταγματική διαδικασία». Για την Καταλονία και το αποσχιστικό κίνημα, η διατύπωση της υπεροχής του λαού επί του κράτους είναι αυτό που του επιτρέπει να διαβεβαιώνει ότι είναι ο ίδιος ο λαός που ορίζει το εθνικό σύνολό «του» και όχι το αντίστροφο.

Ο λαϊκισμός θέτει το ζήτημα της κοινωνίας πολιτών, αλλά με μια εντελώς ιδιαίτερη μέθοδο, παρουσιάζοντάς την τόσο ως μια ουσιώδη κοινότητα –ο «λαός»– είτε με έναν πολιτικό (το ανήκειν στη Δημοκρατία) είτε με έναν εθνοτικό τρόπο (η γλώσσα, τα έθιμα, η καταγωγή) όσο και ως μια υλική κοινότητα, η οποία κυβερνιέται από το κράτος και υφίσταται εντός των κατηγοριών του καπιταλισμού. Η ουσιώδης κοινότητα είναι, εντός του λαϊκισμού, αυτό που προσδίδει νομιμότητα στο κράτος και αποτελεί επίσης την προνομιακή οδό με την οποία φετιχοποιούνται οι καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις· ή καλύτερα η γλώσσα με την οποία εκφράζεται αυτή η φετιχοποίηση.

Αλλά αυτή η ουσιώδης κοινότητα δεν αποτελείται από τίποτα άλλο πέρα από τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις, βαμμένες εκ νέου με τα υποτίθεται αδερφικά χρώματα της εθνικής σημαίας. Μεταξύ καταλανού εργοδότη και του καταλανού εργάτη του η γλώσσα είναι ίδια, αλλά η εκμεταλλευτική σχέση που συνεχίζει να υπάρχει ανάμεσά τους δεν έχει ούτε γλώσσα ούτε σημαία· και η αποσπώμενη υπεραξία θα πάει να συναντήσει τα άλλα κεφάλαια στην παγκόσμια αγορά πριν επιστρέψει στην άκρη της γλώσσας των προλετάριων με τη μορφή συμφώνων ανταγωνιστικότητας εγκεκριμένων, είναι αλήθεια, μεταξύ καταλανών.

Η κοινωνική κατηγορία στην οποία πρόκειται να αντιπαρατεθεί ο λαϊκισμός δεν είναι η αστική τάξη ως τέτοια (εκμεταλλευτική, κάτοχος των μέσων παραγωγής κ.α.), στο μέτρο που το αφεντικό ή ο εργάτης μπορούν να ανήκουν στην ουσιώδη κοινότητα του «λαού», ακόμα κι αν η θέση τους εκεί είναι διαφορετική. Εδώ, ο λαϊκισμός αναδεικνύεται μια χαρά ως κληρονόμος του σλόγκαν των 99% εναντίον του 1%. Ο εχθρός, και εδώ, θα είναι οι παγκοσμιοποιημένες ελίτ που δεν ανήκουν σε καμία κοινότητα: τάξη της κυκλοφορίας, γεωγραφικά κινητική και χωρίς κοινοτικές συνδέσεις, τάξη του παγκόσμιου εναντίον του τοπικού, του αφηρημένου των χρηματοπιστωτικών ροών ενάντια στο συγκεκριμένο της παραγωγής και των υπηρεσιών.

Είναι αυτή η «τάξη» των παγκοσμιοποιημένων ελίτ, της οποίας τα φτερά η αποσχιστική καταλανική άκρα αριστερά προτείνει να κόψουμε και να προσδεθούμε στο έδαφος της μητέρας-πατρίδας μπλοκάροντας τα υπάρχοντά της σε περίπτωση που ονειρευόταν να εγκαταλείψει την εθνική επικράτεια μετά την ανεξαρτησία. Και, πράγματι, ήταν οπωσδήποτε οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις του Ibex 35 (του ισπανικού CAC 40) των οποίων οι έδρες ήταν οι πρώτες που εγκατέλειψαν το καταλανικό έδαφος, σε μια συμβολική αλλά ξεκάθαρη κίνηση στήριξης της Μαδρίτης. Η λαϊκίστικη άκρα αριστερά δείχνει εδώ με ποιον τρόπο ο σεπαρατισμός εκφράζει επίσης τη σύγκρουση μεταξύ κομματιών της αστικής τάξης, μεταξύ «μικρής» αστικής τάξης του εμπορίου και των υπηρεσιών και «μεγάλης» αστικής τάξης των παγκοσμιοποιημένων χρηματοπιστωτικών ροών· θέτοντας έτσι, εκ μέρους της κοινωνίας πολιτών, εντός αυτής της ταξικής σύγκρουσης το παλιό ζήτημα της «πραγματικής» οικονομίας που αντιτίθεται στην «αφηρημένη» οικονομία. Είναι ακριβώς αυτή η αστική τάξη, με την οποία συνδέεται άρρηκτα η μεσαία τάξη –η οποία με τη σειρά της συγκροτείται από τη μεγάλη χορωδία των υπαλλήλων, των προϊσταμένων, των εμπόρων, των δικηγόρων, των γιατρών, με την οποία ενώνονται εργατικές φωνές–  και η οποία λέει: «Η οικονομία είναι δική ΜΑΣ δουλειά, ΕΜΕΙΣ είμαστε που παράγουμε τον πλούτο». Και αυτό εκφράζει,  εντός της γλώσσας της ιδεολογίας, αυτή τη θεωρητική αλήθεια: το κεφάλαιο είναι η ίδια η κοινωνία.

Γιατί προφανώς, οι παγκοσμιοποιημένες ελίτ είναι εξίσου αυτές με τις οποίες εμπορευόμαστε και για τις οποίες εργαζόμαστε· και η ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί επίσης το πεδίο τους, το πεδίο των μεγάλων χρηματοπιστωτικών όσο και βιομηχανικών ομίλων, οι οποίοι επένδυαν μαζικά στην Ισπανία κάθε φορά που το κράτος (συμπεριλαμβανομένης της καταλανικής κυβέρνησης ως ενδιάμεσου) τους προετοίμαζε το έδαφος προσφέροντάς τους επί τόπου και χωρίς τέλη εκτελωνισμού μια καταρτισμένη εργασιακή δύναμη μειωμένου κόστους, καθώς επίσης και μια απέραντη εσωτερική αγορά προς κατάκτηση. Κατά συνέπεια, η είσοδος στην παγκόσμια αγορά, την οποία οι αυτονομιστές προσφέρουν ως απόδειξη οικονομικής αξιοπιστίας, αποτελεί ακριβώς αυτό που φρενάρει τη διαδικασία αυτονόμησης. Γιατί, δεν είναι δυνατόν να διαχωρίσεις το κράτος από την οικονομία ανάγοντας το κράτος σε μια κοινότητα δραστήριων εργατών και υπεύθυνων επιχειρηματιών πιασμένων χέρι-χέρι για να δημιουργήσουν τον πλούτο στην παγκόσμια αγορά. Το χρέος, το οποίο η Βαρκελώνη θα έπρεπε φυσικά να κληρονομήσει από τη Μαδρίτη αν εγκατέλειπε την Ισπανία και άρχιζε εκ νέου τη διαδικασία σύνδεσης με την ΕΕ, θα τοποθετούσε την Καταλονία στην κατάσταση της Ελλάδας. Γιατί ο τρόπος με τον οποίο η Ισπανία, και επομένως η Καταλονία, εισέρχεται στην παγκόσμια αγορά είναι εξίσου μέσω του χρέους και των μέτρων λιτότητας που επιβάλλονται από το κράτος: και εδώ, οι ιδεολογικές διακρίσεις που κάνει ο λαϊκισμός αποδεικνύονται ανίσχυρες να συλλάβουν την πραγματικότητα της στιγμής που τις συγκροτεί.

Η διαταξικότητα που εκδηλώνεται στην καταλανική συνθήκη λαμβάνει χώρα εκ των πραγμάτων, όπως κάθε φορά, μεταξύ εντελώς καθορισμένων ταξικών κομματιών, τα οποία αντανακλούν την οικονομική κατάσταση της περιοχής. Πράγματι –μολονότι η Καταλονία, πρώιμα βιομηχανοποιημένη, συντήρησε και ανέπτυξε μια σημαντική βιομηχανική δομή, κυρίως στην αυτοκινητοβιομηχανία ή στον σε πλήρη επέκταση τομέα της χημείας, και διέλυσε τον, τόσο σημαντικό στις πιο φτωχές περιοχές της Ισπανίας, αγροτικό τομέα– είναι οι υπηρεσίες αυτές που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του ΑΕΠ της (περίπου 74%). Κατά τη διάρκεια της γενικής απεργίας (καλεσμένης αλλιώς ως «πολιτική στάση») που διοργανώθηκε στις 3 Οκτωβρίου από τους οπαδούς της ανεξαρτησίας, αυτοί που απήργησαν είναι κυρίως οι δημόσιες υπηρεσίες (μεταφορές, μουσεία κ.α.) και ο τομέας της υγείας –τομείς, οι οποίοι είναι αυτοί που κυρίως επηρεάζονται από την κήρυξη της ανεξαρτησίας και τους οποίους αγγίζουν οι περικοπές του προϋπολογισμού– και οι κλάδοι του εμπορίου (το λιμάνι των εμπορευμάτων). Η Μπάρτσα έκλεισε το Καμπ Νου, αλλά τα Seat βγήκαν από το εργοστάσιο ως συνήθως. Είναι αλήθεια ότι σε περίπτωση ανεξαρτητοποίησης, οι καταλανοί θα συνεχίσουν να πηγαίνουν στο γήπεδο και η Μπάρτσα θα μπορέσει να συνεχίσει τις μεταγραφές των 40 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι ο γερμανός κατασκευαστής θα διατηρήσει τα εργοστάσιά του στη θέση τους: στο Martorell, κοντά στη Βαρκελώνη, όπου πολλοί ίδρωσαν για την «ανάκαμψη», είναι 10.000 άτομα που θα βρεθούν τότε άνεργοι.

Αλλά –μολονότι το ζήτημα της απόσχισης της Καταλονίας μπορεί ενδεχομένως να παρουσιαστεί ως ανταγωνισμός μεταξύ τμημάτων της αστικής τάξης, στο εσωτερικό του οποίου εμπλέκονται ταξικά κομμάτια με συμφέροντα που συνδέονται με τμήματα της καταλανικής αστικής τάξης ευνοϊκά διακείμενα στην ανεξαρτησία– δεν πρέπει να χάνουμε από το οπτικό πεδίο ότι αυτά τα συμφέροντα είναι τόσο εντελώς ιδεολογικά όσο και πραγματικά, χωρίς να είναι πραγματικά δυνατόν να διαχωριστούν τα μεν από τα δε. Η θέση περί χειραγωγούμενων μαζών από τους εθνικιστές αστούς αντανακλά μια βαθιά περιφρόνηση προς τις λεγόμενες «μάζες»: ο «κόσμος» –στην περίπτωση του λαϊκισμού, η χρήση αυτής της αφηρημένης κατηγορίας γίνεται εύστοχη– δεν είναι ο ηλίθιος που ρίχνεται στην πρώτη διαθέσιμη ταυτότητα. Και εκ των πραγμάτων, η διεκδίκηση της ανεξαρτησίας αποτελεί επίσης αντίδραση στα μέτρα λιτότητας που πήρε η ίδια η καταλανική κυβέρνηση, ένας τρόπος να τη φέρει στα μέτρα του, ακόμα και να αντιτεθεί σε αυτή.

Η στιγμή του λαϊκισμού στην Καταλονία είναι η στιγμή της περιόδου μετά την κρίση του 2008, η οποία άφησε την Ισπανία γονατισμένη, είδε τα ποσοστά ανεργίας να εκρήγνυνται και να επιβάλλονται δράκοντιες πολιτικές λιτότητας. Με την ανάκαμψη στα μέσα της δεκαετίας του ’10 –και τη συγκυριακή βοήθεια από την πτώση των τιμών του πετρελαίου η οποία, συσχετισμένη με το ελάχιστο κόστος της τοπικής εργασιακής δύναμης, έδωσε στην περιοχή μια σημαντική ώθηση με όρους διεθνούς ανταγωνιστικότητας– η Καταλονία κατέληξε να τη βγάλει καθαρή από οικονομική άποψη, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής των μέτρων λιτότητας που δέχτηκαν τόση κατακραυγή.

Στην Καταλονία, όπως παντού αλλού, «η τόνωση της ανάπτυξης» υπήρξε συνώνυμη της πτώσης των μισθών, της προσωρινότητας της απασχόλησης, των περικοπών των κοινωνικών επιδομάτων. Και, ειδικά στην Καταλονία, είναι οπωσδήποτε η τοπική κυβέρνηση, και οι οπαδοί της ανεξαρτησίας στην εξουσία, που εφάρμοσαν αυτές τις πολιτικές λιτότητας. Στο εσωτερικό του κινήματος υπέρ της ανεξαρτησίας που βρίσκεται στα πράγματα, είναι μέσω των ανταγωνισμών για την εξουσία που εκδηλώθηκαν οι ταξικές αντιθέσεις, οι οποίες με τη σειρά τους εντάχθηκαν στο κίνημα που συνδέθηκε με τη λιτότητα και την «ανάκαμψη». Το διακύβευμα της Διαδικασίας Ανεξαρτησίας είναι επομένως αν θα δοθεί ένα οικονομικό και κοινωνικό νόημα στην ανάκαμψη της συσσώρευσης σε μια ιδιαίτερη περιφέρεια, την Καταλονία· κάτι που εκδηλώνεται λοιπόν με μια σύγκρουση πολιτικής φύσεως. Εντός ενός τεταμένου κοινωνικού πλαισίου, η ακροαριστερή πτέρυγα του CPU, με έναν μειωμένο αριθμό ψήφων στο Κοινοβούλιο, παίζει τον ρόλο ρυθμιστή: η απόκτηση των ψήφων του είναι αναγκαία. Το 2016, ο πρόεδρος της Generalitat Artur Mas, ο οποίος εφάρμοσε τα μέτρα λιτότητας, επωμίστηκε το κόστος αυτής της κατάστασης και έπρεπε να αφήσει τη θέση του στον Carles Pudgemont· όχι λιγότερο δεξιό, αλλά του οποίου οι πεποιθήσεις υπέρ της ανεξαρτησίας είναι ξεκάθαρες. Έκτοτε, πολιτικά, η ένταση συνίσταται στο να κάνεις «κοινωνικό» το ζήτημα της ανεξαρτησίας. Και είναι εδώ που η εμπλοκή των μαζών των ανθρώπων που κατεβαίνουν στον δρόμο δεν μπορεί να αναχθεί στην εθνικιστική υστερία ή τη χειραγώγηση από την αστική τάξη.

Σε αυτό το πολιτικό πλαίσιο, η οργάνωση του δημοψηφίσματος της 1ης Οκτωβρίου αποτελεί επίσης –για τον συνασπισμό που βρίσκεται στην εξουσία, και κυρίως για τη δεξιά πτέρυγά του– έναν τρόπο να καβαλήσει την τίγρη της δυσαρέσκειας των μαζών πριν αυτές στραφούν εναντίον του. Το να υποδεικνύεις τη Μαδρίτη ως πηγή όλων των δεινών εξαιρεί την κυβέρνηση της Generalitat από τις κατηγορίες που της απευθύνονται και της επιτρέπει να αποκαταστήσει μια εικονική ενότητα, χωρίς την οποία κανένα κράτος δεν μπορεί να κυβερνήσει. Ο λαϊκισμός εμφανίζει έτσι τη διπλή όψη ενός «λαϊκού» κινήματος και ενός κινήματος του κράτους, δηλαδή της κυρίαρχης τάξης, κάτι που μπορεί να δημιουργήσει μια ρευστή κατάσταση με το περίγραμμά της σε μόνιμο επαναπροσδιορισμό.

Εντούτοις, αυτός ο ρευστός χαρακτήρας, συνδεδεμένος με τη διαταξική φύση του λαϊκισμού, υποδεικνύει μόνο ότι οι τάξεις, ακόμα κι αν παραμένουν συνδεδεμένες με μια υποτιθέμενη ταυτότητα, βρίσκονται σε διαρκή ανταγωνισμό· είναι ακριβώς αυτό που τις ορίζει ως τάξεις. Αλλά όσο η κατάσταση παραμένει σε αυτό το πλαίσιο –όπου ο λαός τίθεται, ιδεολογικά και πρακτικά, ως ουσιώδης κοινότητα στηριγμένη στις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις (και επομένως στη συσκότισή τους), και παρά τις θεαματικές πλευρές που μπορεί να πάρει αυτό το κίνημα, το οποίο ορισμένες φορές μπορεί να εμφανίζεται στη σκηνή ως κίνημα ρήξης– το κίνημα παραμένει στα όρια τα οποία έχει φτιάξει το ίδιο για τον εαυτό του και τα οποία δεν πρόκειται να ξεπεράσει σαν το ίδιο να μην υπήρχε, χωρίς να τα αντιλαμβάνεται. Δεν κάνουμε την επανάσταση όπως σκοντάφτουμε.

Αν τα κομμάτια του προλεταριάτου, τα οποία βρίσκονται εμπλεκόμενα στη διαταξική άρθρωση των τρεχόντων αγώνων, δεν φτάνουν να διακρίνουν τα πραγματικά συμφέροντα «του» προλεταριάτου από αυτά της αστικής τάξης ή της μεσαίας τάξης, αυτό συμβαίνει γιατί αυτά τα «πραγματικά συμφέροντα» δεν μπορούν στην πραγματικότητα να διακριθούν. Θα ήταν παράδοξο να περιοριστούμε στη διακήρυξη ότι «το» προλεταριάτο είναι διεθνιστικό ή ότι ο λαός ως τέτοιος δεν μπορεί να είναι ελεύθερος παρά μόνο χωρίς το κράτος· σαν η πραγματική ταξική δραστηριότητα να τοποθετείτο σε ένα πεδίο, όπου η κοινωνική ύπαρξή της στον καπιταλισμό να ήταν καθαρά τυχαία ή συγκυριακή απέναντι στην υπερβατική πραγματικότητα «της» τάξης.

Με τον λαϊκισμό, βλέπουμε σε τι η a priori ενοποίηση, η ενότητα της τάξης –την οποία απαιτούν και υποστηρίζουν αυτοί, για τους οποίους η «σύγκλιση των αγώνων» καθορίζει την επιτυχία τους– αποτελεί στην πραγματικότητα μια καθαρή και απλή επανεπιβεβαίωση της καθεστηκυίας τάξης. Αυτό που συγκλίνει στους διαταξικούς αγώνες είναι πάντοτε κομμάτια του προλεταριάτου, των οποίων τα συμφέροντα τέμνουν αυτά των μεσαίων τάξεων· είναι αυτή η σύζευξη που συγκροτεί την «κοινωνία πολιτών» ως αντικείμενο διεκδίκησης. Και, από τη στιγμή που η κοινωνία πολιτών αποτελεί το πρόβλημα, είναι οι καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις που δεν αμφισβητούνται, γιατί γίνονται αντιληπτές ως προϋπόθεση. Εφεξής, δεν υφίσταται παρά ένα πρόβλημα «αναδιανομής του πλούτου», χωρίς να γνωρίζουμε για ποιον πλούτο πρόκειται και από πού μπορεί κάλλιστα να προέρχεται.

Η ενοποίηση της τάξης σε επαναστατική τάξη θα συνίστατο, αντίθετα, στον πολλαπλασιασμό των συγκρούσεων στη βάση αυτού που την κάνει να υπάρχει ως κατακερματισμένη, στη βάση των συνθηκών που τίθεται από αυτή την ύπαρξη· δηλαδή, όχι μόνο η εκμετάλλευση ως άμεσος κατακερματισμός (καταμερισμός εργασίας), αλλά εξίσου οι έμφυλες και φυλετικές διαιρέσεις. Αλλά επίσης, πιο γενικά, όλες αυτές που μπορούμε να αποκαλέσουμε κοινωνικές «ανισότητες». Συγκεκριμένα, πρόκειται για έναν άλλο τρόπο να πεις ότι η τάξη δεν ενοποιείται παρά καταργώντας τον εαυτό της ως τάξη, επιτιθέμενη άμεσα (ακόμα κι αν αυτό το άμεσα μπορεί να υπονοεί ιδεολογικές διατυπώσεις) σε αυτό που την κάνει να υπάρχει ως εκμεταλλεύσιμη και εκμεταλλευόμενη τάξη.

Έχοντας πει αυτό, πρέπει οπωσδήποτε να παρατηρήσουμε ότι αυτή η αμφισβήτηση της τάξης από την ίδια την τάξη δεν βρίσκεται καθόλου στην ατζέντα των ημερών, παρά μόνο αρνητικά. Η στιγμή του λαϊκισμού διακινδυνεύει πολύ να είναι μια αναθεματισμένη στιγμή που θα παρέλθει. Γιατί, αν ο λαϊκισμός μας είναι ήδη ελάχιστα συμπαθητικός στις αντιλήψεις του, η αντίδραση του «κλασσικού» κράτους απέναντι σε αυτό που παραμένει αμφισβήτηση της καπιταλιστικής τάξης για το ίδιο το κράτος· μιας τάξης ήδη εύθραυστης στη διατήρησή της, η οποία ρισκάρει πολύ να συμπεριλάβει νέα κατασταλτικά μέτρα υπέρ της ασφάλειας. Και παντού, εθνικιστικά κινήματα με λαϊκιστική συνιστώσα, αλλά πολύ λιγότερο «κοινωνικά» σε σχέση με το κίνημα των καταλανών οπαδών της ανεξαρτησίας, αναδύονται –ή βρίσκονται άμεσα στα πράγματα όπως στην Ουγγαρία, την Πολωνία ή αλλού.

Εξάλλου, τα διάφορα αποσχιστικά κινήματα –τα οποία συμμετέχουν με τον τρόπο τους στην κίνηση επαναπροσδιορισμού του κράτους– υποδεικνύουν εξίσου ότι, σε παγκόσμια κλίμακα, η διαίρεση του κοινωνικογεωγραφικού χώρου που βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη πριν την κρίση του 2008 συνεχώς εντείνεται. Αν και δεν τίθεται προς το παρόν παρά μόνο ως υπόθεση, η ταυτόχρονη συγκρότηση ζωνών-σκουπιδότοπων κατοικημένων από πληθυσμούς υπεράριθμων χωρίς εργαλεία αγώνα και ζωνών πιο πλούσιων οχυρωμένων στα υποτιθέμενα προνόμιά τους, εγγυημένα από ένα πολιτιστικό, εθνοτικό ή εθνικό ανήκειν, δεν αποτελεί ούτε αυτή μια ευχάριστη προοπτική.

AC

Καταλωνία: πόσες διαιρέσεις;

του Stéphane Ortega1

Αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωσαν στη Βαρκελώνη την Κυριακή 8 Οκτωβρίου για την παραμονή της Καταλωνίας στην Ισπανία. Οργανωμένη από τους υποστηρικτές της σκληρής γραμμής ενάντια στους αυτονομιστές και συχνά φλερτάροντας με τα σύμβολα του φρανκισμού, η διαδήλωση έφερε μαζί πολλούς Καταλανούς που είναι εχθρικοί σε έναν χωρισμό με τη Μαδρίτη.

Αυτό το Σαββατοκύριακο, οι φωνές των υποστηρικτών της ανεξαρτησίας σίγησαν. Ο αναβρασμός και ο κοχλασμός υπέρ της καταλανικής δημοκρατίας έδωσαν τόπο σε άλλες εκφράσεις. Οι δρόμοι της Βαρκελώνης είχαν καθαρίσει από τις αφίσες για το δημοψήφισμα, κι αυτές εναντίον της καταστολής ή που καλούσαν στη γενική απεργία. Επικρατούσε η εμπορική δραστηριότητα ενός συνηθισμένου Σαββάτου.

Το Σάββατο το μεσημέρι, αρκετές χιλιάδες Βαρκελωνέζοι μαζεύονται στην πλατεία Sant Jaume. Όλοι ντυμένοι στα λευκά, κάνουν έκκληση για διάλογο και ειρήνη. Αρνούμενοι να φοράνε είτε τα χρώματα της ανεξαρτησίας είτε τα χρώματα της ενότητας της Ισπανίας, προτρέπουν τους πολιτικούς ηγέτες της Μαδρίτης και της Βαρκελώνης να μιλήσουν ο ένας στον άλλον. Η πλατεία που κοιτάζει το δημαρχείο καθοδηγούενη από την Ada Colau, υποστηριζόμενη από το Podemos, και το Κυβερνείο της Καταλωνίας κυριαρχούμενο από τον συνασπισμό της ανεξαρτησίας (PEDCAT, ERC, CUP) είναι γεμάτες σαν “αυγό”. Οι παρακείμενοι δρόμοι ξεχύλιζαν από κόσμο. Ένα σύνθημα δίνει τον τόνο: “περισσότερος διάλογος, λιγότερη τεστοστερόνη”.

Προϊόν της πρωτοβουλίας μιας ομάδας δικηγόρων και περνώντας στα κοινωνικά δίκτυα με το hashtag “Parlem” (“Ας μιλήσουμε”), το μάζεμα αυτό φέρνει κοντά κυρίως ελεύθερους επαγγελματίες και τον επιχειρηματικό κόσμο. “Θέλουμε να εκφραστούμε. Δεν θέλουμε μια μονομερή ανακήρυξη ανεξαρτησίας ή την απειλή του άρθρου 155 του Συντάγματος [που καταλύει την αυτονομία της περιοχής]. Ο Μαριάνο Ραχόι και ο Carles Puigdemont δεν είναι επαρκείς για το καθήκον αυτό”, εξηγεί η Pascale, μια Γαλλίδα που ζει στην Καταλωνία για 25 χρόνια και της οποίας ο σύζυγος έχει έναν εκδοτικό οίκο. Αν και δεν είναι εχθρική στην ιδέα μιας ευρύτερης αυτονομίας για την Καταλωνία, προτίθεται, ωστόσο, να κατέβει στη διαδήλωση υπέρ της ενότητας της Ισπανίας την επόμενη μέρα. Την ίδια στιγμή, αντίστοιχες πορείες γίνονται μπροστά στα δημαρχεία σε ολόκληρη τη χώρα.

Τα δικαιώματα βγαίνουν στον δρόμο

Όμως, στη Μαδρίτη, το μπλοκ των υπερασπιστών του κατευνασμού και της συμφιλίωσης με τα λευκά, ανταγωνίζεται μια δεύτερη πορεία 200 μέτρα πιο κάτω με τα χρώματα της ισπανικής σημαίας. Αρκετές χιλιάδες άτομα δείχνουν την απόρριψή τους για την ανεξαρτησία, σε μια διαδήλωση που υποστηρίζεται από το Λαϊκό Κόμμα (Partido Popular, PP) και τους Ciudadanos2. Οι “πραξικοποηματίες στη φυλακή” φωνάζουν διαδηλωτές που έχουν στοχοποιήσει τους Καταλανούς πολιτικούς. Έκφραση της υποστήριξης στην κυβέρνηση και τον βασιλιά και μια γενική πρόβα πριν από τη μεγάλη διαδήλωση υπέρ της ενότητας της Ισπανίας που είναι για την Κυριακή σε καταλανικό έδαφος.

Μείνετε στα σπίτια στη διάρκεια της φασιστικής διαδήλωσης!”. Είναι η εντολή που κυκλοφορεί στη Βαρκελώνη στις τάξεις των αυτονομιστών αλλά και σε όλους τους χώρους του μαχητικού συνδικαλισμού, του αντιφασισμού και των αναρχικών στην Καταλωνία. Στην Καταλωνία μια διαδήλωση με τα χρώατα της εθνικής σημαίας ξυπνά τις σκοτεινές ώρες του φρανκισμού που καταπίεσε την επιθυμία για ανεξαρτησία με το αίμα. Στο όνομα της ενότητας της Ισπανίας. Η διαδήλωση της Κυριακής καλείται από την Κοινωνία των Πολιτών της Καταλωνίας (SCC), μια ένωση. Αλλά υποστηρίζεται και από το PP, στο οποίο οι νοσταλγοί του φρανκισμού είναι πολυάριθμοι, και από τους Ciudadanos που ζητούν από την κυβέρνηση να εφαρμόσει το άρθρο 155 του ισπανικού Συντάγματος.

Ωστόσο, η διαδήλωση μετατρέπεται σε ένα παλιροϊκό κύμα στους δρόμους της Βαρκελώνης. Η διαδρομή επιμηκύνεται την Κυριακή το πρωί, αλλά και πάλι ξεχειλίζει σε όλους τους γειτονικούς δρόμους της πορείας. Αρκετές δεκάδες χιλιάδες υποστηρικτές ήρθαν με εκατοντάδες λεωφορεία από ολόκληρη την Ισπανία, που είχαν ναυλωθεί για την περίσταση. Αυτό το ραντεβού ενάντια στην ανεξαρτησία κατάφερε να μαζέψει μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας πολύ ευρύτερα από τους διοργανωτές. Από 350.000 διαδηλωτές, σύμφωνα με την καταλανική αστυνομία, μέχρι 950.000, σύμφωνα με τους διοργανωτές, βάδισαν στο Gare de France για το κλείσιμο της πορείας. Οι Σοσιαλιστές δεν είχαν επίσημα καλέσει αλλά οι ακτιβιστές τους είχαν προσκληθεί να συμμετάσχουν.

Ο τόνος της επίδειξης δύναμης είναι λιγότερο παραδοσιακός από την προηγούμενη μέρα στη Μαδρίτη. Αλλά εδώ κι εκεί αγγίζει την επιθετικότητα. “Ο Puigdemont στη φυλακή”, ένα σύνθημα αρκετά ρεβανσιστικό υιοθετείται από πολλούς διαδηλωτές. Η παραμικρή εμφάνιση τηλεοπτικών καμερών στην πορεία προκαλεί συνθήματα: “Μα πού είναι το TV3 [καταλανική τηλεόραση]; Χειραγωγεί”. Οι διαδηλωτές φωνάζουν: “δεν είμαστε φασίστες, είμαστε Ισπανοί”, φασιστικοί χαιρετισμοί εμφανίζονται συχνά. Ο αριθμός των στρατιωτικών διασήμων [insignia] και ρούχων ή των ακροδεξιών συμβόλων δεν είναι εντελώς περιθωριακός. Μερικά βαν της καταλανικής αστυνομίας στοχοοποιούνται σε οξεία αντίθεση με τις τιμές [tribute] που αποδίδονται στην Civil Guardia νωρίτερα το πρωί από διαδηλωτές στο Paseo de Gracia.

Αβεβαιότητες και διαιρέσεις

Όμως, είναι μια επίδειξη δύναμης που δύσκολα μπορούν να παρακάμψουν οι υποστηρικτές της ανεξαρτησίας. Η διαδήλωση κεφαλαιοποίησε τον φόβο καθώς και το πολιτικό κενό που περιβάλλει την επαύριο του δημοψηφίσματος της 1ης Οκτωβρίου. Αν και το 90% του 43% όσων ψήφισαν ψήφισαν υπέρ της ανεξαρτησίας, η καταλανική κυβέρνηση απέρριψε την μονομερή της ανακήρυξη της ανεξαρτησίας. Η κεντρική κυβέρνηση άδραξε την ευκαιρία να πάρει το προβάδισμα υποστηρίζοντας τις διαδηλώσεις του Σαββατοκύριακου και ενθαρρύνοντας την αποχώρηση των κεντρικών γραφείων εταιριών που είχαν την έδρα τους στην Καταλωνία. Αρκετές καταλανικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης της Caixa, η οποία διατηρεί τους λογαριασμούς της Generalitat, μετακινήθηκαν σε άλλες ισπανικές περιοχές. Ο φόβος μιας οικονομικής καταστροφής οφελεί τη Μαδρίτη. Οι αυστηρές ομιλίες της κυβέρνησης και του βασιλιά την τελευταία εβδομάδα έχουν αναζωπυρώσει τον φόβο μας επιστροφής στις σκοτεινές εποχές, παρούσες ακόμα στη μνήμη.

Εν πάσει περιπτώσει, οι Καταλανοί που είναι αδιάφοροι ή εχθρικοί απέναντι στην ανεξαρτησία, ξύπνησαν αυτό το Σαββατοκύριακο αποκαλύπτοντας μια κοινωνία πιο διαιρεμένη απ’ ό,τι φαινόταν. Η ανεξαρτησία είχε δυναμώσει ιδαίτερα τα τελευταία δέκα χρόνια με την οικονομική κρίση και τη σκλήρυνση της Μαδρίτης απέναντι στις αυτονομίες, μετά την επιστροφή του Λαϊκού Κόμματος στην κυβέρνηση. Επωφελήθηκε επίσης από την αποτυχία του κινήματος ενάντια στη λιτότητα 15M, καθώς και του Podemos, στο να δώσουν μια προπτική για κοινωνική αλλαγή. Συνεπώς, η ανεξαρτησία έγινε μια εναλλακτική επιλογή ενάντια στην πολιτική λιτότητας και την διαφθορά του ακατάβλητου Mariano Rajoy. Μια καταλανική δημοκρατία, λοιπόν, αντιτιθέμενη σε μια μοναρχία επηρεασμένη από διάφορα σκάνδαλα και θιγόμενη όπως και οι πολιτικοί από το σύνθημα του κινήματος των Αγανακτισμένων: “Δεν μας αντιπροσωπεύουν”. Κι αυτό παρά τη διαφθορά που επίσης έθιξετ την καταλανική δεξιά και παρά την καταστολή από την καταλανική αστυνομία του κινήματος κατά των περικοπών γνωστό ως “Ας περικυκλώσουμε το Κοινοβούλιο”, το 2012.

Παρά τη δύναμή του, το κίνημα της ανεξαρτησίας απέχει μακράν του να είναι ομόφωνο. Στις “διαμαρτυρίες κατσαρόλας” [casserolades] στη διάρκεια της ομιλίας του βασιλιά, υπήρξαν ανάλογες αντιδράσεις για να καλύψουν την ομιλία του Carles Puigdemont, σε λαϊκές γειτονιές κατοικούμενες κυρίως από μετανάστες ή κάτοικους της Βαρκελώνης από άλλες περιοχές της Ισπανίας. “Μεταξύ των συναδέλφων στη δουλειά, οι συζητήσει συνεχίζονται”, αναφέρει ένας συνδικαλιστής της CGT που βλέπει αυξανόμενα διαφορετικές θέσεις να μην αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας. Η ελπίδα να τεθεί το κοινωνικό ζήτημα στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης με τη Γενική Απεργία στις 3 Οκτωβρίου ήταν μια αποτυχία για τις κεντρικές αναρχοσυνδικαλιστικές οργανώσεις. Με την καταστολή του δημοψηφίσματος, το ζήτημα της ανεξαρτησίας σάρωσε οτιδήποτε άλλο, σύμφωνα με τον αναρχοσυνδικαλιστή.

Το μέλλον είναι πιο αβέβαιο από ποτέ. Ο Carles Puigdemont πρόκειται να μιλήσει την Τρίτη3 στις 6μμ. Θα μπορούσε να ανακηρύξει την ανεξαρτησία, αλλά με μια νομιμοποίηση μειωμένη μετά τις διαδηλώσεις του Σαββατοκύριακου. Η απειλή της καταστολής της αυτονομίας της περιοχής που επανεπιβεβαιώθηκε το Σαββατοκύριακο από τον Μαριάνο Ραχόι θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα. Θα πάρει στον έλεγχό της, αυτή την εβδομάδα, τα δημόσια κτίρια στην Καταλωνία η Guardia Civil;Υπάρχουν τόσα πολλά ερωτήματα και εικασίες που δεν μπορούν να απαντηθούν. Παρ’ όλα αυτά σήμερα, Κυριακή, φεύγοντας από τη Βαρκελώνη, οι ισπανικές σημαίες ανέμιζαν στα παράθυρα πολλών κτιρίων. Το Σάββατο δεν υπήρχαν εκεί.

2 Στμ. Ciudadanos: Πολίτες – Κόμμα των Πολιτών (Ciudadanos-Partido de la Ciudadanía, στην υπόλοιπη Ισπανία και στην Καταλονία, Ciutadans-Partit de la Ciutadania, ακρώνυμο Cs) ονομάζεται ένα κόμμα της Ισπανίας που ιδρύθηκε στην Καταλονία το 2006. Αυτοπροσδιορίζεται ως σοσιαλδημοκρατικό, φιλελεύθερο δημοκρατικό και μη-εθνικιστικό. Υπερασπίζεται την ατομική ελευθερία των πολιτών έναντι των δημόσιων θεσμών σε εθνικό-ισπανικό επίπεδο και όχι σε επίπεδο αυτονομιών. Στην Καταλονία κατέχει 9 θέσεις στο Κοινοβούλιο και τρεις συμβούλους σε διαφορετικά δημαρχιακά συμβούλια. Εναντιώνεται ισχυρά στον καταλανικό εθνικισμό.Το 2014 εξέλεξε δύο βουλευτές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπου εντάχθηκε στην ομάδα των Φιλελεύθερων.

3 Στμ. Αναφέρεται στην ομιλία του Puigdemont στο καταλανικό κοινοβούλιο την Τρίτη 10 Οκτωβρίου όπου αναμενόταν η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας, μετά την επισημοποίηση των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος, αλλά αντ’ αυτής έγινε μια δήλωση αναστολής της ανακήρυξης με το σκεπτικό η ανακήρυξη να μην είναι μονομερής αλλά μετά από διάλογο με την ισπανική κυβέρνηση.

Σχετικά με το άρθρο: Καταλωνία, συμμετέχοντας σε μια παράξενη κατάσταση

του AC από την Carbure1

Μια δημόσια κριτική από τη σελίδα στο facebook του AC στο κείμενο Καταλωνία: συμμετέχοντας σε μια παράξενη κατάσταση (το πρωτότυπο εδώ: https://lundi.am/)

Είναι αυτό το “οτιδήποτε μπορεί να συμβεί” με το οποίο δεν θα συμφωνήσουμε ποτέ. Σε μια κατάσταση, όσο συγκεχυμένη κι αν είναι, μπορεί να είναι πολλά πράγματα, και ίσως απρόβλεπτα, αλλά ποτέ “οτιδήποτε”, διαφορετικά αρχίζουμε να πιστεύουμε σε θαύματα. Αυτό που συμβαίνει στην Καταλωνία, ίσως, να μην παράγει τίποτα, ίσως ένα αυταρχικό σημείο καμπής στην Ισπανία, ίσως ένα φιλελεύθερο Καταλανικό κράτος, το οποίο, πιθανόν, λόγω των πολιτικών ανακατατάξεων επί τω έργω, να περιέχει μια “κοινωνική” πτυχή, αλλά σίγουρα δεν θα παραγάγει, στην σημερινή κατάσταση πραγμάτων, ένα κίνημα που θα τείνει στην κατάργηση των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων. Απλά, δεν είναι αυτό που διακυβεύεται σήμερα, γιατί το διακύβευμα είναι η ανεξαρτησία της Καταλωνίας και οι ελπίδες και αντιθέσεις που εγείρει. Ότι αυτή η ανεξαρτησία έχει διαφορετικά περιεχόμενα ανάλογα με τα δρώντα υποκείμενα, με άλλα λόγια ότι αντανακλά τους ταξικούς αγώνες στην Ισπανία και την Καταλωνία, είναι φανερό. Αλλά δεν μπορεί κανείς, μέσω ενός είδους “στοχαστικού υλισμού” από το πουθενά, να καταλήξει σε μια υποτιθέμενη απειρία δυνατοτήτων. Μπορούμε να κατεβούμε στους δρόμους, αν πιστεύουμε ότι εκεί είναι η θέση μας, αλλά αυτό δεν συνεπάγεται κατανάγκην αυταπάτες (ιδιαίτερα από τη στιγμή που ξέρουμε ότι “το πιο πιθανόν είναι ότι ο κάθε αντίπαλος συνειδητοποιεί τι αναμένεται από αυτόν”), πόσο δε μάλλον να θεωρήσουμε ότι ως δια μαγείας, η ψήφος υπέρ ενός Κράτους μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα κάτι άλλο από ένα Κράτος. Το να παίρνουμε στα σοβαρά τους αγώνες σημαίνει επίσης να αποφεύγουμε να τους κάνουμε να “λένε” κάτι που δεν λένε. Οι αστική τάξη παρέχει αρκετούς ιδεολόγους των οποίων η δουλειά είναι να βάζουν ένα τέλος τις εξεγέρσεις στις κάλπες για να προσθέσουν εθελοντικές συνεισφορές.

 

AC

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: http://dndf.org/?p=16398.

Αναρχικοί για το δημοψήφισμα στην Καταλωνία: τρεις οπτικές από τους δρόμους1

Την Κυριακή, 1η Οκτωβρίου, η καταλανική κυβέρνηση διοργάνωσε ένα δημοψήφισμα σχετικά με την ανεξαρτησία της Καταλωνίας από την Ισπανία αψηφώντας “σκαναδαλωδώς” την Ισπανική κυβέρνηση. Μαζικές συγκρούσεις ανάμεσα στους Καταλανούς ψηφοφόρους και την ισπανική αστυνομία έλαβαν χώρα σ’ ολόκληρη την περιοχή. Καλείται γενική απεργία για τις 3 Οκτωβρίου καθώς μια τελική/κρίσιμη αναμέτρηση καραδοκεί ανάμεσα σε αντίπαλους πολιτικούς και, ίσως, αντίπαλα κράτη. Αυτή η κατάσταση θέτει σύνθετες προκλήσεις: πώς δείχνουν οι αναρχικοί αλληλεγγύη προς τους υποστηρικτές της καταλανικής ανεξαρτησίας ενάντια στην αστυνομική καταστολή χωρίς να νομιμοποιήσουν τον εθνικισμό, τη δημοκρατία, ή ένα καινούριο καταλανικό κράτος και την αστυνομία του; Μιλήσαμε με αρκετούς αναρχικούς απ’ ολόκληρη την περιοχή και μεταφράσαμε αυτές τις τρεις αναφορές για να προσφέρουμε μια διεισδυτική ματιά στο πώς οι Καταλανοί αναρχικοί προσεγγίζουν αυτά τα ζητήματα.

Η καταλανική αστυνομία (Mossos d’Esquadra) ανακοίνωσε ότι τα σημεία στα οποία θα γινόταν η ψηφοφορία θα έκλειναν ή θα εκκενώνονταν στις 6 το πρωί της Κυριακής. Αυτό μπορεί να κατανοηθεό ως ένας τρόπος να ενθαρρυνθεί ο κόσμος να εμφανιστεί για να πρστατέψει τα εκλογικά κέντρα. Η Πολιτοφυλακή (Guardia Civil) και οι μονάδες καταστολής πλήθους (ΜΑΤ) της Ισπανικής αστυνομίς (Policia Nacional) είχαν μεταφερθεί με κρουαζιερόπλοια στην Καταλωνία και διέμεναν σε ξενοδοχεία. Άρχισαν αν εκκενώνουν εκλογικά κέντρα νωρίς το πρωί, προκαλώντας τουλάχιστον 844 καταγεγραμμένους τραυματισμούς σ’ ολόκληρη την Καταλωνία. Πάνω από εκατό άτομα νοσηλεύθηκαν, μερικά σε σοβαρή κατάσταση. Ο πραγματικός αριθμός των τραυματιών μπορεί να είναι σημαντικά μεγαλύτερος. Σε μια περίπτωση, ένας ηλικιωμένος έπαθε καρδιακή προσβολή μετά από μια έφοδο της αστυνομίας· η αστυνομία επιτέθηκε ξανά καθώς κόσμος προσπαθούσε να τον επαναφέρει. Ένα άλλο άτομο πυροβολήθηκε στο μάτι από πλαστική σφαίρα.

Πρώτη οπτική: Μια επισκόπηση

Χτες, 1η Οκτωβρίου, έγινε το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Καταλωνίας εν μέσω μιας τεράστιας αστυνομικής επιχείρησης. Η κυβέρνηση στη Μαδρίτη απείλησε να κλείσει τα μέρη όπου θα γινόταν η ψηφοφορία· για να το αποτρέψει αυτό, ο κόσμος κατέλαβε τα μέρη αυτά, που περιελάμβαναν τα μισά από τα σχολεία σ’ ολόκληρη την Καταλωνία, δυο μέρες νωρίτερα. Σε μερικές πόλεις, οι κάτοικοι ξηλώσανε τις πόρτες ώστε να μην μπορεί να κλειδωθούν αποκλείοντας έξω τους δυνάμει ψηφοφόρους.

Ο κόσμος μαζεύτηκε από τις 6 το πρωί για να προστατέψει τις κάλπες, ενώ η αστυνομία εμφανίστηκε έξω από πολλά εκλογικά τμήματα για να τους απομακρύνει. Το σύνθημα της ημέρας ήταν η μη-βίαιη υπεράσπιση των καλπών, και μέσα στο πλαίσιο αυτό είδαμε πολλά διαφορετικά δείγματα αυθόρμητης αντίστασης που περιλαμβάνανε τρακτέρ που μπόκαραν δρόμους και κόσμο που έτρεχε και οργανωνόταν για να εξασφαλίσει ότι όλα τα σημεία που θα μπορούσε να πάει η αστυνομία ήταν καλυμμένα. Σε κάποιες πόλεις η αστυνομία σταματήθηκε με οδοφράγματα. Ένα σημείο που ξεχώρισε για μένα ήταν το ότι στην πόλη Sant Carles de la Rapita, η Guardia Civil απωθήθηκε με μια βροχή από πέτρες.

Σε χιλιάδες πόλεις, ο κόσμος αντιτέθηκε στην αστυνομία. Είναι δύσκολο να πει κανείς πόσο μακριά έφτασε η αυτοοργάνωση, αν και στις μεγάλες πόλεις οι περισσότεροι ήπιαν το “Kool-Aid” της μη-βίας και αφέθηκαν να χτυπηθούν. Αυτό δημιούργησε μερικές “σουρρεαλιστικές” καταστάσεις: η αστυνομία να χτυπά κόσμο που ήθελε να ψηφίσει και να κατάσχει κάλπες με σκοπό να “προστατέψει τη δημοκρατία”, πυροσβέστες να δημιουργούν “αλυσίδες” περιφρούρησης για να προστατέψουν τους ψηφοφόρους από την αστυνομία και αντιπαραθέσεις ανάμεσα στην ισπανική και την καταλανική αστυνομία. Όλα αυτά δημιούργησαν μια συμπάθεια του κόσμου για την καταλανική αστυνομία (που οι μπάτσοι της είναι γνωστό ότι είναι πραγματικά μεγάλα καθάρματα), σε τέτοιο βαθμό που ο κόσμος χειροκροτούσε όταν έβλεπε να περνούν τα βανάκια της καταλανικής αστυνομίας. Ήταν καφκικό.

Στο τέλος της ημέρας, ο πρωθυπουργός Ραχόι ήταν ευχαριστημένος με τις πράξεις της αστυνομίας και επιβεβαίωσε ότι στην Καταλωνία “δεν υπήρξε κανένα δημοψήφισμα”. Από την άλλη πλευρά, ο Puigdemont, ο πρόεδρος της Καταλωνίας, είπε ότι η Καταλωνία θα εφάρμοζε τον νόμο για το δημοψήφισμα σύμφωνα με τον οποίο θα πρέπει να ανακηρύξουν την καινούρια Καταλανική Δημοκρατία στις μέρες μετά το δημοψήφισμα. Απευθύνθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ξένους ηγέτες για να διαμεσολαβήσουν στη διαδικασία.

Δεν υπάρχει μια μοναδική αναρχική θέση σε όλα αυτά. Όλοι οι αναρχικοί απορρίπτουν τη θεσμική πολιτική, τον αστικό εθνικισμό και την ταξική συνεργασία και δεν θα χειροκροτήσουν ποτέ την καταλανική αστυνομία. Κατά καιρούς, η κατάσταση δεν είναι δεκτική στην συμμετοχή των αναρχικών. Ακόμα κι έτσι, υπάρχουν πολλοί που επιβεβαιώνουν ότι εκεί που ζουν, πιάνουν τον εαυτό τους να είναι στο πλευρό αυτών που κατεβαίνουν στους δρόμους. Ποιοι αναρχικοί μπορούν να κάθονται στο σπίτι τους όταν η αστυνομία απειλεί και χτυπά ανθρώπους που επιθυμούν να έχουν έναν λόγο για τη ζωή τους; Είναι δελεαστικό να θέλεις να διαλύσεις το ισπανικό κράτος ή, αν δεν το καταστρέψεις, τουλάχιστον να το απορρυθμίσεις [debilitate] μέσω ενός λαϊκού αγώνα. Και όταν ο κόσμος είναι στους δρόμους, αυτό παρουσιάζει την δυνατότητα ότι τα πράγματα μπορεί να “εκραγούν/ξεχειλίσουν”, ξεπερνώντας τα όριά τους…αν και προς το παρόν, αυτό είναι δύσκολο μιας και οι πολιτικοί έχουν την πρωτοβουλία.

Αναρχικές και αντιεξουσιαστικές οργανώσεις και ενώσεις καθώς και ανεξάρτητα συνδικάτα έχουν καλέσει σε μια γενική απεργία στις 3 Οκτωβρίου. Χτες, την τελευταία στιγμή, οι CCOO και UGT (τα συνδικάτα που δρουν “πυροσβεστικά” επαναπορροφώντας και εξημερώνοντας [domesticate] τους λαϊκούς αγώνες) και η ANC μαζί με την Omnium Cultural (οι οργανώσεις που αρθρώνουν τον αστικό εθνικισμό στην πιο καθαρή του μορφή) προσχώρησαν στο κάλεσμα για τη γενική απεργία.

Visca la terra lliure de patriotismes! Για μια Γη ελεύθερη από πατριωτισμούς!

Δεύτερη οπτική: ανάμεικτα συναισθήματα

Σας γράφω αυτά λίγο μόλις βγαίνοντας από μια συνέλευση επειδή αύριο θα έχει μια γενική απεργία στην Καταλωνία. Στην πραγματικότητα, δεν τη θεωρούν απεργία αλλά περισσότερο σαν μοα στάση εργασίας. Από τις γειτονιές, άνθρωποι οργανώνουν piquetes (μπλόκα) και μερικές διαδηλώσεις. Οι μέρες αυτές είναι έντονες και χωρίς σταματημό, γεμάτες. Φαντάζομαι έχετε δει τις εικόνες με τα γεγονότα της 1ης Οκτωβρίου που ήταν πραγματικά, μα πραγματικά τρέλα.

Οι αναρχικοί εμφανίστηκαν αργά και όχι καλά προετοιμασμένοι για τη διαδικασία της ανεξαρτητοποίησης. Για πέντε χρόνια, η πρόταση για ανεξαρτησία κυοφορούνταν τόσο από την Generalitat (την Καταλανική κυβέρνηση) και αριστερίστικα, αυτονομιστικά πολιτικά κόμματα της Καταλωνίας, όπως το CUP2. Τα αναρχικά και αντιεξουσιαστικά κινήματα δεν συμβάδισαν στην πραγματικότητα με το κίνημα για ένα δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία, οπότε όλη αυτή η εξέλιξη μας αιφνιδίασε, γεγονός που δεν μας τοποθετεί σε μια πλεονεκτική θέση αν πάρουμε υπόψιν ότι αυτή η κατάσταση εξελίσσεται εδώ και πέντε χρόνια. Συχνά, ζούμε μέσα στην “φούσκα” μας ενώ ο κόσμος αλλάζει και διαμορφώνονται δυνάμεις χωρίς να το συνειδητοποιούμε.

Ξεκινώντας εδώ και μερικούς μήνες, διάφοροι γείτονες, συμπεριλαμβανομένων και μερικών που ανήκουν στην (αυτονομιστική) Εθνική Συνέλευση, άλλοι στο CUP, και άλλος κόσμος που είναι πιο κοντά στο κίνημα της ανεξαρτησίας, άρχισαν όλοι να οργανώνονται σε επιτροπές υπεράσπισης του δημοψηφίσματος. Η ισπανική λογοκρισία εντεινόταν ενόψει της ψηφοφορίας και το κράτος έπαιρνε μέτρα για να ελέγξει τι εμφανιζόταν στο διαδίκτυο, ιδιαίτερα τις ώρες πριν το δημοψήφισμα.

Μέσω αυτών των επιτροπών υπεράσπισης στις γειτονιές, ο κόσμος οργάνωσε συνελεύσεις που δεν ελέγχονται ούτε από την (αυτονομιστική) Εθνική Συνέλευση ούτε από την καταλανική κυβέρνηση που είναι η κινητήρια δύναμη πίσω από το δημοψήφισμα. Υπήρχαν εντάσεις ανάμεσα στην Εθνική Συνέλευση, την κυβέρνηση και τις συνελεύσεις γειτονιών επειδή οι συνελεύσεις αμφισβητούσαν τις οδηγίες από την καταλανική κυβέρνηση για το πώς να υπερασπιστούν τις πόλεις τους. Τις ημέρες πριν από το δημοψήφισμα της 1ης Οκτωβρίου υπήρχε έντονη νευρικότητα από την πλευρά της κυβέρνησης επειδή υπήρχαν αρκετά τμήματα του αυτονομιστικού κινήματος που δεν μπορούσε πραγματικά να τα ελέγξει. Στο τέλος, οι συνελεύσεις γειτονιών ήταν υπεύθυνες για μεγάλο μέρος της επιμελητείας που χρειάστηκε την ημέρα της ψηφοφορίας, καθορίζοντας την αυτο-οργάνωση του κόσμου και την υπεράσπιση των εκλογικών τμημάτων.

Οι αναρχικοί δεν είχαν σκεφθεί τι να κάνουν σε σχέση μ’ αυτό το κίνημα μέχρι τη στιγμή που το δημοψήφισμα πλησίαζε και το ισπανικό κράτος άρχισε να χτυπά τις πολιτικές ελευθερίες. Αντιμέτωπες με την λογοκρισία που είχε επιβάλει το κράτος, ένας μεγάλος αριθμός αναρχικών ομάδων από διάφορα σημεία της Βαρκελώνης, που είχαν ήδη οργανωθεί στις συνελεύσεις των γειτονιών τους και σε κοινωνικά κέντρα, αποφάσισαν να υποστηρίξουν τα τοπικά κινήματα ανεξαρτησίας.

Μέσα στο αναρχικό κίνημα, υπάρχει κόσμος που υποστηρίζει το ίδιο το δημοψήφισμα και κόσμος που δεν το υποστηρίζει. Ο κόσμος που υποστηρίζει την ανεξαρτησία απαιτεί βασικά δημοκρατικά δικαιώματα και πολιτικές ελευθερίες όπως το δικαίωμα στην ψήφο, και μερικοί αναρχικοί πιστεύουν ότι οι αναρχικοί θα έπρεπε να είναι εκεί έξω μαζί τους. Υπάρχει επίσης κόσμος που είχε εμπλακεί με το κίνημα της ανεξαρτησίας αλλά έχασαν την επαφή χρόνια πριν όταν πολιτικά κόμματα όπως το CUP και το Podemos απέκτησαν επιρροή αφότου το κίνημα της 15 Μάη το 2011 θεσμοποίησε την ενέργεια από τους δρόμους. Με το δημοψήφισμα, ο κόσμος επιστρέφει στους δρόμους, οπότε αποφασίσαμε ότι ήταν μια σημαντική στιγμή για να είμασυε κι εμείς εκεί έξω. Αλλά αυτό προκάλεσε μεγάλες αντιπαραθέσεις εντός και ανάμεσα σε αναρχικές συλλογικότητες, επειδή σίγουρα δεν ερχόμαστε από το ίδιο μέρος πολιτικά όπως πολλοί από τους αυτονομιστές.

Για μας, είναι πραγματικά πολύ πολύπλοκο. Σίγουρα προσωπικά έχω αντιφατικές θέσεις συνέχεια, υποστηρίζοντας, για παράδειγμα, συγκεκριμένες ρεφορμιστικές καμπάνιες ή εμπλέκομενος με μονοθεματικά κινήματα…αλλά το να υπερασπίζομαι μια δημοκρατική διαδικασία προς την εθνική ανεξαρτησία…είναι πολύ δύσκολο να καταλάβω πού τοποθετούμαι ακριβώς. Πολλοί σύντροφοι στη γειτονιά μας προσπαθούν επίσης να το ξεκαθαρίσουν.

Έχουμε οργανωθεί και συντονιζόμαστε με τις ομάδες των αυτονομιστών που είναι ενεργές στη γειτονιά. Έχουμε παρακολουθήσει μερικές συνελεύσεις τους και ανακοινώσαμε ότι την ημέρα του δημοψηφίσματος θα ανοίξουμε το κοινωνικό μας κέντρο ως ένα σημείο πληροφόρησης με φαγητό και σημεία να φορτίσει κανείς το κινητό του, ένα μέρος που μπορείς να ξεκουραστείς και να ξεδιψάσεις. Αυτός είναι επίσης ένας τρόπος για να προτείνεισ στον κόσμο που πιστεύει στην αυτοδιάθεση, αν και με κρατικά μέσα, ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι να πάρει κανείς τον άμεσο έλεγχο της ζωής του, σ’ αυτούς τους χώρους στο περιθώριο της κοινωνίας.

Οπότε, ναι, αποφασίσαμε να δώσουμε την υποστήριξή μας. Χτες ήταν η μέρα της ψηφοφορίας και δεν υπήρχε κανένα άλλο θέμα είτε στις ειδήσεις είτε στις κουβέντες στον δρόμο. Ήταν το μοναδικό αντικείμενο συζήτησης.

Στον δρόμο που μένω, υπήρχαν δυο εκλογικά τμήματα. Ξεκινώντας από τις 5 το πρωί, βγήκαμε στον δρόμο και υψώσαμε οδοφράγματα. Η καταλανική αστυνομία ήρθε να μας πει ότι αυτό δεν επιτρεπόταν. Στη συνέχεια κάνανε την πορεία τους και από τις 8 ξεκίνησε η όλη διαδικασία της ψηφοφορίας. Υπήρχε τόσος κόσμος έξω. Ειλικρινά, ήταν δύσκολο να μην συνεπαρθείς από αυτό που γινόταν – πολλοί ηλικιωμένοι, πολύς ενθουσιασμένος κόσμος. Από την μια ήταν πραγματικά συναρπαστικό· από την άλλη ήταν κάπως σουρρεαλιστικό, καθώς οι ψηφοφόροι υπέρ της ανεξαρτησίας συμπεριφέροντα λες και κάνανε το πιο παράνομο, κακό/αλήτικο πράγμα στον κόσμο.

Είμαι σίγουρος ότι ο καθένας έχει δει ήδη τις σκηνές βιάς που δείχνουν την Εθνική αστυνομία και την Εθνοφυλακή σε σχολεία στη Βαρκελώνη και σε άλλες πόλεις της Καταλωνίας. Ακούσαμε ότι η Εθνική αστυνομία είχε αναπτυχθεί κάπου κοντά στο σημείο που είμασταν. Τα πράγματα έγιναν εντονότερα από κείνη τη στιγμή και μετά, κι αυτό κράτησε όλη την ημέρα.

Πολλοί καταλανοί αναρχικοί ψήφισαν. Κι εγώ ψήφισα. Η αλήθεια είναι ότι ήταν δύσκολο να μην αφεθείς να σε συνεπάρει η στιγμή.

Τώρα, όσον αφορά μια αναρχική ανάλυση του τι συμβαίνει…

Πολλοί από μας γυρίσαμε χτες στα σπίτια μας ενοχλημένοι επειδή υπήρχαν πολλές διαφορές ανάμεσά μας σχετικά με το τι συνέβαινε. Πριν από δυο βδομάδες, η αναρχική συλλογικότητα στη γειτονιά μου είχε μια συζήτηση για το αν θα υπερασπιστεί τη διαδικασία της εθνικής “αυτοδιάθεσης” ή όχι. Υπήρχε πολύς κόσμος κοντά μας, με τον οποίο έχουμε σημαντική πολιτική συνάφεια, που έλεγε ότι είναι καλλίτερο να παλέψουμε ενάντια στους θεσμούς του καταλανικού κράτους γιατί θα ήταν ένα μικρότερο κράτος. Πολλοί υποστήριζαν τη διαδικασία με την ελπίδα ότι θα αποσταθεροποιήσει το ισπανικό κράτος γιατί αυτή τη στιγμή το ισπανικό κράτος είναι πολύ αποδυναμωμένο. Είναι μια στιγμή που θα μπορούσε να γείρει σε οποιαδήποτε από τις δυο πλευρές.

Προσωπικά δεν μ’ αρέσει καμμιά από αυτές τις δυο επιλογές. Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε πού στεκόμαστα ως αναρχικοί. Πιστεύω ότι θα πρέπει να υποστηρίξουμε τον κόσμο στους δρόμους αλλά πιστεύω, πραγματικά, ότι το χειρότερο πράγμα που θα μπορούσε να μας συμβεί θα ήταν να αποκτήσει ανεξαρτησία ένα καταλανικό κράτος. Τελικά είναι απλά ένας τρόπος να νομιμοποιήσουμε τους κοινωνικούς και πολιτικούς αποκλεισμούς που υπάρχουν σήμερα αν πιστεύουμε ότι ότι θα έχουμε μεγαλύτερο έλεγχο πάνω τους σε ένα μικρότερο κράτος. Αλλά είναι δύσκολο για τον κόσμο να δει ένα καταλανικό κράτος σαν κάτι άλλο από δικό του, ιδιαίτερα έχοντας παλέψει χρόνια για να το αποκτήσει.

Ενώ ο κόσμος βγήκε να ψηφίσει παθιασμένος μέχρι δακρύων, αρκετές δολοφονίες από την αστυνομία έγινα τους τελευταίους μήνες στη Βαρκελώνη χωρίς να υπάρξει καμμιά αντίδραση. Στο μεταξύ, χάρις στη διαδικασία του δημοψηφίσματος, οι καταλανική αστυνομία (Mossos d’Esquadra) πέτυχε μια σημαντική βελτίωση της δημόσιας εικόνας της ως οι “καλοί”· μέχρι τότε, είχαν πάντοτε αρνητική δημοσιογραφική κάλυψη. Η ισπανική/εθνική αστυνομία στην ουσία βασάνισε ανθρώπους, αφήνοντας αρκετούς με εμφανή τραύματα. Από την καλή πλευρά, έστρεψαν την κοινή γνώμη εναντίον τους. Έτσι η στρατιωτικοποιημένη Εθνική αστυνομία τώρα φαίνεται πολύ βρώμικη, και οι Mossos d’Esquadra μοιαζουν πιο “καθαροί” – αν και η τωρινή “καθαρή” εικόνα τους σημαίνει ότι θα μπορούν να αξιοποιήσουν την νομιμοποίησή τους για να ασκούν τη βία τους με λιγότερα εμπόδια.

Πιστεύω ότι πρέπει να αναγνωρίσουμε την ανυπακοή του καταλανικού λαού, την αντιπαράθεσή του με την αστυνομία, και την αντίσταση που επέδειξε. Ήταν απίστευτη. Όπως ανέφερα ήδη, το αναρχικό κίνημα έφτασε αργοπορημένα και απροετοίμαστο σε μια διαδικασία που κυοφορούνταν ήδη για χρόνια. Δεν μπορούμε να περιμένουμε να κάνει τη δουλειά χρόνων απλά σε μια-δυο βδομάδες. Να διαμορφώσουμε τον χώρο μας είναι δύσκολο και θα πρέπει να το κάνουμε με μια μετροεπή/σεμνή προσέγγιση.

Τρίτη οπτική: μια ανάλυση

Το ζήτημα δεν είναι να βοηθήσουμε να χτιστεί ένα καινούριο κράτος αλλά, μάλλον, να δείξουμε μέσα από την πρακτική ότι η αυτοοργάνωση, δίκτυα αλληλοβοήθειας και συνελεύσεις είναι η πραγματική εναλλακτική στο ισπανικό κράτος, και ότι μέσα από αυτό βρίσκουμε ο ένας την άλλη, κάποιοι όντας αναρχικοί αλλά και πολλοί άλλοι. Αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι ότι ο αγώνας ενάντια στις κρατικές ιεραρχίες δεν είναι προς το τέλος τους· απλά συνεχίζεται σε ένα διαφορετικό πλαίσιο. Αν δημιουργηθεί ένα καταλανικό κράτος θα διατηρήσουμε την αντίθεσή μας σ’ αυτό από τα ίδια ακριβώς δίκτυα με τις δικές μας πρακτικές, τις δικές μας κοινότητες, τη δική μας οικονομία αλληλοβοήθειας.

Ο εχθρός μου εξακολουθεί να είναι ο καπιταλισμός, ο κλήρος, οι γελοίοι πολιτικοί και τραπεζίτες. Οι αναρχικοί δεν παύουν να είναι αναρχικοί απλά επειδή εκφράζουν αλληλεγγύη στον κόσμο που αντιμετωπίζει αντίποινα από το κράτος. Ξέρω πολύ καλά τι συνέβη το 19373 και ότι δεν θα πρέπει να χάσουμε τη μνήμη μας για τις προηγούμενες φορές που προδοθήκαμε από τους κρατιστές, αλλά πρέπει επίσης να αντισταθούμε στην τωρινή κρατική καταστολή – διαφορετικά θα απομείνουνε να κάνουμε τι, να παρακολουθύμε; Ο αγώνας μας είναι να είμαστε παρόντες στους δρόμους προσφέροντας το όραμά μας αποκηρύσσοντας τη βία του κράτους, είτε πρόκειται για το καταλανικό, είτε το ισπανικό είτε το κινέζικο κράτος!

Πρέπει να μάθουμε για το παρελθόν, όταν οι αναρχικοί προδόθηκαν. Πρέπει να προσπαθήσουμε να εξασφαλίσουμε ότι αυτό δεν θα ξανασυμβεί, που σημαίνει ότι πρέπει να συνεισφέρουμε σε μια συμφωνία ανάμεσα στους αναρχικούς και τους αντιεξουσιαστές για τη στιγμή που όλη αυτή η κατάσταση θα έχει τελειώσει, όταν θα συνεχίσουμε να χτίζουμε την αυτο-οργάνωση. Εγώ, τουλάχιστον, για πολλά χρόνια έχω δουλέψει πολλά χρόνια γι’ αυτό, 24/7, και οτιδήποτε συμβεί θα συνεχίσω να το κάνω όπως το έχω κάνει μέχρι τώρα κάθε μέρα.

Ο αναρχισμός δεν είναι ένα δόγμα, ούτε μια θρησκεία. Είναι ένας τρόπος ζωής, ένας τρόπος να αισθάνεσαι και να δρας σαν ένας άνθρωπος σε αρμονία με τη Γη. Κάθε εποχή έχει το δικό της πλαίσιο, και είναι αλήθεια ότι αυτοί που πιστεύουν στο κράτος μας έχουν προδώσει πριν· ξεχνάμε, όμως, ότι χωρίς εμάς δεν πρόκειται να αλλάξουν! Θα συνεχίσουμε να επηρεάζουμε την κοινωνία παρά τους εαυτούς μας.

Το ρεύμα της αναρχο-αυτονομιστικό ρεύμα επικρίνεται από συντρόφους που είναι πιο “ορθόδοξοι” ή δογματικοί, ανάλογα πώς τους βλέπει κανείς. Υπάρχουν κάποιοι που υποστηρίζουν την ιδέα της ανεξαρτησίας χωρίς ένα κράτος. Δεν είναι μια πλειοψηφική θέση, αλλά θεωρώ ότι είναι μια έγκυρη θέση. Για πολύ καιρό, οι αναρχικοί δεν είχαν εστιάσει την προσοχή τους στο ζήτημα της ανεξαρτησίας. Ζήτημα που τώρα έχει συμβάλλει στο να εμπνεύσει αντιπαράθεση και συζήτηση· διαφωνούμε μεταξύ μας αλλά προσπαθούμε να καταλήξουμε σε μια συναίνεση.

Δεν ξέρω αν θα οφείλαμε να ψηφίσουμε ή όχι, αλλά ξέρω ότι η ισπανική κυβέρνηση γίνεται πιο φασιστική μέρα με τη μέρα. Δεν είναι ότι αυτό με ξαφνιάζει, έτσι κι αλλιώς είναι ενάντια σε μια κυβέρνηση που υιοθετεί το σύνθημα “καλλίτερα ματωμένοι παρά διασπασμένοι”, αναφερόμενη στην Ιβηρική χερσόνηση και στην αποκαλούμενη Ισπανία, κάτι που υποδεικνύει ήδη πόσο παλιό είναι αυτό το ζήτημα – είναι κάτι που σέρνεται για αιώνες.

#Jo també soc anarquista (#είμαι επίσης αναρχικός)

Όσο δε αφορά ποιες αναρχικές οργανώσεις έχουν πάρη θέση πάνω σ’ αυτό το ζήτημα…

  • Η CGT έχει καλέσει σε γενική απεργία στην Καταλωνία η οποία υποστηρίζεται και από την CNT-AIT, την ιστορική οργάνωση που σήμερα είναι πολύ μικρότερη από την CGT, μια αναρχο-συνδικαλιστική οργάνωση που είναι πιο “ανοιχτή” και συμμετέχει στις εκλογές των σωματείων και έχει περισσότερα από 25.000 μέλη στην Καταλωνία. Η CNT-AIT, δυστυχώς, δεν αντιπροσωπεύει ούτε το 1/25 αυτού του αριθμού. Η άλλη CNT είχε μια πολύ άσχημη ρήξη με τους αυτονομιστές και είναι εναντίον των αναρχο-αυτονομιστών.

  • Η Cooperativa Integral Catalana, αν και δεν είναι συγκεκριμένα ελευθεριακή (δηλαδή αντιεξουσιαστική) οργάνωση, έχει μέλη που είναι ακτιβιστές. Η δομή τους είναι οριζόντια, βασισμένη σε αντιιεραρχικές συνελεύσεις και παίρνουν αποφάσεις με συναίνεση. Είναι αφοσιωμένη στη δημιουργία αυτοοργανωμένων οικονομικών δικτύων και στν προστασία μικρών μη-ιεραρχικών πρότζεκτ στην Καταλωνία. Υποστηρίζουν την απεργία.

  • Η Oca Negra και η Proces Embat είναι αναρχο-αυτονομιστικές οργανώσεις που συνεργάζονται με τη CGT σε κάποιες πλευρές της δράσης τους.

  • Η Federació Anarquista de Catalunya (Αναρχική Ομοσπονδία της Καταλωνίας) είναι μια άλλη σχετικά νέα οργάνωση με μια θέση υπέρ του γιορτασμού του δημοψηφίσματος.

Επιπλέον διάβασμα

1O: El Poble i les Seves Gàbies: μια αναρχική ανάλυση στα καταλανικά, που εξερευνά υποθετικά διάφορα δυνατά σενάρια για το δημοψήφισμα της ανεξαρτησίας, και εμφανίστηκε στις 20 Σεπτεμβρίου.

Fire Extinguishers and Fire Starters: An Anarchist Analysis of the 15M Movement of 2011.

The Rose of Fire Has Returned: The General Strike of March 29, 2012.

After the Crest: Barcelona Anarchists at Low Tide, μια ανάλυση από το 2013.

From 15M to Podemos: The Regeneration of Spanish Democracy.

1 Στμ. Αναδημοσίευση και μετάφραση από το https://crimethinc.com/2017/10/03/anarchists-on-the-catalan-referendum-three-perspectives-from-the-streets.

2 Στμ. CUP: Candidatura d’Unitat Popular, Υποψηφιότητα της Λαϊκής Ενότητας, πολιτικό κόμμα υπέρ της ανεξαρτησίας της Καταλωνίας με δράση κυρίως στην Καταλωνία αλλά και σε άλλες αυτόνομες κοινότητες στην Ισπανία που θεωρεί ότι ανήκουν στις Καταλανικές περιοχές. Το CUP παραδοσιακά έχει εστιάσει σε δημοτικά ζητήματα και συγκροτείται από μια σειρά αυτόνομων τοπικών συνελεύσεων που αντιπροσωπεύουν γειτονιές ή πόλεις και συμμετέχουν στις τοπικές εκλογές. Το 2012 αποφάσισε να κατέβει για πρώτη φορά στις εκλογές για το κοινοβούλιο της Καταλωνίας, κερδίζοντας 3 έδρες (από τις 135). Στις εκλογές του 2015 εξέλεξε 10 βουλευτές. Οι συνελεύσεις του CUP μπορεί να έχουν ιδεολογικές διαφορές αλλά το κοινό τους έδαφος είναι το αίτημα για την ανεξαρτησία των Καταλανικών Χωρών και μια ξεκάθαρα αριστερή πολιτική, συχνά με τη μορφή του αντικαπιταλισμού, σοσιαλισμού και οικο-σοσιαλισμού.

3 Εδώ αναφερόμαστε στην κατάσταση που δημιουργήθηκε από την ERC (Δημοκρατική Αριστερά της Καταλωνίας), το Καταλανικό κράτος και το PSU (Κομμουνιστικό Κόμμα) το 1937 στο μέσον της ανοιχτής επανάστασης και του εμφυλίου πολέμου. Ήταν αποφασισμένοι να εξαφανίσουν τους αναρχικούς και να διαλύσουν τις σημαντικές τους συνεισφορές στην κολλεκτιβοποίηση των αγροκτημάτων και των εργασιακών χώρων και στον αγώνα ενάντια στην φασιστική αντίδραση υπό την καθοδήγηση του Φράνκο. Ενσωμάτωσαν με τη βία τις αναρχικές πολιτοφυλακές στον κρατικό στρατό. Υπήρξαν άγριες συγκρούσεις ανάμεσα στους σταλινικούς και την αναρχική CNT-FAI, που είχε την υποστήριξη των αντιεξουσιαστών κομμουνιστών του POUM. Αυτό παρήγαγε πολυάριθμες ένοπλες συγκρούσεις ανάμεσα στις δυο πλευρές. Να πούμε μόνο ότι πολλοί σύντροφοι το θυμούνται αυτό και δεν θέλουν καμμιά σχέση με την σύγχρονη ERC, κι ακόμα λιγότερο με το Καταλανικό Δημοκρατικό Κόμμα (PD Cat), ούτε με την CUP, αν και η τελευταία φαίνεται να φιλοξενεί μερικές ελευθεριακές τάσεις στις τάξεις της.

Καταλωνία: Συμμετέχοντας σε μια παράξενη κατάσταση1

Ο Santigo López Petit είναι καταλανός, χημικός και ελευθεριακός φιλόσοφος. Ευχαριστίες στον Alèssi Dell’Umbria για τη μετάφραση.

Υπάρχουν στιγμές που η πραγματικότητα απλοποιείται. Δεν είναι πλέον καιρός η αλήθεια και το ψέμα να καταδεικνύονται στα επιχειρήματα που ισχυρίζονται ότι υπερασπίζονται την ενότητα της Ισπανίας ή διακηρύσσουν την ανεξαρτησία της Καταλωνίας. Ούτε είναι απαραίτητο να πάμε πίσω στο 17142 ή να κοιτάξουμε σε πιο πρόσφατες πικρίες. Όταν κάποιος απευθύνεται στον “Νόμο και την Τάξη”, εντελώς ξαφνικά οτιδήποτε γίνεται ξεκάθαρο και κάθε θέση εμφανίζεται τέλεια καθορισμένη στο τραπέζι του τζόγου. Τότε, σπλαχνικά, όλοι εμείς που παραμέναμε σιωπηλοί ξέρουμε πού θα αντιμετωπίζουμε πάντα αυτούς που θέλουν να επιβάλλουν την τάξη για να αποκαταστήσουν την εξουσία. Ξέρουμε όλοι πολύ καλά την φράση που επινοήθηκε στη Γαλλία πριν την επανάσταση του 1848 που έλεγε: “Η νομιμότητα σκοτώνει”.

Πραγματικά, είμαστε ενάντια στο Ισπανικό Κράτος και τη νομιμότητά του, αν και για να το κάνουμε αυτό πρέπει να επιλέξουμε πλευρά ανάμεσα σε σημαίες που μας πνίγουν γιατί μας αφαιρούν τον αέρα, και ανάμεσα σε ύμνους που σκεπάζουν τη φωνή μας και μας αποτρέπουν από το να κάνουμε οτιδήποτε, να ακούσουμε αυτούς που, συναθροισμένοι, μιλάνε. Θα ήταν υπέροχο να μπορούμε να ισχυριστούμε ότι αυτή η νομιμότητα του Ισπανικού Κράτους αντιτίθεται στη νομιμότητα ενός λαού.

Δυστυχώς, δεν είναι αυτό που συμβαίνει, και τα κόμματα της ανεξαρτησίας προσπαθούν και πάλι να μας κοροϊδέψουν [et que les partis indépendantistes ne recommencent pas à nous rouler dans la farin]. Η νομιμότητα που υπερασπίζονται, χτίστηκε ξεχνώντας τουλάχιστον τους μισούς Καταλανούς, έγινε στη βάση πολύ αμφισβητήσιμων νομικών διορθωτικών μέτρων και, τελικά, εκμεταλλευόμενα τη διαχείριση της τρομοκρατικής βίας από την καταλανική αστυνομία (Mossos) μετά τις πρόσφατες επιθέσεις. Όταν μια τηλεοπτική εκπομπή ισχυρίστηκε ότι για μερικές ώρες η Καταλωνία είχε ένα αυθεντικό/πραγματικό κράτος, είχε δίκιο. Είναι ο Χομπς σε όλη την καθαρότητά του. Παραιτούμαι από το δικαίωμά μου να αυτοκυβερνώμαι και υπογράφω ένα σύμφωνο υποταγής σε αντάλλαγμα για την ασφάλεια που μου προσφέρεται. Στο τέλος, όπως πάντα, η επιθυμία για γαλήνη, και οι επιταγές της λογικής, κείνται πίσω από τα θεμέλια του κράτους. Αλλά, πραγματικά, φτωχοί άνθρωποι να κάνουν έναν επιθεωρητή της αστυνομίας ήρωά τους!…Και ποιος χρησιμοποιεί τη λέξη “πυροβόλησε” για να πει “σκότωσε”;

Το αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα της ανεξαρτησίας είναι ότι έχει αποκαλύψει τον μύθο του κράτους δικαίου. Είναι διασκεδαστικό να ακούμε αυτές τις μέρες Καταλανούς πολιτικούς, υπερασπιστές της τάξης, να κατηγορούν το ισπανικό κράτος ότι είναι “αστυνομικό και καταπιεστικό κράτος”. Ή να διαμαρτύρονται για τις ώρες που πέρασαν στο αστυνομικό τμήμα. Τι πιστεύουν; Όχι, δεν υπάρχει κατάσταση εξαίρεσης. Υπάρχουν αυτά που έχουν συνυπάρξει τέλεια εδώ και καιρό: η κατάσταση του πολέμου και ο μεταμοντέρνος φασισμός. Το κράτος πολέμου, το οποίο, με τη δικαιολογία της τρομοκρατίας, θέτει τον εαυτό του πέρα από κάθε νομικό κανόνα, ενώ καταδιώκει ανελέητα αυτόν που σηματοδοτεται ως εχθρός του. Τον τρομοκράτη ή τον στασιαστή. Ο μεταμοντέρνος φασισμός που εξουδετερώνει πολιτικά τον δημόσιο χώρο και αποβάλλει τα κοινωνικά απόβλητα. Παρεμπιπτόντως, ήταν το CiU3 που έσπειρε τους σπόρους του νόμου Mordassa τον Ιούλιο του 2012 στο Cortes4.

Είναι πολλά χρόνια από τότε που το καταλανικό πρωτο-κράτος, το οποίο όπως όλα τα άλλα κράτη, οικοδόμησε τον εαυτό του χρησιμοποιώντας την σύγχυση και τη διαχείριση του φόβου, προσπαθεί να μετασχηματίσει τον καταλανικό λαό σε μια γνήσια πολιτική ενότητα. Με αυτή την έννοια, οι εκκλήσεις της 11ης Σεπτεμβρίου εξυπηρέτησαν στο “γυάλισμα” και στην εξημέρωση μιας συλλογικής επιθυμίας για ελευθερία που δεν μπορεί να αναχθεί σε μια φωνή. Η πολιτική επιχείρηση ήταν η εξής: η κυβέρνηση αποφασίζει ποιος είναι ο λαός της, και στον βαθμό που επιτγχάνει να μετατρέψει αυτόν τον λαό σε μια πολιτική ενότητα, με άλλα λόγια, σε μια ενότητα εναντίον μας, αποκτά μια νομιμοποίηση που της επιτρέπει να διαπραγματευτεί με το ισπανικό κράτος. Είναι ξεκάθαρο ότι αυτός ο ηγεμονικός αυτονομισμός δεν επιθυμεί καμμιά πραγματική και ριζική κοινωνική αλλαγή. Καλούν σε ανυπακοή στην ισπανική κυβέρνηση, το “Gobierno”, για να ζητήσουν αμέσως υπακοή στην καταλανική κυβέρνηση, το “Govern5. Από τον νόμο στον νόμο, διαβεβαιώνουν. Στην πραγματικότητα, οι άρχουσες ελίτ πάντα συμφωνούν μεταξύ τους γιατί η σκιά του κεφαλαίου είναι πολύ εκτεταμένη. Γι’ αυτό, στον πόλεμο που βρισκόμαστε τώρα κολλημένοι, το πιο πιθανό είναι ότι καθένας από τους αντιπάλους συνειδητοποιεί τι αναμένεται από αυτόν. Η ισπανική κυβέρνηση θα πει ότι έχει υπερασπιστεί το κράτος δικαίου και, μάλιστα, με έναν μετρημένο τρόπο. Η καταλανική κυβέρνηση θα ισχυριστεί ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, προχωρήσαμε πιο μακριά από ποτέ άλλοτε. Είναι δύσκολο να σκεφτούμε ότι η λογική του καταλανικού πρωτο-κράτους οδηγεί πέρα από ένα ρήγμα των διαπραγματεύσεων που θα σχηματοποιούνταν σε μια μεταρρύθμιση του Συντάγματος.

Παρ’ όλα αυτά, η κατάσταση είναι εντελώς ανοιχτή. Όταν οι δρόμοι είναι γεμάτοι από κόσμο, και όταν ένα αλλαζονικό κράτος είναι εδραιωμένο, ανίκανο αυτοκριτικής και αγνοώντας οποιαδήποτε μορφή διαμεσολάβησης, τα πάντα μπορούν να συμβούν. Και όντως, έτσι έχουν τα πράγματα. Κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να συμβεί επειδή κάτι καινούριο έχει προκυψει: το δημοψήφισμα έχει γίνει μια πρόκληση για το κράτος. Για πολλούς από μας, η ψήφος δεν έχει φέρει ποτέ μια πραγματική αλλαγή. Παρ’ όλα αυτά, τώρα, η απλή πράξη του να θέλει να ψηφίσει κανείς έχει κάτι λίγο ριζοσπαστικό και παραβατικό. Αυτό που συμβαίνει είναι περίεργο. Σίγουρα, πολύς κόσμος κινείται και συγκεντρώνεται κάτω από τη σημαία της ανεξαρτησίας. Αλλά υπάρχουν και πολλοί που δεν θα βουτήξουν στη δίνη/αναβρασμό. Αν και δεν έχουμε σημαίες, ξέρουμε πού πρέπει να βρισκόμαστε. Ούτε μείς φοβόμαστε, αλλά μας κοστίζει να ξεχνάμε. Μας κοστίζει να εμπιστευόμαστε πολιτικούς ηγέτες που εκδίωξαν βάναυσα μια κατειλημμένη πλατεία στην Καταλωνία, και που ήταν οι πρώτοι που εφαρμόσανε νεοφιλελεύθερα μέτρα. Το 2011, είχαμε περικυκλώσει το Κοινοβούλιο ακριβώς για να αποτρέψουμε αυτό το πράγμα. Και τώρα θα αφήσουμε τους εαυτούς μας να μας αγκαλιάσουν;

Όταν ο Felipe Gonzalez λέει ότι “η κατάσταση στην Καταλωνία μου προκάλεσε τη μεγαλύτερη ανησυχία εδώ και σαράντα χρόνια” είναι ένα καλό σημάδι. Ανεξάρτητες πολιτικές δυνάμεις κατάφεραν να διαταράξουν μια συγκεντρωτική και καταπιεστική εξουσία που έχει εμπειρία αιώνων. Δεν είναι εύκολο να την ξεριζώσεις και το αποδεικνύει η αμυντική της αντίδραση. Πρέπει να αναγνωρίσουμε, όμως, την δύναμη αυτού του πολιτικού κινήματος, την ικανότητά του για οργάνωση και κινητοποίηση. Αλλά το ισπανικό κράτος δεν πρόκειται ποτέ να αποδεχτεί την ανεξαρτησία της Καταλωνίας. Για να επιτευχθεί αυτό, το ισπανικό κράτος πρέπει πρώτα να καταστραφεί, και η καταλανική ανεξαρτησία χρειάζεται πολύ περισσότερη υποστήριξη. Τελικά, η αντίθεση στο ισπανικό κράτος από τη θέληση να είσαι ένα άλλο κράτος δεν είναι μόνο αδιάφορο αλλά είναι και μια χαμένη υπόθεση. Από την άλλη, το να φανταζόμαστε μια Καταλωνία που παραμένει ανυπόφορη ως ανωμαλία, μπορεί να υπονομεύσει αποτελεσματικά την νεο-φρανκική νομιμότητα και να συγκροτηθεί σε ένα προχώρημα και κάτι απρόβλεπτ για την Ευρώπη. Αν θέλουμε το δικαίωμα να αποφασίζουμε να μην παραμένει μια κενή εντολή, και η 1η Οκτωβρίου να μην είναι ένα τέλος αλλά μια αρχή, πρέπει να τελειώσουμε οριστικά με τον διαχωρισμό εμείς/αυτοί που καθορίζεται αποκλειστικά με εθνικιστικούς όρους. Η Καταλωνία από μόνη της δεν θα μπορέσει ποτέ να συναντηθεί ξανά. Η καταλανική δημοκρατία μπορεί να γεννηθεί μόνο αν αδελφοποιηθεί με τις άλλες δημοκρατίες και λαούς που ζουν στην [Ιβηρική] χερσόνησο.

Ας ψηφίσουμε λοιπόν, για να σπάσουμε το καθεστώς του 1978, κληρονόμο του φρανκισμού. Ας ψηφίσουμε επειδή σ’ αυτές τις στιγμές η ψηφοφορία είναι μια πρόκληση για το κράτος, και αυτή η πρόκληση θα μας κάνει λίγο πιο ελεύθερους. Αλλά ας μην ξεχνάμε ποτέ το σύνθημα ότι “Κανείς δεν μπορεί να μας εκπροσωπεί” ούτε το γεγονός ότι η ταξική πάλη συνεχίζει να δρα σ’ αυτό που μοιάζει φαινομενικά ομοιογενές.

1 Στμ. Μεταφρασμένο από εδώ: https://lundi.am/Catalogne-Prendre-parti-dans-une-situation-etrange.

2 Στις 11 Σεπτεμβρίου του 1714, ο στρατός του Φιλίππου του V της Ισπανίας μετά από αρκετούς μήνες πολιορκίας. Αυτή η ημερομηνία είναι 150 χρόνια προγενέστερη της εθνικής γιορτής της Καταλωνίας, την Daida, που γιορτάστηκε πρώτη φορά στις 11 Σεπτεμβρίου του 1886 και είχε απαγορευτεί από τον Φράνκο, οπότε και γιορταζόταν παράνομα.

3 Στμ. CiU, Convergència i Unió, Σύγκλιση και Ενότητα, καταλανική εθνικιστική εκλογική συμμαχία στην Καταλωνία. Ήταν ένωση δύο κομμάτων, της μεγαλύτερης Δημοκρατικής Σύγκλισης της Καταλωνίας, CDC, και της μικρότερης Δημοκρατικής Ένωσης της Καταλωνίας, UDC. Διαλύθηκε τον Ιούνιο του 2015.

4 Νόμος που στοχεύει στην καταστολή οποιασδήποτε μη θεσμικής κατάληψης δημοσίου χώρου και η οποία προβλέπει εξοντωτικές ποινές φυλάκισης στην περίπτωση παράβασης. Η ψήφισή του το 2012 είχε προκαλέσει κύμα διαδηλώσεων σε ολόκληρη την Ισπανία.

5 Η κυβέρνηση, στα ισπανικά και τα καταλανικά.

Η πολιτική κατάσταση στη Βενεζουέλα: Κρίση, τάσεις και η πρόκληση για την ανεξαρτησία της τάξης

των Víctor Vallejos και Juan Williams1,2,3

Μια εξέταση της διαδικασίας κοινωνικού μετασχηματισμού στη Βενεζουέλα, των λαϊκών αγώνων και των αντιφάσεων που προκύπτουν υπό τον Τσαβισμό, το PSUV και, τώρα, τον Μαδούρο.

Από τον μεταφραστή: Η μετάφραση του παρόντος άρθρου αποδείχτηκε δύσκολη εξαιτίας της πυκνότητας των ιδεών και επειδή η πολιτική ανάλυση και οι όροι χρησιμοποιούνται και κατανοούνται ως επί το πλείστον στα ισπανικά. Το άρθρο απευθύνεται κυρίως σε άτομα που διαθέτουν μια κατανόηση της ιστορίας της Βενεζουέλας και της περιοχής.

Από τους συγγραφείς: Το παρόν άρθρο είναι μια ταπεινή προσπάθεια συνεισφοράς σε έναν κριτικό ισολογισμό της διαδικασίας αλλαγής και της παρούσας πολιτικής κατάστασης στη Βενεζουέλα. Δεν προσποιείται ότι είναι ένα εξαντλητικό κείμενο, και αναγνωρίζουμε πως παρουσιάζει θεωρητικούς περιορισμούς. Η ανάλυσή μας συγκροτείται από το βλέμμα μιας ανοιχτόμυαλης επαναστατικής μαχητικότητας που ριζώνεται στον ελευθεριακό κομμουνισμό. Μια ουσιώδης πηγή αυτών των σκέψεων προκύπτει από συνεντεύξεις με μιλιτάντηδες και κοινωνικές οργανώσεις στην πόλη του Καράκας και την πολιτεία της Lara κατά τη διάρκεια του Φεβρουαρίου του 2016.

Τα τελευταία 17 χρόνια, η Βενεζουέλα έχει πειραματιστεί με μια διαδικασία προχωρημένου κοινωνικού μετασχηματισμού τόσο σε διεθνές όσο και τοπικό πλαίσιο. Παράλληλα με την επανατοποθέτηση του σοσιαλισμο ως ενός ορίζοντα προς κατάκτηση, αυτή η διαδικασία έχει επιτρέψει την πολιτικοποίηση και την ανάπτυξη ενός ευρέος λαϊκού κινήματος με βαθιές και ιστορικές ρίζες πέρα από την άνοδο του Τσάβες το 1992. Η αυξανόμενη επιρροή της Βενεζουέλας στην Λατινική Αμερική έλαβε χώρα κυρίως μεταξύ κρατών και κυβερνήσεων, προβάλλοντας – στο επίπεδο της συζήτησης – έναν λατινοαμερικάνικο επαναστατικό πόλο που καθιστούσε αναγκαία μια ρήξη από την ηγεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Όμως, όπως όλες οι διαδικασίες, η Βενεζουέλα έχει αναπτύξει πολλαπλές αντιφάσεις. Η Μπολιβαριανή κυβέρνηση κατάφερε να επιβάλλει μια αναδιανεμητική πολιτική που επέτρεψε την απόδοση ενός σημαντικού τμήματος των εσόδων από το πετρέλαιο στη βελτίωση των συνθηκών ζωής μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού στη διάρκεια των προηγούμενων 17 ετών. Παρ’ όλα αυτά, δεν έχουν υπάρξει ξεκάθαρα βήματα προς μια υπέρβαση του μοντέλου των πετρελαϊκών εσόδων υπό μια σοσιαλιστική προοπτική4. Οι επιτελείς της κυβέρνησης έχουν παραμείνει παγιδευμένοι ανάμεσα σε μια καθορισμένη κρατικο-καπιταλιστική πολιτική και ενσωματωμένες συμμαχίες με τομείς του “παραγωγικής” αστικής τάξης5. Αυτές οι στρατηγικές έχουν αποτύχει στη στόχευσή τους να διαφοροποιήσουν τον παραγωγικό πίνακα της χώρας, κάτι που είχε το τίμημά του για το λαϊκό κίνημα σε όρους της απώλειας της αυτονομίας του έναντι του επιχειρηματικού τομέα και του Κράτους.

Ο χαρακτήρας του Κράτους στη Βενεζουέλα δεν έχει μεταβληθεί ουσιαστικά. Αρχικά, ο Τσαβισμός κατάφερε να φύγει από το κέντρο της πολιτικής εξουσίας, αλλά όχι από την οικονομική εξουσία της παλιάς υποτελούς ολιγαρχίας της Συμφωνίας του Punto Fijo (Fixed Point)6. Επιπρόσθετα, η θεσμοποίηση συμμετοχικών χώρων άνοιξε στον πρωταγωνιστικό λαϊκό παράγοντα, που σε ένα πλαίσιο ενός κινητοποιημένου λαού, επέτρεψε μια γρήγορα ματιά στη δυνατότητα της υπέρβασης της λογικής της παραδοσιακής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Όμως, με δεδομένο ότι το λαϊκό στρατόπεδο εκχώρησε το έδαφος ως μια κινητοποιημένη και αυτοοργανωμένη δύναμη, κατέληξε να παγιώσει μια πελατειακή και γραφειοκρατική κρατική δομή7. Διαβρώσιμοι από την άνοδο τομέων ευθυγραμμισμένων με τον Τσαβισμό και προσδεμένοι στον τυχοδιωκτισμό, οι θεσμοί αυτοί σφετερίστηκαν τον συλλογικό πλούτο και κακοφόρμιζαν σε θέσεις εξουσίας προς την υπεράσπιση των δικών τους ταξικών συμφερόντων8.

Όμως, ο θάνατος του Τσάβες έφερε στο φως και άλλα προβλήματα που παρεμπόδιζαν τη βενεζουελάνικη διαδικασία. Η απώλεια στρατηγικής καθαρότητας και πολιτικής πρωτοβουλίας αντανακλά την απουσία ενός συλλογικού προσανατολισμού: μια προοπτική που καταπνίγηκε από τις αρχικές κινήσεις μιας εξαντλητικής/εκτεταμένης ηγεσίας που διορίστηκε από τον Τσάβες και επανενδυναμώθηκε από έναν ηγεμονισμό/αρχηγισμό [caudillista] που είναι ριζωμένος στην ιστορία αυτής της χώρας της Καραϊβικής9.

1.1. Η οικονομική κατάσταση

Όπως σημειώσαμε προηγουμένως, τα κέρδη από το πετρέλαιο είναι ένα από τα βασικά γνωρίσματα της οικονομίας της Βενεζουέλας. Με άλλα λόγια, η Βενεζουέλα αποσπά από την διεθνή αγορά ένα τεράστιο ποσό πλούτου που δεν παράγεται στη ίδια τη χώρα. Οι πωλήσεις του πετρελαίου ξεπερνούν το 90% των εθνικών εξαγωγών, συνιστώντας το κύρια εισροή ξένου συναλλάγματος σε δολλάρια. Αυτή η μονο-εξαγωγική συνθήκη ίσχυε πολύ πριν τον Τσαβισμό, καθορίζοντας τον παρασιτικό χαρακτήρα της αστικής της τάξης που εξαρτιώταν άμεσα στη έσοδα από το πετρέλαιο με τη μορφή επιδοτήσεων για εισαγωγές και παραγωγή10.

Το κύριο εσωτερικό εισόδημα της Μπολιβαριανής κυβέρνησης προέρχεται από την εθνικοποίηση της παραγωγής πετρελαίου και την αναδιανομή του πλεονάσματός της σε μεγάλα κομμάτια της εργατικής τάξης που ήταν προηγουμένως αποκλεισμένα. Αυτό οδήγησε στην εφαρμογή/άσκηση κοινωνικών πολιτικών που ανέβασαν τα στάνταρ του βιωτικού επιπέδου και την αξιοπρέπεια της εργατικής τάξης11. Όμως, αυτό δεν σήμαινε τον εκτοπισμό της ηγεμονικής συνθήκης της αστικής τάξης μέσα στην οικονομία, μιας και ο ιδιωτικός τομέας παρέμεινε πρακτικά άθικτος12. Στην πραγματικότητα, το Μπολιβαριανό σχέδιο που αποδόθηκε στην “εθνική και παραγωγική” επιχειρηματικότητα έπαιξε έναν σημαντικό ρόλο στις αλλαγές που επέφερε η Μπολιβαριανή διαδικασία13.

Οι υψηλές τιμές του πετρελαίου στη δεκαετία του 2000 επέτρεψαν μια αύξηση στην συσσώρευση του κεφαλαίου για έναν τομέα της αστικής τάξης της Βενεζουέλας την ίδια στιγμή που αυξανόταν οι κοινωνικές δαπάνες. Αυτή η κατανομή εισοδήματος τόσο για την αστική όσο και για την εργατική τάξη – που αποκαλείται ισορροπία διανομής από τον Ουρουγουανό οικονομολόγο Rodrigo Alonso – κατέστη μη διατηρήσιμη μετά την πτώση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου, ιδιαίτερα μετά το 201214. Η άνοδος τη εσωτερικής ζήτησης που εξαρτάται από τις εισαγωγές και, συνεπώς, από τα επιτόκια του ξένου συναλλάγματος και τα μειούμενα έσοδα σε δολλάρια εξαιτίας της χαμηλής τιμής του πετρελαίου για τη χώρα, αποτελούν την υλική βάση για τον πληθωριστικό κύκλο της χώρας. Εν τω μεταξύ, το “bachaquero15 (αποθησαύριση και λαθρεμπόριο) – ένα δευτερεύον φαινόμενο που επιδεινώθηκε με τον πληθωρισμό – αναπτύχθηκε από τις μη καλυπτόμενες εσωτερικές ανάγκες και είναι πιθανόν να αυξηθεί16.

Η τρέχουσα οικονομική κρίση είναι μια αντανάκλαση των ορίων του Βενεζουελάνικου “εισοδηματιστικού” [βασισμένου σε έσοδα, rentier] καπιταλισμού να διατηρήσει τις διαδικασίες της συμπερίληψης του λαού και να ανυψώσει τα βιωτικά στάνταρ της εργατικής τάξης. Παράλληλα, η αστική τάξη διατηρεί υψηλά επίπεδα κερδοφορίας που δεν αντιμετωπίζονται ως μια αποτυχία της σοσιαλστικής εμπειρίας17. Στην πραγματικότητα, συζητήσεις σχετικά με τις πιθανές εκβάσεις δείχνουν προς την ανάγκη να κοπεί αυτή η ισορροπία διανομής ανάμεσα στις τάξεις, βάζοντας ή την εργατική ή την αστική τάξη να πληρώσουν το κόστος της κρίσης. Από την μια πλευρά, υπάρχουν αυτοί που περιμένουν τα τυπικά νεοφιλελεύθερα μέτρα προσαρμογής (μείωση των κοινωνικών δαπανών, απελευθέρωση των τιμών, εργασιακή ανασφάλεια, κ.λπ.). Από την άλλη, εμφανίζονται προτάσεις για απαλλοτριώσεις (έλεγχος στο εξωτερικό εμπόριο, εθνικοποίηση των τραπεζών και στρατηγικών επιχειρήσεων και ιδιαίτερα τον τερματισμό της επιδότησής τους). Παρά την έντονη ή λιγότερο έντονη έμφαση στον λαϊκό έλεγχο πάνω σ’ αυτά τα μέτρα, η κυβέρνηση και άλλες κρατικές εξουσίες παραμένουν οι διαιτητές αυτών των παρεμβάσεων.

Υπάρχει συνείδηση του καταστροφικού πολιτικού κόστους που θα προκαλείτο από την εφαρμογή μέτρων προσαρμογής (λιτότητας). Επιπρόσθετα, αν το κόστος της κρίσης τοποθετείται είτε στην εργατική τάξη είτε στην μπουρζουαζία, υποτίθεται ότι η ένταση της σύγκρουσης μεταξύ των τάξεων θα αυξηθεί. Στα πρόσφατα χρόνια, το αυξανόμενο δημόσιο χρέος και το ζήτημα των κρατικών ομολόγων έχουν φέρει την έλλειψη ξένου συναλλάγματος, αλλά αυτό τους έχει επιτρέψει μόνο την εξαγορά χρόνου: χρόνου που επίσης τελειώνει18.

1.2. Η πολιτική κατάσταση

Η ήττα του Τσαβισμού στις εκλογές για την Εθνοσυνέλευση στις 6 Δεκέμβρη του 2015 ήταν σαρωτική και απρόσμενη. Αν και η πολύπλοκη οικονομική κατάσταση προεξοφλούσε ότι το αποτέλεσμα δεν θα ήταν ευνοϊκό για το PSUV, η Δεξιά δεν περίμενε να κερδίσει την πλειοψηφία της Εθνοσυνέλευσης. Επανεξετάζοντας τα αποτελέσματα, η εκλογική υποστήριξη για το κυβερνόν PSUV έχει μειωθεί, έχοντας ως αποτέλεσμα τη σημαντική ενίσχυση της αντιπολίτευσης. Αν οι εκλογές της 6ης Δεκεμβρίου 2015 συγκριθούν με τις προεδρικές εκλογές του 2013, ο Τσαβισμός έχασε σχεδόν 2 εκατομμύρια ψήφους (26.2%), αλλά η Δεξιά αυξήθηκε μόνο κατά 343.434 ψήφους, δηλαδή κατά 4.6%. Αν προσθέταμε σε αυτό το υψηλό ποσοστό άκυρων (4.77%, σχεδόν τριπλάσια άκυρα ψηφοδέλτια από τις προηγούμενες κοινοβουλευτικές εκλογές), η θέση για “ψήφο τιμωρίας” ως έκφρασης τμημάτων των Τσαβίστας που δεν είναι καθόλου χαρούμενοι με την συμπεριφορά της κυβέρνησης έχει νόημα19,20.

Αυτή η δυσαρέσκεια με την κυβέρνηση που παρουσιάστηκε στις κάλπες δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο από τις ελλείψεις στα εμπορεύματα ή τον πληθωρισμό. Η Βενεζουέλα έζησε μια συγκρίσιμη οικονομική κρίση την περίοδο ανάμεσα στο πραξικόπημα του Απριλίου του 2002 και την απεργία στην πετρελαιοβιομηχανία στα τέλη της ίδιας χρονιάς και η οποία διήρκεσε μέχρι τις αρχές του 2003. Ενώ η κατάσταση ήταν συντομότερη, εκείνη την περίοδο η υποτίμηση του νομίσματος και η συρρίκνωση της οικονομίας ήταν τεράστιες και, παρ’ όλα αυτά, ο πληθυσμός διατήρησε ισχυρή στήριξη στην κυβέρνηση, που αντιπροσωπευόταν με το σύνθημα “πεινασμένος και άνεργος στέκομαι στο πλευρό του Τσάβες”21. Στην πραγματικότητα, ήταν εκείνη την περίοδο που οι λαϊκές κινητοποιήσεις απάντησαν στο πραξικόπημα, εξελισσόμενες σε μια ριζοσπαστικοποίηση της διαδικασίας για την απόκτηση του ελέγχου στρατηγικών επιχειρήσεων και της αύξησης επιρροής σε διαφορετικούς θεσμούς. Τώρα έχει συμβεί το αντίθετο, όταν μια καινούρια στρατηγική εκφράστηκε από τη Δεξιά στις “guarimbas” του 2014 – μια σειρά συζητήσεων στρογγυλής τραπέζης – που παρώτρυνε την κυβέρνηση να δώσει στις βενεζουελάνικες επιχειρήσεις πόρους σε δολάρια και μεγαλύτερη άνεση στις εισαγωγές και τις εξαγωγές τους προς ενίσχυση της εθνικής παραγωγής22. Αυτή η τάση έχει βαθύνει όπως φαίνεται στη δημιουργία του Εθνικού Συμβουλίου της Παραγωγικής Οικονομίας, που αποτελείται κυρίως από επιχειρηματίες και την υποψηφιότητα του Miguel Perez Abad (πρώην προέδρου του Συνδέσμου Βιομηχανιών Fedeindustrias), ο οποίος θα ηγείται του Υπουργείου Παραγωγικής Οικονομίας23.

Η εκλογική ήττα της κυβερνώσας ελίτ άνοιξε τη δυνατότητα για τη Δεξιά να ξηλώσει τις αναδιανομητικές πολιτικές της Μπολιβαριανής κυβέρνησης, αλλά της επέτρεψε, επίσης, να σχεδιάσει την έξοδο του Μαδούρο πριν το τέλος της θητείας του24. Αν λάβουμε υπόψιν της απώλεια της επιρροής του Μαδούρο μέσα στο PSUV και την αναποτελεσματικότητα των μέτρων που προήγαγε η κυβέρνησή του για το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης, προκύπτει ένα σενάριο στο οποίο ο Μαδούρο θα χάσει την εκτελεστική εξουσία σύντομα. Στο πλαίσιο αυτό, ένα σημαντικό κομμάτι του PSUV και της κυβέρνησης προωθούν μια πολιτική επανπροσέγγισης και διαπραγμάτευσης με τομείς των “παραγωγικών” επιχειρηματιών, επιδιώκοντας να εμβαθύνουν μια συνεργασία με αυτόν τον τομέα ως ένα εργαλείο για το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης και τη σταθεροποίηση της πολιτικής κατάστασης. Αυτή η προσπάθεια θα οξύνει τις υποτιθέμενες αντιθέσεις ανάμεσα σ’ αυτόν την “παραγωγική” αστική τάξη και τον “παρασιτικό” της τομέα.

Την ίδια στιγμή, ο πιο παραγωγικός τομέας της Δεξιάς αμφισβητεί τη δυνατότητα μιας ειρηνικής, διαπραγματεύσιμης μετάβασης, που θα της επέτρεπε να ανακτήσει την εκτελεστική εξουσία αποφεύγοντας υψηλότερα επίπεδα αναταραχής και εμβάθυνσης των ταξικών αντιθέσεων. Ελπίζουν ότι τα πρώτα μέτρα νεοφιλελεύθερης οικονομικής προσαρμογής θα αρχίσουν με την κυβέρνηση Μαδούρο. Αυτό οφείλεται στην αδυναμία της Δεξιάς αντιπολίτευσης να ξεπεράσει τις δικές της εσωτερικές διαιρέσεις για να επανακτήσει την πολιτική ηγεμονία που κάποτε κατείχε. Όπως σημειώνει ο καθηγητής Roberto Lopez Sanchez: “Μια πιθανή άνοδος της φιλο-ιμπεριαλιστικής Δεξιάς θα παρήγαγε σενάρια ακυβερνησίας που θα υπερέβαιναν κατά πολύ οποιαδήποτε αντίστοιχα θα αντιμετώπιζε ο Τσαβισμός σε αυτά τα πρόσφατα χρόνια”25.

Η απόδοση προτεραιότητας στη συμμαχία με τη μπουρζουαζία ανατρέπει την ισορροπία δυνάμεων μέσα στις λαϊκές μάζες. Αυτό εκφράζεται στην όξυνση των αντιθέσεων ανάμεσα σε αναπτυγμένους τομείς της εργατικής τάξης και την Μπολιβαριανή κυβέρνηση. Ως παράδειγμα, σημειώνουμε ότι η σύγκρουση επηρέασε εργάτες στην Empresa de Propiedad Social Directa Comunal26 (EPSDC) “Proletarios Unidos” και αυτό σε συνδυασμό με τον δήμο [commune] Pío Tamayo στην πόλη Barquisimeto, στην πολιτεία της Lara.

Η EPSDC “Proletarios Unidos” προέκυψε από μια πρωτοβουλία εργατών από τη Βραζιλία στη ζυθοποιία Brahama, που μετά την αδικαιολόγητη εγκατάλειψη από την ιδιοκτήτρια εταιρεία αποφάσισαν να μην δεχτούν τον διακανονισμό που τους προσφέρθηκε και επέλεξαν να καταλάβουν το εργοστάσιο με την προοπτική να το κάνουν αυτοδιαχειριζόμενο. Από κείνη τη στιγμή, οι εργάτες αναγκάστηκαν να αντιμετωπίσουν τους πρώην ιδιοκτήτες και τη δεξιά κυβέρνηση της πολιτείας Lara. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι/παράγοντες/ιθύνοντες προσπάθησαν να υπονομεύσουν και να παρεμποδίσουν την εδραίωση του σχεδίου των “Proletarios Unidos”. Στην πορεία, οι εργάτες ξεκίνησαν έναν διάλογο με τους κομμουνάρους της κομμούνας “Pío Tamayo”, οι οποίοι είχαν εμπλακεί σε μια ενδιαφέρουσα εμπειρία οικοδόμησης λαϊκής εξουσίας τόσο σε “γεωγραφικές” [territorial] όσο και παραγωγικές περιοχές.

Όμως, παρά τις τεράστιες προσπάθειες των πρώην εργατών της Brahama και της κομμούνας Pío Tamayo, η κυβέρνηση σκέφτεται την πιθανότητα να μεταφέρει το εργοστάσιο στον όμιλο Cisneros Group, ιδιοκτησίας ενός Βενεζουελάνου επιχειρηματία με επιρροή και μέλους της Barrick Gold Corporation27. Αυτό προϋποθέτει ότι μια συμμαχία με αυτόν τον οικονομικό όμιλο που είναι μια επιτομή της αστικής “βιομηχανίας” θα επέτρεπε στην κυβέρνηση να υπονομεύσει την οικονομική δύναμη του Lorenzo Mendoza, προέδρου των επιχειρήσεων Polar, ενός ομίλου που αυτή τη στιγμή ελέγχει την αγορά μπύρας και τροφίμων στη Βενεζουέλα. Αυτή η κατάσταση συγκρίνεται με την εμπειρία άλλων επιχειρήσεων που προσπάθησαν να γίνουν αυτοδιαχειριζόμενες από τους εργάτες σε συμμαχία με οριζόντιες οργανώσεις βάσης που βρίσκονται στις κομμούνες. Στην πόλη Barquisimeto, εταιρείες κάτω από άμεσο κοινωνική κοινοτιστική ιδιοκτησία, όπως οι Beneagro και Potters of Grez, έχουν παρεμποδιστεί από επιχειρηματικό σαμποτάζ καθώς και την κρατική γραφειοκρατία και μια πολιτική συμμαχίας ανάμεσα στους κυβερνητικούς τομείς και την μπουρζουαζία.

1.3. Ο “λαϊκός παράγοντας”: Η εργατική τάξη ως μια μηχανή για οποιονδήποτε μετασχηματισμό28

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η μπολιβαριανή διαδικασία, μαζί με τις αντιθέσεις της, έχει πολιτικοποιήσει ευρέα στρώματα του πληθυσμού και έχει δημιουργήσει άμεσες εμπειρίες την οικοδόμηση λαϊκής εξουσίας. Εντός της τελευταίας μιλάμε για κομμούνες, εταιρείες υπό εργατικό έλεγχο και αυτοδιευθυνόμενες γειτονιές – τόσο αστικές όσο και στην ύπαιθρο29,30. Δυστυχώς αυτές οι γνήσιες οργανώσεις της εργατικής τάξης απέχουν πολύ από το να είναι ηγεμονικές. Έχουν να παρακάμψουν και να ξεπεράσουν τις πελατειακές σχέσεις που έχουν βαθύνει εξαιτίας των τεράστιων οικονομικών πόρων της κυβέρνησης. Με το πέρασμα των χρόνων, αυτές οι σχέσεις κατεύνασαν την πολιτική πρωτοβουλία των λαϊκών τάξεων.

Πιστεύουμε ότι η εργατική τάξη στέκεται ως μια αποφασιστική δύναμη για την οικοδόμηση μιας επαναστατικής απάντησης στη σημερινή κρίση· ένας παράγοντας που έχει υποβαθμιστεί/παραμεριστεί εξαιτίας των επιφανειακών (θεσμικών) αλλαγών που κατανοούν τη διαδικασία ως αποκλειστικά διαχειριζόμενη από την κυβέρνηση και τους κρατικούς θεσμούς. Ο López Sánchez έχει διατυπώσει την άποψη ότι από τα μέσα του 20ου αιώνα η Βενεζουελάνικη αριστερά έχει υποφέρει από την ανικανότητα να εμπλακεί στα πραγματικά στάδια της ανάπτυξης της εργατικής τάξης31. Αντίθετα, έχει εστιάσει στην οικοδόμηση θεσμικών σχέσεων πο υποβιβάζουν την εργατική τάξη είτε στην εκλογική υποστήριξη είτε στην παρακολούθηση “περιπάτων” της πρωτοπορίας ενός “αντάρτικου” [foquista] χαρακτήρα32.

Ξανακοιτάζοντας την πρόσφατη ιστορία της Βενεζουέλας, αυτό που είναι αξιοπαρατηρήσιμο είναι η λίγο-πολύ αυθόρμητη αντίδραση του εργαζόμενου λαού που έχει μεταβάλλει τον συσχετισμό δύναμης. Αυτό πειλαμβάνει τον ρόλο του στο σταμάτημα του πραξικοπήματος του Απρίλη του 2002, κάτι που άνοιξε βαθιές αλλαγές τόσο για τη Βενεζουέλα όσο και για ολόκληρη την ήπειρο. Στην περίπτωση αυτή, ούτε οι διοργανωτές του πραξικοπήματος ούτε η κυβέρνηση της Βενεζουέλας σκέφτηκαν ότι θα μπορούσε η εργατική τάξη να γείρει την πλάστιγγα προς την εμβάθυνση της διαδικασίας των αλλαγών. Ήταν η συμμετοχή του ίδιου κόσμου και η επιχειρησιακή ικανότητα των εργατών του PDVSA που ξανάρχισαν την παραγωγή πετρελαίου στη διάρκεια του “πετρελαϊκού πραξικοπήματος” την περίοδο 2002-2003, παρά την δυσπιστία από τους πραξικοπηματίες διευθυντές33. Εκείνη τη στιγμή, οι Τσαβίστας είχαν ήδη σχεδιάσει μια οργανωμένη αντίδραση στο πραξικόπημα που θα μπορούσε να στηριχτεί στη λαϊκή υποστήριξη, που ήταν ο ρόλος που ανέλαβαν οι Μπολιβαριανοί κύκλοι.

Ακριβώς μετά την συγκυρία του 2002-2003, η αυτοοργάνωση στην εργατική τάξη ενισχύθηκε με πολλαπλές μορφές ενός μαζικού χαρακτήρα όπου οι νέοι και οι γυναίκες απέκτησαν καινούρια σπουδαιότητα και προβολή34. Το διάστημα 2006-2007 αυτή η διαδικασία έφτασε στην κορύφωσή της για να ακολουθήσει η πτώση της. Από τα μαζικά δίκτυα κοινοτικών ΜΜΕ στην ANMCLA, την ανανέωση των συνδικάτων που περιελάμβανε τη δημιουργία τς Εθνικής Ένωσης Εργατών (National Union of Workers, UNT) ενάντια στην διασπασμένη CVT (Συνομοσπονδία Εργατών Βενεζουέλας) ή τη δημιουργία Κοινοτικών Συμβουλίων ως μορφών εδαφικής αυτοδιοίκησης, όλοι είχαν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της ανεξαρτησίας από την κυβέρνηση35. Η κατάρρευση μερικών από αυτές τις οργανώσεις (όπως η ANMCLA) επήλθε τελικά, όπως και η εξαφάνιση και η ουσιαστική αντικατάσταση άλλων (όπως της UNT από την Μπολιβαριανή Συνομοσπονδία Σοσιαλιστών Εργατών, CBST) και τον πελατειακό τύπο αποδοχής των άλλων (τα περισσότερα κοινοτικά συμβούλια που σήμερα λαμβάνουν επιδοτήσεις). Η μη επίλυση αυτού του προβλήματος από μια προοπτική της ανεξαρτησίας της τάξης είναι στη ρίζα αυτού που κάποιοι αναγνωρίζουν/ταυτοποιούν ως την παρακμή αυτής της διαδικασίας αυτοοργάνωσης [autogestión].

Σήμερα η εργατική τάξη της Βενεζουέλας διαθέτει ακόμα αρκετές οργανώσεις με σημαντική ικανότητα πάλης. Η πιο ενδιαφέρουσα συνάρθρωση αυτής της ικανότητας είναι ανάμεσα σε κοινοτικές οργανώσεις με αποτελεσματικό εδαφικό έλεγχο, που αντιπροσωπεύουν αυθεντικές εκφράσεις λαϊκής εξουσίας. Όμως, είναι φανερό ότι αυτές και άλλες οργανώσεις βρίσκονται σε άμυνα. Πιο ανησυχητική είναι η πιθανότητα στο μέλλον να βρεθούν σε ακόμα πιο στενή πολιορκία36.

1.4. Πραγματικές τάσεις

Αυτή τη στιγμή, είναι ξεκάθαρο ότι τα μέτρα της κυβέρνησης Μαδούρο έχουν αποτύχει ν’ ανοίξουν έναν δρόμο για την υπέρβαση της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, η οποία επηρεάζει εκατομμύρια μέλη της εργατικής τάξης της Βενεζουέλας, συμπεριλαμβανομένων των πιο εύπορων στρωμάτων37. Είναι αυτοί που υφίσταναι καθημερινή υποτίμηση των μισθών τους, ελλείψεις φαρμάκων, δυσκολιες στην εύρεση τροφίμων και άλλων αναγκαίων αγαθών. Από την πλευρά της, η αντιπολίτευση προωθεί μια στρατηγική χαρακτηριζόμενη από μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα σε μια θέση ισχύος στους δρόμους – με φασιστικές λεπτές αποχρώσεις – απαιτώντας από τον Μαδούρο να εγκαταλείψει την εκτελεστική εξουσία και μια όψιμη δέσμευση για ένα ανακλητικό/ακυρωτικό δημοψήφισμα υπό το Μπολιβαριανό Σύνταγμα38. Αυτό το εν τέλει δημοψήφισμα θα διεξαχθεί στη διάρκεια του 2016 ώστε η Δεξιά να μπορέσει να ανακτήσει πολιτική ισχύ μέσω των πρόσφατα προκηρυχθέντων εκλογών.

Σε διεθνές επίπεδο, αυτή η στρατηγική αρθρώνεται από τον ρόλο των ΗΠΑ και γειτονικών δεξιών καθεστώτων. Η διαρκής παρείσδυση από Κολομβιανούς παρακρατικούς με στόχο την αύξηση των επιπέδων βίας και της δημιουργίας μιας κατάστασης χάους είναι μια από τις πιο επικίνδυνες εξελίξεις, αν λάβουμε επίσης υπόψιν τις διαρκείς εκκλήσεις για την εφαρμογή μιας δημοκρατικής ντιρεκτίβας του OAS (Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών)39. Και τα δυο στοιχεία αναδεικνύουν την πιθανότητα ξένης στρατιωτικής επέμβασης. Αυτό δεν σημαίνει ότι μια τέτοια επέμβαση θα συμβεί, αλλά η απειλή είναι ένα στοιχείο πίεσης.

Η κυβέρνηση του Μαδούρο έχει εμβαθύνει τη συμμαχία της με τον επιχειρηματικό τομέα της “βιομηχανίας”, γινόμενη ταυτόχρονα όλο και πιο αυταρχική ενισχύοντας τους δεσμούς της με την στρατιωτική ηγεσία με σκοπό να καθυστερήσει το ακυρωτικό δημοψήφισμα40,41. Εν τω μεταξύ, είναι καλά γνωστό ότι συνεχίζοναι μυστικές διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση και την πολιτική αντιπολίτευση για τη συζήτηση μιας ειρηνικής μετάβασης.

Αυτή η κατάσταση έχει οδηγήσει στην απώλεια λαϊκής υποστήριξης προς την κυβέρνηση. Ένας σημαντικός τομέας των μαχητικών υποστηρικτών της (αφοσιωμένα μέλη) βαρύνουν/κλίνουν προς τους πιο κρίσιμους τομείς που κεφαλαιοποιούσαν από αυτή την αυξανόμενη δυσαρέσκεια. Οργανώσεις όπως η Marea Socialista – κομμάτι των de facto διαγραφών από το PSUV – έχουν συμμετάσχει σ’ αυτή την δυσαρέσκεια42. Προγραμματικά, οι κριτικές αυτές δεν διαφέρουν από κριτικές στο εσωτερικό του PSUV, παρ’ όλα αυτά αναδεικνύουν περισσότερο την ανάγκη για ελέγχους, για αντιμετώπιση της διαφθοράς κ.λπ. Κατά την άποψή μας, δεν επισημαίνουν τις δομικές διαστάσεις της παρούσας κρίσης. Με δεδομένη την εμβέλειά τους και την ενσωμάτωσή τους εντός των οργανώσεων της εργατικής τάξης, δεν συνιστούν μια πραγματική εναλλακτική στην πολιτική κατάσταση.

Η πλειοψηφία της Αριστεράς – οργανώσεις βάσης του PSUV που βρίσκονται εκτός του εσωτερικού κύκλου του κόμματος – παραμένουν χωρίς αντίδραση σχετικά με αυτές τις επικίνδυνδες εξελίξεις. Μια σημαντική πτυχή αυτής της παθητικότητας είναι ότι μια ολόκληρη γενιά νέων ανθρώπων δεν μπορούν να χωνέψουν να χάσουν την κυβέρνηση μετά από 17 χρόνια, ενώ μια μειοψηφία έχει επίγνωση αυτών των πιθανοτήτων. Αλλά εστιάζουν πρωτίστως στη νίκη του Μαδούρο στις επερχόμενες εκλογές υπερεκτιμώντας τις δημοκρατικές δικλείδες των αστικών θεσμών και τη διατήρηση ενός εκλογικού εργαλείου του PSUV στον απόηχο μιας ήττας που δεν θα είναι μόνο στις κάλπες. Αυτό θα επηρεάσει άμεσα τις μαχητικές οργανώσεις στην οικονομική και κοινωνική αρένα. Ως ένα τελευταίο σημείο, παραμένει μια μειοψηφική τάση που αναγνωρίζει τις συνέπειες ενός σεναρίου που θα αντιστρέψει τα κοινωνιά οφέλη και θα βάλει την εργατική τάξη σε μια θέση άμυνας. Δυστυχώς, δίνεται μεγαλύτερη έμφαση σε μια στρατιωτική στρατηγική παρά σε μια κοινωνική αντίδραση, οι συνέπειες της οποίας μπορεί να είναι εξίσου καταστροφικές με τις εμπειρίες των δεκαετιών του 1960 και 1970. Υπάρχει μια ανησυχητική αδράνεια από ειλικρινείς επαναστατικούς τομείς που περιμένουν έναν καινούριο ηγέτη ή ηγεσία, μάλλον, παρά να οργανώσουν και να ανανεώσουν μια καινούρια στρατηγική και προγραμματική συζήτηση στη βάση τους.

1.5. Τελικές σκέψεις

Στα λίγα πρόσφατα χρόνια, οι αριστερίστικες οργανώσεις στη Χιλή έχουν οργανώσει μια σειρά συζητήσεων σχετικά με την οικοδόμηση ενός στρατηγικού δρόμου για την ανατροπή του καπιταλισμού και των νεοφιλελεύθερων συστατικών του, με τον σοσιαλισμό ως ορίζοντα του δρόμου αυτού. Οι αναφορές στις προοδευτικές ή αριστερίστικες κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική ήταν αναπόφευκτες. Δυστυχώς, οι εμπειρίες αυτές αποτιμώνται με ένα επιφανειακό και μη-κριτικό μάτι. Από την σκοπιά του λατινοαμερικάνικου πλαισίου, οι διαδικασίες αυτές χαρακτηρίζονται από τελμάτωμα, υποχώρηση ή κρίση. Οι διάφορες κυβερνήσεις, με αξιοσημείωτες διαφορές μεταξύ τους, ήρθαν στην εξουσία ως αντίθετες στις κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες πολιτικές της δεκαετίας του 1990. Θα πρέπει να επιθεωρήσουμε/ξανακοιτάξουμε διεξοδικά αυτές τις εμπειρίες ώστε να ξεκαθαρίσουμε τα δικά μας προβλήματα που προκύπτουν καθώς παίρνουμε το μοναπάτι ενός ριζικού/βαθέος μετασχηματισμού.

Από αυτή την άποψη, κοιτάζοντας τη εμπειρία της Βενεζουέλας, υπάρχουν αρκετά στοιχεία που μοιάζουν σχετικά να αναφέρουμε. Πρώτον, η πολιτική των διαταξικών συμμαχιών που προάγεται από την κυβέρνηση, όπου αποδίδεται ένας ρόλος σε σχετικούς τομείς της “βιομηχανικής” μπουρζουαζίας, μοιάζει λαθεμένη αν αυτό που επιδιώκεται είναι ένα μετα-καπιταλιστικό σχέδιο. Θυμηθείτε ότι αυτός ο τομέας είναι σχεδόν αμελητέος σε μια οικονομία βασισμένη στα έσοδα και με έναν χαρακτήρα όπως αυτός της Βενεζουέλας. Επιπλέον, είναι καθαρό ότι αυτή η συμμαχία, μαζί με τις συμμαχίες που έχουν θεμελιωθεί με άλλες βιομηχανικά ισχυρές χώρες και τις αντίστοιχές αστικές τους τάξεις, δεν έχουν επιτρέψει στη Βενεζουέλα να διαφοροποιήσει τον παραγωγικό της χάρτη, που βασίζεται στις δικές της βιομηχανικές συνιστώσες που δεν της επιτρέπουν να ξεπεράσει τον εξαρτημένο από τα πετρελαϊκά έσοδα χαρακτήρα της. Αντίθετα, αυτή η συμμαχία έχει αποδυναμώσει τις εργαζομένες τάξεις της Βενεζουέλας και τις εμπειρίες τους στην άμεση αυτοδιαχείριση της παραγωγής, προκαλώντας ακόμα και αντικειμενικές αντιθέσεις ανάμεσα στο λαϊκό κίνημα της Βενεζουέλας και την Μπολιβαριανή κυβέρνηση.

Αυτές οι αντιθέσεις δεν υπάρχουν μόνο στο οικονομικό και παραγωγικό επίπεδο. Μια πλευρά που προσελκύει την προσοχή είναι το χάσμα ανάμεσα στο εργαλείο του κράτους στο θεσμικό επίπεδο που διανοίγει τεράστιες ευκαιρίες για τον ρόλο του λαϊκού παράγοντα στη διαχείριση των κοινών [και αυτό που όντως συμβαίνει]. Στην πράξη, γεννήθηκε μια καινούρια φατρία/κλίκα της άρχουσας τάξης (η Bolibourgeois, η “Μπολιμπουρζουαζία” δηλαδή η Μπολιβαριανή μπουρζουαζία) καθώς και μια εξαιρετικά διεφθαρμένη γραφειοκρατία. Καταπνίγουν επίσης και διαστρέφουν τις εμπειρίες οικοδόμησης μιας προχωρημένης λαϊκής εξουσίας που κατέληξαν να ενδίδουν στο βάρος της γραφειοκρατίας ή της επιχορήγησης υπό το πατρονάρισμα μιας κυβερνητικής λογικής.

Στο ίδιο πνεύμα, η απουσία μιας συλλογικής ηγεσίας που να μπορεί να ξεπεράσει το κυρίαρχο πολιτικό όραμα που αντιπροσωπεύεται από τον Ούγκο Τσάβες, μοιάζει ένα κεντρικό στοιχείο που εξηγεί εν μέρει τον αποπροσανατολισμό και την απώλεια της καθαρότητας στρατηγικής του λαϊκού κινήματος στη Βενεζουέλα και της επαναστατικής Αριστεράς. Μια συζήτηση πάνω στα πολιτικά εργαλεία που μπορούν να διοχοτεύσουν την συλλογικότητα στην ηγεσία γίνεται όλο και περισσότερο σημαντική κάτω από αυτές τις περιστάσεις. Αν και αξιόλογοι σύντροφοι, τόσο εντός όσο και εκτός του PSUV, έχουν αναδείξει αυτά τα ζητήματα στα πρόσφατα χρόνια, αυτές οι προσπάθειες δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί σε κάτι.

Τέλος, αν και επιμένουμε ότι η Αριστερά θα πρέπει να διατηρήσει μια κριτική οπτική απέναντι σε αυτήν και άλλες διαδικασίες, δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι στη διάρκεια αυτών των 17 χρόνων, οι εργατικές τάξεις της Βενεζουέλας έχουν προσφέρει στους λαούς της Λατινικής Αμερικής και του κόσμου ολόκληρου, πολυάριθμα μαθήματα κουράγιου, πίστης και δημιουργικότητας. Ακόμα και με τις τωρινές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα αδέρφια μας στη Βενεζουέλα, δεν μπορούμε να χάσουμε από τα μάτια μας την ανάγκη να χτίσουμε και να δυναμώσουμε γέφυρες συγκεκριμένης και αποτελεσματικής αλληλεγγύης ανάμεσα στους αγωνιζόμενους.

1 Μετάφραση: Romina Akemi, από την Militants Solidaridad – Federación Comunista Libertaria (Chile), Μάιος-Ιούνιος 2016.

2 Το πρωτότυπο στα ισπανικά από το Anarkismo.net https://www.anarkismo.net/article/29387.

3 Αρχική μετάφραση στα αγγλικά δημοσιευμένη στον ιστότοπο Black Rose Federation.

4 Υπάρχουν αρκετοί ερευνητές που δηλώνουν ότο ο καπιταλιστικός τομέας της οικονομίας της Βενεζουέλας, ιδιαίτερα αυτός των εσόδων από εκμισθώσεις, έχει παραμείνει άθικτος όλα αυτά τα χρόνια. Συνιστούμε τα επιχειρήματα που παρουσιάζονται από την Cira Pascual, καθηγήτρια πολιτικών επιστημών στο Μπολιβαριανό Πανεπιστήμιο της Βενεζουέλας http://www.rebelion.org/noticia.php?id=206456 y http://www.rebelion.org/noticia.php?id=208627.

5 Ως ένα παράδειγμα, επισημαίνουμε την περίπτωση της SIDOR. Το 2008, ως απάντηση στις εργατικές κινητοποιήσεις, η Μπολιβαριανή κυβέρνηση αγόρασε της αργετίνικες επιχειρήσεις από Αργεντίνους εργοδότες, κυρίως από την βιομηχανία ατσαλιού. Αρχικά, παρουσιάστηκε το μοντέλο του “εργατικού ελέγχου” που επιδίωκε τη συμμετοχή της κοινότητας στη λειτουργία του εργοστασίου. Στο τέλος, η κυβέρνηση αποφάσισε να λειτουργήσει την εταιρεία με έναν γραφειοκρατικό τρόπο, τοποθετώντας στρατιωτικούς ως διευθυντές και ακυρώνοντας/ανακαλώντας τη συμμετοχή των εργαζομένων. Τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά, επιβραδύνοντας σταδιακά την παραγωγή εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Δείτε “Control Obrero y Autogestión, el ejemplo del complejo industrial SIDOR en Venezuela” (“Εργατικός έλεγχος και αυτοδιαχείριση, το παράδειγμα της βιομηχανίας SIDOR στη Βενεζουέλα”), του Sébastien Brulez, στον τόμο “América Latina, Emancipaciones en Construcción” (“Λατινική Αμερική, χειραφέτηση στον κατασκευαστικό τομέα”), με εκδότη τον Franck Gaudichaud.

6 Η πολιτική συμμαχία COPEI (Χριστιανοδημοκρατική παράταξη) και η Δημοκρατική Δράση (“ανανεωτικοί” Σοσιαλδημοκράτες) που μοιράστηκαν την εξουσία από το 1958 μέχρι το 1998. Αυτή τη στιγμή είναι μέρος του μπλοκ της αντιπολίτευσης MUD (Mesa de Unidad Democrática, Γραφείο της Δημοκρατικής Ενότητας).

7 Αυτό είναι πρωτίστως στην αρένα της αυτοοργάνωσης της εργατικής τάξης αλλά, επίσης, και στο βασίλειο των θεσμοποιημένων πολιτικών. Σε ένα σημείο, η πολιτική τάξη σήμαινε μια κληρονομημένη θεσμική “πολιορκία”, αλλά επίσης και έναν στοχασμό στη λειτουργία των νέων κρατικών θεσμών (ως ένα παράδειγμα las Misiones). Δείτε την ενότητα 1.3 του παρόντος άρθρου.

8 Η ανάδυση της “boliburguesía” (“μπολιμπουρζουαζίας”, δηλαδή της μπολιβαριανής μπουρζουαζίας) είναι ένας ανακριβής αλλά μάλλον διαδεδομένος όρος, αναφερόμενος κυρίως σε οικονομικές ομάδες που έχουν πλουτίσει μέσω της πρόσβασης σε συγκεκριμένους επχειρηματικούς τομείς. Λαμβάνουν επιχορηγήσεις χάρις στην εγγύτητα και στη συνεργασία τους με τη κυβέρνηση Τσάβες.

9 Caudillismo (στα ελληνικά θα λέγαμε: αρχηγισμός), ένα στοιχείο βαθιά ριζωμένο στην πολιτική κουλτούρα της Βενεζουέλας, είναι ξακάθαρα εμφανές στην υπεβολική λατρεία της εικόνας του Τσάβες και στην μη κριτική θεώρηση της ηγεσίας του που κυριαρχεί σε μεγάλα τμήματα του πολιτικού και κοινωνικού φάσματος της χώρας. Παρ’ όλα αυτά, πρόκειται για ένα στοιχείο που προηγείται της εμφάνισης του Τσάβες και μπορεί να ανιχνευθεί σε ολόκληρη την μετα την ανεξαρτητοποίηση ιστορία της Βενεζουέλας: “Όπως το 1814, ο θάνατος του ηγέτη που καθοδήγησε το επαναστατικό κίνημα των μαζών, του Ezequiel Zamora, άφησε ανολοκλήρωτους πόθους στις τάξεις της αγροτιάς…Και πάλι, η απουσία μιας στιβαρής συλλογικής ηγεσίας για να συνεχίσει τον αγώνα, περιέκοψε τις ευκαιρίες για έναν θρίαμβο των απόκληρων”. Roberto López: El Protagonismo Popular en la Historia de Venezuela (Caracas: Editorial Trinchera, 2015).

10 Αυτός ο παρασιτικός χαρακτήρας εκφράζεται από το γεγονός ότι για τη βενεζουελάνικη μπουρζουαζία έχει υπάρξει ιστορικά πιο επικερδές να ιδιοποιείται τα έσοδα από το πετρέλαιο από το να εισάγει καταναλωτικά αγαθά, αποφεύγοντας το ρίσκο της επένδυσης εντός της χώρας επιδιώκοντας τη διαφοροποίηση του πίνακα παραγωγής. Για μεγάλο μέρος του 20ου και του 21ου αιώνα, οι κοινωνικές συγκρούσεις στη χώρα μπορούν να αναλυθούν μέσω της διαμάχης για την ιδιοποίηση των εσόδων από το πετρέλαιο.

11 Αυτό συμπεριλαμβάνει και τον αποκαλούμενο “πλεονάζοντα πληθυσμό” της εργατικής τάξης, αυτούς που αποκλείονται από την καπιταλιστική παραγωγή.

12 Η κρατική συμμετοχή στην οικονομία αυξήθηκε μόνο κατά 0.37% ανάμεσα στο 1999 και το 2014.
http://www.aporrea.org/trabajadores/a213256.html.

13 Μεταξύ άλλων, στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας.

15 Στμ. Bachaquero: στα ελληνικά θα το αποδίδαμε ως μαυραγοριτισμό. Ο όρος, που προέρχεται από τα φυλλοβόρα μυρμήγκια (bachacos) που μπορούν να κουβαλάνε στην πλάτη τους φορτία πολλαπλάσια του βάρους τους, αποδόθηκε για πρώτη φορά στους λαθρέμπορους που δρούσαν στα δυτικά σύνορα της Βενεζουέλας πριν από αρκετά χρόνια. Τώρα είναι μια λέξη που ακούγεται παντού. Η εταιρεία ερευνών και δημοσκοπήσεων Datanalisis στο Καράκας, αναφέρρι ότι σχεδόν το ένα τέταρτο του πληθυσμού έχει εμπλακεί σ’ αυτή τη δραστηριότητα τον προηγούμενο χρόνο.

16 Σύμφωνα τον ερευνητή στο Research and Training Worker Center (CIFO) Manuel Sutherland, ο οποίος πρόσφατα απολύθηκε από το Μπολιβαριανό Πανεπιστήμιο της Βενεζουέλας: οι αυξανόμενα φθηνότερες εισαγωγές (με μια υπερτιμημένη συναλλαγματική ισοτιμία) μεταλλάσσονταν από την παραπλανητική ισοτιμία συναλλάγματος για τα εισαγώμενα αγαθά. Με σκοπό τη χρήση ευμετάβλητων κεφαλαιακών συναλλαγμάτων ή την επαναπώλησή τους στην παράλληλη αγορά με κέρδη που φτάνουν αυτή τη στιγμή το 15.773%. Στο: https://alemcifo.wordpress.com/2016/02/17/2016-la-peor-de-las-crisis-economicas-causas-medidas-y- cronica-de-una-ruina-anunciada.

17 Όπως έχει διατυπωθεί από τον Rodrigo Alonso: http://brecha.com.uy/crisis-del-socialismo-del-siglo-xxi.

18 Pascual, Cira. ό.π.

19 Το υψηλό ποσοστό άκυρων/λευκών στη διάρκεια των πρόσφατων εκλογών είχε σαν αποτέλεσμα και προβλήματα που σχετίζονται με την ίδια την καταμέτρηση/αναμετάδοση των ψήφων. Η Δεξιά έχει αυξήσει σταθερά τις ψήφους της από το 2007 ελαχιστοποιώντας, την ίδια στιγμή, το χάσμα της από τον Τσαβισμό.

20 Στο: https://alemcifo.wordpress.com/2015/12/16/elecciones-a-la-asamblea-nacional-crisis-economica-o-la-falaz-guerra- economica-derrota-historica-y-grises-perspectivas.

21 Sánchez, G. 2012. La Nube Negra. Vadell Hermanos, Editores.

22 Σύμφωνα με κάποιες καινούριες πηγές, αυτές οι “πηγές” θα είχαν κοστίσει δισεκατομμύρια δολάρια: http://www.bbc.com/mundo/ultimas_noticias/2014/04/140423_venezuela_economia_anuncios_maduro_msd.

24 Ο νόμος που ανοίγει τη δυνατότητα κερδοσκοπίας με την αγορά ακινήτων, ένα παράδειγμα του οποίου είναι η Great Housing Mission.

25 López, R. 2015. El Protagonismo Popular en la Historia de Venezuela. Editorial Trinchera.

26 Στμ. Empresa de Propiedad Social Directa Comunal, στα ελληνικά: Εταιρεία Άμεσα Κοινοτικής Κοινωνικής Ιδιοκτησίας.

27 Είναι η ίδια με αυτή των μεγάλων έργων στη Χιλή όπως η Pascua Lama.

28 Roberto López Sánchez, ό.π.

29 Αυτές που υπάρχουν πραγματικά και έχουν έναν λαϊκό ρόλο, όχι οι “κομμούνες” που υπάρχουν μόνο στα χαρτιά με σκοπό να φουσκώνουν τις στατιστικές.

30 Αξίζει να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με συνεντεύξεις που διενεργήθηκαν και τις περιορισμένες εμπειρίες που είμαστε σε θέση να παρατηρήσουμε, πολλές λαϊκές οργανώσεις που υπήρχαν πριν από την πρώτη κυβέρνηση του Ούγκο Τσάβες εκμεταλλεύτηκαν ιδιαίτερα τη διαδικασία για να ενισχύσουν την οργάνωσή τους.

31 ό.π.

32 Foquismo είναι η θεωρία του Τσε Γκεβάρα για τον ανταρτοπόλεμο. Piñate, E. 2013. El Partido Socialista Unificado de Venezuela y su Relación con el Movimiento de Masas. Editorial Trinchera.

33 Sánchez, G. 2012. La Nube Negra. Vadell Hermanos, Editores.

34 Ο όρος conjuncture, συγκυρία, είναι αναφορά στην “análisis de coyuntura” ή “ανάλυση της συγκυρίας”. Για μια βαθύτερη ανάλυση της έννοιας και διαδεδομένες μεθόδους συνιστούμε: https://praxislibertaria.files.wordpress.com/2013/09/helio-gallardo-fundamentos-de-formacion-politica-analisis-de-coyuntura.pdf.

35 National Association of Communitarian, Free and Alternative Media: Ιδρύθηκε το 2004. Σύμφωνα με τον Modesto Guerrero, το 2006 διέθετε 324 παραδοσιακά, δικτυακά, εβδομαδιαία, δεκαπενθήμερα, ραιδοφωνικά, τηλεοπτικά και κινηματογραφικά μέσα. Μέλη: 3 με 5 χιλιάδες. http://www.herramienta.com.ar/revista-herramienta-n-33/constitucion-dinamica-y-desafios-de-las-vanguardias-en-la-revolucion-boliva.

36 Εργοστάσια που ανακτήθηκαν μετά από αντίσταση σε προσπάθειες έξωσης. Κομμούνες που εστίασαν στην επίλυση των προβλημάτων τους στο τοπικό επίπεδο κ.λπ.

37 Επιδεινωμένες από μια ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε από μια από τις χειρότερες ξηρασίες που βίωσε η χώρα.

38 Θυμηθείτε τους “guarimbas” από τον Φεβρουάριο του 2014 ως έναν αποσταθεροποιητικό παράγοντα προαγόμενο από την Βενεζουελάνικη Δεξιά, βίαιες διαδηλώσεις που αποκτούσαν τον χαρακτήρα πρόβας εμφυλίου πολέμου αφήνοντας δεκάδες νεκρούς (κυρίως ανθρώπους σχετιζόμενους με τη διαδικασία της Μπολιβαριανής αλλαγής) και κατεστραμμένα κτίρια. Δείτε: “Una Revuelta de Ricos, Crisis y destino del Chavismo”, από τον δημοσιογράφο Modesto Emilio Guerrero. Ο συγγραφέας περιγράφει επίσης τις φασιστικές εκφράσεις αυτών των εξεγέρσεων.

40 Αν το ακυρωτικό δημοψήφισμα γίνει το 2017 και χάσει ο Μαδούρο και δεν προκηρυχθούν καινούριες εκλογές, ο αντιπρόεδρος αναλαμβάνει την εκτελεστική εξουσία μέχρι το τέλος της περιόδου.

41 “A donde nos conducen Maduro-Cabello”, Roberto López Sánchez. Διαθέσισμο στο: http://www.aporrea.org/actualidad/a228327.html

42 Αυτό που στην Χιλή θα αποκαλείτο “να κάνουμε στην άκρη”· εγκατάλειψη της μαχητικότητας ή υιοθέτηση μιας παθητικότητας εντός της, παραιτούμενοι σε όφελος της κυρίαρχης γραμμής μέσα στο κόμμα.